Η αμμά (=μητέρα) Δαμιανή, η ησυχάστρια, η μητέρα του αββά Αθηνογένους του επισκόπου των Πετρών, μάς διηγήθηκε και μας είπε.
Ήταν κάποιος ηγούμενος στο άγιο όρος του Σινά, ονομαζόμενος Γεώργιος (έζησε κατά τον 6ο αιώνα μ.Χ), πολύ μεγάλος και ασκητικός. Σε αυτόν τον αββά Γεώργιο το μέγα Σάββατο, ενώ βρισκόταν στο κελλί του, τού ήρθε μια επιθυμία· ήθελα, λέει, να κάνω την αγία Ανάσταση στην αγία πόλη και να μεταλάβω τα άγια μυστήρια στην αγία Ανάσταση του Χριστού του Θεού μας. Όλη λοιπόν την ημέρα έμεινε ο γέροντας στο κελλί του ασχολούμενος με αυτούς τους λογισμούς και προσευχόμενος· μόλις βράδιασε ήρθε ο μαθητής του, λέγοντας.
- Πάτερ, κέλευσον για τον κανόνα.
Ο γέροντας αποκρίθηκε και του είπε.
- Πήγαινε, και την ώρα της αγίας μεταλήψεως έλα εδώ και έρχομαι.
Έμεινε λοιπόν ο γέροντας στο κελλί του.
Όταν έφτασε η ώρα της αγίας κοινωνίας βρέθηκε ο γέροντας μέσα στο ναό της Αναστάσεως κοντά στον επίσκοπο Πέτρο τον μακάριο και του δίνει την αγία κοινωνία μαζί μ’ όλους τους ιερείς.
Βλέποντάς τον ο πατριάρχης, λέει στον Μηνά, τον συγκέλλο του.
- Πότε ήρθε ο αββάς του Σινά;
Αποκρίθηκε ο σύγκελλος.
- Με την ευχή σας, δέσποτα, δεν τον είδα, παρά τώρα μόνο.
Τότε ο πατριάρχης λέει στον σύγκελλο.
- Πες του να μη φύγει. Γιατί θέλω να γευματίσω μαζί του.
Και ο σύγκελλος πήγε και το είπε στο γέροντα. Και αυτός αποκρίθηκε.
- Ας γίνει το θέλημα του Θεού.
Μόλις λοιπόν έγινε η απόλυση και ο γέροντας προσκύνησε το άγιο μνήμα, βρέθηκε στο κελλί του.
Και να ο μαθητής του χτυπά την πόρτα και τού λέει.
- Πάτερ, κέλευσον, έλα να μεταλάβεις.
Και ο γέροντας πήγε στο ναό μαζί με τον μαθητή του και μετέλαβε τα άγια μυστήρια.
Ο αρχιεπίσκοπος Πέτρος λυπημένος γιατί δεν τον άκουσε, μετά τη γιορτή στέλνει στο γέροντα γράμματα και στον επίσκοπο της Φαράν, τον αββά Φώτιο, και στους πατέρες του Σινά για να του φέρουν τον αββά. Μόλις λοιπόν έφτασε αυτός που μετέφερε τα γράμματα και τα έδωσε, έστειλε στον πατριάρχη τρεις ιερείς, τον αββά Στέφανο τον Καππαδόκη, τον μέγα, τον αββά Ζώσιμο και τον αββά Δουλκήτιο, τον Ρωμαίο. Απολογήθηκε ο γέροντας με γράμμα του, λέγοντας.
- Αγιώτατέ μου δέσποτα, μη θεωρήσεις πως καταφρόνησα την εντολή του αγίου αγγελιοφόρου σου.
Έγραψε και αυτό.
- Για να ξέρει η μακαριότητά σου, πως μετά έξι μήνες και οι δυο μας πρόκειται να συναντήσουμε τον Δεσπότη μας Χριστό και εκεί θα προσκυνήσουμε.
Φεύγοντας οι ιερείς και φτάνοντας εκεί δίνουν τα γράμματα στον πατριάρχη. Έλεγαν τότε.
- Πολλά χρόνια έχει που δεν βγήκε στην Παλαιστίνη ο γέροντας.
Έδειχναν και τα γράμματα του Φαράν που επιβεβαίωναν αυτά, ότι περίπου 70 χρόνια έχει ο γέροντας να φύγει από το άγιο όρος του Σινά.
Ο θείος όμως και πράος Πέτρος είχε μάρτυρες όλους τους επισκόπους, που παρευρίσκονταν εκεί, καθώς και τον κλήρο, που έλεγαν.
- Εμείς είδαμε τον γέροντα και όλοι τον ασπαστήκαμε με το άγιο φίλημα.
Μετά λοιπόν τη συμπλήρωση των έξι μηνών αναπαύτηκαν ο γέροντας και ο πατριάρχης, σύμφωνα με την προφητεία του γέροντα.
(Πνευματικός Λειμών,Ιωάννου Μόσχου,Φιλοκαλία τομος 2, εκδ. ΕΠΕ, σελ. 247-251)