Ο J. Miller S.J. στη μικρή εργασία του ͘Katholische Beichte und phychotherapie (Innsbruck-Wien 1947, σελ.12) παραθέτει δύο παραδείγματα θεραπείας παραλύσεως κατόπιν της συνειδητοποιήσεως της προσωπικής ενοχής, τα οποία έχει λάβει από το βιβλίο του Ed.Grϋnewald. Flucht in die Krankeit ? Innsbruck 1947. Το πρώτο από αυτά παραθέτουμε με συντομία.
«Μια νεαρή κοπέλα (ηλικίας 25 ετών ) προσήλθε για θεραπεία στο νευρολογικό τμήμα, γιατί έπασχε από παράλυση των κάτω άκρων. Αλλά η νευρολογική εξέταση δεν έδειξε τίποτε το ιδιαίτερο. Ύστερα από την τρίτη συνάντηση με τον ψυχοθεραπευτή, επείσθη να «μιλήσει» και διηγήθηκε την εξής ιστορία της ζωής της. Μετά τον αρραβώνα της με τον εκλεκτό της καρδιάς της, συνέβη να απουσιάσει ο μνηστήρας της για αρκετό καιρό σε μια μακρινή πόλη. Κατά το διάστημα αυτής της απουσίας, η νεαρή κοπέλα δημιούργησε ένα νέο και επομένως «παράνομο» δεσμό. Επρόκειτο για ένα δεσμό με έναν έγγαμο με τον όποιο τελικά άρχισε να συζεί. Στο διάστημα αυτής της παράνομης σχέσεως έλαβε ένα γράμμα από το μνηστήρα της, που την πληροφορούσε ότι πολύ σύντομα θα επέστρεφε για να τελέσουν τους γάμους τους. Με το γράμμα αυτό αισθάνθηκε μια αφόρητη ενοχή και προσπάθησε να διαλύσει την παράνομη σχέση της. Αλλά ο έγγαμος φίλος της αντιδρούσε έτσι ώστε την έπεισε να μείνει κοντά του. Όσο όμως πλησίαζε ο καιρός της επιστροφής του μνηστήρος της, παρέλυε από τη σκέψη ότι θα επέστρεφε ο άνθρωπος αυτός και θα διαπίστωνε την απιστία της και την ηθική της κατωτερότητα.
Ενώ ευρίσκετο υπό το κράτος αυτής της ψυχικής καταστάσεως έπεσε θύμα τροχαίου δυστυχήματος από το όποιο μόλις διεσώθη. Μετεφέρθη στη κλινική και διαπιστώθηκε, ότι δεν μπορούσε να βαδίσει. Όλες οι σχετικές ιατρικές εξετάσεις δεν παρουσίασαν οργανική αιτία της αδυναμίας των κάτω άκρων. Το συμπέρασμα επομένως ήτο φανερό. Επρόκειτο περί ψυχογενούς παραλύσεως, που είχε το νόημα της «φυγής στην αρρώστια» (fluchi in die Krankheit), δηλ. της «φυγής προ της ευθύνης» (Fluchi vor der Verantworung). Η παράλυση χρησιμοποιήθηκε κατά τρόπο μη συνειδητό ως «μέσον προς επίτευξη σκοπού» («Mittel zum Zweck»).
O ψυχοθεραπευτής ανέλυσε στην κοπέλα αυτή την συνάρτηση της σωματικής της παραλύσεως με το ψυχολογικό (ηθικό) της πρόβλημα και εκείνη αντιλήφθηκε, ότι η λύση που έδωσε στο πρόβλημα αυτό ήταν επιφανειακή λύση και ότι με την «ασθένειά» της εψεύδετο σε τρείς ανθρώπους στο μνηστήρα της, το φίλο της και τον εαυτό της. Η συνειδητοποίηση της μη συνειδητής αντιδράσεως της στα αφόρητα αισθήματα ενοχής με την ακινησία των κάτω άκρων την βοήθησε να καταλάβει τι έπρεπε να κάνει για να αποκατασταθεί η υγεία της. Έτσι αφού απεμακρύνθη από το φίλο της, αποφάσισε να εκθέσει όλη την περιπέτειά της στο μνηστήρα της (με τον κίνδυνο να τον χάσει) και να του ζητήσει συγγνώμη για ό, τι έκανε εις βάρος του.
Ύστερα από τη λύση του ηθικού της προβλήματος με το τρόπο αυτό, θεραπεύτηκε σε σύντομο χρονικό διάστημα και εγκατέλειψε την κλινική υγιής».
(Ιωάν. Κορναράκη, Εγχειρίδιο Ποιμαντικής Ψυχολογίας, σελ. 188-189, εκδ. Κυριακίδη)