Ματθ. 6,13 καὶ μὴ εἰσενέγκῃς(1) ἡμᾶς εἰς πειρασμόν(2), ἀλλὰ ῥῦσαι(3) ἡμᾶς ἀπὸ τοῦ πονηροῦ(4). ὅτι(5) σοῦ(6) ἐστιν ἡ βασιλεία(7) καὶ ἡ δύναμις(8) καὶ ἡ δόξα(9) εἰς τοὺς αἰῶνας(10)· ἀμήν.
Ματθ. 6,13 Και μη επιτρέψεις να περιπέσωμεν εις πειρασμόν, αλλά γλύτωσέ μας από τον πονηρόν. Ζητούμεν δε αυτά από Σε, διότι ιδική σου είναι η βασιλεία και η δύναμις και η δόξα στους ατελείωτους αιώνας. Αμήν.
(1) Η κατά γράμμα μετάφραση του αραμαϊκού πρωτοτύπου είναι πιθανώς «και μη ποιήσεις ημάς εισελθείν», όπου το ποιήσεις έχει την έννοια του επιτρέψεις· μην επιτρέψεις να μπούμε· δες Ματθ. κστ 41, Μάρκ. ιδ 38,Λουκ. κβ 40,46. Ο Θεός δεν πειράζει τον άνθρωπο στο κακό (Ιακ. α 13), αλλά η πρόνοιά του επιτρέπει δοκιμασίες σε όλους (Εβρ. δ 15)(S). Η ζωή είναι γεμάτη δοκιμασίες, από τις οποίες όχι όλες είναι πειρασμοί που ωθούν να πράξουμε ό,τι ο Θεός απαγορεύει. Όλες οι δοκιμασίες όμως είναι ευκαιρίες να πράξουμε το κακό, διότι μπορούμε να αντιμετωπίσουμε αυτές με πνεύμα αποστασίας. Παρόλ’ αυτά κάθε είδος δοκιμασίας πρέπει να γίνεται δεκτό ως αναγκαίο μέσο για ενδυνάμωση των χαρακτήρων μας, διότι δεν μπορεί να υπάρξει αρετή χωρίς πειρασμούς προς το κακό (p).
«Παραχωρεί λοιπόν (ο Θεός) πολλές φορές να μας έρθουν οι πειρασμοί ή για κάθαρση των αμαρτιών μας ή για φανέρωσης της ψυχικής μας ανδρείας, όπως δίδαξε η ιστορία του Ιώβ» (Ζ).
(2) «Και ο πειρασμός είναι δύο ειδών, ο μεν έχει ηδονή, ο άλλος οδύνη· και ο μεν πρώτος είναι εκούσιος και γεννά τα πάθη, ενώ ο άλλος ακούσιος και εξοντώνει τα πάθη. Τον μεν εκούσιο λοιπόν πρέπει να τον αποφεύγουμε· τον δε ακούσιο να τον απευχόμαστε μεν λόγω της ασθένειάς μας, όταν όμως έλθει να τον υπομένουμε γενναία, σαν καθαρτήριο» (Μάξιμος). Πειρασμός δεν είναι μόνο «κάθε αγώνας που γίνεται από επίδραση του δαίμονα, που έρχεται σε μας με οποιονδήποτε τρόπο, με τον οποίο δοκιμάζεται η ανδρεία της ψυχής μας» (Ζ), αλλά η λέξη περιλαμβάνει και τις δοκιμασίες με την έννοια που χρησιμοποιείται αυτή στα Ιακ. α 2 και Λουκ. κβ 28. Δες και Α΄ Πέτρ. δ 12.
Επειδή όμως η έκβαση κάθε δοκιμασίας είναι αμφίβολη, για αυτό είναι φυσικό να δειλιάζει κάποιος μπροστά σε αυτήν, έστω και αν γνωρίζει ότι από αυτήν μπορεί να προέλθει ως αγαθό αποτέλεσμα η στήριξη στην πίστη και αρετή. Μακάριοι βεβαίως είναι όσοι υπομένουν τις δοκιμασίες (Ματθ. ε 10), αλλά και ο Κύριος ο ίδιος αναγνώρισε ότι η σάρκα είναι ασθενής (Ματθ. κστ 41)(S).
«Εδώ μάς διδάσκει με σαφήνεια την ασημαντότητά μας και περιορίζει την έπαρσή μας, διδάσκοντας να αποφεύγουμε τους αγώνες και να μην ορμούμε σε αυτούς… Διότι αν μεν συρθούμε σε αυτούς πρέπει να σταθούμε γενναία, αν όμως δεν καλούμαστε σε αυτούς, να ησυχάζουμε και να αναμένουμε τον καιρό των αγώνων, για να δείξουμε και την έλλειψη κενοδοξίας και τη γενναιότητα» (Χ).
«Διατάζει λοιπόν να προσευχόμαστε μεν να μην μπούμε σε πειρασμό, αυτός όμως που φροντίζει τις ψυχές μας, άλλοτε μεν παραχωρεί, άλλοτε πάλι εμποδίζει, και τα δύο για το συμφέρον. Για αυτό, αν δεν έρχονται μεν οι πειρασμοί, πρέπει να τους αποφεύγουμε, όταν όμως έρχονται πρέπει να μαστε ανδρείοι, για να δείξουμε και τη μετριοφροσύνη μας και τη γενναιότητά μας» (Ζ).
(3) Το ρήμα ρύομαι μπορεί να σημαίνει και το διαφυλάσσω, αλλά συνήθως έχει μάλλον την έννοια του απελευθερώνω από κίνδυνο πολύ απειλητικό, αν όχι και από κακό, το οποίο προσέβαλλε ήδη το θύμα του (L).
(4) «Πονηρό εδώ αποκαλεί τον διάβολο, ορίζοντάς μας να έχουμε με αυτόν ανειρήνευτο πόλεμο και δείχνοντας ότι δεν είναι τέτοιος (πονηρός) από τη φύση του. Διότι η πονηρία δεν είναι συστατικό της φύσης αλλά αποτέλεσμα της προαίρεσης. Κατεξοχήν λοιπόν έτσι ονομάζεται εκείνος λόγω της υπερβολικής κακίας και επειδή έχει ανειρήνευτο πόλεμο με μας, παρόλο που δεν τον έχουμε αδικήσει σε τίποτα. Για αυτό δεν είπε· Σώσε μας από τους πονηρούς, αλλά από τον πονηρό, διδάσκοντάς μας να μην δυσαρεστούμαστε καθόλου με τους πλησίον μας για ό,τι κακό μας κάνουν, αλλά από αυτούς να μεταφέρουμε σε εκείνον την έχθρα, επειδή αυτός είναι αίτιος όλων των κακών» (Χ).
«Διότι δεν μας αδικούν εκείνοι, αλλά ο πονηρός» (Θφ).
Το πονηρού είναι αρσενικό ή ουδέτερο; Στην ελληνική μπορούμε να το πάρουμε είτε ως αρσενικό είτε ως ουδέτερο. Έτσι με έννοια ουδετέρου συναντιέται στα Λουκ. στ 45,Ρωμ. ιβ 9· σημαίνει όμως από την άλλη και το σατανά στα Ματθ. ιγ 19,38,Α Ιω. β 13,14,γ 12,ε 18. Εδώ το «α λ λ ά» ρυσαι…, υπονοεί, ότι το πονηρού είναι αρσενικό. Εάν γενικώς σημαινόταν το πονηρό, θα ανέμενε κάποιος αντί για το αλλά το «και». Οι γνώμες των Ελλήνων Πατέρων, οι οποίες για τέτοιο ζήτημα έχουν μεγάλη βαρύτητα, και των παλαιοτέρων λατίνων Πατέρων καθώς και οι μαρτυρίες των διαφόρων λειτουργιών, ευνοούν ισχυρά, ότι το πονηρού είναι αρσενικό (p).
(5) Η δοξολογία δεν υπάρχει στυς κώδικες σιναϊτικό, βατικανό, τον κώδικα του Βέζα και τον κώδικα Ζ που χρονολογείται από τον Ε΄ αιώνα, καθώς και σε κάποιους από τους μικρογράμματους, ενώ σε κάποια αντίγραφα βρίσκεται το σχόλιο «το ότι σου εστί κλπ. δεν βρίσκεται σε κάποια (αντίγραφα) μέχρι το αμήν». Ομοίως δεν αναφέρουν αυτήν οι Ωριγένης, Κύριλλος Ιεροσολύμων, Γρηγόριος Νύσσης και κάποιοι άλλοι, ενώ ο Ζιγαβηνός στον θριαμβευτικό κατά Μασσαλιανών αναθεματισμό 7 λέει «το επιφώνημα που προστέθηκε στο τέλος από τους θείους φωστήρες και καθηγητές της εκκλησίας για δόξα της ομοούσιας Τριάδας, το ότι σου εστί κλπ., ούτε να το ακούσουν δεν ανέχονται (οι Μασσαλιανοί)»· από τους λατίνους δεν αναφέρουν αυτήν οι Τερτυλλιανός, Κυπριανός, Ιερώνυμος, Αυγουστίνος.
Από αυτά γεννήθηκαν εύλογες υπόνοιες, ότι είναι λειτουργική προσθήκη που έγινε από αρχαιοτάτων χρόνων και για αυτό υπάρχει και σε αυτήν την συριακή μετάφραση (δ). Επίσης είναι αξιοσημείωτο, ότι στη Διδαχή (VIII) βρίσκεται η δοξολογία με την εξής μορφή· Ότι σου εστίν η δύναμις και η δόξα εις τους αιώνας, οπότε αποσιωπείται η λέξη βασιλεία, ίσως διότι στο δεύτερο αίτημα ζητείται να έλθει η βασιλεία και συνεπώς θεωρήθηκε περιττή η αναφορά της ξανά.
Ο Klein τονίζει το γεγονός, ότι θα ήταν αντίθετο με το αίσθημα και τις ιδέες των Ιουδαίων να τελειώσει η προσευχή με τη λέξη «του πονηρού». Εφόσον λοιπόν η όλη προσευχή έχει συνταχθεί κατά το αναγνωρισμένο ιουδαϊκό σχήμα (πρώτον ύμνος του Θεού, έπειτα αιτήματα, που ακολουθούνται από δοξολογία), είναι φυσικό να υποθέσουμε ότι εξαρχής υπήρχε η πρόθεση να επακολουθεί της προσευχής και δοξολογία. Εφόσον λοιπόν η δοξολογία αυτή είναι δανεισμένη από το Α΄ Παραλ. κθ 11 ο Klein φρονεί, ότι η δοξολογία μπορεί να ανάγεται στον ίδιο τον Κύριο (S).
(6) «Εννοείται να εκπληρωθούν αυτά που προσευχηθήκαμε, διότι εσύ είσαι βασιλιάς μας και δυνατός σε όλα και δοξασμένος πάντοτε» (Ζ). «Αφού μας προκάλεσε αγωνία με την ανάμνηση του εχθρού και αφού έκοψε από τη ρίζα της όλη τη ραθυμία μας, πάλι δίνει θάρρος και ανυψώνει τα φρονήματα, θυμίζοντας τον βασιλιά, του οποίου είμαστε υπήκοοι και δείχνοντας ότι αυτός είναι δυνατότερος από όλους» (Χ).
(7) «Επομένως, αν είναι δική του η βασιλεία, κανείς δεν πρέπει να φοβάται, επειδή κανείς δεν υπάρχει που να του αντιστέκεται και να μοιράζεται την εξουσία μαζί του» (Χ).
(8) «Επομένως και αν άπειρες φορές είσαι αδύνατος, θα είχες δίκιο να έχεις θάρρος, έχοντας τέτοιο βασιλιά, που μπορεί εύκολα να κατορθώνει τα πάντα ακόμη και διαμέσου σου» (Χ).
(9) «Αλλά μπορεί να σε κάνει και ένδοξο και λαμπρό. Διότι όπως η δύναμή του είναι πολλή, έτσι και η δόξα του ανείπωτη» (Χ).
(10) «Πάντοτε. Διότι αυτό δηλώνει η φράση εις τους αιώνας» (Ζ). Έως ότου θα υπάρχουν χρόνοι, όπου ο πληθυντικός σημαίνει τις επι μέρους εποχές, από τις οποίες συνίσταται η αιωνιότητα (g).
ΣΥΝΤΜΗΣΕΙΣ ΟΝΟΜΑΤΩΝ
(Πατέρες Εκκλησίας & Εκκλησιαστικοί συγγραφείς)
Α = Αθανάσιος ο Μέγας Ζ = Ζιγαβηνός Ευθύμιος
Απ = Απολλινάριος Θφ = Θεοφύλακτος Βουλγαρίας
Αυ = Αυγουστίνος Ιε = Ιερώνυμος
Β = Βασίλειος ο Μέγας Κ = Κύριλλος Αλεξανδρείας
Γ = Γρηγόριος Ναζιανζηνός Χ = Χρυσόστομος Ιωάννης
Γν = Γρηγόριος Νύσσης Ω = Ωριγένης
Δ = Δαμασκηνός Ιωάννης DB=Dict. Of the Bible,Hastings
Ε = Ευσέβιος Καισαρείας
(Σύγχρονοι Θεολόγοι ερμηνευτές)
The New-Century Bible, St Matthew Edited by G.H. Box on the basis of the earlier edition by Prof W.F. Slater, Edirburgh 1922 (σηειώνεται με το S)
M.J. Lagrange. Evangile selon s. Matthieu, Deuxieme edition Paris 1923 (σημειώνεται με το L.)
Alf. Plummer. An exegetical commentary on the Gospel according to S. Matthew, London 1911 (σημειωνεται με το p.)
W. Allen A critical and exegetical Commentary on the Gospel according to S. Matthew Third edition 1922 (σημειώνεται με το a).
A. Commentary critical, expository and practical κ.λ.π by I. Owen, New York 1864 (σημειώνεται με το ο).
L. Cl. Fillion La sainte Bible commentee VII (σημειώνεται με το F).
J.A. Bengel Gnomon of the N.T. Testament translated by I. Bryce. Τόμ. Α (σημειώνεται με το b).
C.L. W. Grimm Lexicon Graeco-Latinum in libros N. Lipsiae 1903. (σημειώνεται με το g).
Ν. Δαμαλά Ερμηνεία εις την Κ.Δ. τόμ. Β και Γ. Αθηναι 1892. (σημειώνεται με το δ)
(Π.Ν. Τρεμπέλα. Υπόμνημα εις το κατά Ματθαίον. εκδ. ο Σωτήρ, μετάφραση στα νέα εληνικά. π. Νικόλαος Πουλάδας)