Λουκ. 4,1 (1)Ἰησοῦς δὲ πλήρης Πνεύματος Ἁγίου(2) ὑπέστρεψεν ἀπὸ τοῦ Ἰορδάνου(3), καὶ ἤγετο(4) ἐν τῷ Πνεύματι εἰς τὴν ἔρημον(5)
Λουκ. 4,1 Ο δε Ιησούς, γεμάτος από Αγιον Πνεύμα, επέστρεψε από τον Ιορδάνην και ωδηγείτο με την παρακίνησιν του Αγίου Πνεύματος εις την έρημον.
(1) Συχνά παρουσίασαν τον πειρασμό του Κυρίου ως επανάληψη του πειρασμού του πρωτοπλάστου και τη νίκη του, ως το αντίρροπο και την επανόρθωση της πτώσης του Αδάμ. Αλλά ο πειρασμός του πρώτου ανθρώπου αναφερόταν στην ικανοποίηση των φυσικών ανθρώπινων ενστίκτων, σωματικών και ψυχικών. Ο Ιησούς είχε ήδη γνωρίσει και το είδος αυτό του πειρασμού. Διότι, είχε και αυτός όλα τα νόμια και αδιάβλητα (=ανένοχα) ένστικτα της ανθρώπινης φύσης.
Και στο πεδίο αυτό των φυσικών απολαύσεων, όπου ο Αδάμ ηττήθηκε από τα πρώτα του βήματα, ο Ιησούς είχε ήδη παραμείνει αήττητος, θυσιάζοντας από την αρχή της ανθρώπινης ζωής του σε κάθε στιγμή και αυτές τις αθώες απολαύσεις στο βωμό του καθήκοντος. Δες Λουκ. β 51-52. Με το βάπτισμα εισάγεται ο Ιησούς σε πεδίο ζωής και δράσης ανώτερης και η δοκιμασία, στην οποία ήδη υποβάλλεται, είναι δοκιμασία του αρχηγού της νέας ανθρωπότητας και από αυτήν αρχίζει ο πραγματικός μεσσιακός αγώνας (g).
(2) «Εδώ πρόσεχε, σε παρακαλώ, τη φύση του ανθρώπου, η οποία με απαρχή το Χριστό χρίεται με τη χάρη του αγίου Πνεύματος και στεφανώνεται με τις ανώτατες τιμές… Ο μεταξύ μας πρωτότοκος, όταν ήρθε ανάμεσα στους πολλούς αδελφούς… δέχεται πρώτος το Πνεύμα, αν και είναι αυτός ο ίδιος χορηγός του Πνεύματος, για να έρθει και σε εμάς μέσω αυτού το αξίωμα και η χάρη της κοινωνίας με το άγιο Πνεύμα… Και μεταθέτοντας τη δική μας πτωχεία στον εαυτό του, αγιάζεται μαζί μας, μολονότι ο ίδιος αγιάζει ολόκληρη την κτίση… με το να γίνει όμοιος με μας σε κάθε τι, εκτός μόνο από την αμαρτία» (Κ).
«Πρέπει βεβαίως να ξέρουμε, ότι η ανθρώπινη φύση του Σωτήρα, είχε σαν διδάσκαλο το Πνεύμα το άγιο, όχι επειδή δεν αρκούσε η θεία φύση που ήταν ενωμένη με αυτόν, αλλά όπως ακριβώς με την ευαρέσκεια του πατέρα έγινε άνθρωπος, έτσι και με τη συνεργασία του Αγίου Πνεύματος τελειοποιούνταν, για να δειχτεί ότι έχουν την ίδια φύση και συνεργάζονται μεταξύ τους (τα πρόσωπα της αγίας Τριάδος)» (Ζ).
Η φράση «πλήρης Πνεύματος» δηλώνει το πραγματικό της δωρεάς που έγινε στον Ιησού στο βάπτισμα (g).
(3) Το «από του Ιορδάνου» συνδέει την ακόλουθη αφήγηση με αυτήν του βαπτίσματος, το οποίο αποδεικνύει ότι η γενεαλογία αποτελεί ένα είδος παρεμβολής και παρέκβασης (g). Στον Ιορδάνη πριν από λίγο είχε ακούσει τη φωνή του Πατέρα, να βεβαιώνει αυτόν και τον Ιωάννη, ότι ήταν ο αγαπητός του υιός. Όταν έχουμε ενισχυτικές επικοινωνίες με το Θεό και εμφανείς εκδηλώσεις της εύνοιάς του προς εμάς, ας αναμένουμε τότε και ότι ο σατανάς θα πέσει πάνω μας. Το πλοίο που κουβαλά πλούσιο φορτίο γίνεται στόχος των πειρατών. Ο Θεός άλλωστε θα επιτρέψει αυτό, έτσι ώστε η δύναμη της χάρης του να γίνει πιο φανερή και περισσότερο μεγάλη.
(4) Ο παρατατικός δηλώνει πράξη που συνεχίζεται=βαδίζοντας εδώ και εκεί ο Κύριος βρισκόταν υπό την επίδραση και ώθηση του Αγίου Πνεύματος (p). «Περνούσε το χρόνο του και τη ζωή του… Ζούσε λοιπόν στην έρημο πνευματικά» (Σχ.).
(5) Η γραφή «εις την έρημον» παρουσιάζει την προς την έρημο κίνηση του Ιησού ως τον σκοπό της εσωτερικής ώθησης του Πνεύματος. Η γραφή των αλεξανδρινών χειρογράφων «εν τη ερήμω» παρουσιάζει την εσωτερική αυτή ώθηση ότι έγινε την ώρα που ο Κύριος βρισκόταν στην έρημο (g).
Εις την έρημον=δηλώνει την κίνηση προς κάποιο τόπο· η έρημος ήταν το τέρμα, στο οποίο επρόκειτο να περάσει αυτό το διάστημα ο Κύριος (δ). Κάποια παράδοση όχι παλαιότερη από τον ΙΒ΄αιώνα τοποθετεί την έρημο αυτήν κοντά στην Ιεριχώ. Κάποια περιοχή πιο μακρινή προς βορρά είναι πιθανότερος τόπος (p).
Λουκ. 4,2 ἡμέρας τεσσαράκοντα(1) πειραζόμενος(2) ὑπὸ τοῦ διαβόλου, καὶ οὐκ ἔφαγεν οὐδὲν(3) ἐν ταῖς ἡμέραις ἐκείναις· καὶ συντελεσθεισῶν(4) αὐτῶν ὕστερον ἐπείνασε(5).
Λουκ. 4,2 εις την οποίαν σαράντα ημέρας επειράζετο από τον διάβολον. Και δεν έφαγε τίποτε τας ημέρας εκείνας. Και αφού ετελείωσαν αυταί, έπειτα επείνασε.
(1) Σύμφωνα μεν με τη γραφή «εις την έρημον» το «ημέρας τεσσαράκοντα» πρέπει να αποδοθεί στο «πειραζόμενος»= για σαράντα ημέρες πειραζόταν· σύμφωνα όμως με τη γραφή «εν τη ερήμω» πρέπει να αποδοθεί στο «ήγετο(οδηγούνταν)», οπότε ορίζει το διάστημα που διήρκεσε η παραμονή του Κυρίου στην έρημο. Και με τις δύο όμως γραφές, το «πειραζόμενος» φανερώνει τη διαρκή κατάσταση, στην οποία βρισκόταν ο Ιησούς σε όλες τις 40 ημέρες (δ).
(2) «Να λοιπόν βρέθηκε ανάμεσα σε αυτούς που αθλούνται αυτός που είναι αθλοθέτης ως Θεός, ανάμεσα σε αυτούς που στεφανώνονται αυτός που στεφανώνει τα κεφάλια των αγίων» (Κ). Δεν πειραζόταν με εσωτερικές κλίσεις και υποβολές. Διότι ο άρχοντας αυτού του κόσμου «δεν είχε τίποτα» στο Χριστό, με το οποίο να προσβάλλει τον Κύριο εσωτερικά. Πείραζε αυτόν με τελείως εξωτερικές παρορμήσεις, ίσως και με μορφή φιδιού, όπως άλλοτε πείραξε τον πρωτόπλαστο.
Όταν πείνασε ο Κύριος, τότε ήλθε προς αυτόν πλησιέστερα ο σατανάς. Πιθανώς ο Κύριος άρχισε τότε να παρατηρεί τα τριγύρω δέντρα, αναζητώντας σε αυτά κάποιο καρπό φαγώσιμο, οπότε ο διάβολος βρήκε την ευκαιρία να προβεί στις προς αυτόν προτάσεις και παρορμήσεις.
(3) «Νήστεψε λοιπόν ο Κύριος και δεν έλαβε καμία απολύτως τροφή για τις ανάγκες του σώματος. Όχι επειδή ο ίδιος είχε ανάγκη από νηστεία, αλλά δίδοντας σε μας τύπο και υπογραμμό αυτά που έκανε ο ίδιος, και παρουσιάζοντάς μας εικόνα της εξαιρετικής και αξιοθαύμαστης σε μας ζωής» (Κ).
Όχι μόνο τα παραδείγματα του Μωϋσή και Ηλία θα μπορούσε κάποιος να προβάλλει για απόδειξη του δυνατού μιας νηστείας τόσο πολύ παρατεταμένης, αλλά και περιπτώσεις πρόσφατες απέδειξαν ότι ο ανθρώπινος οργανισμός μπορεί να αντέξει σε μία τόσο μακρά αποχή (g).
Όπως με την αποχώρηση στην έρημο δειχνόταν αδιάφορος προς τον κόσμο, έτσι με την σαρανταήμερη νηστεία του δειχνόταν τελείως αδιάφορος προς το σώμα. Και ο σατανάς δεν μπορεί εύκολα να νικήσει εκείνους, οι οποίοι λύθηκαν από τα δεσμά του κόσμου και της σάρκας. Όσο λιγότερο διατηρούμαστε κάτω από την επήρεια της σάρκας, τόσο λιγότερα πλεονεκτήματα έχει εναντίον μας ο σατανάς.
(4) Η σαρανταήμερη νηστεία του Ιησού φαίνεται σύμφωνα με τον Λουκά ότι υπήρξε συνέπεια της βαθειάς περισυλλογής και προσήλωσης, στην οποία ο Κύριος είχε βυθιστεί και απορροφηθεί. Οι 40 αυτές ημέρες πέρασαν σαν μία ώρα και δεν αισθάνθηκε σε αυτές το κεντρί της πείνας. Ακριβώς αυτό δείχνεται με την αντίθεση που εκφράζουν οι λέξεις «και όταν τελείωσαν αυτές πείνασε» (g).
(5) «Πείνασε μολονότι αυτός δίνει τροφή στους πεινασμένους, και ο ίδιος είναι ο άρτος που κατέβηκε από τον ουρανό και δίνει ζωή στον κόσμο, ο δημιουργός των όλων. Επειδή όμως έπρεπε πάλι, χωρίς να ατιμάσει τη δική μας πτωχεία, να μην απομακρυνθεί μια για πάντα από τα μέτρα της ανθρώπινης φύσης, επέτρεψε στη φύση της σάρκας να ζητήσει τα δικά της· με αυτήν την έννοια λέμε ότι αυτός πείνασε» (Κ).
Λουκ. 4,3 καὶ εἶπεν αὐτῷ ὁ διάβολος(1)· εἰ υἱὸς εἶ τοῦ Θεοῦ(2), εἰπὲ τῷ λίθῳ τούτῳ(3) ἵνα γένηται ἄρτος.
Λουκ. 4,3 Και είπεν εις αυτόν ο διάβολος· “εάν είσαι Υιός του Θεού (όπως είπεν η φωνή που ηκούσθη στον Ιορδάνην, και έχεις δύναμιν από τον Θεόν) ειπέ στον λίθον αυτόν να γίνη άρτος”.
(1) «Πλησιάζει ο σατανάς πειράζοντάς τον, νομίζοντας ότι θα είχε κατά κάποιο τρόπο ως συνεργάτη της κακοτροπιάς του το πάθος της πείνας. Γιατί πολλές φορές μάς νικά, έχοντας ως βοήθεια των σκέψεών του, δηλαδή των επιχειρημάτων του, τις δικές μας αδυναμίες» (Κ).
(2) Αξιολογότατη η παρατήρηση: «Άκουσε (ο σατανάς) και από τον Ιωάννη και από τη φωνή που ήρθε από τον ουρανό, ότι αυτός είναι υιός του Θεού και επειδή αγνοούσε, ότι ο υιός του Θεού έγινε άνθρωπος -διότι ήταν κρυμμένη από αυτόν η απόρρητη ενανθρώπηση- θεώρησε ότι όντας άνθρωπος (ο Χριστός), ευαρέστησε το Θεό λόγω των αρετών του, και για αυτό τον φθόνησε για την τόσο μεγάλη τιμή, όπως ακριβώς και τον παλαιό Αδάμ, και έσπευσε όπως ακριβώς εκείνον, έτσι και αυτόν να τον βγάλει από αυτήν την τιμή… Και για να μην καταλάβει την πονηρία ο Χριστός, δες την πανουργία του και την υπερβολική πονηρία· Δεν είπε απλώς: κάνε τις πέτρες ψωμιά, αλλά πρόσταξε: αν είσαι γιος του Θεού, για να δείξει ότι ζητά να γίνει αυτό για απόδειξη ότι είναι γιος του Θεού· διότι νόμιζε ότι θα τον προκαλέσει με το λόγο, σαν να κοροϊδεύτηκε ότι δεν είναι υιός Θεού» (Ω).
Η υποβολή φαίνεται να είναι, ότι πρέπει να ενεργήσει το θαύμα, για να αποδείξει την αλήθεια της πρόσφατης διακήρυξης του Θεού και ότι μπορεί να αμφιβάλλει για τη σχέση του με το Θεό, εάν ο Θεός δεν συνεργήσει στο θαύμα (p). Ο διάβολος ελπίζει να διεγείρει τη ματαιοδοξία του Ιησού και με την αμφισβήτηση της δύναμής του περιμένει ότι ο Ιησούς θα σπεύσει με ελαφρότητα να επιδείξει αυτήν (L).
Αξιοσημείωτη και η επόμενη: Ο σατανάς ήθελε με ευκαιρία την πείνα από την οποία πιεζόταν ο Ιησούς, να τον εξωθήσει να απομακρυνθεί από την οδό της ταπείνωσης, την οποία έως τότε βάδιζε, και να προβεί σε αυθαίρετη χρήση της υπερφυσικής δύναμης, την οποία ο Πατέρας του τού εμπιστεύθηκε για εγκαθίδρυση της βασιλείας του Θεού (g).
Ο σατανάς επικαλείται την όρεξη από την πείνα στον πρώτο πειρασμό. Με τέτοιες ορέξεις και επιθυμίες ο πειρασμός προσβάλλει ισχυρά τη νεότητα. Έχουμε μέσα μας κάποιες ορέξεις και επιθυμίες, οι οποίες από μόνες τους δεν είναι αμαρτωλές, αλλά τελείως αντιθέτως φυτεύτηκαν μέσα μας από το Δημιουργό για σκοπούς θεάρεστους. Αλλά ο σατανάς έρχεται και ζητά να πείσει το νέο να ικανοποιήσει αυτές με τρόπο αμαρτωλό. Για να μάθεις τον τρόπο να αντιστέκεσαι σε τέτοιες εφόδους, δες εδώ, πώς αντιμετώπισε το σατανά ο Κύριος, όταν αυτός τον καλούσε να ικανοποιήσει την πείνα του κατά τρόπο απαγορευμένο. Του είπε, «είναι γραμμένο εις την Αγίαν Γραφή, ότι δεν θα ζήση ο άνθρωπος μόνον με άρτον, αλλά και με κάθε λόγον, που βγαίνει από το στόμα του Θεού».
Δηλαδή η ζωή και η ευτυχία της δεν συνίσταται στο να τρώει κάποιος και να πίνει και να απολαμβάνει· η ζωή δεν είναι ικανοποίηση του σώματος με οποιοδήποτε τρόπο, αλλά οφείλει να διανύεται με υπακοή της ψυχής προς τον Θεό. Η ικανοποίηση της πείνας δεν ανήκει στην υψηλότερη και ευγενέστερή μας φύση και είναι δυνατόν, εάν δεν συνοδεύεται από την αυτοκυριαρχία, να υποτάξει την ευγενέστερή μας φύση. Η αυτοκυριαρχία και η συγκράτηση της ορμής που δημιουργεί η πείνα καταριθμείται στην αυταπάρνηση.
Δεν πρέπει επίσης να λησμονούμε, ότι η εγκράτεια σε κάποιο είδος απόλαυσης, ακολουθείται από την απόλαυση άλλου είδους τέρψης, της τέρψης και απόλαυσης, την οποία γεννά η εσωτερική πληροφορία, ότι ο Θεός αόρατα μας επιδοκιμάζει και ότι βρισκόμαστε σε ειρήνη μαζί του. Εκείνος ο οποίος ουδέποτε αρνήθηκε τις κατώτερες ορέξεις του, ουδέποτε δοκίμασε τα θέλγητρα αυτά των πνευματικών απολαύσεων και της πνευματικής ζωής της αυταπάρνησης.
(3) Ο διάβολος δείχνει συγκεκριμένη πέτρα. Δεν ζητά ανατροπή της φύσης, αλλά μόνο κάποιο μικρό θαύμα που επιβάλλεται από την περίσταση (L).
«Επειδή δεν υπήρχε καθόλου κάτι φαγώσιμο λόγω της μεγάλης ερημιάς, και ήξερε ότι για την πείνα είναι κατάλληλο το ψωμί, ο ίδιος μεν δεν το προσφέρει, διότι δεν επρόκειτο ο Χριστός να το πάρει από τον εχθρό του, αλλά διατάσσει αυτόν να κάνει ψωμιά τις πέτρες που του έδειχνε» (Ω).
Λουκ. 4,4 καὶ ἀπεκρίθη ὁ Ἰησοῦς πρὸς αὐτὸν λέγων(1)· γέγραπται(2) ὅτι οὐκ ἐπ᾿ ἄρτῳ μόνῳ(3) ζήσεται ἄνθρωπος(4), ἀλλ᾿ ἐπὶ παντὶ ῥήματι ἐκπορευομένῳ διὰ στόματος Θεοῦ(5).
Λουκ. 4,4 Και απεκρίθη ο Ιησούς προς αυτόν και είπεν· “είναι γραμμένο εις την Αγίαν Γραφή, ότι δεν θα ζήση ο άνθρωπος μόνον με άρτον, αλλά και με κάθε λόγον, που βγαίνει από το στόμα του Θεού. Εάν ο Θεός δώση διαταγήν, ημπορεί να ζήση ο άνθρωπος και χωρίς άρτον”.
(1) Κάποια χειρόγραφα παραλείπουν το: λέγων. Αξιόλογη η παρατήρηση:
«Δεν έκανε το θαύμα που του ζητήθηκε, διότι τα θαύματα συνηθίζεται να γίνονται για ωφέλεια αυτών που τα βλέπουν, ο διάβολος όμως δεν επρόκειτο σε τίποτα να ωφεληθεί από αυτό. Διότι και ύστερα, αν και είδε όλα όσα έκανε ο Χριστός, δεν μεταβλήθηκε καθόλου» (Ω).
Θαύματα θα ενεργούσε για να στηρίξει τους μαθητές του στην πίστη. Συνεπώς δεν υπήρχε λόγος να ενεργήσει θαύμα για τον σατανά, ο οποίος για κανένα λόγο δεν θα πίστευε επιστρέφοντας στο Θεό. Τα θαύματά του ακόμη θα τα ενεργούσε για επιβεβαίωση της διδασκαλίας του, και για αυτό και δεν ενήργησε θαύματα μέχρι την εποχή, κατά την οποία άρχισε να κηρύττει.
Αλλά ούτε θα ενεργούσε κάποιο θαύμα για τον εαυτό του και για εξυπηρέτηση των σωματικών αναγκών του, δείχνοντας μάλιστα ανυπομονησία στην πείνα του και έλλειψη αυτοκυριαρχίας. Ο Κύριος δεν άρεσε ποτέ στον εαυτό του. Εφόσον λοιπόν εξομοιώθηκε σε όλα με τους αδελφούς του, έπρεπε σε αυτόν, όπως τα άλλα τέκνα του Θεού, έτσι και αυτός να εξαρτάται εξ’ ολοκλήρου από τη θεία πρόνοια και να ελπίζει σε αυτήν με κάθε πεποίθηση.
(2) Αποκρούει αυτόν με τη Γραφή. Ο λόγος του Θεού είναι το μαχαίρι μας και η πίστη στο λόγο αυτόν είναι η ασπίδα μας. Οφείλουμε λοιπόν να γίνουμε «δυνατοί στις γραφές» και γνωρίζοντας τι έχει γραφτεί σε αυτές να προχωρούμε με ασφάλεια και δύναμη στον πνευματικό μας αγώνα.
(3) «Απαντά στον κρυφό του σκοπό και από τη γραφή του βιβλίου του Δευταρονομίου τον αποστομώνει σαν να λέει… Υπάρχει και άλλος τρόπος τροφής. Διότι και κάθε λόγος που βγαίνει από το στόμα του Θεού στον πεινασμένο σαν άλλη τροφή συγκρατεί τη ζωή του και του αρκεί» (Ω).
Ο Χριστός «ούτε μετέβαλε» την πέτρα σε ψωμί, «ούτε όμως είπε ότι δεν μπορεί να κάνει αυτό… αλλά το απορρίπτει ως ενοχλητικό και περιττό λέγοντας· Δεν θα ζήσει μόνο με ψωμί ο άνθρωπος… Αν λοιπόν είναι δυνατόν χωρίς ψωμί να ζήσω, γιατί να κάνω την πέτρα ψωμί; Ούτε λοιπόν λέει, Δεν μπορώ, για να μην αρνηθεί τη δύναμή του· ούτε, ότι μπορώ» (Κ).
(4) «Πρόσεξε, ότι τα λέει αυτά σύμφωνα με την ανθρώπινη φύση του, όχι βεβαίως ως Θεός που ήταν. Διότι σαν να επρόκειτο για άνθρωπο απαντά και λέει· έχει γραφτεί ότι δεν θα ζήσει μόνο με ψωμί ο άνθρωπος, από όπου είναι φανερό, ότι ως άνθρωπος πειράζεται» (Ω).
«Και πρόσεχε, σε παρακαλώ, ότι η ανθρώπινη φύση με το Χριστό αποβάλλει τις δικαιολογίες της ακράτειας του Αδάμ. Με την τροφή του Αδάμ νικηθήκαμε, με την εγκράτεια του Χριστού νικήσαμε» (Κ).
(5) Ολόκληρη η φράση «ἀλλ᾿ ἐπὶ παντὶ… στόματος Θεοῦ» παραλείπεται από τα αλεξανδρινά χειρόγραφα. Η έννοιά της: «Εάν ο Θεός δώσει δύναμη στον άνθρωπο, μπορεί να μη φάει και να ζει όπως ο Μωϋσής και ο Ηλίας, οι οποίοι με το λόγο του Θεού έζησαν άσιτοι σαράντα ημέρες» (Κ). Με την άρνηση αυτή ο Ιησούς εκδηλώνει την απόφαση, σε όλη τη μεσσιακή σταδιοδρομία του να εμπιστεύεται τον εαυτό του στον Πατέρα του για την ικανοποίηση των επίγειων αναγκών του. Κάθε ημέρα θα του ζητά και θα αναμένει από αυτόν, σαν ένας από εμάς, τον καθημερινό άρτο. Θα υπομένει την πείνα, τη δίψα, τη στέρηση ρούχων, αναθέτοντας όλη τη μέριμνά του στο Θεό (g).
Πώς έζησε ο Χριστός τις 40 ημέρες που πέρασαν; Όχι με άρτο, αλλά με λόγο Θεού· με τη μελέτη του λόγου του Θεού, με την επικοινωνία με το Θεό δια μέσου του λόγου του. Και με τον ίδιο τρόπο ήταν δυνατόν να ζήσει και περισσότερο χρόνο, παρόλο που ήδη άρχισε να πεινά. Ο Θεός έχει πολλούς τρόπους προμήθειας των χρήσιμων και αναγκαίων στο λαό του, και για αυτό σε καμία περίπτωση δεν επιτρέπεται να κλονίζεται η πίστη και εμπιστοσύνη μας σε αυτόν.
Λουκ. 4,5 (1)Καὶ ἀναγαγὼν αὐτὸν ὁ διάβολος εἰς ὄρος ὑψηλὸν(2) ἔδειξεν αὐτῷ πάσας τὰς βασιλείας τῆς οἰκουμένης(3) ἐν στιγμῇ χρόνου(4),
Λουκ. 4,5 Και αφού τον ανέβασεν ο διάβολος εις όρος υψηλόν, του έδειξεν εις στιγμήν χρόνου πανοραματικώς όλας τας βασιλείας του κόσμου, την δύναμίν των, τα πλούτη των την μεγαλοπρέπειάν των.
(1) Ο πειρασμός αυτός είναι ο τρίτος στο Ματθαίο. Ή ο Λουκάς προτιμά την απλοποίηση και για αυτό τον περασμό που απαιτούσε μεγαλύτερη μετακίνηση του Κυρίου, τον άφησε τελευταίο, βάζοντας ως δεύτερο τον πειρασμό, ο οποίος στον τόπο όπου βρισκόταν τότε ο Κύριος μπορούσε εύκολα να εκτυλιχτεί (L).
Ή, πιο σωστά, πιθανώς κανείς από τους ευαγγελιστές δεν είχε την πρόθεση να αφηγηθεί τους πειρασμούς με χρονολογική σειρά. Οι πειρασμοί μπορούσαν να έρχονται αναμεμιγμένοι μεταξύ τους (p).
(2) Τα αλεξανδρινά χειρόγραφα παραλείπουν τη φράση «εις όρος υψηλόν». Το λεγόμενο Σαραντάριον όρος δυτικά της Ιεριχούς, όπου από τη μεταγενέστερη παράδοση τοποθετείται η αποχώρηση του Ιησού με νηστεία, είναι μέρος κατάλληλο. Κυριαρχεί από εκεί το μάτι πάνω σε όλη την πεδιάδα του Ιορδάνη και η θέα απλώνεται προς δυτικά μέχρι το όρος των Ελαιών (L).
(3) Λέξη που προτιμά ο Λουκάς (β 1, κα 26, Πράξ. ια 28,ιζ 6,31,ιθ 27,κδ 5). Αλλού στην Κ.Δ. τη συναντούμε μόνο 6 φορές. Με αυτήν περιγράφεται ο κόσμος ως τόπος που κατοικείται και κυβερνιέται, «ο πολιτισμένος κόσμος». Για τον Έλληνα μπορούσε να σημαίνει τον ελληνικό κόσμο σε αντίθεση με τις βαρβαρικές χώρες (Ηροδ. IV,110.4) (p). Εδώ εννοείται όχι μόνο ο ρωμαϊκός κόσμος όπως στο Λουκ. β 1, αλλά όλη η κατοικουμένη γη (L).
(4) Αιφνίδια παρουσίαση αυτών, το οποίο έκανε τον πειρασμό ισχυρότατο (b). Η αιφνίδια εμφάνιση της εκθαμβωτικής αλλά και απατηλής λαμπρότητας του κόσμου ήταν ικανή να αιχμαλωτίσει κάθε αστήρικτη διάνοια, πριν ακόμη προφθάσει αυτή να πάρει τα μέτρα της εναντίον του κινδύνου, στον οποίο εκτιθόταν (ο). Δεν έγινε αυτό με τη φυσική οδό, αλλά ήταν οπτασία, διότι όλα αυτά σε μία στιγμή ξετυλίχτηκαν ως πανόραμα μπροστά στο Σωτήρα (δ).
Λουκ. 4,6 καὶ εἶπεν αὐτῷ ὁ διάβολος· σοὶ δώσω τὴν ἐξουσίαν ταύτην ἅπασαν καὶ τὴν δόξαν αὐτῶν, ὅτι ἐμοὶ παραδέδοται(1), καὶ ᾧ ἐὰν θέλω(2) δίδωμι αὐτήν.
Λουκ. 4,6 Και είπεν εις αυτόν ο διάβολος· “θα δώσω εις σε όλην αυτήν την εξουσίαν επάνω εις τα κράτη και όλην την δόξαν των. Θα σου τα δώσω, διότι έχουν παραδοθή και υποταχθή, εξ αιτίας των αμαρτιών των, εις εμέ και εγώ τα δίδω εις όποιον θέλω.
(1) Ή, η βεβαίωση αυτή δεν είναι εξ’ ολοκλήρου ψευδής. Ο σατανάς είχε μεγάλη εξουσία και δύναμη πριν την πτώση του και το μέρος της δύναμης, το οποίο του απέμεινε μετά την πτώση του, το χρησιμοποιεί στο κακό. Ο πειραστής παρόλ’ αυτά ομολογεί, ότι δεν είναι αυτός ο ιδρυτής ή δημιουργός των βασιλειών αυτών (b).
Ή, πιο σωστά, αυτά παραδόθηκαν σε αυτόν από την αμαρτία του ανθρώπου. Ο σατανάς είναι ο άρχοντας των απίστων και αμαρτωλών, αλλά αναμιγνύει την αλήθεια με ψέμμα, όταν αξιώνει, ότι έχει εξουσία πάνω σε όλη την υλική δόξα του κόσμου. Δες Εφεσ. β 2,Β΄Κορ. δ 4,Αποκ. ιγ 2 (p).
«Τα βασίλεια λέει των κοσμικών ανθρώπων, με ποιο τρόπο δηλαδή άλλοι μεν βασιλεύονται από την πορνεία, άλλοι από φιλαργυρία, άλλοι από κενοδοξία και από άλλα πάθη» (Ω).
«Αλλά, κακούργε και πονηρέ και ασεβέστατε, πώς τόλμησες να δείξεις στον κύριο της κτίσης όλα τα βασίλεια και να πεις, ότι όλα αυτά είναι δικά μου…; Πώς υπόσχεσαι αυτά που δεν είναι δικά σου; Ποιός σε διόρισε κληρονόμο της βασιλέιας του Θεού; Ποιός υπέταξε σε σένα τη γη; Την άρπαξες με απάτη. Δώσε την πίσω λοιπόν στον Υιό που έγινε άνθρωπος, τον κύριο όλων» (Κ).
Αξίωνε ως δική του τη δύναμη αυτή ο σατανάς επειδή παραδόηθηκε σε αυτόν όχι από το Θεό, αλλά από τους βασιλιάδες και τους λαούς των βασιλείων αυτών, οι οποίοι έδωσαν τη δύναμη και τιμή τους στο σατανά.
(2) Η ψευδολογία του σατανά παρουσιάζεται μεγαλύτερη με το «σε όποιον εγώ θέλω…». Ακόμη και για εκείνους, οι οποίοι είναι κάτω από την κυριαρχία του σατανά, είναι με πολύ περιορισμένη έννοια αληθινό, ότι μπορεί αυτός να τους διαθέση κατά βούληση δική του (p).
Λουκ. 4,7 σὺ οὖν ἐὰν προσκυνήσῃς ἐνώπιόν μου(1), ἔσται σου πᾶσα(2).
Λουκ. 4,7 Συ λοιπόν, εάν πέσης εμπρός μου και με προσκυνήσης ως κύριόν σου, θα έχης ως ιδικήν σου όλη αυτήν την εξουσία και μεγαλοπρέπειαν”.
(1) Υπάρχει και η γραφή «ενώπιον εμού». Ζητά από τον Κύριο τιμή και λατρεία. Με πανουργία δεν έχει την αξίωση από την αρχή, ώστε αυτόν μόνο να λατρεύει και να παύσει να λατρεύει το Θεό. Ζητά απλώς να προσκυνηθεί και αυτός παράπλευρα με το Θεό. Γνωρίζει όμως ο διάβολος, ότι και αν μία φορά κατορθώσει να γίνει συμμέτοχος στη λατρεία, η οποία οφείλεται σε μόνο το Θεό, εντός ολίγου θα γίνει ο μόνος και αποκλειστικός κάτοχος αυτής της λατρείας, αφού ο αληθινός Θεός θα λησμονείται βαθμιαία και θα παραμεριστεί τελείως.
(2) «Αν θέλεις, λέει, να βασιλεύσεις σε αυτούς και για αυτό ήλθες, για να αγωνιστείς δηλαδή και να απομακρύνεις τους υπηκόους από εμένα, μην αγωνίζεσαι· ένα πράγμα αξιώνω· πέσε και προσκύνησέ με και πάρε όλη τη βασιλεία που είναι κάτω από την εξουσία μου» (Ω).
Θα είναι δική σου όλη η εξουσία που είναι παραδομένη σε μένα. Όπως στον πρώτο πειρασμό η νόμιμη και αδιάβλητη επιθυμία της τροφής έγινε αφορμή πειρασμού, έτσι και στο δεύτερο πειρασμό η νόμιμη επιθυμία της εξουσίας και της δόξας παρέχει αφορμή στο σατανά να πολεμήσει τον Κύριο. Αυτή η επιθυμία ήταν ειδικά νόμιμη και τελείως ανένοχη για τον Μεσσία. Ο Χριστός γεννήθηκε για να βασιλεύσει. Αλλά η βασιλεία του δεν είναι από τον κόσμο αυτόν (Ιω. ιη 36,37) και ο άρχοντας αυτού του κόσμου δεν έχει σε αυτόν τίποτα (Ιω. ιδ 30). Απορρίπτει τις σχετικές με το Μεσσία παχυλές ιδέες των Ιουδαίων και απωθεί το σατανά ως σύμμαχο, προτιμώντας να έχει αυτόν αδιάλλακτο εχθρό (p).
Λουκ. 4,8 καὶ ἀποκριθεὶς αὐτῷ εἶπεν ὁ Ἰησοῦς· ὕπαγε ὀπίσω μου, σατανᾶ(1)· γέγραπται γάρ, Κύριον τὸν Θεόν σου προσκυνήσεις(2) καὶ αὐτῷ μόνῳ λατρεύσεις(3).
Λουκ. 4,8 Και αποκριθείς ο Ιησούς του είπεν· “φύγε απ' εμπρός μου, σατανά (δεν θέλω με κανέναν τρόπον να ακούσω την πονηράν σου πρότασιν), διότι είναι γραμμένον· Κυριον τον Θεόν σου θα προσκυνήσης και αυτόν μόνον θα λατρεύσης”.
(1) Η φράση ύπαγε οπίσω μου, σατανά, παραλείπεται από τα αλεξανδρινά χειρόγραφα και φαίνεται να παραλήφθηκε από το Ματθαίο (δ). Ο Κύριος με αποτροπιασμό απορρίπτει την υποβολή του διαβόλου. Τι; Να προσκυνήσω τον εχθρό του Θεού, τον οποίο ήλθα να υπηρετήσω, και τον εχθρό του ανθρώπου, τον οποίο ήλθα να σώσω; Ποτέ δεν θα πράξω αυτό.
(2) «Ο Σωτήρας θέλει μεν να βασιλεύσει και να υποτάξει όλα τα έθνη, για να γίνουν δούλα της δικαιοσύνης και της αλήθειας και κάθε αρετής, αλλά να βασιλεύσει όχι με αμαρτία, ούτε θέλει άκοπα να στεφανώσει το διάβολο υποτάσσοντας τον εαυτό του, ούτε άκοπα να πάρει κάτω από την εξουσία του όλα τα βασίλεια του κόσμου και τη δοξα τους. Για αυτό λέει προς αυτόν· Κύριον το Θεό σου θα προσκυνήσεις και αυτόν μόνο θα λατρεύσεις. Όλους αυτούς, λέει, για αυτό θέλω να εξουσιάζονται από εμένα, για να προσκυνούν Κύριον το Θεό και αυτόν μόνο να λατρεύσουν. Αυτό είναι το θέλημα της δικής μου βασιλείας. Εσύ όμως θέλεις να αρχίσω την αμαρτία, την οποία εγώ θέλω να καταργήσω» (Ω).
«Σαν να έκαιγε τα σπλάγχνα του (του σατανά), τού παρουσίασε στην κατάλληλη στιγμή αυτήν την εντολή «Θα προσκυνήσεις τον Κύριο το Θεό σου και αυτόν μόνο θα λατρεύσεις». Γιατί πριν τον ερχομό του στον κόσμο είχε εξαπατήσει όλη την οικουμένη· αυτός ήταν εκείνος που τον προσκυνούσαν παντού. Όμως ο νόμος του Θεού, θέτοντάς τον έξω από την εξουσία που με απάτη είχε κερδίσει, έδωσε εντολή να προσκυνούν τον ένα και αληθινό Θεό, και μόνο σε αυτόν να τελούν τα της λατρείας τους» (Κ).
Ήταν προορισμένο ο Κύριος με την ταπείνωση να νικήσει τον διάβολο και όχι με τη δύναμη (Ιερώνυμος). Εάν ο Ιησούς προέβαινε σε οποιονδήποτε συμβιβασμό με την κοσμική δύναμη, θα παρασυρόταν αμέσως στους υπολογισμούς της πολιτικής και σε όλες τις μεθόδους με τις οποίες η διπλωματία διαπραγματεύεται και πετυχαίνει τις υποθέσεις του αιώνα της. Θα έπαυε πλέον να είναι ο Χριστός (g).
Ο Κύριος απέρριψε ευθύς και χωρίς κάποια συζήτηση την υποβολή του διαβόλου. Και όχι μόνο αυτός δεν προσκυνεί τώρα τον διάβολο, αλλά και όταν μετά από λίγο οι βασιλείες του κόσμου θα παραδοθούν σε αυτόν από τον Πατέρα, ο οποίος θα δώσει σε αυτόν «κάθε εξουσία στον ουρανό και στη γη», δεν θα ανεχτεί να συνεχίζεται σε αυτές κανένα υπόλειμμα της λατρείας του σατανά. Θα ξεριζωθεί αυτή παντού, όπου το ευαγγέλιο θα κηρυχτεί και ο πολυθεϊσμός και η ειδωλολατρεία θα καταπέσουν και θα εξαφανιστούν, όπου η βασιλεία του Χριστού θα κατακτά έδαφος. Οι άνθρωποι θα επιστρέψουν από τα είδωλα στον μόνο αληθινό Θεό, έτσι ώστε μόνο αυτός στο εξής θα προσκυνείται και θα λατρεύεται.
(3) Δεν θα κάνεις το Θεό, λέει ο Κύριος, ούτε συγκυρίαρχο, και πολύ περισσότερο ούτε κατώτερο από κάποιο άλλο αντικείμενο λατρείας. Το ευαγγέλιο της χάρης ή θριαμβεύει με όλη του την καθαρότητα πάνω στην αμαρτία του κόσμου ή με όλη πάλι την καθαρότητά του αποσύρεται από τη σύγκρουση με τον κόσμο, για να ανυψώνεται λαμπρό στον ουρανό. Δεν γνωρίζει συμβιβασμούς και μολυσμούς από συμμαχίες με την αμαρτία ή από συνεργασία με οτιδήποτε έχει το όνομα της κοσμικότητας.
Κάθε απόπειρα να συμβιβάσουμε με αβαρίες και ελαστικότητες το πνευματικό με το σαρκικό, το ουράνιο με το κοσμικό αποτελεί ύβρη κατά του Αγίου Πνεύματος. Ισοδυναμεί με το να εισάγουμε μαζί με τους συστρατιώτες μας μέσα στο φρούριο έναν εχθρό που καλύπτεται υπό το πρόσχημα της φιλίας, ο οποίος όμως δεν θα αργήσει να αποδειχτεί προδότης και να ενεργεί με ασφάλεια από το εσωτερικό για γκρέμισμα του φρουρίου.
Λουκ. 4,9 Καὶ ἤγαγεν αὐτὸν εἰς Ἱεροσόλυμα, καὶ ἔστησεν αὐτὸν ἐπὶ τὸ πτερύγιον τοῦ ἱεροῦ(1) καὶ εἶπεν αὐτῷ· εἰ υἱὸς εἶ τοῦ Θεοῦ, βάλε σεαυτὸν ἐντεῦθεν κάτω(2)·
Λουκ. 4,9 Και έφερεν αυτόν εις τα Ιεροσόλυμα και τον έστησεν όρθιον στο υψηλόν άκρον της στέγης του Ναού και του είπε· “εάν είσαι υιός του Θεού, ρίψε τον εαυτόν σου από εδώ κάτω και δεν θα πάθης τίποτε,
(1) Δες Ματθ. δ 5.
(2) Η έννοια της υποβολής του σατανά στο δεύτερο πειρασμό ήταν: Δέξου τη βοήθειά μου. Η έννοια της νέας αυτής υποβολής είναι: Αφού δεν θέλεις τη δική μου βοήθεια, προκάλεσε τις θείες εκδηλώσεις. Διότι δεν μπορείς να πετύχεις, παρά μόνο με ένα από τα δύο αυτά μέσα. Μη λογαριάσεις λοιπόν κανένα κίνδυνο. Διακήρυξε τον εαυτό σου χωρίς αναβολή Μεσσία. Μην υπολογίσεις τη ζήλεια και μανία του συνεδρίου. Περιφρόνησε τις λεγεώνες του Πιλάτου. Απαγόρευσε την πληρωμή φόρου στον Καίσαρα. Εάν είσαι Υιός του Θεού, ο Πατέρας δεν θα σε αφήσει να ηττηθείς από τους φοβερούς αυτούς εχθρούς. Θα επιβάλλει τον θρίαμβό σου με άμεση επέμβαση της δύναμής του (g).
Αξιοσημείωτη και η επόμενη παρατήρηση: Ο πειρασμός αυτός ισοδυναμούσε με την υποβολή: Επιτάχυνε την εγκαθίδρυση του μεσσιακού βασιλείου· επίσπευσε με τον εύκολο δρόμο την αναγνώρισή σου ως Μεσσία. Όλοι αυτοί, οι οποίοι είναι μπροστά στο ναό ήδη μαζεμένοι, όταν θα σε δουν να πέφτεις από το υψηλό αυτό πτερύγιο και να στέκεσαι έπειτα αβλαβής πάνω στη γη, θα σε επευφημήσουν ότι ήρθες από τον ουρανό και θα σε αναγνωρίσουν βασιλιά τους. Αλλά όχι· ο Κύριος δεν ήλθε να κατακτήσει την ανθρωπότητα με τη δύναμή του, αλλά με την αγάπη του.
Ο σκοπός του ήταν να δώσει στους ανθρώπους τη νέα εντολή της αγάπης εφαρμοσμένη πρωτίστως στο βίο του. Ήταν λοιπόν αναγκαίο να πιει το ποτήρι της θλίψης ολόκληρο και μέσω της οδού της ταπείνωσης και όχι μέσω κάποιας άλλης ευκολότερης να μπει στη δόξα του. Πιθανώς ο σατανάς είχε και κάποιες ελπίδες, ότι, εάν έπειθε τον Κύριο να ρίξει τον εαυτό του κάτω, η πτώση αυτή θα προκαλούσε το θάνατό του και έτσι θα έφευγε από τη μέση και μάλιστα αυτοκτονώντας.
Λουκ. 4,10 γέγραπται(1) γὰρ ὅτι τοῖς ἀγγέλοις αὐτοῦ ἐντελεῖται περὶ σοῦ τοῦ διαφυλάξαι σε(2),
Λουκ. 4,10 διότι είναι γραμμένον εις την Αγ. Γραφήν, ότι ο Θεός θα δώση εντολήν δια σε στους αγγέλους του, να σε διαφυλάξουν.
(1) Ο Χριστός πρόβαλε τη Γραφή εναντίον του σατανά. Αλλά και ο σατανάς τώρα προβάλλει τη Γραφή για να παρασύρει το Χριστό. Υπήρξε και υπάρχει συνηθισμένο στους αιρετικούς και πλάνους να διαστρέφουν τη Γραφή και να εκβιάζουν το αληθινό νόημά της για υποστήριξη των χειρότερων κακιών και πλανών.
(2) Στη μαρτυρία αυτή από τη Γραφή ο σατανάς αποφεύγει να προσθέσει και τη συνέχεια «εν ταις οδοις σου», και διακόπτει το χωρίο με το «και ότι…». Η αποσιώπηση λοιπόν φαίνεται σκόπιμη. Τουλάχιστον υπογραμμίστηκε από το Λουκά περισσότερο από όσο από το Ματθαίο. Συμπέραναν από αυτό ότι ο σατανάς έκοψε το κείμενο από φόβο μήπως ο Κύριος αποκριθεί σε αυτόν: Ο Θεός προστατεύει αυτούς που ακολουθούν τους δρόμους του, δηλαδή αυτούς που ακολουθούν την τάξη της φύσης και της Πρόνοιας και όχι εκείνους οι οποίοι βίαια βγαίνουν από αυτήν (L).
Το να ρίξει κάποιος τον εαυτό του από ύψος δεν είναι να πορεύεται στους δρόμους του αλλά να βγαίνει από αυτούς. Ο ανυπάκουος προφήτης (στην Π.Δ) κατασπαράχτηκε από το λιοντάρι, και ο Δανιήλ που υπάκουσε διαφυλάχτηκε από τα σαγόνια των λιονταριών. Αλλά δεν είμαστε βέβαιοι ότι η αποσιώπηση των λέξεων έχει την έννοια αυτή (p).
Λουκ. 4,11 καὶ ὅτι ἐπὶ χειρῶν ἀροῦσί σε, μήποτε προσκόψῃς πρὸς λίθον τὸν πόδα σου(1).
Λουκ. 4,11 Και έχει γραφή ακόμη, ότι θα σε σηκώσουν εις τα χέρια των, ώστε να μη κτυπήση ούτε το πόδι σου στον λίθον. (Ετσι δε και οι άνθρωποι που είναι συγκεντρωμένοι εις την αυλήν του ναού, όταν ίδουν το θαύμα αυτό, θα πιστεύσουν εις σε).
(1) Κατά βάθος ο συλλογισμός του σατανά είναι συλλογισμός από το ισχυρότερο. Δηλαδή: εάν ο Θεός υπόσχεται να ενεργήσει έτσι σε κάποιον απλό δίκαιο, πόσο μάλλον θα πράξει έτσι για σένα, τον Υιό του;
Λουκ. 4,12 καὶ ἀποκριθεὶς εἶπεν αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς ὅτι εἴρηται, οὐκ ἐκπειράσεις Κύριον τὸν Θεόν σου(1).
Λουκ. 4,12 Απεκρίθη δε ο Ιησούς και του είπεν ότι “έχει λεχθή· δεν θα εκθέσης τον εαυτόν σου εις κίνδυνον, δια να δοκιμάσης Κυριον τον Θεόν σου, αν θα σε προφυλάξη”.
(1) «Δεν πρέπει κάποιος να βάζει τον εαυτό του σε ολοφάνερους κινδύνους, δοκιμάζοντας αν θα τον βοηθήσει ο Θεός» (Θφ).
«Γιατί ο Θεός δεν χαρίζει τις βοήθειές του σε αυτούς που τον πειράζουν, αλλά σε εκείνους που πιστεύουν σε αυτόν. Γιατί δεν πρέπει, επειδή μας κάνει άξιους της ευσπλαγχνίας του, για αυτό να κάνουμε επίδειξη. Εκτός από αυτό, ο Χριστός ποτέ δεν έκανε θαύμα σε εκείνους που τον δοκιμάζουν. Γιατί λέει· «η κακή γενεά επιθυμεί θαύμα, αλλά θαύμα δεν θα της δοθεί». Αυτό και τώρα ας ακούσει ο σατανάς που τον πειράζει» (Κ).
Αξιοσημείωτη και η επόμενη παρατήρηση: Ο Κύριος χρησιμοποιεί εδώ το Δευτ. στ 16: «οὐκ ἐκπειράσεις Κύριον τὸν Θεόν σου, ὃν τρόπον ἐξεπειράσατε ἐν τῷ Πειρασμῷ.(=Δεν θα θέσης εις πειρασμόν και δοκιμασίαν τον Κυριον, όπως ασεβώς φερόμενος επίκρανες τον Κυριον με τους γογγυσμούς σου στον τόπον εκείνον, ο οποίος ωνομάσθη δια τούτο “Πειρασμός”)». Όταν κάποιος επιθυμεί νέο θαύμα για απόδειξη θείας αποκάλυψης, την ώρα που δόθηκαν σε αυτόν επαρκείς αποδείξεις της πρόνοιας του Θεού για αυτόν, εκπειράζει το Θεό. Έτσι και οι Ισραηλίτες είπαν στην έρημο, όταν πείραξαν το Θεό: Μας έδωσε νερό από την πέτρα. Μήπως μπορεί να μας δώσει και ψωμί;
Και ο Χριστός τώρα κάτι παρόμοιο θα έλεγε, εκπειράζοντας τον Πατέρα του: Απέδειξε ότι είμαι πράγματι Υιός του με την αποστολή του Πνεύματός του στον Ιορδάνη και την άμεση μαρτυρία του με τη φωνή που ήρθε εκεί. Και το θαύμα αυτό ήταν πολύ μεγαλύτερο. Αλλά άραγε μπορεί να διατάξει και τώρα τους αγγέλους του να με σηκώσουν στα χέρια τους, το οποίο είναι θαύμα μικρότερο;
Λουκ. 4,13 Καὶ συντελέσας πάντα πειρασμὸν(1) ὁ διάβολος ἀπέστη ἀπ᾿ αὐτοῦ(2) ἄχρι καιροῦ(3).
Λουκ. 4,13 Και αφού ετελείωσεν ο διάβολος κάθε πειρασμόν, απεμακρύνθη από τον Ιησούν μέχρι καιρού, περιμένων άλλην κατάλληλον ευκαιρίαν να τον πειράξη.
(1) Η φράση δεν σημαίνει ολόκληρο τον πειρασμό (=όλο τον πειρασμό) αλλά κάθε είδους πειρασμό (g). Μία ακόμη ένδειξη, ότι πειράστηκε ο Κύριος σε όλες τις σαράντα ημέρες (δες και Μάρκ. α 13) και ότι οι τρεις αναφερθέντες πειρασμοί παρατίθενται ως δείγμα του τι έγινε κατά τις σαράντα αυτές ημέρες (p).
Ο σατανάς άδειασε όλη τη φαρέτρα του. Ο Χριστός έδωσε σε αυτόν την ευκαιρία να πει και να ενεργήσει εναντίον του κάθετί που μπορούσε. Τον άφησε να δοκιμάσει ολόκληρη τη δύναμή του. Και τον νίκησε. Και αν ο Κύριος υπέμεινε κάθε πειρασμό, πώς μπορούμε εμείς να περιμένουμε, ότι θα διαφύγουμε τις δοκιμασίες μας και ότι δεν θα αντικρύσουμε την ώρα του πειρασμού, την καθορισμένη σε εμάς;
(2) «Νικήσαμε λοιπόν με το Χριστό· και αυτός που κάποτε νίκησε τον Αδάμ έφυγε καταντροπιασμένος, για να τον έχουμε εμείς κάτω από τα πόδια μας» (Κ).
Έφυγε από αυτόν, διότι θεώρησε πλέον άσκοπο να τον πειράζει. Δεν είχε σε αυτόν τίποτα. Δεν υπήρχε στο Χριστό κάποια ασθενής πλευρά, ούτε κάποιο αφρούρητο μέρος στο φρούριο της ψυχής του. Και έφυγε. Και ως προς εμάς το ίδιο θα επαναληφθεί. Εάν αντισταθούμε στον διάβολο, θα φύγει από εμάς.
(3) =Μέχρι την κατάλληλη ευκαιρία (b).
«Μέχρι τον κατάλληλο καιρό απομακρύνθηκε από αυτόν, δηλώνοντας ότι μετά από αυτά τον πλησίαζε μέσω των δικών του οργάνων» (Χ).
«Ο διάβολος επιτίθεται στον Κύριο με δύο πάθη, την ηδονή και τη λύπη. Διότι πράγματι επιτέθηκε στον Κύριο με την ηδονή, όπως ακριβώς τώρα στο βουνό· έφυγε όμως από αυτόν για κάποιο καιρό, δηλαδή μέχρι τον καιρό του σταυρού. Διότι τότε επρόκειτο να του επιτεθεί με τη λύπη» (Θφ).
Ανέμεινε ο σατανάς μελλοντική ευκαιρία για επιτυχία της επίθεσής του κατά του Κυρίου. Και τέτοια ευκαιρία ήλθε προ παντός, όταν παραχωρήθηκε να παραδώσει αυτόν ο Ιούδας στα χέρια των εχθρών του. Ότι τότε δόθηκε μοναδική πάλι ευκαιρία στο σατανά να κάνει έφοδο κατά του Κυρίου φαίνεται από τα λόγια στο Ιω. ιδ 30 «έρχεται ο άρχοντας του κόσμου και σε εμένα δεν έχει τίποτα».
Δεν πρέπει παρόλ’ αυτά να υποθέσουμε, ότι ο σατανάς απείχε ολοτελώς στο μεταξύ από κάθε πειρασμό. Τα λόγια του Κυρίου στο Λουκ. κβ 28: «εσείς είστε αυτοί που έχετε μείνει μαζί μου στους πειρασμούς μου» υπαινίσσονται το αντίθετο. Αλλά ο σατανάς φαίνεται ότι ήδη κατά την αρχή της δημόσιας δράσης του Κυρίου και κατόπιν στο τέλος της συγκέντρωσε με μανία όλες τις επιθέσεις του κατά του Κυρίου χρησιμοποιώντας στο μεν όρος τα θέλγητρα άκοπης δόξας και επιτυχίας, στη δε Γεθσημανή την αγωνιώδη λύπη του πάθους (p). Εάν τώρα του επιτέθηκε ως πειραστής, όταν θα έλθει ο κατάλληλος καιρός, θα του επιτεθεί ως διώκτης.
ΣΥΝΤΜΗΣΕΙΣ ΟΝΟΜΑΤΩΝ
(Πατέρες της Εκκλησίας & Εκκλησιαστικοί συγγραφείς)
Α = Αθανάσιος ο Μέγας Θφ = Θεοφύλακτος
Β = Βασίλειος ο Μέγας Κ = Κύριλλος Αλεξανδρείας
Ε = Ευσέβιος Καισαρείας Σγ = Σεβηριανός
Ζ = Ζιγαβηνός Χ = Χρυσόστομος Ιωάννης
Η = Ησύχιος Ω = Ωριγένης
(Σύγχρονοι θεολόγοι ερμηνευτές)
F. Godet, Commentaire sur l’ Evangile de S. Luc 1888 (σημειώνεται με το g)
M.J. Lagrange. Evangile selon s. Luc, Deuxieme edition Paris 1921 (σημειώνεται με το L.)
Alf. Plummer. A critical and exegetical commentary on the Gospel according to S. Luc, Fifth edition (1928) (σημειωνεται με το p.)
J.A. Bengel Gnomon of the N.T. Testament translated by A. Fausset. Τόμ. II (σημειώνεται με το b)
J. Owen, A Commentary on the Gospel of Luc, New York 1864 (σημειώνεται με το ο).
Ν. Δαμαλά Ερμηνεία εις την Κ.Δ. τόμ. Β και Γ. Αθηναι 1892. (σημειώνεται με το δ)
(Π.Ν. Τρεμπέλα. Υπόμνημα εις το κατά Λουκάν. εκδ. ο Σωτήρ, μετάφραση στα νέα ελληνικά. π. Νικόλαος Πουλάδας)