Αείμνηστος καθηγητής καρδιολογίας και πνευματικό τέκνο του Αγίου Πορφυρίου Γεώργιος Παπαζάχος
Κάνοντας την ομιλία αυτή σε κάποια άλλη πόλη, δεν λέω μην παρεξηγηθώ -όχι εδώ πάντως στην Κρήτη γιατί το έκανα και στα Χανιά το ίδιο θέμα (σσ. για τον Άγιο Πορφύριο)- σε άλλη πόλη στην Ελλάδα, ήρθε ένας στο τέλος και μου λέει:
– Ξέρεις γιατρέ; Κι εγώ ήμουν πνευματικό παιδί του Γέροντα. Αν ξαναμιλήσεις πες και το εξής αλλά ανώνυμα γιατί με προσβάλλει.
– Λέω, να το πω. Ποιό;
– Πήγαινα μια μέρα στα Καλλίσια ..
Εκεί που ήταν ο Γέροντας πριν, στο εκκλησάκι στον Άγιο Νικόλαο. Εκεί αφήναν τα αυτοκίνητα μακριά και περπατούσαν ένα διάστημα με τα πόδια.
– .. Πήγα την ώρα της Λειτουργίας αλλά δεν ήθελα να πάω στη Λειτουργία, κάτι με εμπόδιζε.
Δεν ήθελα να μπω μέσα στο ναό, δεν ήθελα αυτή τη φορά να δω τον Γέροντα. Αλλά και κάτι μου έλεγε να πάω, και κάτι με τράβαγε και κάτι μ’ έσπρωχνε μέσα μου. Ήμουνα διχασμένος. Και καθώς περπατούσα, περπατούσα .. τελικώς φτάνω την ώρα που ήταν η απόλυση. Ε, πήγα κι εγώ, πήρα το αντίδωρο και στο αντίδωρο μου λέει,
– Μη φύγεις. Σε θέλω. Αμέσως μετά .. κάνω την κατάλυση, σε θέλω στο κελλί μου.
– Πραγματικά τον περίμενα. Πάω στο κελλί του μέσα και μου λέει,
– Δε μου λες, αυτή τη γυναίκα σου την αγαπάς;
– Ναι Γέροντα, το ξέρεις ότι την αγαπώ.
– Την αγαπάς πολύ;
– Πάρα πολύ.
– Έτσι που μπορείς να την χαροποιείς πάντοτε;
– Πάντοτε.
– Τότε παιδί μου, σήμερα, σε παρακαλώ πάρα πολύ, μην την λυπήσεις.
– Έπεσα κάτω, λέει αυτός ο φίλος μου, ο γνωστός μου.
– Λέω, γιατί;
– Διότι είχα ραντεβού στις έξι το βράδυ με μια κοπέλα. Για πρώτη φορά στη ζωή μου είχα δώσει ραντεβού σε κοπέλα να βγούμε έξω μαζί.
Τον τσίμπησε ακριβώς την ώρα που έπρεπε. Ήταν αυτό το κάτι που τον τράβαγε να πάει, το Άγιο Πνεύμα που τον έσπρωχνε, και ήταν και ο πονηρός που του έλεγε, που πας μωρέ που πας, θα χάσεις το ραντεβού έξι ώρα, καινούριο πραματάκι στη ζωή σου.
Και ο Γέροντας τον απήλλαξε.
Πηγή:Αβέρωφ