Κόλασις. (Χρυσοστομικό λεξικό, αρχ. Δανιήλ Αεράκη)μοναξιά αφόρητη (Ε.Π.Ε. 8α,294)Ο Αβραάμ δεν έστειλε με το Λάζαρο στον πλούσιο της κολάσεως τη δροσιά που ζήτησε, όχι διότι μια σταγόνα θα στοίχιζε σε τίποτε την αστείρευτη πηγή του παραδείσου, αλλά διότι η σταγόνα της ελεημοσύνης δεν ανακατεύεται με τη σκληρότητα. Επειδή, λοιπόν, ο Λάζαρος στον καιρό των αγώνων καταφρονήθηκε, γι’ αυτό κατά τον καιρό της αμοιβής κρίθηκε άξιος αιώνιας παρηγοριάς. μετάνοια εκεί ανενέργητη (Ε.Π.Ε. 8α,294) Τότε, τον καιρό της κολάσεως, θα θυμηθής τα λόγια μου (περί ελεημοσύνης) . Αλλά ποιό θα είναι το όφελος για σένα; Κανένα. Και εκείνος, ο πλούσιος της παραβολής,…