«Ευτυχισμένος ο άνθρωπος που βρήκε τη σοφία κι έγινε συνετός! Γιατί το κέρδος απ’ αυτήν είναι καλύτερο απ’ το ασήμι, το όφελός της προτιμότερο απ’ το χρυσάφι» (Παρ. 3:13-15)
Ήταν καλοκαίρι του 1831. Μια τρομερή θύελλα ξερίζωσε ένα γιγαντιαίο δέντρο στα Ουράλια όρη. Κάτω από τις ρίζες του βρήκαν πράσινες πέτρες. Ήταν ένα στρώμα σμαραγδιών που ήρθε στο φως. Όταν υποχώρησε το έδαφος σε μια πλαγιά των Ιμαλαΐων, μικρές πέτρες άστραφταν στη δύση του ήλιου. Ήταν ζαφείρια του Κασμίρ. Μπορεί και στη ζωή σου να υπάρχει «θύελλα», «σεισμός», «τσουνάμι», μια αρρώστια, μια αποτυχία, ένα πένθος, θλίψη, δοκιμασία, πόνος και να ρωτάς: «Ω, Θεέ μου, γιατί το επέτρεψες αυτό;». Πρόσεξε μήπως αυτή είναι μια ευκαιρία ν’ ανακαλύψεις ένα μεγάλο θησαυρό, που ως τώρα ήταν κρυμμένος στην καλοπέραση και στην ευημερία σου και τώρα ήρθε στην επιφάνεια. Ο Θεός πολλές φορές επιτρέπει όλ’ αυτά, γιατί θέλει μέσ’ από τα δάκρυά μας να δούμε πιο καθαρά το Πρόσωπό Του και να ευλογηθούν οι καρδιές μας.
Κύριε, Εσύ μας λες ότι τα πάντα συνεργούν για το καλό μας, αν Σ’ αγαπούμε. Βοήθησέ μας, μέσ’ από τα σύννεφα να δούμε την ομορφιά του Προσώπου Σου.
(Γ.Σ.Κ.)
«Κι αν κάποιος από σας υστερεί σε σοφία, ας τη ζητάει από τον Θεό, ο οποίος δίνει σε όλους χωρίς να κάνει εξαιρέσεις και χωρίς να περιφρονεί κανέναν, και θα του δοθεί» (Ιακ. 1:5)
Ο Θεός θέλει τα παιδιά Του να φέρονται πάντοτε με σοφία. Κι αν κάποιος υστερεί σε σοφία, ο Θεός πρόθυμος να του δώσει αν το ζητήσει, φτάνει να τηρεί ορισμένες προϋποθέσεις. Αυτές είναι:
1. Πίστη. «Να ζητά όμως με πίστη…» (Ιακώβου 1:6-8).
2. Ταπεινοφροσύνη. «…Η σοφία είναι με τους ταπεινούς» (Παρ. 11:2, 15:33).
3. Σεβασμός. «Η βάση της σοφίας είναι ο σεβασμός στον Κύριο…». (Παρ. 9:10).
4. Ευθύτητα και τιμιότητα. «Πράγματι ο Κύριος δίνει σοφία· απ’ αυτόν προέρχονται γνώση και φρόνηση. Αυτός εξασφαλίζει βοήθεια στους ευθείς, γίνεται ασπίδα γι’ αυτούς που ζούνε τίμια» (Παρ. 2:6-7).
5. Έρευνα και εκζήτηση. «Εγώ, η Σοφία, αγαπώ αυτούς που μ’ αγαπάνε, και με βρίσκουν όλοι όσοι με αναζητούν» (Παρ. 8:17, 2:4-5).
6. Επιδεκτικότητα μαθήσεως. «Στο σοφό δώσε ευκαιρία και πιότερο σοφός θα γίνει» (Παρ. 9:9, 15:31, 19:20)
(Σ.Α.Ι.)
(Εκδόσεις «Ο Λόγος»)
το δώρον
Ματθαίου ε’ 23.
Ο Ιησούς έβλεπε τους Ιουδαίους να προσφέρουν τα δώρα στο Ναό. Το θεϊκό του μάτι διέβλεπε, ότι αυτό το έκαναν «ανίπτοις χερσί». Χωρίς δηλαδή ψυχική καθαρότητα. Τα χέρια κουβαλούσαν το δώρο και η ψυχή ήταν δοσμένη στα πάθη της αντιθέσεως, του μίσους, της κακίας.
Ο Ιησούς δεν ήθελε τέτοια λατρεία. Ο ίδιος δια των προφητών την είχε καυτηριάσει (Ησ. α' 10. Ωσηέ στ' 6). Και τώρα την καταδικάζει αυτοπροσώπως. Συνιστά ψυχική προετοιμασία, συνδιαλλαγή, καθαρότητα. Και κατόπιν το δώρο.
Πόση ανάγκη έχουν ν' ακούσουν τον λόγο αυτό του Ιησού τα πλήθη των σημερινών πιστών, που πρόθυμα κουβαλούν τα δώρα τους στους ναούς; προσφορές, βαρύτιμα αναθήματα, ξυλόγλυπτα, εικόνες, πολυελαίους... Καλά όλα αυτά. Τί γίνεται όμως με την ψυχική καθαρότητα; Ο Θεός μας, ο Θεός των χριστιανών δεν είναι ο Ζευς των αρχαίων Ελλήνων ή ο Βάαλ των ανατολικών λαών, που απαιτούσαν μόνο τις «εκατόμβες» των θυσιών. Ο Θεός μας είναι ο Θεός του Ιησού Χριστού, ο ζωντανός και αληθινός Θεός «και τους προσκυνούντας αυτόν εν πνεύματι και αληθεία δει προσκυνείν».
«Τούτο θυσία, η προς τον αδελφόν καταλλαγή» (Ι. Χρυσόστομος, ΥΜ. 99).
(Επισκόπου Αχελώου Ευθυμίου Στυλίου, «Εκείνος» Ο Ιησούς Χριστός, εκδ. Γρηγόρη, σελ. 114)
ΈΝΑΣ αδελφός παρακάλεσε κάποιο Γέροντα να του εξηγήσει τί εννοει ο Ψαλμωδός όταν λέει «ουκ έστι σωτηρία αυτώ εν τω Θεώ αυτού» (Ψαλμ. 3, 2).
Τους λογισμούς της απογνώσεως εννοεί, που σπέρνει ο πονηρός στον νου του ανθρώπου, εξήγησε ο Γέροντας. Αυτούς που του λένε διαρκώς πως δεν υπάρχει πια γι’ αυτόν σωτηρία, αφού αμάρτησε, και άδικα καταφεύγει στον Θεό με την μετάνοια. Έτσι, προσπαθεί να τον παρασύρει, για να τον ρίξει στον γκρεμό της απελπισίας. Η ψυχή όμως που ποθεί την σωτηρία της, ας αγωνίζεται σκληρά ν’ απομακρύνει αυτούς τους λογισμούς.
Και διηγήθηκε την ακόλουθη ιστορία:
Στα περίχωρα της Θεσσαλονίκης ήταν τον παλιό καιρό ένα ησυχαστήριο γυναικών. Κάποτε η Προεστώσα έστειλε μια νέα μοναχή στην πόλη για υπηρεσία. Εκείνη, από συνεργεία διαβολική έπεσε σε βαρύ σφάλμα. Ύστερα, απελπισμένη από την πτώση της, δεν γύρισε αμέσως στο ησυχαστήριο. Έμεινε στον κόσμο και παρασύρθηκε σε έκλυτη ζωή. Γρήγορα όμως αηδίασε την αμαρτία και, μετανοημένη ειλικρινά για το κατάντημά της, πήρε τον δρόμο της επιστροφής. Δεν ξέρουμε όμως γιατί ο Θεός δεν επέτρεψε να πατήσει το πόδι της μέσα στον παρθενώνα. Μολις έφτασε στην εξώθυρα, έπεσε κάτω νεκρή.
Το γεγονός έκανε μεγάλη εντύπωση στις μοναχές και στους Πατέρες που ασκήτευαν εκεί γύρω. Όλοι αμφέβαλλαν για την σωτηρία της. Ένας άγιος Ερημίτης όμως, που έμενε σε μια σπηλιά στην κορυφή του βουνού, διηγήθηκε αργότερα το όραμα που είδε, καθώς προσευχόταν, την στιγμή ακριβώς που η μετανοημένη μοναχή έπεσε νεκρή. Άγγελοι από τον Ουρανό κατέβαιναν να παραλάβουν την ψυχή της, αλλά και πλήθος πονηρά πνευματα μαζεύονταν από παντού για να την αρπάξουν. Τότε έγινε μεγάλη φιλονικία ανάμεσα στα αγαθά και στα πονηρά πνεύματα. Οι δαίμονες απαιτούσαν την ταλαίπωρη ψυχή που τόσον καιρό δούλευε στην αμαρτία. Οι άγιοι Άγγελοι βεβαίωναν πως είχε μεταμεληθεί και γι’ αυτό ήταν άξια σωτηρίας.
- Που είναι η μετάνοιά της; αντιλογούσαν τα πονηρά πνευματα. αφού ούτε να μπει στο μοναστήρι της πρόλαβε και την βρήκε ο θάνατος έξω από την πόρτα.
- Βλέποντας ο Πανάγαθος Θεός την θέλησή της να κλίνει στην διόρθωση, δέχτηκε την μετάνοιά της, αποκρίθηκαν οι Άγγελοι. Η ψυχή είναι κυρία της θελήσεώς της, ενώ της ζωής και του θανάτου ο πάντων Δημιουργός και κυρίαρχος Θεός.
Έτσι, οι δαίμονες έφυγαν νικημένοι, ενώ οι άγιοι Άγγελοι με χαρά οδήγησαν την ψυχή στα Ουράνια.
(Γεροντικό, Σταλαγματιές απο την Πατερική Σοφία, Θεοδώρας Χαμπάκη, Εκδόσεις Ορθοδόξου
Χριστιανικής αδελφότητας "ΑΓΙΑ ΛΥΔΙΑ", σελ. 181-182)
125. « Ημέραι οκτώ του περιτεμείν το παιδίον» (Λουκ. β' 21).
Οχτώ μέρες μετά τη γέννησι, η Θεοτόκος και ο Ιωσήφ ετέλεσαν την κατά Νόμον (Γεν. ιζ' 5,10) περιτομή του παιδιού και του έδωσαν το όνομα «Ιησούς». Είναι η πρώτη Ιερή τελετή της οικογένειας, την οποία δεν παραλείπουν να τελέσουν η Θεοτόκος και ο Ιωσήφ.
Με τη γέννησι Του πρώτου παιδιού, συγκροτείται πια ουσιαστικά η ανθρώπινη οικογένεια, το πρώτο αυτό κύτταρο της Ανθρώπινης κοινωνίας. Η οικογένεια είναι το άνοιγμα του ανθρώπου προς το κοινωνικό σύνολο (εγώ - εσύ - εμείς). Κυρίως όμως η οικογένεια είναι το άνοιγμα του ανθρώπου προς τον Θεό (εγώ - εσύ - Εκείνος) ! Η γέννησις ιδιαίτερα του πρώτου παιδιού είναι το συγκλονιστικό γεγονός που αφυπνίζει τις θρησκευτικές εμπειρίες των νεαρών συζύγων. Και οι πιο άσχετοι θρησκευτικά γονείς έχουν την ενδόμυχη βεβαιότητα, ότι το παιδί αυτό που κρατάνε στην αγκαλιά τους τους το έδωσε ο Θεός! Γι’ αυτό και η γέννησις του παιδιού είναι η απαρχή του ανοίγματος της οικογενείας προς την Εκκλησία. Με το νέο παιδί αρχίζει και το εκκλησιαστικό οικογενειακό ημερολόγιο: βάπτισις, ονοματοθεσία, σαραντισμός, ονομαστική γιορτή κλπ. είναι οι ιερές τελετές και γιορτές για το παιδί που συνδέουν την οικογένεια με την Εκκλησία.
Όσοι σύγχρονοι γονείς τα θεωρούν αυτά ξεπερασμένα, ας διδαχθούν από την περιτομή του Χριστού. Προσωπικά για τον Ιησού η περιτομή ήταν άχρηστη. Δέχθηκε όμως την εβραϊκή αυτή τελετουργία για να μη ξεχωρίση τον εαυτό του από το σύνολο. Για να μή αποτελέση προνομιακή εξαίρεσι από τους πολλούς. Διότι «ώφειλε κατά πάντα τοις αδελφοίς ομοιωθήναι» (Έβρ. β' 17).
Η πρώτη Αγία Οικογένεια δεν ξιππάζεται, δεν διαχωρίζεται αλαζονικά από το σύνολο. Νοιώθει ότι είναι «σάρξ εκ της σαρκός» της κοινωνίας. Γι’ αυτό και ακολουθούν τον κοινό Νόμο. Μέσα στη ζωή και τις συνήθειες, τη ήθη και τα έθιμα της Κοινότητος ανακαλύπτουν τη δική τους χαρά και ευτυχία..
Η χαρά και η ευτυχία της οικογένειας εξασφαλίζεται και βιώνεται μέσα στο κοινωνικό σύνολο. Σ’ αυτό συντελούν και οι καθιερωμένες ιερές τελετές, τις οποίες - και για τον λόγο αυτό - δεν πρέπει με κανένα τρόπο να παραλείπουν οι σύγχρονοι γονείς. Διότι στην περίπτωση αυτή κόβουν τον αγωγό που συνδέει την οικογένεια τους με το «εμείς» της Κοινωνίας και το «Συ» του Θεού!
(Μητροπολίτου Αχελώου Ευθυμίου Στυλίου, Η Πρώτη, εκδ. Γρηγόρη, σελ. 156)
124. «Ιδόντες (oι ποιμένες) διεγνώρισαν περί του ρήματος του λαληθέντος αυτοίς περί του παιδίου τούτου» (Λουκ. β’ 17).
Οι ποιμένες ήσαν οι πρώτοι αυτόπτες μάρτυρες της Ενσαρκώσεως. Είδαν, άκουσαν και έσπευσαν να καταθέσουν την μαρτυρία τους... Η Θεοτόκος και ο Ιωσήφ έκπληκτοι άκουσαν για το μήνυμα του Αγγέλου και τον ύμνο της αγγελικής στρατιάς (Λουκ. β' 8 - 14) και έζησαν μαζί με τους απλούς εκείνους ποιμένες την εξαίσια ουράνια οπτασία...
Οι πρώτοι μάρτυρες και αγγελιαφόροι της Γεννήσεως του θεανθρώπου ήσαν οι απλοί Ποιμένες. Απ’ όσα είπαν, η Θεοτόκος έπρόσεξε ιδιαίτερα τα εξής: Πρώτον, ότι ο Υιός της ωνομάσθηκε απ’ τους Αγγέλους « Άγιος», «Υιός Θεού», «Σωτήρ», «Χριστός Κύριος», «Μέγας», «Υιός Υψίστου», «Βασιλεύς επί οίκον Ιακώβ»! Και δεύτερον, ότι τα ουράνια μηνύματα συνέπιπταν. Το περιεχόμενό τους αναφερόταν στο τρίπτυχο: Σωτηρία, Χαρά, Ειρήνη για τους ανθρώπους! (πρβλ. Ματθ. α' 21. Λουκ. β' 10 - 11 και 13 - 14).
Αυτά ήσαν τα ουράνια μηνύματα που δέχθηκε, μέχρι τη στιγμή αυτή, η Θεοτόκος για το Βρέφος της. Καθώς τον κυοφορούσε και, έπειτα, καθώς τον κρατούσε στην αγκαλιά της, κοντά στην καρδιά της, η Θεοτόκος είχε αρχίσει να εικονογραφή μέσα της την φυσική εικόνα του Υιού της. Η θεομήτωρ πρέπει να εφιλοτέχνησε την καλύτερη προσωπογραφία του Ιησού. Αλλά τον πίνακα αυτόν δεν τον είδε κανένα ανθρώπινο μάτι! Ο Κύριος της Θεοτόκου πρέπει να ήταν ο πιο αληθινός, ο πιο γνήσιος, ο πιο αυθεντικός. Κάθε μέρα, κάθε ώρα, κάθε στιγμή και από μια πινελιά. Κι αυτό μια ολόκληρη ζωή: έργο ζωής!
Το πιο αληθινό, το πιο όμορφο πορτραίτο του Ιησού είναι αυτό που φτιάχνομε μέσα μας, κάθε μέρα, κάθε ώρα, κάθε στιγμή. Και το νόημα της πνευματικής εν Χριστώ ζωής συγκεφαλαιώνεται στην προσπάθεια του χριστιανού να φιλοτεχνήση μέσα του την εικόνα του Ιησού, όπως το περιέγραψεν ο Απόστολος Παύλος: «Ημείς πάντες ανακεκαλυμμένω προσώπω την δόξαν Κυρίου κατοτριζόμενοι την αυτήν εικόνα μεταμορφούμεθα από δόξης εις δόξαν» (Β' Κορ. γ' 18).
Η σκέπη σου Θεοτόκε Παρθένε, ιατρείον υπάρχει πνευματικόν.
(Μητροπολίτου Αχελώου Ευθυμίου Στυλίου, Η Πρώτη, εκδ. Γρηγόρη, σελ.155)
359. Θαυμάζω στον ίδιο μου τον εαυτό την παντοδυναμία και τη σοφία του Θεού. Με έκτισε από το χώμα, με προίκισε με πολλά όργανα και στοιχεία και τα έθεσε σε αρμονική κίνησι, για να υπάρχω και να τον δοξάζω, «ὡς ἐμεγαλύνθη τὰ ἔργα σου, Κύριε• πάντα ἐν σοφίᾳ ἐποίησας!» (Ψαλμ. ργ’ 24). Δεν βρίσκω λόγια για να υμνήσω την αγαθότητα, τη σοφία και την παντοδυναμία του Ποιητού και Ευεργέτου μου. Ας τα ζητήσω από τον ίδιο τον Λόγο του. «σὺ ἔπλασάς με καὶ ἔθηκας ἐπ᾿ ἐμὲ τὴν χεῖρά σου. Εθαυμαστώθη ἡ γνῶσίς σου ἐξ ἐμοῦ• ἐκραταιώθη, οὐ μὴ δύνωμαι πρὸς αὐτήν» (Ψαλμ. ρλη’ 5, 6).
360. Σκέφτομαι. Αλλά για τον Θεό, το να σκέφτεται και να δημιουργή ή να αλλοιώνη, είναι ένα και το αυτό πράγμα. Γιατί είναι ο «Ὤν», μία άπειρος και παντοδύναμος Ύπαρξις. Όλα τα μπορεί και όλα τα πραγματοποιεί, μόλις τα θελήση. Ο Κύριος είπε και αυτό αρκεί για να πιστεύουμε ότι ευθύς κάτι έγινε, αυτό ακριβώς που ο Κύριος είπε. Αμφιβολία δεν χωρεί. Ο Θεός δεν θα ήταν Θεός, αν δεν ήταν και παντοδύναμος. Ό,τι θελήση, έγινε. Θέλησε να αναβρύση νερό από τον βράχο και βγήκε. Θέλησε να προέλθη από το μηδέν ο κόσμος και προήλθε. Τα έργα του αποδεικνύουν ότι είναι παντοδύναμος. «Ἔρχου καὶ ἴδε» (Ιω. α’ 47)
(Η εν Χριστώ ζωή μου - Αγ. Ιωάννου της Κροστάνδης, εκδόσεις Παπαδημητρίου, σελ. 152-153)
123. «Ανεύρον (οι ποιμένες) την τε Μαριάμ και τον Ιωσήφ και το βρέφος» (Λουκ. β' 16).
Εδώ έχομε μια έγκυρη (θεόπνευστη) μορτυρία για την ιεράρχησι της Αγίας Οικογενείας: Πρώτη έρχεται η Μαριάμ, έπειτα ο Ιωσήφ και στη θέσι του παιδιού το Βρέφος Ιησούς. Στις συνηθισμένες περιπτώσεις, πρώτος στην οικογένεια έρχεται ο άνδρας κι ακολουθεί η γυναίκα. Εδώ πρώτη έρχεται η Θεοτόκος. Όπως συμβαίνει στις κληρονομικές δυναστείες, όταν στον θρόνο ανεβαίνει γυναίκα - Βασίλισσα. Στις περιπτώσεις αυτές, ο άνδρας της βασίλισσας γίνεται βασιλικός σύζυγος και όχι βασιλεύς και γι΄ αυτό στην ιεραρχία της βασιλικής οικογένειας έρχεται δεύτερος.
Η Θεοτόκος ήταν φυσική απόγονος βασιλικού γένους, «εξ οίκου Δαβίδ» (Λουκ. 27) . Με την γέννησι του Βασιλέως του Ουρανού και της Γής αναδεικνύεται μητέρα του Βασιλέως Χριστού, Βασιλομήτωρ.
Η Θεοτόκος σαν Μητέρα του Βασιλέως ήταν πρώτη μέσα στην οικογένεια. Το πρωτείο αυτό της τιμής της το έδωσε ο Υιός και Θεός της, μετά δε την ένδοξο Μετάστασί της ο Κύριος πρόσφερε στην Παναγία Μητέρα του την πρώτη θέσι μέσα στην Εκκλησία και τον πρώτο θρόνο «εκ δεξιών του». «Παρέστη η βασίλισσα εκ δεξιών σου»!
Τριάντα ολόκληρα χρόνια η Θεοτόκος ήταν βασίλισσα του οίκου της! Τριάντα χρόνια διακονούσε, έτρεφε και ανέτρεφε τον αυξανόμενον «σοφία και ηλικία και χάριτι παρά θεώ και ανθρώποις» (Λουκ. β 52) Βασιλέα Χριστόν. «Η Παρθένος Μαρία υπήρξεν ασφαλώς η κατ’ εξοχήν «οίκουρός» (=νοικοκυρά, Τιτ. β' 5). Εκεί, εις την έργασίαν την σπιτικήν, εις τα έργα της νοικοκυράς ο Ιησούς είδε πώς εζύμωνε η Παναγία Μητέρα του το αλεύρι με το προζύμι και έκαμνε ωραίο και εύγευστο ψωμί. Εκεί είδε να μπαλώνη η Υπεραγία τα παληά ρούχα χωρίς να χρησιμοποιή καινούργιο ύφασμα, διότι αυτό θα κατέστρεφε τελείως το εφθαρμένον ένδυμα. Δεν είναι απίθανον μέσα εις το σπίτι του να είδε την Πάναγνον με το λυχνάρι να ψάχνη να εύρη την χαμένη δραχμή... Μόνη της εφρόντιζε τον Ιησούν δι’ όλα. Τον έλουζε και τον ετύλισσε με μαλακά ρουχαλάκια. Και χωρίς άλλο θα του έψελνε γλυκά ύμνους ιερούς, δια να κοιμηθή. Και την νύχτα, κατά τον ποιητήν, εσηκώνετο «κι αγάλια ενυχτοπερπατούσε και έσκυβε την ανάσα του ν’ ακούση» ή του ετοίμαζε εις την φωτιά γάλα ή χαμομήλι» (X, 116 εξ.) .
Ό,τι κι αν λέγεται, η γυναίκα είναι η βασίλισσα του σπιτιού! Απ’ εκεί γυναίκα - μητέρα μπορεί να επηρεάζη την κοινωνική ζωή και να κυβερνάη τις τύχες του κόσμου, αναδεικνύοντας ωλοκληρωμένους ανθρώπους. Οι σύγχρονες γυναίκες αμφισβητούν την άποψι αυτή. Γι’ αυτό εγκατέλειψαν το σπίτι και βγήκαν στον κοινωνικό στίβο. Το αποτέλεσμα: οι δρόμοι γέμισαν γυναίκες. Από την κοινωνία όμως και τον κόσμο χάθηκαν οι αληθινοί ηγέτες.
Εις σε καυχώμεθα και εις σε κατοφεύγωμεν, αγνή Αειπάρθενε.
(Μητροπολίτου Αχελώου Ευθυμίου Στυλίου, Η Πρώτη, εκδ. Γρηγόρη, σελ. 153-154)
357. Όταν προσεύχεσαι, να προσεύχεσαι πιο πολύ για τους άλλους παρά για τον εαυτό σου. Κατά τη διάρκεια της προσευχής σου, μην ξεχνάς ότι όλοι οι άνθρωποι αποτελούν ένα σώμα μαζί σου και ότι «ἐσμέν ἀλλήλων μέλη» (Εφεσ. δ’ 25). Να προσεύχεσαι για όλους όπως θα προσευχόσουν για σένα τον ίδιο, με την ίδια ζέσι, με το ίδιο ενδιαφέρον. Να θεωρής τις αδυναμίες τους και τις ασθένειές τους σαν δικές σου. Την πνευματική τους άγνοια, τα αμαρτήματά τους και τα πάθη τους σαν δικά σου. Τους πειρασμούς, τα δεινά και τα βάσανά τους σαν δικά σου. Τέτοια προσευχή είναι πολύ ευπρόσδεκτος από τον Κύριο, «παρ᾿ ῷ οὐκ ἔστι προσωποληψία» (Ρωμ. β’ 11), «οὐκ ἔνι παραλλαγὴ» (Ιακ. α’ 17). Γιατί η αγάπη του αγκαλιάζει όλα τα πλάσματά του.
358. Λέγε συνεχώς μέσα στην καρδιά σου: «Ο Χριστός είναι Αγάπη». Έτσι, θα αγαπάς όλους τους ανθρώπους, θυσιάζοντας χάριν αυτής της Αγάπης, ό,τι έχεις ακριβό, ακόμη και την ίδια σου τη ζωή.
(Η εν Χριστώ ζωή μου - Αγ. Ιωάννου της Κροστάνδης, εκδόσεις Παπαδημητρίου, σελ. 152)
Το παράνομο Συνέδριο
O ιερός Ευαγγελιστής Ματθαίος ξετυλίγει το θείο δράμα:
«Οι δε κρατήσαντες τον Ιησούν απήγαγον προς Καϊάφα τον αρχιερέα, όπου οι γραμματείς και οι πρεσβύτεροι συνήχθησαν» (Ματθ. ΚΣΤ΄, 57). Στο χωρίο αυτό μνημονεύεται η σύνθεση του ανώτατου Συνεδρίου των Ιουδαίων, που το αποτελούσαν 72 δικαστές. Η παράθεση του ονόματος του αρχιερέα, μας παρέχει τη δυνατότητα να παρατηρήσουμε ότι πραγματοποιήθηκαν δύο δίκες ενώπιον του Συνεδρίου, μια ανεπίσημη κατά τη νύκτα, η οποία είχε χαρακτήρα προανακρίσεως, και μια άλλη επίσημη, κατά την ανατολή της ημέρας.
Αξιοσημείωτη και η πληροφορία του στίχου περί του χώρου στον οποίο συναντήθηκε ο αναμάρτητος Υπόδικος με τον εν ενεργεία Καϊάφα. Γιατί η νυκτερινή αυτή συνάντηση στην οικία του Καϊάφα παρουσιάζει για άλλη μια φορά τη δολιότητα της υποθέσεως.
Το «συνήχθησαν» πολλαπλασιάζει αμέσως τη δικαστική ομήγυρη. Κι αυτό γιατί δε σημαίνει ότι ήσαν ήδη συνηγμένοι προτού να συλληφθεί ο Ιησούς, αλλά ότι η προσέλευσή τους άρχισε να γίνεται σταδιακά από την ώρα της συλλήψεως. Σε άλλες περιπτώσεις θα στεκόταν κανείς με σεβασμό απέναντι στη σύναξη εκείνη, που σκοπό είχε την απονομή της δικαιοσύνης. Αλλά στην προκειμένη περίπτωση η δίκη είχε περατωθεί πριν αρχίσει! Οι πωρωμένες τους καρδιές είχαν αποφασίσει την καταδίκη του Ιησού! Είχαν συγκεντρωθεί για να ικανοποιήσουν τη δίψα του πάθους τους. Γι αυτό και ο προφήτης τους χαρακτηρίζει ως «κύνες» και «συναγωγή πονηρευομένων».
Η δύναμη των αχαλίνωτων παθών όπως αυτή των μελών του Ιουδαϊκού Συνεδρίου νεκρώνει τη φωνή της αλήθειας και της δικαιοσύνης. Κανένα αξίωμα τότε δεν μπορεί να συγκροτήσει τον άνθρωπο από του να εκδηλώσει το πάθος του. Γιατί το πάθος τον αποτυφλώνει, τον εξαγριώνει. Ρίπτεται επάνω στο μισούμενο ως λιοντάρι και σκύλος. Δεν λαμβάνει υπόψη του το δίκαιο ή τη θέση του. Και οι γραμματείς και οι πρεσβύτεροι για άλλη μια φορά εργάζονται ύπουλα και δόλια. Θέλουν ως τέλειοι δάσκαλοι της υποκρισίας και εμπαίκτες που ήσαν να τηρήσουν τα προσχήματα. Συνέρχονται να δικάσουν λοιπόν. Αλλά και τώρα παράνομο είναι το Συνέδριο. Γιατί έπρεπε να δοθεί η άδεια από τον ηγεμόνα, αφού απέβλεπαν στο να εκδώσουν απόφαση θανατικής καταδίκης. Έπρεπε ακόμη να προειδοποιηθούν οι μάρτυρες υπερασπίσεως του Ιησού. Αυτό όμως το αποφεύγουν. Για τούτο και κατά τη διάρκεια της νύκτας κατεσπευσμένα αρχίζει η δίκη.
(Οδοιπορικό του Θείου Πάθους κατά τον ευαγγελιστή Ματθαίο, αρχιμ. Καλλίστρατου Λυράκη, σελ. 142-144)
H ΟΔΎΝΗ ΤΟΥ ΣΤΑΥΡΟΎ
Κάποτε τελείωσε η αιματηρή πορεία του Κυρίου προς το Γολγοθά. «Και ελθόντες εις τόπον λεγόμενον Γολγοθά, ο εστί λεγόμενος κρανίου τόπος, έδωκαν αυτώ πιείν όξος μετά χολής μεμιγμένον και γευσάμενος ουκ ήθελε πιείν». ( Ματθ.ΚΖ΄, 33-34) Στο Γολγοθά - στο λόφο που από το σχήμα του ονομαζόταν κρανίου τόπος- οι στρατιώτες δίνουν στον Κύριο να πιεί ξύδι με πικρό ποτό. Η πράξη αυτή αποτελούσε συνήθεια των Ιουδαίων προς τους μελλοθάνατους για να μετριάζουν έτσι τους φρικτούς πόνους του λιθοβολισμού ή του σταυρού. Ο Κύριος όμως δε θέλησε να το πιει. Επιθυμούσε να διατηρήσει τις αισθήσεις Του τελείως αδιατάρακτες μέχρι το θάνατο. Και απείχε πια απ’ αυτόν απόσταση αναπνοής, αφού ο ιερός Ματθαίος ευθύς αμέσως σημειώνει:
« Σταυρώσαντες δε αυτόν διεμερίσατο τα ιμάτια αυτού βαλόντες κλήρον» ( ΚΖ΄,35).
« Σταυρώσαντες δε αυτόν …»!
Με μία λέξη- μία απλή μετοχή- δηλώνεται η φρικωδέστερη πράξη του ανθρώπινου γένους: Η σταύρωση του Θεανθρώπου Κυρίου Ιησού Χριστού! Και ήταν ο σταυρός η πιο σκληρή και η πιο επώδυνη από τις Ρωμαϊκές ποινές. Γι’ αυτό και κανένας Ρωμαίος πολίτης δεν είχε σταυρωθεί ποτέ. Μόνο δούλοι, μεγάλοι εγκληματίες και στασιαστές καταδικάζονταν σε σταυρικό θάνατο.
Ναι. Ο σταυρικός θάνατος ήταν η πιο σκληρή και φοβερή ποινή. Κι αυτό γιατί η ολοένα επαυξανόμενη φλόγωση των πληγών της ράχης, των χεριών και των ποδιών, η συμφόρηση του αίματος στο κεφάλι, στους πνεύμονες και στην καρδιά, η διόγκωση των φλεβών, η ισχυρή και απερίγραπτη πίεση, οι πόνοι στο κεφάλι, η ακαμψία των μελών από την αναγκαστική και αφύσικη ακινησία του σώματος, προ παντός δε η ανείπωτη αγωνία, που προερχόταν από τη διαταραχή της κυκλοφορίας, ο φλογερός πυρετός και η δίψα, βασάνιζαν τον κατάδικο χωρίς να τον φονεύουν αμέσως.
Πράγματι. Αυτοί που σταυρώνονταν άντεχαν κρεμασμένοι πάνω στο σταυρό 12 ώρες αν είχαν πολύ ισχυρή κράση, έφθαναν και στις 48 με 60 ώρες. Πέθαιναν δε όχι από αιμορραγία –γιατί το αίμα των πληγών έπηζε και σταματούσε να εκρέει- αλλά από τη νέκρωση των μυών, των φλεβών και των νεύρων, από την εξάντληση των δυνάμεων και τους αβάστακτους πόνους. Οι φοβεροί πόνοι προέρχονταν από τη φλόγωση των πληγών και τη συγκέντρωση του αίματος στον εγκέφαλο.
Αυτή την οδύνη και αισχύνη του σταυρού υφίσταται τώρα ο αθώος Ιησούς από τα αχάριστα πλάσματα Του!
(Οδοιπορικό του Θείου Πάθους κατά τον ευαγγελιστή Ματθαίο, αρχιμ. Καλλίστρατου Λυράκη, σελ. 229-230)