ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗΣ
ΣΥΖΗΤΗΣΗΣ ΝΟΕΜΒΡ.-ΔΕΚΕΜΒΡ.
π. Νικόλαος (ΧΩΡΙΣ ΡΑΝΤΕΒΟΥ)
Δευτέρα: 12.30-2 μ. & 7-10 μ.μ.
Τρίτη: 12.30-2 μ. & 8.40 - 10 μ.μ.
Τετάρτη: 8.40 - 10 μ.μ.
Πέμπτη: 12.30-2 μ. & 7-10 μ.μ.
Παρασκευή:12.30 -2 μ. & 7-10 μ.μ.
Σάββατο: 12.30-2.30μ. & 7-9.30 μ.μ.
Κυριακή: 8.20-9.30 βράδυ
«Αναστάσα Μαριάμ» (Λουκ. α΄39).
Όσο διαρκούσε η συνομιλία με τον Αρχάγγελο, η Παρθένος διατηρούσε την ψυχική της ηρεμία. Όταν όμως «απήλθε ο άγγελος απ’ αυτής», τότε η υπαρξίς της αναστατώνεται. Μέσα στο εσωτερικό της ξεσπά θύελλα εντυπώσεων, σκέψεων και συναισθημάτων. Η καρδιά της χτυπά δυνατά και γρήγορα, μη μπορώντας ακόμα να συνέλθη από το συγκλονισμό του αγγελικού δράματος. Το μυαλό της βουίζει απ’ το περιεχόμενο του θείου μηνύματος. Την αγνή της ύπαρξη είχε πυρπολήσει η φωτιά της κλήσεως και της αγάπης του Θεού: «Α ν α σ τ ά σ α Μαριάμ»!
Η κλήσις του Θεού στον άνθρωπο είναι μια φωτιά που πυρπολεί την καρδιά κι αναστατώνει το νου. Είναι ένας σφοδρός άνεμος που φυσάει ξαφνικά και σπρώχνει το ιστιοφόρο της ανθρωπίνης υπάρξεως βαθειά μέσα στο πέλαγος των μεγάλων περιπετειών. Ένας από τους κλητούς του Θεού, ο προφήτης Ιερεμίας, περιγράφει πολύ χαρακτηριστικά την κατάσταση αυτή του καλουμένου ανθρώπου: «Και εγένετο πυρ καιόμενον φλέγον εν τοις οστέοις μου, και παρείμαι πάντοθεν και ου δύναμαι φέρειν» (Κ' 9) .
Το ίδιο συναίσθημα νοιώθουν και οι δύο μαθηταί του Ιησού που αξιώθηκαν να τον έχουν συνοδοιπόρο το δειλινό της μεγάλης εκείνης μέρας της Αναστάσεως, πηγαίνοντας προς Εμμαούς: «Ουχί η καρδία ημών καιομένη ην εν ημίν, ως ελάλει ημίν εν τη οδώ και διήνοιγεν ημίν τας γραφάς»; (Λουκ. κδ' 32).
Τα χρόνια πέρασαν, αλλ’ η καρδιά δεν μπορεί να λησμονήση τις μεγάλες εκείνες στιγμές της κλήσεως του Θεού. Την ατμόσφαιρα της ιερής εξάρσεως που ζήσαμε, την αποδίδουν οι πιο κάτω «σκέψεις» του Πασκάλ. Τις έγραψε τη νύχτα που ένοιωσε κι' αυτός την κλήση του Θεού:
«Έτος χάριτος 1654. Δευτέρα 23 Νοεμβρίου...
Από τας 10.30 μ.μ. περίπου μέχρι 12.30 περίπου.
Πυρ! Θεός του Αβραάμ, Θεός του Ισαάκ, Θεός του Ιακώβ.
Όχι φιλόσοφοι και επιστήμονες.
Βεβαιότης, βεβαιότης, συναίσθημα, χαρά, ειρήνη.
Ο Θεός του Ιησού Χριστού.
«Θεόν μου και Θεόν υμών».
Ο Θεός σου Θεός μου.
Λησμοσύνη του κόσμου και των πάντων, εκτός του Θεού.
Δεν ευρίσκεται παρά μόνον με τας οδούς που διδάσκει το Ευαγγέλιον.
Μεγαλείον της ανθρωπίνης ψυχής
«Πάτερ δίκαιε, και ο κόσμος σε ουκ έγων, εγώ δε σε έγνων»...
Χαρά, χαρά, χαρά, δάκρυα χαράς.
Εχωρίσθην απ’ αυτού...
Είθε να μη χωρισθώ απ’ αυτού εις τον αιώνα.
«Αυτή εστίν η αιώνιος ζωή, ίνα γιγνώσκωσί σε τον μόνον αληθινόν Θεόν
και ον απέστειλας Ιησούν Χριστόν».
Ιησούς Χριστός, Ιησούς Χριστός...
Αυταπάρνησις ολοκληρωτική και γλυκεία.
Πλήρης υποταγή εις τον Ιησούν Χριστόν• και εις τον πνευματικόν μου.
Αιωνίως εν χαρά διά μίαν ημέραν ασκήσεως επί της γης.
«Τα δικαιώματά σου ουκ επελαθόμην». Αμήν».
(βλ. οι Θεμελιωταί των Επιστημών, 1950, σελ. 24)
(Μητροπολίτου Αχελώου Ευθυμίου Στυλίου, Η Πρώτη, εκδ. Γρηγόρη, σελ.113-114)
Η ζωή μετά από μια απώλεια, έναν θάνατο, μια αρρώστια σωματική ή ψυχική, ένα διαζύγιο, μια αναπηρία… η ζωή μετά από μια καταιγίδα που συντάραξε τα θεμέλια της ύπαρξης σου! Είναι τόσο οδυνηρές κάποιες ακραίες καταστάσεις και πολλές φορές και τελείως ξαφνικές που βιώνει ο άνθρωπος που είναι ικανές να τον διαλύσουν, να τον αποδομήσουν ως οντότητα, να τον μετατρέψουν σε ένα ζωντανό νεκρό! Τί γίνεται όταν χάνεις το παιδί σου σε ένα τροχαίο ατύχημα ή από μια σπάνια αρρώστια; Τί γίνεται όταν ο άντρας σου σε εγκαταλείπει για μια άλλη γυναίκα ; Όταν γίνεσαι θύμα ενδοοικογενειακής βίας; Όταν καταστρέφεσαι οικονομικά ;Τί γίνεται όταν ένας ανεμοστρόβιλος ή ένας σεισμός σου κατεδαφίζει το σπίτι; Ή όταν διαγιγνώσκεσαι με καρκίνο και καλείσαι να δώσεις τη μάχη της ζωής σου; Η λίστα αυτή δεν έχει τελειωμό… είναι ανεξερεύνητη η Θεία Οικονομία!
Όταν καλείσαι να διαχειριστείς γεγονότα που σε υπερβαίνουν, τότε εκείνη ακριβώς την ώρα συνειδητοποιείς τη μηδαμινότητα σου! Πώς θα σηκώσω το ανάστημα μου για να συνεχίσω να πορεύομαι; Πώς θα μαζέψω τα κομμάτια μου; Πολλές φορές εγκαταλείπουμε τον αγώνα μας, αφηνόμαστε, δεν έχουμε το κουράγιο ή τη θέληση να ξανασηκωθούμε! Δε βρίσκουμε κάποιο κίνητρο ή κάποια κινητήρια δύναμη! Δε γίνεται να σηκώσεις κεφάλι αν δεν υπάρξει ένα χέρι να σε τραβήξει ξανά από το βυθό στην επιφάνεια! Πολλοί από εμάς αναζητούμε στήριξη σε ψυχιάτρους και ψυχολόγους που σίγουρα πολλά μπορούν να εισφέρουν αλλά ως ένα σημείο! Άλλοι καταφεύγουν στο ποτό ή σε άλλες καταχρήσεις ζώντας μέσα σε ψευδαισθήσεις!
Υπάρχει όμως ένα χέρι που μπορεί αν το πιάσουμε να μας χαρίσει μια νέα ζωή, καινούρια ελπίδα, νέα ορμή για ένα καινούριο ξεκίνημα με καινούριους στόχους! Το χέρι του Χριστού! Και όχι τυχαία! Ο Χριστός βίωσε το μεγαλύτερο πόνο που έχει βιώσει ή θα βιώσει ποτέ άνθρωπος! Τέσσερα καρφιά τον κάρφωσαν πάνω σε ένα σταυρό και μια λόγχη του διαπέρασε τα πλευρά! Στην προσευχή Του στη Γεσθημανή παρακάλεσε τον Πατέρα Του να μην πιεί ‘ το ποτήριον τούτο’, ο ιδρώτας του έσταζε αίμα γιατί έβλεπε τι θα ακολουθούσε και δεν το άντεχε! Η μοναξιά που ένιωσε πάνω στο Σταυρό ήταν ένας θάνατος γι’ Αυτόν! Η οδύνη από τη συμπεριφορά και την αμετανοησία των ανθρώπων ένα ακόμη καρφί στη γεμάτη αγάπη καρδιά Του για μας!
Και από κάτω από το Σταυρό, η Παναγία, η μητέρα Του! Ούτε που μπορούμε να διανοηθούμε τον πόνο αυτής της μάνας που έβλεπε τα βασανιστήρια του παιδιού της να εξελίσσονται μπροστά στα μάτια της! Μια ρομφαία διαπέρασε την καρδιά της όπως είχε προφητευτεί! Αντέχει όμως! Αντέχει και στέκεται αγέρωχη και θαρραλέα γιατί πίστεψε τα λόγια του Υιού της ότι σε τρεις μέρες θα αναστηθεί! Πίστευε ότι ο Χριστός είναι ο Υιός του Θεού και αυτή η πίστη την κάνει ανθεκτική και την κρατά ζωντανή! Και πράγματι σε τρεις μέρες ο Χριστός αναστήθηκε και ο Τάφος Του είναι κενός! Και έτσι νικήθηκε ο θάνατος και έτσι άνοιξαν οι πύλες του Ουρανού για τον άνθρωπο! Και έτσι ο άνθρωπος κατέστη συγκληρονόμος της Βασιλείας των Ουρανών! Και εκεί δεν υπάρχει ούτε λύπη, ούτε πόνος, ούτε στεναγμός αλλά Ζωή Ατελεύτητος!
Τί σπουδαία παρηγοριά! Να ξέρεις ότι μπορείς να βρεις κατανόηση και συμπαράσταση στο Χριστό μας και την Παναγία μας! Να ξέρεις ότι σου χαρίστηκε μια νέα Ζωή, Αληθινή, Αιώνια και πως προς αυτή την κατεύθυνση πρέπει να προσανατολίσουμε όλη μας την ύπαρξη! Η ζωή εδώ στη γη είναι προσωρινή, προθάλαμος, προετοιμασία για την απέναντι όχθη! Μετά το πρώτο σοκ, όταν θα έχει κάτσει η πρώτη σκόνη, ας στρέψουμε το νου μας στο Θεό και όχι με οργή, θυμό ή παράπονο πλέον αλλά με ταπείνωση ας Του ανοίξουμε την καρδιά μας να εισέλθει για να μπορέσει να μας θεραπεύσει!
Αν καταφέρουμε να αντιμετωπίζουμε υπό το πρίσμα της Αιωνιότητας τις θλίψεις και τις δοκιμασίες της ζωής μας, όχι μόνο δε θα μας λυγίζουν αλλά θα βγαίνουμε πιο ώριμοι πνευματικά και ψυχικά από αυτές , πιο δυνατοί και πιο ταπεινοί! Γιατί όποιος γονατίζει μπροστά στο Θεό δεν είναι ικανή καμία δοκιμασία να τον γονατίσει! Η πίστη στον Αναστημένο Χριστό διαλύει κάθε θλίψη και οδύνη γιατί Εκείνος είναι πιο δυνατός από αυτές! Ας το σκεφτόμαστε… πίσω από τα μαύρα σύννεφα που είναι τώρα μπροστά μας έχει ήδη ανατείλει ένας ολόλαμπρος ήλιος που θα μας φωτίσει και θα μας ζεστάνει… ο Ήλιος της Δικαιοσύνης!
Εγώ που τα γράφω τώρα αυτά έχω βιώσει ακραίες καταστάσεις! Έχω βιώσει όμως και τον Αναστημένο Χριστό σε αρκετές κρίσιμες στιγμές στη ζωή μου που Τον κάλεσα κοντά μου και Εκείνος έσπευσε! Οπότε πιστεύω ακράδαντα τα λόγια του Αγγέλου στις Μυροφόρες ‘ ουκ έστιν ώδε, αλλ’ ηγέρθη’! Μπορούμε αν το ποθήσουμε να ζούμε από εδώ μέσα στην Παρουσία Του και να ζήσουμε την ακραία Αγάπη Του! Και ας μην ξεχνάνε άλλωστε πως η πορεία του χριστιανού είναι σταυροαναστάσιμη!
Ας μην απελπιζόμαστε λοιπόν! Και όπως λέει και ο αγαπημένος μου Άγιος Σεραφείμ του Σαρώφ…. ‘ Χριστός Ανέστη Χαρά μου! ’
εν ετέρα μορφή (Μάρκου ιστ' 12).
Ο Ιησούς, μετά την Ανάστασι, φανερώθηκε με διαφορετική μορφή στους δύο μαθητάς, που πήγαιναν στους Εμμαούς. Γι’ αυτό και εκείνοι, αν και η καρδιά τους καιγόταν από την αίσθησι της παρουσίας του, δεν τον αναγνώρισαν.
Ο Ιησούς, μετά την Ανάστασι κρύβει τη συνήθη μορφή του, αυτήν που γνώρισαν οι άνθρωποι. Διότι δεν είναι πια η σωματική μορφή του Ιησού απαραίτητο στοιχείο για την αναγνώρισι του. Αυτό ισχύει μόνο για τους ανθρώπους. Ο Ιησούς θα αναγνωρίζεται μόνο με τα μάτια της πίστεως. Και τότε, που ήταν ακόμη στη γη οι άνθρωποι δεν δέχθηκαν τον Ιησούν, βλέποντας τη σωματική του μορφή. Τα μάτια τον είδαν. Τα αυτιά τον άκουσαν. Τα χέρια τον ψηλάφησαν και τελικά δεν τον δέχθηκαν παρά μόνο εκείνοι, που πίστευσαν σ’ αυτόν. Γι’ αυτό και ο Κύριος ζητούσε να τον ατενίζουν με τα μάτια της πίστεως.
Το ίδιο και τώρα, που δεν βρίσκεται σωματικά παρών στη γη. Η αναγνώρισις του Ιησού δεν γίνεται με την απλή ενατένισι στην ανθρώπινη μορφή του, αλλά με τη θεωρία της πίστεως. Και η πίστις στον Ιησού δεν είναι αποτέλεσμα της εποπτικής εμπειρίας, αλλά δώρον Θεού στις απλές ψυχές, που ειλικρινά ζητούν να δουν τον Θεόν. Ο Κύριος αυτούς ακριβώς εμακάρισε: «Τους μή ιδόντας και πιστεύσαντας» (Ιωάν. κ' 29).
«Η ζωή και οδός Χριστός, εκ νεκρών τω Κλεόπα και τω Λουκά συνώδευσεν, οίς περ επεγνώσθη, εις Εμμαούς κλών τον άρτον, ων ψυχαί και καρδίαι, καιόμεναι ετύγχανον, ότε τούτοις ελάλει εν τη οδώ και Γραφαίς ηρμήνευεν, ά υπέστη. Μεθ’ ων, Ηγέρθη, κράξωμεν ώφθη τε και τω Πέτρω» (Παρακλητική, 466).
(Επισκόπου Αχελώου Ευθυμίου, «Εκείνος», εκδ. Γρηγόρη, Αθήνα 2002, σελ. 307)
ε΄. Έλεγαν για τον Αββά Ζήνωνα, ότι, ενώ έμενε στη Σκήτη, βγήκε τη νύχτα από το κελλί του με κατεύθυνση προς το έλος. Και χάνοντας τον δρόμο, έκανε τρεις μέρες και τρεις νύχτες πεζοπορία. Κουρασμένος ύστερα, έχασε τις δυνάμεις του και έπεσε να πεθάνη. Και να, παρουσιάζεται μπροστά του ένα παιδόπουλο, όπου κρατούσε ψωμί και κανάτι με νερό. Και του έλεγε : « Σήκω, φάγε ». Και εκείνος σηκώθηκε και προσευχήθηκε, νομίζοντας ότι επρόκειτο για πλανερό όραμα. Και το παιδί του είπε : « Καλά έκαμες ». Και πάλι προσευχήθηκε για δεύτερη και τρίτη φορά. Και του ξαναλέγει : « Καλά έκαμες ». Σηκώθηκε λοιπόν ο γέρων, πήρε και έφαγε. Και μετά του λέγει: « Όσο βάδισες, τόσο είσαι μακριά από το κελλί σου. Αλλά έλα, ακολούθησε με ». Και ευθύς, βρέθηκε στο κελλί του. Του είπε λοιπόν ο γέρων : « Έλα μέσα, κάμε μας ευχή ». Και μόλις εισήλθε ο γέρων, ο άλλος έγινε άφαντος.
στ΄. Άλλοτε, ο ίδιος Αββάς Ζήνων, βαδίζοντας στην Παλαιστίνη και έχοντας κουρασθή, κάθισε κοντά σ’ ένα λαχανόκηπο για να φάγη. Και του λέγει ο λογισμός : « Κόψε ένα αγγουράκι και φάγε. Γιατί, τι είναι ; ». Εκείνος όμως αποκρίθηκε και είπε στον λογισμό : «Όσοι κλέβουν, πάνε στην κόλαση. Δοκίμασε λοιπόν τον εαυτό σου από εδώ, αν μπορής την κόλαση να βαστάξης». Σηκώθηκε λοιπόν και στάθηκε στο λιοπύρι επί πέντε μέρες και αφού, έτσι, ξεροψήθηκε, είπε : « Δεν μπορώ την κόλαση να βαστάξω ». Και λέγει στον λογισμό : « Αν δεν μπορής, μη κλέβεις και τρώγε ».
ζ΄. Είπε ο Αββάς Ζήνων : « Όποιος θέλει γρήγορα να εισακούση ο Θεός την προσευχή του, όταν σηκωθή και υψώνη τα χέρια του προς τον Θεό, πριν απ’ όλα και πριν από την ίδια του την ψυχή, υπέρ των εχθρών του ας προσευχηθή με όλο του το είναι. Έτσι, μ’ αυτό το κατόρθωμα, ότι και αν ζητήση από τον Θεό, θα εισακουσθή ».
η΄. Έλεγαν ότι υπήρχε κάποιος σε μια κώμη και πολύ νήστευε, ώστε να τον ονομάζουν νηστευτή. Ακούοντας δε γι’ αυτόν ο Αββάς Ζήνων, έστειλε και τον προσκάλεσε. Και εκείνος πήγε μετά χαράς. Χαιρετίστηκαν και κάθισαν. Άρχισε λοιπόν ο γέρων να εργάζεται, σιωπώντας. Μη μπορώντας δε να μιλήση μαζί του ο νηστευτής, άρχισε να ενοχλήται από την ακηδία. Και λέγει στον γέροντα : « Ευχήσου για μένα, Αββά, γιατί θέλω να φύγω ». Του λέγει ο γέρων : « Γιατί; ». Και εκείνος αποκρίνεται και του λέγει : «Γιατί νοιώθω την καρδιά μου σαν να καίεται και δεν ξέρω τι έχει. Όταν ήμουν στην κώμη, νήστευα έως το βράδι και ποτέ δεν μου συνέβη κάτι παρόμοιο ». Του λέγει ο γέρων : « Στην κώμη, από τα αυτιά σου τρεφόσουν. Αλλά πήγαινε από τώρα και να τρως κατά την ενάτη ώρα. Και ότι κάνεις, να το κάνης στα κρυφά ». Και μόλις άρχισε να το κάνη αυτό, με θλίψη περίμενε την ενάτη ώρα. Και έλεγαν όσοι τον γνώριζαν, ότι κυρίευσε τον νηστευτή δαιμόνιο. Πήγε λοιπόν και ανεκοίνωσε στον γέροντα όλα. Και εκείνος του είπε : « Αυτός ο δρόμος είναι σύμφωνα με το θέλημα του Θεού ».
Του Αββά Ζαχαρία
α΄ . Είπε ο Αββάς Μακάριος στον Αββά Ζαχαρία :
« Πες μου το έργο του μοναχού ». Του λέγει : « Εμένα ρωτάς, πάτερ ; ». Και του λέγει ο Αββάς Μακάριος : « Από εσωτερική πληροφορία αποτείνομαι σε σένα, τέκνο Ζαχαρία. Γιατί κάποιος με κεντά να σε ρωτήσω ». Του αποκρίνεται ο Ζαχαρίας : « Κατά τη γνώμη μου, πάτερ, το να βιάζη τον εαυτό του σε όλα, να τι είναι ο μοναχός ».
β΄. Ήλθε κάποτε ο Αββάς Μωυσής να βγάλη νερό και βρήκε τον Αββά Ζαχαρία να προσεύχεται στο πηγάδι και το Πνεύμα του Θεού να είναι καθισμένο πάνω του.
γ΄ . Είπε κάποτε ο Αββάς Μωϋσής στον αδελφό Ζαχαρία : « Πες μου, τι να κάμω ; ». Και ακούοντας τον, έπεσε στα πόδια του, λέγοντας : « Συ με ρωτάς, πάτερ ; ». Του λέγει ο γέρων: « Πίστεψέ με, τέκνο μου Ζαχαρία. Είδα το Πνεύμα το Άγιο να έχη κατεβή σε σένα και απ’ αυτό το γεγονός αναγκάζομαι να σε ρωτήσω ». Τότε, παίρνοντας ο Ζαχαρίας το κουκούλι του από το κεφάλι του, το έβαλε κάτω από τα πόδια και καταπατώντας το είπε : « Αν δεν συντριβή έτσι τινάς, δεν μπορεί να είναι μοναχός ».
δ΄. Ενώ έμενε κάποτε ο Αββάς Ζαχαρίας σε Σκήτη, είδε μια μυστική θεωρία. Σηκώνεται λοιπόν και ανεκοίνωσε το γεγονός στον Αββά του Καρίωνα. Αλλά ο γέρων όντας άνθρωπος της πράξεως, δεν καλοήξερε γύρω απ’ αυτά. Και σηκώθηκε και τον έδειρε, λέγοντας ότι από δαίμονες ήταν. Αλλά παρέμεινε ο λογισμός. Και σηκώνεται και πηγαίνει στον Αββά Ποιμένα τη νύχτα και του ανακοινώνει το ζήτημα και πως καίονται τα εντός του. Και βλέποντας ο γέρων ότι από Θεού ήταν, του λέγει : «Πήγαινε στον δείνα γέροντα και ότι σου πη, κάμε το». Πήγε λοιπόν σ’ εκείνον τον γέροντα και πριν προλάβη να του πη τίποτε, του τα λέγει όλα ο γέρων και ότι η θεωρία από Θεού ήταν. Και του συνέστησε να πάη και να υποταχθή στον πνευματικό του πατέρα.
ε΄ . Είπε ο Αββάς Ποιμήν, ότι ρώτησε ο Αββάς Μωυσής τον Αββά Ζαχαρία, λίγο πριν ο τελευταίος παραδώση το πνεύμα : « Τι βλέπεις; ». Και του αποκρίνεται : Δεν είναι καλύτερα να σιωπά τινάς, πάτερ ; ». Και του είπε : « Ναι, τέκνο μου, ας σιωπάς ». Και την ώρα πού παρέδινε το πνεύμα, καθισμένος ο Αββάς Ισίδωρος, ανάβλεψε στον ουρανό και είπε : « Ας ευφραίνεσαι, τέκνο μου Ζαχαρία, γιατί σου ανοίχθηκαν οι πόρτες της βασιλείας των ουρανών ».
(Είπε Γέρων,Το Γεροντικόν εκδ. Αστήρ, Αθήνα 1996 σελ.84-86)
αγαπάς με; (Ιωάννου κα' 15).
Ο Ιησούς ανησυχεί για την αγάπη του μαθητού, που τον αρνήθηκε τρεις φορές: του Πέτρου. Γι’ αυτό και μετά τα θλιβερά γεγονότα, μετά την Ανάστασι, ένα απαλόχρωμο πρωινό, στην ακρογιαλιά τον ρωτάει γεμάτος ήρεμη ανησυχία: «Σίμων Ιωνά αγαπάς με;»
Ο Ιησούς ανησυχεί για την αγάπη μας. Κι’ όμως εμείς έπρεπε ν’ ανησυχούμε για την αγάπη του. Ιδίως κάθε φορά που αμαρτάνομε. Κάθε φορά που τον αρνούμεθα. Κάθε φορά που προτιμούμε κάτι περισσότερο απ’ Αυτόν. Κάθε φορά που τον εγκαταλείπομε. Τότε έπρεπε να τον ρωτάμε: «Κύριε, μας αγαπάς ακόμα;» Κι’ όμως ο Ιησούς μας προλαμβάνει. Διότι εκείνο, που κινδυνεύει δεν είναι η δική του αγάπη για μας, αλλά η δική μας αναιμική αγάπη. Η δική του αγάπη είναι αμετακίνητη. Πέλαγος ανεξάντλητο. Εκείνο, που σβήνει είναι η δική μας αγάπη. Γι’ αυτό και ο Ιησούς με πολλή λαχτάρα σπεύδει κοντά μας και μας ρωτάει διακριτικά: «Παιδί μου, με αγαπάς;» Ο Ιησούς δεν αφίνει τις φιλίες του να σβήσουν. Δεν είναι ψυχρός και αδιάφορος. Του κοστίζει κάθε μας απομάκρυνσις από κοντά του. Η καρδιά του χτυπάει δυνατά και στη σκέψι πώς θα τον εγκαταλείψωμε. Δεν υπάρχει στιγμή που ο Ιησούς δεν ανησυχεί. Ξέρει ότι ζούμε μέσα στον κόσμο. Ότι μας περιστοιχίζουν τόσες σειρήνες. Τόσοι πειρασμοί. Μήπως μας κέρδισαν την καρδιά; Μήπως μας πήραν την αγάπη; Μήπως «επροτιμήσαμεν τι του Χριστού;»
Κάθε φορά που θα μας συνάντηση ο Ιησούς σε στιγμές ήσυχες, σε στιγμές περισυλλογής και κατανύξεως θα μας ρωτήση διακριτικά «αγαπάς με;». Είναι η αγία ανησυχία του Ιησού. Πόση χαρά νοιώθει, όταν παίρνη από μας τη διαβεβαίωσι: «Ναι, Κύριε, συ οίδας ότι φιλώ σε»! Ο Ιησούς δεν θα παύση ν’ ανησυχή για την αγάπη μας μέχρις ότου τη σταθεροποιήση και μας κατακτήση απόλυτα.
«Φανερών εαυτόν τοις Μαθηταίς σου Σωτήρ, μετά την Ανάστασιν, Σίμωνι δέδωκας την των προβάτων νομήν εις αγάπης αντέκτισιν, την του ποιμαίνειν φροντίδα αιτών. Διο και έλεγε. Ει φιλείς με, Πέτρε, ποίμαινε τα αρνία μου, ποίμαινε τα πρόβατα μου. Ο δε ευθέως ενδεικνύμενος το φιλόστοργον, περί του άλλου Μαθητού επυνθάνετο. Ων ταις πρεσβείαις, Χριστέ, την ποίμνην σου διαφύλαττε, εκ λύκων λυμαινομένων αυτήν» (Παρακλητική, V 468). 308
(Επισκόπου Αχελώου Ευθυμίου, «Εκείνος», εκδ. Γρηγόρη, Αθήνα 2002, σελ.308)
Η πρώτη φορά που αντίκρυσα το Σταυρό του Χριστού ήταν όταν ήμουν πάρα πολύ μικρός! Πρώτη φορά έβλεπα το Θεάνθρωπο! Τότε βέβαια δεν ήξερα ποιος ήταν! Συγκλονίστηκα απ’αυτό το θέαμα… ένας άνθρωπος καρφωμένος πάνω σε ένα σταυρό!!! Ράγισε η καρδιά μου! Έτρεξα στη γιαγιά μου και τη ρώτησα ‘ ποιος είναι αυτός;’ ‘ γιατί τον έχουν σταυρώσει;’ ‘τί τους έκανε;’ Η γιαγιά μου με προθυμία μου εξηγούσε… όμως οι ερωτήσεις μου ήταν ατελείωτες ώσπου απηύδησε κάποια στιγμή και μου είπε… ‘ δεν ξέρω! Ρώτα Τον!’ Αυτή ήταν η πιο όμορφη συμβουλή που μου έχουν δώσει ποτέ! Πραγματικά ψυχοσωτήρια! Από τότε αυτό κάνω και έχω καταλάβει πως δεν υπάρχει καλύτερος δάσκαλος στη γη από τον Εσταυρωμένο Χριστό! Όταν Τον κοιτάς με αγάπη, με απλότητα και με πίστη δεν υπάρχει αναπάντητο γιατί! Και τότε, όταν ήμουν μακριά από το Χριστό και ζούσα άλλη ‘ζωή’, όταν έβλεπα το Σταυρό Του, σάστιζα! Και Τον ρωτούσα αλλά παρότι ένιωθα ότι μου απαντούσε μέσα στην καρδιά μου, δεν καταλάβαινα τί μου έλεγε γιατί εγώ δεν ήμουν μέσα μου! Μερικά βράδια καθώς πήγαινα σπίτι μου, τρεις ή τέσσερις το βράδυ, καθόμουν έξω από το ναό και Τον κοιτούσα από το τζάμι… κι αναρωτιόμουν ποιος είναι σε χειρότερη κατάσταση, Αυτός που είναι σταυρωμένος ή εγώ που είμαι τόσο αμαρτωλός;
Κάποια Μεγάλη Πέμπτη οι πόρτες του ναού άνοιξαν και για μένα! Τώρα ξέρω πολύ καλά ότι Αυτός τις άνοιξε! Ο Εσταυρωμένος Χριστός! Για μένα προσωπικά σταυρώθηκε! Όπως και για όλους ανεξαιρέτως τους ανθρώπους… προσωπικά! Πόσο τον αγαπώ το Σταυρό του Χριστού! Αν γινόταν θα ήθελα να τον κοιτάζω όλη μέρα, από το πρωί ως το βράδυ, για πάντα! Χωρίς να Του λέω τίποτα! Απλά να αδειάζω από όλα και Αυτός να με γεμίζει την Αλήθεια Του!
Λοιπόν ας έρθετε όλοι στον Εσταυρωμένο! Κι εσείς που δηλώνετε άθεοι ρωτήστε Τον για τη δυστυχία που υπάρχει στον κόσμο, για τα στρατόπεδα συγκεντρώσεως και για όλα αυτά που απορείτε! Ρωτήστε Τον με καθαρή καρδιά κι ακούστε Τον πόσα έχει να σας πει! Ειδικά για κάποια στρατόπεδα συγκέντρωσης που ούτε που φαντάζεστε πόσο βδελυρά είναι… οι καρδιές των ανθρώπων χωρίς Χριστό! Στρατόπεδα συγκεντρώσεως παθών και ανομιών! Πολλές καρδιές μαλάκωσε και φιλοτίμησε αυτό το υπερθέαμα, ο Χριστός, ο Θεός μας, ανήμπορος, γυμνός, σταυρωμένος… για μας! Αν κάποιος Τον βλέπει και δε συγκινείται, δε μετανοεί, δε συγκλονίζεται η ψυχή του από Αυτόν, τότε είναι ικανός να βάλει ανθρώπους στο φούρνο, να σκοτώσει, να βασανίσει, να κάνει τα πάντα!
Αν Αυτός, η Εσταυρωμένη Αγάπη, δε μας λέει τίποτα, φοβάμαι ότι ούτε τα Ευαγγέλια θα μας πουν, ούτε τα κηρύγματα! Άλλωστε πάνω Του είναι γραμμένα όλα τα Ευαγγέλια! Όλοι οι Απόστολοι εκήρυτταν ‘ Ιησούν Εσταυρωμένον’! Είναι το Ευαγγέλιο αυτών που δεν ξέρουν γράμματα, που δεν είναι ‘ διάνοιες’, ‘παντογνώστες’και ‘λογικοί’… πόσο ζηλεύω τους απλούς ανθρώπους! Πόσα λέει σ’αυτούς ο Σταυρός του Χριστού μας! Ας πάμε όλοι με παιδική, αγνή καρδιά να Τον ρωτήσουμε… ‘ τί είναι αγάπη, ποιος είναι η Αγάπη, γιατί σε μένα, πώς θα σωθώ, τί να κάνω…’ Αυτός θα μας απαντήσει βαθιά στην καρδιά μας! Ας μην Τον προσπερνάμε λοιπόν, ας μην αναρωτιόμαστε στον αέρα ‘γιατί αυτό’ και ‘ γιατί εκείνο’! Αυτό είναι το εύκολο κομμάτι! Το δύσκολο είναι να απαντήσουμε εμείς τις ερωτήσεις Του! Γιατί όλα αυτά που ρωτούσα μικρός, είναι γραμμένα πάνω στον Τίμιο Σταυρό! ‘ Γιατί με σταυρώσατε; γιατί δεν ακούτε αυτά που σας λέω; γιατί με αφήνετε μόνο μου;… και άλλα πολλά δυσβάσταχτα ερωτήματα που τα ακούνε μόνο όσοι έχουν συνείδηση!
Πάντως είναι και μια ερώτηση στην οποία ο Κύριος μένει σιωπηλός από απέραντη αγάπη, μακροθυμία και διακριτικότητα! ‘ Ποιοι Σε σταύρωσαν Κύριε;’…. ‘ Μήπως εγώ;’… (Κ.Β)
- Είδες το σαλονάκι σάς πόσο ομόρφυνε με τις γκρί κουβέρτες; ήρθε λίγο σε λογαριασμό.
- Γέροντα, πώς θα καταλάβη ένας μοναχός αν κάτι ταιριάζη ή δεν ταιριάζη στο Μοναστήρι;
- Να ξεκινάη από 'κει, να σκέφτεται: «Τί είμαι και τί υποχρεώσεις έχω στην ζωή που ζώ;». Τον στρατό τον τιμάει το χακί. Το Μοναστήρι το τιμάει το μαύρο. Αν βάλουν στον στρατό μαύρα και στο Μοναστήρι χακί, δεν ταιριάζει. Αντε τώρα εσείς να βάλετε άσπρο νοσοκομειακό σαν τις αδελφές νοσοκόμες - αδελφές δεν λέγεσθε και εσείς; - και εκείνες μαύρα, για να φέρουν σε απελπισία τους αρρώστους και να πούν οι άρρωστοι: «Θα πεθάνουμε, φαίνεται, και δεν μας το λένε καθαρά»!... Δεν ταιριάζει, πώς να το κάνουμε! Κάτι μπορεί να είναι όμορφο, αλλά στον Μοναχισμό δεν ταιριάζει. Και το βελούδο είναι όμορφο, αλλά, αν φορέσω ένα ράσο βελούδινο, αυτό δεν με τιμά, αλλά με βρίζει. Μη χρησιμοποιήτε κόκκινα, χρωματιστά! Δεν κάνει!
- Δηλαδή, Γέροντα, να είναι άχρωμα, άγευστα...
- Τότε θα έρθη η γεύση. Πρέπει όμως να το καταλάβη κανείς αυτό. Αυτήν την χαρά της απλότητος οι άνθρωποι δεν την έχουν καταλάβει ακόμη. Νά, εγώ στο Καλύβι βρέχω την σκούπα και παίρνω τις αράχνες από τις κάπνες -καί αυτό μία φορά τον χρόνο το κάνω - και έτσι όπως είναι βρεγμένη η σκούπα, κάνει κάτι όμορφα σχέδια, νερά μαύρα-άσπρα πάνω στο ταβάνι! Αν τα δη κανείς, θα νομίζη ότι το έχω βάψει! Ξέρετε πόσο το χαίρομαι;
Γνωρίζω μοναχούς που δεν χαρήκανε από το πνευματικό πνεύμα αλλά από το κοσμικό. Δεν νιώσανε αυτό το σκίρτημα, την χαρά της απλότητος. Στην πνευματική ζωή βοηθάει πάρα πολύ η λιτότητα. Ο μοναχός πρέπει να έχη αυτά που του χρειά-ζονται και αυτά που του ταιριάζουν. Ας περιορισθή μέχρι αυτό που τον διευκολύνει λίγο, να μην πάη στο κοσμικό. Μία στρατιωτική λ.χ. κουβέρτα εξυπηρετεί την ανάγκη, δεν χρειάζεται να είναι μία κουβέρτα δαντελωτή ή χρωματιστή. Έτσι έρχεται η απλότητα, η πνευματική λεβεντιά.
Δώσε πράγματα στον μοναχό, τον κατέστρεψες. Ενώ, όταν αδειάζη από τα πρά¬γματα κανείς, αυτό ξεκουράζει. Και αν ο μοναχός μαζεύη πράγματα, καταστρέφει μό¬νος του τον εαυτό του. Εγώ, όταν μου στέλνουν πράγματα, νιώθω βάρος και θέλω να ξελαφρώσω, Ή, όταν έχω κάτι περίσσιο στο Κελλί μου, αισθάνομαι σαν να φορώ μία σφιχτή φανέλλα. Αν δεν βρώ που να τα δώσω, καλύτερα να τα πετάξω. Ενώ, μόλις τα δώσω, νιώθω μία ανακούφιση, μία ελευθερία. Ήρθε μία φορά κάποιος γνωστός και μου λέει: «Γέροντα, ο τάδέ μου έδωσε αυτά τα πράγματα να σάς τα φέρω και ζήτησε να ευχηθήτε να του φύγη το άγχος». «Να φύγη από εκείνον και να έρθη σ' εμένα; Παρ' τα και φύγε, του λέω. Εγώ τώρα γέρασα, δεν μπορώ να πηγαίνω να μοιράζω πράγματα».
Όλες οι ευκολίες που έχουν οι άνθρωποι σκλαβώνουν τον μοναχό αντί να τον βοηθήσουν. Ο μοναχός πρέπει να προσπαθή να ελαττώνη τις ανάγκες του και να απλοποιή την ζωή του, αλλιώς δεν ελευθερώνεται. Αλλο καθαριότητα, άλλο λούσο. Πολύ βοηθάει, για να μπορέση να ελαττώση τις απαιτήσεις του, να κάνη πολλές δουλειές με ένα πράγμα. Στο Σινά είχα ένα κονσερβοκούτι και εκεί εφτίαχνα και το τσάι, εκεί και τον χυλό. Τί νομίζετε πώς χρειάζεται ο άνθρωπος για να ζήση; Παλιά στην έρημο έτρωγαν μόνο χουρμάδες. Ούτε φωτιά αναβαν ούτε ξύλα χρειάζονταν. Εγώ τώρα πήρα ένα κονσερβοκούτι από γάλα, το έκοψα λίγο και έκανα κάτι σαν χερούλι. Πιό εύκολο είναι να κάνης μ' αυτό καφέ ή τσάι. Ένα και ένα στο καμινέτο ζεσταίνεται! Που εκείνα τα μπρίκια! Θέλουν ένα σωρό οινόπνευμα, για να ζεσταθούν! Με αυτό, λίγο βαμβάκι με οινόπνευμα βάζεις, και τάκ, γίνεται ο καφές. Και για φως ούτε λάμπα έχω. Μόνο με το κερί περνώ το βράδυ.
Γενικά τα απλά πολύ βοηθούν. Να έχετε απλά και στέρεα πράγματα. Το ταπεινό και απλό και οι κοσμικοί το εκτιμούν και τους μοναχούς βοηθάει. Θυμάται κανείς την φτώχεια, τον πόνο, την καλογερική. Όταν είχε πάει στην Μεγίστη Λαύρα ο βασιλιάς Γεώργιος, οι Πατέρες βρήκαν έναν ασημένιο δίσκο και του πήγαν το κέρασμα. Μόλις τον είδε εκείνος, τους είπε: «Εγώ περίμενα κάτι άλλο από σας, περίμενα ξύλινο δίσκο. Τέτοιους δίσκους τους έχω βαρεθή».
Αυτήν την γλύκα της απλότητος δεν την έχετε καταλάβει. Η απλότητα ξεκου-ράζει. Κοίταξε τί ωραίο κρεμαστάρι γίνετε με ένα καρούλι! Πολύ πρακτικό! Εσείς βασανίζεσθε! Έχετε εδώ ένα καρφάκι ψιλό, για να κρεμάση καείς το ράσο του. Αν βγή ο ασβέστης, θα πρέπη κάθε φορά που ξεκρεμάς το ράσο να το τρίβης, για να καθαρίση! Δεν βάζετε μερικά μεγάλα καρφιά στον τοίχο, για να εξυπηρετηθήτε. Τόσος τοίχος ούτε ένα καρφί! Ή βάζετε μία ξύλινη κρεμάστρα. Αυτή θέλει λούστρο, ξεσκόνισμα κ.λπ. Αντί να απλοποιήτε τα πράγματα, για να μη χάνετε χρόνο, μπαίνετε στό... «πολυχρόνιο». Θέλετε το τέλειο και ταλαιπωρείσθε. Το τέλειο στα πνευματικά να το θέλετε. Να μη δίνετε όλον τον δυναμισμό σας σε εξωτερικά καλλιτεχνικά, αλλά στην καλλιτεχνία της ψυχής. Μέρα-νύχτα να κοιτάζετε για την τελειοποίηση της ψυχής. Αν το καλλιτεχνικό το αξιοποιήσετε στην καλλιέργεια της ψυχής, θα χαίρεστε για το πνευματικό παλατάκι σας.
- Γέροντα, λένε μερικοί ότι τα Μοναστήρια είχαν τα πιο πολυτελή πράγματα και κράτησαν τον πολιτισμό στον κόσμο!...
- Μπορεί να εννοούν τα κειμήλια. Τα περισσότερα κειμήλια ξέρετε πότε μαζεύτηκαν; Μετά την Αλωση της Κωνσταντινουπόλεως μαζεύτηκαν. Όλα αυτά ήταν πρώτα στα παλάτια. Αλλά μετά, για να τα φυλάξουν, τα πήγαιναν στα Μοναστήρια. Η βασίλισσα Μάρω λ.χ. τα κουβαλούσε λίγα-λίγα από τον Σουλτάνο. Ή τα άφηνε κανείς στο Μοναστήρι, όταν πέθαινε, για να μη χαθούν. Όχι ότι τα Μοναστήρια επεδίωκαν να τα παίρνουν, αλλά εκείνοι που τα είχαν, ενίωθαν μία ασφάλεια και τα πήγαιναν εκεί. Στα Μοναστήρια πάλι του Αγίου Όρους άφηναν περιουσίες, για να τρώη ψωμί ο κόσμος, επειδή δεν υπήρχαν ούτε Γηροκομεία ούτε Ορφανοτροφεία ούτε Ψυχιατρεία ούτε Φιλανθρωπικά Ιδρύματα. Έδιναν και μεγάλες εκτάσεις, για να έχουν τα Μοναστήρια να δίνουν στους λαϊκούς που είχαν ανάγκη. Τότε δηλαδή έβλεπαν πιο πέρα, βοηθούσαν εκείνα τα δύσκολα χρόνια τον καημένο τον κόσμο υλικά, για να τον βοηθήσουν μετά και πνευματικά. Στα Μοναστήρια, όταν πήγαιναν οι φτωχοί, τους έδιναν καμμιά ευλογία, και έτσι πάντρευαν το παλληκάρι τους ή την κοπέλα τους. Δηλαδή σκοπός τους ήταν να βοηθήσουν τον καημένο τον κόσμο, γι' αυτό εφτίαχναν και μεγάλα κτίρια. Στην Κατοχή ξέρεις πόσο κόσμο βοήθησαν τα Μοναστήρια; πάρα πολύ! Πολλοί κοσμικοί τότε είχαν επίθετο «Καράκαλλος», γιατί, όταν ένα σπίτι ήταν φιλόξενο, έλεγαν ότι είναι σαν την Μονή Καρακάλλου . Γι' αυτό γίνονταν και τα πανηγύρια στις Μονές, όταν γιόρταζε ο Αγιος, για να βρη λίγο ψάρι ο φτωχός κόσμος να φάη. Να χαρή λίγο και παράλληλα να βοηθηθή πνευματικά. Τώρα για ποιό λόγο να γίνωνται τα πανηγύρια; Ποιός ο σκοπός να φάη ο κόσμος ψάρι, αφού σήμερα δεν στερείται;
(όγοι τόμος Α σελ.164-168)
Του αββά Ευαγρίου.
Είπε ο αββάς Ευάγριος: «Όταν κάθεσαι στο κελλί σου, περιμάζεψε τον λογισμό σου. Θυμήσου τη μέρα του θανάτου. Κοίτα τότε του σώματος τη νέκρωση. Νοιώσε το μεγάλο αυτό δεινό. Δέξου τον κόπο. Κατάλαβε τη ματαιότητα του κόσμου. Έτσι θα μπορέσης να μένης πάντα στην πρόθεση της ησυχίας και δεν θα ασθενήσης. Θυμήσου δε και το τι γίνεται τώρα στον άδη. Συλλογίσου το πώς είναι εκεί οι ψυχές, σε ποια φοβερώτατη σιωπή, σε ποιόν πικρότατο στεναγμό και σε τι φόβο και αγωνία και αναμονή. Τον ακατάπαυστο πόνο. Το ψυχικό και ασταμάτητο δάκρυ. Αλλά θυμήσου και τη μέρα της αναστάσεως, όπου θα σταθούμε μπροστά στον Θεό. Φαντάσου το φριχτό και φοβερό εκείνο βήμα. Φέρε στη μέση τι περιμένει όσους αμαρτάνουν. Τη μεγάλη ντροπή μπροστά στον Θεό και τους Αγγέλους και τους Αρχαγγέλους και όλους τους ανθρώπους. Ήγουν τιμωρίες, φωτιά αιωνία, το σκουλήκι το ακοίμητο, τον τάρταρο, το σκοτάδι, το τρίξιμο των δοντιών, τους φόβους και τις βασάνους. Σκέψου τώρα και τα αγαθά οπού περιμένουν τους δικαίους, την ελευθεροστομία που θα έχουν στον Θεό και Πατέρα και στον Χριστό του, στους Αγγέλους και Αρχαγγέλους και σε όλη τη σύναξη των αγίων, τη βασιλεία των ουρανών και όλα τα δωρήματά της, τη χαρά και τη δική της απόλαυση. Και τα μεν και τα δε φέρνε τα στη μνήμη σου. Και για μεν την καταδίκη των αμαρτωλών δάκρυσε, πένθησε, φοβούμενος μη βρεθής και ο ίδιος ανάμεσα τους. Για όσα περιμένουν δε τους δικαίους, να χαίρης και να ευφραίνεσαι. Έτσι, φρόντισε να απολαύσης αυτά και να αποξενωθής εκείνα. Πρόσεξε να μη χάσης ποτέ, είτε βρίσκεσαι μέσα στο κελλί σου είτε κάπου έξω, τη μνήμη τους. Έτσι, σαν τα θυμάσαι αυτά, θα ξεφύγης τους ρυπαρούς και βλαβερούς λογισμούς ».
β΄. Είπε πάλι : « Κόβε τις σχέσεις με τους πολλούς, ώστε ο νους σου να μη ξεστρατίση και ταράξη τον τρόπο της ησυχίας ».
γ΄. Είπε πάλι : « Μεγάλο πράγμα είναι το να προσεύχεται τινάς απερίσπαστα. Πιο μεγάλο δε και το να ψάλλη απερίσπαστα ».
δ΄. Είπε πάλι : « Να θυμάσαι πάντα την έξοδό σου απ’ αυτή τη ζωή και να μη ξεχνάς την αιωνία κρίση. Έτσι, δεν θα υπάρχη ενοχή στην ψυχή σου ».
ε'. Είπε πάλι : «Βγάλε από τη μέση τους πειρασμούς και κανείς δεν θα υπάρχη οπού να σώζεται ».
στ'. Είπε πάλι, ότι έλεγε κάποιος από τους πατέρες : « Η όσο το δυνατόν στεγνότερη και ομαλή διατροφή, συνδυασμένη με την αγάπη, εισάγει ασφαλέστερα τον μοναχό στο λιμάνι της απαθείας ».
ζ'. Έγινε κάποτε σύσκεψη στα Κελλιά για κάποιο ζήτημα και μίλησε ο Αββάς Ευάγριος. Του λέγει τότε ο πρεσβύτερος : « Ξέρουμε, Αββά, ότι αν βρισκόσουν στην πατρίδα σου, θα ήσουν οπωσδήποτε και επίσκοπος και επί κεφαλής πολλών. Ενώ τώρα, σαν ξένος διαμένεις εδώ ». Και εκείνος, κατανυγμένος, δεν ταράχθηκε. Κούνησε μονάχα το κεφάλι του και είπε : « Αλήθεια είναι, πάτερ. Πλην, μια φορά μίλησα και πλέον τίποτε δεν έχω να προσθέσω ».
Του Α β β ά Ζ ή ν ω ν ο ς
α΄. Είπε ο Αββάς Ζήνων, ο μαθητής του Αββά Σιλουανού : «Να μη κατοίκησης σε τόπο ονομαστό, μήτε να μείνης με άνθρωπο όπου έχει μεγάλη φήμη, μήτε να βάλης θεμέλιο για να χτίσης στον εαυτό σου κελλί ποτέ ».
β'. Έλεγαν για τον Αββά Ζήνωνα, ότι από την αρχή δεν ήθελε να δέχεται τίποτε από κανέναν. Έτσι, όσοι του έφερναν κάτι, έφευγαν λυπημένοι, γιατί δεν έπαιρνε την προσφορά τους. Και άλλοι έρχονταν σ’ αυτόν, θέλοντας να πάρουν κάτι σαν από μεγάλο γέροντα και δεν είχε να τους δώση και έφευγαν και αυτοί λυπημένοι. Λέγει ο γέρων :
« Τι να κάμω; Και εκείνοι όπου φέρνουν, λυπούνται. Και εκείνοι όπου θέλουν να πάρουν, επίσης. Αυτό είναι το καλύτερο, όπου έχω να κάμω : Αν φέρνη κάποιος κάτι, θα το παίρνω. Και αν τινάς ζητά, θα του δίνω ». Και κάνοντας έτσι, αναπαυόταν και όλους τους ευχαριστούσε.
γ΄. Επισκέφθηκε ένας Αιγύπτιος αδελφός τον Αββά Ζήνωνα στη Συρία και κατηγορούσε τους λογισμούς του ενώπιον του γέροντος. Και εκείνος, θαυμάζοντας, είπε :
« Οι Αιγύπτιοι, τις αρετές οπού έχουν, τις κρύβουν. Και τα ελαττώματα οπού δεν έχουν, πάντοτε τα κατηγορούν. Ενώ οι Σύροι και οι προερχόμενοι από τον ελληνικό κόσμο, τις αρετές οπού δεν έχουν, λένε ότι τις έχουν. Όσα δε ελαττώματα έχουν, τα κρύβουν ».
δ΄. Ήλθαν σ’ αυτόν κάποιοι αδελφοί και τον ρώτησαν, λέγοντας : « Τι σημαίνει το ρητό οπού υπάρχει στη βίβλο του Ιώβ : « Ουρανός δε ου καθαρός ενώπιον αυτού ; ». Αποκρίθηκε δε ο γέρων και τους είπε : « Παράτησαν οι αδελφοί τις αμαρτίες τους και για τους ουρανούς ερευνούν. Αυτή είναι λοιπόν η ερμηνεία του ρητού: Επειδή μόνος Αυτός είναι καθαρός, γι’ αυτό είπε : Ουρανός δε ου καθαρός εστίν ».
(Είπε Γέρων,Το Γεροντικόν εκδ. Αστήρ, Αθήνα 1996 σελ.80-84 )
Πραγματοποίησες ένα αληθινά ιερό έργο: Με αξιοθαύμαστο ζήλο, όχι μόνο πήγες και προσκύνησες τα χαριτόβρυτα λείψανα άγιων ανδρών και γυναικών, αλλά υπομονετικά και ακούραστα ακολούθησες τα ίχνη του Κυρίου μας, περιοδεύοντας στους Αγίους Τόπους.
Με χαρά διαπιστώνω ότι η ιεραποδημία σου δεν ήταν μια πρόφαση για την πραγματοποίηση ενός ανώφελου και χασομέρικου «θρησκευτικού τουρισμού», που είναι πολύ της μόδας σήμερα.
Πήγες στην Αγία Γή σαν συνειδητός πιστός, ταπεινός και ευλαβής προσκυνητής, για να πάρεις την ευλογία και να οικειωθείς τη μυστική χάρη, που αναβλύζει πλούσια μεσ’ από τα πανίερα προσκυνήματά της. Και μετά από πολλούς κόπους, πράγματι αμείφθηκες με πολύτιμους πνευματικούς θησαυρούς.
Επομένως, ύστερα απ’ όλ’ αυτά, οι δυσκολίες και οι πειρασμοί που σε τριγυρίζουν τώρα, παραχωρούνται φανερά από το Θεό για να δοκιμαστείς. Για ν’ αποδείξεις, με πολλή καρτερία και γενναία υπομονή, ότι πράγματι έχεις οικειωθεί αυτούς τους πνευματικούς θησαυρούς. Για ν’ αποδείξεις στον εαυτό σου και σε μας ότι κανένας και τίποτα δεν μπορεί να σου τους αφαιρέσει.
Δέξου, λοιπόν, μ’ ευγνωμοσύνη και απόλυτη αταραξία αυτό το πειρασμικό κύμα. Εφάρμοσε τη συμβουλή Του Αββά Δωροθέου: Αν ταπεινωθείς μπροστά στο Θεό, και αν υπομείνεις με ευχαριστία το ζυγό της θλίψεως και του πειρασμού, και αν αγωνιστείς λίγο, η βοήθεια του Θεού θα σε λυτρώσει. Κι έτσι πολύ σύντομα θα διαπιστώσεις ότι οι θησαυροί που είχες αποκτήσει πριν, τώρα αστραποβολούν με μια καινούργια, εντονότερη κι εκτυφλωτική λάμψη!
* * *
Μη λες μεγάλα λόγια, σχετικά με τις ευλογίες που αποκομίζουν όσοι μας επισκέπτονται συχνά. Είναι βιαστικό και παράτολμο να συμπεραίνεις ότι η δουλειά σου σ’ εμποδίζει να έρθεις εδώ, επειδή στα μάτια του Θεού είσαι «ανάξιος να δεχτείς τη χάρη Του».
Ο καθένας που μας επισκέπτεται, ωφελείται πνευματικά κατά το μέτρο της πίστεώς του. Όσοι έχουν ασθενική πίστη, ωφελούνται λίγο ή, μερικές φορές, και καθόλου. Από την άλλη μεριά, ο Θεός είναι ο Κύριος όλου του κόσμου, όλης της γης. Είναι «πανταχού παρών». Από τότε που ενανθρώπησε ο Χριστός, η Ιερουσαλήμ έπαψε να είναι ο μοναδικός άγιος τόπος. Ολόκληρη η γη λάμπει από θεϊκή δόξα. Δεν υπάρχει κανένα μέρος, όπου να μην ευωδιάζει το θυμίαμα της προσευχής. Δεν υπάρχει πολιτεία και δεν υπάρχει έρημος, όπου να μη βρέχει το ουράνιο μάννα του Λόγου του Θεού. Η εορτή των εορτών, η αναίμακτη θυσία, μπορεί να γίνει και στο πιο ταπεινό εκκλησάκι του πιο απόμακρου χωριού. Τα ζωήρρυτα νάματα της θείας χάριτος μπορούν να ξεδιψάσουν όλους, όσοι θαρραλέα και αποφασιστικά αναζητούν Εκείνον που είπε: «Εάν τις διψά, ερχέσθω προς με και πινέτω» (Ιω. 7:37).
(Πνευματικές Νουθεσίες, εκδ. Ιερά Μονή Παρακλήτου, σελ. 122-124)
Όταν πριν μερικά χρόνια ξεκίνησα την πνευματική μου ζωή έβαλα ξανά στην καθημερινότητα μου την προσευχή που την είχα αφήσει δυστυχώς μεγαλώνοντας κάπου πίσω, εκεί γύρω στα δέκα μου χρόνια, όταν κάθε βράδυ πριν κοιμηθώ προσευχόμουν στο Χριστούλη και την Παναγίτσα μου στην εικόνα που είχα πάνω από το κρεβάτι μου! Τώρα όμως είναι διαφορετικά! Άνοιξε μπροστά μου ένας καινούριος κόσμος πνευματικός, ένας θησαυρός, ένας πλούτος προσευχών… παρακλήσεις στην Παναγία, παρακλητικοί Αγίων, απόδειπνο, ψαλμοί! Προσευχή είναι ακόμα και το άνοιγμα της καρδιάς μας στο Θεό, να Του πούμε τον πόνο μας, τα βάσανα μας! Ακόμα κι ένας στεναγμός της ψυχής μας! Προσευχή είναι και η σιωπή μας όταν είμαστε μαζί Του γιατί Εκείνος μας ακούει και χωρίς να Του μιλάμε! Προσευχή είναι και η έκφραση ευγνωμοσύνης, όχι μόνο το αίτημα αλλά και το ευχαριστώ! Και τελικά προσευχή είναι η προσέγγιση στο Θεό και η συνομιλία μαζί Του! Και σημασία έχει όχι μόνο να Του μιλάμε αλλά να ακούμε μυστικά κι αυτά που μας λέει Εκείνος! Κι άλλες φορές η απάντηση είναι ‘ ναι’ , άλλες ‘όχι’, και άλλες ‘ κάνε υπομονή’!
Σ’όλα αυτά τα χρόνια που προσπαθώ να διάγω βίο πνευματικό έχω βιώσει και το ‘ναι’ και το ‘όχι’ και το ‘περίμενε’! Στο ‘ναι’ φυσικά ευτυχία...στο ‘όχι’ μούτρα… στο ‘περίμενε’ δυσανασχέτηση! Έπρεπε να μεσολαβήσουν διάφορες θλίψεις και δοκιμασίες οι οποίες με ωρίμασαν πνευματικά, με βοήθησαν να φωτιστώ και να κατανοήσω λίγο βαθύτερα την παιδαγωγία και την Αγάπη του Θεού, έτσι ώστε αργότερα να υποδέχομαι με ευγνωμοσύνη και ταπεινότητα και το ‘ναι’ και το ‘όχι’ και το ‘περίμενε’ ! Ήξερα πλέον βιωματικά ότι σε κάθε περίπτωση ‘ πάντα ενεργεί εις αγαθόν’! Και συνειδητοποίησα πως η οποιαδήποτε αντίσταση μου στο θέλημα Του δεν προσδίδει καμία απολύτως ωφέλεια φυσικά παρά μόνο ζημία!
Όσο περνούσε ο καιρός μέσα από τη συμπόρευση μου με τον Κύριο και τις εμπειρίες μου διαπίστωνα με χαρά ότι οι παρεμβάσεις Του δεν ήταν πάντα προς τη διόρθωση των εξωτερικών συνθηκών αλλά προς την εσωτερική μου αλλοίωση! Ο Κύριος άλλαζε την οπτική με την οποία έβλεπα τα πράγματα! Άλλαζε τη νοοτροπία μου, τον τρόπο με τον οποίο βίωνα ό,τι μου συνέβαινε! Και αυτό δεν ήταν ασύνδετο με την παράλληλη εργασία μου για την καλλιέργεια των αρετών και τη λείανση των παθών! Δηλαδή παλαιότερα με ενοχλούσε μια παρατήρηση γιατί ήμουν πολύ εγωίστρια, τώρα όμως δε με πολύ νοιάζει γιατί έχω πιο πολλή ταπείνωση!
Παλαιότερα στενοχωριόμουν πολύ στην έλλειψη υλικών αγαθών γιατί ήμουν υλίστρια, φιλάργυρη, φιλήδονη, γαστρίμαργη, τώρα όμως έχω αρχίσει να ρεμβάζω προς τον ουρανό και να μην κοιτάω τόσο πολύ στη γη! Νιώθω πιο ευάρεστα με την πνευματικότητα που καλλιεργείται σιγά σιγά μέσα μου! Ναι! Έχει γίνει μια ανατροπή… όχι τα πάνω κάτω αλλά τα κάτω πάνω!
Τώρα οι θλίψεις και τα προβλήματα μπορεί να μην φεύγουν από τη μέση για πολύ καιρό όμως δεν με τραβάνε προς τα κάτω γιατί η ψυχή μου ανεβαίνει προς τον ουρανό! Την ελκύει ο μεγαλύτερος μαγνήτης που υπήρξε ποτέ… ο Χριστός! Και τί είναι σπουδαιότερο; Να αλλάξει μια συνθήκη ή να αναβαθμιστεί, να αποθεωθεί ο έσω άνθρωπος; Ο Κύριος μας χαλυβδώνει, μας δίνει τη Δύναμη Του και τη Χάρη Του να περπατήσουμε τη στενή και τεθλιμμένη Οδό που οδηγεί στη Βασιλεία των Ουρανών! Ας κρατάμε στη μνήμη μας πάντα τον προορισμό και ας μη χάνουμε το θάρρος μας! Και ας θυμόμαστε πως πάντα οι προσευχές μας έχουν ωφέλεια για την ψυχή μας! Τί σημαντικότερο… τί τιμή… τί δώρο… τί ευλογία… η συνομιλία με το Δημιουργό μας!
Και μακάρι να προστρέχουμε κάποτε στον Κύριο όχι για να Του ζητήσουμε κάτι αλλά μόνο Εκείνον! Αμήν! (Α.Κ.Β)