ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ ΝΟΕΜΒΡ.-ΔΕΚΕΜΒΡ.

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗΣ
ΣΥΖΗΤΗΣΗΣ ΝΟΕΜΒΡ.-ΔΕΚΕΜΒΡ.
π. Νικόλαος (ΧΩΡΙΣ ΡΑΝΤΕΒΟΥ)
Δευτέρα: 12.30-2 μ. & 7-10 μ.μ.
Τρίτη: 12.30-2 μ. & 8.40 - 10 μ.μ.
Τετάρτη: 8.40 - 10 μ.μ.
Πέμπτη: 12.30-2 μ. & 7-10 μ.μ.
Παρασκευή:12.30 -2 μ. & 7-10 μ.μ.
Σάββατο: 12.30-2.30μ. & 7-9.30 μ.μ.

Κυριακή: 8.20-9.30 βράδυ

 

Αυξομείωση μεγέθους γραμμάτων.
E-mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

Κάθε πράξη μας, για να είναι ευάρεστη στον Θεό, και κάθε αρετή, για να είναι πράγματι αρετή, έχει ανάγκη από διάκριση. Η διάκριση είναι το άλας των αρετών. Γι’ αυτό και ο Χριστός μας λέει στο Ευαγγέλιο: «Πάσα θυσία αλί αλισθήσεται» (Μαρκ. 9,49).

Να προσέχης να μην ξεπερνάς την αντοχή σου, γιατί και οι σωματικές δυνάμεις έχουν όριο.

Δε μπορούμε όμως σε μια δακτυλήθρα να βάλουμε όσο σε ένα βαρέλι· ή να φορτώσουμε ένα βόδι όσο ένα άλογο. Το βόδι είναι για να τραβάει αλέτρι. Δε γίνεται να του βάλουμε σαμάρι και να το φορτώσουμε. Το άλογο πάλι κακώς το βάζουμε στο αλέτρι, γιατί είναι για να σηκώνει βάρος. Στην πνευματική ζωή δεν υπάρχει μία συνταγή, ένας κανόνας. Η κάθε ψυχή έχει την δική της μοναδικότητα, ποιότητα, και δεκτικότητα. Να μη θέλουμε να βάλουμε όλον τον κόσμο στο δικό μας καλούπι. Ο καθένας έχει το δικό του.

Διάκριση είναι η πνευματική όραση.
Και πνευματική όραση έχει εκείνος που έχει εξαγνισμένο νου· γι᾿ αυτό έχει και πνευματική διαύγεια και θείο φωτισμό… να προσπαθήτε να ζήτε εσωτερικά, ταπεινά, να εργάζεσθε στην αφάνεια, για να έχετε τον θείο φωτισμό.

Η διάκριση δεν είναι απλώς μια αρετή· είναι η κορώνα, το στεφάνι των αρετών.
Ανάλογη με την πνευματική μας κατάσταση, ανάλογη με την ποιότητα των αρετών μας, είναι και η διάκρισή μας.
Αν οι αρετές μας είναι χάρτινες, χάρτινο θα είναι και το στεφάνι τους, η διάκριση δηλαδή που θα έχουμε.
Αν οι αρετές μας είναι από μπρούντζο, μπρούντζινο θα είναι και το στεφάνι τους.
Αν είναι από χρυσό, χρυσό θα είναι και το στεφάνι τους.
Αν οι αρετές μας έχουν διαμαντόπετρες, διαμαντόπετρες θα έχη και το στεφάνι τους, η διάκριση.

Η διάκριση, ο θείος φωτισμός, είναι το παν σε όλες τις περιπτώσεις.
Γι᾿ αυτό πάντα εύχομαι, φώτιση – φώτιση να δίνη ο Θεός στον κόσμο.
«Χριστέ μου, λέω, έχουμε χάσει και το σπίτι μας και τον δρόμο που πάει σ᾿ αυτό.
Φώτισέ μας να βρούμε το σπίτι μας, τον Πατέρα μας.
Δώσε μας την θεία γνώση».

(Αγίου Παϊσίου Αγιορείτου, Λόγοι Ε ́, "Πάθη και αρετές")

Στην προσευχή με πόνο ακολουθεί θεία παρηγοριά

-Γέροντα, όταν ακούω τα προβλήματα του κόσμου,
αισθάνομαι να λιώνω μέσα μου. Μήπως είναι ολιγοπιστία;
-Κοίταξε να δεις. Η αγωνία για τον εαυτό μας είναι ολιγοπιστία
η αγωνία για τον άλλον είναι πόνος. Το σωστό λιώσιμο για τον πόνο
των άλλων συνοδεύεται με προσευχή και ακολουθεί μετά η θεία παρηγοριά.
Γι’ αυτό, να εύχεσαι όσο μπορείς και μετά να τα αφήνεις όλα στα χέρια
του Θεού και να ειρηνεύεις. Ο Θεός πονάει για τα πλάσματά του λιγότερο
από σένα; Γιατί να ανησυχείς;
-Ο Θεός σε όποιον πονάει πνευματικά και υποφέρει για τους άλλους δίνει
πολλή παρηγοριά, γιατί αλλιώς δεν θα μπορούσε να αντέξει.
Ξέρετε πώς πικραίνομαι με τόσα γράμματα που παίρνω από ανθρώπους
με ένα σωρό προβλήματα; Πίκρα, φαρμάκι είναι το στόμα μου, και μετά δεν
θέλω να φάω τίποτε. Από αυτόν όμως τον πόνο βγαίνει η πραγματική χαρά.
Ανταμείβει ο Θεός με παρηγοριά, ανάλογη με τον πόνο παρηγορεί
με τέτοια παρηγοριά, που δεν μπορείς να την αντέξεις.
Και ενώ προηγουμένως πονούσες για τον άλλον και έκλαιγες, μετά νιώθεις
μια αγαλλίαση. Σαν να σου λέει ο Καλός Θεός: «Μη στενοχωριέσαι, παιδί μου,
άκουσα το αίτημα σου».


(Λόγοι Παϊσίου, τόμος ς΄, Περί προσευχής, Εκδ. Ιερού Ησυχαστηρίου
"Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος", σελ.139-140)

- Γέροντα, τώρα που είμαι άρρωστη, τι να κάνω από πνευματικά;

- Όσο μπορείς, να ψάλλεις σιγανά ή να λες την ευχή και να ζητάς από τον Θεό την υγεία την δική σου και των άλλων ανθρώπων, τους οποίους σαν φιλάσθενη μπορείς να τους νιώθεις πιο πολύ. Σ’ εσένα δίνονται τώρα όλες οι προϋποθέσεις για προσευχή, ακόμη και ο πόνος, που είναι ιδιαίτερη προϋπόθεση, για να εύχεσαι πονεμένα για τους πονεμένους και η προσευχή σου να είναι καρδιακή.
Αυτό είναι και το κύριο έργο του μοναχού. Αν το καταλάβεις αυτό, δεν θα στενοχωριέσαι, αλλά θα προσεύχεσαι αδιάλειπτα, ευχαριστώντας τον Θεό.

- Γέροντα, μερικοί γράφουν ονόματα αρρώστων και τα στέλνουν σε διάφορα μοναστήρια, για να μνημονεύονται.

- Καλό είναι αυτό όμως δεν φθάνει. Χρειάζεται να προσεύχονται και οι ίδιοι, αλλά να λένε και στους αρρώστους να κάνουν κι εκείνοι προσευχή. Δεν πρέπει να επαναπαύονται στο ότι έστειλαν τα ονόματα.

- Αυτόν τον καιρό, Γέροντα, ήθελα να παρακαλέσω τον Θεό να πάρει τον αδελφό μου που ταλαιπωρείται από την αναπηρία του.

- Μην υποδεικνύεις εσύ λύση στον Θεό. Άφησε το πρόβλημα με εμπιστοσύνη σε Εκείνον. Ο Θεός ξέρει το συμφέρον του παιδιού του και σαν στοργικός Πατέρας θα ενεργήσει ανάλογα.

- Γέροντα, πώς κάνετε προσευχή για έναν άρρωστο που κινδυνεύει η ζωή του;

- Προσπαθώ να κάνω ό,τι μπορώ από προσευχή και άσκηση και μετά αφήνω το θέμα στα χέρια του Θεού που είναι φύσει αγαθός.

- Γέροντα, αφού ο Θεός γνωρίζει το συμφέρον κάθε αρρώστου, γιατί χρειάζεται εμείς να κάνουμε προσευχή για κάποιον άρρωστο;

- Εμείς οφείλουμε να παρακαλέσουμε τον Θεό και, εάν η υγεία ή η παράταση της ζωής είναι για την σωτηρία της ψυχής του, ο Καλός Θεός αμέσως θα βοηθήσει. Αν όμως δεν Τον παρακαλέσουμε, θα εξελιχθεί φυσιολογικά η πορεία της αρρώστιας.

(Λόγοι Παϊσίου, τόμος ς΄, "Περί προσευχής", εκδ. Ιερού Ησυχαστηρίου "Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος", σσ.138-139)

ΥΠΟΜΝΗΜΑ -Στο κατά Λουκάν Ευαγγέλιο-

Ερμηνεία πατερική & θεολογική του Ευαγγελίου του Λουκά
Το ερμηνευτικό Υπόμνημα του Π.Ν. Τρεμπέλα
μεταφρασμένο στη νεοελληνική γλώσσα

Μετάφραση αρχιμ. Νικόλαος Πουλάδας

Κεφάλαιο 15

Στίχ. 11-32. Η παραβολή του ασώτου υιού.
15.11 Εἶπε δέ(1), ῎Ανθρωπός τις εἶχε δύο υἱούς(2).
11 Τους είπε επίσης ο Ιησούς: «Κάποιος άνθρωπος είχε δύο γιους.
(1) «Εισάγει και άλλη πάρα πολύ ωφέλιμη παραβολή, που υποδηλώνει
και την δύναμη της μετάνοιας των αμαρτωλών και το μέγεθος της
φιλανθρωπίας του Θεού» (Ζ). Η παραβολή του ασώτου γιου συμπληρώνει
την τριλογία των παραβολών αυτών της χάριτος, δεν είμαστε όμως βέβαιοι,
εάν ειπώθηκε στην ίδια περίσταση, κατά την οποία και οι άλλες δύο παραβολές.
Ο ευαγγελιστής πάντως χωρίζει αυτήν από τις άλλες δύο, κάνοντας
νέα έναρξη με το «Είπε δε». Οι δύο πρώτες παραβολές παρουσιάζουν
την θεία πλευρά της χάρης (=η αγάπη του Θεού που αναζητά τον αμαρτωλό).
Η τρίτη παραβολή παρουσιάζει την ανθρώπινη πλευρά,
δηλαδή την ανάπτυξη της μετάνοιας στην καρδιά του αμαρτωλού.
Ονομάστηκε ευαγγέλιο μέσα στο ευαγγέλιο, λόγω του αριθμού των αληθειών
που αναφέρονται στην άφεση, οι οποίες απεικονίζονται σε αυτήν.
Διαιρείται σε δύο μέρη, το καθένα από τα οποία φαίνεται ειδικά
να αναφέρεται στις περιστάσεις, στις οποίες ο Λουκάς τοποθετεί αυτήν.
Ο νεότερος δηλαδή γιος (σ. 11-24), που χάθηκε και ξαναβρέθηκε,
μοιάζει με τους τελώνες και αμαρτωλούς· και ο μεγαλύτερος γιος,
που γογγύζει για την υποδοχή του αδελφού του που επέστρεψε (σ. 25-32),
μοιάζει με τους Φαρισαίους. Σύμφωνα με την ευρύτερη εφαρμογή της παραβολής,
ο νεότερος γιος μπορεί να παριστάνει τα έθνη και ο μεγαλύτερος τους Ιουδαίους (p).
Το πρώτο μέρος της παραβολής αποτελείται από 5 σκηνές, οι οποίες
ανταποκρίνονται στις 5 φάσεις της ζωής του αμαρτωλού που επέστρεψε.
Η αναχώρηση (=η αμαρτία) σ. 11-13, η αθλιότητα (=η τιμωρία) σ. 14-16,
η μεταμέλεια (=μετάνοια) σ. 17-19, η επάνοδος (=η επιστροφή) σ. 20-21,
η αποκατάσταση (=συγχώρηση και δικαίωση) σ. 22-24 (g).
(2) «Άνθρωπο μεν ονομάζει τον φιλάνθρωπο πατέρα και Θεό» (Ζ)
«ενώ δύο γιους, τα δύο τάγματα των ανθρώπων, τους δίκαιους, εννοώ,
και τους αμαρτωλούς» (Θφ). Ο Θεός είναι ο κοινός Πατέρας όλης της ανθρωπότητας.
«Δεν είναι ένας ο Πατέρας όλων μας; Δεν μας δημιούργησε ένας Θεός;» (Μαλ. β 10).
Σε αυτόν οφείλουμε την ύπαρξή μας, μέσα σε αυτόν ζούμε και κινούμαστε
και είμαστε, σε αυτόν οφείλουμε την συντήρηση και διατήρησή μας.
Είναι ο Πατέρας μας, διότι μας παιδαγωγεί με πατρική στοργή
και έχει ετοιμάσει μερίδα κληρονομιάς για τον καθένα από εμάς.
Εμάς αφορά η Διαθήκη του και εάν αποκλειστούμε από αυτήν, αυτό θα οφείλεται
σε υπαιτιότητα δική μας. Θα περιληφθούμε σε αυτήν ή θα αποκλειστούμε
από αυτήν, στο βαθμό που είμαστε ή δεν είμαστε παιδιά του υπάκουα,
που τον ευλαβούνται και δεν απομακρύνονται από αυτόν.

Ζηλοτυπία
ο άνθρωπος
Το ανθρώπινο γένος είναι πολύ ζηλιάρικο. Έπρεπε φυσικά περισσότερο να τους επηρέαζε το παράδειγμα του Κυρίου και μετά η υπενθύμισις της ανταποδόσεως. Αλλ’ επειδή πνευματικά δεν ήσαν πολύ δυνατοί, τους επηρεάζει περισσότερο το άλλο. Διότι τίποτε πιο δυνατό από τη ζήλεια δεν υπάρχει.
Ε.Π.Ε. 19,494
από σφοδρή αγάπη
Οι ψυχές είναι ζηλότυπες· καίγονται από μεγάλο έρωτα. Και δεν γεννιέται διαφορετικά ο έρωτας, παρά από φλογερή φιλία.
Ε.Π.Ε. 19,578
της γυναίκας
Κι αν ακόμα σε κατηγορή η γυναίκα, να μη δυσανασχετής. Η στάσις της φανερώνει θερμή αγάπη, όχι απόρριψι. Οι διαμαρτυρίες της είναι δείγμα φλογερής αγάπης και διαθέσεως και φόβου. Φοβάται, μήπως κάποια άλλη της έκλεψε τη συζυγική αγάπη, μήπως κάποια άλλη της αφαίρεσε το σπουδαιότερο αγαθό της (τον άντρα της).
Ε.Π.Ε. 21,224
ο Θεός
Ο Θεός είναι «ζηλιάρης». Θέλει να αγαπάται από όλους μας. Και αυτό διότι ο ίδιος πάρα πολύ μας αγαπά. Ξέρετε ασφαλώς, ότι η συνήθεια αυτή είναι γνώρισμα εκείνων που αγαπούν παράφορα· είναι υπερβολικά ζηλότυποι. Θα προτιμούσαν να χάσουν τη ζωή τους, παρά να παραμεριστούν από κάποιον αντεραστή.
Ε.Π.Ε. 22,476
Ζητιάνοι
τα πάντα μηχανεύονται
Ο φτωχός δικαιούται να ελεήται, αφού έφτασε σε τόσο μεγάλη ανάγκη. Εμείς όμως είμαστε άξιοι μυρίων τιμωριών, διότι εξαναγκάζουμε τους φτωχούς να υποφέρουν. Αν, δηλαδή, εύκολα σπλαχνιζόμασταν το φτωχό, ποτέ εκείνος δεν θα προτιμούσε να υποφέρη τα πάνδεινα. Και δεν αναφέρω απλώς, ότι αναγκάζονται να γυρίζουν γυμνοί και φοβισμένοι. Θα αναφέρω κάτι πολύ φρικώδες. Μερικοί αναγκάστηκαν να τυφλώσουν τα παιδιά τους, όσο βρίσκονταν σε μικρή ηλικία, για να συγκινήσουν τη δική μας αναισθησία! Επειδή δεν μάθατε να σπλαχνίζεστε τη φτώχεια, αλλά και ηδονίζεστε με τις συμφορές των φτωχών, εκείνοι ικανοποιούν την αρρωστημένη επιθυμία σας, ανάβοντας έτσι φοβερότερη τη φλόγα της κολάσεως και για τον εαυτό τους και για σας!
Ε.Π.Ε. 18,610-612
Ζήτησις
ψάχνεις μέχρι να το βρης
Ο άνθρωπος λαχταρά και περιμένει, μέχρις ότου βρη αυτό που ζητάει.
Ε.Π.Ε. 13,252
μεγάλων, όχι μικρών
Η Σαμαρείτιδα, μόλις κατάλαβε ότι ο συνομιλητής της, ο Χριστός, είναι προφήτης, δεν τον ρωτάει τίποτε το γήινο, ούτε για σωματική υγεία, ούτε για χρήματα, ούτε για πλούτη· αμέσως για υψηλές αλήθειες τον ρωτάει. Βλέπεις, πως έγινε πολύ ανώτερη κατά το νου;
Ε.Π.Ε. 13,270
του Θεού
Όπως ακριβώς ψάχνουμε για το χαμένο, έτσι ας αναζητούμε τον Θεό. Για να βρούμε το χαμένο τι κάνουμε; Δεν στρέφουμε το μυαλό μας συνεχώς σ’ αυτό; Δεν ρωτάμε όλους; Δεν πηγαίνουμε παντού; Δεν υποσχόμαστε χρήματα; Αν π.χ. έχουμε χάσει ένα παιδί, τι κάνουμε; Δεν περιερχόμαστε όλη τη θάλασσα και την ξηρά; Δεν θεωρούμε όλα τα αλλά δευτερεύοντα αρκεί στο να βρούμε το παιδί; Και όταν το βρούμε, τι κάνουμε; Το κρατάμε, το σφίγγουμε στην αγκαλιά μας, δεν το αφήνουμε. Πόσο μάλλον πρέπει να ενεργούμε έτσι αναζητώντας τον Θεό! Και όχι απλώς έτσι, αλλά πολύ περισσότερο.
Ε.Π.Ε. 25,126

(Χρυσοστομικό Λεξικό, αρχ. Δανιήλ Αεράκη, τόμος Β, σελ. 289-291)

 

Η ακηδία, η λύπη και η απόγνωση. Η γνώση του είναι. Τι είναι αμαρτία (Αρχ. Σωφρόνιος Σαχάρωφ του Έσσεξ)

Η ακηδία, η λύπη, η καταπόνηση οπωσδήποτε θα σε επισκέπτονται, όπως και κάθε άνθρωπο. Το κυριότερο θέμα είναι πώς εμείς τις αντιλαμβανόμαστε. Σου έγραψα ήδη, μου φαίνεται, ότι αν ζούμε τις καταστάσεις μας ως “ατομικές” μας μόνο, τότε η ψυχή στο τέλος όλων πτωχεύει και γίνεται άκαρπη, ενώ η ζωή χάνει το νόημά της και γίνεται αφόρητα οχληρή. Ο σκοπός μας, τον οποίο έχει θέσει μπροστά μας το Ευαγγέλιο, είναι να γίνουμε παγκόσμιες υποστάσεις, να φέρουμε μέσα μας όλο τον κόσμο, να ζήσουμε όλο το βάθος της ιστορίας του κόσμου, και επάνω απ’ όλα του Ανθρώπου. Όλη δηλαδή η ανθρωπότητα είναι αυτό το «Εγώ», και όλη η ιστορία είναι η ζωή μου. Κάθε οδύνη, κάθε χαρά, κάθε άλλο βίωμα αγάπης, δυσαρέσκειας, χαράς, λύπης, ελπίδας, απογνώσεως, κάθε εμπειρία πλούτου, φτώχιας, πείνας, κορεσμού, φόβου, εξουσίας, εκβιασμού, ταπεινώσεως, πάλης, μη αντιστάσεως… και όλων των λοιπών είναι για μας αποκάλυψη αυτού που διαδραματίζεται στον Ανθρώπινο Κόσμο. Μέσα λοιπόν από την προσωπική μας πείρα, που φαίνεται τόσο μικρή και εφήμερη, θα γνωρίσουμε το Είναι στο πλήρωμα του, όσο μας είναι εφικτό. Ακολουθώντας τον δρόμο αυτό, αντιδρώντας με τον τρόπο αυτό, ετοιμαζόμαστε για την πρόσληψη του Πνεύματος του Χριστού, ο οποίος μας φανέρωσε την εικόνα της τελειότητας των υιών του Θεού. Και όταν γινόμαστε οι ίδιοι «κατ’ εικόνα Του», νικούμε τον κόσμο, γινόμαστε υπερκόσμιοι, παγκόσμιοι και εξωκόσμιοι κατά το μέτρο της εξομοιώσεως μας προς τον Χριστό.

Δεν είμαστε σε θέση να επιζητούμε πόνο, παθήματα. Είναι φυσικό για κάθε ζωντανό ον να επιθυμεί τη χαρά, την αγάπη, το φως. Έχοντας όμως διδαχθεί από τον Θεό, δεν δειλιάζουμε μπροστά στα παθήματα, γιατί με αυτά και εμείς πλουτίζουμε με τη γνώση της αιωνιότητας, κερδίζουμε τη ζωή που αγκαλιάζει τα πάντα. Με τον ίδιο λοιπόν τρόπο ετοιμαζόμαστε και για την εμπειρία του θανάτου, για να γίνουμε ικανοί να προσλάβουμε την «κρείτ­τονα ανάστασιν» (Εβρ. 11, 35). Βέβαια στο κέντρο όλων βρίσκεται για μας ο Χριστός, Θεός και Άνθρωπος. Χωρίς Αυτόν παραμένουμε στο σκοτάδι. Χωρίς Αυτόν είμαστε ανίκανοι να διακρίνουμε πού εμφανίζεται η «αμαρτία», δηλαδή η έκπτωση από τη Θεία Αγάπη του Πατρός. Ήδη προ πολλού πρέπει να έχουμε εγκαταλείψει την αφελή αντίληψη της αμαρτίας. Η αμαρτία είναι ρήξη της σχέσεώς μας με τον Θεό, ο οποίος είναι το απόλυτο Φως, η απόλυτη Γνώση, η απόλυτη Αγάπη. Με Αυτόν δεν μπορεί να συνδεθεί τίποτε αταίριαστο. Αν θέλουμε να είμαστε μαζί του και εν Αυτώ, πιστά τέκνα Του, τότε πρέπει και εμείς να είμαστε Άγιοι, όπως και Αυτός είναι Άγιος. Αν εμείς δεν είμαστε τέτοιοι, τότε λυπούμαστε για τον ίδιο τον εαυτό μας, στεκόμαστε στα όρια της απογνώσεως, με τον φόβο μήπως χάσουμε για πάντα την υιοθεσία και τη διαμονή στο απέραντο Φως. Εμείς όμως δεν πηγαίνουμε πέρα από το όριο αυτό. Απορρίπτουμε την πλήρη απόγνωση. Έτσι, η ζωή του Θεού, αν και όχι στο πλήρωμά της, διαφυλάσσεται μέσα μας, και εμείς με τον ένα ή τον άλλον τρόπο θα φτάσουμε στην τέλεια νίκη. Η αγάπη προς τον Χριστό είναι η πιο αξιόπιστη βεβαίωση της Αναστάσεώς μας. Και εσύ Τον αγαπάς, και δεν υπάρχει για σένα οδός ακηδίας. Τα τελευταία λόγια τα είπε κατά κάποιο τρόπο ο όσιος Σεραφείμ πριν από ενάμιση αιώνα…


(Απόσπασμα από το βιβλίο του Αρχιμ. Σωφρονίου, «Γράμματα στη Ρωσία», εκδ. Ι.Μ.Τιμίου Προδρόμου, Έσσεξ, σ. 150-152)

Φτώχεια

Δέξου όλες τις κακουχίες χωρίς μεμψιμοιρία και γογγυσμό. Να είσαι σίγουρος ότι αυτές είναι το χρέος σου, χρέος που οφείλεις να εξοφλήσεις. Εσύ ό ίδιος λες πως όσο ήσουν νέος, πλούσιος και υγιής, η καρδιά σου ήταν αναίσθητη, πωρωμένη και το κεφάλι σου κούφιο. Από τότε που γέρασες, αρρώστησες κι έχασες τα πλούτη σου, έγινες πιο καλός, πιο συνετός, ενώ έχεις αρκετούς λόγους να είσαι χαρούμενος και κανένα λόγο να είσαι απελπισμένος.

Δες λοιπόν τώρα που η φτώχεια σου δεν είναι μόνο εξωτερική. Δες που έγινες επιπλέον και «πτωχὸς τῷ πνεύματι». Και ο Κύριος μας κανένα δεν αγαπά τόσο, όσο τον ολοκληρωτικά φτωχό.

***

Η ανεξήγητη αλλά και ανεξέλεγκτη μελαγχολία που σε πιέζει, σε καταδυναστεύει και σου αφαιρεί κάθε ικμάδα χαράς, ίσως είναι μια δοκιμασία, ένα «τεστ», με το οποίο ο Θεός θέλει να εξιχνιάσει πόσο σταθερή είναι η απόφασή σου για τη μοναχική αφιέρωση και πόσο γνήσια και καθαρή η αγάπη σου σ’ Εκείνον.

Ξέρεις, δεν είναι μόνο η πνευματική ευεξία που φανερώνει την αγάπη και την αφοσίωσή μας στον Θεό. Αυτή η αγάπη αποδεικνύεται πολύ πιο ξεκάθαρα, πιο πειστικά, πιο αναμφισβήτητα, με τη σταθερή επιμονή στον πνευματικό αγώνα, όταν διανύουμε μακρόχρονα διαστήματα ακηδίας, τότε που δεν νιώθουμε και δεν βλέπουμε γύρω μας τίποτε άλλο εκτός από σκοτάδι, αγωνία, λύπη και ψυχικό άλγος.

(Όσιος Μακάριος της Όπτινα, Πνευματικές νουθεσίες, Ιερά Μονή Παρακλήτου, Ωρωπός, 1995)

Ποια είναι τα γνωρίσματα της αληθινής αγάπης προς τον Θεό;

Η αληθινή αγάπη προς τον Θεό είναι σταθερή και αταλάντευτη τόσο στην ευτυχία όσο και στη δυστυχία, τόσο στη χαρά όσο και στη θλίψη. «Τι μπορεί να μας χωρίσει από την αγάπη του Χριστού;», λέει ο απόστολος Παύλος. «Μήπως τα παθήματα, οι στενοχώριες, οι διωγμοί, η πείνα, η γύμνια, οι κίνδυνοι ή ο μαρτυρικός θάνατος;… Ούτε θάνατος ούτε ζωή ούτε άγγελοι ούτε άλλες ουράνιες δυνάμεις ούτε παρόντα ούτε μέλλοντα ούτε κάτι άλλο, είτε στον ουρανό είτε στον άδη, ούτε κανένα άλλο δημιούργημα θα μπορέσουν ποτέ να μας χωρίσουν από την αγάπη του Θεού» (Ρωμ. 8:35, 38-39). «Γιατί όταν ζούμε, ζούμε για τον Κύριο· και όταν πεθαίνουμε, πεθαίνουμε για χάρη του Κυρίου» (Ρωμ. 14:8).

Όποιος αγαπάει αληθινά τον Θεό, δεν έχει την παραμικρή σχέση με τον κόσμο της αμαρτίας. «Κανείς δεν μπορεί να είναι δούλος σε δύο κυρίους,… και στον Θεό και στο μαμωνά» (Ματθ. 6:24).

Όποιος αγαπάει αληθινά τον Θεό, αγωνίζεται μ’ όλες του τις δυνάμεις να εκτελεί το θέλημα Εκείνου και να ζει σύμφωνα με τις άγιες εντολές Του.

Όποιος αγαπάει αληθινά τον Θεό, πρόθυμα θυσιάζει γι’ Αυτόν συγγενικούς δεσμούς, επίγεια αγαθά, ακόμα και τη ζωή του. Γιατί, καθώς είπε ο Ίδιος, «όποιος αγαπάει πατέρα ή μητέρα παραπάνω από μένα, δεν είναι άξιος για μαθητής μου. Και όποιος αγαπάει γιο ή θυγατέρα παραπάνω από μένα, δεν είναι άξιος για μαθητής μου. Και όποιος δεν παίρνει το σταυρό του και δεν με ακολουθεί, δεν είναι άξιος για μαθητής μου. Όποιος προσπαθήσει να σώσει τη ζωή του, θα τη χάσει· και όποιος χάσει τη ζωή του για μένα, θα τη σώσει» (Ματθ. 10:37-39).

Όποιος αγαπάει αληθινά τον Θεό, παντοτινά Τον έχει στο νου του με άγια χαρά και ιερό πόθο, παντοτινά Τον βλέπει μπροστά του, όπως ο Δαβίδ (Ψαλμ. 15:8), παντοτινά μελετάει το νόμο Του, παντοτινά θέλει να επικοινωνεί μαζί Του με την προσευχή και τα θεία Μυστήρια.

Πώς πρέπει ν’ αγαπάμε τον Θεό;

Την απάντηση σ’ αυτό το ερώτημα τη δίνει ο ίδιος ο Θεός τόσο στην Παλαιά όσο και στην Καινή Διαθήκη: «Να αγαπήσεις τον Κύριο, τον Θεό σου, μ’ όλη σου την καρδιά και μ’ όλη σου την ψυχή και μ’ όλη σου τη δύναμη» (Δευτ. 6:5· πρβλ. Ματθ. 22;37, Μαρκ. 12:30, Λουκ. 10:27). Αυτό σημαίνει; Να αγαπάς τον Θεό μ’ όλες τις εσωτερικές σου δυνάμεις· να Τον αγαπάς τέλεια και ολοκληρωτικά· να Τον αγαπάς έμπρακτα, τηρώντας τις εντολές Του (βλ. Ιω. 14:15)· να Τον αγαπάς παντοτινά, όχι μόνο όταν σου στέλνει ευλογίες, αλλά και όταν επιτρέπει να σε βρουν συμφορές· να Τον αγαπάς πάνω και περισσότερο απ’ όλους και όλα.

Τι να κάνω για ν’ αγαπήσω τον Θεό πάνω απ’ όλους και όλα;

Ποιον αγαπάς πιο πολύ σ’ αυτόν τον κόσμο; Τη μητέρα σου ή τον πατέρα σου ή τη γυναίκα σου ή τα παιδιά σου ή έναν ευεργέτη σου. Και αυτούς, βέβαια, και όλους τους ανθρώπους πρέπει να τους αγαπάς, σύμφωνα με την εντολή του Ευαγγελίου. Σκέψου, όμως, ποιος σου έδωσε και τη μητέρα και τον πατέρα και τη γυναίκα και τα παιδιά και όλα όσα έχεις; Ο Θεός. Δεν πρέπει, λοιπόν, να Τον αγαπάς περισσότερο από κάθε άνθρωπο; Μην ξεχνάς ότι όλα τα αγαπημένα σου πρόσωπα είναι δώρα του Κυρίου. Αν, πάλι, δεν έχεις πατέρα ή μητέρα, αν δεν έχεις γυναίκα και παιδιά, αν είσαι ορφανός και μόνος, είναι ακόμα πιο εύκολο για σένα να αγαπήσεις ολόψυχα τον Θεό, τον αχώριστο και πιστό Σύντροφό σου, τον μοναδικό Προστάτη και Βοηθό σου, και να λες μαζί με τον προφήτη: «Ο πατέρας μου και η μητέρα μου μ’ αφήσανε μονάχο, μα ο Κύριος με πήρε κοντά Του (και με προστατεύει)» (Ψαλμ. 26:10).

(γέροντος Ευστρατίου Γκολοβάνσκι, “Απαντήσεις σε ερωτήματα χριστιανών”. Ιερά Μονή Παρακλήτου. Ερωτήσεις 87, 193, 194)

Όταν ο αββάς Αντώνιος ασκήτευε στην έρημο, έπεσε κάποτε σε ακηδία και σε μεγάλη σύγχυση των λογισμών του και έλεγε στον Θεό:
«Κύριε, θέλω να σωθώ αλλά δεν μ΄αφήνουν οι λογισμοί μου. Τι να κάνω με τη θλίψη μου αυτή;
Πώς να σωθώ;»
 
Κάποια φορά λοιπόν βγήκε λίγο προς τα έξω και βλέπει κάποιον σαν τον εαυτό του να κάθεται και να κάνει εργόχειρο.
Μετά από λίγο άφηνε το εργόχειρο, σηκωνόταν και προσευχόταν, και ξανά καθόταν και συνέχιζε να πλέκει το σχοινί του.
Ύστερα πάλι σηκωνόταν για προσευχή.
Ήταν άγγελος Κυρίου που είχε σταλεί για να διορθώσει τον Αντώνιο και να του δώσει σιγουριά και άκουσε τον άγγελο να του λέει:
«Κάνε κι εσύ το ίδιο και θα σωθείς».
 
Και ο Αντώνιος όταν τ΄ άκουσε, πήρε μεγάλη χαρά και κουράγιο. Και έτσι κάνοντας προχωρούσε στο έργο της σωτηρίας του.

 

(απόσπασμα από το Μεγάλο Γεροντικό, τόμος α’, κεφ. β’)

Προσευχή για όσους μας ζητούν
-Γέροντα, όταν μας λένε: «Κάντε προσευχή για το παιδί μου
που δίνει εξετάσεις» ή «κάντε προσευχή για τον τάδε που θα κάνη εγχείρηση»,
χρειάζεται ύστερα να ρωτήσουμε αν πήγε καλά;
-Γιατί να ρωτήσεις αν πήγε καλά; Για να πής: «Δόξα σοι ο Θεός,
που έπιασε η προσευχή μου»; Έκανες το καθήκον σου; Προσευχήθηκες;
Δεν χρειάζεται να κάνης τίποτε άλλο.
-Γέροντα, πώς κάνετε προσευχή για τα ονόματα που σας δίνουν να προσευχηθήτε;
-Πριν από την εγχείρηση τα ονόματα που μου έδιναν τα διάβαζα όρθιος,
κάνοντας ενδιάμεσα μετάνοιες. Όταν γύρισα από το νοσοκομείο,
τα διάβαζα ξαπλωμένος, γυρτός στο πλάι. Μόλις συνήλθα λίγο,
άρχισα να τα διαβάζω πάλι όρθιος.
-Όταν, Γέροντα, μας δίνουν κάποιοι προσκυνητές ονόματα για
Παράκληση και δεν ξέρουμε τα προβλήματά τους, τι να λέμε;
-Να λέτε: «Κύριε, ελέησον τους δούλους σου, ων συ
τα προβλήματα γινώσκεις».
-Και όταν, Γέροντα, ευχόμαστε για πρόσωπα που δεν ξέρουμε αν ζουν ή πέθαναν;
-Να λέτε: «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησον τους δούλους σου».
-Καμμιά φορά, Γέροντα, ξεχνάω να κάνω προσευχή γι’ αυτούς π
ου μου λένε να προσευχηθώ για ένα συγκεκριμένο θέμα και ορισμένη ημέρα.
-Να ξεκινάς την προσευχή σου από αυτούς και να λες:
«Μνήσθητι, Κύριε, των δούλων σου εντειλαμένων ημίν τοις αναξίοις
εύχεσθαι υπέρ αυτών». Αναφέρεις τα ονόματα τους μια δύο φορές
και ύστερα να προσεύχεσαι για όλον τον κόσμο λέγοντας: «Κύριε Ιησού Χριστέ,
ελέησον τους δούλους σου».
-Άλλες φορές, Γέροντα, δεν θυμάμαι τα ονόματα των ανθρώπων που ζητούν προσευχή.
-Όταν δεν θυμάσαι τα ονόματα που σου δίνουν, να πιάνεις γενικά
τις περιπτώσεις τους αρρώστους, τα παιδιά που έχουν παραστρατήσει κ.λπ.
Να λες στην αρχή: «Βοήθησε, Θεέ μου, πρώτα αυτούς που έχουν μεγαλύτερη ανάγκη»
και ύστερα να συνεχίζεις με το «ελέησον τους δούλους σου».
-Γέροντα, γράφω τα ονόματα των ανθρώπων που ζητούν προσευχή
κατά περιπτώσεις: υπέρ υγείας, υπέρ φωτισμού κ.λπ.,
αλλά τα ονόματα συνεχώς αυξάνονται. Πόσον καιρό πρέπει να τα κρατώ
και να προσεύχομαι για τους ανθρώπους αυτούς;
-Να κάνης πρώτα προσευχή για τα νέα ονόματα και μετά να λες:
«Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησον τους δούλους σου και τον κόσμον σου άπαντα»,
για να μη φεύγη η αμαξοστοιχία με λίγους επιβάτες.
-Όταν, Γέροντα, μου ζητήσουν να κάνω προσευχή για ένα θέμα, πόσον
καιρό πρέπει να προσευχηθώ;
-Εξαρτάται από το πρόβλημα που έχει ο άλλος, αλλά και από το πόσο
τον έχεις πονέσει εσύ. [...]
-Δηλαδή, Γέροντα, ποιο θα είναι το κριτήριο ότι προσευχήθηκα,
όσο χρειαζόταν, για ένα θέμα;
-Να προσευχηθής μέχρις εκεί που δεν σου δημιουργείται άγχος.
Και όσον αφόρα την ποσότητα, εξαρτάται από τον χρόνο που διαθέτεις.
Να ξέρης όμως ότι εκείνο που μετρά δεν είναι το πόσο προσεύχεται κανείς,
αλλά το πώς προσεύχεται. [...] Όταν βέβαια υπάρχη και,
ποσότητα και ποιότητα, τότε η φιλότιμη ψυχή λαμβάνει
διπλή Χάρη και ευλογία από τον Θεό.
-Γέροντα, όταν έρχονται στο μοναστήρι άνθρωποι με πολλά προβλήματα
και μου δίνουν τα ονόματα τους για να κάνω προσευχή, τους πονώ,
αλλά μερικές φορές δεν διαθέτω χρόνο για προσευχή ανάλογο με τις ανάγκες τους,
και με πειράζει ο λογισμός.
-Σου λέει κάποιος τον πόνο του, κι εσύ τον ακούς και αναστενάζεις βαθιά.
Τότε, και να μην προλάβεις να προσευχηθής γι’ αυτόν, αυτός ο αναστεναγμός
αξίζει για ώρες προσευχής είναι μια καρδιακή προσευχή και φέρνει θετικά αποτελέσματα.
Τι διαβάζεις ονόματα που σου δίνουν και στενοχωριέσαι
που δεν έχεις χρόνο να κάνης κάτι περισσότερο.
Ένας καρδιακός αναστεναγμός που συνοδεύει το κάθε όνομα γράφεται
εκεί επάνω στον Ουρανό, ανεβαίνει κατ' ευθείαν στον θρόνο του Θεού!

(Λόγοι Παϊσίου, τόμος ς΄, Περί προσευχής, Εκδ. Ιερού Ησυχαστηρίου
"Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος", σελ.135-137)

katafigioti

lifecoaching