ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ ΝΟΕΜΒΡ.-ΔΕΚΕΜΒΡ.

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗΣ
ΣΥΖΗΤΗΣΗΣ ΝΟΕΜΒΡ.-ΔΕΚΕΜΒΡ.
π. Νικόλαος (ΧΩΡΙΣ ΡΑΝΤΕΒΟΥ)
Δευτέρα: 12.30-2 μ. & 7-10 μ.μ.
Τρίτη: 12.30-2 μ. & 8.40 - 10 μ.μ.
Τετάρτη: 8.40 - 10 μ.μ.
Πέμπτη: 12.30-2 μ. & 7-10 μ.μ.
Παρασκευή:12.30 -2 μ. & 7-10 μ.μ.
Σάββατο: 12.30-2.30μ. & 7-9.30 μ.μ.

Κυριακή: 8.20-9.30 βράδυ

 

Αυξομείωση μεγέθους γραμμάτων.
E-mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

523. Το φώς της ψυχής σου, των λογισμών σου και της καρδιάς σου προέρχεται από το Ιησου Χριστό. Είναι το Φως αυτό διαφορετικό από το φως που εκπέμπει ο ήλιος, από το υλικό φως που εμφανίζεται και εξαφανίζεται και δεν μπορεί να διαπεράση τα πυκνά σώματα, αλλά αφήνει πολλά πράγματα στο σκοτάδι και δεν μπορεί να διαλύση το σκοτάδι της αμαρτίας ούτε σε μία και μόνη ψυχή. Ο Χριστός είναι το «φῶς τὸ ἀληθινόν, ὃ φωτίζει πάντα ἄνθρωπον, ἐρχόμενον εἰς τὸν κόσμον» (Ιω. α’ 9), φωτίζοντας το κυριώτερο συστατικό της υπάρξεώς μας, δηλαδή την ψυχή μας. Ναι, το φως του Χριστού φωτίζει τα πάντα, ακόμη και τους εθνικούς, τους λάτρεις δηλαδή των ειδώλων. «Φῶς εἰς ἀποκάλυψιν ἐθνῶν» (Λουκ. β’ 32). Λάμπει και στα σκότη της αμαρτίας, αλλά οι άνθρωποι που ζουν σ’ αυτά τα σκότη θεληματικά δεν το καταλαβαίνουν («καὶ τὸ φῶς ἐν τῇ σκοτίᾳ φαίνει, καὶ ἡ σκοτία αὐτὸ οὐ κατέλαβεν» (Ιω. α’ 5). Οι άπιστοι δεν αντιλαμβάνονται ότι το φως που υπάρχει μέσα τους είναι από τον Χριστό, αλλά το θεωρούν δικό τους, φυσικό φως. Με το φως αυτό -το λογικό τους- φθάνουν σε κάποες αλήθειες, πραγματοποιούν ωρισμένα έργα. Δεν αντιλαμβάνονται όμως ό,τι λέγει ο Ψαλμωδός στον Κύριο: «ἐν τῷ φωτί Σου ὀψόμεθα φῶς» (Ψαλμ. λε’ 10), το φως κάθε ευγενούς επιστήμης, κάθε ευγενούς τέχνης και κάθε άλλου καλού έργου.

(Η εν Χριστώ ζωή μου - Αγ. Ιωάννου της Κροστάνδης, εκδόσεις Παπαδημητρίου, σελ. 217-218)

«Όχι χάρη σε έργα δικαιοσύνης που κάναμε εμείς, αλλά χάρη στο δικό του έλεος, μας έσωσε…» (Τιτ. 3:5)

Ένας νέος, γεμάτος ανησυχία για την ψυχή του, πλησίασε έναν ευσεβή χριστιανό και τον ρώτησε: «Πέστε μου, σας παρακαλώ, τι πρέπει να κάνω για να σωθώ;». «Νέε μου, έρχεσαι πολύ καθυστερημένος», απάντησε εκείνος. «Δηλαδή;», ρώτησε ανήσυχα ο νέος. «Δεν μπορώ πια να σωθώ;». Κι ο χριστιανός εκείνος, με ηρεμία στο πρόσωπό του, απάντησε: «Μπορείς, και μάλιστα τώρα αμέσως. Αλλά δεν μπορείς να κάνεις εσύ κάτι για τη σωτηρία σου, γιατί έρχεσαι με μεγάλη καθυστέρηση. Ό,τι χρειαζόταν να γίνει για τη σωτηρία σου, το έκανε ήδη για σένα ο Χριστός. Σε σένα απομένει τώρα να πιστέψεις στο λυτρωτικό Του έργο, να Τον δεχτείς σαν Σωτήρα σου και να Του πεις ένα μεγάλο ευχαριστώ. Η σωτηρία είναι έτοιμη και είναι δώρο του Θεού για σένα και για όλους τους άλλους, που δέχονται με απλότητα πίστης αυτό το δώρο του Θεού» (Εφεσ. 2:8-10).

«Κάτω από τη σκέπη της σοφίας υπάρχει ασφάλεια» (Εκκλησιαστής 7:11)

- Αν δε θερμαίνεις τους άλλους με τη χριστιανική αγάπη σου, μπορεί κάποιοι από αυτούς να πεθάνουν από το κρύο.
- Η σωτηρία δεν επιτυγχάνεται χάρη σε κάποια δικά μας καλά έργα, αλλά χάρη στο μεγάλο έργο που πραγματοποίησε ο Χριστός πάνω στο σταυρό.
- Ο Θεός μας δίνει τα υλικά για το καθημερινό ψωμί μας, αλλά περιμένει από μας να το ψήσουμε.
- Ο απαισιόδοξος μπορεί να αποδεχτεί σωστός στο τέλος της διαδρομής, αλλά ο αισιόδοξος απολαμβάνει καλύτερα τη διαδρομή.
- Τα μεγάλα μυαλά συζητούν για ιδέες. Τα μέτρια μυαλά μιλούν για γεγονότα. Τα μικρά μυαλά κριτικάρουν τους άλλους.
- Η διαφορά ανάμεσα στην ιδιοφυία και την ανοησία είναι ότι η ιδιοφυία έχει κάποια όρια.

(Εκδόσεις «Ο Λόγος»)

ΥΠΟΜΝΗΜΑ -Στο κατά Λουκάν Ευαγγέλιο-

Ερμηνεία πατερική & θεολογική του Ευαγγελίου του Λουκά
Το ερμηνευτικό Υπόμνημα του Π.Ν. Τρεμπέλα
μεταφρασμένο στη νεοελληνική γλώσσα

Μετάφραση αρχιμ. Νικόλαος Πουλάδας

Κεφάλαιο 14

Στίχ. 15-24. Η παραβολή του μεγάλου δείπνου.
14.19 καὶ ἕτερος εἶπεν, Ζεύγη βοῶν ἠγόρασα πέντε(1)
καὶ πορεύομαι(2) δοκιμάσαι(3) αὐτά· ἐρωτῶ σε, ἔχε με παρῃτημένον.
19 Άλλος του είπε: “έχω αγοράσει πέντε ζευγάρια βόδια
και πάω να τα δοκιμάσω· σε παρακαλώ, δικαιολόγησέ με”.
(1) Αγορά αρκετά μεγάλη (b).
(2) Δεν προφασίζεται αυτός ανάγκη όπως ο πρώτος και δείχνει
αδιαφορία για το αν η δικαιολογία της άρνησής του δεν
παρουσιαστεί ισχυρή (p). Είναι αξιοσημείωτο ότι για τους
δύο αυτούς καλεσμένους τίποτα δεν αναφέρεται, από το οποίο
να συμπεραίνουμε, ότι παράνομα απέκτησαν ο μεν τον αγρό του,
ο δε τα ζεύγη των βοδιών του. Κανείς από τους δύο αυτούς
δεν κατηγορείται ούτε ως κλέφτης ούτε ως απατεώνας.
Νόμιμα παρ’ όλα αυτά πράγματα που αποκτήθηκαν με άψογες ενέργειες,
αποδεικνύονται σοβαρά εμπόδια για την πνευματική ζωή
και την κληρονομία της επουράνιας βασιλείας, όταν η καρδιά του
ανθρώπου προσκολληθεί σε αυτά.
(3) Να διαπιστώσω με δοκιμή τη δύναμή τους, την αντοχή τους,
την ημερότητα και υποταγή τους (ο).

14.20 καὶ ἕτερος εἶπεν, Γυναῖκα ἔγημα καὶ διὰ τοῦτο οὐ δύναμαι ἐλθεῖν(1).
20 Κι ένας άλλος του είπε: “είμαι νιόπαντρος και γι’ αυτό δεν μπορώ να έρθω”.
(1) Η τρίτη αυτή απάντηση είναι η πιο ξερή από όλες, είτε διότι
η δικαιολογία θα παρουσιαζόταν από μόνη της ισχυρή σύμφωνα
με τους κανόνες της κοσμικής ζωής, είτε διότι ο προσφάτως παντρεμένος
πολύ λίγο φροντίζει για την πρόσκληση (L). Έχει πεποίθηση ότι η
δικαιολογία του είναι αναντίρρητη (p). Βασίζεται ίσως σε παρερμηνεία
του Δευτερ. κδ 5 «Εάν κάποιος πάρει γυναίκα πρόσφατα, δεν θα βγει
σε πόλεμο και δεν θα του επιβληθεί κανένα πράγμα· θα είναι ελεύθερος
στο σπίτι του για ένα χρόνο». Οπότε όσο εκ πρώτης όψεως φαίνεται
ευλογοφανής η πρόφαση αυτή, τόσο και πιο απότομη γίνεται στην άρνησή της (b).
Η δικαιολογία αυτή φανερώνει την απορρόφηση από τις οικογενειακές
απολαύσεις και ανέσεις (ο). Υπερβολική προσκόλληση στους συγγενείς
μας είναι δυνατόν να καταστεί εμπόδιο για επιτέλεση των καθηκόντων
μας προς το Θεό. Του Αδάμ η δικαιολογία υπήρξε: «Η γυναίκα την οποία
έδωσες μαζί μου, αυτή μου έδωσε από το δέντρο και έφαγα» (Γεν. γ 12).
Εδώ λέει ο νεόνυμφος αυτός: Η γυναίκα με εμποδίζει από το να φάω.
Θα μπορούσε αυτός να προσέλθει στο δείπνο παίρνοντας μαζί του
και την γυναίκα του. Ασφαλώς βέβαια θα ήταν και οι δύο ευπρόσδεκτοι σε αυτό.

"Οι Μασόνοι κάνουν κρυφό πόλεμο,γι' αυτό είναι επικίνδυνοι"

Συζητούσα μια μέρα με τον Γέροντα για τις αιρέσεις
κι εκείνος μου διηγήθηκε: "Μια φορά ήλθε σε μένα μια καλή
κοπέλα, μορφωμένη, από καλό σπίτι και χριστιανή,
πήγαινε μάλιστα και σε χριστιανική οργάνωση.
Μου είπε ότι της προξενεύουν έναν πολύ καλό κύριο, σοβαρό,
πλούσιο, μορφωμένο, μόνο που ήταν μασόνος. Με ρώτησε τί να κάνει.
Της είπα να μην τον πάρει, αφού ήταν μασόνος. Άρχισε να μου λέει,
ότι είναι πολύ καλός χαρακτήρας και γι' αυτό θα μπορέσει
να τον προσελκύσει στο Χριστό. Της είπα ότι δε θα μπορέσει
να πετύχει τίποτε. Δε με άκουσε και τον παντρεύτηκε.
Από τότε δεν ξαναήρθε για πολλά χρόνια. Ώσπου μιά μέρα,
έφθασε με τον άνδρα της και το παιδί της. Μπήκε μόνη της στο κελλί μου.
Τη ρώτησα, πώς τα περνάς; Μου είπε καλά.
Κάθε πότε πηγαίνεις για εξομολόγηση και Θεία Κοινωνία;
Περίπου κάθε χρόνο. Κάθε πότε πας στην Εκκλησία; Κάπου κάπου, αραιά.
Τη ρώτησα και μερικά άλλα και πήρα ανάλογες απαντήσεις.
Της λέω: Φώναξε τον άνδρα σου. Ήρθε ο άνδρας της με το παιδί τους.
Είπα στον άνδρα της: Ξέρεις, η γυναίκα σου, πρίν σε παντρευτεί,
με βεβαίωσε ότι θα σε κάνει χριστιανό,
αλλά βλέπω ότι εσύ την έκανες μασόνα".
Γέροντα, ρώτησα, πώς πίστεψε αυτή η γυναίκα ότι θα κάνει το μασόνο
χριστιανό, αφού η μασονία πολεμά ανοιχτά το χριστιανισμό;
Μου απάντησε: "Όχι, αυτό τον πόλεμο τον κάνουν οι άλλοι.
Οι μασόνοι κανουν κρυφό πόλεμο, γι' αυτό είναι επικίνδυνοι.
Δε σου λένε μη κάνεις το σταυρό σου, μη πάς στην Εκκλησία,
στην εξομολόγηση. Σου λένε πήγαινε, αλλά έλα και σε μας.
Σε επηρεάζουν σιγά σιγά, έτσι πού να μήν καταλάβεις ότι, από κάποια στιγμή
και μετά, έπαψες στην πραγματικότητα να είσαι χριστιανός και έγινες μασόνος.
Ο Γέροντας γνώριζε, όχι μόνο το περιεχόμενο των αιρέσεων,
αλλά και "τάς μεθοδείας του διαβόλου", και εφιστούσε την προσοχή
των χριστιανών, για να μήν παγιδευτούν και ηττηθούν στον αγώνα τους
"προς τας αρχάς, πρός τας εξουσίας, πρός τους κοσμοκράτορας του σκότους
του αιώνος τούτου, πρός τα πνευματικά της πονηρίας εν τοις επουρανοίς"
[Γ 272π.]

(Ανθολόγιο Συμβουλών, Άγιος Πορφύριος, εκδ. Ι. Μονή Μεταμορφώσεως, Μήλεσι, σελ.250-251)

Μην κόβουμε το σχοινί
Γέροντα» μετά την επικοινωνία σας με τόσο κόσμο, ενώ το βράδυ φαίνεσθε
πολύ ταλαιπωρημένος, το πρωί δεν υπάρχει στο πρόσωπό σας ίχνος
από την ταλαιπωρία αυτήν, αλλά είστε φωτεινός. Πώς γίνεται αυτό;
Έμ, δεν κόβω το σχοινί!
Μερικές φορές, Γέροντα, όταν λόγο διακονίας δεν πάω στο Απόδειπνο
και είμαι πολύ κουρασμένη, λέω: «θα ξαπλώσω και θα λέω την ευχή»,
αλλά τελικά με παίρνει ο ύπνος και δεν κάνω τίποτε.
Όχι, ευλογημένη, ακόμη και όταν είσαι πολύ κουρασμένη,
να μην πέφτεις στο κρεβάτι, χωρίς να κάνεις καθόλου προσευχή.
Να λες ένα «Τρισάγιο» και τον50ο Ψαλμό, να ασπάζεσαι την εικόνα του Χριστού
και της Παναγίας, να σταυρώνεις το μαξιλάρι σου και μετά να ξαπλώνεις.
Να βάζεις και το ρολόι μια ώρα πριν από την Ακολουθία, για να σηκωθείς
να κάνης τον κανόνα σου. Χρειάζεται βία, αλλά να νιώσεις την βία ως ανάγκη,
να το κάνης με την καρδιά σου. «Ιλαρόν γαρ δότην αγαπά ο Θεός».
Και όταν, Γέροντα, δεν έχω καθόλου κουράγιο;
Να βιάσης τον εαυτό σου να κάνη κάτι πνευματικό.
Να φροντίζεις κάθε μέρα να κάνης έστω και λίγη μελέτη και λίγη προσευχή.
Η μελέτη, η προσευχή, η ψαλμωδία είναι βιταμίνες που χρειάζεται κάθε μέρα η ψυχή.
Να μην αφήνουμε την ημέρα να περνάει χωρίς καθόλου προσευχή.
Θυμάμαι στον πόλεμο, όταν περνούσαν μέρες χωρίς να κάνουμε επίθεση,
ρίχναμε και καμμιά τουφεκιά. Αλλιώς θα έλεγαν οι εχθροί: «αυτοί κοιμούνται»
και θα μας έκαναν αιφνιδιασμό. Το ίδιο να κάνουμε και στον πνευματικό αγώνα.
Όταν καμμιά φορά νιώθουμε εξάντληση και δεν μπορούμε να κάνουμε
όλα τα πνευματικά μας καθήκοντα, να μην κόβουμε το σχοινί,
την επικοινωνία με τον Θεό• να κάνουμε λίγες μετάνοιες, κανένα κομποσκοίνι.
Να ρίχνουμε δηλαδή κανα δυό ριπές, για να μη μας αιχμαλωτίσει το ταγκαλάκι.
Και, μόλις συνέλθουμε, να αρχίζουμε πάλι κανονικά τον αγώνα μας.
Όταν κανείς αφήνει τα πνευματικά, αν δεν κάνη έστω και λίγες μετάνοιες,
κανένα κομποσκοίνι, μετά αγριεύει. Δουλειές μπορεί να κάνη, προσευχή όμως όχι.
Βλέπω μοναχούς που κάνουν συνέχεια δουλειές και αφήνουν την μελέτη
και την προσευχή. «Ας κάνω κι αυτό, λένε, ας κάνω και το άλλο», και η προσευχή
μένει, και τελικά αγριεύουν, γίνονται σαν κοσμικοί.
Έχω δει εργάτες που μπορεί να πελεκάνε πέτρες μέσα στον ήλιο ή να κόβουν
ξυλά όλη μέρα, αλλά τριπλό μεροκάματο να τους δώσεις, μίση ώρα στην εκκλησία
δεν μπορούν να σταθούν βγαίνουν έξω και καπνίζουν. Το έχω παρατηρήσει αυτό.
Όταν ο άνθρωπος δεν προσεύχεται, απομακρύνεται από τον Θεό και γίνεται
σαν το βόδι δουλεύει, τρώει, κοιμάται. Και όσο απομακρύνεται από τον Θεό,
τόσο πιο δύσκολα γίνονται τα πράγματα. Ψυχραίνεται η καρδιά του,
και ύστερα δεν μπορεί καθόλου να προσευχηθή. Για να συνέλθει, πρέπει
να μαλακώσει η καρδιά του, να πάρη στροφή μετανοίας, να συγκλονισθεί.


(Λόγοι Παϊσίου, τόμος ς΄, Περί προσευχής, Εκδ. Ιερού Ησυχαστηρίου
"Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος", σελ.51-53)

"Μου γράφεις ότι εν τέλει πρέπει να υπάρχει «κάτι». Διάβασες, λες, ένα βιβλίο ενός μεγάλου αστρονόμου περί αστέρων και υπέπεσε στην αντίληψή σου ο ισχυρισμός αυτού του λαμπρού επιστήμονα: «Χωρίς τον Θεό τίποτα στον κόσμο δεν μπορεί να κατανοηθεί ούτε να εξηγηθεί». Εξ αυτού οδηγήθηκες στο συμπέρασμα ότι «κάτι» υπάρχει.

Απλά πες υπάρχει Θεός και είναι χαρούμενος! Έτσι μιλούν πολλοί μορφωμένοι άνθρωποι: Υπάρχει «κάτι»! Αλλά εάν μείνεις ως το τέλος της ζωής σου σ’ αυτήν την έκφραση, όλη σου η ζωή θα είναι ένα τίποτα.

Μια στιγμιαία διαπίστωση ότι υπάρχει κάποια μυστηριώδης μεγάλη δύναμη πίσω απ’ τον ορατό κόσμο, δεν αποτελεί ούτε κατά το ελάχιστο πίστη, ζωοποιό και καρποφόρα, η οποία μας φωτίζει τον δρόμο και μας δείχνει τον στόχο μας.

Το να λέμε μόνο ότι «κάτι» υπάρχει δεν σημαίνει ότι βγήκαμε στο φως της ημέρας. Αυτό μόλις και μετά βίας σημαίνει ότι ο ταξιδιώτης διέσχισε το σκοτάδι του μεσονυκτίου με τις ίριδες διεσταλμένες διαισθανόμενος το λυκαυγές της ανατολής. Αλλά από εκεί έως το να φθάσει ο ήλιος στην κορυφή είναι μακρύς ο δρόμος. Βιάσου να μην σε προφθάσει ο θάνατος σ’ αυτό το σκοτάδι. Να μπορείς τουλάχιστον να λες υπάρχει «Κάποιος» για να φέρει την αυγή στη ζωή σου.

Γνώρισε τον Δημιουργό σου αγαπητέ αδελφέ. Αυτό είναι πιο σημαντικό από τη γνώση των δημιουργημάτων Του. Μην παραμένεις στην κοινωνία εκείνων για τους οποίους ο Απόστολος λυπάται λέγοντας: «Ἐσεβάσθησαν καὶ ἐλάτρευσαν τῇ κτίσει παρὰ τὸν κτίσαντα» (Ρωμ. 1:25). Ο Ύψιστος καλλιτέχνης στέκει δίπλα στα έργα Του. Εσύ κοιτάζεις πιο πολύ τις καλλιτεχνικές δημιουργίες Του, οι οποίες μέχρι ενός σημείου ανοίγουν τα μάτια και κατόπιν τυφλώνουν. Γιατί δεν πλησιάζεις τον Καλλιτέχνη και δεν Τον γνωρίζεις και δεν Του συστήνεσαι; Ο Χριστός γι’ αυτό ήρθε στον κόσμο, για να σου απλώσει το χέρι και να σε οδηγήσει. Όποιος δεν πλησιάζει κοντά Του, δεν Του συστήνεται και δεν υποκλίνεται σ’ Αυτόν, δεν θα γίνει δεκτός ούτε καν στην αυλή Του στους ουρανούς.

Αυτά στα γράφω επειδή μόλις γύρισα από μία κηδεία. Πέθανε ένας άξιος νέος στην Αχρίδα. Στο νεκρικό φέρετρο το πρόσωπό του ήταν φωτεινό, φωτεινότερο από όταν ήταν ζωντανός. Έζησε με πίστη και συγχωρέθηκε πλήρης πίστεως. Πολύ νέος, αλλά σώφρων. Ενώ εσύ είσαι ήδη πολύ μεγαλύτερός του.

Ειρήνη και έλεος από τον Θεό".

(Άγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς, Δρόμος δίχως Θεό δεν αντέχεται…: Ιεραποστολικές επιστολές Α΄, μετάφραση Σβετλάνα Πέτσιν, Ηλίας Σαραγούδας, Νεφέλη Σαραγούδα – Πέτσιν, 1η έκδ., Εν πλω, Αθήνα, 2008)

Κυριακή της Τυροφάγου, (Ευαγγέλιο: Ματθ. στ΄ 14-21)

Το πρώτο μάθημα που μαθαίνει ο στρατιώτης όταν πάει στη μάχη, είναι ότι δεν πρέπει να παραδοθεί στον εχθρό. Ο διοικητής τον προειδοποιεί πως όλοι οι στρατιώτες οφείλουν να προσέχουν για να μην πέσουν στις παγίδες του εχθρού, να μην ξεγελαστούν κι αιχμαλωτιστούν. Ο στρατιώτης που είναι μόνος του και γυμνός, πεινάει και κρυώνει, αντιμετωπίζει μεγάλο πειρασμό ν’ αυτομολήσει στον εχθρό. Ο πανούργος εχθρός θα εκμεταλλευτεί με κάθε δυνατό τρόπο τη δυσχερή θέση του. Ίσως να πεινάει κι αυτός (ο εχθρός). Σ’ αυτήν την περίπτωση όμως θα δείξει τη γαλαντομία του, θα προσποιηθεί πως έχει αρκετά αγαθά και θα δώσει ένα κομμάτι ψωμί στο στρατιώτη που παραδόθηκε. Ίσως κι ο εχθρός να κρυώνει, να ’ναι ρακένδυτος ή γυμνός. Τότε όμως θα δώσει κάποιο ρούχο στο στρατιώτη, σα να ’ταν ο ίδιος πλούσιος και καλοντυμένος, σα να του περίσσευαν τα ρούχα. Θα του δώσει φυλλάδια, όπου θα κομπάζει πως η νίκη του είναι σίγουρη, θα πει στο φτωχό στρατιώτη πως δεξιά κι αριστερά του υπάρχουν ομάδες πολλές φίλων και συναδέλφων του που παραδόθηκαν, ή πως ο στρατηγός τους σκοτώθηκε ή πως ο βασιλιάς τους ζήτησε να συνάψει ειρήνη μαζί τους. Θα υποσχεθεί στο στρατιώτη σύντομη επιστροφή στο πατρικό του σπίτι, μια καλή θέση, λεφτά και όσα άλλα ονειρεύεται ο άνθρωπος που βρίσκεται σε μεγάλη ανάγκη. Ο στρατηγός επισημαίνει όλες αυτές τις παγίδες και τα τεχνάσματα του εχθρού από την αρχή, προειδοποιεί τους στρατιώτες του πως δεν πρέπει να τα πιστέψουν, οποιοδήποτε κι αν είναι το τίμημα. Τους συμβουλεύει να μην εγκαταλείψουν τη θέση τους, να μην παραδοθούν, αλλά να μείνουν πιστοί, έστω κι αν χρειαστεί να το πληρώσουν αυτό με τη ζωή τους.

Η μη παράδοση στον εχθρό είναι ένας ιδιαίτερα σπουδαίος κανόνας και για τους στρατιώτες του Χριστού, στη μάχη που δίνουν με τα πονηρά πνεύματα αυτού του κόσμου. Κι ο Χριστός, που στη μάχη αυτή είναι ο Βασιλιάς και στρατηγός μας, το επισημαίνει αυτό και μας προειδοποιεί: «Ἰδοὺ προείρηκα ὑμῖν» (Ματθ. κδ΄ 25), είπε στους μαθητές Του.

Ο κίνδυνος είναι μεγάλος. Ο εχθρός του ανθρώπινου γένους είναι πιο φοβερός και πιο πανούργος από κάθε άλλον εχθρό που θα μπορούσες να φανταστείς. Το είπε αυτό ο Κύριος σ’ ένα άλλο σημείο: «Ἰδοὺ ὁ σατανᾶς ἐξῃτήσατο ὑμᾶς τοῦ σινιάσαι ὡς τὸν σῖτον» (Λουκ. κβ΄ 31). Ο σατανάς θέλει να σας ξεκοσκινίσει, όπως το σιτάρι μέσα στο κόσκινο. Κυνηγάει διαρκώς τους ανθρώπους, από την ίδια τη στιγμή που εξαπάτησε τον πρώτο άνθρωπο – από την ημέρα που αξίωσε δικαιώματα πάνω στους ανθρώπους και τα πήρε από το Θεό για λογαριασμό του. Προσπαθεί να σύρει κοντά του το στρατιώτη του Χριστού χρησιμοποιώντας κάθε απάτη, τον δελεάζει με ψεύτικες υποσχέσεις και του δείχνει φανταστικά πλούτη. Δεν υπάρχει πιο πεινασμένη ύπαρξη από κείνον, αλλά δείχνει το ψωμί στους πεινασμένους και τους καλεί να παραδοθούν. Δεν υπάρχει πιο γυμνό ον απ’ αυτόν, μα τραβάει τους ανθρώπους με τα χρώματα της φανταστικής κι απατηλής αμφίεσής του. Δεν υπάρχει φτωχότερος απ’ αυτόν· όπως ο μάγος στα πανηγύρια όμως τρίβει δύο νομίσματα μεταξύ τους και δείχνει στους θεατές του τα εκατομμύρια που υποτίθεται πως έχει.
Δεν υπάρχει κανένας που να ’χει πέσει τόσο πολύ όσο εκείνος. Δεν παύει ποτέ με τα ψέματά του όμως να παρουσιάζεται αυτός σαν νικητής κι οι στρατιώτες του Χριστού σαν νικημένοι, σα να ’φυγε από το πεδίο της μάχης ο Χριστός και κρύφτηκε. «Ψεύστης ἐστί καὶ ὁ πατὴρ αὐτοῦ», είπε ο Κύριος (Ιωάν. η΄ 44). Είναι ψεύτης, πατέρας του ψεύδους. Όλη του η δύναμη κι όλα του τα υπάρχοντα έχουν μόνο φανταστική ύπαρξη. Ο Κύριος Ιησούς Χριστός επισήμανε στους μαθητές Του όλες τις απάτες και τα όπλα του εχθρού και τους έδειξε τόσο με λόγια όσο και με έργα πώς ν’ αντισταθούν και με ποια όπλα να τον πολεμήσουν.

Το κυριότερο όπλο για μας τους χριστιανούς είναι ο ίδιος ο Χριστός. Η παρουσία Του ανάμεσα μας κι η δύναμή Του μέσα μας είναι τα βασικά μας όπλα. Τα τελευταία λόγια Του που βλέπουμε στο ευαγγέλιο είναι: «Ἰδοὺ ἐγὼ μεθ᾿ ὑμῶν εἰμι πάσας τὰς ἡμέρας ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος» (Ματθ. κη΄ 20). Η παρουσία Του ήταν ολοφάνερη στους αιώνες που πέρασαν σε εκατομμύρια ατρόμητους στρατιώτες Του – αποστόλους, μάρτυρες, ομολογητές, θεοφόρους πατέρες, αφοσιωμένες παρθένες και αγίους άντρες και γυναίκες. Και δε φανερωνόταν μόνο στα παλιά χρόνια αλλά και στις μέρες μας, καθαρά κι αληθινά, σ’ όλους εκείνους που δεν παραδόθηκαν στον πονηρό. Δε φανερώνεται σήμερα μόνο, αλλά θα φανερώνεται και μέχρι τη συντέλεια, μέχρι το τέλος του χρόνου, αφού προφήτεψε πως στο τέλος του χρόνου θα εμφανιστούν μεγαλομάρτυρες (βλ. Αποκ. ια΄ 3). Έχουμε καθαρή και σίγουρη δύναμη από το Σώμα και το Αίμα Του, από το Πάθος Του, το λόγο Του, τον τίμιο και ζωοποιό Σταυρό, την Ανάσταση και την αθάνατη δόξα Του.

Εσύ που έχεις πειστεί για την ακατανίκητη δύναμη του Χριστού, που διαπερνάει σαν ηλεκτρικό ρεύμα τους πιστούς, δείξε το και στους άλλους. Εσύ πού δεν πείστηκες ακόμα, αλλά θέλεις να πειστείς, κάνε όλα όσα σου ζητάει το ευαγγέλιο. Εκείνους που επιμένουν κακόβουλα ν’ αμφιβάλλουν, άσε τους στην αμφιβολία τους. Αυτοί δεν πληγώνουν το Θεό μα τον εαυτό τους. Δεν αμφιβάλλουν για την απώλεια του Θεού, μα για τη δική τους. Σύντομα θα ’ρθει ο καιρός που δε θα μπορούν πια ν’ αμφιβάλλουν, αλλά τότε δε θα μπορούν και να πιστέψουν.

Εκτός από την παρουσία και τη δύναμη του ίδιου του Χριστού, που είναι το κύριο όπλο μας στη μάχη ενάντια στις πονηρές δυνάμεις, ο Κύριος Ιησούς μας πρόσφερε κι άλλα είδη όπλων, για να τα χρησιμοποιήσουμε με τη βοήθεια Του. Τα όπλα αυτά είναι τα εξής: διαρκής μετάνοια, διαρκής ελεημοσύνη, αδιάλειπτη προσευχή, συνεχής χαρά εν Κυρίω Ιησού, ο φόβος της μέλλουσας κρίσης και της καταδίκης των ψυχών μας, η επιθυμία να υπομένουμε καρτερικά τα βάσανα για χάρη Του, με πίστη κι ελπίδα, η συγχώρηση των προσβολών, η θέαση του κόσμου αυτού σα να μην υπήρχε καθόλου, η συμμετοχή στα άγια μυστήρια, οι αγρυπνίες κι η νηστεία. Μνημονεύουμε τελευταία τη νηστεία όχι επειδή σαν όπλο δεν είναι σπουδαίο (μη γένοιτο!), αλλά επειδή το ευαγγέλιο της σημερινής ημέρας μιλάει για τη νηστεία και σκοπεύουμε να το σχολιάσουμε ιδιαίτερα.

«Ἐὰν γὰρ ἀφῆτε τοῖς ἀνθρώποις τὰ παραπτώματα αὐτῶν, ἀφήσει καὶ ὑμῖν ὁ πατὴρ ὑμῶν ὁ οὐράνιος· ἐὰν δὲ μὴ ἀφῆτε τοῖς ἀνθρώποις τὰ παραπτώματα αὐτῶν, οὐδὲ ὁ πατὴρ ὑμῶν ἀφήσει τὰ παραπτώματα ὑμῶν» (Ματθ. στ΄ 14-15). Αν συγχωρήσετε τα αμαρτήματα που σας έκαναν οι άλλοι, θα συγχωρήσει και ο ουράνιος Πατέρας τα δικά σας αμαρτήματα· αν όμως εσείς δε συγχωρήσετε τα αμαρτήματα των άλλων, ούτε και τα δικά σας αμαρτήματα θα συγχωρήσει ο ουράνιος Πατέρας.

Έτσι αρχίζει το σημερινό ευαγγέλιο. Γιατί αρχίζει έτσι; Ίσως διερωτηθείς: Τι σχέση έχει αυτό με τη νηστεία; Συνδέεται και μάλιστα πολύ στενά. Υπάρχει επίσης πολύ στενή σχέση ανάμεσα στη νηστεία και στο τέλος του σημερινού ευαγγελίου, όπου δεν αναφέρεται η νηστεία, αλλά η θησαύριση των αγαθών όχι στη γη αλλά στον ουρανό, εκεί όπου ούτε ο σκόρος ή η σαπίλα μπορούν ν’ αφανίσουν, αλλ’ ούτε οι κλέφτες να κλέψουν.

Όταν τη νηστεία την κατανοούμε όπως πρέπει, με χριστιανική κι όχι με νομικίστικη αντίληψη, δηλαδή με φαρισαϊκό τρόπο, τότε η συγχώρηση των προσβολών και η αποχή από την απληστία είναι νηστεία και μάλιστα η πιο σπουδαία νηστεία ή, αν θέλεις, ο πολυτιμότερος καρπός της νηστείας. Η αποχή μόνο από τροφή, αν δεν αποφεύγουμε ταυτόχρονα την ανταπόδοση στις προσβολές που μας έκαμαν ή αν προσκολλιόμαστε στα εγκόσμια πλούτη, έχει πραγματικά πολύ λίγη αξία.

Ο Κύριος δε μας δίνει εντολή με τη δύναμη της αυθεντίας Του όταν λέει πως πρέπει να συγχωρούμε τις αμαρτίες των ανθρώπων. Μας αφήνει στην ελεύθερη επιλογή μας να συγχωρήσουμε ή όχι. Την ελευθερία μας δε θα την παραβιάσει, δε θα μας πιέσει να κάνουμε κάτι, γιατί τότε το έργο αυτό δε θα είναι δικό μας αλλά δικό Του. Και τότε δε θα έχει την αξία που θα είχε αν το κάναμε ελεύθερα, με τη θέληση μας. Είναι αλήθεια ότι τις εντολές δεν τις δίνει με δύναμη εξουσίας, με αυθεντία. Απλά μας επισημαίνει τι θα πάθουμε σε αντίθετη περίπτωση: Οὐδὲ ὁ πατὴρ ὑμῶν ἀφήσει τὰ παραπτώματα ὑμῶν. Και ποιος άλλος, εκτός από το Θεό, θα συγχωρήσει τις αμαρτίες μας; Κανένας, ούτε στον ουρανό ούτε στη γη. Κανένας απολύτως.

Οι άνθρωποι δε θα μας συγχωρήσουν, επειδή δεν τους συγχωρήσαμε. Ο Θεός δε θα μας συγχωρήσει, αφού οι άνθρωποι δε μας συγχωρούν. Πού βρισκόμαστε τότε και πού θα βρεθούμε; Θα περάσουμε τις μέρες μας κάτω από ένα βουνό αμαρτίες. Και στην άλλη ζωή το βάρος αυτού του βουνού θα βαρύνει ακόμα περισσότερο, σε όλη την αιωνιότητα. Γι’ αυτό ας ασκηθούμε να μην ανταποδίδουμε προσβολές στις προσβολές και κακό στο κακό ή να πληρώνουμε την αμαρτία με αμαρτία.

Όταν βλέπεις έναν μεθυσμένο πεσμένο στη λάσπη, θα ξαπλώσεις και συ δίπλα του; Δε θα προσπαθήσεις να τον σηκώσεις και να τον βγάλεις από τη λάσπη; Κάθε αμαρτία είναι λάσπη και κάθε πάθος είναι μέθη. Αν ο αδερφός σου έχει βυθίσει την ψυχή του στη λάσπη της αμαρτίας, γιατί θ’ αφήσεις και τη δική σου ψυχή να κυλιστεί στην ίδια λάσπη; Πρέπει ν’ αποφύγεις εκείνο που κάνει ο αδερφός σου, να βιαστείς να τον βγάλεις από τη λάσπη, να τον καθαρίσεις, ώστε ο ουράνιος Πατέρας σου να σηκώσει και σένα, να σε καθαρίσει από κάθε αμαρτία και στην τελική κρίση να σε τοποθετήσει μαζί με τους αγγέλους.

Και συνεχίζει ο Κύριος: «Οταν δὲ νηστεύητε, μὴ γίνεσθε ὥσπερ οἱ ὑποκριταὶ σκυθρωποί· ἀφανίζουσι γὰρ τὰ πρόσωπα αὐτῶν ὅπως φανῶσι τοῖς ἀνθρώποις νηστεύοντες· ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι ἀπέχουσι τὸν μισθὸν αὐτῶν» (Ματθ. στ΄ 16). Όταν νηστεύετε δεν πρέπει να φαίνεστε σκυθρωποί και κατηφείς, όπως οι υποκριτές. Αυτοί αλλοιώνουν το πρόσωπο τους για να φαίνεται μαραμένο, ώστε να δείξουν στους ανθρώπους πως νηστεύουν. Αυτοί ότι μισθό είχαν να πάρουν, τον πήραν ήδη.

Οι υποκριτές δε νηστεύουν για το Θεό, ούτε για την ψυχή τους. Αυτοί το κάνουν από ανθρωπαρέσκεια, για να τους βλέπουν οι άνθρωποι ότι νηστεύουν και να τους επαινούν. Αλλ’ επειδή όλοι οι άλλοι άνθρωποι δε γίνεται να τους παρατηρούν κάθε μέρα τι τρώνε και τι πίνουν, αυτοί αγωνίζονται να φαίνονται πως νηστεύουν, να το διαβάζουν αυτό οι άλλοι στα πρόσωπα τους. Παραμορφώνουν τα πρόσωπα τους, τα κάνουν να φαίνονται ωχρά και λυπημένα, κάτισχνα και μαραμένα. Δεν πλένουν τα πρόσωπα τους, ούτε και χρησιμοποιούν αρώματα. Κι οι άνθρωποι τους κοιτάζουν και τους θαυμάζουν, τους επαινούν. Οι άνθρωποι τους ανταμείβουν με το θαυμασμό τους, τους δίνουν το τίμημα της νηστείας τους. Τότε τι άλλο μπορούν να περιμένουν από το Θεό; Αυτοί δεν νήστεψαν για το Θεό αλλά για τους ανθρώπους. Τι σόι πληρωμή αναζητούν για την ψυχή τους; Αφού δε νήστεψαν για χάρη της ψυχής τους αλλά για χάρη των ανθρώπων. Κι οι άνθρωποι τους εγκωμίασαν γι’ αυτό, τους πλήρωσαν. Την ανταμοιβή τους την έλαβαν. Ο Θεός δεν τους χρωστά τίποτα, ούτε και θα τους ανταμείψει στη μέλλουσα ζωή για τη νηστεία τους.

«Σὺ δὲ νηστεύων» συνεχίζει ο Κύριος, «ἄλειψαί σου τὴν κεφαλὴν καὶ τὸ πρόσωπόν σου νίψαι, ὅπως μὴ φανῇς τοῖς ἀνθρώποις νηστεύων, ἀλλὰ τῷ πατρί σου τῷ ἐν τῷ κρυπτῷ, καὶ ὁ πατήρ σου ὁ βλέπων ἐν τῷ κρυπτῷ ἀποδώσει σοι ἐν τῷ φανερῷ» (Ματθ. στ΄ 17-18). Εσύ όταν νηστεύεις να περιποιείσαι τα μαλλιά σου και να πλένεις το πρόσωπο σου, για να μη δείχνεις στους ανθρώπους πως νηστεύεις. Αυτό ας το βλέπει ο ουράνιος Πατέρας σου που βλέπει και τα πιο απόκρυφα πράγματα. Κι Εκείνος που βλέπει τα κρυφά, θα σου ανταποδώσει τον κόπο της νηστείας σου φανερά.

Αυτός είναι ο πιο σπουδαίος κανόνας που μας έχει δοθεί για τη νηστεία. Κι η άμεση σημασία του είναι καθαρή. Τη νηστεία την κάνεις για το Θεό και για τη σωτηρία της ψυχής σου, όχι για τους ανθρώπους. Δεν έχει καμιά εντελώς αξία αν οι άνθρωποι βλέπουν ή ξέρουν πως εσύ νηστεύεις. Κι είναι πραγματικά πολύ πιο καλό για σένα να μην ξέρουν. Από τους ανθρώπους δεν περιμένεις καμιά ανταμοιβή για τη νηστεία σου. Τι μπορούν να σου δώσουν εκείνοι, αφού περιμένουν, όπως και συ, τα πάντα από το Θεό; Εκείνο που έχει σημασία, που αξίζει, είναι να βλέπει και να γνωρίζει ο Θεός. Κι ο Θεός θα δει οπωσδήποτε. Είναι αδύνατο να κρύψεις κάτι απ’ Αυτόν. Γι’ αυτό μην επιδείχνεις τη νηστεία σου με οποιοδήποτε τρόπο. Ο Θεός το διαβάζει μέσα σου αυτό, στην ίδια την καρδιά σου. Όπως έβαζες αρωματικό λάδι στο κεφάλι σου προτού νηστέψεις, το ίδιο κάνε και τώρα. Όπως έλουζες το πρόσωπο σου πριν από τη νηστεία, λούσε το κι όταν νηστεύεις. Είτε το κάνεις αυτό είτε δεν το κάνεις, δεν πρόκειται ν’ αυξήσει το μισθό σου. Είτε το κάνεις είτε όχι, ούτε θα σε σώσει, ούτε και θα σε οδηγήσει στην απώλεια.

Τα λόγια αυτά του Χριστού όμως (ἄλειψαί σου τὴν κεφαλὴν καὶ τὸ πρόσωπόν σου νίψαι), που ειπώθηκαν τόσο επιγραμματικά, έχουν και το δικό τους βαθύτερο εσωτερικό νόημα. Αν ο Κύριος είχε κατά νου μόνο το σωματικό κεφάλι και πρόσωπο, σίγουρα δε θα μας έδινε την εντολή πως, όταν νηστεύουμε, πρέπει ν’ αλείψουμε το κεφάλι και να λούζουμε το πρόσωπο μας. Θα είχε πει πως, σχετικά με τους καρπούς της νηστείας, είναι εντελώς δευτερεύουσας σημασίας το γεγονός πως αλείφουμε ή όχι το κεφάλι μας, λούζουμε ή δε λούζουμε το πρόσωπο μας. Είναι φανερό πως στα λόγια αυτά κρύβεται ένα άλλο, μυστικό νόημα. Διαφορετικά, αυτός που εξηγεί τις εντολές του Χριστού επιφανειακά κι όταν νηστεύει αρχίζει ν’ αλείφει με λάδι το κεφάλι του και να λούζει το πρόσωπο του, θα πέσει στην αντίθετη μορφή της υποκρισίας. Γιατί θα φανερώνει πάλι στους ανθρώπους τη νηστεία του, αλλά με διαφορετικό τρόπο. Μα αυτό είναι που ο Χριστός ήθελε να διδάξει στους ανθρώπους, πως δεν πρέπει να κάνουν. Δεν υπάρχει αμφιβολία λοιπόν πως η εντολή αυτή έχει το βαθύτερο εσωτερικό της νόημα. Ποιο είναι αυτό;

Το νόημα της εντολής αυτής μοιάζει με κείνο που έδωσε ο απόστολος Παύλος στην περιτομή. Ο μεγάλος απόστολος περισσότερη έμφαση έδωσε στην περιτομή της καρδιάς, που τη θεώρησε ως σωστική αρχή. Την άλλη περιτομή, τη σωματική, τη λογάριασε σαν δευτερεύουσας σημασίας, πως δεν έχει καμιά διαφορά από τη μη περιτομή (βλ. Γαλ. στ΄ 15, Ρωμ. β΄ 29). Ἄλειψαί σου τὴν κεφαλὴν επομένως σημαίνει: Χρίσε το νου σου με το Άγιο Πνεύμα. Το κεφάλι υπονοεί το νου, την ψυχή ολόκληρη. Το άρωμα του μύρου με το οποίο χρίεται το κεφάλι υποδηλώνει το Άγιο Πνεύμα. Κι αυτό σημαίνει πως πρέπει ν’ απέχεις από κάθε πονηρή σκέψη και ν’ αποφεύγεις κάθε αργό και άσεμνο λόγο. Αντίθετα μάλιστα, πρέπει να γεμίζεις το νου σου με σκέψεις θεϊκές, με στοχασμούς ιερούς για την αγνότητα, την πίστη, την αγάπη και όλα εκείνα που προσελκύουν το Άγιο Πνεύμα. Το ίδιο να κάνεις και με τη γλώσσα σου, αφού νους και γλώσσα είναι το ίδιο. Φρόντιζε είτε ν’ απέχεις εντελώς από το να μιλάς ή, όταν διακόπτεις τη σιωπή σου, να λες μόνο όσα αναφέρονται στη δόξα του Θεού και τη σωτηρία των ανθρώπων. Μα και με την καρδιά σου το ίδιο πρέπει να κάνεις.

Ν’ απέχεις από το φθόνο και την κακία, τη ζήλεια και την υπερηφάνεια, τις βλασφημίες και τις ύβρεις εναντίον του Θεού και των ανθρώπων, από κάθε αμαρτία ή και αμαρτωλή επιθυμία, από κάθε πάθος και λαγνεία. Φυλάξου απ’ όλ’ αυτά και άφησε ελεύθερο το Άγιο Πνεύμα να φυτέψει στην καρδιά σου κάθε αγαθό και θεϊκό δέντρο, κάθε θεάρεστο και ουράνιο άνθος. Με τον ίδιο τρόπο να χρησιμοποιήσεις τη θέληση της ψυχής σου. Νήστεψε από κάθε αμαρτωλή κλίση, από κάθε αμαρτωλή πράξη, φύλαξε τον εαυτό σου από κάθε πονηρό. Έτσι θα επιτρέψεις στο Άγιο Πνεύμα να χρίσει τη σκληρυμένη καρδιά σου με το άγιο μύρο, να γειάνει τις πληγές της, να τη στρέψει προς έργα αγαθά και να τη γεμίσει με πόθο για οτιδήποτε καλό και θεάρεστο.

Αυτό είναι το νόημα της φράσης ἄλειψαί σου τὴν κεφαλὴν. Με άλλα λόγια μας λέει ο Χριστός πως πρέπει να χαλιναγωγήσουμε και να περιορίσουμε από κάθε κακία τον εσωτερικό μας άνθρωπο, που αξίζει περισσότερο απ’ οτιδήποτε άλλο, και να τον στρέψουμε προς κάθε αγαθό.

Τώρα, τι σημαίνουν τα λόγια καὶ τὸ πρόσωπόν σου νίψαι;
Το πρόσωπο υποδηλώνει τον εξωτερικό, τον σωματικό και αισθησιακό άνθρωπο – το σώμα του ανθρώπου. Η ψυχή αποκαλύπτεται στον κόσμο μέσα από το σώμα. Για το Θεό, πρόσωπο του ανθρώπου είναι η ψυχή, για τον κόσμο όμως είναι το σώμα. Με τις σωματικές αισθήσεις και τα αισθητήρια όργανα δείχνουμε στον κόσμο τι σκεφτόμαστε, τι νιώθουμε και τι θέλουμε. Η γλώσσα λέει όσα ο νους σκέφτεται, τα μάτια δείχνουν τα αισθήματα της καρδιάς και τα πόδια οδηγούν εκεί που η ψυχή θέλει.

Τὸ πρόσωπόν σου νίψαι σημαίνει: Να καθαρίσεις το σώμα σου από τη διάπραξη κάθε αμαρτίας, κάθε ακαθαρσίας και κάθε πονηρίας. Φύλαξε τις αισθήσεις σου από κάθε τι το επιπόλαιο και επικίνδυνο. Περιόρισε τα μάτια σου ώστε να μην περιεργάζονται διαρκώς τα περίεργα αυτού του κόσμου. Περιόρισε τ’ αυτιά σου να μην ακούνε αυτά που δε συντελούν στην ψυχική σου σωτηρία. Περιόρισε τη μύτη σου, ώστε η ψυχή σου να μην οσμίζεται το άρωμα αυτού του κόσμου, που γρήγορα μεταβάλλεται σε βρωμιά. Περιόρισε το στομάχι σου, για να μην επιθυμεί συνέχεια περισσότερη τροφή και ποτό. Χαλιναγώγησε το σώμα σου ολόκληρο, να μη γίνει ευαίσθητο και απαιτεί από σένα περισσότερα από εκείνα που είναι απαραίτητα για την επιβίωση του. Πρέπει να συγκρατήσεις τα χέρια σου ώστε να μη χτυπάνε και βασανίζουν ανθρώπους ή και ζώα. Συγκράτησε τα πόδια σου για να μη σε οδηγούν στην αμαρτία, σε ανόητες ψυχαγωγίες και άθεες διασκεδάσεις, σε τσακωμούς και σε κλοπές. Σε αντίθεση προς όλ’ αυτά πρέπει ν’ αλλάξεις το σώμα σου ολόκληρο, να το κάνεις πραγματικό ναό της ψυχής κι όχι ταβέρνα όπου συχνάζουν οι ληστές για να μοιράσουν τα κλοπιμαία τους και να σχεδιάσουν καινούργιες εξορμήσεις. Το σώμα σου πρέπει να το κάνεις ναό του Ζώντος Θεού.

Αυτό το νόημα έχουν τα λόγια τὸ πρόσωπόν σου νίψαι. Αυτή είναι η νηστεία που οδηγεί στη σωτηρία. Αυτή τη νηστεία συνιστά ο Κύριος. Μια νηστεία που είναι ελεύθερη από υποκρισία, που εκβάλλει τα πονηρά πνεύματα και βοηθά τον άνθρωπο να καταγάγει ένδοξη νίκη, που θα του αποφέρει πλούσιους καρπούς, τόσο στην παρούσα ζωή όσο και στη μέλλουσα.

Αξίζει να επισημάνουμε πως ο Κύριος μιλάει πρώτα για το κεφάλι κι ύστερα για το πρόσωπο, πρώτα για την ψυχή κι ύστερα για το σώμα. Οι υποκριτές νήστευαν μόνο σωματικά κι έδειχναν τη νηστεία τους στους ανθρώπους με σωματικά μέσα. Ο Χριστός αντίθετα, βάζει την πνευματική νηστεία στην πρώτη θέση. Πρώτη τοποθετεί τη νηστεία της ψυχής κι έπειτα την εξωτερική, του σώματος. Μ’ αυτό δε θέλει να υποβαθμίσει τη σωματική νηστεία -αφού κι ο ίδιος άσκησε τη νηστεία αυτή- αλλά για να καθαρίσει πρώτα την ψυχή κι έπειτα τον καθρέφτη της ψυχής.

Ο άνθρωπος πρέπει ν’ αγωνιστεί, να ενστερνιστεί τη νηστεία πρώτα με το νου, την καρδιά και τη θέλησή του και μετά να την εφαρμόσει πρόθυμα με το σώμα, όπως κάνει κι ο καλλιτέχνης, που πρώτα μορφώνει την εικόνα στην ψυχή του και μετά την πραγματοποιεί με τα χέρια του.

Η σωματική νηστεία πρέπει να γίνεται με χαρά, όχι με λύπη. Αυτός είναι ο λόγος που ο Κύριος χρησιμοποιεί τις λέξεις ἄλειψαι και νίψον. Όπως οι ουσίες αυτές δίνουν ευχαρίστηση και ξεκούραση στο σώμα έτσι και η νηστεία, τόσο η σωματική όσο κι η ψυχική, πρέπει να δίνει χαρά κι ευχαρίστηση στην ψυχή του ανθρώπου. Η νηστεία είναι όπλο, ένα πολύ δυνατό όπλο στον πόλεμο με τα πονηρά πνεύματα. Ο στρατιώτης που την ώρα της μάχης θα χάσει το όπλο του πέφτει κάτω, γιατί δεν έχει άλλη επιλογή. Είτε θα τραπεί σε φυγή, είτε θα παραδοθεί. Όταν όμως του δώσουν όπλα χαίρεται, γιατί τότε μπορεί να σταθεί στη θέση του και ν’ αποκρούσει τον εχθρό. Πώς μπορεί να μη χαρεί ο χριστιανός όταν οπλίζεται με τη νηστεία εναντίον των πιο φοβερών αντιπάλων του; Πώς να μη σκιρτήσει από χαρά ή καρδιά του και να μη λάμψει το πρόσωπο του όταν κρατά στα χέρια του ένα όπλο, που με το που το βλέπουν οι εχθροί του συγχύζονται και το βάζουν στα πόδια;

Η λαιμαργία κάνει μελαγχολικό τον άνθρωπο, τον φοβίζει, ενώ η νηστεία τον ευφραίνει, του δίνει κουράγιο. Η λαιμαργία προκαλεί κι άλλη λαιμαργία, ακόμα μεγαλύτερη, ενώ η νηστεία ενισχύει την αντοχή, την κάνει πιο ισχυρή. Ο βασιλιάς Δαβίδ άσκησε τη νηστεία τόσο πολύ, ώστε αναφωνούσε ο ίδιος: «τὰ γόνατά μου ἠσθένησαν ἀπὸ νηστείας» (Ψαλμ. ρη΄ 24). Όταν ο άνθρωπος συνειδητοποιεί τη χάρη που λαμβάνει από τη νηστεία, τότε θέλει να νηστεύει όλο και περισσότερο. Κι οι δωρεές που φέρνει η νηστεία είναι αμέτρητες.

Με τη νηστεία ο άνθρωπος ελαφραίνει και το σώμα και το πνεύμα του από το βάρος του πνευματικού σκότους και παχύτητας. Το σώμα του γίνεται ελαφρύ, ζωντανό και το πνεύμα του φωτεινό και καθαρό.
Με τη νηστεία ο άνθρωπος υψώνει την ψυχή του πάνω από τα γήινα δεσμά και εισχωρεί μέσα από το σκότος της κτηνώδους ζωής στο φως της βασιλείας του Θεού, στην αληθινή του πατρίδα.
Η νηστεία ενισχύει τον άνθρωπο, τον κάνει αποφασιστικό και θαρραλέο μπροστά σε δαίμονες και ανθρώπους.
Η νηστεία κάνει τον άνθρωπο γενναιόδωρο, πράο, εύσπλαχνο και υπάκουο.
Με τη νηστεία ο Μωυσής αξιώθηκε να λάβει τις δέκα εντολές από τον ίδιο τον Θεό
Με τη νηστεία ο Ηλίας έκλεισε τους ουρανούς και δεν έβρεξε για τρία χρόνια. Με τη νηστεία προκάλεσε τη φωτιά που έπεσε από τον ουρανό πάνω στους ειδωλολάτρες. Με τη νηστεία εξαγνίστηκε τόσο πολύ, ώστε αξιώθηκε να συνομιλήσει στο όρος Χωρήβ με τον Θεό.
Με τη νηστεία ο Δανιήλ σώθηκε από τα δόντια των λεόντων και οι τρεις παίδες γλύτωσαν από την κάμινο του πυρός.

Με τη νηστεία ο Βασιλιάς Δαβίδ ύψωσε την καρδιά του στον Κύριο και η χάρη του Θεού τον επισκίασε. Έτσι έγραψε και έψαλε τους γλυκύτατους και ανυπέρβλητους ψαλμούς που ανύψωναν όλους τους προ Χριστού ανθρώπους στον Θεό.
Με τη νηστεία ο βασιλιάς Ιωσαφάτ κατατρόπωσε τους εχθρούς του, τους Αμμωχήτες και τους Μωαβίτες.
Με τη νηστεία οι Εβραίοι σώθηκαν από την καταδίωξη του Αμάν (βλ. Εσθήρ κεφ. δ΄).
Με τη νηστεία η πόλη της Νινευί σώθηκε από την καταστροφή που είχε προφητέψει ο προφήτης Ιωνάς.
Με τη νηστεία ο Ιωάννης ο Βαπτιστής έγινε ο «μείζων ἐν γεννητοῖς γυναικῶν».

Οπλισμένος με τη νηστεία ο όσιος Αντώνιος συνέτριψε τις ορδές των δαιμόνων και τις εκδίωξε. Αλλά τι λέω; Μόνο ο όσιος Αντώνιος; Αμέτρητο πλήθος χριστιανών αγίων, άνδρες και γυναίκες, εξαγνίστηκαν με τη νηστεία, ενδυναμώθηκαν με τη νηστεία και έγιναν οι μεγαλύτεροι ήρωες στην ανθρώπινη ιστορία. Γιατί κατόρθωσαν να κατανικήσουν εκείνον που ήταν ο ανυπέρβλητος εχθρός τους: τον εαυτό τους. Και με τη νίκη κατά του εαυτού τους, κατατρόπωσαν ταυτόχρονα τον κόσμο και τον σατανά.

Ο Άγιος Βασίλειος λέει: «Η νηστεία ενδυναμώνει το νου».

Ο Άγιος Διόδωρος: «Οι πραγματικοί ασκητές απέχουν από τροφές όχι επειδή λογαριάζουν τις ίδιες σαν κάτι κακό, αλλά επειδή με την αποχή και την εγκράτεια θέλουν να χαλιναγωγήσουν τα φλεγόμενα μέλη τους».

Κι ο Άγιος Ιερώνυμος: «Στο Θεό, το Δημιουργό και Κύριο του Σύμπαντος, ο ήχος του στομάχου που γουργουρίζει δεν είναι απαραίτητος, χωρίς αυτόν όμως δεν μπορεί να υπάρξει αγνότητα».

Και σε τελευταία ανάλυση, ο ίδιος ο Κύριος δεν ξεκίνησε το θείο έργο της σωτηρίας του ανθρώπινου γένους με μια μακρά, σαρανταήμερη νηστεία;

Μ’ αυτόν τον τρόπο δε μας έδειξε καθαρά πως, σαν χριστιανοί πρέπει να κάνουμε σοβαρό ξεκίνημα με τη νηστεία; Πρώτα η νηστεία. Και μετά όλα τ’ άλλα έρχονται μαζί της. Με το δικό Του παράδειγμα ο Κύριος μας δίδαξε πόσο σπουδαίο όπλο είναι η νηστεία. Με το όπλο αυτό κατατρόπωσε το σατανά στην έρημο και αντιμετώπισε τα τρία σατανικά πάθη με τα οποία τον πείραξε ο διάβολος, δηλαδή τα πάθη της άνεσης, της φιλοδοξίας και της φιλαργυρίας. Αυτές είναι οι τρεις ολέθριες πλεονεξίες, οι τρεις μεγαλύτερες παγίδες που μέσα τους προσπαθεί ο εχθρός του ανθρώπινου γένους να παγιδεύσει τους στρατιώτες του Χριστού. Η φιλαργυρία ανοίγει την πόρτα και σε άλλα πάθη. Σύμφωνα με τα λόγια του αποστόλου, είναι «ρίζα πάντων τῶν κακῶν» (Α΄ Τιμ. στ΄ 10). Γι’ αυτό κι ο Κύριος τελειώνει τη διδαχή Του για τη νηστεία με την προειδοποίηση να μην αγαπάμε το χρήμα, ν’ αποφεύγουμε την ολέθρια συγκέντρωση υλικών αγαθών, που απομακρύνει την καρδιά μας από το Θεό και την προσκολλά στη γη. «Μὴ θησαυρίζετε ὑμῖν θησαυροὺς ἐπὶ τῆς γῆς, ὅπου σὴς καὶ βρῶσις ἀφανίζει καὶ κλέπται διορύσσουσι καὶ κλέπτουσι· θησαυρίζετε δὲ ὑμῖν θησαυροὺς ἐν οὐρανῷ, ὅπου οὔτε σὴς οὔτε βρῶσις ἀφανίζει, καὶ ὅπου κλέπται οὐ διορύσσουσιν οὐδὲ κλέπτουσιν. ὅπου γάρ ἐστιν ὁ θησαυρὸς ὑμῶν, ἐκεῖ ἔσται καὶ ἡ καρδία ὑμῶν» (Ματθ. στ΄ 19-21). Μη μαζεύετε θησαυρούς στη γη, που κινδυνεύουν να καταστραφούν από το σκόρο ή να κλαπούν από τους ληστές. Είναι καλύτερα να μαζεύετε θησαυρούς στον ουρανό, όπου δεν κινδυνεύουν ούτε από σκόρο ούτε από ληστές. Γιατί εκεί που βρίσκεται ο θησαυρός σας, εκεί θα είναι προσκολλημένη κι η καρδιά σας.

Όποιος συνάζει επίγεια αγαθά, είναι σα να συγκεντρώνει φόβο και βάσανα. Χάνεται ο ίδιος μέσα στους θησαυρούς του, η καρδιά του μοιάζει να ’ναι καλυμμένη με σκόνη. Ο όσιος Πέτρος ο Δαμασκηνός λέει: «Πολλοί άγιοι τον παλιό καιρό, είναι αλήθεια ότι κατείχαν μεγάλα πλούτη, όπως ο Αβραάμ, ο Ιώβ, ο Δαβίδ και πολλοί άλλοι. Δεν είχαν όμως το πάθος του πλουτισμού, γιατί λογάριαζαν όλα τα πλούτη τους σαν αγαθά και υπάρχοντα του Θεού».

Βρισκόμαστε πάντα μαζί με τους θησαυρούς μας, είτε αυτοί βρίσκονται στη γη είτε στον ουρανό. Η σκέψη μας είναι στους θησαυρούς μας, η καρδιά μας επίσης, το ίδιο κι η θέλησή μας – είτε στη γη είτε στον ουρανό. Είμαστε τόσο δεμένοι με τους θησαυρούς μας, όσο κι ένα ποτάμι με τον παραπόταμό του –είτε στη γη είτε στον ουρανό. Αν συγκεντρώνουμε θησαυρούς στη γη, για κάποιο διάστημα θα είμαστε πλούσιοι, στην αιωνιότητα όμως θα ’μαστε φτωχοί. Αν συνάζουμε θησαυρούς στον ουρανό, θα ’μαστε στερημένοι για κάποιο διάστημα στη γη, αλλά πλούσιοι στην αιωνιότητα. Στη θέλησή μας απόκειται να διαλέξουμε το ένα ή το άλλο. Στην ελευθερία της επιλογής αυτής βρίσκεται η δόξα μας, καθώς και τα βάσανά μας. Αν διαλέξουμε τους αιώνιους θησαυρούς, που δεν κινδυνεύουν ούτε από το σκόρο ούτε από τους ληστές, η δόξα μας θα ’ναι αιώνια. Αν όμως διαλέξουμε τους άλλους θησαυρούς, που πρέπει να τους προστατεύουμε από το σκόρο και τους ληστές, αιώνια θα είναι τα βάσανά μας.

Το βαθύτερο νόημα των επίγειων θησαυρών περιλαμβάνει βέβαια και κάθε εγκόσμια γνώση, επιστήμη και πολιτισμό, όταν αυτά διαχωρίζονται από το Θεό και το ευαγγέλιο. Η λήθη καταστρέφει το θησαυρό αυτόν όπως ο σκόρος, οι δυστυχίες και τα βάσανα της ζωής τον σαπίζουν όπως η σκουριά, και το πονηρό πνεύμα τον υποσκάπτει και τον κλέβει σαν κλέφτης και ληστής. Το να διαλέξουμε τον ουράνιο θησαυρό, σύμφωνα με το βαθύτερο νόημα των λόγων του Κυρίου, σημαίνει να εμπλουτίσουμε το νου μας με τη γνώση της ύπαρξης του Θεού και του θελήματός Του, να γεμίσουμε τις καρδιές και τις ψυχές μας με τη γνώση του ευαγγελίου, αφού τέτοιος θησαυρός δεν εκτίθεται για να φθαρεί ή να κλαπεί. Όταν αποκτήσουμε τέτοιο θησαυρό, τον αποθέτουμε αμέσως στα χέρια του Θεού για ασφαλή φύλαξη. Και ό,τι φυλάει ο Θεός, δεν έχει κίνδυνο ούτε από σκόρο ούτε κι από ληστές.

Τον θησαυρό αυτό ο Θεός τον έχει έτοιμο για να μας προϋπαντήσει όταν, μετά το θάνατό μας, πορευτούμε να Τον συναντήσουμε. Ο θησαυρός αυτός θα μας οδηγήσει μπροστά στο Θεό. Όλοι οι άλλοι θησαυροί που είχαμε αποκτήσει στη γη και που μας χώριζαν ή μας απομάκρυναν από κοντά Του, θα μας χωρίσουν και θα μας απομακρύνουν από Εκείνον στον ουρανό αιώνια. Αφού οι καρδιές μας προσκολλήθηκαν στους επίγειους θησαυρούς, οι ψυχές μας παραδόθηκαν στο σατανά. Θα γίνουμε τότε σαν τους στρατιώτες που δεν πίστευαν στο σκοπό τους κι έτσι παραδόθηκαν στους μανιασμένους και ύπουλους εχθρούς τους.

Όσο έχουμε ακόμα καιρό, ας ανοίξουμε τα μάτια μας. Ας πιστέψουμε με σιγουριά πως η τελική νίκη δεν ανήκει στο σατανά και τους υπηρέτες του, αλλά στο Χριστό, το βασιλιά και αρχηγό μας. Ας κάνουμε γρήγορα λοιπόν, ας αναλάβουμε το νικηφόρο όπλο με το οποίο μας όπλισε ο Χριστός για τη μάχη, την πολύτιμη νηστεία. Το όπλο αυτό που έχουμε στα χέρια μας, το λαμπρό, που εμείς το κουβαλάμε με καμάρι, αλλά για τον εχθρό μας είναι φοβερό και τρομερό.

Ας αποφύγουμε το υπερβολικό φαγητό και ποτό για να μην αποκάμει η καρδιά μας, για να μη βυθιστεί στο σκοτάδι και τη φθορά.

Ας μην επιδιώξουμε επίγειους θησαυρούς, για να μην επιτρέψουμε στο σατανά να μας κάνει να παραιτηθούμε από τη μάχη και να μας απομακρύνει από το Χριστό.

Κι όταν νηστεύουμε, ας μην το κάνουμε για να μας επαινέσουν οι άνθρωποι αλλά για τη σωτηρία της ψυχής μας και για τη δόξα του Κυρίου και Σωτήρα μας Ιησού Χριστού, που τον δοξολογούν οι άγγελοι στον ουρανό και οι όσιοι και δίκαιοι στη γη, μαζί με τον Πατέρα και το Άγιο Πνεύμα, την ομοούσια και αδιαίρετη Τριάδα τώρα και πάντα και στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.

(Άγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς, Καιρός μετανοίας: Από την Κυριακή του Τελώνου και Φαρισαίου ως την Μεγάλη Παρασκευή: Ομιλίες Β΄, 1η έκδ., Εκδόσεις: ΠΕΤΡΟΣ ΜΠΟΤΣΗΣ, Αθήνα, 2010)

[επιλογή κειμένων π. Νικόλαος Πουλάδας, υπογραμμίσεις δικές μας που φανερώνουν ότι σε αντίθεση με όσα λένε, κάποιοι που υποστηρίζουν τον Οικουμενισμό, περί του Αγίου, ως δήθεν "διαλλακτικού" απέναντι στους αλλοδόξους, ο Άγιος χρησιμοποιεί αυστηρότατες εκφράσεις αν και πρότυπο αγίου αγάπης! Μετατρέψαμε το κείμενο σε κάποια σημεία στη νεοελληνική   

     «Οι δογματικές διαφορές επειδή ανάγονται σε μόνο το κεφάλαιο της πίστης, αφήνουν ελεύθερο και απρόσβλητο το της αγάπης κεφάλαιο· το δόγμα δεν καταπολεμεί την αγάπη… Η αγάπη ουδέποτε χάριν δογματικής τινός διαφοράς είναι πρέπον να θυσιάζεται… Είναι πολύ πιθανό να ελκύσει προς τον εαυτό του [ο επίσκοπος που διαχειρίζεται τον διάλογο] και την ετερόδοξη εκκλησία που κρίνει από εσφαλμένη περιωπή κάποιο δογματικό ζήτημα» (Μάθημα Ποιμαντικής, αρχική έκδοση,σελ.192).
     «Ήταν λοιπόν τα κλειδιά [που υποσχέθηκε ο Χριστός στον Πέτρο] όχι σύμβολο εξουσίας δικτατορικής όπως αποφαίνονται οι Δυτικοί θεολόγοι, αλλά χάριτος και δυνάμεως πνευματικής προς σωτηρίαν των ομολογούντων τον Ιησούν Υιόν Θεού… Η Εκκλησία ουδέποτε εξωλίσθησεν ουδέ εξέπεσεν σε τέτοια ανθρωπολατρεία» (Μάθημα Ποιμαντικής, 35).
     «Οι λέγοντες "εγώ ειμί Κηφά" [είμαι του Πέτρου] και τούτον θεωρώ [άρα και τον Πάπα ως διάδοχό του]… τον μόνον επί γης του Ιησού Χριστού αντιπρόσωπον, οι τοιούτοι… μερίζουσιν τον Χριστόν και οικοδομούσι την Εκκλησίαν επί θεμελίων ανθρωπίνων, εγκαταλείποντες… τον Ιησούν Χριστόν» (Μάθημα... 41).
     «Τι κοινό μπορεί να έχουν μαζί με αυτό τον μεγάλο Απόστολο της Εκκλησίας μας οι υπ’ αυτού θεωρούμενοι διάδοχοι; Πώς από αυτά τα θεία χαρίσματα ανεβλάστησε το σύστημα της ιεροκρατίας και κοσμοδεσποτείας; Πώς τα κλειδιά της Ουρανίου Βασιλείας ξεκλείδωσαν την θύρα της επιγείου βασιλείας; Πώς τα πνευματικά οδήγησαν στα υλικά; Πώς ο ποιμήν μετεβλήθη σε ηγεμόνα; Πώς τα κλειδιά μετεβλήθησαν σε ξίφος; Πώς η πέτρα της πίστεως έγινε πέτρα σκανδάλου; Και γιατί ένας προνομιούχος διάδοχος [ο επίσκοπος Ρώμης] και να μην έχουν όλοι ομοιογενή διαδοχή; Μήπως έναν μόνο διάδοχο έκανε δια του Ευαγγελίου ο Πέτρος; Μήπως μία Εκκλησία ίδρυσε; Μήπως έναν Επίσκοπο χειροτόνησε; Γιατί λοιπόν ένας αντιποιείται (=οικειοποιείται, σφετερίζεται) την διαδοχή του Πέτρου;» (Μάθημα… 44).
     «Απεδείχθη ότι οι της Δυτικής Εκκλησίας θεολόγοι παρερμηνεύουν τα ιερά λόγια του Κυρίου… ότι πλανώνται θεωρούντες τον Απ. Πέτρο ως τον θεμέλιον λίθον της Εκκλησίας… Η θεωρία αυτή οδήγησε την Δυτικήν Εκκλησίαν εις τρίβους (δρόμους) επισφαλείς, αίτινες απεμάκρυναν αυτήν του γνησίου και αληθούς πνεύματος της Εκκλησίας» (Μάθημα… 45).
     «Η Εκκλησία λοιπόν είναι η μόνη αναμάρτητος και αλάθητος, και αυτήν μόνην οι πάντες οφείλουσιν ως τέτοια να αναγνωρίζουν» (Αι Οικουμενικές Σύνοδοι, εκδ. Ρηγοπούλου, σελ. 71).
     «Μεγάλως ἥμαρτεν ὁ Μακαριώτατος Πάπας, κηρύξας ἑαυτὸν ἀλάθητον καὶ ἀναμάρτητον· διότι αφήρεσε τον ωραιότατον κόσμον (=στολισμό) της Εκκλησίας, την τιμιωτέραν αρετήν της Νύμφης του Χριστού. Δια της αποστερήσεως ταύτης ο Πάπας εξευτελίζει και ατιμάζει την του Χριστού Εκκλησίαν· διότι αποστερεί αυτής την χάριν του παναγίου Πνεύματος του φωτίζοντος αυτήν… Δεν δύναται δε να αρνηθεί την αντίφασιν ταύτην· διότι ελέγχεται υπ’αυτής, και διότι δεν είναι δυνατόν να υφίστανται δύο αλάθητα και αναμάρτητα και συγχρόνως διαφωνούντα προς άλληλα. Η εκκλησία η καθόλου (η όλη Εκκλησία) διαφωνεί προς τον Πάπαν. Επομένως το ένα από τα δύο αυτά απώλεσε το αλάθητον, τουτέστιν ή η Εκκλησία ή ο Πάπας. Και εάν η Εκκλησία, τότε ο Πάπας εστί το αλάθητον, το αψευδέστατον στόμα του Αγίου Πνεύματος… Άρα η πράξις αυτή ην αναξία τω μεγάλω της Δυτικής Εκκλησίας Ποντίφηκι, και υπέδειξεν ούτος δια τρανής μαρτυρίας το λαθητό και προς την αμαρτίαν επιρρεπές του ανθρώπου… Τὸ ἀλάθητον καταργεῖ τις Συνόδους, ἀφαιρεῖ ἀπ᾿ αὐτῶν τὴν σημασίαν, τὴν σπουδαιότητα, καὶ τὸ κῦρος, καὶ κηρύττει αὐτὰς ἀναρμοδίους, διασαλεῦον τὴν πρὸς αὐτὰς πεποίθησιν τῶν πιστῶν. Ἡ ἀνακήρυξις τοῦ ἀλαθήτου τοῦ Πάπα διεσάλευσε τὰ θεμέλια τῆς Δυτικῆς Ἐκκλησίας· διότι παρέσχε χώραν εἰς ὑπονοίας περὶ τῆς αὐθεντίας τῶν Συνόδων, καὶ δεύτερον ἐξήρτησε αὐτὴν ἐκ τῆς νοητικῆς καὶ πνευματικῆς ἀναπτύξεως ἑνὸς προσώπου, τοῦ Πάπα» (Αι Οικουμενικαί... 70).
     «Η από ενός προσώπου αποδοχή της αληθείας είναι λίαν κινδυνώδες· διότι εισάγει τον ιδιολογισμόν και δίνει χώραν εις την αμφιβολίαν περί του κύρους των προγενέστερων θεσπισμάτων. Ο ορθολογισμός γίνεται το μέτρον πάσης αποδεκτής αληθείας· δόγμα λοιπόν (γίνεται) ό,τι η φαεινή του ενός ανθρώπου διάνοια θα ήθελε να αποφανθεί ως ορθόν και λογικόν. Δια του τρόπου δε τούτου θα ελάλει εν ταις Εκκλησίαις ουχί πλέον το Πνεύμα το Άγιον, αλλά το πεπερασμένον του ανθρώπου πνεύμα… Η Δυτική Εκκλησία περιορίσασα το αλάθητον σε ένα πρόσωπο, τον Πάπα, προχώρησε περισσότερο σε μία στιγμή από όσον η των Διαμαρτυρομένων Εκκλησία για ολόκληρους αιώνες· και ο λόγος εστίν ο εξής: Η Δυτική Εκκλησία δια της αφαιρέσεως του αλαθήτου απώλεσε το κύρος και την ισχύν ή μάλλον, να πούμε, την φωνήν και την ζωήν και απέβη από στόματος φωνήεντος σώμα ιχθύος αφωνότερον και ώρισε μέλος τι ως κεφαλήν αυτής, ίνα φέρη την φωνήν και την ζωήν. Αλλ’ ένεκα τούτου δεν απέβη άτομο η Εκκλησία; Δεν ομιλεί πλέον εν αυτή το άτομον;» (Αι Οικουμενικαί... 72).
     «Ἀφοῦ δὲ πᾶς Πάπας κρίνει περὶ τοῦ ὁρθοῦ κατὰ τὸ δοκοῦν αὐτῷ, καὶ ἑρμηνεύει τὴν Γραφήν ὡς βούλεται, καὶ ἀποφθεγματίζεται, ὡς θεωρεῖ ὁρθόν, κατὰ τί διαφέρει οὗτος τῶν παντοίων δογματιστῶν τῆς Προτεσταντικῆς Ἐκκλησίας;… Ἴσως ἐν μὲν τῇ τῶν Προτεσταντῶν ἕκαστον ἄτομον ἀποτελεῖ μίαν Ἐκκλησίαν, ἐν δὲ τῇ Δυτικῇ ὅλην τὴν Ἐκκλησίαν ἀποτελεῖ ἓν ἄτομον, οὐχὶ πάντοτε τὸ αὐτό, ἀλλ᾿ ἀείποτε (=πάντοτε) ἕτερον» (Αἱ Οἰκουμενικαὶ..., 73).
     «Ενώ εν τη των Διαμαρτυρομένων ανεκηρύχθη σεβαστή η ελευθερία του ανθρωπίνου πνεύματος, εν τη Δυτική Εκκλησία υπεγράφη η δουλεία αυτού. Ενώ δηλαδή εν εκείνη ο άνθρωπος αφίεται ελεύθερος ν’ αποδέχεται ό,τι αυτός εννοεί (=καταλαβαίνει), εν ταύτη ο Δυτικός υποχρεούται ν’ ασπάζηται ό,τι δεν εννοεί, αλλ’ ό,τι του επιβάλλεται. Δια του δόγματος του αλαθήτου η Δυτική Εκκλησία απώλεσε την πνευματικήν της ελευθερίαν, τον στολισμόν της, εκλονίσθη εκ βάθρων, εστερήθη του πλούτου της χάριτος του Αγίου Πνεύματος, της παρουσίας του Χριστού· και από πνεύματος και ψυχής κατέστη άναυδον σώμα! Πραγματικά από καρδίας θλιβόμεθα για την αδικία που έγινε στην Εκκλησία και από τα μύχια […] ευχόμεθα να φωτίσει το νουν και την καρδίαν του Μακαριωτάτου Ποντίφηκος το Άγιο Πνεύμα, ώστε να δώσει πίσω αυτός στη μια Αγία Καθολική και Αποστολική Εκκλησία, ό,τι από αυτήν αφαίρεσεν, ως μη ώφειλεν» (Αι Οικουμενικαί..., 73).
     «Σχίσμα, θλιβερό άκουσμα, λέξις δηλούσαν αποδοκιμασία αδελφής Εκκλησίας, χωρισμόν αδελφών μίας Εκκλησίας και σειράν δυσαρέστων επακολούθων» (Μελέτη Ιστορική περί των αιτιών του Σχίσματος τόμος Α,εκδ. Παναγόπουλος, 1998, σελ. 27).
     «Η δε ανατολική Εκκλησία φέρει ως σπουδαιότατα αίτια: α) Τις υπερφίαλες και αντικανονικές αξιώσεις περί του πρωτείου των Παπών της Ρήμης, τις αντιστρατευόμενες προς το πνεύμα της Μίας Αγίας καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας, το διατετυπωμένον εν τη Αγία Γραφή και περιπεφρουρημένον υπό των Αγίων επτά Οικουμενικών Συνόδων» (Μελέτη... Α, 28).
     «Οι όροι της ενώσεως είναι τοιούτοι, ώστε καθιστώσι την ζητουμένην ένωσιν αδύνατον· διότι δεν έχουσι ουδέν σημείον συναντήσεως, ζητούσι δε εκατέρα παρά της ετέρας, ούτε πλείον ούτε έλαττον, την άρνησιν εαυτής, άρνησιν των θεμελιωδών αρχών, εφ' ων εδράζεται όλο το οικοδόμημα της Εκκλησίας· διότι η μεν δυτική Εκκλησία εδράζεται επί των πρωτείων του Πάπα, κατά την εκδοχήν αυτών υπ’ αυτής η δε ανατολική Εκκλησία επί των οικουμενικών συνόδων. Κατά ταύτα οι προτεινόμενοι όροι ενώσεως υπ’ αμφοτέρων των μερών είναι αδύνατον να γίνωσιν αποδεκτοί, ως ανατρέποντες εκ θεμελίων τας εαυτών Εκκλησίας» (Μελέτη... Α, 28-29).
     «Η Ρωμαϊκή Εκκλησία προδιέγραψε το πρόγραμμα, όπερ έμελλε να εφαρμόσει, και καθ’ ο όφειλε να βαδίσει καθ’ όλους τους αιώνας. Επί το πρόγραμμα εγράφη: «Ένας Θεός, μία πίστη, ένα βάπτισμα, μία Εκκλησία, η Εκκλησία της Ρώμης». Από δω αρχίζει η από της Μίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας απομάκρυνση της Ρωμαϊκής Εκκλησίας, η οποία ευθύς εξ’ αρχής άνοιξε το χάσμα του χωρισμού, αντικαταστήσασα τον προσδιορισμό της Μίας, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας· από δω αρχίζει ο χωρισμός των Εκκλησιών, όστις συνετελέσθη επί Φωτίου τα μάλα (=πάρα πολύ) καλώς, αφού η Εκκλησία διέτρεχε κίνδυνο να αποβεί από Μία, καθολική και Αποστολική Εκκλησία, Εκκλησία Ρωμαϊκή ή μάλλον παπική, κηρύττουσα όχι πλέον τα των Αγίων Αποστόλων, αλλά τα των παπών δόγματα» (Μελέτη Α..., 30).
     «Η υπέροχος θέση του Πέτρου ως κορυφαίου των αποστόλων εφιλοτίμησεν ου μόνον την ρωμαϊκήν Εκκλησίαν την φιλοδοξούσαν πρωτεία, ηγεμονία και μονοκρατορία…» (Μελέτη Α..., 32-33).
     «Ο επίσκοπος Ρώμης ετιμάτο δια το είναι αυτόν επίσκοπον της πρωτευούσης του ρωμαϊκού κράτους. Ούτοι ήσαν οι λόγοι της τιμής των επισκόπων Ρώμης και των πρωτείων, συγχρόνως δε και τα αίτια τα υπερθερμάναντα την φιλοδοξίαν των Παπών και διεγείραντα την συμφυά ρωμαϊκή φιλαρχία, όπως ηγεμονεύσωσιν απάσης της Εκκλησίας» (Μελέτη Α..., 58).
    «Η παπική όμως φιλαρχία με αλλοίωση του κειμένου του αγίου Κυπριανού εξήγαγεν ερμηνείας συμφώνους προς το φιλαρχικόν αυτής πνεύμα. Το extra Ecclesiam nulla salus [εκτός Εκκλησίας δεν υπάρχει σωτηρία] το παραχάραξε στο extra Ecclesiam Romanam salus nulla [εκτός Ρωμαϊκής Εκκλησίας…]» (Μελέτη Α..., 70).
    «Έτερον τεκμήριον αρχαιότατον, μαρτυρούν τας τάσεις προς υποδούλωσιν της Εκκλησίας, είναι και ο εθνικός αρχιερατικός τίτλος, του Pontifex maximus, τον οποίο σαν διπλοΐδα βασιλικήν περιεβλήθησαν, όπως εμφανισθώσιν ως ηγεμόνες της Εκκλησίας, θέλοντες δι’ αυτού να αναδειχθώσιν οι άκροι Αρχιερείς οι την ανωτάτην έχοντες αρχιερωσύνην… Το αρχιερεύς μέγιστος εντεύθεν λαβόν την αρχήν, μετά ταύτα κατ’ απομίμησιν της εθνικής ιεραρχίας εθεωρήθη ως χαρακτηριστικός τίτλος του αξιώματος του επισκόπου Ρώμης, διότι δι αυτού περιεβάλλετο το μοναρχικόν αξίωμα εν τη Εκκλησία του Χριστού, του διδάξαντος το «όστις θέλει είναι πρώτος, έστω πάντων έσχατος και πάντων διάκονος» (Μάρκ.θ 35). Το pontifex maximus είναι αντιχριστιανικό κατά την εκδοχή της εννοίας αυτού υπό της δυτικής Εκκλησίας. Τούτο ην το πρώτο γενναίο βλάστημα των σπερμάτων του χωρισμού και του σχίσματος της Εκκλησίας, των σπαρέντων από του δευτέρου αιώνος. Ρontifex maximus εν τη χριστιανική Εκκλησία υπό εθνικήν σημασία, είναι κάτι τερατώδες, είναι κάτι ακατανόητον· ο pontifex maximus είναι κάτι ανώτερον του αρχιερέως κατ’ ουσίαν, είναι ανώτερος των λοιπων αρχιερέων κατά τα θεία χαρίσματα και κατά τας θείας δωρεάς, είναι το θείον, επί της γης αντιπροσωπευόμενονΠώς ήδη να θαυμάζωμεν περί του σχίσματος και της διαιωνίσεως αυτού; Γιατί να εξιστάμεθα για όλες τις αυθαιρεσίες, για το αλάθητο και για τη λύτρωση των ψυχών εκ του άδου και δι όλα τα άλλα» (Μελέτη Α..., 79-80).
     «Η ίδια φιλοδοξία ώθησε και τους επισκόπους της Ρώμης να μιμηθώσι τους της Ρώμης αυτοκράτορας, ους ηθέλησαν τινές να μιμηθώσι καθ’ όλα» (Μελέτη Α..., 81).
     «Η Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία... υπήρξε αείποτε (πάντοτε) ελευθέρα και ανεξάρτητος, ουδέ υπετάγη ποτέ τω Πάπα Ρώμης, ουδέ ανεγνώρισε ποτέ αυτώ μείζονα ιεραρχίαν και πνευματικά χαρίσματα και πνευματικήν υπεροχήν, αλλ’ εθεώρησεν αυτόν επίσκοπο, ως πάντας τους επισκόπους, αφού και αυτός την αυτήν έλαβε χειροτονία, οίαν και οι λοιποί επίσκοποι παρά των αποστόλων, οίτινες δεν απεστάλησαν παρά του Σωτήρος επίσκοποι καθεδρών, αλλά απόστολοι του ιερού Αυτού Ευαγγελίου, φέροντες την δύναμιν του ιδρύειν εκκλησίας» (Μελέτη Α..., 82).
     «Πώς ην δυνατόν να εξαρτώνται οι απόστολοι από του Πέτρου, όστις εξ’ ίσου προς τους άλλους απεστέλλετο εις το κήρυγμα… αφού έκαστος έμελλε να ενεργεί ανεξάρτητα από τους υπόλοιπους; Αλλά τις η χρεία του πρωτείου του αποστόλου Πέτρου, αφού δεν ήταν δυνατόν να υπάρχουν δευτερεία, για την διασπορά των αποστόλων; Τις η χρεία της υπεροχής του Πέτρου, αφού έκαστος απόστολος ιδίαν είχεν αποστολήν; Τις η χρεία ιεραρχικής βαθμολογίας μεταξύ των αποστόλων, αφού εν τη διασπορά έμελλον να πεθάνουν μακριά ο ένας από τον άλλον;… Βεβαίως ουδεμία χρεία όλων τούτων των φανταστικών προσόντων του αποστόλου Πέτρου, ο οποίος οπωσδήποτε θα διαμαρτύρεται κατά της τοιαύτης υπεροχής. Εάν τα προσόντα του Πέτρου (=το πρωτείο) ήταν αληθινά, το πνεύμα του Ευαγγελίου θα καθίστατο λίαν προβληματικό και αδιανόητο, διότι θα παρουσίαζε σύγχυση εννοιών και σύγκρουση αρχών· θα ήταν ακατανόητη η αρχή της ισότητας, και ισότητας μέχρι ταπεινώσεως και η αρχή της ανισότητας, μέχρι ηγεμονίας και υπεροψίας» (Μελέτη Α..., 83).
     «Η ενότητα της Εκκλησίας θεμελιώνεται και εδράζεται όχι στο ενιαίο πρόσωπο ενός από τους αποστόλους, αλλά στο πρόσωπο του Σωτήρος μας Ιησού Χριστού, ο οποίος είναι η Κεφαλή της Εκκλησίας… Μέχρις ότου αφίκετο εις την τελείαν απόσχισιν, ένεκα της απαιτήσεως των Παπών της υποταγής της οικουμενικής Εκκλησίας… στην επισκοπή της Ρώμης. Εν τούτω δε κείται ο λόγος του Σχίσματος, όστις αληθώς είναι μέγιστος, διότι ανατρέπει το πνεύμα του Ευαγγελίου, και ο σπουδαιότερος δογματικός λόγος, διότι είναι άρνηση των αρχών του Ευαγγελίου. Οι υπόλοιποι δογματικοί λόγοι, καίτοι (=αν και) σπουδαιότατοι, δύνανται να θεωρηθώσιν ως δευτερεύοντες και απόρροια του πρώτου τούτου λόγου» (Μελέτη Α..., 84).
     «Ένας άνθρωπος, ένας επίσκοπος Ρώμης, κατέχων την αρχήν και το κέντρον της ενότητας και θέλων άμα να είναι η κεφαλή της Καθολικής Εκκλησίας, ήθελε χαρακτηρισθή υπό του [αγίου] Κλήμεντος [επισκόπου Ρώμης] ως παράφρων» (Μελέτη Α...,92)
     «Οι Οικουμενικές Σύνοδοι ήταν το χαρακτηριστικό γνώρισμα […] του πολιτεύματος της Εκκλησίας και του διαπνέοντος εν τη Εκκλησία πνεύματος και έκφραση της ισοτιμίας και ισοδυναμίας των Επισκόπων, και επιπλέον τρανή μαρτυρία της καθόλου (=της όλης) Εκκλησίας περί του αλαθήτου, ότι τούτο βρίσκεται μόνο στη Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία… Ἐκ τῆς συγκροτήσεως τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων διαδασκόμεθα ὅτι ἡ Μία, Ἁγία, Καθολικὴ καὶ Ἀποστολικὴ Ἐκκλησία οὐδένα ἕτερον ἀνεγνώριζεν ἀναμάρτητον καὶ ἀλάθητον παρά μόνην ἑαυτὴν ἐν τῷ συνόλῳ τῶν ἑαυτῆς ἐπισκόπων. Μάτην ἄρα ἀγωνίζονται οἱ περὶ τὸν Πάπαν Ρώμης νὰ ἀναδείξωσιν αὐτὸν ἀλάθητον ἢ μὴ σφαλλόμενον, δογματίζοντα ἀπὸ καθέδρας, διότι αἱ Οἰκουμενικαὶ Σύνοδοι ἵστανται στεντορείᾳ τῇ φωνῇ διαμαρτυρόμεναι κατὰ τοῦ τοιούτου ἀνοσίου σφετερισμοῦ τοῦ ἐπισκόπου Ρώμης. Ἐκεῖνο δὲ, ὅπερ ἡ Μία, Ἁγία, Καθολικὴ καὶ Ἀποστολικὴ Ἐκκλησία ἐπὶ δεκαεννέα ὅλους αἰῶνας ἐπίστευε καὶ ἐπρέσβευεν, εἶναι ἀδύνατον νὰ ἀθετήσῃ καὶ ἀπαρνηθῇ, ὅπως δεχθῇ καὶ πρεσβεύσῃ τὸ νέον περὶ ἀλαθήτου δόγμα τῆς Ρωμαϊκῆς Ἐκκλησίας. Ἐὰν ὁ ἐπίσκοπος Ρώμης ἦτο ἀδιάπταιστος δογματίζων ἀπὸ καθέδρας, τοῦτο ἔπρεπε νὰ ὁμολογῆται παρὰ τῆς Ἐκκλησίας ἀπὸ τῶν πρώτων αἰώνων, ἀλλ᾿ οὐ μόνον δὲν ὁμολογεῖται ἀλλὰ καὶ διαψεύδεται· διότι αἱ τοπικαὶ, αἱ ἐπαρχιακαὶ καὶ αἱ Οἰκουμενικαὶ Σύνοδοι πᾶν τοὐναντίον ὁμολογοῦσι. Ἑὰν ἡ Ἐκκλησία ἀνεγνώριζε τῷ Πάπα τοιοῦτον προσόν, θὰ ὡμολόγει τοῦτο διὰ τῶν ἔργων, ἐπιζητοῦσα παρ᾿ αὐτοῦ τὴν λύσιν τῶν παρουσιαζομένων ζητημάτων, οὐδὲ θὰ προσέτρεχεν εἰς Συνόδους, καὶ δὴ Οἰκουμενικάς, πρὸς λύσιν δογματικῶν ζητημάτων. Η συγκρότησις τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων ἀρνεῖται τῷ Πάπᾳ τοιοῦτον θεῖον χάρισμα. Αἱ Οἰκουμενικαὶ Σύνοδοι οὐ μόνον δὲν ἀνεγνώρισαν τῷ Πάπᾳ τοιοῦτον προνόμιον, ἀλλὰ καὶ κατεπολέμησαν τὴν τοιαύτην διάθεσιν» (Μελέτη Α..., 106-107).
     «Ήδη ερωτώμεν πού τα δικαιώματα του Πάπα (στην Α΄Οικουμενική); Πού το αλάθητο; Πού η εξουσία; Πώς αντεποιήθη (οικειοποιήθηκε, σφετερίστηκε) τούτων η καθόλου (η όλη) εκκλησία; Γιατί δεν αναφέρθησαν προς τον επίσκοπο Ρώμης, τον καθήμενον επί της καθέδρας του Πέτρου και έχοντα εκ διαδοχής το αδιάπταιστον εν τη Χριστιανική αληθεία; Γιατί μάλιστα προσεκλήθη και αυτός ως ένας των επισκόπων…; Γιατί δεν απεδόθη η προσήκουσα τιμή τω προκαθεζομένω της αληθείας; Βεβαίως ταύτα δεν συνηγορούν υπέρ των ισχυρισμών των Παπιστών» (Μελέτη Α..., 108).
     «Πόσο παραχαράττουν την αλήθεια [ο Πάπας Πίος ο Θ΄ το 1848], για να υποστηρίξουν την αστήρικτη αρχή του Πάπα και την Παπικήν Έκκλητον» (Μελέτη Α..., 121).
     «Εν απάσαις ταύταις ταις συνόδοις ουδαμού φαίνεται η του Πάπα αυθεντία ή το πρωτείο ή η ηγεμονία ή το έκκλητο ή η υπεροχή ή το διοικητικό ή κάτι εξ’ όσων σήμερον αντιποιείται (=οικειοποιείται, σφετερίζεται) ο Πάπας» (Μελέτη Α..., 127).
     «Η απάντηση αυτή (της Συνόδου Καρθαγένης) είναι ου μόνον σφοδρός έλεγχος του παπικού τύφου (=υπερβολική υπερηφάνεια), αλλά και αναίρεσις των αξιώσεων και δείγμα του μέτρου της παπικής ηγεμονίας» (Μελέτη Α..., 138).
     «Ταύτα [τον σεβασμό του Πάπα Κελεστίνου στο θεσμό των Συνόδων] ας ακούσουν αυτοί που το 1870 [Ά Βατικανή που δογμάτισε το «αλάθητο»] κατάργησαν τις Συνόδους» (Μελέτη Α..., 142).
     «Τοιαύτη η πολιτική του παπισμού, η τα σπέρματα του σχίσματος άφθονα κατά τον πέμπτο αιώνα εν τη Εκκλησία ενσπείρασα» (Μελέτη Α..., 144).
     «Λέγω παπισμού και όχι Πάπα, διότι ήδη (από την Δ΄Οικουμενική) κατηρτίσθη τελείως εν Ρώμη σύστημα, σκοπόν έχον την συγκέντρωσιν των τε πολιτικών και εκκλησιαστικών δυνάμεων εν τω προσώπω του επισκόπου Ρώμης ως ηγεμόνος της τε Εκκλησίας και πολιτείας· το σύστημα ανεκήρυξε μετ’ ολίγον τον Πάπα Ηγεμόνα των ηγεμόνων· εντεύθεν η διάκριση μεταξύ Πάπα και παπισμού και δυτικής εκκλησίας και παπισμού. Η Ορθόδοξη δυτική Εκκλησία παρεσύρθη και εξέβη της ευθείας οδού, πιεσθείσα υπό της δυνάμεως του παπισμού. Πολλάκις το πρόσωπον των Παπών συνταυτιζόταν με τον παπισμό, αλλά ήταν δυνατόν και να διέφερε, η δύναμη όμως του παπισμού ουδέν επέτρεπε τω Πάπα μη υπαγορευόμενον υπό του παπισμού» (Μελέτη Α..., 149).
     «Τοιαύτη [αλαζονική] υπήρξε η γλώσσα και η συμπεριφορά των λεγάτων του Πάπα Λέοντος του αγίου· δύναται πας τις να φαντασθή την γλώσσαν των μη φερόντων το προσόν του αγίου! Ο Θεός να φυλάξη την Εκκλησίαν. Είναι θαυμασία η ανοχή των πατέρων της ιεράς συνόδου (Δ΄Οικουμενικής). Βεβαίως δεν ήσαν επιλήσμονες (=δεν ξέχασαν) της ιστορίας της Εκκλησίας… ουδέ της στάσεως των διαφόρων συνόδων και των πατέρων προς τας αξιώσεις των Παπών, οι οποίες (αξιώσεις) χειρότερα από κάθε αίρεση έβλαψαν την Εκκλησίαν· πώς λοιπόν ηνέχθησαν αυτούς φλυαρούντας και ασχημονούντας ενώπιον τοιαύτης συνόδου! Πώς ήκουσαν τοσαύτα ψεύδη! Πώς δεν διερράγησαν εκ της αγανακτήσεως!» (Μελέτη Α..., 151).
     «Αλλά το αρνείσθαι την αλήθειαν και οχυρούσθαι όπισθεν λεξιδίων προς υποστήριξιν του ψεύδους, είναι ίδιον του παπισμού, του ζητούντος μωράς (=ανόητες) συζητήσεις· ημείς προς τοιαύτα ουδέν έχομεν κοινόν, ουδέ έχομεν διάθεσιν·… Το ιδικόν μας έργο είναι να υποδείξωμεν ιστορικώς τα αίτια του σχίσματος προς τους έχοντας οφθαλμούς του βλέπειν και ώτα του ακούειν» (Μελέτη Α..., 152).
     «Ταῦτα δέν συνηγοροῦσιν ὑπέρ τοῦ θείου δικαίου τῶν Παπῶν. Ἀλλ’ οὐδέ ὑπέρ τοῦ κανονικοῦ δικαίου, ὅπερ ἐάν ἀνεδείκνυε τούς Πάπας κέντρον ἐκκλησιαστικῆς ἑνώσεως, οὐδένα εἴχομεν λόγον νά πολεμήσωμεν΄ διότι δέν μαχόμεθα κατά τοῦ κανονικοῦ δικαίου, ἀλλά κατά τοῦ καινοῦ (νέου) δόγματος τοῦ θείου δικαίου (le droit divin) τοῦ ἐπισκόπου Ρώμης, με το οποίο ζητά να κυριαρχήσει πάνω σε όλη την Εκκλησία ὡς ἄκρος ἡγεμών, ἄκρος ἀρχιερεύς καί ἄκρος δικαστής» (Μελέτη Α..., 159).
     «Κηρύττω μετά πεποιθήσεως ότι ὁ Μονοφυσιτισμός δέν θά ἐκραταιοῦτο, ἐάν ὁ Διόσκορος δέν ἀπεβάλλετο τόσον προσβλητικῶς τῆς συνόδου (λόγω της αλαζονείας των λεγάτων του Πάπα). Ἀλλ’ (Πάπας) Λέων περί ἑνός μόνον ἐφρόντιζε, περί τῆς ὑπεροχῆς καί τῆς ἡγεμονίας» (Μελέτη Α..., 180).
     «Οι την προσθήκην τολμήσαντες του filioque εν τω συμβόλω της πίστεως και μη ασάλευτα τα δόγματα τηρήσαντες» (Μελέτη Α..., 183).
     «Η προς ηγεμονίαν των Παπών ορμή απέβη ακάθεκτος· έπρεπε να αναδειχθώσιν ηγεμόνες και ηγεμονεύσωσιν εν τε τη εκκλησία και τη πολιτεία…· ο σκοπός βεβαίως αγιάζει τα μέσα· η αρχή αύτη αληθώς δεν ευρίσκεται εν ταις ιεραίς Γραφαίς· αλλά ο Πέτρος είναι η ζωντανή αλήθεια στο πρόσωπο του Πάπα· ο Πέτρος αποκαλύπτει νέες αλήθειες, όπερ μάλιστα δεικνύει την ζωήν και την πρόοδο της Εκκλησίας, έδει άρα να εξευρεθώσιν τα κατάλληλα μέσα προς πραγμάτωσιν του αγαθού σκοπού· κατεπονήθη η διάνοια και τα μέσα εξευρέθησαν [εννοεί σειρά πλαστών κειμένων], ήσαν άριστα και έτυχον της υψηλής και αγίας εγκρίσεως των Παπών και τα μέσα ηγιάσθησαν· ούτω δε ανεφάνησαν αι ψευδοισιδώρειες διατάξεις [πλαστά κείμενα], αι επί οκτώ όλους αιώνας υποστηρίξασαι την ηγεμονίαν των Παπών» (Μελέτη Α..., 188-189).
     «Και όμως επί τοιούτων θεμελίων [τα πλαστά κείμενα] οικοδομήσαντες την υπεροχήν της ρωμαϊκής επισκοπικής έδρας οι Παπισταί τολμώσιν στο τέλος του 19ου αιώνα να διασαλπίζωσι τα παπικά προσόντα και να εξαίρωσι την ρωμαϊκήν έδραν, την παπικήν υπεροχήν και δι’ υψηλού κηρύγματος να προσκαλώσι τα έθνη… εις αναγνώρισιν των κιβδήλων προνομίων της ρωμαϊκής έδρας και εις υποταγήν αυτών τω Πάπα, τω μόνω αντιπροσώπω του Χριστού επί της γης, τω αρραγεί θεμελίω της Εκκλησίας και τω στόματι της αληθείας! Πόσον πλανώνται πιστεύοντες ότι πείθουσιν!» (Μελέτη Α..., 192-193).
    «Τοιαύτα υπήρξαν τα χαλκευθέντα όσια μέσα προς επίτευξιν του ιερού σκοπού του αγιάσαντος τα μέσα. Τις ήδη δεν προβλέπει το σχίσμα; Τίς ἤδη ἀγνοεῖ τούς λόγους τοῦ σχίσματος, ἤ ἐρωτᾷ περί τῶν πρωταιτίων τοῦ σχίσματος; Ἡ ἑνότης ἤδη διεσπάσθη ἐσωτερικῶς, ὁ ἠθικός δεσμός ἀπεκόπη, τό χάσμα ἠνέῳκται καί τό ἀπόστημα ἕστηκε μέγα διαχωρίζον τήν δυτικήν ἤ μᾶλλον τήν ρωμαϊκήν τῆς ἀνατολικῆς ἤ μᾶλλον τῆς Μιᾶς, Ἁγίας, Καθολικῆς καί Ἀποστολικῆς ἐκκλησίας. Οἱ Πάπαι ἀπέβησαν Ρωμαῖοι αὐτοκράτορες, ἡ δέ Ρωμαϊκή ἐκκλησία, ἡ αὐτοκράτειρα ἐκκλησία, ἡ Ἐκκλησία τῶν Ἐκκλησιῶν καί ὁ ἐπίσκοπος Ρώμης ἐπίσκοπος τῶν ἐπισκόπων ὅλου τοῦ κόσμου΄ ἤδη ὁ Πάπας ἐγένετο θεάνθρωπος, διότι χειρίζεται θείῳ καί ἀνθρωπίνῳ δικαίῳ δύο ὑψίστας δυνάμεις τήν θείαν δύναμιν, τήν ἀπορρέουσαν ἐκ τοῦ ἀξιώματος τοῦ Πέτρου τοῦ στόματος τῆς ἀληθείας, διά τό εἶναι αὐτόν τήν Ἐκκλησίαν τήν ἀληθῶς ἀδιάψευστον καί ἀδιάπταιστον καί τήν ἀνθρώπινην, τήν ἀπορρέουσαν ἐκ τῶν δωρεῶν τῶν αὐτοκρατόρων…Ἡ δύσις ἅπασα ἤδη προσπεσοῦσα προσεκύνησεν αὐτόν, ἀλλ’ ἡ ἀνατολή δέν ὑποτάσσεται· ἡ ἀνατολή ἐμμένει ἐν τοῖς τῆς Ἐκκλησίας κανόσιν, οὐδ’ ἀναγνωρίζουσιν οἱ τῆς ἀνατολῆς ἐπίσκοποι τῷ Πάπᾳ ἐπικυριαρχίαν ἐν τῇ ἀνατολῇ … εν τη ανατολή ουδέν ανέχονται, ουδέ την ελαχίστην επέμβασιν· ανέχονται αυτόν δια την δύσιν, αλλ’ αποκρούουν με όλες τις δυνάμεις δια την ανατολήν» (Μελέτη Α..., 203).
     «Ἡ ἱστορική ἀνάπτυξις τοῦ ζητήματος ἐφανέρωσε καί ἐγνώρισεν ἡμῖν τά παντοῖα μέσα καί τάς ποικίλας ἐνεργείας τῶν μακαριωτάτων Παπῶν τῆς Ρωμαϊκῆς ἐπισκοπικῆς ἕδρας για ὑποδούλωση σε αυτούς καί καταδυναστεία τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ ἀκάθεκτος φιλαρχία καί φιλοδοξία τά πάντα ἐμηχανεύσαντο, τά πάντα ἐσοφίσθησαν, τά πάντα ἔδρασαν, ὅπως ἀναδείξωσι τούς Πάπας ἡγεμόνας τῆς Ἐκκλησίας καί τυράννους τῆς οἰκουμένης. Ἡ φιλαρχία αὐτῶν ὑπερεπήδησε πᾶν ὅριον΄ τό πρόγραμμα κατεστρώθη καί ἡ ἐφαρμογή αὐτοῦ ἐπεζητεῖτο πάσῃ δυνάμει΄ πᾶν τό ἀντικείμενον ἔδει νά αἴρηται καί πᾶν τό ἀντιπῖπτον νά καθαιρῆται΄ πᾶν τό κωλύον τήν τοῦ προγράμματος ἀνάπτυξιν κατεδικάσθη ὡς ἁμαρτία θανάσιμος καί αἱ ἠθικαί ἀρχαί περί ἁμαρτίας καί δικαιοσύνης ἀνετράπησαν΄ αἱ ἁμαρτίαι ἐχαρακτηρίζοντο οὐχί ἐκ τῶν ἠθικῶν ἀρχῶν τοῦ ἱεροῦ Εὐαγγελίου, ἀλλ’ ἐκ τῶν ἠθικῶν ἀρχῶν τοῦ παπικοῦ προγράμματος΄ αἱ εὐαγγελικαί ἀρεταί ἠδύναντο νά χαρακτηρισθῶσιν ὡς θανάσιμα ἁμαρτήματα προσκρούουσαι τῷ προγράμματι, αἱ δέ θανάσιμοι κατά τό Εὐαγγέλιον ἁμαρτίαι ὡς μέγισται ἀρεταί ὑπηρετοῦσαι τῷ προγράμματι΄ τήν εὐλάβειαν πρός τόν Θεόν ἀντικατέστησεν ἡ πρός τόν Πάπαν εὐλάβεια, ὁ δ’ εὐλαβούμενος τόν Πάπαν ηὐλαβεῖτο καί τά θεῖα΄ ἡ ἄρνησις της πρός τόν Πάπαν εὐλαβείας ἦν πρός τόν Θεόν ἀνευλάβεια, του οποίου ἐπί τῆς γῆς ἐτέλει ἀντιπρόσωπος΄ ὁ δ’ ἀναγνωρίζων τόν Πάπαν ἐδικαιοῦτο πρός σωτηρίαν΄ ἡ τοῦ Πάπα ἀναγνώρισις ὑπερείχε τῆς τοῦ Θεοῦ γνώσεως΄ ἱκανόν δέ τοῖς βροτοῖς (=ανθρώπους) τοῖς ἀδυνατοῦσι γνῶναι τόν Θεόν, γινώσκειν τόν ἐπί γῆς αὐτοῦ ἀντιπρόσωπον τόν κρατοῦντα τάς κλεῖς τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν΄ καί λίαν ὀρθῶς΄ διότι τίς ἡ χρεία τῆς γνώσεως τοῦ οἰκοδεσπότου, ὅταν ἡ ἁπλῆ τοῦ ἀντιπροσώπου αὐτοῦ γνωριμία εἰσάγει ἡμᾶς εἰς τόν Παράδεισον; Ὅταν ὁ ἀντιπρόσωπος κρατῇ τάς κλεῖς τοῦ Παραδείσου καί εἰσάγει τόν θεράποντά (δούλο) του; Τίς ἡ χρεία τῆς γνώσεως τῶν θείων ἐντολῶν; Οἱ πρός τάς ἀρχάς ταύτας ἀνθιστάμενοι προεγράφοντο (=καταδικάζονταν, διώκονταν). Η ἑλληνική Ἐκκλησία προεγράφη΄ ἀλλ’ ἡ ἑλληνική Ἐκκλησία ἦν ἡ ψυχή τοῦ ἑλληνικοῦ ἔθνους, ἡ δέ προγραφή τῆς Ἐκκλησίας ἦν προγραφή τοῦ ἑλληνικοῦ ἔθνους΄ τότε ἥ τε ἑλληνική Ἐκκλησία καί τό ἑλληνικόν ἔθνος ὤφειλον ἤ νά ὑποταγῶσιν ἤ νά καταστραφῶσιν. Ὁ πόλεμος ὁ κατά τῆς καθόλου Ἐκκλησίας ἦν νά καταστραφῶσιν» (Μελέτη Α..., 210-211).
     «Πόσον ἐπιλήσμονες (=ξεχνούν) ἀληθῶς ἀποβαίνουσι τῆς ἱστορικῆς ἀληθείας οἱ τῶν προνομίων τῆς ρωμαϊκῆς ἔδρας ὑπέρμαχοι! Πόσον δεινοί τῶν γραφῶν παρερμηνευταί! Πόσον ἀσεβείς πρός τό ἀνθρώπινον πνεύμα! Ἡ πρός αὐτό περιφρόνησις ἐγείρει ἀληθῶς ἀγανάκτησιν, ἀλλά τέτοιοι πάντοτε ὑπήρξαν αυτοί που έκριναν το προσωπικό τους συμφέρον προτιμότερο από την αλήθεια» (Μελέτη Α..., 240).
     «Τικατάπτωση! Πῶς, ὦ Ἰγνάτιε [ο Πατριάρχης Κων/πόλεως που χρησιμοποιούσε φράσεις αναγνωριστικές του πρωτείου του Πάπα]τόσο πολύ ξέχασες την ἱστορία τῆς ἐκκλησίας σου; Πῶς αρνήθηκες τήν ἀλήθειαν; Πῶς πρόδωσες τήν ὀρθοδοξίαν σου; Πῶς ἠσέβησας πρός τάς οἰκουμενικάς συνόδους; Πῶς ἐτόλμησας νά προσβάλης τούς 1000 πατέρας τῆς ἀνατολικῆς ἐκκλησίας, οι οποίοι πριν από ένα έτος [Σύνοδος του 880 στην Κων/πολη] καταδίκασαν τον Πάπα Νικόλαο για αίρεση; Τίς σοί ἐχορήγησε τό δικαίωμα ὡς Πατριάρχης τοιαύτην νά γράψης ἐπιστολήν, ἀλλ’ οὐχί, δέν ἔγραψας ὡς Πατριάρχης, ἔγραψας ὡς ἄτομον, διότι οὔπω οὐδέποτε ὑπό τῆς ἐκκλησίας ἀνεγνωρίσθη ὡς αὐθεντικόν τῆς ἐκκλησίας ἔγγραφον. Ἀληθῶς οὐχί ἐπαξίως ἀνῆλθες τόν θρόνον τῆς Κωνσταντινουπόλεως, διότι χάριν τῆς ἀναρρήσεώς (=άνοδος στο θρόνο) σου ἐθυσίαζες τά πάντα, τήν ἀλήθειαν καί τήν ὀρθοδοξίαν. Ἐάν ἐν τῇ σῇ ἐξουσίᾳ ἔμενεν ἡ ἐκκλησία, πάντως θά ὑπέτασσες αὐτήν στη Ρώμῃ΄ ἀλλ’ εὐτυχῶς ἐν τῇ ὀλιγαρίθμῳ συνόδῳ, ἥν ὡς οἰκουμενικήν συνεκρότησας, ὑπῆρξαν ἄνδρες οἱ τά δίκαια τῆς ἐκκλησίας κατά τό δυνατόν αὐτοῖς ὑπερασπίσαντες΄ ὡς δεινόν τό πάθος τῆς φιλοδοξίας καί τῆς ἐκδικήσεως!(του Ιγνατίου κατά του Φωτίου)» (Μελέτη Α..., 262).
     «Εν τη συνόδω το Πνεύμα το άγιον φωτίζει και καθοδηγεί τους αγίους πατέρας και όχι το πνεύμα του Πάπα·…εις επισκόπους αποστελλομένους εις σύνοδον εν Πνεύματι αγίω συγκροτουμένην, οδηγίες δεν δίνονται [όπως έδωσε στους αντιπροσώπους του ο Πάπας Ιωάννης στην Η Οικουμενική το 880 στην Κων/πολη]… οι οδηγίες προϋποθέτουν άρνηση της επιφοιτήσεως του Αγίου Πνεύματος του φωτίζοντος τας συνόδους, άρνηση της ελευθερίας της σύνόδου, εκμετάλλευση των ιερών συνοδικών αποφάσεων, κατάργηση αυτού του ιερού χαρακτήρος των οικουμενικών συνόδων, ας θεωρεί απλώς [ο Πάπας] όργανα προς εξυπηρέτησιν των σχεδίων του. Απατώνται οι ταύτα φρονούντες· το Πνεύμα το άγιον διευθύνει τας ιεράς συνόδους και τούτο οι Πάπαι οφείλουν να γνωρίζουν· οι αντιπρόσωποι αυτών εγένοντο όργανα της χάριτος του αγίου Πνεύματος·… ουδείς δύναται να αρνηθεί το κύρος της υπογραφής της βεβαιούσης τας αποφάσεις ιεράς συνόδου των εαυτού αντιπροσώπων επί τη προφάσει ότι παρά τας οδηγίας αυτού ενήργησαν [αυτό έπραξε για την Η΄ Οικουμενική ο απών Πάπας διότι οι αντιπρόσωποί του δεν αναγνώρισαν το πρωτείο του]· η σύνοδος τούτο αγνοεί, ουδέ ζητεί να μάθει τας ιδιαιτέρας οδηγίας των Παπών· η σύνοδος θεωρεί τον Πάπα παρόντα και συνεργαζόμενον και ουδέν πλέον· όλα τα λοιπά αποκρούει ως έωλα και άτοπα» (Μελέτη Α..., 290).
     «Τοιαύτα και άλλα λίαν αηδή λέγουσιν προς ανύψωσιν του καταπεσόντος (στην Η΄Οικουμενική) γοήτρου του Πάπα, αλλ’ ουδ’ όλως προς ταύτα άξιον κρίνομεν να απαντήσωμεν» (Μελέτη Α..., 290-291).
     «Τι προς ταύτα να είπη τις; Να κλαύση ή να μυκτηρίση (=κοροϊδέψει) τας τοιαύτας των παπών της Δύσεως αξιώσεις; Φρονώ ότι δέον να κλαύση, διότι πολλά το Ελληνικόν Έθνος έχυσε δάκρυα δια τους τοιούτους πάπας, οίτινες εγένοντο οι κακοί δαίμονες της Ανατολικής Εκκλησίας και του Ελληνικού Έθνους» (Μελέτη Α..., 293).
     «Εις την συγγραφήν… μας παρακίνησε… η των δικαίων της Ανατολικής Εκκλησίας καταπάτησις, η της αληθείας παραχάραξις και αι ποικίλαι προσβολαί αι εκάστοτε κατ’ αυτής εκτοξευόμεναι υπό των φανατικών Παπικών… Αι υπερφίαλαι αύται εκφράσεις [σχετικά με το πρωτείο και το αλάθητο]… αι επί της διαστροφής του δικαίου και της αληθείας πυργούμεναι…» (Μελέτη... Β΄έκδοση 1911, 5-6).
     «Η θεωρία αυτή [ότι ο Χριστός έχει αντιπρόσωπο στη γη τον Πάπα] μου φαίνεται ότι ουδόλως διαφέρει της φιλοσοφικής εκείνης θεωρίας της παραδεχομένης δημιουργόν του κόσμου αλλά ουχί και προνοητήν αυτού… Εκ της Παπιστικής ταύτης θεωρίας απορρέει η θεία των Παπών προσωπικότης, εντεύθεν το αλάθητον» (Μελέτη... Β…, 7-8).
     «Το ζήτημα του πρωτείου του Πάπα είναι κυρίως ειπείν το ζήτημα του Σχίσματος» (Μελέτη... Β, 8).
     «Να ποια είναι αυτά που αληθινά απομακρύνουν τοὺς Ἕλληνες από τους Λατίνους. Ἡ Ἀνατολικὴ Ἐκκλησία μετὰ βδελυγμίας ἀποστρέφεται τέτοιες ἀρχές, τέτοια φρονήματα, τέτοιες ἰδέες. Αυτές, επειδή προσβάλλουν το ίδιο τὸ Εὐαγγελικὸν πνεῦμα, τις ίδιες τις εὐαγγελικές ἀρχές, είναι αληθινά ἀρχές κακόδοξες καὶ αἱρετικές καὶ ἀποκρούονται ὑπὸ τῆς Ἑλληνικῆς Ἐκκλησίας» (Μελέτη Β..., έκδοση 1911, σελ. 101-102).
     «Ἄνδρες μεγάλων ἀρετῶν ἐπείσθησαν ὅτι ὁ (Πάπας) Ἰννοκέντιος ὁ Γ´ ὑπέπεσεν εἰς μεγάλα λάθη. Ὥστε οἱ Πάπαι καὶ ἁμαρτάνουσι καὶ κολάζονται· ἴσως καὶ αἰωνίως διὰ τὰ πρὸς τὴν Ἑλληνικὴν Ἑκκλησίαν κακά, καὶ τὰς ψευδενώσεις, καὶ τὰς ἀσεβεῖς καὶ ἀντιχριστιανικὰς διατάξεις»(Μελέτη Β΄, έκδοση 1911, σ. 103).
      «(μιλά ειρωνικά για τον Πάπα Μαρτίνο Δ΄το 1281 μ.Χ.) Πόσο ορθώς, αληθώς, κατενοήθη το πνεύμα του Χριστιανισμού! Πόσο θαυμασίως αντελήφθησαν τας ηθικάς αρχάς του Χριστιανισμού! Η δε αλήθεια; Πόσο απέχουσιν του πνεύματος και της ουσίας του Χριστιανισμού! Ταῦτά εἰσι κυρίως, ἁγιώτατοι Πάπαι, τά μᾶλλον χωρίζοντα ὑμᾶς, δι’ ἅ ἡ ἕνωσις ἔσται ἀδύνατος» (Μελέτη...τ. Β΄, έκδοση 1911, σ. 153).

     «Η Σύνοδος [Κωνσταντίας 1414] διορθώνει! [με την απαγόρευση της Θ. Μετάληψης με τα δύο είδη] τον Σωτήρα που έδωσε την εντολήν [της μετάληψης με τα δύο είδη]… ως και άπασαν την αρχαίαν Εκκλησίαν την οποία κηρύσσει αιρετικήν και αξίαν των ποινών της ιεράς εξετάσεως. Τέτοιες είναι οι αποφάσεις των Δυτικών Συνόδων οι οποίες δεν συγκροτούνται με Άγιο Πνεύμα, αλλά με πνεύμα ανθρώπινο και μάλιστα ιδιοτελές και υστερόβουλο» (Μελέτη Β΄, 180).
     «Η έλλειψη άρα της αγάπης και η εν τω συμβόλω προσθήκη [το filioque=και εκ του Υιού] έφερον το σχίσμα· και τα δύο λοιπόν αποδίδονται στη Ρωμαϊκή Εκκλησία [κατά τον Μάρκο Ευγενικό με τον οποίο συμφωνεί ο αγ. Νεκτάριος]… Είναι αληθώς θαυμαστή η συγκατάβασις της Ανατολικής Εκκλησίας προς την Δυτικήν, περιοριζομένη εις μόνη την αφαίρεσιν της προσθήκης της εν τω Ιερώ Συμβόλω, προς ένωσιν των δύο Εκκλησιών… Οποία αληθώς μετριοφροσύνη! Οποία συγκατάβασις! Οποία αδελφική αγάπη! Και όμως πόσον σκαιώς (=βάναυσα, απαίσια) απεκρούσθησαν υπό της Παπιστικής αγερωχίας και αμεταπείστου γνώμης· γένοιτο ο Θεός κριτής μεταξύ ημών και αυτών» (Μελέτη Β΄, 223-224).
     «Η προσθήκη εις το Σύμβολον (το filioque=και εκ του Υιού) δια λόγους ερμηνευτικούς δεν επιτρέπεται… Τα Σύμβολα μένουσιν άθικτα. Οι προσθήκες της Β΄Οικουμενικής Συνόδου ήταν δογματικές και όχι ερμηνευτικές· και έγιναν από Οικουμενική Σύνοδο… Προσθήκη στο Σύμβολο της πίστεως για λόγους ερμηνευτικούς και ορθώς έτι αιτιολογουμένους, δεν επιτρέπεται… Ουδεμία υφίστατο ανάγκη· πλην δε τούτου, ούτε θεμιτώς, ούτε ευλόγως προσετέθη. Ήτο αθέμιτος διότι…· ήτο παράλογος διότι ήτο λογικώς ανακόλουθη» (Μελέτη Β΄, 248-249).

     «[Όλα τα κείμενα] Ουδέν αναφέρουσι περί της υπερτάτης εξουσίας των παπών επί πάσης της Καθολιικής Εκκλησίας. Ταύτα διδάσκει η ιστορία και η ιερά Παράδοσις και αι άγιαι Γραφαί και η ορθή αυτών ερμηνεία και σε αυτά πειθόμεθα» (Ιερατικόν Εγκόλπιον, εκδ. Ι.Μ. Ύδρας,2006, 119).

217. «παρέστη η Βασίλισσα εκ δεξιών σου»
 
Ο δοξασμός της Θεοτόκου, ειδικώτερα, συνίστανται στο ότι ο Υιός και Θεός της την ετοποθέτησε «εκ δεξιών» του, στην πρώτη δηλαδή τιμητική θέσι μετά απ’ Αυτόν. Η έκφρασις «εκ δεξιών» του Χριστού έχει την έννοια, ότι στην Παναγία δόθηκε θρόνος βασιλικός, εξουσιαστικός δηλαδή και κυβερνητικός. Με αλλά λόγια, η Παναγία «μετέχει της δόξης του Υιού της, βασιλεύει μετ' Αυτού, διευθύνει παρά το πλευρόν αυτού τας τύχας της Eκκλησίας και του κόσμου που εκτυλίσσονται εν χρόνω, μεσιτεύει δι’ όλους προς Εκείνον, όστις θα έλθη κρίναι ζώντας και νεκρούς» (Λόσκυ, 203) . Έτσι, εκπληρώθηκε κατά γράμμα η προφητική προτύπωσις του Δαβίδ: «παρέστη η Βασίλισσα εκ δεξιών σου» (Ψαλμ. 44, 10).
Η προτύπωσις αυτή δεσπόζει, κατ’ αρχήν, στην εορτή της Κοιμήσεως και Μεταστάσεως της Θεοτόκου. Κατά την ένδοξο Κοίμησι της Θεοτόκου, ο Υιός και Σωτήρ της, «συνοδευόμενος υπό όλων των Αγγέλων και των Αγίων, την  αναφέρει όχι απλώς εις τον ουρανόν, αλλ’ έως αυτού του βασιλικού θρόνου του». Κατά την εορτή αυτή, η Εκκλησία ψάλλει πανηγυρικά προς την Θεοτόκο: «Παρέστη η Βασίλισσα εκ δεξιών σου... χαίρε Μαρία Κυρία πάντων ημών, ο Κύριος μετά σου των δυνάμεων» (Πολυέλεος 15ης Αύγουστου) .
Η προτύπωσις της Παναγίας Βασίλισσας δεσπόζει επίσης στη θ. Λειτουργία και μάλιστα στην προετοιμασία των Τιμίων Δώρων, στην Ακολουθία της Προθέσεως η Προσκομιδής. Κατά την ωραία αυτή Ακολουθία, που συμβολίζει τη Γέννησι του Χριστού, αλλά και την προετοιμασία για τη θυσία του Αμνού του Θεού, ο ιερεύς λειτουργός, τοποθετώντας επάνω στο άγιο Δισκάριο και «εκ δεξιών» του Αμνού την μερίδα της Θεοτόκου, λέει: «Παρέστη η Βασίλισσα εκ δεξιών σου, εν ιματισμώ διαχρύσω περιβεβλημένη, πεποικιλμένη». Σ’ ολόκληρη δε την ορθόδοξη υμνολογία και τελετουργική δεσπόζει το γνωστό εφύμνιο της Ωδής της Θεοτόκου: «Την Τιμιωτέραν των Χερουβίμ και ενδοξοτέραν ασυγκρίτως των Σεραφίμ...»!
Η Θεοτόκος διακηρύττεται σαν Βασίλισσα ακόμα και στην αγιοκατάταξι του ορθοδόξου Ναού, καθώς και την ορθόδοξη εικονογραφία.
Στο ναό της βυζαντινής αρχιτεκτονικής παραδόσεως δύο είναι οι πρώτες θέσεις: ο Τρούλλος και η Κόγχη της αψίδος του ιερού Βήματος. Το μάτι του εισερχομένου οδηγείται πρώτα στον ευρύ Τρούλλο και έπειτα ακουμπά φυσικά στην Κόγχη του Ιερού. Τις δύο αυτές θέσεις η αγιοκατάταξις της Εκκλησίας τις καθιέρωσε στον Κύριο και τη Θεοτόκο: στον Τρούλλο αγιογραφεί τον Χριστό σαν Παντοκράτορα και στην Κόγχη τη Θεοτόκο σαν Πλατυτέρα.
Η ορθόδοξη Εκκλησία τοποθετεί επίσης την αγία Εικόνα της θεομήτορος «εκ δεξιών» της εικόνας του Χριστού επάνω στο ιερό Εικονοστάσιο (τέμπλον). Στην Εικόνα αυτή η Θεοτόκος παριστάνεται ένθρονη Βασίλισσα. Με το ότι δε η Oρθοδοξία τοποθετεί την εικόνα της θεομήτορος στην ίδια θέσι με τη θέσι της εικόνας του Χριστού, «εκατέρωθεν του θυσιαστηρίου», αποδεικνύεται ότι η Εκκλησία μας δίνει στη Θεοτόκο την πρώτη θέσι μεταξύ των ανθρώπων (Λόσκυ, 191).
Ο δοξασμός της Παναγίας στην ορθόδοξη Εκκλησία είναι ζωντανός και αδιάκοπος. Η προσευχή της Eκκλησίας βασίζεται κυρίως στις πρεσβείες της Θεοτόκου. Η Ωδή της Θεοτόκου δεσπόζει στην Λατρεία της. Οι γιορτές της Παναγίας διανθίζουν το ετήσιο στεφάνι του εκκλησιαστικού εορτολογίου. Η Θεοτόκος δοξάζεται και τιμάται από τη στρατευομένη Εκκλησία, όπως τιμάται και δοξάζεται και από την θριαμβεύουσα: σαν Βασίλισσα του κόσμου!
 
Χαίρε Παντάνασσα πανύμνητε, Μήτερ Χριστού του Θεού,
Χαίρε Βασίλισσα των Αγγέλων, Δέσποινα του κόσμου.
Χαίρε των προφητών το κήρυγμα, Πατριαρχών η δόξα.
Χαίρε αγνή Παρθένε Θεόνυμφε, Δέσποινα.
Χαίρε άσπιλε, αμόλυντε, άφθορε Παναγία.
Χαίρε η των απηλπισμένων ελπίς, και των πολεμουμένων βοήθεια. Χαίρε Κεχαριτωμένη, μετά σου ο Κύριος και δια σου μεθ’ ημών.
Χαίρε Ευλογημένη Συ εν γυναιξί και ευλογημένος ο καρπός της κοιλίας σου
Χαίρε Παρθένε Θεοτόκε, εν γυναιξίν ευλογημένη.
Χαίρε Μαρία Κυρία πάντων ημών, ο Κύριος μετά σου των δυνάμεων. Χαίρε θρόνε πυρίμορφε, των τετραμόρφων υπερενδοξοτέρα.
Χαίρε Μαρία Κυρία πάντων ημών, Χαίρε Μήτηρ της Ζωής.
Χαίρε υπερευλογημένη, υπερδεδοξασμένη.
Χαίρε άχραντε Θεοτόκε, Σωτήρα έτεκες των ψυχών ημών.
Χαίρε Παράδεισε αγιώτατε, χαίρε νύμφη ανύμφευτε.
Χαίρε Αγία Αγίων μείζων, χαίρε νύμφη ανύμφευτε.
Παναγία Παρθένε επάκουσον της φωνής του αχρείου ικέτου σου στεναγμούς της καρδίας προσφέρειν σοι αεννάως ευόδωσον Δέσποινα. Παναγία Παρθένε Θεόνυμφε, την οικτράν λειτουργίαν μου δέξαι και Θεώ ευσπλάγχω προσάγαγε όπως χαίρων δοξάζω Πανάμωμε.
(Πολυέλεος 15ης Αυγούστου Στιχολογείται ο 44ος Ψαλμός)
 
(Μητροπολίτου Αχελώου Ευθυμίου Στυλίου, Η Πρώτη, εκδ. Γρηγόρη)
 
216.«Τις αύτη η όντως πλησίον του Θεού, ως υπερβάσα Άπαντα τα των Αγγέλων τάγματα;».
 
Η Μετάστασις της Θεοτόκου συνδέεται και με τον δοξασμό της στον ουρανό. Πρόκειται για την τιμητική ύψωσι της Παναγίας στον κόσμο του ουρανού. Η Εκκλησία μας δέχεται και η Θεολογία της διδάσκει, ότι η Παναγία, μετά την ένδοξη Κοίμησι και μετάστασί της, τοποθετήθηκε από τον Υιό και Θεό της σε ιδιαίτερα τιμητική θέσι, υψηλότερα απ’ τις θέσεις των αΰλων και επουρανίων, αγγελικών Δυνάμεων. Η εκπληκτική και μοναδική αυτή ύψωσις και τιμή μιας ανθρωπίνης υπάρξεως από τον Θεό, προκάλεσε την έκπληξι του αγγελικού κόσμου, την οποία οι υμνογράφοι της Eκκλησίας μας εκφράζουν με εμπνευσμένους ύμνους. «Τις αύτη η όντως πλησίον του Θεού, ως υπερβάσα άπαντα τα των Αγγέλων τάγματα»;
Ο Δαβίδ, θεωρώντας την ιεραρχική θέσι του ανθρώπου μέσα στη Δημιουργία, έλεγε: «(Κύριε) έπλασες (τον άνθρωπο) λίγο κατώτερο από τους αγγέλους» (Ψαλμ. 8, 6) . Τώρα όμως με την Μετάστασι της Θεοτόκου και την τιμητική ύψωσί της πάνω απ’ τους αγγέλους, η δημιουργική ιεραρχία αλλάζει. Ο Θεός δημιούργησε ένα καινούργιο δημιούργημα που είναι ανώτερο απ’ τους Αγγέλους: είναι η Θεομήτωρ! Είναι η «τιμιωτέρα των Χερουβίμ και ενδοξοτέρα ασυγκρίτως των Σεραφίμ»! Η Θεοτόκος απέκτησε όχι μόνο «παγκόσμιον», αλλά και πανουράνιο δόξα!
Ο δοξασμός της Θεοτόκου είναι η ολοκλήρωσις μιας καινούργιας δημιουργίας του Θεού. Το θεωμένο πρόσωπο της Παναγίας είναι το ωραιότερο δημιούργημα της αγάπης και της χάριτος του Θεού.
 
 
(Μητροπολίτου Αχελώου Ευθυμίου Στυλίου, Η Πρώτη, εκδ. Γρηγόρη)

katafigioti

lifecoaching