Συλλογή κειμένων π. Νικόλαος Πουλάδας.
«Φίλος γνήσιος είναι εκείνος που στον καιρό του πειρασμού υποφέρει αθόρυβα και ατάραχα μαζί με τον πλησίον του σαν δικές του τις θλίψεις, τις ανάγκες και τις συμφορές που προξενούν οι περιστάσεις σ’ αυτόν» (14,299)
«Πολλοί βέβαια είναι οι φίλοι, αλλ’ όμως μόνο κατά τον καιρό της ευτυχίας, ενώ κατά τον καιρό των πειρασμών μόλις και μετά δυσκολίας θα βρεις έναν» (14,307)
« «Φίλου πιστού δεν υπάρχει αντάλλαγμα». Επειδή θεωρεί δικές του τις συμφορές του φίλου και υποφέρει μαζί μ’ αυτόν κακοπαθώντας μέχρι θανάτου.
Υπάρχουν πολλοί φίλοι, αλλά κατά τον καιρό της ευτυχίας, κατά τον καιρό όμως των δοκιμασιών μόλις και μετά δυσκολίας θα μπορέσεις να βρεις ένα» (14,347)
«Μόνο εκείνοι, που φυλάσσουν με ακρίβεια τις εντολές και είναι γνήσιοι μύστες των θείων εντολών, δεν εγκαταλείπουν τους φίλους τους που δοκιμάζονται κατά παραχώρηση του Θεού, ενώ εκείνοι, που περιφρονούν τις εντολές και είναι αμύητοι στα κρίματα του Θεού, όταν ο φίλος ευτυχεί, απολαμβάνουν και αυτοί μαζί μ’ αυτόν την ευτυχία του, όταν όμως δοκιμαζόμενος κακοπάθει, εγκαταλείπουν αυτόν, και συμβαίνει μάλιστα πολλές φορές και να συμμαχούν με τους εχθρούς του.
Οι φίλοι του Χριστού αγαπούν γνήσια όλους τους ανθρώπους, αλλά δεν αγαπώνται από όλους, ενώ οι φίλοι του κόσμου ούτε αγαπούν όλους, ούτε αγαπώνται από όλους. Και οι φίλοι βέβαια του Χριστού διατηρούν μέχρι τέλους της ζωής τους αδιάκοπη την αγάπη τους, ενώ οι φίλοι του κόσμου διατηρούν αυτήν μέχρι που να ’ρθουν σε σύγκρουση εξ αίτιας των κοσμικών πραγμάτων.
« «Ο πιστός φίλος είναι σκέπη πανίσχυρη», επειδή και όταν ευτυχεί ο φίλος είναι σύμβουλος αγαθός και σύμφωνος συνεργάτης, και όταν κακοπάθει είναι πάρα πολύ γνήσιος βοηθός και πάρα πολύ συμπαθής υπέρμαχος» (14,349)
«Μη θεωρείς σαν φίλους εκείνους που μεταφέρουν λόγια, τα οποία προξενούν λύπη σε εσένα και μίσος εναντίον του αδελφού σου, και αν ακόμη φαίνονται ότι λέγουν την αλήθεια, αλλά ν’ αποστρέφεσαι αυτούς σαν φίδια που θανατώνουν, ώστε και εκείνους να τους σταματήσεις να κακολογούν, και την ψυχή σου ν’ απαλλάξεις από την κακία» (14,323)
Συλλογή κειμένων π. Νικόλαος Πουλάδας.
«Επειδή πρόκειται να γιορτάσομε την ταφή του Χριστού, που πέθανε και τάφηκε κατά σάρκα για χάρη μας, και την ανάστασή του, ας εξετάσουμε μήπως κι εμείς γίναμε νεκροί και ταφήκαμε ως προς το παλαιόν άνθρωπο, που φθείρεται με τις επιθυμίες της απάτης, και αναστηθήκαμε ως προς τον νέον άνθρωπο που ανακαινίζεται σύμφωνα με την εικόνα του Δημιουργού (Εφεσ.4,22-24). Σημείο της νέκρωσης του πρώτου είναι η πλήρης ελευθερία των παθών, ενώ της ανάστασης του δευτέρου η ακηλίδωτη και αληθινή παρρησία της συνείδησης κι ο από τη γνώση φωτισμός του νου. Κι αν αυτά εκπληρώθηκαν μέσα μας, ας εορτάσομε μαζί με τον Χριστό τον Θεό· αν όμως όχι, ας αγωνιούμε να μην προδώσουμε καν τον Λόγο στα πάθη όπως ο Ιούδας, ή ας μην τον αρνηθούμε όπως ο Πέτρος»(Φιλοκαλία ΕΠΕ,15Β,413)
«Μνήμα του Κυρίου μας είναι ίσως ή αυτός ο κόσμος ή η καρδιά του κάθε πιστού, και εντάφια είναι οι λόγοι των αισθητών μαζί με τους τρόπους της αρετής…. Όποιοι ενταφιάζουν με τιμές τον Κύριο, θα τον δουν και ν’ ανασταίνεται όλος δόξα, ενώ θα είναι αθέατος για όσους δεν είναι σαν αυτούς… Όποιος μυήθηκε την απόρρητη δύναμη της ανάστασης, εννόησε το σκοπό για τον οποίο ο Θεός έδωσε κατά την αρχή της δημιουργίας υπόσταση στα πάντα» (14.475,477,479)
«Και βάζοντας στο νου μας το ύψος της θείας απειρίας ας μην απελπιστούμε για τη φιλανθρωπία του Θεού, πως εξαιτίας του ύψους δε φτάνει ως εμάς. Μήτε πάλι αναλογιζόμενοι το βάθος της πτώσης μας από τις αμαρτίες μας ν’ αμφισβητήσουμε ότι μπορεί να γίνει ανάσταση της αρετής που νεκρώθηκε μέσα μας. Και τα δύο είναι στην εξουσία του Θεού· τόσο το να κατεβεί και με τη γνώση να φωτίσει το νου μας, όσο και το ν’ αναστήσει πάλι την αρετή μέσα μας και να μας συνανυψώσει μαζί του με τα έργα της δικαιοσύνης» (14,523)
Συλλογή κειμένων π. Νικόλαος Πουλάδας.
«[για τον ίδιο τον όσιο Μάξιμο] Για αυτό έδινε σ’ αυτούς τις καλύτερες συμβουλές, και χρησιμοποιούσε άλλοτε λόγο ηπιότερο κι άλλοτε σκληρότερο· και άλλοτε παρέδιδε τη διδασκαλία του ομαλή και χωρίς να πληγώνει, και άλλοτε την παρουσίαζε αυστηρή κι αγέλαστη, ανάλογα με το πώς έβλεπε τον καθένα ως προς την παιδεία και τη φύση του. Και αυτός βέβαια αυτή τη στάση κρατούσε προς τους υποτακτικούς του και με τέτοια διάθεση ασκούσε την επιστασία» (Φιλοκαλία εκδ.ΕΠΕ τόμ.15 Γ,σ. 285)
«Ο Θεός πρόβαλλε πάνω στη γη αντί του εαυτού του την ιερωσύνη χειροτονώντας τους ιερείς, με σκοπό και να τον βλέπουμε σωματικά, και τα μυστήριά του να μην παύσουν να γίνονται φανερά σε εκείνους που έχουν τη δύναμη να τα βλέπουν»(15Β,375)
«Η αληθινή ιερωσύνη, που είναι η σφραγίδα σε όλα της μακάριας θεότητας πάνω στη γη… Τέλος της αληθινής ιερωσύνης είναι να θεοποιείται με αυτά και να θεοποιεί»(15Β,409)
«Όποιος μόνο με τον τρόπο συμπεριφοράς υποκρίνεται τον φόβο του Θεού, σε τίποτε απολύτως δεν διαφέρει από τον πίθηκο που αντιγράφει τα ήθη και τα σχήματα των ανθρώπων. … Κι αυτός που μιμείται τα ήθη εκείνων που φοβούνται αληθινά τον Κύριο για να εξαπατά όσους τον βλέπουν, χωρίς όμως να έχει και την ίση εσωτερική ψυχική διάθεση μ’ εκείνους εμποτισμένη από τον θείο φόβο, είναι ένας άλλος Σαδουκαίος ή Γραμματεύς, και όντας τέτοιος και ονομαζόμενος, ο όποιος σώζει το σχήμα της ευλάβειας με εξωτερική κοσμιότητα, υστερεί όμως εντελώς από το πράγμα εξαιτίας της ακάθαρτης φιλίας προς τα πάθη της κρυμμένης κάπου στο βάθος της ψυχής»(15Β,367)
«Όποιος ορίζει ότι η σύνεση εκδηλώνεται μόνο με την απλή προφορά των θείων λόγων, μοιάζει με παπαγάλο που μιμείται τ’ ανθρώπινα λόγια. Γιατί αυτό και μόνο από όλα τα φτερωτά διδάσκεται και υποκρίνεται τ’ ανθρώπινα λόγια, ενώ δεν έχει στη φύση του τίποτε το ανθρώπινο, όπως ακριβώς κι όποιος μιμείται τους λόγους των αληθινά συνετών ως το βαθμό μόνο της απλής εκφώνησης για να καταπλήξει εκείνους που τον ακούν, ενώ δεν έχει την έξη της γνώσης εμποτισμένη με την εκτέλεση των αρετών, είναι και ονομάζεται αληθινά ένας άλλος Φαρισαίος ή αξιόμεμπτος ιερέας, αφού υποκρίνεται τη σύνεση μόνο με την προφορά των λόγων, ενώ στερείται τελείως την ίδια τη σοφία που υπάρχει μέσα στα έργα, και γι’ αυτό με μεγάλη ιδέα και με την αλαζονεία της οίησης που τροφοδοτεί την υπερηφάνεια του νου του, ορθώνεται εναντίον του λόγου της αλήθειας, μη γνωρίζοντας, όπως φαίνεται, ότι είναι ολοφάνερα θεολογία δαιμόνων η χωρίς την πράξη γνώση εκείνων που από φιλοδοξία έχουν μεγάλη έπαρση γι’ αυτή, που έχει τον Ιησού να την κατηγορεί απερίφραστα, τον Ιησού που τάχα αυτός θεολογεί, κι αν ακόμα δεν το αισθάνεται κυριαρχημένος από το πάθος.
Γι’ αυτό ας νιώσομε κι εμείς μεγάλο φόβο για το Θεό κι ας απαλλάξουμε τον εαυτό μας από κάθε ρύπο της σάρκας και του πνεύματος»(15Β,369)
«Πολλοί είμαστε εκείνοι που διδάσκουμε, αλλά λίγοι είμαστε εκείνοι που κάνουμε αυτό που διδάσκουμε. Όμως το λόγο του Θεού δεν πρέπει κανένας να τον νοθεύει εξ αιτίας της αμέλειάς του, αλλά να ομολογεί την αδυναμία και να μη κρύβει την αλήθεια του Θεού, ώστε να μην είμαστε άξιοι κατηγορίας μαζί με την παράβαση των εντολών, και για την παρερμηνεία και νοθεία του λόγου του Θεού»(14,343-5)
«Μην ανέχεσαι ν’ ακούς κακόλογα εναντίον του πνευματικού πατέρα σου, ούτε να κάνεις πιο πρόθυμο εκείνον που ομιλεί προσβλητικά γι’ αυτόν, για να μην οργισθεί ο Κύριος για τα έργα σου και σε εξαφανίσει από τη γη των ζώντων.
Αποστόμωνε εκείνον που γεμίζει τ’ αυτιά σου με κακόλογα, για να μη προξενήσεις στον εαυτό σου μαζί μ’ αυτόν διπλή αμαρτία· και συνηθίζοντας τον εαυτό σου στο ολέθριο αυτό πάθος, και μη σταματώντας εκείνον να φλυαρεί εναντίον του πλησίον σου»(14,191)
«Μην πληγώσεις ποτέ κάποιον από τους αδελφούς σου και μάλιστα παράλογα, για να μη συμβεί κάποτε, μη υποφέροντας τη θλίψη, να εγκαταλείψει την προσπάθεια, αλλά και συ δεν θ’ αποφύγεις ποτέ τον έλεγχο της συνειδήσεως, που θα σου προξενεί πάντοτε λύπη κατά την ώρα της προσευχής και θ’ απομακρύνει το νου σου από την παρρησία απέναντι στο Θεό» (14,195)
«Να μη ανέχεσαι τις υπόνοιές σου ή και άλλων ανθρώπων για σκάνδαλα σε βάρος ορισμένων άλλων. Διότι εκείνοι που παραδέχονται σκάνδαλα που συμβαίνουν με οποιονδήποτε τρόπο ή με τη διάθεση της ψυχής ή χωρίς αυτήν, δεν γνωρίζουν την οδό της ειρήνης που οδηγεί με την αγάπη τους εραστές αυτής στη γνώση του Θεού» (14,195)
«Δεν είναι μία η αιτία εκείνων που διαπράττουν έμπρακτα την ίδια αμαρτία, αλλά διάφορες. Για παράδειγμα άλλο το ν’ αμαρτάνει κανείς από συνήθεια, και άλλο παρασυρόμενος προς στιγμή· διότι αυτός ούτε πριν από την αμαρτία είχε αυτήν στη σκέψη του, ούτε την έχει μετά την αμαρτία, αλλά και λυπάται υπερβολικά για τη διάπραξη αυτής. Το αντίθετο όμως συμβαίνει με εκείνον που διαπράττει αυτήν από συνήθεια· διότι και πριν διαπράξει αυτήν δεν έπαυε ν’ αμαρτάνει με τη σκέψη του, και μετά τη διάπραξη εξακολουθεί να έχει την ίδια διάθεση»(14,297)
Συλλογή κειμένων π. Νικόλαος Πουλάδας.
«Ο νους του Χριστού που παίρνουν οι άγιοι σύμφωνα μ’ αυτόν που είπε, «εμείς έχομε το νου του Χριστού»(Α΄Κορ.2,16), δεν έρχεται με στέρηση της δικής μας νοερής δύναμης. Ούτε έρχεται να συμπληρώσει το δικό μας νου, ούτε μεταβαίνει με την ουσία του στην υπόσταση του δικού μας νου. Έρχεται με το περιεχόμενό του να ενισχύσει τη δύναμη του δικού μας νου και να τον οδηγήσει στην ίδια τη δική του δύναμη. Εγώ λέω ότι το νου του Χριστού τον έχει εκείνος που νοεί όπως ο Χριστός και που βλέπει το Χριστό μέσα σε όλα» (Φιλοκαλία εκδ. ΕΠΕ τόμ.14,σ.553)
«Νους καθαρός είναι εκείνος που αποχωρίσθηκε την άγνοια και καταφωτίζεται από το θείο φως» (14,183)
«Όταν κακολογηθείς από κάποιον, ή περιφρονηθείς από κάποιον, τότε πρόσεχε από τους λογισμούς της οργής, μήπως εξ’ αιτίας της λύπης σε απομακρύνουν από την αγάπη και σε μεταφέρουν στο χώρο του μίσους» (14,181)
«Είναι πάρα πολύ σπουδαίο πράγμα το να παραμένει ο νους απαθής από τα πράγματα του κόσμου, πολύ περισσότερο όμως το να παραμένει απαθής από τις φαντασίες αυτών. Διότι ο πόλεμος των δαιμόνων προς εμάς με τους λογισμούς είναι πολύ πιο φοβερός από τον πόλεμο μέσω των πραγμάτων» (14,205)
«Εκείνοι που πάντοτε ζητούν να κερδίσουν την ψυχή μας [δαίμονες], προσπαθούν να το επιτύχουν αυτό με τους εμπαθείς λογισμούς, ώστε να οδηγήσουν αυτήν στη διάπραξη της αμαρτίας ή με τη σκέψη ή με την πράξη. Όταν λοιπόν βρουν το νου να μην αποδέχεται τους εμπαθείς αυτούς λογισμούς, τότε θα καταισχυνθούν και θα υποχωρήσουν, όταν πάλι τον βρουν ν’ ασχολείται με την πνευματική θεωρία, τότε την ίδια στιγμή καταντροπιασμένοι θα τραπούν σε φυγή»(14,221)
«Από τα πάθη που υπάρχουν μέσα στην ψυχή παίρνουν οι δαίμονες τις αφορμές για να υποκινούν μέσα μας τους εμπαθείς λογισμούς. Στη συνέχεια με αυτούς τους λογισμούς, πολεμώντας το νου, τον εκβιάζουν να δώσει τη συγκατάθεσή του για τη διάπραξη της αμαρτίας. Αφού λοιπόν νικηθεί αυτός, τον οδηγούν στη διάπραξη της αμαρτίας με τη σκέψη, και, όταν αυτή πραγματοποιηθεί, οδηγούν αυτόν πλέον αιχμάλωτο στην πράξη της αμαρτίας. Μετά από την πράξη πλέον της αμαρτίας, οι δαίμονες, που με τους λογισμούς ερήμωσαν την ψυχή, υποχωρούν μαζί με τους λογισμούς. Παραμένει μέσα στο νου μόνο το είδωλο της αμαρτίας» (14,227)
«Όσο πιο εύκολο είναι το ν’ αμαρτάνει κανείς με τη σκέψη του παρά στην πράξη, τόσο πιο βαρύτερος είναι ο πόλεμος που προέρχεται από τους εμπαθείς λογισμούς, από τον πόλεμο που προέρχεται από τα αισθητά πράγματα. Τα αισθητά πράγματα βρίσκονται έξω από το νου, ενώ οι λογισμοί αυτών βρίσκονται μέσα στο νου. Απ’ αυτόν λοιπόν εξαρτάται η ορθή ή η κακή χρήση αυτών. Διότι την εσφαλμένη χρήση των λογισμών ακολουθεί η κακή χρησιμοποίηση των πραγμάτων»(14,247)
«Τρεις είναι οι γενικότερες ηθικές καταστάσεις για τους μοναχούς. Πρώτη είναι το να μην αμαρτάνουν καθόλου στην πράξη· δεύτερη είναι το να μη χρονίζουν οι εμπαθείς λογισμοί μέσα στην ψυχή· και τρίτη είναι το να βλέπουν με τη σκέψη τους τις μορφές των γυναικών και εκείνων που τους λύπησαν με απάθεια [χωρίς πάθος]»(14,255)
«Είναι σπουδαίο πράγμα το να παραμένει κανείς ασυγκίνητος από τα κοσμικά πράγματα, πολύ πιο σπουδαίο όμως απ’ αυτό είναι το να παραμείνει απαθής από τα νοήματα αυτών»(14,281)
«Όταν βλέπεις το νου σου ν’ ασχολείται με ευσέβεια και δικαιοσύνη με τα νοήματα του κόσμου, έχε υπ’ υπόψη σου ότι και το σώμα σου παραμένει καθαρό και αναμάρτητο, όταν όμως βλέπεις το νου σου ν’ ασχολείται στις σκέψεις του με αμαρτίες και δεν τον εμποδίζεις, γνώριζε ότι και το σώμα σου δεν θ’ αργήσει και πολύ να πέσει στα ίδια αμαρτήματα»(14,287)
«Μη φέρνεις στη σκέψη σου κατά τον καιρό της ειρήνης τα όσα λέχθηκαν από τον αδελφό σου εναντίον σου κατά τον καιρό της λύπης που σου προξένησε, είτε λέχθηκαν τα λυπηρά σε σένα τον ίδιο, είτε σε άλλον για σένα και τα άκουσες μετά, ώστε να μη συμβεί, δείχνοντας ανοχή στους λογισμούς της μνησικακίας, να επιστρέψεις στο ολέθριο μίσος εναντίον του αδελφού σου»(14,323)
«Εκείνος που απαρνήθηκε τα κοσμικά πράγματα, όπως τη γυναίκα, τα χρήματα, και τα παρόμοια, έκανε μοναχό μόνο τον εξωτερικό άνθρωπο, ενώ τον εσωτερικό δεν τον έκανε ακόμη. Εκείνος όμως που απαρνήθηκε τα εμπαθή νοήματα αυτών, αυτός έκανε μοναχό και τον εσωτερικό άνθρωπο, που είναι ο νους. Τον εξωτερικό άνθρωπο εύκολα τον κάμνει κανείς μοναχό, αρκεί μόνο να θελήσει, δεν χρειάζεται όμως λίγος αγώνας για να κάνει μοναχό και τον εσωτερικό άνθρωπο»(14,329)
Συλλογή κειμένων π. Νικόλαος Πουλάδας.
«[Η ταπείνωση του ιδίου του Οσίου Μαξίμου! Ο όσιος μιλά για τον εαυτό του] Εγώ που είμαι με τη θέλησή μου σε διάσταση μαζί του [με το Θεό] και που εμπρόθετα κατοικώ, όπως κάποια χώρα, την έξη της κακίας την μακριά από αυτόν και που εκτρέφω με τις πράξεις μου σαν χοίρους τα πάθη της ατιμίας,… αφού απορρίψω το φορτίο που με βαραίνει περισσότερο από όλα της ραθυμίας και της αμέλειας για χάρη αυτής της δύναμης» (Φιλοκαλία εκδ.ΕΠΕ τόμ.15Α,123)
«[ο.π.] «Η φωνή μου είναι αδύνατη κι είμαι βραδύγλωσσος»[λόγια του Μωϋσή], και ο άλλος [Ιερεμίας] «Δέσποτα Κύριε, εσύ που υπάρχεις· δεν ξέρω να μιλήσω, επειδή είμαι νέος». Γιατί στ’ αλήθεια έχω αδύνατη φωνή και είμαι βραδύγλωσσος και μου λείπει η γνώση να λέγω τα σωστά. Ούτε ο νους μου μπορεί να συλλάβει τα θεία, ούτε ο προφορικός μου λόγος μπορεί να εξυπηρετήσει το μέγεθος αυτών που μου ζητήσατε. Είμαι ακόμη νέος στα πάθη και γίνεται σ’ εμένα επανάσταση της σάρκας ισχυρότερη από το νόμο του Πνεύματος, οπότε, και αν υποθέσουμε ότι δεν υστερώ καθόλου στα θέματα αυτά, ποιος είναι τόσο θρασύς και τολμηρός, ώστε να προσθέσει κάτι σε όσα θεσπίσθηκαν έτσι από τους ιεράρχες με θεία απόφαση;» (15Β,359)
«[ο.π.] Κι επειδή λοιπόν γνωρίζω το πλήθος των σφαλμάτων μου και επειδή βλέπω την κατάκριση που, όπως είναι φυσικό, με περιμένει γι’ αυτά μετά το τέλος αυτής της ζωής, και σαν να κατανοώ κατά κάποιο τρόπο εκείνο το μέγα και φρικτό δικαστήριο να έχει πια συγκεντρωθεί στην ψυχή μου, κατά το οποίο θα λάβουμε ο καθένας την αμοιβή των πράξεών μας ανάλογα με την αξία μας, γι’ αυτό σκέφθηκα να πάρω συνοδό μου τη σιωπή, προσέχοντας με κάθε τρόπο, όπως βέβαια νομίζω, τους θείους λόγους που με αφορούν, μήπως κατακριθώ περισσότερο και δικαιότερα, επειδή λέγω λόγους του Θεού που τους έχω νεκρώσει από την απραξία των αγαθών έργων και γι’ αυτό δεν έχουν τη δύναμη να προσφέρουν σε όσους με ακούνε τη ζωή της χάριτος και να δείξουν τους τρόπους των αρετών που δεν ισχύουν στη ζωή εμού που μιλώ, και γίνω έτσι υπόδικος της μέλλουσας απειλής, επειδή δεν σκότωσα μόνο μέσα μου με τους πονηρούς τρόπους μου τους ζωοποιούς λόγους του Θεού, αλλά έδωσα στους ακροατές ζωντανή εικόνα της περιφρόνησής μου προς αυτούς και καταφάνερη σ’ όλους όλη την πονηρή πορεία της ζωής μου. Εγώ λοιπόν, όπως είπα, επειδή τα γνωρίζω αυτά και τα φοβούμαι, απομάκρυνα την προθυμία να λέγω και να γράφω τους θείους λόγους, που μου λείπει η πραγματοποίησή τους, θεωρώντας ότι είναι μεγίστη αδικία να δέχομαι κούφιους επαίνους, και ολέθρια ζημία. Επειδή όμως νίκησε την απόφασή μου της σιωπής με τις αλλεπάλληλες επωδές των θείων λογισμών ο πολύς στη φρόνηση και σε όλα σεβαστός οσιότατος ηγούμενος… [κάνοντας υπακοή θα γράψει]» (15Β,363)
«[ο.π.] Είμαι τελείως αποξενωμένος από τη θεία χάρη και είμαι δεμένος πάρα πολύ ισχυρά με τους νόμους της σάρκας. Κι αφού τίποτε καλό δεν έχω και καμμιά αρετή, έπρεπε να παραιτηθώ τελείως από το να πηγαίνω κάπου, για να μη προκαλώ βλάβη μάλλον, εκτελώντας την προσταγή σας. Γι’ αυτό θα έρθω όταν θελήσει ο Κύριος, γνωρίζοντας ότι έχετε παραμείνει καθαροί κι αμόλυντοι και ότι δέχεστε τη συναναστροφή εμένα του βέβηλου. Γιατί εκείνο που έγινε άγιο από έξη, όπως το κατά φύση, δεν θα το μολύνει κανένα ακάθαρτο» (15Β,427)
«Ερώτηση: Δέχεται άραγε ο βασιλεύς να κάνει ένα παρακλητικό διάταγμα; ΜΑΞΙΜΟΣ. Θα το κάνει οπωσδήποτε, αν θέλει να είναι μιμητής του Θεού και να νιώσει την ίδια μ’ εκείνον ταπείνωση για την κοινή σωτηρία όλων μας, σκεπτόμενος ότι, αν ο Θεός, που από τη φύση του σώζει, δεν προχώρησε θέλοντας στη σωτηρία μας μέχρι που ταπεινώθηκε, πως ο άνθρωπος, που από τη φύση του σώζεται, θα σωθεί ο ίδιος ή θα σώσει άλλον, αν δεν ταπεινωθεί;» (Φιλοκαλία εκδ. ΕΠΕ τόμ.15Γ,σ.49)
«Καθένας που ταπεινοφρονεί, είναι οπωσδήποτε και πράος και κάθε πράος είναι οπωσδήποτε και ταπεινός» (15Γ,249)
«Έτσι κατάπληκτοι από τα θεάματα του άπειρου, θα δρέψουμε το ισχυρό φυλαχτό των αρετών, εννοώ την ταπείνωση, το μέγιστο και πρώτο δώρο του Θεού, καρπό της αληθινής φιλοσοφίας» (15Β,223)
«Ταπείνωση είναι η επίγνωση που αποκτά καθένας για την υπερέχουσα και δημιουργική αιτία όταν παρατεθεί παράλληλα με τον Θεό, κατά την οποία προκαλείται η συμπάθεια των ανθρώπων μεταξύ τους και δίνεται η συγνώμη για τα σφάλματά τους στους οφειλέτες τους» (15Β,231)
«Όταν πονέσεις εξ αιτίας κάποιας προσβολής ή περιφρονήσεως, γνώριζε πολύ καλά ότι ωφελήθηκε πάρα πολύ ο εαυτός σου, αφού κατά θεία παραχώρηση απομακρύνθηκε από σένα η ματαιοδοξία εξ αιτίας της ταπεινώσεως που δέχθηκες» (14,181)
«Όποιος σε μία συνάθροιση πετάγεται και διακόπτει την ομαλή ακρόαση των λόγων, φανερώνεται πως υποφέρει από φιλοδοξία. Αιχμάλωτός της, προβάλλει άπειρες σειρές και παρασειρές από διατυπώσεις θέλοντας να σπάσει τη συνέχεια όσων λέγονται» (14,459)
«Όταν δεις τον Ηρώδη και τον Πιλάτο να συνδέεται με φιλία με σκοπό το θάνατο του Ιησού, σκέψου τότε τη συνάντηση του δαίμονα της πορνείας και της κενοδοξίας στο ίδιο σημείο· συμφωνούν μεταξύ τους να θανατώσουν το λόγο της αρετής και της γνώσης. Ο δαίμονας της κενοδοξίας καθώς υποκρίνεται γνώση πνευματική εξαποστέλλει στο δαίμονα της πορνείας· κι ο δαίμονας της πορνείας υποχωρώντας, προσποιείται καθαρότητα και ξαναφέρνει στο δαίμονα της κενοδοξίας. Γι’ αυτό λέει: «αφού ο Ηρώδης φόρεσε λαμπρό φόρεμα, ξανάστειλε τον Ιησού στον Πιλάτο» (14,483)
«Σ’ όλες τις πράξεις μας ο Θεός εξετάζει το σκοπό για τον οποίο πράττονται… είτε πράττουμε αυτές γι’ Αυτόν, είτε για κάτι άλλο. Όταν λοιπόν θέλουμε να κρίνουμε κάποιο καλό, ας μην έχουμε σαν σκοπό να αρέσουμε στους ανθρώπους, αλλ’ ας έχουμε σαν σκοπό το Θεό, ώστε, αποβλέποντας πάντοτε προς Αυτόν, ας τα κάμνουμε όλα γι’ Αυτόν, για να μη συμβαίνει και τον κόπο να υπομένουμε, και το μισθό να χάσουμε» (14,285)
«Μην είσαι αυτάρεσκος, και δεν θα γίνεις μισάδελφος και μην είσαι φίλαυτος και θα γίνεις φιλόθεος. Παίρνοντας την απόφαση να ζήσεις μαζί με πνευματικούς αδελφούς, απομάκρυνε κατά την είσοδό σου σ’ αυτούς τα θελήματά σου· διότι δεν θα μπορέσεις με άλλο τρόπο να ειρηνεύσεις ούτε με το Θεό, ούτε με εκείνους που ζουν μαζί σου» (14,325)
«Η ταπείνωση και η κακοπάθεια ελευθερώνει τον άνθρωπο από κάθε αμαρτία. Η ταπείνωση ξεριζώνει τα πάθη της ψυχής, ενώ η κακοπάθεια αφαιρεί τα πάθη του σώματος» (14,199)
«Φιλαυτία είναι το πάθος της υπερβολικής αγάπης προς το σώμα» (14,215)
«Όταν τα πάθη βρίσκονται σε αδράνεια, τότε ή επειδή απουσιάζουν τα αίτια ή επειδή οι δαίμονες από δολιότητα αποφεύγουν να πειράξουν τον άνθρωπο, κάνει την εμφάνισή της η υπερηφάνεια» (14,233)
«Όταν είσαι κακότροπος, μην αρνείσαι τα κακοπαθήματα, ώστε, αφού με τον τρόπο αυτό ταπεινωθείς, ν’ αποβάλεις την υπερηφάνειά σου» (14,233)
«Πρόσεχε τον εαυτό σου από τη μητέρα των κακών, δηλαδή την φιλαυτία, που είναι η παράλογη αγάπη του σώματος…. Πρέπει λοιπόν να προσέχουμε πάρα πολύ και να πολεμάμε αυτήν με μεγάλη προσοχή και επαγρύπνηση. Διότι, όταν εξαφανισθεί αυτή, εξαφανίζονται και όλα τα κακά που προέρχονται απ’ αυτήν» (14,241)
«Φιλαυτία είναι η εμπαθής και παράλογη αγάπη προς το σώμα, στην οποία αντιτίθεται η αγάπη και η εγκράτεια. Εκείνος που έχει τη φιλαυτία, είναι φανερό ότι έχει όλα τα πάθη» (14,265)
«Αρχή όλων των παθών είναι η φιλαυτία, ενώ τέλος η υπερηφάνεια. Φιλαυτία είναι η παράλογη αγάπη προς το σώμα» (14,289)
«Όπως ακριβώς οι γονείς αγαπούν υπερβολικά τα τέκνα τους, έτσι και ο νους από τη φύση του έχει συγκεντρωμένη την προσοχή του στα λόγια του. Και όπως ακριβώς τα τέκνα τους, και αν ακόμα αυτά είναι ως προς όλα άξια για γέλια, φαίνονται σ’ εκείνους από τους γονείς που τα αγαπούν παθιασμένα τα πιο καλά και τα πιο όμορφα, έτσι και στον άφρονα νου τα λόγια του φαίνονται τα πιο φρόνιμα από όλα, και αν ακόμη είναι τα πιο κακά από όλα. Στο σοφό όμως δεν φαίνονται έτσι τα λόγια του, αλλ’ όταν νομίσει ότι αυτά είναι αληθή και καλά, τότε προ πάντων δεν έχει εμπιστοσύνη στην κρίση του, αλλά καθιστά άλλους σοφούς κριτές των λόγων και λογισμών του, «μη τυχόν τρέχει ή έτρεξε μάταια», και παίρνει τη διαβεβαίωση απ’ αυτούς» (14,291)
«Όταν νικήσεις ορισμένα από τα πιο ατιμωτικά πάθη, όπως για παράδειγμα ή τη γαστριμαργία, ή την πορνεία, ή την οργή, ή την πλεονεξία, αμέσως ορμά εναντίον σου ο λογισμός της ματαιοδοξίας· εάν νικήσεις αυτόν, ακολουθεί ο λογισμός της υπερηφάνειας. …Τη ματαιοδοξία την ξεριζώνει η μυστική πνευματική εργασία, ενώ την υπερηφάνεια την εξαφανίζει το να αποδίδει κανείς τα κατορθώματα στο Θεό» (14,291)
«Εάν θέλεις ν’ αποκτήσεις σύνεση και μετριοφροσύνη και να μην είσαι δούλος της αλαζονείας, να ζητάς πάντοτε να βρεις μέσα στα πράγματα τι είναι εκείνο που δεν το γνωρίζεις. Βρίσκοντας τότε πάρα πολλά και διάφορα πράγματα να τα αγνοείς, και θα μείνεις κατάπληκτος για την αγνωσία σου, και θα κυριευθείς από μετριοφροσύνη, και, αφού αποκτήσεις επίγνωση του εαυτού σου, θα κατανοήσεις πολλά και μεγάλα και θαυμαστά πράγματα. Διότι το να νομίζεις ότι τα γνωρίζεις όλα δεν σ’ αφήνει να προκόβεις στη γνώση» (14,301)
Ματθαίου δ' 3
Ο διάβολος θέτει υπό αμφισβήτησι τη θεία ιδιότητα του Ιησού.
Κι αυτή την αμφιβολία θέλει να την υποβάλη και στον ίδιο τον Ιησού.
Αυτή την τακτική ακολουθεί ο πειράζων από την αρχή.
Στον Παράδεισο έθεσε υπό αμφισβήτησι την ειλικρίνεια του Θεού.
Και τώρα στη γη, την οποία με την κακία του μετέβαλε από Παράδεισο
σε Έρημο, θέτει υπό αμφισβήτησι την θεότητα του Ιησού.
Ο Ιησούς δεν νικήθηκε από τον πειρασμό, όπως ο πρώτος Αδάμ.
Όμως ο πειρασμός αυτός εταλαιπώρησε και ταλαιπωρεί πολλούς ανθρώπους.
Είναι το δάγκωμα, που νοιώθουν πολλοί άνθρωποι, παλαιοί και νέοι,
καθώς αντιμετωπίζουν το πρόσωπο του Ιησού. «Ήταν άραγε Θεός ο Ιησούς»;
Η αμφισβήτησις της θεότητος του Ιησού είναι και σήμερα το ισχυρότερο
όπλο του διαβόλου. Είναι ο μόνος τρόπος να μείνουν οι άνθρωποι
μακρυά απ΄ τον Λυτρωτή. Εάν ο Ιησούς δεν είναι Θεός, τότε δεν μπορεί
να είναι Σωτήρ των ανθρώπων. Είναι το μεγάλο δράμα, που παίζεται
σε πολλές ψυχές. Μπολιασμένες με την αμφιβολία, στέκουν στο κατώφλι
της Εκκλησίας. Μεταξύ πίστεως και απιστίας. Πόσο πρέπει να προσευχώμαστε
για τα θύματα αυτής της αμφιβολίας.
Για να νικήσουν τον πειρασμό μαζί με τον Ιησού.
«Ο Κύριος και τους πειρασμούς επάγων μη υπερβαίνοντας ημών την δύναμιν,
αλλά δοκιμάζων μεν δια της περιστάσεως τους αγωνιστάς της ευσεβείας,
ουκ εών δε πειρασθήναι υπέρ ο δύνανται υπενεγκείν» (Μ. Βασίλειος, L. 1055).
Σκέψεις για το πρόσωπο του Ιησού Χριστού Μέρος 1ο
(Επισκόπου Αχελώου Ευθυμίου Στυλίου, "Εκείνος" Ο Ιησούς Χριστός,
εκδ. Γρηγόρη)
ΥΠΟΜΝΗΜΑ -Στο κατά Λουκάν Ευαγγέλιο-
Ερμηνεία πατερική & θεολογική του Ευαγγελίου του Λουκά
Το ερμηνευτικό Υπόμνημα του Π.Ν. Τρεμπέλα
μεταφρασμένο στη νεοελληνική γλώσσα
Μετάφραση αρχιμ. Νικόλαος Πουλάδας
Κεφάλαιο 17
Στίχ. 1-10. Διάφορες διδασκαλίες.
17.8 ἀλλ᾽ οὐχὶ ἐρεῖ αὐτῷ(1), Ἑτοίμασον(2) τί δειπνήσω,
καὶ περιζωσάμενος(3) διακόνει μοι ἕως φάγω καὶ πίω,
καὶ μετὰ ταῦτα φάγεσαι καὶ πίεσαι(4) σύ;
8 Δε θα του πει μάλλον: “ετοίμασε να δειπνήσω, ζώσου την ποδιά
κι υπηρέτησέ με ώσπου να φάω και να πιω, και μετά θα φας και θα πιεις κι εσύ”;
(1) Ο Κύριος υποθέτει ότι έναν μόνο δούλο έχει ο κύριος εκείνος,
τον οποίο στέλνει την ημέρα στον αγρό και το απόγευμα τον έχει
να υπηρετεί στο σπίτι (δ). Δεν είναι δηλαδή από τους πλούσιους
οικοδεσπότες που έχουν στη διάθεσή τους περισσότερους δούλους.
(2) Ο αόριστος χρησιμοποιείται, διότι δεν πρόκειται για φαγητό
που μαγειρεύεται εκείνη την ώρα, αλλά για παράθεση των έτοιμων φαγητών,
μετά από το οποίο ο δούλος θα στεκόταν όρθιος.
Εφόσον είμαστε δούλοι του Χριστού οφείλουμε όλο το χρόνο μας
να τον διαθέτουμε σε αυτόν. Όπως ο δούλος της παρούσας παραβολής
από το έργο στον αγρό κλήθηκε να υπηρετήσει τον κύριό του
στη συνέχεια σε άλλο έργο, έτσι και ο καθένας μας οφείλει
χωρίς διακοπή να υπηρετεί τον Κύριο κάνοντας το τέλος του
ενός καθήκοντος αφετηρία και αρχή επιτέλεσης άλλης υποχρέωσης
προς τον Χριστό. Το ότι διακονήσαμε στις υποχρεώσεις μίας θρησκευτικής
συζήτησης ή διδασκαλίας, δεν μας δικαιολογεί να παραλείψουμε
στη συνέχεια το καθήκον της προσευχής και της λατρείας.
Όταν τελειώσαμε το ένα καθήκον, πρέπει με την ίδια πρόθυμη διάθεση
να περιμένουμε από τον Κύριο νέες διαταγές.
Για αυτό το «διακόνει» είναι σε ενεστώτα (L).
(3) Ζώσου με την ποδιά ή την πετσέτα (δ).
(4) Το ρήμα είναι από την κοινή γλώσσα σύμφωνα με το οδυνάσαι (ιστ 25)
και δύνασαι (Ματθ. ε 6). Δεν είναι όμως σταθερή η χρήση τους.
Διότι έχουμε στο Μάρκ. θ 22 «δύνη» (p). Για το φάγεσαι πρέπει να σημειώσουμε,
ότι ο μέλλοντας είναι φάγομαι αντί για το έδομαι (ιδ 15) (L).
Συλλογή κειμένων π. Νικόλαος Πουλάδας.
«Αιτία της βασιλείας των ουρανών είναι η τήρηση των εντολών, όπως και αιτία της αιώνιας φλόγας είναι η παράβασή τους» (Φιλοκαλία εκδ.ΕΠΕ τόμ 15Γ,σ. 15)
«Ο Θεός Λόγος του Θεού και Πατέρα υπάρχει μυστικά σε κάθε μία από τις εντολές του. Κι ο Θεός Πατέρας βρίσκεται ολόκληρος αχώριστος σε όλο τον οικείο του Λόγο κατά φύση. Όποιος λοιπόν δέχεται μία θεία εντολή και την πράττει, δέχεται το Λόγο του Θεού που υπάρχει σ’ αυτήν. Κι όποιος δέχτηκε το Λόγο διαμέσου των εντολών, δέχτηκε μαζί διαμέσου του τον Πατέρα που βρίσκεται κατά φύση μέσα σ’ αυτόν και μαζί δέχτηκε το Πνεύμα που είναι μέσα στο Λόγο κατά φύση. Γιατί μας λέει: «σας λέω αλήθεια, όποιος δέχεται αυτόν που εγώ θα στείλω, δέχεται εμένα, κι όποιος δέχεται εμένα, δέχεται αυτόν που μ’ έστειλε». Όποιος λοιπόν δέχτηκε εντολή και την έπραξε, δέχτηκε κι έχει μέσα του μυστικά την άγια Τριάδα»(14,543)
«Όπως αποκλειστικό αποτέλεσμα της παρακοής είναι η αμαρτία, έτσι αποκλειστικό έργο της υπακοής είναι η αρετή. Και όπως στην παρακοή επακολουθεί η παράβαση των εντολών και ο χωρισμός από τον εντολοδότη, έτσι και την υπακοή, την ακολουθεί η τήρηση των εντολών και η ένωση με τον εντολέα. Όποιος λοιπόν τήρησε με την υπακοή του μία εντολή κι έπραξε πράξη δικαιοσύνης, διατήρησε αδιαίρετη με την αγάπη την ένωσή του με τον εντολοδότη, ενώ όποιος επάτησε με την παρακοή μία εντολή και αμαρτία έπραξε και τον εαυτό του χώρισε από την ένωση της αγάπης προς τον εντολέα» (14,505)
Συλλογή κειμένων π. Νικόλαος Πουλάδας.
«Ερώτηση: Η θλίψη στους πολλούς δεν επιβάλλεται για χάρη δοκιμής;
ΜΑΞΙΜΟΣ: Η δοκιμασία των αγίων γίνεται για να φανερωθούν στη ζωή των ανθρώπων, μέσω της θλίψης, οι διαθέσεις τους ως προς το φύσει καλό, κάνοντας φανερές μαζί μ’ εκείνες και τις αρετές που αγνοούν όλοι, όπως στην περίπτωση του Ιώβ και του Ιωσήφ. Γιατί ο ένας δεχόταν τους πειρασμούς για νά φανερωθεί η κρυμμένη ανδρεία του, ενώ ο άλλος δοκιμαζόταν για να διαλαληθεί η σωφροσύνη που αγιάζει. Και ο καθένας από τους αγίους που δοκίμασε θλίψεις στη ζωή αυτή χωρίς να το θέλει, δοκίμασε τις θλίψεις για κάποια ανάλογη με αυτές οικονομία, ώστε με την ασθένεια που παραχωρούνταν να περάσουν, να καταπατήσουν τον υπερήφανο και αποστάτη δράκοντα, δηλαδή τον διάβολο. Γιατί η υπομονή είναι έργο δοκιμασίας για τον καθένα άγιο» (Φιλοκαλία εκδ. ΕΠΕ,τόμ.15Γ,σ.17)
«Κι αν ακόμα δοκιμάσει όλα μαζί τα οδυνηρά για το σώμα [ο πιστός], δεν αφήνει να χαραχθεί ίχνος λύπης στην ψυχή του, ώστε ν’ αλλάζει η χαρούμενη διάθεσή της. Γιατί δεν θεωρεί ότι είναι στέρηση ηδονής ο πόνος των αισθήσεων. Καθόσον μία ηδονή μόνο γνωρίζει, τη συμβίωση της ψυχής με το λόγο, η στέρηση της οποίας είναι ατέλειωτη τιμωρία, περικλείοντας όλους τους αιώνες. Και γι’ αυτό, αφήνοντας και το σώμα και όλα τα σωματικά, βαδίζει με όλες του τις δυνάμεις προς τη θεία συμβίωση, θεωρώντας μία ζημία, κι αν ακόμη είναι κύριος όλης της γης, το να αποτύχει στην κατά χάρη θέωση που προσδοκά» (15Γ,249)
«Ο τρόπος των πειρασμών σύμφωνα με τη Γραφή είναι διπλός· ηδονικός ο ένας, οδυνηρός ο άλλος· και ο ένας προαιρετικός, ενώ ο άλλος απροαίρετος. Και ο ένας είναι αυτός που γεννά την αμαρτία και σε αυτόν σύμφωνα με τη διδασκαλία του Κυρίου έχουμε λάβει εντολή να απευχόμαστε να εισέλθουμε… Ο άλλος είναι τιμωρός της αμαρτίας που κολάζει τη φιλαμαρτήμονα διάθεση, με τις επιθέσεις ακούσιων πόνων… Και τους δύο πειρασμούς, και τον εκούσιο και τον ακούσιο, τους φροντίζει ύπουλα ο πονηρός· τον ένα σπέρνοντας στην ψυχή κι ερεθίζοντάς τον με σωματικές ηδονές, μηχανευόμενος τρόπους να την απομακρύνει από την επιθυμία της θείας αγάπης· από τον άλλο ζητεί με επιμονή σοφιστική, θέλοντας να φθείρει τη φύση με την οδύνη, για να υποχρεώσει την ψυχή με τη βία, έχοντας καταβληθεί από τους πόνους από την έλλειψη δύναμης, να στρέψει τους λογισμούς προς την κατηγορία του δημιουργού.
Εμείς όμως έχοντας επίγνωση των σκοπών του πονηρού, ας ευχηθούμε ν’ αποφύγουμε τον εκούσιο πειρασμό, για να μην απομακρυνθεί ο πόθος μας από τη θεία αγάπη. Τον ακούσιο όμως πειρασμό που έρχεται με παραχώρηση του Θεού ας τον υποφέρομε με γενναιότητα, για να αποδειχθούμε ότι προτιμούμε από τη φύση τον δημιουργό της φύσης» (15Γ,267-9)
«Γι’ αυτά [τις κατηγορίες εναντίον του] στενάζοντας [ο Μάξιμος κατά την δίκη του] εντονότερα ο άγιος είπε: Ευχαριστώ το Θεό μου που έχω παραδοθεί στα χέρια σας και με κατηγορείτε με τέτοιες κατηγορίες, ώστε μ’ αυτά τα ακούσια ν’ απαληφθούν όσα εκούσια έχω διαπράξει και να καθαρθώ από τις κηλίδες της ζωής» (15Γ,307)
«Αυτήν [την κατά Θεόν λύπη, της μετάνοιας] την δημιουργεί το άγιο Πνεύμα, επιφοιτώντας στις καρδιές των άξιων. Αυτή γνωρίζω εγώ πώς είναι η μόνη που γεννά τη χαρά της βασιλείας των ουρανών. Γιατί είναι σαφώς θείο σπέρμα η κατά Θεόν λύπη, που δίνει ώριμο καρπό την ευφροσύνη των αιώνιων αγαθών» (15Β,85)
«Βαδίζοντας ο Κύριος προς το πάθος, μάς άφησε ειρήνη, και πάλι, όταν αναστήθηκε από τους νεκρούς, μας έδωσε ειρήνη. Τι υπαινίσσεται μ’ αυτά; Ότι πρέπει ν’ αντιμετωπίζουμε με απάθεια τις αντιξοότητες των καιρών, και ούτε όταν πέφτομε σε περιστάσεις λυπηρές να είμαστε χωρίς ελπίδα για το καλύτερο, ούτε όταν μας τυχαίνουν περιπτώσεις χαράς ν’ αποδιώκουμε τον λογισμό που παιδαγωγεί, αλλά να είμαστε πάντοτε οι ίδιοι και στα δυσάρεστα και στα ευχάριστα» (15Β,415)
«Όταν σου έρθει πειρασμός απροσδόκητος, μην κατηγορείς εκείνον από τον οποίο προήλθε, αλλά προσπάθησε να μάθεις το λόγο για τον οποίο ήρθε, και τότε θα επιτύχεις τη διόρθωσή του. Διότι, είτε με εκείνον, είτε με άλλον θα έπινες οπωσδήποτε το πικρό ποτήρι της αποφάσεως του Θεού…. Όταν είσαι κακότροπος, μην αρνείσαι τα κακοπαθήματα, ώστε, αφού με τον τρόπο αυτό ταπεινωθείς, ν’ αποβάλεις την υπερηφάνειά σου» (14,233)
«Οι πειρασμοί στέλνονται από το Θεό με σκοπό, σ’ άλλους να εξαλείψουν τα αμαρτήματα που ήδη έχουν διαπράξει, σ’ άλλους να εμποδίσουν εκείνα που διαπράττονται τώρα, και σ’ άλλους να προλάβουν τη μελλοντική διάπραξη αυτών. Κοντά σ’ αυτούς υπάρχουν και οι πειρασμοί εκείνοι που στέλνονται για δοκιμή, όπως στην περίπτωση του Ιώβ….
Ο σώφρονας άνθρωπος, σκεπτόμενος τη θεραπευτική δύναμη των θείων τιμωριών, υπομένει με ευχαρίστηση τις συμφορές που συμβαίνουν σ’ αυτόν, και δεν θεωρεί κανένα άλλο αίτιο γι’ αυτές παρά μόνο τις αμαρτίες του. Αντίθετα ο άφρονας, αγνοώντας τη σοφότατη πρόνοια του Θεού, όταν αμαρτάνει και τιμωρείται, θεωρεί αίτιους των κακών που του συμβαίνουν ή το Θεό, ή τους ανθρώπους» (14,235)
«Των πραγμάτων που βρίσκονται έξω από το σώμα, [μερικά] είναι η απόκτηση καλών και πολλών τέκνων και η ατεκνία, ο πλούτος και η φτώχεια, η δόξα και η ατιμία και τα εξής. Από αυτά άλλα θεωρούνται καλά από τους ανθρώπους, και άλλα κακά, κανένα όμως απ’ αυτά δεν είναι από τη φύση του κακό, αλλ’ ανάλογα με τη χρήση τους καθίστανται γενικά είτε κακά, είτε καλά.
Η γνώση είναι καλή από τη φύση της, όπως επίσης και η υγεία, αλλ’ όμως τους πολλούς τα αντίθετα απ’ αυτά τους ωφελούν. Διότι στους κακούς η γνώση, αν και είναι, όπως έχει λεχθεί, καλή από τη φύση της, καταντά βλαβερή, όπως επίσης και η υγεία, και ο πλούτος και η χαρά. Διότι δεν τα χρησιμοποιούν αυτά προς το συμφέρον τους. Άρα λοιπόν σ’ αυτούς συμφέρουν τα αντίθετα. Βέβαια ούτε εκείνα σύμφωνα με την ίδια λογική είναι κακά, αν και θεωρούνται ότι είναι κακά» (14,249)
«Τα κατορθώματα των κοσμικών είναι αιτίες πτώσεως των μοναχών, ενώ τα κατορθώματα μοναχών είναι αιτίες πτώσεως των κοσμικών. Για παράδειγμα, τα κατορθώματα των κοσμικών είναι ο πλούτος, η δόξα, η εξουσία, η υλική απόλαυση, η ευσαρκία, η απόκτηση πολλών και καλών τέκνων, και τα σχετικά μ’ αυτά, στα οποία εάν φθάσει ο μοναχός καταστρέφεται. Τα κατορθώματα πάλι του μοναχού είναι η ακτημοσύνη, η περιφρόνηση της δόξας, η αποφυγή της κοσμικής δύναμης, η εγκράτεια, η κακοπάθεια, και τα σχετικά μ’ αυτά, στα οποία αν φθάσει ο φιλόκοσμος χωρίς τη θέλησή του, τα θεωρεί μεγάλη δυστυχία του, και κινδυνεύει πολλές φορές να κάνει χρήση και της αγχόνης, μερικοί μάλιστα και χρησιμοποίησαν αυτήν» (14,303)
«Αυτός ακριβώς είναι εκείνος που θέλει να σωθεί, αυτός που δεν προβάλλει άρνηση στα ιατρικά φάρμακα. Τα φάρμακα αυτά είναι οι μεγάλες θλίψεις και λύπες που παραχωρούνται με τις διάφορες δοκιμασίες. Εκείνος που αρνείται αυτά δεν γνωρίζει τι κερδίζει απ’ αυτά, ούτε ποια ωφέλεια θ’ αποκτήσει απ’ αυτά όταν φύγει για την άλλη ζωή» (14,301)
«Εκείνος, που κατά τον καιρό της δοκιμασίας δεν δείχνει μακροθυμία για τα λυπηρά που του συμβαίνουν, δεν έχει ακόμη τέλεια αγάπη, ούτε γνώρισε κατά βάθος την πρόνοια του Θεού, με αποτέλεσμα να αποκόπτει τον εαυτό του από την αγάπη των πνευματικών αδελφών» (14,317)
«Όποιος ξέρει πώς μπορούν και οι σάρκες του φιδιού με τέχνη να θεραπεύουν τους αρρώστους, θα δεχθεί με πίστη και τη μέθοδο της θείας πρόνοιας» (15Β,395)
Συλλογή κειμένων π. Νικόλαος Πουλάδας
«Μην αφήνεις τα αυτιά σου ν’ ακούν τα λόγια του κακολόγου, ούτε τα λόγια σου να φθάνουν στ’ αυτιά εκείνου που του αρέσει να κατηγορεί, μιλώντας ή ακούοντας με ευχαρίστηση λόγια εναντίον του πλησίον σου, για να μη εκπέσεις από τη θεία αγάπη και βρεθείς έτσι ξένος της αιώνιας ζωής… Αποστόμωνε εκείνον που γεμίζει τ’ αυτιά σου με κακόλογα, για να μη προξενήσεις στον εαυτό σου μαζί μ’ αυτόν διπλή αμαρτία· και συνηθίζοντας τον εαυτό σου στο ολέθριο αυτό πάθος, και μη σταματώντας εκείνον να φλυαρεί εναντίον του πλησίον σου» (14,191)
«Να μη ανέχεσαι τις υπόνοιές σου ή και άλλων ανθρώπων για σκάνδαλα σε βάρος ορισμένων άλλων. Διότι εκείνοι που παραδέχονται σκάνδαλα που συμβαίνουν με οποιονδήποτε τρόπο ή με τη διάθεση της ψυχής ή χωρίς αυτήν, δεν γνωρίζουν την οδό της ειρήνης που οδηγεί με την αγάπη τους εραστές αυτής στη γνώση του Θεού» (14,195)
«Εκείνος που περιεργάζεται τις αμαρτίες των άλλων, ή κρίνει τον αδελφό του από υποψία και μόνο, και αυτός δεν έκανε ακόμη αρχή της μετάνοιάς του, ούτε άρχισε την έρευνα για να γνωρίσει τις αμαρτίες του, που στην πραγματικότητα είναι βαρύτερες από πολλά τάλαντα μολύβδου,… Γι’ αυτό, σαν άφρονας και βαδίζοντας μέσα στο σκοτάδι, αφήνοντας τις δικές του αμαρτίες, σκέπτεται τις αμαρτίες των άλλων, είτε αυτές είναι πραγματικές, είτε τις δημιουργεί με την υποψία του» (14,289)
«Εκείνος που με απάθεια ομιλεί για τα αμαρτήματα του αδελφού του, ομιλεί γι’ αυτά για δύο λόγους· ή για να διορθώσει αυτόν, ή για να ωφελήσει άλλον. Εάν ομιλεί γι’ αυτά εκτός από τους λόγους αυτούς, είτε γι’ αυτόν, είτε για άλλον, ομιλεί γι’ αυτά με σκοπό να τον κατηγορήσει και να τον διασύρει, και γι’ αυτό δεν θα διαφύγει τη θεία εγκατάλειψη, αλλά θα υποπέσει οπωσδήποτε και αυτός στο ίδιο ή σε άλλο παράπτωμα, και θα καταντροπιασθεί αφού ελεγχθεί και κατηγορηθεί από άλλους» (14,297)
«Μη νοθεύσεις κατά τη συνομιλία με τους άλλους αδελφούς σου τον έπαινο του αδελφού σου, εξ αιτίας της λύπης που ακόμη υπάρχει μέσα σου κρυμμένη γι’ αυτόν, αναμειγνύοντας κρυφά με τα λόγια σου την κατηγορία, αλλά χρησιμοποίησε στη συνομιλία σου με αυτούς καθαρή καρδιά, σαν να πρόκειται για τον εαυτό σου, και έτσι πάρα πολύ γρήγορα θ’ απαλλαγείς από το ολέθριο μίσος» (14,321)
«Μη θεωρείς σαν φίλους εκείνους που μεταφέρουν λόγια, τα οποία προξενούν λύπη σε εσένα και μίσος εναντίον του αδελφού σου, και αν ακόμη φαίνονται ότι λέγουν την αλήθεια, αλλά ν’ αποστρέφεσαι αυτούς σαν φίδια που θανατώνουν, ώστε και εκείνους να τους σταματήσεις να κακολογούν, και την ψυχή σου ν’ απαλλάξεις από την κακία» (14,323)
«Βλασφήμησε ο τάδε· μη μισήσεις αυτόν, αλλά τη βλασφημία και το δαίμονα που τον έκανε να βλασφημήσει. Εάν όμως μισείς εκείνον που βλασφήμησε, μίσησες άνθρωπο και παρέβηκες την εντολή, και εκείνο ακριβώς που έκανε εκείνος με το λόγο, το κάμνεις συ με την πράξη σου. Εάν φυλάσσεις την εντολή, δείξε τα γνωρίσματα της αγάπης, και βοήθησέ τον, αν μπορείς, ώστε να τον απαλλάξεις από το κακό» (14,343)