Πώς τα έχει οικονομήσει ο Θεός! Λειώνουν τα χιόνια, γεμίζουν οι πηγές. Τώρα ούτε χιόνια ούτε βροχές. Τί θα γίνη; Τί θα πιή ο κόσμος; Ο Θεός να λυπηθή τον κόσμο, να μας ευχπλαχνισθή, να ρίχνη καμμιά βροχή, γιατί, αν συνεχίσουν οι ανομβρίες, σιγά-σιγά θα ξεραθούν και τα φύλλα των Δένδρων και δεν θα βλέπουμε όχι μόνον πράσινη ελιά αλλά ούτε φύλλο πράσινο. Ό,τι κι αν σπείρη ο άνθρωπος, αν ο Θεός δεν ρίξη από πάνω τον αγιασμό, την βροχή, τίποτε δεν γίνεται. Η βροχή είναι αγιασμός.
Ο καημένος ο κόσμος, έτσι όπως έμαθε με πολλά νερά, τί θα κάνη με την έλλειψη του νερού; Εκτός που από την αμαρτία δεν ρίχνει νερό ο Θεός, αλλά και τόσο νερό που ξοδεύουν οι άνθρωποι, πώς να φθάση; Σκέφτομαι στις πόλεις τί θα γίνει! Μόνο για το καζανάκι θέλουν έναν τενεκέ νερό. Θα γεμίσουν μικρόβια, μετά χολέρα. Θα πεθαίνουν και θα τους αφήνουν άταφούς τους νεκρούς και θα ρίχνουν σκόνη για απολύμανση. Ευτυχώς ο Καλός Θεός ακόμη οικονομάει λίγο τον κόσμο.
Ζούμε σε χρόνια Αποκαλύψεως. Η ξηρασία που περνούμε τόσα χρόνια, η ανομ-βρία, τί είναι; είχε παρουσιασθή ποτέ τέτοια ανομβρία; Νά, και εδώ στην Χαλκιδική ξεράθηκε ένα ποτάμι, ψόφησαν τα ψάρια, βρωμούσε ο τόπος. Στην Θεσσαλονίκη έχουν πρόβλημα. Το νερό της λίμνης του Μαραθώνα έχει κατεβή πολύ και φαίνονται νησάκια-νησάκια. Η στάθμη του Πηνειού κατέβηκε. Ο Έβρος είχε λίγο νερό και οι Βούλγαροι το έφραξαν και έχει στερέψει. Αν γίνει κάτι, τα τάνκς περνούν. Και στην Κύπρο, αν δεν βρέξη φέτος, θα έχουν μεγάλο πρόβλημα νερού. Μόνον αυτά; Τόσα άλλα!... Τα Δένδρα, άλλα καίγονται, άλλα χαλάνε. Οι άνθρωποι αρρωσταίνουν και πεθαίνουν. Όταν ο κόσμος δεν μετανοή, τί βροχή να ρίξη ο Θεός; Αν έχη κανείς εμπιστοσύνη στον Θεό, ξέρετε τί γίνεται; Μικρό πράγμα είναι να έχη κανείς σύμμαχο τον Θεό; Για τον Θεό δεν υπάρχει ούτε δύσκολο θέμα ούτε δύσκολη λύση. Όλα είναι απλά για τον Θεό. Δεν χρησιμοποιεί μεγαλύτερη δύναμη για τα υπερφυσικά και μικρότερη για τα φυσικά αλλά την ίδια δύναμη για όλα. Το κυριώτερο είναι ο άνθρωπος να γαντζωθή στον Θεό.
Εσείς κάνετε προσευχή για να βρέξη η δεν σάς απασχολεί το θέμα; Τώρα είναι εποχή να οργώση ο κόσμος, για να σπείρη. Έπρεπε ήδη να είναι σπαρμένα τα χωράφια, και ακόμη δεν μπορούν να τα οργώσουν. Είναι μία δοκιμασία από τον Θεό αυτή η ανομβρία. Το έργο του μοναχού αυτό είναι, να κάνη προσευχή σε τέτοιες περιπτώσεις. Πάντως από σάς έχω ένα παράπονο. Την άλλη φορά, άνω ο κόσμος θέριζε τα σιτάρια για σανό, επειδή δεν έβρεξε, εσείς ούτε καν το κάνατε θέμα προσευχής. Γιατί; Επειδή εσείς ποτίζατε με το λάστιχο; Λοιπόν, αυτή θα είναι τελευταία φορά, άλλη φορά θα πρέπη να πονάτε για τον κόσμο. Θα μαθαίνετε και θα κάνετε προσευχή. Να γράφετε και σ' εμένα. Θα δώσετε εξετάσεις. Αν περάσετε, δηλαδή αν βρέξη, θα σάς κάνω συνέταιρους στην προσευχή και ό,τι θα παίρνουμε από την θεία Πρόνοια θα το μοιράζουμε...
Όταν κάνω προσευχή για βροχή και βλέπω έστω και ένα σύννεφο στον ουρανό (ακόμη και να μη ρίξη βροχή), δοξάζω τον Θεό που παρουσίασε έστω και ένα σύννεφο, και με πειράζει η συνείδηση που υπάρχουν μέσα μου πολλά πνευματικά σύννεφα, τα οποία διώχνουν τα σύννεφα του Θεού. Αν ταπεινά ζητούμε το έλεος του Θεού, ο Θεός θα βηθήση. Η προσευχή του ταπεινού μαζεύει σύννεφα, όταν είναι ανομβρία. Και πάντα να ευχώμαστε η βροχή που θα ρίξη ο Θεός να έχη και πνευματική ενέργεια, να σβήνη την πνευματική πυρκαγιά που έβαλε ο κακός διάβολος στον κόσμο και καίει ψυχές.
Χάρηκα μερικούς που άκουσα να λένε: «Δεν είμαστε άξιοι, αλλά ο Θεός πάλι μας λυπήθηκε, έρριξε και λίγη βροχή και λίγα χιόνια». Αν έχουμε τέτοιους ταπεινούς λογισμούς, ο Θεός θα στείλη περισσότερα. Τουλάχιστον η αναγνώριση είναι μετάνοια. Ευτυχώς που υπάρχει λίγο προζύμι. Να παρακαλάτε να στρίψη λίγο με το κατσαβιδάκι ο Θεός το μυαλό των ανθρώπων. Βλέπω μία καλή διάθεση σε μερικούς μεγάλους. Καταλαβαίνουν που πάμε.
(Λόγοι τόμος Α, σελ. 121-124)
-Γέροντα δεν έχουμε πολύ διάθεση για να προσευχηθούμε.Όλο το αναβάλλουμε για αύριο,μεθαύριο έχουμε μία δουλειά,ίσως την άλλη εβδομάδα λέμε...
-Αυτό είναι ένας πειρασμός.Ποτέ μην λες«Θα το κάνω αύριο»επειδή το δευτερόλεπτο που ζούμε,εκείνο είναι δικό μας.Το επόμενο δευτερόλεπτο,το επόμενο λεπτό δεν είναι δικά μας,δεν ξέρουμε εαν θα το προλάβουμε,αφού ο άνθρωπος είναι''ωσεί χόρτος''όπως λεει ο ψαλμωδός«Άνθρωπος ωσεί χόρτος αι ημέραι αυτού, ωσεί άνθος του αγρού ούτως εξανθήσει».
Δεν μπορούμε να πούμε''άσε θα το κάνω εγώ άλλη μέρα''.Αυτό που πρέπει να πούμε είναι:«Εαν θέλει ο Θεός,να με βοηθήσει να φτάσω αύριο στην εκκλησία για να εξομολογηθώ και ν'ακούσω προσεχτικά τι θα μου πει ο πνευματικός μου,επειδή αυτός έχει την χάρη του Αγ.Πνεύματος και πρέπει να κάνω ότι με συμβουλεύσει για να μπω στην Βασιλεία των Ουρανών»
Χωρίς την εξομολόγηση δεν μπορούμε να μπούμε στην Βασιλεία του Θεού.
Βλέπετε πόσο μεγάλη είναι η καλοσύνη του Θεού;Ευλόγησε όπως, με την ευλογία του αρχιερέως ο ιερέας να γίνεται πνευματικός,και ότι αυτός λέει αυτό κάνει ο Θεός.Βλέπετε;Ο Θεός δεν έβαλε έναν άγγελο για πνευματικό αλλά έναν άνθρωπο,για να μπορούν οι άνθρωποι να εξομολογούνται με ειλικρίνεια.Αν δεν εξομολογηθείς με ειλικρίνεια δεν θα λάβεις άφεση αμαρτιών.Πρέπει να είσαι ειλικρινής.Το έλεος του Θεού ει μεθ'ημών.
Γέροντας Διονύσιος,ο πνευματικός της Κολιτσού
Του Αββά Ανδρέα.
Έλεγε ο Αββάς Ανδρέας : « Στον μοναχό αυτά τα τρία είναι αναγκαία : η ξενιτεία, η πτωχεία και η σιωπηλή υπομονή ».
Του Α β β ά Α ι ώ
α)’Έλεγαν για κάποιο γέροντα στη Θηβαίδα, τον Αββά Αντιανό, ότι πολλούς τρόπους ζωής είχε ακολουθήσει κατά τη νεότητά του και στα γηρατειά του ασθένησε και τυφλώθηκε. Και οι αδελφοί, εξ αιτίας της ασθενείας του, πολλή παρηγοριά του έδιναν και τον τάιζαν στο στόμα. Και ρώτησαν τον Αββά Αιώ γι’αυτό, τι γίνεται μ αυτή την πολλή περιποίηση ; Και τους λέγει : « Σας βεβαιώνω, ότι, αν η καρδιά του θέλη και υποχωρή ευχάριστα, αν φάη έναν χουρμά, ο Θεός τον αφαιρεί από τον κόπο του. "Αν όμως δεν υποχωρή, άλλα χωρίς τη θέλησή του δέχεται, ο Θεός φυλάει τον κόπο του ακέραιο, γιατί εκβιάζεται, παρά τη θέληση του. Και εκείνοι, βέβαια, θα λάβουν μισθό ».
Του Α β β ά Αμμωναθά
΄Ηλθε κάποτε ένας αρχών στο Πηλούσιο και σκόπευε να απαιτήση από τους μοναχούς τον κατά κεφαλή φόρο, όπως και από τους ανθρώπους του κόσμου. Και συνάχτηκαν όλοι οι αδελφοί γύρω από τον Αββά Αμμωναθά γι’ αυτό το ζήτημα. Και ώρισαν μερικούς από τους πατέρες να πάνε στον βασιλέα. Και τους λέγει ο Αββάς Αμμωναθάς : « Δεν χρειάζεται αυτή η ενόχληση. Καλύτερα είναι να ησυχάσετε στα κελλιά σας και να νηστεύσετε δυο εβδομάδες και με τη χάρη του Χριστού εγώ μονάχος μου θα κανονίσω το ζήτημα ». Και πήγαν οι αδελφοί στα κελλιά τους. Και ο γέρων αποτραβήχθηκε στο δικό του κελλί. ΄Οταν λοιπόν συμπληρώθηκαν δεκατέσσερις λυπήθηκαν οι αδελφοί εξ αιτίας του γέροντος, για δεν τον είδαν καμμιά φορά να κινηθή. Και έλεγαν :« Έθαψε ο γέρων το ζήτημά μας ». Τη δε δεκάτη πέμπτη μέρα, συνάχτηκαν οι αδελφοί κατά τα καθωρισμένα Και ο γέρων ήλθε σ’ αυτούς, έχοντας το έγγραφο σφραγισμένο από τον βασιλέα. Βλέποντας το δε οι αδελφοί, απόρησαν και είπαν : « Πότε το έφερες, Αββά ; ». Και λέγει ο γέρων : « Πιστέψτε με, αδελφοί, ότι αυτή τη νύχτα πήγα στον βασιλέα και έφτιαξα αυτό το έγγραφο. Και πηγαίνοντας στην Αλεξάνδρεια, έβαλα τους άρχοντες να μου το υπογράψουν. Και έτσι γύρισα σ’ εσάς ». Ακούοντάς τα δε, φοβήθηκαν και του έβαλαν μετάνοια. Και κανονίστηκε έτσι η υπόθεση τους και δεν τους ενώχλησε πλέον ο αρχών.
Του Μεγάλου Βασιλείου
Έλεγε κάποιος από τους γέροντες, ότι ο άγιος Βασίλειος, έχοντας επισκεφθή ένα Κοινόβιο, μετά τη διδασκαλία οπού ταίριαζε, λέγει στον ηγούμενο : « Έχεις εδώ κανέναν αδελφό οπού να δείχνη υπακοή ; ». Του απαντά εκείνος : « Όλοι δούλοι σου είναι και προσπαθούν με ζήλο να σωθούν, δεσπότη μου ». Και πάλι του λέγει : « Έχεις κανέναν οπού πραγματικά να δείχνη υπακοή ; ». και εκείνος του φέρνει έναν αδελφό. Και ο άγιος Βασίλειος τον έβαλε να υπηρετή κατά το πρόγευμα. Αφού δε απόφαγαν, έδωσε στον άγιο να νιφθή. Και του λέγει ο άγιος Βασίλειος : « Έλα, να σου δώσω και εγώ να πλύνης τα χέρια σου ». Και εκείνος, υπακούοντας, δέχθηκε να του χύνη νερό ο άγιος. Και του λέγει : « Όταν επιστρέψω στον Κλήρο μου, έλα να σε κάμω διάκονο ». Και σαν έγινε αυτό, τον έκαμε πρεσβύτερο. Και τον πήρε μαζί του στην επισκοπή, χάρη στην υπακοή του.
Του Αββά Βησσαρίωνος
α'. Έλεγε ο Αββάς Δουλάς, ο μαθητής του Αββά Βησσαρίωνος : « Κάποτε, καθώς βαδίζαμε στην ακρογιαλιά, δίψασα. Και είπα στον Αββά Βησσαρίωνα : Διψώ πολύ. Και κάνοντας προσευχή, ο γέρων μου λεγει : Πιές από τη θάλασσα. Και γλυκάθηκε το νερό και ήπια. Εγώ όμως έβαλα νερό και στο λαγήνι, μήπως ξαναδιψάσω παρά κάτω. Βλέποντάς το δε ο γέρων, μου λέγει : Γιατί κράτησες νερό ; Του απαντώ : Με συμπαθάς, αλλά για να έχω μήπως διψάσω παρά κάτω. Και ο γέρων είπε : Ο Θεός εδώ και παντού ο Θεός ».
β'. « Άλλοτε, επειδή του χρειάστηκε, έκαμε προσευχή και διάβηκε τον ποταμό Χρυσορρόα με τα πόδια και βγήκε αντίπερα. Εγώ δε, θαυμάζοντας, του έβαλα μετάνοια και του είπα : Πώς αισθανόσουν τα πόδια σου καθώς περπατούσες στο νερό ; Και είπε ο γέρων : Εώς τους αστραγάλους αισθανόμουν το νερό. Και το υπόλοιπο ήταν στερεό ».
γ'. « Άλλοτε πάλι, καθώς πηγαίναμε σ’ ένα γέροντα, έφτασε το ηλιοβασίλεμα. Και προσευχήθηκε ο γέρων και είπε : Σου δέομαι, Κύριε, ας σταθή ο ήλιος εώς ότου φθάσω στον δούλο σου. Και έγινε έτσι ».
δ'. « Άλλη φορά πάλι, πήγα στο κελλί του και τον βρήκα να στέκεται σε προσευχή και να έχη τα χέρια απλωμένα στον ουρανό. Εξακολούθησε δε να το κάνη αυτό επί δεκατέσσερις μέρες. Και κατόπιν, με φωνάζει και μου λέγει : Ακολούθησέ με. Βγήκαμε λοιπόν και βαδίσαμε στην έρημο. Και νοιώθοντας στεγνό το στόμα μου, είπα : Αββά, διψώ. Παίρνοντας λοιπόν τον μανδύα μου ο γέρων, απομακρύνθηκε σε απόσταση ώσπου φθάνει η πέτρα άμα τη ρίξης. Και αφού προσευχήθηκε, μου τον έφερε γεμάτο με νερό. Βαδίζοντας δε, φθάσαμε σ’ ένα σπήλαιο. Μπήκαμε και βρήκαμε κάποιον αδελφό, οπού καθόταν και έπλεκε φοινικόφυλλα, χωρίς να σηκώση τα μάτια του σ’ εμάς, μήτε να μας χαιρετήση και μήτε ήθελε να ανταλλάξη μαζί μας τον παραμικρό λόγο. Και μου λέγει ο γέρων : Ας φύγουμε από εδώ. Φαίνεται ότι ο γέρων κρίνει οτι δεν πρέπει να μιλήση μαζί μας. Και βαδίσαμε στη Λυκώ, εώς ότου φθάσαμε στον Αββά Ιωάννη. Και αφού χαιρετηθήκαμε μαζί του, κάμαμε προσευχή. Ύστερα κάθισαν να μιλήσουν για τη μυστική θεωρία, οπού είδε, ο δε Αββάς Βησσαρίων είπε οτι βγήκε απόφαση να γκρεμισθούν τα ιερά. Και έγινε έτσι και γκρεμίσθηκαν. Ενώ δε γυρίζαμε, φθάσαμε πάλι στο σπήλαιο, οπού είδαμε τον αδελφό. Και μου λέγει ο γέρων : Ας μπούμε σ' αυτόν, μήπως ο Θεός τον φώτισε να μας μιλήση. Και μπαίνοντας, τον βρήκαμε να έχη τελειώσει τον επίγειο βίο του. Και μου λέγει ο γέρων : Έλα, αδελφέ, να τον σαβανώσουμε για ταφή. Γιατί γι' αυτό μας έστειλε ο Θεός εδώ. Ενώ δε τον σαβανώναμε για να τον θάψουμε, διαπιστώσαμε ότι ήταν γυναίκα στο γένος. Και θαύμασε ο γέρων και είπε : Κοίτα πώς και γυναίκες καταπολεμούν τον σατανά και εμείς στις μοναστικές πολιτείες χάνουμε τον καιρό μας. Και αφού δοξάσαμε τον Θεό, οπού υπερασπίζεται όσους τον αγαπούν, φύγαμε από εκεί».
ε'. Ήλθε κάποτε στη Σκήτη ένας δαιμονιζόμενος και έγινε προσευχή γι’ αυτόν στην εκκλησία, αλλά ο δαίμων δεν έβγαινε από μέσα του, γιατί ήταν σκληρός. Και λένε οι κληρικοί : « Τί να κάμουμε τώρα μ' αυτόν τον δαίμονα ; Κανείς δεν μπορεί να τον βγάλη, παρά μονάχα ο Αββάς Βησσαρίων. Αλλά και αν τον παρακαλέσουμε γι’ αυτό, δεν εννοεί να έλθη στην εκκλησία. Αυτό λοιπόν -θα κάμουμε : Έρχεται, όπως ξέρουμε, πρωί στην εκκλησία, πριν από όλους. Θα βάλουμε λοιπόν τον άρρωστο να πλαγιάση στον τόπο του. Και όταν θα μπαίνη, θα σταθούμε για προσευχή και θα του πούμε : Ξύπνα και τον αδελφό, Αββά ». Έτσι και έκαμαν. και σαν ήλθε ο γέρων το πρωί, στάθηκαν για προσευχή και του λένε : « Ξύπνα και τον αδελφό ». Και του είπε ο γέρων : « Σήκω, έβγα έξω ». Και ευθύς βγήκε απ’ αυτόν ο δαίμων και έγιανε ο άνθρωπος από εκείνη την ώρα.
(Είπε Γέρων,Το Γεροντικόν εκδ. Αστήρ, Αθήνα 1996 σελ. )
ο ποιείς, ποίησον τάχιον (Ιωάννου ιγ’ 27).
Η άρνησις είχε εισχωρήσει και σ’ αυτό τον κύκλο των μαθητών του στο πρόσωπο του Ιούδα. Ο Ευαγγελιστής σημειώνει χαρακτηριστικά, ότι «εισήλθεν εις αυτόν (τον Ιούδα) ο σατανάς». Και «εκείνος ευθέως εξήλθεν. Ην δε νυξ».
Ο Ιούδας έφυγε από το φωτεινό υπερώο και χάθηκε μέσα στο σκοτάδι της νύχτας, που είχε πια πέσει βαρειά. Ό,τι έκανε μετά από αυτή την έξοδο δεν ήταν παρά έργο του σκότους. O Ιούδας μπήκε στην περιοχή του σκότους και χάθηκε μέσα σ’ αυτό. Η φυγή του Ιούδα μέσα στο σκοτάδι μοιάζει με την πτώσι του Εωσφόρου. Εκείνος έπεσε «ως αστραπή εκ του ουρανού». Και ο προδότης μαθητής αποχωρίσθηκε από τον αστερισμό των δώδεκα. Διέγραψε μια φοβερή τροχιά στο στερέωμα της ζωής, σαν διάττων αστήρ, και χάθηκε στο σκοτάδι. Τι φοβερή πτώσις! Τι τραγική νύχτα!
Ο Ιησούς έγινε μάρτυς των τριών φοβερών πτώσεων της ανθρωπίνης ιστορίας. Του Εωσφόρου, του Αδάμ και του Ιούδα. Αντιμετώπισε όμως τις τρεις αυτές απώλειες της παρατάξεώς του νικηφόρα. Ο Ιησούς είναι ο πρώτος, που νίκησε στον αγώνα του Θεού για τη σωτηρία του ανθρώπου και την αποκατάστασι του κόσμου.
«Ποίος σε τρόπος Ιούδα, προδότην του Σωτήρος ειργάσατο; Μη του χορού, σε των αποστόλων εχώρισε; μη τον χαρίσματος των ιαμάτων εστέρησε; μη συνδειπνήσας εκείνοις σε της τραπέζης απώσατο; μη των άλλων νίψας τους πόδας, τους σους υπερείδε; Και σου μεν η αχάριστος στηλιτεύεται γνώμη, αυτού δε η ανείκαστος μακροθυμία κηρύττεται και το μέγα έλεος» (Τριώδιον, 443).
σώσόν με εκ της ώρας ταύτης (Ιωάννου ιβ’ 27)
Ο Ιησούς βλέπει να πλησιάζη η «ώρα». Η «ώρα» αυτή έχει διπλή όψι. Είναι ώρα δόξης, αλλά και ώρα μαρτυρίου μαζί. Τα συναισθήματα της αναμενομένης δόξης εναλλάσσονται με τα συναισθήματα της ερχομένης καταιγίδος. Το πλοίο του Ιησού έχει πια μπή στο κέντρο του τυφώνος. Από το ένα μέρος βυθίζεται στο ναδίρ του θανάτου και από το άλλο υψώνεται στο ζενίθ της δόξης. Ο Ιησούς παρακολουθεί άγρυπνος την εξέλιξι των γεγονότων. Διαισθάνεται, αλλά και του έχει αποκαλυφθή, ότι «ελήλυθεν η ώρα, ίνα δοξασθή ο υιός του ανθρώπου». Είναι βέβαιος γι’ αυτό. Όμως από το άλλο μέρος βλέπει εμπρός του τα απειλητικά κύματα του ωκεανού του πάθους. Και καθώς η τρικυμία στην ψυχή του μαίνεται, από τα χείλη του βγαίνει κραυγή εσχάτης αγωνίας: «Νυν η ψυχή μου τετάρακται και τι είπω; Πάτερ, σώσόν με εκ της ώρας ταύτης».
Η κραυγή του Ιησού δεν είναι κραυγή απογνώσεως και απιστίας, όπως ήταν η κραυγή των μαθητών του (Ματθ. η' 25). Είναι κραυγή ανθρώπινης αγωνίας. Ο Ιησούς προχωρεί ακάθεκτος προς το επίκεντρο του τυφώνος. Δεν ήταν δυνατόν να νοιώθη ήρεμος και ευτυχής. Αυτό δεν θάταν ανθρώπινο. Ο Ιησούς μάχεται με όλες τις ανθρώπινες σωματικές και ψυχικές δυνάμεις. Προχωρεί με ολάνοιχτα τα πανιά της ανθρωπίνης υπάρξεώς του. Με όλα τα φώτα ανοιχτά. Όλες οι μηχανές του πλοίου δουλεύουν. Ο Ιησούς δίνει την τελευταία μάχη. Δεν μπορούσε να νοιώθη διαφορετικά. Αν δεν τρόμαζε. Αν δεν αγωνιούσε. Αν δεν φώναζε, δεν θα τον πιστεύαμε. Θα είχαμε αμφιβολίες για την ανθρωπότητά του. Ο Ιησούς όμως είναι τέλειος άνθρωπος. Και γι’ αυτό δεν φοβάται να φανή, ότι τρομάζει. Κι’ εδώ είναι μία από τις λίγες περιπτώσεις που ψηλαφούμε τον τέλειο άνθρωπο Ιησού.
Η ώρα του Ιησού, ταυτισμένη με το πάθος, είναι ώρα αποκαλυπτική. Χάρις στην ώρα αυτή γνωρίσαμε τον Ιησού. Ήταν ο τέλειος άνθρωπος, ο αδελφός μας, αλλά και ο τέλειος Θεός, ο υιός του Θεού της δόξης. Ευγνωμονούμε τον Θεό για την ώρα αυτή, που η σημασία της εκάλυψε όλο το χρόνο και απλώνεται ως την αιωνιότητα. Ο χρόνος, που πέρασε˙ ο χρόνος που ζούμε και ο χρόνος που έρχεται δεν είναι παρά η ώρα του Ιησού. Είναι η ώρα «Ω» (ο μυστικά καθωρισμένος χρόνος) προς την οποία όλα κατευθύνονται. Είναι η ώρα στην οποία όλα θα ολοκληρωθούν. Διότι Εκείνος είναι το Α και το Ω. Είναι το παν. Η ώρα του Ιησού είναι ολόκληρη η ιστορία, που δεν θα κλείση και δεν θα τελειώσω παρά αφού συγκεντρώση όλα τα εν χρόνω τέκνα του Θεού στη λυτρωτική αγκαλιά του Ιησού.
«Εν τω ειπείν, γέγονεν εν αγωνία τον κυριακόν άνθρωπον (τον Ιησούν) αληθινόν άνθρωπον όντα δείκνυσιν» (Επιφάνιος Κων/πόλεως, L. 142).
(Επισκόπου Αχελώου Ευθυμίου, «Εκείνος», εκδ. Γρηγόρη, Αθήνα 2002, σελ.269-271)
Αφού ο πόθος σου να συμμετέχεις στις ακολουθίες της εκκλησίας είναι καλός και άγιος, αυτή η ακατανίκητη ανησυχία -μήπως δηλαδή συμβεί κάτι κακό στα παιδιά, όσο θα είσαι μακριά από το σπίτι- δεν μπορεί να είναι παρά ένας ύπουλος πειρασμός.
Η παρουσία του πατέρα στο σπίτι είναι, φυσικά, μια μεγάλη ασφάλεια και σιγουριά για όλα τα μέλη της οικογένειας. Αφού όμως ο προφήτης Δαβίδ λέει ότι ο Κύριος φυλάει και προστατεύει τα νήπια (Ψαλμ. 114:6), είναι δυνατό να πιστεύεις ότι η παρουσία σου μόνο, χωρίς τη δική Του βοήθεια, έχει καμιά σημασία γι’ αυτά; Από την άλλη πλευρά, η φροντίδα του Θεού είναι ή δεν είναι επαρκής χωρίς τη δική σου παρουσία; Και αν ο Θεός επέτρεπε να τους συμβεί κάποιο ατύχημα, θα μπορούσες εσύ να το αποτρέψεις, ακόμα κι αν βρισκόσουν την ώρα εκείνη δίπλα τους;
Όταν φεύγεις από το σπίτι για την εκκλησία ν’ αναθέτεις και να εμπιστεύεσαι τα παιδιά σου στην Κυρία Θεοτόκο και στους φύλακές τους αγγέλους. Και στην εκκλησία να προσεύχεσαι γι’ αυτά. Αλλά μην αποφεύγεις να πηγαίνεις εκεί εξαιτίας τέτοιων αβάσιμων ενδοιασμών, ανησυχιών και φόβων.
***
Γιά μας, που σταθερά και ακλόνητα πιστεύουμε στην πρόνοια του Θεού, ακόμα και η χειρότερη αναποδιά δεν είναι παρά μια κίνηση του χεριού Εκείνου, του Κυρίου μας, που δεν κουράζεται ποτέ να ελκύει τον άνθρωπο στο δικό Του δρόμο προς την αιωνιότητα. Καί δεν κουράζεται ποτέ να δείχνει αυτό το δρόμο.
Αλλά γι’ αυτούς που δεν έχουν την πίστη μας, οι θλίψεις αυτού του κόσμου είναι πραγματικές πικρές, πικρότατες. Τούς λείπει, βλέπεις, η ελπίδα.
Η ελπίδα που, όπως είπε κάποιος άγιος, γεννιέται από τη γεύση και την εμπειρία των δώρων του Κυρίου. Είναι μετά ν’ απορεί κανείς, όταν ο θάνατος κάποιου αγαπημένου τους προσώπου τους αφήνει απαρηγόρητους και τους γεμίζει απελπισία;
***
Μη λιποψυχείς και μη λυπάσαι τόσο πολύ, που η αρρώστια σ’ εμποδίζει να πηγαίνεις στην εκκλησία. Ο απόστολος μας έχει διαβεβαιώσει ότι εμείς οι ίδιοι είμαστε ναοί του ζωντανού Θεού (Β' Κορ. 6:16). Για σένα είναι αρκετός αυτός ο ναός.
Εσύ ιδιαίτερα, που υποστηρίζεις ότι δέχεσαι ειδικές επισκέψεις της χάριτος μέσα στην εκκλησία, πρέπει να φυλάγεσαι από την «οίηση της αγιότητος», και ν’ αναγνωρίζεις ότι τώρα τις στερήθηκες επειδή δεν είσαι άξιος γι’ αυτές. Όσο πιο ταπεινοί γινόμαστε, τόσο πιο σταθερή και ασφαλής γίνεται η πνευματική μας ζωή.
Να βρίσκεσαι, βέβαια, σε εγρήγορση. Σε συνεχή εγρήγορση και αγώνα. Αλλά μην ελπίζεις πώς θα κατορθώσεις πολλά για τη σωτηρία σου είτε με τα έργα σου είτε με την αξία και τα προσόντα σου. Μόνο το έλεος του Θεού μας σώζει. Η βασιλεία των ουρανών δεν είναι μισθός έργων, αλλά χάρη του Κυρίου, που είπε: «Όταν ποιήσητε πάντα τα διαταχθέντα υμίν, λέγετε ότι δούλοι αχρείοι εσμέν, ότι ο ωφείλομεν ποιήσαι πεποιήκαμεν» (Λουκ. 17:10).
Μη γογγύζεις λοιπόν και μη μεμψιμοιρείς για την αρρώστια σου. Ο όσιος Μάρκος γράφει, ότι όποιος αντιστέκεται στα λυπηρά συμβάντα, πολεμάει χωρίς να το ξέρει τη διαταγή του Θεού. Και όποιος τα υπομένει, γνωρίζει καλά γιατί έρχονται και από που: από το θέλημα του Θεού. Στις ακούσιες θλίψεις είναι κρυμμένο το θείο έλεος, που οδηγεί σε μετάνοια όποιον δείχνει υπομονή, και τον γλυτώνει από την αιώνια κόλαση.
* * *
Άκουσα για τη συμφορά που σε βρήκε και για τους πειρασμούς που σε τριγυρίζουν. Βιάστηκα λοιπόν να σου γράψω μερικές συμβουλές και δυο λόγια παρηγοριάς. Υπήρξε ποτέ κανένας άνθρωπος, που να μη χρειάστηκε και να μη ζήτησε τη βοήθεια του Θεού και των φίλων του, σε στιγμές μεγάλου πόνου; Σε τέτοιες στιγμές, αλλοίμονο, ακόμα και των πιο σοφών το μυαλό σκοτίζεται και η καρδιά ταράζεται... Σε τέτοιες στιγμές ο προφήτης Δαβίδ κραύγαζε περίλυπος: «Ελέησον με, Κύριε, ότι ασθενής ειμί• ίασαι με, Κύριε, ότι εταράχθη τα οστά μου, και η ψυχή μου εταράχθη σφόδρα• και συ, Κύριε, έως πότε;...» (Ψαλμ. 6:3- 4)
Αφού δεν είσαι ένοχος, και αφού σε καμιά περίπτωση δεν μπορείς να θεωρήσεις τον εαυτό σου ένοχο για το έγκλημα που σου αποδίδουν, δέξου αυτή την «επίσκεψη» σαν τιμωρία για άλλα σφάλματα, που όντως έχεις διαπράξει. «Εν άλλοις πταίομεν, και εν άλλοις παιδευόμεθα»...
Όλα όσα συμβαίνουν στον καθένα μας, παραχωρούνται από το Θεό. Έτσι, πρέπει ν’ αναγνωρίσεις, ότι ακόμα κι αυτό έχει παραχωρηθεί από Εκείνον. Για το καλό σου. Για να ξεπλυθούν μερικές από τις αμαρτίες σου.
Προσπάθησέ ήρεμα να ελέγξεις, να κριτικάρεις και ν’ αναθεωρήσεις το σύνολο της ζωής σου, προσπαθώντας να τη δεις με τον τρόπο που τη βλέπει κι Εκείνος. Ύστερα ξερίζωσέ σχολαστικά κάθε κακό, που αναπόφευκτα θα σου αποκαλύψει μια τέτοια έρευνα. Και απόφευγε να κατακρίνεις τους άλλους ακόμα και με τους πιο μυστικούς λογισμούς σου. Οι λογισμοί της κατακρίσεως σκοτώνουν την εσωτερική μας ειρήνη, χωρίς να εξυπηρετούν κάτι άλλο.
(Πνευματικές Νουθεσίες, εκδ. Ιερά Μονή Παρακλήτου, σελ.94-98)
ι’) Η ΥΠΕΡΒΟΛΙΚΗ ΝΗΣΤΕΙΑ ΔΕΙΧΝΕΙ ΑΥΤΑΡΕΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΚΕΝΟΔΟΞΙΑ
ΕΡΩΤΗΣΙΣ ΡΛΗ'
1530. Εάν είναι ανάγκη να νηστεύει κανείς ή να αγρυπνεί στη μοναστική αδελφότητα περισσότερο από τους άλλους, σύμφωνα με το θέλημά του.
ΑΠΟΚΡΙΣΙΣ
Επειδή ο Κύριος είπε: «Έχω κατεβεί από τον ουρανό, όχι για να κάνω το δικό μου θέλημα, αλλά το θέλημα του Πατέρα μου, που με έστειλε»(1), ό,τι κάνει κανείς σύμφωνα με το θέλημά μου, αυτό είναι χαρακτηριστικό αυτού που το κάνει, αλλά είναι ξένο προς τη θεοσέβεια. Και υπάρχει φόβος μήπως ακούσει από το Θεό, γι’ αυτό που του φαίνεται καλό να κάνει: «Θα εξαρτάται από σένα και συ θα είσαι ο κύριός του»(2). Και το να θέλεις δε το περισσότερο σε σύγκριση με τους άλλους, ακόμη και σ’ αυτά τα καλά πράγματα, είναι πάθος που χαρακτηρίζει τη φιλονικία, που προέρχεται από την κενοδοξία (τη ματαιοδοξία). Αυτό δε είναι απαγορευμένο, όπως αποφαίνεται ο απόστολος Παύλος, που λέει: «Δεν τολμούμε να συναριθμήσουμε ή να συγκρίνουμε τους εαυτούς μας με μερικούς που συσταίνουν τους εαυτούς τους ως σπουδαίους»(3). Γι’ αυτό, αφού αφήσουμε τα δικά μας θελήματα και την επιθυμία να φαινόμαστε ότι κάνουμε κάτι περισσότερο από τους άλλους, πρέπει να υπακούσουμε στον απόστολο Παύλο που προτρέπει και λέει: «Είτε τρώτε είτε πίνετε είτε οτιδήποτε κάνετε, όλα να τα κάνετε για τη δόξα του Θεού»(4). Γιατί η φιλονικία, η ματαιοδοξία και η αυταρέσκεια είναι εντελώς ξένα προς εκείνους που αγωνίζονται νόμιμα τον καλόν αγώνα. Γι’ αυτό, λέει ο απόστολος Παύλος, άλλοτε μεν: «Ας μη γινόμαστε κενόδοξοι»(5), άλλοτε δε: «Εάν κάποιος θέλει να φαίνεται ότι είναι φιλόνικος, ας μάθει ότι εμείς δεν έχουμε τέτοια συνήθεια ούτε οι άλλες Εκκλησίες του Θεού»(6), και άλλοτε: «Εμείς οφείλουμε να μην επιζητούμε ό,τι αρέσει στον εαυτό μας»˙ και προσθέτει πιο κατηγορηματικά: «Γιατί ο Χριστός δεν επιζητούσε ό,τι ήταν αρεστό στον εαυτό Του»(7). Εάν όμως νομίζει κανείς ότι έχει ανάγκη μεγαλύτερης νηστείας ή αγρυπνίας ή οιουδήποτε άλλου, ας αποκαλύψει σ’ εκείνους που έχουν αναλάβει την επιμέλεια της αδελφότητας τους λόγους για τους οποίους νομίζει ότι χρειάζεται το περισσότερο και ας τηρεί την απόφασή τους. (Όροι κατ’ επιτομήν, ΡΛΗ’ (138), ΕΠΕ 9, 168-170 – ΒΕΠ 53, 285-286 - MG 31, 1173).
(1). Ιω. 6, 38. (2). Γέν. 3, 16. (3). Β' Κορ. 10, 12. (4). Α' Κορ. 10, 31. (5). Γαλ. 5, 26. (6). Α' Κορ. 11, 16. (7). Ρωμ. 15, 1-3.
ια’) Η ΔΙΑΤΡΟΦΗ ΘΑ ΑΠΟΒΛΕΠΕΙ ΣΤΗΝ ΙΚΑΝΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ ΑΝΑΓΚΩΝ ΚΑΙ ΟΧΙ ΤΩΝ ΕΠΙΘΥΜΙΩΝ
1531. Ας είναι λοιπόν η χρήση της τροφής ανάλογη με την ανάγκη του σώματος και το κρασί ούτε να το αποφεύγουμε ως σιχαμερό, εάν χρησιμοποιείται για θεραπεία(1), ούτε να το επιζητούμε χωρίς ανάγκη. Και όλα τα αλλά να εξυπηρετούν τις ανάγκες και όχι τις επιθυμίες αυτών που ασκούνται πνευματικά(2). (Λόγος ασκητικός Β', 4, ΕΠΕ 8, 136 – ΒΕΠ 53, 391 - MG 31,877). (1). Α' Τιμ. 5, 23. Πρβλ. και τους όρους κατά πλάτος ερωτ. ΙΘ' (19). (2). Το ανωτέρω κείμενο αναφέρεται κυρίως στους μοναχούς, ενδιαφέρει όμως εξίσου και τους λαϊκούς, αφού και αυτοί οφείλουν να ασκούνται πνευματικά. Θαυμάζει πάντως κανείς τη σύνεση και τη λογική σκέψη του σοφού ιεράρχη.
ιβ’) ΝΑ ΜΗ ΝΗΣΤΕΥΟΥΜΕ ΦΑΡΙΣΑΪΚΑ
1532. Υποκριτής είναι εκείνος, που υποδύεται ξένο πρόσωπο στο θέατρο. Ενώ είναι δούλος, πολλές φορές υποδύεται το πρόσωπο του κυρίου, και ενώ είναι κοινός πολίτης, υποδύεται το πρόσωπο του βασιλιά. Έτσι και στη ζωή αυτή. Οι πιο πολλοί παίζουν θέατρο, σαν να το παίζουν στη σκηνή της δικής τους ζωής, έχοντας άλλα στην καρδιά και επιδεικνύοντας άλλα φανερά στους ανθρώπους. Μην αλλοιώνεις λοιπόν το πρόσωπό σου. Όποιος είσαι, τέτοιος να φαίνεσαι. Μην υποκρίνεσαι το σκυθρωπό, κυνηγώντας τη δόξα με το να φαίνεσαι ότι είσαι εγκρατής. Γιατί από ευεργεσία που διατυμπανίζεται δεν προέρχεται κανένα όφελος και όποιος νηστεύει, για να διαφημιστεί, δεν κερδίζει τίποτε. Γιατί αυτά που γίνονται επιδεικτικά δεν αποδίδουν τον καρπό στη μέλλουσα ζωή, αλλά τον καταστρέφουν με τον έπαινο των ανθρώπων. Τρέξε λοιπόν με χαρά στη δωρεά της νηστείας. (Περί νηστείας Α’ 2, ΕΠΕ 6, 24-26 – ΒΕΠ 54, 12 - MG 31, 165).
Ε’ ) Η ΝΗΣΤΕΙΑ ΤΩΝ ΜΟΝΑΧΩΝ α') Η ΝΗΣΤΕΙΑ ΘΑ ΕΙΝΑΙ ΚΟΙΝΗ ΣΤΗ ΜΟΝΑΣΤΙΚΗ ΑΔΕΛΦΟΤΗΤΑ
ΕΡΩΤΗΣΙΣ ΡΚΘ' (129)
1533. Όποιος νηστεύει πολύ, αλλά δεν μπορεί να υποφέρει την κοινή τροφή των γευμάτων, τι πρέπει να προτιμήσει, να νηστεύει μαζί με τους αδελφούς μοναχούς και να τρώει μαζί τους, ή, επειδή νηστεύει χωρίς μέτρο, να χρησιμοποιεί άλλη τροφή κατά τα γεύματα;
ΑΠΟΚΡΙΣΙΣ Ο χρόνος της νηστείας δεν ορίζεται από το θέλημα του καθενός, αλλά από την ανάγκη εκείνων που ασπάστηκαν τη θεοσεβή ζωή, καθώς διηγούνται οι Πράξεις των Αποστόλων(1), και καθώς μαθαίνουμε από τον εκλεκτό συγγραφέα Δαβίδ(2). Εάν λοιπόν νηστεύει κανείς σύμφωνα μ’ αυτόν τον κανόνα, αξιώνεται να μπορεί να νηστεύει όπως όλοι οι μοναχοί, «γιατί είναι αξιόπιστος Εκείνος (ο Κύριος), που μας υποσχέθηκε» (ότι θα μπούμε στη βασιλεία των ουρανών με τη βοήθειά Του)(3). (Όροι κατ’ επιτομήν, ΡΚΘ' (129), ΕΠΕ 9, 160-162 - ΒΕΠ 53, 282-283 - MG 31, 1169). (1). Πράξ. 13, 2-3. (2). Ψαλμ. 34, 13. (3). Εβρ. 10, 23.
β’ ) Ο ΜΟΝΑΧΟΣ ΑΠΟΦΕΥΓΕΙ ΤΗΝ ΠΟΙΚΙΛΙΑ ΚΑΙ ΗΝ ΠΛΗΣΜΟΝΗ
1534. Ο ασκητής βέβαια δεν πρέπει καθόλου να επιζητεί ποικιλία φαγητών και, με πρόφαση την εγκράτεια, αλλαγή γευμάτων. Γιατί αυτό ανατρέπει την κοινή καλή τάξη και γίνεται αφορμή σκανδάλων. Αυτός δε που προκαλεί στη μοναστική αδελφότητα μια τέτοια ταραχή, γίνεται κληρονόμος του «ουαί» (του αλίμονο, δηλαδή της οργής του Θεού). Αλλά κι αν το παστωμένο αυτό φαγητό, που ενέκριναν οι άγιοι πατέρες αντί για καρύκευμα (νοστιμιά), είναι πολύ λίγο, για να συμπληρώσει το γεύμα μαζί με το νερό και τα λάχανα, ας μην προφασίζεται ματαιόδοξη δήθεν θεληματική ευλάβεια και επιζητεί, αντί για το κρέας που εγκαταλείπει, τα ακριβότερα και νοστιμότερα φαγητά, αλλά ας βρέχει, χωρίς επίδειξη, το μικρό κομμάτι ψωμιού στο πυκνό ρόφημα και ας το καταναλώνει, ευχαριστώντας θερμά το Θεό. Γιατί το μικρό εκείνο κομμάτι ψωμί, αν τύχει και ριχτεί σε μεγάλη ποσότητα νερού ή οσπρίων βραστών, δεν δείχνει απόλαυση, αλλ’ είναι πραγματικά πολύ αυστηρή και επίπονη ασκητική εγκράτεια. Πρέπει λοιπόν τα πράγματα αυτού του είδους να μην τα προσέχει ο όσιος (ο ευσεβής) ασκητής, γιατί απέχουμε από κάτι τέτοια, όχι επειδή ακολουθούμε τις ιουδαϊκές συνήθειες, αλλά επειδή αποφεύγουμε την υπερβολική απόλαυση.
(Ασκητικαί διατάξεις, κεφ. ΚΕ’, ΕΠΕ 9, 524 – ΒΕΠ 57, 58 - MG 31, 1413, 1416).
γ’) ΠΑΡΑΛΟΓΕΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΤΩΝ ΚΟΣΜΙΚΩΝ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΜΟΝΑΧΟΥΣ ΣΤΟ ΘΕΜΑ ΤΗΣ ΝΗΣΤΕΙΑΣ
1535. Σκέψου δε και κάτι άλλο που παθαίνουν συνήθως οι άνθρωποι του κόσμου, όταν εξετάζουν τον τρόπο ζωής των ασκητών. Όταν δηλαδή ο ασκητής μετά από μακροχρόνιες στερήσεις θεωρήσει ότι είναι καλό να στηρίξει το σώμα του με τροφή, θέλουν, σαν να είναι ασώματος και άϋλος, ή να μην τρώει καθόλου ή να τρώει ελάχιστα.
Και, αν δουν τον ασκητή να μην περιφρονεί εξολοκλήρου το σώμα, αλλά να ικανοποιεί κατά ένα μέρος την ανάγκη που υπάρχει, κακολογούν και συκοφαντούν, και μερικούς τους ονομάζουν πολυφαγάδες και λαίμαργους, γενικεύοντας έτσι την ύβρι εναντίον του ενός και την κακή συμπεριφορά σε όλους τους ασκητές, χωρίς να σκέπτονται ότι αυτοί μεν τρώνε δύο και μερικοί και τρεις φορές την ήμερα πολύ παχειές και λιπαρές τροφές και κάνουν υπερβολική χρήση κρεάτων και πίνουν χωρίς μέτρο άφθονο κρασί και χάσκουν επάνω από τα τραπέζια, όπως οι σκύλοι που ύστερα από μακρές στερήσεις αφέθηκαν ελεύθεροι. Ενώ οι αληθινοί ασκητές χρησιμοποιούν ξηρά και ελάχιστα θρεπτική τροφή και μία φορά την ημέρα. Και αυτοί (οι μοναχοί) βέβαια, επειδή έμαθαν να ζουν με πειθαρχία και να τρέφονται μέτρια και με σύνεση, δικαιολογημένα κατά την ώρα του φαγητού ικανοποιούν την ανάγκη του σώματος με καθαρή τη συνείδηση. Γι’ αυτό βέβαια δεν πρέπει να κρίνεται η ελευθερία μας από άλλη συνείδηση. Γιατί, εάν εμείς τρεφόμαστε ευχαριστώντας το Θεό, γιατί βριζόμαστε για όσα εμείς ευχαριστούμε το Θεό; εμείς που προτιμούμε τη στέρηση και τη μέτρια τροφή με τόση χαρά, με όση εκείνοι δεν απολαμβάνουν ούτε τα λαμπρά και πολυποίκιλα γεύματα που προετοιμάζονται με όλα τα μυστικά της μαγειρικής τέχνης. (Ασκητικαί διατάξεις, κεφ. ΣΤ’, 3-4, ΕΠΕ 9, 452-454 – ΒΕΠ 57, 34 - MG 31, 1364-1365).
ΣΤ’) ΤΑ ΑΓΑΘΑ ΤΗΣ ΝΗΣΤΕΙΑΣ α’) ΕΙΝΑΙ ΜΗΤΕΡΑ ΤΗΣ ΥΓΕΙΑΣ ΚΑΙ ΦΡΟΥΡΙΟ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ
1536. Η νηστεία είναι καλό φρούριο της ψυχής, συγκάτοικος του σώματος, όπλο των ανδρείων, γυμναστήριο των αθλητών. Αυτή αποκρούει τους πειρασμούς αυτή προετοιμάζει τον άνθρωπο για την ευσέβεια. Είναι σύντροφος της νήψεως (της εγρηγόρσεως) και δημιουργός της αγνότητας. Στους πολέμους κάνει ανδραγαθήματα και τον καιρό της ειρήνης διδάσκει την ησυχία. Αγιάζει το Ναζιραίο(1) (τον αφιερωμένο) και κάνει τέλειο τον ιερέα. Γιατί δεν είναι δυνατόν χωρίς νηστεία να αποτολμήσει ο ιερέας την ιερουργία˙ όχι μόνον τώρα στη μυστική και αληθινή λατρεία, αλλά και στην τυπική που γινόταν σύμφωνα με το Μωσαϊκό νόμο.
... Η νηστεία ανεβάζει την προσευχή στον ουρανό, με το να γίνεται σ’ αυτή κατά κάποιον τρόπο φτερό στην πορεία της προς τα επάνω. Η νηστεία είναι η προκοπή των σπιτιών˙ μητέρα της υγείας, παιδαγωγός της νεότητας, στολίδι των γερόντων, καλή σύντροφος στους οδοιπόρους, ασφαλής ομόσκηνος σ’ εκείνους που συγκατοικούν. Ο άνδρας δεν υποψιάζεται δόλια σχέδια εναντίον του γάμου, όταν βλέπει τη γυναίκα να συζεί με τη νηστεία. Η γυναίκα δεν λειώνει από τη ζηλοτυπία(2), όταν βλέπει τον άνδρα να νηστεύει. Ποιος εζημίωσε το σπίτι του με τη νηστεία; Υπολόγισε σήμερα τα πράγματα του σπιτιού, υπολόγισέ τα και μετά˙ δεν θα λείψει με τη νηστεία τίποτε από εκείνα που είναι αναγκαία για το σπίτι. (Περί νηστείας, λόγ. Α', 6-7, ΕΠΕ6, 34, 38 – ΒΕΠ 54, 15-16 - MG 31, 173-176). (1). Από το Ναζίρ=καθιερωμένος. Οι Ναζιραίοι αναλάμβαναν την υποχρέωση να απέχουν από οινοπνευματώδη ποτά και να εγκρατεύονται σε όλα. Ναζιραίοι ήσαν ο Σαμψών, ο Σαμουήλ και ο Ιωάννης ο Βαπτιστής. Ο Γρηγόριος ο Θεολόγος ονομάζει Ναζιραίους τους μοναχούς (Λόγος Επιτάφιος εις τον Μέγαν Βασίλειον, κεφ. 28). (2). Φαίνεται ότι οι συζυγικές απιστίες δεν ήσαν άγνωστες την εποχή του Μ. Βασιλείου.
β’) ΟΔΗΓΕΙ ΣΤΟ ΘΕΟ
1537. Η νηστεία οδηγεί στο Θεό και η τρυφή (η απόλαυση, η καλοπέραση) προδίδει τη σωτήρια. (Περί νηστείας, λόγ. A' 5, ΕΠΕ 6, 32 – ΒΕΠ 54, 14 - MG 31, 169-172)
γ’) ΕΙΝΑΙ Η ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΜΕΤΑΝΟΙΑΣ
1538. Η νηστεία είναι η αρχή της μετάνοιας. (Περί νηστείας, λόγ. Β’, 7, ΕΠΕ 6, 70 – ΒΕΠ 54, 26 - MG 31,196)
δ’ ) ΕΙΝΑΙ ΩΦΕΛΙΜΗ Σ’ ΟΛΕΣ ΤΙΣ ΗΛΙΚΙΕΣ ΚΑΙ ΤΑΞΕΙΣ
1539. Η νηστεία προφυλάσσει τα νήπια, σωφρονίζει το νέο, κάνει σεβαστό το γέροντα Γιατί τα γηρατειά, στολισμένα με νηστεία, γίνονται πιο σεβαστά.
Για τις γυναίκες είναι στολίδι ταιριαστό˙ είναι χαλινάρι σ’ εκείνους που βρίσκονται σε ακμή, είναι φρούριο της συζυγικής ζωής, τροφός της παρθενίας.
(Περί νηστείας, Β', 5, ΕΠΕ 6, 64 – ΒΕΠ 54, 24 - MG 31, 192).
1540. Οι φτωχοί δεχθείτε τη νηστεία που είναι συγκάτοικος και ομοτράπεζη. Οι δούλοι δεχθείτε αυτή που είναι η ανάπαυση από τους συνεχείς κόπους της υπηρεσίας. Οι πλούσιοι αυτή που σας γιατρεύει από τη βλάβη του κορεσμού και που με την μεταβολή κάνει πιο ευχάριστα αυτά που από τη συνήθεια περιφρονούνται. Οι άρρωστοι δεχθείτε τη μητέρα της υγείας. Οι υγιείς το φρούριο της καλής υγείας. (Περί νηστείας, Β', 7, ΕΠΕ 6, 68 – ΒΕΠ 54, 25 - MG 31, 193).
ε’) ΕΙΝΑΙ ΙΣΧΥΡΟ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟ ΟΠΛΟ
1541. Στους κοσμικούς στρατιώτες η ημερήσια τροφή αυξάνεται ανάλογα με τους κόπους˙ στους πνευματικούς όμως οπλίτες εκείνος που έχει τη λιγότερη τροφή, έχει το ανώτερο αξίωμα. (Περί νηστείας, λόγ. Β’ 3, ΕΠΕ 6, 58 – ΒΕΠ 54, 22 - MG 31,188).
στ') ΕΙΝΑΙ ΟΠΛΟ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΤΩΝ ΔΑΙΜΟΝΩΝ
1542. Η νηστεία είναι όπλο χρήσιμο στον πόλεμο εναντίον των δαιμόνων. Γιατί «το γένος αυτό των δαιμονίων δεν διώχνεται με κανέναν άλλον τρόπο, παρά μόνον με προσευχή και με νηστεία»(1). (1). Μάρκ. 9, 29.
ζ’) Η ΝΗΣΤΕΙΑ ΕΛΚΥΕΙ ΤΟ ΦΥΛΑΚΑ ΑΓΓΕΛΟ
1543. Η νηστεία λοιπόν, γι’ αυτούς που την προτιμούν, είναι ωφέλιμη σε κάθε εποχή, γιατί το θράσος των δαιμόνων δεν τολμάει να βλάψει εκείνον που νηστεύει˙ επί πλέον οι φύλακες άγγελοι της ζωής μας με περισσότερη αφοσίωση μένουν κοντά σ’ εκείνους που έχουν καθαρθεί. (Περί νηστείας λόγ. Β’,2, ΕΠΕ 6, 56 – ΒΕΠ 54,21 - MG 31, 185).
η') ΚΑΝΕΙ ΔΥΝΑΤΟΥΣ ΤΟΥΣ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΥΣ ΑΘΛΗΤΕΣ
1544. Είναι ανάγκη να γυμνάζεται κανείς έντονα για τον αγώνα με τη νηστεία και την εγκράτεια. Γιατί το μεν λάδι δυναμώνει (παχαίνει) τον αθλητή, η δε νηστεία κάνει ισχυρό αυτόν που ασκείται στην ευσέβεια. (Περί νηστείας, λόγ. Β’, 1, ΕΠΕ 6, 54-56- ΒΕΠ 54, 21 - MG 31,185).
θ') ΕΙΝΑΙ ΠΗΓΗ ΣΩΦΡΟΣΥΝΗΣ ΚΑΙ ΥΓΕΙΑΣ
1545. Η εγκράτεια δείχνει άνθρωπο που πέθανε (ως προς την αμαρτία) μαζί με το Χριστό και ενέκρωσε τα μέλη του παλαιού ανθρώπου, που ζητούν γήινες απολαύσεις(1). Γνωρίζουμε ότι αυτή (η εγκράτεια) είναι μητέρα της σωφροσύνης και πηγή υγείας, ότι απομακρύνει αρκετά τα εμπόδια για την καρποφορία των αγαθών έργων με τη δύναμη του Χριστού, αφού βεβαίως, σύμφωνα με το λόγο του Κυρίου, οι φροντίδες της παρούσας ζωής και οι ηδόνες του κόσμου και οι άλλες κακές επιθυμίες πνίγουν το λογικό, το οποίον έτσι γίνεται άκαρπο(2). Την εγκράτεια αποφεύγουν και οι δαίμονες, αφού ο ίδιος ο Κύριος μας εδίδαξε ότι «Αυτό το είδος των δαιμονίων δεν διώχνεται παρά μόνον με προσευχή και νηστεία»(3). ( Όροι κατά πλάτος, ερώτ. IΗ’, ΕΠΕ 8, 272-274 - ΒΕΠ 53, 175 - MG 31, 965). (1). «Νεκρώσατε τα μέλη υμών τα επί της γης» (Κολ. 3, 5).(2).Μάρκ. 4, 19 (3). Ματθ. 17, 21.
ι’) ΠΡΟΛΑΒΑΙΝΕΙ ΤΗΝ ΠΑΧΥΣΑΡΚΙΑ
1546. Ρώτησε τους γιατρούς και θα σου απαντήσουν ότι το περισσότερο σφαλερό από όλα τα πράγματα είναι η άκρα ευεξία (η παχυσαρκία). Γι’ αυτό οι πιο έμπειροι αφαιρούν το πάχος με νηστεία, ώστε να μη συντριβεί η δύναμή τους κάτω από το βάρος της παχυσαρκίας. Γιατί, σκόπιμα, αφού με τη στέρηση εξαφανίσουν το υπερβολικό πάχος, παρέχουν στη θρεπτική δύναμη κάποια άνεση και άσκηση, ώστε να αρχίσει μια δεύτερη αύξηση. (Περί νηστείας, λόγ. Β’, 7, ΕΠΕ 6, 68 - ΒΕΠ 54, 25 - MG 31, 193, 196).
ια') ΣΩΖΕΙ ΤΗΝ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΠΟΛΙΤΕΙΑ
1547. Η νηστεία είναι η χάρη της πόλεως, η σταθερότητα της αγοράς, η ειρήνη των σπιτιών, η σωτηρία των υπαρχόντων. Θέλεις να ιδείς τη σεμνότητά της; Σύγκρινε, παρακαλώ, τη σημερινή βραδυά με την αυριανή και θα ιδείς να μεταβάλει την πόλη και στη θέση της ταραχής και της ζάλης θα επικρατήσει η βαθειά γαλήνη.
(Περί νηστείας λόγ. Α', 11, ΕΠΕ 6, 52 - ΒΕΠ 54, 20 - MG 31, 184).
1548. Η νηστεία εξασφαλίζει αμέσως την τάξη σ’ ολόκληρη την πόλη και το λαό, συγκρατεί τις κραυγές, απομακρύνει τους διαπληκτισμούς, κατασιγάζει την κακολογία. Ποιου δασκάλου η παρουσία αποκαθιστά τόσο γρήγορα το θόρυβο των παιδιών, όσο η νηστεία καταπαύει την ταραχή της πόλεως, όταν εμφανιστεί;...
Αν όλοι δέχονταν τη νηστεία ως σύμβουλο για όσα πρόκειται να πράξουν, τίποτε δεν θα εμπόδιζε να επικρατήσει απόλυτη ειρήνη σ’ ολόκληρη την οικουμένη.
(Περί νηστείας, λόγ. Β’, 5, ΕΠΕ 6, 64 - ΒΕΠ 54, 24 - MG 31, 192).
ιβ’ ) Η ΝΗΣΤΕΙΑ ΔΙΕΥΚΟΛΥΝΕΙ ΤΗΝ ΠΡΟΣΕΥΧΗ
1549. Οι διαστροφές της φύσεως επιδιώκονται από τους μέθυσους, που επιζητούν την μεν γυναίκα στον άνδρα, τον δε άνδρα στη γυναίκα. Η νηστεία όμως γνωρίζει το μέτρο στις γενετήσιες σχέσεις και, τιμωρώντας την αμετρία (την κατάχρηση) των σχέσεων που επιτρέπει ο νόμος του Θεού, επιβάλλει σύμφωνη ανάπαυλα, για να αφιερωθούν και οι δύο σύζυγοι στην προσευχή(1). (Περί νηστείας, λόγ. Α', 9, ΕΠΕ 6, 48 - ΒΕΠ 54, 18 - MG 31, 181). (1). «Μη στερείτε ο ένας τον άλλον, παρά μόνον με κοινή συμφωνία και προσωρινά, για να αφιερώνεστε στην προσευχή και τη νηστεία» (Α’ Κορ. 7, 5).
ιγ') ΙΣΧΥΡΟΠΟΙΕΙ ΤΟ ΝΟΥ ΚΑΙ ΤΟ ΦΡΟΝΗΜΑ
1550. Εάν θέλεις να κάμεις το νου σου δυνατό, δάμασε τη σάρκα με νηστεία. Γιατί αυτό σημαίνει εκείνο που λέει ο Απόστολος Παύλος, ότι δηλαδή «όσο ο εξωτερικός άνθρωπος (το σώμα) φθείρεται, τόσο ο εσωτερικός (η ψυχή) ανακαινίζεται (ανανεώνεται)»(1). Και το «όταν ασθενώ, τότε είμαι δυνατός»(2). (Περί νηστείας, λόγ. Α', 9, ΕΠΕ 6, 46 - ΒΕΠ 54, 18 - MG 31, 180). (1). Β' Κορ. 4, 16 (2). Β' Κορ. 12, 10.
ιδ') ΤΗ ΣΥΝΙΣΤΟΥΝ ΚΑΙ ΟΙ ΓΙΑΤΡΟΙ
1551. Να μη μιμηθείς την παρακοή της Εύας, να μη δεχθείς και πάλι το φίδι ως σύμβολο, που προτείνει τη βρώση, φροντίζοντας για το σώμα. Να μην προφασίζεσαι σωματική αρρώστια και αδυναμία. Γιατί τις δικαιολογίες δεν τις λες σε μένα, αλλά σ’ Εκείνον που γνωρίζει. Δεν μπορείς να νηστέψεις; πες μου. Μπορείς όμως να παραχορταίνεις σε όλη τη ζωή σου και να συντρίβεις το σώμα σου με την αφθονία των φαγητών. Και όμως γνωρίζω ότι οι γιατροί επιβάλλουν στους ασθενείς όχι ποικιλία φαγητών, αλλά ασιτία και δίαιτα. Πώς λοιπόν εσύ, που μπορείς αυτά (να τρως άφθονα φαγητά), προφασίζεσαι ότι δε μπορείς εκείνα (τη νηστεία); Τι είναι ευκολότερο για την κοιλιά, να περάσει τη νύχτα με λιτή δίαιτα ή να βαραίνει το στομάχι με την αφθονία των φαγητών;... Και τα σώματα των ανθρώπων λοιπόν, όταν παραφορτώνονται με τον συνεχή κορεσμό, εύκολα υποκύπτουν στις αρρώστιες. Όταν όμως χρησιμοποιούν στέρεη και ελαφριά τροφή, και το αναμενόμενο από την αρρώστια κακό σαν κακοκαιρία το ξεφεύγουν, και αυτό που τώρα τους ενοχλεί, το αποκρούουν σαν κάποια αιφνίδια ριπή άνεμου. Δηλαδή, κατά τη γνώμη σου, εάν ισχυρίζεσαι ότι για τους ασθενείς είναι καταλληλότερη η απόλαυση από τη λιτή δίαιτα, τότε και η ησυχία είναι πιο επίπονη από το τρέξιμο και η ηρεμία από την πάλη. Γιατί η δύναμη που κυβερνάει το σώμα εύκολα μεν επεξεργάζεται την αυτάρκη και λιτή τροφή και την αφομοιώνει με το σώμα που τρέφεται. Όταν όμως παραλάβει και την πολυτέλεια και την ποικιλία των εδεσμάτων (των φαγητών) και έπειτα δεν μπορεί να αντέξει ως το τέλος, δημιουργεί τα διάφορα είδη των ασθενειών.
ιε’) ΜΕΤΑ ΤΗ ΝΗΣΤΕΙΑ ΑΠΟΛΑΜΒΑΝΟΥΜΕ ΚΑΛΥΤΕΡΑ ΤΑ ΦΑΓΗΤΑ
1552. Η νηστεία γίνεται αφορμή για ευφροσύνη. Γιατί, όπως η δίψα κάνει το ποτό γλυκό και η πείνα, που προηγήθηκε, ετοιμάζει γλυκό τραπέζι, έτσι και η νηστεία κάνει ευχάριστη την απόλαυση των φαγητών. Γιατί, όπως παρεμβάλλεται στο μέσον και διακόπτει την συνεχή απόλαυση, συντελεί ώστε να σου φαίνεται η μετάληψη των τροφών επιθυμητή, σαν να ήσουνα ξενιτεμένος. Ώστε, εάν θέλεις να ετοιμάσεις επιθυμητό για τον εαυτό σου το τραπέζι, δέξου τη μεταβολή που επιβάλλει η νηστεία. (Περί νηστείας, λόγ. Α', 8, ΕΠΕ 6, 40 - ΒΕΠ 54, 16 ).
ιστ’) ΑΝΕΔΕΙΞΕ ΜΕΓΑΛΟΥΣ ΑΝΔΡΕΣ
1553. Το Σαμουήλ δεν τον εχάρισε στη μητέρα του η προσευχή μαζί με τη νηστεία(1); Τι ήταν εκείνο που έκαμε ακαταμάχητο το μεγάλο ήρωα, το Σαμψών; Δεν ήταν η νηστεία με την οποίαν τον συνέλαβε στην κοιλιά της η μητέρα του(2); Η νηστεία τον εγέννησε, η νηστεία τον εθήλασε, η νηστεία τον έκαμε άνδρα˙ η νηστεία αυτή που ο άγγελος όρισε στη μητέρα του: «Δεν θα φας κανένα από τα προϊόντα του αμπελιού ούτε θα πιεις κρασί και ηδύποτο από φοίνικα»(3)...
Η νηστεία αξίωσε τον Ηλία να γίνει θεατής του μεγάλου θεάματος. Γιατί, αφού επί σαράντα ημέρες καθάρισε την ψυχή του με νηστεία, αξιώθηκε να ιδεί στο σπήλαιο του όρους Χωρήβ τον Κύριο(4), όσο είναι δυνατόν στον άνθρωπο να Τον ιδεί. Με νηστεία έδωσε πίσω στη μητέρα το παιδί της, αφού με τη νηστεία αποδείχτηκε ισχυρός στην πάλη με το θάνατο(5). Από στόμα που ενήστευε εβγήκε η φωνή που έκλεισε στον παράνομο λαό τον ουρανό τρία χρόνια και έξι μήνες(6).
(Περί νηστείας, λόγ. Α', 6, ΕΠΕ 6, 34-36 - ΒΕΠ 54, 14-15 - MG 31, 172). (1). Α’ Βασιλ. 1, 13-16. (2). Κριταί 13, 4. (3). Κριταί 13, 14. Λουκ. 1, 15. Σίκερα βλ. Π. Τρεμπέλα, Υπόμν. Στο κατά Λου. Ευαγγέλιο, σ. 43. (4). Γ’ Βασιλ. 19, 8-9. (5). Αναφέρεται στην ανάσταση του γιου της χήρας των Σαρεπτών (Γ’ Βασίλ. 17, 18-24).
(6). Γ’ Βασιλ. 17, 1. 18, 1, 41, 45. Λουκ. 4, 25. Ιακ. 5, 17. (βλ. και Π. Τρεμπέλα, Υπομν. Στο κατά Λουκ. Ευαγγέλιο, σ. 163).
ιζ') Η ΝΗΣΤΕΙΑ ΑΝΑΔΕΙΚΝΥΕΙ ΠΡΟΦΗΤΕΣ ΚΑΙ ΝΟΜΟΘΕΤΕΣ
1554. Η νηστεία γεννάει προφήτες, δυναμώνει τους δυνατούς˙ αναδει κνύει σοφούς νομοθέτες. (Περί νηστείας, λόγ. Α’, 6, ΕΠΕ 6, 34 - ΒΕΠ 54, 14 - MG 31, 172).
ιη') ΧΕΙΡΑΓΩΓΕΙ ΤΟΥΣ ΑΓΙΟΥΣ
1555. Θα μπορούσες να βρεις ότι η νηστεία εχειραγώγησε (οδήγησε) όλους τους αγίους στη σύμφωνη με το θέλημα του Θεού ζωή και συμπεριφορά...
Τέτοια υπήρξαν τα σώματα των τριών εκείνων παιδιών στο καμίνι της Βαβυλώνας˙ όπως ο αμίαντος έτσι και αυτά δεν εκαίγονταν από τη φωτιά λόγω της νηστείας.
Γιατί στη μεγάλη φλόγα του καμινιού, σαν να ήταν η φύση τους από χρυσό, αποδεικνύονταν ανέπαφοι από τη ζημιά της φωτιάς. Ίσως μάλιστα αποδεικνύονταν πιο δυνατοί και από το χρυσό... Γιατί δεν τους κατέκαιγε η φωτιά, αλλά τους φύλαγε ολοζώντανους...Αφού η φωτιά δεν επείραξε ούτε τις τρίχες τους, επειδή είχαν τραφεί με τη νηστεία(1). (Περί νηστείας, λόγ. Α', 6, ΕΠΕ 6, 36-38 - ΒΕΠ 54, 15 - MG 31, 173). (1) Δαν. 3, 25 και Προσευχή Αζαρίου 23-33.
ιθ') ΜΑΣ ΕΞΟΜΟΙΩΝΕΙ ΜΕ ΤΟΥΣ ΑΓΓΕΛΟΥΣ
1556. Η νηστεία μας εξομοιώνει με τους αγγέλους, μας κάνει συγκάτοικους με τους δίκαιους (τους αγίους), φρονηματίζει τη ζωή μας. (Περί νηστείας, λόγ. Β', 6, ΕΠΕ 6, 66 - ΒΕΠ 54, 25).
κ') ΜΑΣ ΕΙΣΑΓΕΙ ΣΤΙΣ ΑΥΛΕΣ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ
1557. Ο Κύριος δέχεται μέσα στις ιερές αυλές Του εκείνον που νηστεύει˙ δεν ανέχεται, ως ακάθαρτο και ανόσιο, τον μέθυσο(1). (Περί νηστείας, λόγ. Β', 4, ΕΠΕ 6, 62 - ΒΕΠ 54, 23 - MG 31, 189). (1). Α’. Κορ. 6, 10: «Μέθυσοι… βασιλείαν Θεού ου κληρονομήσουσι».
κα’) ΜΑΣ ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΖΕΙ ΓΙΑ ΤΗ ΒΑΣΙΛΕΙΑ ΤΩΝ ΟΥΡΑΝΩΝ
1558. Δεν θα επιθυμήσεις το τραπέζι της βασιλείας των ουρανών, το οποίον εξάπαντος θα προετοιμάσει η εδώ νηστεία; (Περί νηστείας, λόγ. Α', 9, ΕΠΕ 6, 46 - ΒΕΠ 54, 18 - MG 31, 180).
κβ’) ΑΝΑΚΟΥΦΙΖΕΙ ΟΣΟΥΣ ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΖΟΥΝ ΤΟ ΦΑΓΗΤΟ
1559. Ας χαρίσει η νηστεία ανάπαυση από τους συνεχείς κόπους στους υπηρέτες, που υπηρετούν ολόκληρο το χρόνο. Ανάπαυσε το μάγειρά σου και δώσε άδεια στον τραπεζοκόμο. Σταμάτησε το χέρι του οινοχόου (που κερνάει το κρασί). Ας σταματήσει κάποτε και ο ζαχαροπλάστης, που κατασκευάζει τα διάφορα γλυκίσματα. Ας ησυχάσει κάποτε και το σπίτι από τους άπειρους θορύβους και από τον καπνό και την τσίκνα και από αυτούς που ανεβοκατεβαίνουν και που υπηρετούν την κοιλιά σαν να είναι κάποια απαιτητική κυρία. (Περί νηστείας, λόγ. Α', 7, ΕΠΕ 6, 40 - ΒΕΠ 54, 16 - MG 31, 176).
Ζ’ ) ΤΑ ΚΑΚΑ ΤΗΣ ΚΑΤΑΠΑΤΗΣΗΣ ΤΗΣ ΝΗΣΤΕΙΑΣ
1560. Αυτός (ο διάβολος) που παρέσυρε και εστέρησε τον Αδάμ από την παραδεισένια ζωή με την κλοπή της τροφής (του απαγορευμένου καρπού) και περίμενε να υποσκελίσει (να υπονομεύσει) και τον Ιησσύ(1), δεν θα ντραπεί πολύ περισσότερο να κεράσει σε σένα το πρώτο αίτιο των κακών, τη γαστριμαργία, αφού γνωρίζει ότι αυτό είναι ισχυρό δηλητήριο. Γιατί το πάθος της γαστριμαργίας δεν δείχνει εκ φύσεως τη δύναμή του στην αφθονία των τροφών, αλλά στην επιθυμία και στη σύντομη γεύση. Αν λοιπόν η επιθυμία μιας σύντομης γεύσης κατορθώσει να σε υποτάξει στο πάθος της γαστριμαργίας, θα σε παραδώσει στον πνευματικό θάνατο(2) χωρίς δυσκολία. Γιατί όπως το νερό από τη φύση του διαιρείται και διοχετεύεται σε πολλά αυλάκια και κάνει τον τόπο που είναι γύρω από τα αυλάκια θαλερό, έτσι και το πάθος της γαστριμαργίας, αν βλαστήσει στην καρδιά σου, θα ποτίζει όλες τις αισθήσεις σου, και, αφού φυτέψει μέσα σου ένα δάσος από κακίες, θα κάμει την ψυχή σου κατοικία των θηρίων (φοβερών παθών).
Είδα πολλούς που κυριεύτηκαν από πάθη, αλλά επανέκτησαν την πνευματική υγεία τους, δεν είδα όμως ποτέ κανένα που τρώει κρυφά από τους αδελφούς μοναχούς(3) ή είναι γαστρίμαργος. Αυτοί ή εγκαταλείπουν τον εγκρατή βίο και διαφθείρονται μέσα στον κόσμο ή προσπαθούν να κρυφτούν ανάμεσα στους εγκρατείς και, εξαιτίας της ηδυπάθειάς τους, συνεργάζονται στενά με το διάβολο. Γιατί αυτοί είναι ψεύτες, πολύορκοι, επίορκοι, εχθροί, εκδικητικοί, φωνασκοί, επίμονοι στην άρνηση ορισμένων φαγητών, δουλοπρεπείς, θηλυπρεπείς, γκρινιάρηδες, φιλοπερίεργοι, χαιρέκακοι και αντιδρούν θεληματικά σε κάθε είδος ενάρετης ζωής. Για να σκεπάσουν το πάθος της γαστριμαργίας, πέφτουν σε πλήθος κακών. Αυτοί φαινομενικά ανήκουν στους σωζόμενους, στην πραγματικότητα όμως είναι ήδη καταδικασμένοι.
Η γαστριμαργία οδήγησε τον Αδάμ στο θάνατο (πνευματικό και σωματικό)(4) και κατέστρεψε τον κόσμο εξαιτίας της ηδονής της κοιλιάς. Ο Νώε έγινε αντικείμενο γέλιων(5), ο Χάμ δέχτηκε την κατάρα του πατέρα του Νώε(6), ο Ησαύ χάνει τα πρωτοτόκια(7) και γίνεται γαμπρός των ειδωλολατρών Χαναναίων(8), ο Λώτ νυμφεύτηκε τις θυγατέρες του(9). Έτσι ο Λώτ γίνεται γαμπρός του εαυτού του και πεθερός, γίνεται δηλαδή ο Πατέρας σύζυγος και ο παππούς πατέρας, περιφρονώντας έτσι και από τις δύο πλευρές τους νόμους της φύσεως. Η γαστριμαργία έκαμε και τον Ισραηλιτικό λαό προσκυνητή του ειδώλου και έγινε αφορμή να πέσουν τα πτώματά τους στην έρημο(10). Αυτή και κάποιον προφήτη, που εστάλη από το Θεό, για να ελέγξει ένα ασεβή βασιλιά, τον έκαμε τροφή άγριου θηρίου, έτσι αυτόν που δεν μπόρεσε ο Ιεροβοάμ με όλη τη βασιλική του δύναμη να τιμωρήσει, τον συνέλαβε το δόλωμα της κοιλιάς και βρήκε άθλιο θάνατο(11). (Λόγος ασκητικός Α’ 6-7, ΕΠΕ 8, 112-114 - ΒΕΠ 53, 392-393 - MG 31, 640-641).
(1). «Είπε ίνα οι λίθοι ούτοι άρτοι γένωνται» (Ματθ. 4, 3).
(2). Μερικές φορές η σύντομη γεύση μπορεί να φέρει και το σωματικό θάνατο. Άλλοτε αυτός ο θάνατος είναι σύντομος, όπως στην περίπτωση των ναρκομανών και άλλοτε αργός, όπως στην περίπτωση των αλκοολικών, των καπνιστών κ.λ.π. (3). Ας μη λησμονούμε ότι ο λόγος απευθύνεται στους μοναχούς που ασκήτευαν και όφειλαν να απέχουν από πολλές τροφές. Πολλά όμως από όσα γράφει εδώ ο άγιος Βασίλειος ισχύουν και για μας, που ζούμε μέσα στον κόσμο, γιατί η νηστεία και η εγκράτεια ωφελεί και την ψυχή, αλλά και το σώμα.
(4). «Ου φάγεσθε απ’ αυτού,…….. ίνα μη αποθάνητε», «γη ει και εις γην απελεύση» (Γεν. 3, 3, 6, 19). (5). Τον περιγελούσε ο ίδιος ο γιος του Χάμ, που τον είδε μεθυσμένο (Γέν. 9, 20-22).
(6). Γέν. 9, 25. (7). Γέν. 25, 33. (8). Γέν. 36, 2. (9). Γέν. 19, 32-35. Οι δύο θυγατέρες του Λώτ μέθυσαν τον πατέρα τους και κοιμήθηκαν μαζί του, για να αποκτήσουν απογόνους, όπως και έγινε. (10). Αριθμ. 14, 29, 32, 37. (11). Γ’ Βασ., κεφ. 13.
1560β. Κακοποιηθήκαμε από την αμαρτία. Ας θεραπευθούμε με τη μετάνοια. Η μετάνοια όμως χωρίς τη νηστεία είναι μάταια (ανενέργητη). «Καταραμένη να είναι η γη. Να σου φυτρώνει αγκάθια και τριβόλια»(1). Προστάχτηκες να εγκρατεύεσαι, όχι να ζεις με απολαύσεις. Απολογήσου στο Θεό με νηστεία. Αλλά και ο τρόπος ζωής στον παράδεισο είναι εικόνα της νηστείας. Όχι μόνον επειδή ο άνθρωπος είχε την ίδια δίαιτα με τους αγγέλους και έτσι πετύχαινε την ομοίωση προς αυτούς με την ολιγάρκεια, αλλά και επειδή όσα υστέρα βρήκαν οι άνθρωποι με το εφευρετικό τους πνεύμα, δεν είχαν επινοηθεί καθόλου από εκείνους που τρέφονταν στον παράδεισο. Δεν υπήρχαν καθόλου οινοποσίες, καθόλου θυσίες ζώων, ούτε όσα θολώνουν το ανθρώπινο μυαλό. Επειδή δεν ενηστέψαμε, εκπέσαμε από τον παράδεισο. Ας νηστέψουμε λοιπόν, για να επανέλθουμε σ’ αυτόν. (Περί νηστείας Α', 3-4, ΕΠΕ 6, 28 - ΒΕΠ 54,1 2-13 ).
Η’) Ο ΘΕΟΣ ΦΡΟΝΤΙΖΕΙ ΚΑΙ ΠΑ ΤΗΝ ΥΛΙΚΗ ΤΡΟΦΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ
1561. «Ο Κύριος δεν θα επιτρέψει να πεθάνουν από πείνα οι δίκαιοι»(1). Και το: «Δεν είδα δίκαιο να εγκαταλείπεται από το Θεό ούτε τους απογόνους του να ζητιανεύουν το ψωμί»(2). Γιατί αυτός που γνωρίζει ότι τα παιδιά του Πατριάρχη μας Ιακώβ κατέβηκαν στην Αίγυπτο εξαιτίας του ψωμιού, δεν είναι δυνατόν να μιλάει για τα υλικά ψωμιά, αλλά μιλάει για την πνευματική τροφή, με την οποίαν ο εσωτερικός μας άνθρωπος γίνεται τέλειος. (Περί νηστείας, λόγ. Β’, 8, ΕΠΕ 6, 72 - ΒΕΠ 54, 26) (1).Παροιμ. 10, 3.(2). Ψαλμ. 36, 25.
Θ') ΑΓΓΕΛΟΙ ΚΑΝΟΥΝ ΑΠΟΓΡΑΦΗ ΤΩΝ ΝΗΣΤΕΥΟΝΤΩΝ
1562. Κανείς ας μην αποκλείσει τον εαυτό του από τον κατάλογο των νηστευτών. Σ’ αυτόν συμπεριλαμβάνονται όλα τα γένη και όλες οι ηλικίες και όλα τα διάφορα αξιώματα. Άγγελοι είναι αυτοί που κάνουν την απογραφή των νηστευτών σε κάθε Εκκλησία. Πρόσεχε μήπως για μικρή ηδονή φαγητών χάσεις την απογραφή το αγγέλου και καταστήσεις υπόδικο τον εαυτό σου, σ’ Εκείνον που σε στρατολόγησε, για δίκη με κατηγορητήριο τη λιποταξία. (Περί νηστείας, λόγ. Β’, 2, ΕΠΕ 6, 56 - ΒΕΠ 54, 22 - MG 31, 185, 188).
Α') ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΝΗΣΤΕΙΑΣ
α’) Η ΝΗΣΤΕΙΑ ΑΡΧΙΣE ΑΠΟ ΤΟΝ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟ
1509. Αλλ’ ο λόγος μας ας βαδίζει δια μέσου της ιστορίας, όταν εξετάζει την αρχαιότητα της νηστείας, και πως όλοι οι άγιοι, σαν να διαδέχτηκαν κάποια πατρική κληρονομιά, έτσι διαφύλαξαν τη νηστεία, παραδίδοντάς την ο πατέρας στο παιδί...Δεν υπήρχε στον παράδεισο κρασί ούτε σφαγές ζώων ούτε κρεοφαγίες. Το κρασί εμφανίστηκε μετά τον κατακλυσμό. Μετά τον κατακλυσμό λέει η Γραφή: «Να τα τρώτε όλα, όπως τα λάχανα και τα χόρτα»(1). Όταν απορρίφτηκε η τελείωση (το «κατ’ εικόνα και ομοίωση») από τους απογόνους του Αδάμ και της Εύας, τότε επιτράπηκε η απόλαυση. Απόδειξη δε, ότι ήταν άγνωστο το κρασί, είναι ο ίδιος ο Νώε, που αγνοούσε τη χρήση του. Γιατί δεν είχε ακόμη μπει στη ζωή των ανθρώπων ούτε είχε χρησιμοποιηθεί στις συναναστροφές ανάμεσα στους ανθρώπους. Ούτε λοιπόν επειδή είδε άλλον, ούτε επειδή ο ίδιος εδοκίμασε, έπεσε απρόσεκτα στη μέθη από το κρασί. «Γιατί εφύτεψε ο Νώε αμπέλι και έπιε από τον καρπό του αμπελιού και εμέθυσε»(2). Όχι επειδή ήταν μέθυσος, αλλά επειδή δεν εγνώριζε ότι έπρεπε να πιει με μέτρο. Έτσι η επινόηση της οινοποσίας είναι νεώτερη από τον παράδεισο και έτσι είναι παλιά και σεβαστή η σεμνή νηστεία (Περί νηστείας, λόγ. Α’ 5, ΕΠΕ 6, 30-32 - ΒΕΠ 54,13-14 - - MG 31,169).
(1). Ο Θεός, μετά τον κατακλυσμό, έδωσε εντολή στο Νώε και στα παιδιά του να τρώνε τα πάντα (ζώα, πτηνά, ψάρια), όπως τα λάχανα και τα χόρτα (Γέν. 9, 2-3). Το μόνο που τους απαγόρευσε ήταν το αίμα (Γέν. 9,4-6). (2). Γέν. 9,20-21.
β’ ) ΕΙΝΑΙ ΠΑΛΑΙΟΤΕΡΗ ΑΠΟ ΤΟ ΝΟΜΟ
1510. Η νηστεία είναι παλιό δώρο. Δεν παλιώνει και δεν γερνάει, αλλά πάντοτε ανανεώνεται και ανθίζει, για να φέρει ώριμους καρπούς.Νομίζεις ότι υπολογίζω την αρχαιότητά της από τότε που ίσχυσε ο νόμος; Η νηστεία είναι παλιότερη και από το νόμο. Αν περιμείνεις λίγο, θα βρεις ότι ο λόγος είναι αληθινός. Μη νομίζεις ότι η ημέρα του εξιλασμού, που είχε νομοθετηθεί για τον Ισραήλ κατά τη δέκατη μέρα του έβδομου μήνα(1), αυτή είναι η αρχή της νηστείας. Έλα λοιπόν να βαδίσεις δια μέσου της ιστορίας και να ερευνήσεις την αρχαιότητά της. Γιατί η εφεύρεση δεν είναι νεώτερη. Το κειμήλιο είναι πατρικό. Κάθε τι που είναι αρχαίο είναι και σεβαστό. Να σέβεσαι την παλαιότητα της νηστείας. Είναι συνομήλικη με την ανθρωπότητα. Η νηστεία νομοθετήθηκε στον παράδεισο. Είναι η πρώτη εντολή που έλαβε ο Αδάμ: «Από το δένδρο της γνώσεως του καλού και του κακού δεν θα φάτε»(2). Το «δεν θα φάτε» όμως είναι νόμος, που αναφέρεται στη νηστεία και την εγκράτεια. Εάν η Εύα είχε νηστέψει από τον καρπό του δένδρου, τώρα δε θα είχαμε ανάγκη από αυτή τη νηστεία.
(Περί νηστείας λόγ. Α', 23, ΕΠΕ 6, 26 - ΒΕΠ 54,12 - MG 31,165-168).
(1). Την εορτή του Εξιλασμού τη γιόρταζαν οι Εβραίοι τη δέκατη ήμερα του μήνα Τισρεί (Σεπτ. - Οκτώβρ.), πέντε ημέρες πριν από την εορτή της Σκηνοπηγίας (Λευιτ. 16, 29. 23, 27 και 25, 9). Την ημέρα αυτή και μόνο ο Αρχιερέας έμπαινε στα Άγια των Αγίων της Σκηνής του Μαρτυρίου και εράντιζε το θυσιαστήριο και το καταπέτασμα της Σκηνής με το αίμα των ζώων, που είχαν θυσιαστεί για τις δικές τους αμαρτίες και τις αμαρτίες των ιερέων και του λαού. Την ίδια ημέρα γινόταν και η τελετή του Αποδιοπομπαίου Τράγου. Από δύο τράγους, μετά από κλήρωση, ο ένας θυσιαζόταν και ο άλλος αφηνόταν ελεύθερος, ώστε να μεταφέρει στο δάσος τις αμαρτίες του λαού. (Γ. Κωνσταντίνου, Λεξικό των Αγίων Γραφών, σ. 328. Βλ. και τη λέξη εξιλασμός στη Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια του Α. Μαρτίνου). (2). Γέν. 2,17.
γ') Ο ΜΩΫΣΗΣ ΝΗΣΤΕΥΕ
1511. Γνωρίζουμε επίσης ότι και ο Μωϋσής μετά από νηστεία πλησίασε το όρος Σινά(1). Γιατί δεν θα αποτολμούσε να πλησιάσει την κορυφή που κάπνιζε ούτε θα έπαιρνε το θάρρος να μπει μέσα στο γνόφο (στην καταχνιά, στην αντάρα), αν δεν είχε οπλιστεί με το όπλο της νηστείας. Μετά από νηστεία υποδέχτηκε (πήρε) τις Δέκα Εντολές, που γράφτηκαν πάνω σε πλάκες με το δάκτυλο του Θεού(2). (Περί νηστείας, λόγ. Α' 5, ΕΠΕ 6, 32 – ΒΕΠ 54, 14 - MG 31,169). (1). Έξοδ. 24,18. (2). Έξοδ. 31,18.
δ') Η ΝΗΣΤΕΙΑ ΗΤΑΝ ΧΑΡΑΚΉΡΙΣΤΙΚΟ ΤΩΝ ΠΡΟΦΗΤΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ
1512. Όλοι οι άγιοι διακρίθηκαν για την εγκράτειά τους. Ολόκληρη η ζωή των αγίων και των ευτυχισμένων ανθρώπων και το παράδειγμα του ίδιου του Κυρίου, όταν έγινε άνθρωπος, μας οδηγούν στην εγκράτεια. Ο Μωϋσής με τη μεγάλη επιμονή του στη νηστεία και στην προσευχή έλαβε το νόμο και άκουσε τους λόγους του Θεού έτσι «όπως μιλάει κανείς στο φίλο του»(1). Ο Ηλίας τότε αξιώθηκε να ιδεί το Θεό, όταν και αυτός εξίσου άσκησε την εγκράτεια. Τι να πούμε δε για το Δανιήλ; Πώς κατόρθωσε να ιδεί θαυμαστά οράματα; Δεν τα είδε μετά την εικοστή ήμερα της νηστείας;(2) Πώς δε οι τρεις παίδες έσβησαν τη δύναμη της φωτιάς;(3). Δεν το πέτυχαν με την εγκράτεια;(4). Και του Ιωάννη του Βαπτιστή ολόκληρη η ζωή άρχισε με την εγκράτεια(5). Με την εγκράτεια (τη νηστεία) άρχισε και ο Κύριος να φανερώνει τον εαυτό του(6) (στον κόσμο). Εγκράτεια (νηστεία) δε ονομάζουμε όχι την παντελή αποχή από τις τροφές (γιατί αυτό ισοδυναμεί με τον βίαιο θάνατο), αλλά την επιμελή αποχή από τις απολαύσεις, με σκοπό να συντρίψου με το σαρκικό φρόνημα(7) και να πετύχουμε το σκοπό της ευσέβειας.
(Όροι κατά πλάτος, ερώτ. ΙΣΤ’, 2, ΕΠΕ 8, 262-264 – ΒΕΠ 53, 171-172 - MG 31, 957-960). (1). Έξ. 33,11. (2). Δαν. 10, 3-21. (3). Δαν. 3, 20-23. (4). Δαν. 1, 8-16.
(5). Ματθ. 3,4. (6). Ματθ. 4,2. (7). Ρωμ. 8,6.
Ε’) ΕΝΗΣΤΕΨΑΝ Ο ΚΥΡΙΟΣ ΚΑΙ Ο ΑΠ. ΠΑΥΛΟΣ
1513. Η νηστεία μαζί με τους άλλους και τον Παύλο, που την απαρίθμησε στα καυχήματα για τις θλίψεις του, τον ανέβασε στον τρίτο ουρανό(1). Βάση όμως για όσα έχουμε ειπεί για τη νηστεία είναι ο Κύριός μας, ο Οποίος με νηστεία, αφού οχύρωσε τη σάρκα, που έλαβε για χάρη μας, δέχτηκε σ’ αύτη τις προσβολές του διαβόλου, για να μας διδάσκει να ετοιμαζόμαστε με νηστείες και να γυμναζόμαστε για τους αγώνες εναντίον των πειρασμών, και για να προσφέρει έτσι κατά κάποιον τρόπο στον αντίπαλο λαβή με τη στέρηση(2).
(Περί νηστείας, λόγ. Α’ 9, ΕΠΕ 6, 44 – ΒΕΠ 54, 17 - MG 31,177). (1). «Εν λιμώ και δίψει, εν νηστείαις πολλάκις», «οίδα... άνθρωπον... αρπαγέντα μέχρι τρίτου ουρανού» (Β' Κορ. 11, 27. 12,2). (2). «... νηστεύσας ημέρας τεσσαράκοντα» (Ματθ. 4,22).
στ’) Ο ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΒΑΠΤΙΣΤΗΣ ΕΝΗΣΤΕΥΕ ΔΙΑΡΚΩΣ
1514. Η ζωή του Ιωάννη του Βαπτιστή υπήρξε μια συνεχής νηστεία (1). Αυτός δεν διέθετε κρεβάτι, ούτε τραπέζι φαγητού, ούτε καλλιεργήσιμο χωράφι, ούτε βόδια για όργωμα, ούτε αρτοποιό, ούτε τίποτε άλλο που να έχει σχέση με την επίγεια ζωή. Γι’ αυτό ανάμεσα σ’ εκείνους που γεννήθηκαν από γυναίκες, δεν παρουσιάστηκε άλλος άνδρας τόσο μεγάλος σαν τον Ιωάννη το Βαπτιστή»(2). (Περί νηστείας, λόγ. Α’ 9, ΕΠΕ 6, 44 – ΒΕΠ 54, 44. (1). Ματθ. 3,4. (2). Ματθ. 11,11.
ζ ‘) Η ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΗΣ ΝΗΣΤΕΙΑΣ ΤΗΣ Μ. ΣΑΡΑΚΟΣΤΗΣ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ Μ. ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
1515. Εάν οι τόσες προτροπές τις οποίες δεν έπαψα να σας απευθύνω κατά το διάστημα που πέρασε, και εάν το κήρυγμα του Ευαγγελίου της χάρης του Θεού που δεν έπαψα να σας βροντοφωνώ ήμερα και νύχτα τις εφτά εβδομάδες της νηστείας(1), δεν έφεραν κανένα αποτέλεσμα, με ποιες ελπίδες να σας μιλήσω σήμερα;
(Κατά μεθυόντων, 1, ΕΠΕ 6,1,188, ΒΕΠ 54,143 - MG 31,444-445).
(1). Ο μεγάλος Ιεράρχης κατά τη διάρκεια της Μεγάλης Σαρακοστής, όπως φαίνεται εδώ, κήρυττε στο λαό πρωΐ και βράδυ. Οι επτά εβδομάδες νηστείας που μνημονεύει είναι : 1) Η καθαρή εβδομάδα, 2) Η Α’ Νηστειών, 3) Η Β’ Νηστειών, 4) Η Γ’ Νηστειών, 5) Η Δ’ Νηστειών, 6) Η Ε’ Νηστειών και 7) Η Μεγάλη Εβδομάδα.
Β’ ) ΠΟΙΑ ΕΙΝΑΙ Η ΑΛΗΘΙΝΗ ΝΗΣΤΕΙΑ
α’) ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ
1516. Γνωρίσαμε τη χάρη της νηστείας από τον Ησαΐα, που απέρριψε τον ιουδαϊκό τρόπο της νηστείας, και έδειξε σε μας την αληθινή νηστεία. «Όταν νηστεύετε, να μην εκτρέπεσθε σε φιλονικίες και διαπληκτισμούς»(1), αλλά «να λύνεις κάθε δεσμό και σχέση με την αδικία»(2). Και ο Κύριος είπε: «(Όταν νηστεύετε) να μη γίνεστε σκυθρωποί, αλλά νίψε το πρόσωπό σου και άλειψε το κεφάλι σου (περιποιήσου την κόμη σου)»(3). Ας συμπεριφερθούμε λοιπόν, όπως διδαχτήκαμε, και ας μη φαινόμαστε σκυθρωποί κατά τις ημέρες που έρχονται, αλλά με φαιδρό πρόσωπο, όπως αρμόζει σε αγίους. Κανείς δεν στεφανώνεται, όταν είναι λυπημένος, και κανείς δεν στήνει σύμβολο νίκης, όταν είναι κατηφής. Να μη γίνεσαι σκυθρωπός, όταν δέχεσαι περιποιήσεις. Είναι άτοπο να μη χαιρόμαστε για την υγεία της ψυχής, αλλά να λυπούμαστε για την εναλλαγή των τροφών και να φαινόμαστε περισσότερο ότι χαριζόμαστε στη σάρκα παρά στην επιμέλεια της ψυχής. Γιατί ο μεν κορεσμός περιορίζει την ευχαρίστηση στην κοιλιά, ενώ η νηστεία ανεβάζει το κέρδος στην ψυχή. Να είσαι χαρούμενος, γιατί σου δόθηκε από γιατρό φάρμακο, που καταστρέφει την αμαρτία. Γιατί, όπως τα σκουλήκια που αναζωογονούνται στα έντερα των παιδιών, εξαφανίζονται με κάποια δραστικά φάρμακα, έτσι και η νηστεία, εκείνη βέβαια που είναι άξια του ονόματός της, όταν εισχωρήσει στην ψυχή, θανατώνει την αμαρτία που εμφωλεύει στο βάθος... Η νομοθεσία για τη νηστεία να βρίσκει απήχηση στον εσωτερικό σου κόσμο. Καθάρισε την ψυχή σου από τα αμαρτήματα... Να μην αλλοιώνεις και μαραίνεις το πρόσωπό σου όπως οι υποκριτές. Το πρόσωπο αλλοιώνεται, όταν η εσωτερική διάθεση επισκιάζεται με το επίπλαστο εξωτερικό σχήμα, οπότε καλύπτεται από το ψέμα, σαν από κάποιο παραπέτασμα. (Λόγος Α 'περί νηστείας 1-2, ΕΠΕ 6, 23-24 – ΒΕΠ 54,11-12 - MG 31,164-165). (1). Ήσ. 58, 4. (2). Ήσ.58, 6. (3). Ματθ. 6, 16-17.
1517. Μην περιορίζεις λοιπόν το καλό της νηστείας μόνον στην αποχή από τα φαγητά. Γιατί αληθινή νηστεία είναι η αποξένωση από τα κακά. «Λύσε κάθε δεσμό αδικίας»(1). Συγχώρησε τον πλησίον για τη λύπη που σου προξένησε, συγχώρησέ τον για τα χρέη. «Να μη νηστεύετε και συγχρόνως εκτρέπεστε σε φιλονικίες και διαπληκτισμούς»(2). Δεν τρως κρέατα, αλλά τρως τον αδελφό σου. Δεν πίνας κρασί, αλλά δεν συγκρατείς τις ύβρεις. Περιμένεις το βράδυ για να φας τροφή, αλλά ξοδεύεις την ημέρα στα δικαστήρια (1). Ήσ. 58, 6. (2). Ήσ. 58, 4.
β') ΕΙΝΑΙ ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΗ ΚΑΙ Η ΝΗΣΤΕΙΑ ΤΩΝ ΠΑΘΩΝ
1518. Δεν είναι όμως αρκετή μόνον η αποχή από τα φαγητά για την επαινετή νηστεία, αλλά ας νηστέψουμε νηστεία δεκτή και ευάρεστη οπό Θεό. Νηστεία αληθινή είναι η αποξένωση από το κακό, η εγκράτεια της γλώσσας, η αποχή από το θυμό, ο χωρισμός από τις επιθυμίες, από την κατάκριση, από το ψέμα και την καταπάτηση των υποσχέσεων που δίνουμε με όρκο. Η στέρηση από αυτά είναι αληθινή νηστεία. Όταν τηρούνται όλα αυτά, τότε η νηστεία είναι αγαθό. Ας απολαύσουμε τον Κύριο με τη μελέτη των λόγων, που γράφτηκαν με την έμπνευση του Αγίου Πνεύματος, και με την αποδοχή των σωτηριωδών εθίμων και κάθε διδασκαλίας που αποβλέπει οπή διόρθωση των ψυχών μας. (Περί νηστείας, λόγ. Β’, 7-8, ΕΠΕ 6, 70-72 – ΒΕΠ 54,26 ).
Γ’) ΣΩΜΑΤΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΟΥ ΝΗΣΤΕΥΤΗ
1519. Όπως το ρωμαλέο σώμα και το ζωηρό χρώμα χαρακτηρίζει τον αθλητή, έτσι και το Χριστιανό τον αποδεικνύει αληθινό αθλητή των εντολών του Χριστού το πολύ ισχνό σώμα και η ωχρότητα (η χλωμάδα), που ανθίζει στο πρόσωπό του, και που είναι αποτέλεσμα της εγκράτειας (της νηστείας)(2). Ο χριστιανός με την ασθένεια του σώματος μάχεται τον εχθρό του διάβολο και αποδεικνύει τη δύναμή του με τους αγώνες της ευσέβειας, σύμφωνα με αυτό που είπε ο απ. Παύλος: «Όταν ασθενώ, τότε με τη χάρη του Θεού γίνομαι και είμαι δυνατός»(3). (Όροι κατά πλάτος, ερώτ. ΙΖ’, 2, ΕΠΕ 8, 270 – ΒΕΠ 53,174 - MG 301, 964).
(1). «Κατεσκληκός» είναι μετοχή παρακειμένου του ρήματος κατά-σκέλλω. Σκέλλω σημαίνει είμαι κατάξερος, στεγνός, ισχνός.
(2). Δεν πρέπει να λησμονούμε ότι το ανωτέρω κείμενο αναφέρεται στους μοναχούς, που υποβάλλονται σε συνεχή και αυστηρή νηστεία και γι’ αυτό οι περισσότεροι είναι λεπτοί στο σώμα. Έμμεσα όμως ενδιαφέρει και όλους τους Χριστιανούς, πολλοί από τους οποίους δεν νηστεύουν και από την πολυφαγία γίνονται παχύσαρκοι και δυσκίνητοι και εξαιτίας αυτού επιρρεπείς σε πολλά και σοβαρά νοσήματα, όπως είναι οι καρδιοπάθειες, ο διαβήτης, η υπέρταση κ.λ.π. (3). Β' Κορ. 12,10.
Δ’) ΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ ΤΗΣ ΝΗΣΤΕΙΑΣ α’) ΝΑ ΝΗΣΤΕΟΥΜΕ ΜΕ ΜΕΤΡΟ
1520. Πρέπει να νηστεύουμε με μέτρο και να προσφέρουμε στο σώμα την ενίσχυση που οπωσδήποτε χρειάζεται, χωρίς να κυριαρχεί η ηδονή στις τροφές, αλλά να καθορίζει ακριβώς το λογικό την ανάγκη, όπως ακριβώς ένας έμπειρος γιατρός θεραπεύει την αρρώστια με τον κατάλληλο τρόπο χωρίς δυσκολία. Όταν λοιπόν η ψυχή αποκτήσει αυτή τη διάθεση, εκείνος που τρώει δεν θα φανεί καθόλου κατώτερος στη φιλοσοφημένη ζωή από εκείνον που δεν τρώει. (Ασκητικαί διατάξεις, κεφ. Δ’, 4, ΕΠΕ 9, 436 – ΒΕΠ 57, 28 –).
β’ ) Η ΝΗΣΤΕΙΑ ΘΑ ΙΚΑΝΟΠΟΙΕΙ ΤΙΣ ΑΝΑΓΚΕΣ ΕΚΑΣΤΟΥ
1521. Όσον αφορά τις τροφές, όπως οι ανάγκες των ανθρώπων είναι διαφορετικές για τον καθένα χωριστά, ανάλογα με την ηλικία, το επάγγελμα, τη συνήθεια του σώματος, έτσι και το μέτρο και ο τρόπος της χρήσεως των τροφών είναι διαφορετικά σε κάθε περίπτωση. Είναι λοιπόν αδύνατον να περιληφθούν σε ένα κανόνα όλοι όσοι ασκούνται στην ευσέβεια. Επειδή όμως έχουμε καθορίσει το μέτρο της νηστείας για τους ασκητές που είναι υγιείς, αφήνουμε σ’ εκείνους που έχουν την εντολή να χειρίζονται τέτοια ζητήματα να διαφοροποιούν μετά από βαθειά σκέψη το μέτρο για την αντιμετώπιση κάθε περίπτωσης χωριστά. Γιατί δεν είναι δυνατόν να μιλήσω ιδιαίτερα για κάθε περίπτωση, παρά μόνον για όσα έχουν σχέση με την κοινή και γενική διδασκαλία. Οι προϊστάμενοι λοιπόν θα κανονίσουν ανάλογα πάντοτε με την ανάγκη, την ενίσχυση που πρέπει να λάβει ο άρρωστος που έχει καταπονηθεί με κοπιαστικές εργασίες ή εκείνος που ετοιμάζεται για βαρειά εργασία, όπως για οδοιπορία ή άλλη κοπιαστική εργασία, ακολουθώντας το λόγο της Γραφής: «Μοιράζονταν τα χρήματα στον καθένα ανάλογα με την ανάγκη που είχε»(1). Δεν είναι λοιπόν δυνατόν να ορίσουμε για όλους την ίδια ώρα φαγητού ούτε τον τρόπο ούτε το μέτρο, αλλά ας είναι κοινός ο σκοπός, η ικανοποίηση της ανάγκης.
(Όροι κατά πλάτος, ερωτ. ΙΘ’, 1, ΕΠΕ 8, 274 – ΒΕΠ 53, 175 - MG 31,968). (1). Πράξ. 4, 35.
γ’) ΤΗ ΝΗΣΤΕΙΑ ΟΡΙΖΕΙ Ο ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΣ. ΤΙ ΛΑΜΒΑΝΕΙ ΥΠΟΨΗ ΤΟΥ
ΕΡΩΤΗΣΙΣ ΡΛΒ'
1522. Ποιά στάση θα τηρήσουμε απέναντι σ’ εκείνον που λέει ότι αυτό το φαγητό με βλάπτει, και στενοχωρείται, εάν δεν του δοθεί άλλο φαγητό.
ΑΠΟΚΡΙΣΙΣ Αυτός φαίνεται ότι δεν βεβαιώθηκε για την ελπίδα του φτωχού Λαζάρου(1) ούτε γνώρισε την αγάπη εκείνου (του οικονόμου της αδελφότητας), στον οποίον ανατέθηκε η φροντίδα όλων των αδελφών και η δική του. Γενικά δεν έχει το δικαίωμα ο καθένας από τους αδελφούς μοναχούς να κρίνει μόνος του ούτε τι τον βλάπτει ούτε τι τον ωφελεί˙ αυτό πρέπει να κρίνεται από εκείνον που είναι υπεύθυνος να αποφασίζει για τις ανάγκες του καθενός, γιατί αυτός επιζητεί πρώτα την ωφέλεια της ψυχής και κατά δεύτερο λόγο ασχολείται με τις ανάγκες του σώματος, σύμφωνα με το θέλημα του Θεού. (Όροι κατ’ επιτομήν, ΡΛΒ’ (132), ΕΠΕ 9,164 – ΒΕΠ 53, 284 - MG 31, 1169-1172) (1). Λουκ. 16,20 κ.ε.
ΕΡΩΤΗΣΙΣ ΡΛΑ'
1523. Εάν κάνει καλά εκείνος που δεν τρώει το ίδιο φαγητό που τρώνε οι αδελφοί, αλλά ζητεί άλλη τροφή. ΑΠΟΚΡΙΣΙΣ
Γενικά είναι παράβαση εντολής το να ζητεί κάποιος με ανησυχία τροφή, γιατί ο Κύριος είπε: «Μη ζητείτε με ανήσυχη φροντίδα τι θα φάτε και τι θα πιείτε, και μην ταλαιπωρείστε ανήσυχοι εδώ και εκεί» και πρόσθεσε πιο κατηγορηματικά: «Γιατί όλα αυτά (τα υλικά αγαθά) τα επιζητούν με αγωνία οι ειδωλολάτρες»(1). Αλλά είναι έργο εκείνου που έχει λάβει την εντολή να εφαρμόζει με επιμέλεια το: «Μοίραζαν στον καθένα ανάλογα με την ανάγκη που είχε»(2). (Όροι κατ’ επιτομήν, ΡΛΑ' (131), ΕΠΕ 9, 162-164 – ΒΕΠ 53, 283 ). (1). Ματθ. 5,6. (2). Β' Κορ. 11,27.
δ') ΝΑ ΤΡΩΜΕ ΟΣΑ ΜΑΣ ΠΑΡΑΘΕΤΟΥΝ, ΑΠΟΦΕΥΓΟΝΤΑΣ ΤΗΝ ΤΡΥΦΗ
1524. Είναι ανάγκη λοιπόν να προσδιοριστεί και εκείνο, ότι δηλαδή η εγκράτεια (η νηστεία) είναι απαραίτητη στους αγωνιστές της ευσέβειας για την ταλαιπωρία και το ταπείνωμα του σώματος. «Γιατί κάθε αθλητής που αγωνίζεται εγκρατεύεται σε όλα»(1). Για να μη συμπίπτουμε όμως με τους εχθρούς του Θεού αιρετικούς, που έχουν αναίσθητη(2) τη συνείδησή τους και γι’ αυτό δεν τρώνε ορισμένες τροφές, τις οποίες εδημιούργησε ο Θεός, για να τρώνε οι πιστοί και να ευγνωμονούν το Θεό (3), πρέπει να δοκιμάζουμε όλες τις τροφές, όταν δοθεί κάποια ευκαιρία τόσο όσο για να αποδείξουμε σ’ αυτούς που μας βλέπουν ότι για τους καθαρούς στην καρδιά είναι όλα καθαρά(4) και ότι «Κάθε κτίσμα, που έκτισε ο Θεός και το έδωσε για τροφή στους ανθρώπους, είναι καλό και κανένα από αυτά δεν είναι άξιο περιφρονήσεως, αρκεί να λαμβάνεται με ευγνωμοσύνη προς το Θεό. Γιατί κάθε τι που είναι για τροφή, γίνεται καθαρό και άγιο με το λόγο και την προσευχή μας προς το Θεό»(5). Πρέπει δε έτσι να προφυλάσσει κανείς το σκοπό της εγκράτειας, χρησιμοποιώντας, όσο χρειάζεται, τα φτηνότερα και αναγκαία για τη ζωή και αποφεύγοντας, με τη χρήση αυτών, τη βλάβη της απληστίας (του κορεσμού) και απέχοντας παντελώς από εκείνα που ικανοποιούν την ηδονή.
(Όροι κατά πλάτος, ερώτ. ΙΗ’, ΕΠΕ 8, 270-272 - ΒΕΠ 53, 174-175 - MG 31, 965). (1). Α' Κορ. 9,25. (2). Α' Τιμ. 4,2. (3). Α' Τιμ. 4,3. (4). Τίτ. 1,15. (5). Α’ Τιμ. 4,4-5.
ε') ΤΙ ΘΑ ΚΑΝΟΥΜΕ, ΟΤΑΝ Η ΝΗΣΤΕΙΑ ΜΑΣ ΕΜΠΟΔΙΖΕΙ ΝΑ ΕΠΙΤΕΛΕΣΟΥΜΕ ΤΟ ΕΡΓΟ ΜΑΣ
ΕΡΩΤΗΣΙΣ ΡΛΘ'
1525. Όταν παρατείνεται η νηστεία, γινόμαστε πιο αδύνατοι στην εργασία μας. Τι πρέπει λοιπόν να προτιμήσουμε˙ να καθυστερούμε την εργασία μας εξαιτίας της νηστείας ή να παραμελούμε τη νηστεία για χάρη της εργασίας μας;
ΑΠΟΚΡΙΣΙΣ Πρέπει να νηστεύουμε και να τρώμε, όπως επιβάλλει η θεοσέβεια˙ ώστε, όταν μεν χρειάζεται να εκτελεσθεί η εντολή του Θεού για τη νηστεία, να νηστέψουμε˙ όταν δε πάλιν η εντολή του Θεού συνιστά τροφή τονωτική για το σώμα, να φάμε όχι ως λαίμαργοι, αλλ’ ως εργάτες του Θεού. Πρέπει δηλαδή να τηρούμε το λόγο του αποστόλου Παύλου: «Είτε τρώτε είτε πίνετε είτε οτιδήποτε άλλο πράττετε, να τα κάνετε όλα για τη δόξα του Θεού»(1). (Όροι κατ’ επιτομήν, ΡΛΘ' (139), ΕΠΕ 9, 170-172 – ΒΕΠ 53,286 - MG 31,1176). (1). Α'Κορ. 10,31.
στ') ΕΙΝΑΙ ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΟ ΤΟ ΝΑ ΕΚΤΕΛΟΥΜΕ ΤΟ ΔΙΚΟ ΜΑΣ ΘΕΛΗΜΑ, ΝΗΣΤΕΥΟΝΤΑΣ ΥΠΕΡΒΟΛΙΚΑ
ΕΡΩΤΗΣΙΣ ΡΚΗ'
1526. Εάν κάποιος θέλει να εγκρατεύεται πάνω από τις δυνάμεις του, με αποτέλεσμα να εμποδίζεται, λόγω σωματικής αδυναμίας, να εκτελέσει την εντολή που του δόθηκε, πρέπει να του το επιτρέπουμε;
ΑΠΟΚΡΙΣΙΣ Το ερώτημα μου φαίνεται ότι δεν αναφέρεται στην ουσία του θέματος. Γιατί η εγκράτεια δεν συνίσταται στην αποχή από τις υλικές τροφές, από την οποίαν προέρχεται η εξάντληση και η ταλαιπωρία του σώματος, που καταδικάζεται από τον απόστολο Παύλο(1), αλλά στην απάρνηση των θελημάτων μας.
Πόσο δε είναι επικίνδυνο να μην εκτελέσει κανείς την εντολή του Κυρίου, για να γίνει το δικό του θέλημα, είναι φανερό από τους λόγους του αποστόλου Παύλου, που είπε: «Εμείς οι Ιουδαίοι επράτταμε τα θελήματα του σαρκικού ανθρώπου και των σκοτισμένων από τα πάθη διανοιών μας και είμασταν τότε από τη φύση μας τέκνα οργής»(2).
(Όροι κατ’ επιτομήν, ΡΚΗ’ (128), ΕΠΕ 9,160 – ΒΕΠ 53,282 - MG 31,1168). (1). Κολ.2, 23. (2). Εφεσ. 2, 3.
ζ’) ΝΑ ΑΠΟΦΕΥΓΟΝΤΑΙ ΟΙ ΥΠΕΡΒΟΛΕΣ
1527. Ο καλύτερος όρος και το καλύτερο μέτρο εγκράτειας ας είναι το να μην αποβλέπουμε ούτε στην απόλαυση ούτε στην κακοπάθεια του σώματος, αλλά να αποφεύγουμε την έλλειψη του μέτρου (την υπερβολή) και προς τη μια και προς την άλλη κατεύθυνση, ώστε το σώμα μας ούτε από την παχυσαρκία να διαταράσσεται ούτε από την καχεξία να αδυνατεί να εκτελεί τις εντολές (του Θεού και του ηγουμένου). Γιατί η ψυχή βλάπτεται εξίσου και από τις δύο ακρότητες, και από την ανυποταξία της σάρκας και από την ευρωστία εξαιτίας της οποίας σκιρτάει από άτοπες ορμές και, όταν πάλι είναι χαλαρή και παραλυμένη και αδρανής, υποφέρει από πόνους. Γιατί μ’ αυτή την κατάσταση του σώματος η ψυχή δεν είναι απερίσπαστη να βλέπει προς τα άνω (προς τον ουρανό) ελεύθερα, αλλά αναγκαστικά απορροφάται από την αίσθηση του πόνου και ασχολείται συνεχώς με αυτόν, ταπεινωμένη από την κακοπάθεια του σώματος.
(Λόγος ασκητικός , Β’, 33, ΕΠΕ 8, 134-136 – ΒΕΠ 53, 380-381 - MG 31, 876-877).
η') ΝΑ ΧΑΙΡΟΜΑΣΤΕ, ΌΤΑΝ ΝΗΣΤΕΥΟΥΜΕ
1528. Όταν λοιπόν πρόκειται να νηστέψεις, μη γίνεις σκυθρωπός σαν τους Ιουδαίους, αλλά ευαγγελικά λάμπρυνε τον εαυτό σου(1). Δηλαδή να μην πενθείς για τη στέρηση της κοιλιάς, αλλά να χαίρεσαι ολόψυχα για τις πνευματικές απολαύσεις... Αφού με τη νηστεία πάρουμε τα νικητήρια εναντίον των παθών, ας φορέσουμε τα στεφάνια της εγκράτειας.
(Περί νηστείας, λόγ. Β’, 3, ΕΠΕ 6, 60 – ΒΕΠ 54, 23 - MG 31, 189). (1). Ματθ. 6, 16-17.
θ') ΝΗΣΤΕΙΑ ΧΩΡΙΣ Η ΘΕΛΗΣΗ ΜΑΣ ΕΙΝΑΙ ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΗ
ΕΡΩΤΗΣΙΣ ΡΛ' 1529. Πώς πρέπει να νηστεύουμε, όταν η νηστεία είναι απαραίτητη για κάποιο θεοσεβή σκοπό˙ από ανάγκη ή με προθυμία;
ΑΠΟΚΡΙΣΙΣ Επειδή ο Κύριος είπε: «Μακάριοι όσοι πεινούν και διψούν τη δικαιοσύνη»(1), κάθε τι που συντελεί στη θεοσέβεια και δεν γίνεται με προθυμία και ζήλο, είναι επικίνδυνο. Ώστε είναι επικίνδυνο να νηστεύει κανείς χωρίς ζήλο, ενώ το να νηστεύει, όταν υπάρχει τέτοια ανάγκη, είναι επιβεβλημένο, γιατί ο απόστολος Παύλος μαζί με τα αλλά κατορθώματά του, για να μας διδάξει, ανέφερε και το: «Με νηστείες και στερήσεις πολλές (εκπλήρωσα την αποστολή μου)»(2).
(Όροι κατ’ επιτομήν, ΡΛ’ (130), ΕΠΕ 9, 162 – ΒΕΠ 53, 283 - MG 31, 1169). (1). Ματθ. 5, 6. (2). Β' Κορ. 11,27.
Ο Καλός Θεός μας δίνει πλούσιες τις ευλογίες Του. Να μη δείχνουμε αχαριστία και Τον παροργίζουμε, γιατί έρχεται «η οργή του Θεού επί τους υιούς της απείθειας» -μή γένοιτο. Στην εποχή μας δεν πέρασαν οι άνθρωποι ούτε πολέμους ούτε πείνα και λένε ότι δεν έχουν ανάγκη και από τον Θεό. Τα έχουν όλα και γι' αυτό δεν εκτιμούν τίποτε. Αν όμως έρθη δύσκολος καιρός, πείνα κ.λπ., και δεν έχουν τί να φάνε, τότε θα εκτιμήσουν και το ψωμί και την μαρμελάδα και όσα θα στερηθούν. Αμα δεν δοξάζουμε τον Θεό, επιτρέπει ο Θεός να έρθη μία δοκιμασία, για να εκτιμήσουμε τα πράγματα. Ενώ, όταν τα εκτιμούμε, δεν επιτρέπει ο Θεός να συμβή τίποτε το κακό.
Παλιότερα που δεν υπήρχαν αυτές οι μεγάλες ευκολίες, και η επιστήμη δεν είχε προχωρήσει τόσο, αναγκάζονταν οι άνθρωποι σε όλες τις δυσκολίες να καταφεύγουν στον Θεό, και ο Θεός βοηθούσε. Τώρα, επειδή η επιστήμη προχώρησε, τον Θεό Τον βά-ζουν στην άκρη. Πάνε χωρίς Θεό σήμερα. Υπολογίζουν: «Θα κάνουμε τούτο, θα κάνουμε εκείνο». Σκέφτονται την πυροσβεστική, σκέφτονται τις γεωτρήσεις, το ένα, το άλλο... Αλλά χωρίς Θεό τί θα κάνουν οι άνθρωποι; Οργή Θεού θα φέρουν. Βλέπεις, όταν δεν βρέχη, δεν λένε: «Θα κάνουμε προσευχή», αλλά «θά κάνουμε γεωτρηση». Και το κακό είναι ότι με αυτά τα μέσα που υπάρχουν, σιγά-σιγά όχι μόνον οι άπιστοι σκέφτονται έτσι, αλλά ακόμη και οι πιστοί αρχίζουν να ξεχνούν την δύναμη του Θεού. Το καλό είναι που μας ανέχεται ο Θεός. Αλλά την Πρόνοια του θεού ούτε καν την καταλαβαίνουν οι άνθρωποί.
Μία παρέα έλεγε: «Δεν έχουμε ανάγκη από τον Θεό, έχουμε γεωτρήσεις». Ενώ τώρα πρέπει να παρακαλέσουμε πιο πολύ τον Θεό να κάνη διπλό θαύμα, γιατί έχουν αλλοιώσει την φύση οι άνθρωποι με αυτά που κάνουν. Παρατηρούσα τα σύννεφα, πή-γαιναν αλέ-ρετούρ. Μαζεύονταν από εδώ, πήγαιναν εκεί, μία πάνω-μία κάτω. Φυσάει και τα παίρνει ο αέρας τα σύννεφα και αντί οι άνθρωποι να πούν, «τώρα πρέπει να κάνη διπλό θαύμα ο Θεός, για να κρατήση τα συννεφα», λένε, «δέν έχουμε ανάγκη από τον Θεό». Ευτυχώς που ο Θεός δεν παίρνει τοις μετρητοίς ό,τι λέμε, αλλιώς θα μας έκανε...
Χτυπούν σε βάθος εκατό-εκατόν πενήντα μέτρα κάτω για νερό και δεν βρίσκουν νερό. Στο Ναύπλιο χτύπησαν μέχρι εκατόν ογδόντα μέτρα κάτω και έβγαλαν θαλασσινό νερό. Αλλοι πάλι είπαν τον Έλενο ποταμό να τον πάνε στην Αθήνα. Δέκα χρόνια θέλουν να τον πάνε στην Αθήνα και τί έξοδα! Και πάλι θα τελειώση το νερό. Δεν λένε ένα «ήμαρτον» οι άνθρωποι. Σε ένα κουσοχώρι, τώρα με την ανομβρία, πήγε ένας πολιτικός και τους είπε ότι με ένα σύστημα θα καθαρίσουν τα νερά από τους βόθρους, για να έχουν νερό να πίνουν. Και το θεώρησαν σπουδαία ιδέα! Αυτό και μόνο σαν λογισμός δεν στέκει. Δήτε που φθάνουν, να πίνουν - με συγχωρήτε - τα ούρα τους οι άνθρωποι! Να το κάνουν αυτό σε μία πόλη που έχουν ξεφύγει οι άνθρωποι, δικαιολογείται κάπως, γιατί έχουν παρασυρθή από το κοσμικό πνεύμα. Αλλά σε ένα κουτσοχώρι το να τους βρη ένας σαν λύση να καθαρίζουν τα ούρα τους και να τα πίνουν, να το θεωρούν σπουδαίο και να μη στρέφουν λίγο το βλέμμα τους στον Θεό, να πούν ένα «ήμαρτον», για να ρίξη ο Θεός νερό, είναι φοβερό!
Και στο Αγιον Όρος πήγαν από ένα Μοναστήρι να φυτέψουν πεύκα, για να τα εκμεταλλευθούν μετά και να κάνουν χαρτί! Ξεράθηκαν όλα, ήρθε η τιμωρία από τον Θεό. Καλά, βρέ παιδί, χαρτοπετσέτες και χαρτί υγείας θα βγάζει το Αγιον Όρος; Καταλάβατε; Έκαναν τον κόπο τα φύτεψαν και όσα φύτεψαν -οργή Θεού! - ξεράθηκαν όλα!
- Γέροντα, κατάλαβαν ότι δεν ήταν σωστό;
- Αχ, που να καταλάβουν! Μετά έφεραν μηχανήματα από την Γερμανία, να κάνουν γεώτρηση, να βγάλουν νερό! Χάθηκε και το νερό που υπήρχε. Βλέπεις, άμα φύγη η ευαισθησία η πνευματική, που οδηγεί η εμπορική αντιμετώπιση; Γι' αυτό σιγά- σιγά χάνεται από τον Μοναχισμό αυτή η ευλάβεια. Δεν καταλαβαίνουν ότι, αν δεν βρέξη, θα χαθούν και τα νερά που υπάρχουν. Χρησιμοποιούν μόνον την λογική, και τον Θεό Τον βάζουν στην άκρη.
Αναφέρεται στην Παλαιά Διαθήκη ότι σε μία πολιορκία της Σαμαρείας από τους Σύριους είχε τελειώσει και το νερό. Έπεσε δυστυχία, ψοφούσαν τα ζώα και έφθασαν οι μητέρες να τρώνε τα παιδιά τους. Πάει ο Προφήτης Ελλισαιέ στον οικονόμο του βασιλιά Ιωράμ και του λέει: «Τα ζώα ψόφησαν, οι άνθρωποι πεθαίνουν από την πείνα, αλλά ο Θεός θα βοηθήση». Ο οικονόμος, που τα τακτοποιούσε όλα με την λογική, του λέει: «Πώς θα βοηθήση; Από τον ουρανό θα στείλη ο Θεός;». Τότε ο Προφήτης του είπε: «Αύριο ο Θεός θα στείλη βοήθεια, αλλά εσύ δεν θα την χαρής».
Και πράγματι την επόμενη μέρα έφερε ο Θεός τέτοιο πανικό στο εχθρικό στρατόπεδο -άκουγαν οι εχθροί ποδοβολητό αλόγων, θόρυβο αρμάτων, βούιζαν τα αυτιά τους και νόμιζαν ότι ήραν Αιγύπτιοι για ενίσχυση - που το έβαλαν στα πόδια και άφησαν σκηνές, τρόφιμα, όπλα, ό,τι είχαν. Και καθώς επέστρεφαν έντρομοι στην πατρίδα τους, άφηναν στους δρόμους τα ιμάτια και τα πολεμοφόδιά τους. Εν τω μεταξύ τέσσερις λεπροί Ισραηλίτες που ήταν έξω από την πόλη, είπαν: «Δεν πάμε στο εχθρικό στρατόπεδο μήπως βρούμε τίποτε να φάμε; Έτσι και αλλιώς θα πεθάνουμε». Πλησιάζουν μία σκηνή, άδεια. Πλησιάζουν άλλη, άδεια. Πουθενά εχθροί! Παίρνουν τρόφιμα, πράγματα, ολόκληρα τσουβάλια. Ειδοποίησαν ότι οπισθοχώρησαν οι εχθροί, αλλά οι Ισραηλίτες νόμισαν ότι είναι σχέδιο. «Θα κρύφτηκαν οι εχθροί, είπαν, για να ανοίξουμε τις πύλες και να μπούν μέσα». Τότε ένας αξιωματικός είπε: «Πέντε ζώα μας έμειναν. Δεν στέλνουμε στρατιώτες να δούν τί συμβαίνει;». Πήγε κάθε στρατιώτης προς μία κατεύθυνση καί, όταν επέστρεψαν, είπαν: «Οι εχθροί έφυγαν πανικόβλητοι και άφησαν ό,τι είχαν». Τότε έτρεξαν όλοι οι Ισραηλίτες να βγουν από το κάστρο, για να πάρουν τρόφιμα κ.λπ. Και καθώς έβγαιναν, τσαλαπάτησαν τον οικονόμο στην είσοδο του κάστρου, που προσπαθούσε να επιβάλη την τάξη. Έτσι, όπως είχε πει ο Προφήτης Ελισαιέ, ο οικονόμος είδε την βοήθεια του Θεού, αλλά δεν την χάρηκε. Βλέπετε πώς ο Θεός τα τακτοποίησε όλα;
(Λόγοι τόμος Α σελ. 118-121)
β΄. 'Ένας αδελφός ρώτησε τον Αββά ’Αβραάμ, λέγοντας : « Αν συμβή να φάγω πολύ, τι θα γίνη ; » Και αποκρίθηκε ο γέρων και του είπε : « Αλλά τι μου λες, αδελφέ ; Τόσο πολύ τρώς ; "Η θαρρείς ότι σε αλώνι ήλθες ; ».
γ'. ’Έλεγε για κάποιον από τους Σκητιώτες ο Αββάς Αβραάμ ότι ήταν γραφεύς και δεν έτρωγε ψωμί. ’Έρχεται λοιπόν σ’ αυτόν ένας άλλος μοναχός και του ζητά να του αντιγράψη ένα βιβλίο. Ο γέρων λοιπόν, βυθισμένος σε πνευματικούς λογισμούς, έγραψε πηδώντας αράδες και δεν έβαλε στίξη. Ο δε μοναχός πήρε το κείμενο και θέλοντας να το διαβάση σωστά, το βρήκε ασύνταχτο και λέγει στον γέροντα : « Πήδησες αράδες, Αββά ». Και ο γέρων του αποκρίνεται : « Πήγαινε, εφάρμοσε πρώτα ό,τι είναι γραμμένο και υστέρα έρχεσαι να σου γράψω και τα υπόλοιπα ».
Τ ο υ Αββά Ά ρ η
Πήγε ο Αββάς Αβραάμ στον Αββά Άρη. Και ενώ κάθονταν, ήλθε κάποιος αδελφός στον γέροντα και του λέγει : « Πες μου, τι να κάνω για να σωθώ ; ». Και εκείνος του αποκρίνεται : « Πήγαινε και πέρασε αυτή τη χρονιά, τρώγοντας κάθε βράδι ψωμί και αλάτι. Και ξαναέλα να σου πώ ». ’Έφυγε ο μοναχός και έκαμε έτσι. Αφού πέρασε ο χρόνος, ήλθε πάλι στον Αββά Άρη ο αδελφός εκείνος. Συνέβη δε να είναι και ο Αββάς Αβραάμ εκεί. Και είπε πάλι ο γέρων στον αδελφό : « Πήγαινε και νήστευσε και αυτή τη χρονιά κάθε δυο μέρες ». Και σαν έφυγε ο αδελφός, λέγει ο Αββάς Αβραάμ στον Αββά Άρη : « Γιατί σε όλους τους αδελφούς βάζεις με τα λόγια σου ζυγό ελαφρό και σ’ αυτόν εδώ τον αδελφό φορτώνεις μεγάλα βάρη;». Του αποκρίνεται ο γέρων : « Οι άλλοι αδελφοί ό,τι ζητούν καθώς έρχονται, αυτό και τους δίνω. Ενώ αυτός για χάρη του Θεού έρχεται να ακούση λόγο. Γιατί είναι αγωνιστής. Και ό,τι του πω, το κάνει με ζήλο. Γι’ αυτό και εγώ του λέγω του θεού τα λόγια ».
Του Αββά Αλωνίου
α’. Είπε ο Αββάς Αλώνιος : « "Αν δεν πη ο άνθρωπος στην καρδιά του, εγώ μονάχος και ο Θεός είμαστε στον κόσμο, δεν θα βρή ανάπαυση ».
β’. Είπε πάλι : « "Αν όλο τον παλαιό εαυτό μου δεν τον είχα γκρεμίσει, δεν θα μπορούσα να οικοδομήσω τον καινούργιο ».
γ’. Είπε πάλι : « "Αν θέλη ο άνθρωπος, από το πρωί έως το βράδι, φθάνει στα θεία μέτρα ».
δ'. Ρώτησε κάποτε ο Αββάς Αγάθων τον Αββά Αλώνιο, λέγοντας : «Πώς θα κατορθώσω να κυριαρχώ στη γλώσσα μου, ώστε να μη ψεύδεται ; ». Και του άπαντα ο Αββάς Αλώνιος : « ’"Αν δεν ψεύδεσαι, πολλές αμαρτίες πρόκειται να κάνης ». Και εκείνος είπε : « Πώς ; ». Και του αποκρίνεται ο γέρων : « Υπόθεσε ότι δυο άνθρωποι έκαμαν φόνο μπροστά σου και ο ένας τους βρήκε καταφύγιο στο κελλί σου. Και οι αρχές τον καταζητούν και σε ρωτάνε : ’Έγινε φόνος μπροστά σου ; Άν δεν ψευσθής, παραδίνεις αυτόν τον άνθρωπο στον θάνατο. Καλύτερα, άφησε τον μπροστά στον θεό χωρίς δεσμά. Γιατί Αυτός όλα τα γνωρίζει ».
Του Αββά Απφύ
Διηγήθηκαν για έναν επίσκοπο της Οξυρύγχου, οπού λεγόταν Αββάς Απφύ. 'Ότι, όταν ήταν μοναχός, πολλές σκληραγωγίες έκανε. Όταν δε έγινε επίσκοπος, θέλησε να κάνη την ίδια σκληραγωγία και μέσα στον κόσμο, αλλά δεν μπόρεσε. Και δεήθηκε με ταπείνωση στον Θεό, αναθέτοντας σ’ Αυτόν το πρόβλημά του και λέγοντας :
« Μήπως αιτία του ότι έφυγε η χάρη από μένα είναι το επισκοπικό αξίωμα ; ». Και του φανερώθηκε : « Όχι. Αλλά τότε έρημος ήταν. Και μια και δε υπήρχε άνθρωπος, ο Θεός φρόντιζε. Τώρα όμως είναι κόσμος και οι άνθρωποι φροντίζουν για σένα ».
Του Αββά Απολλώ
α . 'Υπήρχε κάποιος γέρων στα κελλιά ονόματι Απολλώς. Και αν ερχόταν κάποιος να τον ζητήση για οποιαδήποτε δουλειά, μετά χαράς πήγαινε, λέγοντας : « Σήμερα πρόκειται μαζί με τον Χριστό να εργασθώ για την ψυχή μου. Γιατί αυτός είναι ο μισθός της ».
β’. Έλεγαν για κάποιον Αββά Απολλώ όπου ζούσε σε Σκήτη, ότι ήταν τσοπάνης άξεστος. Είδε λοιπόν κάποτε στο χωράφι μια γυναίκα έγκυο και παρακινημένος από τον διάβολο είπε : «Θέλω να δω πώς είναι το βρέφος στην κοιλιά της ». Την άνοιξε λοιπόν και είδε το βρέφος. Αλλά ευθύς ένοιωσε πόνο στην καρδιά. Και γεμάτος συντριβή, πήγε σε μια Σκήτη, οπού φανέρωσε στους πατέρες τι είχε κάμει. Τους ακούσε δε να ψάλλουν : « Aι ημέραι των ετών ημών εν αυτοίς εβδομήκοντα έτη· εάν δε εν δυναστείαις, ογδοήκοντα· και το πλείον αυτών κόπος και πόνος ». Και τους είπε : « Είμαι σαράντα ετών και μια φορά δεν προσευχήθηκα στη ζωή μου. Και τώρα, αν ζήσω άλλα σαράντα χρόνια, δεν θα παύσω να παρακαλώ τον Θεό να μου συγχωρήση τις αμαρτίες μου ». Και ούτε εργόχειρο έκανε. Άλλα πάντα προσευχόταν, λέγοντας : « Αμάρτησα σαν άνθρωπος, σαν Θεός σπλαχνίσουμε ». Και γυρόφερνε στον νου του αυτή την προσευχή μέρα και νύχτα. Έμενε και ένας άλλος αδελφός μαζί του. Και τον άκουσε να λέγη : « Σε ενώχλησα, Κύριε, συγχώρα με, για να αναπαυθώ λίγο ». Και πήρε την εσωτερική πληροφορία ότι του συγχώρησε ο Θεός όλες τις αμαρτίες του και το έγκλημά του στη γυναίκα. Αλλά, για το παιδί, δεν πήρε πληροφορία. Και του είπε ένας από τους γέροντες : « Και το έγκλημά σου στο παιδί σου το συγχώρησε ο θεός, αλλά σε αφήνει να θλίβεσαι, γιατί αυτό είναι συμφέρον στην ψυχή σου ».
γ'. Ο ίδιος είπε για την υποδοχή των αδελφών, ότι πρέπει, καθώς έρχονται οι αδελφοί, να τους προσκυνάμε. Γιατί όχι αυτούς, αλλά τον θεό προσκυνάμε. Είδες, λέγει, τον αδελφό σου, είδες Κύριο τον θεό σου. Και αυτό, λέγει, από τον Αβραάμ το παραλάβαμε. Και όταν υποδέχεστε, να ζητάτε επίμονα να αναπαύσετε τους επισκέπτες σας. Γιατί και αυτό το παραλάβαμε από τον Λώτ, όπου έτσι φέρθηκε στους Αγγέλους.
(Είπε Γέρων,Το Γεροντικόν εκδ. Αστήρ, Αθήνα 1996 σελ.48-51 )
Μέ τά πνευματικά βιβλία πού μελετᾶς, ἔχεις φτάσει τώρα στό σημεῖο νά βλέπεις ὅτι ἔχεις γονατίσει πνευματικά κάτω ἀπό τό βάρος πολλῶν καί δυσβάσταχτων σταυρῶν, πού σοῦ φόρτωσαν ὁ κόσμος, ἡ σάρκα καί ὁ διάβολος. Καί εἶσαι γι᾿ αὐτό ἐξουθενωμένος, τρομοκρατημένος.
«Μήν ταρασσέσθω σου ἡ καρδία» (Ἰω. 14. 1). Ἤ μᾶλλον, νά χαίρεσαι. Σκέψου: Δέν εἶσαι πιά μόνο ἕνας στρατιώτης τοῦ τσάρου, ἀλλά καί ἕνας στρατιώτης τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν. Δέν ἀνήκεις μόνο στό στράτευμα ἐκεῖνο πού πολεμάει «πρός αἷμα καί σάρκα», ἀλλά καί σ᾿ ἐκεῖνο πού ἀγωνίζεται «πρός τάς ἀρχάς, πρός τάς ἐξουσίας, πρός τούς κοσμοκράτορας τοῦ σκότους τοῦ αἰῶνος τούτου, πρός τά πνευματικά τῆς πονηρίας ἐν τοῖς ἐπουρανίοις» (Ἐφεσ. 6: 12).
Εὔχομαι νά μή σέ καταβάλει ποτέ ἡ ἀπελπισία. Ὅταν πάντως βλέπεις ὅτι κινδυνεύεις, ὕψωσε τά χέρια σου στόν οὐρανό καί κραύγασε: «Κύριε, χάνομαι, σῶσε με!». Μέ τόν ἴδιο τρόπο ἐπικαλέσθηκαν τή βοήθειά Του οἱ ἅγιοι ἀπόστολοι, ὅταν ἔπεσε σέ τρικυμία τό πλοῖο, μέ τό ὁποῖο ταξίδευαν. Κι Ἐκεῖνος ἔσπευσε νά τούς καθησυχάσει καί νά τούς σώσει: «Ἐγερθείς ἐπετίμησε τοῖς ἀνέμοις καί τῇ θαλάσσῃ καί ἐγένετο γαλήνη μεγάλη» (Ματθ. 8. 26).
Μ᾿ αὐτό τόν τρόπο μᾶς συνιστᾶ νά προσευχόμαστε καί ὁ Ἀββᾶς Μακάριος. Στό Γεροντικό διαβάζουμε ὅτι κάποιοι τόν ρώτησαν: «Πῶς πρέπει νά προσευχόμαστε;». Κι ἐκεῖνος ἀποκρίθηκε: «Δέν εἶναι ἀνάγκη νά λέμε πολλά λόγια, ἀλλά νά σηκώνουμε τά χέρια καί νά λέμε: “Κύριε, ὅπως θέλεις καί ὅπως ξέρεις, ἐλέησε με”. Κι ἄν βρισκόμαστε σέ πόλεμο νά λέμε: “Κύριε, βοήθεια!” Καί Αὐτός γνωρίζει ποιό εἶναι τό συμφέρον μας καί μᾶς ἐλεεῖ».
Ἔτσι λοιπόν θά ἐλεήσει κι ἐσένα ὁ Κύριος, καί θά φέρει στήν ψυχή σου «γαλήνη μεγάλη». Μέ μιά προϋπόθεση: Ὅτι, ἔστω κι ἄν ἐφαρμόζεις ὅλες τίς ἐντολές, θά προχωρᾶς σταθερά μέσα στό μονοπάτι τῆς μετάνοιας καί τῆς ταπεινώσεως – τό στενό μονοπάτι! Ὁ ὅσιος Ἰωάννης σοῦ τό λέει καθαρά: Ἀκόμα κι ἄν ἀνέβηκες ὁλόκληρη τήν κλίμακα τῶν ἀρετῶν, νά προσεύχεσαι γιά τήν ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν σου!
3. Εμπιστοσύνη στην πρόνοια του Θεού
Άκουσε! Ο ίδιος ο Κύριος λέει για τον άνθρωπο που εμπιστεύεται τον εαυτό του στην θεία πρόνοια: «Επ΄ εμέ ήλπισε, και ρύσομαι αυτόν• σκεπάσω αυτόν, ότι έγνω το όνομά μου.
Κεκράξεται προς με, και επακούσομαι αυτού, μετ’ αυτού ειμί εν θλίψει• εξελούμαι αυτόν και δοξάσω αυτόν» (Ψαλμ. 90: 14-15).Οι θλίψεις και τα βάσανα εδραιώνουν την πίστη μέσα μας, και μας διδάσκουν να περιφρονούμε τον κόσμο και τη δόξα του. Πίστευε πάντοτε ότι κανένα κακό, καμιά λύπη δεν μπορεί να μας βρεί-ούτε μια τρίχα δεν μπορεί να πέσει από το κεφάλι μας-χωρίς να το παραχωρήσει ο Θεός.Τίποτα δεν γίνεται, λέει ο αββάς Δωρόθεος, χωρίς την πρόνοια του Θεού. Καί όπου υπάρχει η πρόνοια του Θεού, οπωσδήποτε αυτό που συμβαίνει, όσο πικρό κι αν είναί, θα φέρει ωφέλεια στην ψυχή. Μη λυπάσαι λοιπόν και μη μικροψυχείς για τους πειρασμούς σου.Να τους δέχεσαι ατάραχα, με ταπεινοφροσύνη και ελπίδα στο Θεό. Πίστεψέ το: Ποτέ δεν είναι δυνατό να πάρουν τα πράγματα καλύτερη εξέλιξη, παρά μόνο έτσι όπως τα επιτρέπει ο Θεός μέσα στο έλεός Του. Γι’ αυτό δόξαζέ Τον για όλα. Καί μη ρίχνεις τις ευθύνες, για ο, τι σού συμβαίνει, σε άλλους ανθρώπους. Αν και έχουμε πάντα την τάση ν’ αποδίδουμε τα προβλήματά μας στους άλλους, στην κακία ή την ανικανότητά τους, στην πραγματικότητα αυτοί δεν είναι παρά εργαλεία στα χέρια του Θεού. Εργαλεία, που τα χρησιμοποιεί για να οικονομήσει τη σωτηρία μας.
Πάρε λοιπόν θάρρος και προσευχήσου. Προσευχήσου θερμά στον Κύριο, που πάντοτε εργάζεται για τη σωτηρία μας, χρησιμοποιώντας γι’ αυτό το σκοπό και τα δυό μέσα: Καί ο, τι εμείς αποκαλούμε ευτυχία και ο, τι εμείς αποκαλούμε δυστυχία.
(Πνευματικές Νουθεσίες, εκδ. Ιερά Μονή Παρακλήτου, σελ. 91-94)