(γράφει ο Φράνσις Κόλλινς, εξέχων Γενετιστής Επιστήμων)
Επιλογή Ι: Αθεϊσμός και Αγνωστικισμός. Όταν η επιστήμη παραμερίζει την Πίστη
ΑΓΝΩΣΤΙΚΙΣΜΟΣ
Ο όρος αγνωστικιστής επινοήθηκε από τον γραφικό Βρετανό Thomas Henry Huxley, γνωστό και σαν το μπουλντόγκ του Δαρβίνου, το 1869. Αυτή είναι η περιγραφή του για το πως κατέληξε να επινοήσει τον όρο:
«Όταν έφθασα σε μια πνευματική ωριμότητα και άρχισα να αναρωτιέμαι αν ήμουν ένας άθεος, ένας θεϊστής ή ένας πανθεϊστής, ένας υλιστής ή ιδεαλιστής, ένας Χριστιανός ή ελεύθερος στοχαστής, βρήκα ότι όσο πιο πολύ μάθαινα και σκεπτόμουνα, τόσο λιγότερο εύκολη ήταν ή απάντηση, ώσπου τελικά έφθασα στο συμπέρασμα ότι δεν είχα θέση σε καμιά από αυτές τις ομάδες, εκτός της τελευταίας. Το μόνο πράγμα στο οποίο όλοι αυτοί οι καλοί άνθρωποι ήταν σύμφωνοι, ήταν το μόνο στο οποίο διέφερα από αυτούς. Ήταν τελείως βέβαιοι ότι είχαν φθάσει σε μια κάποια “γνώση” είχαν λίγο ή πολύ λύσει το πρόβλημα τής ύπαρξής, ενώ εγώ ήμουν απόλυτα βέβαιος ότι δεν είχα, και ήμουν πολύ βέβαιος ότι το πρόβλημα είναι άλυτο. Έτσι σκέφτηκα και επινόησα ότι νόμισα ό,τι είναι ο κατάλληλος τίτλος του “αγνωστικιστή”. Ήρθε στο νου μου σαν ενδεδειγμένο αντιλεκτικό στους “γνωστικούς ” της Εκκλησιαστικής ιστορίας, που ισχυρίζονταν ότι ξέρουν τόσα πολλά για τα πράγματα ακριβώς που σε μένα ήσαν άγνωστα».8
Αγνωστικιστής λοιπόν είναι ένας που θα ΄λεγε απλά ότι η γνώση του Θεού δεν μπορεί να επιτευχθεί. Όπως και για την αθεΐα, υπάρχουν ισχυρές και ασθενείς μορφές αγνωστικισμού, με την ισχυρή μορφή να υποστηρίζει ότι δεν υπάρχει τρόπος να γνωρίσει ποτέ το ανθρώπινο γένος, και την ασθενή μορφή να λέει απλώς «όχι τώρα».
Οι διαχωριστικές γραμμές ανάμεσα στον ισχυρό αγνωστικισμό και τη μετριοπαθή αθεΐα είναι ασαφείς όπως αποκαλύπτει ένα ανέκδοτο για το Δαρβίνο. Σ΄ ένα δείπνο μαζί με δύο άθεους, το 1881, ο Δαρβίνος ρώτησε τους φιλοξενούμενούς του: «Γιατί ονομάζετε τους εαυτούς σας άθεους;» λέγοντας ότι αυτός προτιμούσε τον όσο του Huxley «αγνωστικιστής». Ένας από αυτούς απάντησε ότι ο αγνωστικιστής δεν είναι παρά ένας επιφυλακτικός άθεος, και ο άθεος είναι μόνο ένας επιθετικός αγνωστικιστής.9
Πολλοί αγνωστικιστές, εντούτοις, δεν είναι τόσο επιθετικοί και παίρνουν τη θέση ότι δεν είναι δυνατόν, τουλάχιστον γι΄αυτούς, να πάρουν αυτήν την εποχή θέση υπέρ ή κατά της ύπαρξης Θεού. Επιφανειακά αυτή είναι μια λογικά υποστηριζόμενη θέση (ενώ η αθεΐα δεν είναι). Ασφαλώς είναι τελείως συμβιβασμένη με τη θεωρία της εξέλιξης και πολλοί Βιολόγοι θα τοποθετούνταν σ΄ αυτό το στρατόπεδο. Αλλά ο αγνωστικισμός επίσης μπορεί να μην είναι παρά μια φυγή.
Για να υποστηριχθεί καλά θα πρέπει να φθάσει κανείς σ΄αυτόν μετά από μια πλήρη εξέταση όλων των ενδείξεων υπέρ ή κατά της ύπαρξης Θεού. Είναι σπάνιο ένας αγνωστικιστής να έχει κάνει την προσπάθεια να το κάνει αυτό (μερικοί που το έκαναν και αυτοί είναι μάλλον ένας αριθμός περιορισμένος, απρόοπτα μεταστράφηκαν σε πίστη στο Θεό). Επιπλέον, ενώ ο αγνωστικισμός είναι μια άνετη συνηθισμένη στάση για πολλούς, από μια πνευματική άποψη δείχνει μια αδυναμία. Θα θαυμάζαμε κάποιον που θα επέμενε ότι η ηλικία του σύμπαντος δεν μπορεί να γίνει γνωστή και που δεν διέθεσε χρόνο για να δει τις αποδείξεις;
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ
Η επιστήμη δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να δικαιολογήσει την απόρριψη των μεγάλων μονοθεϊστικών θρησκειών του κόσμου, που στηρίζονται σε αιώνες ιστορίας, ηθικής φιλοσοφίας και στην ισχυρή ένδειξη που προκύπτει από τον ανθρώπινο αλτρουισμό. Είναι μεγάλη επιστημονική «ύβρις» ο αντίθετος ισχυρισμός και μας αφήνει με μια πρόκληση: αν η ύπαρξη του Θεού είναι πραγματική (όχι απλά παράδοση αλλά πραγματικά αληθινή) και αν ορισμένα συμπεράσματα για το φυσικό κόσμο είναι επίσης αληθινά (όχι ακριβώς της μόδας αλλά αντικειμενικά αληθινά), τότε δεν πρέπει να αντιλέγουν το ένα στο άλλο. Μια πλήρως αρμονική σύνθεση πρέπει να είναι δυνατή.
Παρατηρώντας το σημερινό κόσμο είναι, εντούτοις, δύσκολο να ξεφύγει κανείς από την αίσθηση ότι αυτές οι δύο όψεις της αλήθειας δεν επιζητούν την αρμονία αλλά είναι σε πόλεμο. Αυτό δεν είναι πουθενά πιο φανερό από τις διαμάχες γύρω από τη δαρβίνεια θεωρία της εξέλιξης. Εδώ είναι που οι μάχες είναι σήμερα πολύ μανιασμένες, εδώ είναι που η έλλειψη κατανόησης κι από τις δύο πλευρές είναι πολύ βαθιά, εδώ είναι που διακυβεύεται πιο πολύ το μέλλον του κόσμου μας, κι εδώ είναι όπου η αρμονία είναι απελπιστικά αναγκαία. Κι έτσι σ΄ αυτό το θέμα θα είναι καλό να στρέψουμε την προσοχή μας στη συνέχεια.
(Francis Collins, Η Γλώσσα του Θεού σελ.149-151, εκδ. Παπαζήση)
(γράφει ο Φράνσις Κόλλινς, εξέχων Γενετιστής Επιστήμων)
Επιλογή Ι: Αθεϊσμός και Αγνωστικισμός. Όταν η επιστήμη παραμερίζει την Πίστη.
Η χρονιά που ήμουν πρωτοετής στο κολλέγιο, το 1968, ήταν γεμάτη από συνταρακτικά γεγονότα. Τα σοβιετικά τανκς είχαν μπει στην Τσεχοσλοβακία, ο πόλεμος του Βιετνάμ είχε κλιμακωθεί με την επίθεση των Τετ, και ο Ρόμπερτ Κέννεντυ και ο Μάρτιν Λούθερ Κίνγκ είχαν δολοφονηθεί. Αλλά ακριβώς στο τέλος αυτού του έτους ένα άλλο πιο θετικό γεγονός συνέβη, που συγκίνησε τον κόσμο, και ήταν η εκτόξευση του «Απόλλων 8». Ήταν το πρώτο επανδρωμένο διαστημόπλοιο που θα βρισκόταν σε τροχιά γύρω από τη Σελήνη. Ο Frank Borman, o James Lovell και ο William Anders ταξίδεψαν στο διάστημα για τρεις ημέρες αυτόν τον Δεκέμβριο, ενώ ο κόσμος κρατούσε την αναπνοή του. Κατόπιν άρχισαν να τριγυρίζουν τη Σελήνη, παίρνοντας τις πρώτες φωτογραφίες της Γης που ανέτειλε πάνω από την επιφάνεια της Σελήνης, που θύμισαν σε όλους εμάς πόσο μικρός και εύθραυστος φαίνεται ο πλανήτης μας από το κατάλληλο σημείο του διαστήματος. Την παραμονή των Χριστουγέννων οι τρεις αστροναύτες μετέδωσαν μια ζωντανή τηλεοπτική εκπομπή από το θαλαμίσκο τους. Αφού σχολίασαν τις εμπειρίες τους από την ερημιά του σεληνιακού τοπίου, διάβασαν όλοι μαζί στον κόσμο τους πέντε πρώτους στίχους του κεφαλαίου 1 της Γενέσεως. Σαν ένας αγνωστικιστής εξελισσόμενος σε άθεο την εποχή εκείνη, θυμάμαι ακόμη την ξαφνική αίσθηση δέους που με κυρίευσε, όταν αυτές οι αξέχαστες λέξεις «εν αρχή εποίησεν ο Θεός τον Ουρανόν και την Γ ην» έφθασαν στ΄αυτιά μου από 240.000 μίλια μακριά, ειπωμένες από ανθρώπους που ήταν επιστήμονες και μηχανικοί, αλλά για τους οποίους αυτές οι λέξεις είχαν φανερά μεγάλο νόημα.
Αμέσως μετά η γνωστή Αμερικανίδα αθεΐστρια Madalyn Murray O΄Hair μήνυσε τη ΝΑSΑ γιατί επέτρεψε αυτή την ανάγνωση της Βίβλου την παραμονή των Χριστουγέννων. Υποστήριξε ότι αφού οι Αμερικανοί αστροναύτες ήταν ομοσπονδιακοί υπάλληλοι πρέπει να τους απαγορεύεται η δημόσια προσευχή στο διάστημα. Μολονότι τα δικαστήρια τελικά απέρριψαν την αγωγή της, η ΝΑSA αποθάρρυνε τέτοιες αναφορές στην πίστη σε μελλοντικές πτήσεις· Έτσι ο Buzz Aldrin του «Απόλλωνα ΙΙ» κανόνισε να κοινωνήσει στην επιφάνεια της Σελήνης κατά την πρώτη προσσελήνωση, το 1969, αλλά αυτό το γεγονός δεν αναφέρθηκε ποτέ δημόσια.
Μια μαχητική αθεΐστρια να κινητοποιείται δικαστικά ενάντια στην ανάγνωση της Βίβλου από αστροναύτες που τριγύριζαν τη Σελήνη, την παραμονή των Χριστουγέννων. Τι σύμβολο κλιμακούμενης εχθρότητας ανάμεσα σε πιστούς και άπιστους στο σημερινό κόσμο! Κανένας δεν αντέδρασε, το 1844, όταν το πρώτο τηλεγραφικό μήνυμα του Samuel Morse ήταν; «Τι εποίησεν ο Θεός». Κι όμως με αυξανόμενο ρυθμό, τον 21ο αιώνα, εξτρεμιστές και των δύο πλευρών της αντίθεσης επιστήμης/πίστης επιμένουν ότι η άλλη πλευρά πρέπει να φιμωθεί.
Η αθεΐα εξελίχθηκε από τότε που η O΄ Hair ήταν η πιο ορατή συνήγορός της. Σήμερα δεν είναι οι κοσμικοί ακτιβιστές σαν την O΄ Hair που αποτελούν την πρωτοπορία της, είναι οι εξελικτικοί. Μεταξύ των διαφόρων θορυβωδών υποστηρικτών, οι Richard Dawkins και Daniel Denett διακρίνονται σαν εύγλωττοι σοφοί που ξοδεύουν σημαντική ενεργητικότητα για να εξηγήσουν και να διαδώσουν το Δαρβινισμό, ισχυριζόμενοι ότι μια αποδοχή της εξέλιξης στη Βιολογία απαιτεί μια αποδοχή της αθεΐας στη Θεολογία. Σ' ένα αξιοσημείωτο τέχνασμα μάρκετινγκ, αυτοί και οι συνάδελφοί τους στην αθεϊστική κοινότητα επιχείρησαν επίσης να προωθήσουν τον όρο «λαμπερός» αντί για «άθεος» (το υπονοούμενο συμπέρασμα, ότι οι πιστοί πρέπει να είναι ίσως είναι «σκοτεινοί», ίσως είναι ένας λόγος γιατί ο όρος δεν επικράτησε ακόμη). Ασφαλώς η εχθρότητά τους για την πίστη είναι απροκάλυπτη. Πώς φθάσαμε εδώ
ΑΘΕΪΑ
Μερικοί έχουν ξεχωρίσει την αθεΐα σε «ελαφρές» και «σκληρές» μορφές.
Ασθενής αθεΐα είναι η απουσία πίστης στην ύπαρξη ενός Θεού ή Θεών, ενώ σκληρή αθεΐα είναι η στερεά πεποίθηση ότι δεν υπάρχουν τέτοιες θεότητες. Στην καθημερινή συζήτηση η σκληρή αθεῖα είναι γενικά η θέση που παίρνει ένας που έχει αυτήν την άποψη, γι΄αυτό θα συζητήσουμε αυτήν την προοπτική εδώ.
Σε άλλο μέρος έχω υποστηρίξει ότι η αναζήτηση για Θεό είναι ένα πλατιά διαδεδομένο χαρακτηριστικό όλου του ανθρώπινου γένους, άσχετα από γεωγραφική περιοχή και σε όλη την ανθρώπινη ιστορία. Στο αξιοσημείωτο βιβλίο του Εξομολογήσεις (ουσιαστικά η πρώτη αυτοβιογραφία στη Δύση), ο Άγιος Αυγουστίνος περιγράφει αυτή τη νοσταλγία στην πρώτη ακριβώς παράγραφο: «Το να Σε δοξάζω είναι η επιθυμία του ανθρώπου, ενός μικρού κομματιού της δημιουργίας Σου. Εσύ παρακινείς τον άνθρωπο να ευχαριστιέται να Σε υμνεί, γιατί μας έφτιασες για Σένα και η ψυχή μας είναι ανήσυχη μέχρι που να βρει ανάπαυση σε Σένα ».1
Αν αυτή η παγκόσμια αναζήτηση Θεού είναι τόσο επιτακτική, τι θα κάνουμε μ΄ αυτές τις ανήσυχες καρδιές που αρνούνται την ύπαρξή του; Σε ποια βάση στηρίζονται να κάνουν τέτοιες διαβεβαιώσεις με τέτοια σιγουριά; Και ποιες είναι οι ιστορικές ρίζες αυτής της άποψης;
Η αθεΐα έπαιξε μικρό ρόλο στην ιστορία μέχρι το 18ο αιώνα οπότε εμφανίστηκε ο Διαφωτισμός και αναπτύχθηκε ο υλισμός. Στο κάτω-κάτω της γραφής ο sir Ισαάκ Νεύτων ήταν ένας σταθερός πιστός στο Θεό που έγραψε και δημοσίευσε περισσότερες εργασίες για την ερμηνεία της Βίβλου παρά για μαθηματικά και φυσική. Μια πιο δυνατή δύναμη που γέννησε την αθεΐα το 18ο αιώνα ήταν ο Διαφωτισμός, μια επανάσταση ενάντια στην καταπιεστική εξουσία της κυβέρνησης και της Εκκλησίας, που εκδηλώθηκε ιδιαίτερα στη Γαλλική Επανάσταση. Και οι δύο, η γαλλική βασιλική οικογένεια και η ηγεσία της Εκκλησίας, φάνηκαν εξίσου σκληροί, εγωκεντρικοί, υποκριτικοί και αναίσθητοι για τις ανάγκες του κοινού ανθρώπου. Ταυτίζοντας την οργανωμένη Εκκλησία με τον ίδιο το Θεό οι επαναστάτες αποφάσισαν ότι ήταν καλύτερα να απορρίψουν και τους δύο.
Πρόσθετη ενίσχυση για την αθεϊστική προοπτική προσφέρθηκε από τα γραπτά του Sigmund Freud, που ισχυρίσθηκε ότι η πίστη στο Θεό είναι απλά μια επιθυμητική νοοτροπία. Αλλά ακόμη δυνατότερη υποστήριξη για την αθεϊστική προοπτική τα τελευταία 150 χρόνια φάνηκε να προκύπτει από τη δαρβίνεια θεωρία της εξέλιξης. Με σκοπό να διαλύσει το «επιχείρημα σχεδίου» που ήταν ένα δυνατό βέλος στη φαρέτρα του θεϊστή, η εξελικτική θεωρία αρπάχθηκε από τους αθεϊστές σαν ένα δυνατό αντιόπλο κατά της πνευματικότητας.
Κοιτάξτε, για παράδειγμα, τον Eduard O. Wilson, έναν από τους εξέχοντες εξελικτικούς βιολόγους της εποχής μας. Στο βιβλίο του Για τη φύση του ανθρώπου (On Human Nature), ο Wilson με χαρά αναγγέλλει ότι η εξέλιξη θριάμβευσε πάνω στην κάθε είδους μεταφυσική, συμπεραίνοντας:
«Το τελικό αποφασιστικό πέρας που θα απολαύσει η φυσιοκρατία θα προέλθει από την ικανότητά της να εξηγήσει την παραδοσιακή θρησκεία, την κύρια αμφισβήτηση της, σαν ένα ολοκληρωτικά υλικό φαινόμενο. Η Θεολογία δεν είναι πιθανό να επιζήσει σαν ένας ανεξάρτητος πνευματικός κλάδος».2
Μεγάλες κουβέντες!
Ακόμα μεγαλύτερες κουβέντες προήλθαν από τον Richard Dawkins. Σε μια σειρά βιβλίων αρχίζοντας με το Το Εγωιστικό Γονίδιο (The Selfish Gene) και συνεχίζοντας με το Ο Τυφλός Ωρολογοποιός (The Blind Watch-Maker), Ανεβαίνοντας στο Βουνό (Climbing up Mountain) και Ένας Εφημέριος του Διαβόλου (A Devil΄ς Chaplain), περιγράφει με εντυπωσιακές αναλογίες και ρητορικές διακοσμήσεις τις συνέπειες της μεταβολής των ειδών και της φυσικής επιλογής. Βασιζόμενος πάνω σ' αυτή τη δαρβινική θεμελίωση, ο Dawkins κατόπιν επεκτείνει τα συμπεράσματά του για τη θρησκεία με πολύ επιθετικά λόγια: «Είναι της μόδας να χαρακτηρίζουμε ως απειλή από την Αποκάλυψη για την ανθρωπότητα τον ιό του AIDS, τη νόσο των τρελλών αγελάδων και πολλά άλλα, αλλά νομίζω ότι μπορεί να υποστηριχθεί ότι η πίστη είναι ένα από τα μεγάλα κακά του κόσμου, εφάμιλλο με τον ιό της ευλογιάς αλλά δυσκολότερο να ξεριζωθει›.3
Στο τελευταίο του βιβλίο Ο Θεός του Dawkins" (Dawkins God), ο Μοριακός Βιολόγος και Θεολόγος Alister McGrath καταπιάνεται με αυτά τα θρησκευτικά συμπεράσματα και επισημαίνει τις λογικές πλάνες σ΄ αυτά. Τα επιχειρήματα του Dawkins έρχονται σε τρεις κύριες αποχρώσεις.
Πρώτον, υποστηρίζει ότι η εξέλιξη εξηγεί πλήρως τη βιολογική πολυπλοκότητα και την καταγωγή του ανθρώπινου γένους, κι έτσι δεν υπάρχει πια ανάγκη για Θεό. Μολονότι αυτό το επιχείρημα σωστά απαλλάσσει το Θεό από το να έχει κάνει πολλαπλές πράξεις χωριστής δημιουργίας του κάθε είδους στον πλανήτη, είναι βέβαιο ότι δεν αναιρεί την ιδέα ότι ο Θεός πραγματοποίησε το δημιουργικό του σχέδιο με την εξέλιξη. Το πρώτο επιχείρημα του Dawkins συνεπώς δεν εφαρμόζεται στο Θεό που λάτρευε ο Άγιος Αυγουστίνος ή αυτόν που λατρεύω εγώ. Αλλά ο Dawkins είναι δάσκαλος στο να στήνει έναν ψεύτικο άνθρωπο και κατόπιν να τον ξηλώνει με μεγάλη ευχαρίστηση. Στην πραγματικότητα τέτοιοι επαναλαμβανόμενοι βαρείς χαρακτηρισμοί για την πίστη προδίδουν μια φαρμακερή προσωπική διάθεση μάλλον, παρά μια συνέπεια στα λογικά επιχειρήματα τα οποία ο Dawkins τόσο εκτιμά στο επιστημονικό πεδίο.
Το δεύτερο επιχείρημα από αυτή τη σχολή εξελικτικής αθεΐας του Dawkins είναι ένας άλλος αχυράνθρωπος: ότι η θρησκεία είναι παράλογη. Φαίνεται να έχει δεχθεί τον ορισμό της θρησκείας που αποδίδεται στον απόκρυφο μαθητή του Mark Twain: «Πίστη είναι να πιστεύεις ότι ξέρεις ότι δεν είναι έτσι».4 Ο ορισμός της πίστης από τον Dawkins είναι «τυφλή εμπιστοσύνη με απουσία ενδείξεων ακόμα ενάντια στις ενδείξεις».5 Αυτό οπωσδήποτε δεν περιγράφει την πίστη πολλών πιστών στην ιστορία, ούτε αυτών που γνωρίζω εγώ. Ενώ λογικά επιχειρήματα δεν μπορούν ποτέ να αποδείξουν οριστικά την ύπαρξη του Θεού, σοβαροί στοχαστές από τον Αυγουστίνο και τον Ακινάτη έως τον C.S.Lewis, απέδειξαν ότι μια πίστη σε Θεό είναι έντονα αληθοφανής. Δεν είναι λιγότερο αληθοφανής σήμερα. Η καρικατούρα της πίστης που παρουσιάζει ο Dawkins είναι εύκολη γι΄ αυτόν να της επιτεθεί, αλλά δεν είναι το αληθινό πράγμα.
Η τρίτη αντίρρηση του Dawkins είναι ότι πολύ κακό έχει γίνει στο όνομα της θρησκείας. Δεν υπάρχει αντίρρηση σ΄ αυτή την αλήθεια, μολονότι αναντίρρητα μεγάλες πράξεις φιλανθρωπίας έχουν κινητοποιηθεί από την πίστη. Αλλά οι κακές πράξεις που έγιναν στο όνομα της θρησκείας με κανένα τρόπο δεν ενοχοποιούν την αλήθεια της πίστης. Αντίθετα ενοχοποιούν τη φύση των ανθρωπίνων όντων, αυτών των σκουριασμένων δοχείων στα οποία τοποθετήθηκε το καθαρό νερό αυτής της αλήθειας.
Είναι ενδιαφέρον ότι ενώ ο Dawkins υποστηρίζει ότι είναι το γονίδιο και ο ακατάπαυστος αγώνας του για επιβίωση που εξηγεί την ύπαρξη όλων των ζωντανών πλασμάτων, υποστηρίζει ότι εμείς οι άνθρωποι είμαστε τελικά τόσο πολύ προχωρημένοι ώστε να μπορούμε να επαναστατήσουμε ενάντια στις γενετικές επιταγές. «Μπορούμε ακόμα να συζητήσουμε τρόπους για να καλλιεργήσουμε προσεκτικά και να αναπτύξουμε καθαρά αφιλοκερδή αλτρουισμό, κάτι που δεν έχει θέση στη φύση, κάτι που δεν έχει υπάρξει πριν σε όλη την ιστορία του κόσμου».6
Εδώ είναι ένα παράδοξο: ο Dawkins είναι ένας υποστηρικτής του Ηθικού Νόμου. Από που μπορεί να έχει έλθει αυτή η ορμή για καλά αισθήματα; Αυτό ασφαλώς θα έπρεπε να κινήσει την υποψία του για την «τυφλή αδυσώπητη αδιαφορία», που υποστηρίζει ότι αναφέρεται σε όλη τη φύση, περιλαμβανομένου του ίδιου και της υπόλοιπης ανθρωπότητας, από τη άθεη εξέλιξη. Ποια αθεΐα τότε θα έπρεπε να αποδώσει στον αλτρουισμό;
Το μεγάλο και αναπόφευκτο λάθος του ισχυρισμού του Dawkins ότι η επιστήμη απαιτεί αθεΐα είναι ότι προχωρεί πιο πέρα από τις αποδείξεις. Εάν ο Θεός είναι έξω από τη φύση, τότε η επιστήμη δεν μπορεί ούτε να αποδείξει ούτε να αποκλείσει την ύπαρξή Του. Η ίδια η αθεΐα, επομένως, μπορεί να θεωρηθεί σαν μια μορφή τυφλής πίστης, αφού υιοθετεί ένα σύστημα που δεν μπορεί να υποστηριχθεί με βάση την καθαρή λογική.
Ίσως, η πιο γραφική περίληψη αυτής της άποψης προέρχεται από μια απίθανη πηγή: Τον Stephen Jay Gould, που, εκτός από τον Dawkins, είναι πιθανώς ο πιο ευρύτερα διαβασμένος εκπρόσωπος της εξέλιξης στην περασμένη γενιά. Γράφοντας μια, κατά τα άλλα λίγο διαβασμένη βιβλιοκρισία, ο Gould σφυροκόπησε την άποψη του Dawkins:
«Να το πω για όλους τους συναδέλφους μου για εκατομμυριοστή φορά: Η επιστήμη δεν μπορεί με τις νόμιμες μεθόδους της να κρίνει το θέμα της εποπτείας της φύσης από το Θεό. Δεν μπορούμε ούτε να το επιβεβαιώσουμε ούτε να το αρνηθούμε αυτό. Αν κάποιοι από το σινάφι μας (εννοεί και τον Richard Dawkins, αθεϊστή) κάνουν δηλώσεις ότι ο Δαρβινισμός καταργεί το Θεό θα βρω την κ. McInerney (δασκάλα του Gould) να τους δώσει με τη βέργα στα δάχτυλα.
Η επιστήμη μπορεί να δουλέψει μόνο με νατουραλιστικές εξηγήσεις. Δεν μπορεί ούτε να βεβαιώσει ούτε να αρνηθεί άλλου είδους ενεργούντες (όπως ο Θεός) σε άλλες σφαίρες (το βασίλειο της ηθικής, για παράδειγμα). Ξεχάστε τη φιλοσοφία για ένα λεπτό. Η απλή εμπειρία των τελευταίων 100 ετών θα αρκούσε. Ο Δαρβίνος ο ίδιος ήταν αγνωστικιστής (έχοντας χάσει τις θρησκευτικές του πεποιθήσεις με τον τραγικό θάνατο της αγαπημένης του κόρης), αλλά η μεγάλη Αμερικανίδα Βοτανολόγος Asa Gray, που ευνοούσε τη φυσική επιλογή και έγραφε ένα βιβλίο με τον τίτλο Darwiniana, ήταν μία αφοσιωμένη Χριστιανή. Προχωρήστε 50 χρόνια μπροστά: ο Charles D. Walcott που ανακάλυψε τα απολιθώματα των Burges Shale ήταν ένας πεπεισμένος δαρβινιστής και εξίσου σταθερός Χριστιανός που πίστευε ότι ο Θεός είχε ορίσει τη φυσική επιλογή για να οικοδομήσει την ιστορία της ζωής σύμφωνα με τα σχέδια και τις προθέσεις Του. Προχωρήστε για άλλα 50 χρόνια στους δύο μεγαλύτερους εξελικτικούς της γενιάς μας: ο G.G. Simpson ήταν ένας ανθρωπιστής αγνωστικιστής, ο Theodosius Dobzhansky είναι ένας πιστός Ρώσος Ορθόδοξος. Ή οι μισοί από τους συναδέλφους μου είναι φοβερά βλάκες ή αλλιώς ο δαρβινισμός είναι πλήρως συμβατός με τις παραδοσιακές θρησκευτικές πίστεις- και εξίσου συμβατός με την αθεΐα».
Έτσι αυτοί που είναι άθεοι πρέπει να βρουν άλλη βάση για να παίρνουν αυτή τη θέση. Η εξέλιξη δεν είναι η κατάλληλη.
(Francis Collins, Η Γλώσσα του Θεού σελ.143-149, εκδ. Παπαζήση)
Από το βιβλίο Ο πατήρ Αρσένιος». (κατάδικος ΖΕΚ-18376)έκδοσης Παρακλήτου
Αυτοί οι άνθρωποι έρχονται στην πίστη με έργα κι όχι με λόγια. Στήν εξομολόγηση, πολλοί απ'αυτούς λένε:«Είμαι φονιάς. "Ομως ή ποινή πού θα μου επιβληθεί,δέν με φοβίζει.Φοβάμαι την κατάκριση της συνειδήσεως μου πού νιώθω...».
Ενας μου είπε: «Πάτερ, θυμάμαι συνεχώς τα λόγια της μάνας μου: "Γιε μου, να πηγαίνεις στην εκκλησία. Μην άκούς πού σας λένε στο σχολείο ότι δεν υπάρχει ό Θεός. Λένε ψέματα! Κάποτε θα καταλάβεις ότι ζει ό Θεός κι ότι πάντα είναι μαζί μας!". Ό ίδιος φυλακισμένος, μου είπε στη συνέχεια: «Πάτερ, εδώ στή φυλακή βρήκα τον Θεό!».'Ολοι τους εκφράζουν την ελπίδα ότι θα τους συγχωρήσει ό Κύριος.
Στήν εξομολόγηση βλέπουμε να γίνονται θαύματα. Κάποιος απ΄αυτούς εγκαταλείφθηκε από συγγενείς και φίλους κι έμεινε ολομόναχος. Μου είπε ότι τον αρνήθηκαν όλοι κι ότι μόνο τον Θεό αισθάνεται κοντά του. Τον ρώτησα, τι τον οδήγησε στον Θεό· μου απάντησε:
«Πριν μπω στη φυλακή, ήμουν σε στρατόπεδο συγκεντρώσεως. Εκεί γνωρίσθηκα με πιστούς ανθρώπους. 'Ηξερα, βέβαια, ότι ή παράγραφος 59 προέβλεπε την ποινή της φυλακίσεως, για όποιον πίστευε στο Θεό! Πρώτη φορά στη ζωή μου είδα πιστούς να φυλακίζονται για την πίστη τους. Τους βασάνιζαν γιά ν' αρνηθούν τον Θεό, λέγοντας τους ότι αν το κάνουν, θα τους ελευθερώσουν, εξασφαλίζοντας τους καλή ζωή. Εκείνοι όμως έμεναν σταθεροί καί αμετακίνητοι. Πολλές φορές θυμήθηκα τη μάνα μου πού έβαλε στην καρδιά μου την αγάπη στον Θεό καί στην Εκκλησία Του. Μέχρι τώρα, τη μισή ζωή μου την πέρασα στις φυλακές και τα στρατόπεδα σαν εγκληματίας. Σ' αυτούς τους χώρους, άρχισα να θυμάμαι έντονα τα λόγια της μάνας μου καί να ψάχνω συνειδητά τον Θεό. Τώρα πια, προσεύχομαι αδιάκοπα. Νιώθω, είμαι βέβαιος ότι μ' ακούει ό Θεός. Βλέπω τη βοήθεια Του!».
Ό κρατούμενος αυτός ονομάζεται Αλέξανδρος κι είναι τριανταοκτώ ετών. Άπ' αυτά, τα εικοσιέξι χρόνια τα πέρασε σε στρατόπεδα συγκεντρώσεως, φυλακές ανηλίκων καί άλλα σωφρονιστικά ιδρύματα. Εξομολογώ στη λαύρα πολλά χρόνια.
"Οσα όμως μου είπε ό Αλέξανδρος, αλλά καί ό τρόπος πού τα είπε, με συνεκλόνισαν. ~ Ηλθαν φορές πού κι εγώ αναρωτήθηκα αν ό Θεός θα συγχωρήσει αυτά πού άκουσα. Σ' αυτό το σημείο έδειξα την όλιγοπιστία μου. Εξομολογούσα τον Αλέξανδρο δύο μέρες συνεχώς! Στό τέλος, συλλογίστηκα: Άφοϋ ό Θεός συγχώρησε το ληστή πού το ζήτησε κι αυτόν εδώ θα συγχωρήσει. Του είπα να προσέξει τα λόγια του, να μη φάει τίποτε την παραμονή της Θείας Κοινωνίας καί να μη καπνίσει. Το έκανε. Μπορεί αυτοί οι άνθρωποι να μη ξέρουν τίποτα από γράμματα κι επιστήμες, όμως το Νόμο τοϋ Θεού ξέρουν να τον σέβονται· καί μάλιστα, καλύτερα άπ' ο,τι έμείς.
Την επομένη πού λειτούργησα, πλησίασαν στο «μετά φόβου...» οι κρατούμενοι πού ήσαν προγραμματισμένοι καί περίμενα να πλησιάσει κι ό Αλέξανδρος. Δεν ερχόταν. Του έκανα νόημα. Τίποτα! "Ετσι μακριά όπως στεκόταν, κουνούσε το κεφάλι, δείχνοντας μου ότι δεν μπορούσε να κοινωνήσει. Μετά το «δι' ευχών» τον πλησίασα καί τον ρώτησα γιατί δεν κοινώνησε. «Δεν είμαι εσωτερικά έτοιμος ακόμη» ήταν ή απάντηση του πού με άφησε άναυδο! «Πρώτη φορά στη ζωή μου παρακολούθησα λειτουργία», συνέχισε «κι ένιωθα ότι ό ίδιος ό Θεός ήταν μαζί μας! Κατάλαβα ότι κάποιο μέγα Μυστήριο γινόταν. "Ενιωσα λοιπόν, ότι δεν ήμουν άξιος να συμμετάσχω...».
Τον είδα από τότε αρκετές φορές. Κάποια μέρα μου είπε ότι βγήκε ή απόφαση του δικαστηρίου καί φεύγει για στρατόπεδο.Παρακάλεσε να του δώσω το κομποσχοίνι μου για ευλογία καί να προσεύχομαι γι' αυτόν. Μου είπε με σημασία: «Κι εγώ θα προσεύχομαι για σας! "Οταν με καλό ελευθερωθώ, θέλω να μου υποδείξετε να μείνω κοντά σε κάποιο μοναστήρι ή ενοριακό ναό, για ν' αφιερώσω την υπόλοιπη ζωή μου -όση μου δώσει ο Θεός- σ' Εκείνον καί στον συνάνθρωπο!».
Δόξα τω Θεώ, στη φυλακή βλέπω γνήσια ανανέωση της ψυχής. Πολλοί κρατούμενοι μας λεν ότι στο πρόσωπο μας βλέπουν τον Θεό να τους επισκέπτεται!
Πέρασε καιρός πού δεν έβλεπα στο ναό τον Αλέξανδρο. "Υπέθεσα ότι θα τον μετέφεραν στο στρατόπεδο. Κάποια στιγμή κατέβηκα στα υπόγεια, εκεί πού είναι τα φοβερά κελιά της απομονώσεως. Χοντροί τσιμεντένιοι τοίχοι, μ' ένα μόνο μικρό παραθυράκι στην βαριά πόρτα. Ξάφνου ακούω μια γνώριμη φωνή, να βγαίνει μέσα από μια πόρτα: «Πάτερ Τρύφων, πάτερ Τρύφων...». Τρέχω στο μικρό παραθυράκι της σιδερόπορτας καί βλέπω τον Αλέξανδρο! Μόνος, μέσα σ' ένα κλουβί από μπετόν. Στεκόταν κρατώντας το Ευαγγέλιο! Κόλλησε το πρόσωπο του στο παραθυράκι κι άρχισε να κλαίει. "Ενας σκληρός άντρας έκλαιγε σαν παιδί... Το πρόσωπο του έλαμπε.
«Πάτερ, είμαι τρίτη βδομαδά εδώ κάτω. "Ακουγα πού περπατούσατε άπ' έξω κάθε μέρα, μα δεν τολμούσα να σας φωνάξω. Επειδή όμως άκουσα πού ρωτήσατε για μένα, πήρα το θάρρος και σας φώναξα. Πάτερ Τρύφων, είμαι ευγνώμων στον Θεό και σε σας. Ευχαριστώ πολύ Εκείνον και σας πού με μάθατε να κλαίω για τίς αμαρτίες μου! Είχα σταματήσει από πολλά χρόνια να κλαίω. Σχεδόν είχα ξεχάσει πώς κλαίνε! "Ημουν πολύ σκληρός. Εδώ μ' εσάς έμαθα να κλαίω και να ζητώ το έλεος του Θεού!». Συνέχισε να κλαίει, ενώ συγχρόνως χαμογελούσε ευτυχισμένος!
Από το στρατόπεδο πού μεταφέρθηκε, μου έστειλε την έξης επιστολή:
«Σεβαστέ π. Τρύφων, σας ευχαριστώ γι' άλλη μία φορά, για τη φωτιά της ελπίδας πού ανάψατε στην ψυχή μου. "Ημουν μεγάλος αμαρτωλός, βλάστημούσα τον Θεό μας και τους αγίους Του, δεν πίστευα... Με την πνευματική συζήτηση, με κάνατε να δω με καινούργια ματιά όλ' αυτά πού γίνονται γύρω μας. Ευχαριστώ και τους άλλους πατέρες πού έρχονταν. Τώρα ξέρω πολύ καλά ότι ό Κύριος καί Θεός μας δεν είναι κάτι το φανταστικό, αλλά υπάρχει καί μας βλέπει τί κάνουμε καί πώς ζούμε.'Ολοι σχεδόν είχαμε μάθει στο σχολείο ότι ή Εκκλησία αποβλακώνει τους ανθρώπους. Πλήρης διαστρέβλωση της πραγματικότητας. Εγώ κι οι φίλοι μου δεν θα ξαναγυρίσουμε στα παλιά χάλια πού ήμασταν βουτηγμένοι πριν σας γνωρίσουμε. Μας βοηθήσατε να καθαρισθούμε από τη λάσπη των αμαρτιών μας, οπού είχαμε βουτηχτεί άπ' την κορυφή μέχρι τα νύχια. Ζητούμε την ευχή σας· Αλέξανδρος καί άλλοι κρατούμενοι της ζώνης 50!».
Σέ άλλη επιστολή του, έγραφε:
«Κάποιος κρατούμενος -ό Ίβάν- πού του είχατε δώσει επιστήθιο σταυρό, σώθηκε από βέβαιο θάνατο, λόγω του σταυρού αύτού! Να τί έγινε ακριβώς: Μια μέρα έγινε μεγάλος τσακωμός στο μπλοκ μας. Κάποιος συγκρατούμενος άρπαξε ένα μαχαίρι καί πήγε να σκοτώσει τον Ιβάν. Καθώς όμως τον τράβηξε από το πουκάμισο, το έσκισε καί φάνηκε ό σταυρός. Εκείνη τη στιγμή τό ήλιακό φως ακτινοβολούσε πάνω στο σταυρουδάκι. Ποιος ξέρει τί ένιωσε ό επίδοξος φονιάς καί σταμάτησε!'Ετσι ό σταυρός έσωσε τη ζωή του Ίβάν! Δεν είναι θαύμα;! Τώρα ό Ίβάν, εγώ κι όλοι οι άλλοι καταλαβαίνουμε πολύ καλά το παύλειο ρητό πού μας λέγατε:Αυτό πού δεν θέλουμε να μας κάνουν, να μη το κάνουμε κι εμείς στους άλλους"........
Στά Τίμια Δῶρα δέν ἔχουμε κρυμμένον τόν Χριστό (δέν ὑποκρύπτεται, δέν εὐρίσκεται ἁπλᾶ μέσα, οὔτε εἶναι ἁπλᾶ σύμβολα ὁ ἄρτος καί ὁ οἵνος αὐτοῦ τοῦ Σώματος καί τοῦ αἷματος τοῦ Χριστοῦ, ὅπως ἰσχυρίζονται οἱ προτεστάντες) καί, πολύ περισσότερο, δέν ἔχουμε ἁπλή μυστική ἕνωσι τῆς ψυχῆς τοῦ κάθε πιστοῦ μετά τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ὄχι! Θά μποροῦσα νά φωνάξω χίλιες φορές: ὄχι!
Στήν πραγματική καί ἀληθινή Μεταβολή βρίσκεται Ο ΧΡΙΣΤΟΣ! καί μόνον ὁ Χριστός. Γι᾿ αὐτό λέμε «ἐσθίομεν καί πίνομεν», καί ἔτσι γινόμεθα σύσσωμοι καί σύναιμοι καί χριστοφόροι καί ἀποτελοῦμε μέ τόν Ἰησοῦ Χριστό, πού λαμβάνουμε μέσα μας, ἕνα σῶμα καί ἕνα αἷμα. Ἔχουμε τόν Θεάνθρωπο Κύριο Ἰησοῦ Χριστό «κατοικοῦντα καί μένοντα σύν τῷ Πατρί καί τῷ Ἁγίῳ Πνεύματι», ὅπως μᾶς βεβαιώνει ὁ Μέγας Βασίλειος σέ μιά Λειτουργική του Εὐχή.
Βέβαια, τά μάτια μας βλέπουν ἄρτο καί οἵνο, καί ἡ γλῶσσα μας ἔχει γεῦσι ψωμιοῦ καί κρασιοῦ, ἀλλά δέν εἶναι ἔτσι. Καί θά τολμήσω νά πῶ: πολλοί ἥταν ἐκεῖνοι, οἱ ὁποῖοι δέν ἐμάσησαν, δέν ἔφαγαν, δέν κατάπιαν ψωμί καί κρασί, ἀλλά Σῶμα καί αἷμα, Σάρκα καί αἷμα Χριστοῦ, γιά νά ἀκολουθήση ἀπέραντη εὐφροσύνη τῆς ψυχῆς τους καί γενικά ψυχοσωματική ἀλλοίωσις διά Πνεύματος Ἁγίου.
Ἀπό τή στιγμή, πού κατέρχεται τό Ἅγιο Πνεῦμα καί ἱερουργεῖται τό Μυστήριο, δέν ἔχουμε πλέον μπροστά μας ὅ,τι βλέπουν τά μάτια μας, ἤ ὅ,τι αἰσθάνεται ἡ γλῶσσα μας, ἀλλά ἔχουμε Αὐτό πού πιστεύουμε, Αὐτό πού προσκυνοῦμε, Αὐτό πού λατρεύουμε· ἔχουμε Αὐτό τό θεωμένο Σῶμα καί αἷμα τοῦ Χριστοῦ. Τό ἀληθινό, τό πραγματικό.
Ζοῦσε σ᾿ ἕνα μοναστήρι τῆς Ρουμανίας, ἕνας κεχαριτωμένος ἱερεύς, ὁ πατήρ Μηνᾶς, ὁ μετέπειτα Ὄσιος Μηνᾶς. Αὐτός, μετά τή Θεία Λειτουργία, γιά νά ξεκουραστῆ, ἔβγαινε στό δάσος, διότι τό μοναστήρι ἥταν μέσα σέ δάση, κι ἐκεῖ ἔψελνε καί δοξολογοῦσε τόν Θεό μέ ἀναστάσιμα τροπάρια καί μέ πολλά ἄλλα.
Τότε μαζεύονταν τά πουλιά τοῦ δάσους γύρω του: στό κεφαλάκι του, στούς ὤμους του, στά χέρια του, αὐτός δέ τρυφερά τά χάϊδευε. Τίς περισσότερες φορές, ὅταν ὁ πατήρ Μηνᾶς ἔψελνε, τά πουλιά βουβαίνονταν καί τόν ἄκουγαν.
Ἐπειδή οἱ Λειτουργίες ἄρχιζαν νύχτα καί τελείωναν μέ τό χάραμα, ὤσπου νά κάνη Κατάλυσι καί νά ξεντυθῆ, ξημέρωνε, ἔβγαινε ὁ ἥλιος κι ἔτσι ἔβγαινε πρωΐ – πρωΐ μέσα στό δάσος καί χαιρόταν τή φύσι καί τήν παρουσία τῶν πουλιῶν. Κι ἐκεῖ ὅλοι μαζί αἰνοῦσαν καί δοξολογοῦσαν τόν Θεό.
Παρατηρήθηκε, λοιπόν, στά τελευταῖα χρόνια τῆς ζωῆς του, ὅτι, ὅταν εἶχαν πανηγυρική Θεία Λειτουργία καί ἀργοῦσε νά τελειώση, καί μάλιστα ἀργοῦσε πολύ μετά τήν ἀνατολή τοῦ ἡλίου, τά πουλιά μαζεύονταν πάνω στήν Ἐκκλησία!
Τήν ὥρα τῆς Μεταβολῆς τῶν Τιμίων Δώρων, πού ὁ ἱερεύς ἔλεγε «τά Σά ἐκ τῶν Σῶν», τότε ὅλα τά πουλιά πάνω στήν Ἐκκλησία βουβαίνονταν! Καί στό «ἐξαιρέτως τῆς Παναγίας, Ἀχράντου…», στά Ρουμανικά βέβαια, καί ἐνῶ ἡ χορωδία ἔψαλλε τό «Ἄξιόν ἐστι», τότε πάλι τά πουλιά ἄρχιζαν νά κελαηδοῦν!
Παρόμοιο γεγονός μοῦ ἀφηγήθηκε κάποιος πιστός, πού συνέβη καί στόν Ναό τῆς Παναγίας τῆς Ἑκατονταπυλιανῆς στήν Πάρο, κατά τήν Θεία Λειτουργία τῆς παραμονῆς τῶν Θεοφανείων τοῦ ἔτους 1998.
Δεκάδες σπουργίτια καί ἄλλα πουλιά, φτερουγίζοντας μέσα κι ἔξω ἀπό τόν Ναό, ἀπό τά ἀνοικτά παράθυρα τοῦ τροῦλλου, κελαηδοῦσαν καί τιτίβιζαν ζωηρά. Τήν ὥρα, ὅμως, τοῦ Καθαγιασμοῦ τῶν Τιμίων Δώρων βουβάθηκαν καί ἀκινητοποιήθηκαν ὅλα, γιά νά ξαναρχίσουν μετά τό » Ἐξαιρέτως τῆς Παναγίας Ἀχράντου… »
Τήν πραγματικότητα αὐτή τῆς Μεταβολῆς τοῦ ἄρτου καί τοῦ οἴνου σέ Σῶμα καί Αἴμα Χριστοῦ μαρτυροῦν καί τά ἴδια τά λόγια τοῦ Κυρίου στό Μυστικό Δεῖπνο, τό βράδυ τῆς Μεγάλης Πέμπτης: «Τοῦτο ἐστι τό σῶμά μου… τοῦτο ἐστι τό αἵμά μου…» Θεία λοιπόν εἶναι ἡ σύστασις τοῦ Μυστηρίου. Τό συνέστησε ὁ Ἴδιος ὁ Χριστός.
Πρωτοπρεσβυτέρου Στεφάνου Ἀναγνωστόπουλου
Ἀπό τό βιβλίο: «ΕΜΠΕΙΡΙΕΣ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ»
Γράφει ο Francis Collins (εξέχων Γενετιστής επιστήμονας)
ΖΗΤΗΣΤΕ ΚΑΙ ΘΑ ΒΡΕΙΤΕ
Αφού ήλθατε τόσο δρόμο μαζί μου, ελπίζω ότι θα συμφωνήσετε ότι και η επιστημονική και η θρησκευτική κοσμοθεωρία έχουν να προσφέρουν πολλά. Και τα δύο προσφέρουν διαφορετικούς αλλά συμπληρωματικούς τρόπους απάντησης στα μεγαλύτερα ερωτήματα του κόσμου και μπορούν και τα δύο να συνυπάρχουν αρμονικά στο μυαλό ενός πνευματικά περίεργου ανθρώπου που ζει στον 21ο αιώνα.
Η επιστήμη νομιμοποιείται μόνο να ερευνά το φυσικό κόσμο. Είτε ανιχνεύοντας τη δομή του ατόμου, τη φύση του σύμπαντος, ή την ακολουθία του DNA στο ανθρώπινο γονίδιο, η επιστημονική μέθοδος είναι ο μόνος αξιόπιστος δρόμος για να βρούμε την αλήθεια για τα φυσικά φαινόμενα. Ναι, μπορεί πειράματα να αποτυγχάνουν θεαματικά, ερμηνεία πειραμάτων μπορεί να είναι σφαλερή, και η επιστήμη μπορεί να κάνει λάθη. Αλλά ο χαρακτήρας της επιστήμης είναι αυτοδιορθωτικός. Καμία μεγάλη πλάνη δεν μπορεί να παραμείνει για πολύ καιρό, μπροστά στην προοδευτική αύξηση της γνώσης.
Εντούτοις, η επιστήμη μόνη δεν είναι αρκετή για να απαντήσει σε όλα τα σπουδαία ερωτήματα. Κι αυτός ο Albert Einstein είδε τη φτώχια μιας καθαρά νατουραλιστικής κοσμοθεωρίας. Διαλέγοντας προσεκτικά τις λέξεις του, έγραψε:
«Η επιστήμη χωρίς τη θρησκεία είναι κουτσή, ή θρησκεία χωρίς την επιστήμη είναι τυφλή».5 Το νόημα της ανθρώπινης ύπαρξης, η πραγματικότητα του Θεού, η πιθανότητα μέλλουσας ζωής και πολλά άλλα πνευματικά ερωτήματα είναι έξω από τις δυνατότητες της επιστημονικής μεθόδου. Ενώ, επομένως, ένας άθεος μπορεί να ισχυρίζεται ότι αυτό τα ερωτήματα είναι αναπάντητα και άσχετα, αυτό δε συμφωνεί με την ανθρώπινη εμπειρία των περισσοτέρων ατόμων.
Ο John Polkinghorne (εξέχων Βρεττανός φυσικός και ιερέας) επιχειρηματολογεί γι' αυτό το ζήτημα πειστικά με μια σύγκριση με τη μουσική:
«Η φτώχια μιας φυσικής εξήγησης φαίνεται καθαρά αν παρατηρήσουμε το μυστήριο της μουσικής. Από επιστημονική άποψή αυτό δεν είναι τίποτε άλλο από δονήσεις στον αέρια που χτυπούν στα τύμπανα των αυτιών μας και διεγείρουν νευρικές οδούς στον εγκέφαλο.
Πώς συμβαίνει αυτή ή απλή διαδικασία χρονικής δραστηριότητας να έχει τη δύναμη να μιλά στις καρδιές μας για μια αιώνια ομορφιά; Ολόκληρη ή σειρά των υποκειμενικών εμπειριών, από το να αντιλαμβανόμαστε ένα χρώμα μέχρι το να σαγηνευόμαστε από μια εκτέλεση της Λειτουργιάς σε Β ελάσσονα, και μέχρι τη συνάντηση του μυστικιστή με την ανέκφραστή πραγματικότητα του Ενός, όλες αυτές οι αληθινά ανθρώπινες εμπειρίες βρίσκονται στο κέντρο της συνάντησής μας με την πραγματικότητα, και δεν μπορεί να απορρίπτονται σαν φαινομενικός αφρός στην επιφάνεια ενός σύμπαντος του οποίου η αληθινή φύση είναι απρόσωπη και άψυχή».6
Η επιστήμη δεν είναι ο μόνος δρόμος της γνώσης. Η θρησκευτική κοσμοθεωρία προσφέρει έναν άλλο δρόμο για να βρούμε την αλήθεια. Οι επιστήμονες που το αρνούνται αυτό θα πρέπει να τους συστηθεί να εξετάσουν τα όρια των εργαλείων τους, όπως παριστάνεται σε μια παραβολή που έχει πει ο Αστρονόμος Arthur Eddington.
Περιέγραψε έναν άνθρωπο που ξεκίνησε να μελετήσει τη ζωή στο βάθος της θάλασσας χρησιμοποιώντας ένα δίχτυ που τα μάτια του είχαν μέγεθος τριών ιντσών. Αφού έπιασε πολλά και θαυμάσια πράγματα από τα βάθη, ο άνθρωπος συμπέρανε ότι δεν υπάρχουν ψάρια του βυθού της θάλασσας μικρότερα σε μήκος από τρεις ίντσες! Εάν χρησιμοποιούμε το επιστημονικό δίχτυ για να συλλάβουμε τη δική μας εκδοχή για την αλήθεια, δεν πρέπει να μας εκπλήσσει το γεγονός ότι αυτό δεν συλλαμβάνει την πραγματικότητα του πνεύματος.
Ποια εμπόδια βρίσκονται στο δρόμο για μια πλατύτερη αποδοχή της συμπληρωματικής φύσης των κοσμοθεωριών, επιστημονικής και θρησκευτικής; Αυτό δεν είναι ένα θεωρητικό ερώτημα για απλή φιλοσοφική θεώρηση. Είναι μια πρόκληση για καθέναν από εμάς. Ελπίζω, λοιπόν, ότι θα με συγχωρήσετε να σας μιλήσω πιο προσωπικά, καθώς πλησιάζουμε στο τέλος αυτού του βιβλίου.
(Francis Collins, H Γλώσσα του Θεού, σελ. 196-198, εκδοσεις Παπαζήση)
Γράφει ο Francis Collins (εξέχων Γενετιστής επιστήμονας)
ΕΝΔΕΙΞΕΙΣ ΠΟΥ ΑΠΑΙΤΟΥΝ ΜΙΑ ΑΠΟΦΑΣΗ
Έτσι η αυξανόμενη μαρτυρία γι΄αυτό το μοναδικό άτομο, που έδειχνε να αντιπροσωπεύει το Θεό που αναζητούσε τον άνθρωπο (ενώ σε πολλές άλλες θρησκείες φαινόταν να είναι ο άνθρωπος σε αναζήτηση του Θεού) αποτέλεσε μια ακαταμάχητη περίπτωση. Αλλά εγώ δίσταζα φοβούμενος τις συνέπειες και βασανιζόμενος από αμφιβολίες. Μήπως ο Χριστός ήταν μόνο ένας μεγάλος πνευματικός διδάσκαλος; Πάλι, ο Lewis έχει γράψει μια παράγραφο που φαινόταν να είναι ακριβώς για μένα:
«Προσπαθώ τώρα να προλάβω κάποιον μήπως πει αυτή την ανοησία που διάφοροι λένε γι΄Αυτόν: «Είμαι πρόθυμος να δεχτώ τον Ιησού σαν μεγάλο δάσκαλο της ηθικής ,αλλά δε δέχομαι τον ισχυρισμό Του ότι είναι Θεός». Αυτό το πράγμα δεν πρέπει να το λέμε. Ένας άνθρωπος που θα ήταν απλά ένας άνθρωπος και θα είχε πει αυτά που είπε ο Ιησούς δεν θα ήταν ένας μεγάλος ηθικός δάσκαλος. Θα ήταν ή ένας τρελός (του επιπέδου ενός ανθρώπου που λέει ότι είναι βρασμένο αυγό) ή άλλως θα ήταν ο Διάβολος της Κόλασης. Πρέπει να κάνετε την επιλογή σας.
Ή αυτός ο άνθρωπος ήταν και είναι ο Υιός του Θεού, ή άλλως είναι ένας τρελός ή κάτι χειρότερο. Μπορείτε να Τον κλείσετε μέσα σαν τρελό, μπορείτε να τον φτύσετε και να τον σκοτώσετε σαν Δαίμονα. Ή μπορείτε να πέσετε στα πόδια Του και να Τον αποκαλέσετε Κύριο και Θεό. Αλλά ας μην υιοθετήσουμε καμία ανοησία ότι είναι ένας μεγάλος δάσκαλος. Δεν μας άφησε αυτή τη δυνατότητα. Δεν είχε αυτήν την πρόθεση».
Είχε δίκιο ο Lewis. Έπρεπε να κάνω μια επιλογή. Ένας ολόκληρος χρόνος είχε περάσει από τότε που αποφάσισα να πιστέψω σε κάποιο Θεό, και τώρα έπρεπε να ξεκαθαρίσω .
Μια ωραία φθινοπωρινή ημέρα, καθώς πεζοπορούσα στα βουνά με τους καταρράκτες κατά το πρώτο μου ταξίδι δυτικά του Μισσισιπί, η μεγαλοπρέπεια και η ομορφιά της θειας δημιουργίας νίκησε την αντίσταση μου. Καθώς έστριψα σε μια γωνία και είδα μια απρόοπτη παγωμένη υδατόπτωση, εκατοντάδες πόδια ψηλή, αισθάνθηκα ότι η αναζήτηση είχε τελειώσει. Το άλλο πρωί γονάτισα στο δροσερό γρασίδι καθώς ανέτειλε ο ήλιος και παραδόθηκα στον Ιησού Χριστό.
Δεν επιδιώκω λέγοντας αυτή την ιστορία να ευαγγελισθώ ή να προσηλυτίσω. Κάθε άνθρωπος πρέπει να κάνει τη δική του αναζήτηση για πνευματική αλήθεια. Αν ο Θεός είναι αληθινός, θα βοηθήσει. Πολλά βέβαια έχουν λεχθεί από χριστιανούς για την «αποκλειστική λέσχη» στην οποία βρίσκονται. Η ανεκτικότητα είναι αρετή ,η μισαλλοδοξία είναι ελάττωμα. Το βρίσκω πολύ ενοχλητικό όταν οι πιστοί μιας θρησκευτικής παράδοσης απορρίπτουν τις πνευματικές εμπειρίες των άλλων. Δυστυχώς οι χριστιανοί φαίνονται πολύ επιρρεπείς στο να το κάνουν αυτό.
Προσωπικά, έχω βρει πολλά πράγματα να μάθω και να θαυμάσω σε άλλες πνευματικές παραδόσεις, μολονότι έχω βρει την ειδική αποκάλυψη της θειας φύσης στον Ιησού Χριστό να είναι ένα ουσιαστικό συστατικό της δίκης μου πίστης.
(Francis Collins, Η γλώσσα του Θεού, εκδ. Παπαζήση σελ. 193-195)
«Με την εκφώνηση Τα άγια τοις αγίοις» γίνεται η ύψωση από τον ιερέα του αγίου άρτου. Υψώνεται μόνο ο αμνός κι όχι ολόκληρο το δισκάριο με τις μερίδες. Και τούτο γιατί μόνο αυτός μεταβάλλεται σε σώμα Χριστού.
Η ύψωση αυτή συμβολίζει την ανύψωση του Χριστού στο Σταυρό, κατά τον άγιο Ιωάννη το Δαμασκηνό100 και τον Θεόδωρο Ανδίδων101. Η ύψωση βασικά πριν από οποιαδήποτε συμβολική ερμηνεία είναι η πρώτη πράξη της κλάσης (δηλ. του τεμαχισμού) του άρτου. Για να κόψουμε κάτι πρέπει πρώτα να το κρατήσουμε στα χέρια, να το σηκώσουμε102. Η αρχική αυτή κίνηση οδήγησε στη διαμόρφωση της πράξης της ύψωσης. Η έννοια της είναι να υπενθυμίσει στους πιστούς πως ο άρτος αυτός, το σώμα του Χριστού, είναι για τους αγίους κι όχι για τους ανάξιους· «τα άγια ουν τοις αγίοις κατάλληλα»103.
Μια υπενθύμιση που δεν είναι εκφοβιστικό παράγγελμα απομάκρυνσης από το μυστήριο, αλλά απεναντίας ενθάρρυνση για συμμετοχή σ' αυτό. «Άγιοι δεν είναι μόνο εκείνοι που έφτασαν στην τελειότητα της αρετής, λέγει ο Καβάσιλας, αλλά κι εκείνοι που βιάζονται να φθάσουν την τελειότητα αυτή, αλλά δεν την έφθασαν ακόμη. Γιατί και τούτους τίποτε δεν εμποδίζει να αγιάζονται δια της συμμετοχής τους στα άγια μυστήρια»104.
Φυσικά δεν είναι για όλους η θεία κοινωνία, αλλά για τους άξιους. Και άξιος γίνεται κανείς με το δικό του πνευματικό αγώνα και προπάντων με τη χάρη και τη φιλανθρωπία του Θεού.
Γι αυτό κι ο ύμνος του λάου παρακάτω «Είς άγιος, είς Κύριος....» σημαίνει πως κανείς δεν έχει από μόνος του τον αγιασμό, αλλά όλοι τον έχουν από εκείνον και εξαιτίας εκείνου. Αυτός εδόξασε τον πατέρα του, αποκαλύπτοντας τον αγιασμό εκείνου στους ανθρώπους105. Για τον άγιο Μάξιμο η ομολογία αυτή δείχνει τη μελλοντική συγκέντρωση και ένωση όλων στην άφθαρτη αιωνιότητα. Μέσα από τη θεία λειτουργία προσανατολίζεται κανείς προς τη μέλλουσα δόξα. Όλοι γίνονται ένα με το Χριστό. «Όμοιοι κατά χάρη και μετοχή μ' εκείνον που είναι από μόνος του αγαθός»106.
Μετά την ύψωση του αγίου άρτου κλείνει το καταπέτασμα της ωραίας πύλης, που κρέμεται πάνω από τα βημόθυρα και συμβολίζει το χώρισμα μεταξύ ουρανού, που είναι το ιερό βήμα, τα άγια των αγίων της Παλαιάς Διαθήκης, και της γής, που είναι ο κυρίως ναός, τα άγια της σκηνής του μαρτυρίου της Παλαιάς Διαθήκης. Αυτό γίνεται για να τονισθεί περισσότερο ο μυστηριακός χαρακτήρας της θείας λειτουργίας.
Στο μεταξύ στο ιερό βήμα γίνεται ο μελισμός, η ένωση και η κοινωνία των ιερέων.
Ο μελισμός, το κομμάτιασμα δηλαδή του αμνού σε τέσσερα μέρη, γίνεται για πρακτικούς λόγους, αφού πρόκειται να κοινωνήσουν οι ιερείς και οι πιστοί. Θυμίζει όμως και την κλάση του άρτου από τον Ιησού στο μυστικό δείπνο. Αργότερα πήρε το συμβολισμό του πάθους του Χριστού· «Η κλάσις του άρτου του τιμίου την σφαγήν δηλοί»107. Με το μελισμό ο Χριστός τεμαχίζεται «για να χορτάσει τους πάντας»108, χωρίς αυτό να σημαίνει πως σε κάθε μερίδα έχουμε ένα κομμάτι του Χριστού: «καν μερίζεται, αμέριστος διαμένει και άτμητος, έφ' ένι εκάστω μέρει των τεμνομένων ο αυτός όλος θεάνθρωπος μεριζόμενος τε και ευρισκόμενος»109. Σε κάθε κομμάτι είναι ολόκληρος ο Χριστός.
Μια απο τις μερίδες αυτή που γράφει τη λέξη Ιησούς (ΙΣ), ρίχνεται στο άγιο ποτήριο και γίνεται έτσι η ένωση του σώματος και του αίματος. Η ένωση σημαίνει πως το σώμα και το αίμα είναι ένα. «'Οτι εις (=ένας) έστιν ο Χριστός ει και εν ποτηρίω και άρτω καθοράται»110. Ένας είναι ο Χριστός.
Μετά την ένωση ο ιερέας ρίχνει στο άγιο ποτήριο ζεστό νερό, το ζέον. Και αυτό για να θυμίζει το αίμα και το νερό που έτρεξαν ζεστά και ζωντανά από την πλευρά του Ιησού. Η ανάμιξη κρασιού και νερού μαρτυρείται από το 2ο ήδη αιώνα, «ποτήριον ύδατος και κράματος»111, και μνημονεύεται σε όλες τις αρχαίες λειτουργίες.
Μόνο οι Αρμένιοι και ορισμένοι αιρετικοί δεν χρησιμοποιούσαν νερό. Το ζέον όμως, το ζεστό δηλ. νερό λίγο πριν τη θεία κοινωνία, είναι καθαρά βυζαντινή συνήθεια μαρτυρουμένη από τον 9ο αιώνα112. Για τον Καβάσιλα το ζεστό νερό στο ποτήριο ρίχνεται «για να σημαίνει την κάθοδο του αγίου Πνεύματος στην Εκκλησία»113.»
Παραπομπές
100. Ιωάννου Δαμασκηνού, Περί του σώματος και αίματος Χριστού § 5, PG 95, 409
101. PG 140, 464D
102. Ι. Μ. Φουντούλη, Απαντήσεις..., τ. Γ', Θεσσαλονίκη 1976, σ. 93
103. Κυρίλλου Ιεροσολύμων, Μυστ. Κατήχ. Ε' 19, PG 33, 1124
104. Νικ. Καβάσιλα, Εις την θείαν λειτουργίαν..., σ. 185
105. Ν. Καβάσιλα, ο. π., σ. 187
106. Μαξίμου του ομολογητού, Μυσταγωγία..., οπ.π., σ. 209
107. Ευτυχίου Κων/λεως, Λόγος περί του Πάσχα και της θείας Ευχαριστίας, PG 862, 2396Α
108. Ι. Χρυσοστόμου, Υπόθεσις της προς Κορινθίους πρώτης επιστολής, ομιλ. ΚΔ', PG 61, 200
109. Θεοδώρου Ανδίδων, PG 140, 464 D
110. Συμεών Θεσσαλονίκης, Διάλογος..., κεφ. 99, PG 155, 300B
111. Ιουστίνου, Απολογία Α' 65, PG 6, 428
112. Π.Ν. Τρεμπέλα, Αι τρείς λειτουργίαι..., σ. 137
113. Νικ. Καβάσιλα, Εις την θείαν λειτουργίαν..., σ. 189
(Η Θεία Λειτουργία, Ιωάννη Κογκούλη, Χρήστου Οικονόμου, Παναγιώτης Σκαλτσή , εκδ. Ο.Χ.Α «Λυδία» σλ. 171-176)
«Βρισκόμαστε στο σημείο όπου έχουν αρχίσει να διαβάζονται τα λεγόμενα δίπτυχα. Η λέξη δίπτυχα σημαίνει πίνακα, κατάλογο με δυο πτυχές, δυο πλευρές, όπου έγραφαν κι από εκεί διάβαζαν τα ονόματα των ζωντανών και των κεκοιμημένων. Η συνήθεια αυτή υπήρχε στη λειτουργική πράξη της Εκκλησίας από τους πρώτους αιώνες και σιγά σιγά εξελίχθηκε.
Η σειρά με την οποία γινόταν και γίνεται η μνημόνευση στη θέση αυτή της αγίας αναφοράς είναι α) οι άγιοι, β) οι κεκοιμημένοι, γ) οι ζωντανοί.
Στούς αγίους η μνημόνευση αρχίζει με τούς προπάτορες, πατριάρχες, προφήτες, αποστόλους, κήρυκες, ευαγγελιστές, μάρτυρες, ομολογητές, εγκρατευτές. Γενικά όλοι οι άγιοι της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης. Και τούτο γιατί, όπως λέει ένας ερμηνευτής, «εις Θεός έστι κακείνων και τούτων, ο το παρόν τούτο μυστήριον ευδοκήσας τελέσαι πρό των αιώνων»(85). Ένας είναι ο Θεός όλων, αυτός που προαιώνια ευδόκησε να τελέσει αυτό το μυστήριο. Στη συνέχεια γίνεται κατ’ όνομα μνημόνευση των αγίων με τιμητική αναφορά στην Παναγία.
Ακολουθεί το όνομα του Προδρόμου, των αποστόλων, του αγίου της ημέρας και κλείνει με την αναφορά σ’ όλους τους αγίους. Στο σημείο αυτό πρέπει να επισημάνουμε ένα πρόβλημα. Πώς είναι, δηλαδή, δυνατόν να τελούμε τη θεία λειτουργία για τους αγίους; Σχετικά ο άγιος Συμεών ο Θεσσαλονίκης γράφει «και των αγίων δε η ανακήρυξις ότι συνέπαθον αυτώ και νύν συνδοξάζονται. Εξαιρέτως δε η της Παναγίας και μόνης Θεοτόκου ανάμνησις, ότι και νυν και τότε το κοινόν έστι παντός του κόσμου σωτήριον»(86).
Οι άγιοι μνημονεύονται δηλαδή, γιατί με τη ζωή τους συνέπαθαν με το Χριστό και τώρα συνδοξάζονται. Η Παναγία δε ιδιαίτερα γιατί τότε και τώρα είναι η αιτία της σωτηρίας του κόσμου, αφού δι΄αυτής σαρκώθηκε ο Χριστός. Ο ιερός Καβάσιλας δίνει κάποια θεολογικότερη ερμηνεία: «ούτοι (οι άγιοι) εισίν αι αφορμαί της πρός τον Θεόν ευχαριστίας τη Εκκλησία. Υπέρ τούτων προσάγει την λογικήν ταύτην λατρείαν ως χαριστήριον τω Θεώ»(87). Προσφέρει ο ιερέας τη λογική αυτή λατρεία «υπέρ», χάριν, των αγίων όχι ως ικεσία αλλά ως ευχαριστία στο Θεό. Και για την Παναγία «ως ούσης αγιωσύνης επέκεινα πάσης» γιατί είναι πέρα από κάθε αγιοσύνη. Δεν έχουν λοιπόν οι άγιοι ανάγκη από εμάς, αλλά εμείς έχουμε ανάγκη απ΄αυτούς. Τους τιμάμε και τους ευχαριστούμε στη λατρευτική μας σύναξη(88).
Οι κεκοιμημένοι μνημονεύονται «και μνήσθητι πάντων των κεκοιμημένων...», γιατί η Εκκλησία ζεί και ελπίζει στην ανάσταση. Η προσευχή της προσφέρει ωφέλεια στους νεκρούς. Άλλωστε από τη φύση της αγκαλιάζει και τους νεκρούς και τους ζωντανούς. Στο σημείο αυτό ο καθένας μνημονεύει όποιον θέλει.
Ακολουθούν οι ζώντες, ο κλήρος, ο λαός, οι άρχοντες, όλη η οικουμένη. Η ειρήνη, η πρόοδος ης κοινωνίας και η ενότητα του κόσμου εξαρτώνται πολύ από τη βούληση και τη διάθεση των ηγετών. Η Εκκλησία το πιστεύει αυτό κι εύχεται γι’ αυτούς, ώστε να έχουμε «ήρεμον και ησύχιον βίον... εν πάση ευσεβεία και σεμνότητι». Πάνω από όλους τους ζωντανούς ξεχωρίζει τον επίσκοπο «Εν πρώτοις μνήσθητι, Κύριε, του αρχιεπισκόπου ημών...» . Κι αυτό γιατί ο ρόλος του επισκόπου στην Εκκλησία και στην θεία λειτουργία είναι σημαντικός και ιδιαίτερος. Η μνημόνευση του επισκόπου σημαίνει σεβασμό πρός αυτόν και ταυτόχρονα αναγνώρισή του, κάτι που τονίζει την ενότητα της Εκκλησίας, η οποία δεν εννοείται έξω από τη θεία ευχαριστία και τον επίσκοπο(89).
Παλιότερα τα δίπτυχα τα διάβαζε ο διάκονος. Πρώτα διάβαζε τούς κεκοιμημένους μετά το «εξαιρέτως», με την τελική κατάληξη το «και ων έκαστος κατά διάνοιαν έχει και πάντων κ πασών». Ο λαός απαντούσε «Και πάντων και πασών». Μετά το «Εν πρώτοις...» διάβαζε τους ζώντες με τελική κατάληξη μόνο το «και πάντων και πασών» και ο λαός απαντούσε το ίδιο.
Σήμερα με την εξέλιξη της λειτουργίας και ιδαίτερα τη διαμόρφωση της ακολουθίας της προθέσεως πρίν από τη θεία λειτουργία, τα δίπτυχα, ως επί το πλείστον, μεταφέρθηκαν σ’ αυτή. Στην αναφορά έμειναν μόνο τα ίχνη τους (90)».
Παραπομπές:
(85) Θεοδώρου Ανδίδων, ο.π., PG 140,457Α
(86) Διάλογος εν Χριστώ… PG 155,297Β
(87) Νικολάου Καβάσιλα, Εις την θείαν λειτουργίαν… σ. 171-172
(88) Περισσότερα για αυτό στο Ι.Μ Φουντούλη, Ερμηνεία επτά… σ. 171-172
(89) Διονυσίου Λ. Ψαριανού Μητρ. Σερβίων. Η Θεία Λειτουργία… σ. 353-360
(90) Ι.Μ. Φουντούλη, Απαντήσεις… τ. Α, 1982 σελ. 289-296
(Η Θεία Λειτουργία, Ιωάννη Κογκούλη, Χρήστου Οικονόμου, Παναγιώτης Σκαλτσή , εκδ. Ο.Χ.Α «Λυδία» σλ. 176-179)
Γράφει ο Francis Collins (εξέχων Γενετιστής,επικεφαλής του Σχεδίου Ανθρώπινου Γονιδιώματος)
Αναζητώντας την Αλήθεια
Το πτωχό χωριό Έκου βρίσκεται στο δέλτα του Νίγηρα ποταμού, κοντά στο μέρος όπου τελειώνει η δυτική ακτή της Αφρικής. Εκεί ήταν που πήρα ένα δυνατό και απρόοπτο μάθημα.
Είχα ταξιδέψει στη Νιγηρία το καλοκαίρι του 1989 για να προσφέρω εθελοντική υπηρεσία σ΄ένα μικρό ιεραποστολικό νοσοκομείο, για να δώσω μια ευκαιρία στους ιεραπόστολους γιατρούς να απουσιάσουν για να παρακολουθήσουν το ετήσιο συνέδριό τους και να ξαναφορτίσουν τις πνευματικές και φυσικές μπαταρίες τους. Οι γυμνασιακής ηλικίας κόρες μου κι εγώ συμφωνήσαμε να πάμε σ΄αυτήν την περιπέτεια μαζί, γιατί είμαστε πολύ καιρό περίεργοι για τη ζωή στην Αφρική, και γιατί τρέφαμε μια επιθυμία να συνεισφέρουμε κάτι στον αναπτυσσόμενο κόσμο. Ήμουνα ενήμερος ότι οι δικές μου ιατρικές ικανότητες, καθώς ήταν εξαρτημένες από την υψηλή τεχνολογία του αμερικανικού νοσοκομείου, μπορεί να μην ταίριαζαν με τα προβλήματα των ασυνήθιστων τροπικών ασθενειών και με τη μικρή τεχνική υποστήριξη. Παρ΄όλα αυτά έφθασα στη Νιγηρία με μια προσδοκία ότι η παρουσία μου εκεί θα έφερνε μια σημαντική διαφορά στη ζωή των πολλών για τους οποίους νόμιζα ότι θα φρόντιζα.
Το νοσοκομείο στο Έκου ήταν διαφορετικό από οτιδήποτε ήξερα. Δεν υπήρχαν ποτέ αρκετά κρεβάτια, κι έτσι συχνά οι άρρωστοι ήταν αναγκασμένοι να κοιμούνται στο πάτωμα. Οι οικογένειές τους συχνά είχαν ταξιδέψει μαζί τους και είχαν αναλάβει την ευθύνη να τους τρέφουν, γιατί το νοσοκομείο δεν ήταν σε θέση να προσφέρει αρκετή τροφή. Ένα ευρύ φάσμα από σοβαρές ασθένειες αντιπροσωπευόταν. Συχνά οι ασθενείς έφθαναν στο νοσοκομείο μόνο μετά από πολλές ημέρες προϊούσας αρρώστιας. Ακόμη χειρότερα η πορεία της νόσου είχε επιπλακεί από τα τοξικά γιατροσόφια των μάγων γιατρών, στους οποίους πολλοί Νιγηριανοί θα πήγαιναν πρώτα για θεραπεία, ερχόμενοι στο νοσοκομείο στο Έκου, όταν όλα τα άλλα αποτύγχαναν. Το πιο δύσκολο για μένα να ανεχθώ, έγινε ολοφάνερο όταν οι περισσότερες αρρώστιες που είχα να θεραπεύσω αντιπροσώπευαν μία απελπιστική ανεπάρκεια του συστήματος δημόσιας υγείας. Φυματίωση, ελονοσία, τέτανοι και μία μεγάλη ποικιλία παρασιτικών ασθενειών αντανακλούσαν ένα περιβάλλον που ήταν πλήρως απορυθμισμένο και ένα σύστημα υγείας που ήταν τελείως ερειπωμένο.
Τσακισμένος από το μέγεθος των προβλημάτων αυτών, εξαντλημένος από το συνεχές ρεύμα των ασθενών με αρρώστιες που δεν είχα τα εφόδια για να
διαγνώσω, απογοητευμένος από την έλλειψη Εργαστηριού και ακτινολογικής βοήθειας, αισθανόμουνα όλο και μεγαλύτερη αποθάρρυνση, απορώντας γιατί είχα πιστέψει ότι αυτό το ταξίδι θα ήταν κάτι καλό.
Τότε, ένα απόγευμα ένας νέος αγρότης μεταφέρθηκε από την οικογένειά του στο ιατρείο με προϊούσα καταβολή δυνάμεων και έντονο οίδημα των κάτω άκρων. Παίρνοντας το σφυγμό του, ξαφνιάστηκα όταν παρατήρησα ότι ο σφυγμός ουσιαστικά εξαφανιζόταν κάθε φορά που έπαιρνε μια εισπνοή. Μολονότι δεν είχα δει ποτέ αυτό το φυσικό σημείο (που λέγεται «παράδοξος σφυγμός») τόσο δραματικά έκδηλο, ήμουνα τελείως βέβαιος πως αυτό σήμαινε ότι αυτός ο νεαρός αγρότης είχε μαζέψει ένα μεγάλο ποσό υγρού στον περικαρδιακό σάκο γύρω από την καρδιά του. Αυτό το υγρό απειλούσε να σταματήσει την κυκλοφορία του και να πάρει τη ζωή του.
Σ'αυτό το σκηνικό η πιο πιθανή αιτία ήταν η φυματίωση. Είχαμε φάρμακα στο Έκου για φυματίωση, αλλά δεν μπορούσαν να δράσουν αρκετά γρήγορα για να σώσουν αυτό το νέο. Είχε το πολύ λίγες ημέρες να ζήσει εκτός αν γινόταν κάτι δραστικό. Η μόνη δυνατότητα να τον σώσω ήταν να πραγματοποιήσω μια επικίνδυνη παρέμβαση, να αδειάσω δηλαδή το περικαρδιακό υγρό με μία χοντρή βελόνα στο στήθος του. Στον πολιτισμένο κόσμο μια τέτοια επέμβαση θα γινόταν μόνο από έναν άρτια εκπαιδευμένο επεμβατικό καρδιολόγο, οδηγούμενο από μία συσκευή υπερήχων, για να αποφύγει τραυματισμό της καρδιάς που θα προκαλούσε άμεσο θάνατο.
Υπέρηχος δεν υπήρχε. Κανένας άλλος γιατρός μέσα αυτό το μικρό νιγηριανό νοσοκομείο δεν είχε ποτέ αναλάβει τέτοια επέμβαση. Η επιλογή για μένα ήταν ή να επιχειρήσω μια πολύ επικίνδυνη και αιματηρή αναρρόφηση με βελόνα ή να βλέπω τον αγρότη να πεθαίνει. Εξήγησα την κατάσταση στο νέο, που τώρα ήταν πλήρως ενήμερος για την επισφαλή θέση του. Με παρακίνησε ήρεμα να προχωρήσω. Με την ψυχή στο στόμα και με προσευχή στα χείλη μου, έμπασα μια μεγάλη βελόνα ακριβώς κάτω από το στέρνο του με κατεύθυνση κατά τον αριστερό του ώμο, φοβούμενος συνεχώς μήπως είχα κάνει λάθος διάγνωση, οπότε ήταν βέβαιο ότι πήγαινα να τον σκοτώσω.
Δεν χρειάσθηκε να περιμένω πολύ. Η ροή του σκοτεινού κόκκινου υγρού μέσα στη σύριγγα μου στην αρχή μου προκάλεσε πανικό μήπως είχα μπει στο εσωτερικό της καρδιάς, αλλά σύντομα φάνηκε ότι αυτό δεν ήταν φυσιολογικό αίμα καρδιάς. Ήταν μια μαζική αιματηρή φυματιώδης εξίδρωση από τον περικαρδιακό σάκο γύρω από την καρδιά. Αποχετεύτηκε περίπου ένα τέταρτο του γαλονιού υγρό.
Η ανταπόκριση του νέου ήταν δραματική. Ο παράδοξος σφυγμός του εξαφανίσθηκε σχεδόν αμέσως και μέσα στις επόμενες 24 ώρες το πρήξιμο των ποδιών του καλυτέρευσε γρήγορα.
Για λίγες τόσες μετά από αυτήν την εμπειρία αισθάνθηκα ένα μεγάλο αίσθημα ανακούφισης, ακόμη ευδαιμονίας για ό,τι συνέβη. Αλλά από το άλλο πρωί η ίδια συνηθισμένη κατήφεια άρχισε να με κυριεύει. Όπως και να΄ταν οι συνθήκες που οδήγησαν αυτόν το νέο άνδρα να πάθει φυματίωση δεν επρόκειτο να αλλάξουν. Θα ξεκινούσε θεραπεία με αντιφυματικά φάρμακα στο νοσοκομείο, αλλά οι πιθανότητες ήταν ότι δεν θα είχε τα μέσα για να πληρώσει για τα δύο ολόκληρα χρόνια θεραπείας που χρειάζονταν και μπορούσε κάλλιστα να πάθει μια υποτροπή και να πεθάνει, παρά τις προσπάθειές μας.
Ακόμη κι αν επιζούσε από την αρρώστια, κάποια άλλη πάθηση που κάτω από άλλες συνθήκες θα μπορούσε να προληφθεί και που προερχόταν από ακάθαρτο νερό, ανεπαρκή διατροφή, κι ένα επικίνδυνο περιβάλλον πιθανώς δε βρισκόταν πολύ μακριά στο μέλλον του. Οι πιθανότητες για μακροζωία σ΄ένα Νιγηριανό αγρότη είναι λίγες.
Μ΄αυτές τις αποθαρρυντικές σκέψεις στο μυαλό μου, πλησίασα στο πλάι του, το άλλο πρωί και τον βρήκα να διαβάζει τη Βίβλο του. Με κοίταξε ειρωνικά και ρώτησε αν είχα εργασθεί στο νοσοκομείο για πολύ καιρό. Παραδέχθηκα ότι ήμουν καινούργιος, αισθανόμενος κάπως εκνευρισμένος και αμήχανος που τόσο εύκολα το είχε καταλάβει αυτός. Αλλά τότε αυτός ο Νιγηριανός αγρότης, διαφορετικός από μένα σε καλλιέργεια, πείρα και καταγωγή, όσο πιο διαφορετικοί μπορεί να είναι δύο άνθρωποι, είπε τις λέξεις που θα μείνουν για πάντα χαραγμένες στο μυαλό μου:
«Έχω την αίσθηση ότι απορείτε γιατί ήλθατε εδώ», είπε. «Έχω μιαν απάντηση για σας. Ήλθατε εδώ για ένα λόγο. Ήλθατε εδώ για μένα».
Έμεινα κατάπληκτος. Κατάπληκτος γιατί μπορούσε να βλέπει τόσο καθαρά μέσα στην καρδιά μου, αλλά ακόμη περισσότερο κατάπληκτος για τα λόγια που έλεγε. Είχα μπήξει μια βελόνα κοντά στην καρδιά του. Είχε άμεσα σουβλίσει τη δική μου. Με λίγες απλές λέξεις είχε μεταβάλλει σε ντροπή τα μεγαλεπήβολα όνειρά μου, ότι θα ήμουν ο μεγάλος λευκός γιατρός που θα θεράπευε τα εκατομμύρια των Αφρικανών. Είχε δίκιο. Καλούμεθα όλοι να απλώσουμε χέρι βοήθειας στους άλλους. Σε σπάνιες περιπτώσεις αυτό μπορεί να συμβεί σε μια μεγάλη κλίμακα. Αλλά τον περισσότερο καιρό συμβαίνει σε απλές πράξεις καλοσύνης ενός ανθρώπου προς έναν άλλο. Αυτά είναι τα γεγονότα που έχουν σημασία. Τα δάκρυα ανακούφισης που θόλωσαν την όραση μου καθώς σκεπτόμουνα τα λόγια του, προερχόντουσαν από μια απερίγραπτη αναθεώρηση ότι εκεί, σ'αυτό το παράξενο μέρος, σ΄αυτήν ακριβώς τη μια στιγμή, ήμουν σε αρμονία με το θέλημα του Θεού, δεμένος μαζί μ' αυτό το νέο άνθρωπο μ΄έναν πολύ απίθανο αλλά θαυμάσιο τρόπο.
Τίποτα απ΄όσα είχα μάθει από την επιστήμη δεν μπορεί να εξηγήσει αυτήν την εμπειρία. Τίποτα από τις εξελικτικές εξηγήσεις της ανθρώπινης συμπεριφοράς μπορεί να πει το λόγο γιατί φάνηκε τόσο σωστό γι΄αυτόν τον προνομιούχο λευκό να στέκεται δίπλα στο κρεβάτι αυτού του νεαρού Αφρικανού αγρότη, και να δέχονται και οι δυο κάτι το εξαιρετικό. Αυτό ήταν που ο C.S. Lewis ονομάζει αγάπη. Είναι η αγάπη που δε ζητά ανταμοιβή. Είναι ένα σάπισμα στον υλισμό και τη φυσιοκρατία. Και είναι η πιο γλυκιά χαρά που μπορεί να γνωρίσει κανείς.
(Francis Collins, Η γλώσσα του Θεού, εκδ. Παπαζήση σελ. 185-188)
ιε. Ανάμνησιν εργαζόμεθα θυσίας
«Στο μυστικό Δείπνο ο Χριστός, αφού προσέφερε στους μαθητάς Του το άγιο σώμα Του και το τίμιο αίμα Του, τους έδωσε την εντολή: Τούτο ποιείτε εις την εμήν ανάμνησιν. Έτσι μας διδάσκει ότι η πραγματική ανάμνησή Του δεν είναι μια απλή σκέψη αλλά μια πράξη: η τέλεση του μυστηρίου του Δείπνου Του. Ο μόνος τρόπος να «θυμηθεί» κανείς το απρόσιτο στη σκέψη μυστήριο της Οικονομίας Του είναι να ξαναζήσει τη θυσία Του μέσα στη θεία Λειτουργία.
Για να μην καταλάβουμε διαφορετικά την «ανάμνησή» Του, ο Χριστός μάς έδωσε προηγουμένως εντολή: Λάβετε, φάγετε το σώμα μου… Πίετε το αίμα μου.
Έτσι, αναγκαστικά η ανάμνηση αυτής της εντολής και ολόκληρου του έργου της θείας Οικονομίας μάς οδηγεί στην ευχαριστιακή προσφορά: Μεμνημένοι τοίνυν της σωτηρίου ταύτης εντολής και πάντων των υπέρ ημών γεγενημένων… τα σα εκ των σων σοι προσφέρομεν …. Η ανάμνηση της εντολής του Κυρίου μάς παρακινεί να ιερουργήσουμε το Μυστήριο της λειτουργικής αναμνήσεώς Του. Και είναι τόσο πραγματική και ζωντανή η παρουσία του Χριστού μέσα στη λειτουργική ανάμνησή Του, ώστε στο τέλος της θείας Λειτουργίας μπορούμε να Τού πούμε: «τετέλεσται το τη σης οικονομίας μυστήριον»384(Μέγας Βασίλειος, Λειτουργία).
Ο ιερός Χρυσόστομος γράφει ότι με το ίδιο το μυστικό Δείπνο ο Χριστός ιερούργησε την ανάμνηση της θυσίας Του: «Διό λοιπόν … τους μαθητάς δια των μυστηρίων αναμιμνήσκει πάλιν της σφαγής (=Για αυτό λοιπόν… μέσω των μυστηρίων θυμίζει πάλι στους μαθητές τη σφαγή)». Στη συνέχεια χαρακτηρίζοντας ο Χριστός το άγιο αίμα Του αίμα της Καινής Διαθήκης, «δείχνει ότι πρόκειται και να πεθάνει. Γι αυτό κάνει λόγο για Διαθήκη. Και θυμίζει έτσι και την Παλαιά (αναμιμνήσκει της προτέρας), γιατί κι εκείνη επικυρώθηκε με αίμα»385(Μ.58,737-738). Έτσι, ήδη στο μυστικό Δείπνο συνυπάρχει στο πρόσωπο του Χριστού το παρελθόν (η προτέρα διαθήκη), το παρόν (η καινή διαθήκη) και το μέλλον (η επικείμενη ΄σφαγή΄).
Η θεία Ευχαριστία είναι η λειτουργική «ανάμνηση της αειμνήστου και πρώτης εκείνης τραπέζης του μυστικού θείου Δείπνου»386 (Ιππόλυτος Ρώμης,Μ 10,628Β) και πάντων των υπέρ ημών γεγενημένων. Με τη θεία Ευχαριστία ιερουργούμε αυτό ακριβώς (τούτο ποιείτε) που ιερούργησε ο Δεσπότης Χριστός. Γι αυτό, λέει ο άγιος Διονύσιος: «Το θεομίμητον πως αν ημίν ετέρως εγγένοιτο, μη της των ιερωτάτων θεουργιών μνήμης ανανεουμένης αεί ταις … ιερουργίαις ;(=πώς θα μπορούσε αλλιώς να υπάρξει σε μας η μίμηση του θείου, αν δεν ανανεωνόταν πάντοτε η μνήμη των ιερότατων θεουργιών με τις… ιεροτελεστίες;387»(Μ. 3,441C)
Προσφέρουμε την αγία Αναφορά «ανάμνησιν ποιούμενοι του θανάτου αυτού». Με τη λειτουργική ανάμνηση δεν σκεπτόμαστε απλώς τη θυσία του Χριστού αλλά τη ζούμε: «Εκείνη προσφέρομεν και νυν την τότε προσενεχθείσαν, την ανάλωτον. Τούτο γαρ εις ανάμνησιν γίνεται του τότε γενομένου. Τούτο γαρ ποιείτε φησίν, εις την εμήν ανάμνησιν. Ουκ άλλην θυσίαν … αλλά την αυτήν αεί ποιούμεν· μάλλον δε ανάμνησιν εργαζόμεθα θυσίας» (=Εκείνη προσφέρουμε και τώρα, αυτήν που τότε προσφέρθηκε, αυτήν που δεν δαπανιέται ποτέ. Διότι αυτό γίνεται για ανάμνηση αυτού που έγινε τότε. Διότι αυτό κάντε, λέει, για τη δική μου ανάμνηση. Όχι άλλη θυσία… αλλά την ίδια πάντοτε τελούμε· μάλλον δε επιτελούμε ανάμνηση θυσίας»388(Χρυσόστομος,Μ 63,191).
Ο Χριστός, με το στόμα του ιερού Χρυσοστόμου, μάς εξήγησε το νόημα της αναμνήσεως: «Όπως, λέει στους μαθητάς Του, εκάνατε εκείνο (το ιουδαϊκό πάσχα) για να θυμάστε τα θαύματα της Αιγύπτου, έτσι να κάνετε και αυτό (το δικό μου πάσχα) για να θυμάστε εμένα». Και συνεχίζει ο άγιος πατήρ «Όπως ο Μωϋσής λέει «Αυτό θα είναι αιώνια ανάμνηση για σας», έτσι και ο Χριστός «Για να έχετε την ανάμνησή μου» μέχρις ότου επανέλθω»389(Έξοδος 3,15-Μ 58,739).
Πράγματι ο Χριστός είπε στους μαθητάς: «Ου μη πίω απ άρτι εκ τούτου του γεννήματος της αμπέλου έως της ημέρας εκείνης, όταν αυτό πίνω μεθ υμών καινόν εν τη βασιλεία του πατρός μου»390(Ματθ. 26,29). Έτσι, η θεία Λειτουργία, που είναι και η πρόγευση του Δείπνου της Βασιλείας, είναι το Γεγονός που ενώνει το μυστικό Δείπνο με τη Βασιλεία του Θεού. Στο χρονικό διάστημα που είναι ανάμεσα στο Δείπνο και τη Βασιλεία ιερουργείται η Λειτουργία: η ζωηφόρος ανάμνηση του Δείπνου, πάντων των υπέρ ημών γεγενημένων και της ίδιας της Βασιλείας.
Στο πρόσωπο του Χριστού συνυπάρχει το παρελθόν και το μέλλον μέσα στο παρόν, πράγμα που είδαμε μιλώντας και για το μυστικό Δείπνο. «Εγώ, λέει ο Χριστός, είμαι το Α και το Ω, ο πρώτος και ο έσχατος, αρχή και τέλος»391(Αποκάλ. 22,13). Έτσι, στη θεία Λειτουργία, η οποία είναι το μυστήριο του Χριστού, το Α και το Ω, τα πρώτα και τα έσχατα, η αρχή και το τέλος είναι ταυτοχρόνως παρόντα: «Η μελλοντική εκείνη ζωή, γράφει ο ιερός Καβάσιλας, κατά κάποιον τρόπο χύθηκε μέσα σ΄αυτήν την παρούσα ζωή και αναμίχθηκε μαζί της» Ο μέλλων εκείνος τω παρόντι τούτω καθάπερ ενεχέθη και ανεμίγη.392 (Μ. 150,496)
Προσδοκούμε ανάσταση νεκρών και ήδη ζούμε στον ουρανό: «την γην ουρανόν ποιεί τουτί το μυστήριον (την γη την κάνει ουρανό αυτό εδώ το μυστήριο»)»393(Χρυσόστομος Μ 61,205). Μέσα στη Χάρι της Λειτουργίας τα μέλλοντα είναι και ονομάζονται γεγενημένα. Γιατί ο ιερουργών και ιερουργούμενος Χριστός είναι «υπεράνω και τόπου και χρόνου και της των γεγονότων (των κτιστών δημιουργημάτων) ιδιότητος»394(Κλήμης Αλεξανδρεύς,Μ 8,937Α). Η θεία Λειτουργία είναι η έξοδος του ανθρώπου από το χρόνο και η είσοδός του στο μυστήριο της ημέρας του Κυρίου. Της ημέρας της ογδόης, «που δεν έχει αρχή και τέλος. Γιατί δεν είναι ότι τώρα δεν υπάρχει και πρόκειται να υπάρξει μετά και να αρχίσει· αλλά και ήταν προ των αιώνων, και είναι τώρα και θα είναι για πάντα»395(Συμεών Νέος Θεολόγος,SC 122,182).
Στη θεία Λειτουργία ζούμε την ώρα που «έρχεται και νυν εστι (=και τώρα είναι)». Ζούμε την ώρα του Χριστού ο Οποίος αδιάκοπα «υπάγει και έρχεται»396(Ιωάννης 4,23 και 14,28).
ις. Της ελευθερίας μου προσφέρω σοι τα σύμβολα
Ο άνθρωπος πήρε τον κόσμο από τα χέρια του Θεού ως δώρο γεμάτο από θείες ευλογίες. Θέλει λοιπόν να Του εκφράσει την ευγνωμοσύνη του. Και μη έχοντας τι να Του αντιπροσφέρει, Τού επιστρέφει το ίδιο Του δώρο: Τα σα εκ των σων σοι προσφέρομεν … Έτσι, ο κόσμος που υπήρξε το όχημα που μετέφερε στον άνθρωπο την αγάπη του Θεού, γυρίζοντας τώρα στο Θεό, γίνεται το όχημα που μεταφέρει στον άγιό Του θρόνο την Ευχαριστία του ανθρώπου.
Προσφέρουμε στο Θεό το δώρο που μας έκανε, βάζοντας επάνω σ΄αυτό τη σφραγίδα της ευγνωμοσύνης μας. Το όργωμα της γης, η σπορά, το θέρισμα, το ζύμωμα, το πάτημα των σταφυλιών είναι η σφραγίδα του ανθρώπου πάνω στον κόσμο του Θεού. Το σιταρένιο ψωμί, το αγνό νάμα, το ανόθευτο λάδι είναι ο κόσμος που γυρίζει στο Θεό φορτωμένος με τους κόπους, τις αγωνίες, τις χαρές και τις ελπίδες του ανθρώπου.
Το δώρο όμως αυτό του Θεού δεν είναι ούτε η μόνη ούτε η μεγαλύτερη ευλογία Του σε μας. Γιατί, εάν με την πρώτη δημιουργία ο Θεός φανέρωσε την αγάπη Του στον άνθρωπο, προσφέροντάς του ως δώρο τον κόσμο, στην καινή κτίση φανέρωσε την αγάπη Του προσφέροντας στον άνθρωπο δώρο τον εαυτό Του. Ο Χριστός, γράφει ο ιερός Καβάσιλας, «δεν ανέπλασε τον άνθρωπο με την ίδια ύλη που τον έπλασε αρχικά. Αλλά την πρώτη πλάση έκανε παίρνοντας χώμα από τη γη, ενώ για τη δεύτερη έδωσε το σώμα Του… Του παλαιού Αδάμ το σώμα, συστάθηκε από τη γη, ενώ ο νέος γεννήθηκε, λέει η Γραφή, από το Θεό. Και απόδειξη κάθε μιας από τα δύο είδη ζωής είναι η αντίστοιχη τράπεζα. Την πρώτη την έβγαλε η γη, τον καινό άνθρωπο τον τρέφει ο επουράνιος με τη σάρκα Του» 397(Μ 150 617Β-621). Γι αυτό και τώρα στην καινή θυσία δεν προσφέρουμε στο Θεό μόνο απλά υλικά του κόσμου αλλά τον ίδιο τον Χριστό, το σώμα Του, που μας χάρισε η αγάπη του Πατρός.
Τα δώρα που προσκομίζουμε στο θυσιαστήριο μπορούν επάξια να ευχαριστήσουν για το καινό αυτό δώρο, τον Χριστό, ακριβώς γιατί σε λίγο θα αποτελέσουν σάρκα και αίμα Χριστού. Έτσι, τα δώρα αυτά έχουν τη δύναμη να είναι η απάντησή μας στην αγάπη Του, που φανερώθηκε στην αρχική δημιουργία με τον κόσμο και στην καινή κτίση εν Χριστώ. Και είναι ακόμα, τα ίδια αυτά δώρα, τα σημάδια της ελευθερίας που μας χάρισε ο Χριστός προσφέροντας τον εαυτό Του «λύτρον αντί πολλών»398(Ματθ. 20,28). Όπως λέει ο ιερεύς στον Χριστό, στη λειτουργία του Γρηγορίου του Θεολόγου, λίγο πριν από τον καθαγιασμό: «Ταύτης μου της ελευθερίας προσφέρω σοι τα σύμβολα»399(Μ 36, 712Α).
Κρατώντας στα χέρια του ο άνθρωπος αυτά τα δώρα, αντίδωρα για τον κόσμο και τον Χριστό που δέχθηκε από τον Πατέρα, με την αγία αναφορά, ανεβαίνει προς τα ύψη του Θεού: «Μεταχειριζόμενος το φως ανεβαίνει το δρόμο που οδηγεί στο Θεό… Ανεβαίνει αληθινά…. και ακούει τα άρρητα ρήματα και βλέπει τα αθέατα θεάματα. Και γεμίζει ολόκληρος από θαυμασμό… και συναγωνίζεται τους ακούραστους υμνωδούς (δηλαδή τους αγγέλους) έχοντας γίνει και ο ίδιος άγγελος του Θεού πάνω στη γη. Και διά του εαυτού του οδηγεί στο Θεό ολόκληρη την κτίση»400(Γρηγόριος Παλαμάς,Φ 4,111).
Δια του ανθρώπου και μαζί με τον άνθρωπο φθάνει στο υπερουράνιο θυσιαστήριο και ο κόσμος. Δέχεται και αυτός την αγιαστική χάρι του Παρακλήτου και γίνεται σώμα Χριστού: το καινό Δώρο του Θεού στον άνθρωπο. Ο κόσμος τώρα γίνεται τόπος συναντήσεως του κτιστού με τον Άκτιστο, γίνεται Ευχαριστία. Και ο άνθρωπος κοινωνεί την «ευχαριστηθείσαν τροφήν»401 (Άγιος Ιουστίνος,Β 3,197) -τον Χριστό- και χριστοποιείται.
ιζ. Σοι ευχαριστούμεν
Ερμηνεύοντας ο ιερός Καβάσιλας την εκφώνηση του ιερέως Τα σα εκ των σων σοι προσφέρωμεν…, λέει απευθυνόμενος στον ουράνιο Πατέρα: «Σου προσφέρουμε την ίδια εκείνη προσφορά, την οποία ο ίδιος ο Μονογενής προσέφερε σε σένα το Θεό και Πατέρα. Και προσφέροντάς την ευχαριστούμε εσένα, γιατί και Αυτός προσφέροντάς την ευχαριστούσε. Γι΄αυτό, δεν εισφέρουμε τίποτα δικό μας σ΄ αυτή την προσφορά των δώρων ούτε δικά μας έργα είναι αυτά τα δώρα αλλά δικά Σου, του Δημιουργού των όλων. Ούτε δική μας επινόηση είναι ο τρόπος αυτός της λατρείας… αλλά συ μας τον δίδαξες και συ μας προέτρεψες δια του Μονογενούς να σε λατρεύουμε με τον τρόπο αυτό. Γι΄αυτό, όσα σου προσφέρουμε μάς τα έδωσες από τα δικά Σου, είναι δικά Σου καθ΄όλα και για όλα (κατά πάντα και δια πάντα)»402(Μ 150,481-484). Και προσφέροντας στον Κύριο αυτά που είναι δικά Του, τον ευχαριστούμε κατά πάντα και διά πάντα.
Αυτή η «εν παντί» Ευχαριστία είναι καρπός της αναμνήσεως Χριστού. Σ΄αυτό άλλωστε απέβλεπε ο Χριστός, όταν έδωσε εντολή να ιερουργούμε την ανάμνησή Του: να μη γίνουμε αγνώμονες και χάσουμε έτσι τις θεϊκές Του δωρεές. Η Ευχαριστία, λέει ο ιερός Χρυσόστομος, μας κάνει οικείους του Θεού403(ΕΠΕ 10,158). Ο σκοπός που συνέστησε ο Κύριος το Μυστήριο είναι ακριβώς η ιερουργία της αναμνήσεώς Του, επειδή η ανάμνησή Του μας οδηγεί στην Ευχαριστία, μας κάνει δικούς Του: «Εις την εμήν ανάμνησιν ποιείτε τούτο, έφη (ο Χριστός), την αιτίαν εκκαλύπτων (αποκαλύπτοντας) ημίν της του μυστηρίου δόσεως… Όταν γαρ εννοήσης τι πέπονθεν ο Δεσπότης σου διά σε, φιλοσοφώτερος έση» λέει ο ιερός Χρυσόστομος. «Έδεσε στερεά την ανάμνηση της ευεργεσίας με το Μυστήριο», λέει ο ίδιος Πατήρ404(Μ 61,230 & 58,739).
Η ανάμνηση της ευεργεσίας βλαστάνει την Ευχαριστία, και η Ευχαριστία μας κάνει φιλοσοφωτέρους, δηλαδή φίλους του Χριστού που είναι η Σοφία του Θεού. Κι εμείς, για να γίνουμε φίλοι του Χριστού, ευχαριστούμε «πάντοτε υπέρ πάντων εν ονόματι του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού τω Θεώ και Πατρί»405(Εφεσ. 5,20).
ιη. Η του Αγίου Πνεύματος επισκιάζουσα δύναμις
Στη θεία Λειτουργία του Αγίου Ιακώβου, πριν αρχίσει η αγία αναφορά, γίνεται ο εξής διάλογος ανάμεσα στο λειτουργό και το λαό. Ο λειτουργός λέει: «Μεγαλύνατε τον Κύριον συν εμοί και υψώσωμεν το όνομα αυτού επί το αυτό». Και ο λαός απαντά: «Πνεύμα Άγιον επελεύσεται επί σε και δύναμις Υψίστου επισκιάσει σοι». Η απάντηση του λαού μάς θυμίζει το διάλογο που έγινε ανάμεσα στην Κεχαριτωμένη Θεοτόκο και τον αρχάγγελο Γαβριήλ την ημέρα του Ευαγγελισμού406(Λουκ. 1,34-35).
Κάθε θεία Λειτουργία είναι ένας καινούργιος Ευαγγελισμός. Στη θέση της Παναχράντου Θεοτόκου είναι η μία, αγία, καθολική και αποστολική Εκκλησία. Λέγοντας η Σύναξη της Εκκλησίας -με το στόμα του λειτουργού- κατάπεμψον το Πνεύμα σου το Άγιον εφ΄ημάς, κατά κάποιο τρόπο επαναλαμβάνει τα λόγια της Αειπαρθένου «Ιδού η δούλη Κυρίου, γένοιτό μοι κατά το ρήμα σου»407(Λουκ.1,38). Και ιερουργείται ο Ευαγγελισμός της θεοτόκου Εκκλησίας: «Η χάρις του Πνεύματος βρίσκεται εκεί και πετάει πάνω σε όλους και ετοιμάζει τη μυστική εκείνη θυσία»408Η του Πνεύματος χάρις παρούσα και πάσιν εφιπταμένη την μυστικήν εκείνην κατασκευάζει θυσίαν (Χρυσόστομος ΕΠΕ 36,312).
Με το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας η αγία μας Εκκλησία γίνεται Θεοτόκος Μητέρα. Ο Παράκλητος κατέρχεται πάνω σ΄Αυτήν και πάνω στα δώρα Της. Μυστηριακά συλλαμβάνεται ο Λόγος του Θεού, γεννάται ο Άχρονος, προσφέρεται υπέρ της του κόσμου ζωής. Η Εκκλησία δέχεται την τελείωση «τοις λελαλημένοις αυτή παρά Κυρίου: ΄Τούτο εστι το σώμα μου… Τούτο εστι το αίμα μου΄.»
Ο Κύριος έδωσε την εντολή στους μαθητάς Του να ιερουργούν το Δείπνο εις ανάμνησίν Του επειδή «επρόκειτο να τους προσφέρει τη δύναμη, ώστε να μπορούν να το πράττουν. Και ποιά είναι η δύναμη; Είναι το Άγιο Πνεύμα. Η από τον ουρανό δύναμη που όπλισε τους Αποστόλους, σύμφωνα με το λόγο του Κυρίου προς αυτούς· «καθίσατε στην πόλη Ιερουσαλήμ, έως ότου ενδυθείτε την εξ ύψους δύναμη». Αυτό το Μυστήριο είναι έργο εκείνης της καθόδου· διότι το Πνεύμα δεν κατέβηκε μία μόνο φορά κι έπειτα μας εγκατέλειψε αλλά είναι και θα είναι μαζί μας για πάντα… Αυτό τελεσιουργεί τα μυστήρια με το χέρι και τη γλώσσα των ιερέων». «Και γίνεται υετός (βροχή) τη καινή ταύτη γεωργία διά της επικλήσεως η του Αγίου Πνεύματος επισκιάζουσα δύναμις (=και γίνεται βροχή για αυτήν την νέα καλλιέργεια, με την επίκληση της δυνάμεως του Αγίου Πνεύματος που πέφτει επάνω σαν σκιά)», γράφει ο άγιος Ιωάννης Δαμασκηνός409(Μ 150,428,Μ 94,1141Α,Λουκ. 14,49).
Η κάθοδος του Παρακλήτου εφ΄ημάς και επί τα προκείμενα Δώρα είναι η απάντηση του Θεού στην ικεσία των παιδιών Του. Είναι η βεβαίωση, ότι ο Θεός μάς θεωρεί παιδιά Του και ότι τα δώρα μας έγιναν δεκτά από την αγάπη Του. «Όταν δεις ότι με αφθονία κατεβαίνει το Άγιο Πνεύμα, μην έχεις πια καμιά αμφιβολία για τη συμφιλίωσή μας με το Θεό», γράφει ο ιερός Χρυσόστομος410(ΕΠΕ 36,306).
Με τη θεία Λειτουργία «δυνάμεθα αεί πεντηκοστήν επιτελείν (=μπορούμε πάντοτε να επιτελούμε πεντηκοστή)»411(Χρυσόστομος,ΕΠΕ 36,298). Η στιγμή της καθόδου του Παρακλήτου είναι η Ευχαριστιακή Πεντηκοστή: «ο καιρός ούτος (της Ευχαριστίας) τον καιρόν εκείνον (της Πεντηκοστής) σημαίνει»412(Ιερός Καβάσιλας,Μ 150,452Β). Η παρουσία του Παρακλήτου συνάγει το λαό του Θεού γύρω από την αγία Τράπεζα. Συγκροτεί το θεσμό της ευχαριστούσης Εκκλησίας. «Αν δεν ήταν παρόν το Πνεύμα, δεν θα γινόταν η Εκκλησία· κι εφ΄όσον η Εκκλησία υπάρχει, είναι φανερό ότι το Πνεύμα είναι παρόν» λέει ο ιερός Χρυσόστομος413 Ει μη Πνεύμα παρήν, ουκ αν συνέστη η Εκκλησία˙ ει δε συνίσταται η Εκκλησία εύδηλον ότι το Πνεύμα πάρεστι.(ΕΠΕ 36,312).
«Έλεγε δε και τούτο, ο θεοφόρος Συμεών ο Νέος Θεολόγος, ωσάν διά άλλον τινά, θέλοντας να κρύπτη τον εαυτόν του και να φεύγη την δόξαν των ανθρώπων˙ ότι ήκουσα ένα ιερομόναχον όπου μου εμπιστεύθη, ως φίλος μου γνήσιος, και μου είπεν ότι δεν ελειτούργησα ποτέ όπου να μην ιδώ το Άγιον Πνεύμα, καθώς το είδον όπου ήλθε εις εμέ όταν με εχειροτονούσεν ιερέα ο αρχιερεύς και έλεγε την ευχήν έχοντας το ευχολόγιον επάνω εις την αθλίαν μου κεφαλήν˙ τον οποίον ερώτησα εγώ, πώς το είδε τότε εις την χειροτονίαν του, και με ποίον είδος (μορφή), και μου είπεν ότι το είδον απλούν και χωρίς είδος, πλην ως φως. Και καθώς εθαύμαζον κατ΄αρχάς που είδον εκείνο οπού δεν είδον ποτέ άλλοτε, και εδιαλογιζόμην τι να είναι τούτο οπού βλέπω, εκείνο μου έλεγε μυστικώς, ωσάν με γνώσιν φωνής, εγώ με αυτόν τον τρόπο έρχομαι εις όλους τους Προφήτας και Αποστόλους και Αγίους και εις τους εκλεκτούς του Θεού όπου ευρίσκονται την σήμερον ημέραν. Διότι εγώ είμαι το Άγιον Πνεύμα του Θεού. Αυτώ η δόξα και το κράτος εις τους αιώνας. Αμήν»414(Ζ σελ. 554 ή Μ 120,686-688)».
(Ιερομονάχου Γρηγορίου, Η Θεία Λειτουργία Σχόλια, Εκδ. Δόμος, σελ. 281-290 [υπογραμμίσεις δικές μας και μετάφραση των αρχαίων κειμένων])