E-mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

«Ακριβώς αυτή είναι η φύσις και η δύναμις και η αξία των Μυστηρίων. Να μεταβάλλουν πράγματα, να αλλοιώνουν καταστάσεις, να μεταμορφώνουν γεγονότα, να καθιστούν τον αμαρτωλόν άγιον, τον απηγορευμένον ευλογημένον, να υψώνουν το γεώδες εις τον ουρανόν. Ναι, «πέντε λεπτά» προ του γάμου είναι αμαρτία η σαρκική συνάφεια του ζεύγους «πέντε λεπτά αργότερα» δεν είναι αμαρτία.
«Πέντε λεπτά» προ της ευλογίας του Ιερέως έχομεν επί της αγίας Τραπέζης «ψωμάκι» και «κρασάκι» «πέντε λεπτά (γράφε, εν δευτερόλεπτον) αργότερα» έχομεν αυτό τούτο το τεθεωμένον Σώμα και Αίμα του Κυρίου μας!
«Πέντε λεπτά» προ της βαπτίσεως του κατηχουμένου είναι βαρύτατη αμαρτία η μετάδοσις εις αυτόν της θείας Ευχαριστίας «πέντε λεπτά αργότερα» η μετάδοσις είναι πράξις επιβεβλημένη και αγία.
«Πέντε λεπτά» προ της χειροτονίας του εις Επίσκοπον ο «εψηφισμένος» είναι Πρεσβύτερος και δεν δύναται να τελέσει χειροτονίαν Κληρικού «πέντε λεπτά αργότερα», συνεχιζόμενης της διά την ιδικήν του χειροτονίαν τελούμενης θείας Λειτουργίας, χειροτονεί Πρεσβύτερον και Διάκονον.
Αλλά διατί να μείνωμεν εις τα θειότατα και υπερφυσικά, τουτέστιν εις τα Μυστήρια της Εκκλησίας μας; Μήπως και εις τα «καθ’ ημάς», δηλαδή τα ανθρώπινα, παρόμοια δεν ισχύουν;
«Πέντε λεπτά» προ της υπογραφής του συμβολαίου υπό του συμβολαιογράφου και των συμβαλλομένων και της σφραγίσεώς του, είναι τούτο απλούς χάρτης. «Πέντε λεπτά αργότερα» είναι δημόσιον έγγραφον δημιουργούν αναμφισβήτητους νομικάς συνεπείας (δικαιώματα και υποχρεώσεις) απροσμετρήτου ενίοτε εκτάσεως.
«Πέντε λεπτά» προ της υπογραφής της η διαθήκη ουδέν διαφέρει χάρτου περιτυλίγματος «πέντε λεπτά αργότερα» έχει την δύναμιν να καθορίσει την τύχην περιουσίας εκατοντάδων εκατομμυρίων.
«Πέντε λεπτά» προ της ορκωμοσίας του ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας είναι απλούς πολίτης, εστερημένος οιασδήποτε ειδικής εξουσίας, «πέντε λεπτά αργότερα» δύναται να απολύση την Κυβέρνησιν και να διαλύση την Βουλήν…».

... Αλλά ας ίδωμεν αν αι ανωτέρω «νεονικολαΐτικαι» θεωρίαι, ότι δηλαδή το Ευαγγέλιον μόνον τας «επί χρήμασι» σαρκικάς σχέσεις απαγορεύει, είνε δυνατόν να εύρουν στήριγμα τι εις την Καινήν Διαθήκην. Θα βεβαιωθώμεν ότι και εν τη Καινή Διαθήκη πορνεία είνε η εκτός γάμου σχέσις, αδιαφόρως αν αύτη γίνεται επί χρήμασιν ή… «εξ αγάπης»· Ερωτώμεν τους φρονούντας το αντίθετον: Πώς ερμηνεύουν τον λόγον του Κυρίου «ος αν απολύση την γυναίκα αυτού παρεκτός λόγου πορνείας, ποιεί αυτήν μοιχάσθαι» (Ματθ. ε’ 32); Βεβαίως ενταύθα η λέξις δηλοί την μοιχείαν (είπομεν ότι ενίοτε χρησιμοποιείται και με έννοιαν γενικήν και καθολικήν), αλλά το βαρύνον είνε ότι δια της λέξεως πορνεία, χαρακτηρίζεται η παράνομος σαρκική μείξις ασχέτως αν γίνεται επί χρήμασιν ή όχι. Εν εναντία περιπτώσει, αν δηλαδή η λέξις πορνεία εννοή αναγκαίως και αποκλειστικώς την επ’ αμοιβή σχέσιν και δεν αναφέρεται και εις την «εξ αγάπης» τοιαύτην, τότε θα καταλήξωμεν εις συμπέρασμα αληθώς τερατώδες. Ιδού αυτό:
Ο Κύριος επιτρέπει το διαζύγιον δι’ αθέτησιν της συζυγικής πίστεως, άλλ’ υπό ένα απαράβατον όρον: Ότι η άπιστος σύζυγος έλαβε χρήματα παρ’ εκείνου μετά του οποίου συνήψε σχέσεις. Αν δεν έλαβε χρήματα, αν έπραξεν ό,τι έπραξεν «εξ αγάπης» προς τον «φίλον» της, τότε δεν έχομεν πορνείαν. Άρα δεν εκπληρούται ο ρητός όρος του Κυρίου και το διαζύγιον αποκλείεται. Άλλαις λέξεσιν, ο αδικούμενος σύζυγος πρέπει να συνεχίζη υποχρεωτικώς την μετά της μοιχαλίδος συζυγίαν του, ανεχόμενος και αυτήν και τας απιστίας της, αφού αύται δεν έχουν ως κίνητρον τα χρήματα, αλλά μόνον την… «αγάπην»!!! Όπου δεν μεσολαβούν χρήματα, δεν υπάρχει πορνεία. Και όπου δεν υπάρχει πορνεία, δεν επιτρέπεται, κατά τους λόγους του Κυρίου, το διαζύγιον! Συμφωνείτε, αδελφοί; ‘Εκεί άγουν ευθέως και ασφαλώς αί θεωρίαι σας, ότι η πορνεία σημαίνει μόνον και αποκλειστικώς την επί χρήμασι σχέσιν…
Επίσης ερωτώμεν: Πώς ερμηνεύουν, οι τοιαύτας θεωρίας διδάσκοντες, το χωρίον του Παύλου Α’ Κορ. ε’, 1 κ.έ.; Ιδού τι λέγει ο θείος Απόστολος: «Όλως ακούεται εν υμίν πορνεία, και τοιαύτη πορνεία, ήτις ουδέ εν τοις έθνεσιν ονομάζεται, ώστε γυναικά τίνα του πατρός έχειν». Ο άνθρωπος αυτός δεν επεσκέπτετο τα πορνεία· απλώς σ υ ν έ ζ η με την μητρυιάν του. Και προφανώς ο δεσμός του ήτο «εξ αγάπης». Δεν συζή τις… επί χρήμασι! Δια τον Παύλον όμως η αθέμιτος αύτη συζυγία ήτο πορνεία! Ποία άλλη απόδειξις χρειάζεται περί του ότι πορνεία δεν χαρακτηρίζεται η επί χρήμασι μείξις, αλλά πάσα εκτός νομίμου γάμου σαρκική συνάφεια; Σαφέστατον και το εδάφιον Α’ Κορ. ζ’, 8-9:
«Λέγω δε τοις αγάμοις και ταις χήραις, καλόν αυτοίς εστίν εάν μείνωσιν ως καγώ. Ει δε ουκ εγκρατεύονται, γαμησάτωσαν (=ας έλθουν εις κοινωνίαν γάμου)· κρείσσον γαρ έστι γαμήσαι ή πυρούσθαι». Επιθυμεί ο μέγας Απόστολος την ισόβιον αγαμίαν δια πάντας τους άγαμους. Δεν αγνοεί όμως ότι η αγαμία είνε μεν ανωτέρα, άλλ’ όχι και εύκολος οδός. Δι’ αυτό και προσθέτει: «Ει δε ουκ εγκρατεύονται, γαμησάτωσαν». Ήτοι: Εάν δεν δύνανται να επιβληθούν εις τας ορμάς της σαρκός, ας έρχωνται εις κοινωνίαν γάμου. Μοναδική η διέξοδος δια του γάμου. «Μονόδρομος». Άλλη διέξοδος δεν υπάρχει. Η αγαμία λοιπόν δια τους δυναμένους να έγκρατευθοϋν ή γάμος διά τους μη δυναμένους. Ούτε διανοείται ο Παύλος την εύκολον «λύσιν» των «εξ αγάπης» σχέσεων δια τους μη εγκρατευομένους. Το δίλημμα το οποίον θέτει είνε άτεγκτον: Εγκρατεύεσαι; Μείνον άγαμος! Δεν εγκρατεύεσαι; «Παντρέψου»! Αυτά λέγει ο Παύλος ή μάλλον το Πνεύμα το Άγιον δια του Παύλου. Πάσα άλλη «λύσις» είνε «νεονικολαϊτικόν» επινόημα… Ερχόμεθα και εις το χωρίον Α’ Κορ. ζ’, 27-28: «Δέδεσαι γυναικί; Μη ζήτει λύσιν. Λέλυσαι από γυναικός; Μη ζήτει γυναίκα. Εάν δε και γήμης, ουχ ήμαρτες». Μίαν σχέσιν βλέπει ο Παύλος αναμάρτητον: Την εν τω γάμω! Εάν είσαι άγαμος, λέγει, μείνον όπως είσαι μη ζήτει γυναίκα. Απόφυγε τον γάμον και ζήσον εν παρθενία. Αλλ’ ο Παύλος δεν ίσταται ενταύθα. Γνωρίζει ότι οι χριστιανοί της εποχής εκείνης κατέχονται υπό «ενθουσιαστικών τάσεων»· γνωρίζει ακόμη ότι επίκειται η εμφάνισις αιρετικών, διδασκόντων ότι ο γάμος είνε ακάθαρτος, είνε αμαρτία, και δι’ αυτό οι πιστοί πρέπει να τον αποφεύγουν (Α’ Τιμ. δ’,3). Φοβούμενος λοιπόν μήπως παρεξηγηθούν οι λόγοι του αυτοί ως νομοθετούντες υποχρεωτικώς την ισόβιον παρθενίαν, ως κηρύσσοντες τον γάμον ακάθαρτον, προσθέτει τα όσα είδομεν ανωτέρω: «Εάν δε και γήμης (=έλθης εις γάμον), ουχ ήμαρτες». Δεν είνε αμαρτία ο γάμος. Εάν δεν θέλης να μείνης όπως είσαι, ήτοι άγαμος, αλλά θέλης να νυμφευθής, είνε τούτο δικαίωμά σου.
Ή μείνον άγαμος λοιπόν ή νυμφεύσου. Εν εκ των δύο. Ουδέ υπαινιγμός τις περί σχέσεων «εξ αγάπης» έξω του γάμου. Ο Παύλος μόνον την εν αγνότητι αγαμίαν και τον νόμιμον γάμον γνωρίζει ως καταστάσεις εκτός αμαρτίας. Χαρακτηριστική και η εν αμέσω συνεχεία φράσις του: «Και εάν γήμη η παρθένος, ουχ ήμαρτε». Μέγα και υψηλόν πράγμα η ισόβιος παρθενία. Αλλ’ όμως δεν είνε αμαρτία, λέγει ο Απόστολος, να έλθη εις γάμον ή παρθένος (εννοείται η μη αφιερωθείσα εις τον Θεόν). Τονίζομεν: Η παρθένος! Δεν λέγει απλώς «η γυνή», αλλ’ «η παρθένος», θεωρεί αυτονόητον ο Παύλος ότι είνε παρθένος η ερχόμενη εις κοινωνίαν γάμου χριστιανή γυνή (εκτός βεβαίως εάν είνε χήρα ή εάν προηγουμένως έζη μακράν του Χριστού). Πού λοιπόν οι προ του γάμου «προχωρημένοι δεσμοί»; Πού αι «εξ αγάπης» προγαμιαίαι σχέσεις; Πώς δε θα ήτο δυνατόν να μη ομιλή περί «παρθένου» γυναικός ο Παύλος, πώς θα ήτο νοητόν να μη απαιτήται παρθενία προ του γάμου εν τη Καινή Διαθήκη, η οποία καλεί ημάς εις ισάγγελον πολιτείαν, εις ουράνιον βιοτήν, όταν και εν αύτη τη Παλαιά Διαθήκη, τη και την πολυγαμίαν επιτρεπούση και τα εύκολα διαζύγια ανεχομένη, νομοθετήται αμειλίκτως η υποχρέωσις της γυναικός να ευρεθή παρθένος κατά τον γάμον της επί ποινή λιθοβολισμού της; «…Εάν δε επ’ αληθείας γένηται ο λόγος ούτος (ήτοι η κατηγορία του συζύγου) και μη ευρεθή παρθένια τη νεάνιδι, και εξάξουσι την νεάνιν επί τας θύρας του οίκου του πατρός αυτής και λιθοβολήσουσιν αυτήν εν λίθοις, και αποθανείται, ότι εποίησεν αφροσύνην εν υιοίς Ισραήλ εκπορνεύσαι τον οίκον του πατρός αυτής» (Δευτερ. κβ’, 20-21). Ακούετε, αδελφοί; Ανωτέρας και υψηλότερος ηθικάς επιταγάς είχεν η Παλαιά Διαθήκη και κατωτέρας η Καινή; Αι θυγατέρες των Εβραίων έπρεπε να ζώσιν εν παρθενία μέχρι του γάμου των και αι θυγατέρες των χριστιανών, αι γυναίκες τής Βασιλείας των Ουρανών (ούτω καλείται ο Χριστιανισμός και η Εκκλησία υπ’ Αυτού του Κυρίου), είνε ελεύθεραι να έχουν προγαμιαίας σχέσεις, αρκεί να μη λαμβάνουν δι’ αυτάς… χρήματα (!), αλλ’ απλώς να ολοκληρώνουν δι’ αυτών την «αγάπην των»;
Πού οδηγούμεθα με αύτας τας νεονικολαϊτικάς επινοήσεις; Οδηγούμεθα όχι απλώς εις «άθεσμον ηδονήν», αλλ’ εις ΑΤΥΠΟΝ ΠΟΛΥΓΑΜΙΑΝ! Διότι είνε αυτονόητον ότι αν επιτρέπονται αι «εξ αγάπης» σαρκικαί σχέσεις, δεν επιτρέπονται «εφ’ άπαξ» δια βίου. Αν δηλαδή αι χριστιανοί νέαι διαφωνήσουν βραδύτερον με το πρόσωπον το οποίον αγαπούν σήμερον και με το οποιον «ολοκληρώνουν την αγάπην των», δεν κωλύονται να το αντικαταστήσουν με άλλο. Εάν και με εκείνο διαφωνήσουν και χωρισθούν, θα αναζητήσουν την «αγάπην» τρίτου, μετέπειτα τετάρτου, πέμπτου, κ.ο.κ., μέχρις ότου «κάπου, κάποτε, με κάποιον» καταλήξουν εις γάμον. Τα όμοια βεβαίως θα πράττουν και οι χριστιανοί νέοι. Όλα δε αυτά είνε αναμάρτητα (!!!), διότι γίνονται… «εξ αγάπης» και όχι δια χρήματα! Ωραίος Χριστιανισμός! «Όμορφος κόσμος, ηθικός, αγγελικά πλασμένος»…
Ας επισφραγίσωμεν όμως το άρθρον μας με προσφυγήν εις Αυτόν Τούτον τον Κύριόν μας. Ας ακούσωμεν τι Ούτος διδάσκει περί σχέσεων εκτός γάμου. Νομοθετών το αδιάλυτον του γάμου, παρεκτός λόγου πορνείας, ακούει την αντίδρασιν – διαμαρτυρίαν των μαθητών Του: «Ει ούτως εστίν η αιτία του άνθρωπου μετά της γυναικός, ου συμφέρει γαμήσαι» (Ματθ. ιθ’ 10). Εάν το διαζύγιον είνε τόσον δύσκολον, εάν δια μίαν μόνην αιτίαν δύναται τις να διαζευχθή την γυναίκα του, τότε δεν συμφέρει να έρχεται τις εις γάμον. Προτιμότερον είνε να μένη άγαμος. Τι απαντά ο Κύριος εις αυτά; Ότι πρέπει να έρχεται τις εις γάμον δι’ αυτόν ή εκείνον τον λόγον, π.χ. ίνα συντελέση εις την διαιώνισιν του ανθρωπίνου γένους κ.τ.τ.; Ο χ ι! Η απάντησίς Του είνε κεραυνός: «Ο δε είπεν αυτοίς· ου πάντες χωρούσι τον λόγον τούτον, αλλ’ οις δέδοται· εισί γαρ ευνούχοι, οίτινες εκ κοιλίας μητρός εγεννήθησαν ούτω- και εισίν ευνούχοι, οίτινες ευνουχίσθησαν υπό των ανθρώπων, και είσιν ευνούχοι, οίτινες ευνούχισαν εαυτούς δια την βασιλείαν των ουρανών. Ο δυνάμενος χωρείν χωρείτω» (Ματθ. ιθ’ 11-12).
Δηλαδή ο Κύριος παρουσιάζει την αγαμίαν ως «βουνό». Ως πράγμα μέγα, τεράστιον, δυσχερές, δυσκατόρθωτον. Δεν είνε απλούν και εύκολον να αποφύγη τις τον γάμον, λέγει. Η οδός της αγαμίας είνε δυσχερέστατη και δι’ αυτό είνε βατή μόνον εις ολίγους, εις ελαχίστους. Η αγαμία είναι «δόμα» Θεού, είνε ειδικόν χάρισμα του Ουρανού(*). Αλλά διατί ο Κύριος ομιλεί ούτω; Ποία η δυσκολία της αγαμίας, όταν εν αύτη (τη αγαμία) υπάρχη η δυνατότης τόσον της συναισθηματικής ικανοποιήσεως, όσον και της αισθησιακής απολαύσεως; Όταν, δηλαδή, δύναται και ο εν αγαμία διατελών να συνδέεται προς μίαν γυναίκα με δεσμούς αγάπης και να ικανοποιή ελευθέρως μετ’ αυτής την σαρκικήν του επιθυμίαν; Πού το δυσκατόρθωτον της αγαμίας όταν και το συναίσθημα πληρούται με ένα «δεσμόν», άλλοτε ολιγοχρόνιον, άλλοτε μακροχρόνιον, ενίοτε δε και μόνιμον, και η ικανοποίησις της σαρκικής επιθυμίας επιτρέπεται υπό μόνην την προϋπόθεσιν ότι αύτη (η ικανοποίησις) γίνεται «εξ αγάπης» και όχι επί χρήμασι; Ποίος ή ποία δεν δύναται να εύρη και να ερωτευθή είτε μονίμως είτε -εν ανάγκη- διαδοχικώς, εν πρόσωπον και ούτω να δώση διέξοδον και εις του συναισθήματος τας απαιτήσεις και εις τής σαρκός τα «οιδήματα»;
Που έγκειται η δυσκολία της εν αγαμία «ελευθέρας συμβιώσεως» ενός ζεύγους αγαπωμένων προσώπων; Αυτού του είδους η αγαμία όχι μόνον δεν είνε δυσκολωτέρα του γάμου, αλλά και πολύ ευκολωτέρα. Έχει όλα σχεδόν τα πλεονεκτήματα του γάμου (αγάπην, στοργήν, αφοσίωσιν, σαρκικήν ηδονήν, περιποίησιν κ.τ.τ.), πλην των μειονεκτημάτων του, δηλαδή των υποχρεώσεων του και των δεσμεύσεων του. Και όμως ο Κύριος βροντοφωνεί ότι η αγαμία είνε «βουνό», είνε δυσχερέστατη, είνε δι’ ελαχίστους. Διατί αυτό; Απλούστατα, διότι ο Κύριος θεωρεί αδιανόητον την τοιαύτην αγαμίαν.
Ο Κύριος ταυτίζει την αγαμίαν προς την παρθενίαν. Δια τον Κύριον η αγαμία σημαίνει ισόβιον «μοναξιάν»,ισόβιον παρθενίαν, ισόβιον αγνότητα. Το διακηρύσσει, άλλωστε, ρητώς, σαφώς και απεριστρόφως: «Ου πάντες χωρούσι τον λόγον τούτον (της αγαμίας), αλλ’ οις δέδοται… Εισίν ευνούχοι, οίτινες ευνούχισαν εαυτούς δια την βασιλείαν των Ουρανών. Ο δυναμενος χωρείν χωρείτω». Επιλογή της αγαμίας, λέγει ο Κύριος, σημαίνει, ούτε ολίγον ούτε πολύ, απόφασιν «ευνουχισμού»! «Ο δυναμενος χωρείν», λοιπόν, ήτοι ο δυνάμενος να «ευνουχίση εαυτόν» (όχι έργω, εννοείται, αλλά διαθέσει), «χωρείτω»· ας ακολουθήση την οδόν της αγαμίας. Αγαμία και «ευνουχισμός» (επαναλαμβάνομεν: ευνουχισμός ηθικός, όχι φυσικός) είνε δύο πράγματα ταυτόσημα, δια τον Κύριον. Δι’ αυτό επισημαίνει ότι αύτη (η αγαμία) είνε δυσχερής και δυσεπίτευκτος και προσήκει εις μικρόν αριθμόν ανθρώπων. Δύο μόνον οδοί, λέγει ο Κύριος υπάρχουν: Ο γάμος, ο οποίος, παρά το αδιάλυτον και τας εντεύθεν δεσμεύσεις, είνε δια τους πολλούς, και η αγαμία, η οποία, ως απαιτούσα «ευνουχισμόν», ήτοι ισόβιον παρθενίαν, ισόβιον και συνεχή και σκληρόν αγώνα προς καθυπόταξιν τής ισχυρότατης φυσικής γενετησίου ορμής, άμα δε και ως συνεπαγόμενη ισόβιον «μοναξιάν», είνε δια τους ολίγους. Τρίτη οδός δεν υπάρχει! Αυτά ορίζει, αυτά εντέλλεται, αυτά νομοθετεί ο Κύριος, αδελφοί. Μη πειρώμεθα ημείς να «λύσωμεν» ή να διαστρέψωμεν τας εντολάς Του, ίνα μη «θησαυρίσωμεν την οργήν» Του «εν ημέρα οργής και αποκαλύψεως και δικαιοκρισίας του Θεού» (πρβλ. Ρωμ. β’ 5).
Ου μόνον δ’ ενταύθα, αλλά και αλλαχού ο Κύριος διδάσκει σαφέστατα ότι είνε αδιανόητος η σαρκική σχέσις έκτος ή άνευ νομίμου γάμου. Ας διεξέλθουν οι πιστοί νέοι, άνδρες και γυναίκες, τον διάλογον του Κυρίου μας μετά της Σαμαρείτιδος. Ότε είπε προς αυτήν ο Κύριος «Ύπαγε φώνησον τον άνδρα σου και ελθέ ενθάδε» και εκείνη απήντησεν «Ουκ έχω άνδρα», ο Κύριος απεκρίθη: «Καλώς είπας ότι άνδρα ουκ έχω, πέντε γαρ άνδρας έσχες και νυν ον έχεις ουκ έστι σου ανήρ· τούτο αληθές είρηκας» (Ιωάν. δ’, 16-18). Η Σαμαρείτις αναμφιβόλως δεν ελάμβανεν ασφαλώς χρήματα δια τας σχέσεις της με τον άνδρα εκείνον. «Εξ αγάπης» συνέζη μετ’ αυτού. Και όμως! Ο Κύριος δεν αναγνωρίζει, δεν αποδέχεται αυτήν την «συζυγίαν». Εφ’ όσον δεν είχε τελεσθή γάμος (κατά τα τότε ισχύοντα, εννοείται), θεωρεί αθέμιτον την τοιαύτην «ένωσιν». «Και νυν ον έχεις ουκ έστι σου ανήρ», λέγει. Δια τον Κύριον, δηλαδή, η Σαμαρείτις δεν ζη εν επιτρεπτή συζυγία. Μοιχική και όχι νόμιμος είνε η μετά ανδρός συνοίκησίς της. Δεν είνε ούτος «ανήρ αυτής», κατά την τάξιν την οποίαν καθώρισεν ο Θεός απ’ αρχής, θεσπίσας τον γάμον ως φυσικόν θεσμόν και δεσμόν μέχρις ου, εν τη νέα οικονομία, ανυψώση τούτον εις ιερώτατον Μυστήριον. Ούτε αυτή είνε «γυνή αυτού». Δεν είνε σύζυγοι, αλλά ζεύγος μοιχών. Η έλλειψις αμοιβής δια την σαρκικήν επαφήν, η «εξ αγάπης» συνοίκησις και σχέσις αυτών, δεν ισχύει ουδ’ επ’ ελάχιστον να μεταβάλω την κατάστασιν από αθεμίτου εις θεμιτήν. Ο λόγος του Κυρίου ηχεί ως βροντή: «Και νυν ον έχεις ούκ έστι σου ανήρ»!
Ποίαν άλλην απόδειξιν θέλομεν περί του ότι ο Κύριος δεν αναγνωρίζει σαρκικάς σχέσεις εκτός νομίμου γάμου, έστω και αν αύται γίνονται άνευ χρημάτων, άλλ’ «εξ αγάπης» και μόνον; Χαρακτηριστικόν μάλιστα είνε ότι και αυτή η Σαμαρείτις, καίτοι συζή «εξ αγάπης» μετά του προσώπου αυτού, εν τούτοις, επειδή δεν έχει τελέσει μετ’ αυτού γάμον (σημειωτέον ότι ηδύνατο αύτη να τελέση και έκτον γάμον, κατά τα τότε ισχύοντα), δεν θεωρεί την συνοίκησιν αυτήν νόμιμον και επιτρεπτήν δεν θεωρεί το πρόσωπον μεθ’ ού συζή «άνδρα της», σύζυγόν της. Δεν τρέφει αυταπάτας. Γνωρίζει τι διαπράττει. Έχει συνείδησιν ότι συνοικεί παρανόμως, εφ’ όσον δεν ετέλεσε γάμον. Δι’ αυτό και δεν τολμά να τον εμφανίση ως σύζυγόν της, καίτοι όχι δια χρήματα, αλλ’ «εξ αγάπης» έχει σχέσεις μετ’ αυτού. «Κύριε, άνδρα ουκ έχω», λέγει. Δεν έχω σύζυγον. Δεν είμαι υπανδρευμένη. Και ομιλεί ούτω ποία; Μία χριστιανή γυνή; Μία Ιουδαία; Όχι! Αλλά μία Σαμαρείτις! Δηλαδή μία γυνή η οποία πλην του Μωσαϊκού Νόμου, πλην τής «Πεντατεύχου», ουδέν άλλο βιβλίον της Παλαιάς Διαθήκης ανεγνώριζεν. Απέρριπτε Ψαλμούς, Προφήτας κ.τ.λ.. Ήρκει ο Μωσαϊκός Νόμος να της δημιουργήση συνείδησιν μοιχαλίδος, εφ’ όσον είχε σχέσεις μετά του ηγαπημένου της, χωρίς να έχη τελέσει γάμον μετ’ αυτού. Και σήμερον έρχονται «χριστιανοί» (;!) νέοι και νεανίδες να υποστηρίξουν «χωρίς περίσκεψιν, χωρίς αιδώ», ότι δεν είνε επίμεμπτοι οι άνευ γάμου, δηλαδή, αι προ του γάμου σχέσεις των, εφ’ όσον γίνονται «εξ αγάπης» και όχι επί χρήμασιν!… Όχι πλέον ο Χριστός, όχι οι Προφήται, όχι η Καινή Διαθήκη, όχι οι Κανόνες της Εκκλησίας, όχι οι άγιοι Πατέρες, αλλ’ η Σαμαρείτις Φωτεινή διαμαρτύρεται και φωνάζει προς αυτούς: «Αδελφοί μου, πάσα εκτός νομίμου γάμου σαρκική συνάφεια είνε πορνεία και μοιχεία. Αφήσατε τας σοφιστείας περί δεσμών εξ αγάπης και περί σχέσεων επί χρήμασι. Αι διακρίσεις αύται είνε εμπνεύσεις της κοιλίας σας. Μη σας πλανά ο Διάβολος. Μη απατάτε εαυτούς. Συνέλθετε και ανανήψατε!…»
Αδελφοί, προσοχή! Όλοι είμεθα αμαρτωλοί και ανάξιοι- όλοι είμεθα εναγείς και τρισάθλιοι. Όλοι αμαυρούμεν καθημερινώς «της ψυχής το ωραίον ταις των παθών ηδοναίς» και «σπιλούμεν τον της σαρκός ημών χιτώνα» και «υποπίπτομεν τη των παθών αχθηδόνι και τη ενύλω φθορά». «Τις καθαρός από ρύπου…»; Ας προσφέρωμεν όμως την αμαρτωλότητά μας εν ταπεινώσει προς τον Θεόν υπό μορφήν μετανοίας. Είνε εγκληματικόν, είνε σατανικόν, να την προσφέρωμεν εν αυταρέσκεια προς τους αδελφούς μας υπό μορφήν «υψηλής θεολογίας »! Ας καθιστώμεν τας προσωπικάς μας αδυναμίας αντικείμενον εξομολογήσεως- όχι, προς Θεού!, αντικείμενον διδασκαλίας! Μεταβάλλοντες τας πτώσεις μας εις «ι δ ε ο λ ο γ ί α ν », και πολλώ μάλλον εις… «θεολογίαν»(!), καθησυχάζομεν (;) μεν, ή μάλλον ναρκώνομεν την συνείδησίν μας, αυξάνομεν όμως μυριοπλασίως την έναντι τού Θεού ενοχήν μας.
Αδελφοί, «στώμεν καλώς· στώμεν μετά φόβου»! Όσοι ηλεήθημεν παρά Θεού να «έχωμεν την διακονίαν ταύτην», να είμεθα «θεολόγοι», Κληρικοί ή λαϊκοί, ας απορρίψωμεν μακράν ημών «τα κρυπτά της αισχύνης, μη περιπατούντες εν πανουργία, μηδέ δολούντες τον λόγον του Θεού, αλλά τη φανερώσει τής αληθείας συνιστώντες εαυτούς προς πάσαν συνείδησιν ανθρώπων ενώπιον του Θεού» (Β’ Κορ. δ’ 1-2). Μόνον ούτω δεν θα «κηρύσσωμεν εαυτούς, αλλά Χριστόν Ιησούν» (Αυτόθι,ς’ 5).

(Από το βιβλίο: ΑΡΘΡΑ-ΜΕΛΕΤΑΙ-ΕΠΙΣΤΟΛΑΙ, ΤΟΜΟΣ Α’ ΑΘΗΝΑ 1986)

ΕΦΡΑΙΜ Ο ΣΥΡΟΣ (306-373)
     «Αλλοίμονο σε εκείνους που μολύνουν την αγία πίστη με αιρέσεις ή συγκαταβαίνουν στους αιρετικούς» (Εφραίμ ο Σύρος τόμος Δ, σελ. 26)
«Όπως είναι το κεφάλι προτιμότερο από όλα τα μέλη του σώματός σου, και αν κατευθυνθεί εναντίον σου πέτρα ή ρόπαλο ή ξίφος, προβάλλεις τα άλλα μέλη του σώματος, θέλοντας να αποφύγεις το χτύπημα στο κεφάλι επειδή γνωρίζεις ότι χωρίς αυτό δεν είναι δυνατό να ζήσεις σε αυτή τη ζωή, έτσι να είναι σε σένα προτιμότερη από όλα η πίστη της Αγίας και ομοουσίου Τριάδος, διότι χωρίς αυτή είναι αδύνατο να ζήσει κανείς την πραγματική ζωή» (Εφραίμ Σύρος, τόμος Γ σελ. 23)
ΚΥΡΙΛΛΟΣ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΩΝ (+387)
«Η λέξη ὅμως ἐκκλησία ἔχει πολλές χρήσεις, ὅπως π.χ. ἔχει χρησιμοποιηθεῖ στό βιβλίο τῶν Πράξεων τῶν ᾿Αποστόλων, ὅπου ὁ συγγραφέας λέγοντας ἐκκλησία ἀναφέρεται στόν ὄχλο τῶν ᾿Εφεσίων, πού ἦταν συγκεντρωμένος στό θέατρο: «᾿Αφοῦ εἶπε αὐτά, ἀπέλυσε τήν ἐκκλησία» (Πράξ. 19, 41). Κατά κυριολεξία βέβαια θά μποροῦσε κανείς πραγματικά νά ὀνομάσει «ἐκκλησία πονηρευομένων» τίς συνάξεις τῶν αἱρετικῶν, ἐννοῶ τίς συγκεντρώσεις τῶν ὀπαδῶν τοῦ Μαρκίωνα, τοῦ Μάνη, καί ὅλων τῶν ἄλλων. Γι᾿ αὐτό καί τό Σύμβολο τῆς Πίστεως, γιά νά εἶσαι σίγουρος ὅτι μιά ἀνθρώπινη συγκέντρωση εἶναι ἐκκλησία17, σοῦ παρέδωσε κι αὐτό πού ἀναφέρει τό ἴδιο ἄρθρο στή συνέχεια, δηλαδή τό «εἰς Μίαν ῾Αγίαν, Καθολικήν ᾿Εκκλησίαν», ὥστε νά ἀποφεύγεις τίς μιαρές συγκεντρώσεις τῶν αἱρετικῶν καί νά παραμένεις ἰσόβια μέλος τῆς ῾Αγίας, Καθολικῆς ᾿Εκκλησίας, στούς κόλπους τῆς ὁποίας ἀναγεννήθηκες. Κι ἄν καμιά φορά βρεθεῖς σέ ξένη πόλη, ὅποια καί ἄν εἶναι, νά μή ρωτᾶς ἁπλῶς ποῦ εἶναι ὁ Ναός -γιατί καί οἱ ἄλλοι ἀσεβεῖς αἱρετικοί τολμοῦν νά ἀποκαλοῦν τίς σπηλιές τους Ναούς- οὔτε νά ρωτᾶς ἁπλῶς ποῦ εἶναι ἡ ᾿Εκκλησία, ἀλλά νά ζητᾶς νά μάθεις «ποῦ βρίσκεται ἡ Καθολική ᾿Εκκλησία»18. Γιατί αὐτό εἶναι τό ἰδιαίτερο ὄνομα πού χαρακτηρίζει αὐτήν τήν ῾Αγία Μητέρα ὅλων μας» (Κυρίλλου Ιεροσολύμων Κατήχηση 18,26 μετάφρ. Εκδ. Ετοιμασία)
ΕΠΙΦΑΝΙΟΣ ΣΑΛΑΜΙΝΟΣ (310/320- 402)
«Όταν (μέσα στη φυλακή) είδε ο αρχιεπίσκοπος Πέτρος (ο Ορθόδοξος) ότι ο Μελήτιος (ο σχισματικός επίσκοπος) και οι οπαδοί του αντιστάθηκαν στην θέλησή του να υπάρξει φιλανθρωπία ανάμεσά τους, επειδή έδειχναν περισσότερο θεϊκό ζήλο, ο ίδιος ο Πέτρος έκανε παραπέτασμα (χώρισμα) στο μέσο της φυλακής, απλώνοντας ρούχο, κλινοσκέπασμα, δηλαδή ύφασμα και διακήρυξε μέσω διακόνου ότι, όσοι συμφωνούν με τη δική μου γνώμη ας έλθουν σε μένα και όσοι με του Μελητίου, ας πάνε με τον Μελήτιο. Και διαχωρίστηκε το μεν πλήθος, με τον Μελήτιο επίσκοποι και μοναχοί και πρεσβύτεροι και άλλα τάγματα και πολύ λίγοι με τον Πέτρο τον αρχιεπίσκοπο, επίσκοποι και άλλοι λίγοι. Και λοιπόν αυτοί προσεύχονταν μόνοι τους και οι άλλοι μόνοι τους και τις άλλες ιερουργίες επίσης ο καθένας τις τελούσε ξεχωριστά… Ούτε, μετά, στα καταναγκαστικά έργα των μεταλλείων είχαν κοινωνία μεταξύ τους, ούτε συμπροσεύχονταν» (Επιφανίου Κατά αιρέσεων 2,2,3 PG 42, 188B,189AB)
ΑΜΒΡΟΣΙΟΣ ΜΕΔΙΟΛΑΝΩΝ (373-397 επίσκοπος)
«Αρνείται τον Χριστό εκείνος, ο οποίος δεν ομολογεί όλα τα του Χριστού» (Αμβρόσιος,PL 15,1611)
ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΣ (+430)
«Στους αιρετικούς εκείνους που αποκαλούν τους εαυτούς τους Χριστιανούς, ο Χριστός είναι παρών με το όνομα μόνο, στην πραγματικότητα όμως και αληθινά δεν είναι ανάμεσά τους» (Αυγουστίνος,PL 40,233)
«Θα μπορούσε κάποιος να επιτελεί οποιοδήποτε λειτούργημα και να ενεργεί οποιοδήποτε διακόνημα, ουδέποτε όμως θα μπορούσε να τύχει της σωτηρίας, παρά μόνο εντός της καθολικής εκκλησίας. Δηλαδή εκτός της Εκκλησίας είναι δυνατόν να έχει τα πάντα πλην της σωτηρίας» (Αυγουστίνος PL 43,695)


(Η παρακάτω ιστορία αφορά δυο γεροντάκια, τον Γερο-Ιωσήφ και τον Γερο-Εφραίμ, στα οποία έκανε υπακοή ο Γέροντας Ιωσήφ ο Ησυχαστής όταν ήταν νέος. Δείγμα της ασκητικότητος και της απλότητός τους είναι το ακόλουθο περιστατικό, το οποίο αφηγείται ο Γέροντας Εφραίμ ο Φιλοθεΐτης).

Του Γερο-Εφραίμ μια φορά του έπεσε και του έσπασε το γιουβέτσι με τη μανέστρα. Πώς να το μαζέψει μες στα χώματα; Πάει και λέει στον Γέροντά του:
-Έπεσε και έσπασε το γιουβέτσι, Γέροντα.
Και ο Γερο-Ιωσήφ, με ανεξικακία και απλότητα, του απάντησε:
-Ε, να το φάμε εκεί.
Και πράγματι έκατσαν και έτρωγαν το φαγητό από κάτω.

ΑΠΕΛΠΙΣΙΑ-ΜΕΛΑΓΧΟΛΙΑ-ΣΤΕΝΟΧΩΡΙΑ

¨Οικογενειακές στενοχώριες και αγιασμός"
Για να διορθώσει σ' έναν αδελφό τα πολλά ελαττώματά του, όπως και σε όλους μας, έπαιρνε ο Γέροντας
παραδείγματα από τη φύση και τη ζωή του και του έλεγε :
"Να ξέρεις, παιδί μου, τίποτα δεν έγινε εική και ως έτυχε. Όλα έχουν το σκοπό τους.
Και τίποτα δεν γίνεται χωρίς να υπάρχει αιτία. Ούτε μία πευκοβελόνα δεν πέφτει από το πεύκο αν δεν θέλει
ο Θεός. Γι'αυτό θα πρέπει να μη στεναχωριέσαι για ό,τι σου γίνεται. Έτσι αγιαζόμαστε.
Να! εσύ στεναχωριέσαι με τα πρόσωπα του σπιτιού σου
και βασανίζεσαι πότε με τη γυναίκα σου και πότε με τα παιδιά σου. Αυτά είναι όμως που σε κάνουν και ανεβαίνεις πνευματικά ψηλά.
Αν δεν ήσαν αυτοί, εσύ δεν θα προχωρούσες καθόλου. Σου τους έχει δώσει ο Θεός για σένα.
Μα θα μου πεις -συνέχισε ο Γέροντας- είναι καλό να υποφέρουμε από τους αγαπημένους μας; Έ! έτσι το θέλει ο Θεός.
Και εσύ είσαι ευαίσθητος πολύ και από τη στεναχώρια σου, σου πονάει το στομάχι σου και η κοιλιά σου εκεί χαμηλά.
Έτσι δεν είναι;"
Ναι, μα είναι κακό Παππούλη, τον ρωτάει ο αδελφός, να είναι κανείς ευαίσθητος;
"Ναι, του απαντάει ο Γέροντας, είναι κακό να είναι κανείς πολύ ευαίσθητος σαν εσένα,
γιατί με τη στεναχώρια δημιουργείς διάφορες σωματικές αρρώστιες. Δεν ξέρεις ακόμα ότι και όλες τις ψυχικές αρρώστιες είναι δαιμόνια;"
Όχι, του λέει ο αδελφός.
"Έ! μάθε το τώρα από μένα" κατέληξε ο Γέροντας.
[Τζ 159π.]

"Θα στεναχωρηθούν αν η αγάπη τους είναι ανθρώπινη"

Με πόση χαρά μιλούσε τον τελευταίο καιρό για το Όρος.
-Τώρα πια μόνο μία ημέρα την εβδομάδα μένω εδώ (στο Μήλεσι). Τις υπόλοιπες εκεί, στο ασκητήριό μου.
Νομίζω ότι έχω συνηθίσει το κλίμα. Σε λίγο θα φύγω για τη Σκήτη της μετανοίας μου.
Με περιμένουν εκεί άλλα καλογέρια, καλά και πνευματικά. Να με αξιώσει ο Θεός εκεί να κλείσω τα μάτια μου.
-Δε θα στενοχωρηθούν, Γέροντα, οι αδελφές εδώ, που τόσο σας αγαπούν;
-Θα στεναχωρηθούν, αν η αγάπη τους είναι ανθρώπινη. Όταν η αγάπη μας είναι εν Χριστώ,
θέλουμε εκείνο που επιθυμεί το πρόσωπο που αγαπούμε. Κι εγώ έχω την πληροφορία, ότι ο
Χριστός θέλει να γυρίσω στη Μονή της Μετανοίας μου.
[Ά 100π.]
(σελ.76-77)

(Ανθολόγιο Συμβουλών, Άγιος Πορφύριος, σελ.76-77)

Αγορά
του ουρανού
Όσο βρισκόμαστε σε τούτη τη ζωή, ας αποκτήσουμε ελεημοσύνες.
Ή καλύτερα, ας αγοράσουμε τη σωτηρία μας με την ελεημοσύνη.
Όταν ντύνης φτωχό, τον ίδιο το Χριστό ντύνεις.
Ε.Π.Ε. 30,272

αγοραπωλησίες Εκκλησιαστικές
Αυτοί είναι οι θησαυροί και τα κειμήλια της Εκκλησίας.
Εκείνο το «Πούλησε τα υπάρχοντά σου και μοίρασε τα στους φτωχούς και έλα να μ’ άκολουθήσης» (Ματθ. ιθ' 21),
που είπε ο Χριστός, καιρός να λεχτή και πρός τους προεστώτες της Εκκλησίας, για τα κτήματα της Εκκλησίας.
Δεν μπορούν οι της Εκκλησίας ν’ ακολουθούν το Χριστό, αν έχουν φροντίδες για πλούτη και βιοτικά.
Δυστυχώς τώρα λειτουργοί του Θεού, αφιερωμένοι, ασχολούνται με τρύγους και θερισμούς, με αγοροπωλησίες και με έσοδα.
Ε.Π.Ε. 12,292

Άγρα
ευλογημένη για σωτηρία
Ας μου φέρουν ψυχές, ώστε την επομένη να δώ το ευλογημένο θήραμα μέσα στα δίχτυα
και να παραθέσω για σας την ημέρα εκείνη το πιο ωραίο τραπέζι, ψυχών.
Ε.Π.Ε 34,140

ψυχών
Εύχομαι με τις ευχές των αγίων, κι οι πλανεμένοι να σωθούν, αφού σείς φροντίσετε να τους βρήτε και να τους επαναφέρετε.
Ε.Π.Ε. 34,224

Άγραφη
παράδοσις
Οι απόστολοι δεν μας τα παρέδωσαν όλα με επιστολή. Πολλά τα παρέδωσαν άγραφα.
Είναι κι αυτά εξ ίσου μ’ εκείνα αξιόπιστα. Επομένως και την παράδοσι της Εκκλησίας να την θεωρούμε αξιόπιστη.
Παράδοσις είναι να μη ζητάς τίποτε πιο πολύ. Φαίνεται, ότι πολλοί ήσαν εκείνοι που διασάλευαν με δικές τους γνώμες.
Ε.Π.Ε. 23,74

Άγριος
γίνεται άγιος
Όταν δουν ανθρώπους αγρίους, να χαλιναγωγούνται απ’ το κήρυγμα και να γίνονται σεμνότατοι και πραότατοι,
οι άλλοι θα θαυμάσουν την αλήθεια της πίστεως μας.
Ε.Π.Ε 24,84

Αγρυπνία
προσευχής μοναχών
Οι μοναχοί κάνουν τις νύχτες ήμερες, περνώντας τον καιρό με ευχαριστίες και ψαλμωδίες.
Κι όχι μόνο οι άντρες, αλλά και γυναίκες ασκούν τη ζωή αυτή.
Νικάνε την ασθένεια της φύσεως, με την υπέρμετρη προθυμία.
Ε.Π.Ε. 11,238

προσευχής
Βλέπεις ψυχή, που νήφει και προσέχει; Μαζί με τις γυναίκες και τα παιδιά και τα κορίτσια υμνούν το Θεό.
Η νύχτα δεν δόθηκε για να κοιμώμαστε συνεχώς και να τεμπελιάζουμε.
Ε.Π.Ε. 16α,94

ο Χριστός διανυκτέρευε
Γιατί ο ίδιος ο Χριστός διανυκτέρευε στο όρος; Ασφαλώς για να είναι το πρότυπο μας.
Τη νύχτα κυρίως αναπνέουν τα φυτά. Τότε κυρίως και η ψυχή περισσότερο από τα δέντρα δροσίζεται.
Ε.Π.Ε. 16,102

του διαβόλου
Ας συγκρίνουμε τη νύχτα του Παύλου με τις νύχτες, όπου συμβαίνουν γλέντια, μεθύσια, ασέλγειες.
Σ’ αυτές παρατηρείται ύπνος, που δεν διαφέρει από το θάνατο. Οι αγρυπνίες τους είναι φοβερότερες απ’ τον ύπνο.
Διότι εκείνοι μεν κοιμούνται χωρίς να γίνωνται αντιληπτοί, ενώ αυτοί ξαγρυπνούν κατά τρόπο ελεεινό και άθλιο.
Ξαγρυπνούν μηχανευόμενοι πονηρίες και ραδιουργίες. Φροντίζουν για χρήματα, πώς ν’ αντιμετωπίσουν όσους τους αδικούν.
Μελετούν εχθρότητες και ανταλλάσσουν καθημερινά λόγια υβριστικά.
Μ’ αυτό τον τρόπο υποδαυλίζουν τη φωτιά της οργής, διαπράττοντας πράγματα ανυπόφορα.
Ε.Π.Ε. 16α,360

νήφοντες
Είναι δυνατόν να κοιμάται κάποιος κι όταν είναι άγρυπνος, αν δεν πράττη κάποιο αγαθό έργο.
Η νήψις επαυξάνει την επαγρύπνηση.
Ε.Π.Ε. 23,74

προσευχής
Πάντοτε βέβαια, αλλά κυρίως τότε πρέπει να θυμώμαστε το Θεό, όταν η σκέψις μας ησυχάζη.
Κατά τη διάρκεια της μέρας έρχονται στο νου κι άλλες φροντίδες και θόρυβοι και απομακρύνουν το Θεό απ’ τη σκέψι μας.
Στη διάρκεια όμως της νύχτας μπορούμε να Τον θυμόμαστε διαρκώς, τότε που η ψυχή γαληνεύει και αναπαύεται σαν σε ήρεμο λιμάνι.
Ε.Π.Ε. 24,558

Αγύρτες
εκμεταλλεύονται τα πάντα
Και τα χρήματα και τα σώματα σας και την ελευθερία σας τους τα παραδώσατε.
Διότι αυτό είναι το σπουδαιότερο από όσα παίρνουν, το ότι, δηλαδή, δεν παίρνουν μόνο την περιουσία σας,
αλλά γίνονται κύριοι και του εαυτού σας.
Ε.Π.Ε. 19,622

απατεώνες
Δεν κολακεύσαμε, κάτι που κάνουν οι απατεώνες, εκείνοι, που θέλουν να εξουσιάσουν και να επικρατήσουν.
Ε.Π.Ε. 22,382

μάντεις και μάντισσες
Να μη δίνουμε σημασία στους μάντηδες, ούτε στους μελλοντολόγους, ούτε στους αγύρτες, αλλά να προσέχουμε σ’ όσα λέει ο Θεός,
που όλα σαφώς τα γνωρίζει, που έχει πλήρη γνώσι των πάντων.
Ε.Π.Ε. 23,628


(Χρυσοστομικό Λεξικό, αρχ. Δανιήλ Αεράκη, Τόμος Α΄, σελ. 80-83)

Περιπτώσεις ατεκνίας

-Γέροντα, μας ρώτησε κάποιο ανδρόγυνο, που έχουν και οι δύο στίγμα μεσογειακής αναιμίας, αν πρέπη να κάνουν παιδιά.
Τους είπαμε να ρωτήσουν τον Πνευματικό τους.
-Οι Πνευματικοί δεν μπορούν να πούν σ’ αυτά τα ανδρόγυνα να μην κάνουν παιδιά.
Πρέπει να τους καλλιεργήσουν το φιλότιμο, ώστε να κάνουν έναν αγώνα να εγκρατεύωνται, και με διάκριση να τους οικονομούν.
-Γέροντα, είναι ανδρόγυνα πού, ενώ ζουν πολύ πνευματικά και θέλουν να αποκτήσουν παιδιά, δεν μπορούν.
-Ο Θεός σε πολλούς δεν δίνει παιδιά, για να αγαπήσουν τα παιδιά όλου του κόσμου σαν δικά τους και να βοηθήσουν για την πνευματική τους αναγέννηση.
Κάποιος δεν είχε παιδιά, αλλά, όταν έβγαινε από το σπίτι του, όλα τα παιδιά της γειτονιάς έτρεχαν κοντά του και τον περιτριγύριζαν με πολλή αγάπη.
Δεν τον άφηναν να πάη στην δουλειά του. Βλέπετε, ο Θεός δεν του έδωσε δικά του παιδιά, αλλά του χάρισε την ευλογία να τον αγαπούν σαν πατέρα
όλα τα παιδιά της γειτονιάς του και με τον τρόπο του να τα βοηθάη πνευματικά. Τα κρίματα του Θεού είναι άβυσσος.
Αλλοτε πάλι ο Θεός δεν δίνει παιδιά, για να βολεύεται και κανένα ορφανό.
Είχα γνωρίσει κάποτε έναν καλό Χριστιανό, που εξασκούσε το επάγγελμα του δικηγόρου. Όταν πέρασα μια φορά από την πόλη που έμενε,
τον επισκέφτηκα και η πολλή καλωσύνη του με έκαμψε να παραμείνω και να φιλοξενηθώ μια μέρα στο σπίτι του.
Γνώρισα και την σύζυγό του που του έμοιαζε και αυτή στις αρετές. Και από μεν την σύζυγο έμαθα για την πνευματική ζωή του συζύγου,
από δε τον σύζυγο για την πνευματική κατάσταση της συζύγου. Αργότερα έμαθα γι’ αυτούς και από πολλούς Χριστιανούς που τους γνώριζαν
και τους είχαν ευεργετήσει. Ο άνθρωπος αυτός του Θεού εξασκούσε τίμια το επάγγελμα του δικηγόρου.
Εάν έβλεπε ότι κάποιος ήταν απατεώνας, όχι μόνο δεν αναλάμβανε την υπόθεση, αλλά και τον ήλεγχε αυστηρά, για να συνέλθη.
Εάν έβλεπε ένοχο, αλλά μετανοιωμένο, προσπαθούσε να συμβιβάση κάπως τα πράγματα ή να ελαττωθή η ποινή.
Εάν έβλεπε φτωχό αδικημένο, δεν έπαιρνε καθόλου χρήματα και προσπαθούσε στην δίκη να δικαιωθή.
Ζούσε πολύ απλά, και έτσι τα λίγα χρήματα που έβγαζε του έφθαναν, ακόμη και για να βοηθάη φτωχές οικογένειες.
Το σπίτι του πιστού δικηγόρου ήταν μια πραγματική πνευματική όαση μέσα στην Σαχάρα της πόλεως.
Εκεί μαζεύονταν άνθρωποι πονεμένοι, φτωχοί, άνεργοι, με οικογενειακά προβλήματα, στους οποίους συμπαραστεκόταν σαν καλός πατέρας.
Είχε και γνωστούς σε διάφορες θέσεις και, όποιον έπαιρνε τηλέφωνο, για να εξυπηρετήση κάποιον για καμμιά δουλειά, για αρρώστιες κ.λπ.,
κανείς δεν του έλεγε "όχι", γιατί όλοι τον αγαπούσαν και τον εκτιμούσαν.
Με τον ίδιο τρόπο εργαζόταν και η γυναίκα του. Βοηθούσε φτωχά παιδιά ή νέους που είχαν δυσκολίες στις σπουδές τους.
Σαν μάνα την είχαν. Κάποια στιγμή όμως μου εξέφρασε ένα παράπονο. «Όταν παντρεύτηκα, Πάτερ, μου είπε, αμέσως παραιτήθηκα από καθηγήτρια,
γιατί είπα να γίνω μια καλή μητέρα. Ζητούσα από τον Χριστό να μου δώση ακόμη και είκοσι παιδιά, αλλά δυστυχώς ούτε ένα δεν μου έδωσε».
Τότε της είπα: «Εσύ, αδελφή, έχεις περισσότερα από πεντακόσια παιδιά, και ακόμη παραπονιέσαι;
Ο Χριστός είδε την αγαθή σου προαίρεση και θα σε ανταμείψη γι’ αυτήν.
Τώρα που βοηθάς για την πνευματική αναγέννηση τόσων παιδιών, γίνεσαι καλύτερη μητέρα από πολλές μητέρες και ξεπερνάς και όλες τις πολύτεκνες μητέρες.
Θα έχης και μεγαλύτερο μισθό, γιατί με την πνευματική αναγέννηση εξασφαλίζονται τα παιδιά πνευματικά στην αιώνια ζωή».
Είχαν εν τω μεταξύ υιοθετήσει μια κοπέλα και της είχαν γράψει την περιουσία τους.
Αυτή τους γηροκόμησε καί, όταν αναπαύτηκαν, πήγε σε μοναστήρι - αν και το σπίτι τους ήταν σαν μοναστήρι, γιατί διαβάζονταν όλες οι ακολουθίες.
Στον εσπερινό και στο απόδειπνο είχαν και άλλους εν Χριστώ αδελφούς, μεσονυκτικό και όρθρο τα διάβαζαν οι τρείς.
Οι ευλογημένες αυτές ψυχές πολλές ψυχές πονεμένων ανέπαυσαν. Ο Θεός να αναπαύση και αυτούς.
Γι’ αυτό λέω ότι ο μεγαλύτερος και καλύτερος πολύτεκνος είναι ο άνθρωπος που αναγεννήθηκε πνευματικά
και βοηθάει για την πνευματική αναγέννηση των παιδιών όλου του κόσμου, για να εξασφαλίσουν τις ψυχές τους στον Παράδεισο.
-Μερικοί, Γέροντα, που δεν μπορούν να κάνουν παιδιά, σκέφτονται να υιοθετήσουν κάποιο παιδάκι.
-Ναί, καλύτερα να υιοθετήσουν. Δεν πρέπει να επιμένουν. Αυτό που θέλει ο άνθρωπος δεν είναι πάντοτε και το θέλημα του Θεού.
-Γέροντα, οι θετοί γονείς πρέπει σε κάποια ηλικία να πούν στο παιδί ότι το έχουν υιοθετήσει;
-Έ, το καλύτερο είναι να το πούν στο παιδί σε κάποια ηλικία. Αλλά αυτό που έχει σημασία είναι να αγαπούν πολύ και σωστά το παιδί.
Υπάρχουν παιδιά που ζουν με τους πραγματικούς γονείς τους και αγαπούν άλλους ανθρώπους πιο πολύ, γιατί οι γονείς δεν έχουν αγάπη.


(Λόγοι Παϊσίου, τόμος Δ΄, Οικογενειακή Ζωή, Εκδ. Ιερού Ησυχαστηρίου "Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος", σελ. 70-73)

27. «Δεύρο Νύμφη μου» (ΜΟ).

Η ορθόδοξη ευλάβεια για το πρόσωπο της Θεοτόκου εμπνέεται συχνά από το «Άσμα Ασμάτων». Το βιβλίο αυτό της Π. Διαθήκης είναι μια σειρά λυρικών ποιημάτων και τραγουδιών που μοιάζουν με τα αρχαία ελληνικά ειδύλλια και στα οποία εκφράζεται διαλογικά η «ολονέν αύξουσα και τελειουμένη αγάπη» μεταξύ ενός Ανδρός (Νυμφίου) και μιας Γυναικός (Νύμφης)» (ΥΑ, 2 εξ.).
Η καθολική παράδοσις της Εκκλησίας ερμήνευσε πάντοτε συμβολικά και αλληγορικά το «Άσμα» και δέχεται ότι το βιβλίο αυτό «παρουσιάζει την αγάπην του Θεού προς πάντας γενικώς τους ανθρώπους, την ένωσιν του Γιαχβέ μετά της συναγωγής, την ένωσιν του Λόγου μετά της ανθρωπίνης φύσεως, την ένωσιν του Χριστού μετά μιας εκάστης ψυχής» (ΥΑ, 7).
Στην ορθόδοξη λατρεία ιδιαίτερα οι εικόνες του «Άσματος» χρησιμοποιούνται σχεδόν αποκλειστικά για την προτύπωσι της Θεοτόκου και του μυστηρίου του «γάμου» των δύο φύσεων, της ανθρώπινης και της θείας, στο οποίο υπηρέτησε η Παρθένος, ως Νύμφη του Χριστού.
Η Βυζαντινή επίσης τέχνη ντύνει τη Θεοτόκο με το γνωστό Μαφόριο ή Ωμοφόριο, «το οποίον είναι ένδυμα ειδικόν, ήτοι το μέγα συριακόν μαφόριον των ε γ γ ά μ ω ν γυναικών (FLAMMEUM VIRGINALIS)», για να εικονίσει την Παρθένο σαν «νύμφη του ουρανίου νυμφίου» (ΚΚ, 28).
Την προτύπωσι αυτή θα παρακολουθήσωμε στη συνέχεια.
Το μεγάλο ειδύλλιο του Θεού για τον άνθρωπο αρχίζει με την πρόσκλησι που κάνει ο Θεός στον άνθρωπο να δεχθή την αγάπη του. Αυτό που κάνει εντύπωσι στο «Άσμα Ασμάτων» είναι ότι η πρόσκληση αυτή του Θεού απευθύνεται σ’ ένα γυναικείο πρόσωπο. Ο Θεός, σαν Νυμφίος, προτείνει σε μια γυναίκα να γίνη Νύμφη του. «Δεύρο... Νύμφη» (Άσμα δ' 8). Και ο υμνωδός της Εκκλησίας στη βιβλική αυτή εικόνα βλέπει την προσωπική και αποκλειστική πρόσκλησι του Θεού στην Παρθένο Μαρία να γίνη Νύμφη του, να δεχθή δηλαδή να συλλάβη και γεννήση τον Θεάνθρωπο Ιησού.
Η κλήσις του Θεού είναι προσωπική και αποκλειστική.
Την αποτελεσματικότητα της σχέσεως του Θεού με τον άνθρωπο εικονίζει η αποκλειστική, μονογαμική σχέσις των δύο συζυγών, όπως την αποδίδει το «Άσμα Ασμάτων (ΥΑ, 5). Ο Θεός ζητάει να δημιουργήση σχέσεις με τον κάθε άνθρωπο αποκλειστικά προσωπικές και μόνιμες. Μια ισόβιο δηλαδή μονογαμική σχέσι, γεμάτη αφοσίωσι, πιστότητα και αγάπη.


(Μητροπολίτου Αχελώου Ευθυμίου Στυλίου, Η Πρώτη, εκδ. Γρηγόρη, σελ. 48-49)

Μια μέρα ο Πέτρος ρώτησε τον Ιησού: «Κύριε, πόσες φορές μπορεί να με βλάψει ο αδερφός μου κι εγώ να τον συγχωρήσω; Μήπως επτά φορές;» Ο Ιησούς του απάντησε «Όχι επτά, αλλά εώς εβδομήντα φορές το επτά να τον συγχωρήσεις», δηλαδή αναρίθμητες φορές.’ Και ακολούθως αφηγήθηκε την παραβολή του άσπλαχνου οφειλέτη στην οποία εμείς τώρα διαβάζουμε για έναν επίγειο βασιλέα ο οποίος έδειξε έλεος σε έναν δούλο του που δεν είχε να πληρώσει και του χάρισε το δάνειο του που ήταν και αρκετά μεγάλο. Όμως αυτός μετά δεν έδειξε την ανάλογη επιείκεια σε έναν συνδούλο του που του χρωστούσε ένα μικρό ποσό και τον οδήγησε στα δικαστήρια και τον έριξε στη φυλακή. Όταν όμως ο βασιλιάς πληροφορήθηκε αυτή τη συμπεριφορά του δούλου του τον ξανακάλεσε και τον παρέδωσε στους βασανιστές για να τον τιμωρήσουν μέχρι να εξοφλήσει τελικά το χρέος του που αρχικά του είχε χαριστεί! «Δεν έπρεπε να λυπηθείς κι εσύ και να δείξεις έλεος όπως σου έδειξα κι εγώ;» Τον ρώτησε ο βασιλιάς…( Ματθ. ιη΄,21-35)
Έτσι θα ρωτήσει κι εμάς ο δικός μας Βασιλιάς, ο επουράνιος Πατέρας μας όταν σταθούμε ενώπιον Του τη φοβερή ώρα της Κρίσης! Εμάς που είμαστε οφειλέτες αναρίθμητου χρέους σ’Αυτόν και γι’αυτό καλούμαστε να συγχωρούμε όχι μόνο με το στόμα αλλά με την καρδιά μας τον αδερφό μας που μας ζημίωσε με οποιοδήποτε τρόπο. Γιατί στη Βασιλεία του Θεού θα εισέλθουν εκείνοι που μετανοούν και ζητούν συγχώρεση από το Θεό αλλά στη συνέχεια κι αυτοί με τη σειρά τους συγχωρούν όσους τους έβλαψαν! Εξάλλου όλοι μας είμαστε αμαρτωλοί ενώπιον του Θεού! Αυτός είναι ο μόνος Αναμάρτητος… Όλοι εμείς πρέπει να συμπονούμε, να συμπάσχουμε, να κατανοούμε και να δικαιολογούμε τις αδυναμίες και τις πτώσεις ο ένας του άλλου και να τον βοηθάμε να ξανασηκωθεί και όχι να του δίνουμε μια για να πάει ακόμα πιο χαμηλά. Η ευσπλαχνία και η καλοσύνη είναι τα φάρμακα και τα αντίδοτα στον ιό της αμαρτίας! Και όλα αυτά όχι μόνο σκεπτόμενοι ότι με το μέτρο που κρίνουμε θα κριθούμε αλλά και γιατί το έλεος, η συγχώρεση και η αγάπη που όλα τα σκεπάζει όπως λέει και ο Απόστολος Παύλος, μαλακώνουν την καρδιά, μας γεμίζουν με ειρήνη και χαρά ενώ αντίθετα η μνησικακία δημιουργεί μέσα μας αρνητικά και άσχημα συναισθήματα που βαραίνουν την ψυχή μας. Άρα λοιπόν η συγχώρεση πρώτα εμάς ωφελεί και ύστερα τον αδερφό!
Πώς όμως θα μπορέσουμε να είμαστε κι εμείς συγχωρητικοί; Ο δρόμος φυσικά περνάει μέσα από το Χριστό που είναι η Συγχώρεση! Θα ζητάμε από Εκείνον να γεμίζει την καρδιά μας με έλεος και αγάπη για τον αδερφό και να μας βοηθά να επικεντρωνόμαστε στα δικά μας ανομήματα και έτσι με μαλακή καρδιά και την αδιάλειπτη αυτομεμψία μας θα κάπτονται όλες οι αντιστάσεις μας του εγωισμού και της υπερηφάνειας που μπαίνουν εμπόδιο ανάμεσα σε μας και στους αδερφούς μας. Κι όπως ο Χριστός είναι πάντα πρόθυμος να μας δικαιολογεί και να μας συγχωρεί κάθε στιγμή έτσι κι εμείς με την ίδια ετοιμότητα και διάθεση να σπεύδουμε να συγχωρούμε αυτόν που μας έφταιξε για να μπορούμε να ονομαζόμαστε γνήσια τέκνα του Θεού και όταν σταθούμε μια μέρα απέναντι Του να μας καλέσει για να πάμε κοντά Του και να μη μας αποστραφεί! (Α.Κ.Β)

ΈΝΑΣ ΑΓΑΘΟΤΑΤΟΣ Ερημίτης γειτόνευε με κάποιον τεμπέλη μοναχό, που βαριόταν να δουλέψει και για να ζήσει πήγαινε κρυφά στην καλύβη του γείτονά του και του έκλεβε τα πράγματα.
Ο Ερημίτης το είχε καταλάβει, αλλά δεν έκανε ποτέ του λόγο γι’ αυτό στον ένοχο.
- Για να κάνει τέτοια πράξη, θα έχει πολλή ανάγκη ο αδελφός, έλεγε συχνά στον εαυτό του ο αγαθός Γέροντας.
Δούλευε όμως σκληρά για να καταφέρει να ζήσει και μ’ όλο τούτο εστερείτο, γιατί ο κλέφτης, παίρνοντας για κουταμάρα την σιωπή του, είχε εντελώς αποθρασυνθεί και δεν του άφηνε σχεδόν ούτε ψωμί να φάει.
Έφθασε η ώρα να κοιμηθεί ο Ερημίτης κι αι αδελφοί της σκήτης μαζευτηκαν γύρω του να πάρουν την ευχή του. Ανάμεσά τους ο ετοιμοθανατος είδε εκείνον που τόσα χρόνια τον είχε κάνει να υποφέρει με τις κλεψιές του. Του έγνεψε να πάει κοντά του και, όταν εκείνος πλησίασε, πήρε τα χέρια του μέσα στα δικά του κι άρχισε να τα φιλά.
- Ευχαριστώ τα χέρια αυτά, έλεγε, που έγιναν αφορμή να βρω σήμερα τον Παράδεισο.


ΑΝ μάθεις πως κάποιος σε μισεί και σε κακολογεί - λέει ένας από τους Πατέρες - μην του κρατάς κακία. Αν μπορείς μάλιστα στείλε του ένα δώρο. Έτσι θα έχεις το θάρρος να πεις στον Χριστό την ώρα της Κρίσεως: -Άφες, Δέσποτα, τα οφειλήματά μου, καθώς και εγώ άφησα τα οφειλήματα του πλησίον μου.

ΈΝΑΣ ΜΟΝΑΧΟΣ έχασε τον δρόμο του καθώς περπατούσε στην έρημο και για πολλές ώρες περιπλανιόταν άσκοπα. Επιτέλους, συναντήθηκε με κάποιους ανθρώπους και τους παρακάλεσε να του δείξουν τον τοπο που ήθελε να πάει. Εκείνοι όμως ήταν κακοποιοί και βλέποντάς τον μόνο και ξένο τον παρέσυραν πολύ μακριά με σκοπό να τον ληστέψουν. Ένας μάλιστα απ’ αυτούς τον πήρε από πίσω.
Ο μοναχός κατάλαβε τις κακές προθέσεις τους, αλλά δεν είπε τίποτε. Όταν έφτασαν κοντά στον ποταμό και επιχείρησαν να τον περάσουν, βγήκε ξαφνικά από τα νερά ένας μεγάλος κροκόδειλος και όρμησε εναντίον του ληστή. Τόσο αιφνίδια ήταν η επίθεση, που εκείνος τα έχασε και χωρίς άλλο θα κατασπαρασσόταν από τα δόντια του θηρίου, αν δεν προλάβαινε ο μοναχός να τον γλυτώσει, βάζοντας σε κίνδυνο την ίδια του την ζωή.
Συγκινημένος ο ληστής από το φέρσιμο του μοναχού, έπεσε στα πόδια του και του ζητούσε συγγνώμη για το κακό που θα του έκανε.
- Μόλις θα περνούσαμε το ποτάμι, του ομολόγησε, είχα σκοπό να σε σκοτώσω, αλλά η καλοσύνη σου με πρόλαβε.

(Γεροντικό, Σταλαγματιές απο την Πατερική Σοφία, Θεοδώρας Χαμπάκη, Εκδόσεις Ορθοδόξου Χριστιανικής αδελφότητας "ΑΓΙΑ ΛΥΔΙΑ", σελ. 64-64)

 

 

katafigioti

lifecoaching