E-mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

… Τα έργα λοιπόν της αρετής του (ενός κοιμηθέντος μοναχού) ήταν πολλά. Επίπονη εγκράτεια, νήψη αγρυπνίας, ποταμοί δακρύων,
αναπτέρωση της προσευχής, καταπίεση του εαυτού του στο να κοιμάται καταγής, ευτέλεια ενδυμάτων,
χειρωνακτική εργασία, πυκνές γονυκλισίες, μελέτη του θανάτου, έντονη ψαλμωδία, καρτερική στάση.
Αλλά κανένα από αυτά στον υποτακτικό δεν ήταν τόσο δυνατό, όσο το αγώνισμα της εξομολόγησης και το ότι όλα τα έκανε με υπακοή,
πράγματα με τα οποία η ψυχή φωτίζεται και νεκρώνεται το σαρκικό θέλημα, και γίνεται ολοκληρωτική εγκατάσταση του πνευματικά γεννημένου μέσα σε εκείνον που τον γέννησε.
Γιατί, οποίος δεν προτιμά αυτά από τα αλλά, γίνεται εύθραυστος στην υπακοή, και αυτά με τα οποία νομίζει ότι επιδιώκει τη σωτηρία,
με αυτά υφίσταται τον όλεθρο της απάτης. Γιατί η εγκράτεια και η αγρυπνία και οποιοδήποτε άλλο από τα κατορθώματα που προαναφέρθηκαν,
αυτά καθ’ εαυτά μπορεί να πει κανείς ότι είναι αξιέπαινα, δεν είναι όμως και ωφέλιμα,
αλλά μάλλον είναι και αιτία πτώσεως για εκείνον που τα κάνει με δικό του τρόπο ζωής,
αν δεν τα φέρει σε πέρας σύμφωνα με τον γνώμονα και τον κανόνα του ηγουμένου.
Ώστε, αυτός που ασκεί την εξομολόγηση με υπακοή, βάζει τα αλλά σε δεύτερη θέση,
περικλείοντας μέσα σε αυτά τα δύο, τα πάντα.

(ΕΠΕ, Φιλοκαλία, έργα Θεοδώρου Στουδίτη, τόμος 1,σελ.191)

Καί όταν βέβαια ύπάρχει τάξη, άνάμικτη μέ φόβο Θεοϋ, όλη ή άδελφότητά μας φαίνεται σάν μιά θάλασσα γαληνεμένη, πού πηγαινο-έρχεται, αλλά σχηματίζοντας άπαλά κύματα, σάν νά κινείται από τό άγιο Πνεύμα.
Ενώ όταν υπεισέρχεται από απροσεξία αταξία, σάν νά φυσούν δυνατοί άνεμοι καί καταιγίδες, ταράζεται καί φουσκώνει, προκαλώντας μισητές καί αποκρουστικές καί υποβρύχιες τρικυμίες στο σκάφος τής ψυχής.
Μήπως δέν βλέπουμε κάτι τέτοιο, όταν από τις κραυγές καί τούς θορύβους, από τά γέλια καί τις βρισιές, από τις προσκρούσεις καί συμπιέσεις, από τά σπρωξίματα καί αντισπρωξίματα, καί ταραζόμαστε καί αλλοιωνόμαστε;
Καί γιά νά αναφέρω ένα πρόσφατο παράδειγμα, τί έγινε κατά την μετάδοση τής ευλογίας των αγιασμάτων καί την έξοδο από την τράπεζα;
Δέν κόντεψε νά ποδοπατηθεΐ τό παιδί καί παρά λίγο νά πεθάνει; Καί τότε οί τέσσερις υπεύθυνοι της τάξεως μαζί, μέ όλα τά χέρια τους καί μέ πολλή προσπάθεια καί αντίσταση δέν κατόρθωσαν μόλις καί μετά δυσκολίας νά συγκρατήσουν την άτακτη ροή σας, όπως συμβαίνει στούς κοσμικούς;
Μήπως τελείωσε τό αγίασμα; Μήπως δέν ήμουν εγώ ό ταλαίπωρος πού τό έδινα στον καθένα;
Μήπως επρόκειτο αυτός πού τό έπαιρνε πιο μπροστά νά ευλογηθεί περισσότερο καί νά αγιασθεί;
Καθόλου, αλλά αντίθετα, ενεργώντας έτσι, αφαίρεσε τον αγιασμό από τον εαυτό του, επειδή δέν τίμησε τη δωρεά.
Γιατί ήταν δώρο ειρήνης, καί ή ευλογία ευταξίας καί ό άγιασμός κατάσταση ειρηνοποιός.
Καί στην τράπεζα, μήπως δέν θά μπορούσαμε νά βγούμε όλοι, ή μήπως αυτός πού βγήκε πρώτος αγιάσθηκε μέ την ταχύτητα του;
Καθόλου, αντίθετα, αντί γιά ωφέλεια, αποκόμισε βλάβη από τούς άγανακτισμένους άδελφούς.
Αλλά όχι έτσι, τέκνα μου καί άδελφοί μου.
Σας ικετεύω καί σάς παρακαλώ, καταλάβετε ποιο είναι τό θέλημα τού Θεού, ότι δέν οφείλει νά είναι μόνο άγαθό, άλλά καί τέλειο καί ευάρεστο.

(ΕΠΕ, Φιλοκαλία τόμος 2,227)

... Γνωρίζοντάς το αυτό καλά ο άγιος εκείνος πατέρας, που βρισκόταν ήδη στις πύλες του θανάτου,
όταν ο διάβολος του είπε, “μου ξέφυγες”, εκείνος απάντησε “δεν ξέρω”.
Τόση ήταν η αγωνία του, ώστε ούτε την τελευταία εκείνη ώρα να έχει σίγουρη τη σωτηρία του, σύμφωνα με το μέγεθος των ευσεβών κόπων του.
Εμείς όμως, μόλις συμπληρώσουμε πέντε ή δέκα χρόνια, ή μόλις μάθουμε καλά τους κανονισμούς του μοναστηριού,
ή αποστηθίσουμε ελάχιστα χωρία της Γραφής, ή και μόλις κάνουμε λίγες ή πολλές γονυκλισίες, ή προσευχηθούμε ή νηστέψουμε,
καταλαμβανόμαστε από οίηση και αλαζονεία, σαν να κατορθώσαμε τα πάντα.
Γι’ αυτό και πέφτουμε σαν τα φύλλα, και διασκορπίζονται «τα κόκκαλά μας στον άδη».
Δηλαδή προτού ακόμα φυτρώσουμε, ξηραινόμαστε, και γινόμαστε σοφοί μέσα στην αμάθειά μας,
και λόγιοι μέσα στην αλογία μας, και χειροτονούμε τους εαυτούς μας δασκάλους,
ζηλωτές και τέλειους, σαν να είμαστε οι μόνοι που γνωρίζουμε την αλήθεια.
Γι’ αυτό μας συνέβηκαν αυτά, γι’ αυτό δεχόμαστε σκοτάδι αντί για φώς.
Γι’ αυτό γίναμε σαν εξόριστοι του παραδείσου από την αυλή του Χριστού και του ποιμνίου του.

(ΕΠΕ Φιλοκαλία 1,343)

Όταν με γέννησε πρώτον, δεν έκανε αυτό που έκαναν οι άλλες γυναίκες,
να χρησιμοποιήσει δηλαδή, όπως συνήθιζαν εκείνες να χρησιμοποιούν, με δαιμονική παρακίνηση,
μαντείες και φυλαχτά και κάποιες άλλες μαγγανείες στα καροτσάκια και τα υπνοδωμάτια,
και να κρεμούν γύρω από το λαιμό τους κοσμήματα και φυλακτά (χαϊμαλιά),
αλλά θεωρούσε επαρκές να μας περιτειχίζει μόνο με τη σφραγίδα του ζωοποιού σταυρού,
προβάλλοντας αυτόν αντί για κάποιο όπλο και ασπίδα που είναι ανίκανα για τη φύλαξή μας.
Γι’ αυτό, ενώ όλες οι άλλες γυναίκες προσκυνούσαν και πήγαιναν, μόλις εμφανιζόταν το παιδί,
στην αυτοδίδακτη μυσταγωγό και δασκάλα όλων αυτών, μόνο η δική μας μητέρα δεν ανεχόταν ούτε το κεφάλι της να γείρει ποτέ,
ούτε να προσφύγει σ’ αυτήν, ούτε να πάρει μέρος σε γοητείες, αν και πολλές φορές την απειλούσαν εκείνοι που τα τελούσαν.
...
Θα προσθέσω όμως αυτό που δεν είναι σωστό να παραλείψω,
ότι δηλαδή κάθε φορά που τα παιδιά κοιμόντουσαν, δεν πήγαινε να ξαπλώσει αυτή,
αν φεύγοντας δεν σταύρωνε τα μέλη τους με το σημείο του σταυρού.
Και επίσης, όταν σηκωνόμασταν, αφού μας τσιμπούσε και μας ξυπνούσε,
μας προέτρεπε να προσευχηθούμε, ώστε όχι μόνο εκείνη,
αλλά και τα παιδιά της να ασκούνται στο να λατρεύουν τον Θεό.
(ΕΠΕ Φιλοκαλία τόμος 1,279,283)

Αλλά, μητέρα μου σεβαστή και πολυπόθητη
γιατί τώρα απευθύνομαι σε σένα,
το γλυκό για μένα πράγμα και όνομα,
το ποθητό και αγαπημένο μου θέαμα,
τη μητέρα και παιδί, ή καλύτερα που με γέννησες δύο φορές,
τη διπλή μητέρα μου (αρχαία=μάλλον δε διτοτόκος μου διμήτηρ),
πού μας άφησες; πού πηγές; σε ποιο λιμάνι αγκυροβόλησες;
πού και σε ποιούς τόπους παραμένεις;... 
(ΕΠΕ, Φιλοκαλία τόμος 1,299)

… Και δεν εννοώ βέβαια μόνο μια σταγόνα αίματος, αλλά ακόμα και ελάχιστο τεμάχιο μέλους άγιου, και λείψανο τρίχας, και ό,τιδήποτε από αυτά που φορούσε η ερχόταν σε επαφή είναι περιπόθητο και αναζητείται με πόθο από εκείνον που θέλει να είναι ευσεβής. Γι’ αυτό καθένας που κατέχει μέρος η μόριο αυτού η ολόκληρο στο σπίτι η στις εκκλησίες, για αγιασμό και ασφάλεια σωστική, καυχιέται σαν να έχει κάποιον θησαυρό, πλησιάζοντας με σεβασμό την σαν θησαυρό σκόνη που κατέχει, και αγγίζοντας με φόβο τα άψαυστα αφιερώματα... 
… Ποθώ να προσκυνήσω και την τίμια αλυσίδα με την οποία δέθηκε ο πολυτίμητος άγγελος (ο Ιωάννης ο Πρόδρομος) μεταξύ των ανθρώπων. Ποθώ να προσκυνήσω και το σεβάσμιο πιάτο στο οποίο τοποθετήθηκε η πολυτιμότερη και από το χρυσάφι πολυσέβαστη κάρα. Αλλά ούτε και τη μάχαιρα του δολοφόνου που διαπέρασε τον ιερό τράχηλο, αν τη βρω, δεν θα την αφήσω απροσκύνητη, ούτε και το έδαφος στο οποίο φρουρήθηκε ο θησαυρός, αν το πετύχαινα, δεν θα παρέλειπα να το αγκαλιάσω, επειδή είναι μεταδοτικό χάριτος. ’Ώ μακάριε τάφε, και γλυκέ λίθε, ο οποίος κατέχεις εκείνο το τρισμακάριο σκήνωμα, που μέσα του περιέχει σωρεία θησαυρών ανωτέρων από σμαράγδια και μαργαριτάρια...
(ΕΠΕ Φιλοκαλία τόμος 4,123,133
… Ασπάζομαι μαζί και τις άλλες σεβάσμιες θήκες, στις οποίες βρίσκονται τα ιερά σώματα των οσίων, των οποίων ο πλούτος των αρετών, μέσα στη νύχτα αυτής της ζωής, μοιάζει με άστρα θεόφωτα…
(ο.π) 3,355

ΣΤΟΝ ΠΡΕΣΒΥΤΕΡΟ ΑΦΡΟΔΙΣΙΟ. Για την παρηγοριά από τη διήγηση των συμφορών.
Επειδή η διήγηση των λυπηρών γεγονότων φέρνει κάποια παρηγοριά σ’ αυτόν που είναι βυθισμένος στη λύπη,
και μάλιστα όταν γίνεται σε πραγματικούς φίλους
(γιατί η σιωπή συντελεί στην αύξηση της συμφοράς. Πολλοί που έδειξαν υπομονή και παρέδωσαν αυτά στη σιωπή, έπεσαν σε φοβερά πάθη),
πρέπει αυτούς που θέλουν να διηγηθούν τις συμφορές τους, να τους δεχόμαστε ήρεμα,
και αφού ανακουφιστεί το πάθος με τη διήγηση, τότε να προσφέρουμε την ενδεχόμενη θεραπεία.
Γιατί, εάν από την αρχή τους αποστομώσουμε, και τη φήμη ασυμπαθών θα αποκτήσουμε, και θα κάνουμε τη βοήθειά μας ασθενή,
επειδή την απωθεί το αποκορύφωμα της λύπης.
Εάν όμως επιθέσουμε το φάρμακο μετά την ανακούφιση του πόνου, θα κερδίσουμε δύο πράγματα, 
και το να γίνουμε συμπαθείς, και το να μη κάνουμε λάθος στη θεραπεία.
(ΕΠΕ έργα Ισιδώρου τόμος 3,21)

Επιστολή 275.-ΣΤΟΝ ΕΚΛΑΜΠΡΟΤΑΤΟ ΙΕΡΑΚΑ. Για τον λόγο και τον βίο.
Βίος χωρίς λόγος ωφελεί, ως από τη φύση του, περισσότερο, παρά ο λόγος χωρίς βίο.
Γιατί ο πρώτος, και όταν σιωπά, ωφελεί, ενώ ο άλλος, και όταν φωνάζει, ενοχλεί.
Εάν όμως ο λόγος και ο βίος συμπέσουν, αποτελούν κόσμημα όλης της ενάρετης ζωής. (ΕΠΕ έργα Ισιδώρου τόμος 2,391)
Επιστολή 73.-ΣΤΟΝ ΠΑΛΛΑΔΙΟ.Ότι η πίστη, χωρίς τα έργα, δεν σώζει τον άνθρωπο.
Κινδυνεύεις (πώς αλήθεια να σε προσφωνήσω, για να σε ονομάσω όπως σου αξίζει), να αγνοείς, αυτά που είναι ολοφάνερα ακόμα και στα μικρά παιδιά.
Να μη νομίζεις λοιπόν, ότι η πίστη (εάν βέβαια πρέπει να ονομάσω πίστη αυτήν που κατηγορείται από τα ίδια τα έργα σου) θα μπορέσει να σε σώσει.
Γιατί η πίστη, που από την αρχή σε δικαίωσε, απαιτεί πράξεις κατάλληλες προς αυτήν, χωρίς τις οποίες δεν είναι δυνατόν να σωθείς.
Γιατί αυτός που έγινε αποδεκτός κατά χάρη, είναι σωστό να διακρίνεται και για τις αρετές του, για να μη κυριευθεί στο μέλλον και από την αχαριστία.    (ΕΠΕ τόμος 3,91)

239.- ΣΤΟΝ ΔΙΑΚΟΝΟ ΙΣΙΔΩΡΟ. Στη ρήση˙ «Να οργίζεσθε, αλλά να μην αμαρτάνετε» .
Το, «Να οργίζεσθε, αλλά να μη αμαρτάνετε», μου φαίνεται πως έχει πολλές πλευρές και τρόπους. Γιατί μπορεί να είναι και οριστικό, και συμβουλευτικό.
Όπως για παράδειγμα: Οργίζεσθε, και γιατί οργίζεσθε; Λοιπόν να μη οργίζεσθε, για να μη αμαρτάνετε. Μπορεί όμως να σημαίνει και το εξής: Επειδή η οργή είναι δυνατό πάθος και φοβερό στο να ξεγελάσει την ψυχή (γιατί πολλές φορές τρέχει μπροστά από τον λογισμό, και προκαλείται σχεδόν χωρίς να το θέλουμε), να την καταπραΰνετε την ψυχή με τον λογισμό ή με τον αναλογισμό, χωρίς να ορμάτε σε άμυνα, αλλά να καταλήγετε σε ημερότητα.
Μπορεί επίσης να σημαίνει και το εξη: Να οργίζεστε εναντίον του πάθους που έχετε, και περισσότερο από όλα εναντίον της ηδονής, και δεν θα αμαρτήσετε.
Γιατί, εάν μας βρει αποδυναμωμένους και χαλαρωμένους, εύκολά θα μας νικήσει, ενώ αν μας βρει επάγρυπνους και οργισμένους εναντίον αυτής, αμέσως θα φύγει.
Καθόσον ο θείος λόγος δεν απαγόρευσε απλώς το να οργιζόμαστε, αλλά το να οργιζόμαστε αδικαιολόγητα. Γιατί είναι δυνατόν κάποτε να οργισθούμε και να είναι χρήσιμη η οργή μας, όταν αυτή γίνεται για τη δόξα του Θεού, ή για αυτούς που αδικούνται, ή για τη διόρθωση των πλησίον μας.
Γιατί και ο Μωϋσής οργίσθηκε εναντίον εκείνων που κατασκεύασαν το μοσχάρι, και διέταξε όλοι, από τη νεανική ηλικία και πάνω, να θανατωθούν.
Και ο Φινεές οργίσθηκε εναντίον εκείνων που πόρνευσαν, και τους θανάτωσε λογχίζοντάς τους.
Και ο Ηλίας οργίσθηκε με τους Ιουδαίους και τους δάμασε με την πείνα.
Αλλά και ο Παύλος με τον Ελύμα, και ο Πέτρος με τον Ανανία και την Σαπφείρα,και ο πατέρας οργίζεται με τον υιό του, και ο δάσκαλός με τον μαθητή όταν δείχνει οκνηρία, και δεν θα μπορούσε κανένας να πει ότι αυτό είναι οργή, αλλά εκδήλωση αγάπης και φροντίδα,
μπορεί μάλιστα να είναι και αναγκαίο.
Επειδή δηλαδή, όταν παίρνουμε εκδίκηση, εκδικούμαστε και πέρα από όσα πρέπει, ενώ όταν ο λόγος είναι για τη δόξα του Θεού, ή γι’ αυτούς που αδικούνται,
να μη αμαρτάνετε όμως, ή να είσαστε συνένοχοι με αυτούς που αμαρτάνουν και τους καλύπτετε, ή όταν ζητώντας εκδίκηση για τον εαυτό σας, κάνετε κατάχρηση των μέσων.
Γιατί γι’ αυτό τοποθετήθηκε μέσα μας η οργή, όχι για να αμαρτάνουμε εμείς, αλλά για να εμποδίζουμε εκείνους που φταίνε. Ούτε για να γίνει η οργή μας πάθος και αρρώστια, αλλά φάρμακο των παθών.
Εμείς όμως, αντίθετα, το μέσον το μεταβάλλουμε σε δηλητήριο, χρησιμοποιώντας το καταχρηστικά σ’ αυτά που δεν πρέπει.
(ΕΠΕ, έργα Ισιδώρου τόμος 2,343-347)

Επιστολή 34.-ΣΤΟΝ ΕΥΤΟΝΙΟ Στη ρήση:« Προσέχετε να μη κάνετε την ελεημοσύνη σας μπροστά στους ανθρώπους, για να σας δουν, γιατί αλλιώς δεν θα έχετε ανταμοιβή από τον Πατέρα σας, που βρίσκεται στους ουρανούς».
Επειδή ο έρωτας της φιλοδοξίας είναι φοβερός και δραστήριος, και εξουσιάζει φοβερά το ανθρώπινο γένος,
περιορίζοντάς τον ο σωτήριος Λόγος με σοφία και επιστημοσύνη και μεταβάλλοντάς τον προς το καλύτερο, λέγει
«Προσέχετε να μη κάνετε την ελεημοσύνη σας μπροστά στους ανθρώπους, για να σας δουν, γιατί αλλιώς δεν θα έχετε ανταμοιβή από τον Πατέρα σας, που βρίσκεται στους ουρανούς».
Επειδή δηλαδή, όντας ποιητής και δημιουργός, γνώριζε ότι τα φυτεμένα από την αρχή στους ανθρώπους σπέρματα της φιλοδοξίας, όχι έτσι απλά και στην τύχη, αλλά με σκοπό, όντας θερμοί εραστές της τιμής, να επιδίδονται προς το καλύτερο, έχοντας κάλλιστο προφυλαχτικό μέσο, για να μη γίνονται δούλοι στα ανελεύθερα πάθη, τον πόθο της δόξας,
επειδή όμως μετάβαλαν το έμφυτο δώρο προς το αντίθετο και στράφηκαν προς τη γήϊνη δόξα, ξεχνώντας την ουράνια,
πάλι σαν άριστος γεωργός, φροντίζοντας την ψυχή, κόβει τα βλαστάρια προς το χειρότερο, και συγκρατεί τη λυσσώδη ροπή των υπερβολικά κακών προς την ανθρώπινη δοξομανία.
Ό,τι από αυτήν είναι ήμερο και γόνιμο για την καρποφορία των υπερκόσμιων τιμών, όχι μόνο δεν το εγκαταλείπει, αλλά και το εμψυχώνει και το κάνει πιο γόνιμο,
ανακόπτοντας σύρριζα την επίδειξη που επιδιώκουν αυτοί που επιθυμούν την ανθρώπινη δόξα, και επιτρέποντάς τους να επιζητούν μόνο τη δόξα που αποβλέπει προς τον Θεό.

(ΕΠΕ έργα Ισιδώρου τόμος 3,53-55)

katafigioti

lifecoaching