... Και εγώ ο δυστυχής, μένοντας ορφανός από τον καλό Πατέρα μου (ο όσιος Θεόδωρος αναφέρεται στον πνευματικό του πατέρα), που να στηρίξω το χέρι, καθώς σαλεύεται η ψυχή μου; Ποιόν θα έχω να μου θυμίζει να μη φέρομαι παράλογα; Πώς θα αποφύγω την έφοδο του διαβόλου, μη έχοντας εσένα να με νουθετεί και να με εκπαιδεύει αυτοπροαίρετα;
Αλλά, ώ θεία και ιερή κεφαλή μου, είθε να με παρακολουθείς από ψηλά ευμενής, για να με σηκώνεις όταν πέφτω κάτω, να με κατευθύνεις όταν βαδίζω, να με διατηρείς ανεπηρέαστον, και να οδηγείς και να ποιμαίνεις μαζί μου και αυτό το ποίμνιο, το οποίο οργάνωσες με πολλούς κόπους και αγώνες, ώστε να περπατεί στα δικά σου ίχνη, να πορεύεται στο δρόμο των θείων εντολών, σκεπάζοντας, φροντίζοντας, πολεμώντας μπροστά από τα μεγάλα και μικρά ποίμνιά σου, όπως υποσχέθηκες κατά την ώρα του θανάτου σου.
(1,235)
Επειδή όμως αυτή η δική μου αρχηγία και ηγεμονία δεν είναι τέτοια, αλλά όσο μεγάλο είναι το αξίωμα, τόσο μεγάλος είναι και ο κίνδυνος, γι’ αυτόν φυσικά που έχει νου, όπως επίσης λέγει ο Θεολόγος Γρηγόριος, μου χρειάζεται πολύς κόπος, πολύς ιδρώτας, πολλή προθυμία, πολύ μεγάλη αγωνία, πολύ μεγάλη ανδρεία, μεγαλύτερη ταχύτητα, αφάνταστα μεγάλη αγρυπνία, αχόρταγη θεωρία, και ολοκληρωμένη διάκριση. " Αλλά γιατί πρέπει να λέγω πολλά; Θα πω εκείνο το ευαγγελικό• «Ο ποιμένας ο καλός προσφέρει την ψυχή του για τα πρόβατά του». Την ψυχή μου λοιπόν την άτιμη, τη γεμάτη σφάλματα και φορτωμένη από πάθη, πρέπει, αγαπημένα μου τέκνα, να την θυσιάσω για σας μέχρι θανάτου. Γι’ αυτό λοιπόν δεν απειθαρχώ, δεν αντιλέγω σ’ αυτά που έρχονται. Γι’ αυτό δεν αποφεύγω, ούτε αδιαφορώ, ούτε απελπίζομαι από τις δυσκολίες αυτού του μικρού ποιμνίου, αλλά, για να εξομολογηθώ τα κρυφά της καρδιάς μου, μετά από τα τόσα πλήγματα που δέχομαι και τις τόσες πληγές, και που κατά κάποιον τρόπο σφαγιάζομαι με τις θλίψεις και τις στενοχώριες και τις στερήσεις αυτών που πέφτουν και αποσχίζονται, αισθάνομαι μέσα μου κάποια χαρά και ελπίδα σωτηρίας, καθώς βρίσκομαι, κάπως αμυδρά βέβαια, στα ίχνη των αγίων πατέρων μου, πράγμα που το λέγω μιλώντας με αφροσύνη.
Αλλά, τέκνα μου, προσέχετε, εσείς και μη συσσωρεύετε αμαρτίες στους εαυτούς σας, εκμεταλλευόμενοι την ελεεινή ανοχή μου. Μη προσθέτετε αμαρτίες πάνω στις αμαρτίες, επειδή σας συγχωρώ περισσότερο από όσο πρέπει. Γιατί όμως συμβαίνει αυτό;
(1,353-355)
…. θέματα που προκαλούνται και υπάρχουν καθημερινά, τα οποία έχουν ανάγκη όχι από μια συνηθισμένη αντιμετώπιση, ούτε από μια απλή παραίνεση. Γιατί έρχονται σαν νιφάδες οι αδιαφορίες, οι αμέλειες, οι παραξενιές, οι νωθρότητες, και από άλλους βέβαια προέρχονται οι ανυπακοές, από άλλους οι αλαζονείες, από μερικούς οι δραπετεύσεις, και μαζί με αυτά και οι αντιλογίες, οι ακαταστασίες, οι γογγυσμοί, οι ψιθυρισμοί. Και που να μου μείνει καιρός να απαριθμήσω ένα προς ένα όλα εκείνα μέσα στα οποία είμαι περικυκλωμένος, σαν μέσα σε χειμερινή θαλασσοταραχή, έχοντας μεγάλη αγωνία μέσα στην ταπεινή μου ψυχή, για το που και πώς και σε ποιο βαθμό, με τη βοήθεια των προσευχών του πατέρα μου και πατέρα σας, θα μπορέσω να ασκήσω τη διακυβέρνηση των τίμιων ψυχών σας, που μου έχει εμπιστευθεί, χωρίς σφάλματα και καταποντισμούς; Γνωρίζω βέβαια και συμφωνώ, ότι και σεις οι ίδιοι συμβάλλετε και ζείτε μαζί μου την ένταση αυτής της διακυβέρνησης, όμως όχι οι περισσότεροι, γιατί αλλιώς θα μου ήταν πιο εύκολος και πιο ελαφρός ο κόπος.
(1,391)
Γνωρίζει ο Κύριος πόσο επιθυμώ την ανάπαυση που πρέπει στον καθένα από σας, και πώς διαθέτω την ταλαίπωρη ψυχή μου σ’ αυτά που σας συμφέρουν, πονώντας γι’ αυτούς που πονούν και αρρωσταίνοντας γι’ αυτούς που είναι άρρωστοι, γιατί αρρωσταίνω πολύ ψυχικά, λιποψυχώντας γι’ αυτούς που λιποψυχούν, αγωνιώντας γι’ αυτούς που έχουν αγωνία, αισθανόμενος άσχημα γι’ αυτούς που αντιμετωπίζουν δύσκολες περιστάσεις, και φλεγόμενος γι’ αυτούς που δέχονται πειρασμούς. Και αφού έτσι αισθάνομαι για σας, γιατί δεν συμφωνείτε μαζί μου όλοι και δεν προσαρμόζεστε καλά και ήρεμα, υπακούοντας στις διαταγές, αλλά αντιτάσσεστε και προβάλλετε μερικοί θελήματά σας προσωπικά, ή καλύτερα πονηρά, επιθυμίες βλαβερές, απόψεις αλαζονικές, και δεν συμμορφώνεστε με τον κανόνα της υποταγής της κοινοβιακής ιδιότητας, αλλά από εγωισμό και ιδιοτροπία επινοείτε δήθεν πιο νόμιμα και εκθέτετε πιο άγια και δογματίζετε πιο ένθεα, τα οποία είναι ασεβήματα και ανομήματα;
(1,395)
Γιατί εγώ τί θέση κατέχω; Θέση συνδούλου, που υπενθυμίζει τις εντολές του Κυρίου. Ώστε λοιπόν και αυτοί που υπακούουν και αυτοί που παρακούουν δεν το κάνουν από οφειλή σε μένα, ούτε και υπηρετούν εμένα, αλλά εκείνον που έδωσε τις εντολές, τον αγαθό Κύριο και Θεό.
(2,11)
…. είμαι πεπεισμένος, ότι μόνο η δική μου αθλιότητα αποτελεί εμπόδιο, γιατί τίποτε δεν σας εμποδίζει να δείξετε τα ανδραγαθήματα των πατέρων μας. Και μπροστά σε όλα αυτά τί να πω; ότι δεν είμαι άξιος να ονομάζομαι πατέρας σας, ούτε δάσκαλος, ούτε ηγούμενος, εξαιτίας της πάρα πολύ καλής πίστης σας και της ενάρετης διαγωγής σας. Και εύχομαι να μη επηρεάζεστε καθόλου από τη δική μου αθλιότητα, αλλά να αγωνίζεστε νόμιμα κάθε πνευματική εργασία μέσα στο μαρτύριο της άμεμπτης υποταγής σας.
(2,27)
Να μη παραβλέπεις αυτά που χρειάζονται έρευνα, ώστε να μη συμβεί, αφήνοντας ανεξέταστα τα μικρά λόγω της δήθεν καλοσύνης, να οδηγείς έτσι την αδελφότητα σε μεγαλύτερα κακά. Τρώει κρυφά κάποιος; Να επιτιμάται. Έχει κάτι το ιδιαίτερο χωρίς ευλογία, ακόμα και τυχαίο; Να επιτιμάται. Δίνει κάποιο φαγώσιμο χωρίς να έχει εξουσία, η κάνει ανταλλαγή πινακιδίου η κάτι τέτοιο; Να επιτιμάται. Γογγύζει; Το ίδιο. Έδειξε παρακοή; Να επιτιμάται. Δεν θέλει να εργάζεται; Ούτε να τρώει. Συμμετέχει σε φατρίες ή κλέβει; Να αφορίζεται, όπως ορίζουν τα επιτίμια.
Ακούοντας τα αυτά, τέκνα και αδελφοί μου, να μη δυσανασχετείτε, ούτε να νομίζετε ότι τα λέγω από ασπλαχνία, αλλά από υπερβολική αγάπη και πόνο για τη σωτηρία των ψυχών σας, για τις οποίες θα δώσω λόγο. Και το κρίμα θα πέσει βαρύ στο κεφάλι μου αν δεν σας τα πω και τα λέγω συνέχεια, αν δεν σας ασφαλίζω και σας συμβουλεύω, γιατί και του καλού πατέρα έργο είναι να μη αφήνει τα παιδιά του απαίδευτα, αλλά με μικρές απειλές και χτυπήματα να προετοιμάζει γι’ αυτά την απόλαυση της αιώνιας ζωής. Αντίθετα ο Ηλί ήταν αξιοκατάκριτος και μισητός πατέρας, όπως είναι γραμμένο, επειδή δεν επέπληττε όπως έπρεπε, ούτε επιτιμούσε πολύ τους γιούς του που παρανομούσαν, και έτσι πέθανε και αυτός μαζί με τους γιούς του, μόνο και μόνο γι’ αυτό το λόγο. Γι’ αυτό να μένετε γενναία στην άσκησή σας, στα διακονήματα, σε κάθε καλή ενασχόληση ο καθένας…
(2,147)
…Αλλά όσο μεγάλη είναι η χαρά, τόσο πιο μεγάλος φόβος με κατέχει, που συντρίβει την καρδιά μου, όχι από έλλειψη των σωματικών αναγκαίων (γιατί γνωρίζω τις αψευδείς υποσχέσεις του Κυρίου μου), αλλ’ επειδή, λόγω της ψυχικής μου αδυναμίας, αισθάνομαι ζάλη και τρέμω πώς θα σας οδηγήσω, χωρίς να παραλείψω τίποτε από αυτά που πρέπει και έχω εντολή να κάνω και να λέγω ανάμεσά σας. Και τότε μόνο βρίσκω ανάπαυση, όταν στέλνουμε έναν αδελφό στον μέλλοντα αιώνα, αποθέτοντάς τον σαν θησαυρό πια σε ένα μέρος που δεν μπορεί να κλαπεί. Ενώ γι’ αυτούς που εξακολουθούν να ζουν, και όταν ακόμα είναι καλοί και σπουδαίοι, έχω χαρά και αγωνία, από τη μια για την ελπίδα του καλού τέλους, και από την άλλη εξαιτίας του μήκους του δρόμου και της ανηφόρας της αρετής. Γιατί είναι πολλές οι ενέδρες του δόλιου και δεν γνωρίζω τι θα γεννήσει η επόμενη μέρα…
(2,211)
…Αυτό λοιπόν είναι το έργο μου και ο ζήλος μου, αυτό η ζωή μου και η φροντίδα μου, και γι’ αυτό τις προηγούμενες μέρες εκδηλώθηκε η αγανάκτηση μου εναντίον σας (συγχωρέστε με), όχι από διάθεση μίσους, ούτε από έκρηξη θυμού, ούτε από επίδειξη εξουσίας, μακριά μια τέτοια σκέψη, αλλά από μεγάλη θλίψη και φιλόστοργη πατρική αγάπη, αν και αυτό που λέγω είναι πάνω από τις δυνάμεις μου. Γιατί, βλέποντας ότι δημιουργήθηκε από μερικούς πονηρή στάση εναντίον της εκκλησίας του Θεού, έγινα ανάστατος, έτρεξα, έσπευσα να σβήσω τη φωτιά που έσπειρε το πολύμορφο φίδι, για να μη ανάψει μεγάλη φωτιά ανταρσίας από τη μικρή σατανική σπίθα, που θα κατέτρωγε όλους μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα, γιατί αυτό ήταν το συμβάν. Έπειτα επιτίμησα και επέπληξα και αυτούς που είχαν πέσει στις παγίδες του εχθρού, αλλά και εκείνους που δεν είχαν ακόμα παγιδευθεί, με σκοπό τους πρώτους με τη σκληρότητα των ελέγχων και των μομφών να τους απαλλάξω από τη νωθρότητα και την οίηση, επαναφέροντάς τους στη σταθερότητα της μετριοφροσύνης, και τους άλλους, φοβερίζοντάς τους με το κακό παράδειγμα, να τους προφυλάξω, για να μη πέσουν σε παρόμοια σφάλματα από άγνοια της πτώσεως. Σας παρακαλώ λοιπόν και σας ικετεύω, φυλαχθείτε από….
(2,231)
… Συνταράξου, ουρανέ, για αυτό. Να μην ερευνήσω λοιπόν, να μην επιβάλω επιτίμια, που δεν θα τα σταματήσω, αν δεν σταματήσετε. Ναι, ναι, μου δίνετε την εντύπωση ότι περιφρονείτε την ανοχή μου. Εγώ όμως δεν θα μείνω έτσι, έστω και αν δείχνω ανοχή, αλλά την κατάλληλη στιγμή θα επιτεθώ εναντίον σας σαν φωτιά που καίει. Αν και λυπάμαι, αλλά κάποια στιγμή θα εξεγερθώ εναντίον σας σαν ξίφος, και γίνω ίσως και Φινεές και τρυπήσω με το ξίφος του επιτιμίου κάποιον από αυτούς που ανακατεύονται με τέτοια λόγια, και γίνω ακόμα και άλλος Μωυσής σκοτώνοντας καλώς αυτόν που λέγει έκφυλα και εχθρικά. Αλλά για να μη συμβεί αυτό σας παρακαλώ και ικετεύω, σας εκλιπαρώ με όλη την καρδιά και την ψυχή μου, παύσετε τις κακίες σας, σταματήστε τις πονηρίες σας….
(2,321)
(ΕΠΕ, Φιλοκαλία έργα Θοδώρου Στουδίτου,επιλογες τόμων,σελιδες)
Στο τέκνο του τον Λουκιανό.
Ο καλός Θεός μας, γνωρίζοντας την ολισθηρότητα της ανθρώπινης φύσεως, και ότι, και αν ακόμα κάποιος νομίζει πώς βαδίζει σωστά, με λίγη νωθρότητα, χωρίς να το καταλάβει, σκοντάφτει και πέφτει, από αγάπη προς τον άνθρωπο, τού δώρισε τη μετάνοια, η οποία τον σηκώνει από την πτώση και τον επαναφέρει στην αρχική υγεία του. Επειδή λοιπόν και συ, αδελφέ μου, έπαθες αυτό που έπαθες, και συμπλήρωσες τον χρόνο της αξιόλογης μετάνοιας, με μεγάλη κατάνυξη και πάρα πολλά δάκρυα, όπως έχω ακούσει, ώστε να έχεις εξιλεώσει τον Θεό, και ζητάς τώρα συγχώρηση, όπως μου δήλωσε ο οικονόμος και ο παραοικονόμος, είθε να σου δοθεί από τον Κύριο, και να είσαι υγιής από τώρα, υιέ μου, και να χαίρεσαι ενωμένος με τον Χριστό, χωρίς να συμβαίνει να δίνεις στο εξής εγγυήσεις στον Δεσπότη, αλλά να πεθαίνεις για αυτόν, όπως και εκείνος έπαθε για σένα. Προηγουμένως βέβαια με γράμμα μου ο ανάξιος σου είπα κλαίοντας, Αδάμ, που είσαι;»36, επαναλαμβάνοντας τα λόγια του Θεού, επειδή κατά κάποιον τρόπο εξέπεσες από την υψηλή παραδοσιακή ζωή. Τώρα όμως θεωρώ απαραίτητο να τολμήσω ο ταλαίπωρος να σου πω: Ειρήνη σε σένα, σήκω, σε διατάζει ο Χριστός. Είθε να ζήσεις αιώνια.
(ΕΠΕ Φιλοκαλία, έργα Θεοδώρου τομος 3,479)
Το ότι ο Χρυσόστομος είπε, «Ο δικός μας Χριστός δεν ζωγραφίζεται στους τοίχους», εγκωμιάζοντας τον άγιο Ρωμανό, δεν πρέπει να ερμηνεύεται κατά λέξη, αλλά πρέπει να γνωρίζουμε με ποιόν μιλώντας το είπε, γιατί στις ομιλίες πρέπει να κοιτάζουμε και τον χρόνο και το πρόσωπο και τον τρόπο με τον οποίο έγιναν. Τον χρόνο, επειδή δεν είχαν νομοθετηθεί στους παλιούς τα ίδια με μας που ζούμε στα χρόνια της χάριτος. Το πρόσωπο, γιατί άλλο είναι το αιρετικό, και άλλο το πρόσωπο του ορθοδόξου. Τον τρόπο, γιατί, δεν είναι το ίδιο να συζητά κανείς δογματικά, και να απευθύνει λόγο πιο απλοϊκό. Με ποιόν λοιπόν συζητούσε ο Χρυσόστομος; Άραγε με ορθόδοξο που αναστήλωνε την εικόνα του Χριστού; Κάθε άλλο, αλλά με κάποιον ειδωλολάτρη, ο οποίος την αιτία που είναι ανώτερη όλων, την χαρακτηρίζει πιο τελευταία και από τα τελευταία όντα, όπως λέει ο θείος Διονύσιος και δεν δέχεται ότι αυτή υπερέχει από τα άθεα και πολυειδή μορφώματα που πλάθονται από αυτόν. Καλώς λοιπόν και πολύ εύλογα είπε ο πατέρας• «Ο δικός μας Χριστός δεν ζωγραφίζεται στους τοίχους» (εξυπακούεται βέβαια ως προς τη φύση της θεότητας), όπως οι θεοί εκείνου που στήνονταν στους τοίχους και περιορίζονταν εκεί, χωρίς να έχουν κανένα άλλο νόημα παρά μόνο ότι βλέπονται από αυτούς που τους βλέπουν…
(ΕΠΕ Φιλοκαλία, έργα Θεοδώρου τομος 3, 455)
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 94.
Όπως το κερί, αν δε θερμανθεί και μαλαχθεί πολλή ώρα, δεν μπορεί να δεχθεί τη σφραγίδα που του επιτίθεται, έτσι και ο άνθρωπος, αν δεν δοκιμασθεί με κόπους και ασθένειες, δεν μπορεί να χωρέσει τη σφραγίδα της αρετής του Θεού . Γι’ αυτό ο μεν Κύριος λέγει στο θεσπέσιο Παύλο, «σου αρκεί η χάρη μου, γιατί η δύναμή μου τελειώνεται μέσα στην ασθένεια». Ο ίδιος δε ο απόστολος καυχιέται λέγοντας «με μεγάλη χαρά θα καυχηθώ μάλλον για τις ασθένειες μου, για να σκηνώσει επάνω μου η δύναμη του Χριστού» .
Αλλά και στο βιβλίο των Παροιμιών γράφεται, «όποιον αγαπά ο Κύριος, τον παιδεύει και μαστιγώνει κάθε υιό που τον αναγνωρίζει» . Βέβαια ο απόστολος ασθένειες λέγει τις επιθέσεις των εχθρών του σταυρού που συνέβαιναν συνεχώς εναντίον αυτού και των τότε άγιων, για να μη υπερηφανεύονται, όπως δηλώνει ο ίδιος, για τις υπεροχικές αποκαλύψεις.
Αλλ’ αυτοί με την ταπείνωση ενέμεναν περισσότερο στην κατάσταση της τελειότητας, φυλάσσοντας όσια το θείο δώρο δια των πυκνών εξουδενώσεων.
Εμείς βέβαια ασθένειες ονομάζουμε εδώ τους πονηρούς λογισμούς και τις σωματικές ανωμαλίες. Πραγματικά, τότε τα σώματα των αγίων που αγωνίζονταν εναντίον της αμαρτίας, καθώς παραδίδονταν σε θανατηφόρες κακοποιήσεις και σε διάφορες άλλες θλίψεις, στέκονταν πολύ ψηλότερα από τα πάθη που εισήλθαν από την αμαρτία στην ανθρώπινη φύση. Τώρα όμως, επειδή χάρη στον Κύριο επικρατεί ειρήνη στις Εκκλησίες, γι’ αυτό το σώμα των αγωνιστών της ευσέβειας πρέπει να δοκιμάζεται με συνεχείς ανωμαλίες και η ψυχή με πονηρούς λογισμούς , και μάλιστα εκείνων στους οποίους ενεργεί η γνώση με όλη τη συναίσθηση και τη βεβαιότητα. Έτσι θα είναι έξω από κάθε κενοδοξία και έπαρση και, όπως είπα, θα μπορέσουν με την πολλή ταπείνωση να χωρέσουν στις καρδιές τη σφραγίδα του θείου κάλλους σύμφωνα με τον άγιο που λέγει: «σημειώθηκε επάνω μας το φως του προσώπου σου, Κύριε».
Πρέπει λοιπόν να υπομένουμε μ’ ευχαριστίες τις βουλές του Κυρίου, γιατί τότε θα μας υπολογισθεί σαν είδος δευτέρου μαρτυρίου και η συνέχιση των νόσων και η μάχη προς τους δαιμονιακούς λογισμούς. Γιατί εκείνος που έλεγε τότε στους αγίους μάρτυρες δια μέσου των ανόμων εκείνων αρχόντων, «αρνηθείτε το Χριστό, ποθήστε τις κοσμικές δόξες», στέκεται και τώρα προσωπικά λέγοντας αδιάκοπα στους δούλους του Θεού τα ίδια πράγματα.
Αυτός που βασάνιζε τα σώματα των δικαίων και έβριζε με το χειρότερο τρόπο τους τιμημένους διδασκάλους δια μέσου των υπηρετών των διαβολικών εκείνων φρονημάτων, ο ίδιος και τώρα επιφέρει στους ομολογητές της ευσέβειας τα διάφορα πάθη μαζί με πολλές ύβρεις και εξευτελισμούς, όταν μάλιστα αυτά βοηθούν αποτελεσματικά τους ταλαιπωρημένους πένητες για τη δόξα του Κυρίου.
Και γι’ αυτό πρέπει να επιτελούμε με βεβαιότητα και υπομονή το μαρτύριο της συνειδήσεώς μας ενώπιον του Θεού. Γιατί λέγει, «υπέμεινα με ζήλο τον Κύριο, και αυτός με πρόσεξε» .
(ΕΠΕ, Φιλοκαλία,Διαδόχου Φωτικής σελ.271-275)
‘Θα τα πω όλα στο Θεό!’ Αυτή ήταν η τελευταία φράση ενός αγοριού στη Συρία λίγο πριν ξεψυχήσει. Όταν το διάβασα συγκλονίστηκα αλλά αμέσως το μυαλό μου ανέτρεξε στην Αποκάλυψη και ηρέμησε η καρδιά μου!
Διαβάζοντας την Αποκάλυψη του Ιωάννη βλέπουμε όλο το βιβλίο να το διαπερνά η έννοια του αγώνα του Εσφαγμένου Αρνίου, δηλαδή του Ιησού Χριστού. Αφού νίκησε ο Χριστός το Σατανά από την πρώτη Του Παρουσία επί της γης και συμβασιλεύοντας ήδη μετά του Πατρός στον Ουρανό, είναι και τώρα ο πραγματικός Κύριος του κόσμου και των όσων συμβαίνουν σε αυτόν. Και παρά την προσωρινή και περιορισμένη επικράτηση του σατανά στον παρόντα αιώνα, θα έρθει ως Κριτής και Βασιλέας για να εκμηδενίσει το σατανά και να κρίνει ζώντες και νεκρούς, αποδίδοντας στον καθένα κατά τα έργα του και θα εγκαθιδρύσει νέα τάξη πραγμάτων σε καινούριο ουρανό και καινούρια γη, τη Νέα Ιερουσαλήμ, αποτελούμενη από την Θριαμβεύουσα στον Ουρανό Εκκλησία των πιστών η οποία θα απολαύσει εις το διηνεκές σε άληκτη κοινωνία μετά του Θεού τη Μακαριότητα και τη Δόξα Του!
Αν δεν υπήρχε αυτή η προοπτική της Νέας Ιερουσαλήμ, αν δεν είχε αναστηθεί ο Χριστός, η ζωή θα ήταν αβίωτη, μια τραγωδία, ένας μάταιος αγώνας επιβίωσης! Μια ζωή χωρίς ελπίδα, χωρίς νόημα, χωρίς προορισμό! Αυτό το παιδί θα τα πει όλα στο Θεό… ό,τι του έκαναν, όλα όσα είδαν τα αθώα ματάκια του, όλη τη θηριωδία του πολέμου που εξελίχθηκε μπροστά του τραυματίζοντας την αγνή ψυχή του! Αυτό το παιδί ξέρει ότι υπάρχει Θεός και θα πάει να του πει το παράπονο του… ότι δεν έπαιξε, ότι δεν είχε ειρήνη στην καρδιά του, ότι είδε να σκοτώνουν τους γονείς του, ότι είδε πτώματα να κείτονται μπροστά του αντί για μπάλες και αυτοκινητάκια! Ένα παιδί που χωρίς να ξέρει το λόγο βρέθηκε να ξεψυχά πριν ακόμα καλά καλά προλάβει να ανοίξει τα φτερά του.
Ήταν πολύ μικρός για να καταλάβει ότι υπάρχουν άνθρωποι που εργάζονται για το διάβολο σ’ αυτή την προσωρινή κυριαρχία του σε αυτόν τον κόσμο και τον διευκολύνουν στη δουλειά του, ότι όλοι βιώνουμε σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό τα αποτελέσματα αυτής της συνεργασίας… πόλεμοι, εγκλήματα, φυσικές καταστροφές!
Όλοι όμως θα λογοδοτήσουν και θα κριθούν κατά τη Δευτέρα Παρουσία του Κυρίου! Αυτός θα πει την τελευταία λέξη για όλους! Σπουδαία παρηγοριά, να ξέρεις ότι η ιστορία δεν τελειώνει εδώ, με το θάνατο ,αλλά συνεχίζεται και στον άλλο κόσμο… την τελική υπογραφή για το αν θα περάσουμε στον Παράδεισο ή στην Κόλαση θα τη βάλει ο Κύριος με τη Δεύτερη Έλευση Του! Και όπως έχει πει και ο Άγιος Παίσιος ‘ Θα είχα τρελαθεί με την αδικία αυτού του κόσμου αν δεν ήξερα ότι η τελευταία λέξη είναι του Κυρίου!’ (Α.Κ.)
Διαβάζοντας το βίο της Αγίας Μαρίας της Αιγυπτίας η ψυχή μου συνεκλονίσθη από τη μεταστροφή αυτής της γυναίκας! Έζησε το 344-421μ.χ και για δεκαεπτά χρόνια έκανε άσωτη ζωή. Μια μέρα από περιέργεια βρέθηκε στα Ιεροσόλυμα , στο προσκύνημα του Τιμίου Σταυρού. Είναι συγκλονιστικό ότι προσπάθησε δειλά δειλά να μπει αρκετές φορές στο Ναό της Αναστάσεως αλλά μια δύναμη τη σταματούσε. Όμως η καρδιά της με τη χάρη της Παναγίας αισθάνθηκε μεγάλη μετάνοια και κατάφερε και προσκύνησε τον Τίμιο Σταυρό! Από τότε άλλαξε ζωή και μέχρι σήμερα αποτελεί υπόδειγμα μετάνοιας και ασκήσεως! Η Μαρία η Αιγυπτία όμως είναι μια εκ των πολλών περιπτώσεων όπου βλέπουμε την ευσπλαχνία και τη συγχωρητικότητα του Θεού!
Τη Μ.Τρίτη ακούμε στο τροπάριο της Κασσιανής για μια πόρνη που συναισθανόμενη τη θεότητα του Χριστού, πέφτει στα πόδια του, τα αλείφει με μύρο και Του ζητά να δεχτεί τα δάκρυα της που χύνονται εξαιτίας της αμαρτωλότητας της.
Ποιος δε θυμάται και το ληστή όταν πάνω στο σταυρό την ύστατη ώρα λέει στον Κύριο ‘ Μνήσθητι μου Κύριε όταν έλθης εν τη Βασιλεία Σου’.
Καταγράφω μόνο τρεις χαρακτηριστικές περιπτώσεις μετανοίας ανθρώπων των οποίων αν έβλεπε κάποιος πρωτύτερα τα έργα και τις ημέρες τους θα έλεγε με σιγουριά ότι αυτοί οι άνθρωποι θα καούν στην κόλαση, έχοντας φυσικά διασφαλίσει για λογαριασμό του το κλειδί του Παραδείσου αυτοδικαιώνοντας τον εαυτό του! ‘Μα ναι, είμαι ενάρετος, πάω στην εκκλησία, προσεύχομα, κοινωνώ, κάνω και καμία ελεημοσύνη!’ Ξεχνά όμως ότι η αυτοδικαίωση είναι του διαβόλου καθώς κρύβει μέσα της εγωισμό, αλαζονεία και υπερηφάνεια! Και φυσικά γι’αυτόν το ότι κατακρίνει, μνησικακεί, δε συγχωρεί, δεν έχουν σημασία! Ο Κύριος όμως είπε ‘ Δεύτε οι ευλογημένοι του Πατρός μου, κληρονομήσατε την ητοιμασμένην υμίν βασιλείαν’ [ Ματθ.25,34] και οι άσπλαχνοι θα ακούσουν ‘Πορεύεσθε απ’εμού οι κατηραμένοι εις το πυρ το αιώνιον..’
Για κανέναν λοιπόν δεν πρέπει να λέμε αυτός θα σωθεί και αυτός όχι! Μην ξεχνάμε άλλωστε και την περίπτωση του Ιούδα ο οποίος ήταν μαθητής του Χριστού, έκατσε δίπλα του για χρόνια, άκουγε τη διδασκαλία Του, έβλεπε τα θαύματα Του αλλά στο τέλος και Τον πρόδωσε αλλά και δε μετανόησε για την προδοσία του! Ένας άνθρωπος που έζησε δίπλα στο Θεάνθρωπο… τι ειρωνία!
Μια στιγμή μπορεί να σου αλλάξει τη ζωή. Μια στιγμή μπορεί να σου αλλάξει θέση και να σε βάλει από την κόλαση στον παράδεισο και αντίστροφα! Μπορεί όλη σου τη ζωή να είσαι αμαρτωλός αλλά ένα δάκρυ αληθινής μετανοίας να σου χαρίσει τη Βασιλεία των Ουρανών! Μπορεί όμως και όλη σου τη ζωή να είσαι ενάρετος και καλός χριστιανός αλλά μια χαμένη ευκαιρία ελεημοσύνης και ευσπλαχνίας να σε αφήσει απ’ έξω! Ο Κύριος που εξετάζει νεφρούς και καρδίας μόνο Εκείνος ξέρει ποιοι θα σωθούν! Γι’αυτό ας έχουμε πάντα στο μυαλό μας το δεύτερο μακαρισμό ‘ Μακάριοι οι πενθούντες ότι αυτοί παρακληθήσονται’. Μακάριοι δηλαδή είναι εκείνοι που όχι απλώς λυπούνται αλλά πενθούν για τις δικές τους αμαρτίες αλλά και των άλλων ανθρώπων γιατί αυτοί θα παρηγορηθούν από το Θεό στο μέγιστο βαθμό! (Α>Κ)
Θυμάμαι την πρώτη εβδομάδα που παρουσιάστηκα στο στρατό, στο πρώτο επισκεπτήριο, μου έδωσε η αδερφή μου ένα γράμμα από μια κοπέλα που είχα γνωρίσει στο αποχαιρετιστήριο πάρτυ. Μου έκανε εντύπωση η τόλμη της να μου γράψει για τη ζωή της και για αυτά που αισθάνεται. Μου γνωστοποιούσε τον εαυτό της και από τότε με παρακίνησε να το κάνω κι εγώ αυτό σε όσους αγαπώ. Τους αποκαλύπτω τον εαυτό μου ως ένδειξη αγάπης, τιμής και εμπιστοσύνης! Όταν τα πράγματα στο στρατό ζορίζανε αρκετά έβρισκα μεγάλη παρηγοριά σε αυτά τα γράμματα και ξαναρχόταν το χαμόγελο στα χείλη μου… αργότερα κατάλαβα ότι ο πνευματικός αγώνας, η εκγύμναση της ψυχής είναι κάτι πολύ πιο σκληρό και επίπονο και από τις Ειδικές Δυνάμεις! Εδώ χρειάζεται ένας άλλος έρωτας για να ενισχύει τους στρατιώτες του Χριστού! Ο Θείος Έρωτας! Αυτό το μεγαλειώδες και ανυπέρβλητο συναίσθημα που τοποθετεί ο Κύριος μέσα στις καρδιές μας μέσω του Αγίου Πνεύματος και κάνει όλα τα εμπόδια και τις δυσκολίες χαρά και δοξολογία! Όπως λέει ο Ιωάννης στην α’ επιστολή του ‘ημείς αγαπώμεν αυτόν, ότι αυτός πρώτος ηγάπησεν ημάς’ [ δ’19].
Ήρθε ο Χριστός μας στη γη, αποκαλύφτηκε στους μαθητές Του Πρόσωπο προς πρόσωπο, αλλά θέλησε σε όλους μας να αποκαλυφθεί, να μας γνωστοποιήσει ποιος είναι, γιατί μας αγαπάει τόσο πολύ και θέλει κι εμείς να Τον αγαπήσουμε, αλλιώς πώς θα σωθούμε, πώς θα είμαστε σε κοινωνία μαζί Του; Έτσι, μπορεί να αναλήφθηκε, αλλά μας άφησε μεγάλη παρηγοριά το Πανάγιο Πνεύμα, την Εκκλησία Του και την Αγία Γραφή, μαζί με την Παλαιά τώρα και την Καινή Διαθήκη, το Λόγο του Θεού! Αυτές είναι οι επιστολές του Θείου Έρωτα προς όλους που Τον ποθούν! Όταν διάβασα πρώτη φορά την Καινή Διαθήκη, όταν ρουφούσα την κάθε λέξη της, ένιωθα ότι ο χρόνος έχει σταματήσει, ότι δεν υπάρχει χρόνος, πως ο Χριστός είναι μαζί μου τώρα στο δωμάτιο κι εγώ μαζί Του παντού, από τη Γέννηση ως την Ανάληψη και στη φοβερή ώρα της Κρίσεως και στη Νέα Ιερουσαλήμ… δεν ήθελα να σταματήσει ποτέ η μελέτη! Δεν εστίαζα σε νόμους, εντολές και θαύματα αλλά στην παρουσία του Χριστού και τη γνωριμία μου μαζί Του! Ένιωθα ότι η Καινή Διαθήκη είχε γραφτεί για μένα! Ήταν ένα γράμμα, μια επιστολή από τον Αγαπημένο μου! Και ήθελα κι εγώ να Του γράψω την ερωτική επιστολή με τη ζωή μου μέσα σ’Αυτόν! Όλη μέρα αυτά σκεφτόμουν και έλεγα ‘ Κύριε θέλω να Σε γνωρίσω πιο πολύ’ κι Αυτός δε μου χαλούσε το χατίρι! Με οδήγησε, με τη βοήθεια και του πνευματικού μου, στα πιο ψυχωφελή βιβλία των Πατέρων, να γνωρίσω το δόγμα μας, τί γίνεται στη Θεία Λειτουργία, τη διδασκαλία των νηπτικών πατέρων, τη ζωή των Αδερφών μου και το υπερχείλισμα της αγάπης τους μέσα από τους βίους των Αγίων… και το ένα έφερνε το άλλο και ήμουν τόσο χαρούμενος!
Όσα πιο πολλά γνωρίζεις για το Χριστό, τόσο πιο πολύ Τον αγαπάς! Η Θεολογία είναι η επιστήμη της πνευματικής αγάπης! Νομίζω Θεολογία χωρίς Θείο Έρωτα δε γίνεται! Δεν ήθελα ποτέ να ξεθωριάσει αυτή η σχέση, αυτός ο ζήλος που είχα να μελετώ! Γιατί όσο μελετούσα, γνώριζα το Θεό, τί έπρεπε να κάνω κάθε φορά, το θέλημα Του και έπαιρνα Δύναμη να τηρήσω αυτά που μου έλεγε! Κι όμως… έπεσα σε διάφορες παγίδες… στη συνήθεια, στην έπαρση, ότι εγώ τώρα πια γνωρίζω πολλά, στην έλλειψη χρόνου και στην ενασχόληση μου με άλλα πράγματα. Κι έτσι ήρθε η ραθυμία, το σκοτάδι του νου και η απομάκρυνση σιγά σιγά από το δρόμο Του! Συνειδητοποίησα πόσο καλό μου έκανε η συχνή και τακτική μελέτη, όταν πια η ψυχή μου λιμοκτονούσε! Και αντιλήφθηκα σε βάθος γιατί επιμένουν τόσο πολύ οι Πατέρες μας στο να μελετούμε καθημερινά το Θείο Λόγο, χωρίς αναβολές!
Όπως δεν αναβάλλουμε το φαγητό και το νερό του σώματος και όπως δεν αναβάλλουμε να αναπνέουμε, έτσι δεν πρέπει να παραμελούμε τη μελέτη μας. Αυτή είναι, όπως και η προσευχή, το οξυγόνο μας, η επικοινωνία με τον Αγαπημένο μας, η τροφή και η φροντίδα της ψυχής μας… μια σκάλα προς τον ουρανό!
Εύχομαι να μην το ξεχάσω ποτέ ξανά… (Κ.Β.)
Όταν ο Ιησούς μια μέρα βρισκόταν στο Ναό των Ιεροσολύμων για να διδάξει είδε μια φτωχή χήρα να ρίχνει στο θησαυροφυλάκιο του Ναού δύο λεπτά. Τη θαύμασε και γι’αυτό κάλεσε τους μαθητές του και τους είπε πως αυτή έριξε περισσότερα από όλους αυτούς που ρίχνουν στο θησαυροφυλάκιο γιατί αυτή έριξε από το υστέρημα της ενώ οι άλλοι από το περίσσευμα τους.[ Κατά Μάρκον ιβ’42-44]
Όταν ο πλούσιος νέος ρώτησε το Χριστό τί αγαθό και καλό να κάνει για να έχει ζωή αιώνια Εκείνος του είπε να φυλάσσει τις εντολές Του, να πουλήσει τα υπάρχοντα του, να τα μοιράσει στους φτωχούς και να Τον ακολουθήσει και έτσι θα έχει θησαυρό στον ουρανό. Εκείνος έφυγε λυπημένος γιατί η καρδιά του ήταν προσκολλημένη στα επίγεια αγαθά. [ Κατά Ματθαίον ιθ’16-22]
Αλλά και στους πειρασμούς του Κυρίου βλέπουμε το διάβολο να προσφέρει στο Χριστό όλα τα βασίλεια, τα πλούτη και τη δόξα του κόσμου αν τον προσκυνούσε και τον Κύριο να του απαντά ‘ Κύριον τον Θεόν σου προσκυνήσεις και αυτώ μόνω λατρεύσεις’.[ Κατά Ματθαίον δ’8-10]
Η φιλαργυρία αποτελεί ένα από τα πιο δυνατά και επικίνδυνα, για την ψυχή του ανθρώπου, πάθη. Ο Κύριος είπε ότι είναι πιο εύκολο να περάσει μια καμήλα από την τρύπα της βελόνας παρά να μπει ένας πλούσιος στη Βασιλεία των Ουρανών.[ Κατά Ματθαίον ιθ’23] Στους πολύ ενάρετους βέβαια ο Θεός εμπιστεύεται την παροχή όλων των αγαθών όπως στον Αβραάμ και στον Ιώβ γιατί ξέρει πως θα Τον δοξάσουν!
Πρέπει να αντιμετωπίζουμε και την πτωχεία και τα πλούτη σαν δύο δοκιμασίες στις οποίες καλούμαστε να δώσουμε εξετάσεις για να πάρουμε το εισιτήριο για τον Ουρανό. Αν έχουμε λίγα, να ζούμε ταπεινά και απλά δοξολογώντας το Θεό για τα υπάρχοντα μας και έχοντας εμπιστοσύνη στην Πρόνοια και την Αγάπη Του. Αν έχουμε πολλά να είμαστε πάλι ταπεινοί και ευγνώμονες και να σκεφτόμαστε ότι μας τα εμπιστεύτηκε ο Κύριος για να κάνουμε συνετή διαχείριση, να βοηθήσουμε και άλλους ανθρώπους που έχουν ανάγκες. Να καλλιεργήσουμε δηλαδή τις αρετές της ευσπλαχνίας, της γενναιοδωρίας, της ελεημοσύνης και να μην πέσουμε στο θανάσιμο αμάρτημα της πλεονεξίας. Ας μη γίνουμε αλαζόνες, εγωιστές και καταχραστές του θεϊκού χρήματος!
Ο Κύριος μας έδειξε το δρόμο! Για τον καθένα μας έχει ένα σχέδιο σωτηρίας. Σε εμένα δεν έδωσε πλούτη, σε εσένα έδωσε μεγάλη περιουσία. Κι εγώ κι εσύ έχουμε το ίδιο χρέος… να διαφυλάξουμε την ψυχή μας! Και η πτωχεία και ο πλούτος είναι δύο συνθήκες, δύο στάδια με το ίδιο ζητούμενο… τη σωτηρία της ψυχής μας! Γιατί τελικά αυτός είναι ο μεγαλύτερος πλούτος που έχουμε… η ψυχή μας! Αυτή θα μας οδηγήσει στον Αληθινό και Μοναδικό Θησαυρό, στη Βασιλεία των Ουρανών… στο Χριστό! (Κ.Β.)
Επιστολή 46.- ΣΤΟΝ ΠΡΕΣΒΥΤΕΡΟ ΑΘΑΝΑΣΙΟ.Εναντίον των εθνικών.
Πες σ΄ αυτόν που φιλονείκησε μαζί σου και πρεσβεύει τα δόγματα των εθνικών, και σου είπε, ότι το Ευαγγέλιο υπέδειξε μια καινούργια και διαφορετική από την αρχαία συνήθεια ζωή:
Σοφώτατε, φαίνεται πώς αγνοείς, ότι την κακή συνήθεια μόνο μία καινοτομία μπορεί από τη φύση της να την παύσει.
Γι΄ αυτό και ήρθε εδώ ο Δεσπότης του Ευαγγελίου και υπέδειξε μια ζωή που ταιριάζει στον ουρανό. Εάν βέβαια συμβούλευε να επιμείνουμε στα καθιερωμένα, δεν θα υπήρχε ανάγκη να καινοτομήσει.
Εφόσον όμως ήρθε για να επικρίνει αυτά που δεν βρίσκονταν σε σωστή κατάσταση, χρειάζονταν νεώτερα πράγματα, για να διαλυηθεί η κακία που επικρατούσε.
Γιατί δεν ήταν δυνατόν, όσο επικρατούσε αυτή η ακαταστασία, να γίνει η διόρθωση, αλλ΄ είναι ανάγκη αυτός που θέλει να μετακινήσει και να αφανίσει τα κακά, να φέρει τα μη καθιερωμένα και να τα τοποθετήσει στη θέση εκείνων που είχαν επικρατήσει προηγουμένως προς βλάβη.
Ώστε αντίθετα, θα ήταν φυσικό να απορούμε εάν, έχοντας έρθει εδώ για τη μεταβολή της κατάστασης, δεν έδινε τίποτε το καινούργιο στους νόμους.
Γιατί πρέπει και ο νομοθέτης και ο σύμβουλος, λέγοντας αυτά που ωφελούν, να μη υπολογίζει καθόλου αν υπάρχει κάτι καινούργιο στις συμβουλές του.
Γιατί, όπως εκείνον που διδάσκει αυτά που δεν είναι ωφέλιμα αξίζει να τον μισούν, έστω και αν δίνει την εντύπωση ότι ακολουθεί τα έθιμα,
έτσι και εκείνον που διδάσκει τα καλύτερα είναι δίκαιο να τον επικροτούν, έστω και αν συμβουλεύει διαφορετικά από τα καθιερωμένα.
Εάν λοιπόν διαβλέπεις ότι υπάρχει κάποια βλάβη στις εντολές, δείξε την, και αυτήν που υπερτερεί θα σου την παραχωρήσω.
Εάν όμως, ενώ δεν μπορείς να το πεις αυτό, μένεις προσκολλημένος στο έθιμο, σαν κάτι το ισχυρό, δεν κάνεις λάθος, όταν εξαιτίας της ευπρέπειας των καθιερωμένων παραιτείσαι από αυτό που είναι συμφέρον;
Γιατί δεν είναι τρομερό να καινοτομεί κανείς, εάν το μέρος του ωφελίμου βρίσκεται στο καινούργιο.
Γιατί τα βλαβερά και τα μη βλαβερά δεν κρίνονται με τον χρόνο, αλλά εάν στα παλιότερα πράγματα βρεθεί κάποια κακία, και, αντίθετα, στα νεώτερα βρεθεί αρετή.
Συ όμως μοιάζεις να νομίζεις, ότι σ’ αυτόν που από τη νεαρή ηλικία του περνά τον καιρό του στα πορνεία, δεν πρέπει να σπαρεί ο λόγος για τη σωφροσύνη, ούτε στον φονιά ο λόγος για την επιείκεια.
Γιατί, εάν ο καθένας από αυτούς προτιμήσει τη συνήθεια να γίνεται αυτό που πρέπει, σουβλίζει τον εαυτό σου με μύρια κακά.
(ΕΠΕ έργα Ισιδώρου 2,61-63)
173.- ΣΤΟΝ ΠΡΕΣΒΥΤΕΡΟ ΘΕΟΔΟΣΙΟ.Γιατί ο Κύριος δάκρυσε μπροστά στον Λάζαρο.
Δάκρυσε, ώ λαμπρό κόσμημα της ευσέβειας! ο Χριστός μπροστά στον Λάζαρο, ορίζοντας κατά κάποιο τρόπο σε μάς,
κυρίως βέβαια μ’ αυτό, όπως και μετα άλλα, κανόνες και όρια για να μη κυριευόμαστε εξαιτίας της λύπης μας από βακχική μανία.
Αυτοί λοιπόν που τον είδαν είπαν «Κοίταξε πόσο τον αγαπούσε».
Επειδή όμως είπες, ότι δεν ταίριαζε σ’ αυτόν που γνώριζε εκ των προτέρων ότι θα αναστηθεί, να δακρύσει
(γιατί όλοι δακρύζουμε για τους νεκρούς, επειδή δεν περιμένουμε ευθύς αμέσως ότι αυτοί θα αναστηθούν),
πρόσεχε αν ο λόγος θα μπορέσει να αγγίξει την αλήθεια. Ήταν φίλος τού Σωτήρα.
Ήταν λοιπόν φίλος αυτού, αυτού που οπωσδήποτε ήταν δίκαιος, γιατί δεν θα αγαπιόταν από την αμόλητη δικαιοσύνη, αν δεν ήταν δίκαιος.
Γιατί ο Χριστός δεν γνώριζε να αγαπά χαριστικά, άλλα με δίκαια κρίση. Επειδή λοιπόν ήταν δίκαιος, και βγήκε ένδοξα απότο στάδιο αυτής της ζωής,
οπωσδήποτε βρισκόταν σε ανάπαυση και τιμή. Αυτόν λοιπόν που επρόκειτο, εξαιτίας της δόξας του, να τον αναστήσει,
αυτόν δάκρυσε, σαν κατά κάποιο τρόπο να έλεγε
«Αυτόν που μπήκε στο λιμάνι της γαλήνης, τον καλώ πάλι να γυρίσει στις τρικυμίες,
και αυτόν που ήδη στεφανώθηκε, τον οδηγώ πάλι στους αγώνες».
(ΕΠΕ έργα Ισιδώρου, 2,265)