E-mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.


    Η λέξη ‘υπομονή’ προέρχεται από το ρήμα ‘ υπομένω’ που σημαίνει αντιμετωπίζω με καρτερικότητα μια δύσκολη ή δυσάρεστη κατάσταση. Σίγουρα στο άκουσμα αυτής της λέξης το μυαλό μας πάει στον Ιώβ… λέμε άλλωστε ‘ ιώβεια υπομονή’. Από πού αντλούσε υπομονή ο Ιώβ; Μας φαίνεται σαν κάτι μακρινό, ξένο από μας και άφταστο! Σίγουρα αποτελεί σημείο αναφοράς υπέρτατης υπομονής αν σκεφτούμε τις θλίψεις που άντεξε χωρίς να σκανδαλιστεί ή να απομακρυνθεί από το Θεό! Γιατί ακριβώς από το Θεό αντλούσε την υπομονή του, από την εμπιστοσύνη του στην πρόνοια και την οικονομία Του! Και στο τέλος δικαιώθηκε!
    Εμείς δυστυχώς πολλές φορές δεν έχουμε διάθεση να υπομείνουμε και την ελάχιστη θλίψη! Αν κοιτάμε όμως την κορυφή σίγουρα θα φτάσουμε κι εμείς κάπου ψηλά! Και υπάρχουν πολλές κορυφές υπομονής στις θλίψεις με πρώτη αυτή του Χριστού! Ξεχωρίζει φυσικά η Παναγία μας και ακολούθως οι Απόστολοι και πλήθος Αγίων! Κι εμείς κάθε φορά που αντιμετωπίζουμε μια θλίψη ας τους αναλογιζόμαστε… σίγουρα θα παίρνουμε δύναμη, κουράγιο και υπομονή να βαστάξουμε και το δικό μας φορτίο! Κι ας μην ξεχνάμε πως ό,τι υπομένουμε τώρα είναι προσωρινό και πως μας περιμένει μια άλλη Ζωή στην οποία δεν υπάρχει καμία θλίψη και αυτή είναι η υπέρτατη παρηγοριά! Εδώ είμαστε πάροικοι και παρεπίδημοι! Μια είναι λοιπόν η πηγή άντλησης υπομονής… ο Θεός και η πίστη στην Αιωνιότητα!
    Είναι σημαντικό να επισημάνουμε πως η υπομονή έχει αξία και καρπό όταν γίνεται αδιαμαρτύρητα, αγόγγυστα! Αυτό εν δυνάμει μπορεί να σε καταστήσει άγιο! Γνωρίζω μια γυναίκα που για πολλά χρόνια υπομένει χωρίς παράπονο και χωρίς να βγει από την αγάπη του Θεού τις δοκιμασίες της και αυτή η γυναίκα στα μάτια μου είναι αγία! Σύμφωνα δε με τον Απόστολο Παύλο η θλίψη φέρνει υπομονή, η υπομονή δοκιμασμένο χαρακτήρα και η δοκιμή οδηγεί στην ελπίδα που ποτέ δεν ντροπιάζει και δεν διαψεύδει αυτόν που την έχει! [Επιστ.προς Ρωμ. ε’ 3-5]
    Θεωρώ όμως πως η μεγαλύτερη θλίψη και η πιο δύσκολη υπομονή που καλείται να κάνει ο άνθρωπος έχει να κάνει με την αναμονή για τη Μεγάλη Συνάντηση με τον Αγαπημένο… με το Νυμφίο της ψυχής μας! Η αναμονή για το πέρασμα στην άλλη… την Αληθινή Ζωή! Όμως ας μας παρηγορεί η σκέψη πως θα έρθει εκείνη η ώρα, η Άγια ώρα γιατί ο Κύριος μας το υποσχέθηκε… ‘ Στην οικία του Πατέρα μου στους ουρανούς υπάρχουν πολλοί τόποι διαμονής…’[ Ιωαν. κεφ.ιδ’2-3]. Ας αξιοποιούμε την παραμονή μας εδώ στη γη προς αυτό το σκοπό! Ας ετοιμάζουμε λοιπόν την ψυχή μας και έτσι εργαζόμενοι γι’ αυτό το σκοπό θα είμαστε χαρούμενοι και υπομονετικοί καθώς η ελπίδα μας θα είναι στηριγμένη στο Θεό!
Καλό μας αγώνα λοιπόν και καλή μας υπομονή! Ο καιρός γαρ εγγύς εστίν!

 

«Μακαρία η πιστεύσασα» (Λουκ. α΄ 45). 
Η Ελισάβετ μακαρίζει την Παρθένο για την πίστι που έδειξε στον λόγο και την κλήσι του Θεού. Έτσι βλέπομε ότι η Ελισάβετ έκανε για το πρόσωπο της Θεοτόκου τα εξής: α) της απέδωσε τα πρωτεία τιμής και σεβασμού, β) την ονόμασε Μητέρα του Θεού και γ) την εμακάρισε για την πίστη της. Όλα αυτά συνθέτουν περιληπτικά τη στάση των πιστών έναντι της Θεοτόκου.
Και μόνο όσα άκουσε και έζησε η Παρθένος Μαρία στην πρώτη αυτή έξοδό της ήταν αρκετά να τη βοηθήσουν να εμβαθύνη πιο πολύ και να κατανοήση πιο βαθειά την κλήσι και την αποστολή της. Έτρεξε κοντά στην Ελισάβετ για να βρη ανακούφιση και ενθάρρυνση. Δεν πρόλαβε όμως να τη συναντήση και παίρνει απάντηση σ’ όλα τα θέματά της, πάρα πάνω απ’ ότι μπορούσε να σκεφθή ή να υπολογίση.
Όταν σε κορυφαίες στιγμές της ζωής μας καταφεύγωμε με εμπιστοσύνη σε ανθρώπους του Θεού θα βρούμε όχι μόνο απάντηση στα ερωτήματα μας, αλλά πλήρωση και ικανοποίηση της ψυχής μας. Πάμε κενοί και επιστρέφομε γεμάτοι. Ζητάμε ένα και παίρνομε «υπέρ εκ περισσού ων αιτούμεθα ή νοούμεν» (Εφεσ. γ' 20) . Δεν είναι οι άνθρωποι που δίνουν. Πίσω τους στέκει ο Θεός. Εκείνος έχει και δίνει. Δίνει μέσω των δικών του ανθρώπων. Αυτό ακριβώς βεβαιώνει το πνεύμα του Θεού, όταν λέη: «Αδελφός υπό αδελφού βοηθούμενος, ως πόλις οχυρά» (Παροιμ. ιη' 19).
«Και είπε Μαριάμ• μεγαλύνει» (Λουκ. α΄ 46).
Μόλις η Ελισάβετ τελείωσε τον εμπνευσμένο χαιρετισμό της, η Μαριάμ άρχισε ν’ απαγγέλλη μια δική της Ωδή! Η πανηγυρική, ευχαριστήρια και δοξολογική ωδή (=τραγούδι), μετά από εξαιρετικά γεγονότα ήταν κάτι το συνηθισμένο στην ιστορία των αρχαίων Εβραίων. Έτσι, τόσο ο χαιρετισμός της Ελισάβετ όσο και η Ωδή της Παρθένου Μαρίας έρχονται να προστεθούν στις Ωδές της αδελφής του Μωυσή Μαριάμ (Εξοδ. ιε' 1 - 19) , της Δεββώρας (Κριταί ε' 2-31) και της προφήτιδος Άννης, μητέρας του προφήτου Σαμουήλ (Α' Βασ. β ). Ιδίως η Ωδή της Θεοτόκου έχει πολλές απηχήσεις από τους Ψαλμούς και την Ωδή της Άννης. Αυτό φανερώνει, ότι η Παρθένος Μαρία, όπως και οι άλλες παρθένες του Ισραήλ, γνώριζε από την παιδική της ηλικία τους Ψαλμούς και τις Ωδές της Π. Διαθήκης που αναφέραμε πιο πάνω (ΥΑ, 63).
Η Ωδή της Θεοτόκου έμελλε να γίνη η κατ’ εξοχήν ευχαριστήρια Ωδή της ανθρωπότητος. Διότι αποτελεί μια περίληψι των Ωδών της Π. Διαθήκης και αφετηρία των πιο εμπνευσμένων συνθέσεων της χριστιανικής ψυχής (πρβλ. τη θέσι της Ωδής αυτής στην ορθόδοξο Λατρεία, καθώς και του ύμνου MAGNIFICAT (= μεγαλύνει) στην λατρεία και τη θρησκευτική μουσική της Δύσεως).
Η Θεοτόκος, υπό την έξαρσι των θαυμαστών γεγονότων της ζωής της συνθέτει την εμπνευσμένη δοξολογική Ωδή της. Οι μεγάλες στιγμές της επεμβάσεως του Θεού στην προσωπική ή την συλλογική ζωή εμπνέουν ιδιαίτερα τις ευσεβείς και αφιερωμένες ψυχές. Πρώτες αυτές βλέπουν το ευεργετικό χέρι του Θεού• ακούνε τη φωνή του και νοιώθουν το περπάτημά του στην Ιστορία (πρβλ. «Φωνή αδελφιδού μου• ιδού ούτος ήκει πηδών επί τα όρη... ομοιός εστίν αδελφιδός μου τη δορκάδι ή νεβρώ (=ελαφάκι) ελάφων», Άσμα Ά. β' 8 - 9) διαισθάνονται το πέρασμά του κοντά τους (πρβλ. «οπίσω σου εις οσμήν μύρων σου δραμούμεν» Άσμα Α. α' 4) και ξεσπούν σε ύμνους και ωδές.
Οι ποιηταί έγραψαν τα πιο όμορφα ποιήματα και τραγούδια σε στιγμές ιδιαίτερης εμπνεύσεως και εξάρσεως. Οι άγιες ψυχές γράφουν τις πιο ωραίες ωδές τους σε στιγμές παρουσίας του Θεού στην προσωπική τους ζωή και στην ιστορία του κόσμου...
(Μητροπολίτου Αχελώου Ευθυμίου Στυλίου, Η Πρώτη, εκδ. Γρηγόρη, σελ.117-119 )

«Ευλογημένη συ εν γυναιξί» (Λουκ. α΄ 42).
Μόλις η Παρθένος συνάντησε την Ελισάβετ, χαιρέτησε ασφαλώς πρώτη: «Ευλογημένη συ»! θα είπε, σύμφωνα με τον εθιμικό χαιρετισμό των αρχαίων εβραίων (ΥΛ, 60) . Η Ελισάβετ όμως, καθώς και το βρέφος που είχε στην κοιλιά της, ο Ιωάννης δηλαδή, σπεύδουν να δώσουν τα πρωτεία του σεβασμού και της τιμής στην μέλλουσα μητέρα του Κυρίου. Και ο μεν Ιωάννης «εσκίρτησε εν τη κοιλία» η δε Ελισάβετ, με έμπνευση του Αγίου Πνεύματος, ανταποδίδει στην Θεοτόκο τον χαιρετισμό της, τονίζοντας την απόλυτη εφαρμογή του στο πανάγιο πρόσωπό της: «Ευλογημένη (κυρίως είσαι) συ εν γυναιξί και ευλογημένος ο καρπός της κοιλίας σου»! Η Ελισάβετ και ο Ιωάννης ήταν οι πρώτοι που εμακάρισαν την Θεοτόκο και της απέδωσαν τα πρωτεία της τιμής.
Όταν μιλάμε για «πρωτεία τιμής» μέσα στην Εκκλησία δεν πρέπει να λησμονούμε ότι αυτά ανήκουν στη Θεομήτορα. Αυτή είναι η πρώτη μέσα στην σύναξι των μελών της Εκκλησίας και λόγω κλήσεως και λόγω αγιότητος.
Τελευταία, επηρεασμένοι μερικοί από το έργο του A. DEISMANN για τον απόστολο Παύλο (όπως είπαμε στην Εισαγωγή) , συνηθίζουν να χαρακτηρίζουν τον απόστολο των Εθνών σαν τον «πρώτο μετά τον Ένα»! Το Άγιο όμως Πνεύμα με το σκίρτημα του Προδρόμου, το στόμα της Ελισάβετ! και τη γλώσσα της καθολικής παραδόσεως της Εκκλησίας αποδίδει τα πρωτεία της τιμής στην Θεοτόκο, «την τιμιωτέραν των Χερουβίμ και ενδοξοτέραν ασυγκρίτως των Σεραφίμ»!
Όταν λοιπόν ανοίγωμε το στόμα μας για να προσευχηθούμε, ας αποδίδωμε μαζί με το/ Πρόδρομο, την Ελισάβετ και όλους τους Αγίους τα πρωτεία του σεβασμού, της τιμής και της αγάπης μας στη «Θεοτόκο και μητέρα του φωτός». Διότι αυτή είναι η πρώτη «μετά Θεόν»! «Πάντες μ ε τα Θ ε ό ν εις σε καταφεύγομεν» (Ω).
Σε λιμένα σωτηρίας και τείχος ακράδαντον, Θεοτόκε Δέσποινα, πάντες οι πιστοί επιστάμεθα.
«Η μήτηρ του Κυρίου μου προς με;» (Λουκ. α΄43)
Η Ελισάβετ με την έμπνευσι του Αγίου Πνεύματος προφητεύει εδώ και ονομάζει την Παρθένο Μαρία «Μητέρα του Κυρίου». Είναι η πρώτη που απέδωσε στην Θεοτόκο τον τίτλο «Μήτηρ Θεού» και ωνόμασε τον Ιησούν «Κύριον».
Εκείνες που παίρνουν την μεγάλη τιμή απ’ τον Δημιουργό να κυοφορούν μιαν ανθρώπινη ύπαρξι, ας σκέπτονται πιο πολύ την «μητέρα του Κυρίου». Μητέρες αυτές με το βρέφος στην κοιλιά τους μοιάζουν με την μεγάλη και μοναδική εκείνη μητέρα που αξιώθηκε να συλλάβη και να κυοφορήση τον Υιό του Θεού! Οι μέλλουσες μητέρες των παιδιών των ανθρώπων, ας μνημονεύουν και ας τιμούν ιδιαίτερα Εκείνην, που έφερε στον κόσμο τον Σωτήρα και Λυτρωτή των μητέρων και των παιδιών των ανθρώπων. Μητέρες και κυοφορούμενα βρέφη, ας ενώνουν τον ύμνο στη Θεομήτορα. Εκείνες, με την ολόψυχη καταφυγή στην «μητέρα του Κυρίου» και εκείνα με το «σκίρτημα εν αγαλλιάσει εν τη κοιλία», της μητέρας τους. Σ’ αυτές τις μοναδικές εμπειρίες των μητέρων και των βρεφών αναφέρεται ο ωραίος εκείνος Ψαλμός, που τον εχρησιμοποίησε και ο Ιησούς: «Εκ στόματος νηπίων και θηλαζόντων κατηρτίσω αίνον» (8,3 Ματθ. κα' 16) .
(Μητροπολίτου Αχελώου Ευθυμίου Στυλίου, Η Πρώτη, εκδ. Γρηγόρη, σελ.116-117)

Η πολυτέλεια κοσμικοποιεί τους μοναχούς. 
- Γέροντα, πόσο στόλισμα μπορεί να βάλη κανείς σε έναν Ναό;
- Στην εποχή μας, όσο πιο απλό είναι κάτι, ακόμη και σε έναν Ναό, τόσο πιο πολύ βοηθάει, γιατί δεν ζούμε τώρα στο Βυζάντιο.
- Στο τέμπλο λ.χ. τί σχέδιο είναι καλό να κάνουμε;
- Σχέδιο... «καλογερικής»! Όσο μπορείτε, όλα να είναι σεμνά, απλά. Ο Όσιος Παχώμιος στράβωσε την κολόνα, για να μη θαυμάζουν τα έργα του οι άνθρωποι. Θυμάστε το περιστατικό; Είχε φτιάξει Ναό στο Μοναστήρι με πολλή επιμέλεια και τις κολόνες τις είχε κάνει με πλίνθους. Τον έβλεπε πόσο ωραίος ήταν και χαιρόταν. Αλλά μετά σκέφθηκε ότι το να χαίρεται για το ωραίο έργο που εφτίαξε, δεν ήταν κατά Θεόν. Έδεσε λοιπόν τις κολόνες με σχοινιά καί, αφού προσευχήθηκε, είπε στους αδελφούς να τα τραβήξουν, ώσπου στράβωσαν οι κολόνες.
Εκεί στο Κελλί κόβω κάθε χρόνο λαμαρίνες και βάζω στην σκεπή, στα παράθυρα, γιατί είναι χαλασμένα και μπαίνει αέρας. Βάζω και σανίδια, νάυλον και τα κλείνω. Θα μου πής: «Γιατί δεν φτιάχνεις διπλά παράθυρα;». Και εγώ το ξέρω αυτό, μαραγκός είμαι. Αν ήθελα, μπορούσα να φτιάξω παράθυρα και με τρεις πατούρες, αλλά μετά φεύγει η καλογερική. Ο τοίχος είναι τελείως χάλια. Μπορούσα και από άλλους να ζητήσω να με βοηθήσουν και να βολέψω το Καλύβι, αλλά και έτσι βολεύομαι. Να κάνω αυτό το έξοδο για τον τοίχο, ενώ υπάρχει αλλού τόση ανάγκη; Δεν με βοηθάει αυτό. Αν έχω κανένα πεντακοσάρικο, προτιμώ να πάρω σταυρουδάκια, εικονάκια και να τα δώσω σε κανέναν πονεμένο, για να βοηθηθή. Εγώ χαίρομαι με το να δίνω. Και ανάγκη να το έχω, δεν το ξοδεύω για μένα.
Όπως όταν ξεκινά κανείς για πνευματικά, δεν χορταίνει ποτέ, έτσι και όταν ξεκινά για τα όμορφα, δεν χορταίνει ποτέ. Τώρα ξέρεις τί πρέπει να γίνεται; Να μη φροντίζης για τα καλοφτιαγμένα κτίρια, να φτιάχνης τα απαραίτητα και να στραφής στην δυστυχία του κόσμου με προσευχή, όταν δεν έχης να δώσης, και με ελεημοσύνη, όταν έχης. Να κάνετε προσευχή και τα πιο απαραίτητα από δουλειές. Όλα αυτά που κάνουμε, δεν έχουν πολλή ζωή. Και αξίζει να δίνουμε την ζωή μας, και να δυσκο- λεύωνται ζωές και να πεθαίνουν από την πείνα άλλοι; Τα απλά κτίρια και τα ταπεινά αντικείμενα μεταφέρουν τους μοναχούς νοερά στις σπηλιές και στα απέριττα Ασκητήρια των Αγίων Πατέρων μας, και έτσι ωφελούνται πνευματικά. Ενώ τα κοσμικά θυμίζουν κόσμο και κάνουν τους μοναχούς κοσμικούς στην ψυχή. Πρόσφατα έγιναν ανασκαφές και βρέθηκαν στην Νιτρία τα πρώτα «Κελλία» των μοναχών, τα ασκητικά. Στην συνέχεια βρέθηκαν τα λίγο μεταγενέστερα, που ήταν λίγο κοσμικά, και κατόπιν τα τελευταία που εμοίαζαν με τα σαλόνια των πλουσίων εκείνης της εποχής, με κάδρα και ζωγραφιές στους τοίχους κ.λπ., τα οποία έφεραν την οργή του Θεού, τα λήστεψαν και τα κατέστρεψαν οι κακοποιοί.
Ο Χριστός γεννήθηκε στην Φάτνη. Αν αναπαυώμαστε στα κοσμικά, θα μας φτύση ο Χριστός, που δεν έφτυσε κανέναν: «Εγώ δεν είχα τίποτε, θα πή. Όλα αυτά τα βρήκατε γραμμένα στο Ευαγγέλιο; Τα είδατε σ' Εμένα; Κοσμικοί δεν είστε, καλόγεροι δεν είστε. Τί να σάς κάνω; Που να σάς βάλω;».
Τα ωραία και τέλεια είναι κοσμικά και τους πνευματικούς ανθρώπους δεν τους αναπαύουν. Τα ντουβάρια θα γκρεμισθούν όλα. Η ψυχή... Μία ψυχή αξίζει περισσό-τερο από όλο τον κόσμο. Τί κάνουμε για την ψυχή; Να ανοίξουμε δουλειά πνευματική. Να μπή η καλή ανησυχία. Ο Χριστός θα ζητήση από μας σε τί βοηθήσαμε τον κόσμο πνευματικά και τί πνευματική δουλειά κάναμε, όχι τί ντουβάρια φτιάξαμε. Αυτά ούτε θα τα αναφέρη. Για την πνευματική μας πρόοδο θα μας ζητηθή λόγος. Θέλω να καταλάβετε το πνεύμα μου, δεν λέω να μην γίνωνται και αυτά, χτισίματα κ.λπ., ή να μη γίνωνται καλά, αλλά πρώτα τα πνευματικά και ύστερα όλα τα άλλα με πνευματική διάκριση.    (Λόγοι τόμος Α σελ.168-170)

«Επορεύθη εις την ορεινήν και ησπάσατο την Ελισάβετ» (Λουκ. α΄ 40).
Υπό την πίεση όλων αυτών των εντυπώσεων και των συναισθημάτων η Παρθένος Μαρία αναζητεί κάποια διέξοδο. Κάποια εκτόνωση. Η σκέψις της σταματά σ’ ένα συγγενικό πρόσωπο που της το θύμησε μάλιστα το αγγελικό μήνυμα: «Ελισάβετ η συγγενής σου» (Λουκ. α' 36) . Αυτό ήταν! Χωρίς να χάση καιρό, ρίχνει επάνω της ένα ιμάτιο —ήταν ακόμη χειμώνας— και παίρνει τον ανηφορικό δρόμο για τα ορεινά μέρη της Ιουδαίας. Σκοπός της να συναντήση την Ελισάβετ και να της εκμυστηρευθή το μεγάλο της μυστικό.
Το δεύτερο χαρακτηριστικό των ανθρώπων που δέχονται την κλήσι του Θεού είναι, ότι το Πνεύμα του Θεού τους σπρώχνει να συναντηθούν με άλλους που έχουν τις ίδιες πνευματικές εμπειρίες. Η Παρθένος οδηγείται στην Ελισάβετ. Ο Φίλιππος στέλνεται να βρει τον Ναθαναήλ (Ιω. α' 44 - 52), ο Βαρνάβας «εξέρχεται αναζητείσαι Σαύλον» (Πραξ. ια' 25) και ο Παύλος οδηγείται στα Ιεροσόλυμα «ιστορήσαι Πέτρον» (Γαλ. α΄ 18) . Οι άνθρωποι που ένοιωσαν τις ίδιες συγκινήσεις έχουν πολλά να πουν. Αισθάνονται την ανάγκη ν’ ανοίξουν την καρδιά τους, να εκμυστηρευθούν τις εμπειρίες τους, να ανακοινώσουν τα μυστικά τους σε μια αδελφή ψυχή.
Τι ευλογημένες στιγμές μας έκανε να ζήσωμε η κλήσις του Θεού! Εφηβικές και νεανικές καρδιές ανταμώναμε με την ίδια φωτιά, με την ίδια γεύση, με τους ίδιους παλμούς... Τι γλυκές βραδιές, τι όμορφα πρωινά, τι μέρες γεμάτες ατέλειωτες συζητήσεις, τραγούδια και «εκ βαθέων» προσευχές σε πόλεις, σε χωριά, σε νησιά, σε ακρογιαλιές και βουνοπλαγιές! Μόνο όσοι έζησαν μαζί τέτοιες αλησμόνητες στιγμές μπορούν να νοιώσουν τη γλυκειά νοσταλγία, με την οποία γράφονται οι γραμμές αυτές...
«Εσκίρτησε το βρέφος εν τη κοιλία αυτής» (Λουκ. α΄ 41).
Το σκίρτημα των βρεφών στις εγκυμονούσες μητέρες είναι συνηθισμένο φαινόμενο, κατά και μετά τον πέμπτο μήνα της εγκυμοσύνης (ΥΛ, 60). Στην περίπτωση όμως αυτή το «σκίρτημα» του κυοφορουμένου βρέφους της Ελισάβετ είχε ιδιάζουσα σημασία. Γράφει σχετικά ο Ωριγένης: «Άμα τω λόγω του ασπασμού Μαρίας... ήκουσεν ο πρόδρομος τη ενεργεία του Αγίου Πνεύματος κινούμενος τον ασπασμόν της Μαρίας και εσκίρτησεν εν αγαλλιάσει το βρέφος εν τη κοιλία και οιονεί ήρξατο έκτοτε προφήτην αυτόν ποιείν ο Ιησούς» (ΥΛ, 60) . Έτσι άλλωστε ερμήνευσε και η Ελισάβετ το σκίρτημα του βρέφους της: «Ιδού γάρ ως εγένετο η φωνή του ασπασμού σου εις τα ώτα μου εσκίρτησε το βρέφος εν αγαλλιάσει εν τη κοιλία μου (στιχ. 44) . Ο Ιωάννης με τον τρόπο αυτό προφητεύει «εκ κοιλίας μητρός αυτού» περί του Ιησού και η Ελισάβετ αναδεικνύεται η πρώτη που απέδωσε προσκύνησι και τιμή στον «ερχόμενο» Κύριο και την Μητέρα του.
Τον πρώτο χαιρετισμό στον Ερχόμενο Λυτρωτή του κόσμου τον απηύθυνε το κυοφορούμενον βρέφος Ιωάννης, εκ μέρους όλων των εμβρύων και των βρεφών των ανθρώπων. Διότι ο κυοφορούμενος Ιησούς ήταν ιδίως γι' αυτά ο κατ’ εξοχήν Σωτήρ! Ο κόσμος των εμβρύων, το μόνο που γνώριζε, προ Χριστού, ήταν το μαχαίρι του αφανισμού «Η άωρος ηλικία των βρεφών πικρώς κατεθερίζετο» (Μ .Ο.) . Εγνώριζαν τον θάνατο πριν γνωρίσουν τη ζωή.
Τον Ιησού δεν τον περίμενε μόνο ο κόσμος των γεννημένων, αλλά και ο κόσμος των αγέννητων. Από τα εκατομμύρια ανθρώπινα έμβρυα που κυοφορήθηκαν πριν έλθη, πολλά δεν γεννήθηκαν στη ζωή, καθώς επίσης και αναρίθμητα βρέφη που κυοφορήθηκαν μετά τη δική του σύλληψη, κυοφορία και γέννησι. Γι’ αυτό κυοφορήθηκε ο Ιησούς. Για να γίνη Σωτήρ και των κυοφορουμένων ανθρώπων. Προσέλαβε την μορφή του εμβρύου για να λυτρώση τα έμβρυα. Ο Ιησούς άρχισε να λυτρώνη την ανθρώπινη φύσι από την εμβρυώδη κατάστασί της. Αυτή είναι η απάντησις στην απορία γιατί ο Χριστός δεν ήλθε στη γη σαν ώριμος άνθρωπος, αλλά διάλεξε τον μακρύ δρόμο της κυοφορίας και της γεννήσεως. Διότι έπρεπε να σώση τον άνθρωπο «εκ κοιλίας μητρός αυτού».
(Μητροπολίτου Αχελώου Ευθυμίου Στυλίου, Η Πρώτη, εκδ. Γρηγόρη, σελ. 114-116 )

«Αναστάσα Μαριάμ» (Λουκ. α΄39).
Όσο διαρκούσε η συνομιλία με τον Αρχάγγελο, η Παρθένος διατηρούσε την ψυχική της ηρεμία. Όταν όμως «απήλθε ο άγγελος απ’ αυτής», τότε η υπαρξίς της αναστατώνεται. Μέσα στο εσωτερικό της ξεσπά θύελλα εντυπώσεων, σκέψεων και συναισθημάτων. Η καρδιά της χτυπά δυνατά και γρήγορα, μη μπορώντας ακόμα να συνέλθη από το συγκλονισμό του αγγελικού δράματος. Το μυαλό της βουίζει απ’ το περιεχόμενο του θείου μηνύματος. Την αγνή της ύπαρξη είχε πυρπολήσει η φωτιά της κλήσεως και της αγάπης του Θεού: «Α ν α σ τ ά σ α Μαριάμ»!
Η κλήσις του Θεού στον άνθρωπο είναι μια φωτιά που πυρπολεί την καρδιά κι αναστατώνει το νου. Είναι ένας σφοδρός άνεμος που φυσάει ξαφνικά και σπρώχνει το ιστιοφόρο της ανθρωπίνης υπάρξεως βαθειά μέσα στο πέλαγος των μεγάλων περιπετειών. Ένας από τους κλητούς του Θεού, ο προφήτης Ιερεμίας, περιγράφει πολύ χαρακτηριστικά την κατάσταση αυτή του καλουμένου ανθρώπου: «Και εγένετο πυρ καιόμενον φλέγον εν τοις οστέοις μου, και παρείμαι πάντοθεν και ου δύναμαι φέρειν» (Κ' 9) .
Το ίδιο συναίσθημα νοιώθουν και οι δύο μαθηταί του Ιησού που αξιώθηκαν να τον έχουν συνοδοιπόρο το δειλινό της μεγάλης εκείνης μέρας της Αναστάσεως, πηγαίνοντας προς Εμμαούς: «Ουχί η καρδία ημών καιομένη ην εν ημίν, ως ελάλει ημίν εν τη οδώ και διήνοιγεν ημίν τας γραφάς»; (Λουκ. κδ' 32).
Τα χρόνια πέρασαν, αλλ’ η καρδιά δεν μπορεί να λησμονήση τις μεγάλες εκείνες στιγμές της κλήσεως του Θεού. Την ατμόσφαιρα της ιερής εξάρσεως που ζήσαμε, την αποδίδουν οι πιο κάτω «σκέψεις» του Πασκάλ. Τις έγραψε τη νύχτα που ένοιωσε κι' αυτός την κλήση του Θεού:
«Έτος χάριτος 1654. Δευτέρα 23 Νοεμβρίου...
Από τας 10.30 μ.μ. περίπου μέχρι 12.30 περίπου.
Πυρ! Θεός του Αβραάμ, Θεός του Ισαάκ, Θεός του Ιακώβ.
Όχι φιλόσοφοι και επιστήμονες.
Βεβαιότης, βεβαιότης, συναίσθημα, χαρά, ειρήνη.
Ο Θεός του Ιησού Χριστού.
«Θεόν μου και Θεόν υμών».
Ο Θεός σου Θεός μου.
Λησμοσύνη του κόσμου και των πάντων, εκτός του Θεού.
Δεν ευρίσκεται παρά μόνον με τας οδούς που διδάσκει το Ευαγγέλιον.
Μεγαλείον της ανθρωπίνης ψυχής
«Πάτερ δίκαιε, και ο κόσμος σε ουκ έγων, εγώ δε σε έγνων»...
Χαρά, χαρά, χαρά, δάκρυα χαράς.
Εχωρίσθην απ’ αυτού...
Είθε να μη χωρισθώ απ’ αυτού εις τον αιώνα.
«Αυτή εστίν η αιώνιος ζωή, ίνα γιγνώσκωσί σε τον μόνον αληθινόν Θεόν
και ον απέστειλας Ιησούν Χριστόν».
Ιησούς Χριστός, Ιησούς Χριστός...
Αυταπάρνησις ολοκληρωτική και γλυκεία.
Πλήρης υποταγή εις τον Ιησούν Χριστόν• και εις τον πνευματικόν μου.
Αιωνίως εν χαρά διά μίαν ημέραν ασκήσεως επί της γης.
«Τα δικαιώματά σου ουκ επελαθόμην». Αμήν».
(βλ. οι Θεμελιωταί των Επιστημών, 1950, σελ. 24)
(Μητροπολίτου Αχελώου Ευθυμίου Στυλίου, Η Πρώτη, εκδ. Γρηγόρη, σελ.113-114)

Η ζωή μετά από μια απώλεια, έναν θάνατο, μια αρρώστια σωματική ή ψυχική, ένα διαζύγιο, μια αναπηρία… η ζωή μετά από μια καταιγίδα που συντάραξε τα θεμέλια της ύπαρξης σου! Είναι τόσο οδυνηρές κάποιες ακραίες καταστάσεις και πολλές φορές και τελείως ξαφνικές που βιώνει ο άνθρωπος που είναι ικανές να τον διαλύσουν, να τον αποδομήσουν ως οντότητα, να τον μετατρέψουν σε ένα ζωντανό νεκρό! Τί γίνεται όταν χάνεις το παιδί σου σε ένα τροχαίο ατύχημα ή από μια σπάνια αρρώστια; Τί γίνεται όταν ο άντρας σου σε εγκαταλείπει για μια άλλη γυναίκα ; Όταν γίνεσαι θύμα ενδοοικογενειακής βίας; Όταν καταστρέφεσαι οικονομικά ;Τί γίνεται όταν ένας ανεμοστρόβιλος ή ένας σεισμός σου κατεδαφίζει το σπίτι; Ή όταν διαγιγνώσκεσαι με καρκίνο και καλείσαι να δώσεις τη μάχη της ζωής σου; Η λίστα αυτή δεν έχει τελειωμό… είναι ανεξερεύνητη η Θεία Οικονομία!
Όταν καλείσαι να διαχειριστείς γεγονότα που σε υπερβαίνουν, τότε εκείνη ακριβώς την ώρα συνειδητοποιείς τη μηδαμινότητα σου! Πώς θα σηκώσω το ανάστημα μου για να συνεχίσω να πορεύομαι; Πώς θα μαζέψω τα κομμάτια μου; Πολλές φορές εγκαταλείπουμε τον αγώνα μας, αφηνόμαστε, δεν έχουμε το κουράγιο ή τη θέληση να ξανασηκωθούμε! Δε βρίσκουμε κάποιο κίνητρο ή κάποια κινητήρια δύναμη! Δε γίνεται να σηκώσεις κεφάλι αν δεν υπάρξει ένα χέρι να σε τραβήξει ξανά από το βυθό στην επιφάνεια! Πολλοί από εμάς αναζητούμε στήριξη σε ψυχιάτρους και ψυχολόγους που σίγουρα πολλά μπορούν να εισφέρουν αλλά ως ένα σημείο! Άλλοι καταφεύγουν στο ποτό ή σε άλλες καταχρήσεις ζώντας μέσα σε ψευδαισθήσεις!
Υπάρχει όμως ένα χέρι που μπορεί αν το πιάσουμε να μας χαρίσει μια νέα ζωή, καινούρια ελπίδα, νέα ορμή για ένα καινούριο ξεκίνημα με καινούριους στόχους! Το χέρι του Χριστού! Και όχι τυχαία! Ο Χριστός βίωσε το μεγαλύτερο πόνο που έχει βιώσει ή θα βιώσει ποτέ άνθρωπος! Τέσσερα καρφιά τον κάρφωσαν πάνω σε ένα σταυρό και μια λόγχη του διαπέρασε τα πλευρά! Στην προσευχή Του στη Γεσθημανή παρακάλεσε τον Πατέρα Του να μην πιεί ‘ το ποτήριον τούτο’, ο ιδρώτας του έσταζε αίμα γιατί έβλεπε τι θα ακολουθούσε και δεν το άντεχε! Η μοναξιά που ένιωσε πάνω στο Σταυρό ήταν ένας θάνατος γι’ Αυτόν! Η οδύνη από τη συμπεριφορά και την αμετανοησία των ανθρώπων ένα ακόμη καρφί στη γεμάτη αγάπη καρδιά Του για μας!
Και από κάτω από το Σταυρό, η Παναγία, η μητέρα Του! Ούτε που μπορούμε να διανοηθούμε τον πόνο αυτής της μάνας που έβλεπε τα βασανιστήρια του παιδιού της να εξελίσσονται μπροστά στα μάτια της! Μια ρομφαία διαπέρασε την καρδιά της όπως είχε προφητευτεί! Αντέχει όμως! Αντέχει και στέκεται αγέρωχη και θαρραλέα γιατί πίστεψε τα λόγια του Υιού της ότι σε τρεις μέρες θα αναστηθεί! Πίστευε ότι ο Χριστός είναι ο Υιός του Θεού και αυτή η πίστη την κάνει ανθεκτική και την κρατά ζωντανή! Και πράγματι σε τρεις μέρες ο Χριστός αναστήθηκε και ο Τάφος Του είναι κενός! Και έτσι νικήθηκε ο θάνατος και έτσι άνοιξαν οι πύλες του Ουρανού για τον άνθρωπο! Και έτσι ο άνθρωπος κατέστη συγκληρονόμος της Βασιλείας των Ουρανών! Και εκεί δεν υπάρχει ούτε λύπη, ούτε πόνος, ούτε στεναγμός αλλά Ζωή Ατελεύτητος!
Τί σπουδαία παρηγοριά! Να ξέρεις ότι μπορείς να βρεις κατανόηση και συμπαράσταση στο Χριστό μας και την Παναγία μας! Να ξέρεις ότι σου χαρίστηκε μια νέα Ζωή, Αληθινή, Αιώνια και πως προς αυτή την κατεύθυνση πρέπει να προσανατολίσουμε όλη μας την ύπαρξη! Η ζωή εδώ στη γη είναι προσωρινή, προθάλαμος, προετοιμασία για την απέναντι όχθη! Μετά το πρώτο σοκ, όταν θα έχει κάτσει η πρώτη σκόνη, ας στρέψουμε το νου μας στο Θεό και όχι με οργή, θυμό ή παράπονο πλέον αλλά με ταπείνωση ας Του ανοίξουμε την καρδιά μας να εισέλθει για να μπορέσει να μας θεραπεύσει!
Αν καταφέρουμε να αντιμετωπίζουμε υπό το πρίσμα της Αιωνιότητας τις θλίψεις και τις δοκιμασίες της ζωής μας, όχι μόνο δε θα μας λυγίζουν αλλά θα βγαίνουμε πιο ώριμοι πνευματικά και ψυχικά από αυτές , πιο δυνατοί και πιο ταπεινοί! Γιατί όποιος γονατίζει μπροστά στο Θεό δεν είναι ικανή καμία δοκιμασία να τον γονατίσει! Η πίστη στον Αναστημένο Χριστό διαλύει κάθε θλίψη και οδύνη γιατί Εκείνος είναι πιο δυνατός από αυτές! Ας το σκεφτόμαστε… πίσω από τα μαύρα σύννεφα που είναι τώρα μπροστά μας έχει ήδη ανατείλει ένας ολόλαμπρος ήλιος που θα μας φωτίσει και θα μας ζεστάνει… ο Ήλιος της Δικαιοσύνης!
Εγώ που τα γράφω τώρα αυτά έχω βιώσει ακραίες καταστάσεις! Έχω βιώσει όμως και τον Αναστημένο Χριστό σε αρκετές κρίσιμες στιγμές στη ζωή μου που Τον κάλεσα κοντά μου και Εκείνος έσπευσε! Οπότε πιστεύω ακράδαντα τα λόγια του Αγγέλου στις Μυροφόρες ‘ ουκ έστιν ώδε, αλλ’ ηγέρθη’! Μπορούμε αν το ποθήσουμε να ζούμε από εδώ μέσα στην Παρουσία Του και να ζήσουμε την ακραία Αγάπη Του! Και ας μην ξεχνάνε άλλωστε πως η πορεία του χριστιανού είναι σταυροαναστάσιμη!
Ας μην απελπιζόμαστε λοιπόν! Και όπως λέει και ο αγαπημένος μου Άγιος Σεραφείμ του Σαρώφ…. ‘ Χριστός Ανέστη Χαρά μου! ’

εν ετέρα μορφή (Μάρκου ιστ' 12). 
Ο Ιησούς, μετά την Ανάστασι, φανερώθηκε με διαφορετική μορφή στους δύο μαθητάς, που πήγαιναν στους Εμμαούς. Γι’ αυτό και εκείνοι, αν και η καρδιά τους καιγόταν από την αίσθησι της παρουσίας του, δεν τον αναγνώρισαν.
Ο Ιησούς, μετά την Ανάστασι κρύβει τη συνήθη μορφή του, αυτήν που γνώρισαν οι άνθρωποι. Διότι δεν είναι πια η σωματική μορφή του Ιησού απαραίτητο στοιχείο για την αναγνώρισι του. Αυτό ισχύει μόνο για τους ανθρώπους. Ο Ιησούς θα αναγνωρίζεται μόνο με τα μάτια της πίστεως. Και τότε, που ήταν ακόμη στη γη οι άνθρωποι δεν δέχθηκαν τον Ιησούν, βλέποντας τη σωματική του μορφή. Τα μάτια τον είδαν. Τα αυτιά τον άκουσαν. Τα χέρια τον ψηλάφησαν και τελικά δεν τον δέχθηκαν παρά μόνο εκείνοι, που πίστευσαν σ’ αυτόν. Γι’ αυτό και ο Κύριος ζητούσε να τον ατενίζουν με τα μάτια της πίστεως.
Το ίδιο και τώρα, που δεν βρίσκεται σωματικά παρών στη γη. Η αναγνώρισις του Ιησού δεν γίνεται με την απλή ενατένισι στην ανθρώπινη μορφή του, αλλά με τη θεωρία της πίστεως. Και η πίστις στον Ιησού δεν είναι αποτέλεσμα της εποπτικής εμπειρίας, αλλά δώρον Θεού στις απλές ψυχές, που ειλικρινά ζητούν να δουν τον Θεόν. Ο Κύριος αυτούς ακριβώς εμακάρισε: «Τους μή ιδόντας και πιστεύσαντας» (Ιωάν. κ' 29).
«Η ζωή και οδός Χριστός, εκ νεκρών τω Κλεόπα και τω Λουκά συνώδευσεν, οίς περ επεγνώσθη, εις Εμμαούς κλών τον άρτον, ων ψυχαί και καρδίαι, καιόμεναι ετύγχανον, ότε τούτοις ελάλει εν τη οδώ και Γραφαίς ηρμήνευεν, ά υπέστη. Μεθ’ ων, Ηγέρθη, κράξωμεν ώφθη τε και τω Πέτρω» (Παρακλητική, 466).
(Επισκόπου Αχελώου Ευθυμίου, «Εκείνος», εκδ. Γρηγόρη, Αθήνα 2002, σελ. 307)

ε΄. Έλεγαν για τον Αββά Ζήνωνα, ότι, ενώ έμενε στη Σκήτη, βγήκε τη νύχτα από το κελλί του με κατεύθυνση προς το έλος. Και χάνοντας τον δρόμο, έκανε τρεις μέρες και τρεις νύχτες πεζοπορία. Κουρασμένος ύστερα, έχασε τις δυνάμεις του και έπεσε να πεθάνη. Και να, παρουσιάζεται μπροστά του ένα παιδόπουλο, όπου κρατούσε ψωμί και κανάτι με νερό. Και του έλεγε : « Σήκω, φάγε ». Και εκείνος σηκώθηκε και προσευχήθηκε, νομίζοντας ότι επρόκειτο για πλανερό όραμα. Και το παιδί του είπε : « Καλά έκαμες ». Και πάλι προσευχήθηκε για δεύτερη και τρίτη φορά. Και του ξαναλέγει : « Καλά έκαμες ». Σηκώθηκε λοιπόν ο γέρων, πήρε και έφαγε. Και μετά του λέγει: « Όσο βάδισες, τόσο είσαι μακριά από το κελλί σου. Αλλά έλα, ακολούθησε με ». Και ευθύς, βρέθηκε στο κελλί του. Του είπε λοιπόν ο γέρων : « Έλα μέσα, κάμε μας ευχή ». Και μόλις εισήλθε ο γέρων, ο άλλος έγινε άφαντος.
στ΄. Άλλοτε, ο ίδιος Αββάς Ζήνων, βαδίζοντας στην Παλαιστίνη και έχοντας κουρασθή, κάθισε κοντά σ’ ένα λαχανόκηπο για να φάγη. Και του λέγει ο λογισμός : « Κόψε ένα αγγουράκι και φάγε. Γιατί, τι είναι ; ». Εκείνος όμως αποκρίθηκε και είπε στον λογισμό : «Όσοι κλέβουν, πάνε στην κόλαση. Δοκίμασε λοιπόν τον εαυτό σου από εδώ, αν μπορής την κόλαση να βαστάξης». Σηκώθηκε λοιπόν και στάθηκε στο λιοπύρι επί πέντε μέρες και αφού, έτσι, ξεροψήθηκε, είπε : « Δεν μπορώ την κόλαση να βαστάξω ». Και λέγει στον λογισμό : « Αν δεν μπορής, μη κλέβεις και τρώγε ».
ζ΄. Είπε ο Αββάς Ζήνων : « Όποιος θέλει γρήγορα να εισακούση ο Θεός την προσευχή του, όταν σηκωθή και υψώνη τα χέρια του προς τον Θεό, πριν απ’ όλα και πριν από την ίδια του την ψυχή, υπέρ των εχθρών του ας προσευχηθή με όλο του το είναι. Έτσι, μ’ αυτό το κατόρθωμα, ότι και αν ζητήση από τον Θεό, θα εισακουσθή ».
η΄. Έλεγαν ότι υπήρχε κάποιος σε μια κώμη και πολύ νήστευε, ώστε να τον ονομάζουν νηστευτή. Ακούοντας δε γι’ αυτόν ο Αββάς Ζήνων, έστειλε και τον προσκάλεσε. Και εκείνος πήγε μετά χαράς. Χαιρετίστηκαν και κάθισαν. Άρχισε λοιπόν ο γέρων να εργάζεται, σιωπώντας. Μη μπορώντας δε να μιλήση μαζί του ο νηστευτής, άρχισε να ενοχλήται από την ακηδία. Και λέγει στον γέροντα : « Ευχήσου για μένα, Αββά, γιατί θέλω να φύγω ». Του λέγει ο γέρων : « Γιατί; ». Και εκείνος αποκρίνεται και του λέγει : «Γιατί νοιώθω την καρδιά μου σαν να καίεται και δεν ξέρω τι έχει. Όταν ήμουν στην κώμη, νήστευα έως το βράδι και ποτέ δεν μου συνέβη κάτι παρόμοιο ». Του λέγει ο γέρων : « Στην κώμη, από τα αυτιά σου τρεφόσουν. Αλλά πήγαινε από τώρα και να τρως κατά την ενάτη ώρα. Και ότι κάνεις, να το κάνης στα κρυφά ». Και μόλις άρχισε να το κάνη αυτό, με θλίψη περίμενε την ενάτη ώρα. Και έλεγαν όσοι τον γνώριζαν, ότι κυρίευσε τον νηστευτή δαιμόνιο. Πήγε λοιπόν και ανεκοίνωσε στον γέροντα όλα. Και εκείνος του είπε : « Αυτός ο δρόμος είναι σύμφωνα με το θέλημα του Θεού ».
Του Αββά Ζαχαρία
α΄ . Είπε ο Αββάς Μακάριος στον Αββά Ζαχαρία :
« Πες μου το έργο του μοναχού ». Του λέγει : « Εμένα ρωτάς, πάτερ ; ». Και του λέγει ο Αββάς Μακάριος : « Από εσωτερική πληροφορία αποτείνομαι σε σένα, τέκνο Ζαχαρία. Γιατί κάποιος με κεντά να σε ρωτήσω ». Του αποκρίνεται ο Ζαχαρίας : « Κατά τη γνώμη μου, πάτερ, το να βιάζη τον εαυτό του σε όλα, να τι είναι ο μοναχός ».
β΄. Ήλθε κάποτε ο Αββάς Μωυσής να βγάλη νερό και βρήκε τον Αββά Ζαχαρία να προσεύχεται στο πηγάδι και το Πνεύμα του Θεού να είναι καθισμένο πάνω του.
γ΄ . Είπε κάποτε ο Αββάς Μωϋσής στον αδελφό Ζαχαρία : « Πες μου, τι να κάμω ; ». Και ακούοντας τον, έπεσε στα πόδια του, λέγοντας : « Συ με ρωτάς, πάτερ ; ». Του λέγει ο γέρων: « Πίστεψέ με, τέκνο μου Ζαχαρία. Είδα το Πνεύμα το Άγιο να έχη κατεβή σε σένα και απ’ αυτό το γεγονός αναγκάζομαι να σε ρωτήσω ». Τότε, παίρνοντας ο Ζαχαρίας το κουκούλι του από το κεφάλι του, το έβαλε κάτω από τα πόδια και καταπατώντας το είπε : « Αν δεν συντριβή έτσι τινάς, δεν μπορεί να είναι μοναχός ».
δ΄. Ενώ έμενε κάποτε ο Αββάς Ζαχαρίας σε Σκήτη, είδε μια μυστική θεωρία. Σηκώνεται λοιπόν και ανεκοίνωσε το γεγονός στον Αββά του Καρίωνα. Αλλά ο γέρων όντας άνθρωπος της πράξεως, δεν καλοήξερε γύρω απ’ αυτά. Και σηκώθηκε και τον έδειρε, λέγοντας ότι από δαίμονες ήταν. Αλλά παρέμεινε ο λογισμός. Και σηκώνεται και πηγαίνει στον Αββά Ποιμένα τη νύχτα και του ανακοινώνει το ζήτημα και πως καίονται τα εντός του. Και βλέποντας ο γέρων ότι από Θεού ήταν, του λέγει : «Πήγαινε στον δείνα γέροντα και ότι σου πη, κάμε το». Πήγε λοιπόν σ’ εκείνον τον γέροντα και πριν προλάβη να του πη τίποτε, του τα λέγει όλα ο γέρων και ότι η θεωρία από Θεού ήταν. Και του συνέστησε να πάη και να υποταχθή στον πνευματικό του πατέρα.
ε΄ . Είπε ο Αββάς Ποιμήν, ότι ρώτησε ο Αββάς Μωυσής τον Αββά Ζαχαρία, λίγο πριν ο τελευταίος παραδώση το πνεύμα : « Τι βλέπεις; ». Και του αποκρίνεται : Δεν είναι καλύτερα να σιωπά τινάς, πάτερ ; ». Και του είπε : « Ναι, τέκνο μου, ας σιωπάς ». Και την ώρα πού παρέδινε το πνεύμα, καθισμένος ο Αββάς Ισίδωρος, ανάβλεψε στον ουρανό και είπε : « Ας ευφραίνεσαι, τέκνο μου Ζαχαρία, γιατί σου ανοίχθηκαν οι πόρτες της βασιλείας των ουρανών ».
(Είπε Γέρων,Το Γεροντικόν εκδ. Αστήρ, Αθήνα 1996 σελ.84-86)

αγαπάς με; (Ιωάννου κα' 15). 
Ο Ιησούς ανησυχεί για την αγάπη του μαθητού, που τον αρνήθηκε τρεις φορές: του Πέτρου. Γι’ αυτό και μετά τα θλιβερά γεγονότα, μετά την Ανάστασι, ένα απαλόχρωμο πρωινό, στην ακρογιαλιά τον ρωτάει γεμάτος ήρεμη ανησυχία: «Σίμων Ιωνά αγαπάς με;»
Ο Ιησούς ανησυχεί για την αγάπη μας. Κι’ όμως εμείς έπρεπε ν’ ανησυχούμε για την αγάπη του. Ιδίως κάθε φορά που αμαρτάνομε. Κάθε φορά που τον αρνούμεθα. Κάθε φορά που προτιμούμε κάτι περισσότερο απ’ Αυτόν. Κάθε φορά που τον εγκαταλείπομε. Τότε έπρεπε να τον ρωτάμε: «Κύριε, μας αγαπάς ακόμα;» Κι’ όμως ο Ιησούς μας προλαμβάνει. Διότι εκείνο, που κινδυνεύει δεν είναι η δική του αγάπη για μας, αλλά η δική μας αναιμική αγάπη. Η δική του αγάπη είναι αμετακίνητη. Πέλαγος ανεξάντλητο. Εκείνο, που σβήνει είναι η δική μας αγάπη. Γι’ αυτό και ο Ιησούς με πολλή λαχτάρα σπεύδει κοντά μας και μας ρωτάει διακριτικά: «Παιδί μου, με αγαπάς;» Ο Ιησούς δεν αφίνει τις φιλίες του να σβήσουν. Δεν είναι ψυχρός και αδιάφορος. Του κοστίζει κάθε μας απομάκρυνσις από κοντά του. Η καρδιά του χτυπάει δυνατά και στη σκέψι πώς θα τον εγκαταλείψωμε. Δεν υπάρχει στιγμή που ο Ιησούς δεν ανησυχεί. Ξέρει ότι ζούμε μέσα στον κόσμο. Ότι μας περιστοιχίζουν τόσες σειρήνες. Τόσοι πειρασμοί. Μήπως μας κέρδισαν την καρδιά; Μήπως μας πήραν την αγάπη; Μήπως «επροτιμήσαμεν τι του Χριστού;»
Κάθε φορά που θα μας συνάντηση ο Ιησούς σε στιγμές ήσυχες, σε στιγμές περισυλλογής και κατανύξεως θα μας ρωτήση διακριτικά «αγαπάς με;». Είναι η αγία ανησυχία του Ιησού. Πόση χαρά νοιώθει, όταν παίρνη από μας τη διαβεβαίωσι: «Ναι, Κύριε, συ οίδας ότι φιλώ σε»! Ο Ιησούς δεν θα παύση ν’ ανησυχή για την αγάπη μας μέχρις ότου τη σταθεροποιήση και μας κατακτήση απόλυτα.
«Φανερών εαυτόν τοις Μαθηταίς σου Σωτήρ, μετά την Ανάστασιν, Σίμωνι δέδωκας την των προβάτων νομήν εις αγάπης αντέκτισιν, την του ποιμαίνειν φροντίδα αιτών. Διο και έλεγε. Ει φιλείς με, Πέτρε, ποίμαινε τα αρνία μου, ποίμαινε τα πρόβατα μου. Ο δε ευθέως ενδεικνύμενος το φιλόστοργον, περί του άλλου Μαθητού επυνθάνετο. Ων ταις πρεσβείαις, Χριστέ, την ποίμνην σου διαφύλαττε, εκ λύκων λυμαινομένων αυτήν» (Παρακλητική, V 468). 308
(Επισκόπου Αχελώου Ευθυμίου, «Εκείνος», εκδ. Γρηγόρη, Αθήνα 2002, σελ.308)

katafigioti

lifecoaching