Γύναι τι κλαίεις; (Ιωάννου κ' 15).
Ο αναστημένος Ιησούς στη θρηνούσα Μαγδαληνή λέγει «τι κλαίεις;» και στις μυροφόραις γυναίκες απευθύνει το «χαίρετε». Η χαρά της γυναικός ήταν ένα από τα πρώτα δώρα, που επήγασαν από τον κενό τάφο του Ιησού.
Ολόκληρη η ιστορία του ανθρωπίνου γένους, μετά την πτώσι, ήταν ζυμωμένη με τα δάκρυα της γυναικός. Η ζωή του ανθρώπου ήταν μία τραγωδία, που επαίζετο υπό τους ελεγειακούς ρυθμούς των γυναικείων θρήνων. Η γη είχε μεταβληθή σε μια φιάλη, που βάσταζε τα δάκρυα των γυναικών. Sunt Lacrimae Rerum …
O Ιησούς ήταν Εκείνος, που επρόκειτο να σταματήση την πηγή αυτή των δακρύων. Ήταν Εκείνος, που δέχθηκε και ικανοποίησε την ικεσία των γυναικείων δακρύων: «Δέξαι μου τας πηγάς των δακρύων ο νεφέλας διεξάγων της θαλάσσης τo ύδωρ». Η παράδοσις λέγει, ότι και o Αδάμ έκλαυσεν «απέναντι του Παραδείσου, την ιδίαν γύμνωσιν θρήνων». Όμως η γυναίκα ήταν εκείνη, που θα συνέχιζε το θρήνο της μέχρι τον τάφο του Ιησού, για να δεχθή απ’ εκεί, από τον δεύτερο αυτόν Παράδεισο - σαν εκπρόσωπος της ανθρωπότητας - το αναστάσιμο μήνυμα του Ιησού: «Γύναι, τι κλαίεις;» Η χαρά της γυναικός, που είναι χαρά και ολόκληρης της ανθρωπότητος, ανέτειλε μέσα απ’ τις φυλλωσιές του κήπου, όπου το «καινόν μνημείον» του Ιησού.
«Εις το μνήμα σε επεζήτησεν, ελθούσα τη μιά των Σαββάτων, Μαρία η Μαγδαληνή. Μη ευρούσα δε ωλοφύρετο, κλαυθμώ βοώσα. Οίμοι Σωτήρ μου! Πώς εκλάπης πάντων Βασιλεύ; Ζεύγος δε ζωηφόρων Αγγέλων, ένδοθεν του μνημείου εβόα. Τί κλαίεις, ώ γύναι; Κλαίω, φησίν, ότι ήραν τον Κύριον μου του τάφου, και ουκ οίδα που έθηκαν αυτόν. Αυτή δε στραφείσα οπίσω, ως κατείδε σε, ευθέως εβόα. Ο κύριος μου και ο Θεός μου, δόξα σοι» (Πεντηκοστάριον, 89)
Μη μου άπτου (Ιωάννου κ' 17)
Ο αναστημένος Ιησούς αποκαλύπτει στην Μαγδαληνή μια πραγματικότητα. Δεν υπάρχει ακόμη απόλυτη επικοινωνία ανάμεσα στον Ιησού και τον άνθρωπο, όπως υπήρχε προ του θανάτου του και όπως θα υπάρχη στην αιωνιότητα. Μεταξύ του αναστημένου Ιησού και του ανθρώπου υπάρχει κάποιο πέπλο, που τους κρατάει σε απόστασι. Τον βλέπομε τον Ιησού δια της πίστεως, ακούμε το λόγο του, όμως δεν μπορούμε να τον πλησιάσωμε περισσότερο. Ανάμεσα σ’ Εκείνον κι’ εμάς υπάρχει μια απόστασις.
Ο κόσμος στον οποίον ανήκει πια ο αναστημένος Ιησούς είναι ένας άλλος κόσμος. Τον πλησιάζομε κι’ εμείς δια της προσευχής. Δια της λατρείας. Όμως δεν μπορούμε να επικοινωνήσωμε απόλυτα. Ο Ιησούς στους Εμμαούς, μόλις αναγνωρίσθηκε από τους Μαθητάς, «άφαντος εγένετο». Η ψηλάφησις του Θωμά είναι μια παραχώρησις για την πιστοποίησι της Αναστάσεως (και είναι ζήτημα, αν ο Θωμάς τελικά ψηλάφησε τον Ιησού). Ο αναστημένος Ιησούς ανήκε πια στον κόσμο της αιωνιότητος. ένα κόσμο τελείως άλλο, απόλυτα διαφορετικό απ’ τον δικό μας.
Όποιος αγαπά τον Ιησού, σαν την Μαγδαληνή, θα δοκιμάζη σ’ ολόκληρη τη ζωή του τη δοκιμασία και το δράμα της Νύμφης του Άσματος των Ασμάτων: θα θέλη ν’ αγκαλιάση το Νυμφίο της κι’ αυτός θα χάνεται μέσα από τα χέρια της: «ήνοιξα εγώ τω αδελφιδώ μου. Αδελφιδός μου παρήλθε... εζήτησα αυτόν και ουχ εύρον αυτόν» (ε' 6).
«Δύο Αγγέλους βλέψασα, ένδοθεν του μνημείου, Μαρία εξεπλήττετο και Χριστόν αγνοούσα, ως Κηπουρόν επηρώτα. Κύριε που το σώμα του Ιησού μου τέθεικας; κλήσει δε τούτον γνούσα είναι αυτόν, τον Σωτήρα ήκουσε, Μη μου άπτου. Προς τον Πατέρα άπειμι, είπε τοις αδελφοίς μου» (Παρακλητική, 467).
(Επισκόπου Αχελώου Ευθυμίου, «Εκείνος», εκδ. Γρηγόρη, Αθήνα 2002, σελ. )
Όπως σου έγραψα πριν λάβω το τελευταίο γράμμα σου, μάλλον δεν θα μπορέσω να έρθω τώρα ως εκεί. Είναι περίοδος σαρακοστής, οι υποχρεώσεις μου είναι πολλές και δεν υπάρχει κανείς να μ’ αντικαταστήσει εδώ.
Γράψε μου τα πάντα, με κάθε λεπτομέρεια. Αν σου φαίνεται πιο εύκολο να εξιστορήσεις όσα συνέβησαν σαν ν’ αφορούν τρίτο πρόσωπο, κάνε το κι έτσι. Θα καταλάβω.
«Ενδυναμού εν τη χάριτι τη εν Χριστώ Ιησού» (Β' Τιμ. 2:1). Μην πέσεις σε απελπισία, ακόμα και στις πιο ζοφερές στιγμές της μάχης. Αντίθετα μάλιστα, διάλεξε ειδικά αυτές τις στιγμές για να ριχτείς ορμητικά μέσα στη θάλασσα του ελέους του Κυρίου μας, προσφέροντάς Του τον πληγωμένο σου εαυτό και ικετεύοντας Τον για βοήθεια. Επιδοκιμάζω ανεπιφύλακτα την πρόθεσή σου να επικοινωνήσεις αμέσως μ’ ένα καλό πνευματικό, να εξομολογηθείς και, όποτε σου επιτρέψει, να κοινωνήσεις.
Δοξασμένο ας είναι το όνομα του Κυρίου, που τα ιερά μυστήρια της εξομολογήσεως και της θείας ευχαριστίας σε θεράπευσαν εντελώς. Μετά απ’ αυτό όμως, μην ξεχνάς τα λόγια Του: «Ίδε υγιής γέγονας• μηκέτι αμάρτανε, ίνα μη χείρον σοι τι γένηται» (Ιω. 5:14).
5. Συνεργασία με τη θεία χάρη
Δεν μπορώ να σκεφτώ γιατί σου έκαναν τόση κατάπληξη τα λόγια μου, ότι δηλαδή είμαι ανίκανος να σε βοηθήσω χωρίς τη συνδρομή της χάριτος του Θεού και χωρίς τη δική σου προσπάθεια. Αλλά πώς αλλιώς θα μπορούσα να παραδεχτώ πως, από τη δική μου πλευρά, μπορώ να φανώ χρήσιμος σε οποιονδήποτε; Στην πράξη, κάθε φορά που μου ζητούν βοήθεια, προσεύχομαι θερμά, αναγνωρίζοντας το ασήκωτο φορτίο της αμαρτωλότητος και αναξιότητος μου, και έχοντας την απόλυτη επίγνωση ότι μόνο από υπακοή στην εντολή του Κυρίου μας επιχειρώ οτιδήποτε. Αλλ’ ακόμα και με τη συγκατάθεση του Θεού, οι προσευχές και οι προσπάθειές μου δεν ωφελούν σε τίποτα, αν δεν μπει σε ενέργεια και η δική σου θέληση και αποφασιστικότητα.
Ας υποθέσουμε τώρα ότι με τη χάρη του Θεού, που ενεργεί μεσ’ από τα μυστήρια της μετάνοιας και της θείας κοινωνίας, παίρνεις την άφεση για το παρελθόν. Όμως, αργά ή γρήγορα, το κακό θα ορμήσει πάλι εναντίον σου με τους πειρασμούς.
Και αν δεν θέλεις τότε να πέσεις ακόμα πιο χαμηλά και αξιοθρήνητα απ’ ό,τι προηγουμένως, θα πρέπει να προβάλεις ηρωική αντίσταση. Να γιατί επιμένω ότι, αν θέλεις να σε βοηθήσω, είναι απαραίτητη η ενεργοποίηση και της δικής σου θελήσεως.
Στα γράμματά σου συνεχώς γράφεις, πώς και όταν η θέλησή σου παίρνει το σωστό δρόμο, είναι πάντως ακόμα απελπιστικά ανίσχυρη και ασθενική. Δεν πειράζει. Μετάτρεψε αυτή την αδυναμία σε πηγή ταπεινώσεως, λέγοντας: «Ελέησον με, Κύριε, ότι ασθενής ειμί» (Ψαλμ. 6:3). Σταθερά και αποφασιστικά ακολούθησέ τη σωστή πορεία, ελπίζοντας στην καλύτερη έκβαση. Ερεύνησέ τα πιο κρυφά σημεία των σκοτεινών λαβυρίνθων, που περιβάλλουν το φωτεινό πυρήνα της καρδιάς σου. Και ξερίζωσέ την υπερηφάνεια. Ξερίζωσέ αυτό το αγριόχορτο οπουδήποτε το βρεις μέσα στον αγρό της ψυχής σου.
Όταν βλέπεις τα σκοτεινά πάθη να σου παίρνουν ό,τι καλύτερο έχεις μέσα σου, μην απελπίζεσαι. Μόνος, ήσουν πράγματι αδύναμος. Αλλά με του Θεού τη βοήθεια, είσαι τρομερά δυνατός. Ασκώντας και χαλυβδώνοντας τη βούλησή σου, ώστε να κάνει το θέλημα του Θεού, εγκατάλειψε με ταπείνωση κι εμπιστοσύνη τον εαυτό σου στο έλεος Του. Αν έτσι κάνεις, τότε και οι δικές μου προσευχές θα σε βοηθήσουν πολύ.
(Πνευματικές Νουθεσίες, εκδ. Ιερά Μονή Παρακλήτου, σελ.101-103 )
Ώ, αν καταλαβαίναμε την μακροθυμία του Θεού! Εκατό χρόνια χρειάσθηκαν για να γίνη η Κιβωτός του Νώε . Μήπως ο Θεός δεν μπορούσε να κάνη γρήγορα μία Κιβωτό; Αλλά άφησε τον Νώε να παιδεύεται εκατό χρόνια, για να καταλάβουν και οι άλλοι και να μετανοήσουν. Εκείνος έλεγε: «Δέστε, θα γίνη κατακλυσμός! Μετανοή-στε!». Εκείνοι τον κορόιδευαν. «Κλουβιά, έλεγαν, φτιάχνει» και είχαν τον χαβά τους. Και τώρα, σε δύο λεπτά μπορεί ο Θεός όλον τον κόσμο να τον συγκλονίση και να τον κάνη να αλλάξη, να γίνουν όλοι πιστοί, σούπερ πιστοί! Πώς; Αν γυρίση το κουμπί στον σεισμό σιγά-σιγά από τα 5 στα 6 ρίχτερ... στα 7... Στα 8, οι πολυκατοικίες θα πάνε σαν τους μεθυσμένους, θα αρχίση η μία να χτυπά την άλλη. Στα 10 όλοι θα πούν: «Ήμαρτον! Σε παρακαλούμε, σώσε μας». Μπορεί και όλοι να πούν: «Καλόγεροι θα γίνουμε!». Μόλις όμως τελειώση ο σεισμός, ενώ ακόμη θα κουνιούνται λίγο, λαλά δεν θα πέφτουν, πάλι στα μπουζούκια θα τρέξουν. Γ ιατί η επιστροφή τους αυτή δεν θα έχη πραγματική μετάνοια, αλλά απλώς θα πούν έτσι, για να γλυτώσουν το κακό.
- Γέροντα, όταν συμβαίνη λ.χ. μία θεομηνία και είναι οργή Θεού, αν προσευ¬χηθούν οι δίκαιοι, δεν εισακούονται;
- Ξέρεις τί γίνεται; Δεν είναι ότι έχει μετάνοια ο κόσμος, όποτε εισακούονται από τον Θεό οι δίκαιοι. Αλλο είναι όταν παροργίζουμε τον Θεό και το αναγνωρίζουμε, τότε λυπάται ο Θεός και μας βοηθάει. Αλλά, όταν δεν αναγνωρίζη κανείς ότι παροργίζει τον Θεό και συνεχίζη το τυπικό του, τότε πώς να ακούση ο Θεός τις προσευχές των δικαίων; Σφάλλει ο άνθρωπος; Πρέπει να καταλάβη ότι σφάλλει, για να τον συγχωρήση ο Θεός. Μετά, βλέπετε, οι πνευματικοί άνθρωποι, αν κάνουν κάποιο σφάλμα, δεν έχουν ελαφρυντικά. «Υπέρ των ημετέρων αμαρτημάτων και των του λαού αγνοημάτων», λέει μία ευχή . Για τον καημένο τον κόσμο τα σφάλματα είναι «αγνοήματα», ενώ για τους πνευματικούς ανθρώπους είναι «αμαρτήματα». Γι' αυτό, αν γίνη κάποιο σφάλμα από πνευματικούς ανθρώπους, είναι βαρύ. Οι κοσμικοί έχουν ελαφρυντικά. Φέτος τον Δεκαπενταύγουστο που επίασε φωτιά στο Αγιον Όρος, ήταν κάτι φοβερό! Έφθασαν όλοι οι ειδικοί, αλλά κανείς δεν μπορούσε να κάνη τίποτε. Όλοι παρακολουθούσαν την φωτιά. Και μερικοί έλεγαν: «Γιατί η Παναγία δεν την σβήνει;». Φθάνουμε σε σημείο να βλασφημούμε το όνομα του Θεού. Μετά από έξι ημέρες επίασε πάλι φωτιά σε άλλο σημείο, αλλά επίασε βροχή και την έσβησε αμέσως. Δεν καταλαβαίνουν, πώς αυτή η φωτιά έσβησε και η άλλη δεν έσβηνε;
Ορισμένοι, χωρίς να γνωρίζουν τους πνευματικούς νόμους που λειτουργούν, προσεύχονται με πόνο, αλλά δεν εισακούονται, γιατί είναι πια οργή Θεού. Ορισμένοι πάλι δεν προσεύχονται, δεν κάνουν ούτε ένα κομποσχοίνι, γιατί συμφωνούν με την δικαία οργή του Θεού, που σκοπό έχει να συνετίση τους ανθρώπους. Ο Θεός να φωτίση περισσότερο εμάς τους μοναχούς, γιατί οι περισσότεροι είμαστε μωρές παρθένες και τα λυχνάρια μας έχουν νερό με λίγο λάδι στο φιτίλι. Οι κοσμικοί περιμένουν από εμάς να τους φωτίσουμε τον δρόμο, για να μη σκοντάφτουν!
Να παρακαλούμε να δίνη ο Θεός μετάνοια στον κόσμο, για να αποφύγουμε την δικαία οργή του Θεού. Η μέλλουσα οργή του Θεού δεν μπορεί ν' αντιμετωπισθή διαφορετικά παρά μόνο με μετάνοια και τήρηση των εντολών Του.
(Λόγοι Παϊσίου τόμος Α σελ.124-126)
Του Αββά Γρηγορίου του Θεολόγου
α'. Είπε ο Αββάς Γρηγόριος : « Αυτά τα τρία απαιτεί ο Θεός από κάθε άνθρωπο οπού έχει βαπτισθή : Πίστη ορθή από την ψυχή του, αλήθεια από τη γλώσσα του και σωφροσύνη από το σώμα του ».
β'. Είπε πάλι : « Ολόκληρος ο βίος του ανθρώπου είναι σαν μια μέρα για όσους κοπιάζουν με πόθο».
Του Αββά Γελασίου
α'. Έλεγαν για τον Αββά Γελάσιο, ότι είχε ένα βιβλίο από δέρματα, οπού άξιζε δεκαοχτώ νομίσματα. Και πάνω του ήταν γραμμένη ολόκληρη η Παλαιά και η Καινή Διαθήκη. Το είχε δε αφήσει να βρίσκεται στην εκκλησία, ώστε όποιος αδελφός ήθελε, να μπορή να διαβάση. Σαν ήλθε δε ένας ξένος αδελφός να επισκεφφή τον γέροντα, το είδε και το επεθύμησε. Το έκλεψε λοιπόν και βγήκε. Αλλά ο γέρων δεν τον πήρε από πίσω για να τον πιάση, αν και κατάλαβε τί είχε συμβή. Πήγε λοιπόν εκείνος στην πόλη και προσπαθούσε να το πουλήση. Και βρίσκοντας κάποιον οπού ήθελε να το αγοράση, απαιτούσε την τιμή, νομίσματα δεκαέξη. Αλλά ο αγοραστής του λέγει :
« Δός το μου πρώτα να το εξετάσω και υστέρα σου πληρώνω την τιμή του ». Του το δίνει λοιπόν. Και εκείνος, άφου το πήρε, το έφερε στον Αββά Γελάσιο να το εξετάση, λέγοντάς του την τιμή οπού ώρισε ο πωλητής. Και του λέγει ο γέρων : « Αγόρασε το, γιατί είναι καλό και αξίζει την τιμή οπού είπες ». Φεύγει ο άνθρωπος εκείνος και λέγει στον πωλητή άλλα και οχι ό,τι του είχε πή ο γέρων. Του είπε : « Να, το έδειξα στον Αββά Γελάσιο και μου είπε ότι είναι ακριβή η τιμή του και δεν την αξίζει». Τον ακούει ο άλλος και του λέγει : « Τίποτε άλλο δεν σου είπε ο γέρων ; ». Του απαντά : « Όχι». Τότε του λέγει : « Δεν θέλω πλέον να το πουλήσω ». Γεμάτος δε συντριβή, ήλθε στον γέροντα, έβαλε μετάνοια και τον παρακάλεσε να το πάρη πίσω. Αλλά ο γέρων δεν ήθελε να το πάρη. Τότε του λέγει ο αδελφός : « Αν δεν το πάρης, δεν θα έχω ανάπαυση ». Του αποκρίνεται ο γέρων : « Αν δεν θα έχης ανάπαυση, να, το δέχομαι». Και έμεινε ο αδελφός εκείνος έως το τέλος του επιγείου βίου του και ωφελήθηκε από το έργο του γέροντος.
β'. Στον ίδιο Αββά Γελάσιο, άφησε κάποτε ένας γέρων, μοναχός και αυτός, οπού διέμενε κοντά στη Νικόπολη, ένα κελλί και το γύρω του χωράφι. Ένας δε γεωργός του Βακάτου, του τότε άρχοντος στη Νικόπολη της Παλαιστίνης, επειδή ήταν συγγενής του κοιμημένου γέροντος, παρουσιάστηκε στον παρά πάνω Βακάτο και αξίωσε να πάρη στην κατοχή του εκείνο το χωράφι, γιατί, δήθεν, σύμφωνα με τον νόμο, έπρεπε να περιελθη σ’ αυτόν. Και εκείνος, δραστήριος άνθρωπος καθώς ήταν, προσπαθούσε με τα ίδια του τα χέρια να πάρη το χωράφι από τον Αββά Γελάσιο. Αλλά ο Αββάς, μη θέλοντας μοναχικό κελλί να παραδώση σε κοσμικό άνθρωπο, δεν του το παραχωρούσε. Βλέποντας δε ο Βακάτος τα ζώα του Αββά Γελασίου να μεταφέρουν τις ελιές του κληρονομημένου απ’ αυτόν χωραφιού, τα απέσπασε με τη βία, πήρε στο σπίτι του τις ελιές και με κακή συμπεριφορά άφησε ύστερα τα ζώα και τους αγωγιάτες. Αλλά ο μακάριος γέρων, τον μεν καρπό καθόλου δεν τον διεκδίκησε, την κυριαρχία όμως του χωραφιού δεν την παρεχώρησε, για την αιτία οπού είπαμε. Έτσι, εξαγριωμένος ο Βακάτος και επειδή είχε και άλλες ανάγκες οπού τον κέντριζαν, - ήταν, βλέπετε, φιλόδικος - τρέχει στην Κωνσταντινούπολη, κάνοντας τον δρόμο πεζή. Σαν έφθασε στην Αντιόχεια, άκουσε για τον άγιο Συμεών, οπού έλαμπε τότε σαν μεγάλος φωστήρας, με την υπεράνθρωπη αρετή του και θέλησε, σαν χριστιανός, να δη τον άγιο. Βλέποντάς τον δε από τον στύλο ο άγιος Συμεών, μόλις έμπαινε στη Μονή, τον ρώτησε : « Από που είσαι; Και που πας ; ». Και εκείνος αποκρίνεται: « Από την Παλαιστίνη είμαι και στην Κωνσταντινούπολη πηγαίνω ». Και ο άγιος τον ξαναρωτά : « Και για ποιόν λόγο;». Του απαντά ο Βακάτος : «Για πολλές υποθέσεις. Και ελπίζω, με τις ευχές της αγιωσύνης σου, να ξαναγυρίσω και να προσκυνήσω τα άγια πόδια σου». Και του λέγει ο άγιος Συμεών: «Δεν θέλεις, αμαρτωλότατε άνθρωπε, να πης ότι εναντίον του ανθρώπου του Θεού πηγαίνεις ; Αλλά δεν θα ευοδωθή η πορεία σου. Ούτε θα ξαναδής το σπίτι σου. Αν λοιπόν θέλης να με άκούσης, τρέχα πίσω σ' αυτόν και βάλε του μετάνοια, αν βέβαια προφθάσης να είσαι ζωντανός ». Και ευθύς τον πιάνει πυρετός, τον βάζουν σε ενα κλειστό φορείο οι συνοδοί του και βιάζεται να γυρίση πίσω και να βάλη μετάνοια μπροστά στον Αββά Γελάσιο, όπως του είχε πη ο άγιος Συμεών. Αλλά φθάνοντας στη Βηρυτό πέθανε, χωρίς να ξαναδή το σπίτι του, κατά την προφητεία του αγίου. Αυτά, ο γυιός του, οπού τον έλεγαν επίσης Βακάτο, μετά το τέλος του πατέρα του, σε πολλούς και αξιοπίστους άνδρες τα διηγήθηκε.
γ'. Και αυτό επίσης πολλοί από τους μαθητές του το διηγήθηκαν. Κάποτε, οπού τους έφεραν ένα ψάρι, το τηγάνησε ο μάγειρος και το έφερε στον κελλαρίτη. Αλλά ο κελλαρίτης, επειδή του ετυχε μια βιαστική δουλειά, βγήκε από το κελλάρι, άφησε το ψάρι χάμω, μέσα στην απλάδα, και παρήγγειλε σ’ ένα καλογεροπαίδι μικρό να το φυλάξη προς ώρας για τον μακάριο Γελάσιο, οπού θα επέστρεφε. Αλλά το παιδί, λαίμαργο καθώς ήταν, άρχισε να τρώη με βουλιμία το ψάρι. Μπαίνοντας δε κατόπιν ο κελλαρίτης και βρίσκοντάς το να καταβροχθίζη το ψάρι, θύμωσε με το παιδί οπού καθόταν χάμω. Και χωρίς να το καλοσκεφθή, του έδωσε μια με το πόδι. Αλλά το χτύπημα ήταν καίριο, το παιδί έχασε τις αισθήσεις του και πέθανε. Τότε έπιασε φόβος τον κελλαρίτη. Πλάγιασε τον νεκρό στο ίδιο του στρωσίδι, τον σκέπασε και πήγε και έπεσε στα πόδια του Αββά Γελασίου, λέγοντάς του τί είχε συμβή. Εκείνος τότε του παρήγγειλε να μη το πη σε κανέναν άλλο και τον πρόσταξε, αφού όλοι θα αποσύρονταν στα κελλιά τους το βράδι, να μεταφέρη το πεθαμένο παιδί στο διακονικό, να το αποθέση μπροστά στο θυσιαστήριο και να φύγη. Πήγε ο γέρων στο διακονικό και στάθηκε να προσευχηθή. Και κατά την ώρα της νυχτερινής ψαλμωδίας, οπού συνάχτηκαν οι αδελφοί, βγήκε ο γέρων εχοντάς το παιδόπουλο να τον ακολουθή από πίσω, χωρίς κανείς να μάθη τί είχε συμβή, παρά μονάχα το ήζεραν αυτός και ο κελλαρίτης, έως την κοίμηση του.
(Είπε Γέρων,Το Γεροντικόν εκδ. Αστήρ, Αθήνα 1996 σελ.60-63 )
«Ο Θεός δεν έχει θρησκεία.»(Mahatma Gandhi)
«Πιστεύω στο Θεό, αλλά όχι σαν ένα πράγμα, όχι σαν κάποιον γέρο στον ουρανό. Πιστεύω πως αυτό που οι άνθρωποι αποκαλούν Θεό, βρίσκεται στον καθέναν από εμάς. Πιστεύω πως ό,τι δίδαξαν ο Χριστός, ο Μωάμεθ, ο Βούδας και όλοι οι υπόλοιποι, ήταν σωστό. Απλά στις μεταφράσεις κάτι πήγε στραβά.»(John Lennon)
«Δεν πιστεύω στο Θεό και δεν είμαι άθεος.»(Albert Camus)
«Όταν ένας άνθρωπος υποφέρει από μια ψευδαίσθηση, αυτό ονομάζεται παραφροσύνη. Όταν πολλοί άνθρωποι υποφέρουν από μια ψευδαίσθηση, αυτό ονομάζεται Θρησκεία.»(Robert M. Pirsig)
«Με ή χωρίς θρησκεία, οι καλοί άνθρωποι μπορούν να φέρονται καλά και οι κακοί άνθρωποι να κάνουν κακό; Αλλά για τους καλούς ανθρώπους το να κάνουν το κακό – αυτό απαιτεί θρησκεία.»(Steven Weinberg)
«Πιστεύω στο Θεό, μόνο που τον ονομάζω Φύση.»(Frank Lloyd Wright)
«Πιστεύω στη θεμελιώδη αλήθεια όλων των μεγάλων θρησκειών του κόσμου.» (Mahatma Gandhi)
«Σε μισώ Θεέ. Σε μισώ σαν να υπάρχεις πραγματικά.»(Graham Greene)
«Όταν απαντώνται τα πάντα, είναι απάτη.»(Sean Penn)
«Οι άνθρωποι επιτρέπουν στο Θεό να βρίσκεται παντού εκτός από το θρόνο Του. Θα Του επιτρέψουν να βρίσκεται στο εργαστήρι Του για να κατασκευάζει κόσμους και να φτιάχνει αστέρια. Θα Του επιτρέψουν να βρίσκεται στην Εκκλησία Του, να μοιράζει τον οβολό Του και να απονέμει τις αφθονίες Του. Θα Του επιτρέψουν να διατηρήσει τη γη και να βαστάζει τους στυλοβάτες αυτής, ή να ανάβει τα φώτα του παραδείσου, ή να κυβερνά τα κύματα του ασταμάτητου ωκεανού; Όταν όμως ο Θεός ανέρχεται στο θρόνο Του, τα πλάσματά Του τρίζουν τα δόντια τους. Και ανακηρύσσουμε έναν ενθρονισμένο Θεό και το δικαίωμά Του να κάνει το θέλημά Του με τα κεκτημένα Του, να διαθέσει τα πλάσματά Του όπως σωστά πιστεύει, χωρίς να τα συμβουλευτεί πάνω στο θέμα; είναι τότε που γιουχάρουμε και αποστρεφόμαστε, και είναι τότε που οι άνθρωποι παριστάνουν πως δεν μας ακούν, γιατί ο Θεός στο θρόνο Του δεν είναι ο Θεός που αγαπούν. Ωστόσο είναι ο Θεός πάνω στο θρόνο Του που λατρεύουμε να κηρύττουμε. Είναι ο Θεός πάνω στο θρόνο Του Εκείνος που εμπιστευόμαστε.»(Charles Spurgeon)
«Το ότι ο Θεός δεν υπάρχει, αυτό δεν μπορώ να το αρνηθώ. Το ότι όλη μου η ύπαρξη χρειάζεται απεγνωσμένα το Θεό, αυτό δεν μπορώ να το ξεχάσω.»(Jean-Paul Sartre)
«Αν ο Θεός υπάρχει, ελπίζω να έχει μια καλή δικαιολογία.»(Woody Allen)
«Εκλαμβάνουμε το Θεό όπως ένας αεροπόρος εκλαμβάνει το αλεξίπτωτό του; Υπάρχει εκεί για τις περιπτώσεις ανάγκης αλλά ελπίζει να μη χρειαστεί ποτέ να το χρησιμοποιήσει.» (C.S. Lewis)
«Υπάρχει πολλή υπερηφάνεια στην άρνησή μου να πιστεύω στο Θεό.»(Orhan Pamuk)
«Δεν υπάρχει Θεός ανώτερος από την αλήθεια.»(Mahatma Gandhi)
«Αν ήταν να κατασκευάσω έναν Θεό θα τον εφοδίαζα με τρόπους και ποιότητες και χαρακτηριστικά που στον Παρόντα εκλείπουν.»(Mark Twain)
«Ήμουν χριστιανή από μικρό κορίτσι. Η Χριστιανοσύνη μου ωστόσο είναι ένα ακαθόριστο χάος από σκέψεις και απόψεις και φτιάχνω το Θεό όπως με βολεύει – όπως όταν ψωνίζω στο εμπορικό κέντρο και διαλέγω ότι θέλω, έτσι συνδυάζω και την πίστη σαν να ήταν ένα συνολάκι. Με κάποιο τρόπο, δε νομίζω ότι ο Δημιουργός, ο ΕΓΩ ΕΙΜΑΙ, ο Σωτήρας του κόσμου είναι κάτι που μπορούμε να συνδυάσουμε κατά το δικό μας γούστο.(Cindy Martinusen-Coloma)
«Καλύτερα να μην υπάρχει Θεός γιατί αλλιώς θα βρεθώ σε μεγάλο μπελά.»(Patricia Marx)
«Οι άνθρωποι θα αναζητήσουν τα πέρατα του γαλαξία προκειμένου να αποφύγουν αυτό που χρειάζονται πραγματικά.»(Criss Jami)
«Ο τυπικός αθεϊστής επαναστατεί ενάντια στο Θεό όπως ένας έφηβος επαναστατεί ενάντια στους γονείς του. Όταν οι επιθυμίες ή τα πρότυπά του δεν εκπληρώνονται όπως αυτός κρίνει σωστό, τότε εξεγειρόμενος ορμά έξω από το σπίτι απορρίπτοντας το Λόγο του Θεού και διερευνώντας εξονυχιστικά εκείνους που στέκονται δίπλα στο Λόγο του Θεού. Ο επιθετικός προσδιορισμός «Ουράνιε Πατέρα» είναι μια μεγαλειώδης αντανάκλαση, μια σύνδεση με την ανθρώπινη φύση.»(Criss Jami)
«Γιατί όταν παύουμε να λατρεύουμε το Θεό, δεν λατρεύουμε το τίποτα, λατρεύουμε τα πάντα.»(G.K. Chesterton)
«Τα διαφορετικά δόγματα δεν είναι τίποτε άλλο από διαφορετικά μονοπάτια για να φτάσουμε τον ίδιο Θεό.»(Sri Ramakrishna)
«Οι μαθηματικοί είναι οι ιερείς του σύγχρονου κόσμου.»(Bill Gaede)
«Υποβαθμίζουμε υπερβολικά το Θεό, Του καταλογίζουμε τις ιδέες μας, επειδή μας δυσαρεστεί το ότι είμαστε ανίκανοι να Τον καταλάβουμε.»(Dostoyevsky)
«Οι άνθρωποι προσπαθούν να μας πείσουν ότι οι αντιρρήσεις απέναντι στη Χριστιανοσύνη πηγάζουν από την αμφιβολία. Αυτό είναι μια παντελής παρεξήγηση. Οι αντιρρήσεις απέναντι στη Χριστιανοσύνη πηγάζουν από την ανυπακοή, την αντιπάθεια στην υποταγή, την επανάσταση ενάντια σε κάθε αρχή. Συνεπώς, οι άνθρωποι μέχρι στιγμής απλά χτυπούν τον αέρα στην πάλη τους ενάντια στις αντιρρήσεις, επειδή παλεύουν πνευματικά με την αμφιβολία αντί να παλεύουν ηθικά με την αντίδραση. (Soren Kierkegaard)
«Δεν είναι καν αρκετό να πιστεύεις ότι υπάρχει Θεός. Πρέπει να πιστέψεις στο Θεό που είναι εκεί.»(Swindoll Charles R)
«Και γι’αυτό όλοι εμείς με μια φωνή ονομάζουμε το Θεό διαφορετικά ως Παραμάτμα, Ισβάρα, Σίβα, Βισνού, Ράμα, Αλλάχ, Κούντα, Νταντα Ορμούζντα, Ιεχωβά, Θεό και μια άπειρη ποικιλία ονομάτων. Είναι ένας, ωστόσο πολλοί.(Mahatma Gandhi)
«Και δεν υπάρχει άλλη θρησκεία από την αλήθεια. Η αλήθεια είναι ο Ράμα, ο Ναραγιάνα, Ο Ισβάρα, Ο Κούντα, ο Αλλάχ, ο Θεός. [Όπως λέει ο Ναρασίνχα, «τα διαφορετικά σχήματα με τα οποία σφυρηλατείται ο χρυσός προκαλούν διαφορετικά ονόματα και μορφές; Τελικά όμως όλα είναι χρυσός.»].»(Mahatma Gandhi)
«Δεν μπορώ να σκεφτώ τίποτε πιο αλαζονικό από το να πιστεύεις ότι ο δικός σου θεός είναι αληθινός, ενώ οι χιλιάδες θεοί που έχει επινοήσει η ανθρωπότητα στο ρου της ιστορίας είναι γελοίες φαντασιοπληξίες.»(Thor Benson)
Χαίρετε (Ματθαίου κη’ 9).
Ο αναστημένος Ιησούς συναντά μέσα στον κήπο τις Μυροφόρες γυναίκες και τους απευθύνει τον αναστάσιμο χαιρετισμό: «Χαίρετε». Γίνεται έτσι η αποκατάστασις της γυναικός στην προπτωτική της κατάστασι. Μετά την πτώσι η Εύα άκουσε από το στόμα του Θεού, «περιπατούντος εν τω Παραδείσω το δειλινόν», την κατάρα του πόνου και των δακρύων. Μετά την Ανάστασι οι Μυροφόρες ακούνε από το στόμα του Ιησού, που περπατούσε μέσα στον ανοιξιάτικο κήπο το πρωινό της καινούργιας ημέρας, τον χαιρετισμό της αποκαταστάσεως: «Χαίρετε». Το τραγικό δειλινό της πτώσεως το διαδέχεται το χαρούμενο πρωινό της Αναστάσεως. Και το θρήνο της Εύας τον διεδέχθη η χαρά των Μυροφόρων. Αυτές «την προγονικήν απόφασιν απορρίψασαι, τοις Αποστόλοις καυχώμεναι έλεγον. Εσκύλευται ο θάνατος, ηγέρθη Χριστός, ο Θεός». «Η γυνή εξαπατηθείσα εν παραβάσει... πρώτη της αναστάσεως γίνεται μάρτυς, ίνα την εκ της παραβάσεως καταστροφήν δια της κατά την ανάστασιν πίστεως ανορθώση» (Γρηγόριος Νύσσης, L. 326).
Ο Αναστημένος Ιησούς αναδημιουργεί την ιστορία και αναπλάσσει τους ανθρώπους. Τον αναγνωρίζομε από τα έργα του. Ένας τεχνίτης εφαρμόζει την ίδια τεχνική. ένας γιατρός εφαρμόζει την ίδια μέθοδο. Από την τακτική αναγνωρίζομε τον τεχνουργό, τον δημιουργό. Απ’ όσα έγιναν στον κήπο της Ιερουσαλήμ το πρωινό εκείνο μαντεύομε τον Δημιουργό. Η σκέψις μας προχωρεί στο πρωινό εκείνο της πρώτης δημιουργίας. Τα ίδια πράγματα. Η ίδια τακτική. Άρα και ο ίδιος Δημιουργός. Γι’ αυτό είμαστε βέβαιοι, ότι ο Ιησούς είναι Εκείνος, που ήλθε «καινουργήσαι τον Αδάμ.»
«Ει και εν τάφω κατήλθες αθάνατε, αλλά του Άδου καθείλες την δύναμιν. Και ανέστης ως νικητής, Χριστέ ο Θεός, γυναιξί μυροφόροις φθεγξάμενος Χαίρετε και τοις σοις Αποστόλοις ειρήνην δωρούμενος, ο τοις πεσούσι παρέχων ανάστασιν» (Πεντηκοστάριον, 3).
ωσεί λήρος Λουκά κδ' 11
Η πρώτη και παντοτεινή αντίδρασις στο άγγελμα της Αναστάσεως: «θρησκευτικό γυναικείο παραλήρημα»! Μέχρι τώρα η αντίδρασις σε ό,τι έβλεπαν και άκουγαν από τον Ιησού είχε εκδηλωθή και κορυφωθή με τη σταύρωσι. Απ’ εδώ κι’ εμπρός αρχίζει ο πόλεμος και σε ό,τι δεν είδαν: στην Ανάστασι του. Θα νόμιζε κανείς, ότι η Ανάστασις θα ήταν το ακαταμάχητο όπλο του Ιησού. Τι περίεργο όμως!
Όπως δεν έγινε δεκτός ο Ιησούς του λόγου και του σταυρού, έτσι αποδοκιμάζεται και ο αναστημένος Ιησούς. Πράγμα, που αποδεικνύει ότι ο Ιησούς είναι αντικείμενο πίστεως. Χωρίς πίστι δεν είναι δεκτός ούτε ο σωματικός, ούτε ο αναστημένος Ιησούς. Ούτε ο ορατός και ψηλαφητός, ούτε ο αόρατος και αναφής (αψηλάφητος). Ο Ιησούς δεν επρόκειτο να γίνη δεκτός στη γη παρά μόνο δια της πίστεως. Κι αυτή η Ανάστασις του Ιησού έγινε τελικά θέμα πίστεως. Έτσι εφαρμόσθηκε ο λόγος του Κυρίου, που είπε, ότι χωρίς πίστι, «ούτε εάν τις εκ νεκρών αναστή πεισθήσονται» (οι άνθρωποι).
Η πίστις, το θείο αυτό δώρο στον άνθρωπο, η έκτη αίσθησις, είναι ο μόνος τρόπος αποδοχής του Ιησού και του μηνύματος του. Με το εφόδιο της πίστεως ο Ιησούς έγινε δεκτός περισσότερο απ’ εκείνους, που δεν τον είδαν και δεν τον εψηλάφησαν. Γι’ αυτό και ο Κύριος τους εμακάρισε και τους είπε: «Μακάριοι οι μη ιδόντες και πιστεύσαντες».
« Όρθος ην βαθύς και αι Γυναίκες ήλθον επί το μνήμα σου, Χριστέ. Αλλά το σώμα ουχ ευρέθη, το ποθούμενον αυταίς. Διό απορουμέναις, οι ταις αστραπτούσαις εσθήσεσιν επιστάντες, Τι τον ζώντα μετά των νεκρών ζητείτε; έλεγον. Ηγέρθη ως προείπε. Τι αμνημονείτε των ρημάτων αυτού; Οίς πεισθείσαι, τα οραθέντα εκήρυττον. Αλλ' εδόκει λήρος τα ευαγγέλια. Ούτως ήσαν έτι νωθείς οι Μαθηταί. Αλλ’ ο Πέτρος έδραμε και ιδών εδόξασε σου πρός εαυτόν τα θαυμάσια» (Παρακλητική, 466).
(Επισκόπου Αχελώου Ευθυμίου, «Εκείνος», εκδ. Γρηγόρη, Αθήνα 2002, σελ.299-301 )
Ούκ έστιν ώδε ηγέρθη (Ματθαίου κη΄6 ).
Ο θρίαμβος του Φωτός! Οι φρουροί, άγρυπνοι φυλάνε τον σφραγισμένο τάφο. Οι σταυρωταί του Ιησού κοιμούνται ικανοποιημένοι. Οι μαθηταί ταλαντεύονται στο πέλαγος της αμφιβολίας. Και ο Ιησούς είναι αναστημένος! Το Φώς ενίκησε το σκοτάδι.
Η ανάστασις του Ιησού είναι η νίκη του Θεανθρώπου, αλλά και η γελοιοποίησις των εχθρών του. Επίστευσαν στην παντοδυναμία της λογικής. Του ψεύδους. Στην εγγύησι των σφραγίδων. Στην ασφάλεια των όπλων και τη δύναμι των στρατιωτών. Στηρίχθηκαν στην αληθοφάνεια της ψευτοδίκης. Θεμελίωσαν το θεοκτόνο εγχείρημα τους στην αριθμητική της απιστίας. Και καυχήθηκαν πως κατώρθωσαν το «τέλειο έγκλημα». Εκτός από μια μικρή «λεπτομέρεια», που ήταν και ο κρυφός τους φόβος: «Εκείνος ο πλάνος είπεν έτι ζών, μετά τρεις ημέρας εγείρομαι... και έσται η εσχάτη πλάνη χείρων της πρώτης» (Ματθ. κζ’ 63-65). Όπως ακριβώς και συνέβη. Ο Ιησούς ανέστη και η πλάνη των εχθρών του απεδείχθη «χείρων της πρώτης». Έπειτα από την Ανάστασι, αν οι εχθροί του Ιησού ήταν συνεπείς, θάπρεπε ή να πιστεύσουν ή να εξαφανισθούν από το πρόσωπο της γης. Άλλη λύσις δεν υπήρχε. Ήταν οι φοβερά απατημένοι. Οι ωλοκληρωτικά χαμένοι και ηττημένοι. Θάπρεπε να εξαφανισθούν στους λόγγους, στις ερημιές... (Μήπως αυτό έγινε με τον «περιπλανώμενο Ιουδαίο;»).
Όσοι εχθρεύονται τον Ιησού, θα πρέπει να ντρέπωνται για τον εαυτό τους. Ό,τι τους μένει, μετά την Ανάστασι του, είναι το όνειδος, η πλάνη και η ήττα. Σταυρώνουν τον Ιησού για να τον εξοντώσουν κι’ Εκείνος ζη. Θάβουν τον Ιησούν για να τον εξαφανίσουν κι’ Εκείνος ανασταίνεται. Φυλάνε τις σφραγίδες του τάφου, που είναι κενός. Αρνούνται τον λόγο του κι’ αυτός αποδεικνύεται αληθινός και αιώνιος. Παλεύουν, αγωνίζονται, συνασπίζονται, ψεύδονται, χειροδικούν, παρανομούν για να σβήσουν το Φως. Και τελικά δεν το κατορθώνουν. Τι φοβερή ντροπή για ένα αντίπαλο... Όσοι πιστεύομε στον Αναστημένο Κύριο, ας τον δοξάζωμε για την μεγάλη και απόλυτη νίκη του.
« Αναστήτω ο Θεός και διασκορπισθήτωσαν οι εχθροί αυτού ».
τη μια των Σαββάτων ( Ιωάννου κ’ 1)
Από τα χαράματα της Κυριακής αρχίζει το μυστήριο της Oγδόης βιβλικής Ημέρας. Είναι η Ημέρα της Αναστάσεως, η απαρχή της αιωνιότητος. Η ανάστασις του Ιησού είναι το ορόσημο, που δηλώνει την έναρξι της καινούργιας βιβλικής Ημέρας. Της Oγδόης. Η Ημέρα έχει δύο όψεις. Η μια όψις της Oγδόης Ημέρας αποκαλύπτεται στη ζωή και τη λατρεία της Εκκλησίας. Οι άνθρωποι μέσα στην Εκκλησία προγεύονται την Ογδόη Ημέρα, την αιωνιότητα. Η άλλη όψις θ’ αποκαλυφθή μετά την κοινή Ανάστασι και τη δευτέρα Παρουσία του Χριστού. Τότε θ’ αρχίση οριστικά η Oγδόη και ατελεύτητη Ημέρα της αιωνιότητος.
Στις έξι κοσμογονικές Ημέρες ο Θεός Πατέρας δια του Θεού Λόγου εν Αγίω Πνεύματι δημιουργεί τον πνευματικό και υλικό κόσμο και τον άνθρωπο. Την έβδομη Ημέρα ο Υιός του Θεού «εν ονόματι του Θεού Πατρός και εν Πνεύματι Αγίω» εργάζεται και ολοκληρώνει τη σωτηρία του πεπτωκότος ανθρώπου. Την Oγδόη Ημέρα (πρώτη φάσις) το Άγιον Πνεύμα «συν Πατρί και Υιώ» απεργάζεται τη σωτηρία και την αποκατάστασι των πάντων «εν τω Χριστώ». Η πρώτη αυτή φάσις της Oγδόης Ημέρας προσφέρεται στην ανθρωπότητα για να οικειοποιηθή την σωτηρία, που επέτυχεν ο Ιησούς. Είναι η προθεσμία του Θεού για την αποδοχή της σωτηρίας. Το Άγιο Πνεύμα δια της Εκκλησίας «εργάζεται» για να δεχθούν τη σωτηρία όσο το δυνατόν περισσότεροι άνθρωποι. Τη γήινη φάσι της Oγδόης Ημέρας τη γράφει η μακροθυμία του Πατέρα, που περιμένει το παιδί του. Η δευτέρα φάσις της Oγδόης Ημέρας θα είναι η άχρονη αιωνιότης κατά την οποία θα κυριαρχήση η «ευλογημένη Βασιλεία του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος», «η Καινή Ιερουσαλήμ», η αιώνια κατοικία του Θεού μετά των ανθρώπων.
«Τις αν είη η ογδόη, ή η του Χριστού αναστάσιμος ημέρα;» (Μ. Αθανάσιος, L. 120).
Ποιά είναι η Ογδόη; Δεν είναι μήπως η ημέρα του Κυρίου, η μεγάλη και επιφανής...; Την ωνόμασε δε ογδόην επειδή ήθελε να δείξη την αλλαγήν της καταστάσεως εκείνης και την ανακαίνισιν της μελλούσης ζωής. Διότι ο παρών βίος τίποτε άλλο δεν είναι παρά μια εβδομάς, που αρχίζει από την πρώτην ημέραν και τελειώνει εις την εβδόμην... Όταν δε τα παρόντα παύσουν να υφίστανται και καταργηθούν τότε θα εμφανισθή ο δρόμος της ογδοάδος». (Ι. Χρυσόστομος, Άπαντα τ. 12, 43).
(Επισκόπου Αχελώου Ευθυμίου, «Εκείνος», εκδ. Γρηγόρη, Αθήνα 2002, σελ.297-299)
(Παιδαγωγική Ανθρωπολογία Μεγάλου Βασιλείου, Χαρώνη Βασιλείου)
Α') ΧΡΟΝΟΣ ΚΑΙ ΤΡΟΠΟΣ ΤΗΣ ΘΕΙΑΣ ΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ Μ. ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
989.Ακόμη λοιπόν και το να κοινωνεί κανείς καθημερινά το άγιο Σώμα και Αίμα του Χρίστου είναι καλό και ωφέλιμο, εφόσον ο Ίδιος λέει σαφώς: «Εκείνος που τρώει τη Σάρκα μου (με το μυστήριο της θείας Ευχαριστίας) και πίνει το Αίμα μου έχει ζωή αιώνια»1. Γιατί ποιος αμφιβάλλει ότι το να μετέχει κανείς συνεχώς στη ζωή (που είναι ο Χριστός) δεν είναι τίποτε άλλο παρά να ζει μια πλούσια και γεμάτη από όλα τα είδη των αγαθών ζωή; Εμείς πάντως κοινωνούμε τέσσερις φορές την εβδομάδα, δηλαδή Κυριακή, Τετάρτη, Παρασκευή και Σάββατο, αλλά επίσης και τις άλλες ήμερες, όταν υπάρχει μνήμη κάποιου Αγίου. Εξάλλου το να εξαναγκάζεται κανείς στις περιόδους διωγμού, εφόσον δεν υπάρχει ιερεύς και μάλιστα λειτουργός, να λαμβάνει με τα δικά του χέρια την θεία Κοινωνία, είναι περιττό να αποδείξω ότι αυτό δεν είναι καθόλου αξιόμεμπτο, αφού την πρακτική αυτή έχει κατοχυρώσει μακρά συνήθεια με τα ίδια τα γεγονότα. Πράγματι όλοι όσοι μονάζουν στην έρημο, όπου δεν υπάρχει ιερεύς, μεταλαμβάνουν μόνοι τους από τη θεία Κοινωνία που διατηρούν στα ερημητήρια τους. Στην Αλεξάνδρεια δε και σ’ όλη την Αίγυπτο ακόμη και κάθε λαϊκός έχει συνήθως Κοινωνία στο σπίτι του και μεταλαμβάνει οποτεδήποτε θέλει... "Άλλωστε και στην Εκκλησία ο ιερεύς παραδίδει την αγία Μερίδα και εκείνος που την δέχεται την κρατεί με όλη την ελευθερία και έτσι την πλησιάζει στο στόμα του με το δικό του χέρι. Το ίδιο είναι λοιπόν κατ’ ουσίαν, είτε μία Μερίδα δεχθεί κανείς από τον ιερέα είτε πολλές Μερίδες μαζί 2. [Επιστ. 93, Προς Καισαρίαν Πατρικίαν περί Κοινωνίας, ΕΠΕ3, 502-504 ΒΕΠ55,124-125ΜG 32, 484-485). Ι.Ιω. 6,54.
2. Οι πληροφορίες, που παρέχει ο Μ. Βασίλειος στην παρούσα επιστολή και αφορούν τη συμμέτοχη των Χριστιανών στο μυστήριο της θείας Ευχαριστίας κατά την εποχή του, είναι πολύτιμες: α) Επιτρέπει και θεωρεί ωφέλιμη την καθημερινή Κοινωνία στους πιστούς, που, όπως η ευγενής Καισαρία, το ποθούσαν, β) Μας πληροφορεί ότι στην Επισκοπή του οι Χριστιανοί κοινωνούσαν κάθε εβδομάδα την Κυριακή, την Τετάρτη, την Παρασκευή και το Σάββατο, καθώς και στις μνήμες των Αγίων. γ) Δεν γίνεται κανένας λόγος για νηστεία των λαϊκών πριν από τη θεία Κοινωνία. Οι πιστοί λαϊκοί κοινωνούσαν και την Κυριακή, χωρίς να νηστεύουν το Σάββατο, αφού το Σάββατο δεν γίνεται νηστεία ο) Οι μοναχοί είχαν στα κελιά τους Μερίδες της θείας Κοινωνίας και κοινωνούσαν, όταν το επιθυμούσαν. ε) Στη ν Αίγυπτο ακόμη και οι λαϊκοί είχαν στα σπίτια τους θεία Κοινωνία και κοινωνούσαν μόνοι τους, στ') Η μερίδα του αγίου Άρτου, εμβαπτισμένη στο Αίμα του Χριστού, εδίδετο από τον ιερέα στα χέρια του πιστού, ο οποίος την πλησίαζε στο στόμα του και κοινωνούσε μόνος του. Η αγία Λαβίδα άρχισε να χρησιμοποιείται αργότερα. Από τα παραπάνω συνάγεται ότι ο σοφός Ιεράρχης είναι υπέρμαχος της συνεχούς θείας Μεταλήψεως.
Β) ΕΙΝΑΙ ΑΝΑΓΚΑΙΑ
990.Είναι αναγκαία για την κληρονομιά της αιώνιας ζωής η μετάληψη του Σώματος και του Αίματος του Χρίστου.(Ηθικά, όρος ΚΑ', ΒΕΠ53, 58-ΜG31, 7370).1.Ιω. 6,53-54.
Γ) ΤΟ ΓΝΩΡΙΣΜΑ ΕΚΕΙΝΩΝ ΠΟΥ ΚΟΙΝΩΝΟΥΝ ΣΥΧΝΑ
991.Ποιο είναι το χαρακτηριστικό γνώρισμα εκείνων που τρώνε τον Άρτο και πίνουν από το Ποτήριο του Κυρίου; Το να διατηρούν συνεχή και αδιάκοπη τη μνήμη του Κυρίου, που πέθανε και αναστήθηκε για μας. [Ηθικά, όρος Π, κβ, ΒΕΠ 53,131- 991,869Β).
Δ') ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΗ Η ΝΗΣΤΕΙΑ ΠΡΙΝ ΑΠΟ ΑΥΤΗ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΚΛΗΡΙΚΟΥΣ
992. Δεν είναι δυνατόν χωρίς νηστείας Ιερουργίας να αποτολμήσει (ο ιερεύς) να τελέσει τη θεία Λειτουργία.(Περί νηστείας Α \ 6, ΕΠΕ 6, 34-ΒΕΠ54,14-ΜG 31,172Β).
ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Στο ανωτέρω κείμενο γίνεται λόγος για τη λεγόμενη ευχαριστιακή νηστεία, νηστεία από φαγητό και ποτό που διαρκούσε από τα μεσάνυχτα μέχρι την ώρα της θείας Λειτουργίας. Τούτο ίσχυε για τους λειτουργούς , κατ’ επέκταση όμως η ανωτέρω νηστεία τηρείται σήμερα και από τους λαϊκούς που πρόκειται να κοινωνήσουν [ βλ. τον κανόνα ΜΗ ‘ της Συνόδου της Καρθαγένης, Πηδάλιον, έκδ. Αστέρος, σ. 487 και κανόνας θ’ αγ. Νικηφόρου Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως, Πηδάλιον, σ. 727.] Με τα ανωτέρω συμφωνεί, όπως μας βεβαίωσε, και ο καθηγητής της Λειτουργικής Ιωάννης Φουντούλης. Η ανωτέρω ωραία παράδοση δεν τηρείται από τους Καθολικούς οι οποίοι κοινωνούν, αφού πάρουν πριν από τρεις ώρες το πρωινό τους.
Ε') ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΤΑΙ ΟΠΟΙΟΣ ΑΝΑΞΙΑ ΜΕΤΑΛΑΜΒΑΝΕΙ
993. Δεν ωφελείται τίποτε οποίος δεν κατανοεί το σκοπό για τον όποιον έχει δοθεί η μετάληψη του Σώματος και του Αίματος του Χριστού, όταν προσέρχεται στη Θεία Κοινωνία. Εκείνος δε που μεταλαμβάνει ανάξια καταδικάζεται1.(Ηθικά, όροςΚΛ: ΒΕΠ53, 59-ΜG31, 740Α).1.Α'Κορ. 11,27-29.
Ζ') ΜΕ ΠΟΙΑ ΔΙΑΘΕΣΗ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΚΟΙΝΩΝΟΥΜΕ
ΕΡΩΤΗΣΙΣ ΡΟΒ' 995. Με τι είδους φόβο ή με ποια διάθεση οφείλουμε να μεταλαμβάνουμε το Σώμα και το Αίμα του Χριστού.
ΑΠΟΚΡΙΣΙΣ
Το φόβο μας τον διδάσκει ο απόστολος Παύλος, λέγοντας: «Εκείνος που τρώει και πίνει ανάξια τα Τίμια Δώρα, τρώει και πίνει καταδίκη για τον εαυτό του»1. Την πεποίθηση δε αυτή τη δημιουργεί: η πίστη στους λόγους του Κυρίου, που είπε : «Αυτό που σάς δίνω τώρα είναι το Σώμα μου, που σε λίγο παραδίδεται θυσία πάνω στο Σταυρό για τη σωτηρία σας. Αυτό να κάνετε πάντοτε, για να ενθυμείσθε τη θυσία μου»2, και η μαρτυρία του ευαγγελιστή Ιωάννη, που ανέφερε πρώτα τη δόξα του Λόγου και ύστερα πρόσθεσε τον τρόπο της ενανθρωπήσεως, όταν είπε ότι «ο Λόγος (ο Υιός του Θεού) έγινε άνθρωπος και κατασκήνωσε ανάμεσά μας, και εμείς είδαμε τη δόξα του, θεία δόξα που είχε από τον Πατέρα του σαν Υιός του Θεού μονογενής, γεμάτος χάρη και αλήθεια»3, και ο απόστολος Παύλος επίσης, που έγραψε ότι «ο Χριστός, αν και είχε την ίδια ουσία και τα ίδια ιδιώματα με το Θεό Πατέρα του, δεν θεώρησε ότι είχε από αρπαγή την ισότητά του προς το Θεό, αλλά άδειασε τον εαυτό του από την άπειρη δόξα της θεότητας του και πήρε μορφή δούλου, αφού έγινε όμοιος με τους ανθρώπους. Και βρέθηκε έτσι κατά την εμφάνιση σαν απλός άνθρωπος, ταπείνωσε τον εαυτό του με το να γίνει υπάκουος στον Πατέρα του μέχρι θανάτου και μάλιστα θανάτου σταυρικού»4. Όταν λοιπόν πιστέψει η ψυχή στα λόγια αυτά και σε αλλά παρόμοια και της ίδιας σπουδαιότητας, και βεβαιωθεί για τη μεγαλειότητα της δόξας και θαυμάσει την υπερβολική ταπείνωση και υπακοή, ότι ο τόσο μεγάλος υπάκουσε στον Πατέρα του μέχρι θανάτου για να ζήσουμε εμείς, τότε νομίζω ότι κατορθώνει να αποκτήσει τη διάθεση αγάπης προς το Θεό και Πατέρα, «ο Οποίος δεν λυπήθηκε τον Υιό του, αλλά Τον παρέδωσε στο σταυρικό θάνατο για όλους μας»5, και την αγάπη προς το μονογενή του Υιό, ο Οποίος υπάκουσε μέχρι θανάτου για τη δική μας απολύτρωση και σωτηρία. Και μπορεί έτσι να υπακούσει στον απόστολο Παύλο, που περιγράφει ως κανόνα, για τους υγιείς στην πίστη, την αγαθή τους συνείδηση, όταν λέει: «Η αγάπη του Χριστού μας κρατάει όλους σφιχτά δεμένους, γιατί εκρίναμε τούτο ότι, εάν ένας, ο Χριστός, πέθανε για όλους, (ως αντιπρόσωπός μας), άρα όλοι πέθαναν. Και πέθανε για όλους, ώστε, όσοι ζουν, να μη ζουν πλέον για τον εαυτό τους, αλλά για Κείνον, που πέθανε και αναστήθηκε για χάρη τους»6. Τέτοια διάθεση και ετοιμασία οφείλει να έχει οποίος μεταλαμβάνει τον άρτον και τον οίνο (το Σώμα και το Αίμα του Χριστού).
(Όροι και επιτομήν, ΡΟΚ (172), ΕΠΕ9, 206-208-ΒΕΠ53, 299-ΜG 31,1196). 1. Α'Κορ. 11,29. 2. Λουκ. 22,19.3.Ιω. 1,14. 4. Φιλιπ. 2,6-8. 5. Ρωμ. 8,32.6.Β' Κορ. 5,14-15.
Η ] ΝΑ ΣΥΜΜΕΤΕΧΟΥΜΕ ΟΛΟΨΥΧΑ ΣΤΗ ΘΕΙΑ ΚΟΙΝΩΝΙΑ
996.’’ Γευθείτε, δοκιμάστε και θα πεισθείτε ότι είναι αγαθός ο Κύριος»1. Σε πολλά μέρη της Γραφής έχουμε παρατηρήσει ότι οι δυνάμεις της ψυχής έχουν τα ίδια ονόματα με τα εξωτερικά μέλη του σώματος. Επειδή δε ο Κύριός μας είναι αληθινός άρτος και η σάρκα του η αληθινή βρώση, είναι ανάγκη να αισθανθούμε εσωτερικά με την πνευματική γεύση την ηδονή (τη γλυκύτητα) της απολαύσεως του άρτου. "Όπως η γλυκύτητα του μέλιτος δεν μπορεί να περιγράφει με το λόγο σ’ εκείνους που δεν το έχουν ποτέ δοκιμάσει, όσο γίνεται αντιληπτή, από την ίδια την αίσθηση της γεύσεως, έτσι και η γλυκύτητα του ουράνιου λόγου δεν μπορεί να παραδοθεί με σαφήνεια και καθαρότητα δια μέσου της διδασκαλίας, αν δεν εξετάσουμε περισσότερο και βαθύτερα τα δόγματα της αληθείας (τις αλήθειες της πίστεως) και μπορέσουμε έτσι με την προσωπική μας πείρα να κατανοήσουμε την αγαθότητα και γλυκύτητα του Κυρίου. Είπε «γευθείτε» και όχι χορτάστε, γιατί τώρα γνωρίζουμε μόνον ένα μέρος της αλήθειας και βλέπουμε την αλήθεια «δι ‘εσόπτρου εν αινίγματι»2 (θαμπά σαν σε μεταλλικό καθρέπτη και τόσο ατελώς, ώστε να μας μένουν πολλά αινίγματα). Θα έλθει όμως κάποτε καιρός, κατά τον όποιον ο τωρινός αρραβώνας3 και το γεύμα αυτό της χάριτος θα το απολαύσουμε εμείς σε τέλειο βαθμό. [Εις ΛΓ Ψαλμ6,ΕΠΕ5,220-222-ΒΕΠ52,81-82-MG29,364]
1.Ψαλμ.33,9.Ο στίχος αυτός του Ψαλμού ψάλλεται στο κοινωνικό κατά τη Θεία Λειτουργία των Προηγιασμένων.2.Α’Κορ.13,9,12 3.Εφεσ.1,14 Ο αρραβώνας που μας δόθηκε ως εγγύηση της αιώνιας κληρονομιάς είναι το Άγιο Πνεύμα. Βλ.και Α’Κορ.13,10-12.
(Παιδαγωγική Ανθρωπολογία Μ. Βασιλείου, Χαρώνη Βασιλείου)
Α') Η ΚΑΤΑΚΡΙΣΗ ΕΙΝΑΙ ΑΜΑΡΤΙΑ
1209. Δεν πρέπει να λέμε κάτι εναντίον αδελφού που απουσιάζει με σκοπό να τον διασύρουμε, πράγμα που είναι συκοφαντία και κατάκριση, έστω κι αν είναι αληθινά όσα λέμε.
[Επιστ 22, Περί τελειότητος βίου μοναχών, 1, ΕΠΕ3, 462- ΒΕΠ55, 41- ΜG 32,289).
Β') ΔΙΑΦΟΡΑ ΚΡΙΣΕΩΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΚΡΙΣΕΩΣ
ΕΡΩΤΗΣΙΣ ΡΞΔ' 1210. Τι σημαίνει το: «Μην κατακρίνετε και δεν θα κατακριθείτε από το Θεό»1.
ΑΠΟΚΡΙΣΙΣ
Επειδή ο Κύριος άλλοτε μεν λέει: «Μην κατακρίνετε και δεν θα κατακριθείτε από το Θεό», άλλοτε δε προστάζει να κρίνουμε δίκαια 2, συνάγεται ότι δεν απαγορεύεται εξολοκλήρου να κρίνουμε, αλλά διδασκόμαστε ότι η μια κρίση από την άλλη είναι διαφορετική. Ο απόστολος Παύλος μας έδειξε καθαρά σε ποιες περιπτώσεις πρέπει να κρίνουμε και σε ποιες όχι, γιατί ως προς εκείνα μεν που ανήκουν στη διάκριση του καθενός και δεν διατάσσονται από τη Γραφή είπε: «Συ λοιπόν γιατί κατακρίνεις τον αδελφό σου;»3, και: «Ας μην κατακρίνουμε πλέον ο ένας τον άλλον»4, ως προς εκείνα δε που δυσαρεστούν το Θεό, καταδίκασε εκείνους που δεν κρίνουν και ο ίδιος διατύπωσε την κρίση του με τα εξής λόγια: «Γιατί εγώ, αν και είμαι απών σωματικά, είμαι όμως παρών ανάμεσα σας με το πνεύμα μου, έχω πλέον κρίνει και καταδικάσει, σαν να ήμουνα παρών, αυτόν που έχει διαπράξει τη φοβερή αυτή αμαρτία (να συζεί με τη μητριά του). Να συναχθείτε λοιπόν στο όνομα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού όλοι σας και σεις και το πνεύμα μου μαζί με τη δύναμη του Κυρίου μας Ιησού Χριστού να παραδώσουμε αυτόν τον άνθρωπο στο σατανά (με την αποκοπή του από την Εκκλησία), για να τιμωρηθεί σκληρά το σώμα του, ώστε να σωθεί η ψυχή του κατά την ημέρα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού»5. Συνεπώς, αν κάτι ανήκει στη δική μας διάκριση ή είναι αμφίβολο, δεν πρέπει να κρίνουμε γι’ αυτό τον αδελφό, σύμφωνα με το λόγο του αποστόλου Παύλου που αναφέρεται σ’ εκείνα που αγνοούμε: «“Ώστε μη σπεύδετε να κάνετε κρίσεις πρόωρα, έως ότου έλθει ο Κύριος, που θα φωτίσει και θα αποκαλύψει όσα είναι κρυμμένα στο σκοτάδι και θα φανερώσει τις επιθυμίες των καρδιών»6, είναι δε απαραίτητη ανάγκη να υπερασπιζόμαστε τα δικαιώματα του Θεού, για να μη δεχθεί μαζί με τον ένοχο και εκείνος που σιωπά (και δεν διαμαρτύρεται) την οργή του Θεού, έκτος εάν, επειδή πράττει τα ίδια με τον κατηγορούμενο, δεν έχει παρρησία να κρίνει τον αδελφό (τον πλησίον), ακούγοντας τον Κύριο που λέει: «Βγάλε πρώτα το δοκάρι από το μάτι σου και τότε θα ίδείς καθαρά, ώστε να βγάλεις (με προσοχή και αγάπη) το άχυράκι από το μάτι του αδελφού σου»7.
(Όροι κατ’ επιτομήν , ΡΞΑ' (164), ΕΠΕ9,196-198-ΒΕΠ53, 295-296- ΜG 31,1189-1192).
1. Λουκ. 6,37. 2.΄΄Μη κρίνετε κατ’όψιν, αλλά την δικαίαν κρίσιν κρίνετε [ Ιω.7,24] 3.Ρωμ.14,10. 4.Ρωμ.14,13 5.Α΄Κορ.5,3-5 6.Α’Κορ.4,5. 7.Ματθ.7,5
Γ) ΝΑ ΜΗΝ ΚΑΤΑΚΡΙΝΟΥΜΕ, ΑΝ ΔΕΝ ΑΚΟΥΣΟΥΜΕ ΤΟΝ ΚΑΤΗΓΟΡΟΥΜΕΝΟ
1211. Δεν πρέπει να κατακρίνουμε κάποιον, αν δεν εξακριβώσουμε μπροστά στον κατηγορούμενο όσα τον αφορούν, έστω κι αν είναι πολλοί οι κατήγοροί του.
(Ηθικά, ΝΑ', ΒΕΠ53, 82 ΜG 31, 781Β).1.Ιω. 7,50-51. Πράξ. 25,14-16.
Δ’] ΠΟΤΕ ΕΠΙΤΡΕΠΕΤΑΙ ΚΑΙ ΠΟΤΕ ΔΕΝ ΕΠΙΤΡΕΠΕΤΑΙ Η ΚΑΤΑΚΡΙΣΗ
ΕΡΩΤΗΣΙΣ ΚΕ’ 1212.Τι είναι κατάκριση.
ΑΠΟΚΡΙΣΙΣ
Σε δύο περιπτώσεις, κατά τη γνώμη μου, επιτρέπεται να πούμε κάτι κακό για κάποιον. Όταν υπάρχει ανάγκη να συσκεφθεί κανείς με άλλους πεπειραμένους πώς θα διορθωθεί εκείνος που αμάρτησε, και όταν χρειαστεί να προφυλάξουμε εκείνους που από άγνοια μπορούν πολλές φορές να συναναστραφούν με κάποιον κακό, σαν να ήταν καλός. Γιατί ο απόστολος Παύλος παράγγειλε να μη συναναστρέφεται κανείς με ανθρώπους τέτοιου είδους1, για να μη δεχθεί κάποτε αγχόνη στην ψυχή του. Αυτό που βρίσκουμε ακριβώς ότι έκαμε ο ίδιος απόστολος, γράφοντας στο Τιμόθεο: «Αλέξανδρος ο χαλκουργός μου προξένησε πολλά κακά.5Απ’ αυτόν να φυλάγεσαι και συ, γιατί εναντιώθηκε πολύ στο κήρυγμά μου»2. Εάν λοιπόν δεν υπάρχει τέτοια ανάγκη, σαν την παραπάνω, εκείνος που κατακρίνει με σκοπό να συκοφαντήσει και να διασύρει, είναι επικριτής, ακόμη κι όταν είναι αληθινό αυτό που λέει.
(Όροι κατ’ επιτομήν, ΚΕ’, ΕΠΕ9, 42-44 ΒΕΠ 53, 241-242- ΜG 31, 1100).1.Β' Θεσ. 3,14.2. Β' Τιμ. 4,14-15.
Ε') ΟΣΟΙ ΚΑΤΑΚΡΙΝΟΥΝ ΑΦΟΡΙΖΟΝΤΑΙ
ΕΡΩΤΗΣΙΣ ΚΣΤ’
1213. Εκείνος που κατηγορεί τον αδελφό ή ακούει άλλον να τον κακολογεί και τον ανέχεται, με ποια ποινή πρέπει να τιμωρείται.
ΑΠΟΚΡΙΣΙΣ
Πρέπει και οι δύο να αφορίζονται (να εκδιώκονται), γιατί, όπως λέει ο Ψαλμωδός: «Εκείνον που κακολογούσε κρυφά τον πλησίον του, αυτόν εγώ τον έδιωχνα»1. Και σ’ άλλο σημείο της Αγ. Γραφής αναφέρεται: «Μην ευχαριστείσαι να ακούς τον επικριτή (τον κακολόγο), για να μην εκδιωχθείς»2. (Όροι κατ’ επιτομήν, ΚΣΤ’, ΕΠΕ 9, 44-ΒΕΠ53,242) 1.Ψαλμ. 100,5. 2. Παροιμ. 20,13.
ΣΤ) Η ΚΑΤΑΚΡΙΣΗ ΚΑΤΑ ΤΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΑ ΠΡΟΙΣΤΑΜΕΝΟΥ ΕΠΙΦΕΡΕΙ ΤΗΝ ΟΡΓΗ ΤΟΥ ΘΕΟΥ
ΕΡΩΤΗΣΙΣ ΚΖ' 1214. Εάν κάποιος κατηγορήσει τον προϊστάμενο, πώς πρέπει να συμπεριφερόμαστε απέναντι του.
ΑΠΟΚΡΙΣΙΣ
Η καταδίκη αυτής της συμπεριφοράς είναι φανερή από την οργή του Θεού εναντίον της Μαριάμ1, όταν αυτή κατηγόρησε το Μωυσή. Ο Θεός δεν άφησε ατιμώρητο το αμάρτημα της, παρόλο που ο ίδιος ο Μωυσής προσευχόταν γι’αυτή»2. [Όροι κατ’ επιτομήν, ΚΖ’, ΕΠΕ9, 44-46-ΒΕΠ53,242-ΜG 31,1101]
1.Η Μαριάμ ήταν αδελφή του Μωυσή. 2.Αριθ.12,10κ.ε.
Ζ.Η ΚΑΤΑΚΡΙΣΗ ΚΑΙ ΟΙ ΨΙΘΥΡΙΣΜΟΙ ΟΔΗΓΟΥΝ ΣΤΟ ΜΙΣΟΣ
1215. Οι ψιθυρισμοί και η συνεννόηση με νεύματα, όλα αυτά να αποκλείονται, γιατί ο ψιθυρισμός ενέχει την υποψία της κατακρίσεως και η συνεννόηση με νεύματα είναι ένδειξη κάποιας κρυφής βαναυσότητας κατά του αδελφού. Μια τέτοια συμπεριφορά είναι η αρχή μίσους και καχυποψίας. (Λόγος ασκητικός Γ’, 2, ΕΠΕ8,150-ΒΕΠ53,135-ΜG 31, 885).
Η') ΚΑΤΑΚΡΙΝΟΝΤΑΣ ΑΥΞΑΝΟΥΜΕ ΤΟ ΦΟΡΤΙΟ ΤΩΝ ΑΜΑΡΤΙΩΝ ΜΑΣ
1216. Μη γίνεσαι δικαστής και κριτής ξένων πταισμάτων. Γιατί όσοι σφάλλουν έχουν δίκαιο κριτή, «Ο οποίος θα αποδώσει στον καθένα σύμφωνα με τα έργα του»1 Συ κράτησε το δικό σου φορτίο και όσο μπορείς κάμε το ελαφρότερο. "Όποιος αυξάνει το φορτίο του, ο ίδιος και θα το βαστάξει2. [Λόγος ασκητικός Α', 4, ΕΠΕ8,106-ΒΕΠ53,391-ΜG31, 636].1.Ρωμ. 2,6.
2.Όποιος δηλαδή με την κατάκριση αυξάνει το φορτίο των αμαρτιών του, ο ίδιος θα τιμωρηθεί επί πλέον και για το αμάρτημα της κατακρίσεως.
Θ') ΝΑ ΣΚΕΠΤΟΜΑΣΤΕ ΤΙΣ ΚΑΛΕΣ ΚΑΙ ΟΧΙ ΤΙΣ ΚΑΚΕΣ ΠΡΑΞΕΙΣ ΤΩΝ ΑΛΛΩΝ
1217. Και όταν δεις τον πλησίον να αμαρτάνει, να μην εξετάσεις το παρόν αμάρτημα του, αλλά να θυμηθείς και όσα καλά έχει πράξει ή πράττει ακόμη, και πολλές φορές θα τον βρεις καλύτερο από τον εαυτό σου, όταν εξετάζεις όλα του τα έργα και δεν κρίνεις μόνο μερικά. (Περί ταπεινοφροσύνης, 5, ΕΠΕ6,122-ΒΕΠ54,184-ΜG31, 536).
«Όσο πιο σκοτεινή η νύχτα, τόσο πιο λαμπερά τα αστέρια, Όσο πιο βαθειά η θλίψη, τόσο πιο κοντά ο Θεός!» (Fyodor Dostoevsky)
«Ο πόνος επιμένει όταν ασχολούμαστε με αυτόν. Ο Θεός μας ψιθυρίζει στις χαρές μας, μας μιλά στις συνειδήσεις μας, αλλα φωνάζει στους πόνους μας. Είναι το δικό Του μεγάφωνο για να ξυπνήσει έναν κουφό κόσμο.» (C.S. Lewis)
«Μερικές φορές ο Θεός επιτρέπει αυτό που μισεί, για να ολοκληρώσει αυτό που αγαπά.»(Joni Eareckson Tada, The God I Love)
«Ασφαλές;» είπε ο κύριος Κάστορας; « δεν ακούς τι σου λέει ο κύριος Κάστορας; Ποιος μίλησε για ασφάλεια; Φυσικά και δεν προσφέρει ασφάλεια. Αλλά είναι καλός. Είναι ο Βασιλιάς, στο λέω.»(C.S. Lewis, The Lion, the Witch and the Wardrobe)
«Δεν υπάρχει παρά μονάχα ένα καλό; αυτό είναι ο Θεός. Όλα τα υπόλοιπα είναι καλά όταν κοιτούν προς Εκείνον και κακά όταν Του γυρίζουν την πλάτη.» (C.S. Lewis, The Great Divorce)
«Οτιδήποτε βρίσκεται υπό τον έλεγχο του Θεού, δεν είναι ποτέ εκτός ελέγχου.» Charles Swindoll
«Μίλα μου για την αλήθεια της θρησκείας και θα ακούσω με χαρά. Μίλα μου για το καθήκον της θρησκείας και θα ακούσω πειθήνια. Μην έρχεσαι όμως και μου μιλάς για τις παρηγοριές της θρησκείας γιατί θα υποπτευθώ ότι δεν καταλαβαίνεις.» (C.S. Lewis)
«Ενέδωσα και παραδέχτηκα ότι ο Θεός είναι Θεός.» (C.S. Lewis)
«Μια μοναχική μέρα είναι ο τρόπος του Θεού να σου πει ότι θέλει να περάσει μερικό ποιοτικό χρόνο μαζί σου.» (Criss Jami, Killosophy)
«Μου φάνηκε πως άκουσα το Θεό να λέει, «Άσε κάτω το όπλο σου και θα μιλήσουμε.»(C.S. Lewis)
«Αν οι αποδείξεις μας σε αυτό το σημείο είναι δυνατές και νιώθουμε την απόλυτη διαβεβαίωση ότι ο Θεός μας αγαπά, θα αλλάξουμε τις ερωτήσεις μας. Δεν θα ρωτάμε, «Γιατί συνέβη αυτό;» ή «Γιατί δε νοιάζεται για μένα ο Θεός;» Αντ’ αυτού, οι ερωτήσεις μας θα γίνουν, «Τι μπορώ να μάθω από αυτή την εμπειρία;» ή «Πώς θα ήθελε ο Θεός να το χειριστώ αυτό;»(John Bythewa)
«Κάποια μέρα θα κατανοήσω το Άουσβιτς. Αυτό ήταν μεν μια γενναία δήλωση, αλλά αφελώς παράλογη. Κανείς ποτέ δεν θα κατανοήσει το Άουσβιτς. Αυτό που θα μπορούσα να καταγράψω με μεγαλύτερη ακρίβεια θα ήταν: Κάποια μέρα θα γράψω για τη ζωή και το θάνατο της Σόφι και με αυτό τον τρόπο θα αποδείξω πώς το απόλυτο κακό δεν εξαλείφεται ποτέ από τον κόσμο. Το Άουσβιτς από μόνο του παραμένει ανεξήγητο. Η πιο βαθυστόχαστη δήλωση που έχει γίνει σχετικά με το Άουσβιτς δεν είναι καν δήλωση, αλλά απάντηση. Η ερώτηση: « Πείτε μου, στο Άουσβιτς πού ήταν ο Θεός;» Και η απάντηση: « Και πού ήταν ο άνθρωπος;» (William Styron, Sophie's Choice)
«Ω, Θεέ της Σκόνης και των Ουράνιων Τόξων, Βοήθησέ μας να δούμε Ότι χωρίς τη Σκόνη το Ουράνιο Τόξο Δεν θα υπήρχε.» (Langston Hughes)
«Ο Θεός μας έδωσε το κλάμα έτσι ώστε οι υπόλοιποι άνθρωποι να μπορούν να δουν πότε χρειαζόμαστε βοήθεια και να μας βοηθούν." (Joshilyn Jackson)
« Η νοσοκόμα χαμογέλασε και με χτύπησε ελαφρά στον ώμο. Μην τα παρατάς ακόμα. Μερικές φορές όταν νομίζουμε πως ο Θεός έχει γράψει το Τέλος, στην πραγματικότητα εννοεί την Αρχή»(Rachel Van Dyken)
«Αν ο Θεός μας στέλνει σε δύσκολα μονοπάτια, προμηθευόμαστε με γερά παπούτσια.»(Corrie ten Boom)
«Πιστεύω πως ο λόγος που κάποιες φορές έχουμε τη λανθασμένη αίσθηση ότι ο Θεός είναι τόσο μακριά, είναι γιατί ακριβώς εκεί Τον έχουμε τοποθετήσει. Τον έχουμε κρατήσει σε απόσταση, και όταν αργότερα είμαστε σε ανάγκη και Τον καλούμε στην προσευχή μας, αναρωτιόμαστε πού είναι. Είναι ακριβώς εκεί που Τον αφήσαμε".(Ravi Zacharias)
«Του είπα ότι κάποτε κι εγώ έχασα όλα όσα είχα και ότι νομίζω πως αυτό ίσως να είναι ο τρόπος του Θεού να ορθώνει τοίχους γύρω μας για να μας αναγκάσει να Τον κοιτάξουμε»(Kimberly Novosel)
«Όταν κάνω αυτές τις ερωτήσεις στο Θεό, δεν παίρνω καμία απάντηση. Αλλά ένα κάπως ξεχωριστό είδος «καμίας απάντησης». Δεν είναι μια κλειδωμένη πόρτα. Είναι περισσότερο σαν μια σιωπηλή, σίγουρα όχι άσπλαχνη ματιά. Σαν να κούνησε το κεφάλι Του όχι σε απόρριψη, αλλά αποποιούμενος την ερώτηση. Σαν, «Ηρεμα παιδί μου, δεν καταλαβαίνεις.»(C.S. Lewis)
«Ακόμα και αν υπήρχε πόνος στον Παράδεισο, όλοι όσοι καταλαβαίνουν θα τον επιθυμούσαν"(C.S.Lewis)
«Τι βρίσκουμε το Θεό να κάνει με αυτή την υπόθεση της αμαρτίας και του κακού;… Ο Θεός δεν εξάλειψε το στοιχείο του κακού. Το μεταμόρφωσε. Δεν σταμάτησε τη Σταύρωση. Αναστήθηκε.»(Dorothy L. Sayers)
«Δεν γνωρίζω τις απαντήσεις στις δύσκολες ερωτήσεις της ζωής, γνωρίζω όμως Εκείνον που τις γνωρίζει και αυτό είναι αρκετό… προς το παρόν.»(Toni Sorenson)
«Για να το θέσω αλλιώς, ο πόνος είναι το μεγάφωνο του Θεού για να αφυπνίσει έναν κωφό κόσμο. Γιατί να είναι πόνος; Γιατί δεν μπορεί να μας αφυπνίσει πιο μαλακά, με βιολιά ή γέλιο; Επειδή το όνειρο από το οποίο πρέπει να ξυπνήσουμε, είναι το όνειρο ότι τα πάντα πάνε καλά.»(William Nicholson)
«Ο Θεός δεν πιστεύει στον εύκολο τρόπο.»(James Agee)
«Ο Θεός πάντα αγνοεί την παρούσα τελειότητα για την απόλυτη τελειότητα".(Oswald Chambers)
«Αν ο Θεός δημιούργησε τις σκιές, ήταν για να δώσει μεγαλύτερη έμφαση στο φώς.»(Pope John XXIII)
«Αυτό που έμαθα στη Ρουάντα ήταν ότι ο Θεός δεν είναι απών όταν απελευθερώνεται μεγάλο κακό. Είτε το κακό δημιουργείται από τον άνθρωπο, είτε υποβοηθείται από σκοτεινότερες δυνάμεις, ο Θεός είναι πάντα εκεί, σώζοντας εκείνους που ανταποκρίνονται στις προτροπές Του και προσπαθώντας να θεραπεύσει τους υπόλοιπους.(James Riordan)
«Στη δίκη του Θεού, θα ρωτήσουμε: γιατί το επέτρεψες όλο αυτό; Και η απάντηση θα είναι μια ηχώ: γιατί το επέτρεψες όλο αυτό;(Ilya Kaminsky)
«Αποδέξου την παύση, Ο Θεός αναδιατάσσει τη λίστα αναπαραγωγής"(Mimika Coone)
«Μπορείς να αφήνεις τη Βίβλο ανέγγιχτη στο κομοδίνο σου. Μπορείς να αγνοείς επιθυμίες, όνειρα, πόρτες, παροτρύνσεις και ανθρώπους. Δεν μπορείς όμως να αγνοείς τον πόνο, μπορείς;»(Mark Batterson)
"Τα μάτια δεν βλέπουν καλά τον Θεό, παρά μόνο μέσα από δάκρυα". (Βίκτωρ Ουγκώ)
"Λοιπόν, Θεέ μου, δεν σου ζητώ τίποτε. Να υπάρχεις, αυτό είναι αρκετό".(Πωλ Κλωντέλ)
"Ο Θεός θα ήταν άδικος αν δεν ήμασταν ένοχοι." (Blaise Pasca)
"Η λύπη κοιτάζει πίσω. Ο φόβος κοιτάζει τριγύρω. Η πίστη κοιτάζει ψηλά" (Ralph Emerso)
"Όλα όσα έχω δει μου διδάσκουν να εμπιστεύομαι τον Δημιουργό για όλα όσα δεν έχω δει" (Ralph Emerson)
"Πίστη δεν είναι η βεβαιότητα ότι ο Θεός θα κάνει αυτό που θέλεις εσύ. Είναι η βεβαιότητα ότι ο Θεός θα κάνει αυτό που είναι το σωστό" (Max Lucado)