520- ΓΙΑ ΤΟΝ ΕΞΑΓΝΙΣΜΟ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ.
Συνέβηκε σε κάποιον, που είχε πολλά πλούτη, αλλά λίγο μυαλό, να τα χάση όλα σε λίγο διάστημα. Απελπισμένος όπως ήταν άρχισε να γυρνά τα χωριά για να βρη τρόπο να ξανακάνη τα πλούτη του. Περνώντας από ένα χωριό είδε ένα χωρικό, που ανασκάλιζε το γρασίδι με το δίκρανο.
-Γιατί, τον ρωτά, δεν αφήνεις ήσυχο το γρασίδι σου;
-Για να μη μουχλιάση, του απαντά ο χωρικός.
Πάει πιο κάτω και βρίσκει ένα γεωργό που ζευγάριζε.
-Γιατί ανοίγεις τα σπλάγχνα της γης; Τον ρωτά.
-Δεν καταλαβαίνεις; του απαντά εκείνος. Για να αερισθή το χώμα, να το δη ο ήλιος και πιο εύκολα να μπορέσω να σπείρω.
Πάει ακόμα πιο πέρα και βλέπει ένα αμπελουργό να κλαδεύη τα αμπέλια του.
-Τι κάνεις αυτού; τον ρωτά.
-Δεν βλέπεις; του απαντά. Αφαιρώ ό,τι άχρηστο υπάρχει σε κάθε κλήμα και το κλαδεύω για να ξεπετάξη την άνοιξι πιο μεγάλα και δυνατά κλαδιά.
Τότε άνοιξαν τα μάτια του απελπισμένου. «Θεέ μου, φώναξε, εγώ είμαι το χορτάρι, που ανασηκώνεις για να μη μουχλιάσω. Εγώ είμαι το χώμα, που σκάβεις για να με ετοιμάσης να δεχθώ τη χάρι σου. Εγώ είμαι το κλήμα, που περιποιείσαι για να δώση περισσότερο και καλύτερο καρπό».
527- ΘΝΗΤΟΣ ΓΕΝΝΗΘΗΚΕΣ.
Ο Φίλιππος ο Μακεδών είχε διατάξει ένα δούλο του να παρουσιάζεται μπροστά του πολλές φορές την ημέρα και να του λέγη: «Φίλιππε, να θυμάσαι ότι θνητός γεννήθηκες».
589- ΣΤΙΓΜΑΤΑ ΣΤΟΝ ΗΛΙΟ.
Οι μεγάλοι άνδρες με το να έχουν ένα-δυο ελαττώματα δεν παύουν να είναι μεγάλοι και αν έπαυαν να έχουν ελαττώματα, θα έπαυαν να είναι και άνθρωποι.
Ο ήλιος εθεωρείτο από πολλούς αιώνες ότι είναι ένα ολοφώτεινο σώμα, έως ότου ο Γαλιλαίος ανεκάλυψε τις πελώριες κηλίδες του, παρ’ όλα αυτά όμως, δεν παύει να θεωρήται ένα από τα πιο φωτεινά άστρα.
593- ΠΡΟΣΟΧΗ ΣΤΟΝ ΕΓΩΙΣΜΟ.
Μια κυρία ζητούσε τη συμβουλή του αγίου Φραγκίσκου Σαλεσίου, για τις ατέλειες που της διέφευγαν. Και ο άγιος της έγραψε:
«Θα προτιμούσατε να δήτε τον εαυτό σας χωρίς ατέλειες και ελαττώματα, κι εγώ θα το ήθελα, κι έτσι θα βρισκόμασταν στον Παράδεισο. Αλλά η ανησυχία που έχετε επειδή δεν μπορείτε να φθάσετε στην τελειότητα σ’ αυτή τη ζωή, με κάνει ν’ αμφιβάλλω για την αξία της συντριβής σας, για ό,τι σας ανησυχεί.
Να μισήτε τα ελαττώματά σας, σαν ελαττώματα, αλλά να τα αγαπάτε, γιατί σας διδάσκουν ότι είσθε μηδέν και είναι για σας ευκαιρία να εξασκηθήτε στην αρετή και στο Θεό δίνουν την ευκαιρία να σας δείξη ευσπλαχνία.
883. ΔΕΝ ΕΧΩ ΤΩΡΑ ΚΑΙΡΟ.
Στον Αρχία, βασιλιά της Θήβας, ένα βράδυ, ενώ διασκέδαζε με τους φίλους του, ένας αγγελιαφόρος έφερε ένα γράμμα εξαιρετικά επείγον. Εκείνος όμως δεν έδωσε σημασία και το άφησε κατά μέρος λέγοντας: «Άυριον τα σπουδαία γράμματα. Τώρα δεν έχω καιρό». Την επομένη όμως ήταν πολύ αργά, γιατί με το γράμμα τον ειδοποιούσαν για μια συνωμοσία εναντίον του και εκείνος δεν έλαβε τα μέτρα του και έπεσε θύμα.
(Θησαυρός Γνώσεων και Ευσεβείας, Υακίνθου Γρατιανουπόλεως)
«Η κεφαλή ολόκληρη είναι άρρωστη κι όλη η καρδιά υποφέρει…» Ησαΐας 1:5-6
Η αιτία του κακού
Σ’ ένα χωριό ξέσπασε επιδημία τύφου. Έψαξαν πολύ και τελικά βρήκαν πως λίγο έξω από το χωριό ο κεντρικός σωλήνας που έφερνε το νερό στο χωριό είχε σαπίσει. Έσκαψαν και ανακάλυψαν πως από κάτω υπήρχε ένας παλιός εγκαταλειμμένος βόθρος από παλιό βουστάσιο. Το νερό περνούσε από εκεί φέρνοντας στους κατοίκους το θάνατο. Είχαν βρει την αιτία του κακού.
Το ίδιο συμβαίνει και στην πνευματική ζωή μας. Οι σωλήνες της ανθρώπινης ζωής είναι γεμάτοι με το μικρόβιο της αμαρτίας. Ένα μικρόβιο που με τίποτα δεν εξουδετερώνεται παρά μονάχα με το λυτρωτικό αίμα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού. Αυτό είναι το μοναδικό φάρμακο και όσοι το δοκίμασαν βρήκαν τη γιατρειά τους. Το φάρμακο αυτό το προσφέρει δωρεάν ο χριστός σε κάθε άνθρωπο που Του το ζητάει με μετάνοια και πίστη.
Αν δεν το πήρες αυτό το φάρμακο, τίποτα δε σε γλιτώνει από τον αιώνιο θάνατο. Πάρε το σήμερα και ζήσε. Γιατί να μένεις νεκρός;
Σ.Α.Ι.
«Αφήστε τους αυτούς. Είναι τυφλοί οδηγοί τυφλών ανθρώπων. Κι όταν τυφλός οδηγεί τυφλό και οι δύο θα πέσουν σε λάκκο» Ματθαίος 15:14
Ένας πίνακας του Μπρυγκέλ, Φλαμανδού ζωγράφου του 16ου αιώνα, απεικονίζει πολλούς τυφλούς που περπατούν κρατώντας ο ένας το χέρι του άλλου ή στηριζόμενοι στα μπαστούνια τους. Πλησιάζουν σ’ ένα βάλτο μέσα στον οποίο ο πρώτος ήδη έχει πέσει, ενώ οι άλλοι, μη έχοντας συναίσθησι του κινδύνου, κινδυνεύουν κι εκείνοι να πέσουν μέσα. Το να είναι πολλοί μαζί, μπορεί να δίνει ένα αίσθημα ασφάλειας στους ανθρώπους, ενώ το αντίθετο θα έπρεπε να σκέφτονται. Ο Χριστός είπε: «Είναι πλατιά η πύλη και ευρύχωρος ο δρόμος που οδηγεί στο χαμό, και πολλοί είναι εκείνοι που μπαίνουν σ’ αυτήν» (Ματθ. 7:13). Ο δρόμος με το πολύ πλήθος μπορεί να αναγνωριστεί ως δρόμος της απώλειας. Βέβαια αν καταλήξεις στην κόλαση, δε θα είσαι εκεί μόνος, αλλά τις αιώνιες τύψεις σου θα τις υπομένεις εντελώς μόνος. Μην περιμένεις σ’ έναν τέτοιο τόπο κανένα είδος αλληλεγγύης και συμμερισμού. Άκουσε τώρα τον Ιησού που διακηρύττει: «Εγώ είμαι το φως του κόσμου. Όποιος ακολουθεί εμένα, δε θα περπατήσει στο σκοτάδι, αλλά θα έχει το φως της ζωής» (Ιωάν. 7:12).
Ξ.Π.
(Εκδόσεις «Ο Λόγος»)
ΈΝΑΣ Γέροντας Ερημίτης ξεκίνησε για το πιο κοντινό χωριό να πουλήσει τα πανέρια του.
Στον δρόμο που πήγαινε, τον βρήκε ο διάβολος κι απ’ την πολλή κακία που του είχε, άρπαξε τα πανέρια από τα χέρια του κι έγινε άφαντος.
Τότε ο Γέροντας, χωρίς να στενοχωρηθεί καθόλου, σήκωσε τα μάτια στον ουρανό και είπε:
- Σ’ ευχαριστώ, Θεέ μου, που με απάλλαξες από το φορτίο μου κι από τον κόπο να κατέβω στο χωριό.
Τότε ο διάβολος, μην υποφέροντας την αταραξία του Ερημίτη, του πέταξε κατάμουτρα τα πανέρια, φωνάζοντας:
- Πάρ’ τα πίσω, παλιόγερε.
Ο Ερημίτης τα μάζεψε πάλι και συνέχισε τον δρόμο του.
ΜΙΑ μέρα, που καθόταν έξω από την καλύβα του ο Αββάς Μωυσής με επτά από τους μαθητές του και συζητούσαν για πνευματικά ζητήματα, τους είπε ξαφνικά ο Γέροντας:
- Σήμερα θα μας επιτεθούν Βεδουίνοι. Σας συμβουλεύω λοιπόν να σηκωθείτε να φύγετε, για να σωθείτε.
- Εσύ, Αββά, τί θα κάνεις; τον ρώτησαν εκείνοι.
Ο Γέροντας φάνηκε μια στιγμή συνεπαρμένος από βαθιά συγκίνηση.
- Εγώ, τους είπε ύστερα από μικρή σιωπή, χρόνια τώρα περιμένω αυτή την ευλογημένη ώρα που θα εξιλεώσω τις περασμένες αμαρτίες μου. Πώς αλλιώς θα πραγματοποιηθεί ο λόγος του Δεσπότου μου «πάντες οι λαβόντες μάχαιραν εν μαχαίρα αποθανούνται» (Ματθ. κστ'52);
- Ούτε κι εμείς φεύγουμε τότε, του δήλωσαν μ’ ένα στόμα εκείνοι. Θα μείνουμε εδώ να πεθάνουμε μαζί σου.
- Εγώ δεν φέρω καμία ευθύνη. Γι’ αυτό ακριβώς σας το προείπα, τους αποκρίθηκε ο Όσιος. ας κάνει ο καθένας ό,τι νομίζει.
- Να, έφτασαν κιόλας οι βάρβαροι.
Την στιγμή εκείνη περικυκλώσανε την καλύβα άραβες ληστές κι έσφαξαν τον Άγιο Γέροντα και έξι από τους μαθητές του. Ο ένας πρόλαβε και κρύφτηκε. Έτσι, γλύτωσε την σφαγή και είδε επτά στεφάνια να στεφανώνουν τους Οσιομάρτυρες.
(Γεροντικό, Σταλαγματιές απο την Πατερική Σοφία, Θεοδώρας Χαμπάκη, Εκδόσεις Ορθοδόξου Χριστιανικής αδελφότητας "ΑΓΙΑ ΛΥΔΙΑ", σελ. 86-87)
114. Κατά την προσευχή, μας είναι απαραίτητο το ταπεινό φρόνημα. Αυτό το φρόνημα, όταν είναι γνήσιο και άδολο, κατατροπώνει τον εχθρό. Ώ, πόση κρυφή υπερηφάνεια είναι ταμιευμένη μέσα μας! Αυτό, δεν είναι για μένα. Το άλλο, μου είναι περιττό. Σ’ αυτό, δεν έφταιξα. Το εγώ μας είναι πράγματι ο πιο μεγάλος σοφιστής.
115. Κάθε αμάρτημα υπαγορεύεται από το ίδιο το κακό. Όποιος αμαρτάνει, είναι δούλος της αμαρτίας, βασανίζεται από την αμαρτία. Ας μην είμαστε λοιπόν τόσο αυστηροί κριταί όποιου αμαρτάνει, έχοντας υπ’ όψι μας την κοινή ανθρώπινη αδυναμία. Σπλαχνίσου τον αμαρτωλό, βλέποντάς τον σαν άρρωστο ή σαν άνθρωπο που έχασε τον δρόμο του και περπατεί μέσα στο σκοτάδι ή σαν βαρειά σιδηροδέσμιο ή σαν παράφρονα αξιολύπητο. Όλες αυτές οι ιδιότητες ταιριάζουν στον αμαρτωλό.
(Η εν Χριστώ ζωή μου - Αγ. Ιωάννου της Κροστάνδης, εκδόσεις Παπαδημητρίου, σελ. 67)
37. "Ως θρόνος περιέχεις τον Θεόν"
Η εικόνα του «Θρόνου» προέρχεται από το όραμα του προφήτου Ησαΐου: «Είδον τον Κύριον καθήμενον επί θρόνου υψηλού και επηρμένου» (στ΄ 1). Η ίδια εικόνα ενέπνευσε και τον υμνολόγο του Ακαθίστου: «Χαίρε θρόνε πύρινε του παντοκράτορος» (Ω) και τον υμνογράφο Κοσμά στον χριστουγεννιάτικο κανόνα: «Μυστήριον ξένον ορώ και παράδοξον! Θρόνον χερουβικόν την παρθένον»! (ΜΔ).
Η Θεοτόκος έγινε θρόνος του Θεού. Οι ειδωλολατρικοί λαοί έφτιαχναν τους θρόνους των θεών των, σμιλεύοντας το μάρμαρο, πελεκώντας το βράχο ή το ξύλο. Όταν όμως «ήλθε το πλήρωμα του χρόνου» και ο Θεός αποκάλυψε στους ανθρώπους το «μυστήριον χρόνοις αιωνίοις σεσιγημένον» (Ρωμ. ιστ΄ 23), τότε οι άνθρωποι είδαν ότι ο «Θεός ουκ εν χειροποιήτοις ναοίς κατοικεί» (Πραξ. ιζ' 24) και δεν κάθεται πάνω σε πέτρινους ή ξύλινους, αλλά σε λογικούς και έμψυχους θρόνους. Πρώτος απ’ αυτούς υπήρξεν η Θεοτόκος που αξιώθηκε να γίνη έμψυχος θρόνος του ενανθρωπήσαντος Δεσπότου.
Με την εκλογή της Θεοτόκου, έδειξε ο Θεός ότι, για θρόνο Του θέλει τον ίδιο τον άνθρωπο και όχι τα άψυχα κτίσματα. «Δος μοι, υιέ, σην καρδίαν» (Παρ. ηγ' 26). «Δος μου αυτό που είσαι και όχι αυτό που έχεις», ζητάει ο Θεός από τον άνθρωπο. «Δος μου ό,τι είναι δικό σου και όχι ό,τι είναι ξένο για σένα». Χρειάσθηκε να ζήση πολλές χιλιάδες χρόνια ο άνθρωπος για να μάθη το δύσκολο μάθημα της προσφοράς του εαυτού του στον Θεό. Η Θεοτόκος άνοιξε την νέα εποχή της ιστορίας, όπου οι άνθρωποι καλούνται να προσφέρουν τον εαυτό τους θρόνο και κατοικία του Θεού. «Καθώς είπεν ο Θεός ότι ενοικήσω εν α υ τ ο ί ς και εμπεριπατήσω» (Β' Κορ. στ' 16).
39. «Νεφέλη ολόφωτε, η τους πιστούς απαύστως επισκιάζουσα»
Ο υμνωδός δανείζεται την εικόνα απ’ τον προφήτη Ησαΐα: «πάντα τα περικύκλω (Σιών) σκιάζει νεφέλη... και πάση τη δόξη σκεπασθήσεται και έσται... εν σκέπη» (δ' 5 – 6) για να προεικονίση την ακαταμάχητη σκέπη και προστασία της Θεοτόκου. Στην Π. Διαθήκη, εξάλλου, η Θεοτόκος προτυπώνεται επανειλημμένα ως «νεφέλη», κάθε φορά υπό διαφορετική σημασία. Έτσι στην «νεφέλη» της Εξόδου προτυπώνεται η Παναγία η Οδηγήτρια: «Ο Θεός ηγείτο (των Εβραίων), ημέρας μεν εν στύλω νεφέλης, δείξαι αυτοίς την οδόν» (ιγ' 21). Ενώ στον Ησαΐα πάλι η Θεομήτωρ προεικονίζεται σαν «κούφη νεφέλη» (= ελαφρυά και ευκίνητη), σε σχετική προφητεία της φυγής εις Αίγυπτον: «Ιδού Κύριος καθήται επί νεφέλης κούφης και ήξει εις Αίγυπτον και σεισθήσεται τα χειροποίητα της Αιγύπτου από προσώπου αυτού» (ιθ 1. βλ. και Ακάθιστον Υμνον, Ωδή δ' και Οίκον Λ).
Η Θεοτόκος υπήρξε η κατ’ εξοχήν προστάτις και οδηγήτρια των πιστών.
Σήμερα, η ανθρωπότης ζητάει καταφύγιο και προστασία κάτω – αλλοίμονο! – από την «πυρηνική ομπρέλλα»! Εμείς όμως οι ορθόδοξοι Έλληνες που πολύ πρόσφατα, το 1940 – 48, γνωρίσαμε την ακαταμάχητη Σκέπη της Παναγίας δεν έχομε κανένα λόγο ν’ αμφιβάλλωμε για την προστασία της Θεομήτορος. Αυτή υπήρξε η Οδηγήτρια και η Προστάτις του Έθνους μας. Σ’ αυτήν και τώρα ας στηρίξωμε τις ελπίδες μας για προστασία και καθοδήγησι.
Έχοντές σε, Θεοτόκε, ελπίδα και προστασίαν,
εχθρών επιβουλάς ου πτοούμεθα, ότι σκέπεις τας ψυχάς ημών
(Μητροπολίτου Αχελώου Ευθυμίου Στυλίου, "Η Πρώτη", εκδ. Γρηγόρη, σελ. 61-64)
112. Να είσαι όσο μπορείς πιο πράος, πιο ταπεινός και πιο απλός κατά τη συμπεριφορά σου και τις σχέσεις σου προς τους άλλους. Πρόσεχε όμως από την υποκρισία της κούφιας ταπεινολογίας. Πρόκειται για ένα από τα μεγαλύτερα αμαρτήματα. Να παραδέχεσαι με βαθειά συναίσθησι και όχι απλώς να λες, ότι είσαι ο πρώτος των αμαρτωλών και άρα ο έσχατος των ανθρώπων. Από την υπερηφάνεια προέρχεται η αυτοϊκανοποίησις, η ψυχρότης και η ανειλικρίνεια στη συμπεριφορά μας ή προς όσους δεν είναι σε θέσι να ικανοποιήσουν τη δική μας ανάγκη.
113. Πόσο δυσκίνητοι είμαστε στο καλό και πόσο επιρρεπείς στο κακό! Τώρα θέλω να κάμω καλό στον εχθρό μου, αλλά πριν ετοιμάσω γι’ αυτό την καρδιά μου, γίνομαι κακός. Θέλω να είμαι υπομονετικός, αλλά πριν στερεώσω την καρδιά μου στην υπομονή, με κυριεύουν η ανυπομονησία και η έξαψις. Θέλω να είμαι ταπεινός, αλλά ο εωσφορικός εγωϊσμός κατέχει μέγα μέρος της καρδιάς μου. Θέλω να είμαι ελεήμων και σπλαχνικός, αλλά η απληστία και η φιλαργυρία, σαν πεινασμένα θηρία, με εμποδίζουν. Θέλω να είμαι απλός, αληθινά πιστός, αλλά η αμφιβολία με κλυδωνίζει δεινά. Θέλω να είμαι συγκεντρωμένος στην προσευχή, απορροφημένος από τη λατρεία, αλλά η απροσεξία και η περιπλάνησις της σκέψεως δεν με αφήνουν να το επιτύχω. Θέλω να αποσπασθώ από τα γήϊνα αγαθά, να είμαι εγκρατής στην τροφή και στο ποτό, αλλά μόλις βρεθώ μπροστά σ’ ένα τραπέζι με ελκυστικά εδέσματα και ποτά, απλώνω το χέρι μου σ’ αυτά, υποδουλωμένος στις απατήσεις του σαρκίου. Εύκολα τρώγω και πίνω πιο πολύ από ό,τι είναι ανάγκη και ξεχνώ την ωφέλεια της νηστείας.
Έτσι, μοιάζω με τον αδύναμο σωματικά άνθρωπο, που κειτόταν στο κρεββάτι του παράλυτος επί τριάντα οκτώ έτη και βρέθηκε πολλές φορές μπροστά στη στέρνα της Βηθεσδά, που γιάτρευε όποιον προλάβαινε να μπη σ’ αυτήν μετά το ανατάραγμα των νερών της από τον Άγγελο, αλλά, «ενώ ήρχετο εκείνος, άλλος προ αυτού κατέβαινε» (Ιω. ε’ 7). Και όταν, όντας σαν παράλυτος εξαιτίας των αμαρτιών μου, προσπαθώ να συνέλθω, να μετανοήσω, να βυθισθώ στα νάματα της μετανοίας και της ανανήψεως, κάποιος άλλος, ο Διάβολος και το κακό, με προλαβαίνει στην προσωπική μου κολυμβήθρα της Βηθεσδά, μην αφήνοντάς με να απολαύσω την Πηγή της Ζωής, τον Κύριο. Δεν με αφήνει να βυθισθώ στην εξαγνιστική πηγή της πίστεως, της ταπεινοφροσύνης, της συντριβής.
Ποιος μπορεί λοιπόν να με κάμη καλά; Ο Ιησούς χριστός μόνος. Όταν ακούση τη θερμή μου προσευχή, όταν δη τον πόθο μου να γίνω καλά από την πνευματική μου αρρώστια, θα μου πη: «Άρον τον κράββατόν σου και περιπάτει» (Ιω. ε’ 8). Και τότε θα σηκωθώ από το κρεββάτι της πνευματικής μου ασθενείας και θα περπατήσω. Η χάρις του Χριστού θα με ελευθερώση από τα πάθη μου και θα με αξιώση να βαδίσω στον δρόμο της αρετής.
(Η εν Χριστώ ζωή μου - Αγ. Ιωάννου της Κροστάνδης, εκδόσεις Παπαδημητρίου, σελ. 65-67)
Επιστολή στον σιδερά Ράντοσαβ Ι. για τον προδότη Ιούδα
Ρωτάς αν θα συγχωρεθεί στον Ιούδα η αμαρτία της προδοσίας του δασκάλου και Κυρίου Ιησού Χριστού!
Δεν ξέρω γιατί σε απασχολεί αυτό.
Δεν είναι μήπως πιο σημαντική μέριμνα, το να μην προδώσουμε εμείς τον Κύριο μας με τις κακουργίες μας;
Και δεν είναι περισσότερο σημαντικό το ερώτημα πώς εμείς να σώσουμε τις δικές μας ψυχές;
Αφού ιδού, το ρολόι του χρόνου μας γρήγορα μετρά τις μέρες και τις ώρες προειδοποιώντας μας για την σύντομο έξοδο από αυτό τον κόσμο.
Κι εμείς, όλοι θα βρεθούμε μπροστά στον αιώνιο Δικαστή, ο οποίος θα πει τη δική Του δίκαιη κρίση μπροστά σ’ όλους τους ουράνιους λαούς περί όλων εκείνων που πράξαμε σ’ αυτή τη ζωή.
Όταν οι άνθρωποι πηγαίνουν στη δίκη, ο καθένας σκέπτεται τις αμαρτίες του και τις αδικίες, και περί του πώς θα δικαιολογήσει τον εαυτό του μπροστά στο δικαστή.
Κανένας δεν έχει το χρόνο ούτε τη θέληση να σκέφτεται τις αμαρτίες του υπόλοιπου κόσμου, ούτε να μπαίνει στα μυστικά του νου του δικαστή που θα δικάζει.
Ποιος ξέρει πώς θα κρίνει ο αιώνιος Κριτής εμένα κι εσένα;
Μόνο ένα πράγμα είναι βέβαιο, ότι θα μας κρίνει κατά το δίκαιο και όχι κατά το άδικο.
Αλλά θα θέλαμε περισσότερο να μας κρίνει όχι κατά το δίκαιο αλλά κατά το έλεος.
Όμως μάταια.
Αυτός υποσχέθηκε να κρίνει κατά το δίκαιο.
Γι’ αυτό μας διακατέχει ο φόβος και το τρέμουλο.
Και γι’ αυτό εγώ δεν επιθυμώ ούτε σ’ εσένα ούτε σ’ εμένα ούτε σε κανέναν στον κόσμο, να βρεθεί στην πλευρά εκείνη όπου θα είναι ο προδότης Ιούδας.
Αφού ο Ιούδας είναι προδότης.
Αυτός είναι προδότης και του Θεού και των ανθρώπων και του εαυτού του.
Αυτός πρόδωσε τον Χριστό, πρόδωσε τους αποστόλους, πρόδωσε και τον εαυτό του ως άνθρωπο.
Τον Χριστό και τους αποστόλους πρόδωσε στους Ιουδαίους ενώ τον εαυτό του στο διάβολο.
Αφού έχει λεχθεί: « Τότε εισήλθεν εις εκείνον ο σατανάς» ( Ιωάν.13,27).
Είναι δύσκολο να μετρηθεί όλο το βάθος του κακού που είχε κυριαρχήσει στον Ιούδα.
Αυτός ήταν άπιστος και φθονερός και κλέφτης και φιλάργυρος και υποκριτής και προδότης.
Τελικά απελπισμένος και αυτόχειρας.
Ο Υιός του Θεού αρκετές φορές τον προειδοποιούσε για να τραβηχτεί από τον ολέθριο δρόμο του αλλά αυτός παρέμενε ανένδοτος.
Ο Υιός του Θεού έδειχνε προς αυτόν την ίδια μέριμνα και αγάπη όπως και προς τους άλλους μαθητές, όμως αυτός στην αγάπη αποκρινόταν με μίσος.
Ο Υιός του Θεού κατέβηκε και του έπλυνε τα πόδια, ενόψει της ίδιας της προδοσίας και με το χέρι Του, του έδωσε μπουκιά ψωμιού βουτηγμένου στο αλάτι.
Με το ψωμί και το αλάτι εμείς υποδεχόμαστε τους υψηλούς φιλοξενουμένους.
Δεν είναι αλήθεια ότι ο Ιούδας ήταν προκαθορισμένος από τον Θεό να είναι προδότης όπως νομίζεις εσύ.
Εάν ήταν έτσι, γιατί ο Υιός του Θεού να προσπαθεί τόσο πολύ να αποτρέψει τον Ιούδα από την κακή πράξη;
Γιατί, πριν απ’ όλα να τον πάρει για μαθητή Του και να τον κρατά δίπλα Του τρία χρόνια;
Γιατί να ταπεινώνεται μπροστά του, να κατεβαίνει και να του πλένει τα πόδια;
Γιατί από το άγιο χέρι Του να του δίνει ψωμί και αλάτι;
Διαβάζοντας στην ψυχή του Ιούδα την κακή πρόθεση, ο Κύριος τα έκανε όλα για να τον σώσει από την αιώνια καταστροφή. Αν και έχει λεχθεί ότι οι σκανδαλισμοί πρέπει να έρθουν, έχει λεχθεί ακόμα κι αυτό σαν αυστηρή προειδοποίηση: « Πλην ουαι τω ανθρώπω εκείνω δι’ ου το σκάνδαλον έρχεται» ( Ματθ.18,7).
Ο σκανδαλιστής είναι ο ίδιος ο σατανάς και ως τέτοιος αυτός πρέπει να πράξει το έργο του.
Γι’ αυτό το σκάνδαλο πρέπει να έρθει μέσω αυτού και απ’ αυτόν.
Αλλά αλίμονο στον άνθρωπο ο οποίος θα παραδοθεί στο σατανά και θα γίνει το εργαλείο του.
Αλίμονο σ’ εκείνον ο οποίος αντίθετα από την αγάπη του Θεού δείχνει την αγάπη του προς τον αντίπαλο του Θεού.
Να προσεύχεσαι στον Θεό, να σε σώσει από τον σκανδαλιστή που σκανδάλισε τον Ιούδα και τους Ιουδαίους.
Να μη γίνεις ποτέ υπηρέτης και εργαλείο του σκανδάλου του.
Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς, « Δεν φτάνει μόνον η πίστη…». Ιεραποστολικές επιστολές Β΄, εκδ. « Εν πλω», 2008.
Όλα λοιπόν ας τα κάμνωμεν, ώστε να ημπορέσωμεν να έχωμεν πλησίον μας το άγιον Πνεύμα, και να τιμώμεν πάρα πολύ εκείνους που ωρίσθησαν να μεταδίδουν την ενέργειαν αυτού˙ διότι είναι μεγάλη η αξία των ιερέων. «Εκείνους που θα συγχωρήσετε», λέγει, «συγχωρούνται αι αμαρτίαι των».
Δια τούτο και ο Παύλος έλεγε, «Να υπακούετε και να υποτάσσεσθε εις τους προϊσταμένους σας», και να τους τιμάτε πάρα πολύ. Διότι συ μεν φροντίζεις δια τα ιδικά σου, και αν τα τακτοποίησης αυτά καλώς, δεν είσαι καθόλου υπεύθυνος δια τους άλλους, ο ιερεύς όμως και αν ακόμη τακτοποιήση καλώς τον ιδικόν του βίον, δεν δείξη όμως την πρέπουσαν φροντίδα δια σένα ή δι’ όλα τα μέλη του ποιμνίου του, θα οδηγηθή μαζί με τους πονηρούς εις την γέενναν και πολλές φορές χωρίς να προδίδεται από τους ιδικούς του, οδηγείται εις την καταστροφήν από σας, αν δεν ρύθμιση καλώς όλα εκείνα που έχουν σχέσιν με αυτόν. Γνωρίζοντας λοιπόν το μέγεθος του κινδύνου, ν’ αποδίδετε εις αυτούς πολλήν συμπάθειαν, πράγμα που και ο Παύλος υπηνίχθη, λέγων, ότι «αυτοί αγρυπνούν δια τας ψυχάς σας», και όχι απλώς αγρυπνούν, αλλά «ως άνθρωποι που θ’ αποδώσουν λόγον δια σας»˙ δια τούτο πρέπει αυτοί ν’ απολαύουν πολλής τιμής.
Εάν όμως μαζί με τους άλλους ενεργήτε και σεις εναντίον των, τότε ούτε και σεις θα ευρίσκεσθε εις καλήν κατάστασιν˙ διότι εν όσω ο κυβερνήτης ευρίσκεται εις κατάστασιν ευθυμίας, θα ευρίσκωνται και οι επιβάται εις ασφάλειαν, αν όμως τον περιφρονούν εκείνοι και κρατούν στάσιν εχθρικήν εναντίον του και έτσι τον ταλαιπωρούν, τότε ούτε και να επαγρυπνήση ημπορεί καθ’ όμοιον τρόπον, ούτε ν’ ασκήση καλώς το έργον του και χωρίς να το θέλη περιβάλλει αυτούς με άπειρα κακά. Έτσι και ο ιερεύς, αν μεν απολαύη της τιμής εκ μέρους σας, θα ημπορέση να τακτοποιήση και τα ιδικά σας θέματα καλώς, αν όμως τους στεναχωρήτε, εξασθενούντες την δύναμίν των, θα τους καταστήσετε μαζί με σας ευκολοπροσβλήτους εις τα κύματα και αν ακόμη είναι πάρα πολύ γενναίοι. Σκέψoυ τι λέγει ο Χριστός περί των Ιουδαιων˙
«Εις την έδραν του Μωϋσέως εκάθησαν οι γραμματείς και οι Φαρισαίοι. Όλα λοιπόν, όσα σας λέγουν να κάμνετε, να τα κάμνετε».
Τώρα όμως δεν ημπορούμεν να ειπούμεν, “Eις την έδραν του Μωϋσέως εκάθησαν οι ιερείς’, αλλ’ εις την έδραν του Χριστού˙” διότι ανέλαβον την συνέχειαν της διδασκαλίας εκείνου. Δια τούτο και ο Παύλος λέγει˙ «Είμεθα πρεσβευταί του Χριστού και είναι ωσάν να σας δίδη εντολάς ο Θεός δια μέσου ημών». Δεν βλέπετε που όλοι υποτάσσονται εις τους κοσμικούς άρχοντας, και εκείνοι ακόμη που είναι πολλές φορές ανώτεροι από εκείνους που τους δικάζουν και ως προς την καταγωγήν και ως προς τον βίον και ως προς την σύνεσιν; Αλλ’ όμως χάριν εκείνου που διώρισεν αυτούς δεν σκέπτονται τίποτε από αυτά, αλλά σέβονται την απόφασιν του βασιλέως, οποιοσδήποτε και αν είναι εκείνος που έλαβε την εξουσίαν.
Έπειτα, εάν άνθρωπος διορίση κάποιον, υπάρχει τόσος πολύς φόβος, την στιγμήν όμως που χειροτονεί ο Θεός και περιφρονούμεν τον χειροτονούμενον και τον υβρίζομεν και τον περιλούζομεν με άπειρα κακά, και, ενώ ελάβομεν την απαγόρευσιν να κρίνωμεν τους αδελφούς μας, ακονούμεν την γλώσσαν μας εναντίον των ιερέων. Και πώς αυτά είναι άξια απολογίας, όταν την μεν δοκόν εις τον οφθαλμόν μας δεν την βλέπωμεν, ενώ το καρφί του άλλου το περιεργαζόμεθα με όλην την κακίαν μας; δεν γνωρίζεις ότι καθιστάς φοβερώτερον το δικαστήριον εναντίον σου, δικάζων με αυτόν τον τρόπον; Και αυτά τα λέγω όχι επιδοκιμάζων εκείνους που ασκούν ανάξια την ιερωσύνην, αλλά και ευσπλαγχνιζόμενος αυτούς πάρα πολύ και δακρύζων δι’ αυτούς˙ δεν λέγω όμως ότι είναι δίκαιον δι’ αυτό να κρίνωνται από τους αρχομένους και μάλιστα από τους πάρα πολύ αφελείς˙ διότι, και αν ακόμη ο βίος αυτών είναι πάρα πολύ διεφθαρμένος, συ όμως, εάν προσέχης τον εαυτόν σου, δεν θα ζημιωθής ως προς τίποτε σχετικά με εκείνα που παρεδόθησαν εις αυτόν από τον Θεόν˙ διότι, εάν έκαμε την όνον να ομιλήση και εχάρισε μέσω μάντεως πνευματικάς ευλογίας και ενήργησε χάριν των Ιουδαίων που εξέκλινον με το ανόητον στόμα και την ακάθαρτον γλώσσαν του Βαλαάμ , πολύ περισσότερον δια σας που είσθε ευγνώμονες απέναντί του, και αν ακόμη οι ιερείς είναι πάρα πολύ φαύλοι, θα κάμη όλα εκείνα που θέλει και θα στείλη το άγιον Πνεύμα˙ διότι ούτε ο καθαρός προσελκύει το Πνεύμα εξ αιτίας της καθαρότητάς του, αλλ’ η χάρις είναι εκείνη που επιτελεί το παν’ διότι λέγει «Όλα είναι ιδικά σας, είτε ο Παύλος, είτε ο Απολλώς, είτε ο Κηφάς»˙ διότι εκείνα που έλαβεν ο ιερεύς, μόνον ο Θεός ημπορεί να τα δωρήση˙ και όπου και αν φθάση η ανθρώπινη φιλοσοφία, θα φανή κατωτέρα από εκείνην την χάριν.
Και αυτά τα λέγω, όχι δια να περνούμεν την ζωήν μας με ραθυμίαν, αλλά δια να μη επισωρεύετε πολλές φορές κακά εναντίον του εαυτού σας σεις οι αρχόμενοι, όταν μερικοί από τους προϊσταμένους σας δείχνουν ραθυμίαν. Και διατί λέγω τους ιερείς; Ούτε άγγελος, ούτε αρχάγγελος ημπορεί να κάμη κάτι σχετικά με εκείνα που δίδονται από τον Θεόν, αλλά τα πάντα γίνονται από τον Πατέρα, τον Υιόν και το άγιον Πνεύμα. Ο δε ιερεύς δανείζει την γλώσσαν του και δίδει το χέρι του˙ καθ’ όσον δεν θα ήτο δίκαιον εξ αιτίας της κακίας του άλλου να παραβλάπτωνται εκείνοι που προσέρχονται με πίστιν εις τα σύμβολα της σωτηρίας μας.
Γνωρίζοντες λοιπόν όλα αυτά, και τον Θεόν να φοβώμεθα και να τιμώμεν τους ιερείς αυτού, αποδίδοντες εις αυτούς όλην την τιμήν, δια να λάβωμεν πολλήν αμοιβήν εκ μέρους του Θεού και δια τα ιδικά μας κατορθώματα και δια την τιμήν μας προς εκείνους… (ΕΠΕ 14,713-717)
Ο ηγούμενος της Ι. Μονής Γρηγορίου Συμεών είχε απόλυτη εμπιστοσύνη στην προστασία του Αγίου Νικολάου. Πίστευε πως ο άγιος φροντίζει για τις ανάγκες της μονής περισσότερο από κάθε άλλον.
Κάποτε ζύγωνε η 6η Δεκεμβρίου και όλοι οι πατέρες βρίσκονταν σε συναγερμό. Με τη βοήθεια του Θεού όλες οι προετοιμασίες της πανηγύρεως πήγαν καλά. Μόνον οι μάγειροι ήταν ανήσυχοι, γιατί ακόμη δεν μπόρεσαν να προμηθευθούν ψάρια.
Το απόγευμα της παραμονής πλησιάζουν τον ηγούμενο.
-Γέροντα, του λένε, μήπως πρέπει να μαγειρέψουμε μπακαλιάρο; Αν είναι, να τον βάλουμε από τώρα στο νερό να ξαρμυρίση.
-Όχι! όχι! Μην το σκέπεσθε αυτό. Θα έχουμε φρέσκα ψάρια. Ο Άγιος Νικόλαος θα φροντίση.
Άρχισε στο μεταξύ η αγρυπνία. Απόδειπνο, εσπερινός, αρτοκλασία, εξάψαλμος, καθίσματα, το ένα διαδέχονταν το άλλο. Ανήσυχοι οι μάγειροι βρίσκουν πάλι τον ηγούμενο.
-Τώρα πια, γέροντα, ούτε μπακαλιάρο μπορούμε να έχουμε. Να βάλουμε φασόλια;
-Όχι! όχι! Θα έρθουν ψάρια.
Ήταν κάτι που δεν μπορούσαν να το καταλάβουν. Μα πώς θα έρθουν τα ψάρια; Και πότε θα έρθουν; Να, τώρα ο όρθρος έφτασε στη μέση! Πού τη στήριζε αυτή τη βεβαιότητα ο ηγούμενος;
Αυτά σκέπτονταν και ανησυχούσαν, ενώ ο χορός άρχισε να ψάλλη τους αίνους. Τότε κάποιες χαρούμενες φωνές ακούστηκαν στην αυλή. Ήταν ο αρσανάρης. Ασθμαίνοντας και συγκινημένος φώναζε:
-Πατέρες, κατεβήτε! Πάρτε καλάθια και κατεβήτε! Ο άγιος έκανε μεγάλο θαύμα!
Τι είχε συμβή; Ένα ορμητικό κύμα έφερε και έριξε πάνω στην παραλία πολυάριθμους ροφούς, εκλεκτούς και μεγάλους! Δώρο θεόσταλτο. Ολοζώντανο θαύμα του αγίου. Όλοι έμειναν κατάπληκτοι. Και πιο πολύ οι μάγειροι, οι οποίοι δεν ήξεραν τι να πρωτοθαυμάσουν: τη θαυματουργία του Αγίου Νικολάου ή την ακλόνητη πίστη του ηγούμενου;
Σε καμμιά άλλη εορτή δεν είχαν παρατεθή στην τράπεζα τόσο φρέσκα και νόστιμα ψάρια. Η πνευματική και η υλική ευλογία του αγίου σκορπίστηκε αυτή τη φορά πλουσιοπάροχα.
(Αθανάσιος Γρηγοριάτης)
("Χαρίσματα και Χαρισματούχοι", Ι. Μονή Παρακλήτου, τόμος Γ΄, σελ. 198-200)
Η καυχησιολογία
- Γέροντα, όποιος έχει υπερηφάνεια πάντοτε λέει το καλό που κάνει;
- Και να το πη και να μην το πή, τόχει μέσα του κρυφό καμάρι! Νά, αυτές τις μέρες ήρθε κάποιος να με δή. Μου μιλούσε συνέχεια για τον εαυτό του και κάθε τόσο πρόσθετε: «Εις δόξαν Θεού τα λέω». Έλεγε-έλεγε... «Εις δόξαν Θεού τα λέω». Με τρόπο του είπα: «Μήπως μπαίνει λίγο και η δόξα η δική σου;». «Ά, όχι, μου λέει, όλα εις δόξαν Θεού...». Και τελικά δεν είχε έρθει να μου πη κάτι που τον απασχολούσε, αλλά να μου διηγηθή τα κατορθώματά του «εις δόξαν Θεού...», ενώ στην πραγματικότητα όλα τα έλεγε για την δόξα την δική του.
Πάντως, όταν ο άνθρωπος κάνη γνωστό το καλό που κάνει και υπερηφανεύεται, πάντοτε το χάνει. Τότε και κουράζεται άσκοπα και κολάζεται. Κάποιος που επρόκειτο να γίνη ιερέας πήγε σε ένα απομονωμένο μοναστήρι να καθήση σαράντα μέρες πριν από την χειροτονία του. Στις τριάντα οκτώ όμως μέρες παρουσιάσθηκε κάποια ανάγκη και χρειάσθηκε να κατεβή στον κόσμο. Μετά έκανε το πάν να επιστρέψη, για να μείνη ακόμη δυο μέρες, γιατί πώς θα έλεγε ότι κάθησε στην έρημο σαράντα μέρες πριν από την χειροτονία του; Βλέπεις, και ο Μωυσής σαράντα μέρες κάθησε στο Σινά, πριν πάρη τις δέκα εντολές!... Έλεγε μετά παντού: «Εγώ πριν από την χειροτονία μου κάθησα στην ησυχία σαράντα μέρες». Έτσι έρχεται η Χάρις; Χίλιες φορές να καθόταν είκοσι μέρες ή δεκαπέντε ή να μην καθόταν ούτε μια μέρα, για να μη καυχιέται ότι κάθησε σαράντα μέρες. Τότε περισσότερη Χάρη θα είχε.
- Γέροντα, ο Απόστολος Παύλος λέει: «Ο κανχώμενος εν Κυρίω καυχάσθω». Αυτή η καύχηση μπορεί να έχη υπερηφάνεια;
- Όχι, πώς να έχη υπερηφάνεια; Αυτό έχει μια δοξολογία, μια ευχαριστία στον Θεό. Αν θεωρούμε μεγάλη τιμή και ευεργεσία που οικονόμησε ο Καλός Θεός να είμαστε Χριστιανοί, αυτή η καύχηση δεν έχει υπερηφάνεια. Όταν κάποιος, ας υποθέσουμε, θεωρή ευλογία και χαίρεται που ο Θεός οικονόμησε να έχη καλούς, ευλαβείς, γονείς, αυτό δεν σημαίνει ότι καμαρώνει κοσμικά, αλλά ότι έχει ευγνωμοσύνη προς τον Θεό.
(Αγἰου Παϊσἰου του Αγιορεἰτου Λὀγοι Ε῾. ΠΑΘΗ ΚΑΙ ΑΡΕΤΕΣ, σελ. 71-72)