Αυξομείωση μεγέθους γραμμάτων.
Κείμενα (blog) - Ιερός Ναός Αγίου Σώστη Νέας Σμύρνης
E-mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

   «(Συμβουλή σε μοναχούς για νέο Ηγούμενο) Κανείς σας λοιπόν να μη καταφρονεί την νεότητά του, τον άπλαστο λόγο και την άπλαστη διδασκαλία του· και αν ακόμη είναι απαίδευτος στον λόγο, δεν είναι και στην γνώσι της χάριτος. Διότι ο έμπρακτος λόγος, που κατέχει την άνωθεν χάρη, είναι σοφότερος από την μωραμένη σοφία των ανθρώπων, όπως ο ήλιος είναι λαμπρότερος και ανώτερος από τα άστρα» (19Α,143)
   «Τι λοιπόν λέγουν και οι αυτόπτες του λόγου (Απόστολοι) στις Διατάξεις των; Δεν είπαν, 'οποίον σου ομιλεί τον λόγο του Θεού να τον δοξάσεις, να τον μνημονεύεις δε ημέρα και νύκτα, να τον τιμήσεις δε σαν αυτόν που σου έγινε πρόξενος του ευ είναι; Διότι όπου είναι η διδασκαλία του Θεού εκεί παρευρίσκεται και ο Θεός (Διαταγαί Αποστόλων 8 9). Και πάλι· διότι, αν το ιερό λόγιο, λέγει περί των σαρκικών γονέων, τίμα τον πατέρα και την μητέρα σου, για να ευημερήσεις, και όποιος κακολογεί πατέρα ή μητέρα, να τιμωρείται με θάνατο, πόσο περισσότερο θα παραινέσει εμάς περί των πνευματικών γονέων μας ο λόγος να τους τιμούμε και να τους αγαπούμε ως ευεργέτες και πρεσβευτές προς Θεόν; Αυτούς που μας αναγέννησαν δι’ ύδατος, που μας γέμισαν άγιο Πνεύμα, που μας γαλακτοτρόφησαν με τον λόγο, που μας ανέθρεψαν με την διδασκαλία, που μας στήριξαν με τις νουθεσίες, που μας αξίωσαν του σωτηρίου σώματος και του τιμίου αίματος, που μας απάλλαξαν από τις αμαρτίες και μας κατέστησαν κοινωνούς και συγκληρονόμους της επαγγελίας του Θεού; Ευλαβούμενοι αυτούς να τους τιμάτε με παντοειδείς τιμές, διότι αυτοί έχουν λάβει από τον Θεό εξουσία ζωής και θανάτου’(Διαταγαί Αποστόλων 2,33)»(19Α,177-179)
    «Ο Κύριος δεν μακαρίζει τους απλώς διδάσκοντας αλλά εκείνους που προηγουμένως αξιώθηκαν δια της εκτελέσεως των εντολών και είδαν μέσα τους το λαμπρό φως του Πνεύματος ν’ αστράπτει και δι’ αυτού με αληθινή όραση και γνώση και ενέργεια τούτου, έμαθαν όσα πρέπει να πουν και να διδάξουν άλλους. Όπως λοιπόν είπαμε, οι επιχειρoύvτεc να διδάσκουν πρέπει να ανυψωθούν με αυτόν τον τρόπο, για να μη πλανήσουν και απωλέσουν και όσους πείθονται σ’ αυτούς και τους εαυτούς τους, μιλώντας για πράγματα που αγνοούν» (19Α,393-395)
    «Τίποτα άλλο λοιπόν δεν είναι η διαποίμανση, παρά η επιμέλεια των ποιμαινομένων με το λόγο και την διδασκαλία» (19Γ,211)
«Συ λοιπόν είναι δυνατό να ποιμαίνεις τα πρόβατά μου ευρισκόμενος σε οικία και σε δρόμο, σε κλίνη, σε στρώμα και σε τράπεζα· πώς είναι δυνατό αυτό; Διδάσκοντάς τα να διατηρούν αθόλωτη, ειλικρινή και αδίστακτη την προς εμένα πίστη τους, να μ’ αγαπούν δηλαδή με όλη την ψυχή και την διάνοιά τους, όπως τους αγάπησα κι εγώ. Διότι γι’ αυτούς πρόσφερα την ζωή μου και πέθανα. Τοποθέτησε εμπρός τους αντί νομής αλόγου την ζωοποιό τροφή των εντολών μου· δίδαξέ τους με την πραγμάτωση και εκπλήρωση αυτών να μεταλαμβάνουν από αυτές· νουθέτησε και παρακάλεσέ τους να πληρούνται μ’ αυτόν τον τρόπο συνέχεια, ώστε να είναι πάντοτε κορεσμένοι από αυτές και γεμάτοι από τα αγαθά μου» (19Γ, 213)
    «Αδελφοί και πατέρες, θέλω να σας μιλήσω για όσα συμβάλλουν στην ωφέλεια της ψυχής και, μάρτυς μου ο Χριστός η αλήθεια, ντρέπομαι την αγάπη σας, διότι γνωρίζω την αναξιότητά μου. Γι’ αυτό άλλωστε πάντοτε ήθελα να σιωπώ, όπως γνωρίζει ο Κύριος, και να μη σηκώνω καθόλου το βλέμμα μου για να δω πρόσωπο ανθρώπου· διότι έχω μέσα μου την συνείδηση να με κατακρίνει που αναξίως ορίσθηκα εγώ να είμαι προϊστάμενος όλων σας, σαν να γνώριζα την οδό, εγώ που δεν γνωρίζω τι είναι στα πόδια μου, που ούτε πλησίασα ακόμη την οδό που οδηγεί προς τον Θεό. Γι’ αυτό λοιπόν δεν είναι μικρή και ασήμαντη η λύπη που με κατέχει, για το ότι, ενώ προκρίθηκα εγώ ο ταπεινός να οδηγώ σας τους τιμιότατους, τους όποιους έπρεπε μάλλον εγώ να είχα οδηγούς, ως ο τελευταίος όλων σε χρόνο και ηλικία, δεν έχω τον μαρτυρημένο από τις πράξεις του βίου μου λόγο να συμβουλεύω σας και να σας υπενθυμίζω τα σχετικά με τον νόμο και το θέλημα του Θεού, αφού και από αυτά για τα οποία θέλω να σας μιλώ, δεν γνωρίζω να έχω εφαρμόσει ποτέ τίποτε. Γνωρίζω όμως ακριβώς ότι ο Κύριος και Θεός μας δεν μακαρίζει απλώς τον λέγοντα αλλά τον και πράξαντα πριν από τον λόγο διότι, λέγει, «μακάριος είναι αυτός που έπραξε και δίδαξε· αυτός θα ονομασθεί μέγας στη βασιλεία των ουρανών». Διότι, τέτοιον διδάσκαλο ακούοντας και οι μαθητές, γίνονται πρόθυμοι να τον μιμηθούν, και δεν δέχονται τόσο την ωφέλεια από τους λόγους του, όσο διεγείρονται από τις καλές πράξεις του και αναγκάζονται να πράττουν τα ίδια· αυτό το πράγμα εγώ δεν το βλέπω στον εαυτό μου, διότι δεν έχω την συνείδηση ότι υπάρχει μέσα μου κάποιο αγαθό. Αλλά θερμώς σας παρακαλώ όλους, αγαπητοί αδελφοί μου, να μη παρατηρείτε τον απρόσεκτο βίο μου, αλλά τα προστάγματα του Κυρίου και τις διδασκαλίες των αγίων πατέρων μας»(19Γ,301-303)
    «Αδελφοί και πατέρες, χρέος είχα βέβαια να σιωπώ διαπαντός, ώστε να μπορώ να κλαίω τα δικά μου κακά, και να μην επιχειρώ καμία φορά το έργο του διδασκάλου ούτε να κατηχώ την αγάπη σας ή τελείως να μην υποδεικνύω σε άλλους τους δρόμους της σωτηρίας. Όχι διότι αυτό το πράγμα είναι τελείως αντίθετο με την εντολή του Θεού, μάλλον είναι ευπρόσδεκτο απ’ αυτόν, αλλ’ επειδή συμβαίνει να είμαι εγώ ανάξιος για τέτοιο πνευματικό εγχείρημα, γι’ αυτό και φοβήθηκα ο άθλιος, μήπως λεχθεί και για εμένα ευστοχότατα ο Δαβιτικός εκείνος λόγος· «στον αμαρτωλό είπε ο Θεός Γιατί εσύ διηγείσαι τα δικαιώματά μου και πιάνεις στο στόμα σου την διαθήκη μου;» (19Γ,517)
    «Αυτός απορρίπτει στα νώτα του τους λόγους του Θεού και εκτελεί τα δικά του θελήματα, ή καλύτερα του διαβόλου. Αυτά και εγώ ο ταλαίπωρος εφαρμόζω πρώτος και ευρίσκομαι μέσα σε λάκκο βορβόρου, και επειδή έχω συναίσθηση των κακών μου, φωνάζω δυνατά από κάτω και απευθύνομαι προς όλους εκείνους που περνούν απ’ έξω λέγοντας· ‘Μακριά όσο μπορείτε, αδελφοί, απ’ αυτόν τον φοβερότατο λάκκο· βαδίζετε την ευθεία οδό, που είναι ο Χριστός. Και κανένας να μη παρεκκλίνει δεξιά ή αριστερά και πέσει εδώ μαζί με εμένα τον πανάθλιο και δυστυχισμένο και στερηθεί μαζί με τα επίγεια και τα ουράνια αγαθά’»(19Γ, 519)
    «Τώρα όμως που πρόκειται να έλθω στις αποδείξεις των πραγμάτων και που βιάζομαι ο άλογος και αμαθής ν’ αναλάβω τον αγώνα του λόγου, σας παρακαλώ θερμά όλους σας να συμπροσευχηθείτε, ώστε, λάμποντας λαμπρότερα επάνω μου η χάρη του αγίου Πνεύματος, να μου φωτίσει τελείως την διάνοια και τον νου και να μου δώσει να πω κάτι αξίως, όχι εξ’ αιτίας της δικής μου αξίας, αλλά για χάρη της δικής σας ωφέλειας, ψιθυρίζοντας κατά κάποιον τρόπο η ίδια τους λόγους στο αφτί, φέγγοντας με το φως της, υποδεικνύουσα όλα όσα προείπαμε»(19Γ,523)
    «Αδελφοί και πατέρες, θα έπρεπε να μην τολμώ να σας μιλώ καθόλου, ούτε να παίρνω θέση διδασκάλου μπροστά στην αγάπη σας. Αλλ’ επειδή γνωρίζετε ότι, όπως ακριβώς το όργανο, που κατασκευάσθηκε από τον τεχνίτη, ολοκληρώνει τον ήχο και γεμίζει τις ακοές όλων με γλυκύτατη μελωδία, όχι όταν αυτό θέλει, αλλ’ όταν γεμίσουν οι σωλήνες από τον αέρα και όταν παίζεται με τα δάχτυλα του τεχνίτη με ρυθμό, έτσι πρέπει να εννοήσετε ότι συμβαίνει και με εμένα και να μη δυσαρεστείσθε από αυτά που πρόκειται να λεχθούν, αποβλέποντας στην ταπεινότητα του οργάνου»(19Δ,35)
    ««Εφ΄ όσον κάνατε κάτι στον καθένα απ’ αυτούς τους ελάχιστους, σ’ εμένα το κάνατε». Και δεν το είπε αυτό ο Κύριος μόνο για τους φτωχούς, όπως νομίζουν μερικοί, και για όσους στερούνται τη σωματική τροφή, αλλά και για όλους τους άλλους αδελφούς μας, που δεν λειώνουν από έλλειψη άρτου και ύδατος, αλλ’ από αδράνεια και ανυπακοή στις εντολές του Κυρίου (διότι όσο πιο τιμιότερη είναι η ψυχή από το σώμα, τόσο και η πνευματική τροφή γίνεται αναγκαιότερη από τη σωματική) και νομίζω ότι γι’ αυτήν μάλλον λέγει ο Κύριος «πείνασα και δεν μου δώσατε να φάγω, δίψασα και δεν με ποτίσατε» , παρά για τη σωματική τροφή που φθείρεται» (19Δ,37)
    «Να προσέχει λοιπόν ο καθένας στην ανάγνωση. Διότι οι λόγοι των άγιων είναι λόγοι του Θεού και όχι ανθρώπων. Να βάλει αυτούς τους λόγους μέσα στην καρδιά του και να τους τηρεί ασφαλώς, επειδή οι λόγοι του Θεού είναι λόγοι ζωής και αυτός που τους έχει μέσα του και τους φυλάσσει, έχει ζωή αιώνια. Όταν κάθεστε σε πολυτελή τράπεζα συχνά, δεν νομίζω ποτέ κανείς σας από αδιαφορία να νύσταξε τελείως και να μη έλαβε όχι μόνο όσα του αρκούσαν, αλλά πιστεύω ότι απήλθε παίρνοντας με ζήλο τροφές και για την αυριανή ημέρα και ότι προθυμοποιήθηκε να δώσει αυτές σε φίλους ή φτωχούς. Όπου όμως προσφέρονται λόγοι ζωής που κάνουν αθάνατους τους τρεφόμενους από αυτούς, πες μου, επιτρέπεται σε κανένα να κοιμάται και να ραθυμεί ή να νυστάζει και να ροχαλίζει σαν ζωντανός νεκρός; Πω-πω ζημιά! Πω-πω αναισθησία και νωθρότητα! Αυτός που κάθεται σε τράπεζα και δεν έχει όρεξη για τα προσφερόμενα, είναι φανερό ότι στερείται τη φυσική του υγεία. Έτσι και αυτός που ακούει θεία ανάγνωση και δεν εντρυφά με άφατη ευχαρίστηση ψυχικώς και με άυλη όρεξη αΰλως τα άυλα και θεία λόγια, και δεν γεμίζει από τη γλυκύτητά τους νοερώς όλες τις αισθήσεις του, είναι ασθενής στην πίστη και τελείως άγευστος από τις πνευματικές δωρεές, δηλαδή λειώνει από πείνα και δίψα, αν και βρίσκεται μέσα σε πολλά αγαθά. Όπως δηλαδή ο νεκρός, που, ενώ περιβρέχεται με νερό, δεν το αισθάνεται, έτσι και αυτός, ενώ περιλούεται από τα ζωηρά και θεία νάματα του λόγου, δεν τα αισθάνεται» (19Δ,85)
    «Αδελφοί και πατέρες, επειδή εγώ είμαι συνεχώς ασθενής και στην ψυχή και στο σώμα εξαιτίας της πλανεμένης και αδιάφορης προαιρέσεως και διαθέσεως, ήθελα να σιωπώ και να εξετάζω μόνο όσα αφορούν εμένα, μέχρις ότου νικήθηκαν οι κινήσεις του κακού λογισμού και υποτάχθηκαν στον ανώτερο λογισμό και έτσι απόλαυσα πλήρως την ειρήνη του πνεύματος, διότι ελευθερώθηκα από την ενόχληση του χοϊκού και γήινου φρονήματος και εισήλθα στο λιμάνι της μακάριας αναπαύσεώς μας. Αλλ’ επειδή εκλέχθηκα από σας για να είμαι κεφαλή του αγίου σας σώματος, είμαι υποχρεωμένος να οικοδομώ την αγάπη σας· η σωτηρία της αδελφότητάς σας με αναπαύει, διότι, αν και είμαι κι εγώ ασθενής στην ψυχή, εσείς διαζώσεσθε με τις ευχές του πατρός μου και πατρός σας. Λοιπόν τώρα, αν και δεν είμαι σε θέση ούτε το στόμα μου ν’ ανοίξω, με μεγάλη δυσκολία μπόρεσα να γράψω τον λόγο και να διδάξω την αδελφότητά σας, παρακαλώντας με ικεσία πολλή την αγάπη σας, να εύχεσθε, ως αληθινοί δούλοι του Χριστού και φιλάδελφοι, για την αθλιότητά μου, μήπως σωθώ και εγώ ο ίδιος μαζί με εσάς, πορευόμενος την οδό των εντολών του Θεού, και συναυλισθώ με εσάς τους αγαπητούς μου αδελφούς. Σας παρακαλώ και σας ικετεύω στο όνομα του Ιησού Χριστού να προσέχετε τον εαυτό σας και ο καθένας να φρονεί τη σωφροσύνη και να μη φρονεί διαφορετικά από ό,τι πρέπει να φρονεί, ούτε να βλέπει τον δικό μου αφρόντιστο και ανάλαφρο βίο, αλλά ν’ ακολουθείτε τα βήματα του Κυρίου και Σωτήρα μας Ιησού Χριστού, στον οποίο οφείλουμε ν’ απολογηθούμε, τον δίκαιο και αδέκαστο κριτή. Δώστε μου αυτή την καύχηση, ότι εγώ, που μόνος μου έπεσα εξαιτίας της αμέλειάς μου στο βάραθρο του άδη, εσάς, με τη δυνατή μου φωνή σας άρπαξα από την παγίδα. Αν και έχω πολλούς λόγους να θρηνώ για την αδιαφορία μου, όμως αρκούμαι και μόνο να βλέπω εσάς να πετάτε ψηλά πάνω από τις παγίδες του διαβόλου» (19Δ,89-91)
    «Γι’ αυτό παρακαλώ την αγάπη σας, πατέρες μου άγιοι και δούλοι του Θεού, να μη παρακούσετε τους λόγους εμού του αναξίου πατρός σας, ούτε τα λόγια μου να φανούν μπροστά σας ως φλυαρία. Διότι, αν και είμαι ασθενής και γεμάτος από μύρια αμαρτήματα, όμως προσέξτε και εξετάστε με ακρίβεια, ότι τίποτε δεν σας συμβούλευσα έξω από τις εντολές του Θεού και τις θείες Γραφές. Κάνετε λοιπόν καλή αρχή και δώστε μου μικρή ευκαιρία, για να σηκώσω ψηλά το κεφάλι, αφού ενισχυθώ με τις άγιες ευχές σας, και τρίψω την όψη μου και νίψω τους οφθαλμούς μου και εγερθώ από τον βαθύ ύπνο της αδιαφορίας και έναντι των αγαθών τα οποία προσφέρετε σε εμένα τον τιποτένιο δούλο σας, αν και όχι αξίως, να ανταμείψω την αγάπη σας, κατά τη δύναμή μου, με αγαθούς λόγους, από τους όποιους η χάρη του Θεού δίδει με το άνοιγμα του ακαθάρτου στόματός μου. Ναι, αδελφοί μου, σας θερμοπαρακαλώ, μη παραβλέψετε την παράκλησή μου, αλλά, όπως από ημιθανή και τελείως άλαλο μου επιτρέψατε να μιλώ μπροστά στην τιμιότητά σας, έτσι χαρίστε μου και το θέλημά σας, ώστε να ζήσετε εσείς με την εκκοπή του [του θελήματός τους] την ζωή των μαρτύρων και αθλοφόρων του Χριστού, ενώ εγώ από σήμερα θα προσπαθήσω ακόμη προθυμότερα να προσφέρω για χάρη σας σε εκούσιο θάνατο όλη μου την ψυχή και το σώμα» (19Δ,103-5)
    «(συμβουλή σε Ηγούμενο) Σου είναι αρκετό μία φορά το μήνα να εξέρχεσαι για να εκτελείς τις αναγκαιότερες διακονίες και υποθέσεις της ποίμνης σου, ενώ τις άλλες ας τις κάνουν οι διακονητές, διατηρώντας εσένα απερίσπαστο, ώστε να αφοσιώνεσαι με προσευχή στη διακονία του λόγου και στη φροντίδα των αδελφών» (19Δ,199)
    «Ούτε να λησμονήσεις την καλή συμβουλή που σου έδωσα εγώ ο αμαρτωλός. Δεν τα έπραξα βέβαια εγώ αυτά, ούτε σου τα είπα από πείρα δικής μου πράξεως, αλλά μου τα έδωσε να σου τα πω η χάρη του Θεού για σένα και τη σωτηρία σου» (19Δ,431)
    «Όπως κάποιος φιλάδελφος φτωχός, που ζήτησε και έλαβε νομίσματα από κάποιον φιλόχριστο και ελεήμονα, τρέχει με χαρά προς τους όμοιους με αυτόν φτωχούς και το αναγγέλλει λέγοντας κρυφά προς αυτούς· ‘Τρέξτε με βιασύνη κι εσείς για να πάρετε’, δείχνοντας με το δάχτυλο και υποδεικνύοντάς τους εκείνον που του έδωσε το νόμισμα, και αν δυσπιστούν ανοίγει την παλάμη και το δείχνει, ώστε, αφού πιστέψουν, να βιασθούν να προλάβουν γρήγορα εκείνον τον ελεήμονα άνθρωπο, έτσι λοιπόν κι εγώ ο ταπεινός, ο φτωχός και γυμνός από αγαθό και δούλος της αγιωσύνης όλων σας, έχοντας πείρα από τη φιλανθρωπία και τη μεσιτεία του Θεού, επειδή προσήλθα προς αυτόν με μετάνοια και με μεσιτεία του αγίου Συμεών (του Ευλαβούς), του πατέρα μου και πατέρα σας, και έλαβα τη χάρη εγώ ο ανάξιος κάθε χάριτος, δεν μπορώ τη χάρη αυτή να την κρύψω μόνος στον κόλπο της ψυχής, αλλ’ αναγγέλλω τις δωρεές του Θεού σ’ όλους εσάς τους αδελφούς και πατέρες μου και σας φανερώνω ποιο είναι το τάλαντο που μου δόθηκε, όσο είναι αυτό που έχω, και με το λόγο σαν επάνω στην παλάμη το απογυμνώνω και σας λέγω όχι μυστικά και κρυφά, αλλά φωνάζοντας με μεγάλη φωνή· ‘Τρέξτε, αδελφοί, τρέξτε’· και δεν φωνάζω μόνο, αλλά και δείχνω τον δωρητή Δεσπότη, προβάλλοντάς σας πάλι αντί το δάχτυλο, τον λόγο. … δεν ανέχομαι να μη πω όσα είδα και όσα στην πράξη και με θεία εμπειρία θαυμάσια γνώρισα, αλλά τα διακηρύσσω και σ’ όλους τους υπόλοιπους σα να βρίσκομαι ενώπιον του Θεού, λέγοντας με μεγάλη φωνή· ‘Τρέξτε όλοι προτού κλεισθεί με τον θάνατο η θύρα της μετάνοιας» (19Δ,479, 481)
    «Δώσε τα λόγια μου έργα να τα κάνω, ω δημιουργέ και πλάστη μου και Θεέ μου! Γιατί όσα λέω αν δεν γίνονται έργα, χάλκινο είμαι κύμβαλο που μάταια ηχεί» (19Ε,69,στίχ.30-33)
    «[ο Χριστός στο Συμεών] Την αρετή όποιος δεν ποθεί μήτε την κατορθώνει, κι αθέλητα δεν σώζεται, μην ψάχνεις παραπέρα. Εσύ να σώσεις κοίταξε κι αυτούς οπού σ’ ακούνε, αν τύχει κι εύρεις άνθρωπο στη γη οπού ν’ ακούει, αυτιά να ’χει και προσοχή στα λόγια σου να δίνει.[ο Συμεών] - Έτσι θα κάνω, Κύριε, όπως μου έχεις ορίσει, αλλά και τη βοήθειά σου και τη δική σου χάρη χάρισε στον ανάξιο σου τον δούλο σου, Θεέ μου» (19ΣΤ,231)
(Η συλλογή των κειμένων έγινε από τον π. Νικόλαο Πουλάδα)

   «Είναι αδύνατο και την σάρκα να γεμίζης με χορταστικά φαγητά και πνευματικά να απολαύσεις της νοεράς και θείας καλωσύνης. Διότι όσο θεραπεύσει κανείς την κοιλιά, τόσο θα στερήση τον εαυτό του εκείνης της καλωσύνης· όσο δε βασανίση το σώμα, άλλο τόσο θα χορτάση πνευματική τροφή και παρηγοριά» (τ. 19Α, σ. 417).

   «Όποιος κυοφορεί τον φόβο του θανάτου βδελύσσεται κάθε βρώση και πόση και ωραίο ένδυμα, και δεν τρώγει άρτο, δεν πίνει ύδωρ ηδονικά· προσφέρει δε στο σώμα τα αναγκαία, όσα μόνο αρκούν για την συντήρηση. Απαρνείται κάθε δικό του θέλημα» (τ. 19Α, σ. 483).

   «Νηστεύουμε; Ασφαλώς για να περιστείλουμε τις κινήσεις της σάρκας και να καταστήσουμε μαλακότερη την καρδιά» (τ. 19Γ, σ. 33).

   «Αυτός που επιθυμεί πολλά και πολυτελή φαγώσιμα είναι γαστρίμαργος, έστω και αν λόγω της πτωχείας τρέφεται μόνο με άρτο και ύδωρ» (τ. 19Γ, σ. 355).

   «Ο πονηρός, που πάντοτε φθονεί τα καλά, εισέρχεται στον κάθε πιστό χωρίς να γίνεται αισθητός, και έτσι, καταδεσμεύοντάς τον αοράτως με τη ραθυμία και αδιαφορία, τον πείθει ν’ απορρίψει από πάνω του με περιφρόνηση τον σωτηριώδη ζυγό της νηστείας και να επανέλθει στην προηγουμένη συνήθεια. Για το λόγο αυτό σήμερα υπενθυμίζω και παρακαλώ την αγάπη σας… να μη υπακούσει καθόλου στον κακοήθη, ούτε ν’ απαχθεί με την πονηρή συνήθεια της αχόρταγης γαστριμαργίας, ούτε να επιστρέψει προς την παλιά και χρόνια εκπλήρωση των πονηρών επιθυμιών, αλλά να τιμήσουμε και τη δεύτερη αυτή εβδομάδα των νηστειών όπως και την πρώτη, και κατά τον ίδιο τρόπο και τις λοιπές… Να μνημονεύει ο καθένας σας την ωφέλεια από τη νηστεία και ποιες δωρεές απόλαυσε από τον Θεό στις λίγες αυτές ημέρες και να γίνεται προθυμότερος στο μέλλον. Διότι αυτή η ιατρός των ψυχών μας έχει τη συνήθεια, σε άλλον να περιορίζει τις πυρώσεις και τις κινήσεις της σάρκας, σε άλλον να μαλακώνει το θυμό, σε άλλον ν’ αποδιώκει τον ύπνο, σε άλλον να ξυπνάει την προθυμία, σε άλλον να καθαρίζει το νου και να τον καθιστά ελεύθερο από πονηρούς λογισμούς, σε άλλον να δαμάζει την αδάμαστη γλώσσα και να την κατευθύνει με το φόβο του Θεού σαν χαλινάρι και να μη την αφήνει καθόλου να προφέρει λόγους αργούς ή κακούς. Σε άλλον σκεπάζει αφανώς και σταματά τους περιπλανώμενους οφθαλμούς και δεν τους αφήνει να περιφέρονται με περιέργεια εδώ και εκεί, αλλ’ ετοιμάζει τον καθένα να παρατηρεί τον εαυτό του και τον διδάσκει να θυμάται τα δικά του αμαρτήματα και ελαττώματα. Η νηστεία σιγά σιγά αραιώνει και διώχνει το νοητό σκότος και κάλυμμα της αμαρτίας που απλώνεται πάνω στην ψυχή, όπως ακριβώς ο ήλιος την ομίχλη. Η νηστεία μας κάνει ικανούς να βλέπουμε νοερώς τον πνευματικό αέρα μέσα μας, όπου δεν ανατέλλει, αλλά μόνιμα λάμπει ο άδυτος ήλιος Χριστός ο Θεός μας. Η νηστεία, λαμβάνοντας συνεργό την αγρυπνία και εισερχόμενη μέσα μας, μαλακώνει τη σκληράδα της καρδιάς και κάμνει να αναβλύζουν πηγές κατανύξεως αντί της μέχρι τότε κραιπάλης, πράγμα το οποίο, παρακαλώ, αδελφοί, να φροντίσουμε ο καθένας μας να γίνει και σε μας… χωρίς νηστεία από κανένα δεν κατέστη ποτέ δυνατό να επιτευχθεί κάτι ούτε απ’ αυτά ούτε από τις άλλες αρετές. Διότι η νηστεία είναι αρχή και θεμέλιο κάθε πνευματικής εργασίας. Όσα λοιπόν οικοδομήσεις πάνω σ’ αυτό το θεμέλιο, γίνονται άπτωτα και ακατάλυτα, επειδή είναι κτισμένα πάνω σε στερεά πέτρα. Εάν όμως σηκώσεις αυτό το θεμέλιο και στη θέση του βάλεις τον κορεσμό της γαστέρας και τις άτοπες επιθυμίες, αυτά παρασύρονται σαν άμμος από τους πονηρούς λογισμούς και το ποτάμι των παθών και καταστρέφεται όλη η οικοδομή των αρετών… τρώγοντας, χωρίς να το καταλάβει, γίνεται τροφή του πονηρού. Διότι η νηστεία είναι νόμος θείος και αυτούς που τολμούν να τον παραβαίνουν ο διάβολος τους παραλαβαίνει και τους μαστιγώνει σαν δήμιος, αν και όχι αμέσως ούτε την ίδια ώρα, επειδή ο Θεός μας δείχνει μακροθυμία και περιμένει τη μετάνοιά μας» (τ. 19Δ, σελ. 77,79,81).

   «Διότι γνωρίζετε ότι, αφού πέρασε η πρώτη εβδομάδα, εκείνοι νομίζουν ότι διήλθε όλη η άγια Τεσσαρακοστή. Και όχι μόνο το πιστεύουν αυτό, αλλά και το λένε φανερά μεταξύ τους και προς όλους. Για εμάς όμως, αδελφοί μου, υπάρχει φόβος, και μάλιστα ο μεγαλύτερος φόβος, μήπως εκλάβομε και εμείς τα πράγματα όπως αυτοί και συμφωνήσουμε μεταξύ μας και φανούμε αρνητές της υποσχέσεώς μας… Παρακαλώ, μη λησμονήσετε την παθοκτόνο νηστεία, την καθαρτική εγκράτεια» (τ. 19Δ,σελ. 93-5,99).

   «(Μιλά ο Πνευματικός του στον όσιο ΣυμεώνΝα γνωρίζεις, τέκνο, ότι ούτε με τη νηστεία, ούτε με την αγρυπνία, ούτε με σωματικό κόπο, ούτε με κάποια άλλη από τις δεξιές πράξεις χαίρεται, και εμφανίζεται ο Θεός, παρά μόνο στην ταπεινή και απερίεργη και αγαθή ψυχή και καρδιά. Όταν λοιπόν εγώ άκουσα αυτά, θαύμασα για το λόγο και την συμβουλή του αγίου, και φλεγόμενος ακόμη περισσότερο και φέροντας στη μνήμη μου όλες τις αμαρτίες με την ταχύτητα του νου σαν σε ριπή, περιελουζόμουν με τα δάκρυα και πέφτοντας στα πόδια του αγίου τα κράτησα και είπα ‘Να εύχεσαι για μένα, άγιε του Θεού, να βρω έλεος μέσω σου, επειδή από όσα είπες αγαθά, τίποτε δεν μου δόθηκε, παρά μόνο πολλές αμαρτίες, τις οποίες γνωρίζεις και εσύ ο ίδιος’»(τ. 19Δ, σελ. 149-151).

   «Ποιο επίσης είναι το όφελος της νηστείας, πες μου, εάν δεν συνοδεύεται από πραότητα;» (τ. 19Δ, σ. 349).

ΠΡΟΣΘΗΚΗ (από άλλα θέματα που σχετίζονται με το παρόν)

«Γι’ αυτό όταν στις αρχές της μοναχικής του ζωής έφθασε η αγία τεσσαρακοστή των νηστειών, ενώ ήταν ακόμη άπειρος της ασκήσεως, παρεκάλεσε τον Συμεών να του επιτρέψει να περάσει ολόκληρη την πρώτη εβδομάδα εντελώς άσιτος. Ο δε άγιος ήταν μεν φυσικά χαρούμενος βλέποντας την θέρμη της προθυμίας του και τον παρακινούσε προς ασκητικούς αγώνες, δεν ήθελε όμως ν’ ακολουθεί ο Αρσένιος (μαθητής του οσίου Συμεών) το ατομικό του θέλημα, αλλά μάλλον με την εκκοπή του θελήματος να κερδίσει τα μεγαλύτερα και τελειότερα. Γι’ αυτό δεν συγκατένευσε στο θέλημά του. Εκείνος όμως ήταν ένθερμος σ’ αυτό και επέμενε ζητώντας να πληρωθεί η αίτησή του και να μη εμποδισθεί από το εγχείρημα. Επειδή δε πολλές φορές του ανέκοψε την ορμή ο μακάριος, αυτός δε άλλες φορές επέμενε να ζητή να γίνη το θέλημά του, λέγει προς αυτόν "Αρσένιε, καλό και πολύ επωφελές θα ήταν να μην ακολουθής το ατομικό σου θέλημα, αλλά μάλλον να πειθαρχής στις εντολές μου· επειδή όμως κατά την κρίσι σου θεώρησες ότι σου είναι ωφέλιμο να εκτελέσης το δικό σου θέλημα, εγώ, αν και αθέλητα, σου επιτρέπω να εκτελέσης την επιθυμία σου. Κύτταξε όμως τι πρόκειται να πάθης και ποιο καρπό θα τρυγήσης από την απείθειά σου". Είπε, και όταν ήλθε η πρώτη εβδομάς ο Αρσένιος επιδόθηκε ακρίτως στους τελειοτέρους αγώνες με θερμή διάθεση, ενώ ήταν ακόμη εισαγωγικός. Όταν δε μετά την ενάτη ώρα όλοι οι άλλοι εισέρχονταν στην τράπεζα για το δείπνο, αυτός έμενε άσιτος βλέποντας το παράδειγμα του Συμεών και θέλοντας να μιμηθεί τούτον. Κατά την αγρυπνία της Τετάρτης, στεκόμενος ανάμεσα στον χορό που έψαλλε πίπτει επί της γης ύπτιος, σαν πτώμα παρακοής και υπόδειγμα στους άλλους φοβερότατο. Όπως δε το είχε προβλέψει ο άγιος και είχε παραγγείλει σ’ έναν από τους μαθητάς να έχη πρόχειρο δοχείο με οίνον και λίγον άρτο, ένευσε να τα φέρη στο μέσο της ακολουθίας του άρθρου· και όταν έγινε αυτό, πρόσταξε να σηκώσουν τον Αρσένιο και να τον θρέψουν με αυτά. Εκείνος δε αφού εγεύθηκε εσηκώθηκε γεμάτος αισχύνη, άκουσε δε από τον μακάριο τους λόγους· "εάν ήσουν σε όλα όμοιος με τους αδελφούς, Αρσένιε, δεν θα πάθαινες τίποτε ανόμοιο από αυτούς στην αγρυπνία· επειδή όμως από οίηση και απείθεια έσπευσες να επιτύχης προώρως το περισσότερο και να εξασφαλίσης το πρωτείο κατά των άλλων, δικαίως αστόχησες και στο μικρότερο". Από τότε καταλαμβάνει τον Αρσένιο όχι τυχαία μεταμέλεια, ώστε από συνείδησι της εντροπής να φθάση στο βάθος της ταπεινώσεως» (τ. 19Α, σελ. 111-113).

   «Κάποτε παρουσιάσθηκαν στον μακαρίτη (όσιο Συμεών) φίλοι του. Επειδή δε ένας από αυτούς χρειαζόταν να φάγη κρέας λόγω σωματικής νόσου, και μάλιστα κρέας από περιστεράκια, παρήγγειλε ο συμπονετικός και μακάριος Συμεών να ψηθούν τα πτηνά και να προσφερθούν στον έχοντα ανάγκη. Καθώς δε έτρωγε ο ασθενής, ο Αρσένιος που καθόταν κι αυτός στην τράπεζα τον κύτταζε σκυθρωπός. Αντιλήφθηκε λοιπόν ο μακάριος την διάθεσί του αυτή και θέλοντας να τον διδάξη να προσέχει μόνο τον εαυτό του και να μη νομίζη ότι υπάρχουν φαγώσιμα που με την μετάληψή τους μιαίνουν (διότι, λέγει, "όλα είναι καθαρά για τους καθαρούς" και "δεν υπάρχει τίποτε από τα εισερχόμενα που μπορεί να μιάνη την ψυχή"), συγχρόνως δε να δείξη στους συνδαιτημόνες και το ύψος της ταπεινώσεώς του, ώστε να μάθουν ότι υπάρχουν ακόμη τέκνα υπακοής στον Θεό και αληθινοί εργάτες της αρετής, λέγει προς αυτόν· "για ποιον λόγο, Αρσένιε, δεν προσέχεις μόνο στον εαυτό σου και δεν τρώγεις σκυμμένος κάτω από τον άρτο σου, αλλά προσέχεις αυτόν που λόγω ασθενείας τρώγει κρέας; Κοπιάζεις με τους λογισμούς και νομίζεις ότι υπερβάλλεις εκείνον σ’ ευσέβεια, επειδή τρώγεις λάχανα και σπέρματα της γης και όχι σαν τους αετούς περιστέρια και πέρδικες; Δεν άκουσες τον Χριστό να λέγη ότι δεν είναι τα εισερχόμενα δια του στόματος που μιαίνουν τον άνθρωπο, αλλά τα εξερχόμενα από αυτόν, δηλαδή οι πορνείες, οι μοιχείες, οι φόνοι, οι φθόνοι, οι πλεονεξίες και τα λοιπά; Γιατί δεν είσαι συνετός; γιατί δεν βλέπεις και δεν σκέπτεσαι με γνώσι, αλλά κατέκρινες κατά διάνοια τόσο ασύνετα τον εσθίοντα, λυπούμενος τάχα την σφαγή των ορνίθων, και λησμόνησες αυτόν που είπε, ‘ο μη εσθίων να μη κρίνη τον εσθίοντα;’. Αλλά φάγε και συ από αυτά και μάθε ότι περισσότερη μίανση υπέστης από τον λογισμό παρά από την βρώσι των πτηνών". Και παίρνοντας ένα από τα πτηνά το έρριψε προς αυτόν ο άγιος παραγγέλλοντας να φάγει. Αυτός δε, καθώς ήκουσε τούτο, φοβούμενος το βάρος του επιτιμίου και γνωρίζοντας ότι η παρακοή της κρεοφαγίας είναι χειρότερη, βάλλοντας μετάνοια και ζητώντας το ‘ευλόγησε’, πήρε το πτηνό και άρχισε να το καταμασά και να το τρώγει με δάκρυα. Όταν δε ο άγιος είδε ότι είχε αρκετά εκλεπτύνει με τα δόντια την τροφή και τώρα επρόκειτο να την καταπιεί, λέγει, "αρκεί, πτύσε το τώρα διότι τώρα που άρχισες να τρώγεις και συ, όπως είσαι γαστρίμαργος, ούτε ολόκληρος ο περιστερώνας δεν μπορεί να σε χορτάση και να σου σταματήση την ορμή προς αυτό". Έτσι με το να μη αρνηθή την δοκιμή ο αοίδιμος μαθητής του μεγάλου τούτου πατρός, τήρησε την υπακοή, την οποία υποσχέθηκε ενώπιον του Θεού να φυλάξει μέχρι θανάτου» (τ. 19Α, σελ. 115-119).

   «Επειδή έφαγα πολύ κι’ εβάρυνε το στομάχι μου και παρακοιμήθηκα, κυρίευσε τον νου μου το πάθος και νικήθηκα· από το άλλο μέρος πάλι, επειδή εγκρατεύθηκα σε υπερβολικό βαθμό, κατέστησα τον νου μου σκοτεινό και δυσκίνητο και έτσι περιέπεσα στο ίδιο πάθος. Μερικές φορές μάλιστα συμβαίνουν αυτά στους αγωνιζομένους και από την κρασί του αέρος, δεν ξεύρω πώς να το πω, και από την αχλυώδη παχύτητα του νοτίου ανέμου» (τ. 19Α, σ. 437).

(ΕΠΕ, ΦΙΛΟΚΑΛΙΑ, Αγίου Συμεών του Νέου Θεολόγου)

(Η συλλογή των κειμένων έγινε από τον π. Νικόλαο Πουλάδα)

"Είχαν καταφύγει και σε ψυχιάτρους"
Και άλλοι, νέοι περισσότερο, "μπερδεμένοι" με ανατολικές θρησκείες
και διάφορες αιρέσεις, κατέφευγαν στο Γέροντα Πορφύριο
και ζητούσαν τη βοήθειά του. Καθώς ομολογούσαν,
με τις συμβουλές και την ευλογία του (τους "εσταύρωνε"),
γίνονταν καλά, ακόμα και από σωματικές ασθένειές τους,
εκτός από τις ψυχικές. Πολλοί είχαν καταφύγει πρίν και σε ψυχιάτρους,
χωρίς όμως να ιδούν καμιά ωφέλεια και θεραπεία,
πράγμα που βρήκαν στο Γέροντα Πορφύριο.
[Ί 124π.]


(Ανθολόγιο Συμβουλών, Άγιος Πορφύριος, εκδ. Ι. Μονή Μεταμορφώσεως, Μήλεσι, σελ.220-221)

Μνήμη θανάτου
-Γέροντα, τί πρέπει να σκέφτεται κανείς την ημέρα που γεννήθηκε;
-Να σκέφτεται την ημέρα που θα πεθάνη και να ετοιμάζεται για το μεγάλο ταξίδι.
-Γέροντα, όταν κατά την εκταφή βρεθή άλειωτο το σώμα του νεκρού,
αυτό οφείλεται σε κάποια αμαρτία για την οποία δεν μετάνοιωσε ο άνθρωπος;
-Όχι, δεν είναι πάντα αιτία κάποια αμαρτία.
Μπορεί να οφείλεται και σε φάρμακα που έπαιρνε ή στο χώμα του νεκροταφείου.
Όπως και νάναι όμως, όταν κάποιος βγή άλειωτος, εξιλεώνεται κάπως
με το ρεζίλεμα που παθαίνει μετά τον θάνατό του.
-Γέροντα, γιατί, ενώ ο θάνατος είναι το πιο σίγουρο γεγονός
για τον άνθρωπο, εμείς τον ξεχνούμε;
-Ξέρεις, παλιά στα Κοινόβια υπήρχε ένας μοναχός που είχε ως διακονία
να θυμίζη στους άλλους Πατέρες τον θάνατο. Περνούσε λοιπόν την ώρα
της διακονίας από όλους τους αδελφούς και έλεγε στον καθέναν: «Αδελφέ, θα πεθάνουμε».
Η ζωή είναι τυλιγμένη με την θνητή σάρκα.
Το μεγάλο αυτό μυστικό δεν είναι εύκολο να το καταλάβουν όσοι άνθρωποι
είναι μόνο «σάρκες», γι’ αυτό δεν θέλουν να πεθάνουν,
δεν θέλουν ούτε να ακούσουν για θάνατο. Έτσι ο θάνατος γι’ αυτούς
είναι διπλός θάνατος και διπλή στενοχώρια.
Ευτυχώς όμως ο Καλός Θεός οικονόμησε, ώστε να βοηθιούνται από μερικά πράγματα
τουλάχιστον οι ηλικιωμένοι, που φυσιολογικά είναι πιο κοντά στον θάνατο.
Ασπρίζουν τα μαλλιά, κόβεται το κουράγιο, οι δυνάμεις τους σιγά-σιγά
τους εγκαταλείπουν, αρχίζουν να τρέχουν τα σάλια, οπότε ταπεινώνονται
και αναγκάζονται να φιλοσοφούν πάνω στην ματαιότητα αυτού του κόσμου.
Και να θέλουν να κάνουν καμμιά αταξία, δεν μπορούν, γιατί όλα αυτά τους φρενάρουν.
Ή ακούν ότι κάποιος στην ηλικία τους ή και νεώτερος πέθανε, και θυμούνται τον θάνατο.
Βλέπουμε στα χωριά, όταν χτυπάη η καμπάνα για κηδεία,
οι ηλικιωμένοι που κάθονται στο καφενείο σηκώνονται, κάνουν τον σταυρό τους
και ρωτούν να μάθουν ποιός πέθανε και πότε γεννήθηκε.
«Ώ, τί γίνεται, λένε, φθάνει και η δική μας σειρά• όλοι θα φύγουμε από αυτόν τον κόσμο!».
Καταλαβαίνουν ότι τα χρόνια πέρασαν, ότι το σχοινί της ζωής τους άρχισε
να μαζεύεται και ο Πολυχρόνης πλησιάζει. Έτσι διαρκώς σκέφτονται τον θάνατο.
Πές σε ένα μικρό παιδί «κάνε μνήμη θανάτου», αυτό θα πη «τραλαλά»
και θα συνεχίση να χτυπάη το τόπι του. Γιατί το μικρό παιδί, αν το βοηθούσε
ο Θεός να καταλάβη τον θάνατο, θα απογοητευόταν το κακόμοιρο και θα αχρηστευόταν,
γιατί δεν θα είχε όρεξη για τίποτε. Γι’ αυτό οικονομάει ο Θεός σαν καλός Πατέρας
να μην καταλαβαίνη τον θάνατο και να παίζη ξένοιαστο και χαρούμενο το τόπι του.
Όσο περνάει όμως η ηλικία, σιγά-σιγά καταλαβαίνει και αυτό τον θάνατο.
Βλέπεις, και ένας αρχάριος μοναχός, ιδίως όταν είναι νέος,
δεν μπορεί να έχη μνήμη θανάτου. Σκέφτεται ότι έχει χρόνια μπροστά του
και δεν τον απασχολεί το ζήτημα αυτό. Θυμάστε και ο Απόστολος Πέτρος
που είπε: «Φωνάξτε τους νεανίσκους να πάρουν τον νεκρό Ανανία και την Σαπφείρα»;
Και στα μοναστήρια συνήθως τα νέα καλογέρια θάβουν τους νεκρούς.
Οι μεγάλοι συγκινημένοι ρίχνουν λίγο χώμα επάνω στο σώμα του νεκρού με ευλάβεια
και ποτέ στο κεφάλι. Έχω μια δυσάρεστη εικόνα από ένα μοναστήρι
όπου είχε πεθάνει ένας αδελφός. Την ώρα του ενταφιασμού, όταν έλεγε ο ιερεύς
«γή εί και εις γην απελεύσει», όλοι οι Πατέρες με πολλή ευλάβεια και συστολή
πήραν λίγο χώμα και το έρριξαν επάνω στην σορό του μοναχού,
όπως συνηθίζεται να γίνεται. Ένας νεαρός μοναχός μάζεψε το ζωστικό του,
πήρε το φτυάρι και απρόσεκτα και με ορμή έρριχνε πάνω στον νεκρό οτιδήποτε
εύρισκε μπροστά του, χώμα, πέτρες, ξύλα, πάφ-πάφ..., για να δείξη παλληκαριά!
Βρήκε την ώρα να δείξη την δύναμή του, την εργατικότητά του.
Δεν είναι ότι φύτευαν δένδρα ή γέμιζαν κάποιον λάκκο, για να μπή η καλωσύνη,
η θυσία, και να πή: «Οι άλλοι είναι γεροντάκια. Τί να περιμένω από αυτούς;
Ας δουλέψω εγώ». Οπότε θα κουραζόταν λίγο παραπάνω, για να ξεκουράση τους άλλους.
Εδώ και ένα ζώο να δη κανείς νεκρό, λυπάται, πόσο μάλλον να βλέπη τον αδελφό του
στον τάφο και με το φτυάρι να ρίχνη με μια ορμή και απρόσεκτα
πάνω στον νεκρό χώμα, πέτρες... Αυτό δείχνει ότι δεν είχε καμμιά συναίσθηση του θανάτου.

(Λόγοι Παϊσίου, τόμος Δ΄, Οικογενειακή Ζωή, Εκδ. Ιερού Ησυχαστηρίου "Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος", σελ. 254-255)

ΥΠΟΜΝΗΜΑ -Στο κατά Λουκάν Ευαγγέλιο-

Ερμηνεία πατερική & θεολογική του Ευαγγελίου του Λουκά
Το ερμηνευτικό Υπόμνημα του Π.Ν. Τρεμπέλα μεταφρασμένο στη νεοελληνική γλώσσα

Μετάφραση αρχιμ. Νικόλαος Πουλάδας

Κεφάλαιο 13
Στίχ. 18-21. Η παραβολή του σπόρου του σιναπιού και της ζύμης.
13.18 ῎Ελεγεν δε(1), Τίνι ὁμοία ἐστὶν ἡ βασιλεία τοῦ θεοῦ(2), καὶ τίνι ὁμοιώσω αὐτήν(3);
18 Έλεγε ακόμη ο Ιησούς: «Με τι μοιάζει η βασιλεία του Θεού και με τι να την παρομοιάσω;
(1) Υπάρχει και η γραφή έλεγε οὖν. Το οὖν (λοιπόν) των αλεξανδρινών χειρογράφων
σχετίζει τα λόγια αυτά με το γεγονός της υπερφυσικής θεραπείας που συντελέστηκε.
Συμπέρασμα που προκύπτει από το γεγονός αυτό είναι η δύναμη της βασιλείας του Θεού (g).
Το θαύμα αποδεικνύει, ότι η βασιλεία του Θεού άρχισε, αλλά η έκτασή της είναι ακόμη
μικρή και η χαρά που εκδηλώνει το πλήθος δεν παρασύρει σε άκαιρη και υπερβολική
αισιοδοξία Εκείνον, ό οποίος γνωρίζει, ότι για την επικράτησή της πρέπει
να υποστεί πάθος σταυρικό (L). Μπορεί παρ’ όλα αυτά να συνδεθεί η περικοπή
αυτή με τον στίχο 11 και να θεωρηθούν τα σχετικά με το γεγονός της θεραπείας
της συγκύπτουσας, ως διακοπή που παρεμβλήθηκε (p).
(2) Οι παραβολές του σιναπιού και της ζύμης αναφέρονται η μεν πρώτη
και από τους 3 συνοπτικούς (δες Ματθ. ιγ 31,32 και Μάρκ. δ 30-32 και τις εκεί ερμην.
σημειώσεις), ενώ η δεύτερη από τον Λουκά και τον Ματθαίο (ιγ 33).
Και οι 2 παραβολές εκθέτουν τις αφανείς αρχές, την βαθμιαία διάδοση
και την τεράστια ανάπτυξη της βασιλείας του Θεού (=της ορατής εκκλησίας στη γη ή του λόγου
της πίστης), η μία από τα έξω και η άλλη από τα μέσα.
Εξωτερικά η βασιλεία του Θεού θα επεκταθεί τελικά σε όλα τα έθνη·
εσωτερικά όμως θα μεταμορφώσει την όλη ζωή της ανθρωπότητας (p).
(3) Δύο ερωτήσεις και εδώ, όπως και στον Μάρκο, αλλά εδώ αυτές είναι πιο φυσικές
και περισσότερο ζυγισμένες (L).

Έλεγχος
με επιείκεια
Δεν πρέπει να κοροϊδεύουμε ούτε να ελέγχουμε, αλλά να νουθετούμε. Όχι να κατηγορούμε, αλλά να συμβουλεύουμε. Να μην επιτιθέμεθα με ζήλεια και μανία, αλλά να διορθώνουμε με φιλοστοργία. Διότι δεν κάνεις κακό στον άλλον, αλλά τον εαυτό σου παραδίνεις στη χειρότερη τιμωρία, αφού κρίνοντας τον άλλον, δεν τον σπλαχνίζεσαι για τα αμαρτήματά του. Όποιος κρίνει με σπλαχνικότητα και επιείκεια τα σφάλματα και τα αμαρτήματα των άλλων, αποταμιεύει με την κρίσι του αυτή μεγάλη για τον εαυτό του συγγνώμη. Δηλαδή, στον πορνεύοντα να μη του πω, ότι είναι κακό πράγμα η πορνεία, ούτε να διορθώσω αυτόν που κάνει αισχρές πράξεις; Και βέβαια να τον διορθώσης, όχι όμως σαν αντίπαλος, αλλά σαν γιατρός, που παρασκευάζει φάρμακα.
Ε.Π.Ε. 10,68-70
με αγάπη
Οι γιατροί καυτηριάζουν την πληγή και δεν κατηγορούνται γι’ αυτό, μολονότι μερικές φορές δεν πετυχαίνει η επέμβασίς τους. Οι άρρωστοι, έστω και αν πονάνε, που χειρουργούνται, θεωρούν τους γιατρούς ως ευεργέτες τους, κι ας τους προκαλούν πόνο. Πολύ περισσότερο πρέπει να αισθάνεται έτσι όποιος δέχεται έλεγχο για το καλό του. Να δέχεται τις επεμβάσεις του άλλου ως ιατρού και όχι ως εχθρού. Αλλά και όσοι ελέγχουμε, ας το κάνουμε με πολλή αγάπη, με πολλή σύνεσι.
Ε.Π.Ε. 18α,754
μεταξύ σου και αυτού
Όπως παραγγέλλει ο Χριστός, να μη διαπομπεύης με τον έλεγχό σου τον άλλον, αλλά πήγαινε μεταξύ σας να πήτε. Και πάλι όχι για να τον κατηγορήσης ούτε επεμβαίνοντας, αλλά μιλώντας του με πόνο και συμπάθεια για την αμαρτία του. Και συγχρόνως να είσαι και συ έτοιμος να παραδώσης το εαυτό σου σε έλεγχο, όταν διαπράττης κάποιο αμάρτημα.
Ε.Π.Ε. 18α,754
και εγκώμιο
Πλησίασε αυτόν που αμαρτάνει, και πες του κάποιο μικρό εγκώμιο, από τα αλλά, τα καλά που οπωσδήποτε έχει. Ανάμιξε το εγκώμιο με τους ελέγχους.
Ε.Π.Ε. 18α,760-762
προς διόρθωσι
Αν κάποιος είναι θρασύς και βρωμιάρης, δεν πρέπει να τον διορθώσουμε, ούτε να τον ελέγξουμε; Να τον ελέγξης και να τον διορθώσης, όχι όμως για να τον κατακρίνης. Πρόσεχε, μήπως κάνης ό,τι έκανε εκείνος ο Φαρισαίος και πάθης και συ τα ίδια.
Ε.Π.Ε. 18α,768
Προδρόμου
Ήθελε ο Πρόδρομος να διορθώση την κατάστασι δια του Ηρώδη. Γι’ αυτό εκείνον ήλεγξε. Και ούτε και αυτόν αυστηρώς ήλεγξε. Ο λόγος του Προδρόμου ήταν μάλλον διδακτικός, παρά ελεγκτικός· παιδαγωγικός, παρά τιμωρητικός· ρυθμιστικός, παρά ξευτελιστικός· διορθωτικός, παρά παρεμβατικός. Αλλά, όπως έχω πει, εχθρός στον κλέφτη είναι το φως, και ο άγιος είναι ανυπόφορος και μόνο που φαίνεται.
Ε.Π.Ε. 20,94
με τρόπο καλό
Με αυτό τον τρόπο, που μιλάει ο Παύλος, και ο έλεγχος γινόταν ευπρόσδεκτος, αλλά και το εγκώμιο δεν τους έκανε να επαναπαύωνται.
Ε.Π.Ε. 22,102
των δημοσίως αμαρτανόντων
Όπως ακριβώς είναι βλαβερό το να κατακρίνης απλώς, έτσι και το να μη τιμωρής για τα δημόσια αμαρτήματα. Διότι έτσι ανοίγεις δρόμο στους άλλους να επιχειρούν τα ίδια.
Ε.Π.Ε. 23,392
με παραμυθία μαζί
Ο έλεγχος αυτός καθ’ εαυτόν είναι αφόρητος, όταν δεν συνοδεύεται με παρηγοριά. Όπως ακριβώς συμβαίνει με την εγχείρησι. Αν και είναι σωτήρια, αν δεν υπάρχουν τα ανακουφιστικά, επειδή έχει πολλούς πόνους ο άρρωστος, δεν ανέχεται να τεμαχίζεται. Το ίδιο και εδώ.
Ε.Π.Ε. 23,634
ύβρις;
Δεν είναι πάντοτε κακό το να ελέγχης κάποιον· κακό είναι το να βρίζης (να κακολογής) χωρίς λόγο. Γι’ αυτή τη βρι¬σιά και ο Χριστός ώρισε τιμωρία (Ματθ. ζ'1). Διότι, οποίος στην κατάλληλη περίστασι με τον κατάλληλο τρόπο ελέγχει, μοιάζει με το γιατρό, που αποκόπτει στην κατάλληλη περίστασι και αφαιρεί με το νυστέρι τη σαπίλα.
Ε.Π.Ε. 33,372
και παραίνεσις
Συμβαίνει με τα τραύματα και τους γιατρούς το εξής: Τα πιο υποφερτά γιατρεύονται με ηπιώτερα φάρμακα. Τα σάπια όμως και τα ανίατα, που βλάπτουν και το υπόλοιπο σώμα, έχουν ανάγκη χειρουργικής επεμβάσεως και καυτηριάσεως. Κάτι τέτοιο συμβαίνει και με τα αμαρτήματα. Άλλα απαιτούν συνεχή νουθεσία και παράκλησι, αλλά όμως έχουν ανάγκη αυστηρών ελέγχων. Γι’ αυτό ακριβώς και ο απόστολος Παύλος έδωσε εντολή να μη συμβουλεύουμε πάντοτε, αλλά και να ελέγχουμε αυστηρά: «Για το λόγο αυτό, Τίτε, να τους ελέγχης πολύ αυστηρά».
Ε.Π.Ε. 34,158

(Χρυσοστομικό Λεξικό, αρχ. Δανιήλ Αεράκη, τόμος Β, σελ. 151-154)

 

421. Η ανεκλάλητος ειρήνη και γλυκύτης της ψυχής, που νοιώθουμε στην εκκλησία, ακούοντας τα μελωδικά άσματά της και τις θεόπνευστες ευχές των λειτουργών της, είναι μία πρόγευσις. Η πρόγευσις της απείρου χαράς που μας περιμένει στη βασιλεία του Θεού και που δεν θα έχει τέλος. Ας αγαπάμε θερμά τη θεία λατρεία, που τελείται στον ναό. Και ας μην ξεχνάμε, ότι επικαλούμενοι τους Αγίους με τα ονόματά τους, τους κινούμε να μεσιτεύουν για μας.

422. Μπαίνοντας στην εκκλησία για να προσευχηθούμε, πρέπει να ξέρουμε και να νοιώθουμε βαθειά, ότι είμαστε παιδιά του Ουρανίου Πατρός και μπαίνουμε στο σπίτι του. Πρέπει λοιπόν, εκεί μέσα, να μας διακατέχη αγάπη και ευγνωμοσύνη, η ευλάβειά μας να έχη για κύριο συστατικό της το υίικό φίλτρο «Ελάβατε Πνεύμα υιοθεσίας, εν ω κράζομεν· αββά ο Πατήρ» (Ρωμ. η’ 15).

(Η εν Χριστώ ζωή μου - Αγ. Ιωάννου της Κροστάνδης, εκδόσεις Παπαδημητρίου, σελ. 181-182)

419. Ο Σταυρός και το σημείο του Σταυρού είναι η δύναμις του Θεού. Ο Θεός βρίσκεται όπου και ο Σταυρός. Κατά όμοιο τρόπο, οι εικόνες του Κυρίου, της Θεοτόκου, των Αγγέλων και των Αγίων έχουν τη δύναμι του Θεού για τους αληθινά πιστούς και μπορούν να κάνουν θαύματα γι’ αυτούς. Γιατί; Γιατί, με τη χάρι του Θεού, ο Κύριος, η Παναγία Παρθένος, οι Άγγελοι, οι Άγιοι είναι, μέσω των εικόνων τους, κοντά μας. Πιο κοντά μας απ’ ό,τι και οι ίδιες οι εικόνες τους. Αλήθεια είναι αυτό. Το μαρτυρεί πολύ συχνά η πείρα.

420. Γιατί, όταν προσευχώμαστε άδολα για τον πλησίον μας, έχει τόσο μεγάλη δύναμι η προσευχή μας πάνω του; Αυτό συμβαίνει γιατί, με την προσευχή της αγάπης, γίνομαι ένα πνεύμα με τον Θεό και ενώνω, μαζί του και μαζί μου, επίσης τον αδελφό μου. Έτσι, το Άγιο Πνεύμα, ενεργώντας σ’ εμένα, ενεργεί συνάμα και στον πλησίον μου. «Εἷς ἄρτος ἕν σῶμα οἱ πολλοί ἐσμεν» (Α’ Κορ. ι’ 17). «Εν σώμα και εν πνεύμα» (Εφεσ. δ’ 4).

(Η εν Χριστώ ζωή μου - Αγ. Ιωάννου της Κροστάνδης, εκδόσεις Παπαδημητρίου, σελ. 181)

«Του επιτέθηκαν την νύκτα οι δαίμονες της δειλίας όταν προσευχόταν, αυτοί έσειαν το κελλί, προκαλούντες κρότους και φοβερές φαντασίες, όταν δε ετοιμαζόταν για ύπνο, του εμφανίζονταν σαν Αιθίοπες που εξέβαλαν πυρ από τα μάτια και τα στόματά τους, που φυσούσαν στο πρόσωπό του αναμμένα κάρβουνα, και γέμιζαν όλο το κελλί, και άλλοτε τέλος φαίνονταν ν’ αλαλάξουν με φλογερά όπλα και να καθιστούν πύρινο το έδαφος όπου ήταν ξαπλωμένος. Και αυτοί μεν έτσι ενεργούσαν τα συνήθη έργα τους, αυτός δε σηκωνόταν σε κάθε επίθεση και προσευχόταν· και εκείνοι ευθύς αμέσως τρέπονταν σε φυγή. Έπειτα τι; Εγκαινιάζουν άλλον αγώνα αυτοί που δεν γνωρίζουν ποτέ να ηρεμούν, και μάλιστα υπεισέρχονται ως ισχυρότεροι των άλλων οι δαίμονες της πορνείας. Από τότε κάθε νύκτα τον προσέβαλλαν με τις φαντασίες δύο ή τρεις φορές, ώστε να τραυματίσουν την καρδιά του τουλάχιστο με την επιθυμία ηδονικής μίξεως. Αυτός όμως έλαβε τόσο δυνατή χάρι από τον Θεό κατά δαιμόνων, ώστε και στον ύπνο ακόμη φερόταν ως εντελώς ξύπνιος και αντιμαχόταν προς αυτούς περισσότερο από όσο όταν ήταν ξύπνιος» (τ. 19Α, σελ. 61-3).

«Εσύ που φεύγεις τον κόσμο, κύτταξε να μη δώσεις από την αρχή την ψυχή σου σε παράκληση να εγκατασταθείς σ’ αυτόν, έστω και αν όλοι οι συγγενείς και φίλοι σε αναγκάζουν να το πράξης. Τούτο το υποβάλλουν οι δαίμονες, για να σβήσουν την θέρμη της καρδιάς σου· διότι και αν δεν μπορέσουν να εμποδίσουν τελείως την πρόθεσή σου, οπωσδήποτε θα την καταστήσουν χαυνότερη και ασθενέστερη. Όταν ευρεθής ανδρείος και ασυγκίνητος απέναντι σε όλα τα ευχάριστα του βίου, τότε οι δαίμονες, μεταστρέφοντας δήθεν σε συμπάθεια τους συγγενείς, τους κάνουν να κλαίουν και να θρηνούν για σένα ενώπιόν σου. Θα καταλάβης ότι τούτο είναι αληθινό, όταν εσύ μεν μείνης αμετάστροφος και σ’ αυτήν την επίθεσι, τους δε συγγενείς δεις να εξάπτονται ξαφνικά σε μανία και μίσος εναντίον σου, να σε αποστρέφονται σαν εχθρό και να μη θέλουν να σε βλέπουν. Βλέποντας την θλίψι που δοκιμάζουν για σένα οι γονείς και οι αδελφοί και οι φίλοι, να γελάς για τον δαίμονα που ποικιλοτρόπως υποκινεί να γίνονται αυτά εναντίον σου» (τ. 19Α, σ. 401).

     «Ξαναέρριψα πάλι τον εαυτό μου ο άθλιος σε λάκκο και σε λάσπη βόθρου αισχρών εννοιών και πράξεων· και αφού κατέβηκα εκεί, περιέπεσα στους κρυμμένους στο σκότος, από τους οποίους όχι εγώ μόνος μου, αλλ’ ούτε ολόκληρος ο κόσμος συναθροισμένος σ’ ένα δεν θα μπορούσε να με απαλλάξει ανεβάζοντάς με από εκεί και αποσπώντας με από τα χέρια τους. Όμως, ενώ κρατιόμουν εκεί ελεεινώς και αθλίως περισυρόμενος και συμπνιγόμενος και περιπαιζόμενος από αυτούς, εσύ ο εύσπλαχνος και φιλάνθρωπος Δεσπότης, δεν με παρείδες, δεν εμνησικάκησες, δεν αποστράφηκες την αγνώμονα γνώμη μου, δεν με άφησες επί πολύ να τυραννούμαι εθελουσίως από τους ληστάς»(19Α,571)

«Όσοι, λέγει, πρόκειται να μετανοήσουν είναι προορισμένοι, ενώ εγώ δεν ανήκω σ’ αυτούς. Γι’ αυτό ας μετανοήσουν εκείνοι, αυτοί δηλαδή που προγνώρισε, κι αυτοί που προόρισε. Πω-πω αναισθησία! Αλλά, ω ψυχή παρανοϊκή και χειρότερη κι από αυτούς τους δαίμονες! Πότε ακούσθηκε από εκείνους τέτοιος λόγος; Που ακούσθηκε ποτέ ότι ο δαίμων είπε πως ο Θεός είναι αίτιος της δικής του απωλείας; Ας μη κατηγορούμε λοιπόν τους δαίμονες· διότι να, η ψυχή του ανθρώπου επινοεί χειρότερες βλασφημίες από εκείνους» (τ. 19Β, σ. 239).

«Ότι ο διάβολος είναι άρχοντας του κόσμου και του αιωνίου σκότους, άκουσε τον ίδιο τον Χριστό που λέγει "να, ο άρχοντας αυτού του κόσμου έρχεται και δεν θα εύρει τίποτε σε μένα". Δεν λέγεται όμως άρχοντας ως εξουσιαστής ή δεσπότης του κόσμου (μακριά η βλασφημία! αυτός ούτε στους χοίρους δεν έχει την εξουσία), αλλά ως κυρίαρχος και εξουσιαστής αυτών που είναι προσηλωμένοι σ’ εκείνον δια της επιθυμίας των χρημάτων και των πραγμάτων του» (τ. 19Γ, σελ. 215-217).

«Κι ο ίδιος (ο διάβολος) με κυνήγησε με καυχησιές μεγάλες. Ήρθε και μ’ ηύρε μοναχό να κείτομαι απ’ τον πόνο (ενώ αγρυπνούσε ο Μωυσής [ο Πνευματικός του] με το Θεό μιλώντας), πρόσταξε να μου δέσουνε πόδια μαζί και χέρια· και νόμιζαν πως με κρατούν κι έπιασαν να με δένουν· κι εγώ γελούσα καταγής κι η προσευχή μου τ’ όπλο και το σημείο του σταυρού που τους εσκόρπιζε όλους. Ν’ αγγίξουν μη τολμώντας με ή καν να με ζυγώσουν, κάπου μακριά μου στέκοντας ελέγαν πως με φοβίζουν με τους δαυλούς που κράταγαν κι έλεγαν θα με κάψουν. Μεγάλες έβγαζαν κραυγές και προκαλούσαν χτύπους. Αλλά για να μην καυχηθούν πως κάτι μέγα εκάναν, φως μ’ είδαν με τις προσευχές να γίνω του πατρός μου (του Πνευματικού του) και ξαφνικά υποχώρησαν όλοι τους ντροπιασμένοι… Με ρώτησε (ο Πνευματικός του) για ό,τι έγινε και του τ’ ανέφερα όλα. Ήταν -του είπα- ο Φαραώ, ο άρχοντας της Αιγύπτου, οπού με αμέτρητο στρατόν ήρθε τη νύχτα τούτη, μα να με δέσει αδύνατο· θέλοντας να με κάψουν, φλόγα γενήκαν όλοι τους, όσοι είχαν ’ρθει μαζί του κι από το στόμα τους φωτιά πάνω μου σφεντονίζαν. Και σαν είδαν να γίνομαι φως με τις προσευχές σου -του είπα- όλοι σκότος έγιναν κι είμαι πια μόνος τώρα. Βλέπε, αποκρίθη ο Μωυσής (ο Πνευματικός του), αλλά μην πάρεις θάρρος, και μην κοιτάς τα φανερά, μα όσα κρυφά φοβήσου» (τ. 19Ε,235, στιχ. 195-208 & 237, στιχ. 211-220).

«Μα ο άρχοντας ας ντροπιαστεί ο δεινός και ψυχοφθόρος, βλέποντας μες στη φούχτα σου να μ’ έχεις, Δέσποτά μου, όπως και τώρα ούτε τολμά λίγο να με ζυγώσει, κοιτάζοντας τη χάρη σου τη θεία να με σκεπάζει» (τ. 19Ε, σ. 379, στιχ. 100-103)

«Στο δολερό εχθρό μου, που κάθε ώρα και στιγμή να μ’ απειλεί δεν παύει, να ωρύεται εναντίον μου, τα δόντια του να τρίζει, και να μου λέει· ‘Το θάρρος σου που έχεις, πώς να ξεφύγεις ελπίζεις απ’ τα χέρια μου και μ’ άφησες και πήγες στο Χριστό και τις εντολές πάτησες τις δικές μου; Μα δε μου φεύγεις έτσι ή αλλιώς· και που θα καταφύγεις; Δε θα μπορέσεις από εμέ ποτέ σου να ξεφύγεις, εμέ που απ’ τον παράδεισο έβγαλα Αδάμ και Εύα και που τον Κάιν έκανα φονιά του αδελφού του, που τότε στον κατακλυσμό όλους μαζί στην πλάνη και στον φριχτό το θάνατο να πέσουνε στο τέλος πανάθλιοι, ξεγελώντας τους με τις δικές μου απάτες, που το Δαβίδ παρέσυρα σε φόνο και μοιχεία, που σ’ όλους εξεσήκωσα πόλεμο τους αγίους και που θανάτωσα πολλούς, εσύ πώς έχεις θάρρος και να ξεφύγεις προσδοκάς έτσι ασθενής οπού είσαι;» (τ. 19ΣΤ, σ. 207, στιχ. 21-37).

« "Που ’ναι ο Χριστός σου; ας μην πει (ο Διάβολος στο Συμεών), που ’ναι ο βοηθός σου; Ο ίδιος δεν σε παρέδωσε στα χέρια τα δικά μου;" Κι αν μ’ απατήσει, ακόμα κι αν αιχμάλωτο με λάβει, στην προαίρεσή μου βέβαια κι ούτε στη ραθυμία δε θα το αποδώσει αυτό, αλλά θα το αναθέσει στο ότι μ’ εγκατάλειψες και τέτοια θα μου ψάλει· "Κοίταξε αυτόν όπου έλπισες, κοίτα σε ποιον επήγες, κοίτα ποιος σ’ αγαπά έλεγες και ποιος πώς σ’ αγκαλιάζει, και φίλο εσένα κι αδελφό και γιό και κληρονόμο καυχιόσουν πως σε πρόβαλλε, πως σ’ έχει αφήσει τώρα και πως στα χέρια εμέ του εχθρού σου σ’ έχει παραδώσει κι άξαφνα σ’ αποστράφηκε κι αίφνης σ’ έχει μισήσει". Ν’ ακούσω τέτοια λόγια μη, Σωτήρα μου, επιτρέψεις, και μην αφήσεις να γινώ, Θεέ μου, τ’ όνειδός σου» (τ. 19ΣΤ, σ. 209).

«Τα βλέπει τούτα ο εχθρός και λέει· ‘Δεν έχει σωτηρία για σένα, γιατί ξέπεσες κι έχασες κάθε ελπίδα, γιατί δεν έχεις στο Θεό όπως πρώτα παρρησία’. -Λόγο δε λέγω εγώ σ’ αυτόν, απαξιώ, Θεέ μου, φυσώ επάνω του κι ευθύς άφαντος από μπρος μου» (τ. 19ΣΤ, σ. 211, στιχ. 93-97).

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ (από άλλα θέματα που σχετίζονται όμως και με το θέμα «Διάβολος»)

«Καθώς δε προσευχόταν κάποτε την νύκτα μέσα στο παρεκκλήσι, όπου ήταν και σορός σωμάτων, ενώ κατά την συνήθεια είχε τις θύρες κλεισμένες, πλήθη απειλητικών δαιμόνων συρρέοντας όρμησαν κατά του παρεκκλησίου, και ωθώντας απότομα τις θύρες, τις άνοιξαν για να τον αρπάσουν, δημιουργώντας τόσον κρότον, ώστε να νομίση αυτός ότι οι θύρες συνετρίβηκαν από πρόσκρουσι προς τους τοίχους από την καθεμία πλευρά. Αυτός δε, κατειλημμένος από μεγάλο φόβο, σήκωσε τα χέρια προς τον ουρανό, για να επικαλεσθή την από εκεί βοήθεια. Καθώς λοιπόν το πνεύματα της πονηριάς τον είδαν να στέκεται πολλές ώρες έτσι αμετακίνητος, υπαναχώρησαν νικημένα. Αλλά από το πολύ τάνυσμα (άπλωμα) το χέρια του είχαν ξηραθή και δεν εκάμπτονταν, μόλις δε τα συνέστειλε με πολύν πόνο και είδε τις θύρες κλειστές, θαύμασε. Από τότε λοιπόν αποκτώντας περισσότερη ανδρεία κατά των δαιμόνων δεν λογάριαζε καθόλου την έφοδό τους, αφού βεβαιώθηκε ότι δεν έχουν καμμία ισχύ εναντίον μας, αν δεν εγκαταλειφθούμε από τον Θεό» (τ. 19Α, σ. 49).

«(ελέγχει τον ίδιο τον Πατριάρχη ο ΌσιοςΑναγνωρίζω την ευμενή σου προς εμάς διάθεση, δέσποτα. Αλλ’ ο φθόνος του Σατανά, δεν γνωρίζω πώς να το ειπώ, σου κατέστρεψε δυστυχώς τις διαθέσεις και κατέστησε πικρό το γλυκό και έκαμε σκότος το φως, όχι μόνο για μας αλλά και για όλους όσοι άκουσαν τα γενόμενα σε βάρος μας, σε όσα μέρη της γης έφθασε η φήμη τους» (τ. 19Α, σ. 219).

«Με πείραζαν στον ύπνο οι πονηροί δαίμονες και μ’ έσυραν με επινοήσεις προς το πάθος της ρεύσεως, εγώ δε αντιστεκόμουν ενεργώς κι επικαλούμουν σε βοήθεια εσέ τον Κύριο του φωτός, εξύπνησα, φεύγοντας σώος από τα χέρια των πειραστών μου. Καθώς δε εθαύμαζα μέσα μου την αντίστασι και την ανδρεία μου, μάλλον δε την ακινησία μου προς το πάθος, και σκεπτόμουν "από πού μου συνέβηκε αυτή η ασυνήθιστη νίκη, ώστε και κοιμώμενος να αντιμάχομαι και ισχυρότερος των αντιπάλων και εχθρών μου να γίνομαι και παραδόξως να κερδίζω εναντίον τους νίκη κατά κράτος δια Χριστού;", ώ του θαύματος, αυτόν που νόμιζα ότι είναι στον ουρανό τον είδα μέσα μου, εσέ δηλαδή τον Δημιουργό μου και βασιλέα Χριστό, και τότε αντιλήφθηκα ότι δική σου είναι η νίκη που μ’ έκανες να κερδίσω κατά του Διαβόλου» (τ. 19Α, σ. 559).

«Έτσι πια σαν ξαναφάνη (η ουράνια λάμψη) και την ένιωσα σ’ εμένα, διώχνει των δαιμόνων πέρα τις ορδές, διώχνει τη δειλία και μου φέρνει την ανδρεία» (τ. 19Ε, σ. 193, στιχ. 388-392).

(ΕΠΕ, ΦΙΛΟΚΑΛΙΑ, Αγίου Συμεών του Νέου Θεολόγου)

(Η συλλογή των κειμένων έγινε από τον π. Νικόλαο Πουλάδα)

«Ούτε να λησμονήσεις την καλή συμβουλή που σου έδωσα εγώ ο αμαρτωλός. Δεν τα έπραξα βέβαια εγώ αυτά, ούτε σου τα είπα από πείρα δικής μου πράξεως, αλλά μου τα έδωσε να σου τα πω η χάρη του Θεού για σένα και την σωτηρία σου» (τ. 19Δ, σ. 431).

«Όπως κάποιος φιλάδελφος φτωχός, που ζήτησε και έλαβε νομίσματα από κάποιον φιλόχριστο και ελεήμονα, τρέχει με χαρά προς τους όμοιους με αυτόν φτωχούς και το αναγγέλλει λέγοντας κρυφά προς αυτούς· ‘Τρέξτε με βιασύνη κι εσείς για να πάρετε’, δείχνοντας με το δάχτυλο και υποδεικνύοντάς τους εκείνον που του έδωσε το νόμισμα, και αν δυσπιστούν ανοίγει την παλάμη και το δείχνει, ώστε, αφού πιστέψουν, να βιασθούν να προλάβουν γρήγορα εκείνον τον ελεήμονα άνθρωπο, έτσι λοιπόν κι εγώ ο ταπεινός, ο φτωχός και γυμνός από αγαθό και δούλος της αγιωσύνης όλων σας, έχοντας πείρα από τη φιλανθρωπία και τη μεσιτεία του Θεού, επειδή προσήλθα προς αυτόν με μετάνοια και με μεσιτεία του αγίου Συμεών (του Ευλαβούς), του πατέρα μου και πατέρα σας, και έλαβα τη χάρη εγώ ο ανάξιος κάθε χάριτος, δεν μπορώ τη χάρη αυτή να την κρύψω μόνος στον κόλπο της ψυχής, αλλ’ αναγγέλλω τις δωρεές του Θεού σ’ όλους εσάς τους αδελφούς και πατέρες μου και σας φανερώνω ποιο είναι το τάλαντο που μου δόθηκε, όσο είναι αυτό που έχω, και με το λόγο σαν επάνω στην παλάμη το απογυμνώνω και σας λέγω όχι μυστικά και κρυφά, αλλά φωνάζοντας με μεγάλη φωνή· ‘Τρέξτε, αδελφοί, τρέξτε’· και δεν φωνάζω μόνο, αλλά και δείχνω τον δωρητή Δεσπότη, προβάλλοντάς σας πάλι αντί το δάχτυλο, τον λόγο. […] δεν ανέχομαι να μη πω όσα είδα και όσα στην πράξη και με θεία εμπειρία θαυμάσια γνώρισα, αλλά τα διακηρύσσω και σ’ όλους τους υπόλοιπους σα να βρίσκομαι ενώπιον του Θεού, λέγοντας με μεγάλη φωνή· ‘Τρέξτε όλοι προτού κλεισθεί με τον θάνατο η θύρα της μετάνοιας’» (τ. 19Δ, σ. 479, 481).

«Ναι, ξέρω καθώς πρόσταξες, πανεύσπλαχνε Θεέ μου, τον αδελφό απ’ το θάνατο να σώζουμε πως πρέπει κι από αμαρτίας το δάγκωμα, αλλά όχι με αμαρτία μαζί του να χαθώ κι εγώ - μ’ αυτό έχω πάθει ο δόλιος, και ραθυμώντας έπεσα θαρρώντας στον εαυτό μου - να σώσω εκείνον έπρεπε αλλά κι εμέ τον ίδιο· αλλιώς επάνω ας έμενα αυτόν που έπεσε να κλαίω κι όσο μπορούσα ας ξέφευγα μαζί μ’ αυτόν να πέσω» (τ. 19ΣΤ, σ. 297, στιχ. 58-65).

ΠΡΟΣΘΗΚΗ (από άλλα θέματα που σχετίζονται με το παρόν)

«Και είδα άλλον να ενδιαφέρεται και να επιθυμεί τη σωτηρία των αδελφών του τόσο, ώστε πολλές φορές να δέεται στον φιλάνθρωπο Θεό με δάκρυα θερμά από το βάθος της καρδιάς του ή και εκείνοι να σωθούν ή και αυτός μαζί με εκείνους να κατακριθεί, επειδή από διάθεση θεομίμητη και μωσαϊκή δεν ήθελε καθόλου να σώσει μόνο τον εαυτό του. Διότι, αφού συνδέθηκε προς αυτούς πνευματικά με την άγια αγάπη εν αγίω Πνεύματι, προτιμούσε να μη εισέλθει ούτε στη βασιλεία των ουρανών και να χωρισθεί απ’ αυτούς. Πω πω δεσμός άγιος, πω πω δύναμη απερίγραπτη, πω πω ψυχή ουρανόφρονη, ή καλύτερα να πούμε, ψυχή θεοφορούμενη και τελειωμένη μέσα στην αγάπη του Θεού και του πλησίον!» (τ. 19Δ, σ. 23).

«[η πνευματική "ελεημοσύνη"]· "Εφ΄ όσον κάνατε κάτι στον καθένα απ’ αυτούς τους ελάχιστους, σ’ εμένα το κάνατε". Και δεν το είπε αυτό ο Κύριος μόνο για τους φτωχούς, όπως νομίζουν μερικοί, και για όσους στερούνται τη σωματική τροφή, αλλά και για όλους τους άλλους αδελφούς μας, που δεν λειώνουν από έλλειψη άρτου και ύδατος, αλλ’ από αδράνεια και ανυπακοή στις εντολές του Κυρίου (διότι όσο πιο τιμιότερη είναι η ψυχή από το σώμα, τόσο και η πνευματική τροφή γίνεται αναγκαιότερη από τη σωματική) και νομίζω ότι γι’ αυτήν μάλλον λέγει ο Κύριος "πείνασα και δεν μου δώσατε να φάγω, δίψασα και δεν με ποτίσατε", παρά για τη σωματική τροφή που φθείρεται» (τ. 19Δ, σ. 37).

«Ποιοι είναι οι ελεήμονες; Εκείνοι που δίνουν χρήματα και διατρέφουν φτωχούς; Όχι! Αλλά ποιοι; Εκείνοι που πτώχευσαν για εκείνον που πτώχευσε για χάρη μας και δεν έχουν να δώσουν τίποτε, αλλά πάντοτε θυμούνται νοερώς τους φτωχούς, τις χήρες, τα ορφανά και τους ασθενείς και πολλές φορές τους βλέπουν και συμπάσχουν μαζί τους και κλαίνε θερμά γι’ αυτούς, όπως έκανε ο Ιώβ, που έλεγε, "εγώ έκλαψα για κάθε αδύνατο", και όταν αυτοί έχουν τους ελεούν με ιλαρότητα και υπενθυμίζουν με αφθονία σ’ όλους τα σχετικά με τη σωτηρία της ψυχής» (τ. 19Δ, σελ. 443-445).

«αυτό είναι το γνώρισμα της κατά Θεόν αγάπης, το να μη φροντίζει δηλαδή κάποιος για την απόκτηση του καλού μόνο για τον εαυτό του, αλλά να γνωρίζει τον πλούτο του και στους πλησίον του αδελφούς και να τους προτρέπει να τον αναζητήσουν και να τον βρουν και να κάνουν δικό τους τον πλούτο αυτόν» (τ. 19Δ, σ. 457).

(ΕΠΕ, ΦΙΛΟΚΑΛΙΑ, Αγίου Συμεών του Νέου Θεολόγου)

(Η συλλογή των κειμένων έγινε από τον π. Νικόλαο Πουλάδα)

Εύρεση

Δημοφιλή Θέματα (Α-Ω)

αγάπη (608) Αγάπη Θεού (353) αγάπη σε Θεό (248) αγάπη σε Χριστό (167) άγγελοι (73) Αγγλικανισμός (1) Αγία Γραφή (232) Αγιασμός (10) Άγιο Πνεύμα (99) Άγιο Φως (1) άγιοι (180) άγιος (198) αγνότητα (43) άγχος (36) αγώνας (105) αγώνας πνευματικός (284) αδικία (6) Αθανασία (7) Αθανάσιος ο Μέγας (4) αθεΐα (128) αιρέσει (1) αιρέσεις (363) αιωνιότητα (16) ακηδία (4) ακτημοσὐνη (14) αλήθεια (120) αμαρτία (348) Αμβρόσιος άγιος (3) άμφια (1) Αμφιλόχιος της Πάτμου (4) Ανάληψη Χριστού (4) Ανάσταση (147) ανασταση νεκρών (31) ανθρώπινες σχέσεις (324) άνθρωπος (304) αντίχριστος (11) Αντώνιος, Μέγας (7) αξιώματα (15) απἀθεια (5) απελπισία (11) απιστία (21) απληστία (5) απλότητα (17) αποκάλυψη (9) απόκρυφα (17) Απολογητικά Θέματα (1) αργολογία (3) αρετή (202) Αρσένιος Όσιος (5) ασθένεια (111) άσκηση (63) αστρολογία (2) Αυγουστίνος άγιος (3) αυταπάρνηση (31) αυτεξούσιο (2) αυτογνωσία (149) αυτοθυσἰα (26) αυτοκτονία (10) αχαριστία (6) Β Παρουσία (10) Β' Παρουσία (11) βάπτιση (19) βάπτισμα (32) Βαρβάρα αγία (1) Βαρσανουφίου Οσίου (32) Βασιλεία Θεού (35) Βασίλειος ο Μέγας (33) Βελιμίροβιτς Νικόλαος Άγιος (45) βία (4) βιβλίο (31) βιοηθική (10) βίος (2) Βουδδισμός (5) γαλήνη (2) γάμος (126) Γένεση (5) Γέννηση Κυρίου (16) Γεροντικόν (195) Γερόντισσα Γαβριηλία (1) Γεώργιος Άγιος (1) γηρατειά (11) γιόγκα (4) γλώσσα (64) γνώση (26) Γνωστικισμός (3) γονείς (134) Γρηγόριος Νεοκαισαρείας άγιος (1) Γρηγόριος Νύσσης Άγιος (2) Γρηγόριος ο Θεολόγος (20) Γρηγόριος ο Παλαμάς όσιος (10) γυναίκα (37) δάκρυα (58) δάσκαλος (25) Δεύτερη Παρουσία (29) Δημήτριος Άγιος (1) Δημιουργία (62) διάβολος (245) Διάδοχος Φωτικής όσιος (13) διαίσθηση (1) διακονία (4) διάκριση (149) διάλογος (5) δικαιο (4) δικαιοσύνη (40) Διονύσιος Αρεοπαγίτης Άγιος (2) Διονύσιος Κορίνθου άγιος (1) Δογματικα Θέματα (205) Δογματική Τρεμπέλα (1) δύναμη (72) Δωρόθεος αββάς (10) εγκράτεια (20) εγωισμός (250) εικόνες (34) Ειρηναίος Λουγδούνου άγιος (4) ειρήνη (59) εκκλησία (241) Εκκλησιαστική Ιστορία (24) Εκκλησιαστική περιουσία (3) έκτρωση (5) έλεγχος (17) ελεημοσύνη (116) ελευθερία (64) Ελλάδα (19) ελπίδα (62) εμπιστοσὐνη (59) εντολές (13) Εξαήμερος (2) εξέλιξης θεωρία (16) Εξομολόγηση (170) εξωγήινοι (13) εξωσωματική γονιμοποίηση (5) Εορτή (3) επάγγελμα (17) επιείκεια (2) επιμονἠ (52) επιστήμη (108) εργασία (80) Ερμηνεία Αγίας Γραφής (186) έρωτας (20) έρωτας θείος (9) εσωστρέφεια (1) Ευαγγέλια (195) Ευαγγέλιο Ιωάννη Ερμηνεία (34) Ευαγγελισμός (2) ευγένεια (16) ευγνωμοσὐνη (43) ευλογία (7) Ευμένιος Όσιος γέροντας (7) ευσπλαχνία (34) ευτυχία (65) ευχαριστία (55) Εφραίμ Άγιος Νέας Μάκρης (1) Εφραίμ Κατουνακιώτης Όσιος (48) Εφραίμ ο Σύρος όσιος (6) εχεμύθεια (1) ζήλεια (15) ζώα (47) ζωή (42) ηθική (14) ησυχία (32) θάνατος (311) θάρρος (100) θαύμα (261) θέατρο (5) Θεία Κοινωνία (181) Θεία Λειτουργία (132) θεία Πρόνοια (14) θἐλημα (58) θέληση (38) θεογνωσία (3) Θεόδωρος Στουδίτης όσιος (37) θεολογία (29) Θεός (335) Θεοφάνεια (8) Θεοφάνους Εγκλείστου Αγίου (6) θέωση (6) θλίψεις (284) θρησκείες (43) θυμός (100) Ιάκωβος Αδελφόθεος Άγιος (1) Ιάκωβος Τσαλίκης Όσιος (15) ιατρική (13) Ιγνάτιος Θεοφόρος (9) Ιγνάτιος Μπριαντσανίνωφ Άγιος (7) ιεραποστολή (49) ιερέας (177) ιερωσύνη (17) Ινδουισμός (14) Ιουδαίοι (1) Ιουλιανός Παραβάτης (2) Ιουστίνος άγιος (3) Ιουστίνος Πόποβιτς Άγιος (65) Ιππόλυτος άγιος (1) Ισαάκ ο Σύρος (5) Ισίδωρος Πηλουσιώτης όσιος (36) Ισλάμ (11) Ιστορία Ελληνική (12) Ιστορία Παγκόσμια (16) Ιστορικότης Χριστού (1) Ιωάννης Άγιος Σιναΐτης Κλίμακος (1) Ιωάννης Δαμασκηνός Άγιος (1) Ιωάννης Θεολόγος (3) Ιωάννης Κροστάνδης (332) Ιωάννης Χρυσόστομος (403) Ιωσήφ Ησυχαστής Άγιος (7) Καινή Διαθήκη Ερμηνεία (139) Καινή Διαθήκη κριτικό κείμενο NestleAland (5) Κανόνες Εκκλησίας (4) καρδιά (124) Κασσιανός Όσιος (4) κατάκριση (132) καταναλωτισμός (8) Κατηχητικό (4) καύση νεκρών (1) κενοδοξία (14) κήρυγμα (53) Κίνητρα (3) Κλήμης Αλεξανδρέας (1) Κλήμης Ρώμης άγιος (1) Κλίμακα (7) κλοπή (5) Κοίμησις Θεοτόκου (26) κοινωνία (167) κόλαση (50) Κόντογλου Φώτης (6) Κοσμάς Αιτωλός Άγιος (2) Κουάκεροι (1) ΚράτοςΕκκλησία (1) Κρίσις Μέλλουσα (50) Κυπριανός άγιος (1) Κύριλλος Άγιος (1) Κωνσταντίνος Άγιος (2) Λατρεία Θεία (75) λείψανα (9) λογική (1) λογισμοί (118) λόγος Θεού (22) Λουκάς Ευαγγελιστής Άγιος (1) Λουκάς Κριμαίας Άγιος (13) λύπη (60) μαγεία (19) Μακάριος όσιος Όπτινα (4) μακροθυμία (5) Μανιχαϊσμός (1) Μάξιμος Ομολογητής (15) Μαρία Αιγυπτία Αγία (2) Μαρκίων αιρετικός (1) μάρτυρες (24) μεγαλοσὐνη (7) Μεθοδιστές (1) μελέτη (59) μετά θάνατον (44) μετά θάνατον ζωή (103) Μεταμόρφωση (11) μετάνοια (377) Μετάσταση (1) μετάφραση (13) Μετενσάρκωση (8) μητέρα (56) Μητροπολίτης Σουρόζ Αντώνιος (3) μίσος (12) ΜΜΕ (4) μνημόσυνα (9) μοναξιά (20) μοναχισμός (118) Μορμόνοι (1) μόρφωση (20) μουσική (8) Ναός (17) ναρκωτικά (4) Νέα ΕποχήNew Age (1) Νεκτάριος άγιος (27) νέοι (27) νεοπαγανισμός (11) νηστεία (68) νήψη (2) Νικηφόρος ο Λεπρός Άγιος (3) Νικόδημος Αγιορείτης Άγιος (4) Νικόλαος Άγιος (8) Νικόλαος Καβάσιλας Άγιος (3) Νικόλαος Πλανάς Άγιος (1) νουθεσίες (1) νους (55) οικονομία (2) Οικουμενισμός (4) ομολογία (3) ομορφιά (17) ομοφυλοφιλία (2) όνειρα (35) όραμα (26) οράματα (33) οργή (2) ορθοδο (1) Ορθοδοξία (296) όρκος (1) πάθη (270) πάθος (39) παιδεία (25) παιδιά (139) Παΐσιος Όσιος (382) Παλαιά Διαθήκη (7) Παλαιά Διαθήκη Ερμηνεία (10) παλαιοημερολογίτες (17) Παναγία (337) Παπαδόπουλος Στυλιανός (3) παράδειγμα (38) Παράδεισος (113) Παράδοση Ιερά (9) Παρασκευή Αγία (1) Παρθένιος ο Χίος Όσιος (2) Πάσχα (23) πατήρ Νικόλαος Πουλάδας (21) πατρίδα (10) Πατρολογία (19) Παύλος Απόστολος (4) πειρασμοί (31) Πεντηκοστή (12) περιέργεια (3) Πέτρος Απόστολος (1) πίστη (555) πλησἰον (69) πλούτος (75) Πνευματικές Νουθεσίες (93) πνευματική ζωή (280) πνευματικός πατέρας (121) πνευματισμός (10) ποίηση (21) πόλεμος (34) πολιτική (25) πολιτισμός (9) Πορφύριος Όσιος (274) πραότητα (7) προθυμἰα (28) Πρόνοια (5) Πρόνοια Θεία (91) προορισμός (16) προσευχή (824) προσοχή (51) προσπἀθεια (139) προτεσταντισμός (29) προφητείες (15) ραθυμία (18) Ρωμαιοκαθολικισμός (36) Σάββας Καλύμνου Άγιος (1) Σαρακοστή (13) σεβασμός (28) Σεραφείμ του Σαρώφ Όσιος (13) Σιλουανός Άγιος (3) σιωπή (14) σοφία (54) Σπυρίδων Άγιος (2) σταθερότητα (2) Σταυρός (88) Σταυροφορίες (4) Σταύρωση (53) συγχώρηση (99) συκοφαντία (3) Συμεών Νέος Θεολόγος όσιος (88) συμπὀνια (24) συναξάρι (2) συνείδηση (28) σχίσμα (34) σώμα (49) σωτηρία (68) Σωφρόνιος του Έσσεξ Άγιος (37) τάματα (2) ταπεινοφροσύνη (273) ταπείνωση (201) Τέλος Κόσμου (4) Τερτυλλιανός (1) Τεσσαρακοστή Μεγάλη (7) τέχνη (1) τιμωρία (21) Τριάδα Αγία (35) τύχη (2) υγεία (8) υλικά αγαθά (45) υπακοή (132) Υπαπαντή (2) υπαρξιακά (73) υπερηφἀνεια (56) υποκρισία (28) υπομονή (230) φανατισμός (5) φαντασία (5) φαντάσματα (3) φιλαργυρἰα (9) φιλαυτἰα (11) φιλία (31) φιλοσοφία (23) Φλωρόφσκυ Γεώργιος (3) φόβος (55) φὀβος Θεοὐ (26) φύση (1) φως (47) Φώτιος άγιος (1) χαρά (125) Χαράλαμπος Άγιος (1) χάρις θεία (123) χαρίσματα (39) Χειρόγραφα Καινής Διαθήκης (1) Χριστιανισμός (21) χριστιανός (101) Χριστός (368) Χριστούγεννα (70) χρόνος (38) ψαλμωδία (7) ψεύδος (24) ψυχαγωγία (10) ψυχή (280) ψυχολογία (25)