Απάντηση σε όσους λένε (σε ντοκιμαντέρ,βιβλία κλπ) ότι δεν υπήρχε αρχικά Ευαγγέλιο (ως ενιαίο σώμα), ούτε η λέξη "Ευαγγέλια", & ότι υπήρχε πληθώρα άλλων, ίσης αυθεντίας(!) κειμένων, & πολύ αργότερα (κυρίως στην Α΄Οικουμενική Σύνοδο το 325!) επιλέχτηκαν τα 4 μόνο που "βόλευαν" την Εκκλησία, ενώ τα άλλα καταδικάστηκαν τότε (!) ως απόκρυφα! Οι παρακάτω μαρτυρίες των πρώτων συγγραφέων αμέσως μετά τους Αποστόλους δείχνουν το ανάποδο! Ξέρουν τα 4 μόνο ονομαστικά, τα ονομάζουν ευαγγέλια, Γραφή, απομνημονεύματα!
1) «ούτε να προσεύχεστε, όπως οι υποκριτές, αλλά όπως διέταξε ο Κύριος στο ευαγγέλιό του…» (Διδαχή 8,2, γύρω στο 100 μ.Χ.) [αξιοσημείωτη η χρήση ενικού «ευαγγέλιο» ως ενιαία συλλογή των ευαγγελίων]
2) «άλλη πάλι γραφή λέει, δεν ήλθα να καλέσω δικαίους, αλλά αμαρτωλούς (Ματθ. 9,13)» (Κλήμης Ρώμης Β΄προς Κορινθ.) [το κατά Ματθαίον χαρακτηρίζεται Γραφή(!), όπως η Παλαιά Διαθήκη]
3) Η μαρτυρία του Παπία, επισκόπου Ιεραπόλεως είναι σπουδαία διότι υπήρξε κατά πάσα πιθανότητα μαθητής του Ευαγγελιστή Ιωάννη και γράφει ενωρίτατα για τα Ευαγγέλια, γύρω στο 130 μ.Χ.)
3. «Δεν θα διστάσω να καταχωρήσω στις ερμηνείες και όσα έμαθα κάποτε καλά από τους πρεσβυτέρους και τα θυμάμαι καλά, επιβεβαιώνοντας την αλήθεια τους. Διότι δεν αφοσιωνόμουν σ’ εκείνους που έλεγαν τα πολλά, όπως κάνουν πολλοί, αλλά σ’ εκείνους που δίδασκαν τα αληθινά, ούτε σ’ εκείνους που ανέφεραν τις εντολές των άλλων, αλλά σ’ εκείνους που έρχονταν να διδάξουν τις εντολές που δόθηκαν από τον Κύριο με την πίστη και προέρχονταν από την ίδια την αλήθεια.
4. Εάν ερχόταν και κανένας που είχε παρακολουθήσει τους πρεσβυτέρους, εξέταζα τους λόγους των πρεσβυτέρων˙ δηλαδή τι είπε ο Ανδρέας και τι ο Πέτρος, ή τι είπε ο Φίλιππος και ο Θωμάς και ο Ιάκωβος και ο Ιωάννης και ο Ματθαίος, ή κάποιος άλλος από τους μαθητές του Κυρίου, και αυτά που λένε ο Αριστίων και ο πρεσβύτερος Ιωάννης, οι μαθητές του Κυρίου. Διότι δεν δεχόμουν ότι με ωφελούν τόσο πολύ όσα μάθαινα από τα βιβλία, όσο εκείνα που άκουα από τη ζωντανή φωνή που μένει».... 15. «Ο πρεσβύτερος έλεγε και το εξής˙ Ο Μάρκος, που έγινε ακόλουθος του Πέτρου, όσα θυμόταν τα έγραψε πιστά, όχι βέβαια με τη σειρά όπως τα είπε ή τα έκανε ο Χριστός. Άλλωστε δεν άκουσε τον Κύριο, ούτε τον ακολούθησε, ύστερα όμως, όπως είπα, ακολούθησε τον Πέτρο, ο οποίος έκανε τις διδασκαλίες του ανάλογα με τις περιστάσεις, και όχι σαν να έκανε σύνταξη των λόγων του Κυρίου, γι’ αυτό δεν έκανε λάθος ο Μάρκος γράφοντας έτσι μερικά όπως τα απομνημόνευσε. Διότι για ένα μόνο πράγμα προνόησε˙ να μη παραλείψει τίποτε από αυτά που άκουσε ή να διαστρέψει κάτι από αυτά».
Αυτά λοιπόν εξιστορούνται από τον Παπία για τον Μάρκο. Για τον Ματθαίο πάλι λέει τα εξής˙«Ο Ματθαίος έγραψε τα λόγια στην εβραϊκή γλώσσα, και τα ερμήνευσε αυτά όπως μπορούσε ο καθένας». (στο Ευσεβίου Εκκλησιαστική ιστορία 3,39 παραγρ. 3 και 15, εκδ ΕΠΕ,Αποστολικοι Πατέρες,τόμος 4, σελ. 597 & 603)
4) Ο άγιος Ιουστίνος ο φιλόσοφος και μάρτυς ήδη γνωρίζει τα 4 Ευαγγέλια στα χρόνια του ως ολοκληρωμένη συλλογή. Αυτό ως απάντηση στο ότι η Εκκλησία πολύ αργότερα διάλεξε και επέβαλλε τα 4 μόνο Ευαγγέλια! Τα παρακάτω γράφτηκαν το 147 μ.Χ. ή γύρω στο 150 μ.Χ. Τόπος συγγραφής η Ρώμη κατά τον Π. Χρήστου, μεταξύ των ετών 150 και 155 κατά τον Στυλιανό Παπαδόπουλο)
1) «Διότι οι Απόστολοι στα γραμμένα από αυτούς απομνημονεύματα, τα οποία ονομάζονται ευαγγέλια, παρέδωσαν ότι έτσι διατάχτηκε σε αυτούς. Ο Ιησούς αφού πήρε άρτο και ευχαρίστησε, είπε, «αυτό να κάνετε στην ανάμνησή μου, αυτό είναι το σώμα μου, ομοίως αφού πήρε το ποτήρι και ευχαρίστησε είπε, αυτό είναι το αίμα μου (Λουκ. 22,19 ε.)» (Απολογία Α 66,3)
2) «Και κατά την ημέρα που λέγεται «του ηλίου»(=Κυριακή) γίνεται συνάθροιση στο ίδιο μέρος όλων των πιστών, που κατοικούν είτε σε πόλεις είτε στην ύπαιθρο, και διαβάζονται τα απομνημονεύματα των αποστόλων ή τα συγγράμματα των προφητών, όσο επιτρέπει ο χρόνος». (ο.π. 67,3)
3) «Πράγματι στα απομνημονεύματα, τα οποία λέω ότι συντάχτηκαν από τους Αποστόλους του και τους μαθητές τους, έχει γραφτεί ότι «χυνόταν κάτω ιδρώτας σαν θρόμβοι» (Λουκ. 22,44)» (Διάλογος προς Τρύφωνα 103,8)
4) «Το ότι λέει ότι μετωνόμασε Πέτρο έναν από τους Αποστόλους και όπως γράφτηκε στα απομνημονεύματα αυτού ότι αυτό έγινε, μαζί με το ότι επωνόμασε και άλλους δύο αδελφούς, υιούς Ζεβεδαίου, με το όνομα «Βοανεργές, δηλαδή υιοί βροντής»(Μαρκ. 3,16)». (Διάλογος... 106,3)
5) «Και για το ότι επρόκειτο να αναστηθεί την τρίτη ημέρα μετά τη σταύρωση, έχει γραφτεί στα απομνημονεύματα ότι οι από το γένος σας συζητούντες με αυτόν έλεγαν ότι, «δείξε μας σημείο» (Ματθ. 12,38,)». (Διάλογος... 107,1)(εκδόσεις ΕΠΕ, Απολογηται 1, Ιουστίνος, όπου και η μετάφραση παραλλαγμένη προς τα νέα ελληνικά, υπογραμμίσεις δικές μας)
5) «…ας προσέχουμε μήπως, όπως έχει γραφεί, βρεθούμε «πολλοί κλητοί, αλλά λίγοι εκλεκτοί»(Ματθ.22,14)» (Βαρνάβα Επιστολή, 4,14)(γύρω στο 100-130 μ.Χ.)[η φράση «ως γέγραπται» είναι κλασική φράση που λέγεται για την Παλαιά Διαθήκη και γενικώς το Λόγο του Θεού, άρα το Κατά Ματθαίον θεωρείται εδώ Γραφή]
6) Ο Τατιανός (170 μ.Χ.) συνέταξε αρμονία και από τα 4 ευαγγέλια, την οποία ονόμασε «το δια τεσσάρων» άρα γνώριζε μόνο αυτά τα 4 ως κανονικά. Αλλιώς θα διάλεγε & άλλα που κυκλοφορούσαν απόκρυφα.
7) άγιος Ειρηναίος, επίσκοπος Λυών (το 180 μ.Χ.).
«Το κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο, όπως ξέρετε, το έγραψε ο Ματθαίος. Το έγραψε για τους Εβραίους. Και φυσικά στη γλώσσα τους. Το έγραψε τότε, που οι απόστολοι Πέτρος και Παύλος βρίσκονταν στη Ρώμη και θεμελίωναν την εκεί Εκκλησία. Μετά το θάνατο των δύο αυτών αποστόλων ο Μάρκος, μαθητής και εκφραστής των θέσεων του Πέτρου, έγραψε και αυτός Ευαγγέλιο, που περιέχει αυτά που κήρυττε ο Πέτρος. Την ίδια εποχή έγραψε σε βιβλίο το Ευαγγέλιο και ο Λουκάς, που ήταν συνοδοιπόρος του Παύλου. Ο Λουκάς στο Ευαγγέλιό του έγραψε αυτά που δίδασκε ο Παύλος. Λίγο αργότερα, δηλαδή τότε που έμενε στην Έφεσο, έγραψε Ευαγγέλιο και ο Ιωάννης, ο αγαπημένος μαθητής του Κυρίου, εκείνος που στον μυστικό δείπνο ανέπεσεν επί το στήθος του Ιησού». (Ειρηναίου Λουγδούνου, Έλεγχος και ανατροπή… Γ, 1,1,4-7 (P.G. 7,844) στο Μητροπολίτου Νικοπόλεως Μελετίου,Τι είναι ο Χριστός;, Πρέβεζα 1991, σελ. 36)
... «Επειδή είναι τέσσερα τα σημεία του κόσμου στον οποίο ζούμε και τέσσερεις οι διευθύνσεις των ανέμων και ακόμα η Εκκλησία έχει διασπαρεί σε όλη τη γη και στύλος της και στήριγμά της είναι το Ευαγγέλιο και το Πνεύμα που ζωοποιεί, είναι φυσικό να έχει τέσσερεις στύλους, που πνέουν από παντού αφθαρσία και ζωοποιούν τους ανθρώπους. Ο Λόγος, ο Δημιουργός των πάντων, που κάθεται πάνω στα Χερουβείμ και συνέχει τα πάντα και φανερώθηκε στους ανθρώπους,
Αυτός μας έδωσε το τετράμορφο Ευαγγέλιο, που διέπεται από ένα Πνεύμα […]. Τα Χερουβείμ έχουν τέσσερα πρόσωπα και εικονίζουν την παρουσία του Χριστού. Το πρώτο ζώο είναι όμοιο με λιοντάρι, που χαρακτηρίζει το δραστήριο, το ηγεμονικό, το βασιλικό, ο μόσχος την ιερατική και ιερουργική τάξη, ο άνθρωπος την παρουσία του ανθρώπου και ο αετός τη χάρη, που δόθηκε στην Εκκλησία με την επιφοίτηση του Αγίου Πνεύματος. Και τα Ευαγγέλια συμφωνούν. Έχουν την ίδια μορφή με τα Χερουβείμ, επί των οποίων κάθεται ο Χριστός.Το κατά Ιωάννην την ηγεμονική και ένδοξη καταγωγή του από τον Πατέρα, το κατά Λουκάν τον ιερατικό χαρακτήρα, ο Ματθαίος τη γέννηση του ανθρώπου […] τον τύπο του πράου και ταπεινόφρονα ανθρώπου […] ο Μάρκος από το προφητικό Πνεύμα, που επιφοίτησε εξ’ ύψους στους ανθρώπους δείχνει την πτερωτική εικόνα του Ευαγγελίου. Γι αυτό και είναι σύντομο και το κήρυγμα το κάνει επιτροχάδην. Είναι προφητικός ο χαρακτήρας του… Για αυτό και δόθηκαν στην ανθρωπότητα τέσσερεις γενικές διαθήκες (μία του κατακλυσμού με το ουράνιο τόξο, δεύτερη του Αβραάμ με το σημείο της περιτομής, τρίτη η νομοθεσία επί του Μωϋσή, τέταρτη η του Ευαγγελίου με τον Κύριο ημων Ιησού Χριστό […] Είναι ανόητοι και αμαθείς, επιπλέον δε και αυθάδεις όσοι αρνούνται τη μορφή του Ευαγγελίου και εισάγουν περισσότερες μορφές (για να φανούν ότι βρήκαν περισσότερα από την αλήθεια) είτε λιγότερες (για να αρνηθούν τις οικονομίες του Θεού)»
(Αγίου Ειρηναίου,Έλεγχος και ανατροπή της Ψευδωνύμου γνώσεως Γ΄11,8-9,μετάφρ. Αρχιμ. Ειρηναίου Χατζηεφραιμίδη, στο βιβλίο Ο Κώδικας των Ευαγγελίων, Σωτηρίου Δεσπότη,εκδ.Άθως, σελ.41-42)
8) Ο κανόνας του Μουρατόρι (180-200 μ.Χ.) είναι ο αρχαιότερος κατάλογος βιβλίων της Κ.Δ. Αναφέρει αριθμητικά τα Ευαγγέλια. Στο κείμενο λείπουν τα δύο πρώτα λόγω φθοράς του κειμένου.
Στίχοι:(1) Λείπει η αρχή……
….στα οποία παρά ταύτα εκείνος ήταν παρών, και έτσι τα τοποθέτησε [μέσα στην αφήγησή του].
(2) Το τρίτο βιβλίο του Ευαγγελίου είναι εκείνο του Κατά Λουκάν.(3) Ο Λουκάς, ο πολύ γνωστός ιατρός, μετά την Ανάληψη του Χριστού,(4-5) όταν ο Παύλος τον είχε πάρει μαζί του ως ένα ζηλωτή του νόμου,(6) το συνέταξε στο δικό του όνομα, σύμφωνα με [την γενική] πεποίθηση. Όμως ο ίδιος δεν είχε(7) δει τον Κύριο εν σαρκί, και έτσι, κατά πώς μπορούσε να εξακριβώσει τα γεγονότα,(8) έτσι πράγματι αρχίζει να λέει την ιστορία από την γέννηση του Ιωάννη. (9) Το τέταρτο εκ των Ευαγγελίων είναι εκείνο του Ιωάννη, [ενός εκ] των μαθητών.
9) Θεόφιλος Αντιοχείας γράφει γύρω στο 180 μ.Χ. "... μας διδάσκουν σχετικά οι άγιες Γραφές και όλοι οι πνευματοφόροι, εκ των οποίων ο Ιωάννης λέει "εν αρχή ην ο Λόγος..."(Προς Αυτόλυκον Β,22,ΕΠΕ Απολογητές 2,407)
10) «Έτσι άδεται ο φόβος του νόμου και γνωρίζεται η χάρις των προφητών και στερεώνεται η πίστη των ευαγγελίων και φυλάσσεται η παράδοση των Αποστόλων και η χάρη της Εκκλησίας σκιρτά (Προς Διόγνητον Επιστολή 11,ΕΠΕ Απολογητές 2,555)(γύρω στο 200 μ.Χ.)
(π. Νικόλαος)
" Η γυναίκα και τα παιδιά του δεν είχαν εκκλησθιασθεί… "
Ένας αδελφός γύρισε μία μέρα από την Εκκλησία στο σπίτι του και αφού μπήκε μέσα, είπε με το μυαλό του, όταν είδε ότι η γυναίκα του και τα παιδιά του δεν είχαν εκκλησιαστεί.
" Κοίτα να δεις. Κυριακή σήμερα, και δεν πήγαν στην Εκκλησία να ευλογηθούν. Τί να τους πω ! " και στεναχωρήθηκε πολύ γι' αυτή τους την παράλειψη.
Όταν, μετά από μερικές μέρες, συνάντησε τον Παππούλη, χωρίς να του πει γι' αυτό τίποτα, αλλά για κάτι άλλα αμαρτήματά του, του λέει ο Γέροντας.
" Καλά γι' αυτά που μου είπες, αλλά άκου να σου πώ. Αυτό που έκανες την Κυριακή να μην το ξανακάνεις ".
Ποιό, Παππούλη ; τον ρώτησε ο αδελφός.
" Να ! Να μπαίνεις μέσα στο σπίτι σου και επειδή δεν πήγαν οι δικοί σου στην Εκκλησία, να αγανακτείς, να νευριάζεις και να στεναχωριέσαι ".
" Να ! όπως θα έρχεσαι από την Εκκλησία με την ευλογία που έχεις πάρει απ' εκεί και θα βλέπεις αυτά τα πράγματα, να λες ήρεμα μέσα σου : " Κύριε Ιησού Χριστέ Ελέησόν με ", και να ειρηνεύεις συνέχεια. Γιατί αλλιώς με τη στεναχώρια που έχεις σου" στρίβεται το έντερο " και σου πονάει η κοιλιά σου εκεί χαμηλά.
Δεν σου πονάει εκεί χαμηλά ; "
Ναί, μου πονάει, του απάντησε ο αδελφός. Και του ζήτησε στη συνέχεια να τον συγχωρέσει.
[Τζ 162π.]
(Ανθολόγιο Συμβουλών, εκδ. Ι. Μονή Μεταμορφώσεως, Μήλεσι, σελ.306)
Η τιμωρία και η λύτρωση
Στα χρόνια του βυζαντινού αυτοκράτορα Κωνσταντίνου του νέου, πλήθος από Σκύθες με δική του διαταγή ξεκίνησαν για την Ανατολή. Κάποτε έφτασαν κοντά στην Τραπεζούντα. Ανάμεσα τους ήταν και κάποιος δεμένος με αλυσίδες, γιατί είχε μέσα του ολόκληρη λεγεώνα πονηρών πνευμάτων. Οι άλλοι Σκύθες τον πρόσεχαν νύχτα- μέρα, από φόβο μήπως οι δαίμονες τον ρίξουν στη φωτιά και τον κάψουν ή τον πνίξουν στο νερό ή τον γκρεμίσουν σε κανένα βάραθρο.
Πριν δαιμονιστεί ο Σκύθης αυτός, από νέος ακόμα, έκανε τα θελήματα των δαιμόνων και ζούσε ζωή ακόλαστη. Κάποτε όμως έκανε και μια φρικτή ασέβεια: Στη Βασιλεύουσα, όπου είχε πάει μαζί με άλλους ομοφύλους του, επισκέφθηκε μια εκκλησία. Εκεί, μολονότι αβάπτιστος και ακάθαρτος, τόλμησε να πλησιάσει στο άγιο ποτήριο την ώρα της θείας μεταλήψεως και να κοινωνήσει! Την ίδια όμως στιγμή παραδόθηκε στους απάνθρωπους δαίμονες, που άρχισαν από τότε να τον βασανίζουν αλύπητα.
Σ’ αυτή λοιπόν την κατάσταση έφτανε στην Τραπεζούντα. Οι σύντροφοί του, μαθαίνοντας για τα πολλά θαύματα του αγίου Ευγενίου, τον έφεραν στο ναό του.
Στο μεταξύ η σατανική λεγεώνα τον έκανε να σπαράζει και ν’ αφρίζει.
-Πώς τόλμησες, τον φοβέριζαν τα δαιμόνια, να μεταλάβεις το Χριστό, αφού είσαι δικός μας; Θα σ’ εξαφανίσουμε με τον πιο σκληρό τρόπο! Κανένας δεν θα σε γλυτώσει απ’ τα χέρια μας!...
Ενώ όμως κόμπαζαν και απειλούσαν οι μιαροί δαίμονες, τί κάνει ο γρήγορος βοηθός των ανθρώπων, ο ένδοξος Ευγένιος; Παρακαλεί τον φιλάνθρωπο Δεσπότη να σπλαχνιστεί το πλάσμα Του και να το απαλλάξει από την τυραννία του σατανά. Και με τις παρακλήσεις του λυγίζει τον πολυέλεο Κύριο.
Καθώς στεκόταν λοιπόν ο δαιμονισμένος μπροστά στο λείψανο του αγίου, ήρθε σε έκσταση. Του φάνηκε πως είδε το Χριστό να κατεβαίνει από τον ουρανό μέσα στην εκκλησία. Εκεί, αφού του θύμισε τις βέβηλες πράξεις, που από νέος είχε κάνει, άρχισε να τον ελέγχει αυστηρά.
-Μ’ όλες τούτες τις παρανομίες σου, κατέληξε ο Κύριος, με λύπησες πάρα πολύ. Δεν είσαι άξιος ελέους. Για χάρη όμως του αγαπητού μου Ευγενίου σε λυπήθηκα και θα σ’ ελεήσω.
Και γυρίζοντας στο μάρτυρα, που στεκόταν δίπλα Του ικετευτικά, συνέχισε:
-Γιάτρεψε τον, Ευγένιε, αφού κατέφυγε στην προστασία σου.
Αμέσως ο Ιησούς εξαφανίστηκε.
Ο άγιος είπε τότε στον δαιμονισμένο:
-Αυτό το κακό το έπαθες επειδή κοινώνησες τα άχραντα Μυστήρια, ενώ ήσουν αβάπτιστος και βουτηγμένος στις αμαρτίες.
Ο Σκύθης συνήλθε από την έκσταση. Είδε τότε, αισθητά πια, να βγαίνει φωτιά από τα άγια λείψανα, να μπαίνει στο στόμα του και να κατακαίει- έτσι του φάνηκε- τα σωθικά του.
Όσοι ήταν εκεί κοντά μπόρεσαν να δουν με τα ίδια τους τα μάτια τη δύναμη του αγίου Ευγενίου, που βασάνιζε και τιμωρούσε εξουσιαστικά τους πονηρούς δαίμονες, διώχνοντας τους βίαια μέσ’ από τον ταλαίπωρο άνθρωπο.
Άφριζε και ίδρωνε και χτυπιόταν ο Σκύθης, ώσπου ελευθερώθηκε εντελώς από τ’ ακάθαρτα πνεύματα.
Ειρηνικός πια και ανενόχλητος, σιχάθηκε την παλιά του ζωή, και δεν έπαψε ποτέ να ευχαριστεί τον θαυματουργό μάρτυρα που τον ευεργέτησε.
( Θαύματα και Αποκαλύψεις από τη Θεία Λειτουργία, Ι. Μονή Παρακλήτου, σελ.126-128)
Η επιστροφή του ελαιώνος
Ο όσιος Λαυρέντιος ( 1770), ο κτίτωρ της Ι. Μονής Φανερωμένης Σαλαμίνος, είχε πατρίδα τα Μέγαρα. Η Υπεραγία Θεοτόκος του φανέρωσε με όραμα που υπήρχαν τα ερείπια παλαιάς μονής στο βόρειο μέρος της Σαλαμίνος, καθώς και τα όρια των κτημάτων της. Αφού ο όσιος επανίδρυσε την μονή, προσπάθησε να επανακτήση τα καταπατημένα κτήματα της. Σε σύντομο χρονικό διάστημα κατώρθωσε να τα πάρη όλα, εκτός από ένα μεγάλο ελαιώνα στην Γλυφάδα, που τον είχε καταλάβει ένας πανίσχυρος τούρκος άρχοντας. Παρ’ όλες τις προσπάθειες ο όσιος δεν μπόρεσε να επανακτήση αυτόν τον ελαιώνα. Για τον σκοπό αυτό πήγε στην Κωνσταντινούπολι και παρουσιάσθηκε στον Πατριάρχη, αλλ’ ούτε έτσι κατάφερε τίποτε.
Έπειτα από αρκετό καιρό αρρώστησε βαρειά η σύζυγος του άρχοντα. Κανείς γιατρός και κανένα φάρμακο δεν μπόρεσαν να την θεραπεύσουν.
Έφθασε τότε στ’ αυτιά της η φήμη για την δύναμι των προσευχών του οσίου Λαυρεντίου. Έμαθε ότι θεράπευσε πολλούς και στην Αθήνα, όπου και η ίδια κατοικούσε. Παρακάλεσε λοιπόν τον άνδρα της να της επιτρέψη να καλέση σε βοήθεια τον όσιο. Εκείνος εξαγριώθηκε μόλις άκουσε την παράκλησι της αρχόντισσας και φρύαξε από τον θυμό του. Βλέποντας όμως ότι η κατάστασις της χειροτέρευε διαρκώς και πλησίαζε στον θάνατο, αναγκάσθηκε να υποχωρήση και κάλεσε τον όσιο.
Ο όσιος δεν περιφρόνησε τον ιερόσυλο τούρκο, αλλά ήρθε στο αρχοντικό του, πλησίασε την άρρωστη, έκανε με το ραβδί του πάνω της το σημείο του Σταυρού, διάβασε σχετικές προσευχές και έφυγε.
Την επόμενη η μελλοθάνατη άρχισε να καλυτερεύη και σε λίγο καιρό σηκώθηκε εντελώς υγιής! Ο τούρκος άρχοντας κάλεσε τότε τον όσιο και, αφού του ζήτησε συγγνώμη, απέδωσε με επίσημα έγγραφα στην Ι. Μονή Φανερωμένης τον ελαιώνα.
(Συναξαριστής Γ΄)
(Χαρίσματα και Χαρισματούχοι, Ι.Μονή Παρακλήτου, τόμος Α΄, σελ. 167-168)
" Κάνε αυτά που μας λέγει ο Χριστός, και τα προβλήματά σου θα πάνε καλά "
Μία μέρα, που βρισκόμουν στο κελί του και κουβεντιάζαμε, άκουγα να ηχεί διαρκώς το τηλέφωνο, χωρίς ο Γέροντας να το σηκώνει το ακουστικό. Κάποια στιγμή όμως, μου είπε : " Σε παρακαλώ σήκωσέ το και ρώτησε, ποιός είναι και τί θέλει " . Ήταν μία κυρία, από κάποια πόλη της Βορείου Ελλάδος και έλεγε, πως ήταν ανάγκη να μιλήσει με το Γέροντα. Εκείνος απάντησε : " Πες της, δεν μπορώ τώρα, έχω πολύ κόσμο που περιμένει, ας πάρει
το βράδυ ".
Το διαβίβασα. Η κυρία παρεκάλεσε να πώ στο Γέροντα, ότι τον παρακαλεί πολύ να προσευχηθεί για ένα σοβαρό και επείγον οικογενειακό της πρόβλημα. Όταν το άκουσε ο Γέροντας, μου είπε να τη διαβεβαιώσω ότι προσεύχεται. Εκείνη επανέλαβε το επείγον του προβλήματος.
Τότε ο Γέροντας μου λέει : " Δώσε μου το τηλέφωνο ". Και, ανοίγοντας τη συσκευή, έτσι που να ακούω το διάλογο, της είπε : " Ε, βρε ευλογημένη, γιατί είσαι ανυπόμονη, αφού σου είπα ότι προσεύχομαι, νομίζεις ότι χρειάζεται να σ' ακούω για να μάθω το πρόβλημά σου ;
Δεν είναι αυτό κι αυτό ; Αλλά το πρόβλημα δεν είναι μόνο μ' εσένα, είναι και με τον άνδρα σου, που του συμβαίνει αυτό. Αλλά και με το πρώτο σου παιδί και με το δεύτερο, που τους συμβαίνουν αυτά κι αυτά. Δεν είναι έτσι, όπως σου τα λέω ; " Και η κυρία έκπληκτη του απαντούσε : Έτσι είναι ακριβώς, όπως μου τα λέτε, Γέροντα. Κι ο Γέροντας : " Ε, αφού είναι έτσι, κάνε προσευχή, κάνε αυτά που μας λέει ο Χριστός. Θα προσεύχομαι κι εγώ και μην έχεις αγωνία, τα προβλήματά σου θα πάνε καλά ".
Η κυρία δεν εύρισκε λόγια να τον ευχαριστήσει.
Ο Γέροντας, αφού της έδωσε κι άλλες συμβουλές, την ευλόγησε, έκλεισε το τηλέφωνο και στράφηκε σε μένα, που τον κοίταζα εμβρόντητος : " Τα άκουσες ; Τί θαύμα ήταν αυτό ; Τί μεγάλο και τί καλό Θεό που έχουμε ! Εγώ εδώ, εκείνη μία άγνωστη εκεί μακριά, κι ο Θεός έδειξε καθαρά, σε μένα τον αμαρτωλό, τα προβλήματα τα δικά της, του ανδρός της, των παιδιών της. Τί μεγάλο Θεό που έχουμε " !
[Γ 307π.]
(Ανθολόγιο Συμβουλών, εκδ. Ι. Μονή Μεταμορφώσεως, Μήλεσι, σελ.307-308)
Η άδεια λαβίδα
Ο γέροντας Ιάκωβος Τσαλίκης ( 1991) εξομολόγησε κάποτε μια γερόντισσα και της έβαλε κανόνα να μην κοινωνήσει για τρία χρόνια.
-Γιατί δεν κοινωνάς; τη ρώτησε μια μέρα ο ιερέας της ενορίας της.
-Μου έβαλε κανόνα ο π. Ιάκωβος, απάντησε εκείνη, και του είπε την αιτία.
-Όχι γιαγιά, μη στενοχωριέσαι. Αυτός είναι αγράμματος καλόγερος. Εγώ είμαι μορφωμένος και σου λύνω τον κανόνα. Να έρθεις την Κυριακή να σε κοινωνήσω.
Καθώς όμως πλησίασε η γιαγιά να μεταλάβει, ένιωσε στο στόμα της την αγία λαβίδα άδεια και κρύα. Δεν κατάλαβε τη γεύση της θείας Κοινωνίας.
Το θαυμαστό γεγονός επαναλήφθηκε άλλες δυο Κυριακές, οπότε η γυναίκα ανησύχησε και ξαναπήγε στο γέροντα Ιάκωβο .
-Παιδί μου, της είπε εκείνος, ο κανόνας δεν λύνεται. Πρέπει να κάνεις τον κανόνα που σου έβαλα.
Το 1987, ο π. Ιάκωβος εξομολόγησε μια κοπέλα, αλλά της απαγόρευσε να κοινωνήσει. Εκείνη τότε επισκέφθηκε κάποιον επίσκοπο, που της επέτρεψε τη θεία μετάληψη. Όταν όμως πλησίασε να κοινωνήσει, η αγία λαβίδα μπήκε άδεια στο στόμα της. Αυτό το παράδοξο και θαυμαστό επαναλήφθηκε κι άλλη φορά, οπότε η κοπέλα τρόμαξε, μετανόησε και πήγε να εξομολογηθεί πάλι στον π. Ιάκωβο.
( Θαύματα και Αποκαλύψεις από τη Θεία Λειτουργία, Ι. Μονή Παρακλήτου, σελ.15)
Ο Νικόλαος Μοτοβίλωφ
Τον Σεπτέμβριο του 1831 ο όσιος Σεραφείμ του Σάρωφ θεράπευσε τον κτηματία Νικόλαο Αλεξάντροβιτς Μοτοβίλωφ από την επαρχία Σιμπίρσκ και Νιζγκόροντ.
Έπασχε από οξείς ρευματισμούς. Όλο το σώμα του ήταν εξασθενημένο. Τα πόδια παράλυτα, μονίμως λυγισμένα και πρησμένα στα γόνατα. Στην ράχη και στα πλευρά είχε εκτεταμένες πληγές.
Με την κατάστασι αυτή, έπειτα από τρίχρονη δοκιμασία έφθασε στο Σάρωφ, στον όσιο Σεραφείμ. Ήταν 5 του μηνός. Στις 7 και 8, εορτή του Γενεσίου της Θεοτόκου, συναντήθηκε δύο φορές με τον στάρετς. Στις 9 τον μετέφεραν στο ερημητήριο του. Τον κρατούσαν τέσσερις άνδρες και ένας πέμπτος του σήκωνε το κεφάλι. Όταν του ζήτησε να τον θεραπεύση, ο στάρετς είπε:
-Δεν είμαι γιατρός. Όποιος θέλει να θεραπευθή, πρέπει να καταφύγη στους γιατρούς.
-Έχω επισκεφθή τους καλύτερους γιατρούς, αλλά δεν με βοήθησαν. Δεν έχω πλέον άλλη ελπίδα να θεραπευθώ από τα δεινά μου, παρά μόνο το έλεος του Θεού. Επειδή όμως είμαι αμαρτωλός και δεν έχω παρρησία στον Θεό, ζητώ τις άγιες προσευχές σας για να θεραπευθώ.
-Πιστεύετε ότι ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός είναι Θεάνθρωπος και η Υπεραγία Θεοτόκος αειπάρθενη;
-Πιστεύω, απήντησε ο Ν. Μοτοβίλωφ.
-Πιστεύετε ότι ο Κύριος, όπως άλλοτε θεράπευε με μόνο τον λόγο Του κάθε ανθρώπινη αδυναμία, έτσι και τώρα μπορεί να θεραπεύση με την ίδια ευκολία όσους ζητούν τη βοήθεια Του; Πιστεύετε ακόμη ότι η μεσιτεία της Υπεραγίας Θεοτόκου είναι παντοδύναμη και ότι μ’ αυτή την μεσιτεία μπορεί ο Κύριος να σας θεραπεύση αμέσως και ολοκληρωτικά;
-Πιστεύω με όλη μου την ψυχή και με όλη μου την καρδιά. Αν δεν τα πίστευα όλα αυτά δεν θα ερχόμουν εδώ σε σας.
-Αν πιστεύετε, είσθε ήδη υγιής!
-Πώς είμαι υγιής, αφού πέντε άνθρωποι μου και σεις με κρατάτε στα χέρια;
-Όχι! Είσθε εντελώς υγιής! Αφήστε τον κάτω, είπε στους άνδρες που τον κρατούσαν.
Ύστερα τον ανασήκωσε ο ίδιος από τους ώμους, τον έστησε στα πόδια και του είπε:
-Σταθήτε πιο σταθερά, στηριχθήτε με δύναμι στην γη. Να, έτσι! Μη διστάζετε. Τώρα είσθε τελείως υγιής… Αν βλέπατε πόσο καλά στέκεσθε…
Έφερε έπειτα το ένα χέρι στα χέρια του Ν. Μοτοβίλωφ και το άλλο στον ώμο σπρώχνοντας τον ελαφρά και οδηγώντας τον προς ένα μεγάλο πεύκο.
-Είδατε, αγαπητέ, πόσο ωραία βαδίζετε; Ο ίδιος ο Χριστός ευδόκησε να σας θεραπεύση τελείως. Τώρα μπορείτε να βαδίζετε καλά χωρίς τη βοήθεια μου. Στο εξής θα βαδίζετε πάντοτε καλά.
Ο ασθενής ένιωσε να επισκιάζεται από μια ουράνια δύναμι. Πήρε θάρρος και άρχισε να βαδίζη σταθερά. Ο όσιος Σεραφείμ τον σταμάτησε.
-Αρκετά! Πεισθήκατε τώρα ότι ο Κύριος σάς θεράπευσε τελείως. Βλέπετε τί θαύμα σας έκανε ο Κύριος. Να πιστεύετε λοιπόν πάντοτε σ’ Αυτόν χωρίς αμφιβολίες. Να ελπίζετε στην πρόνοια Του, να Τον αγαπάτε με όλη σας την καρδιά και να ευχαριστήτε την Βασίλισσα των ουρανών, για τις μεσιτείες Της… Επειδή όμως η τριετής δοκιμασία σάς έχει εξασθενήσει, μην περπατάτε πολλή ώρα, αλλά λίγο κάθε φορά. Και να προσέχετε την υγεία σας, που είναι πολύτιμο δώρο του Θεού.
( Όσιος Σεραφείμ του Σάρωφ)
( Χαρίσματα και Χαρισματούχοι, Ι. Μονή Παρακλήτου, τόμος Α΄,σελ.170-172)
166. Δόξα στη δύναμι της χάριτός σου, Κύριε! Τίποτε, καμμία αντίστασις της αμαρτίας, δεν μπορεί να σε νικήση, αν σε επικαλούμαι με πίστι. Έτσι, όταν οι πειρασμοί απειλούν την ψυχή μου, κάνω το σημείο του Σταυρού και λέγω μέσα μου: «Τίποτε δεν μπορεί να αντισταθή στη χάρι σου, Κύριε». Τότε η ταραχή παύει, οι επιθέσεις του κακού εξανεμίζονται και η ειρήνη σου βασιλεύει στην καρδιά μου. Δόξα στη δύναμί σου, Κύριε!
167. Αξίωσέ με, Κύριε, να απαρνηθώ τον εαυτό μου, να βγάλω από πάνω μου την κατάρα που κληρονόμησα από τον Αδάμ. Κύριε Ιησού, νέε Αδάμ, μετάβαλέ με. Κάμε με καινούργιο άνθρωπο. Αξίωσέ με να ενδυθώ εσένα.
(Η εν Χριστώ ζωή μου - Αγ. Ιωάννου της Κροστάνδης, εκδόσεις Παπαδημητρίου, σελ. 85-86)
Το ζόρισμα δεν βοηθάει τα παιδιά
Μερικοί γονείς κάνουν μεγάλο στρίμωγμα στα παιδιά τους, και μάλιστα μπροστά στους άλλους!
Λές και έχουν ένα μουλάρι και το οδηγούν με την βέργα να πάει ίσα μπροστά,
έχουν το καπίστρι στο χέρι και του λένε: «Να περπατάς ελεύθερα!».
Ύστερα φθάνουν και αυτά στο σημείο να τους δέρνουν.
Σήμερα ήρθε μια μάνα με το παιδί της - ένα παλληκάρι μέχρι εκεί επάνω -, που ήταν άρρωστο.
«Τί να κάνω, Πάτερ; μου λέει, το παιδί μου δεν τρώει και δεν θέλει ούτε να μας δή».
Της είπα τί να κάνη και με ξαναρωτάει: «Τώρα τί να κάνω;».
-Μήπως, Γέροντα, δεν κατάλαβε τί της είπατε;
-Πώς δεν κατάλαβε! «Εγώ ούτε μια ώρα, της είπα, δεν μπορώ να καθήσω μαζί σου,
πώς να μείνη το παιδί μαζί σου; το παλάβωσες!». «Όχι, μου λέει, το αγαπάω».
«Τί το αγαπάς, αφού δεν αναπαύεται κοντά σου, θέλει να φύγη από το σπίτι,
γιατί θέλει να βρίσκεται σε άλλο περιβάλλον. Όταν βρίσκεται μακριά σας, είναι μια χαρά.
Για να μη σας θέλη, φαίνεται φταίτε κι εσείς. Να μην το ερεθίζετε, το σακατεύεις το παιδί έτσι που φέρεσαι.
Με το καλό να του φέρεσαι, με υπομονή». Αφού της είπα όλα αυτά, με ξαναρωτάει: «Τί να κάνω; Το παιδί δεν μας θέλει».
Πώς να συνεννοηθής έτσι; Να είναι το παιδί μια χαρά και να το βγάζουν χαζό. Αυτό είναι βλάβη.
Με το ζόρισμα οι γονείς δεν βοηθούν τα παιδιά, τα πνίγουν.
Συνέχεια «μη αυτό, μη εκείνο, αυτό κάν’ το έτσι...». Πρέπει να τραβούν τα γκέμια τόσο που να μη σπάζουν.
Να ελέγχουν με τρόπο τα παιδιά, για να τα φέρνουν σε έναν λογαριασμό, αλλά να μη δημιουργούνται χάσματα μεταξύ τους.
Να κάνουν ό,τι κάνει ο καλός κηπουρός, όταν φυτεύη ένα δενδράκι: Το δένει απαλά με ένα σχοινάκι σε έναν πάσσαλο,
για να μη στραβώση και να μην τραυματίζεται, όταν το γέρνη ο αέρας λίγο δεξιά-λίγο αριστερά.
Το φράζει κιόλας γύρω-γύρω και συγχρόνως το ποτίζει, το φροντίζει, μέχρι να μεγαλώσουν τα κλωνάρια του,
για να μην το φάνε τα κατσίκια. Γιατί, αν το κουτσουρέψουν τα κατσίκια, πάει, καταστράφηκε.
Ένα κουτσουρεμένο δένδρο ούτε να καρπίση μπορεί ούτε σκιά να κάνη.
Όταν μεγαλώσουν τα κλωνάρια του, τότε ο κηπουρός βγάζει τον φράχτη,
οπότε και καρπίζει το δένδρο και στην σκιά του μπορούν να φιλοξενούνται και κατσίκια και πρόβατα και άνθρωποι.
Οι γονείς όμως πολλές φορές από υπερβολικό ενδιαφέρον θέλουν να δέσουν το παιδί με σύρμα,
ενώ πρέπει να το δένουν απαλά, για να μην το πληγώνουν. Ν
α προσπαθούν να βοηθούν τα παιδιά με τον αρχοντικό τρόπο, ο οποίος καλλιεργεί το φιλότιμο στις ψυχές τους,
ώστε να καταλάβουν το καλό ως ανάγκη. Να τους εξηγούν το καλό, όσο μπορούν με καλό τρόπο, με αγάπη και με πόνο.
Θυμάμαι μια μητέρα που, όταν έβλεπε τα παιδάκια να κάνουν καμμιά αταξία,
τα μάτια της βούρκωναν από πόνο και έλεγε: «μη, χρυσό μου παιδί».
Και με το παράδειγμά της τους μάθαινε να αγωνίζωνται με χαρά, για να αποφεύγουν τους πειρασμούς της ζωής,
να μην ταράζωνται εύκολα μπροστά σε μια δυσκολία, αλλά να την αντιμετωπίζουν με προσευχή και με εμπιστοσύνη στον Θεό.
Σήμερα μικροί-μεγάλοι στον κόσμο ζουν σαν σε τρελλοκομείο, γι’ αυτό χρειάζεται πολλή υπομονή και πολλή προσευχή.
Ένα σωρό παιδιά παθαίνουν εγκεφαλικό.
Είναι λίγο χαλασμένο το ρολόι, το κουρντίζουν και οι γονείς λίγο παραπάνω και σπάζει το ελατήριό του.
Χρειάζεται διάκριση. Άλλο παιδί θέλει περισσότερο κούρντισμα και άλλο λιγώτερο.
Τα καημένα τα παιδιά είναι εκτεθειμένα σε όλα τα ρεύματα.
Όταν ακούν έξω στις διάφορες συντροφιές «μη σέβεστε γονείς, μη σέβεστε τίποτε»,
και οι μητέρες πάνε να τα σφίξουν, τότε αντιδρούν χειρότερα.
Γ ι’ αυτό λέω στις μητέρες να ζοριστούν στην προσευχή, και όχι να ζορίζουν τα παιδιά.
Αν συνέχεια λένε «μή, μή» στο παιδί, ακόμη και για μικροπράγματα, ή καμμιά φορά και άδικα, τότε,
όταν πρόκειται για κάτι σοβαρό, όταν πάη λ.χ. το παιδάκι να ρίξη βενζίνη στην φωτιά, δεν ακούει και το κάνει,
οπότε μπορεί να πάθη μεγάλη ζημιά. Το παιδί δεν καταλαβαίνει ότι μέσα στο «μή» κρύβεται η αγάπη.
Αλλά και όταν μεγαλώση λίγο, μπαίνει ο εγωισμός και αντιδράει, όταν του κάνουν καμμιά παρατήρηση,
γιατί λέει: «μικρός είμαι και μου φέρονται έτσι;».
Οι γονείς πρέπει να δώσουν στο παιδί να καταλάβη ότι, όπως, όταν ήταν μικρό, το πρόσεχαν να μην καή,
έτσι και τώρα που μεγάλωσε, υπάρχει άλλη φωτιά.
Γ ι’ αυτό πρέπει να προσέχη, να μη δίνη δικαιώματα στον πειρασμό, για να διατηρήση την Χάρη του Αγίου Βαπτίσματος.
(Λόγοι Παϊσίου, τόμος Δ΄, Οικογενειακή Ζωή, Εκδ. Ιερού Ησυχαστηρίου "Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος", σελ. 109-112)
"Να είναι ευλογημένο!"
(Ο "πνευματικός" του αποσπάσματος που ακολουθεί είχε αρρωστήσει πολύ βαριά από καρκίνο,
και ζήτησε από το Γέροντα Πορφύριο να προσευχηθεί να γίνει το θέλημα του Θεού).
Δεν πέρασαν πολλά χρόνια και η ασθένεια του πνευματικού υποτροπίασε.
Χρειάσθηκε νέα εγχείρηση, αλλά η κατάσταση της υγείας του διαρκώς χειροτέρευε.
Ο ασθενής πονούσε αφόρητα, δεν έτρωγε τίποτε, τον διατηρούσαν με ορούς και μέρα με τη μέρα έλιωνε σαν το κερί.
Σε μία από τις τελευταίες επισκέψεις μου στο σπίτι, όπου έμενε ο πνευματικός μου,
εκείνος μου είπε, με σβησμένη φωνή: "Να πεις στον π. Πορφύριο, ότι πονάω πάρα πολύ
και τον παρακαλώ γονυπετώς να προσευχηθεί για μένα.
Αν είναι θέλημα του Θεού να ζήσω, ας με κάνει δώρο στα πνευματικά μου παιδιά,
αν πάλι το θέλημά Του είναι να με πάρει, ας με πάρει. Ευλογημένο το όνομά Του".
Όταν μετέφερα το μήνυμα αυτό στον π. Πορφύριο, συγκινήθηκε ακούοντάς το
και μου ζήτησε να σχηματίσω αμέσως τον αριθμό τηλεφώνου του.
Και τότε ακολούθησε ένας συγκλονιστικός διάλογος, μεταξύ του πνευματικού μου,
που βρισκόταν στο χείλος του τάφου, και του π. Πορφυρίου που έφθασε, κατά το παρελθόν,
τρεις φορές μέχρι το σημείο αυτό.
Ο π. Πορφύριος τον ενεθάρρυνε, αναφέροντάς του περιστατικά από ανάλογες δικές του εμπειρίες,
κι ο πνευματικός μου μόλις που μπορούσε να απαντά μονολεκτικά, κάτω από τους φοβερούς πόνους του.
Ο "καθηγητής" της αγιοπνευματικής ζωής, που σταυρώθηκε πολλές φορές, στήριζε το "δάσκαλο",
στις πιο δύσκολες ώρες του σταυρού του. Ο π. Πορφύριος άφησε ανοιχτή την τηλεφωνική συσκευή
και άκουσα όλη τη συνομιλία γονατιστός και δακρυσμένος.
Όταν τελείωσε, ο π. Πορφύριος στράφηκε σε μένα και είπε: "Τί θαύμα ήταν αυτό; Ο πνευματικός σου ήταν δίπλα μου.
Τον είδες; "Όχι Γέροντα, του απήντησα, δεν τον είδα".
Κι ο π. Πορφύριος συνέχισε: "Είναι μεγάλο θαύμα. Τα σώματα μακριά, οι ψυχές μαζί!
Του τηλεφωνώ τακτικά και τη μέρα και τη νύχτα, ιδιαίτερα όταν βλέπω ότι πονά πολύ.
Συμφωνήσαμε να προσευχόμαστε μαζί τις ίδιες ώρες. Θέλω να του μιλώ, όταν πονά πολύ.
Αυτό κάνει πολύ καλό. Αλλά τον κουράζουν οι επισκέπτες, κι αυτόν και εμένα.
Τον καταλαβαίνω πολύ, τα έχω περάσει κι εγώ. Καλά κάνανε και δεν τον ανοίξανε.
Έτσι να τον αφήσουν, όσο τον κρατήσει ο Θεός".
Με απεγνωσμένη ελπίδα, τον ρώτησα: Γέροντα, αν θέλει ο Θεός, έστω και τώρα, δεν μπορεί να γίνει θαύμα και να ζήσει;
Ο Γέροντας απήντησε: "Αν θέλει ο Θεός, όλα γίνονται".
Αλλά ο Θεός δεν θέλησε ή, μάλλον, θέλησε διαφορετικά, κατά την πανσοφία της αγάπης Του.
Σε λίγες μέρες τον πήρες στον ουρανό.
[Γ 166-8]
(Ανθολόγιο Συμβουλών, Άγιος Πορφύριος, σελ. 111-112)