Τί είναι πιο σπουδαίο και χρήσιμο; Να μεταβληθεί η κατάσταση ή η στάση μας απέναντι στην κατάσταση; Πολλές φορές ερχόμαστε αντιμέτωποι με προβλήματα και αναποδιές που επιμένουν και μας φαντάζουν ανυπέρβλητες. Και συνήθως η άμεση αντίδραση μας είναι να τρέξουμε στον Κύριο και να Του ζητήσουμε να μας απαλλάξει επιτέλους απ’ αυτό το βάσανο! Όμως πολλές φορές Εκείνος κάνει κάτι άλλο… δεν αλλάζει τη συνθήκη αλλά αλλάζει το πώς βλέπουμε εμείς και αντιμετωπίζουμε μέσα μας τη συνθήκη. Αυτή η εσωτερική αλλοίωση που συντελείται είναι πιο σημαντική και θαυμαστή από τη μεταβολή του εξωτερικού ερεθίσματος. Γιατί πιο εύκολα μπορεί να μετακινηθεί ένα βουνό παρά να αλλοιωθεί η ψυχή ενός ανθρώπου!
Έτσι με την ψυχοπνευματική μεταβολή ο άνθρωπος καθίσταται πιο ευέλικτος, πιο προσαρμοστικός, πιο δυνατός και φυσικά πιο χαρούμενος. Ελευθερώνεται, λυτρώνεται… στην ουσία θεραπεύεται από τον ίδιο του τον εαυτό! Βλέπουμε λοιπόν ότι ο Κύριος προκρίνει τη θεραπεία της ψυχής σε αντίθεση με εμάς που επιδιώκουμε τη θεραπεία του προβλήματος. Μα δεν έχει αξία να μας λύνει Εκείνος τα προβλήματα… μπορεί να το κάνει πανεύκολα! Θέλει όμως να μάθουμε να περνάμε αλώβητοι εμείς μέσα από αυτά και όχι αυτά μέσα από εμάς! Γιατί για το Χριστό τίποτα δεν είναι πιο πολύτιμο από την ψυχή μας!
Άρα λοιπόν τα προβλήματα και ό,τι μας δυσκολεύει βρίσκονται εκεί για κάποιο λόγο. Είναι οι ασκήσεις του Δασκάλου στο μαθητή. Δεν μας τις έβαλε για να μας κάνει τη ζωή μας δύσκολη, μας τις έβαλε για να μας κάνει τη ζωή μας εισιτήριο για τη Βασιλεία Του! Ας πηγαίνουμε λοιπόν στο Χριστό και ας Του ζητάμε πρώτα να μας δίνει δύναμη, δρόμο, θάρρος και πίστη να αντιμετωπίζουμε αυτό που μας δυσκολεύει και τότε είναι βέβαιο πως Εκείνος όχι μόνο θα μας ενισχύει εσωτερικά αλλά θα μας βοηθάει και εξωτερικά!(Α.Κ.Β)
ο Παύλος
Ποιος δεν θα δεχόταν ν’ απλώσει τα χέρια
σ’ αυτόν τον αθλητή του Χριστού και νικητή;
Ποιος δεν θα του έκανε οποιοδήποτε χατίρι
βλέποντας τον φυλακισμένο;
Ε.Π.Ε. 20,20
ο δοκιμαζόμενος πιστός
Όποιος βοηθάει τον αθλητή του Χριστού,
που λειώνει απ’ την πείνα,
και συμπαραστέκεται και προσφέρει κάθε διακονία,
τιμάται εξ’ ίσου με τον αθλητή.
Ε.Π.Ε. 23,506
ο χριστιανός
Κανένας γενναίος αθλητής δεν ζητάει τον καιρό των αγώνων λουτρά
και τραπέζι γεμάτο φαγητά και κρασί.
Τούτο είναι γνώρισμα όχι αθλητή, αλλ’ ανθρώπου ανόητου.
Διότι ο αθλητής μάχεται μέσα στη σκόνη, αλειμμένος με λάδι,
με τη ζέστη του ήλιου, με ιδρώτα πολύ, με κόπο και αγωνιστική σκληρότητα.
Ε.Π.Ε. 24,340
ο χριστιανός
Αν όποιος πρόκειται ν’ αγωνιστεί μπροστά σε ανθρώπους φροντίζει τόσο πολύ,
πολύ περισσότερο αρμόζει σε μας να φροντίζουμε και να μεριμνάμε σε μας,
που όλη η ζωή μας είναι αγώνας.
Ε.Π.Ε. 24,558
πώς γυμνάζεται;
Δεν βλέπεις τους αθλητές, πώς γυμνάζονται,
γεμίζοντας σάκους με άμμο;
Συ όμως δεν χρειάζεσαι μια τέτοια εξάσκηση.
Γεμάτη είναι η ζωή απ’ αυτούς, που θα σε γυμνάσουν και θα σε καταστήσουν ισχυρό.
Δεν βλέπεις, ότι και τα δέντρα, όσο περισσότερο είναι εκτεθειμένα στον άνεμο,
τόσο πιο ισχυρά και πυκνόφυλλα γίνονται;
Ε.Π.Ε. 25,76
γενναίος, ο μάρτυς
Δεν θεωρήσατε τα δεσμά ως δεσμά, αλλά σταθήκατε σαν γενναίοι αθλητές.
Διότι όχι μόνο για τα δικά σας βασανιστήρια δεν χρειαζόσασταν παρηγοριά,
αλλά γίνατε και για τους άλλους σεις παρηγοριά.
Ε.Π.Ε. 25,100
μέχρι τέλους
Τίποτε άλλο δεν χρειάζεστε, παρά μόνο να μείνετε σταθεροί,
όπως μέχρι τώρα, ώστε να φτάσετε στο τέλος και να λάβετε την αμοιβή,
που έχει υποσχεθεί ο Θεός.
Ε.Π.Ε. 25,102
απ’ την αφετηρία μέχρι τέλους
Ο αθλητής, αν δεν νικήσει μέχρι τέλους, όλα είναι ανώφελα.
Τέτοιοι αθλητές είναι όσοι πήδησαν απ’ την αφετηρία λαμπροί και επίδοξοι,
όμως στη συνέχεια παρέκλιναν και αποχαυνώθηκαν.
Και γι’ αυτό στερήθηκαν το βραβείο και δεν αναγνωρίστηκαν από τον Κύριο.
Ε.Π.Ε. 25,166
του Χριστού, κάθε νέος
Να αναθρέψεις το παιδί σου, ώστε να γίνη αθλητής του Χριστού.
Δεν σου λέω να του απαγορεύσεις το γάμο και να το στείλεις στην ερημιά
και να τον προετοιμάσεις να γίνη μοναχός. Βέβαια το θέλω κάτι τέτοιο.
Θα ευχόμουν όλοι ν’ ασπάζονταν το μοναχικό βίο.
Αλλ’ επειδή φαίνεται βαρύ, κανέναν δεν εξαναγκάζω.
Ν’ αναθρέψεις, λοιπόν, το παιδί σου, να γίνη αθλητής του Χριστού.
Από την παιδική ηλικία να είναι ευλαβής, έστω κι αν ζη μέσ’ στον κόσμο.
Ε.Π.Ε. 30,638
ο μάρτυρας
Όπως ο αθλητής, που βγάζει τα ρούχα του,
ο Ιώβ πέταξε από πάνω του τον πλούτο,
και μπήκε γυμνός στους αγώνες της αρετής.
Τόσο εξέπληξε όλους με τους αγώνες του,
ώστε κι αυτοί ακόμα οι άγγελοι απ’ το ουράνιο θεωρείο,
βλέποντας την υπομονή της ψυχής του,
κραύγασαν από θαυμασμό και χειροκρότησαν εκείνον τον νικητή.
Ε.Π.Ε. 31,600
δοκιμασμένος από τον Θεό
Έχω εμπιστοσύνη στον αθλητή μου (τον Ιώβ).
Γι’ αυτό και δεν εμποδίζω να οδηγηθή σε όσα θα ήθελες παλαίσματα.
Είναι χρυσάφι δοκιμασμένο. Όπως νομίζεις, δοκίμασέ τον.
Όπως θέλεις, βασάνισέ τον. Δεν θα βρής πάνω του αδυναμία.
Δεν θα βρής τρόπο να τον καταβάλεις.
Ε.Π.Ε. 31,602
στέφανος τους
Ολοφάνερο είναι, ότι ο Θεός έχει ετοιμάσει άλλη ζωή,
πολύ καλύτερη και λαμπρότερη.
Σ’ αυτήν πρόκειται να στεφανώσει τους αθλητές της ευσεβείας
και να τους αναδείξει μπροστά σ’ ολόκληρη την οικουμένη.
Ε.Π.Ε 31,604
(Χρυσοστομικό Λεξικό, αρχ. Δανιήλ Αεράκη, Τόμος Α΄, σελ. 112-114)
Το μάλωμα και ο έπαινος του παιδιού
Οι γονείς πρέπει να προσέχουν πολύ να μη μαλώνουν τα παιδιά τους το βράδυ,
γιατί το βράδυ τα παιδιά δεν έχουν με τί να διασκεδάσουν την στενοχώρια τους
και η μαυρίλα της νύχτας την μαυρίζει πιο πολύ. Αρχίζουν να σκέφτωνται πώς να αντιδράσουν,
ψάχνουν διάφορες λύσεις, μπαίνει στην μέση και ο διάβολος, και μπορεί να φθάσουν στην απελπισία.
Την ημέρα, και να πούν τα παιδιά: «θα κάνω αυτό ή εκείνο», θα βγουν έξω, θα ξεχαστούν, οπότε διασκεδάζεται η στενοχώρια.
-Γέροντα, το ξύλο βοηθάει τα παιδιά να διορθωθούν;
-Όσο γίνεται, οι γονείς να το αποφεύγουν. Να προσπαθούν με το καλό και με υπομονή να δώσουν στο παιδί να καταλάβη
ότι αυτό που κάνει δεν είναι σωστό. Μόνον όταν είναι μικρό το παιδί και δεν καταλαβαίνη
ότι αυτό που πάει να κάνη είναι επικίνδυνο, βοηθιέται, αν φάη κανένα σκαμπίλι, για να προσέχη άλλη φορά.
Ο φόβος, μήπως φάη πάλι σκαμπίλι, γίνεται φρένο και το προστατεύει.
Εγώ, όταν ήμουν μικρός, περισσότερο βοηθιόμουν από την μητέρα μου παρά από τον πατέρα μου.
Και οι δύο με αγαπούσαν και ήθελαν το καλό μου. Καθένας όμως με βοηθούσε με τον δικό του τρόπο.
Ο πατέρας μου ήταν αυστηρός. Όταν κάναμε σαν παιδιά καμμιά αταξία, μας έδινε σκαμπίλια.
Εγώ πονούσα λίγο από το ξύλο, μαζευόμουν, όταν όμως περνούσε ο πόνος, ξεχνούσα και τον πόνο και τις συμβουλές του.
Όχι ότι δεν με αγαπούσε ο πατέρας μου, από αγάπη με έδερνε.
Μια φορά, θυμάμαι - τριών χρονών ήμουν -, που μου έδωσε ο πατέρας μου ένα σκαμπίλι, με τίναξε πέρα!
Τί είχε γίνει; Δίπλα από το σπίτι μας ήταν ένα σπίτι εγκαταλελειμμένο.
Οι ιδιοκτήτες είχαν φύγει στην Αμερική και είχε ρημάξει. Στην αυλή είχε μια συκιά που τα κλαδιά της έβγαιναν στον δρόμο.
Ήταν καλοκαίρι και ήταν γεμάτη σύκα. Εκεί που έπαιζα με άλλα παιδιά, ήρθε ένας γείτονας και με σήκωσε,
για να του κόψω μερικά σύκα, γιατί δεν έφθανε μόνος του να κόψη. Του έκοψα πέντε-έξι και μου έδωσε κι εμένα δύο.
Όταν το έμαθε ο πατέρας μου, θύμωσε πάρα πολύ. Μου έδωσε ένα σκαμπίλι!... Εγώ έβαλα τα κλάματα.
Η μάνα μου που ήταν μπροστά, γύρισε και του είπε: «Τί το χτυπάς το παιδί; Τί ήξερε αυτό; μικρό παιδί είναι.
Πώς μπορείς να το ακούς να κλαίη;». «Αμα έκλαιγε τότε που το σήκωσε ο άλλος, για να κόψη τα σύκα, δεν θα έκλαιγε τώρα,
είπε ο πατέρας μου. Αλλά, φαίνεται, ήθελε να φάη και αυτό σύκα. Ας κλαίη λοιπόν τώρα».
Που να τολμήσω να το ξανακάνω! Και η μητέρα μου έβλεπε τις αταξίες μου και στενοχωριόταν, αλλά είχε μια αρχοντιά.
Όταν έκανα καμμιά αταξία, γύριζε το κεφάλι της από την άλλη μεριά και έκανε πώς δεν με βλέπει, για να μη με στενοχωρήση.
Εμένα όμως αυτή η συμπεριφορά της μου ράγιζε την καρδιά.
«Κοίταξε, έλεγα μέσα μου, εγώ έκανα τέτοια αταξία και η μητέρα όχι μονάχα δεν με δέρνει, αλλά κάνει και πώς δεν με βλέπει!
Αλλη φορά δεν θα το ξανακάνω! Πώς να την ξαναστενοχωρήσω;».
Με αυτήν την συμπεριφορά της η μητέρα μου με βοηθούσε περισσότερο, παρά αν μου έδινε σκαμπίλι.
Κι εγώ όμως δεν το εκμεταλλευόμουν, να πώ: «Έ, τώρα δεν με βλέπει, ας κάνω μεγαλύτερη αταξία».
Ενώ ο πατέρας μου, μόλις έκανα κάτι, τάκ, σκαμπίλι.
Βλέπεις, και οι δύο με αγαπούσαν, εκείνο όμως που με διόρθωνε περισσότερο ήταν η αρχοντική συμπεριφορά της μάνας μου.
-Γέροντα, μερικά παιδιά όμως είναι πολύ άτακτα, φωνάζουν, τρέχουν, κάνουν ζημιές.
Πώς να αποφύγουν οι γονείς το ξύλο;
-Κοίταξε, δεν φταίνε τα παιδιά. Τα παιδιά, για να μεγαλώσουν φυσιολογικά, θέλουν αυλή, για να μπορούν να παίξουν.
Τώρα τα κακόμοιρα είναι κλεισμένα μέσα στις πολυκατοικίες και ζορίζονται.
Δεν μπορούν να τρέξουν ελεύθερα, να παίξουν, να χαρούν.
Δεν πρέπει να στενοχωριούνται οι γονείς, όταν το παιδάκι είναι ζωηρό.
Ένα ζωηρό παιδί έχει δυνάμεις μέσα του και μπορεί να προκόψη πολύ στην ζωή του, αν τις αξιοποιήση.
(Λόγοι Παϊσίου, τόμος Δ΄, Οικογενειακή Ζωή, Εκδ. Ιερού Ησυχαστηρίου "Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος", σελ. 107-109)
"Γαντζώνεσαι με την ελπίδα του Θεού και σώζεσαι"
Όταν συνήλθε κάπως ο Γέροντας κι άρχισε σιγά σιγά να δέχεται επισκέπτες,
τον συνάντησα κι άκουσα έκπληκτος, να μου λέει, με την ασθενική φωνή του:
"Όταν ήμουν, που λες, νέος, προσευχήθηκα στο Θεό, αν ποτέ επιτρέψει ν' αρρωστήσω,
να μου δώσει καρκίνο. Ξέρεις, ο καρκίνος είναι η καλύτερη αρρώστια.
Γιατί με τις άλλες αρρώστιες, δεν το παίρνεις σοβαρά το ζήτημα,
ελπίζεις ότι θα γιατρευτείς και συνήθως δεν αλλάζεις.
Με τον καρκίνο όμως, λες, "ως εδώ ήταν, πάει, τελείωσαν τα ψέματα, τώρα φεύγω".
Οι άνθρωποι δεν μπορούν να σε βοηθήσουν και βρίσκεσαι μόνος μπροστά στο Θεό.
Μόνη ελπίδα που σου μένει ο Θεός.
Γατζώνεσαι από την ελπίδα αυτή και σώζεσαι.
Με την εγχείρηση αυτή του ματιού, που μου κάνανε και απέτυχε,
με τις κορτιζόνες που μου δώσανε,
ένιωθα σα να 'γινε έκρηξη μέσα στο κρανίο μου και το έκανε κομμάτια.
Πονούσα τόσο πολύ! Νόμισα πως άκουσε ο Θεός εκείνη την παλιά προσευχή μου
και ήτανε καρκίνος, αλλά δεν ήτανε. Ξέρεις, την είχα σταματήσει την προσευχή αυτή για τον καρκίνο,
όταν μιά φορά το ανέφερα σε κάποιο δεσπότη κι εκείνος με μάλωσε,
διότι, όπως μου είπε, μια τέτοια προσευχή κρύβει εγωισμό.
Έτσι που λες, πονούσα δυνατά. Ήταν πολύ ωραία".
Αν όλη η διήγησή του μου δημιουργούσε δέος, εκείνο το τελευταίο: "πονούσα δυνατά, ήταν πολύ ωραία" με άφησε άναυδο.
Πολλές φορές αδυνατούσα να παρακολουθήσω το Γέροντα.
[Γ 155π.]
(Ανθολόγιο Συμβουλών, Άγιος Πορφύριος, σελ. 110)
Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται στην Εκκλησία μας ένα περίεργο φαινόμενο. Ποιο είναι αυτό; Ξαφνικά, αρκετοί χριστιανοί μας να τιμούν και να ευλαβούνται τον άγιο Ιούδα τον Θαδδαίο. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα:
– Να κατασκευάζονται στο όνομά του παρεκκλήσια και προσκυνητάρια.
– Να αγιογραφούνται ιερές εικόνες του.
– Να τελούν πολλοί ιεροί Ναοί πανηγυρικούς εσπερινούς και θείες Λειτουργίες στις 18 και 19 Ιουνίου (κάποιοι έφτασαν στο σημείο να υποστηρίζουν πως έχουν ακόμα και ιερά λείψανα του αγίου, τα οποία τοποθετούν προς προσκύνηση. Λείψανα, φυσικά, αγνώστου και αμφιβόλου προελεύσεως).
– Να γίνεται λόγος για χιλιάδες «θαύματα» του αγίου.
– Να γραφτούν ακόμα και συνταγές για «θαδδαιόπιτες».
Αιτία όλων των παραπάνω είναι η εμφάνιση και ραγδαία εξάπλωση, με τη βοήθεια και του διαδικτύου, της λεγόμενης «προσευχής προς τον άγιο Ιούδα τον Θαδδαίο».
Η εν λόγω προσευχή επιγράφεται ως εξής: «Προσευχή εννεαημέρου, προς τον Άγιο Ιούδα τον Θαδδαίο. Λέγεται, όταν συναντάμε προβλήματα ή όταν δεν φαίνεται να υπάρχει βοήθεια και έχουμε σχεδόν απελπιστεί. Οι προσευχές του εννεαημέρου πρέπει να λέγονται επτά (7) φορές την ημέρα, επί εννέα (9) συνεχείς ημέρες. Οι προσευχές εισακούγονται την εννάτη και πριν και ποτέ μέχρι τώρα δεν απέτυχαν. Θα λάβετε τη χάρη που ζητάτε, όσο απραγματοποίητη κι αν φαίνεται».
*
Προτού ασχοληθούμε με το περιεχόμενο της προσευχής, είναι πολύ σημαντικό να δούμε ποιος ήταν ο άγιος Ιούδας ο Θαδδαίος. Είναι γεγονός πως τα βιογραφικά στοιχεία που έχουμε είναι λίγα και συγκεχυμένα. Και το πρόβλημα περιπλέκεται ακόμα περισσότερο, από τη στιγμή που το πρόσωπο του αποστόλου Ιούδα του Θαδδαίου ταυτίζεται με το πρόσωπο του Ιούδα του αδελφοθέου.
Για την κατανόηση του ζητήματος θα μας βοηθήσουν αρκετά τα όσα γράφει ο ομότιμος καθηγητής της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών κ. Γεώργιος Πατρώνος, στο βιβλίο του Μαθητεία και αποστολικότητα. Στο κεφάλαιο, του εν λόγω βιβλίου, «Ποιοι ήσαν οι Δώδεκα»[1], γίνεται αναφορά στους καταλόγους των ονομάτων των Δώδεκα μαθητών του Χριστού, όπως αυτοί απαντώνται στην Καινή Διαθήκη[2].
Διαβάζουμε: «Οι κατάλογοι των δύο πρώτων Ευαγγελιστών, του Ματθαίου και του Μάρκου, συμφωνούν απόλυτα στην καταγραφή των ονομάτων, με ελάχιστες μόνο διαφορές κυρίως ως προς τη σειρά κατάταξής τους. Και αυτή εκφράζει βασικά την παράδοση του κατά Μάρκον Ευαγγελίου. Η παράδοση του Λουκά προβάλλεται στα δύο ιερά κείμενα του Γ΄ Ευαγγελίου και των Πράξεων των Αποστόλων. Οι κατάλογοι των δύο αυτών κειμένων συμφωνούν και πάλι απόλυτα ως προς τα ονόματα, με τις ανάλογες διαφορές επίσης μόνο ως προς τη σειρά κατάταξής τους.
Το κύριο πρόβλημα στις δύο αυτές παραδόσεις βρίσκεται στην καταγραφή του ονόματός του μαθητή Θαδδαίου από τους Ευαγγελιστές Ματθαίο και Μάρκο, και αντ’ αυτού του ονόματός του Ιούδα του Ιακώβου που αναφέρει η παράδοση του Λουκά. Αλλά επειδή δεν γνωρίζουμε τίποτε περισσότερο για τα δύο (;) αυτά πρόσωπα παρά μόνο τα ονόματά τους, δεν έχει μεγάλη σημασία να αναζητήσει κανείς ποιος από τους δύο τελικά ανήκει στην ομάδα των δώδεκα μαθητών του Ιησού. Είναι εντυπωσιακή η σιωπή και των τεσσάρων Ευαγγελιστών σχετικά με τα δύο αυτά πρόσωπα, και το επισημαίνουμε εδώ για ανάλογο προβληματισμό.
Από την άλλη πλευρά η ιωάννεια παράδοση, όπως εκτίθεται στο Δ΄ Ευαγγέλιο φαίνεται μάλλον να κλίνει προς την πλευρά του Ιούδα, του υιού Ιακώβου, τον οποίο αναφέρει και η παράδοση του Λουκά. Και ο Λουκάς, όπως γνωρίζουμε, είναι περισσότερο προσεκτικός στη χρήση των πηγών του. Ο Ιωάννης μεταξύ των μαθητών του Ιησού αναφέρει πράγματι το όνομα κάποιου Ιούδα, χωρίς όμως τη διευκρίνιση ότι ήταν υιός του Ιακώβου, όπως έκαναν οι προηγούμενοι του Ευαγγελιστές. Αυτόν τον Ιούδα τον διακρίνει παράλληλα από τον άλλο Ιούδα, τον Ισκαριώτη, για να μη γίνει σύγχυση με την ενδιαφέρουσα υπογράμμιση: ‘’Ἰούδας οὐχ ὁ Ἰσκαριώτης’’ (Ιω. 14, 22). Ενδιαφέρον έχει επίσης ότι ο Ευαγγελιστής Ιωάννης δεν αναφέρει καθόλου τον Θαδδαίο, τον οποίο μνημονεύουν ο Ματθαίος και ο Μάρκος, και αυτό είναι ένα ισχυρό στοιχείο υπέρ της συμπερίληψης του Ιούδα Ιακώβου στον κατάλογο των μαθητών του Κυρίου».[3]
Για το ίδιο θέμα, είναι αρκετά σαφής ο καθηγητής Ιωάννης Παναγόπουλος στα όσα γράφει στο βιβλίο του Εισαγωγή στην Καινή Διαθήκη. Αναλύοντας την Καθολική Επιστολή του Ιούδα μας λέει τα εξής: «Ως συγγραφέας της Επιστολής μας φέρεται ο αδελφός του Ιακώβου Ιούδας. Πρόκειται για τον αδελφόθεο Ιούδα, τον οποίον γνωρίζουμε μόνο από τους καταλόγους των αδελφών του Κυρίου (Ματθ. 13, 55 και Μάρ. 6, 3), χωρίς να υπάρχει στην Καινή Διαθήκη κάποια ιδιαίτερη πληροφορία γι’ αυτόν. Ο ίδιος διαχωρίζεται σαφώς από τον κύκλο των αποστολών (στίχος 17 της Επιστολής), αποφεύγει να ονομάσει τον εαυτό του αδελφό του Κυρίου και προτιμά να εμφανισθεί ως αδελφός του γνωστού Ιακώβου. Στον αποστολικό κατάλογο του Λουκά (Λουκ. 6, 16 και Πράξ. 1, 13) συναριθμείται στους αποστόλους και ο ‘’Ἰούδας Ἰακώβου’’. Ωστόσο η γενική εδώ δηλώνει σαφώς τον υιό του Ιακώβου, τον οποίο η μεταγενέστερη παράδοση γνωρίζει ως Ιούδα Θαδδαίο. Κατά τη γενική πληροφορία του Παύλου (Α΄ Κορ. 9, 5), ίσως έδρασε ως περιοδεύουν ιεραπόστολος (στην Παλαιστίνη, Συρία και Αραβία, όπως βεβαιώνει μεταγενέστερα ο Νικηφόρος Κάλλιστος, MPG 145, 864)[4]».
Τέλος, ο αείμνηστος καθηγητής Παναγιώτης Τρεμπέλας αναφερόμενος στον συγγραφέα της Καθολικής Επιστολής του Ιούδα παραθέτει τα ακόλουθα: «Ο συγγραφέας ονομάζει τον εαυτό του αδελφό του Ιακώβου αλλά όχι και απόστολο. Δεν είναι λοιπόν ο Ιούδας αυτός από τους δώδεκα αποστόλους, εκείνος που είναι γνωστός και με το επώνυμο Θαδδαίος ή Λεββαίος· αλλά είναι ένας από τους νομιζόμενους αδελφούς του Κυρίου, από τους γιους δηλαδή που είχε αποκτήσει ο Ιωσήφ από γυναίκα με την οποία είχε συζευχθεί προτού μνηστευθεί τη Θεοτόκο».[5]
Κατόπιν όλων αυτών, συμπεραίνουμε πως στην Καινή Διαθήκη έχουμε τρία πρόσωπα που μας ενδιαφέρουν με το όνομα «Ιούδας». Ο ένας είναι ο Ισκαριώτης, που πρόδωσε τον Χριστό, ο δεύτερος είναι ο γιος του Ιακώβου, που ανήκε στον κύκλο των Δώδεκα και ονομαζόταν επίσης Θαδδαίος ή Λεββαίος, και ο τρίτος είναι ο Ιούδας ο αδελφόθεος, ο αδελφός του Ιακώβου του αδελφοθέου, αδελφός, και αυτός, του Χριστού, ο οποίος έγραψε την Καθολική Επιστολή που υπάρχει στην Καινή Διαθήκη. Οι ορθόδοξοι θεολόγοι διαχωρίζουν σαφώς τα δύο πρόσωπα, άλλος, δηλαδή, είναι ο Ιούδας ο Θαδδαίος και άλλος ο Ιούδας ο αδελφόθεος. Αντιθέτως, οι ρωμαιοκαθολικοί θεολόγοι, και αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία όπως θα δούμε και πιο κάτω, ταυτίζουν τα δύο πρόσωπα.
*
Στην ορθόδοξη Εκκλησία και οι δύο «Ιούδες» τιμώνται ως άγιοι. Πότε, λοιπόν, εορτάζει ο ένας και πότε ο άλλος; Ο άγιος Ιούδας ο αδελφόθεος, τιμάται κάθε χρόνο στις 19 Ιουνίου. Ο άγιος Ιούδας ο Θαδδαίος τιμάται στις 21 Αυγούστου.
Αφού, λοιπόν, ο άγιος Ιούδας ο Θαδδαίος εορτάζει στις 21 Αυγούστου, τότε γιατί πολλοί χριστιανοί σπεύδουν στους ιερούς Ναούς στις 19 Ιουνίου, την ημέρα δηλαδή που εορτάζει ο άγιος Ιούδας ο αδελφόθεος; Γιατί δεν γνωρίζουν, τελικά, ούτε και οι ίδιοι ποιον ακριβώς εορτάζουν. Είναι αλήθεια πως ακόμα και στα ημερολόγια της Εκκλησίας δεν είναι ξεκάθαρο το πότε είναι η εορτή του ενός και πότε του άλλου. Πράγματι, στο Ιερατικόν (λειτουργικό βιβλίο που χρησιμοποιούν οι κληρικοί για την τέλεση των ιερών ακολουθιών) στο παράρτημα του «Εορτολογίου», στις 19 Ιουνίου αναγράφεται πως εορτάζει ο «Ιούδας ο απόστολος», χωρίς κάποιον άλλο προσδιορισμό, και στις 21 Αυγούστου ο «απόστολος Θαδδαίος», επίσης χωρίς άλλη διευκρίνιση[6].
Προβληματικό είναι, επίσης, και το περιεχόμενο των ιερών ακολουθιών των δύο αγίων, όσον αφορά στο ποιος ήταν ο ένας και ποιος ο άλλος, στα λειτουργικά βιβλία Μηναία (19 Ιουνίου και 21 Αυγούστου). Πιστεύουμε πως η Εκκλησία, λόγω και των διαστάσεων που έχει λάβει το ζήτημα της τιμής του αγίου Ιούδα του Θαδδαίου, πρέπει να διορθώσει τα λειτουργικά της βιβλία και να προσδιορίσει με σαφήνεια το πότε τιμώνται οι εν λόγω άγιοι.
*
Το μείζων πρόβλημα, όμως, δεν είναι το θέμα της τιμής του αγίου Ιούδα. Το πότε, δηλαδή, εορτάζει ο Ιούδας ο Θαδδαίος και πότε ο Ιούδας ο αδελφόθεος. Το κυρίαρχο πρόβλημα είναι η προέλευση και το περιεχόμενο της δήθεν «θαυματουργικής» προσευχής προς τον άγιο Ιούδα τον Θαδδαίο, από την οποία, όπως είπαμε και στην αρχή, ξεκίνησαν όλες οι στρεβλώσεις.
Με το περιεχόμενο της προσευχής αυτής, ασχολήθηκε η Εστία Πατερικών Μελετών[7]. Στη συνέχεια θα παραθέσουμε το πολύ κατατοπιστικό κείμενο, όπως αυτό αναρτήθηκε στην ιστοσελίδα www.orthros.eu, με κάποιες μικρές τροποποιήσεις[8]:
[«Προσευχή» στόν Ἅγιο Ἰούδα τόν Θαδδαῖο ἤ ἔντεχνα σχεδιασμένη παγίδα πιστῶν μετά κεκαλυμμένης μαγείας;
Ἐρώτηση:
Μοῦ ἔδωσαν ἕνα φυλλάδιο μέ μία προσευχή τό ὁποῖο σᾶς ἀποστέλλω, ἡ ὁποία τιτλοφορεῖται «Προσευχή στόν Ἅγιο Ἰούδα τό Θαδδαῖο». Ἐγγυᾶται ἀποτελέσματα γιά ὅ,τι ζητήσει κανείς. Δέν μοῦ ἀρέσει τό γεγονός ὅτι λέει πώς πρέπει «οἱ προσευχές νά ἀπαγγέλλονται 6 φορές τήν ἡμέρα ἐπί 9 ἡμέρες. Παρακαλῶ σχολιάστε, πρόκειται περί πλάνης; Εὐχαριστῶ ἐκ τῶν προτέρων».
«Αγιώτατε Απόστολε, Άγιε Ιούδα Θαδδαίε, πιστέ υπηρέτη και φίλε του Ιησού, η Ορθοδοξία, σ’ όλον τον κόσμο σε τιμά και σε επικαλείται ως Προστάτη των απελπισμένων υποθέσεων, αυτών για τις οποίες έχει χαθεί κάθε ελπίδα. Προσευχήσου για μένα. Είμαι τόσο απελπισμένος/η και μόνος/η. Σε ικετεύω κάνε χρήση αυτής της ιδιαίτερης Χάρης που σου έχει δοθεί, να φέρνεις ορατή και γρήγορη βοήθεια όπου δεν υπάρχει καμμία σχεδόν ελπίδα βοηθείας. Βοήθησέ με τούτη την ώρα της ανάγκης, για να μπορέσω να λάβω την παρηγοριά και την βοήθεια της Αγίας Τριάδος, σ’ όλες μου τις ανάγκες, δοκιμασίες, και βάσανα – (εδώ εκφράζετε το αίτημά σας) – και να μπορώ να υμνώ τον Χριστό μαζί με σένα και με όλους τους Ορθόδοξους Χριστιανούς.
Υπόσχομαι, ω ευλογημένε Άγιε Ιούδα Θαδδαίε, να ενθυμούμαι πάντοτε αυτή τη μεγάλη Χάρη. Να σε τιμώ πάντοτε, ιδιαίτερα ως τον πιο δυνατό προστάτη μου, και μ’ ευγνωμοσύνη να ενθαρρύνω την ευλάβεια προς εσένα. Αμήν.
Είθε το όνομα της Αγίας Τριάδος να λατρεύεται και να υμνείται απ’ όλους τους Ορθόδοξους Χριστιανούς, στους αιώνες των αιώνων, Αμήν.
Είθε το όνομα του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, να υμνείται και να δοξάζεται τώρα και παντοτινά, Αμήν.
Άγιε Ιούδα Θαδδαίε δεήσου για μας και άκουσε τις προσευχές μας, Αμήν.
Ας είναι ευλογημένο το όνομα του Ιησού Χριστού.
Ας είναι ευλογημένο το όνομα της Υπεραγίας και Αειπαρθένου Μαρίας.
Ας είναι ευλογημένος ο Άγιος Ιούδας ο Θαδδαίος. Σ’ όλο τον κόσμο και σ’ όλους τους αιώνες, Αμήν.
Πάτερ ημών…
Χαίρε Μαρία Κεχαριτωμένη, ο Κύριος μετά Σου. Ευλογημένη συ εν γυναιξί και ευλογημένος ο καρπός της κοιλίας σου, ο Ιησούς.
Υπεραγία Θεοτόκε πρέσβευε υπέρ ημών των αμαρτωλών νυν και αεί και την ώρα του θανάτου ημών, Αμήν».
«** Π Ρ Ο Σ Ε Υ Χ Η Ε Ν Ν Ε Α Η Μ Ε Ρ Ο Υ **
Αυτή η προσευχή λέγεται όταν συναντάμε προβλήματα ή όταν δεν φαίνεται να υπάρχει βοήθεια και έχουμε σχεδόν απελπιστεί.
Οι προσευχές του εννεαημέρου πρέπει να απαγγέλονται εξ (6) φορές την ημέρα, επί εννέα (9) συνεχείς ημέρες. Οι προσευχές εισακούγονται την εννάτη και πριν και ποτέ μέχρι τώρα δεν απέτυχαν. Θα λάβετε τη Χάρη που ζητάτε, όσο απραγματοποίητη κι αν φαίνεται.
Διαδώστε την ευλάβεια στον Άγιο Ιούδα τον Θαδδαίο. Ο Άγιος Απόστολος Ιούδας έχει γράψει μία Επιστολή η οποία ευρίσκεται στην Καινή Διαθήκη, πριν από την Αποκάλυψη του Ιωάννου. Την διαδίδετε και αυτή με την παρούσα Ευλογία».
Ἀπάντηση:
Ἀγαπητέ ἀναγνώστη, πρόκειται περί πλάνης…
Ἡ παροῦσα προσευχή μᾶς προβλημάτισε πολύ, γιά τούς ἑξῆς λόγους:
1. Ὁ τρόπος μέ τόν ὁποῖο «πρέπει» νά ἐκτελεῖται, καί μάλιστα μέ ἐγγυημένα ἀποτελέσματα.
2. Τά λόγια καί ἡ μορφή της.
3. Ἡ προέλευσήτης, ἡ ὁποία δείχνει νά πηγάζει ἀπό προσευχή τῆς παπικῆς ἐκκλησίας.
1. Προβληματισμός γιά τόν τρόπο ἐκτέλεσης τῆς προσευχῆς:
Κατ’ἀρχάς ὅπως πολύ σωστά ἀναφέρεις, καμμία προσευχή δέν «ἐγγυᾶται» ἀποτελέσματα καί μάλιστα μέσα σέ ἕνα συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, π.χ. σέ 9 συνεχεῖς ἡμέρες. Ποιός μπορεῖ νά πεῖ ΠΟΤΕ ὁ Θεός θά ἀποφασίσει νά πραγματοποιήσει τό αἴτημά μας; Εἶναι σάν νά ἐκβιάζω τόν Θεό νά ἐνεργήσει α) ὁπωσδήποτε β) γιά ὁποιοδήποτε θέμα καί γ) ὅποτε θέλω ΕΓΩ. Ἄρα κατεβάζω τόν Θεό στά δικά μου μέτρα καί σταθμά.
α) ὁπωσδήποτε:
Ὁ Κύριος ὅταν προσεύχεται στήν Γεθσημανῆ αἰτεῖται στόν Θεό Πατέρα «εἰ δυνατόν ἐστι, παρελθέτω ἀπ᾿ ἐμοῦ τὸ ποτήριον τοῦτο». Ἐδῶ δέν λέει «ὁπωσδήποτε», λέει «εἰ δυνατόν». Ἄρα μᾱς διδάσκει ὁ Κύριος στήν Γεθσημανῆ (μαζί καί μέ ἄλλα), ὅτι δέν ἐκβιάζουμε τόν Θεό, ἀκόμα καί ἄν εἴμαστε καί ἐμεῖς «θεοί». Ἀκόμα, τό αἴτημα τοῦ Κυρίου δέν ἔγινε δεκτό, ἀποδεχόμενος ὁ Ἴδιος τό θέλημα τοῦ Πατρός. Μέσῳ τῆς προσευχῆς λοιπόν:
-αἰτούμεθα, δέν ἐκβιάζουμε,
-μπορεῖ νά γίνει ἀποδεκτό τό αἴτημά μας μπορεῖ καί ὄχι, (ἴσως καί νά μήν εἶναι γιά τό καλό μας – βλέπε καί ἑπόμενη παράγραφο),
-ἀποδεχόμαστε τό Θέλημα τοῦ Κυρίου.
β) γιά ὁποιοδήποτε θέμα:
Ὁ ἐμπνευστής τῆς «προσευχῆς» αὐτῆς προτείνει νά τήν λέμε «ὅταν συναντᾶμε προβλήματα, ὅταν δέν ἔχουμε βοήθεια καί ὅταν ἔχουμε ἀπελπισθεῖ».
Καί ἄν αὐτό τό ὁποῖο αἰτοῦμαι δέν εἶναι γιά τό καλό μου; Ἤ εἶναι γιά τό κακό τοῦ ἄλλου; Πάλι δουλεύει ἡ μυστήρια αὐτή «προσευχή τοῦ Ἰούδα»; Ἐγγυᾶται ἀποτελέσματα ἀνεξαρτήτως τοῦ αἰτήματος; Καί καλά, ἕνας Ὀρθόδοξος Χριστινός πού ζεῖ μέσα στήν ἐκκλησία, πού ζεῖ ἐν μετανοίᾳ, ἐξομολογεῖται, μεταλαμβάνει τῶν ἀχράντων μυστηρίων… πῶς εἶναι δυνατόν νά μήν ἔχει βοήθεια «ἀπό κανένα» ἤ νά «ἔχει ἀπελπισθεῖ»; Μήπως ἑπομένως αὐτή ἡ «προσευχή» προσπαθεῖ ἐντέχνως νά βρεῖ «ὀπαδούς» σέ ὅσους Ὀρθοδόξους ἔχουν χαλαρή σχέση μέ τήν ἐκκλησία; Καί ἄν εἶναι ἔτσι, καί οἱ Ἰεχωβάδες τήν ἴδια μέθοδο τῆς χαλαρῆς σχέσης μέ τήν ἐκκλησία δέν χρησιμοποιοῦν γιά νά προσεγγίσουν κάποιους ἀφελεῖς Ὀρθοδόξους;
γ) ὅποτε θέλω ΕΓΩ.
Ὁ ἄνθρωπος σήμερα θέλει γρήγορες λύσεις σέ ὅλα. Ἐδῶ καί τώρα. Δέν λειτουργεῖ ἔτσι ἡ προσευχή. Ἔτσι λειτουργεῖ ἡ ματαιοδοξία καί πλεονεξία τοῦ ἀνθρώπου, ἀκόμα καί αὐτή ἡ μαγεία.
Χρειάζεται πολύ μεγάλη ἁγιότητα γιά νά ἐνεργήσει ὁ Κύριος ἄμεσα σέ ἕνα αἴτημα, καί πάλι ἐάν ὁ Κύριος θελήσει. Μήπως εἴμαστε καί ἐμεῖς Ἅγιοι;
Ἡ μοναδική στιγμή στήν Ἱστορία πού ἔγινε «προγραμματισμένη» ἐπίσκεψη τῆς Θείας Χάριτος ἦταν αὐτή τῆς Πεντηκοστῆς, διότι ὁ Κύριος εἶχε προειδοποιήσει τούς μαθητές του ὅτι θά τούς ἀποστείλει τό Ἅγιο Πνεῦμα. Αὐτό πού ἀναφέρει τό φυλλάδιο ὅτι «θά λάβετε τήν χάρη πού ζητᾶτε ὅσο ἀπραγματοποίητη καί ἄν φαίνεται(!)» θά μποροῦσε νά παραπέμψει ἀκόμα καί σέ πλάνη τύπου πεντηκοστιανῶν. Δηλαδή ὅσο χάρη καί νά ζητήσω θά τήν λάβω; Ἄρα μπορῶ νά φτάσω καί στήν θέωση ἔτσι ἁπλά; Ἄρα τί χρειαζόμαστε τήν διδασκαλία τῶν πατέρων, τήν μετάνοια, τήν Θεία Κοινωνία, τήν ἴδια τήν ἐκκλησία τοῦ Κυρίου; Εἰσερχόμαστε στόν παράδεισο «Θεωμένοι» μέσα σέ 9 ἡμέρες!! Ἔ καί κάποιος ἄλλος ὑποσχέθηκε «Θέωση» στήν Εὕα σέ μία στιγμή, καί βρέθηκε ἐκτός παραδείσου.
Ἕνας μεγαλόσχημος μοναχός κάνει δύο χιλιάδες ἤ καί περισσότερες μετάνοιες καθημερινά, χώρια τά κομποσκίνια, οἱ προσευχές κατ’ ἰδίαν, ἡ «ἀδιάλειπτη» προσευχή, ἡ συμμετοχή του στίς ἀκολουθίες κλπ. Γιά νά συγκρίνουμε τό «6 φορές τήν ἡμέρα ἐπί 9 ἡμέρες μέ τό π.χ 2000 μετάνοιες καί 100 κομποσκοίνια καί 2 ἀκολουθίες τήν ἡμέρα γιά 1,2, 10, 20, 50 χρόνια, ὅλη του τήν ζωή (τοῦ μοναχοῦ). Τί περιμένει; Νά τόν ἀκούσει ὁ Θεός τήν 1η ἡμέρα, τήν 10η, τόν 1ο χρόνο, πότε;
Τήν Θεία Χάρη δέν μπορεῖ νά τήν ἐκβιάζει κανείς. Ὁ Ἅγιος Σιλουανός ἔλαβε τήν χάρη σέ 2 μῆνες ἀπό τότε πού πῆγε στό Ἅγιο Ὅρος νά ἀσκητέψει, καί ὅταν πῆγε νά ἐξομολογηθεῖ στόν πνευματικό του γιά νά ἐπιβεβαιώσει ἄν τό ὅραμα πού εἶδε ἦταν ἐκ Θεοῦ ἤ ἐκ τοῦ Πονηροῦ, ὁ πνευματικός του, ἀφοῦ τοῦ ἐπιβεβαίωσε ὅτι ἦταν ἐκ τοῦ Θεοῦ, τοῦ ἀπεκάλυψε ὅτι τοῦ ἰδίου τοῦ εἶχε πάρει 40 χρόνια προσευχῆς γιά νά ἀξιωθεῖ τῆς Χάριτος. Σέ κάποιον λοιπόν παίρνει 2 μῆνες σέ κάποιον ἄλλο 40 χρόνια, σέ ἄλλον ποτέ.
2. Προβληματισμοί πού προκύπτουν ἀπό τά λόγια καί τήν μορφή τῆς ἰδίας τῆς προσευχῆς.
Ἐκ πρώτης ὄψεως ἡ προσευχή αὐτή δέν δείχνει κάτι τό ὕποπτο. Θά μποροῦσε ἐνδεχομένως κανείς, καλῇ τῇ πίστῃ, νά πεῖ αὐτή τήν προσευχή μία φορά στόν Ἅγιο Ἰούδα τόν Θαδδαῖο μέ τό αἴτημά του καί ἄν ὁ Κύριος ἀποφασίσει νά δώσει τήν ἀπάντησή του ἐν εὐθέτῳ χρόνῳ, μέ τήν μεσιτεία τοῦ Ἁγίου Ἰούδα τοῦ Θαδδαίου, ἄς εἶναι εὐλογημένο. Ὄχι ὅμως καί ἀκολουθώντας τίς ὁδηγίες περί 6 φορῶν τήν ἡμέρα ἐπί 9 ἡμέρες κλπ.
Σημεῖα πού προξενοῦν ἐντύπωση:
Ἡ χρήση τῆς δημοτικῆς γλώσσας (ὅταν ὅλες οἱ ἐπίσημες παρακλήσεις ἔχουν συνταχθεῖ στήν καθαρεύουσα). Ἀλλά ἄς ἦταν καί στήν καθαρεύουσα, γιατί οἱ λέξεις «Ὀρθοδοξία/Ὀρθόδοξοι» ἀναφέρονται ἐπίμονα 3 φορές στίς λιγοστές (12 περίπου) γραμμές τῆς «προσευχῆς»; Μήπως ὁ ἐμπνευστής τῆς προσευχῆς αὐτῆς ἔχει ἄγχος νά δώσει «ταυτότητα» Ὀρθοδόξου;
Τό σημεῖο τῆς προσευχῆς: «νά σέ τιμῶ πάντα ὡς τόν πιό δυνατό προστάτη μου καί μέ εὐγνωμοσύνη νά ἐνθαρρύνω τήν εὐλάβεια πρός ἐσένα». Οὐδέποτε ἕνας Ἅγιος περιμένει ἀπό τόν πιστό ἀνταπόδοση, τί κερδίζει ὁ ὁποιοσδήποτε Ἅγιος ἀπό ἐμᾶς ἤ τήν ὑπόσχεσή μας νά τόν τιμοῦμε ἤ νά διαδίδουμε τό ὄνομά του; Ἔχει ἀνάγκη ἀνταπόδοσης, ἀναγνώρισης, ἤ δόξας; Ἰδιαίτερα «ἀνθρωποκεντρικό» καί ἐκκοσμικευμένο τό φρόνημα τοῦ συντάκτη τῆς προσευχῆς, ἐάν ὄχι ἑωσφορικό.
Ἡ ὁποιαδήποτε προσπάθεια νά δημιουργήσει κανείς ἕναν «τύπο» προσευχῆς βάσει τῆς ὁποίας ὁ Θεός πρέπει νά λατρεύεται ἐν γένει ἀπό τούς πιστούς εἶναι ἐπικίνδυνο καί ἐκτός παραδόσεως τῆς Ὀρθόδοξου πίστεως. Σύγχρονοι ὑμνογράφοι σάν τόν μακαριστό Ἁγιορείτη Γεράσιμο Μικραγιαννανίτη, ἔλαβαν ἐπίσημα εὐλογία (ἄδεια), α) γιά νά συνθέσουν ακολουθίες και ὕμνους καί β) γιά νά τούς δημοσιεύσουν. Ἀλλιῶς θά ἦταν πολύ εὔκολο ὁ καθένας νά ἔκανε αὐθαιρέτως ὅ,τι ἤθελε (ὅπως καί οἱ προτεστάντες).
Ἀναρωτιέται κανείς, χάθηκαν τόσες διαθέσιμες παρακλήσεις Ἁγίων, ἤ τῆς Παναγίας μας; Σέ ὅλο τό λατρευτικό μέρος τῆς ἐκκλησίας μας δέν μπορεῖ νά βρεῖ κανείς παρηγοριά, καί ὁ μόνος τρόπος γιά νά τήν βρεῖ εἶναι ἀπό ἕνα αὐθαιρέτως δημιουργημένο φυλλάδιο; Μία ἐγκεκριμένη παράκληση στό ὄνομα τοῦ Ἁγίου Ἰούδα τοῦ Θαδδαίου θά ἦταν ὁπωσδήποτε προτιμότερη καί μέσα στήν λειτουργική τάξη τῆς Ἐκκλησίας.
3. Ἡ προέλευσή της, δείχνει νά πηγάζει ἀπό προσευχή τῆς παπικῆς ἐκκλησίας.
Βρήκαμε ἑκατοντάδες ἀναφορές στό διαδίκτυο (στήν Ἀγγλική γλώσσα) σχετικά μέ τήν προσευχή αὐτή. Ἴσως ἡ πιό ἐνδιαφέρουσα ἀναφορά εἶναι ἡ ἑξῆς: http://www.catholic-saints.info/catholic-prayers/prayer-to-saint-jude-thaddeus.htm καί μάλιστα γιά 2 λόγους:
Προλογεῖ: «Προσευχή πρός τόν Ἅγιο Ἰούδα τόν Θαδδαῖο, εὐχαριστηθεῖτε ἀπό τίς παρηγορητικές λέξεις αὐτῆς τῆς παραδοσιακῆς Καθολικῆς προσευχῆς!» («Prayer to Saint Jude Thaddeus, Enjoy the comforting words of this traditional Catholic Prayer»).
Τό Ἀγγλικό κείμενο εἶναι σχεδόν ἴδιο μέ τό Ἑλληνικό (!!!). Στό Ἑλληνικό ἔχει προστεθεῖ βέβαια «ἡ Ὀρθοδοξία, σ’ ὅλον τόν κόσμο σέ τιμᾶ», «ὑμνεῖται ἀπ’ ὅλους τούς Ὀρθόδοξους Χριστιανούς.». Φαίνεται δηλαδή νά πήραμε μία μή ὀρθόδοξη προσευχή καί νά τίς δώσαμε εὔκολα «ταυτότητα» ὀρθόδοξης!
Νομίζω πώς ὀφείλουμε νά συμπεράνουμε ὅτι ἡ προέλευση τῆς προσευχῆς αὐτῆς ΔΕΝ εἶναι Ὀρθόδοξη. Κάποιος τήν δανείστηκε ἀπό τούς αἱρετικούς, τήν μετέφρασε στήν νεοελληνική γλῶσσα καί τῆς ἔδωσε Ὀρθόδοξη «Ἰθαγένεια»!
Συμπέρασμα: Πρόκειται περί πλάνης. Μία προσευχή χωρίς στοιχεῖα Ὀρθόδοξης προέλευσης, ἀντιθέτως μέ στοιχεῖα παπικῆς. Ὁ τρόπος τοῦ ἐγγυημένου ἀποτελέσματος σέ συγκεκριμένο χρονικό διάστημα παραπέμπει στήν καλύτερη περίπτωση σέ ἀνθρωποκεντρική ἐκκοσμικεύση ἤ, στήν χειρότερη περίπτωση, σέ λευκή μαγεία.]
*
Με τα όσα αναφέραμε έως εδώ, δεν σημαίνει πως αρνούμαστε την τιμή προς το πρόσωπο του αγίου Ιούδα του Θαδδαίου. Κάθε άλλο. Αποτελεί χρέος όλων των χριστιανών η τιμή προς κάθε έναν από τους αγίους Αποστόλους, χάρις στο έργο των οποίων διαδόθηκε το Ευαγγέλιο του Κυρίου μας Ιησού Χριστό στον κόσμο.
Είναι όμως άλλο να τιμούμε και να εορτάζουμε τους αγίους της Εκκλησίας μας, ως πρόσωπα τα οποία αγάπησαν ολοκληρωτικά τον Χριστό και έφτασαν στη θέωση με τον χριστιανικό τους βίο, τον πνευματικό τους αγώνα, και σε πολλές περιπτώσεις ακόμα και με το μαρτύριό τους, και άλλο εμπλέκοντάς τους σε μεθόδους τελείως ξένες προς την ορθόδοξη Πίστη μας, οι οποίες φτάνουν και ξεπερνούν τα όρια της πλάνης.
Μακάρι ο Άγιος Θεός μας, με τις πρεσβείες των αγίων Αποστόλων, να μας φωτίζει όλους!
ΕΚ ΤΟΥ ΙΕΡΟΥ ΝΑΟΥ ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ (ΑΛΙΜΟΥ)
[1] Πατρώνου Γ., Μαθητεία και αποστολικότητα, τ. Α΄, σσ. 88-109, εκδ. Δόμος, Αθήνα 19991.
[2] Βλ. Ματθ. 10, 2-4· Μαρκ. 3, 16-19· Λουκ. 6, 14-16, Πράξ. 1, 13.
[3] Στο ίδιο, σσ. 89-90.
[4] Παναγοπούλου Ιω., Εισαγωγή στην Καινή Διαθήκη, σσ. 392-393, εκδ. Δέσποινα Μαυρομμάτη, Αθήνα 1994.
[5] Τρεμπέλα Παν., Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία, σ. 1043, εκδ. Σωτήρ, Αθήνα 2011.
[6] Ἱερατικόν, σ. 332 και σ. 334, ἐκδ. Ἀποστολικῆς Διακονίας, Ἀθήνα 2004.
[7]https://www.orthros.eu/%E1%BC%90%CF%81%CF%89%CF%84%CE%AE%CF%83%CE%B5%CE%B9%CF%82%E1%BC%80%CF%80%CE%B1%CE%BD%CF%84%CE%AE%CF%83%CE%B5%CE%B9%CF%82/50-/399-lr-lr.html?fbclid=IwAR2P8RJMHN3b6VS7LfV2zqyBZK2g0my3uyqVVerjrr6zTwYprUunmBvEr_w
[8] Μέσα σε αγκύλες [ ] αναγράφεται το κείμενο της Εστίας Πατερικών Μελετών ως έχει.
τίποτε παρά πάνω
Τίποτε δεν προσφέρουμε εμείς, παρά μόνο γίναμε διάκονοι και υπηρετήσαμε όσα μας έδωσε ο Θεός. Γι’ αυτό ακριβώς δεν μίλησε (ο Παύλος) για «παροχή» ούτε για «χορηγία», αλλά για «διακονία».
Ε.Π.Ε. 19,234
όχι αυθέντες
Μη νομίζετε, ότι εμείς οι κληρικοί είμαστε οι κύριοι του έργου. Διάκονοι απλώς είμαστε. Εκείνος που είναι το παν και κάνει τα πάντα, είναι ο Θεός. Αυτός, που συμφιλίωσε όλο τον κόσμο με τον Μονογενή του Υιό.
Ε.Π.Ε. 19,310
αγάπης
Η φροντίδα για τους αγίους έχει όχι μόνο μικρά, αλλά και μεγάλα κέρδη. Μας κάνει μετόχους της αμοιβής, που είναι προωρισμένη γι’ αυτούς.
Ε.Π.Ε. 21,368
και οι επίσκοποι
Ήσαν πολλοί επίσκοποι σε μια πόλι; Ασφαλώς όχι. Αλλά τους πρεσβυτέρους καλούσε έτσι, δηλαδή, τους επισκόπους. Τότε τα ονόματα (πρεσβύτερος και επίσκοπος) είχαν την ίδια σημασία, και ο επίσκοπος λεγόταν και διάκονος.
Ε.Π.Ε. 21,370
των χριστιανών
Αν με τόση προθυμία υπηρετούμε τους αγίους, θα είμαστε μέτοχοι των αμοιβών τους. Αυτό είπε ακριβώς και ο Χριστός: «Φροντίστε να κάνετε για το καλό σας φίλους από τον άδικο πλούτο, για να σάς υποδεχτούν στις αιώνιες κατοικίες του παραδείσου».
Ε.Π.Ε. 21,370-372
στην επισκοπική ανάγκη
Ο αγορασμένος με χρήματα υπηρέτης, όταν εκτελέση το διατεταγμένο έργο, γίνεται στη συνέχεια κύριος του εαυτού του. Οι ασχολίες όμως του διακόνου του Ευαγγελίου απλώνονται παντού και του ζητάνε πολλά πέρα από τις δυνάμεις του. Αν δε έχη την ικανότητα να κηρύττη, πολύ τον κατηγορούν. Αν έχη ικανότητα να μιλάη, πάλι τον κατηγορούν ως ματαιόδοξο. Αν δεν ανασταίνη νεκρούς, λένε, πως δεν αξίζει καθόλου. Λένε: Ο τάδε είναι ευσεβής, αυτός όχι. Αν τρώη με μέτρο, πάλι τον κατηγορούν. Έπρεπε, λένε, να είχε πεθάνει. Αν τον δουν να λούζεται, πολλές οι κατηγορίες. Λένε: Πρέπει να μη βλέπη καθόλου τον ήλιο. Αν κάνη όσα και εγώ κάνω, δηλαδή, λούζεται, τρώη, πίνη, φοράη ρούχα, φροντίζη για το σπίτι και τους υπηρέτες, πάλι τον κατηγορούν. Λένε: Για ποιο λόγο να το έχω προϊστάμενό μου.
Ε.Π.Ε. 24,28
του λόγου
Μεγάλη είναι η ανάγκη της διακονίας του λόγου. Όχι βέβαια του οποιουδήποτε λόγου, αλλά του δόκιμου λόγου, του τέλειου λόγου· του λόγου, που δεν αφήνει περιθώρια σ’ όσους ψάχνουν για αφορμές.
Ε.Π.Ε. 24,80
(Χρυσοστομικό Λεξικό, αρχ. Δανιήλ Αεράκη, τόμος Β, σελ. 40-42)
γ'. Είπε ο Αββάς Ιωάννης ο Κολοβός: «Αν θελήση ένας βασιλεύς να κυριεύση μια εχθρική πόλη, πρώτα της κρατά το νερό και τα τρόφιμα. Και έτσι οι εχθροί, κινδυνεύοντας να χαθούν από την πείνα, του υποτάσσονται. Το ίδιο συμβαίνει και με τα πάθη της σαρκός. Αν ζή τινάς με νηστεία και πείνα, οι εχθροί χάνουν τη δύναμή τους στην ψυχή του».
δ'. Είπε πάλι: «Όποιος χορταίνει και κάνει συντροφιά με νέους, ήδη έχει αμαρτήσει σαρκικά στον λογισμό του».
ε ΄. Είπε πάλι: «Ανέβαινα κάποτε τον δρόμο της Σκήτης με την πλεξούδα και ο καμηλιέρης μιλούσε προκαλώντας μου οργή. Άφησα, λοιπόν, όλα τα πράγματά μου και έφυγα».
στ΄. Άλλοτε πάλι, κατά τον θερισμό, άκουσε έναν αδελφό να μιλά με οργή και να αποπαίρνει τον διπλανό του. Και αφήνοντας τον θερισμό, έφυγε.
ζ΄. Συνέβη κάποτε να τρώνε μαζί μερικοί γέροντες σε Σκήτη. Μαζί τους δε ήταν και ο Αββάς Ιωάννης. Και σηκώθηκε ένας πολύ σεβάσμιος πρεσβύτερος να δώση το κανάτι με το νερό. Και κανείς δεν τόλμησε να το πάρη από τα χέρια του, παρά μόνον ο Ιωάννης ο Κολοβός, θαύμασαν, λοιπόν, και του είπαν: «Πως συ, ο μικρότερος από όλους, τόλμησες να υπηρετηθής από τον πρεσβύτερο;». Και τους αποκρίνεται: «Όταν εγώ σηκώνωμαι για να προσφέρω το κανάτι, νοιώθω χαρά αν το πάρουν όλοι, για να έχω μισθό. Γι’ αυτό λοιπόν το δέχθηκα τώρα, για να του εξασφαλίσω μισθό. Μήπως λυπηθή οπού κανείς δεν το δέχθηκε απ’ αυτόν». Και σαν μίλησε έτσι, θαύμασαν και ωφελήθηκαν από τη διάκρισή του.
η΄. Ενώ καθόταν κάποτε μπροστά από την εκκλησία, τον τριγύρισαν οι αδελφοί και του εξέθεταν τους λογισμούς των. Βλέποντάς το αυτό ένας από τους γέροντες και κινημένος σε φθόνο, του λέγει: «Το κανάτι σου, Ιωάννη, είναι γεμάτο από φαρμάκι». Του λέγει ο Αββάς Ιωάννης: «Έτσι είναι, Αββά. Και αυτό το είπες, βλέποντας μόνο τα έξω. Αν έβλεπες και τα μέσα, τί θα έλεγες;».
θ΄. Έλεγαν οι πατέρες, ότι, ενώ έτρωγαν κάποτε οι αδελφοί σε τραπέζι αγάπης, γέλασε ένας αδελφός. Βλέποντάς τον δε ο Αββάς Ιωάννης, έκλαψε και είπε: «Τί τάχα έχει ο αδελφός αυτός στην καρδιά του, οπού γέλασε, ενώ θα έπρεπε μάλλον να κλάψη, τρώγοντας σε τραπέζι αγάπης;».
ι΄. Ήλθαν κάποτε μερικοί αδελφοί για να τον πειράξουν. Γιατί δεν άφηνε τον λογισμό του να περιπλανάται εδώ και εκεί ούτε μιλούσε για θέματα της παρούσης ζωής. Και του λέγουν: «Ευχαριστούμε τον Θεό, οπού έβρεξε εφέτος πολύ και ήπιαν οι φοινικιές και βγάζουν βλαστούς και βρίσκουν οι αδελφοί υλικό για το εργόχειρό τους». Τους λέγει ο Αββάς Ιωάννης: «Έτσι συμβαίνει με το Πνεύμα το Άγιο. Όταν κατεβή στις καρδιές των ανθρώπων, ανανεώνονται και ξαναβλασταίνουν μέσα στον φόβο του Θεού».
ια΄. Έλεγαν γι’ αυτόν, ότι κάποτε έπλεξε από μια σειρά φοινικόφυλλα οπού ήταν για δυο ζεμπίλια, ένα μονάχα, χωρίς να πάρη είδηση, ωσότου έφτασε κοντά στον τοίχο. Γιατί ο λογισμός του ήταν βυθισμένος στη θεωρία.
ιβ'. Είπε ο Αββάς Ιωάννης: «Μοιάζω με άνθρωπο οπού κάθεται κάτω από μεγάλο δένδρο και βλέπει να έρχωνται προς το μέρος του πολλά θηρία και φίδια. Και όταν δεν μπορή να τα αντιμετωπίση, σκαρφαλώνει γρήγορα στο δένδρο και γλιτώνει. Έτσι και εγώ. Κάθομαι στο κελλί μου και βλέπω τους αμαρτωλούς λογισμούς να μου επιτίθενται. Και όταν δεν μπορώ να τα βάλω μαζί τους, καταφεύγω στον Θεό με την προσευχή και γλιτώνω από τον εχθρό»•
ιγ΄. Είπε ο Αββάς Ποιμήν για τον Αββά Ιωάννη τον Κολοβό ότι παρακάλεσε τον Θεό και σηκώθηκαν τα πάθη απ’ αυτόν και έγινε αμέριμνος. Και πήγε σ’ ένα γέροντα και του είπε: «Βλέπω τον εαυτό μου να αναπαύεται και να μη έχη κανένα πόλεμο». Και του λέγει ο γέρων: «Πήγαινε, παρακάλεσε τον Θεό, να σου ξαναφέρη τον πόλεμο, καθώς και τη συντριβή και την ταπείνωση οπού είχες πρώτα. Γιατί μες από τους πολέμους προοδεύει η ψυχή». Παρακάλεσε λοιπόν. Και σαν ήλθε ο πόλεμος, ποτέ δεν ξαναζήτησε πλέον να απαλλαγή απ’ αυτόν. Αλλά έλεγε: «Δός μου, Κύριε, υπομονή στους πειρασμούς».
ιδ΄. Είπε ο Αββάς Ιωάννης, ότι κάποιος από τους γέροντες βρέθηκε σε έκσταση και είδε. Και ιδού, τρεις μοναχοί στέκονταν πέρα από τη θάλασσα. Και άκουσαν φωνή από το άλλο μέρος, οπού τους έλεγε: «Πάρετε φτερά πύρινα και ελάτε προς εμένα». Και οι μεν δυο πήραν και πέταξαν αντίπερα. Ο δε άλλος έμεινε. Και έκλαιγε πολύ και φώναζε. Ύστερα δε, δόθηκαν και σ’ αυτόν φτερά, όχι όμως πύρινα, αλλά ασθενικά και αδύναμα. Και με πολύ κόπο, άλλοτε βουλιάζοντας και άλλοτε βγαίνοντας επάνω, μόλις και κατάφερε να φθάση αντίπερα. Έτσι και η γενεά αυτή, αν και της δίνονται φτερά, όμως δεν είναι πύρινα. Μόλις ασθενικά και αδύναμα παίρνει.
(Είπε Γέρων,Το Γεροντικόν εκδ. Αστήρ, Αθήνα 1996)
δ΄. Έλεγε πάλι η ίδια Αμμάς θεοδώρα, ότι κάποτε ένας ευσεβής άνθρωπος υβριζόταν από κάποιον. Και λέγει μέσα του: «Μπορούσα και εγώ να σου μιλήσω με την ίδια γλώσσα. Αλλά η εντολή του Θεού μού κλείνει το στόμα». Έλεγε δε και τούτο, ότι ένας χριστιανός, μιλώντας με κάποιον Μανιχαίο για το σώμα, είπε έτσι: «Δός τον νόμο στο σώμα και θα δής το σώμα στον δημιουργό του».
ε΄. Είπε πάλι η ίδια ότι ο διδάσκαλος οφείλει να είναι ξένος στη φιλαρχία και μακριά από την κενοδοξία και την υπερηφάνεια. Να μη είναι παίγνιο της κολακείας, να μη τον θαμπώνουν δώρα, να μη τον νικά η κοιλιοδουλεία, να μη τον κυριεύη η οργή. Αλλά να είναι μακρόθυμος, επιεικής και πολύ ταπεινόφρων. Να είναι λογικός και ανεκτικός. Να έχη φροντίδα και αγάπη για την ψυχή.
στ'. Έλεγε πάλι η ίδια, ότι δεν σώζει η άσκηση ούτε η αγρυπνία ούτε ο κάθε κόπος, αλλά η γνησία ταπεινοφροσύνη. Υπήρχε κάποιος αναχωρητής, οπού έδιωχνε δαίμονες. Και τους ρωτούσε: «Με τί φεύγετε; Με τη νηστεία;». Και του έλεγαν: «Εμείς ούτε τρώμε ούτε πίνουμε». Τους ρωτούσε: «Με την αγρυπνία;». Και απαντούσαν: «Εμείς δεν κοιμόμαστε». «Με την αναχώρηση;». Και έλεγαν: «Εμείς στις ερήμους περνάμε τον καιρό μας». «Με τί λοιπόν φεύγετε;», τους ξαναρώτησε. Και του είπαν: «Μοναχά ένα μας νικά: Η ταπεινοφροσύνη». Βλέπεις ότι η ταπεινοφροσύνη είναι ο όλεθρος των δαιμόνων;
ζ΄. Είπε πάλι η Αμμάς θεοδώρα, ότι υπήρχε κάποιος μοναχός. Και επειδή είχε να κάνη με πλήθος πειρασμών, λέγει: «θα φύγω από εδώ». Καθώς, λοιπόν, φόρεσε τα σαντάλια του, βλέπει έναν άλλο άνθρωπο να φορά και αυτός τα δικά του και να του λέγη: «Δεν φεύγεις εξ’ αίτι ας μου; Λοιπόν, θα σε συνοδεύσω όπου και αν πάς».
Toυ Αββά Ιωάννη του Κολοβού
α΄. Διηγήθηκαν για τον Αββά Ιωάννη τον Κολοβό, ότι έφυγε να πάη σ’ ένα Θηβαίο γέροντα, σε Σκήτη. Και έμενε στην έρημο. Πήρε, λοιπόν, ο Αββάς του ένα ξερό ξύλο, το φύτεψε και του είπε: «Κάθε μέρα να το ποτίζης με ένα λαγήνι νερό, έως ότου βγάλη καρπό». Ήταν δε το νερό μακριά απ’ αυτούς, έτσι οπού ξεκινώντας τινάς το βράδι, ερχόταν το πρωί. Μετά από τρία χρόνια λοιπόν, ανέλαβε ζωή και έβγαλε καρπό. Και παίρνοντας ο γέρων τον καρπό του, τον έφερε στη σύναξη και είπε στους αδελφούς: «Λάβετε, φάγετε καρπόν υπακοής».
β΄. Έλεγαν για τον Αββά Ιωάννη τον Κολοβό, ότι είπε κάποτε στον μεγαλύτερο αδελφό του: «Θα ήθελα να είμαι αμέριμνος, όπως είναι αμέριμνοι οι Άγγελοι οπού δεν εργάζονται, αλλά αδιάλειπτα λατρεύουν τον Θεό». Και βγάζοντας το ιμάτιο, πήγε στην έρημο. Αφού δε πέρασε εκεί μια εβδομάδα, γύρισε στον αδελφό του. Και σαν χτύπησε την πόρτα, τον ρώτησε εκείνος από μέσα, πριν ανοίξη: «Ποιός είσαι;». Και αποκρίθηκε: «Ο Ιωάννης ο αδελφός σου». Και του λέγει εκείνος: «Ο Ιωάννης έχει γίνει Άγγελος και δεν είναι πια ανάμεσα στους ανθρώπους». Αυτός όμως τον παρακαλούσε, λέγοντας: «Εγώ είμαι». Αλλά δεν του άνοιξε και τον άφησε έως το πρωί να υποφέρη. Ύστερα δε, του άνοιξε και του λέγει: «Άνθρωπος είσαι, ανάγκη έχεις πάλι να εργάζεσαι για την τροφή σου». Και έβαλε μετάνοια, λέγοντας: «Συγχώρησέ με».
(Είπε Γέρων,Το Γεροντικόν εκδ. Αστήρ, Αθήνα 1996)
…Όταν λοιπόν λέμε «ελέησον», δεν ζητάμε μόνο από το Θεό να αποστρέψει από μας την οργή Του, αλλά Του ζητάμε να μας χαρίσει την αγάπη Του.
Αν γυρίσουμε πάλι στις λέξεις της προσευχής του Ιησού «Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησέ με τον αμαρτωλό», θα δούμε ότι οι πρώτες εκφράζουν με ακρίβεια και πληρότητα την πίστη στο Χριστό, όπως την διδάσκουν τα Ευαγγέλια και ακόμα την ιστορική ενσάρκωση του Θεού Λόγου. Το τέλος δε της προσευχής εκφράζει την πλούσια και πολύπλευρη σχέση της αγάπης του Θεού με τα δημιουργήματά του.
Η «Προσευχή του Ιησού» είναι γνωστή σε πάρα πολλούς Ορθόδοξους χριστιανούς είτε σαν κανόνας προσευχής, είτε ακόμα σαν τρόπος λατρευτικής αφοσίωσης, σαν σύντομος και περιεκτικός τύπος που μπορεί να χρησιμοποιηθεί παντού και πάντοτε.
Πολλοί συγγραφείς έχουν καταπιαστεί με τις φυσικές πλευρές της προσευχής. Δηλαδή την άσκηση κατά την αναπνοή, την προσοχή στους κτύπους της καρδιάς και μερικά αλλά δευτερεύοντα στοιχεία.
Η φιλοκαλία είναι γεμάτη από λεπτομερείς οδηγίες για την προσευχή της καρδιάς. Οι Πατέρες τόσο της πρώτης όσο και της σύγχρονης Εκκλησίας έχουν ασχοληθεί με το θέμα, καταλήγοντας πάντοτε στο ίδιο συμπέρασμα: Ποτέ να μην επιχειρούμε σωματικές ασκήσεις, χωρίς να έχουμε στενή παρακολούθηση από ένα πνευματικό πατέρα.
Εκείνο που είναι δοσμένο από το Θεό για κοινή χρήση είναι η προσευχή, η επανάληψη των λέξεων, χωρίς καμιά σωματική προσπάθεια - ούτε καν την κίνηση της γλώσσας - η οποία όταν λειτουργείται συστηματικά, μεταμορφώνει τον «έσω άνθρωπο». Περισσότερο από κάθε άλλη, η «Προσευχή του Ιησού», έχει σκοπό να μας φέρει ενώπιον του Θεού, χωρίς άλλο λογισμό, παρά μονάχα τη συναίσθηση του θαύματος, ότι δηλαδή βρισκόμαστε μαζί με το Θεό. Γιατί όταν προσευχόμαστε με την «ευχή του Ιησού» δεν υπάρχει τίποτα και κανείς άλλος, παρά μονάχα εμείς κι ο Θεός.
Η χρήση της «Προσευχής του Ιησού» είναι διπλή. Αρχικά είναι μια έκφραση λατρείας, όπως άλλωστε και κάθε άλλη προσευχή. Έπειτα, στη ζωή της ασκήσεως, λειτουργεί σαν εστία, η οποία κρατάει την προσοχή μας στραμμένη διαρκώς στην παρουσία του Θεού. Είναι, παρά τη μονότονη επανάληψή της, πολύ κατανυκτική, φιλική, πάντοτε πρόχειρη και πολύ προσωπική. Τόσο στη χαρά όσο και στη λύπη, όταν ταυτιστεί μαζί μας, γίνεται τόνωση της ψυχής και ανταπόκριση σε κάθε θεϊκό κάλεσμα. Για όλα δε τα πιθανά αποτελέσματα, που η προσευχή του Ιησού μπορεί να έχει σε μας, είναι σκόπιμο να θυμόμαστε τα λόγια του Αγίου Συμεών του Νέου Θεολόγου: «Μην ανησυχείς για το τι θα επακολουθήσει. Θα το γευτείς, όταν θα ’ρθει» (παρμένο από το βιβλίο Guide of Pastoral Psychology, No 95 p. 91).
("Ζωντανή Προσευχή", Antony Bloom, σ. 110-111)
Το πύρινο στεφάνι
Ο ηγούμενος της μονής των Ακοιμήτων όσιος Μάρκελλος (Ε΄αιών) προστάτευε τους αδύνατους και δεν φοβόταν τις απειλές των τυράννων. Αυτό φαίνεται από το ακόλουθο περιστατικό:
Ζούσε στις ημέρες του ένας άρχοντας πολύ πλούσιος και ισχυρός. Έκανε όμως πολλές παρανομίες. Ο βασιλιάς τον φοβόταν και δεν τον ενωχλούσε, για να τον έχη βοηθό στους πολέμους. Το όνομα του ήταν Αρδαβούριος. Αυτός λοιπόν οργίσθηκε με κάποιον Ιωάννη και σκεπτόταν να τον σκοτώση. Ο Ιωάννης, επειδή δεν έλπιζε από πουθενά βοήθεια, έτρεξε στη μονή του οσίου Μαρκέλλου, ο οποίος τον δέχθηκε με χαρά.
Μόλις το έμαθε ο Αρδαβούριος παρακάλεσε στην αρχή τον όσιο να τον παραδώση με το καλό. Επειδή όμως εκείνος αρνήθηκε, έστειλε στρατιώτες να τον πάρουν με τη βία. Οι στρατιώτες πλησίασαν στη μονή και μήνυσαν του οσίου για τελευταία φορά να παραδώση τον Ιωάννη. Εκείνος όμως απάντησε ότι δεν τον παραδίνει, έστω κι αν καταστρέψουν το μοναστήρι. Οι μοναχοί παρακαλούσαν να τον παραδώση για να μην κινδυνεύσουν. Ο όσιος όμως πρόσταξε να προσευχηθούν όλοι στον Θεό για να τους βοηθήση.
Η νύχτα προχωρούσε… Την ώρα του όρθρου, ενώ οι στρατιώτες ετοιμάζονταν να εφορμήσουν, φάνηκε στον ουρανό ένα πύρινο στεφάνι μ’ ένα σταυρό στη μέση που έλαμπε σαν τον ήλιο. Το στεφάνι έζωσε τη μονή με τρόπο θαυμαστό και τόξευε φωτιές στους στρατιώτες. Εκείνοι τρομαγμένοι άρχισαν να φωνάζουν «Κύριε ελέησον». Έπεσαν μάλιστα στη γη και ζητούσαν συγχώρησι. Μόλις έμαθε το θαύμα αυτό ο Αρδαβούριος, δεν ενώχλησε πλέον τον Ιωάννη.
(Συναξαριστής ΙΒ΄)
("Χαρίσματα και Χαρισματούχοι", Ι. Μονή Παρακλήτου, τ. Β΄, σ. 120-121)