«Δεν ζητούμε να νικήσουμε (τους αιρετικούς), αλλά να τους δεχτούμε κοντά μας ως αδελφούς, για τον χωρισμό των οποίων σπαράζει η καρδιά μας» (Γρηγόριος Θεολόγος)
«Και ας ομολογούμε μέχρι την τελευταία μας αναπνοή την καλή κληρονομιά των αγίων Πατέρων, που βρίσκονταν πλησιέστερα προς τον Χριστό και την αρχική πίστη, την ομολογία (Σύμβολο Πίστης) που μας έχει συνοδεύσει από την παιδική μας ηλικία και την οποία είπαμε για πρώτη φορά και με την οποία θα αναχωρήσουμε μαζί από την ζωή αυτή, αντλώντας από αυτήν, αν όχι τίποτα άλλο, τουλάχιστον την ευσέβεια» (Γρηγόριος Θεολόγος Λόγος ΙΑ,ΕΠΕ 1,296)
«Εκείνους οι οποίοι φρονούν τα αντίθετα, ως διαφθορείς της αλήθειας, όσο μεν είναι δυνατόν, ας τους δεχόμαστε μαζί μας και ας τους θεραπεύουμε. Εκείνους όμως οι οποίοι είναι ανίατα ασθενείς, ας τους αποφεύγουμε για να μην μεταδοθεί ενδεχομένως και σε μας η ασθένειά τους προτού τους μεταδώσουμε την υγεία μας» (Γρηγορίου θεολόγου ΕΠΕ 1, 269-271)
«Είναι καλύτερος ο επαινετός πόλεμος από ειρήνη που χωρίζει από το Θεό. Και για αυτό το Πνεύμα οπλίζει τον πράο μαχητή ώστε να μπορεί να πολεμάει όπως πρέπει» «Είναι καλύτερη από εμπαθή ομόνοια, η διάσταση χάριν της ευσέβειας» (Γρηγόριος Θεολόγος,PG 35,488C,736AB)
«Ούτε είμαστε ειρηνικοί εναντίον του λόγου της αλήθειας, παραλείποντας κάτι για να μας δοξάσουν ως επιεικείς, διότι δεν κυνηγάμε με κακό τρόπο το καλό, και ειρηνεύουμε μαχόμενοι νόμιμα και εντός των δικών μας όρων και των κανόνων του Πνεύματος» (Γρηγόριος Θεολόγος,PG 36,473)
«Με κανέναν τρόπο δεν ανεχόμαστε να σαλευτεί από κάποιον η πίστη που ορίστηκε, δηλαδή το Σύμβολο της πίστης, ούτε έστω και μία συλλαβή να παραβεί κάποιος, ενθυμούμενοι αυτού που λέει «μη μετακινείς όρια αιώνια τα οποία τοποθέτησαν οι πατέρες σου»» (Γρηγορίου Θεολόγου στον Κύριλλο Αλεξανδρείας, PG 77,180D)
«Προηγουμένως, όταν στασίαζαν εναντίον μας τα μέλη και κοβόταν και διαχειριζόταν σε κομμάτια το σώμα του Χριστού με τέτοιο τρόπο ώστε να διασκορπίζονται σχεδόν τα οστά μας κοντά στον Άδη… και όταν ο πονηρός διάβολος είχε κάνει όλον δικό του τον αδιαίρετο και αχώριστο και εξ’ ολοκλήρου υφαντό χιτώνα, αφού είχε κατορθώσει αυτό, το οποίο δεν είχε κατορθώσει να πετύχει με εκείνους οι οποίοι σταύρωσαν τον Χριστό, με την βοήθεια τη δική μας…» (ΕΠΕ 1,227)
«Δεν επαινέσαμε την έχθρα, αλλά αποδεχτήκαμε τον ζήλο τους. Διότι η διαφορά και η διάσπαση χάριν της ευσεβείας, είναι καλύτερη από ομόνοια γεμάτη με πάθη» (ΕΠΕ 1,247)
«και ας μη νομίσει κάνεις ότι λέω ότι πρέπει να αγαπάει κανείς την κάθε είδους ειρήνη (διότι όπως γνωρίζω ανταρσίες πολύ καλές, έτσι γνωρίζω και πολύ βλαβερή ομόνοια)· εννοώ μόνο την καλή ομόνοια η οποία συνδέει με το Θεό… εκεί μεν όπου είναι φανερά τα σημάδια της ασέβειας, είναι προτιμότερο να παραδώσει κάνεις τον εαυτό του στη φωτιά, στο μαχαίρι, σε φοβερές περιστάσεις και σε τυράννους, ή και σε όλα αυτά μαζί, παρά να γίνει συμμέτοχος στην πονηριά και να κατακρημνιστεί μαζί με εκείνους οι οποίοι ζουν στην κακιά. Και δεν πρέπει να φοβάται κανείς τίποτα από όλα περισσότερο από το να φοβηθεί κάτι άλλο πριν από το Θεό και να προδώσει εξαιτίας του τα λόγια της πίστης του και τα λόγια της αλήθειας, τα οποία υπηρετούν πράγματι την αλήθεια» (ΕΠΕ, 1,265)
«Έχουν ούτοι (οι αιρετικοί) τους οίκους, ημείς τον ένοικον˙ ούτοι τους ναούς, ημείς τον Θεόν˙ έχομεν μάλιστα το ότι είμεθα ναοί του ζώντος Θεού και ζώντες, έμψυχα σφάγια, ολοκαυτώματα λογικά, τέλεια θύματα, θεοί δια Τριάδος προσκυνουμένης. Ούτοι έχουν λαόν, ημείς αγγέλους˙ ούτοι θράσος, ημείς πίστιν˙ ούτοι την απειλήν, ημείς την προσευχήν˙ ούτοι να κτυπούν, ημείς να υποφέρωμεν˙ ούτοι χρυσόν και άργυρον, ημείς καθαρόν λόγον. Κατεσκεύασες εις εαυτόν διώροφα και τριώροφα (γνώρισε τα λόγια της Γραφής) , οίκον με υπερώα, στολισμένον με παράθυρα; Αλλ’ αυτά δεν είναι υψηλοτέρα της πίστεώς μου και των ουρανών προς τους οποίους μεταφέρομαι. Είναι μικρόν το ποίμνιόν μου; Αλλά δεν οδηγείται εις τους κρημνούς. Είναι στενή η μάνδρα; Όμως είναι απλησίαστος από λύκους, απείρακτος από ληστήν, άβατος από κλέπτας και ξένους. Θα την ίδω και πλατυτέραν, είμαι βέβαιος. Πολλούς από τους σημερινούς λύκους πρέπει να τους συναριθμήσω με πρόβατα, ίσως και με ποιμένας. Τούτο μου ευαγγελίζεται ο ποιμήν ο καλός, δια τον οποίον εγώ δίδω την ψυχήν μου υπέρ των προβάτων. Δεν φοβούμαι το μικρόν ποίμνιον, διότι επιτηρείται ευκόλως˙ διότι γνωρίζω τα ιδικά μου και γνωρίζομαι από τα ιδικά μου. Τοιαύτα είναι τα γνωρίζοντα τον Θεόν και γνωριζόμενα από τον Θεόν. Τα ιδικά μου πρόβατα ακούουν την φωνήν μου, την οποίαν ήκουσα από τα θεία λόγια, εδιδάχθην από τους αγίους πατέρας, την οποίαν εδίδαξα όλον τον καιρόν ομοίως, μη συμμορφούμενος με τους καιρούς, και δεν θα παύσω να διδάσκω, με την οποίαν συνεγεννήθην και συναπέρχομαι. Τα πρόβατα καλώ με το όνομά των… και με ακολουθούν, διότι τα εκτρέφω εις πηγάς δροσιστικού ύδατος . Ακολουθούν δε πάντα τοιούτον ποιμένα, του οποίου βλέπετε πόσον ευχαρίστως ήκουσαν την φωνήν˙ ξένον όμως δεν θα ακολουθήσουν, αλλά θα φύγουν από αυτόν, διότι ήδη έχουν διαγνωστικήν ικανότητα οικείας και ξένης φωνής». (ΕΠΕ 2, 117-119)
«Δεν θα σε αρνηθώ, Πάτερ άναρχε˙ δεν θα σε αρνηθώ, μονογενές Λόγε˙ δεν θα σε αρνηθώ, άγιον Πνεύμα. Γνωρίζω εις ποιον ομολόγησα πίστιν˙ ποιον απεκήρυξα και εις ποιον συνετάχθην. Δεν δέχομαι να έχω διδαχθή τους λόγους του πιστού, και να μάθω τους του απίστου˙ να έχω ομολογήσει την αλήθειαν, και να προσεταιρισθώ το ψεύδος˙ να έχω κατέλθει (στο νερό του βαπτίσματος) δια να τελειωθώ, και να ανέλθω ατελέστερος˙ να έχω βαπτισθή δια να ζήσω, και να νεκρωθώ εις το ύδωρ, όπως τα έμβρυα τα αποθανόντα κατά τας ωδίνας και λαβόντα μαζί με την γέννησιν σύντροφον τον θάνατον. Τι με καθιστάς μακάριον και συγχρόνως άθλιον, νεοφώτιστον και αφώτιστον, θείον και άθεον, δια να χάσω εις το ναυάγιον και την ελπίδα της αναπλάσεως; Ο λόγος είναι βραχύς˙ να ενθυμήσαι την ομολογίαν» (ΕΠΕ 2, 121-123)
«Να θεωρείς ως συντρόφους σου αυτούς που έχουν αυτές τις γνώμες και διδάσκουν έτσι˙ έτσι τους θεωρούμε κι εμείς. Όποιους όμως πιστεύουν διαφορετικά να τους αποστρέφεσαι και να τους θεωρείς ξένους κι από το Θεό κι από την καθολική Εκκλησία… Κι αν κάποιος δε συμφωνεί μ’ αυτά ή τώρα ή ύστερα, αυτός θα δώσει λόγο στο Θεό κατά την ημέρα της κρίσεως»(ΕΠΕ 7,197)
«Όταν μεν πολεμιόμασταν είχαμε γίνει ισχυρότεροι από τους διωγμούς και είχαμε ομονοήσει, μετά όμως από τη συγκέντρωσή μας έχουμε χωριστεί. Ποιος σωστά σκεπτόμενος δεν θα θρηνούσε για την παρούσα κατάσταση; Ποιος θα μπορούσε να βρει λόγια ικανά να περιγράψουν το μέγεθος της συμφοράς; Να ειρηνεύουν μεν οι ληστές, τους οποίους έχει συνδέσει η κακιά… και εμείς να είμαστε ανίκανοι να πλησιάσουμε ο ένας τον άλλον και να ομονοήσουμε και να μην μπορούμε να συμφωνήσουμε, ούτε να βρεθεί κάποιος λόγος ο οποίος να μπορεί να θεραπεύσει αυτήν την ασθένεια, αλλά σαν διδάσκαλοι και οπαδοί της κακιάς και όχι της αρετής, να βρίσκουμε μεν πολλές αφορμές για πρόκληση διάσπασης και συγκρούσεων και να φροντίζουμε ελάχιστα ή και καθόλου για την ομόνοια. … Και ποια είναι η αιτία; Ορισμένες φορές η αγάπη για την εξουσία, ή ο φθόνος, ή το μίσος, ή η υπερηφάνεια, ή κάτι από εκείνα τα οποία δεν βλέπουμε να παθαίνουν ούτε και αυτοί ακόμα οι άθεοι» (ΕΠΕ 1,335-337)
Να η δική μας η ψυχή.
Ολόκληρη η φύση μοιάζει μ’ ένα πιάνο, του οποίου τα πλήκτρα στην πραγματικότητα είναι τα πλάσματα της φύσης.
Όποιο πλήκτρο κι αν ακουμπήσει ο άνθρωπος, ακούει τον ήχο της ψυχής του.
(Στοχασμοί περί καλού και κακού, Αγ. Νικολάου Βελιμίροβιτς, σελ. 36).
Η γοργοεπήκοη Παναγία.
Μια ανοιξιάτικη μέρα του 1931 ο ταπεινός υποτακτικός Βασίλειος Ιλίε (1902-31) της ρουμανικής μονής Συχάστρια προσευχόταν μπροστά στην εκκλησία. Είδε τότε μια φοβερή οπτασία. Από το φόβο του άρχισε να φωνάζη με δυνατή φωνή:
-Υπεραγία Θεοτόκε, ελέησον με!
Και προς τους πατέρες που συγκεντρώθηκαν κοντά του είπε:
-Προσκυνάτε, πατέρες, προσκυνάτε. Να, ήρθε η Δέσποινα μας! Η Μητέρα του Κυρίου με τον Σωτήρα στην αγκαλιά της είναι μπροστά μας! Να την, στέκεται από πάνω μας.
- Αδελφέ Βασίλειε, τι φωνάζεις έτσι; τον ρώτησαν οι πατέρες.
-Πατέρες, όταν προσευχόμουν μπροστά στην εκκλησία, ξαφνικά παρουσιάσθηκε ένα πλήθος από φοβερούς δαίμονες με φλογερά ραβδιά στα χέρια, που άρχισαν να με βασανίζουν άγρια και να φωνάζουν: « Μάταια προσεύχεσαι, γιατί δεν θα σωθής! Εσύ είσαι δικός μας. Είσαι αμαρτωλός». Τότε άρχισα να επικαλούμαι την Υπεραγία Θεοτόκο. Εκείνη τη στιγμή κατέβηκε από τον ουρανό ένα λευκό σύννεφο, γεμάτο από φως, και στάθηκε πάνω από την εκκλησία. Μέσα στο σύννεφο είδα τη Θεομήτορα με τον Ιησού στην αγκαλιά της, που μου έλεγε: « Μη φοβάσαι, γιατί μετά από τρεις ημέρες έρχεσαι κοντά μας». Κατόπιν μας ευλόγησε όλους ο Χριστός και επέστρεψε με τη Μητέρα του στον ουρανό. Πατέρες, μεγάλη δύναμι και παρρησία έχει η Θεομήτωρ ενώπιον του Κυρίου και γρήγορα ακούει τις προσευχές μας.
- Αδελφέ Βασίλειε, είπε ο ηγούμενος, με σε εξαπατά ο εχθρός! Απόστρεψε τον νου σου απ’ αυτά και πρόσεχε πολύ, γιατί πολλές είναι οι παγίδες του!
Μετά είπε στους άλλους μοναχούς:
-Αν μετά από τρεις ημέρες ο αδελφός Βασίλειος αναχωρήση από μας, τότε πράγματι του το φανέρωσε η Υπεραγία Θεοτόκος. Εάν όχι, τότε πλανήθηκε από τον διάβολο.
Μετά από τρεις ακριβώς ημέρες, την ίδια ώρα, ο αδελφός Βασίλειος Ιλίε εκοιμήθη εν Κυρίω με την προσευχή στα χείλη.
(Ρουμανικό Γεροντικό)
(Χαρίσματα και Χαρισματούχοι, τόμος Β΄, σελ. 83-84).
Μια ιστορία που από τότε που τη διάβασα έχει μπει στην καρδιά μου είναι αυτή που περιγράφει τη συνάντηση του Χριστού με έναν πλούσιο νέο [ Κατά Ματθαίον, ιθ΄16-26]. Ένας νέος ευσεβέστατος που είχε φυλάξει εκ νεότητος όλες τις εντολές της Παλαιάς Διαθήκης ρώτησε τον Κύριο τί να κάνει για να έχει ζωή αιώνια. Όταν ο Ιησούς τού είπε « αν θες να είσαι τέλειος, πήγαινε πούλησε τα υπάρχοντα σου και ακολούθησε με», ο νέος έφυγε περίλυπος. Και η φράση που μου είχε κάνει πιο μεγάλη εντύπωση ήταν στο στίχο 22 «διότι είχε κτήματα πολλά».
Και στενοχωρήθηκα για αυτόν το νέο πολύ! Είπα τί κρίμα! Τόσο καλός και να προτιμήσει τα κτήματα του από το Χριστό! Σκέφτομαι πως η αυτάρκεια, όχι μόνο σε χρήματα, αλλά και σε υγεία, αγαθά, αρετές, φίλους είναι τελικά μεγάλο εμπόδιο στο να ακολουθήσεις το Χριστό! Υπάρχουν πλούσιοι που αγοράζουν τα πάντα με τα χρήματα τους, ζουν μέσα στην πολυτέλεια, αγοράζουν βίλες, αυτοκίνητα, συνειδήσεις και μια ψεύτικη εφήμερη ευτυχία! Πώς να μιλήσεις σε αυτούς για αιώνια ζωή; Θα σου πουν « πόσο έχει να την αγοράσω;» Πώς να τους μιλήσεις για το Χριστό αφού δεν τον χρειάζονται; Υπάρχουν κι αυτοί οι πανεπιστήμονες, οι ιδιοφυείς ερευνητές που νομίζουν πως μπορούν να επιλύσουν με το μυαλό τους οποιοδήποτε πρόβλημα! Η συντριπτική πλειοψηφία των ανθρώπων αυτών θεωρούν μωρούς και υπανάπτυκτους όσους πιστεύουν ότι Αυτός ο γυμνός και ανήμπορος Εσταυρωμένος είναι ο Υιός του Θεού, το δεύτερο πρόσωπο της Αγίας Τριάδας! Γι’αυτούς όσοι πάνε στην εκκλησία είναι αποτυχημένα ανθρωπάκια που ψάχνουν να βρουν αποκούμπι.
Αυτή την άποψη έχουν και οι διάσημοι και κοσμαγάπητοι συγγραφείς, μουσικοί, ηθοποιοί και γενικώς οι άνθρωποι της τέχνης! [ όχι όλοι φυσικά]. Αυτοί οι ‘πνευματικοί’ άνθρωποι της διανόησης που δοξάζονται για τα ακαταλαβίστικα πράγματα που λένε! Τα λένε όμως τόσο έντεχνα που σαγηνεύουν τις ψυχές αυτών που είναι μακριά από το Θεό! Κι έτσι όλοι μαζί εναντιώνονται στην απλότητα του Χριστού και χάνουν το βάθος της Αλήθειας Του. Αναρωτιούνται « αλήθεια, ποια είναι η αλήθεια; » αλλά δεν το εννοούν… γιατί ακόμη κι αν ψηλαφίσουν Αυτόν που είναι η Αλήθεια δε θα απαγκιστρωθούν από τη δόξα τους και τις τιμές τους, όμοια με τους πλουσίους που θα προτιμήσουν την περιουσία τους και τους επιστήμονες που δε θα αντέξουν να χάσουν την αυτοιδέα τους για το ιδιαίτερο και αξιοθαύμαστο μυαλό τους!
Ακόμα και μέσα στην εκκλησία η αίσθηση της πνευματικής αυτάρκειας οδηγεί σε έναν ναρκισσισμό, ότι δηλαδή «είμαι καλός και φτασμένος χριστιανός» εμποδίζει τους πιστούς να έρθουν ταπεινά πιο κοντά και πιο βαθιά μέσα στο Χριστό! Κι αυτό αποκαλύπτεται από την αδυναμία μας να συνάψουμε στενές και υγιείς πνευματικές σχέσεις. Πιεζόμαστε από τις σχέσεις με τους αδελφούς μας και έτσι χάνουμε και τη σχέση μας με το Χριστό και το Άγιο Πνεύμα! Ένα κινητό πάντα χρειάζεται το φορτιστή του! Ακόμα κι αν έχει ένδειξη εκατό τοις εκατό στην μπαταρία του κάποια στιγμή θα φτάσει στο μηδέν. Όμως αυτός που γνωρίζει ότι χωρίς το Θεό είναι μηδέν είναι πάντοτε στην πρίζα! Το έλεος του Κυρίου όμως καταδιώκει όλους τους ανθρώπους γι’αυτό είναι σ’Αυτόν η ελπίδα μου! Γιατί ο ίδιος ο Κύριος μάς το είπε « για το Θεό όλα είναι δυνατά». [ Κατά Ματθαίον ιθ΄26] (Κ.Δ.Κ)
Είναι πολύ μεγάλη η δύναμη των Αγίων
" Θα σου δώσω ένα παράδειγμα, για να καταλάβεις.
Φαντάσου μία πόλη με πεντακόσιες χιλιάδες κατοίκους, οι οποίοι αμαρτάνουν.
Σ' ένα Μοναστήρι εκεί ζει ένας μοναχός ασκητής, ο οποίος σηκώνει τα καθαρά χέρια του στο Θεό
και τον παρακαλεί να μην τιμωρήσει όλες αυτές τις χιλιάδες, που αμαρτάνουν.
Σε διαβεβαιώνω, λοιπόν, ότι για το χατήρι αυτού του ασκητή ο Θεός δεν τιμωρεί τις πεντακόσιες χιλιάδες.
- Είναι εκπληκτικό αυτό, που μας λέτε.
-" Να ξέρεις ", μου έλεγε, " ότι οι Άγιοι του Θεού είναι ικανοί για τα πάντα. Ο Άγιος μπορεί να ζητήσει από το Θεό ό,τι θέλει και να του το δώσει ο Θεός. Είναι πολύ μεγάλη η δύναμη των Αγίων ".
[ Γερ. 83 ]
(Ανθολόγιο Συμβουλών, εκδ. Ι. Μονή Μεταμορφώσεως, Μήλεσι, σελ.267)
Οι Ονοματολάτρες
Ο αγιορείτης γερο-Καλλίνικος ο Ησυχαστής (1853-1930), που ασκήτευε στα Κατουνάκια, ήταν βαθύς γνώστης, από προσωπική πείρα, και των λεπτοτέρων εννοιών του ησυχασμού. Μπορούσε έτσι να επισημάνη κάθε πλανεμένη σχετική διδασκαλία. Το 1913 παρουσιάσθηκε μεταξύ των ρώσων μοναχών του Αγίου Όρους η αίρεση των Ονοματολατρών. Αιρεσιάρχης υπήρξε ο ασκούμενος στα όρη του Καυκάσου μοναχός Ιλαρίων, του οποίου το βιβλίο με την αιρετική διδασκαλία για την επίκληση του ονόματος του Ιησού, πέρασε απαρατήρητο και από αυτή την Σύνοδο της Ρωσικής Εκκλησίας. Η αίρεσις άρχισε να παίρνη μεγάλες διαστάσεις μεταξύ των ρώσων μοναχών του Άθωνος και υπήρχε κίνδυνος να επεκταθή ραγδαία και καταστρεπτικά.
Στην κρίσιμη αυτή περίστασι χρειαζόταν ο κατάλληλος άνθρωπος που θα διέκρινε και θα καταπολεμούσε επιτυχώς την πλάνη. Και αυτός ήταν ο γερο-Καλλίνικος. Στα υπομνήματα του που έφθασαν μέχρι το Οικουμενικό Πατριαρχείο και τις ρωσικές εκκλησιαστικές αρχές, με ακαταμάχητα επιχειρήματα φανέρωνε την σαθρότητα των απόψεων των Ονοματολατρών που, κατά τον προσφυή του χαρακτηρισμό, « άφησαν το κεφάλι και λατρεύουν την σκούφια». Όλοι ομοφώνως αποδέχθηκαν τις θέσεις του. Ο τσάρος και ο πατριάρχης της Ρωσίας του έστειλαν συγχαρητήρια και παράσημα. ( Τα παράσημα αυτά σώζονται μέχρι σήμερα στην καλύβη του αγίου Γερασίμου, στα Κατουνάκια). Λέγεται μάλιστα πως ο τσάρος παρετήρησε στην Σύνοδο της Ρωσικής Εκκλησίας τα εξής:
-Μια ολόκληρη Σύνοδος και να μην αντιληφθήτε την αίρεσι!... Και αφήσατε να σας φωτίση ένας απλός καλόγερος από το Άγιο Όρος!...
( Καλλίνικος ο Ησυχαστής )
( Χαρίσματα και χαρισματούχοι, Ι.Μ Παρακλήτου, τόμος α΄, σελ.55-56 )
Η θεόσαρκη μερίδα
Δώδεκα μίλια έξω από τη Δαμασκό ασκήτευε κάποιος στυλίτης. Κάποτε σκανδαλίστηκε μ’έναν ιερέα της πόλης, για τον οποίο πληροφορήθηκε πως έπεφτε σε σαρκική αμαρτία. Σε λίγες μέρες ο ιερέας αυτός έτυχε να πάει να λειτουργήσει στο μοναστήρι , όπου βρισκόταν και ο στύλος του ασκητή. Την ώρα του κοινωνικού, ο στυλίτης κατέβασε σ’ένα καλάθι το άγιο ποτήριο που είχε μαζί του, και μέσα σ’αυτό του έβαλαν τα άχραντα Μυστήρια. Όταν όμως ανέβασε πάνω την θεία Κοινωνία, δίσταζε να μεταλάβει.
Έφερνε στο νου του την κατηγορία που είχε ακούσει για τον λειτουργό ιερέα , και συλλογιζόταν: ‘ Άραγε, έχει αγιασθεί αυτή η μερίδα; Επιφοίτησε σ’αυτή το Άγιο Πνεύμα ή εμπόδισε τον ερχομό Του η αμαρτία του λειτουργού; Έτσι όπως είμαι σκανδαλισμένος με τον ιερέα, πρέπει να μεταλάβω ή όχι;’ Ενώ συλλογιζόταν αυτά, ο Θεός οικονόμησε να συμβεί κάτι φρικτό, για να πληροφορηθεί ο στυλίτης και συνάμα να στηριχθεί κάθε χριστιανική ψυχή. Την ώρα που τεμαχιζόταν το πανάγιο Σώμα, πριν τη μετάληψη του λαού, μια μερίδα κύλισε από το δισκάριο και έπεσε στην αγία τράπεζα, όπου μεταβλήθηκε σε σάρκα μπροστά στα μάτια όλων όσων βρίσκονταν εκεί.
Ο λειτουργός θαμπωμένος, δοκίμασε ν’ακουμπήσει και να ψηλαφήσει την αγία μερίδα. Μόλις όμως την άγγιξε, εκείνη κόλλησε στο δάχτυλο του σαν ζωντανή, φρεσκοσφαγμένη σάρκα. Και καθώς τράβηξε το χέρι του, υψώθηκε και η αγία μερίδα κολλημένη στο δάχτυλο. Αμέσως, έσταξαν τρεις σταγόνες αίμα στην αγία τράπεζα, που πότισαν το πρώτο και το δεύτερο κάλυμμα κι έφτασαν μέχρι το μάρμαρο. Όταν πληροφορήθηκε ο στυλίτης το θαυμαστό γεγονός, μετέλαβε με φόβο και τρόμο την αγία μερίδα που του είχαν στείλει, και ομολόγησε σ’όλους τη δυσπιστία του.
Ο όσιος Αναστάσιος ο Σιναίτης, που διηγήθηκε τη θαυμαστή αυτή ιστορία, υπήρξε αυτόπτης μάρτυρας του θαύματος. Αξιώθηκε να δει, να προσκυνήσει και να πάρει μαζί του ένα κομμάτι από τη θεόσαρκη μερίδα. Κάποτε βρέθηκε στα Ιεροσόλυμα, όπου συνάντησε έναν δαιμονισμένο. Με αδίσταχτη πίστη του κρέμασε στο λαιμό, μέσα σε σακουλάκι, την αγία μερίδα, και σε μερικές μέρες ο ασθενής είχε θεραπευθεί.
(Θαύματα και αποκαλύψεις από τη Θεία Λειτουργία εκδ. Ι.Μ. Παρακλήτου, σελ.44-46)
ΑΓΙΟΣ ΜΑΡΚΟΣ Ο ΕΥΓΕΝΙΚΟΣ (+1444 μ.Χ.).[Δεν υπέγραψε την ψευδοένωση με τους Ρωμαιοκαθολικούς στη Σύνοδο Φερράρας-Φλωρεντίας]
«Η σύνοδος της Φλωρεντίας είναι Καϊαφαϊκό συνέδριο, όσο η ένωση που έγινε από αυτούς σκοτεινιάζει την Εκκλησία» ( Επιστολή προς Σχολάριον PG 160,1093C)
«Τους παρακαλούσαμε, και τι δεν λέγαμε ικανό να μαλακώσει και πέτρινες ψυχές, να επιστρέψουν σε εκείνην την καλή συμφωνία, την οποία είχαμε πριν και μεταξύ μας και με τους Πατέρες μας, όταν λέγαμε όλοι το ίδιο και δεν υπήρχε σε μας σχίσμα… Λέγοντας αυτά, μοιάζαμε να ψέλνουμε στο κενό ή να ψήνουμε πέτρα ή να σπέρνουμε σε πέτρες ή να γράφουμε στο νερό ή όσα άλλα λένε οι παροιμίες για τα αδύνατα» (Το Γραμμάτιον P.G. 159, 1037C 1040D)
«Απαγορεύουν οι θείοι Πατέρες την αλλαγή του Συμβόλου ακόμη και σε λέξη και σε συλλαβή και εκφωνούν φρικτές κατάρες εναντίον αυτών που θα τολμήσουν ποτέ αυτήν την αλλαγή» (Το Γραμμάτιον P.G. 159, 1033 C)
«Οι Λατίνοι δεν είναι μόνο σχισματικοί, αλλά και αιρετικοί… Εμείς λοιπόν αποσχιστήκαμε από αυτούς όχι για κάτι άλλο, παρά για το ότι είναι αιρετικοί· για αυτό δεν πρέπει καθόλου να ενωθούμε με αυτούς, αν δεν βγάλουν την προσθήκη από το Σύμβολο και δεν ομολογήσουν το Σύμβολο όπως και εμείς» (Mansi,31A,885DE)
«Να τους αποφεύγετε αδελφοί και την κοινωνία μαζί τους· διότι οι τέτοιοι άνθρωποι είναι ψευδαπόστολοι, εργάτες δόλιοι, που μετασχηματίζονται σε αποστόλους Χριστού. Και δεν είναι θαυμαστό «διότι ο ίδιος ο Σατανάς μετασχηματίζεται σε άγγελο φωτός». Δεν είναι θαυμαστό λοιπόν, αν και οι διάκονοί του μετασχηματίζονται ως διάκονοι δικαιοσύνης, των οποίων το τέλος θα είναι σύμφωνα με τα έργα τους… Να στέκεστε κρατώντας τις παραδόσεις, τις οποίες παραλάβατε, και τις γραφτές και τις άγραφες, ώστε να μην ξεπέσετε από το στήριγμά σας παρασυρόμενοι από την πλάνη των παράνομων…» (ΔΣΜ Α, σ. 361,362)
«Αλλά θα πεις ίσως (γράφει στο Γ. Σχολάριο) ότι η μεταβολή δεν έγινε προς τα αντίθετα, αλλά αποβλέπουμε σε κάποια μεσότητα και συγκατάβαση. Ουδέποτε, άνθρωπε, διορθώθηκαν τα εκκλησιαστικά με μεσότητα· ενδιάμεσο αλήθειας και ψεύδους δεν υπάρχει κανένα· αλλά όπως ακριβώς αυτός που βγήκε έξω από το φως αναγκαστικά είναι στο σκοτάδι, έτσι αυτός που παρέκκλινε λίγο από την αλήθεια, υπόκειται λοιπόν στο ψεύδος θα λέγαμε αληθινά· παρόλο βεβαίως που ανάμεσα στο φως και το σκοτάδι είναι δυνατόν να πούμε ότι υπάρχει μεσότητα, το ονομαζόμενο λυκαυγές ή λυκόφως, αλλά μεσότητα της αλήθειας και του ψεύδους δεν θα μπορούσε να επινοήσει κάποιος, έστω και αν κουραστεί πολύ… Μη λοιπόν μας εξαπατούν για μεσότητα…» (Επιστολή προς Γ. Σχολάριον P.G. 160 1093 BC,1096C)
«Στα της πίστης δεν χωράει συγκατάβαση· διότι η συγκατάβαση δημιουργεί ελάττωση της πίστης… Διότι σε αυτά δεν είναι μικρό και αυτό που φαίνεται μικρό» (Αγ. Μάρκος Ευγενικός,Συροπούλου 8, κεφ. ΙΒ, σ. 234,235)
«Συ υπάρχεις κοπέλιν και εποίησας και ως κοπέλιν» (ο άγιος Μάρκος Ευγενικός στον μητροπολίτη Εφέσου που υπέγραψε στη Σύνοδο Φερράρας, Συροπούλου 9, κεφ. 11, σ. 446).
«Δεν θα το κάνω αυτό ποτέ, ό,τι και να γίνει» (η απάντησή του αρνούμενος να υπογράψει, ο.π. 10,9, σελ. 484)
«Διότι έχω πειστεί με ακρίβεια, ότι όσο απομακρύνομαι από αυτόν και τους ομοίους του, πλησιάζω το Θεό και όλους τους πιστούς και τους αγίου Πατέρες· και όπως ακριβώς χωρίζομαι από αυτούς, έτσι ενώνομαι με την αλήθεια και τους αγίους Πατέρες και θεολόγους της Εκκλησίας» (Μάρκος Ευγενικός,Απολογία P.G. 160,536 CD)
«Γρηγορότερα θα έπεφτε από τη θέση του ο Όλυμπος, παρά να αφήσει κάτι από το φρόνημά του ο Μάρκος»(Γ.Σχολαρίου)
72. Ο σαρκικός άνθρωπος δεν μπορεί να εννοήση τα πνευματικά αγαθά, που εξασφαλίζονται με την προσευχή και την αρετή. Δεν του χωρεί στον νου πώς θα είναι αυτά τα αγαθά στον άλλο κόσμο. Καταλαβαίνει μονάχα ό,τι είναι σαρκικό και γήινο και θεωρεί τα μέλλοντα αγαθά σαν κάτι το φανταστικό. Ο πνευματικός όμως άνθρωπος γνωρίζει από την ίδια του την πείρα την πρόγευσί τους. Του μιλά γι’ αυτά η καρδιά του, που τα προγεύεται.
73. Όταν λέμε «Πάτερ υμών», ας θυμόμαστε και ας πιστεύουμε ότι ο Ουράνιος Πατέρας μας ποτέ δεν μας ξεχνά και ποτέ δεν θα μας ξεχάση, αφού και ένας γήινος καλός πατέρας ποτέ δεν ξεχνά και ποτέ δεν περιφρονεί τα παιδιά του. «Οίδεν ο Πατήρ ημών ο ουράνιος ότι χρήζετε τούτων απάντων» (Ματθ. στ’ 32). Βάλε αυτά τα λόγια στην καρδιά σου. Θυμήσου ότι ο Ουράνιος Πατέρας σε περιβάλλει αδιάκοπα με στοργή και φροντίδα και ότι δεν λέγεται Πατέρας σου χωρίς αιτία. Πατέρας δεν είναι μια κενή λέξις, χωρίς έννοια και δύναμι. Είναι μία λέξις γεμάτη από έννοια και δύναμι.
(Η εν Χριστώ ζωή μου - Αγ. Ιωάννου της Κροστάνδης, εκδόσεις Παπαδημητρίου, σελ. 47-48)
70. Αποκαλούμε τη Θεοτόκο, όταν της απευθύνουμε την προσευχή μας, άβυσσο του ελέους. Ας προσπαθούμε να της μοιάσουμε, όσο μπορούμε. Πώς; Δείχνοντας σπλαχνική διάθεσι σε όσους έχουν ανάγκη του ελέους μας. Ας τους φανερώνουμε αγάπη έμπρακτο και ανεξάντλητο. Ας τους ατενίζουμε μέσα στο φως του Ευαγγελίου. Και, χωρίς άλλο, τότε η Κυρία Θεοτόκος θα αυξήση το έλεός της πάνω μας.
71. Οι νεκροί ζουν. «Θεός δε ουκ έστι νεκρών, αλλά ζώντων· πάντες γάρ αυτώ ζώσιν» (Λουκ. κ’ 38). Αν η ψυχή έφυγε για τον άλλο κόσμο, αφήνοντας ένα σώμα που πέθανε στην αμαρτία, δεν μπορεί να αναπαυθή παρά μονάχα με τις δεήσεις της Αγίας Νύμφης του Χριστού, της Εκκλησίας. Ας απευθύνουμε λοιπόν δεήσεις για τους κεκοιμημένους. Τους ωφελούν πολύ. Περισσότερο από ό,τι τους ζώντας.
(Η εν Χριστώ ζωή μου - Αγ. Ιωάννου της Κροστάνδης, εκδόσεις Παπαδημητρίου, σελ. 47)