11. «Εκ της ρίζης Ιεσσαί εξ οσφύος του Δαβίδ» (ΜΣ)
Αναζητώντας η Εκκλησία το γενεαλογικό δένδρο της Θεομήτορος, φθάνει στις ρίζες του που είναι ο Ιεσσαί και ο Υιός του βασιλεύς Δαβίδ. Στην Κ. Διαθήκη, κατά τη συνήθεια να γενεαλογούνται μόνο οι άντρες, αναφέρεται μόνο το γενεαλογικό δένδρο του Ιωσήφ (Ματθ. α' 1 –16), και ότι ο Ιωσήφ καταγόταν «εξ οίκου και πατριάς Δαβίδ» (Λουκ. β' 4), στον οποίο ο Θεός είχε δώσει την υπόσχεσι: «εκ καρπού της κοιλίας σου θήσομαι επί του θρόνου σου» (Ψαλμ. 131, 11). Το πρόσωπο επομένως της Θεοτόκου αποτελεί την εκπλήρωσι της υποσχέσεως αυτής του Θεού, που πριν 1000 ολόκληρα χρόνια είχε κάνει ο Θεός στον Δαβίδ τον Βασιλέα.
Το γενεαλογικό δένδρο της Θεοτόκου απλώνεται λοιπόν σε μια ολόκληρη χιλιετία. Το υπεραιωνόβιο αυτό δένδρο το διατηρεί στην ύπαρξι η υπόσχεσις του Θεού που το διατρέχει σαν ζωντανός χυμός. Και ο σκοπός της διαιωνίσεως του γενεαλογικού αυτού δένδρου δεν ήταν άλλος παρά η εμφάνισις του «καρπού», της Θεομήτορος δηλαδή. «Όπως το δένδρο υπάρχει για τον καρπό, έτσι και η κτίσις υπάρχει για την Παρθένο και η Παρθένος για τον Χριστό» (Κ, 30). Ο ίδιος συγγραφεύς, κάνοντας μια προέκτασι της σκέψεως αυτής σημειώνει, ότι «όπως για χάρη του καρπού υπάρχει το δένδρο, έτσι για χάρη της Παρθένου δόθηκε και η αρμονία και η ίδια η ύπαρξι σ’ όλη την κτίση, και στον ουρανό και στη γη και στον ήλιο και σε κάθε τί που υπάρχει» (Κ, 169). Την ίδια σκέψι κάνει και ο Ευδοκίμοφ: «Ο κόσμος – γράφει– δημιουργήθηκε για τη θέωσι της δημιουργίας· το παγκόσμιο αυτό σχέδιο προεκληρώθηκε στο πρόσωπο της Παρθένου που αποτελεί την αρχετυπική προεικόνιση» (Ε, 311).
Το ότι ο κόσμος δημιουργήθηκε πριν απ’ τον άνθρωπο, λέγει ο Ι. Χρυσόστομος, αυτό φανερώνει ότι ο Θεός τον έκτισε σαν παλάτι μέσα στο οποίο έπειτα εγκατέστησε τον άνθρωπο σαν άρχοντα και Βασιλέα (εις την Γένεσιν, ομ. Η'). Συνεχίζοντας τη σκέψι αυτή μπορούμε να πούμε, ότι ο κόσμος δημιουργήθηκε για την «Παντάνασσα» του κόσμου, την Θεοτόκο, η οποία έμελλε να γεννήση τον πραγματικό βασιλέα του Ουρανού και της Γης, τον Θεάνθρωπο Κύριο.
Καθώς ζούμε και κυκλοφορούμε μέσα στον ωραίο αυτό «κόσμο», στο παλάτι αυτό του Δημιουργού, καθώς ψηλαφούμε τα δένδρα, τις πέτρες, το χώμα, τα λουλούδια, τα νερά... ας θυμόμαστε τον Βασιλέα και την Βασίλισσα για τους οποίους κυρίως κτίσθηκε απ’ τον Δημιουργό το πανέμορφο αυτό Ανάκτορο. Και ας μη λησμονούμε, ότι κι εμείς κατοικούμε μέσα στο ευρύχωρο αυτό Ανάκτορο, σαν πρίγκηπες του Ουρανίου Βασιλέως.
(Μητροπολίτου Αχελώου Ευθυμίου Στυλίου, Η Πρώτη, εκδ. Γρηγόρη, σελ. 32-33)
Ο ΑΒΒΑΣ Ιωάννης ο Κολοβός προσέυχόταν χρόνια στον Θεό να τον απαλλάξει από τα πάθη που φώλιαζαν μεσα του κι απ’ όλες τις ανθρώπινες αδυναμίες. Όταν επιτέλους πήρε αυτό το χάρισμα, έγινε αμέριμνος.
Στο βάθος όμως της ψυχής του υπήρχε κάποια ανησυχία. Πήγε λοιπόν να συμβουλευτεί τον Γέροντά του, τον Αββά Ποιμένα.
- Βλεπω τον εαυτό μου σε μεγάλη ανάπαυση, Αββά. Δεν έχω πια κανένα πολεμο.
- Πήγαινε αμέσως και παρακάλεσε τον Θεό να σου ξαναστείλει τους πειρασμούς που είχες πρώτα, του είπε αυστηρά ο Όσιος. Δεν έμαθες ακόμη πως με τον πνευματικό αγώνα προκόβει η ψυχή στην αρετή;
Ο Αββάς Ιωάννης έκανε όπως τον συμβούλεψε ο Πνευματικός του. Δεν προσευχήθηκε πια ν’ απαλλαγεί από κάθε πόλεμο, αλλά έλεγε στον Θεό με πολλή ταπείνωση:
- Κύριε, δος μου δύναμη την στιγμή του πειρασμού.
ΈΝΑΣ νέος υποτακτικός ρώτησε καποτε τον Όσιο Ποιμένα:
- Τί να κανω, Αββά, που οι δαίμονες δεν παύουν να με πολεμούν άγρια;
- Εσένα, παιδί μου, πολεμούν οι δαίμονες; είπε μ’ έκπληξη ο Όσιος. Να είσαι βέβαιος πως αυτοί δεν πολεμούν τον άνθρωπο, όσο κάνει τα θελήματά τους, αλλά αυτά γίνονται δαίμονες και τον πολεμούν καθημερινώς. Ξέρεις με ποιούς πολεμησαν οι δαίμονες; Με τον θεόπτη Μωυσή και τους ομοίους του Αγίους.
ΌΣΟ προκόβουν οι αγωνιστές, έλεγε η Οσία Συγκλητική, τόσο πολλαπλασιάζονται οι αντίπαλοί τους.
ΤΙ ΝΑ κάνω, Αββά, που με πειράζουν τα πάθη και οι δαίμονες; ρώτησε τον Όσιο Σισώη ένας νέος μοναχός.
- Μην λες πως πειράζεσαι από τους δαίμονες, παιδί μου, αποκρίθηκε ο Γέροντας, γιατί οι πιο πολλοί πειραζόμαστε από τις κακές μας επιθυμίες.
ΑΡΧΑΡΙΟΣ ακόμη στην μοναχική ζωή ο Μωυσής ο Αιθίοψ, πολεμήθηκε από σαρκική επιθυμία. Πήγε τότε ταραγμένος να εξομολογηθεί στον Αββά Ισίδωρο.
Ο Γέροντας τον άκουσε με συμπάθεια κι αφού του έδωσε τις συμβουλές που έπρεπε, του είπε να γυρίσει πίσω στο κελλί του. Επειδή όμως εκείνος δίσταζε ακόμη, μήπως επιστρέφοντας του ανάψει πάλι η φλόγα της κακής επιθυμίας, ο Αββάς Ισίδωρος τον πήρε από το χέρι και τον ανέβασε σ’ ένα μικρό δωμάτιο, που είχε πάνω από το κελλί του.
- Κοίταξε εδώ, του είπε, δείχνοντάς του προς την δύση.
Είδε τότε ο Μωυσής ένα ολόκληρο στράτευμα από πονηρά πνεύματα με τεντωμένα τόξα, έτοιμα για πολεμο, και τρόμαξε.
- Κοίταξε τώρα προς την ανατολή, είπε πάλι ο Γέροντας. Μυριάδες αγγέλων σε στρατιωτική παράταξη ήταν έτοιμοι ν’ αντιμετωπίσουν τον εχθρό.
Όλοι αυτοί, του είπε ο Αββάς Ισίδωρος, είναι σταλμένοι από τον Θεό να βοηθήσουν τον αγωνιστή. Βλέπεις πως οι υπερασπιστές μας είναι πολύ περισσότεροι και ασυγκρίτως ισχυρότεροι από τους εχθρούς μας;
Ο Μωυσής ευχαρίστησε με την καρδιά του τον Θεό γι’ αυτή την αποκάλυψη και παίρνοντας θάρρος γύρισε στο κελλί του να συνεχίσει τον αγώνα του.
(Γεροντικό, Σταλαγματιές απο την Πατερική Σοφία, Θεοδώρας Χαμπάκη, Εκδόσεις Ορθοδόξου Χριστιανικής αδελφότητας "ΑΓΙΑ ΛΥΔΙΑ", σελ. 36-38 )
42. Με τον λόγο ο άνθρωπος αποκαλύπτει τι έχει στη διάνοιά του και μέσα στην καρδιά του. Το ίδιο κάνει και η πνοή, που μαζί με τον λόγο, προέρχεται από τον άνθρωπο. Κατά κάποιο παρόμοιο τρόπο και ο Λόγος του θεού μας αποκαλύπτει τον Πατέρα. Και, χάρις σ’ αυτόν τον Λόγο, το ζωοποιό Πνεύμα, που εκπορεύεται από τον Πατέρα και είναι η δύναμις του Υψίστου, αποκαλύπτεται και αυτό στους ανθρώπους. «Πνεῦμα Ἅγιον ἐπελεύσεται ἐπὶ σὲ καὶ δύναμις ὑψίστου ἐπισκιάσει σοι» (Λουκ. α’ 35).
Τα λόγια του Σωτήρος είναι τώρα κατανοητά: «Ουδείς τον Πατέρα επιγινώσκει ει μη ο Υιός και ω εάν βούληται ο Υιός αποκαλύψαι» (Ματθ. ια’ 27). Μονάχα λοιπόν ο Υιός αποκαλύπτει τον Πατέρα στο ανθρώπινο γένος, όπως ο δικός μας λόγος αποκαλύπτει τι έχουμε κρυμμένο στην ψυχή μας. Τόσο τέλεια είναι η ένωσις Πατρός και Υιού! Αλλά και κάθε Πρόσωπο της Αγίας Τριάδος έχει –μπορούμε να πούμε- το ιδιαίτερο έργο του. Έτσι, ο Κύριος είπε στους Αποστόλους: «Εάν εγώ μὴ ἀπέλθω, ὁ παράκλητος οὐκ ἐλεύσεται πρὸς ὑμᾶς• ἐὰν δὲ πορευθῶ, πέμψω αὐτὸν πρὸς ὑμᾶς» (Ιω. ιστ’ 7). Δόξα σοι, Υιέ του Θεού, που μας απεκάλυψες το μυστήριο της Αγίας Τριάδος, τον Πατέρα, τον Υιό και το Άγιο Πνεύμα! Ο Λόγος σου είναι αλήθεια. Ζούμε χάρις στον Λόγο σου, σαν σύνολο και σαν επί μέρους λέξεις. Η διδαχή σου είναι το νέκταρ μας, η ειρήνη μας, η ζωή μας. Ιδίως όσα μέρη της αφορούν τον Παράκλητο.
(Η εν Χριστώ ζωή μου - Αγ. Ιωάννου της Κροστάνδης, εκδόσεις Παπαδημητρίου, σελ. 35-36)
Σαν θεομηνία σάρωναν τον Ε’ αιώνα οι Βάνδαλοι τις χώρες της Ευρώπης και άφηναν μόνο ερείπια στο πέρασμά τους. Η Ιταλία πέρασε τα πιο πολλά δεινά. Οι ωραιές πόλεις της αφανίζονταν η μια μετά την άλλη. Οι βάρβαροι αιχμαλώτιζαν τους πληθυσμούς και τους πουλούσαν στα λιμάνια της Αφρικής.
Στα ζοφερά εκείνα χρόνια ο άγιος Παυλίνος, ο επίσκοπος μιας πόλεως της Καμπανίας, ξόδεψε την περιουσία του και όλα τα χρήματα της επισκοπής του για την εξαγορά αιχμαλώτων. Το κακό όμως ήταν τόσο μεγάλο, που, και άν έμεινε μόνο με τα ρούχα που φορούσε, ο φιλάνθρωπος επίσκοπος δεν μπόρεσε να επαρκέσει για όλους.
Κάποια μέρα πήγε και τον βρήκε μια φτωχή χήρα με σπαραγμένη καρδιά. Έπιασαν τον μοναχογίο της αιχμάλωτο και ζητούσε από τον ελεήμονα επίσκοπο να τον απελευθερώσει. Οι θρήνοι της ράγιζαν ακόμη και τις πέτρες!
Εκείνος τη συμπόνεσε, έκλαψε μαζί της. Έψαξε και ξανάψαξε το αδεινό του σπίτι. Απελπισμένος διαπίστωσε ότι δεν είχε μείνει πια τίποτε για να δώσει. Ξαφνικά του ήρθε κάποια έμπνευση.
-Βλέπεις και εσύ η ίδια, είπε στην πονεμένη μητέρα, πως δεν μου έμεινε πια τίποτε για ν’ανακουφίσω τη δυστυχία που μας βρήκε για τις αμαρτίες μας. Ό,τι διαθέτω αυτή τη στιγμή είναι ο εαυτός μου. Ευχαρίστως τον προσφέρω για να πάρεις πίσω το παιδί σου.
Η απαρηγόρητη γυναίκα τα έχασε! Νόμιζε πως ο επίσκοπος την κορόϊδευε και ξέσπασε σε ασυγκράτητο αδυρμό. Της είπε τότε να τον ακολουθήσει. Πήγε μαζί του στον βάρβαρο που κρατούσε τον γίο της, και κατάπληκτη είδε πως κατόρθωνε να κάνει την ανταλλαγή...
Μαζί με πολλούς άλλους αιχμαλώτους οδηγήθηκε και ο άγιος Παυλίνος στην Αφρική. Όταν έγινε η διανομή, αυτόν τον κράτησε στην υπηρεσία του ο γαμπρός του ηγεμόνος των Βανδάλων και τον έβαλε να καλλιεργεί τον κήπο του.
Με μεγάλη επιμέλεια επιδόθηκε ο επίσκοπος στην εργασία που του ανέθεσαν. Κάθε μέρα έφερνε στο τραπέζι του αφέντη του περιποιημένα λαχανικά και φρούτα. Με την καλωσύνη και την εργατικότητά του κέρδισε την εκτίμησή του. Ο βάρβαρος θαυμαζε τη σοφία του και την πολυμάθεια του δούλου του. Με τον καιρό δημιουργήθηκε μια στενή φιλία μεταξύ του ξένου αιχμαλώτου και του νεαρού δούκα.
Ύστερα από πολύ χρόνο ο άγιος είπε στον κύριό του κάπως αινηγματικά:
-Είναι καιρός να φροντίσετε για την μελλοντική διοίκηση τουβασιλείου σας.
-Γιατί το λες αυτό, Παυλίνε; απόρησε ο δούκας.
Στην αρχή απέφυγε να δώσει περισσότερες εξηγήσεις. Ύστερα όμως αναγκάστηκε να του φανερώσει πως του είχε αποκαλύψει ο Θεός τον επικείμενο θάνατο του ηλικιωμένου βασιλιά. Ο δούκας, αν και δεν το πολύ πίστεψε, το είπε στον πεθερό
του. Εκείνος πάλι,θέλησε από περιέργεια να γνωρίσει αυτόν τον παράξενο άνθρωπο που άκουγε, καθώς έλεγε, τον Θεό να του ομιλεί.
-Έλα αύριο να φάμε μαζί το μεσημέρι και θα τον δείς στο τραπέζι μου, του είπε ο γαμπρός του.
Την άλλη μέρα ο βασιλίας πήγε στο παλάτι του δούκα. Ο άγιος Παυλίνος, όπως συνήθιζε πάντοτε, έφερε φρέσκα φρούτα στο τραπέζι. Σαν τον είδε ο βασιλιάς ταράχτηκε.
-Κάποιο μυστήριο κρύβει ο άνθρωπος αυτός! Ψιθύρισε στο αυτί του γαμπρού του.
Όταν ο επίσκοπος απομακρύνθηκε, του διηγήθηκε ένα παράξενο όνειρο που είχε δει την περασμένη νύχτα.
-Μου φάνηκε πως με πήγαν δεμένο στο κριτήριο, για να δικαστώ τάχα για όλες μου τις πράξεις. Ανάμεσα στους δικαστές μου, που ήταν πολλοί, βρισκόταν και τούτος ο άνθρωπος. Έδειχνε πως κατείχε ξεχωριστή θέση, γιατί πρόσταξε να πάρουν το σκύπτρο από τα χέρια μου και να με δείρουν με αυτό. Ρώτησε τον λοιπόν να σου φανερώσει ποιος είναι. Μα την αλήθεια δεν μου φαίνεται συνηθισμένοςάνθρωπος.
Παραξενεμένος ο δούκας από όσα άκουσε από το στόμα του πεθερού του, πήρε παράμερα τον αιχμάλωτο και άρχισε να τον εξετάζει για την πατρίδα και την καταγωγή του.
-Είμαι δούλος του Θεού, έλεγε ο άγιος, που εσυ δέχτηκες να τον κρατήσεις αντι του γιού μιας χήρας.
Ο δούκας όμως δεν ήθελε πια να πειστεί. Τον όρκισε λοιπόν με όρκους φοβερούς να του φανερώσει την αλήθεια. Έτσι αναγκάστηκε να φανερώσει πως ήταν επίσκοπος και πως θεληματικά παραδώθηκε αιχμάλωτος για την αγάπη του πλησίον του. Όταν άκουσε αυτές τις αποκαλύψεις ο κύριόςτου, τόσο τον ευλαβήθηκε, που έπεσε στη γή και του φίλησε τα πόδια! Ύστερα τα διηγηθηκε όλα στο βασιλιά. Και οι δύο μαζί τον κάλεσαν και του είπαν:
-Ζήτησέ μας ό,τι θέλεις, για να σε στείλουμε με πολλά δώρα, όπως σου ταιριάζει, πίσω στην πατρίδασου. Γιατί δεν αρμόζει να κρατάμε εδώ αιχμάλωτο έναν άνθρωπο σαν εσένα.
Ο άγιος Παυλίνος τους ευχαρίστησε για τις καλές του διαθέσεις, αλλά δεν δέχτηκε να πάρει δώρα.
-Σε τίποτε δεν θα μου χρησιμέυσουν, έλεγε. Αν όμως επιθυμείτε πραγματικά να κάνετε κάποιο καλό, ελευθερώστε όλους τους συμπατριώτες μου που κρατάτε εδώ αιχμαλώτους.
Οι ηγεμόνες δέχτηκαν ευχαρίστως. Έγιναν έρευνες σε όλο το βασίλειο, για να βρεθούν οι συμπατριώτες του αγίου. Αφού συγκέντρωσαν όλους, τους έστειλαν με πλοία στην πατρίδα τους μαζί με τον άξιο επίσκοπό τους. Τους έδωσαν και πολλά τρόφιμα και δώρα.
Ύστερα από λίγο καιρό πραγματοποιήθηκε η προφητεία. Ο βασιλειάς πέθανε και τον διαδέχτηκε ο νεαρός δούκας, που σε όλη του τη ζωή θυμόταν τον άγιο επίσκοπο και την συγκινητική του θυσία.
(Χαρίσματα και χαρισματούχοι, Ι.Μ.Παρακλήτου, τόμος γ’ ,σελ.27-31 )
- Γέροντα, κάθε μέρα λέω: «Από αύριο θα προσέχω, θα διορθωθώ», αλλά και πάλι πέφτω στα ίδια.
- Να βάζης τον Θεό μπροστά· να λές: «μέ την δύναμη του Θεού, θα προσπαθήσω να διορθωθώ», ώστε να βοηθήση ο Θεός. Το ότι θέλεις να διορθωθής, αυτό σημαίνει ότι δέχεσαι βοήθεια. Ζητάς και από τον Θεό να σε βοηθήση και ρίχνει ο Θεός το βλέμμα Του επάνω σου. Κάνεις και την μικρή σου προσπάθεια και προχωρείς. Ποιός, όταν δη ένα μικρό παιδάκι να προσπαθή με τα χεράκια του να κυλήση μια κοτρώνα, δεν θα τρέξη να το βοηθήση, για να μην παιδεύεται; Έτσι και ο Θεός, όταν δη την μικρή σου προσπάθεια, θα σε βοηθήση να νικήσης.
Μερικοί, ενώ δεν καταβάλλουν καμμιά προσπάθεια να διορθωθούν, λένε: «Χριστέ μου, έχω αυτά τα πάθη. Εσύ, μπορείς να με απαλλάξης· απάλλαξέ με». Έ, πώς να βοηθήση τότε ο Θεός; Για να βοηθήση ο Θεός, πρέπει να καταβάλη ο άνθρωπος την προσπάθεια που μπορεί. Δηλαδή είναι μερικά πράγματα που πρέπει να κάνη ο ίδιος ο άνθρωπος, για να βοηθήση μετά ο Θεός. Σε καμμιά περίπτωση δεν βοηθιέται, αν δεν θέλη να βοηθήση ο ίδιος τον εαυτό του.
Εμείς μερικές φορές πάμε να αποκτήσουμε την Χάρη και τα χαρίσματα του Θεού με έναν μαγικό τρόπο. Νομίζουμε πώς χωρίς αγώνα θα αποκτήσουμε μια αρετή ή ακόμη και θα αγιάσουμε. Για να δώση όμως ο Θεός, πρέπει να σπείρουμε. Πώς θα δώση ο Θεός χωρίς να εργασθούμε; Τί λέει το τροπάριο; «Της ερήμου το άγονον εγεώργησας». Ο Θεός ρίχνει-ρίχνει βροχή, μαλακώνει το χώμα, αλλά και εμείς πρέπει να «γεωργήσουμε» το χωράφι μας. Το χώμα είναι έτοιμο, αλλά πρέπει να βάλουμε το υνί στο χωράφι και να το σπείρουμε· και ό,τι σπείρουμε, θα θερίσουμε. Αν όμως δεν οργώσουμε, πώς θα σπείρουμε; Κι αν δεν σπείρουμε, τί θα θερίσουμε;
Γι’ αυτό να μη ρωτάτε μόνον τί μπορεί να κάνη ο Θεός, αλλά να ρωτάτε και τον εαυτό σας τί μπορείτε να κάνετε κι εσείς. Η ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΔΙΝΕΙ ΠΟΛΥ ΜΕΓΑΛΟ ΤΟΚΟ. ΑΛΛΑ, ΑΝ ΔΕΝ ΚΑΝΑΜΕ ΚΑΤΑΘΕΣΗ ΣΤΗΝ ΤΡΑΠΕΖΑ, ΠΩΣ ΘΑ ΚΑΝΟΥΜΕ ΑΝΑΛΗΨΗ;
(Αγἰου Παϊσἰου του Αγιορεἰτου Λὀγοι Ε῾. ΠΑΘΗ ΚΑΙ ΑΡΕΤΕΣ, σελ. 35-36)
ΈΝΑΣ ΜΟΝΑΧΟΣ πολύ απλός και άπλαστος πήγαινε συχνά στον Αββά Ιωάννη τον Κολοβό, για να ωφελείται από τις σοφές συμβουλές του. Εκείνος τον δεχόταν με αγάπη και δεν έπαυε να τον διδάσκει. Κάθε φορά που πήγαινε και κάτι καινούργιο είχε να του πει γύρω από την πνευματική ζωή. Ο μοναχός όμως πολύ λίγα καταλάβαινε από όσα του έλεγε ο Γέροντας και απ’ αυτά τα περισσότερα τα λησμονούσε. Έτσι, ρωτούσε και ξαναρωτούσε όλο για τα ίδια πράγματα.
Κάποτε σταμάτησε τις επισκέψεις του. Ο Γέροντας απόρησε γι’ αυτό. Μια Κυριακή λοιπόν, που συναντήθηκαν στην εκκλησία, τον ρώτησε:
- Έχω πολύ καιρό να σε δω, αδελφέ. Τί σου συμβαίνει; Μήπως αρρώστησες;
- Όχι, Αββά, αποκρίθηκε με συστολή ο μοναχός, αλλά, όπως βλέπεις ο νούς μου είναι παχύς και δεν παίρνει εύκολα τις συμβουλές σου και ντρέπομαι να σε ενοχλώ διαρκώς για τα ίδια πράγματα.
- Πάρε αυτό, του είπε τότε ο Αββάς Ιωάννης, και του έδειξε ένα λυχνάρι που βρισκόταν στην γωνιά της εκκλησίας, και άναψε το.
Ο αδελφός το άναψε.
- Πήγαινε τώρα και φέρε τα λυχνάρια των αδελφών και άναψε τα όλα παίρνοντας φώς από τούτο εδώ. Ο μοναχός υπάκουσε αμέσως στην προσταγή του Γέροντα.
- Μήπως λιγόστεψε το φως του λυχναριού, ρώτησε ο Γέροντας, επειδή άναψες μ’ αυτό τόσα αλλά λυχνάρια;
- Όχι βέβαια, είπε χαμογελώντας ο αδελφός.
- Ούτε κι ο Ιωάννης χάνει τίποτε, έστω και αν συμβουλεύει ολόκληρη την σκήτη. Να έρχεσαι λοιπόν κι εσύ χωρίς δισταγμό.
Από τότε ο αδελφός πήγαινε τακτικά στον Γέροντα και με την βοήθειά του έγινε άριστος μοναχός.
(Γεροντικό, Σταλαγματιές απο την Πατερική Σοφία, Θεοδώρας Χαμπάκη, Εκδόσεις Ορθοδόξου Χριστιανικής αδελφότητας "ΑΓΙΑ ΛΥΔΙΑ", σελ. 28-29)
40. «Οι ουρανοί διηγοῦνται δόξαν Θεοῦ, ποίησιν δὲ χειρῶν αὐτοῦ ἀναγγέλλει τὸ στερέωμα. Ημέρα τῇ ἡμέρᾳ ἐρεύγεται ῥῆμα, καὶ νὺξ νυκτὶ ἀναγγέλλει γνῶσιν.» (Ψαλμ. ιη’ 2, 3). Αυτή η σιωπηλή αλλά τόσο εύγλωτος διακήρυξις των ουρανών, ότι είναι ποίημα του Παντοδύναμου και Πανσόφου, βρίσκει βαθειά απήχησι στις καρδιές των ανθρώπων. Και τώρα, αφ’ ότου εσαρκώθη ο Υιός του Θεού, όλη η δόξα του Δημιουργού και του έργου του -της κτίσεως,- διακηρύσσεται σ’ εμάς μες από το Ευαγγέλιο και την Αγία Εκκλησία. Με τη φωνή κηρύκων του Ευαγγελίου. Με τη φωνή των λειτουργών, των ιερέων, των αναγνωστών, των ψαλτών. Με τον ήχο των κωδώνων. Και, πάντοτε, με το φωτεινό πανόραμα του στερεώματος. Αλλά το κήρυγμα του ζώντος, του προφορικού λόγου είναι πιο εντυπωτικό, πιο ζωηφόρο. Η δόξα του Κυρίου διακηρύσσεται από όλη τη γη και από όλα τα γήϊνα όντα.
Σε όλα τα έργα σου, είτε στο σπίτι σου είτε στον τόπο της δουλειάς σου, μην ξεχνάς ότι όλη η δύναμίς σου, το φως σου και η επιτυχία σου έγκεινται στον Χριστό και στον Σταυρό του. Λοιπόν, μη λησμονείς να επικαλήσαι τον Κύριο πριν αρχίσης κάθε εργασία, λέγοντας: Ιησού, βοήθησέ με. Ιησού, φώτισέ με. ‘Ετσι η καρδιά σου, θα στηριχθή και θα θερμανθή με τη ζώσα πίστι και ελπίδα στον Χριστό, γιατί Αυτού είναι η δύναμις και η δόξα εις τους αιώνας των αιώνων.
41. Η καρδιά μου βρίσκει την ειρήνη της στα άνω, στα πνευματικά αγαθά και όχι στα γήϊνα και στα υλικά. Αξίωνέ με, Κύριε, να την έχω στραμμένη πάντοτε προς τα άνω και να μη λογαριάζω καθόλου τη σοφία του κόσμου τούτου. Να επαληθεύω δηλαδή το ψαλμικό: «Ἦρα τοὺς ὀφθαλμούς μου εἰς τὰ ὄρη, πόθεν ἥξει ἡ βοήθειά μου. Η βοήθειά μου παρὰ Κυρίου» (Ψαλμ. ρκ’ 1, 2). Και το της Θείας Λειτουργίας: «Ἄνω σχῶμεν τὰς καρδίας».
(Η εν Χριστώ ζωή μου - Αγ. Ιωάννου της Κροστάνδης, εκδόσεις Παπαδημητρίου, σελ. 34-35)
«Να εξετάζετε τους εαυτούς σας…» (Β’ Κορ. 13:5)
ΌΤΑΝ ΑΠΟΚΤΗΣΕΙΣ όλα εκείνα που επιθυμείς, κι αρχίσει μια μέρα ο κόσμος να σε μακαρίζει, πήγαινε στον καθρέφτη και κοίταξε τον εαυτό σου, να δεις τι έχει να σου πει εκείνος που σε κοιτάει από τον καθρέφτη. Γιατί δεν είναι ο πατέρας, η μητέρα ή η γυναίκα σου, που την κρίση τους με επιτυχία πρέπει να περάσεις. Ο άνθρωπος που η απόφασή του μετράει πιο πολύ για σένα είναι εκείνος που σε κοιτάει πίσω από τον καθρέφτη. Μπορεί μερικοί να νομίζουν πως πέτυχες τους στόχους σου και να σε αποκαλούν θαυμάσιο άνθρωπο, μα ο άνθρωπος στον καθρέφτη σου λέει ποιος πραγματικά είσαι. Αν δεν μπορείς να τον ατενίσεις ίσια στα μάτια, μη δίνεις σημασία στη γνώμη την καλή των άλλων. Γιατί αυτός είναι που σε γνωρίζει καλύτερα κι αυτός σε ακολουθεί παντού νύχτα και μέρα. Και τις εξετάσεις θα τις περάσεις μ’ επιτυχία, μόνο αν βαθμολογηθείς καλά από τον άνθρωπο του καθρέφτη. Μπορεί να ξεγελάσεις όλο τον κόσμο στο διάβα της ζωής σου κι επαίνους να σου απονέμουν όταν σε βλέπουν. Μα η τελική σου αμοιβή θα ‘ναι θλίψη και πόνος και δάκρυα, αν έχεις κοροϊδέψει τον άνθρωπο πίσω από τον καθρέφτη.
«…ο Ιησούς Χριστός ήρθε στον κόσμο για να σώσει τους αμαρτωλούς από τους οποίους πρώτος είμαι εγώ» (Α’ Τιμόθεου 1:15)
«…Έως χθες ακόμα ακολουθώντας το γενικό ρεύμα πίστευα κι εγώ ότι η βία και ο πόλεμος έχουν ως βασικές αιτίες οικονομικά συμφέροντα, θρησκευτικούς και εθνικούς φανατισμούς και άλλα παρόμοια. Σήμερα πια είμαι βέβαιος ότι όλα αυτά στο βάθος δεν είναι παρά προσχήματα και ότι η βασική αιτία απ’ όπου ξεκινά η δίψα για κατάκτηση και αίμα, βρίσκεται στον άνθρωπο» (απόσπασμα από την ομιλία του Μίκη Θεοδωράκη στους Δελφούς, 1.7.06).
Σκληρά λόγια, μα και τόσο αληθινά. Ποιος στ’ αλήθεια είσαι; Μακριά απ’ το Θεό, είσαι κάτι το τελείως αντίθετο από το ένδοξο δημιούργημα του Θεού. Πρέπει να καθαριστεί η αμαρτία. Πρέπει να σωθεί ο άνθρωπος για να γίνει άνθρωπος του Θεού. Αυτό γίνεται μόνο αν καλέσουμε στη ζωή μας τον Ιησού Χριστό. Αυτός μας καθαρίζει με το αίμα Του, μας συγχωρεί και μας σώζει. Γίνεται ο μόνος δρόμος για να επιστρέψουμε στον Πατέρα Θεό, το Δημιουργό μας. Μέσα σ’ αυτήν τη σχέση μας με τον Ιησού Χριστό αποκτούμε την εξουσία να ‘μαστε παιδιά Του.
Κύριε είμαι αμαρτωλός. Σώσε με. Σ’ ευχαριστώ! (Α.Π.)
(Εκδόσεις «Ο Λόγος»)
Η αυτολησμονιά περνά στην αυτοεξαφάνιση, η αυτοεξαφάνιση περνά στην αιώνια ζωή.
Μέσα από εκείνο που είναι μακρύ γνωρίζουμε εκείνο που είναι βραχύ, και μέσα από εκείνο που είναι βραχύ γνωρίζουμε εκείνο που είναι μακρύ. Δια μακρών χρόνων κόπου, πλήξης και φιλαυτίας γνωρίζουμε αυτό το σύντομο, το πρόσκαιρο και μέσα από τις σύντομες στιγμές της αρετής γνωρίζουμε την άπειρη αιωνιότητα.
Το κύπελλο της απόλαυσης.
Εάν σου προσέφεραν ένα χρυσό κύπελλο με το καλύτερο κρασί του κόσμου και έλεγαν: «πιες, όμως να ξέρεις, ότι στον πάτο υπάρχει σκορπιός», θα έπινες;
Σε κάθε κύπελλο της γήινης απόλαυσης βρίσκεται στον πάτο ένας σκορπιός. Και συνάμα, δυστυχώς, αυτά τα κύπελλα είναι τόσο ρηχά, ώστε ο σκορπιός είναι πάντα κοντά στα χείλη.
Ο θάνατος.
Μεταξύ της σιωπής ουρανού και γης πικραμένα φιλονικούν οι σοφοί: «Τι είναι ύλη» και «τι είναι πνεύμα».
Ενώ ο θάνατος κάθεται στο νεκροταφείο και αποφασιστικά απαντά: «Η ύλη είναι ζύμη, το πνεύμα είναι μαγιά, εσείς είστε ψωμιά, κι εγώ φιλοξενούμενος».
(Στοχασμοί περί καλού και κακού, Αγ. Νικολάου Βελιμίροβιτς, σελ. 25-26).
Στην διαφορά των χαρακτήρων κρύβεται η αρμονία του Θεού
Μια μέρα ήρθε στο Καλύβι κάποιος και μου είπε ότι είναι πολύ στενοχωρημένος, γιατί δεν συμφωνεί με την γυναίκα του.
Είδα όμως ότι δεν υπάρχει κάτι σοβαρό ανάμεσά τους. Έχει ένα εξόγκωμα αυτός, κάποιο άλλο η γυναίκα του, και δεν μπορούν να πλησιάσουν ο ένας τον άλλον.
Χρειάζονται λίγο πλάνισμα. Πάρε δύο σανίδες απλάνιστες. Η μία έχει σ’ αυτό το σημείο έναν ρόζο, η άλλη σ’ εκείνο το σημείο καί,
αν πάς να τις ενώσης, μένει ένα κενό ανάμεσά τους. Α
μα όμως πλανίσης λίγο την μια από εδώ, λίγο την άλλη από εκεί, αλλά με την ίδια πλάνη, αμέσως εφάπτονται .
Μου λένε μερικοί άνδρες: «Δεν συμφωνώ με την γυναίκα μου, είμαστε αντίθετοι χαρακτήρες. Αλλος χαρακτήρας εκείνη, άλλος εγώ!
Πώς κάνει τέτοια παράξενα πράγματα ο Θεός; Δεν θα μπορούσε να οικονομήση μερικές καταστάσεις έτσι, ώστε να ταιριάζουν τα ανδρόγυνα,
για να μπορούν να ζουν πνευματικά;». «Δεν καταλαβαίνετε, τους λέω, ότι μέσα στην διαφορά των χαρακτήρων κρύβεται η αρμονία του Θεού;
Οι διαφορετικοί χαρακτήρες δημιουργούν αρμονία. Αλλοίμονο, αν ήσασταν ίδιοι χαρακτήρες!
Σκεφθήτε τί θα γινόταν, αν λ.χ. και οι δύο θυμώνατε εύκολα• θα γκρεμίζατε το σπίτι. Ή, αν και οι δύο ήσασταν ήπιοι χαρακτήρες, θα κοιμόσασταν όρθιοι!
Αν ήσασταν τσιγγούνηδες, θα ταιριάζατε μέν, αλλά θα πηγαίνατε και οι δύο στην κόλαση. Αν πάλι ήσασταν απλοχέρηδες, θα μπορούσατε να κρατήσετε σπίτι;
Θα το διαλύατε, και τα παιδιά σας θα γύριζαν στους δρόμους. Ένα στραβόξυλο, αν πάρη ένα στραβόξυλο, ταιριάζουν μεταξύ τους - έτσι δεν είναι;
- θα σκοτωθούν όμως σε μια μέρα! Γι’ αυτό, τί γίνεται; Οικονομάει ο Θεός ένας καλός να πάρη ένα στραβόξυλο, για να βοηθηθή, γιατί μπορεί να είχε καλή διάθεση,
αλλά να μην είχε βοηθηθή από μικρός».
Οι μικροδιαφορές των χαρακτήρων των συζύγων βοηθούν να δημιουργηθή μια αρμονική οικογένεια, γιατί ο ένας συμπληρώνει τον άλλον.
Στο αυτοκίνητο είναι απαραίτητο και το γκάζι, για να προχωρήση, αλλά και το φρένο, για να σταματήση.
Αν το αυτοκίνητο είχε μόνο φρένο, δεν θα κουνιόταν, και αν είχε μόνον ταχύτητες, δεν θα μπορούσε να σταματήση.
Σε ένα ανδρόγυνο ξέρετε τί είπα; «Επειδή ταιριάζετε, γι’ αυτό δεν ταιριάζετε!». Είναι και οι δύο ευαίσθητοι.
Αν συμβή κάτι στο σπίτι, και οι δύο τα χάνουν και αρχίζουν: «Ώχ, τί πάθαμε!» ο ένας, «ώχ, τί πάθαμε!» ο άλλος.
Ο ένας δηλαδή βοηθάει τον άλλον να απελπισθή πιο πολύ. Δεν μπορεί να τον τονώση λίγο,
«γιά στάσου, να του πή, δεν είναι και τόσο σοβαρό αυτό που μας συμβαίνει». Το έχω δει αυτό σε πολλά ανδρόγυνα.
Και στην αγωγή των παιδιών, όταν οι σύζυγοι είναι διαφορετικοί χαρακτήρες, μπορούν περισσότερο να βοηθήσουν.
Ο ένας κρατάει λίγο φρένο, ο άλλος λέει: «Αφησε τα παιδιά λίγο ελεύθερα». Αν τα στρυμώξουν και οι δύο, θα χάσουν τα παιδιά τους.
Και αν τα αφήσουν και οι δύο ελεύθερα, πάλι θα τα χάσουν. Ενώ έτσι βρίσκουν και τα παιδιά μία ισορροπία.
Θέλω να πω ότι όλα χρειάζονται.
Φυσικά δεν πρέπει να ξεπερνούν τα όρια, αλλά ο καθένας να βοηθάη τον άλλον με τον τρόπο του.
Αν φάς λ.χ. κάτι πολύ γλυκό, θέλεις να φάς και κάτι που είναι λίγο αλμυρό.
Τρως, ας υποθέσουμε, πολλά σταφύλια, θέλεις και λίγο τυρί, για να κόψη την γλύκα. Ή τα λάχανα, άμα είναι πολύ πικρά, δεν τρώγονται.
Το λίγο πικρό όμως βοηθάει, όπως και το λίγο ξινό.
Αλλά, αν όποιος είναι ξινός λέη: «νά γίνετε όλοι ξινοί σαν κι εμένα», όποιος είναι πικρός λέη: «νά γίνετε όλοι πικροί»,
και ο άλλος που είναι αλμυρός λέη: «όλοι να γίνετε αλμυροί», τότε δεν γίνεται χωριό.
(Λόγοι Παϊσίου, τόμος Δ΄, Οικογενειακή Ζωή, Εκδ. Ιερού Ησυχαστηρίου "Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος", σελ. 39-41)