Αυξομείωση μεγέθους γραμμάτων.
Κείμενα (blog) - Ιερός Ναός Αγίου Σώστη Νέας Σμύρνης
E-mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

(Υπόμνημα στο κατά Ματθαίον, Π.Ν.Τρεμπέλα εκδόσεις «ο Σωτήρ», μεταφρασμένο & μεταγλωττισμένο στη δημοτική γλώσσα!
Οι αριθμοί στις λέξεις του αρχαίου κειμένου παραπέμπουν στην αντίστοιχη ερμηνεία και ανάλυσή τους)

ΣΥΝΤΜΗΣΕΙΣ ΟΝΟΜΑΤΩΝ
(Πατέρες Εκκλησίας & Εκκλησιαστικοί συγγραφείς)
Α=Αθανάσιος ο Μέγας             Ζ=Ζιγαβηνός Ευθύμιος
Απ=Απολλινάριος                   Θφ=Θεοφύλακτος Βουλγαρίας
Αυ=Αυγουστίνος                    Ιε=Ιερώνυμος
Β=Βασίλειος ο Μέγας               Κ=Κύριλλος Αλεξανδρείας
Γ=Γρηγόριος Ναζιανζηνός         Χ=Χρυσόστομος Ιωάννης
Γν=Γρηγόριος Νύσσης             Ω=Ωριγένης
Δ=Δαμασκηνός Ιωάννης          DB=Dict. Of the Bible,Hastings
Ε=Ευσέβιος Καισαρείας
(Σύγχρονοι Θεολόγοι ερμηνευτές)
The New-Century Bible, St Matthew Edited by G.H. Box on the basis of the earlier edition by Prof W.F. Slater, Edirburgh 1922 (σημειώνεται με το S)
M.J. Lagrange. Evangile selon s. Matthieu, Deuxieme edition Paris 1923 (σημειώνεται με το L.)
Alf. Plummer. An exegetical commentary on the Gospel according to S. Matthew, London 1911 (σημειωνεται με το p.)
W. Allen A critical and exegetical Commentary on the Gospel according to S. Matthew Third edition 1922 (σημειώνεται με το a).
A. Commentary critical, expository and practical κ.λ.π by I. Owen, New York 1864 (σημειώνεται με το ο).
L. Cl. Fillion La sainte Bible commentee VII (σημειώνεται με το F).
J.A. Bengel Gnomon of the N.T. Testament translated by I. Bryce. Τόμ. Α (σημειώνεται με το b).
C.L. W. Grimm Lexicon Graeco-Latinum in libros N. Lipsiae 1903. (σημειώνεται με το g).
Ν. Δαμαλά Ερμηνεία εις την Κ.Δ. τόμ. Β και Γ. Αθηναι 1892. (σημειώνεται με το δ)

ΚΕΙΜΕΝΟ & ΕΡΜΗΝΕΙΑ.
Οι αριθμοί στις λέξεις του αρχαίου κειμένου παραπέμπουν στην αντίστοιχη ερμηνεία και ανάλυσή τους

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Α’ (1)

Στίχ. 1-17. Η γενεαλογία του Κυρίου Ιησού.

Ματθ.1,1 Βίβλος γενέσεως(1) Ἰησοῦ Χριστοῦ(2), υἱοῦ Δαυΐδ(3), υἱοῦ Ἀβραάμ(4).
Ματθ.1,1 Γενεαλογικός κατάλογος του Ιησού Χριστού που προερχόταν από τον Δαβίδ, απόγονο του Αβραάμ. (η μετάφραση εδώ και στο εξής, από: Η Καινή Διαθήκη,Ελληνική Βιβλική Εταιρία, και στη διέυθυνση: https://www.bible.com/el/bible/173/MAT.10.TGV)

«Το Ευαγγέλιο είναι λόγος ο οποίος εύλογα περιέχει αναγγελία αγαθών πραγμάτων και επειδή ωφελεί αυτόν που το ακούει, τον ευφραίνει, εφόσον βέβαια αποδεχτεί αυτό που αναγγέλλει, ή είναι λόγος που περιέχει την παρουσία αγαθών» (Κ).
«Ευαγγέλιο ονομάζεται το παρόν βιβλίο» (Χ), «διότι αναγγέλλει σε εμάς πράγματα που είναι καλά» (Θφ)· «διότι ευαγγελίζεται σε όλους, την κατάργηση της κόλασης, τη διάλυση των αμαρτιών, τη δικαιοσύνη, τον αγιασμό, την απολύτρωση, την υιοθεσία, την κληρονομία των ουρανών» (Χ).
(1)   Ειπώθηκε πολύ σωστά, ότι η γενεαλογία αυτή αποτελεί ενωτικό σημείο μεταξύ της Π. και της Κ. Διαθήκης (F). Φράση που χρησιμοποιείται από τους Ο΄(μετάφραση των 70) στα Γέν. β 4 και ε 1 (b). Το Γεν. β 4 περιλαμβάνει τις αφηγήσεις της δημιουργίας του ανθρώπου, του παραδείσου, της πτώσης, της γέννησης του Κάιν και του Άβελ και των απογόνων του Κάιν μέχρι του Λάμεχ (a). Το Γεν. ε 1 περιλαμβάνει όχι μόνο την γενεαλογία του Αδάμ μέχρι του Ιάφεθ αναμιγμένη με κάποιες αφηγήσεις, αλλά και την εξιστόρηση της κακίας των ανθρώπων επί των ημερών του Νώε ε 1-στ 8 (p). Θα ερμηνεύσουμε· βιβλίο, στο οποίο καταγράφονται οι πρόγονοι κάποιου (g).
Ο τίτλος αυτός αναφέρεται κυρίως σε ό,τι αμέσως ακολουθεί, μέχρι το στίχο 17 αν και, λιγότερο πιθανώς, μπορεί να εφαρμοστεί στο όλο βιβλίο, σκοπός του οποίου είναι να αποδείξει, ότι ο Ιησούς είναι ο Χριστός, ο Υιός του Δαβίδ κλπ. (b).
«Και για ποιό λόγο την αποκαλεί Βίβλο γενέσεως του Ιησού Χριστού; Παρόλο βεβαίως που δεν περιέχει μόνο αυτό, τη γέννηση δηλαδή, αλλά όλη την οικονομία (=το θείο σχέδιο της σωτηρίας). Διότι εδώ υπάρχει η συγκεφαλαίωση όλης της οικονομίας και αποβαίνει σε εμάς η αρχή και η ρίζα όλων των αγαθών… για αυτό ονόμασε το βιβλίο από το πιο σημαντικό από τα κατορθώματα» (Χ).
Από την έννοια της φράσης στα χωρία που αναφέρθηκαν, του Γεν. β 4 και ε 1 θα μπορούσε να βγει ως συμπέρασμα, ότι ο τίτλος αποτελεί την επιγραφή ολόκληρου του περιεχομένου των κεφ. α και β, πιθανότερα όμως αναφέρεται στη γενεαλογία, που ολοκληρώνεται στο στίχο 17 (S).
Ο ευαγγελιστής αναμφίβολα είχε στο νου την Γένεση των Ο΄ όταν προτιμούσε τον τίτλο αυτόν και πιθανώς από τους Ο΄ δανείστηκε τη γενεαλογία, αν και θα μπορούσε να έχει βρει ήδη συλλεγμένη αυτήν σε κάποια από τα ιουδαϊκά αρχεία (p).
(2)   Η φράση «Ιησού Χριστού» συναντιέται στους συνοπτικούς μόνο εδώ και στα Ματθ. α 18 ιστ 21, Μάρκ. α 1.
«Χριστοί (=χρισμένοι) λέγονταν οι βασιλιάδες και οι ιερείς. Διότι χρίονταν με το άγιο λάδι που ανέβλυζε από το κεράτινο δοχείο που το έβαζαν πάνω στο κεφάλι. Λέγεται λοιπόν ο Κύριος Χριστός ως βασιλιάς και ως ιερέας… και χρίστηκε και αυτός κατεξοχήν με το αληθινό λάδι, το Άγιο Πνεύμα. Διότι ποιός άλλος είχε το Πνεύμα όπως ο Κύριος;» (Θφ).
Η λέξη Χριστός έχασε τη σημασία της ως επίθετο (=χρισμένος, δηλαδή Μεσσίας), την οποία εξέφραζε σε συνδυασμό με το άρθρο (ο Χριστός) και έγινε κύριο όνομα. Δες επίσης και Ιω. α 17, όπου χρησιμοποιείται με την ίδια έννοια (S). Από ονομασία που δήλωνε το προφητικό αρχιερατικό και βασιλικό αξίωμα του Κυρίου, έγινε κύριο όνομα (ο).
«Αυτό το Ιησούς, δεν είναι όνομα ελληνικό, αλλά στην εβραϊκή γλώσσα έτσι λέγεται, Ιησούς· το οποίο σημαίνει, αν το μεταφράσουμε στην ελληνική γλώσσα, Σωτήρας· και Σωτήρας από το ότι έσωσε το λαό του» (Χ).
Στην Κ.Δ. με το ίδιο όνομα αναφέρεται ο Ιησούς του Ναυή (Εβρ. δ 8) και ο συνεργός του Παύλου ο Ιησούς ο λεγόμενος Ιούστος (Κολ. δ 11) (ο).
(3)   «Και γιατί δεν είπε γιου του Αβραάμ και στη συνέχεια γιου του Δαβίδ; Τον Δαβίδ τον είχαν όλοι στο στόμα τους, και λόγω της λαμπρότητάς του και λόγω του χρόνου· διότι δεν είχε πεθάνει πριν από τόσα πολλά χρόνια όσο ο Αβραάμ» (Χ).
«Και κανείς δεν τον αποκαλούσε υιό Αβραάμ, αλλά όλοι υιό Δαβίδ. Έτσι λοιπόν άρχισε από τον πιο γνωστό και ανέβηκε στον παλαιότερο» (Ζ).
Ο Αβραάμ υπήρξε ο πρώτος, ο Δαβίδ ο τελευταίος από τους ανθρώπους, στους οποίους έγινε η υπόσχεση για τον Μεσσία. Για αυτό ονομάστηκε υιός Δαβίδ, εφόσον ο Δαβίδ υπήρξε και ο άμεσος πρόγονός του (b). Για κάθε Χριστιανό που προερχόταν από τους Ιουδαίους, η μεσσιακή ιδιότητα του Ιησού θα εξαρτιόταν από την καταγωγή του από τον Δαβίδ και είναι γεγονός, ότι τονίζεται ιδιαιτέρως αυτή η καταγωγή στα πρώτα αποστολικά κηρύγματα προς τους Ιουδαίους. Δες Πράξ. β 30,ιβ 23 και Ρωμ. α 3,Β΄Τιμ. β 8,Απ. κβ 16 (S).
(4)   «Ονόμασε το Χριστό γιο μεν του Δαβίδ, ενώ τον Δαβίδ γιο του Αβραάμ, οδηγώντας τη σκέψη των ακροατών στο να θυμηθούν τις υποσχέσεις. Διότι από παλιά ο Θεός υποσχέθηκε και στον Αβραάμ και στο Δαβίδ ότι θα αναστήσει από το σπέρμα τους το Χριστό. Επειδή οι ακροατές ήταν Ιουδαίοι, γνώριζαν αυτές τις υποσχέσεις» (Ζ). μετάφραση
«Όπως είναι πρέπον λοιπόν, από αυτόν (τον Αβραάμ) γενεαλογεί το Χριστό· διότι ο Χριστός είναι το σπέρμα του Αβραάμ, μέσω του οποίου ευλογηθήκαμε όλοι οι εθνικοί, οι πρώην καταραμένοι» (Θφ). Η καταγωγή του Μεσσία από τον Αβραάμ τονίζεται στη Διαθήκη των 12 Πατριαρχών, Λευΐ 8,15 (a). Ο Μάρκος αρχίζοντας το ευαγγέλιό του ονομάζει τον Ιησού γιο όχι του Δαβίδ αλλά του Θεού, διότι αρχίζει την αφήγησή του από το βάπτισμα του Ιησού από τον Ιωάννη, όπου ο Κύριός μας αποδείχτηκε Υιός του Θεού. Έτσι ο καθένας από τους ευαγγελιστές διακηρύσσει τον σκοπό του έργου του στον τίτλο (b).
«Ο Ματθαίος γράφοντας προς αυτούς που προέρχονταν από την περιτομή (τους Εβραίους), δεν ανέβασε τη γενεαλογία πιο πάνω από τον Αβραάμ… δείχνοντας μόνο ότι αυτός βλάστησε από το σπέρμα του Αβραάμ και του Δαβίδ σύμφωνα με τις υποσχέσεις σε εκείνους· διότι τίποτα δεν ανέπαυε τόσο πολύ τους πιστούς τους προερχομένους από τους Ιουδαίους, όσο το να μάθουν, ότι ο Χριστός ήταν από το σπέρμα του Αβραάμ και του Δαβίδ, μιας και πάντοτε τον προσδοκούσαν ότι από εκεί θα προέλθει· ο Λουκάς όμως, επειδή μέσω του Θεοφίλου μιλούσε γενικά σε όλους τους πιστούς, κάνει πλήρη τη γενεαλογία αρχίζοντας μάλλον από κάτω από το Χριστό και ανεβαίνοντας μέχρι τον Αδάμ» (Ζ)

Ματθ.1,2 Ἀβραὰμ ἐγέννησε(1) τὸν Ἰσαάκ, Ἰσαὰκ δὲ ἐγέννησε τὸν Ἰακώβ(2), Ἰακὼβ δὲ ἐγέννησε τὸν Ἰούδαν(3) καὶ τοὺς ἀδελφοὺς αὐτοῦ,
Ματθ.1,2 Ο Αβραάμ εγέννησε τον Ισαάκ, ο Ισαάκ εγέννησε τον Ιακώβ, ο Ιακώβ εγέννησε τον Ιούδα και τους αδερφούς του.
(1)   «Υπήρχε συνήθεια να γενεαλογούνται οι άνδρες. Διότι ο άνδρας σπέρνει, και αυτός είναι αρχή και ρίζα του παιδιού και κεφαλή της γυναίκας· ενώ η γυναίκα με το να τρέφει και να θάλπει και να συναυξάνει το σπέρμα, έχει δοθεί ως βοηθός στον άνδρα» (Ζ).
Ο Ματθαίος απαριθμώντας τους προγόνους του Κυρίου μας χρησιμοποιεί την κατιούσα (=προς τα κάτω) σειρά (αν και στο στίχο 1 χρησιμοποίησε και την ανιούσα (=προς τα πάνω), και αρχίζει από τον Αβραάμ, αντί για τον Αδάμ, όχι για να αποκλείσει τα έθνη, αφού μέσω του Αβραάμ όλα τα έθνη ευλογήθηκαν (b). Το να είναι κάποιος γιος του Αβραάμ σήμαινε ότι ήταν ένας αληθινός Ιουδαίος και αποτελούσε αφορμή καύχησης. Δες και Ματθ. γ 8 (S). Ολόκληρος ο στίχος 2 προέρχεται από το Α΄ Παραλ. α 34 και β 1 (a).
(2)   «Για ποιο λόγο δεν ανέφερε και τον αδελφό του (τον Ησαύ) όταν ήλθε στον Ιακώβ, αλλά αναφέρει τον Ιούδα και τους αδελφούς του; Κάποιοι μεν λένε λόγω του κακού χαρακτήρα του Ησαύ… εγώ όμως δεν θα το έλεγα αυτό. Διότι αν ήταν αυτό, πώς ύστερα από λίγο ανέφερε τέτοιες (κακής φήμης) γυναίκες; Για ποιό λόγο λοιπόν δεν τον ανέφερε; Διότι δεν είχαν καμία σχέση με τους Ισραηλίτες οι Σαρακηνοί και οι Ισμαηλίτες και οι Άραβες, και όσοι έγιναν από τους προγόνους εκείνων. Για αυτό εκείνους μεν τους αποσιώπησε, σπεύδει δε να αναφέρει τους προγόνους του Χριστού και του ιουδαϊκού λαού» (Χ).
(3)   Από όλους τους γιους του ο πατριάρχης Ιακώβ πεθαίνοντας (Γεν. μθ 10) ξεχώρισε τον Ιούδα ως προορισμένο να πάρει το βασιλικό αξίωμα (S). Ανάμεσα στους 12 γιους του Ιακώβ, ο Ιούδας θα ήταν ο μόνος κληρονόμος της μεσσιανικής υπόσχεσης, από την άποψη ότι από αυτόν κατά το ανθρώπινο θα καταγόταν ο Μεσσίας. Δες Γεν. μθ 10 και Εβρ. ζ 14 και Αποκ. ε 5 (F).

Ματθ.1,3 Ἰούδας δὲ ἐγέννησε(1) τὸν Φαρὲς καὶ τὸν Ζαρὰ(2) ἐκ τῆς Θάμαρ(3), Φαρὲς δὲ ἐγέννησε τὸν Ἐσρώμ(4), Ἐσρὼμ δὲ ἐγέννησε τὸν Ἀράμ,
Ματθ.1,3 Ο Ιούδας εγέννησε τον Φαρές και τον Ζαρά με τη Θάμαρ. Ο Φαρές εγέννησε τον Εσρώμ και ο Εσρώμ τον Αράμ.
(1)   «Ο Ιούδας πήρε την Θάμαρ νύφη για τον πρώτο του γιο τον Ηρ· επειδή αυτός πέθανε χωρίς παιδιά, την πάντρεψε με τον δεύτερο [Αυνάν] και όταν και αυτός ομοίως πέθανε, υποσχέθηκε να την παντρέψει και με τον τρίτο [Σηλώμ]· επειδή φοβήθηκε όμως μήπως και αυτός πεθάνει αμέσως, ανέβαλλε τον γάμο. Η νύφη όμως επειδή επιθυμούσε πάρα πολύ να πάρει σπέρμα από το γένος του Αβραάμ… μεταμφιεσμένη σε πόρνη κάθισε στις πύλες της πόλης με σκεπασμένο το πρόσωπο. Βλέποντας αυτήν ο Ιούδας και αγνοώντας μπήκε στο σπίτι της σαν σε πόρνη και αφού ενώθηκε σαρκικά μαζί της την κατέστησε έγκυο διδύμων τέκνων» (Ζ).
(2)   «Όταν γεννούσε αυτούς, πρόβαλλε το πρώτο από τα παιδιά από τη μήτρα δίνοντας την εντύπωση ότι θα γεννηθεί πρώτος· και η μαία σύντομα έδεσε με κόκκινη κλωστή το χέρι του παιδιού που βγήκε για να γνωρίζεται αυτός που γεννήθηκε πρώτος· αλλά μάζεψε το χέρι το παιδί μέσα… και γεννήθηκε πρώτο το άλλο παιδί και έπειτα εκείνο που άπλωσε το χέρι. Ονομάστηκε λοιπόν αυτός μεν που πρώτος γεννήθηκε Φαρές, το οποίο σημαίνει διακοπή, διότι διέκοψε τη φυσική σειρά» (Θφ). «Αυτό ήταν συμβολισμός των δύο λαών· κατά τους χρόνους δηλαδή του Αβραάμ εμφανίζεται η εκκλησιαστική πολιτεία, η οποία όμως παρήκμασε στο μεταξύ και παρουσιάστηκε ο ιουδαϊκός λαός και ο Μωσαϊκός νόμος και τότε έχουμε την εμφάνιση ολόκληρου του νέου λαού και των νόμων του» (Χ).
(3)   Είναι αξιοσημείωτο ότι τα ονόματα γυναικών, Θάμαρ, Ραχάβ, Ρουθ και της συζύγου του Ουρίου παρεμβάλλονται στη γενεαλογία. Η Ρουθ υπήρξε Μωαβίτισα και όχι Ιουδαία και οι άλλες τρεις υπήρξαν ένοχες βαρέων αμαρτημάτων. Η παράθεση ονομάτων, τα οποία μπορούσαν να θεωρηθούν ακατάλληλα για να μπουν στη γενεαλογία του Μεσσία έγινε σκόπιμα.
«Διότι για αυτό ήλθε, όχι για να αποφύγει τα δικά μας (κακά), αλλά για να τα εξαφανίσει… και αξίζει να τον θαυμάζουμε… ότι καταδέχτηκε να έχει τέτοιους συγγενείς, χωρίς καθόλου να ντρέπεται τα δικά μας κακά… διδάσκοντας και εμάς με αυτά, να μη σκεπάζουμε το πρόσωπό μας από ντροπή για την κακία των προγόνων μας, αλλά ένα μόνο να επιζητούμε, την αρετή. Διότι ένας τέτοιος άνθρωπος (ενάρετος), και αν ακόμη έχει πρόγονο αλλόφυλη, και αν πόρνη, και αν οτιδήποτε άλλο είναι, σε τίποτα δεν θα μπορέσει να βλαφτεί» (Χ).
«Η μεν Θάμαρ ήταν με παράνομο γάμο… η δε Ραχάβ ήταν πόρνη, η Ρουθ αλλόφυλη, η Βηρσαβεέ η γυναίκα του Ουρίου ήταν μοιχαλίδα… Ο Χριστός ήλθε ως γιατρός, όχι ως κριτής» (Ζ). Η φράση πάρθηκε από το Α΄ Παραλ. β 4 («και η Θάμαρ η νύφη του γέννησε σε αυτόν τον Φαρές και τον Ζαρά»), το οποίο δείχνει, ότι έβλεπε ο συγγραφέας το Α΄ Παραλ. β 4 (a).
(4)   Ο Εσρώμ γεννήθηκε στη Χαναάν, πριν ο Ιακώβ μεταναστεύσει στην Αίγυπτο (Γεν. μστ 12). Από την άλλη ο Ναασσών που αναφέρεται στο στίχο 4 ήταν αρχηγός της φυλής Ιούδα κατά την εποχή της εξόδου του Ισραήλ από την Αίγυπτο (Αριθμ. α 7 και Α΄ Παραλ. β 10). Ο κατάλογος λοιπόν αριθμεί μόνο τρεις γενεές για τα πάνω από 400 έτη, τα οποία διήρκεσε η παραμονή των Ιουδαίων στην Αίγυπτο. Πρέπει λοιπόν να παραλείφθηκαν στο μεταξύ κάποια πρόσωπα στον κατάλογο (F).

Ματθ.1,4 Ἀρὰμ δὲ ἐγέννησε τὸν Ἀμιναδάβ, Ἀμιναδὰβ δὲ ἐγέννησε τὸν Ναασσών(1), Ναασσὼν δὲ ἐγέννησε τὸν Σαλμών,
Ματθ.1,4 Ο Αράμ εγέννησε τον Αμιναδάβ, ο Αμιναδάβ τον Ναασών και ο Ναασών τον Σαλμών.
(1)   Σύγχρονος του Μωϋσή. Η σιγή ως προς τον Μωϋσή, που τηρείται σε όλο τον κατάλογο, είναι αξιοσημείωτη (b). Ο κατάλογος περιορίζεται στα ουσιώδη και είναι πιο σύντομος και από αυτόν που βρίσκεται στο Α΄ Παραλ. β 10 (L). Τα ονόματα Ναασσών και Σαλμών τα πήρε από το Α΄ Παραλ. β 10 σύμφωνα με τους Ο΄. Και αυτά και το παραπάνω όνομα Εσρώμ δείχνουν ότι ο συλλογέας του καταλόγου χρησιμοποίησε τύπους των Ο΄(της μετάφρασης των 70) (a).

Ματθ.1,5 Σαλμὼν(1) δὲ ἐγέννησε τὸν Βοὸζ(2) ἐκ τῆς Ῥαχάβ(3), Βοὸζ δὲ ἐγέννησε τὸν Ὠβὴδ(4) ἐκ τῆς Ῥούθ(5), Ὠβὴδ δὲ ἐγέννησε τὸν Ἰεσσαί,
Ματθ.1,5 Ο Σαλμών εγέννησε τον Βοόζ με τη Ραχάβ, ο Βοόζ εγέννησε τον Ωβήδ με τη Ρουθ· ο Ωβήδ εγέννησε τον Ιεσσαί
(1)   Η γέννηση του Βοόζ από τον Σαλμών συμφωνεί με τους καταλόγους που βρίσκονται στα χωρία Ρουθ δ 20 και Α΄ Παραλ. β 11, αλλά πουθενά αλλού στην Π.Δ. δεν αναφέρεται ότι η πόρνη Ραχάβ ήταν μητέρα του Βοόζ (S).
«Κάποιοι νομίζουν ότι αυτή είναι εκείνη η Ραάβ η πόρνη, η οποία δέχτηκε τους κατασκόπους του Ιησού του Ναυή. Και διέσωσε αυτούς και διασώθηκε και η ίδια» (Θφ). Από την κυρίευση της Ιεριχούς από τον Ιησού μέχρι τη γέννηση του Δαβίδ πέρασαν 350 έτη, περίοδος προφανώς πολύ μεγάλη για τρεις γενεές, όσες αριθμούνται στον κατάλογο του Ματθαίου ότι έζησαν κατά το διάστημα αυτό. Είναι λοιπόν πιθανόν, ότι ο κατάλογος και στο σημείο αυτό αποσιωπά κάποια ονόματα (F).
(2)   Αυθεντική γραφή Βόες. Στο Α΄ Παραλ. β 11 υπάρχει ο τύπος Βόος ή Βόοζ.
(3)   Η Ραχάβ εξαίρεται στα ιουδαϊκά συναξάρια. Δες και Εβρ. ια 31, Ιακ. β 25. Υποτίθεται, ότι έγινε προσήλυτη και σύμφωνα με κάποια παράδοση παντρεύτηκε τον Ιησού του Ναυή. Κάποιο χωρίο του Ταλμούδ (Τ.Β. Μegilla,14β) αναφέρει: «Οκτώ προφήτες, οι οποίοι συγχρόνως ήταν και ιερείς, κατάγονται από την Ραχάβ» (S).
(4)   Αυθεντική γραφή Ιωβήδ.
(5)   Άλλος τύπος προσηλύτου (L). Η ειδική σημασία της Ρουθ ήταν, ότι υπήρξε Μωαβίτισα και ανήκε λοιπόν σε έθνος ιδιαιτέρως μισητό στους Εβραίους. Δες Δευτερ. κγ 3, όπου κάποιος Μωαβίτης αποκλείστηκε από τη συναγωγή μέχρι δεκάτης γενεάς. Δες ομοίως Νεεμ. ιγ 1 (S).

Ματθ.1,6 Ἰεσσαὶ δὲ ἐγέννησε τὸν Δαυΐδ τὸν βασιλέα(1). Δαυΐδ δὲ ὁ βασιλεὺς ἐγέννησε τὸν Σολομῶντα(2) ἐκ τῆς τοῦ Οὐρίου(3),
Ματθ.1,6 κι ο Ιεσσαί εγέννησε το Δαβίδ το βασιλιά. Ο βασιλιάς Δαβίδ εγέννησε τον Σολομώντα με τη γυναίκα τού Ουρία·
(1)   Ο Δαβίδ ονομάζεται με τρόπο ειδικό «ο βασιλιάς» όχι μόνο διότι είναι ο πρώτος βασιλιάς από αυτούς που αναφέρονται σε αυτήν τη γενεαλογία, αλλά και διότι ο θρόνος του ήταν υπεσχημένος στον Μεσσία. Δες Λουκ. α 32 (b). Το βασιλικό αξίωμα που αποκτήθηκε από τον Δαβίδ και χάθηκε από τους απογόνους του στην αιχμαλωσία, ανακτήθηκε στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού. Με την αναφορά του Δαβίδ οι πρώτες 14 γενεές συμπληρώνονται. Είναι αξιοσημείωτο, ότι εκτός από την προσθήκη των ονομάτων των γυναικών και τη λέξη «τον βασιλέα» τα τελευταία δέκα ονόματα του καταλόγου του Ματθαίου συμφωνούν ακριβώς με τη μικρή γενεαλογία στο χωρίο Ρουθ δ 18-21. Η αρχική πηγή και για τις δύο είναι πιθανώς το Α΄ Παραλ. κεφάλαια α-β (S).
(2)   Αυθεντική γραφή Σολομώνα. Το δεύτερο τμήμα του καταλόγου αριθμεί τα ονόματα των βασιλέων από τον Σολομώντα μέχρι τον Ιεχονία, ο οποίος έχασε το θρόνο του και οδηγήθηκε στην εξορία. Και για να επιτευχθεί η επιζητούμενη συμμετρία των 14 γενεών αποσιωπούνται τρία ονόματα μετά τον Ασά. Πηγή του καταλόγου αυτού είναι το Α΄ Παραλ. γ 5,10-15 σύμφωνα με τους Ο΄(S).
(3)   «Αναφέρει και τη γυναίκα του Ουρίου, για να υποδηλώσει, ότι δεν πρέπει να ντρεπόμαστε για τους προγόνους μας, αλλά μάλλον να επιδιώκουμε με τη δική μας αρετή να λαμπρύνουμε και εκείνους· και ότι όλοι είναι δεκτοί για το Θεό, ακόμη και αν γεννηθούν από πόρνη, μόνο εάν έχουν αρετή» (Θφ).

Ματθ.1,7 Σολομὼν δὲ ἐγέννησε τὸν Ῥοβοάμ, Ῥοβοάμ δὲ ἐγέννησε τὸν Ἀβιά, Ἀβιὰ δὲ ἐγέννησε τὸν Ἀσά(1),
Ματθ.1,7 ο Σολομών εγέννησε τον Ροβοάμ, ο Ροβοάμ τον Αβιά, ο Αβιά τον Ασά·
(1)   Στο Α΄ Παραλ. γ 10-11 αναγράφεται το όνομα Ασά και ο Ιώσηπος ονομάζει αυτόν το βασιλιά Άσανον (a).

Ματθ.1,8 Ἀσὰ δὲ ἐγέννησε τὸν Ἰωσαφάτ, Ἰωσαφάτ δὲ ἐγέννησε τὸν Ἰωράμ, Ἰωρὰμ δὲ ἐγέννησε τὸν Ὀζίαν(1),
Ματθ.1,8 ο Ασά εγέννησε τον Ιωσαφάτ, ο Ιωσαφάτ τον Ιωράμ, ο Ιωράμ τον Οζία·
(1)   Στο βιβλίο των Βασιλειών (Δ΄ Βασ. η 25) τον Ιωράμ διαδέχεται ο Οχοζίας, πατέρας του Ιωάς, ο οποίος υπήρξε πατέρας του Αμασίου, ο οποίος γέννησε τον Αζαρία ή Οζία. Ο Ματθαίος λοιπόν αποσιώπησε τρία ονόματα.
«Προσπέρασε τρεις βασιλιάδες λόγω της υπερβολικής τους ασέβειας. Διότι ο Οχοζίας, που ήταν γαμπρός του Αχάβ του βασιλιά του Ισραήλ, μιμήθηκε με ζήλο την ασέβειά του, όπως λέει το βιβλίο των Βασιλειών. Και ο Ιωάς αφού αρχικά ευαρέστησε το Θεό, ύστερα ειδωλολάτρησε, ο οποίος και τον Αζαρία τον γιο του Ιωδάε του ιερέα, ο οποίος τον έλεγξε για την ασέβειά του, διέταξε να τον λιθοβολήσουν όπως έχει γραφτεί στο δεύτερο βιβλίο Παραλειπομένων. Και ο Αμασίας, ενώ αρχικά ευαρέστησε το Θεό, όταν κυρίευσε την Ιδουμαία, θυσίασε στα λάφυρα που βρήκε, στα είδωλα της Ιδουμαίας, όπως και για αυτόν έχει γραφτεί στο Β΄ Παραλειπομένων» (Χ).
Σύμφωνα με τον Ιερώνυμο «εφόσον ο ευαγγελιστής είχε πρόθεση να τοποθετήσει τρεις δεκατετράδες στις διάφορες χρονικές εποχές και ο Ιωράμ είχε αναμιχτεί με το γένος της ασεβούς Ιεζάβελ, εξάλειψε τη μνήμη του μέχρι τρίτης γενεάς». Πράγματι η Αταλία, μητέρα του Οχοζίου, ήταν κόρη της Ιεζάβελ. Την τελευταία όμως αυτήν κάνει μισητή, όχι η εθνική καταγωγή της, αλλά οι διωγμοί της εναντίον των προφητών με σκοπό να καταργήσει τη λατρεία του Ιεχωβά. Είναι αλήθεια, ότι ο Μανασσής συμπεριφέρθηκε πολύ κακά, αλλά μετανόησε. Είναι επίσης δυνατόν η καταδίκη αυτή της εξάλειψης του ονόματος να έγινε από τη συναγωγή, έτσι ώστε τα ονόματα αυτά να μην εμφανίζονται στους γενεαλογικούς πίνακες (L).

Ματθ.1,9 Ὀζίας δὲ ἐγέννησε τὸν Ἰωάθαμ, Ἰωάθαμ δὲ ἐγέννησε τὸν Ἄχαζ, Ἄχαζ δὲ ἐγέννησε τὸν Ἐζεκίαν,
Ματθ.1,9 ο Οζίας εγέννησε τον Ιωάθαμ, ο Ιωάθαμ τον Άχαζ, ο Άχαζ τον Εζεκία·
(1)   Έτσι συλλαβίζεται το όνομα στην εβραϊκή. Οι Ο΄ παραλλάσσουν ανάμεσα στο Αμών και το Αμώς. Εδώ το Αμώς είναι η αυθεντική γραφή (S).

Ματθ.1,10 Ἐζεκίας δὲ ἐγέννησε τὸν Μανασσῆ, Μανασσῆς δὲ ἐγέννησε τὸν Ἀμών, Ἀμὼν(1) δὲ ἐγέννησε τὸν Ἰωσίαν,
Ματθ.1,10 ο Εζεκίας εγέννησε τον Μανασσή, ο Μανασσής τον Αμών, ο Αμών τον Ιωσία·
(1)   Το κείμενο όπως έχει εδώ είναι γεμάτο δυσκολίες. Εάν υποθέταμε μαζί με τον Allen ότι το Ιεχονίας είναι παραφθορά του ονόματος Ιωαχίμ, η σύγχυση θα εκμηδενιζόταν, οπότε θα είχαμε «Ιωσίας δε εγέννησεν τον Ιωακίμ ή Ιωαχίμ», το οποίο θα ανταποκρινόταν στο Α΄ Παραλ. γ 15. Ο συγγραφέας όμως των Παραλειπομένων είχε ειδικό λόγο να σημειώσει τους αδελφούς του Ιωακίμ, χωρίς να αναφέρει αυτούς ονομαστικά, διότι δύο από αυτούς, ο Ιωανάν και ο Σεδεκίας βασίλευαν τότε, ο τελευταίος μάλιστα ήταν το τελευταίο μέλος της Δαβιτικής καταγωγής το οποίο έφερε το στέμμα. Επιπλέον οι δύο αυτοί δεν αναφέρονται ονομαστικά, διότι δεν αποτελούν κρίκους στη γενεαλογία.
Αλλά και άλλη δυσκολία θα απομακρυνόταν. Τώρα με τη διπλή απαρίθμηση του Ιεχονίου, το επόμενο τμήμα του γενεαλογικού καταλόγου (σ. 11-16) εμφανίζει 13 μόνο ονόματα. Ενώ εάν στο στίχο 11 αντικατασταθεί το όνομα Ιεχονίας με το Ιωακίμ, ώστε ο στίχος 12 να αρχίζει με τον Ιεχονία ως πρώτο στον κατάλογο που ακολουθεί μετά την αιχμαλωσία, τότε θα έχουμε και στο τελευταίο αυτό τμήμα του καταλόγου 14 νέα ονόματα (S). Ο Ιεχονίας άλλωστε ήταν, όπως φαίνεται, μόλις 18 ετών, όταν οδηγήθηκε στην αιχμαλωσία (L).
(2)   «Η φράση «κατά την αιχμαλωσία» σημαίνει κοντά στον καιρό της αιχμαλωσίας» (Ζ). Η λέξη μετοικεσία είναι σπάνια και συναντιέται 10 φορές στους Ο΄ (a). Πιο καλή είναι η λέξη μετοίκηση= μετανάστευση από έναν τόπο σε άλλον· ειδικότερα εκείνη, στην οποία κάποιος από άλλον εξαναγκάζεται, όσον αφορά την αιχμαλωσία στη Βαβυλώνα (g).
«Μετοικεσία λέει την αιχμαλωσία, την οποία ύστερα υπέστησαν όταν όλοι μαζί οδηγήθηκαν στη Βαβυλώνα» (Θφ).
(3)   Δηλαδή στη Βαβυλώνα (b). Η αναφορά της αιχμαλωσίας κλείνει φυσικά το τμήμα αυτό του καταλόγου, δηλώνοντας ότι το βασιλικό αξίωμα που αποκτήθηκε από τον Δαβίδ χάθηκε τώρα για τους απογόνους του (S).

Ματθ.1,11 Ἰωσίας δὲ ἐγέννησε τὸν Ἰεχονίαν(1) καὶ τοὺς ἀδελφοὺς αὐτοῦ ἐπὶ τῆς μετοικεσίας(2) Βαβυλῶνος(3).
Ματθ.1,11 ο Ιωσίας εγέννησε τον Ιεχονία και τους αδερφούς του την εποχή της αιχμαλωσίας στη Βαβυλώνα.

(1)   Δηλαδή αφού μετανάστευσαν στη Βαβυλώνα (b) και όχι μετά το τέλος της αιχμαλωσίας, διότι είναι βέβαιο, ότι ο Ζοροβάβελ γεννήθηκε ενώ διαρκούσε η αιχμαλωσία στη Βαβυλώνα (F).
(2)   Ο Ιεχονίας κρατήθηκε φυλακισμένος για 37 έτη και αποκαταστάθηκε στο βασιλικό του αξίωμα από τον διάδοχο του Ναβουχοδονόσορα. Δες Δ΄ Βασ. κδ 8-17 και Ιερ. νβ 31-34 (L).
(3)   Στο Α΄ Παραλ. γ 19 κατά το εβραϊκό πρωτότυπο ο Ζοροβάβελ παρουσιάζεται ως γιος του Φαδαΐα, αλλά στους Ο΄ στο ίδιο χωρίο ο Ζοροβάβελ μαρτυρείται σαν ένας από τους γιους του Σαλαθιήλ. Αυτό αποτελεί άλλη ένδειξη, ότι ο Ματθαίος χρησιμοποιούσε τους Ο΄ (S). Η διαφορά με το εβραϊκό πρωτότυπο εξηγείται με την πιθανότατη εκδοχή, ότι ο Φαδαΐας πήρε σύζυγο την χήρα του Σαλαθιήλ όταν πέθανε (F).
(4)   Τα ονόματα που ακολουθούν μετά τον Ζοροβάβελ προέρχονται από άγνωστη πηγή, ίσως από την οικογένεια του Ιησού (S). Ο Ματθαίος και ο Λουκάς συναντιούνται στις γενεαλογίες τους στα δύο αυτά ονόματα (Ζοροβάβελ και Σαλαθιήλ), και έπειτα και οι δύο παραθέτουν σειρά ονομάτων που δεν αναφέρονται στη Βίβλο. Αλλά ο Λουκάς έχει 18 ονόματα που παρεμβάλλονται μεταξύ Ζοροβάβελ και Ιωσήφ. Είναι άγνωστο σε ποιο σημείο του καταλόγου ο Ματθαίος τον συντομεύει. Σαφές μόνο είναι, ότι ο Ματθαίος δεν υπολογίζει τους απογόνους του Ζοροβάβελ, των οποίων ο κατάλογος παρατίθεται στο Α΄ Παραλ. γ 21-24 (L).

Ματθ.1,12 Μετὰ δὲ τὴν μετοικεσίαν(1) Βαβυλῶνος Ἰεχονίας(2) ἐγέννησε τὸν Σαλαθιήλ, Σαλαθιὴλ(3) δὲ ἐγέννησε τὸν Ζοροβάβελ(4),
Ματθ.1,12 Μετά την αιχμαλωσία στη Βαβυλώνα, ο Ιεχονίας εγέννησε τον Σαλαθιήλ και ο Σαλαθιήλ τον Ζοροβάβελ·
Ματθ.1,13 Ζοροβάβελ δὲ ἐγέννησε τὸν Ἀβιούδ, Ἀβιοὺδ δὲ ἐγέννησε τὸν Ἐλιακείμ, Ἐλιακεὶμ δὲ ἐγέννησε τὸν Ἀζώρ,
Ματθ.1,13 ο Ζοροβάβελ εγέννησε τον Αβιούδ, ο Αβιούδ τον Ελιακίμ, ο Ελιακίμ τον Αζώρ·
Ματθ.1,14 Ἀζὼρ δὲ ἐγέννησε τὸν Σαδώκ, Σαδὼκ δὲ ἐγέννησε τὸν Ἀχείμ, Ἀχεὶμ δὲ ἐγέννησε τὸν Ἐλιούδ,
Ματθ.1,14 14 ο Αζώρ εγέννησε τον Σαδώκ, ο Σαδώκ τον Αχίμ και ο Αχίμ τον Ελιούδ·
Ματθ.1,15 Ἐλιοὺδ δὲ ἐγέννησε τὸν Ἐλεάζαρ, Ἐλεάζαρ δὲ ἐγέννησε τὸν Ματθάν, Ματθὰν δὲ ἐγέννησε τὸν Ἰακώβ,
Ματθ.1,15 ο Ελιούδ εγέννησε τον Ελεάζαρ, ο Ελεάζαρ τον Ματθάν, ο Ματθάν τον Ιακώβ,
Ματθ.1,16 Ἰακὼβ δὲ ἐγέννησε τὸν Ἰωσὴφ(1) τὸν ἄνδρα(2) Μαρίας(3), ἐξ ἧς ἐγεννήθη(4) Ἰησοῦς ὁ λεγόμενος(5) Χριστός.
Ματθ.1,16 και ο Ιακώβ εγέννησε τον Ιωσήφ τον άντρα της Μαρίας. Από τη Μαρία γεννήθηκε ο Ιησούς, ο λεγόμενος Χριστός.
(1)   «Δεν υπήρχε νόμος στους Ιουδαίους να γενεαλογούνται γυναίκες. Για να φυλάξει λοιπόν και τη συνήθεια και να μη φανεί ότι από την αρχή της εξιστόρησης την παραβαίνει και για να μας γνωρίσει και την κόρη, για αυτό το λόγο αφού αποσιώπησε τους προγόνους αυτής (της Μαρίας), γενεαλόγησε τον Ιωσήφ» (Χ).
«Επειδή δηλαδή αποδείχτηκε ότι ο Ιωσήφ ήταν από το γένος εκείνων, είναι προφανές, ότι και η Θεοτόκος από εκεί καταγόταν» (Ζ). «Διότι υπήρχε νόμος που πρόσταζε ότι δεν επιτρέπεται ο γάμος από άλλη φυλή αλλά από την ίδια» (Χ).
«Για αυτό και με το να γενεαλογήσει τον μνηστήρα της Θεομήτορος, με αυτό απέδειξε αυτό που είχε σκοπό. Αφού δηλαδή ο Ιωσήφ αποδείχτηκε ότι ήταν από τη γενιά εκείνων, είναι προφανές ότι από εκεί καταγόταν και η Θεοτόκος» (Ζ).
«Πώς όμως θα μάθουμε, ότι από τον Δαβίδ καταγόταν (η παρθένος); Άκουσε το Θεό να λέει στον Γαβριήλ να μεταβεί «σε Παρθένο μνηστευμένη με άνδρα, του οποίου το όνομα είναι Ιωσήφ, από τον οίκο και τη γενιά του Δαβίδ» (Λουκ. α 27). Τι πιο σαφές θέλεις από αυτό, όταν ακούσεις ότι η Παρθένος ήταν από τον οίκο και τη γενιά του Δαβίδ;» (Χ).
Απέναντι στο νόμο ο Ιησούς ήταν ο κληρονόμος του Ιωσήφ, και για αυτό και δόθηκε η γενεαλογία του Ιωσήφ. Ως κληρονόμος του Ιωσήφ, ο Ιησούς ήταν ο κληρονόμος του Δαβίδ, οπότε καμία ανακολουθία (ασυμφωνία) δεν υπάρχει στο γεγονός ότι τα δύο ευαγγέλια, τα οποία αναφέρουν τη γέννηση από την παρθένο, παραθέτουν τη γενεαλογία του Ιωσήφ. Άλλωστε ήταν τελείως δυνατόν και η Μαρία να καταγόταν από τον Δαβίδ. Κατά τον δεύτερο μάλιστα αιώνα πιστευόταν από όλους ότι η Μαρία καταγόταν από το γένος του Δαβίδ. Δες Ιουστίνου προς Τρύφωνα 43,45,100, Ειρην.ΙΙΙ,ΧΧΙ,5 Τερτυλλιανού Adv.Jud.9.Ανάληψη Ησαΐου Χ 2, Ευαγγέλιο της γεννήσεως Μαρίας Ι,1 (p).
«Είναι όμως ανάγκη να πούμε και άλλη αιτία περισσότερο μυστηριακή και απόρρητη, για την οποία γενεαλογείται ο Ιωσήφ, ενώ δεν συνέβαλε καθόλου στη γέννηση. Ποιά λοιπόν είναι αυτή; Δεν ήθελε να γνωρίζουν οι Ιουδαίοι κατά το χρόνο της γέννησης, ότι ο Χριστός γεννήθηκε από Παρθένο… Δεν είναι δικός μου αυτός ο λόγος, αλλά των (αποστολικών) Πατέρων μας, των θαυμαστών και σπουδαίων εκείνων ανδρών. Διότι, αφού κάλυψε με πυκνή σκιά πολλά από την αρχή και ονόμαζε τον εαυτό του υιό ανθρώπου και δεν μας αποκάλυψε καθαρά την ισότητά του σε όλα με τον Πατέρα, γιατί θαυμάζεις, επειδή κάλυψε μέχρις ορισμένου σημείου και αυτό, επειδή ήθελε να ρυθμίσει κάτι το σπουδαίο και αξιοθαύμαστο;
Αλλά ποιό είναι, θα πει κάποιος, αυτό το αξιοθαύμαστο; Το να διασωθεί η Παρθένος και να απαλλαχτεί από κάθε ανήθικη υποψία. Διότι, αν αυτό γινόταν γνωστό από την αρχή στους Ιουδαίους, και θα λιθοβολούσαν την Παρθένο… και θα την καταδίκαζαν για μοιχεία… Διότι εάν μετά από τόσα θαύματα, ακόμη τον αποκαλούσαν αυτόν (τον Ιησού) γιό του Ιωσήφ, πώς θα πίστευαν πριν από τα θαύματα ότι γεννήθηκε από Παρθένο;… Διότι θα τους συντάρασσε πολύ αυτούς (τους Ιουδαίους) το παράξενο και πρωτοφανές γεγονός, που όμοιό του ούτε καν είχε ακουστεί ότι έγινε στους προγόνους τους. Διότι αυτός μεν που μια και καλή πείστηκε, ότι είναι Υιός του Θεού, ούτε αυτό θα μπορούσε να το αμφισβητήσει λοιπόν· αυτός όμως που τον θεωρούσε πλάνο και αντίθεο, πώς δεν θα σκανδαλιζόταν περισσότερο από αυτό και δεν θα οδηγούνταν σε αυτήν την υποψία;» (Χ).
Άλλο ζήτημα προβάλλεται από το ότι ο Λουκάς αναφέρει τον Ηλί και όχι τον Ιακώβ ως πατέρα του Ιωσήφ. Η θεωρία, ότι η γενεαλογία του Λουκά είναι της Μαρίας, δεν είναι άξια λόγου. Η θεωρία είναι παλαιότερη του Annius του Viterbo (γύρω στο 1490 μ.Χ.). Δες στο Αποκ. δ 7, στο υπόμνημα που αποδίδεται στον Βικτωρίνο Mign.P.L.v 324 (p).
Η καλύτερη λύση είναι ότι ο Λουκάς παρέχει την πραγματική καταγωγή του Ιωσήφ, ενώ ο Ματθαίος δίνει την βασιλική καταγωγή του Ιωσήφ. Και οι δύο γενεαλογίες είναι του Ιωσήφ, αν και η γενεαλογία της Μαρίας μπορεί να συμπίπτει με αυτήν του Ιωσήφ σε κάποιον παλαιότερο πρόγονο. Σύμφωνα με αυτήν την εκδοχή ο Ηλί υπήρξε ο πραγματικός πατέρας του Ιωσήφ. Ο Ιακώβ, που γράφει ο Ματθαίος, μπορεί να είναι άλλος συγγενής του Ιωσήφ, του οποίου ο Ιωσήφ ήταν σύμφωνα με το νόμο κληρονόμος και μέσω του οποίου ο Ματθαίος αποδείκνυε την βασιλική καταγωγή του Ιωσήφ (S).
(2)   Η λέξη λέγεται και για τον μνηστήρα (αρραβωνιαστικό). Δες Αποκ. κα 2 και αλλού (g).
«Είπε τον Ιωσήφ άνδρα της, επειδή ήταν μνηστήρας της. Και πράγματι στη συνέχεια της εξιστόρησης την ονομάζει και αυτήν γυναίκα του, επειδή ήταν αρραβωνιαστικιά του. Διότι έτσι ήταν συνήθεια να ονομάζονται και πριν τη σαρκική ένωση του γάμου» (Ζ).
«Για να μη νομίσεις, όταν ακούσεις «τον άνδρα Μαρίας» ότι γεννήθηκε σύμφωνα με τον κοινό νόμο της φύσης, πρόσεξε πώς διορθώνει αυτό αμέσως κατόπιν. Άκουσες, λέει, άνδρα, άκουσες μητέρα, άκουσες για το όνομα που δόθηκε στο παιδί· άκουσε λοιπόν και τον τρόπο της γέννησης. «Του Ιησού Χριστού η γέννηση έτσι έγινε…»» (Χ).
Λόγω της επιθυμίας κάποιων, να αποφευχθούν λέξεις, οι οποίες, παρόλο που στην πρόθεση του συγγραφέα εξέφραζαν τη νομική συγγένεια και όχι την πατρότητα, μπορούσαν να παρανοηθούν από τον επιπόλαιο αναγνώστη, δημιουργήθηκαν οι μαρτυρούμενες από κάποιους κώδικες, αλλά όχι αυθεντικές γραφές: «Ο Ιακώβ γέννησε τον Ιωσήφ, με τον οποίο αφού μνηστεύθηκε η παρθένος Μαριάμ γέννησε Ιησούν τον λεγόμενον Χριστόν» και οι σχετικές με αυτήν γραφές (a).
(3)   «Με αυτό έδειξε, ότι εξαιτίας εκείνης γενεαλόγησε και αυτόν» (Χ).
(4)   Το παθητικό ρήμα εγεννήθη χωρίς κάποια δυσκολία μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τη γέννηση κάποιου παιδιού σε σχέση με τη μητέρα του (L).
(5)   Ο Ματθαίος μιλά στον Ιουδαίο αναγνώστη, ο οποίος πρέπει να πειστεί, ότι ο Ιησούς είναι ο Χριστός με τέτοιες αποδείξεις, όπως είναι η γενεαλογία του. Ό,τι λοιπόν οι άλλοι ευαγγελιστές παίρνουν ως δεδομένο, αυτός ζητά να το αποδείξει (b). Λεγόμενος= ο οποίος έχει επώνυμο (g).

Ματθ.1,17 Πᾶσαι οὖν αἱ γενεαὶ ἀπὸ Ἀβραάμ ἕως Δαυΐδ γενεαὶ δεκατέσσαρες(1), καὶ ἀπὸ Δαυΐδ ἕως τῆς μετοικεσίας Βαβυλῶνος(2) γενεαὶ δεκατέσσαρες, καὶ ἀπὸ τῆς μετοικεσίας Βαβυλῶνος ἕως τοῦ Χριστοῦ γενεαὶ δεκατέσσαρες(3).
Ματθ.1,17 Από τον Αβραάμ ως τον Δαβίδ μεσολαβούν δεκατέσσερις γενιές· το ίδιο κι από τον Δαβίδ ως την αιχμαλωσία στη Βαβυλώνα, καθώς κι από την αιχμαλωσία στη Βαβυλώνα ως τον Χριστό.
(1)   «Σε τρεις ομάδες μοίρασε όλες τις γενιές εύλογα· διότι τρεις πολιτειακές καταστάσεις συνέβησαν σε αυτούς. Από μεν τον Αβραάμ έως τον Δαβίδ μετά τον Μωϋσή και τον Ιησού του Ναυή ηγεμονεύονταν από τους Κριτές· από τον Δαβίδ μέχρι την αιχμαλωσία της Βαβυλώνας καθοδηγούνταν από βασιλιάδες· από την αιχμαλωσία της Βαβυλώνας μέχρι το Χριστό, κυβερνούνταν από αρχιερείς. Όταν όμως ήλθε ο Χριστός, ο αληθινός κριτής και βασιλιάς και αρχιερέας, σταμάτησαν αυτές οι πολιτειακές καταστάσεις που αναφέρθηκαν» (Ζ).
Θέλει λοιπόν «να δείξει, ότι ούτε με τις μεταβολές της πολιτειακής τους κατάστασης βελτιώθηκαν οι Ιουδαίοι· αλλά παρέμεναν στα ίδια κακά και με το αριστοκρατικό πολίτευμα και με το βασιλικό και με το ολιγαρχικό· και ότι δεν έγιναν περισσότερο ενάρετοι ούτε υπό την ηγεσία μεγάλων αρχηγών ούτε ιερέων ούτε βασιλέων» (Χ).
«Διότι χρειάζονταν τον αληθινό και κριτή και βασιλιά και ιερέα, ο οποίος είναι ο Χριστός. Διότι όταν τούς τελείωσαν οι άρχοντες, ήλθε ο Χριστός σύμφωνα με την προφητεία του Ιακώβ» (Θφ). Η διαίρεση του καταλόγου σε τρία τμήματα, καθένα από τα οποία περιλαμβάνει 14 ονόματα, αποδεικνύει τον τεχνητό χαρακτήρα της γενεαλογίας (S).
Αλλά τα κύρια σημεία της διαίρεσης είναι αξιοσημείωτα. Στον Δαβίδ (σ. 6) ο οίκος έγινε βασιλικός· στην αιχμαλωσία ο βασιλικός θρόνος χάθηκε (σ.11)· και στον Ιησού, τον λεγόμενο Χριστό, η βασιλεία αποκτήθηκε ξανά (p). Η εκλογή του αριθμού 14 μπορεί να εξηγηθεί είτε με το ότι ο αριθμός αυτός αποτελείται από τον ιερό αριθμό 7 διπλασιασμένο, είτε ότι υπαγορεύτηκε από την αριθμητική αξία των τριών εβραϊκών γραμμάτων του ονόματος Δαβίδ (p) δηλαδή DWD= 4+6+4, αφού είναι γνωστό ότι τα φωνήεντα δεν αποτελούν μέρος του εβραϊκού αλφαβήτου (S).
(2)   «Γιατί όμως δεν ανέφερε και την κάθοδο των Ιουδαίων στην Αίγυπτο, όπως ακριβώς αναφέρει την αιχμαλωσία τους στη Βαβυλώνα; Διότι οι Ιουδαίοι δεν φοβούνταν πλέον τους Αιγυπτίους, έτρεμαν όμως ακόμη τους Βαβυλωνίους· και εκεί μεν στην Αίγυπτο δεν κατέβηκαν εξαιτίας των αμαρτιών τους, ενώ εδώ στη Βαβυλώνα σύρθηκαν από την ασέβειά τους» (Χ).
(3)   «Για ποιο λόγο ενώ στην τελευταία ομάδα έβαλε δώδεκα γενιές, είπε ότι είναι δεκατέσσερις; Νομίζω ότι στο σημείο αυτό υπολογίζει ως μία γενιά το χρόνο της αιχμαλωσίας και ως άλλη τον ίδιο το Χριστό, και έτσι τον συνδέει από παντού με εμάς τους ανθρώπους» (Χ). Ο Χριστός εκπροσωπεί την 14η γενεά, και ο Ιεχονίας του σ. 11 είναι διαφορετικό πρόσωπο από αυτόν του σ. 12 (L). Δηλαδή όπως ήδη είπαμε ο Ιεχονίας του σ. 11 είναι στην πραγματικότητα ο Ιωακίμ ή Ιωαχίμ.

Στίχ. 18-25. Η υπερφυσική γέννηση του Κυρίου.

Ματθ.1,18 Τοῦ δὲ(1) Ἰησοῦ Χριστοῦ ἡ γέννησις(2) οὕτως(3) ἦν. μνηστευθείσης(4) γὰρ(5) τῆς μητρὸς αὐτοῦ Μαρίας τῷ Ἰωσήφ, πρὶν ἢ συνελθεῖν(6) αὐτοὺς εὑρέθη(7) ἐν γαστρὶ ἔχουσα(8) ἐκ Πνεύματος(9) Ἁγίου(10).
Ματθ.1,18 Η γέννηση του Ιησού Χριστού έγινε ως εξής: Η μητέρα του, η Μαρία, αρραβωνιάστηκε με τον Ιωσήφ. Προτού όμως συνευρεθούν, έμεινε έγκυος με τη δύναμη του Αγίου Πνεύματος.
(1)   Η περικοπή αυτή είναι ακριβέστατα η συνέχεια της προηγούμενης (L). Η γενεαλογία που προηγήθηκε προετοίμασε την οδό για αυτά που ακολουθούν. Από μία άποψη ο κατάλογος που προηγήθηκε μπορεί να θεωρηθεί ως περίληψη της ιουδαϊκής ιστορίας. Στον Ιουδαίο αναγνώστη θα εμφανιζόταν όχι ως ένας απλός κατάλογος ονομάτων, αλλά ως σύντομο σκιαγράφημα σειράς γεγονότων από τη θεία πρόνοια. Ο αληθινός κληρονόμος των υποσχέσεων προς τον Αβραάμ και τον Δαβίδ ήταν ο Ιησούς Χριστός, τα περιστατικά της γέννησης του οποίου έρχεται ο ευαγγελιστής να αφηγηθεί. Αυτά προδιαγράφτηκαν κατά τρόπο σκιώδη στην ιστορία που προηγήθηκε.
Αλλά η θεία Πρόνοια εργαζόταν ήδη, για να συντελεστούν τα παρόντα γεγονότα, τα οποία οδήγησαν στη γέννηση του Ιησού (S).
«Ούτε δηλαδή ήλθε αμέσως στη γέννηση, αλλά μας υπενθυμίζει πρώτα, πόσες γενιές απείχε από τον Αβραάμ, πόσες από τον Δαβίδ, πόσες από την μετοικεσία Βαβυλώνας, και με αυτά ωθεί τον λεπτολόγο ακροατή να εξετάσει τα χρονικά διαστήματα, δείχνοντας ότι αυτός είναι εκείνος ο Χριστός, που κηρύχτηκε από τους προφήτες» (Χ).
(2)   Πιο αυθεντική γραφή: γένεσις. Το γένεσις εδώ σημαίνει γέννηση όπως στα Γένεσ. λα 13, Ρουθ β 11, Λουκά α 14. Δες και Ηροδότου 1,204 και 6,69. Εφ’ όσον όμως στο στίχο 1το γένεσις χρησιμοποιήθηκε με διαφορετική έννοια και εφ’ όσον ο όρος γέννησις είναι αυτός που χρησιμοποιείται γενικώς, θα ανέμενε κάποιος τον τελευταίο αυτόν (a). Η λέξη αυτή βρίσκεται εδώ για να δηλώσει και τη συλληψη (δες «τὸ ἐν αὐτῇ γεννηθὲν») και τη γέννηση (δες «τοῦ δὲ Ἰησοῦ γεννηθέντος» β 11) (b).
(3)   «Όπως πρόκειται να πει» (Ζ). «Είδες πως κέντρισε τη σκέψη και το ενδιαφέρον του ακροατή; Επειδή δηλαδή πρόκειται να πει κάτι το πρωτοφανές, υπόσχεται να εκθέσει και τον τρόπο» (Χ).
(4)   Ο Ματθαίος μιλά για τη Μαρία ως μνηστή, ως σύζυγο («ὁ ἀνὴρ αὐτῆς» στίχος 19) και ως γυναίκα («τὴν γυναῖκά σου» στίχος 20) σε πλήρη αρμονία με το γαμικό δίκαιο των Εβραίων (L). Η μνηστεία κατά τον αρχαίο ιουδαϊκό νόμο ήταν ουσιώδες προκαταρκτικό του γάμου, παρόλο που διακρινόταν από αυτόν. Ο γάμος συνίστατο στο να παραλάβει ο νυμφίος τη νύφη στο σπίτι του.
Η μνηστεία όμως δημιουργούσε σχέση δεσμευτικής υποχρέωσης μεταξύ των μνηστευομένων. Έτσι εάν ο μνηστήρας πέθαινε πριν το γάμο, η μνηστευμένη θεωρούνταν χήρα του. Μετά τη μνηστεία και πριν το γάμο (οι δύο τελετές χωρίζονταν από παλιά με χρονικό διάστημα που μεσολαβούσε), ο άνδρας ήταν ο κατά νόμον σύζυγος (δες Γεν. κθ 21, Δευτ. κβ 23) και ο δεσμός μπορούσε να λυθεί μόνο με κανονικό διαζύγιο, το οποίο υποχρέωνε τον άνδρα να δώσει στη γυναίκα «βιβλίο αποστασίου» και αποζημίωση χρηματική (S).
(5)   Είναι επεξηγηματικό. Ο ευαγγελιστής έρχεται να αναπτύξει το «Η γέννηση του Ιησού Χριστού έτσι έγινε» (F).
(6)   Ή «πριν ακόμη έλθουν σε σαρκική επαφή» (Ζ) ή πιο σωστά «πριν να οδηγηθεί αυτή στο σπίτι του γαμπρού» (Χ), ερμηνεία την οποία δεν αποδέχονται οι Χ., Ζ. φρονώντας, ότι η Μαρία «έμενε μέσα στο σπίτι (του Ιωσήφ). Διότι οι παλαιοί είχαν, σχεδόν χωρίς εξαίρεση, τη συνήθεια να μένουν οι μνηστευμένες στο σπίτι του γαμπρού» (Χ).
Η φράση μπορεί να σημαίνει και τις συζυγικές σχέσεις, αλλά εφ’ όσον ο γάμος δεν είχε ακόμη συντελεστεί, ο Ιωσήφ δεν είχε παραλάβει τη μνηστή του στο σπίτι του (L).
(7)   «[Το βρέθηκε, το έτυχε], λέγεται συνήθως για τα παράδοξα και αυτά που ανέλπιστα συμβαίνουν και τα απροσδόκητα» (Χ). «Σε ποιόν όμως βρέθηκε αν όχι στον Ιωσήφ;» (Ε).
(8)   «Αλλά γιατί δεν έμεινε έγκυος πριν από τη μνηστεία; Για να καλυφθεί εκείνο που έγινε και για να απαλλαγεί η Παρθένος από κάθε πονηρή υποψία. Διότι, όταν είναι γνωστό ότι όχι μόνο δεν την κακολόγησε, ούτε την θεώρησε άτιμη, αλλά και την αναγνώριζε ως μνηστή του και την περιποιούνταν μετά τον τοκετό εκείνος ο οποίος ήταν επόμενο να ενδιαφέρεται περισσότερο από όλους τους άλλους για τη συζυγική της πίστη, είναι ευνόητο ότι, εάν δεν είχε απόλυτη πεποίθηση ότι το νεογέννητο προερχόταν από την ενέργεια του αγίου Πνεύματος, δεν θα την ανεχόταν και δεν θα της προσέφερε όλες τις άλλες υπηρεσίες» (Χ).
«Μετά τη μνηστεία συνέλαβε… και για να γενεαλογηθεί από αυτόν, και για να έχει προστάτη κατά τις εναντίον της κατηγορίες» (Κ). «Διότι αυτός και στη φυγή στην Αίγυπτο την φρόντισε και την έσωσε» (Θφ).
(9)   Επειδή μπαίνει χωρίς άρθρο όπως και στο Λουκά α 35 εισηγήθηκαν οι L και S την ερμηνεία ότι δεν σημαίνει το άγιο Πνεύμα ως πρόσωπο, αλλά η φράση βρίσκεται μάλλον για να δηλώσει τη θεία ενέργεια, που χορηγεί τη ζωή και τη γονιμοποίηση (L). Παρόλ’ αυτά η εκδοχή που έγινε από την καθολική εκκλησία στο σύμβολο της πίστης αναφέρει τη φράση στο τρίτο πρόσωπο της Αγίας Τριάδος. «Η σύλληψη ήταν παράδοξη, ο τοκετός όμως ήταν φυσικός» (Χ).
(10)   Από Πνεύμα σεβαστό, πλήρες μεγαλειότητας και κατεξοχήν απομακρυσμένο από κάθε ακάθαρτο. «Μην προχωρείς λοιπόν περισσότερο, ούτε να ζητάς κάτι περισσότερο από αυτά που ειπώθηκαν, ούτε να λες: και πώς το Πνεύμα το έκανε αυτό από Παρθένο; Διότι αν όταν η φύση εργάζεται είναι αδύνατον να ερμηνεύσουμε τον τρόπο διάπλασης του εμβρύου, πώς όταν το Πνεύμα θαυματουργεί, θα μπορέσουμε να πούμε αυτά;» (Χ).
Είναι προφανές, ότι οι αφηγήσεις για την από την Παρθένο γέννηση προέρχονται από ιδιωτικές πηγές, η μεν του Ματθαίου από παράδοση του Ιωσήφ, η δε του Λουκά από τη Μαρία.
Εδώ έχουμε τις εντυπώσεις του μνήστορος (Ιωσήφ), τον φόβο του και την αμηχανία του, την ανθρώπινη απόφασή του και την υποταγή του στη θεία αποκάλυψη.
Εκεί, στο Λουκά, έχουμε τις εντυπώσεις της μητέρας, την ταραχή και έκπληξή της, και την υποταγή της στη θεία βουλή. Οι δυο αφηγήσεις είναι εξ ολοκλήρου ανεξάρτητες μεταξύ τους, όπως οι μεγάλες τους διαφορές δείχνουν, διαφορές όμως οι οποίες δεν καταντούν σε αντιφάσεις, αλλά περιορίζονται στις λεπτομέρειες.
Ήδη αυτός ο Ο. Holtzmann (στο βίο του Ιησού σελ. 85) ομολογεί ότι «μεταξύ των δύο αυτών αφηγήσεων, του Ματθαίου και του Λουκά, καμία αντίφαση δεν υπάρχει». Οι διαφορές αυτές αντίθετα επιβεβαιώνουν την γενική αξιοπιστία τους, διότι καμία από τις δύο αυτές δεν είναι δυνατόν να βασίστηκε πάνω στην άλλη.
Οι δύο αφηγήσεις συμφωνούν όχι μόνο στο κύριο γεγονός της γέννησης από Παρθένο, αλλά και στον τρόπο αυτής, ότι δηλαδή έγινε εκ Πνεύματος Αγίου. Και η συμφωνία αυτή δεν είναι δυνατόν να οφείλεται στην επίδραση της Π.Δ. πάνω στους δυο συγγραφείς. Διότι τέτοια επενέργεια Αγίου Πνεύματος πάνω σε παρθένο δεν συναντιέται στην Π.Δ., στην οποία και η ίδια η φράση «εκ Πνεύματος Αγίου» σπάνια βρίσκεται.
Οι δύο αφηγήσεις συμφωνούν και σε τέσσερα άλλα σημεία. Δηλαδή και οι δύο λένε, ότι την ώρα που ανακοινώθηκε στη Μαρία και στον Ιωσήφ η θεία βουλή ήταν αυτοί μνηστευμένοι, ότι το παιδί ονομάστηκε Ιησούς, ότι γεννήθηκε στη Βηθλεέμ της Ιουδαίας και ότι οι γονείς του το έφεραν στη Ναζαρέτ.
Από την άλλη η λεπτότητα και η νηφαλιότητα και των δύο διηγήσεων αποτελούν νέα απόδειξη της ιστορικής πραγματικότητας, η οποία ενσωματώνεται σε αυτές. Οι εθνικοί αναγνώστες θα αισθάνονταν την ανείπωτη διαφορά μεταξύ των αφηγήσεων αυτών, και των ακαθάρτων μύθων για τη μίξη μεταξύ θνητών και θεών στην ειδωλολατρική μυθολογία. Και αυτά τα χριστιανικά συναξάρια δείχνουν την ίδια χαρακτηριστική αντίθεση.
Τα απόκρυφα ευαγγέλια, όταν κάνουν προσθήκες στα κανονικά ευαγγέλια, δείχνουν, ότι και οι παλαιοί Χριστιανοί δεν μπόρεσαν να παράγουν κάτι παρόμοιο. Οι επινοήσεις τους είναι οικτρές στις απρέπειές τους.
Εάν οι δύο ευαγγελιστές είχαν αναζητήσει υλικό σε συναξάρια εθνικής ή ιουδαϊκής ή χριστιανικής προέλευσης, θα είχαμε κάτι εξόχως διαφορετικό από τις αφηγήσεις, οι οποίες υπήρξαν η χαρά και η έμπνευση της χριστιανοσύνης διαμέσου ατελεύτητων γενεών. Επιπλέον και οι δυο αφηγήσεις είναι έντονα ιουδαϊκές κατά τον τόνο. Και δεν είναι πιθανόν, ότι ο Ιουδαϊσμός, ο οποίος εξόχως τιμούσε τις ευλογίες του γάμου, θα επινοούσε την κάθε μία από τις δύο αυτές (p).

Ματθ.1,19 Ἰωσὴφ δὲ ὁ ἀνὴρ αὐτῆς, δίκαιος(1) ὢν(2) καὶ μὴ θέλων αὐτὴν παραδειγματίσαι(3), ἐβουλήθη λάθρα(4) ἀπολῦσαι(5) αὐτήν.
Ματθ.1,19 Ο μνηστήρας της ο Ιωσήφ, επειδή ήταν ευσεβής και δεν ήθελε να τη διαπομπεύσει, αποφάσισε να διαλύσει τον αρραβώνα, χωρίς επίσημη διαδικασία.
(1)   Ευσυνείδητος τηρητής του ιουδαϊκού νόμου (S). Ή διότι ήταν δίκαιος δεν θεωρούσε επιτετραμμένο να κρατήσει ως σύζυγό του γυναίκα, η οποία παρουσιάστηκε ότι παραβίασε τη συζυγική πίστη (b), και για αυτό επιθυμεί «να μείνει χωρίς καμία ευθύνη απέναντι στο νόμο, ο οποίος διέταζε να δίνουν διαζύγιο σε αυτές που κυοφορούσαν από άλλο άνδρα» (Ζ).
Ή, το δίκαιος πρέπει να εννοηθεί ότι εμπερικλείει και την έννοια του ελέους και της καλοσύνης (S). Ο Ιωσήφ ονομάζεται δίκαιος «και για τις άλλες του αρετές, και για την πραότητα και αγαθότητά του» (Ζ). «Δηλαδή αγαθός και επιεικής» (Χ). «Διότι δεν ήθελε να είναι σκληρός, αλλά έδειχνε φιλανθρωπία από πολλή αγαθότητα… ήδη ζώντας υπεράνω των νομικών εντολών» (Θφ). «Λέει τον Ιωσήφ δίκαιο, επειδή δεν είχε ένα μέρος της αρετής… αλλά επειδή ήταν ενάρετος σε όλα και είχε την καθολική αρετή» (Χ).
(2)   Τροπική μετοχή. Πολλοί θεώρησαν αυτήν ως αντιθετική = αν και ήταν δίκαιος, αλλά όμως επειδή δεν ήθελε να την διαπομπεύσει. Αλλά η φράση τότε έπρεπε να είναι: «δίκαιος μεν ὢν, μὴ θέλων δε…» (L).
(3)   Αυθεντική γραφή δειγματίσαι. Έχει την ίδια έννοια με το παραδειγματίζω = παράδειγμα ποιούμαι, επιδεικνύω για παραδειγματισμό, εκθέτω κάποιον σε ατιμία (g). Συναντιέται στην Κ.Δ. μόνο στο Κολ. β 15. Το παραδειγματίσαι συναντιέται στους Ο΄ (εβδομήντα μεταφραστές) στο Αριθμ. κε 4 για πρόσωπα που εκτελέστηκαν με αγχόνη (b).
«Η φράση «να παραδειγματίσει» λεγόταν, όταν ο άνδρας οδηγούσε αυτήν που υποπτευόταν στο συνέδριο και την κατηγορούσε και έτσι φανερά την έδιωχνε από το σπίτι του» (Ζ) ή και αξίωνε να επιβληθεί σε αυτήν η ποινή του θανάτου που επιβαλλόταν σύμφωνα με το Λευϊτ. κ 10 στους μοιχούς και τις μοιχαλίδες (ο).
(4)   Χωρίς κρίση, τελείως ιδιωτικά ή και με έγγραφο διαζυγίου στο οποίο δεν θα μνημονευόταν ο λόγος του χωρισμού (F).
(5)   Το διαζύγιο μπορούσε να πραγματοποιηθεί, εφόσον ο σύζυγος προτιμούσε, και κατ’ ιδίαν με παρουσία δύο μαρτύρων. Αλλά η υποτιθέμενη από τον Ιωσήφ απιστία της Μαρίας αποτελούσε έγκλημα, για το οποίο δικαιούνταν αυτός να φέρει αυτήν σε δημοσιότητα. Σύμφωνα με τον ιουδαϊκό νόμο η μνηστευμένη, αν συλλαμβανόταν ως άπιστη, υπέκειτο σε λιθοβολισμό (δες Δευτ. κβ 23), αν και ο νόμος αυτός δεν τηρούνταν υποχρεωτικά, αλλά η παροχή διαζυγίου είχε θέσει αυτόν σε αχρηστία. Ο Ιωσήφ ενδιαφερόταν να αποφύγει την δημοσιότητα (S).
«Επομένως όχι μόνο να την τιμωρήσει δεν ήθελε, αλλά ούτε να την διαπομπεύσει. Είδες φιλόσοφο άνδρα που είναι και απαλλαγμένος από το τυραννικότατο πάθος; Διότι ξέρετε πόσο δυνατό πάθος είναι η ζήλεια… Αλλά όμως τόσο ήταν καθαρός από το πάθος, ώστε δεν ήθελε ούτε στα πιο μικρά να λυπήσει την Παρθένο» (Χ).

Ματθ.1,20 Ταῦτα δὲ αὐτοῦ ἐνθυμηθέντος(1) ἰδοὺ(2) ἄγγελος Κυρίου κατ᾿ ὄναρ(3) ἐφάνη αὐτῷ λέγων· Ἰωσὴφ(4) υἱὸς Δαυΐδ(5), μὴ φοβηθῇς(6) παραλαβεῖν(7) Μαριὰμ τὴν γυναῖκά σου(8)· τὸ γὰρ ἐν αὐτῇ γεννηθὲν(9) ἐκ Πνεύματός(10) ἐστιν Ἁγίου.
Ματθ.1,20 Όταν όμως κατέληξε σ’ αυτή τη σκέψη, του εμφανίστηκε στον ύπνο του ένας άγγελος σταλμένος από το Θεό και του είπε: «Ιωσήφ, απόγονε του Δαβίδ, μη διστάσεις να πάρεις στο σπίτι σου τη Μαριάμ, τη γυναίκα σου, γιατί το παιδί που περιμένει προέρχεται από το Άγιο Πνεύμα.
(1)   Την ώρα που οι σκέψεις αυτές πέρασαν από το μυαλό του (S). «Βλέπεις την επιείκεια του άνδρα; Όχι μόνο δεν την τιμώρησε, αλλά δεν το ανακοίνωσε και σε κανέναν, ούτε σε αυτήν που υποπτευόταν, αλλά το σκεφτόταν μόνος του και φρόντιζε να αποκρύψει την κατηγορία ακόμη και από την Παρθένο» (Χ). «Διότι όταν τα σκέφτηκε αυτά, αλλά δεν τα είπε, εμφανίζεται σε αυτόν ο άγγελος» (Θφ).
(2)   Δεν εγκαταλείφθηκε για πολλή ώρα στην αμφιβολία (b). «Όταν απορούσε ο δίκαιος, τότε ήλθε ο άγγελος, διδάσκοντας αυτόν τι να κάνει» (Θφ). Ζωηρός εβραϊσμός ειδικά συχνός στο πρώτο και τρίτο ευαγγέλιο (S). Συναντιέται μόνο και χωρίς άλλο μόριο μαζί του 30 φορές στο Ματθαίο 29 στο Λουκά και 7 στο Μάρκο, ενώ συνδεδεμένο με το και («και ιδού») βρίσκεται 28 φορές στο Ματθαίο και 26 στο Λουκά (a).
(3)   Όνειρα αναφέρονται και στο Πράξ. β 17, με παράθεση από την Π.Δ. Αν εξαιρέσουμε αυτό το χωρίο, ο Ματθαίος είναι ο μόνος συγγραφέας της Κ.Δ. που αναφέρει όνειρα δηλαδή ένα της συζύγου του Πιλάτου (κζ 19), άλλο των Μάγων (β 12), άλλο του Ιωσήφ εδώ, ένα δεύτερο σε αυτόν στο κεφ. β 13, και ένα τρίτο στον ίδιο στο κεφ. β 19 και ένα άλλο στον ίδιο στο κεφ. β 22. Ο τρόπος αυτός των θείων ανακοινώσεων ήταν κατάλληλος για τους πρώτους εκείνους χρόνους της Κ.Δ. (b).
(4)   Στις οπτασίες εκείνοι, οι οποίοι αξιώνονται αυτών, προσφωνούνται με το ίδιο τους το όνομα, σαν να ήταν ήδη πολύ γνωστοί σε αυτόν που τους μιλά (b).
(5)   «Αμέσως του θυμίζει τον Δαβίδ, από όπου επρόκειτο να έλθει ο Χριστός, υπενθυμίζοντάς του με την ονομασία των προγόνων την υπόσχεση που έγινε σε όλο το γένος» (Χ), «και οδηγώντας τη σκέψη του στο Δαβίδ, από τον οποίο προσδοκούσαν οι Ιουδαίοι ότι θα έλθει ο Χριστός» (Ζ).
(6)   Μην αμφιβάλλεις ή διστάσεις (ο). «Τον δείχνει να φοβάται, μήπως δυσαρεστήσει το Θεό, αν συγκατοικεί με μοιχαλίδα» (Χ).
(7)   Να παραλάβεις στο σπίτι σου. «Να την έχεις μέσα μαζί σου… Να την πάρεις όμως όχι για γάμο αλλά για να την φυλάσσεις» (Ζ).
(8)   «Είπε όμως την γυναίκα σου, πληροφορώντας αυτόν και από αυτό, ότι δεν ήλθε σε σχέση με άνδρα» (Ζ), «δεν θα την ονόμαζε έτσι αν είχε γίνει ανήθικη» (Χ). «Λέει λοιπόν το εξής: Εσύ μεν ίσως νομίζεις ότι είναι μοιχαλίδα. Εγώ όμως σού λέω ότι είναι γυναίκα σου. Δηλαδή δεν χάθηκε η αγνότητά της από κάποιον, αλλά είναι γυναίκα σου» (Θφ).
(9)   «Το ότι προήλθε από τη σάρκα της Παρθένου, το δήλωσε λέγοντας «διότι αυτό που γεννήθηκε μέσα σε αυτήν» και ο Παύλος λέει «έγινε από γυναίκα» (Γαλάτ. δ 4) αποστομώνοντας αυτούς που λένε, ότι, σαν ακριβώς μέσα από κάποιον σωλήνα πέρασε ο Χριστός. Διότι αν γινόταν αυτό, δεν έχει τίποτα κοινό με εμάς, αλλά είναι κάποια άλλη εκείνη η σάρκα, και όχι από τη δική μας φύση» (Χ).
(10)   «Το να πούμε για ένα πράγμα ότι προέρχεται «από κάτι» σημαίνει ή ότι γεννήθηκε ή ότι δημιουργήθηκε ή ότι προέρχεται κατά τρόπο φυσικό όπως η ενέργεια από αυτόν που ενεργεί. Αυτό λοιπόν που γεννήθηκε μέσα στην Παρθένο, ούτε γεννήθηκε από το άγιο Πνεύμα, διότι αυτό που γεννήθηκε είναι σάρκα, ούτε προέρχεται κατά τρόπο φυσικό, αφού το πνεύμα είναι ασώματο. Απομένει λοιπόν να προέρχεται από αυτό (το Πνεύμα) ως δημιούργημα και κτίσμα του» (Ζ).
«Συνέλαβε με πιο θείο τρόπο» (Θφ). «Όχι μόνο δηλαδή είναι απαλλαγμένη από παράνομη μίξη, αλλά συνέλαβε και υπερφυσικά» (Χ).

Ματθ.1,21 τέξεται δὲ υἱὸν(1) καὶ καλέσεις(2) τὸ ὄνομα αὐτοῦ Ἰησοῦν(3)· αὐτὸς(4) γὰρ σώσει(5) τὸν λαὸν αὐτοῦ(6) ἀπὸ τῶν ἁμαρτιῶν(7) αὐτῶν(8).
Ματθ.1,21 Θα γεννήσει γιο, και θα του δώσουν το όνομα Ιησούς, γιατί αυτός θα σώσει το λαό του από τις αμαρτίες τους».
(1)   «Δεν είπε θα σού γεννήσει, αλλά απλώς θα γεννήσει, και το άφησε αόριστο. Διότι δεν θα γεννούσε για αυτόν, αλλά για όλη την οικουμένη» (Χ). «Διότι δεν κατέληγε η χάρη μόνο σε αυτόν, αλλά απλωνόταν σε όλους» (Θφ). Η λέξη σοί, η οποία προστίθεται στο Λουκά α 31 προκειμένου για τον Ζαχαρία, δεν εισάγεται εδώ (b).
(2)   «Εσύ θα τον ονομάσεις Ιησού, σαν πατέρας σύμφωνα με το νόμο, αν και όχι φυσικός πατέρας του και θα δείξεις όλα τα πατρικά καθήκοντα σχετικά με αυτόν, έστω και αν δεν είναι δικό σου γέννημα» (Ζ).
«Μη νομίσεις λοιπόν, ότι επειδή γεννήθηκε από το άγιο Πνεύμα, δεν έχεις καθήκον να του προσφέρεις τις υπηρεσίες σου ως οικογενειάρχης. Διότι αν και δεν συνέβαλες καθόλου στη γέννηση, αλλά έμεινε ανέπαφη η Παρθένος, όμως, αυτό το οποίο ανήκει στον πατέρα… αυτό σού δίνω, το να δώσεις δηλαδή το όνομα στο νεογέννητο. Διότι εσύ θα του δώσεις το όνομα. Διότι αν και δεν είναι παιδί σου, θα ενεργείς ως πατέρας του» (Χ).
(3)   «Επειδή το όνομα Ιησούς σημαίνει Σωτήρας, δείχνει ότι δίκαια θα ονομαστεί έτσι» (Ζ). Ιησούς είναι ο ελληνικός τύπος του εβραϊκού Γιοσούα, το οποίο σημαίνει ο Ιεχωβά είναι σωτηρία.
(4)   Η αντωνυμία αυτός στην ονομαστική είναι πάντοτε εμφατική. Εδώ είναι ιδιαιτέρως τέτοια (b).
(5)   «Προαναγγέλλει τα αγαθά που μέσω αυτού πρόκειται να συμβούν στην οικουμένη» (Χ).
(6)   Δηλαδή τον Ισραήλ και όλους εκείνους, οι οποίοι θα προστεθούν στον Ισραήλ (b). «Ονόμασε λαό του σύμφωνα μεν με την πρόχειρη γνώση τους Ιουδαίους, από τους οποίους ανεβλάστησε, σύμφωνα με την βαθύτερη όμως, όλους αυτούς που θα πιστέψουν σε αυτόν και θα τον εκλέξουν ως βασιλιά τους» (Ζ)
(7)   «Και εδώ φανερώνει το παράδοξο. Διότι δεν ευαγγελίζεται απαλλαγή από πολέμιους αισθητούς, ούτε από βαρβάρους, αλλά κάτι το πολύ σημαντικότερο, απαλλαγή από τις αμαρτίες» (Χ) «το οποίο κανείς από τους ανθρώπους δεν έκανε ποτέ. Ώστε να είναι και από αυτό γνωστό, ότι είναι Θεός αυτός που γεννιέται» (Ζ). Πράγματι. Σύγκρινε την όλη φράση με αυτήν στο Ψαλμ. ρκθ 8 «και αυτός (ο Θεός) θα λυτρώσει τον Ισραήλ από όλες τις ανομίες του». Η λύτρωση που συντελείται στην Π.Δ. από τον Ιεχωβά αποδίδεται εδώ στον Ιησού.
(8)   Το περιεχόμενο των στίχων 20-21 έχει όλα τα χαρακτηριστικά εβραϊκής ποίησης. Το μέτρο συμπίπτει με αυτό του «Ευλογητός κύριος ο Θεός του Ισραήλ» (Λουκά α 68 και εξής) και είναι πεντάμετρο. Φαίνεται να αποτελεί απόσπασμα εβραϊκού ποιήματος -οι στίχοι του μπορούν να ξαναμεταφραστούν στην εβραϊκή τελείως- και ενδέχεται να προήλθε από τον κύκλο των ποιημάτων σχετικά με τη γέννηση του Χριστού, ο οποίος κύκλος αποτελεί, τόσο ευρέως, στοιχείο στην αφήγηση του Λουκά για την γέννηση (S).

Ματθ.1,22 Τοῦτο(1) δὲ ὅλον(2) γέγονεν ἵνα(3) πληρωθῇ(4) τὸ ῥηθὲν ὑπὸ τοῦ Κυρίου διὰ τοῦ προφήτου(5) λέγοντος(6)·
Ματθ.1,22 Με όλα αυτά που έγιναν, εκπληρώθηκε ο λόγος του Κυρίου, που είχε πει ο προφήτης:
(1)   Ή, λιγότερο πιθανώς: «ο άγγελος λέει και αυτό» (Ζ). Ή, πιο σωστά, αποτελεί αυτό υπόμνημα του ευαγγελιστού και όχι συνέχεια των λόγων του αγγέλου (L). Ο Ματθαίος παραθέτει ιδιαίτερα συχνά τους προφήτες, για να δείξει τη συμφωνία μεταξύ των προφητειών και των εκβάσεων, στις οποίες εκπληρώθηκαν αυτές. Οι άλλοι ευαγγελιστές μάλλον προϋποθέτουν τη συμφωνία αυτή (b).
(2)   «Αυτό το τόσο μεγάλο, εννοώ δηλαδή το να μείνει έγκυος η Παρθένος εκ Πνεύματος Αγίου» (Ζ).
(3)   Το «ἵνα», καθώς και το αντί για αυτό «όπως» που χρησιμοποιείται στα Ματθ. β 23,η 17, ιγ 35 χρησιμοποιούνται στην καθομιλουμένη αντί για το απλό απαρέμφατο (να εκπληρωθεί Γ΄ Βασ. β 27). Ελάχιστα λοιπόν σημαίνεται έννοια του τελικού αιτίου. Πράγματι δεν θα μπορούσε κάποιος να πει ότι η προφητεία είναι η αιτία του γεγονότος το οποίο αναγγέλλει, ούτε, συνεπώς, ότι το γεγονός όφειλε να έχει ως σκοπό την εκπλήρωση της προφητείας. Το γεγονός έχει την αιτία του στις βουλές του Θεού.
Μόνο δε σε κάποιες περιπτώσεις άρεσε στο Θεό να προαναγγείλει τις βουλές του είτε προτυπώνοντας αυτές σε άλλα γεγονότα είτε προλέγοντας αυτές άμεσα. Την σχέση λοιπόν αυτή των δύο διαθηκών θέλησε ο Ματθαίος να εξάρει, δείχνοντας ότι οι πραγματικότητες της Κ.Δ. ήταν κατά κάποιο τρόπο το τέρμα και η εκπλήρωση της Π.Δ. Το ἵνα λοιπόν πρέπει να το πάρουμε όχι εξ ολοκλήρου εκβατικά (=έτσι ώστε) αλλά πολύ ελαφρά με έννοια τελική (L).
(4)   Η φράση ἵνα (όπως) πληρωθῇ τὸ ῥηθὲν συναντιέται και στα Ματθ. β 15,23,δ 14,η 17,ιβ 17,ιγ 35,κα 4,κστ 56. Ενώ η φράση τότε επληρώθη το ρηθέν συναντιέται στα β 17, κζ 9 (a).
(5)   «Μη νομίσεις ότι τώρα τελευταία θέλησε αυτά ο Θεός, αλλά από παλιά και από την αρχή» (Θφ). «Δεν είπε, για να εκπληρωθεί αυτό που ειπώθηκε από τον Ησαΐα, αλλά αυτό που ειπώθηκε από τον Κύριο. Διότι το μεν στόμα ήταν του Ησαΐα, η προφητεία όμως ερχόταν από τον ουρανό» (Χ). «Φέρνει μαρτυρία που ειπώθηκε μεν από τον προφήτη Ησαΐα, δεν ήταν όμως δική του αλλά του Θεού» (Ζ). «Επομένως είναι αξιόπιστος ο χρησμός» (Θφ).
(6)   Οι παραθέσεις που εισάγονται με αυτόν τον τρόπο είναι ως επί το πλείστον ελεύθερες μεταφράσεις από το εβραϊκό πρωτότυπο (a).

Ματθ.1,23 (1)Ἰδοὺ(2) ἡ παρθένος(3) ἐν γαστρὶ ἕξει καὶ τέξεται υἱόν, καὶ καλέσουσι(4) τὸ ὄνομα(5) αὐτοῦ Ἐμμανουήλ(6), ὅ ἐστι μεθερμηνευόμενον μεθ᾿ ἡμῶν ὁ Θεός(7).
Ματθ.1,23 Η παρθένος θα μείνει έγκυος και θα γεννήσει γιο, και θα του δώσουν το όνομα Εμμανουήλ, που σημαίνει, ο Θεός είναι μαζί μας.
(1)   Η παράθεση είναι από το Ησαΐου ζ 14 σύμφωνα με τους Ο΄ με τη διαφορά αντί για το «καλέσεις» των Ο΄, το οποίο δεν θα συμφωνούσε εδώ με τα συμφραζόμενα, μπήκε εδώ το καλέσουσι, και αντί για το λήμψεται, όπως είναι η γραφή του Βατικανού κώδικα σύμφωνα με τους Ο΄ μπήκε εδώ το ἕξει (a). Όσον αφορά στη σχέση της προφητείας με το γεγονός, πρέπει κατά πρώτον να διαπιστώσουμε, ότι ο Ματθαίος παραδεχόταν την υπερφυσική σύλληψη ως γεγονός και δεν υποβλήθηκε σε αυτόν η ιδέα της υπερφυσικής σύλληψης από το κείμενο του Ησαΐα. Αυτό δέχονται και πολλοί από τους ορθολογιστές (Holtzmann και άλλοι).
Αφού έγινε δεκτό το γεγονός, ο Ματθαίος είδε αυτό να προφητεύεται στα λόγια του Ησαΐα, και πολύ σωστά, διότι ο Ησαΐας μιλούσε ασφαλώς για θείο σωτήρα και ο Μιχαίας (ε 2-4) υπαινισσόταν την ίδια πίστη. Και οι δύο αναμένουν τη σωτηρία του Ισραήλ από παιδί που προέρχεται από καταγωγή μυστηριώδη και μιλούν από αυτήν την αφορμή για τη μητέρα του παιδιού (L). Η παρθενία της μητέρας του Κυρίου δεν αποδεικνύεται πλήρως από τα λόγια του προφήτη αν τα πάρουμε μεμονωμένα, αλλά η φανέρωση της εκπλήρωσής τους ρίχνει άπλετο φως στην προφητεία και αναπτύσσει την πλήρη σημασία της (b).
(2)   Μόριο ειδικά κατάλληλο για την έξαρση κάποιου σημείου (b).
(3)   Το εβραϊκό (πρωτότυπο) έχει τη λέξη αλμάχ = νέα γυναίκα, η οποία δεν υπήρξε ακόμη σύζυγος, και όχι τη λέξη μπεθουλάχ = παρθένος από την οποία αποκλείεται κάθε ιδέα γάμου (p). Σε κάθε περίπτωση οι Ο΄ μετέφρασαν ήδη την λέξη με τον όρο παρθένος και το γεγονός ότι μεταγενέστεροι Ελληνες μεταφραστές αντικατέστησαν το παρθένος με το νεᾶνις (= νεανίδα, νέα), καθώς και το ότι δεν υπάρχουν ίχνη για υπερφυσική γέννηση του Μεσσία στη μεταγενέστερη ιουδαϊκή γραμματεία, οφείλεται σε αντιχριστιανική πολεμική. Δες Ιουστίνου προς Τρύφωνα XLIII, LXVII (a).
«Παραχαράσσουν λοιπόν οι Εβραίοι από σκόπιμη κακία την Γραφή και αντί για το παρθένος βάζουν το νεᾶνις» (Θφ).
«Αν όμως… προβάλλουν σε εμάς άλλους ερμηνευτές και μας λένε ότι αυτοί δεν είπαν για παρθένα, αλλά για νεάνιδα (νέα κόρη), πρώτα μεν θα πούμε αυτό, ότι είναι δίκαιο να είναι περισσότερο αξιόπιστοι από όλους τους άλλους οι Εβδομήκοντα μεταφραστές (Ο΄). Διότι οι δικοί τους ερμηνευτές μεν ερμήνευσαν μετά την παρουσία του Χριστού, παραμένοντας πιστοί Ιουδαίοι και δίκαια λοιπόν πρέπει να θεωρούνται αναξιόπιστοι, επειδή μίλησαν μάλλον με μίσος και επειδή παραποιούν επίτηδες τις προφητείες. Οι Εβδομήκοντα όμως έγραψαν πριν από εκατό ή και περισσότερα χρόνια από την παρουσία του Χριστού» (Χ).
«Αν όμως σύμφωνα με αυτούς, νεάνιδα είναι η παντρεμένη, πού είναι το καινούργιο στο να μείνει έγκυος και να γεννήσει η παντρεμένη; Διότι ο προφήτης πρώτα είπε: Ιδού (=Να), θα δώσει ο Κύριος σε σας σημάδι· έπειτα πρόσθεσε: Ιδού η παρθένος θα συλλάβει στην κοιλιά της. Αλλά σημάδι είναι κάτι που είναι πάνω από τη φύση και όχι το φυσικό» (Ζ).
«Διότι αν δεν επρόκειτο να γεννήσει παρθένος, δεν θα ήταν σημάδι» (Θφ). Έτσι το ευαγγέλιο αυτό αρχίζει με εμφατική διάψευση ευρέως γνωστής ιουδαϊκής συκοφαντίας και τελειώνει με εξίσου εμφατική διάψευση μίας άλλης τέτοιας. Οι Ιουδαίοι έλεγαν ότι ο Ιησούς ο Ναζωραίος ήταν γιος κάποιου άνδρα που αποπλάνησε τη Μαρία. Έλεγαν επίσης, ότι οι μαθητές του έκλεψαν το σώμα του από τον τάφο, για να ισχυριστούν ότι είχε αναστηθεί από τους νεκρούς (p).
(4)   Όχι οι γονείς του, αλλά όλοι όσοι επικαλούνται το όνομά του και λένε «μεθ᾿ ἡμῶν (=μαζί μας)» (b). «Θα ονομάσουν, όσοι θα πιστέψουν σε αυτόν» (Ζ).
(5)   «Και όμως, κανείς δεν τον ονόμασε Εμμανουήλ. Ονομαστικά μεν κανείς, στην πραγματικότητα όμως όλοι. Διότι αυτοί που πιστεύουν ότι αυτός που μιλά μαζί τους, αυτός είναι Θεός,… ομολογούν μαζί ότι: Είναι μαζί μας ο Θεός» (Ζ). «Εδώ δηλαδή δίνει ως όνομα το αποτέλεσμα. Η αγία Γραφή έχει αυτή τη συνήθεια, να δίνει ως όνομα αυτά που θα συμβούν στην πραγματικότητα» (Χ).
(6)   Ορθόδοξα ερμηνευόμενο το όνομα σημαίνει ό,τι και το θεάνθρωπος, ώστε να δηλώνεται η προσωπική ένωση της θείας και ανθρώπινης φύσης στο Χριστό (g). «Δεν είναι ούτε Θεός χωρισμένος από την ανθρώπινη φύση, ούτε άνθρωπος απογυμνομένος από την θεότητα… Η φράση «είναι μαζί μας ο Θεός» δηλώνει και την ανθρώπινη φύση που πάρθηκε από εμάς και για χάρη μας (τον άνθρωπο Χριστό) και κηρύττει και τον Θεό Λόγο που πήρε αυτήν την ανθρώπινη φύση» (Κ).
Ο Ματθαίος δεν σκέφτηκε να αντικαταστήσει το Ιησούς με το Εμμανουήλ. Τα δύο αυτά ονόματα, το ένα πραγματικό, το άλλο προφητικό, συμπληρώνουν το ένα το άλλο (L).
(7)   «Τίποτα άλλο δεν δηλώνει το «θα τον ονομάσουν Εμμανουήλ» παρά ότι θα δουν το Θεό μαζί με τους ανθρώπους. Πάντοτε βεβαίως βρισκόταν μεταξύ των ανθρώπων, ουδέποτε όμως τόσο φανερά» (Χ) «Δηλαδή (ο Θεός) συναναστρέφεται με εμάς ως άνθρωπος» (Ζ). Η ένωση της θείας και της ανθρώπινης φύσης στο Χριστό είναι το θεμέλιο της ένωσης του Θεού με τους ανθρώπους, ούτε μπορεί κάποιος να θεωρήσει την τελευταία ξεχωριστά από την πρώτη (b).

Ματθ.1,24 Διεγερθεὶς(1) δὲ ὁ Ἰωσὴφ ἀπὸ τοῦ ὕπνου ἐποίησεν(2) ὡς προσέταξεν αὐτῷ(3) ὁ ἄγγελος Κυρίου καὶ παρέλαβε(4) τὴν γυναῖκα αὐτοῦ,
Ματθ.1,24 Όταν ξύπνησε ο Ιωσήφ, έκανε όπως τον πρόσταξε ο άγγελος του Κυρίου και πήρε στο σπίτι του τη Μαρία τη γυναίκα του.
(1)   Αυθεντική γραφή εγερθείς. Το διεγερθείς προϋποθέτει προϋπάρχουσα κατάσταση ησυχίας όπως εδώ. Είναι εντονότερο από το εγείρω.
(2)   Χωρίς αναβολή (b). Δεν λέγεται ξεκάθαρα ότι ο Ιωσήφ εκτέλεσε τη διαταγή κατά την ίδια μέρα. Παρόλ’ αυτά οι λέξεις υποδηλώνουν μεγάλη βιασύνη (L).
(3)   «Είδες υπακοή και πειθαρχικό χαρακτήρα; Είδες την εκλεκτή και πάντοτε ορθά σκεπτόμενη ψυχή του;» (Χ)
(4)   Παραλαμβάνω γυναίκα = παραλαμβάνει κάποιος την μνηστή στο σπίτι του (g). Η παρθένος δεν ανήκε πλέον στους συγγενείς της, αλλά στον Ιωσήφ, ο οποίος «την κρατά και γίνεται υπηρέτης όλου του θείου σχεδίου» (Χ).

Ματθ.1,25 καὶ οὐκ ἐγίνωσκεν(1) αὐτὴν ἕως οὗ(2) ἔτεκε τὸν υἱὸν(3) αὐτῆς τὸν πρωτότοκον(4), καὶ ἐκάλεσε(5) τὸ ὄνομα αὐτοῦ Ἰησοῦν.
Ματθ.1,25 Και δεν είχε συζυγικές σχέσεις μαζί της· ωσότου γέννησε το γιο της τον πρωτότοκο και του έδωσε το όνομα Ιησούς.
(1)   «Γνώση εδώ ονόμασε με πιο εύσχημο τρόπο την σαρκική σχέση» (Ζ). Ερχεται σε αυτόν τον στίχο να δηλώσει σαφώς και καθαρά, ότι η συγκατοίκηση αυτή καμία δεν έφερε μεταβολή στη σχέση της μνηστείας που υπήρχε (δ).
(2)   Δεν έπεται από το «έως ότου», ότι την γνώρισε μετά από αυτά. Ο ίδιος ο Loisy ομολόγησε ότι «η σημείωση αυτή… δεν περιέχει θετική άρνηση της μετέπειτα παρθενίας της Μαρίας, διότι η προσοχή του συγγραφέα της, είναι στραμμένη ολόκληρη προς τη γέννηση του Ιησού (L).
«Το «έως» εδώ το έβαλε, όχι για να υποπτευθείς, ότι μετά από αυτά την γνώρισε (σαρκικά), αλλά… πληροφόρησε για μόνο το χρόνο τον μέχρι τη γέννησή του, ενώ το μετά από αυτά, το άφησε σε σένα να το συλλογίζεσαι» (Ζ) και
«για να μάθεις, ότι πριν τη γέννα ήταν οπωσδήποτε ανέπαφη η Παρθένος. Για ποιο λοιπόν λόγο, θα πει κάποιος, έβαλε το «έως»; Διότι συνηθίζει η Γραφή να το κάνει αυτό πολλές φορές, χωρίς όμως να δίνει στη λέξη αυτή την έννοια ορισμένου χρονικού ορίου. Διότι και στη διήγηση της κιβωτού λέει, Δεν επέστρεψε το κοράκι έως ότου ξεράθηκε η γη (Γένεση η 7), παρόλο βεβαίως που δεν επέστρεψε ούτε αργότερα. Αλλά και για το Θεό μιλώντας η Γραφή, λέει Από του αιώνος και έως του αιώνος εσύ είσαι (Ψαλμ. πθ 2) χωρίς να θέτει χρονικά όρια στο σημείο αυτό. Και όταν πάλι προφητεύει και λέει: Θα ανατείλει στις ημέρες του δικαιοσύνη και πλήθος ειρήνης, έως ότου ανταναιρεθεί (=εκλείψει) η σελήνη (Ψαλμ. οα 7), δεν περιορίζει χρονικά την ύπαρξη του ωραίου αυτού ουράνιου σώματος» (Χ).
«Και πάλι: Κάθισε στα δεξιά μου έως ότου βάλω τους εχθρούς σου υποπόδιο των ποδιών σου, παρόλο που και μετά την υποταγή των εχθρών, ομοίως θα κάθεται στα δεξιά του» (Ζ). Ο Ματθαίος εδώ ενδιαφέρεται για την θαυμαστή γέννηση και όχι για το ζήτημα, εάν η Παρθένος μετά από αυτά έγινε μητέρα τέκνων.
(3)   Αυθεντική γραφή χωρίς το άρθρο. Το άρθρο εδώ έχει αναφορική έννοια και αναφέρεται στο σ. 21 = έως ότου γέννησε εκείνον τον υιό (b).
(4)   Η λέξη παραλείπεται από πολλούς και αυθεντικούς κώδικες. Οι λέξεις «αὐτῆς τὸν πρωτότοκον» φαίνεται να μπήκαν στο Ματθαίο από το παράλληλο χωρίο του Λουκά (b).
«Πρωτότοκο λέει τώρα όχι τον πρώτο ανάμεσα σε αδέλφια, αλλά αυτόν που είναι και πρώτος και μόνος. Διότι υπάρχει και τέτοιο είδος στις σημασίες του πρωτότοκος. Διότι υπάρχουν σημεία που η Γραφή ονομάζει πρώτο τον μόνο, όπως το Εγώ είμαι Θεός πρώτος και μετά από εμένα δεν υπάρχει άλλος» (Ζ). Δες για την έννοια αυτή το Εξόδ. ιγ 2.
(5)   Αυτό συνδέεται όχι με το γέννησε, αλλά με το παρέλαβε και δεν γνώρισε και ονόμασε. Εκπλήρωσε δηλαδή ο Ιωσήφ όλη την παραγγελία του αγγέλου (δ). Αποδέχτηκε ο Ιωσήφ την κατά νόμον πατρότητα του Ιησού (L). Και ονομάζοντας αυτός το παιδί αναγνώρισε αυτό δημόσια ως μέλος της οικογένειάς του που γεννήθηκε νόμιμα (S).


ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Β’ (2)

Στίχ. 1-12. Η προσκύνηση των Μάγων.

Η διήγηση για κανένα λόγο δεν είναι απίθανη από μόνη της και είναι δύσκολο να βρούμε κάποια ικανοποιητική εξήγηση για την αρχή της, με εξαίρεση μόνο αν δεχτούμε αυτήν ως αληθινή. Η εναντίον αυτής ένσταση του Κέλσου, ότι έγινε σύγχυση των μάγων με τους Χαλδαίους (Ωριγένη κατά Κέλσου Ι, 58) είναι πολύ ασθενής και δεν φαίνεται να τέθηκε από τους αντιτιθέμενους στο Χριστιανισμό Ιουδαίους. Οι απόπειρες να εξηγηθεί η αφήγηση αυτή με μυθολογικές αναλογίες υπήρξαν εξόχως ανεπιτυχείς. Τα παραδείγματα που έφεραν είναι περισσότερο αξιοσημείωτα για τις ανομοιότητές τους παρά για τις ομοιότητές τους (p).
Είναι αξιοσημείωτο, ότι ο Ματθαίος, που γράφει ειδικότερα για τους Ιουδαίους, αυτός μας παρουσιάζει τους εθνικούς αυτούς κοντά στη φάτνη, ενώ από την άλλη ο Λουκάς, που γράφει ειδικότερα για τους Ελληνες, μας παρουσιάζει τους ποιμένες στο σπήλαιο. Οι Μάγοι υπήρξαν οι απαρχές των εθνών, οι ποιμένες οι απαρχές του Ιουδαϊσμού (F).

Ματθ.2,1 Τοῦ δὲ Ἰησοῦ γεννηθέντος ἐν Βηθλεὲμ τῆς Ἰουδαίας(1) ἐν ἡμέραις Ἡρῴδου(2) τοῦ βασιλέως(3), ἰδοὺ μάγοι(4) ἀπὸ ἀνατολῶν(5) παρεγένοντο(6) εἰς Ἱεροσόλυμα(7)
Ματθ.2,1 Όταν γεννήθηκε ο Ιησούς στη Βηθλεέμ της Ιουδαίας, στα χρόνια του βασιλιά Ηρώδη, έφτασαν στα Ιεροσόλυμα σοφοί μάγοι από την Ανατολή
(1)   Ο ευαγγελιστής καθιστά σαφές, ότι πρόκειται για την Βηθλεέμ Ιούδα (δες Κριτ. ιζ 7,ιθ 1,18,Ρουθ α 1), της πόλης Δαβίδ (Λουκ. β 4), η οποία ήταν και ο τόπος της γέννησής του (Α΄ Βασ. ιστ 4). Υπήρχε και άλλη Βηθλεέμ στη Γαλιλαία, επτά μίλια ΒΔ. της Ναζαρέτ (S). Ιουδαία στο ευαγγέλιο αυτό σημαίνει το νότιο τμήμα της Παλαιστίνης. Καθορίζεται εδώ για έμφαση του γεγονότος, ότι ο Ιησούς ως Μεσσίας γεννήθηκε στο έδαφος της φυλής του Ιούδα (a). Συγχρόνως όμως διακρίνει αυτήν και από την ομώνυμη κωμόπολη που βρίσκεται στη φυλή Ζαβουλών. Δες Ιησού του Ναυή ιθ 15 (F). «Λέει τον τόπο, για να δείξει, ότι εκπληρώθηκε η προφητεία του Μιχαία» (Ζ).
«Η ονομασία Βηθλεέμ ερμηνεύεται οίκος άρτου» (Θφ). Δόθηκε σε αυτήν η ονομασία αυτή για την ευφορία της χώρας που την περιβάλλει (ο).
(2)   Δηλαδή του Ηρώδη του μεγάλου, που ήταν αυτόχθονας της Ασκάλωνας, αλλοδαπός από καταγωγή, και πλησίαζε η αφαίρεση του σκήπτρου του βασιλικού από τον Ιούδα. Ανάμεσα στους γιους του ήταν ο Αρχέλαος, που μνημονεύεται στο σ. 22, οι Ηρώδες Αντίπας και Φίλιππος, που μνημονεύονται στο κεφάλαιο ιδ του Ματθαίου και κεφάλαιο κγ του Λουκά, και ο Αριστόβουλος, ο πατέρας του Ηρώδου του Αγρίππα, που αναφέρεται στις Πράξεις β (b).
«Αναφέρει τον Ηρώδη, για να μάθεις εσύ ότι εξέλιπαν οι άρχοντες και βασιλιάδες από την φυλή του Ιούδα και αναγκαστικά ήλθε ο Χριστός. Διότι ο Ηρώδης δεν ήταν Ιουδαίος, αλλά Ιδουμαίος» (Θφ).
(3)   Ο Ηρώδης έγινε κυβερνήτης της Γαλιλαίας το 47 π.Χ. και δόθηκε σε αυτόν ο τίτλος του βασιλιά της Ιουδαίας από τον Αντώνιο και τον Οκτάβιο το 40 π.Χ. (S).
(4)   Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο (Ι,101) οι μάγοι ήταν αρχικά Μηδική φυλή, η οποία απέβη ιερατική τάξη μεταξύ των Περσών (Ι,132), όπως οι Χαλδαίοι στη Βαβυλώνα (S). Μετά την κατάκτηση της Βαβυλώνας οι Μάγοι ασχολούνταν με την αστρολογία, και εξ’ αιτίας αυτού χρησιμοποιούσαν και μεθόδους ύποπτους, έτσι ώστε η λέξη μάγος, από όπου η λέξη μαγεία, κατέστη σχεδόν συνώνυμη με τη λέξη γόης (=μάγος). Πάντως η πρόθεση του Ματθαίου για κανένα λόγο δεν είναι να υποτιμήσει αυτούς που αναφέρονται εδώ ( L).
Η λέξη μάγος είναι ινδογερμανικής προέλευσης. Με την ονομασία αυτή στους Βαβυλώνιους, Μήδους, Πέρσες και άλλους ονομάζονταν οι σοφοί, διδάσκαλοι, ιερείς, γιατροί, αστρολόγοι, μάντεις, ερμηνευτές των ονείρων, έμπειροι των μαγικών τεχνών κλπ. Εδώ ονομάζονται σοφοί αστρολόγοι ανατολίτες, οι οποίοι από την ανατολή αστέρος διαπίστωσαν την πρόσφατη γέννηση του Μεσσία (g). Ότι οι μάγοι υπήρξαν βασιλιάδες συναντιέται για πρώτη φορά στον Τερτυλλιανό σύμφωνα με καθαρά εξηγητικό συνδυασμό με το Ψαλμ. οα 10 («βασιλιάδες Αράβων και Σαβά θα φέρουν δώρα»). Ότι ήταν τρεις, αναμφίβολα σύμφωνα με τον αριθμό των δώρων που έφεραν, συναντιέται στις τοιχογραφίες από τις αρχές του β αιώνα (L).
(5)   Η πατρίδα τους αναφέρεται εδώ αόριστα (S). Εφ’ όσον η πρόθεση του Ματθαίου δεν ήταν να υποτιμήσει εδώ τους μάγους, ήταν πολύ φυσικό, να θεωρήσουν αυτούς ως ιερείς Πέρσες, σύμφωνα με την τιμητική και επίσημη έννοια της λέξης. Αυτή επίσης είναι η εικονογραφική παράδοση της Ρώμης και ομόφωνη σχεδόν παράδοση των Πατέρων (δες και Κλήμη Αλεξ. Στρωματείς Ι,15, Ωριγένη Κατά Κέλσου Ι,58).
Αλλά η εκδοχή αυτή δεν συμβιβάζεται με την έννοια της φράσης στη Βίβλο «από ανατολών» που σημαίνει την χώρα που είναι πέρα από τον Ιορδάνη και τη Νεκρά θάλασσα. Τα δώρα επίσης των μάγων είναι τα κατά παράδοση δώρα της Αραβίας. Ότι επίσης οι μάγοι προέρχονταν από την Αραβία βεβαιώνεται από τον Ιουστίνο δέκα φορές στο διάλογο προς Τρύφωνα (L).
Εάν η ελπίδα να βρεθεί ο Σωτήρας του κόσμου έφερε τον Τιριδάτη και τους μάγους του στη Νεάπολη, όπως αναφέρει ο Σουετώνιος, είναι πολύ πιθανόν και άλλοι μάγοι να ήλθαν στη μητρόπολη της Παλαιστίνης για παρόμοιο σκοπό (a). Αυτός που ενέπνευσε τον Βαλαάμ, να εκφωνήσει μία τόσο αξιοσημείωτη προφητεία για τον Μεσσία μπορούσε αναντίρρητα να διεγείρει και τους μάγους αυτούς, για να μεταβούν για προσκύνηση αυτού του Μεσσία ταυτόχρονα με τη γέννησή του (ο).
«Πρόσεξε λοιπόν, πως από την αρχή ανοίγεται στα έθνη πόρτα πίστης για να ντροπιαστούν οι Ιουδαίοι. Επειδή δηλαδή, αν και άκουγαν τους προφήτες να προαναγγέλλουν την παρουσία του Χριστού, δεν πρόσεχαν πολύ, τα οικονόμησε έτσι ώστε να έλθουν βάρβαροι… και από χώρα μακρινή και να τους διδάξουν» (Ζ).
(6)   Ήλθαν, αφού είχε πάρει το όνομα Ιησούς και συνεπώς μετά την περιτομή του (b). Το παραγίνομαι συναντιέται και στα Ματθ. γ 1,13 και μία φορά στο Μάρκ. ιδ 43 (a).
(7)   Ήταν φυσικό να υποθέσουν, ότι η πρωτεύουσα θα ήταν ο τόπος, όπου θα διακρίβωναν την αλήθεια και νόμιζαν αναμφίβολα ότι ο βασιλιάς γεννήθηκε εκεί (b).

Ματθ.2,2 λέγοντες· ποῦ(1) ἐστιν ὁ τεχθεὶς(2) βασιλεὺς(3) τῶν Ἰουδαίων(4); εἴδομεν γὰρ αὐτοῦ(5) τὸν ἀστέρα(6) ἐν τῇ ἀνατολῇ(7) καὶ ἤλθομεν προσκυνῆσαι(8) αὐτῷ.
Ματθ.2,2 και ρωτούσαν: «Πού είναι ο νεογέννητος βασιλιάς των Ιουδαίων; Είδαμε ν’ ανατέλλει το άστρο του και ήρθαμε να τον προσκυνήσουμε».
(1)   Είναι τόσο βέβαιοι για το γεγονός και το χρόνο, ώστε ρωτάνε μόνο το πού (b).
(2)   Βεβαιώνουν, ότι η γέννησή του έλαβε ήδη χώρα και ότι με αυτήν είναι συνδυασμένα τα βασιλικά δικαιώματά του (b).
(3)   Για έναν και μόνο λέχθηκε, ότι από τη στιγμή που γεννήθηκε είναι βασιλιάς (b). Δεν έχουν αμφιβολία για το ότι ο βασιλιάς γεννήθηκε. Η συνέχεια όμως του λόγου τους και η επίσημη ερμηνεία του συνεδρίου (σ. 5 και εξής) δείχνουν, ότι δεν περίμεναν να δουν έναν συνηθισμένο μονάρχη, αλλά τον ιδεώδη βασιλιά, αυτόν που από πολύ παλιά αναμενόταν ως σωτήρας (F).
(4)   Λένε όχι ο βασιλιάς μας, αλλά των Ιουδαίων, δείχνοντας έτσι, ότι αυτοί δεν ήταν Ιουδαίοι (b).
(5)   Δηλαδή τον αστέρα μαζί με τον οποίο οι αστρονομικοί υπολογισμοί τους οδήγησαν αυτούς να συνδυάσουν τη γέννηση του αναμενόμενου μονάρχη (a). Το αστέρι που φανερώνει και ειδικά αναγγέλλει αυτόν (F).
(6)   Διάφορες απόπειρες έγιναν, για να ταυτιστεί ο αστέρας της αφήγησης με κάποιο εξαιρετικό ουράνιο φαινόμενο και να καθοριστεί η σύμπτωσή του με αστρονομικό υπολογισμό. Η πιο περίφημη από αυτές είναι αυτή του Κέπλερ (1605), ο οποίος νόμισε, ότι επρόκειτο για πάρα πολύ κοντινή σύνοδο των πλανητών Δία και Κρόνου και τους αστερισμού των Ιχθύων –μιας συνόδου σπανιότατης, που σημειώνεται ανά 800 έτη. Αλλά το αστέρι του χωρίου μας αναφέρεται αναμφίβολα σε ένα ιδιαίτερο αστέρι, το οποίο δεν σημείωσε κάποια καταπληκτική εμφάνιση στη φύση. Πράγματι, η άγνοια, την οποία εκδηλώνουν ο Ηρώδης και οι Ιεροσολυμίτες ως προς τη φύση του αστεριού μάλλον υποδηλώνει, ότι η εμφάνισή του δεν προκάλεσε την προσοχή κάποιου άλλου παρά μόνο των αστρολόγων (S).
Ως προς τη φύση του αστεριού διατυπώθηκαν διάφορες γνώμες. Ο Χ. Ζ. και ο Διόδωρος ο Ταρσού θεώρησαν ότι «δεν ήταν ένα από τα πολλά αυτό το αστέρι, ή μάλλον δεν ήταν καν αστέρι, αλλά μία αόρατη δύναμη που μετασχηματίστηκε σε αυτήν τη μορφή» (Χ). Ο Ω. «το αστέρι που φάνηκε στην ανατολή, νομίζουμε ότι είναι καινούργιο και δεν είναι παραπλήσιο με κανένα από τα συνηθισμένα, ούτε με αυτά που είναι στην απλανή περιοχή (που δεν μετακινούνται), ούτε με όσα είναι στις κατώτερες σφαίρες, αλλά έγινε στο είδος τέτοιο, όπως κατά καιρούς γίνονται οι κομήτες ή δοκίδες (=είδος μετεώρου με σχήμα δοκού) ή πωγωνίες (=κομήτης με πώγωνα (γένι)».
Πιο σωστή η εκδοχή που συνδυάζει και τις δύο γνώμες, σύμφωνα με την οποία το αστέρι για το οποίο γίνεται λόγος, ήταν στην αρχή αληθινό αστέρι, όταν δηλαδή φάνηκε ταυτόχρονα με τη γέννηση του Σωτήρα. Όταν όμως βγήκαν από τα Ιεροσόλυμα είδαν πάλι το αστέρι το οποίο είχαν δει στην πατρίδα τους, αλλά όχι πλέον το αληθινό εκείνο, αλλά υπερφυσικό αντίτυπο αυτού, το οποίο τους οδηγούσε στη Βηθλεέμ και τέλος αφού ήλθε στάθηκε επάνω από όπου ήταν το παιδί (δ).
Και ότι το αστέρι που φάνηκε στους μάγους κατά την πορεία τους από Ιεροσόλυμα στη Βηθλεέμ ήταν υπερφυσικό, φαίνεται πρώτον μεν «από την λαμπρότητα. Διότι κανένα αστέρι δεν φαίνεται την ημέρα, λόγω της υπερβολικής ηλιακής λαμπρότητας, αυτό μόνο φαινόταν την ημέρα και δεν μπορούσε ο ήλιος να το κρύψει»· και επίσης και «από το ότι βάδιζε το αστέρι πολύ κοντά στη γη. Διότι δεν θα έδειχνε το σπήλαιο, αν βρισκόταν ψηλά παραπλήσια με τα άλλα αστέρια. Αυτό όμως αφού ήλθε σταμάτησε πάνω από όπου ήταν το παιδί» (Ζ).
«Ότι ήταν αγγελική δύναμη το αστέρι είναι φανερό… από το ότι κινούνταν μεν, όταν κινούνταν οι μάγοι, ενώ στεκόταν όταν αναπαύονταν» (Θφ)
(7)   Μπορεί να σημαίνει ότι και το προηγούμενο από ανατολών. Δες Αριθ. γ 38,Ιησού Ναυή ιη 7,Ιερεμ. λη 40,Αποκαλ. κα 13. Αλλά είναι απίθανο ότι οι μάγοι θα έλεγαν στην ανατολή αντί να πουν στη χώρα μας και ότι ο ευαγγελιστής θα χρησιμοποιούσε τον πληθυντικό και τον ενικό σε δύο αλλεπάλληλους στίχους με την ίδια έννοια. Είναι δύσκολο να μην υποθέσουμε ότι η λέξη ανατολή εδώ είναι τεχνικός αστρονομικός όρος που σημαίνει την αρχή του ιδιαίτερου φαινομένου, το οποίο εκφράζει εδώ η λέξη αστέρι (a).
Το ανατολή λοιπόν σημαίνει κατά τη στιγμή της ανατολής του. Και πράγματι οι αστρολόγοι απέδιδαν μεγάλη σημασία στο σημείο αυτό. Τα άστρα είχαν το μέγιστο της επίδρασής τους κατά την ανατολή τους. Οι Μάγοι λοιπόν θα είχαν βγάλει συμπεράσματα από τη σύμπτωση της ανατολής του άστρου με τη γέννηση του παιδιού (L).
(8)   Λέξη αγαπητή στο Ματθαίο που συναντιέται 13 φορές σε αυτόν, 2 στον Μάρκο και 3 στο Λουκά (a). Οι μάγοι αναγνώριζαν τον Ιησού ως Κύριό τους και σωτήρα τους (b). Διότι «αν δεν ανέμεναν να γίνει δικός τους βασιλιάς, αλλά ενός παράξενου λαού, που κατοικούσε σε μεγάλη απόσταση από την πατρίδα τους, ούτε το έβλεπαν να έχει γίνει ήδη άνδρας, για ποιο λόγο κάνουν τόσο μακρινό ταξίδι και προσφέρουν δώρα, και αυτά ενώ επρόκειτο να τα κάνουν με κινδύνους;» (Χ)

Ματθ.2,3 Ἀκούσας δὲ Ἡρῴδης ὁ βασιλεὺς(1) ἐταράχθη καὶ πᾶσα Ἱεροσόλυμα(2) μετ᾿ αὐτοῦ(3),
Ματθ.2,3 Όταν έμαθε το νέο ο Ηρώδης, ταράχτηκε, και μαζί του όλοι οι κάτοικοι των Ιεροσολύμων.
(1)   Ο ευαγγελιστής σκόπιμα μιλά για τον Ηρώδη ως βασιλιά, για να εξηγήσει γιατί ταράχτηκε. Ο θρόνος του ήταν σε κίνδυνο (p). «Ταράχτηκε επειδή φοβήθηκε για την βασιλεία μιας και ήταν από άλλη φυλή (όχι τη βασιλική του Ιούδα)» (Θφ).
Άλλωστε οι Φαρισαίοι, λίγο πιο πριν είχαν προείπει, όπως μαθαίνουμε από τον Ιώσηπο (Αρχ. XVII 3), ότι πλησίαζε η άρση της βασιλείας από τον οίκο του Ηρώδη (b). Ταράχτηκε αν και αυτός ήταν εβδομήντα ετών και συνεπώς δεν είχε λόγο προσωπικό, να φοβηθεί ένα νήπιο, το οποίο μετά από έτη πολλά θα ενηλικιωνόταν (ο).
(2)   Ή βάζει θηκυκό γένος κατά τρόπο ασυνήθιστο όπως και στο Τωβίτ ιδ 4. Ή, πιο σωστά «όλη η πόλη, που ονομάζεται Ιεροσόλυμα» (Ζ).
(3)   Ταράχτηκε η πόλη, «αν και έπρεπε αυτή να χαίρεται μάλλον, διότι γεννήθηκε σε αυτούς βασιλιάς, τον οποίο οι προφήτες προκατήγγειλαν σωτήρα και λυτρωτή του Ισραήλ» (Ζ). Ο λαός, ο οποίος επί μακρόν είχε συνηθίσει το βασιλιά, ακολουθούσε τον αρχηγό του (b). Ήταν λοιπόν προς το συμφέρον τους να μην έχουν δυναστεία διαφιλονικούμενη (p).
Ταράχτηκε από την προσδοκία μεγάλων επικειμένων κακών, τα οποία τόσο οι φίλοι, όσο και οι εχθροί του Ηρώδη φοβούνταν και ήταν αυτά οι εμφύλιοι πόλεμοι που επρόκειτο να προέλθουν από την εξαγρίωση του Ηρώδη και η διέγερση της θηριώδους εκδίκησής του (δ).

Ματθ.2,4 καὶ συναγαγὼν πάντας(1) τοὺς ἀρχιερεῖς(2) καὶ γραμματεῖς(3) τοῦ λαοῦ(4) ἐπυνθάνετο(5) παρ᾿ αὐτῶν ποῦ(6) ὁ Χριστὸς(7) γεννᾶται(8).
Ματθ.2,4 Φώναξε λοιπόν όλους τους αρχιερείς και τους γραμματείς του λαού, και ζήτησε να τον πληροφορήσουν πού θα γεννηθεί ο Μεσσίας.
(1)   Όλους όσοι ήταν στα Ιεροσόλυμα τότε (b). Επειδή ήταν Ιδουμαίος από τη γέννησή του ο Ηρώδης και ελάχιστα παρακολουθούσε τις θρησκευτικές ιδέες των υπηκόων του, συγκαλεί τους ειδικούς (F).
(2)   Πολλές φορές στον πληθυντικό συναντιέται στα ευαγγέλια, στις Πράξεις και στα συγγράμματα του Ιώσηπου και περιλαμβάνονται έτσι εκτός από εκείνον, ο οποίος κατείχε το αρχιερατικό αξίωμα, που ήταν εν ενεργεία αρχιερέας, και εκείνοι, οι οποίοι προηγουμένως το ίδιο αξίωμα είχαν διαχειριστεί, αλλά σταμάτησαν να το έχουν και οι οποίοι είχαν μεγάλη επιρροή στην κοινωνία, καθώς και εκείνοι από τις οικογένειες των οποίων λαμβάνονταν οι αρχιερείς (g).
Το ισόβιο και κληρονομικό των αρχιερέων καταργήθηκε επί Ηρώδου και των Ρωμαίων και ο αρχιερέας αυθαίρετα επιβαλλόταν και αντικαθίστατο με άλλον, έτσι ώστε συνυπήρχαν και άλλοι πρώην αρχιερείς, που φύλαγαν το όνομα, την εσθήτα και τις τιμές του αρχιερέα (δ).
(3)   Ιδιώτες ή διδάσκαλοι ειδικοί στις Γραφές (b). «Γραμματείς ήταν οι διδάσκαλοι του λαού» (Θφ). Ο Λουκάς συνήθως ονομάζει αυτούς νομικούς. Ήταν επιφορτισμένοι να ερμηνεύουν τη μωσαϊκή νομοθεσία και εκπλήρωναν συγχρόνως έργα θεολόγων και νομομαθών. Δες Ιησήπου Αρχαιολ. XVII 6,2, XVIII 3,5. Το συνέδριο αποτελούνταν από τους αρχιερείς και γραμματείς, στους οποίους προστίθενταν οι πρεσβύτεροι του λαού (F).
(4)   Αρχίζει εδώ η καταδικαστική στάση του ευαγγελιστή απέναντι στους επίσημους διδασκάλους του ιουδαϊκού έθνους. Μήνυμα ήλθε κάτω από εξόχως εξαιρετικές και αξιόλογες συνθήκες ότι ο βασιλιάς των Ιουδαίων γεννήθηκε και οι εθνικοί αυτοί αρχηγοί δεν έλαβαν τον κόπο να πληροφορηθούν εάν αυτό ήταν ή δεν ήταν αληθές. Ειδωλολάτρες, οι οποίοι δεν είχαν τίποτα να καθοδηγήσει αυτούς παρά μόνο ημιμάθεια επιστήμης αναμεμιγμένη με δεισιδαιμονία, παρόλ’ αυτά όμως γίνονται τόσο φλογεροί από ενθουσιασμό με τα σημάδια, τα οποία ο Θεός με μέσα τόσο ατελή είχε παράσχει σε αυτούς, ώστε αναλαμβάνουν μακρινό ταξίδι και κάνουν επιμελείς έρευνες για να προσκυνήσουν το νέο βασιλιά, ο οποίος στάλθηκε στον κόσμο.
Αντιθέτως η ιουδαϊκή ιεραρχία, που είχε την Πεντάτευχο και τους προφήτες στα χέρια, καμιά φροντίδα δεν λαμβάνει για να διαπιστώσει την εκπλήρωση των προτυπώσεων και προφητειών (p).
(5)   Το ρήμα πυνθάνομαι μόνο εδώ συναντιέται σε αυτό το ευαγγέλιο (a).
(6)   «Δηλαδή σε ποιο μέρος της γης βρίσκεται στις Γραφές, ότι γεννιέται» (Ζ).
(7)   «Αλλά όμως οι μάγοι δεν είπαν ότι ζητούν το Χριστό. Πώς λοιπόν ο Ηρώδης ρωτά για το Χριστό; Διότι από παλιά άκουγε ότι πρόκειται να γεννηθεί ο Χριστός βασιλιάς του Ισραήλ» (Ζ).
(8)   Ο ενεστώτας συμφωνεί με την γενική προσδοκία της έλευσης του Μεσσία, η οποία επικρατούσε τότε (b). Αναμένει την απάντηση από τις προφητικές γραφές. Ο ενεστώτας άρα εκφράζει το δέον, το πρέπον (δ).

Ματθ.2,5 οἱ δὲ εἶπον αὐτῷ· ἐν Βηθλεὲμ τῆς Ἰουδαίας(1)· οὕτω γὰρ(2) γέγραπται διὰ τοῦ προφήτου·
Ματθ.2,5 Κι αυτοί του είπαν: «Στη Βηθλεέμ της Ιουδαίας, γιατί έτσι γράφει ο προφήτης:
(1)   Αυτή μπορεί να θεωρηθεί ως η ορθόδοξη απάντηση, την οποία θα έδινε κατά φυσικό λόγο μία επίσημη συνέλευση αρχιερέων και γραμματέων. Υπήρχε όμως και άλλη λαϊκή αντίληψη, σύμφωνα με την οποία ο Μεσσίας, όταν θα εμφανιζόταν, θα ερχόταν αιφνιδίως και η καταγωγή του θα ήταν μυστηριώδης. Δες Ιω. ζ 27. Για την ορθοδοξότερη όμως εκδοχή, η οποία ήταν και επικρατέστερη δες Ιω. ζ 42 και το Ταργκούμ στο Μιχαίου ε 1 (S).
(2)   Η αιτιολογία αυτή προβλήθηκε από το συνέδριο. Αλλά ο Ματθαίος επέθηκε σε αυτήν την επιδοκιμασία του (b).

Ματθ.2,6 Καὶ(1) σὺ Βηθλεέμ, γῆ Ἰούδα(2), οὐδαμῶς ἐλαχίστη εἶ ἐν τοῖς ἡγεμόσιν Ἰούδα(3)· ἐκ σοῦ γὰρ(4) ἐξελεύσεται(5) ἡγούμενος, ὅστις ποιμανεῖ(6) τὸν λαόν μου τὸν Ἰσραήλ(7).
Ματθ.2,6 Κι εσύ Βηθλεέμ, στην περιοχή του Ιούδα, δεν είσαι διόλου ασήμαντη ανάμεσα στις σπουδαιότερες πόλεις του Ιούδα, γιατί από σένα θα βγει αρχηγός, που θα οδηγήσει το λαό μου, τον Ισραήλ».
(1)   Το χωρίο έχει ληφθεί από το Μιχαίου ε 1και μεταφράζεται από τους Ο΄ ως εξής: Καὶ σύ, Βηθλεέμ, οἶκος τοῦ Ἐφραθά, ὀλιγοστὸς εἶ τοῦ εἶναι ἐν χιλιάσιν Ἰούδα· ἐκ σοῦ μοι ἐξελεύσεται τοῦ εἶναι εἰς ἄρχοντα ἐν τῷ Ἰσραήλ. (=Και συ Βηθλεέμ, η άλλως λεγομένη και οίκος εφραθά, μικρά είσαι μεταξύ των πόλεων του Ιούδα. Δεν έχεις ούτε χιλίους κατοίκους. Αλλά από σε θα προέλθη εις δόξαν ιδικήν μου ένας ανήρ ο οποίος θα γίνη άρχων του ισραηλιτικού λαού). Ο ευαγγελιστής απέδωσε γενικώς την έννοια της προφητείας μεταβάλλοντας το λεκτικό της ώστε να είναι πιο κατανοητή.
(2)   Οι Ο΄ γράφουν στο Ιησού Ναυή ιε 59 «Θεκώ και Εφραθά. Αυτή είναι η Βηθλεέμ». Από αυτό φαίνεται ότι όταν η γη Χαναάν διαιρέθηκε μεταξύ των φυλών του Ισραήλ, η Βηθλεέμ δεν υπολογιζόταν μεταξύ των πόλεων. Δες και Ιω. ζ 42, όπου η Βηθλεέμ ονομάζεται κώμη (χωριό) (b). Ο ευαγγελιστής αντικαθιστά εδώ τη φράση «οίκος του Εφραθά», ελάχιστα κατανοητή για τους αναγνώστες, με το «γη Ιούδα».
(3)   «Δηλαδή ως προς του φυλάρχους (Ιούδα). Λέγοντας όμως αυτό συμπεριέλαβε και την Ιερουσαλήμ» (Χ). Για κατανόηση αυτού του στίχου ( σύμφωνα με τους Ο΄) πρέπει να σημειωθεί ότι κάθε φυλή στο Ισραήλ διαιρούνταν σε χιλιάδες ή συγγένειες. Και για αυτό ο προφήτης (κατά τους Ο΄) λέει εδώ για τη Βηθλεέμ, ότι είναι μικρή, ώστε να είναι ανάμεσα στις συγγένειες Ιούδα, σαν μία από αυτές και αυτή (δ).
Δες στο Κριτών στ 15 τη φράση η χιλιάς μου δηλαδή η οικογένειά μου. Για αυτό και ο Ματθαίος αφού έβαλε το ελαχίστη μνημονεύει αντί των χιλιάδων τους ηγεμόνες των χιλιάδων, πάνω από τους οποίους θέτει έναν ηγούμενο, το Χριστό (b). «Αν και φαινομενικά είσαι ασήμαντη, αλλά αν το εξετάσει κάποιος βαθύτερα δεν είσαι κάποια ελάχιστη ανάμεσα σε όλες τις ηγεμονίες της φυλής του Ιούδα. Διότι κάθε φυλή είχε διαφορετικές ηγεμονίες στις πόλεις τους» (Ζ).
(4)   «Προσθέτει και την αιτία της δόξας λέγοντας ότι από σένα θα βγει. Κανείς όμως άλλος δεν έκανε λαμπρό και ένδοξο το μέρος εκείνο παρά μόνος αυτός. Μετά λοιπόν από τη γέννα εκείνη, από τα πέρατα της οικουμένης έρχονται για να δουν τη φάτνη και τον τόπο της καλύβας. Διότι το χωριό έγινε ξακουστό όχι μόνο στην Παλαιστίνη αλλά και σε όλη την οικουμένη» (Χ).
(5)   «Δηλαδή θα βλαστήσει» (Ζ). «Δεν είπε ότι θα μείνει στη Βηθλεέμ, αλλά ότι θα προέλθει. Επομένως και αυτό αποτελούσε προφητεία, ότι μόνο θα γεννηθεί εκεί» (Χ). «Διότι δεν έμεινε ο Χριστός στη Βηθλεέμ, αλλά βγήκε από αυτήν μετά τη γέννηση και τον περισσότερο χρόνο έμενε στη Ναζαρέτ» (Θφ). Το ἐκ σοῦ ἐξελεύσεται σημαίνει σε σένα θα πάρει την αρχή, την ύπαρξή του. Και για αυτό σωστά κατάλαβαν οι Ιουδαίοι ότι αυτό δηλώνει την γέννηση στη Βηθλεέμ (δ).
(6)   «Θα ποιμάνει είπε, όχι θα τυραννήσει ή θα καταφάει» (Θφ).
(7)   Η όλη φράση παρουσιάζεται να προσαρμόστηκε στο Β΄ Βασ. ε 2 σύμφωνα με τους Ο΄: «ο οποίος θα ποιμάνει το λαό μου τον Ισραήλ». «Λέγοντας εδώ τον Ισραήλ, υπαινίχθηκε όσους από τους Ιουδαίους πίστεψαν σε αυτόν. Και αυτό ερμηνεύοντας ο Παύλος έλεγε. «Δεν είναι αυτοί Ισραήλ, όσοι δηλαδή προέρχονται από το Ισραήλ, αλλά όσοι γεννήθηκαν μέσω της πίστης και της υπόσχεσης» (Ρωμ. θ 7).
Αν λοιπόν δεν τους ποίμανε όλους, η αιτία και η κατηγορία είναι δική τους. Διότι έπρεπε αυτοί να προσκυνήσουν μαζί με τους μάγους και να δοξάσουν το Θεό… αυτοί όμως κάνουν το αντίθετο και ταράττονται και προκαλούν ανησυχία και πλέκουν άπειρες σκευωρίες έπειτα από αυτά» (Χ)

Ματθ.2,7 Τότε(1) Ἡρῴδης λάθρα(2) καλέσας τοὺς μάγους ἠκρίβωσε(3) παρ᾿ αὐτῶν τὸν χρόνον τοῦ φαινομένου(4) ἀστέρος(5),
Ματθ.2,7 Ο Ηρώδης τότε κάλεσε κρυφά τους μάγους κι έμαθε απ’ αυτούς από πότε ακριβώς φάνηκε το άστρο.
(1)   Αγαπημένη λέξη του Ματθαίου. Συναντιέται σε αυτόν 90 φορές, 6 στο Μάρκο και 15 στο Λουκά (a).
(2)   Αυτό αποδεικνύει δόλια σχέδια εκ μέρους του Ηρώδη (b). «Γιατί τους κάλεσε κρυφά; Διότι υποπτευόταν τους Ιουδαίους… και δεν ήθελε να ακούσουν αυτοί, αυτά που επρόκειτο να ρωτήσει και να παραγγείλει, μη τυχόν αφού καταλάβουν ότι θέλει να του κάνει κακό, τον σώσουν σαν δικό τους βασιλιά» (Ζ). Να που ο Ηρώδης σε όλη την αφήγηση αυτή παρουσιάζεται όπως γνωρίζουμε αυτόν και από τον Ιώσηπο και από τους υπόλοιπους κλασσικούς συγγραφείς (F).
(3)   «Αντί να πει: έμαθε με ακρίβεια» (Ζ). «Διότι νομίζω ότι το αστέρι είχε φανεί πριν από πολύ χρόνο. Επειδή επρόκειτο να ξοδέψουν πολύ χρόνο στην οδοιπορία οι μάγοι» (Χ).
(4)   Δηλαδή την περίοδο από τη στιγμή που το αστέρι φάνηκε σε αυτούς για πρώτη φορά ανατέλλοντας (a). Η μετοχή είναι χρόνου παρατατικού = κατά τον οποίο (χρόνο) φαινόταν. «Εξακρίβωσε το χρόνο του αστεριού, όταν φάνηκε σε αυτούς, ώστε από εκεί να αριθμήσει το χρόνο της γέννησης του Χριστού. Διότι ανέμενε, ότι, όταν αυτό φάνηκε, τότε οπωσδήποτε γεννήθηκε και ο Χριστός» (Ζ).
(5)   «Πρόσεξε όμως την ανοησία (του Ηρώδη). Αν μεν πίστευε την προφητεία και την θεωρούσε αμετακίνητη, είναι ολοφάνερο ότι επιχειρούσε αδύνατα πράγματα. Αν πάλι δεν πίστευε και δεν περίμενε ότι θα πραγματοποιηθούν τα λεγόμενα, δεν έπρεπε να τρέμει και να φοβάται ούτε για αυτό να σχεδιάζει κακά. Επομένως είτε έτσι είτε αλλιώς ο δόλος ήταν περιττός» (Χ)

Ματθ.2,8 καὶ πέμψας(1) αὐτοὺς εἰς Βηθλεὲμ εἶπε· πορευθέντες ἀκριβῶς ἐξετάσατε περὶ τοῦ παιδίου(2), ἐπὰν δὲ εὕρητε, ἀπαγγείλατέ μοι(3), ὅπως κἀγὼ ἐλθὼν προσκυνήσω αὐτῷ(4).
Ματθ.2,8 Έπειτα τους έστειλε στη Βηθλεέμ λέγοντάς τους: «Πηγαίνετε και ψάξτε καλά για το παιδί· μόλις το βρείτε, να με ειδοποιήσετε, για να έρθω κι εγώ να το προσκυνήσω».
(1)   Πέμψας = αφού τους οδήγησε ότι στη Βηθλεέμ θα βρουν το ζητούμενο, όχι όμως ότι διέταξε σε αυτούς αυτό (δ).
(2)   «Δεν είπε, αφού πάτε μάθετε για τον βασιλιά, αλλά για το παιδί. Διότι δεν ανεχόταν ούτε το όνομα της εξουσίας του να κατονομάσει» (Χ).
(3)   Ο Ηρώδης δεν δεχόταν ως απολύτως αληθή την αντίληψη των μάγων, αν και θεωρούσε αυτήν ως δυνατή. Για αυτό δεν πρέπει να απορεί κάποιος, γιατί δεν έσπευσε να μεταβεί μαζί με τους μάγους, για να προσκυνήσει το παιδί (b).
(4)   Το αποκορύφωμα της υποκρισίας, για να επιτύχει ασφαλέστερα τα δόλια και φονικά σχέδιά του (F).

Ματθ.2,9 οἱ δὲ ἀκούσαντες τοῦ βασιλέως ἐπορεύθησαν(1)· καὶ ἰδοὺ ὁ ἀστὴρ(2) ὃν εἶδον ἐν τῇ ἀνατολῇ προῆγεν αὐτούς(3), ἕως ἐλθὼν ἔστη(4) ἐπάνω οὗ ἦν(5) τὸ παιδίον·
Ματθ.2,9 Οι μάγοι άκουσαν το βασιλιά κι έφυγαν. Μόλις ξεκίνησαν, ξαναφάνηκε το άστρο που είχαν δει ν’ ανατέλλει με τη γέννηση του παιδιού, και προχωρούσε μπροστά τους· τελικά ήρθε και στάθηκε πάνω από τον τόπο όπου βρισκόταν το παιδί.
(1)   «Οι μάγοι [από τις επιβουλές του Ηρώδη] αυτές, τίποτα δεν αντιλήφθηκαν λόγω της πολλής τους ευλάβειας και φεύγουν χωρίς καμιά υποψία για αυτά, αλλά από τον εαυτό τους έκριναν και τη συμπεριφορά των άλλων» (Χ). Οι μάγοι πέτυχαν την απάντηση που επιθυμούσαν (b) και τίποτα κακό δεν υποπτεύθηκαν για τις διαθέσεις του Ηρώδη.
(2)   Καθ’ όλη τη διάρκεια του ταξιδιού τους δεν είχαν δει το αστέρι (b). Ή τουλάχιστον είχε εξαφανιστεί το αστέρι πριν ακόμη αυτοί φθάσουν στην Ιερουσαλήμ (F). «Διότι για αυτό και κρύφτηκε, ώστε αφού χάσουν τον οδηγό τους να βρεθούν στην ανάγκη να ρωτήσουν τους Ιουδαίους και να γίνει έτσι το πράγμα ολοφάνερο σε όλους» (Χ)
(3)   Προπορευόταν μπροστά από αυτούς (δ). «Και όχι απλώς προχωρούσε, αλλά πήγαινε μπροστά από αυτούς και τους έσυρε από το χέρι και τους καθοδηγούσε μέρα μεσημέρι… Και τι χρειαζόταν το αστέρι τούτο, θα ρωτήσει κάποιος, αφού είχε γίνει γνωστό το μέρος; Για να γίνει ορατό και το παιδί. Διότι δεν υπήρχε κανένα σημείο που να το δείχνει, επειδή ούτε το σπίτι ήταν μεγαλοπρεπές ούτε η μητέρα λαμπρή και επίσημη, χρειαζόταν λοιπόν το αστέρι που θα τους σταματούσε στον ορισμένο τόπο. Για αυτό και εμφανίζεται σε αυτούς όταν βγήκαν από τα Ιεροσόλυμα και δεν σταμάτησε προηγουμένως, ώσπου έφθασε στη φάτνη» (Χ).
(4)   Συμπεραίνουμε από εδώ ότι το αστέρι βρισκόταν κάτω από την καθοδήγηση λογικής αιτίας (b). «Όταν έφτασε πάνω από το παιδί, το άστρο σταμάτησε πάλι, γεγονός το οποίο ακριβώς φανέρωνε μία μεγαλύτερη δύναμη από ένα απλό αστέρι, το να κρύβεται μεν τώρα, έπειτα να φαίνεται και μετά την εμφάνιση να σταματά» (Χ).
(5)   Επάνω όπου ήταν, δηλαδή πάνω από το σπίτι (δ). «Αφού ήλθε στάθηκε επάνω στο κεφάλι του και έδειχνε ότι το παιδί που γεννήθηκε ήταν θείο» (Χ). «Κατέβηκε το αστέρι από το ύψος και αφού πλησίασε πολύ τη γη έδειξε σε αυτούς τον τόπο» (Θφ).

Ματθ.2,10 ἰδόντες δὲ τὸν ἀστέρα ἐχάρησαν(1) χαρὰν μεγάλην σφόδρα(2),
Ματθ.2,10 Χάρηκαν πάρα πολύ που είδαν ξανά το αστέρι.
(1)   «Χάρηκαν επειδή βρήκαν τον αψευδέστατο οδηγό. Διότι πληροφορήθηκαν λοιπόν ότι και αυτό που ζητούσαν θα το βρουν» (Ζ).
(2)   Συναντιέται η λέξη 7 φορές στο Ματθαίο και ανά μία φορά στο Μάρκο και το Λουκά (a).

Ματθ.2,11 καὶ ἐλθόντες εἰς τὴν(1) οἰκίαν(2) εἶδον τὸ παιδίον μετὰ Μαρίας τῆς μητρὸς αὐτοῦ(3), καὶ πεσόντες προσεκύνησαν(4) αὐτῷ, καὶ ἀνοίξαντες τοὺς θησαυροὺς(5) αὐτῶν προσήνεγκαν(6) αὐτῷ δῶρα(7), χρυσὸν καὶ λίβανον καὶ σμύρναν(8)·
Ματθ.2,11 Όταν μπήκαν στο σπίτι, είδαν το παιδί με τη Μαρία, τη μητέρα του, κι έπεσαν στη γη και το προσκύνησαν. Ύστερα άνοιξαν τους θησαυρούς τους και του πρόσφεραν δώρα: χρυσάφι, λιβάνι και σμύρνα.
(1)   Το άρθρο μπήκε για να δηλώσει την οικία στην οποία τότε κατά συγκυρία έμεναν και την οποία έκανε γνωστή το αστέρι που στάθηκε πάνω της (δ).
(2)   Παράδοση παλαιότατη (Ιουστίνου προς Τρύφωνα LXXVIII 5, Πρωτευαγγέλιο Ιακώβου XVIII) μιλά για σπήλαιο, στο οποίο γεννήθηκε ο Χριστός, και ο Ωριγένης στηριζόταν πάνω στην παράδοση αυτή για να αποδείξει την γέννηση στη Βηθλεέμ (Κατά Κέλσου Ι, 51). Το σπήλαιο αυτό άλλωστε με την φάτνη του Λουκά εναρμονίζεται πλήρως (β 6 και εξής). Μπορεί κάποιος να υποθέσει ότι μετά τη γέννηση του Ιησού, ο Ιωσήφ κατόρθωσε να βρει στέγη ανετότερη ή ότι ο Ματθαίος χρησιμοποιεί εδώ όρο γενικό ( L).
«Αφού ευλογήθηκε αυτός (ο Ιησούς) από τον Συμεών, κατέβηκαν πάλι στη Βηθλεέμ και το βρέφος το είχε στην αγκαλιά της η μητέρα του, και έμειναν προσωρινά σε σπίτι που τους φιλοξενούσε για πολλές ημέρες και αφού ήλθαν οι μάγοι στο σπίτι από τη γη της ανατολής εκεί έφεραν σε αυτό τα δώρα και έγιναν θεατές του αιωνίου βασιλιά» (Ω).
(3)   Φαίνεται ότι τη στιγμή που ήλθαν οι μάγοι βρήκαν το παιδί με μόνη τη μητέρα του (δ).
(4)   Η προσκύνηση εκφράζεται ζωηρά με δύο ρήματα «πεσόντες προσεκύνησαν» (L). «Τι ήταν αυτό που τους έπεισε να προσκυνήσουν; Διότι ούτε η Παρθένος ήταν επίσημη, ούτε η οικία ένδοξη, ούτε κάτι άλλο από όσα έβλεπαν ήταν ικανό να προκαλέσει την έκπληξη και να προσελκύσει… Τι λοιπόν τους έπεισε; Ήταν και το άστρο και ο φωτισμός τον οποίο ο Θεός έστειλε στη διάνοιά τους που τους οδηγούσε σιγά σιγά προς την τελειότερη γνώση» (Χ).
(5)   Θησαυρός λέγεται κάθετί πολύτιμο που φυλάσσεται, όπως και αυτό στο οποίο φυλάσσεται, οι θήκες των θησαυρών (δ). Εδώ είναι το σακούλι ή άλλο σκεύος, στο οποίο αποτίθενται πράγματα πολύτιμα (g).
(6)   Σύμφωνα με τη συνήθεια που είχαν στην ανατολή του να μην έρχονται με άδεια χέρια σε βασιλιά. Δες Γεν. μγ 10, Α Βασ. ι 27, Γ΄ Βασ. ι 2 (δ). Εφεραν σαν σε βασιλιά, χωρίς να σκανδαλιστούν από την τωρινή φτώχεια του (b). «Κανένα από τα αισθητά δεν ήταν μεγάλο εκεί, αλλά φάτνη και καλύβα και μητέρα φτωχή για να δεις καθαρή την φιλόσοφη διάθεση των μάγων» (Χ).
(7)   «Πρόσφεραν δώρα απαλλαγμένα μεν από την ιουδαϊκή προσήλωση στα υλικά, (για αυτό δεν θυσίασαν πρόβατα και μοσχάρια), αλλά δώρα που ήταν κοντά στην εκκλησιαστική φιλοσοφία» (Χ)
(8)   Όλα τα δώρα αυτά είναι προϊόντα της Αραβίας όχι όμως και αποκλειστικά σε αυτήν παραγόμενα. Για τη χρήση τέτοιων πολύτιμων δώρων δες Ησ. ξ 6, Ψαλμ. οα 10,15 και Ασμα γ 6 (S). Λίβανος είναι το δέντρο και το κόμμι (=κολλώδης ουσία) που εκκρίνεται από αυτό, που θυμιάζεται, το λιβάνι δηλαδή. Σμύρνα είναι το φυτικό άρωμα που κατά τρόπο φυσικό ή με κόψιμο απορρέει από το δέντρο το ονομαζόμενο Βαλσαμόδενδρον μύρρα. Χρησιμοποιούσαν το άρωμα αυτό είτε ως θυμίαμα (Εξόδου λ 23, Ασμα γ 6), είτε ως άρωμα στα ρούχα (Ψαλμ. μδ 9) είτε για άλειψη με μύρα νεκρών (Ιω. ιθ 39), είτε για να αλείφονται με αυτό (Ασμα ε 5, Εσθήρ β 12) είτε για ανάμιξη με κρασί ως ναρκωτικό (Μάρκ. ιε 23) (δ).
Είναι διάφορες οι αλληγορίες των δώρων. Ή «προσφέρουν δώρα, και δώρα όχι σαν σε άνθρωπο, αλλά σαν σε Θεό. Διότι το λιβάνι και η σμύρνα ήταν σύμβολο αυτού» (Χ). Ετσι ερμηνεύει και ο Τερτυλλιανός. Ή «είναι σύμβολο ο μεν χρυσός της βασιλείας· διότι χρυσάφι προσφέρουν ως φόρο στο βασιλιά οι υπήκοοι. Το λιβάνι είναι σύμβολο της θεότητας· διότι το λιβάνι θυμιαζόταν στο Θεό. Η σμύρνα είναι σύμβολο της νέκρωσης, διότι με αυτήν οι παλαιοί άλειφαν τους νεκρούς, για να μην σαπίζουν, ούτε να μυρίζουν άσχημα» (Ζ). Έτσι ερμηνεύουν και οι Ειρηναίος, Ωριγένης και Θεοφύλακτος. Ο Δαμαλάς αλλιώς.

Ματθ.2,12 καὶ χρηματισθέντες(1) κατ᾿ ὄναρ μὴ ἀνακάμψαι πρὸς Ἡρῴδην, δι᾿ ἄλλης ὁδοῦ(2) ἀνεχώρησαν(3) εἰς τὴν χώραν αὐτῶν(4).
Ματθ.2,12 Ο Θεός όμως τους πρόσταξε στο όνειρό τους να μην ξαναγυρίσουν στον Ηρώδη· γι’ αυτό έφυγαν για την πατρίδα τους από άλλο δρόμο.
(1)   Το χρηματίζω έχει και την έννοια στους Διόδωρο και Πλούταρχο του δίνω απάντηση με χρησμό σε αυτούς που ζητούν συμβουλή ή ζητούν κάτι. Για αυτό στον Ιώσηπο σημαίνει προκειμένου για το Θεό = από το Θεό διατάσσω, προτρέπω, διδάσκω. Το παθητικό σημαίνει από το Θεό διατάσσομαι, προτρέπομαι, οδηγούμαι όπως εδώ (g).
«Αφού χρηματίστηκαν δηλαδή δέχτηκαν αποκάλυψη από το Θεό» (Θφ). «Χρηματίστηκαν λέει αντί να πει τους δόθηκε παραγγελία. Προτού μεν δουν το παιδί, τους οδηγούσε αστέρι. Αφού όμως το είδαν, μιλά σε αυτούς πλέον άγγελος επειδή αγιάστηκαν» (Ζ)
(2)   «Δες και από εδώ την πίστη τους, πως δεν σκανδαλίστηκαν, αλλά είναι υπάκουοι και ευγνώμονες και δεν ταράσσονται, ούτε συλλογίζονται μέσα τους λέγοντας: Αλλά όμως αν αυτό το παιδί είναι μεγάλο και έχει κάποια δύναμη τι χρειάζεται η φυγή και η μυστική αναχώρηση;» (Χ).
(3)   Συναντιέται 10 φορές στο Ματθαίο, και μία στο Μάρκο και πουθενά στο Λουκά (a).
(4)   «Στέλνει τους μάγους γρήγορα για να τους κάνει διδασκάλους στην περσική χώρα και για να θεραπεύσει ταυτόχρονα την μανία του τυράννου, για να μάθει ότι επιχειρεί ακατόρθωτα πράγματα, αν βεβαίως ήθελε να καταλάβει» (Χ)

Στίχ. 13-18. Η φυγή στην Αίγυπτο και η σφαγή των νηπίων.

Ματθ.2,13 (1)Ἀναχωρησάντων(2) δὲ αὐτῶν ἰδοὺ(2) ἄγγελος Κυρίου φαίνεται(3) κατ᾿ ὄναρ τῷ Ἰωσὴφ λέγων· ἐγερθεὶς(4) παράλαβε τὸ παιδίον καὶ τὴν μητέρα(5) αὐτοῦ καὶ φεῦγε εἰς Αἴγυπτον(6), καὶ ἴσθι ἐκεῖ(7) ἕως ἂν εἴπω σοι(8)· μέλλει γὰρ Ἡρῴδης(9) ζητεῖν τὸ παιδίον τοῦ ἀπολέσαι αὐτό(10).
Ματθ.2,13 Όταν αναχώρησαν οι μάγοι, ένας άγγελος του Θεού παρουσιάστηκε στον Ιωσήφ στο όνειρό του και του είπε: «Σήκω αμέσως, πάρε το παιδί και τη μητέρα του και φύγε στην Αίγυπτο και μείνε εκεί ωσότου σου πω. Γιατί ο Ηρώδης όπου να ’ναι θα ψάξει να βρει το παιδί, για να το σκοτώσει».
(1)   Η φυγή του Ιησού στην Αίγυπτο επιβεβαιώνεται έμμεσα από κάποια παλαιότατη παράδοση και όπως φαίνεται ανεξάρτητη που διασώζεται στο Ταλμούδ (Abodah Zarah 16β,17α), σύμφωνα με την οποία ο Ιησούς έφερε μαγικές δυνάμεις από την Αίγυπτο, με τις οποίες αργότερα τέλεσε πολλά θαύματα. Η παράδοση αυτή που χρονολογείται στα χρόνια του Ελιέζερ Υρκανού (80-120 μ.Χ.) πιθανότατα οφείλει την αρχή της σε διαστροφή προφορικής παράδοσης που ανάγεται στην εξ’ Ιουδαίων χριστιανών εκκλησία της Παλαιστίνης. Μεταγενέστερη μορφή αυτής αναφέρεται στον Ωριγένη (κατά Κέλσου Ι,38. Δες Ιουστίνου Απολογία Ι,30) (S).
Η παράδοση αυτή επιβεβαιώνει δύο πράγματα, ότι δηλαδή ο Ιησούς ήλθε στην Αίγυπτο και ότι μετά από αυτά έκανε θαύματα. Η απλότητα της αφήγησης του Ματθαίου αποτελεί σοβαρή ένδειξη αλήθειας. Θα μπορούσε να αντιταχτεί προς τις επεξεργασμένες λεπτομέρειες των απόκρυφων ευαγγελίων. Δες ψευδο-Ματθαίον XVII-XXV, το αραβικό ευαγγέλιο της παιδικής ηλικίας IX-XXVI, το ευαγγέλιο του Θωμά, λατιν. έκδοση Ι-ΙΙΙ.
(2)   Για τη σύνταξη Ἀναχωρησάντων… ἰδοὺ, δες α 20 (a).
(3)   Η γενική απόλυτος που προηγήθηκε, το ιδού και ο ιστορικός ενεστώτας φαίνεται, δείχνουν ότι η εμφάνιση του αγγέλου επακολούθησε αμέσως μετά την αναχώρηση των μάγων (L).
(4)   Δηλαδή αμέσως και χωρίς κάποια αναβολή.
(5)   «Εδώ δεν λέει πλέον τη γυναίκα σου, αλλά την μητέρα του» (Χ).
(6)   Η Αίγυπτος υπήρξε συχνά τόπος καταφυγής απέναντι στην εξουσία στην Ιερουσαλήμ. Δες Γ΄ Βασ. ια 40 (L). Ήταν η χώρα που γειτόνευε περισσότερο προς νότο με την Ιουδαία. Εκεί και πολλοί από τους Ιουδαίους είχαν καταφύγει αποφεύγοντας την τυραννία του Ηρώδη (F).
«Πρέπει να φύγει και κατά το ανθρώπινο να μετοικήσει. Διότι δεν έπρεπε να θαυματουργήσει από τότε. Διότι αν από την πρώτη ηλικία έδειχνε θαύματα, δεν θα νομιζόταν ότι είναι άνθρωπος. Για αυτό βεβαίως δεν δημιουργείται αμέσως τέλειος ναός (το σώμα του), αλλά προηγείται η κυοφορία του, το διάστημα των εννέα μηνών, οι ωδίνες, ο τοκετός, ο θηλασμός η πολυχρόνιος ησυχία εν αναμονή της ανδρικής ηλικίας, για να γίνει με όλα αυτά εύκολα δεκτό το μυστήριο της οικονομίας. Διότι εάν μερικοί τόλμησαν να πουν ότι ήταν μύθος το ότι πήρε σάρκα παρόλο ότι έγιναν αυτά και πολλά οικονομήθηκαν, όπως αρμόζει σε ανθρώπους, σκεφτείτε σε ποια μεγάλη ασέβεια θα έπεφταν, εάν τα έπραττε όλα όπως αρμόζει στο Θεό και ανάλογα με τη δύναμή του;» (Χ).
(7)   «Να είσαι εκεί, αντί να πει να κατοικήσεις, να μένεις» (Ζ), «να είσαι εκεί» (Θφ).
(8)   Ετσι η πίστη του Ιωσήφ δοκιμάστηκε. Δεν αποκαλύφθηκαν σε αυτόν τα πάντα με τη μία. Υποχρεώθηκε να περιμένει το χρόνο της επιστροφής, ούτε ο άγγελος είπε κάτι σε αυτόν στο μεταξύ.
«Αφού άκουσε αυτά ο Ιωσήφ δεν σκανδαλίστηκε, ούτε είπε «το πράγμα είναι αίνιγμα. Δεν έλεγες προηγουμένως ότι θα σώσει το λαό του; Και τώρα δεν σώζει ούτε τον εαυτό του, αλλά είναι ανάγκη να φύγουμε, να αποδημήσουμε και να ζήσουμε αλλού πολύ καιρό. Τα πράγματα είναι αντίθετα με τις υποσχέσεις». Αλλά τίποτα από αυτά δεν λέει (διότι ήταν πιστός ο άνδρας), ούτε δείχνει περιέργεια για το χρόνο της επιστροφής, μολονότι ο άγγελος μίλησε αόριστα για αυτόν. Εως ότου σού πω… αλλά υπακούει και πείθεται, υπομένοντας με χαρά όλους τους πειρασμούς» (Χ).
(9)   Ο Ιωσήφ θα γνώριζε αρκετά για την κακότητα του Ηρώδη, διότι πρόσφατα αυτός είχε θανατώσει τους ίδιους του τους γιους Αλέξανδρο και Αριστόβουλο, επειδή υποπτεύθηκε αυτούς ότι επιβουλεύονταν το θρόνο του. Το οποίο έκανε τον Αύγουστο να πει, ότι είναι προτιμότερο να είναι κάποιος γουρούνι του Ηρώδη παρά γιος του.
(10)   «Και άλλο διδασκόμαστε από εδώ… Ποιο είναι λοιπόν αυτό; Ότι εξ αρχής πρέπει να περιμένουμε πειρασμούς και επιβουλές. Βλέπεις λοιπόν ότι αυτό γίνεται αμέσως από τα σπάργανα. Διότι αμέσως μόλις γεννήθηκε και μαίνεται ο τύραννος και γίνεται φυγή και εγκατάσταση σε χώρα εξορίας… έτσι ώστε εσύ ακούγοντας αυτά, όταν καταξιωθείς να διακονήσεις σε κάποιο πνευματικό πράγμα και έπειτα δεις να σε βρίσκουν συμφορές αθεράπευτες και να υπομένεις μύριους κινδύνους, να μην ταραχτείς ούτε να πεις… αλλά να τα υπομείνεις όλα γενναία» (Χ).

Ματθ.2,14 Ὁ δὲ ἐγερθεὶς(1) παρέλαβε τὸ παιδίον καὶ τὴν μητέρα αὐτοῦ νυκτὸς(2) καὶ ἀνεχώρησεν εἰς Αἴγυπτον(3),
Ματθ.2,14 Ο Ιωσήφ σηκώθηκε αμέσως, πήρε το παιδί και τη μητέρα του και μέσα στη νύχτα έφυγε στην Αίγυπτο·
(1)   Ο Ιωσήφ σηκώθηκε αμέσως και εκπλήρωσε την ίδια νύχτα του οράματος την παραγγελία του αγγέλου (δ).
(2)   Η ευεργεσία της νύχτας είναι μεγάλη σε καιρό διωγμού (b).
(3)   Δεν γνωρίζουμε σε ποιο μέρος της Αιγύπτου οδήγησε ο Ιωσήφ το παιδί και την μητέρα του. Το αραβικό ευαγγέλιο για την παιδική ηλικία του Ιησού μαρτυρεί, ότι ο Ιωσήφ κατέφυγε στη Ματαρέα κοντά στο Κάιρο (έκδοση Tischendorf κεφ. 24). Αλλά η παράδοση αυτή εμφανίζεται για πρώτη φορά κατά τον ΙΓ΄ αιώνα. Κατά την επίσημη παράδοση της κοπτικής εκκλησίας ο τόπος της διαμονής της αγίας οικογένειας τοποθετείται στο μοναστήρι Koskam στη μέση Αίγυπτο (L). Αναμφίβολα ο Ιωσήφ ακολούθησε την οδό την κατά μήκος της Μεσογείου και χρειάστηκε περίπου δέκα ημερών πορεία για να μεταβεί από Βηθλεέμ στα αιγυπτιακά σύνορα (F).

Ματθ.2,15 καὶ ἦν ἐκεῖ ἕως τῆς τελευτῆς Ἡρῴδου(1), ἵνα πληρωθῇ τὸ ῥηθὲν ὑπὸ τοῦ Κυρίου διὰ τοῦ προφήτου(2) λέγοντος· ἐξ Αἰγύπτου ἐκάλεσα τὸν υἱόν μου(3).
Ματθ.2,15 εκεί έμεινε ώσπου πέθανε ο Ηρώδης. Έτσι εκπληρώθηκε ο λόγος του Κυρίου που είχε πει ο προφήτης: Από την Αίγυπτο κάλεσα το γιο μου.
(1)   «Πικρό τέλος είχε ο Ηρώδης και με πυρετό και δυσεντερία και φαγούρα και πρήξιμο ποδιών και σάπισμα των γεννητικών οργάνων, που γεννούσε σκουλήκια και με δύσπνοια και τρέμουλο και σπασμούς των μελών βγήκε η πονηρή ψυχή του» (Ζ). Ο Ιωσήφ διέμεινε στην Αίγυπτο έως το θάνατο του Ηρώδη, που συνέβη το 750 από κτίσεως Ρώμης, δηλαδή το 4 π.Χ. κατά τη συνηθισμένη χρονολογία. Επομένως λίγους μόνο μήνες έμειναν στην Αίγυπτο (δ). Κατά την παράδοση των απόκρυφων ευαγγελίων η διαμονή στη Αίγυπτο διήρκησε για αρκετό χρόνο, που υπολογίζεται διαφορετικά από ένα μέχρι επτά έτη (S). Προφανώς η παράδοση αυτή δεν στηρίζεται σε σοβαρά στοιχεία.
(2)   Η παράθεση είναι από το Ωσηέ ια 1 κατά το πρωτότυπο εβραϊκό, ενώ οι Ο΄ μεταφράζουν εξ Αιγύπτου εκάλεσα τα τέκνα αυτού. Ο Ακύλας όμως μεταφράζει εξ Αιγύπτου εκάλεσα τον υιόν μου (b).
(3)   Ο στίχος δεν είναι προφητεία, αλλά έκθεση ιστορικού γεγονότος –της κλήσης του Ισραήλ από την Αίγυπτο στη γη Χαναάν, για να γνωστοποιήσουν εκεί την αληθινή θρησκεία. Αλλά η ιστορία του έθνους συχνά θεωρείται ως τυπική προεικόνιση της ζωής του Μεσσία (p). Όσα κατά τον τύπο προηγήθηκαν σε άλλους, κατά την αλήθεια και εκπλήρωση αναφέρονται στο Χριστό (Ιερωνύμου στον L).
«Αν όμως θα αμφέβαλλαν για την προφητεία οι Ιουδαίοι λέγοντας ότι το «από την Αίγυπτο κάλεσα τον υιό μου» ειπώθηκε για αυτούς, θα μπορούσαμε να πούμε σε αυτούς, ότι και αυτός είναι νόμος προφητείας, το ότι δηλαδή πολλές φορές πολλά λέγονται μεν για άλλους, εκπληρώνονται όμως σε άλλους… Το οποίο βεβαίως θα μπορούσε και εδώ να πει κάποιος. Διότι ποιος θα μπορούσε να ονομαστεί γνησιότερος Υιός Θεού;… Και ο λαός [του Ισραήλ] και ο πατριάρχης όταν κατέβηκαν εκεί [στην Αίγυπτο] και ανέβηκαν από εκεί, εκπλήρωναν τον τύπο αυτής της ανόδου. Διότι και εκείνοι κατέβαιναν αποφεύγοντας τον θάνατο από την πείνα και αυτός (ο Ιησούς) τον θάνατο από επιβουλή. Αλλά εκείνοι μεν αφού κατέβηκαν, απαλλάχτηκαν τότε από την πείνα, ενώ αυτός αφού κατέβηκε, αγίασε όλη τη χώρα με την εκεί παρουσία του» (Χ).
Η διαμονή του Χριστού στην Αίγυπτο ήταν το προοίμιο του εκχριστιανισμού της χώρας εκείνης. Κατά τους πρώτους αιώνες του Χριστιανισμού η Αιγυπτιακή εκκλησία διακρίθηκε πολύ (b).

Ματθ.2,16 (1)Τότε(2) Ἡρῴδης ἰδὼν ὅτι ἐνεπαίχθη(3) ὑπὸ τῶν μάγων, ἐθυμώθη λίαν(4), καὶ ἀποστείλας(5) ἀνεῖλε πάντας τοὺς παῖδας(6) τοὺς ἐν Βηθλεὲμ καὶ ἐν πᾶσι τοῖς ὁρίοις(7) αὐτῆς ἀπὸ διετοῦς(8) καὶ κατωτέρω, κατὰ τὸν χρόνον ὃν ἠκρίβωσε παρὰ τῶν μάγων(9).
Ματθ.2,16 Όταν κατάλαβε ο Ηρώδης πως οι μάγοι τον εξαπάτησαν, οργίστηκε πάρα πολύ. Έστειλε τότε στρατιώτες και σκότωσαν στη Βηθλεέμ και στην περιοχή της όλα τα παιδιά από δύο χρονών και κάτω, σύμφωνα με το χρόνο που εξακρίβωσε από τους μάγους.
(1)   Τέτοια σφαγή, σαν αυτή που περιγράφεται στους στίχους 16-19 δεν αναφέρεται από τον Ιώσηπο. Τέτοια όμως ενέργεια εκ μέρους του Ηρώδη είναι εξ’ ολοκλήρου σύμφωνη με ό,τι γνωρίζουμε για το χαρακτήρα του, όταν κυριευόταν αυτός από κάποια υποψία. Περισσότερες από μία φορές παρέδωσε σε σφαγή, χωρίς να λυπηθεί ούτε τα μέλη της οικογένειάς του. Δες Ιωσήπου Αρχαιολογία XV1 11,7, XVII 2,4, VI 4,5. Ο αριθμός των παιδιών τα οποία έπεσαν θύματα της μανίας του κατά την περίπτωση αυτή ήταν μικρός, συγκρινόμενος με τις χιλιάδες των άλλων θυμάτων της θηριωδίας του Ηρώδη και το γεγονός εύκολα μπορούσε να διαφύγει την προσοχή του ιστορικού.
(2)   «Τότε. Πότε; Αφού δηλαδή η οικογένεια του Ιησού έφυγε στην Αίγυπτο» (Ζ).
(3)   Ετσι ο Ηρώδης εξέλαβε την εσπευσμένη αναχώρηση των μάγων: Νόμισε ότι τον ξεγέλασαν (F). «Είναι άξιο της δύναμης του Θεού όχι βεβαίως μόνο το να νικά ολοφάνερα τους εχθρούς μόνο, αλλά και το να τους εξαπατά με ευκολία. Έτσι λοιπόν εξαπάτησε και τους Αιγυπτίους προς χάριν των Ιουδαίων, και ενώ μπορούσε φανερά να μεταφέρει τον πλούτο εκείνων στα χέρια των Εβραίων, διατάζει να γίνει αυτό κρυφά και με απάτη» (Χ). Αυτός που επιχείρησε να εξαπατήσει τους μάγους, αποκρύπτοντας από αυτούς τους αληθινούς σκοπούς του ως προς το παιδί, με κάθε δικαιοσύνη βρέθηκε εξαπατημένος από αυτούς.
(4)   «Δεν έπρεπε βεβαίως να θυμώσει, αλλά να φοβηθεί και να μαζευτεί και να καταλάβει ότι επιχειρεί ακατόρθωτα πράγματα. Αλλά δεν συγκρατείται. Διότι όταν η ψυχή είναι αχάριστη και αθεράπευτη δεν υποχωρεί σε κανένα από τα φάρμακα που δίνει ο Θεός» (Χ). «Διότι και πριν άκουσε από μεν τους μάγους ότι αστέρι μήνυσε αυτόν που γεννήθηκε· από δε τους αρχιερείς και γραμματείς, ότι προφήτες για αυτόν προφήτευσαν. Αυτός όμως περισσότερο παραλογίζεται, για να δειχτεί τελείως η πονηρία και η ανοησία του» (Ζ).
«Τι έγινε που δεν έγινε καλύτερος; Αυτό όμως δεν ήταν έγκλημα εκείνου ο οποίος οικονόμησε όλα αυτά, αλλά αποτέλεσμα της δικής του υπερβολικής μανίας, που δεν υποχωρούσε σε εκείνους οι οποίοι μπορούσαν να τον παρηγορήσουν και να τον ελευθερώσουν από την κακία αλλά προχωρούσε περισσότερο, για να δεχτεί ακόμη βαρύτερη τιμωρία για την ανοησία του αυτή».
(5)   Δηλαδή σφαγείς και μάλιστα αιφνίδια (b).
(6)   Όχι και τα κορίτσια. Δες Εξόδου α 16 (b).
(7)   Δηλαδή στα περίχωρα που ανήκουν στους Βηθλεεμίτες (δ).
(8)   Είναι γένους αρσενικού = του παιδιού που έχει δύο έτη, που είναι δυο ετών· όχι λοιπόν ουδέτερο = από διετές διάστημα χρόνου (δ). «Αν όμως ο Ηρώδης σκοτώνει τα παιδιά από δύο ετών και κάτω, μη θαυμάσεις. Διότι υποπτεύθηκε, ότι δεν έγινε αμέσως ορατός ο αστέρας από τους μάγους, αλλά ίσως προηγήθηκε, και για αυτό, λόγω ασφαλείας, αύξησε και τον καιρό, και επεξέτεινε το φόνο μέχρι τα όρια της Βηθλεέμ, για να στενέψει τον κλοιό από παντού στο θήραμα, και με το πλήθος των σκοτωμένων να σκοτώσει μαζί και το Χριστό» (Ζ).
Εάν το αστέρι κατά την ανατολή του φανέρωνε τη σύλληψη του παιδιού, θα ήταν αρκετό να φονεύσει τα παιδιά που είχαν ηλικία ενός έτους. Αλλά ο Ηρώδης ίσως σκέφτηκε ως καλύτερο να βασιστεί στη δυνατότητα, ότι το φαινόμενο συνέπιπτε με τη γέννηση και σε αυτή την περίπτωση το παιδί θα διήγε το δεύτερο έτος της ηλικίας του (a).
(9)   Ο χρόνος που καθορίστηκε από τους μάγους ήταν ίσως λίγο παραπάνω από το έτος. Για αυτό ο Ηρώδης όρισε δύο έτη ως το όριο της σφαγής (b).
«Πολλοί πολλά φλυαρούν χάριν των παιδιών αυτών, και χαρακτηρίζουν ως αδικία τα γενόμενα… Αλλά αίτιος αυτής της σφαγής δεν έγινε ο Χριστός, αλλά η ωμότητα του βασιλιά… Αλλά αν εκείνος έπραττε άδικα, για ποιο λόγο ο Θεός επέτρεψε;… Οτιδήποτε άδικο και αν πάθουμε από τον οποιοδήποτε, υπολογίζει ο Θεός την αδικία αυτή ή για διαγραφή αμαρτημάτων ή για να μας δώσει μισθό… Με μια τέτοια προϋπόθεση ποια ζημιά λοιπόν έπαθαν τα παιδιά που φονεύτηκαν και μεταφέρθηκαν αμέσως στο ακύμαντο λιμάνι;» (Χ).
«Αφού λοιπόν τα παιδιά αυτά δεν φονεύτηκαν για διαγραφή δικών τους αμαρτημάτων, είναι ολοφάνερο, ότι έπαθαν με αφορμή να πάρουν στεφάνια και δεν αδικήθηκαν» (Ζ).

Ματθ.2,17 τότε ἐπληρώθη τὸ ῥηθὲν ὑπὸ(1) Ἱερεμίου(2) τοῦ προφήτου λέγοντος(3)·
Ματθ.2,17 Έτσι εκπληρώθηκε ο λόγος του Κυρίου, που είχε πει ο προφήτης Ιερεμίας:
(1)   Αυθεντική γραφή δια Ιερεμίου.
(2)   Η παράθεση γίνεται από το Ιερεμίου λα 15 σύμφωνα με το πρωτότυπο και λη 15 σύμφωνα με τους Ο΄. Φαίνεται να είναι παράθεση από μνήμης από το κείμενο των Ο΄: «φωνὴ ἐν Ῥαμᾷ ἠκούσθη» είναι φράση των Ο΄. Το «κλαυθμός και οδυρμός πολύς» εκπροσωπεί την φράση των Ο΄ «θρήνου και κλαυθμού και οδυρμού». Η φράση «Ραχήλ κλαίουσα» αποτελεί παράφραση της φράσης των Ο΄ «Ραχήλ αποκλαιομένη». Τέλος η φράση τὰ τέκνα αὐτῆς έχει εισαχθεί από το Εβραϊκό πρωτότυπο (a).
Στα συμφραζόμενα του χωρίου που παρατίθεται ο προφήτης περιγράφει τη Ραχήλ, την μητέρα του Ιωσήφ και Βενιαμίν να κλαίει από τον τάφο της την εξορία των παιδιών της, όταν περνούσαν αυτά κοντά στον τάφο της οδηγούμενα στην αιχμαλωσία (S) της Βαβυλώνας. Αλλά το κεφάλαιο αυτό του Ιερεμία είναι προφητικό σε μεγάλο βαθμό των χρόνων της Κ.Δ., έτσι λοιπόν το χωρίο αυτό αναφέρεται και στο γεγονός αυτό της ιστορίας της Κ.Δ., έστω και αν ο Ιερεμίας είχε στο νου κατά τον ίδιο χρόνο την Βαβυλώνια αιχμαλωσία (b).
Δεν πρόκειται για απλή προσαρμογή των λόγων του Ιερεμία σε γεγονός τελείως διαφορετικό. Εάν ο Ιερεμίας μπόρεσε να παρουσιάσει απαρηγόρητη τη Ραχήλ για την αναχώρηση των υιών της στην εξορία, η εικόνα αυτή βρίσκει πραγματική και ζωηρότερη ακόμη εφαρμογή προκειμένου να περιγραφεί η λύπη των Ισραηλίτιδων μητέρων, των οποίων τα τέκνα παρέδωσε ο Ηρώδης σε σφαγή (Condamin στο L).
(3)   «Επειδή γέμισε με φρίκη τον ακροατή όταν διηγήθηκε αυτά, την σφαγή την βίαιη, την άδικη, την ωμότατη, την παράνομη, παρηγορεί πάλι αυτόν, λέγοντας ότι δεν έγιναν αυτά επειδή δεν μπορούσε ο Θεός να τα εμποδίσει, ούτε επειδή τα αγνοούσε, αφού από πριν τα γνώριζε και τα είχε προαναγγείλει με το στόμα του προφήτη» (Χ).

Ματθ.2,18 Φωνὴ ἐν Ῥαμᾷ(1) ἠκούσθη, θρῆνος(2) καὶ κλαυθμὸς καὶ ὀδυρμὸς πολύς· Ῥαχὴλ(1) κλαίουσα τὰ τέκνα αὐτῆς, καὶ οὐκ ἤθελε παρακληθῆναι(3), ὅτι οὐκ εἰσίν(4).
Ματθ.2,18 Ακούστηκε στη Ραμά κραυγή, θρήνος, κλάματα και στεναγμός βαρύς·για τα παιδιά της κλαίει η Ραχήλ και πουθενά δε βρίσκει παρηγοριά, γιατί δεν υπάρχουν πια στη ζωή.
(1)   «Η Ραμά ήταν τόπος της Παλαιστίνης υψηλός. Διότι αυτό σημαίνει το όνομα, υψηλή» (Θφ). Σήμερα ονομάζεται Ερ-Ραμ, δύο ώρες βόρεια της Ιερουσαλήμ (F). «Τι σχέση έχει όμως η Ραμά με τη Ραχήλ; Η Ραχήλ ήταν μητέρα του Βενιαμίν, και μετά το θάνατό της την έθαψαν στον ιππόδρομο, που ήταν εκεί κοντά. Επειδή λοιπόν και ο τάφος ήταν κοντά και η περιοχή ανήκε στον κλήρο του παιδιού της Βενιαμίν (η Ραμά ανήκε στη φυλή του Βενιαμίν), αποκαλεί δικαίως δικά της τα παιδιά και εξ’ αιτίας του αρχηγού της φυλής και από τον τόπο της ταφής» (Χ).
Οντως η Ραμά βρισκόταν στα βόρεια όρια της φυλής Βενιαμίν και κοντά σε αυτήν λεγόταν ότι τάφηκε η Ραχήλ (Α΄ Βασ. ι 2). Αλλά στο Γεν. λε 19 και μη 7 ο τάφος της Ραχήλ τοποθετείται στην Εφραθά, και στα δύο όμως τα χωρία αυτά έχει προστεθεί μία γλώσσα (=γραφή που παρεμβλήθηκε στο κείμενο) που ταυτίζει την Εφραθά με τη Βηθλεέμ. Φαίνεται λοιπόν ότι ήταν δύο παραδόσεις ως προς τον τόπο της ταφής της Ραχήλ. Ο Ματθαίος γνωρίζοντας καλά την παράδοση που αφορούσε στη Βηθλεέμ, χρησιμοποιεί το χωρίο του Ιερεμία για να αποσαφηνίσει τη διήγησή του (S).
(2)   Αυθεντική γραφή χωρίς το «θρήνος και».
(3)   «Δεν ήθελε η Βηθλεέμ να παρηγορηθεί» (Ζ). Φράση που εκφράζει βαθειά θλίψη (b). «Από εδώ φανέρωσε την υπερβολή του πάθους» (Ζ).
(4)   «Διότι δεν υπάρχουν τα παιδιά της, δηλαδή δεν ζουν» (Ζ)

Στίχ. 19-23. Ο Ιωσήφ, η Μαρία και ο Ιησούς εγκαθίστανται στη Ναζαρέτ.

Ματθ.2,19 (1)Τελευτήσαντος δὲ τοῦ Ἡρῴδου(2) ἰδοὺ ἄγγελος Κυρίου κατ᾿ ὄναρ φαίνεται τῷ Ἰωσὴφ ἐν Αἰγύπτῳ
Ματθ.2,19 Όταν, λοιπόν, πέθανε ο Ηρώδης, ένας άγγελος σταλμένος από τον Κύριο εμφανίστηκε στον Ιωσήφ σε όνειρο στην Αίγυπτο,
(1)   Ο Ματθαίος δεν αναφέρει κάποια παλαιότερη διαμονή στη Ναζαρέτ, όπου διέμενε η Παρθένος κατά το χρόνο του ευαγγελισμού (Λουκ. α 26, β 4). Πρέπει να υπήρχε κάποιος λόγος, για τον οποίο ο Ιωσήφ κατά την επιστροφή του από την Αίγυπτο προτίμησε ως τόπο διαμονής τη Ναζαρέτ. Και ο λόγος αυτός εξηγείται από το Λουκά. Οι δύο αφηγήσεις, ανεξάρτητες μεταξύ τους, μπορούν να συνδυαστούν και να συμπληρώσουν η μία την άλλη. Από το Λουκά συμπεραίνεται ότι η Ναζαρέτ ήταν η αρχική διαμονή της Μαρίας (όχι του Ιωσήφ). Η άποψη η οποία ενδιαφέρει εδώ το Ματθαίο, είναι η εκπλήρωση της προφητείας που ευθύς αμέσως παρατίθεται (S)..
(2)   Σωστά τονίστηκε η αφέλεια και αντικειμενικότητα της αφήγησης του Ματθαίου, ο οποίος, αν και ήδη παρέχεται σε αυτόν ευκαιρία, αποφεύγει να τονίσει, ότι ο θάνατος του τυράννου επήλθε ως θεία τιμωρία ή τουλάχιστον να υπενθυμίσει τις εκτελέσεις, οι οποίες έκαναν βουτηγμένες στο αίμα και τις τελευταίες ημέρες του (L).
Η τελευταία εντολή του για τον ταυτόχρονα με το θάνατό του φόνο των αξιόλογων ανδρών του ιουδαϊκού έθνους, τους οποίους προσκάλεσε στα Ιεροσόλυμα, ώστε και χωρίς τη θέλησή του να πενθήσει για αυτόν το έθνος, δείχνει ολοφάνερα το βαθμό της θηριωδίας και πώρωσής του (δ), ανεξάρτητα του αν η εντολή του αυτή δεν εκτελέστηκε. Για πλήρη και περιγραφική αφήγηση του οικτρού τέλους του αιμοδιψούς αυτού βασιλιά παραπέμπεται ο αναγνώστης στον Ιώσηπο (Αρχαιολ. XVII 6-8)(ο).

Ματθ.2,20 λέγων· ἐγερθεὶς παράλαβε τὸ παιδίον καὶ τὴν μητέρα αὐτοῦ καὶ πορεύου(1) εἰς γῆν Ἰσραήλ(2)· τεθνήκασι(3) γὰρ οἱ ζητοῦντες τὴν ψυχὴν(4) τοῦ παιδίου.
Ματθ.2,20 και του είπε: «Σήκω, πάρε το παιδί και τη μητέρα του και πήγαινε στη χώρα του Ισραήλ, γιατί πέθαναν όσοι ήθελαν να θανατώσουν το παιδί».
(1)   «Δεν λέει πλέον φεύγε, αλλά να πορευτείς» (Χ). «Διότι δεν υπήρχε πλέον φόβος» (Θφ).
(2)   «Γη Ισραήλ είπε απλώς την Παλαιστίνη» (Ζ). Στον Ιωσήφ επιτράπηκε να εκλέξει την πόλη ή την περιφέρεια αλλά όχι και τη χώρα της διαμονής τους, εφ’ όσον έπρεπε ο Εμμανουήλ τα έτη της ανθρώπινης ζωής του να τα περάσει στη δική του χώρα (b).
(3)   Η όλη φράση χρησιμοποιείται και από τους Ο΄. Δες Εξόδ. δ 19 («διότι πέθαναν όλοι που ζητούσαν την ψυχή σου»). Ο πληθυντικός εδώ μπορεί να υπονοεί, ότι και κάποιοι άλλοι είχαν γίνει ενήμεροι του σχεδίου του και συνεργοί στην εκτέλεσή του (L). Ο θάνατος του Ηρώδη έθετε τέρμα στις προσπάθειες των αυλικών του να φονεύσουν τον Ιησού (ο). Μπορεί όμως να σημαίνει απλώς, ότι ο Ηρώδης πέθανε και ότι δεν υπάρχουν πλέον άλλοι που μελετούν κακά εναντίον του παιδιού (b).
(4)   Ζητώ την ψυχή είναι εβραϊκό ιδίωμα = ζητώ τη ζωή (δ). Αφαιρώ την ψυχή ως ζωτική αρχή ισοδυναμεί με το αφαιρώ τη ζωή (L). Ζητά την ψυχή του παιδιού «να την βγάλει και να την χωρίσει από το σώμα» (Ζ). «Πού είναι ο Απολλινάριος (αιρετικός του Δ΄ αιώνα μ.Χ.), ο οποίος έλεγε ότι ο Κύριος δεν πήρε ψυχή ανθρώπου; Διότι από εδώ ελέγχεται» (Θφ).

Ματθ.2,21 ὁ δὲ ἐγερθεὶς παρέλαβε τὸ παιδίον καὶ τὴν μητέρα αὐτοῦ καὶ ἦλθεν(1) εἰς γῆν Ἰσραήλ.
Ματθ.2,21 Τότε ο Ιωσήφ σηκώθηκε, πήρε το παιδί και τη μητέρα του και γύρισε πάλι στη χώρα του Ισραήλ.
(1)   Αυθεντική γραφή εισήλθεν. Ο Ιωσήφ μπήκε, όπως φαίνεται, στα σύνορα της Παλαιστίνης και μαθαίνοντας τα σχετικά με τον Αρχέλαο αναχώρησε μέσω της Περαίας στη Γαλιλαία (δ).

Ματθ.2,22 ἀκούσας δὲ ὅτι Ἀρχέλαος βασιλεύει(1) ἐπὶ τῆς Ἰουδαίας ἀντὶ Ἡρῴδου τοῦ πατρὸς αὐτοῦ, ἐφοβήθη ἐκεῖ ἀπελθεῖν· χρηματισθεὶς δὲ κατ᾿ ὄναρ(2) ἀνεχώρησεν εἰς τὰ μέρη τῆς Γαλιλαίας,
Ματθ.2,22 Όταν έμαθε πως βασιλιάς της Ιουδαίας είναι ο Αρχέλαος, στη θέση του πατέρα του, του Ηρώδη, φοβήθηκε να εγκατασταθεί εκεί. Με θεϊκή εντολή όμως, που του δόθηκε στο όνειρό του, αναχώρησε για την περιοχή της Γαλιλαίας.
(1)   Ο Ηρώδης είχε ορίσει τον Αντίπα ως διάδοχό του. Λίγες μέρες όμως πριν το θάνατό του με νέα διαθήκη παραχωρούσε την Ιουδαία, Σαμάρεια (και Ιδουμαία) στον Αρχέλαο μαζί με τον τίτλο του βασιλιά, ενώ την Γαλιλαία και την Περαία στον Αντίπα με τον τίτλο του τετράρχη (Ιωσήπου Αρχαιολ. XVII 8,1).
Ο Αύγουστος αρνήθηκε τον τίτλο του βασιλιά στον Αρχέλαο, αναγνωρίζοντας αυτόν μόνο ως εθνάρχη. Αλλά ο Αρχέλαος παίρνοντας την εξουσία μετά το θάνατο του πατέρα του επευφημήθηκε από το πλήθος ως βασιλιάς (Αρχαιολ. XVII 8,2), ελπίζοντας ότι θα επικυρωνόταν ο τίτλος αυτός. Το βασιλεύει λοιπόν, το οποίο χρησιμοποιεί εδώ ο Ματθαίος δεν είναι ανακριβές (L).
Ο ανηλεής χαρακτήρας του γιου αυτού του Ηρώδη δείχτηκε αμέσως στη σφαγή, την οποία διέπραξε (Αρχαιολ. XVII 11,4). Τελικά καθαιρέθηκε για την κακή κυβέρνησή του γύρω στο 6 μ.Χ. (S) και εξορίστηκε από τον Αύγουστο στη Βιέννα της Γαλατίας, όπου και πέθανε. Στον τρίτο γιο του Φίλιππο άφησε ο Ηρώδης την Βατανέα, Τραχωνίτιδα και Αυρανίτιδα (δ).
«Αν όμως ο Λουκάς έγραψε ότι ο Πόντιος Πιλάτος ηγεμόνευε στην Ιουδαία, τίποτα το καινούργιο δεν υπάρχει σε αυτό. Διότι ύστερα αφού εξέπεσε ο Αρχέλαος της βασιλείας από κατηγορία, δεν υπήρχε πλέον βασιλιάς, αλλά επίτροπος, δηλαδή ηγεμόνας της Ιουδαίας στάλθηκε από τη Ρώμη από τον Τιβέριο Καίσαρα ο Πιλάτος» (Ζ).
(2)   Η οδηγία αυτή από το όνειρο ενθάρρυνε αυτόν να εγκατασταθεί στα μέρη της Γαλιλαίας, παρόλο που εξουσίαζε σε αυτήν άλλος γιος του Ηρώδη, ο Ηρώδης Αντίπας, λιγότερο όμως ωμός από τον Αρχέλαο.

Ματθ.2,23 καὶ ἐλθὼν κατῴκησεν εἰς πόλιν λεγομένην Ναζαρέτ(1), ὅπως πληρωθῇ τὸ ῥηθὲν διὰ τῶν προφητῶν(2) ὅτι Ναζωραῖος(3) κληθήσεται(4).
Ματθ.2,23 Ήρθε, λοιπόν, κι εγκαταστάθηκε στην πόλη Ναζαρέτ. Έτσι εκπληρώθηκε για το Χριστό η προφητεία που έλεγε ότι θα ονομαστεί Ναζωραίος.
(1)   «Ερχεται στη Ναζαρέτ, αποφεύγοντας ταυτόχρονα και τον κίνδυνο, ενώ συγχρόνως εγκαθίσταται στην πατρίδα του, για να έχει περισσότερο θάρρος» (Χ). Αυθεντική γραφή Ναζαρέθ. Η πόλη γράφεται Ναζαρά, Ναζαρέθ ή Ναζαρέτ (a). Δεν αναφέρεται στην Π.Δ. στον Ιώσηπο και στο Ταλμούδ και αν εξαιρέσουμε την ευαγγελική ιστορία ήταν άσημη και σχεδόν άγνωστη. Δες Ιω. α 46 (S).
«Ο Λουκάς όμως δεν αναφέρει ότι ήλθε εκεί έπειτα από υπόδειξη του αγγέλου αλλά ότι, αφού εκπλήρωσαν όλοι τον απαιτούμενο καθαρμό, επέστρεψαν στη Ναζαρέτ. Τι μπορούμε λοιπόν να πούμε; Ότι ο Λουκάς αναφέρεται στο χρόνο πριν την κάθοδο στην Αίγυπτο» (Χ).
(2)   Πουθενά στους προφήτες δεν βρίσκεται η παράθεση αυτή. Για αυτό και το χωρίο προξένησε πολλές δυσκολίες στους ερμηνευτές. Και οι μεν Τερτυλλιανός, Ιερώνυμος, Ερασμος και άλλοι από τους νεώτερους μπέρδευαν το Ναζωραίος με το Ναζιραίος δηλαδή άγιος, αγιασμένος, που ζει ασκητικά. Δες Αριθμ. στ 1 και εξής. Αυτό όμως όχι μόνο ουδεμία σχέση έχει με την έλευση του Σωτήρα στη Ναζαρέτ, αλλά είναι και τελείως ασυμβίβαστο με τη ζωή του Σωτήρα που ήταν διαφορετική ως προς αυτό από τη ζωή του Προδρόμου (Ματθ. ια 19), κανένα επίσης τέτοιο προφητικό χωρίο δεν υπάρχει που να λέει, ότι Ναζιραίος κληθήσεται (δ).
Άλλοι συνδέουν την ονομασία με την εβραϊκή λεξη νέζερ= άνθος ή βλαστός, στο μεσσιανικό χωρίο Ησαΐου ια 1, όπου ο Μεσσίας ονομάζεται βλαστός από τη ρίζα Ιεσσαί. Εάν δεχτούμε ότι από τη λέξη αυτή παράγεται κάποιο επίθετο, θα έχουμε τον ελληνικό τύπο Ναζωραίος=ο Μεσσίας (S).
Ο ευαγγελιστής σύμφωνα με την εκδοχή αυτή παίζει με τις αραμαϊκές και εβραϊκές λέξεις, οι οποίες μοιάζουν με το Ναζωραίος και σημαίνουν βλαστός, αλλά η εξήγηση αυτή δεν είναι ικανοποιητική. Ο Zahn τονίζει, ότι εδώ δεν υπάρχει μαζί με το «των προφητών» η λέξη «λεγόντων», ενώ ο Ματθαίος, όταν παραθέτει κάποια προφητική φράση, συνηθίζει πάντοτε να προσθέτει και αυτή τη λέξη. Δες α 22,β 15,17,γ 3,δ 14,η 17,ιβ 17,ιγ 35, κα 4,κζ 9, όπως και ιγ 14,ιε 7,κβ 31.
Το συμπέρασμα είναι, ότι το Ναζωραίος κληθήσεται δεν αποτελεί παράθεση από προφητικό βιβλίο, αλλά αποτελεί αιτιολογία των προηγουμένων οπότε το μόριο «ότι», με το οποίο εισάγεται αυτή, δεν είναι ειδικό αλλά αιτιολογικό. Η εκδοχή αυτή εναρμονίζεται πλήρως με την ερμηνεία του Ιερωνύμου, σύμφωνα με την οποία ο ευαγγελιστής αναφέρεται εδώ στα χωρία των προφητών, τα οποία προλέγουν ότι ο Μεσσίας θα περιφρονηθεί (p).
Οι Ιουδαίοι με περιφρόνηση προσέβλεπαν στη Ναζαρέτ. Ναζωραίος λοιπόν έγινε λέξη κοινής περιφρόνησης. Ο Ιησούς λόγω της μακράς του διαμονής στη Ναζαρέτ ονομάστηκε Ναζωραίος και εκπληρώθηκαν σε αυτόν όλες οι προφητείες, που αναφέρονται στην περιφρόνηση της οποίας θα τύχαινε ο Μεσσίας. Έγινε όνειδος ανθρώπων και εξουθένημα λαού (ο). Τώρα λοιπόν λέγοντας σε πληθυντικό τους προφήτες, έδειξε, ότι δεν πήρε τα λόγια από τις γραφές, αλλά την έννοια» (Ιερωνύμου στο L).
Τέλος υπάρχει και η ερμηνεία «Ποιος προφήτης είπε αυτό; Μην είσαι περίεργος ούτε να ρωτάς για πολλά. Διότι πολλά από τα προφητικά βιβλία αφανίστηκαν. Και αυτά θα μπορούσε κάποιος να τα δει από την ιστορία των Παραλειπομένων» (Χ). Η εκδοχή του Zahn και αυτή του Χ. είναι οι πιο πιθανές.
(3)   Ο Κύριος ήταν στο λαό γνωστός ως ο Ναζωραίος (Ματθ. β 33,κστ 71, Λουκ. ιη 37, Ιω. ιη 5,7,ιθ 19, Πράξ. 7 φορές) ή ο Ναζαρηνός (στον Μάρκο 4 φορές και στον Λουκά 2). Είναι προφανές ότι τα επίθετα αυτά έχουν την ίδια σημασία με το «ο από Ναζαρέτ» (Ματθ. κα 11,Ιω. α 45,46,Πράξ. ι 38)(a).
(4)   Στο δεύτερο αυτό κεφάλαιο έχουμε ομάδα τριών γεγονότων, τα οποία είναι στενά συνδεδεμένα μεταξύ τους, δηλαδή την επίσκεψη των μάγων (1-12), τη φυγή στην Αίγυπτο (13-18) και την επάνοδο στην Παλαιστίνη (19-23). Στα κεφάλαια που ακολουθούν έχουμε άλλη ομάδα τριών γεγονότων, δηλαδή το κήρυγμα του Ιωάννη (γ 1-12), το βάπτισμα του Μεσσία (13-17) και τον πειρασμό (δ 1-11)(p).


ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Γ’ (3)

Στίχ. 1-12. Ο Πρόδρομος Ιωάννης στην έρημο.

Ματθ.3,1 Ἐν δὲ ταῖς ἡμέραις ἐκείναις(1) παραγίνεται(2) Ἰωάννης ὁ βαπτιστὴς(3) κηρύσσων(4) ἐν τῇ ἐρήμῳ τῆς Ἰουδαίας(5)
Ματθ.3,1 Εκείνο τον καιρό, εμφανίστηκε στην έρημο της Ιουδαίας ο Ιωάννης ο Βαπτιστής. Κήρυττε
H προπαρασκευαστική αυτή δράση του Ιωάννη εκτίθεται και στα 4 ευαγγέλια. Αποτελεί μέρος της παλαιότατης χριστιανικής παράδοσης και κάθε ευαγγέλιο έχει λεπτομέρειες, που δεν υπάρχουν στα άλλα, όλα όμως συμφωνούν στα κύρια μέρη.
(1)   «Ἐν ταῖς ἡμέραις ἐκείναις» είναι εβραικός τρόπος έκφρασης. Δες Εξ. β 11, όπου το «ημέρες εκείνες» αποδίδεται σε ολόκληρη εποχή και είναι ισοδύναμο με το «στον καιρό εκείνο» (δ). Εδώ σημαίνει: «τον καιρό που διέμενε ο Ιησούς στη Ναζαρέτ». Σημαίνεται διάστημα χρόνου, που παρεμβλήθηκε ανάμεσα στα γεγονότα που τελευταία εξιστορήθηκαν και σε αυτά που τώρα αναφέρονται, όχι σύντομο, αλλά όχι και αξιοσημείωτο για κάποιες μεγάλες μεταβολές που συνέβησαν σε αυτό (b).
«Ποιές ημέρες εκείνες; Όχι δηλαδή τότε, όταν ήταν παιδί… αλλά μετά τριάντα χρόνια… Συνηθίζει πάντα η Γραφή αυτόν τον τρόπο έκφρασης να χρησιμοποιεί, όχι μόνο όταν αναφέρει αυτά που συμβαίνουν στον προσεχή χρόνο, αλλά και για αυτά που θα συμβούν πολλά χρόνια αργότερα» (Χ).= «Στον καιρό εκείνο τον προηγούμενο από την τωρινή γενιά» (Θφ), «στις ημέρες, στις οποίες επρόκειτο να συμβούν αυτά, τα οποία ετοιμάστηκε να διηγηθεί» (Σχ).
(2)   Ιστορικός ενεστώτας, σπανιότερος στο Ματθαίο ή το Μάρκο, που αρμόζει όμως εδώ, για να σημειώσει την είσοδο του Ιωάννη στη σκηνή (L). Μέχρι την εποχή εκείνη ο Ιωάννης ζούσε σε αφανή ασκητικό βίο και μακριά από την κοινωνία των ανθρώπων. Αυτό λοιπόν το «παραγίνεται» σημαίνει «έρχεται κοντά στους ανθρώπους» (δ).
(3)   Επώνυμο που αποδόθηκε στον Ιωάννη από τους Ιουδαίους εξαιτίας της λειτουργικής πράξης, την οποία τελούσε. Δες Ιωσήπου Αρχ. XVΙΙΙ 5,2 «Ιωάννου, του επικαλουμένου Βαπτιστού» (δ).
(4)   Από τον Μαλαχία για 4 ολόκληρους αιώνες δεν εμφανίστηκε προφήτης. Η καταθλιπτική αυτή σιγή επιτέλους έσπασε και ο Θεός ακόμη μία φορά έστειλε μήνυμα προς το ιουδαϊκό έθνος, που λεγόταν με τη ζωντανή φωνή κήρυκα που στάλθηκε από αυτόν. Μεγάλη προκάλεσε χαρά η εμφάνιση Προφήτη. Αλλά δεν ήταν ευπρόσδεκτο το μήνυμά του, ότι όχι κάθε απόγονος του Αβραάμ θα είχε το δικαίωμα να μπει στη βασιλεία των ουρανών και ότι πολλοί από τους εθνικούς θα έμπαιναν σε αυτήν και ότι και εκείνοι οι οποίοι δεν υπήρξαν παιδιά του Αβραάμ, θα μπορούσαν να πετύχουν το δικαίωμα της εισόδου.
(5)   Έρημος της Ιουδαίας ονομάζεται από τον ευαγγελιστή όχι η έρημος του Ιούδα, που βρισκόταν στη γη της φυλής του Ιούδα (Κριτ. α 16), που εκτεινόταν λίγο νότια της Ιερουσαλήμ και μέχρι τη νοτιοδυτική παραλία της Νεκράς θάλασσας, αλλά η μεγαλύτερη έρημος που συνόρευε με αυτήν και ήταν προς βόρεια της Νεκράς θάλασσας και δυτικά του Ιορδάνη. Διότι μόνη η έρημος αυτή μπορεί να θεωρηθεί ότι ανήκει στα περίχωρα του Ιορδάνη ή βρίσκεται και πέρα του Ιορδάνη (Δες Λουκ. γ 2,3. Ιω. α 28,γ 26)(δ)

Ματθ.3,2 καὶ λέγων· μετανοεῖτε(1)· ἤγγικε γὰρ(2) ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν(3).
Ματθ.3,2 κι έλεγε: «Μετανοείτε, γιατί έφτασε η βασιλεία του Θεού».
(1)   «Επειδή η μη καταδίκη των αμαρτιών τους, τούς έκανε να αποσκιρτούν από το Χριστό, ενώ η συναίσθησή τους, τούς οδηγούσε στην αναζήτηση του λυτρωτή και στην επιθυμία της άφεσης, ήλθε ο Ιωάννης για να συντελέσει στο έργο αυτό και να τους πείσει να μετανοήσουν, όχι για να τιμωρηθούν, αλλά για να γίνουν με τη μετάνοια ταπεινότεροι και αφού καταδικάσουν τον εαυτό τους, να σπεύσουν να λάβουν την άφεση… Για αυτό τους έπειθε να ομολογούν και να μετανοούν για τα αμαρτήματα… για να δεχτούν ευκολότερα την μετά από αυτά άφεση» (Χ).
Ό,τι χρειαζόταν, για να εξασφαλίσουν την είσοδο στη βασιλεία των ουρανών, ήταν η μετάνοια, η μεταβολή της καρδιάς, θεμελιώδης επανάσταση στην ηθική σφαίρα και ως σημάδι και σφραγίδα της μεταβολής αυτής απαιτούσε, ώστε όλοι όσοι έρχονταν σε αυτόν εξομολογούμενοι τις αμαρτίες τους, να υποβάλλονται σε βάπτισμα (p). Το μετανοώ εδώ σημαίνει μεταβάλλω γνώμη και αντί για τη λογική και το φρόνημα της σάρκας ακολουθώ και υποτάσσομαι στη λογική του πνεύματος (δ).
(2)   Δηλαδή η έλευση της βασιλείας θα φέρει ως αποτέλεσμα κρίση σε κάθε αμετανόητο (a).
(3)   Βασιλεία ουρανών· φράση που συναντιέται 32 φορές στο Ματθαίο, ενώ ο Λουκάς και ο Μάρκος προτιμούν τη φράση Βασιλεία του Θεού. Κατά πάσα πιθανότητα δεν υπάρχει διαφορά έννοιας μεταξύ των δύο φράσεων και ο Κύριος χρησιμοποίησε και τις δύο, και μίλησε συχνά για βασιλεία ουρανών σύμφωνα με τη συνήθεια των Ιουδαίων, οι οποίοι απέφευγαν να προφέρουν το όνομα του Θεού. Οι Μάρκος και Λουκάς συχνά μετέβαλαν τη λέξη ουρανών σε Θεού, διότι η τελευταία αυτή ήταν περισσότερο κατανοητή στους εθνικούς. Η βασιλεία αυτή είναι η κυριαρχία του Θεού είτε στην καρδιά του ανθρώπου είτε στην κοινωνία. Υφίσταται ήδη, αλλά η τέλεια και πλήρης πραγματοποίησή της θα συντελεστεί στο αιώνιο μέλλον (p).
Οι Ιουδαίοι ανέμεναν ευτυχέστατη βασιλεία, την οποία ο Θεός μέσω του Μεσσία θα εγκαινίαζε με την ανάσταση των νεκρών και με την ανακαίνιση της γης και του ουρανού και κατά την οποία οι Ιουδαίοι θα κυριαρχούσαν για πάντα στα έθνη της γης. Ο Κύριος όμως εννοούσε με τον όρο αυτόν την τέλεια εκείνη τάξη των πραγμάτων, την οποία αυτός θα εισήγαγε και στην οποία από όλους τους λαούς όσοι θα ομολογούσαν πίστη σε αυτόν, σε μία ποίμνη μαζεμένοι και στενά συνδεδεμένοι, θα γίνονταν τελικά μέτοχοι της αιώνιας σωτηρίας. Οπότε η βασιλεία αυτή παρουσιάζεται ότι άρχισε ήδη, διότι τα θεμέλιά της τέθηκαν από το Χριστό, αλλά συχνότερα γίνεται λόγος για αυτήν ως μελλοντική (g).
Για αυτό και ο Χ. παρατηρεί: «βασιλεία λοιπόν εδώ εννοεί την παρουσία του την πρώτη και την έσχατη». Και «βασιλεία ουρανών λέει τον τρόπο ζωής των αγγέλων, τον οποίο ο Χριστός εντός ολίγου επρόκειτο να νομοθετήσει με τις ευαγγελικές εντολές. Λέγεται επίσης βασιλεία, και η απόλαυση των αγαθών στους ουρανούς» (Ζ). «Διότι όταν, ενώ βαδίζουμε στη γη, ζούμε σαν να είμαστε στον ουρανό χωρίς να έχουμε πάθη, τότε έχουμε βασιλεία ουρανών» (Θφ).

Ματθ.3,3 οὗτος γάρ(1) ἐστιν ὁ ῥηθεὶς ὑπὸ(2) Ἡσαΐου(3) τοῦ προφήτου λέγοντος· φωνὴ βοῶντος ἐν τῇ ἐρήμῳ(4), ἑτοιμάσατε τὴν ὁδὸν Κυρίου(5), εὐθείας ποιεῖτε(6) τὰς τρίβους αὐτοῦ.
Ματθ.3,3 Για τον Ιωάννη είχε προφητέψει ο προφήτης Ησαΐας: Μια φωνή βροντοφωνάζει στην έρημο: ετοιμάστε το δρόμο για τον Κύριο, ισιώστε τα μονοπάτια να περάσει.
(1)   Ο λόγος για τον οποίο ήταν αναγκαίο ο Ιωάννης να εμφανιστεί αυτόν το χρόνο, όπως περιγράφεται στους σ. 1,2, ήταν ότι έτσι είχε προφητευτεί (b).
(2)   Αυθεντική γραφή: διά.
(3)   Η παράθεση από το Ησαΐου μ 3, η οποία μπαίνει στο σημείο αυτό από όλους τους συνοπτικούς. Γίνεται σύμφωνα με τους Ο΄ (μετάφραση της Π.Δ. στα ελληνικά από τους 70 (Ο΄) μεταφραστές), και αρχικά αναφέρεται από τον προφήτη στην επιστροφή του λαού από την αιχμαλωσία στη Βαβυλώνα (S) καλώντας τους Ιουδαίους στην έρημο της εξορίας σε προετοιμασία για υποδοχή του Κυρίου που έρχεται να απαλλάξει αυτούς από την αιχμαλωσία αυτή· ταυτόχρονα όμως αναφέρεται και στο αντίτυπο του Ησαΐου, τον βαπτιστή Ιωάννη όπως και στους Ιουδαίους που ζουν στην έρημο της αμαρτίας, που καλούνται σε προετοιμασία για την υποδοχή του Σωτήρα (δ).
(4)   Όχι στο ναό ή στις συναγωγές. Κάποιοι συντάσουν το «στην έρημο» ως εξής: Ετοιμάστε στην έρημο κλπ. επειδή ο τόνος στο πρωτότυπο εβραικό κείμενο συνηγορεί μάλλον υπέρ αυτής της σύνταξης (b). Εδώ όμως όπως και στους άλλους ευαγγελιστές, ολοφάνερα αποδίδεται στο «βοῶντος» (δ).
«Η φράση είναι ελλειπτική. Διότι εννοείται: φωνή ενός άνδρα που βοά στην έρημο, δηλαδή στην έρημο δίπλα στον Ιορδάνη· ο οποίος βοά τα εξής: Ετοιμάστε… και τα υπόλοιπα» (Ζ).
(5)   Δηλαδή ετοιμάστε το δρόμο που οδηγεί τον Κύριο σε εσάς (δ).
«Δρόμο Κυρίου και μονοπάτια του, ονομάζει τις ψυχές, στις οποίες επρόκειτο να έλθει ο λόγος του ευαγγελίου, τις οποίες ψυχές και προτρέπει να ετοιμαστούν, δηλαδή να καθαρίσουν με το εργαλείο της μετάνοιας, ξεριζώνοντας μεν τα αγκάθια των παθών και ρίχνοντας έξω τις πέτρες της αμαρτίας και έτσι να τις κάνουν ομαλές και ευθείες για να τον υποδεχτούν» (Ζ).
(6)   Κάνετε από στραβά τα μονοπάτια ευθεία, διορθώστε τα μονοπάτια, από τα οποία θα μπορέσει να έλθει σε σας ο Κύριος (δ).

Ματθ.3,4 Αὐτὸς δὲ ὁ Ἰωάννης(1) εἶχε τὸ ἔνδυμα αὐτοῦ(2) ἀπὸ τριχῶν καμήλου(3) καὶ ζώνην δερματίνην περὶ τὴν ὀσφὺν αὐτοῦ(4), ἡ δὲ τροφὴ αὐτοῦ ἦν ἀκρίδες(5) καὶ μέλι ἄγριον(6).
Ματθ.3,4 Ο Ιωάννης φορούσε ρούχα από τρίχες καμήλας και ζώνη δερμάτινη στη μέση του. Η τροφή του ήταν ακρίδες και μέλι από αγριομέλισσες.
(1)    Ο Ιωάννης έμοιαζε με τον Ηλία ως προς την τροφή του και ενδυμασία του (Δ΄ Βασ. α 8).
(2)   Εάν η πρόταση αναπτυχθεί, γίνεται: Το ρούχο το οποίο είχε ο Ιωάννης ήταν από τρίχες καμήλας (δ). Αξιοσημείωτη περιγραφή. Και το ένδυμα και η τροφή του Ιωάννη κήρυτταν και ήταν σύμφωνα με τη διδασκαλία και λειτουργία του. Όποια έπρεπε να είναι αυτά για αυτούς που μετανοούν, τέτοια ήταν πάντοτε αυτά και στον κήρυκα της μετάνοιας (b).
«Και με την εμφάνισή του, τούς παρακαλούσε για μετάνοια, διότι είχε πένθιμη στολή» (Ζ). Λέγεται με άρθρο (το ένδυμα) διότι πάντοτε είχε ένα και μόνο ένδυμα του ίδιου σχήματος και της ίδιας ύλης (δ).
(3)   Το ένδυμά του ήταν χωρίς αξία και σκληρό και χονδροειδώς υφασμένο (b). «Είχε τρίχινο ρούχο» (Χ). Όχι χιτώνα από δέρμα καμήλας, αλλά χιτώνα μακρό και μέχρι τα πόδια, αμφιμάσχαλο και ανοιχτό στο λαιμό, φτιαγμένο από τρίχες καμήλας (δ).
(4)   Καθένας κατανοεί την ανάγκη ζώνης σε ενδυμασία με μακρύ χιτώνα ο οποίος είναι εμπόδιο σε κάθε κίνηση του σώματος. «Και ο Ηλίας επίσης έτσι ήταν ντυμένος, όπως και κάθε άγιος επειδή ήταν συνεχώς απασχολημένοι με εργασία, είτε με οδοιπορίες, είτε κοπίαζαν και ταλαιπωρούνταν με κάτι άλλο από τα αναγκαία» (Χ).
(5)   Στο Λευϊτ. ια 22 οι Ο΄ μεταφράζουν την αντίστοιχη εβραϊκή λέξη με το ακρίδα, έντομο, το οποίο οι Ιουδαίοι επιτρεπόταν να τρώνε (b). Αναρίθμητα σμήνη από αυτές μεταφέρει από Αραβία σε Παλαιστίνη ο άνεμος, οπότε, αφού ερημωθούν από αυτές οι αγροί, μεταναστεύουν σε μεσημβρινότερα μέρη, έως ότου αφού ριχτούν στη θάλασσα καταστραφούν. Όπως λοιπόν οι λαοί της Ανατολής συνηθίζουν να τρώνε αυτές είτε φρέσκιες είτε παστές, έτσι και στους Ισραηλίτες και από το νόμο ήταν επιτετραμμένη η χρήση τους ως τροφής (g).
Και σήμερα ακόμη οι φτωχοί των μερών εκείνων τρώνε αυτές είτε βρασμένες στο νερό είτε ψημένες στο φούρνο (F).
Λιγότερο πιθανή ερμηνεία: «Κάποιοι λένε ότι είναι βότανα οι ακρίδες, τα οποία και ονομάζουν μέλαγρα, άλλοι πάλι λένε ότι είναι καρποί με κέλυφος (ή γενικώς καρποί)» (Θφ).
(6)   Ή, «αυτό που φτιάχνεται από τις άγριες μέλισσες στις σχισμές των πετρών» (Ζ). Δες Δευτ. λβ 13, Α΄Βασ. ιδ 26. Ή, φυτικό μέλι, «το οποίο μαζεύεται από τα δέντρα και οι πολλοί το ονομάζουν μάννα» (Σουΐδας).
«Έπρεπε ο Πρόδρομος εκείνου που επρόκειτο να καταργήσει όλα τα παλαιά, όπως τον πόνο, την κατάρα, τη λύπη, τον ιδρώτα, έπρεπε να διαθέτει και αυτός μερικά σύμβολα της δωρεάς αυτής και να είναι ανώτερος της παλαιάς εκείνης καταδίκης. Ούτε λοιπόν τη γη όργωσε… ούτε με τον ιδρώτα του προσώπου του έφαγε ψωμί, αλλά ήταν πρόχειρο το τραπέζι του και η ενδυμασία του ευκολότερη από το φαγητό και η κατοικία πιο άκοπη από την ενδυμασία» (Χ).

Ματθ.3,5 Τότε ἐξεπορεύετο(1) πρὸς αὐτὸν Ἱεροσόλυμα(2) καὶ πᾶσα ἡ Ἰουδαία καὶ πᾶσα ἡ περίχωρος τοῦ Ἰορδάνου(3),
Ματθ.3,5 Σ’ αυτόν τον άνθρωπο πήγαινε τότε όλος ο κόσμος, από τα Ιεροσόλυμα κι απ’ όλη την Ιουδαία, κι απ’ όλη την περιοχή του Ιορδάνη.
(1)   Ή, λέγονται συνεκδοχικά οι χώρες αντί για τους κατοίκους τους (g). Ή, οι χώρες προσωποποιούνται και παριστάνονται να έρχονται προς τον Ιωάννη (S).
«Ήταν αληθινά άξιο θαυμασμού να τον βλέπει κάποιος να πραγματοποιεί τέτοια κατορθώματα με ανθρώπινη μορφή… και να αστραποβολά πολλή χάρη από το πρόσωπό του. Στην έκπληξη συντελούσε και η εμφάνιση προφήτη έπειτα από πολύ διάστημα» (Χ).
(2)   «Η πόλη, δηλαδή οι Ιεροσολυμίτες, διότι έτσι είπε ο Μάρκος» (Ζ).
(3)   δηλαδή η χώρα, διαμέσου της οποίας έρρεε ο Ιορδάνης αλλά δεν περιλαμβανόταν στην Ιουδαία (ο). Η χώρα δεξιά και αριστερά του Ιορδάνη (δ). Για την τοποθεσία της δες Γεν. ιγ 10-11 (S).

Ματθ.3,6 καὶ ἐβαπτίζοντο(1) ἐν τῷ Ἰορδάνῃ ὑπ᾿ αὐτοῦ ἐξομολογούμενοι(2) τὰς ἁμαρτίας αὐτῶν.
Ματθ.3,6 Έρχονταν και τους βάφτιζε στον Ιορδάνη ποταμό, καθώς ομολογούσαν τις αμαρτίες τους.
(1)   «Αν και βαπτίζονταν, όμως το βάπτισμα του Ιωάννη δεν είχε άφεση αμαρτιών, αλλά μόνο μετάνοια κήρυττε ο Ιωάννης και οδηγούσε στο βάπτισμα του Χριστού» (Θφ). Το βάπτισμα του Ιωάννη θα μπορούσε να συγκριθεί όχι τόσο με τις λευϊτικές καθάρσεις ή τις πλύσεις των Εσσαίων, τις οποίες μπορούσε κάποιος επαναλαμβανόμενα να δεχτεί, όσο με το βάπτισμα των προσηλύτων, το οποίο παρεχόταν από κάποιον και δεν μπορούσε να επαναληφθεί. Δεν αποκαθιστούσε απλώς το καθαριζόμενο πρόσωπο στις κανονικές του συνθήκες, αλλά εισήγαγε αυτό σε νέα ζωή.
Η συνήθεια του να δέχονται τους προσηλύτους με βάπτισμα, υπήρχε πριν τον Ιωάννη. Το ιδιαίτερο όμως του βαπτίσματος του Ιωάννου ήταν ότι παρεχόταν στους Ιουδαίους. Με αυτό οι Ιουδαίοι διδάσκονταν, ότι αν και ήταν σπέρμα Αβραάμ, δεν μπορούσαν να μπουν στη βασιλεία των ουρανών, χωρίς πλήρες ηθικό καθαρισμό. Το έργο του Ιωάννη απέβλεπε στο να διεγείρει τις συνειδήσεις και κανείς από τους παλαιότερους προφήτες δεν υπήρξε περισσότερο επιτυχής σε αυτό. Οι προσερχόμενοι σε αυτόν δεν εξομολογούνταν απλώς τις αμαρτίες τους, αλλά και υποβαλλόμενοι σε βάπτισμα εκδήλωναν δημόσια την απόφασή τους να απαρνηθούν αυτές.
(2)   Μετοχή χρονική=αφού εξομολογούνταν (δ) ή, την ώρα που εξομολογούνταν, όταν ήταν μέσα στο νερό, το οποίο συμφωνεί και με αυτό που αναφέρεται για τον Κύριο «ανέβηκε αμέσως από το νερό» (σ. 16), επειδή δεν εξομολογήθηκε ως αναμάρτητος.

Ματθ.3,7 ἰδὼν δὲ πολλοὺς τῶν Φαρισαίων(1) καὶ Σαδδουκαίων(2) ἐρχομένους(3) ἐπὶ τὸ βάπτισμα αὐτοῦ(4) εἶπεν αὐτοῖς· γεννήματα ἐχιδνῶν(5), τις(6) ὑπέδειξεν(7) ὑμῖν(6) φυγεῖν ἀπὸ τῆς μελλούσης ὀργῆς(8);
Ματθ.3,7 Όταν ο Ιωάννης είδε πολλούς Φαρισαίους και Σαδουκαίους να έρχονται για να βαφτιστούν, τους είπε: «Οχιάς γεννήματα, ποιος σας είπε πως έτσι θα ξεφύγετε από την οργή του Θεού, που πλησιάζει;
(1)   Η ονομασία προέρχεται από εβραϊκό ρήμα που έχει την ίδια σημασία με το χωρίζω. «Φαρισαίοι είναι οι αποκαλούμενοι ξεχωρισμένοι διότι αποκλείουν και ξεχωρίζουν τους εαυτούς τους από όλους τους άλλους και ως προς την καθαρότητα και ακρίβεια της ζωής και ως προς τα εντάλματα του νόμου» (Σουΐδας).
Της αίρεσης αυτής οι πρώτες αρχές φαίνεται να χρονολογούνται στον αιώνα τον μετά την αποκατάσταση από την αιχμαλωσία. Εκτός από τα βιβλία της Π.Δ. πρόσεχαν πολύ στις προφορικές παραδόσεις, στην τήρηση εξωτερικών τελετών και εξωτερικών ευσεβών ασκήσεων, πλύσεων, νηστειών, προσευχών, ελεημοσυνών, επιζητώντας τον για αυτά έπαινο, φροντίζοντας λιγότερο για την αληθινή ευσέβεια. Κρατώντας σταθερά την πίστη σε αγαθούς και πονηρούς αγγέλους και στην έλευση του Μεσσία, πρέσβευαν την ανάσταση των νεκρών και ότι μέσω του Μεσσία θα επιβάλλονταν ποινές ή αμοιβές σε αυτούς. Εναντίον του Ηρώδη και των Ρωμαίων αγωνίζονταν υπέρ της θεοκρατίας και για αυτό απολάμβαναν μεγάλου κύρους στο λαό. Σύμφωνα με τον Ιώσηπο (Αρχ. 17, 2,4) ο αριθμός τους ανερχόταν σε 6000 (g).
(2)   Διακρίνονταν για την ευγένεια της καταγωγής, τον πλούτο τους και την λόγω των αξιωμάτων τους επιρροή, επειδή όμως επιζητούσαν την εύνοια των Ηρωδιανών και των Ρωμαίων ήταν μισητοί στο λαό. Αντίπαλοι των Φαρισαίων απέρριπταν τις παραδόσεις και μόνο το κύρος της Π.Δ. δέχονταν, μη παραδεχόμενοι ανάσταση νεκρών, «και αρνούνται ότι η ψυχή συνεχίζει να ζει κάπου και τις τιμωρίες και τιμές του άδη» (Ιωσ. Ιουδ. πολ. ΙΙ,8,14).
Η ονομασία δεν παράγεται από την εβραϊκή λέξη που σημαίνει τον δίκαιο και αγαθό, αλλά πιθανότερα από το όνομα Σαδώκ (σύμφωνα με τους Ο΄), ο οποίος στα χρόνια του Δαβίδ υπήρξε αρχιερέας και συνέστησε πίστη στον βασιλιά Δαβίδ και τον οίκο του (Β΄ Βασ. ιε 24,Γ΄ Βασ. α 32), για αυτό και οι απόγονοι αυτού και όλοι όσοι ανήκαν στη μερίδα τους, φαίνεται να ονομάστηκαν Σαδδουκαίοι (g).
(3)   «Με άλλη διάθεση έρχονταν οι Φαρισαίοι, με άλλη ο λαός» (Χ). Οι Φαρισαίοι και Σαδδουκαίοι «δεν έρχονταν με σωστή διάθεση» (Θφ). Περιέργεια για να ακούσουν το επαναστατικό αυτό κήρυγμα, ίσως κάποιος πόθος για να επιτύχουν κάποια λαβή εναντίον του ή να μάθουν πώς πέτυχε τέτοια επιρροή πάνω στο πλήθος, επέδρασαν ίσως πάνω τους.
Ή, και η πίεση που ασκήθηκε πάνω τους από το λαό, ανάγκασε αυτούς να έλθουν. Πάντως είναι σαφές, ότι ο Ιωάννης δεν θεωρεί αυτούς ως αληθινά μετανοημένους. «Ήλθαν μεν και βαπτίστηκαν, δεν έμειναν όμως στην πίστη του κηρύγματος» (Σχ).
(4)   Έρχονταν να πάρουν το βάπτισμα που παρεχόταν από αυτόν (ο).
(5)   Αυτό ειπώθηκε για αντίθεση με την καύχησή τους για την καταγωγή τους από τον Αβραάμ (b). Έχιδνα είναι λέξη για να δηλώσει την ειδική κακεντρέχεια κάποιου. Η λέξη δεν συναντιέται στους Ο΄ αλλά αντί για αυτήν βρίσκεται η λέξη ασπίδα με την έννοια φιδιού δηλητηριώδους. Επειδή λοιπόν οι Φαρισαίοι έκρυβαν το δηλητήριο κάτω από λόγια γλυκά, ο Ιωάννης θυμήθηκε το Ψαλμ. ιγ 3 («δηλητήριο ασπίδων κάτω από τα χείλη τους»)(L).
Γεννήματα εχιδνών ή «διότι εκείνο το άγριο ερπετό λένε ότι έρχεται στο φως, αφού φονεύσει τη μητέρα του που κοιλοπονεί και τρυπήσει την κοιλιά της. Πράγμα ακριβώς που έκαναν και αυτοί, αφού έγιναν πατροκτόνοι και μητροκτόνοι και με τα ίδια τα χέρια τους φόνευαν τους δασκάλους τους» (Χ).
Ή, πιο πιθανή ερμηνεία, ονομάζει αυτούς γεννήματα εχιδνών, για να δείξει ότι δεν είναι μόνο πονηροί, αλλά προέρχονται και από πονηρούς, θυμίζοντας σε αυτούς την κακία και μοχθηρία των προγόνων τους που φόνευσαν τους προφήτες (δ).
(6)   Και το «τίς» και το «ὑμῖν» είναι εμφατικά και ο τόνος είναι αυτός της ειρωνικής έκπληξης (a). Παρά αυτό, ο ακόλουθος στίχος δείχνει, ότι ο βαπτιστής δεν ήταν απελπισμένος για το δυνατό της μετάνοιας και αυτών (S).
(7)   Το σύνθετο ρήμα έχει την ίδια έννοια, την οποία και το απλό δείχνω. Επιδοκιμάζει τον ερχομό τους, αλλά υπό κάποιον σοβαρό όρο (b).
(8)   Η οργή αυτή επρόκειτο να έλθει σε αυτούς κατά την καταστροφή της Ιερουσαλήμ και την έσχατη κρίση (b).

Ματθ.3,8 ποιήσατε οὖν(1) καρπὸν(2) ἄξιον(3) τῆς μετανοίας,
Ματθ.3,8 Αν θέλετε να γλιτώσετε, κάνετε έργα που ταιριάζουν σε όποιον πραγματικά μετανοεί.
(1)   Εάν πράγματι αισθάνεστε την ανάγκη να διαφύγετε τη θεία οργή, ακολουθήστε τη μόνη δυνατή οδό, μετανοείστε και ενεργήστε όπως μπορούν να ενεργούν άνθρωποι που μετανόησαν (a).
(2)   Ο ενικός συχνά χρησιμοποιείται με έννοια περιληπτική. Στο κήρυγμα του Ιωάννη είναι δυνατόν να αντιτίθεται στην ακαρπία. Ο πληθυντικός υπονοεί γονιμότητα. Οι άνθρωποι παρουσιάζονται εδώ ως δέντρα και ο καρπός είναι η μετάνοιά τους (b).
(3)   «Πώς όμως θα κάνουμε (καρπό άξιο της μετάνοιας); Αν κάνουμε τα αντίθετα. Να τι εννοώ· άρπαξες τα ξένα; δώσε και τα δικά σου λοιπόν… Έβρισες και χτύπησες; Να ευλογείς λοιπόν αυτούς που σε έβρισαν και να ευεργετείς αυτούς που σε χτυπούν» (Χ), «διότι δεν αρκεί μόνο το να αποφύγουμε την κακία, αλλά πρέπει να επιδείξουμε και αρετή» (Ζ). Καρπό άξιο της μετανοίας ονομάζει όλες τις εξωτερικές εκδηλώσεις ειλικρινούς μετάνοιας και ειδικά τα καλά έργα (F).

Ματθ.3,9 καὶ μὴ δόξητε(1) λέγειν ἐν ἑαυτοῖς(2), πατέρα ἔχομεν τὸν Ἀβραάμ(3)· λέγω γὰρ ὑμῖν(4) ὅτι δύναται ὁ Θεὸς ἐκ τῶν λίθων(5) τούτων(6) ἐγεῖραι(7) τέκνα(8) τῷ Ἀβραάμ.
Ματθ.3,9 Και μην αυταπατάστε λέγοντας, “εμείς καταγόμαστε από τον Αβραάμ”. Να είστε βέβαιοι πως ο Θεός, ακόμη κι απ’ αυτές εδώ τις πέτρες μπορεί να κάνει απογόνους του Αβραάμ.
(1)   «Μη νομίζετε, με την έννοια του «μη θελήσετε». Συμβουλεύει λοιπόν να μη λένε στις ψυχές τους, ότι πατέρα έχουμε τον Αβραάμ» (Ζ). Μη θελήσετε να νομίζετε, ότι επιτρέπεται σε εσάς να πιστεύετε (g).
(2)   Να λέτε στους εαυτούς σας=να διανοείστε, να σκέφτεστε (δ).
(3)   «Πατέρα έχουμε τον Αβραάμ και αρκεί σε εμάς ως προς την αρετή, το ότι καταγόμαστε από εκείνον» (Ζ).
«Ο Θεός γνωρίζει τη συγγένεια ως προς το ήθος και τους τρόπους, και είναι μάταιο το να καυχιέται μεν κάποιος για προγόνους αγίους και αγαθούς, να εγκαταλείπει όμως και να στέκεται μακρία από την αρετή εκείνων» (Κ).
Η καταγωγή από τον Αβραάμ ήταν πηγή υπερηφάνειας για τον Ιουδαίο (Ιω. η 39). Η ιδέα αυτή μπορεί να αποδειχτεί και από κάποιον λόγο που αποδίδεται στο ραββίνο Akiba: «Και οι πιο φτωχοί στο Ισραήλ είναι ευγενείς, διότι κατάγονται από τον Αβραάμ» (S). Μην υποθέσετε ότι μπορείτε να αντικαταστήσετε τη μετάνοια και τα αγαθά έργα με τη δικαιολογία ότι κατάγεστε από τον Αβραάμ. Ο Ιουδαίος δεν θα αποφύγει την μελλοντική οργή λόγω της εθνικότητάς του (a).
(4)   «Δεν είπε ότι τίποτα δεν θα μπορέσει να σας ωφελήσει ο πατριάρχης, αλλά κάπως πιο ήρεμα και πιο ευγενικά υπαινίχτηκε αυτό λέγοντας. Διότι μπορεί ο Θεός από τις πέτρες αυτές…» (Χ).
(5)   Οι λέξεις λίθοι και τέκνα στην εβραϊκή και αραμαϊκή σχηματίζουν παρήχηση (S).
«Μη νομίζετε, λέει, ότι εάν εσείς χαθείτε, θα καταστήσετε άτεκνο τον πατριάρχη. Διότι ο Θεός μπορεί να δώσει σε αυτόν ανθρώπους και από πέτρες και να τους φέρει σε αυτήν τη συγγένεια» (Χ).
Από πέτρες και από οποιαδήποτε άλλη ύλη, όπως δημιούργησε τον Αδάμ από το χώμα (b). «Πέτρες εννοούνται μεν και τα έθνη, από τα οποία πολλοί πίστεψαν, αλλά όμως και έτσι απλώς το λέει αυτό ο Ιωάννης, ότι και από πέτρες μπορεί ο Θεός να κάνει παιδιά στον Αβραάμ» (Θφ). Ο Θεός μπορεί να εκπληρώσει τα σχέδια και τις βουλές του με τρόπο ο οποίος φαίνεται στον άνθρωπο τόσο αδύνατος, όσο αδύνατο φαίνεται να γίνουν από πέτρες ανθρώπινες υπάρξεις (a).
(6)   Ίσως ο Ιωάννης, την ώρα που μιλούσε, έδειχνε τις πέτρες (S).
(7)   Το αραμαϊκό ρήμα εγείρω χρησιμοποιείται είτε για ανέγερση οικοδομήματος είτε για ανάσταση νεκρού. Εδώ η αναφορά λίθων υπονοεί σπίτι, στο οποίο οι λίθοι, οι αληθινοί γιοι του Αβραάμ, μπορούν να χτιστούν (S). Ή, εγείρω τέκνα=από την ανυπαρξία φέρνω στην ύπαρξη, δημιουργώ σπέρμα (δ).
«Δεν είπε ότι ανάστησε ήδη, για να μην απογοητευτούν, αλλά ότι μπορεί να αναστήσει. Και δεν είπε ότι μπορεί να κάνει ανθρώπους από πέτρες, αλλά αυτό που ήταν πολύ ανώτερο, δηλαδή να κάνει και συγγενείς και παιδιά του Αβραάμ» (Χ).
(8)   «Αφού έβγαλε έξω τη συγγένεια από τη σάρκα, εισάγει τη συγγένεια από την πίστη» (Χ). «Στην κυριολεξία δηλαδή παιδιά του Αβραάμ είναι αυτοί που μιμούνται τις αρετές του… Διότι είναι ανώτερη η συγγένεια της αρετής από την εξ’ αίματος συγγένεια, όσο και η ψυχή είναι τιμιώτερη από το σώμα» (Ζ).

Ματθ.3,10 ἤδη(1) δὲ καὶ ἡ ἀξίνη(2) πρὸς τὴν ῥίζαν(3) τῶν δένδρων(4) κεῖται(5)· πᾶν(6) οὖν δένδρον μὴ ποιοῦν(7) καρπὸν καλὸν ἐκκόπτεται(8) καὶ εἰς πῦρ βάλλεται.
Ματθ.3,10 Το τσεκούρι βρίσκεται κιόλας στη ρίζα των δέντρων. Κάθε δέντρο που δε δίνει καλό καρπό θα κοπεί σύρριζα και θα ριχτεί στη φωτιά.
(1)   Μπαίνει σε αντίθεση με τη λέξη «τη μελλοντκή (στίχ. 7)» που προηγήθηκε.
(2)   Ήδη η αξίνα βρίσκεται=Η κρίση ήδη αρχίζει (S). Η αξίνα είναι εδώ σύμβολο της οργής του Θεού (δ). «Αξίνα λέει την κρίση του Χριστού» (Θφ), «με την ονομασία της αξίνας, φανερώνει τη δύναμη του Κυρίου που καταστρέφει την κακία» (Γν). «Φέρνει κοντά τους τα δεινά. Και αυτό το δήλωσε με το να πει: «ήδη» και με το να βάλει την αξίνα στη ρίζα. Τίποτα, λέει, δεν μεσολαβεί πλέον, αλλά είναι ακριβώς δίπλα στη ρίζα» (Χ).
(3)   «Και δεν είπε στα κλαδιά, ούτε στους καρπούς, αλλά στη ρίζα, δείχνοντάς τους, ότι αν αδιαφορήσουν θα υποστούν αθεράπευτα δεινά και ούτε θα έχουν ελπίδα θεραπείας» (Χ). Όπου η χάρη φανερώνει τον εαυτό της, εκεί και οργή δείχνεται στους αχάριστους (b).
(4)   «Δέντρα μεταφορικά ονόμασε τους ανθρώπους, ενώ ρίζα τη ζωή τους· και φωτιά, αυτήν της κόλασης» (Ζ).
(5)   «Φοβίζοντας συγχρόνως και ενθαρρύνοντας, δεν είπε ότι η αξίνα άγγιξε τη ρίζα, αλλά ότι είναι έτοιμη και σχεδόν σε επαφή με τη ρίζα και δεν δείχνει καμία ένδειξη αναβολής. Εν τούτοις, μολονότι έφερε την αξίνα τόσο κοντά, εσάς κάνει κύριους της τομής. Διότι αν μεταβληθείτε και γίνετε καλύτεροι, θα φύγει αυτή η αξίνα χωρίς να κάνει τίποτα· αν όμως επιμείνετε στα ίδια, θα κόψει το δέντρο σύρριζα» (Χ).
(6)   «Όταν λέει «κάθε»,στερεί πάλι τους Ιουδαίους από την πρωτοκαθεδρία της καταγωγής. Και αν είσαι απόγονος του ίδιου του Αβραάμ, λέει, και αν μπορείς να αριθμήσεις άπειρους πατριάρχες ως προγόνους σου, θα υποστείς διπλή τιμωρία αν μείνεις άκαρπος» (Χ).
(7)   «Δεν είπε: (δέντρο) που δεν έκανε, αλλά που δεν κάνει. Διότι πρέπει πάντα να καρποφορούμε» (Θφ).
(8)   Χρησιμοποιείται ενεστώτας για δήλωση, ότι αυτό θα γίνει χωρίς αναβολή (b) και ότι επίκειται η πραγματοποίησή του (F).

Ματθ.3,11 ἐγὼ(1) μὲν βαπτίζω ὑμᾶς(2) ἐν ὕδατι(3) εἰς μετάνοιαν(4)· ὁ δὲ ὀπίσω μου(5) ἐρχόμενος(6) ἰσχυρότερός(7) μου ἐστίν, οὗ οὐκ εἰμὶ ἱκανὸς τὰ ὑποδήματα βαστάσαι(8)· αὐτὸς ὑμᾶς βαπτίσει(9) ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ καὶ πυρί(10).
Ματθ.3,11 Εγώ σας βαφτίζω με νερό, και το βάπτισμά μου είναι βάπτισμα μετάνοιας. Αυτός όμως που έρχεται ύστερα από μένα, είναι πιο ισχυρός από μένα, και δεν είμαι άξιος ούτε τα υποδήματά του να κρατήσω. Αυτός θα σας βαφτίσει με Άγιο Πνεύμα και φωτιά.
(1)   «Και πώς θα μπορέσουμε, θα πει κάποιος, να κάνουμε καρπό, αφού επίκειται το κόψιμο και ο χρόνος είναι τόσο στενός…; Μπορείς, λέει. Διότι δεν είναι τέτοιος αυτός ο καρπός, όπως των δέντρων, που χρειάζεται χρόνο πολύ… αλλά αρκεί να θελήσεις και το δέντρο αμέσως βλάστησε. Διότι σε αυτήν την καρποφορία συντελεί τα μέγιστα, όχι μόνο η φύση της ρίζας αλλά και η τέχνη του γεωργού. Διότι για αυτό βεβαίως… πρόσθεσε στη συνέχεια, δείχνοντας την ευκολία της καρποφορίας· Εγώ μεν… αυτός όμως που έρχεται πίσω μου… αυτός θα σας βαπτίσει με Πνέυμα Άγιο… Όπως ακριβώς είναι εύκολο να βαπτιστεί κάποιος, έτσι είναι εύκολα να μεταβληθείτε και να γίνετε καλύτεροι» (Χ).
(2)   Στο Μάρκο (α 7) και το Λουκά (γ 15) τα λόγια αυτά δεν απευθύνονται στους θρησκευτικούς αρχηγούς, αλλά στα πλήθη (S).
(3)   Η δοτική του οργάνου («ύδατι»), την οποία χρησιμοποιεί ο Λουκάς (γ 16), αρκούσε χωρίς την πρόθεση «εν». Αλλά η πρόθεση «εν», άρμοζε πριν τη λέξη «Πνεύματι» (όπως προηγείται και στο Λουκά), για να μη μεταβληθεί το Άγιο Πνεύμα σε απλό όργανο. Μαζί με την πρόθεση «εν», εισάγεται μία λεπτή διαφορά στην έννοια· Εν Πνεύματι=με τη δύναμη του Πνεύματος. Για να γίνει ο παραλληλισμός πληρέστερος ο Ματθαίος βάζει την πρόθεση και πριν τη λέξη «ύδατι» (L).
(4)   Με σκοπό να μετανοήσετε. Δηλαδή το βάπτισμα δήλωνε, ότι οι υποβαλλόμενοι σε αυτό μετανοούσαν για τις αμαρτίες τους και επιθυμούσαν να καθαριστούν από αυτές. Ήταν σύμβολο παρούσας και μέλλουσας κατάστασης σε μετάνοια (a).
«Αφού όρισε την απόσταση αυτού και εκείνου… κατασκευάζει το επιχείρημα συγκρίνοντας τα δεδομένα καθενός από τους δύο. Διότι δεν είπε αμέσως ότι δεν είμαι άξιος να λύσω το κορδόνι των υποδυμάτων του, αλλά αφού πρώτα ανέφερε τη μικρή αξία του δικού του βαπτίσματος και αφού έδειξε ότι δεν έχει τίποτα παραπάνω από το να τους οδηγήσει στη μετάνοια… τότε αναφέρει και το δικό του [του Ιησού], που είναι γεμάτο με ανείπωτη δωρεά» (Χ).
(5)   «Πίσω από αυτόν ερχόταν ο Χριστός, διότι ήταν και ύστερα από αυτόν όσον αφορά τη γέννηση, έξι μόνο μήνες, αλλά και όσον αφορά τη φανέρωση. Διότι εμφανίστηκε πρώτα ο Πρόδρομος και έπειτα ο Χριστός» (Θφ). Έπρεπε ο Ιωάννης να γεννηθεί λίγο πριν το Μεσσία (b) «μπροστά από τον οποίο αυτός ετοίμαζε το δρόμο του» (Ζ).
(6)   Ο ερχόμενος, δηλαδή ο Μεσσίας. (Δες Ματθ. ια 3). Περιγράφεται με αόριστη γλώσσα, που ανταποκρίνεται στις προσδοκίες των καιρών (S).
(7)   «Τον ονόμασε δυνατότερο, διότι είναι ενωμένος με τη θεότητα» (Ζ).
(8)   Με την όλη φράση «παρουσιάζει την υπερβολική υπεροχή αυτού ο οποίος κηρύττεται. Διότι, λέει, δεν μπορώ να καταταχτώ ούτε στους έσχατους δούλους του. Διότι αυτή η υπηρεσία έχει ανατεθεί στους τελευταίους δούλους» (Ζ). Το να κουβαλά τα παπούτσια και να μεταφέρει αυτά, ήταν έργο ταπεινότερο από το να λύνει τα κορδόνια τους, διότι το τελευταίο αυτό μπορούσε να γίνει και ως εκδήλωση φιλοξενίας ή ευγενικής φιλοφρόνησης. Ενώ το να μεταφέρει αυτά, ήταν έργο δούλου (L).
«Οι υπόλοιποι ευαγγελιστές είπαν «να λύσω το κορδόνι των υποδημάτων του», οπότε είναι φανερό, ότι και τα δύο τα είπε ο Ιωάννης, άλλοτε μεν αυτό, άλλοτε δε εκείνο» (Ζ).
(9)   «Και με την ίδια τη μεταφορική χρήση της λέξης [θα βαπτίσει], κάνει φανερό τον πλούτο της χάρης· διότι δεν είπε, θα σας δώσει Πνεύμα Άγιο, αλλά θα σας βαπτίσει με Πνεύμα Άγιο» (Χ). «Θα σας κατακλύσει άφθονα με τις χάριτες του Πνεύματος» (Θφ).
(10)   «Με το να συμπληρώσει: «και με φωτιά», φανερώνει πάλι την ορμητική και ασυγκράτητη δύναμη της χάρης» (Χ). «Διότι πράγματι πετάει πάνω σε κάθε βαπτιζόμενο το Άγιο Πνεύμα και όχι μόνο αγιάζει, αλλά και σαν φωτιά αόρατα εξαφανίζει τη βρωμιά της ψυχής του» (Ζ).

Ματθ.3,12 (1)οὗ(2) τὸ πτύον(3) ἐν τῇ χειρὶ(4) αὐτοῦ(2) καὶ διακαθαριεῖ(5) τὴν ἅλωνα(6) αὐτοῦ, καὶ συνάξει τὸν σῖτον αὐτοῦ εἰς τὴν ἀποθήκην(7), τὸ δὲ ἄχυρον κατακαύσει πυρὶ ἀσβέστῳ(8).
Ματθ.3,12 Κρατάει στο χέρι του το λιχνιστήρι, για να ξεκαθαρίσει το αλώνι του· το σιτάρι θα το συνάξει στην αποθήκη του, μα το άχυρο θα το κατακάψει στη φωτιά που δε σβήνει ποτέ».
(1)   Εξακολουθεί στο σ. αυτόν η μεταφορά (S). Ο Μεσσίας θα κάνει διαχωρισμό μεταξύ μετανοημένων και αμετανόητων. Και τους μεν πρώτους θα βαπτίσει με Πνεύμα Άγιο και θα μαζέψει αυτούς σαν στάρι σε αποθήκη, δηλαδή στη βασιλεία του. Τους δεύτερους θα αποκλείσει από τη βασιλεία του και θα ρίξει αυτούς στη φωτιά, για να καούν σαν άλλο άχυρο (a).
(2)   «οὗ… αὐτοῦ» είναι εβραικός τρόπος σύνταξης (b).
(3)   Πτύον εδώ είναι το ξύλινο λικμηστικό φτιάρι (κοινώς δικριάνι), με το οποίο το στάρι και το άχυρο υψώνονται στον αέρα, όπου από το φύσημα του ανέμου διαχωρίζονται (S). Μεταφορικά σημαίνει ή «τη δίκαιη κρίση του, η οποία, αυτούς μεν που πηγαίνουν πέρα δώθε από κάθε άνεμο της αμαρτίας, σαν αχυρένιους θα τους παραδώσει στην άσβεστη φωτιά της κόλασης, αυτούς όμως που έχουν βάρος αρετής, τους μαζεύει στην αποθήκη των ουράνιων σκηνών» (Ζ), ή πτύον (φτιάρι) είναι το ευαγγέλιο (b), το κήρυγμα του Σωτήρα, το οποίο άμεσο αποτέλεσμα επρόκειτο να έχει το να χωρίσει σε δύο στρατόπεδα τους ανθρώπους, σε πιστούς και απίστους, σε στάρι και άχυρο (δ).
(4)   «Είπε «στο χέρι του» διότι είναι εύκολο και έτοιμο στο να ξεχωρίσει» (Ζ).
(5)   Η πρόθεση δια=εντελώς (δ).
(6)   «Αλώνι ονομάζει την πολυπληθή εκκλησία της οικουμένης, στην οποία μαζεύονται όλοι όσοι καλλιεργήθηκαν από τη δεσποτική φροντίδα» (Ζ). Ή, πιο σωστά, όλος ο κόσμος τον οποίο ο Σωτήρας ήλθε να φωτίσει και να σώσει (δ).
(7)   Αποθήκη είναι η βασιλεία των ουρανών, η άνω Ιερουσαλήμ (δ).
(8)   Το οποίο δεν σβήνει. «Λέγοντας φωτιά άσβηστη, δείχνει ότι η τιμωρία θα είναι αθάνατη» (Χ).

Στίχ. 13-17. Η Βάπτιση του Ιησού στον Ιορδάνη.

Ματθ.3,13 Τότε(1) παραγίνεται ὁ Ἰησοῦς ἀπὸ τῆς Γαλιλαίας ἐπὶ τὸν Ἰορδάνην πρὸς τὸν Ἰωάννην τοῦ(2) βαπτισθῆναι(3) ὑπ᾿ αὐτοῦ.
Ματθ.3,13 Τότε έρχεται ο Ιησούς από τη Γαλιλαία στον Ιορδάνη, προς τον Ιωάννη για να βαφτιστεί απ’ αυτόν.
(1)   Με έννοια πολύ αόριστη όπως στο στίχο 5 (L).= Την ώρα που ο Βαπτιστής κήρυττε και βάπτιζε (p).
(2)   Το «του» μαζί με απαρέμφατο δηλώνει τον σκοπό (a).
(3)   βαπτισθῆναι «έρχεται ο Δεσπότης μαζί με τους δούλους, ο δικαστής μαζί με τους υπόδικους, για να βαπτιστεί… Διότι αυτός που καταδέχτηκε να κυοφορηθεί σε παρθενικά σπλάχνα επί τόσο χρόνο και να γεννηθεί από αυτά μαζί με τη δική μας ανθρώπινη φύση, να ραπιστεί, να σταυρωθεί, να πάθει όλα όσα έπαθε. Γιατί θαυμάζεις λοιπόν, επειδή καταδέχτηκε και να βαπτιστεί και να έλθει μαζί με τους άλλους προς τον δούλο του; Το εκπληκτικό ήταν εκείνο, να θελήσει να γίνει άνθρωπος, ενώ είναι Θεός. Τα άλλα όλα ακολουθούν κατά λογική ακολουθία» (Χ).
Αν και είναι αναμάρτητος και δεν έχει ανάγκη το βάπτισμα που συμβολίζει την προσωπική διόρθωση και κάθαρση, όμως εφ’ όσον πήρε τη φύση μας και έγινε αμαρτία για μας, συγκατέβη να τηρήσει όλες τις τελετές και τους τύπους, που επιβάλλονταν από το νόμο σε εκείνους τους οποίους ήλθε να σώσει (o).

Ματθ.3,14 ὁ δὲ Ἰωάννης(1) διεκώλυεν(2) αὐτὸν λέγων· ἐγὼ χρείαν ἔχω ὑπὸ σοῦ βαπτισθῆναι(3), καὶ σὺ ἔρχῃ πρός με(4);
Ματθ.3,14 Ο Ιωάννης όμως τον εμπόδιζε λέγοντάς του: «Εγώ έχω ανάγκη να βαφτιστώ από σένα κι έρχεσαι εσύ σ’ εμένα;»
(1)   Αυθεντική γραφή «ο δε διεκώλυεν». Ο Ιωάννης δεν βάπτιζε κανέναν, χωρίς προηγουμένως να συζητήσει μαζί του, και η συζήτηση αυτή στρεφόταν γύρω από την εξομολόγηση αυτού που βαπτιζόταν, η οποία ήταν δείγμα μετάνοιας. Αλλά η συζήτηση με τον συγγενή του από τη Ναζαρέτ έπεισε τον Ιωάννη, ότι βρισκόταν μπροστά σε έναν αναμάρτητο, ο οποίος για αυτό ήταν ηθικά ασύγκριτα πιο ανώτερος από αυτόν (p).
Ο Βαπτιστής άλλωστε, ο οποίος περίμενε τον Μεσσία κάθε μέρα προσηλώνοντας εξεταστικά τα βλέμματά του σε όλους όσους πλησίαζαν να βαπτιστούν, αμέσως μόλις είδε τον Σωτήρα προαισθάνθηκε με τη βοήθεια του Αγίου Πνεύματος ότι αυτός ήταν εκείνος που του προανήγγειλε ο Θεός (δ). «Κατάλαβε ποιός ήταν με τη βοήθεια του θείου Πνεύματος που κατοικούσε μέσα του» (Ζ).
(2)   Η λέξη αυτή λέγεται μοναδική φορά στην Καινή Διαθήκη. Η πρόθεση «δια» επιτείνει την έννοια= ζωηρά τον εμπόδιζε (δ).
(3)   «Εγώ ο υπεύθυνος για αμαρτίες από (σένα) τον αναμάρτητο, εγώ που βαπτίζω με απλό νερό από σένα που βαπτίζεις με Πνεύμα άγιο και φωτιά» (Ζ). «Επειδή δηλαδή καταγόταν από τον Αδάμ (ο Πρόδρομος) και αυτός κουβαλούσε τη μόλυνση από την παρακοή. Ο Χριστός όμως αφού σαρκώθηκε, τους καθάρισε όλους» (Θφ).
(4)   Δηλαδή ζητώντας να βαπτιστείς (b). «Δεν είπε: Και συ βαπτίζεσαι από εμένα; Διότι και αυτό φοβήθηκε να το πει. Αλλά τι είπε; Και συ έρχεσαι σε μένα;» (Χ). Οι στίχοι 14-15 είναι χαρακτηριστικοί στον Ματθαίο και μπαίνουν στη διήγηση για να εξηγήσουν πώς ο Ιησούς, ο οποίος ήταν αναμάρτητος, ήταν δυνατόν να έλθει στον Ιωάννη για να βαπτιστεί. Η ερώτηση μπορεί να αποδοθεί διαφορετικά ως εξής: Πώς είναι δυνατόν αυτός που συλλήφθηκε από το Αγιο Πνεύμα και είναι προορισμένος ως Μεσσίας να βαπτίζει με Πνεύμα άγιο και φωτιά, να έχει ανάγκη να βαπτιστεί; Η απάντηση δίνεται στο στίχο 15 (S).

Ματθ.3,15 ἀποκριθεὶς δὲ ὁ Ἰησοῦς εἶπε πρὸς αὐτόν· ἄφες(1) ἄρτι(2)· οὕτω(3) γὰρ πρέπον(4) ἐστὶν ἡμῖν(5) πληρῶσαι πᾶσαν δικαιοσύνην(6)· τότε ἀφίησιν(7) αὐτόν·
Ματθ.3,15 Ο Ιησούς όμως του αποκρίθηκε: «Ας τ’ αφήσουμε τώρα αυτά, γιατί πρέπει να εκπληρώσουμε κι οι δυο μας ό,τι προβλέπει το σχέδιο του Θεού». Τότε ο Ιωάννης τον άφησε να βαφτιστεί.
(1)   «Υποχώρησε για την ώρα, χωρίς να προβάλλεις για άρνηση τα σχετικά με την αναμαρτησία και τη θεότητά μου. Διότι τώρα δεν είναι καιρός για αυτά, αλλά από συγκατάβαση βαπτίζομαι από εσένα» (Ζ). Το «άφησε» είναι ελλειπτικό του «να βαπτιστώ» και σημαίνει μη με εμποδίζεις να βαπτιστώ (δ).
(2)   «Δεν είπε απλώς «άφησε», αλλά πρόσθεσε το «τώρα». Διότι αυτό δεν θα διαρκέσει για πάντα, λέει, αλλά θα με δεις στην κατάσταση που επιθυμείς. Τώρα όμως να δεχτείς αυτό» (Χ).
(3)   = Με αυτόν τον τρόπο, τον οποίο εσύ θαυμάζεις της άκρας ταπείνωσης και κένωσης (δ).
(4)   Ό,τι δεν φαινόταν πρέπον στον Ιωάννη, στην πραγματικότητα ήταν τέτοιο, γιατί ήταν δίκαιο (b).
(5)   «Έτσι αρμόζει σε μένα, να εκπληρώσω κάθε εντολή του Θεού» (Ζ). Το «σε μας» εδώ για τον εαυτό του μόνο το λέει ο Σωτήρας (δ).
(6)   «Έπειτα δείχνει πώς είναι αυτό πρέπον. Πώς λοιπόν είναι πρέπον; Διότι εκπληρώνουμε όλο το νόμο» (Χ).
«Διότι δικαιοσύνη τώρα λέει την εντολή του Θεού. Όλες τις εντολές, λέει, τις εκπλήρωσα, όσες ο νόμος διατάζει και αυτή μόνη έμεινε, η εντολή για να βαπτιστώ… Και ήταν εντολή Θεού και το βάπτισμα του Ιωάννη. Διότι είπε αυτός (ο Ιωάννης), ότι «αυτός που με έστειλε να βαπτίζω… και τα υπόλοιπα» (Ζ).
Ήταν του Θεού θέλημα ο Ισραήλ να βαπτιστεί και να μπει στη βασιλεία των ουρανών. Και ο Υιός του Θεού λοιπόν, ο οποίος δεν είχε την αξίωση να εξαιρεθεί από το φόρο για το Ναό (Ματθ. ιζ 25,26), δεν ζητά να εξαιρεθεί και σε αυτήν την περίπτωση. Στο τέλος της δημόσιας δράσης του, επρόκειτο να βαπτιστεί το βάπτισμα του παθήματος (Λουκά. ιβ 50,Μάρκος. ι 38) και να βαστάσει τις αμαρτίες των άλλων ως αναμάρτητο θύμα πάνω στο ξύλο (Α Πέτρου. β 24). Δεν έπρεπε λοιπόν στην αρχή της δημόσιας δράσης του να εκφράσει τη συμπάθειά του προς εκείνους, οι οποίοι στέναζαν κάτω από την αμαρτία, αν και αυτός δεν είχε κάποια αμαρτία, με το να υποβληθεί, όπως εκείνοι, στο βάπτισμα του Ιωάννου;
(7)   Ανταποκρίνεται στο «άφησε» που είναι στην αρχή του στίχου (b). «Αμέσως υπάκουσε» (X). Το αφίησιν είναι ιστορικός ενεστώτας, όπως φαίνεται από το «τότε».

Ματθ.3,16 καὶ βαπτισθεὶς ὁ Ἰησοῦς ἀνέβη εὐθὺς(1) ἀπὸ τοῦ ὕδατος· καὶ ἰδοὺ(2) ἀνεῴχθησαν(3) αὐτῷ(4) οἱ οὐρανοί, καὶ εἶδε τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ καταβαῖνον ὡσεὶ(5) περιστερὰν(6) καὶ ἐρχόμενον ἐπ᾿ αὐτόν(7)·
Ματθ.3,16 Βαφτίστηκε, λοιπόν, ο Ιησούς κι αμέσως βγήκε από το νερό. Κι αμέσως άνοιξαν γι’ αυτόν οι ουρανοί και είδε το Πνεύμα του Θεού σαν περιστέρι να κατεβαίνει και να έρχεται πάνω του.
(1)   Αναμφίβολα κάποιοι παρέτειναν το βάπτισμα, για να εξομολογηθούν κατά τη διάρκειά του τις αμαρτίες τους (L). «Ο Χριστός όμως επειδή δεν είχε αμαρτία, δεν άργησε μέσα στο νερό» (Ζ).
(2)   Κάτι νέο και μεγάλο συνέβη (b).
(3)   Ο Μάρκος με πιο ζωηρό τρόπο χρησιμοποιεί το ρήμα «σχιζομένους» (S). Ο Ματθαίος και ο Λουκάς χρησιμοποιούν το ανοίγω, λέξη πολύ φυσική στην περίπτωση αυτή. Δες Ιωάννου. α 52, Πράξεις. ι 11, Αποκάλυψη. ιθ 11 (L). Το άνοιγμα των ουρανών δεν πρέπει να θεωρηθεί με υλική και πραγματική σημασία, αλλά με πνευματική υπερφυσικού ανοίγματος του εσωτερικού καλύμματος το οποίο αποκλείει τη θέαση των πνευματικών πραγμάτων, όπως ο υλικός εξωτερικός ουρανός, το στερέωμα, φαίνεται να μας εμποδίζει από τη θέαση των πιο πέρα από αυτόν (δ).
(4)   Η λέξη δεν μαρτυρείται από όλους τους κώδικες. Αναφέρεται προφανώς στο Σωτήρα (δ). Ο Ιησούς είδε τους ουρανούς ανοιγμένους, όχι όμως αναγκαστικά και οι άλλοι (S). Αλλά όταν το Πνεύμα κατέβαινε σαν περιστέρι, πήρε αυτό μορφή αισθητή, ορατή και στους άλλους (L). Έτσι ο Ιωάννης το είδε (το Πνεύμα).
(5)   «Το Πνεύμα δεν πήρε τη φύση περιστεριού. Για αυτό και ο ευαγγελιστής δεν είπε «με τη φύση περιστεριού» αλλά «με τη μορφή περιστεριού». Ούτε έπειτα από το γεγονός αυτό εμφανίστηκε με αυτήν τη μορφή, αλλά μόνο τότε» (Χ). Η μορφή η εξωτερική, το σωματικό είδος, το οποίο το Αγιο Πνεύμα διάλεξε, για να εμφανιστεί κατά τη βάπτιση, ήταν ό μ ο ι ο με αυτό του περιστεριού. Διότι αυτό δηλώνει ο ομοιωματικός σύνδεσμος ωσεί (δ).
(6)   «Είναι ήμερο το ζώο και καθαρό. Επειδή λοιπόν και το Πνεύμα είναι πραότητας πνεύμα, για αυτό φαίνεται με αυτή τη μορφή» (Χ).
«Το ζώο αυτό αγαπά τους ανθρώπους από τη φύση του και είναι ανεξίκακο. Διότι όταν του στερήσουν τα μικρά του (πουλάκια) το υπομένει και πλησιάζει με τον ίδιο τρόπο αυτούς που του τα στέρησαν. Και είναι πάρα πολύ καθαρό» (Ζ).
Και ο Μεσσίας είναι πράος και ταπεινός στην καρδιά (Ματθαίου. ια 29,κα 5) και την πραότητα συνιστά στους διακόνους του (Ματθαίος. ι 16) και για τους πράους επιφυλάσσει ως κληρονομία τη γη (Ματθ. ε 5) (p). Ή το πολύ κοντινό παράλληλο με την εδώ χρήση των ευαγγελίων του είδους του περιστεριού βρίσκεται στον Φίλωνα, ο οποίος δέχεται το περιστέρι ως σύμβολο της θείας σοφίας. Είναι επίσης πιθανόν ότι ο συνδυασμός του περιστεριού με τη θεία Σοφία ήταν οικείος στη γενιά του Φίλωνα (S).
Αξιόλογη και η αλληγορία «ταυτόχρονα, αυτού του περιστεριού ήταν τύπος εκείνο που ευαγγελίστηκε στο Νώε το τέλος του κατακλυσμού. Διότι όπως ακριβώς τότε έγινε κατακλυσμός από νερό, έτσι και τώρα από την αμαρτία. Και όπως ακριβώς εκείνο το περιστέρι ευαγγελίστηκε την κατάπαυση εκείνου του κατακλυσμού, έτσι και αυτό (το Πνεύμα) του τωρινού» (Ζ). Ο αναμάρτητος Υιός του ανθρώπου είναι ο τόπος, όπου το περιστέρι μπορεί να βρει ανάπαυση (Γένεση η 9) και να μείνει σε αυτόν (Ησαϊα μβ 1).
(7)   ἐπ᾿ αὐτόν «Επειδή δηλαδή η φωνή που έλεγε «αυτός είναι ο γιος μου ο αγαπητός» φαινόταν στο πλήθος ότι περισσότερο άρμοζε στον Ιωάννη και επειδή καθένας από τους ακροατές σχημάτισε την ιδέα ότι για τον βαπτιστή μάλλον παρά για τον βαπτιζόμενο… ήλθε το Πνεύμα… ελκύοντας τη φωνή πάνω από τον Ιησού και έκανε φανερό σε όλους ότι το «αυτός» δεν είχε λεχθεί για τον Ιωάννη που βάπτιζε αλλά για τον Ιησού που βαπτιζόταν» (Χ).
Το «ερχόμενον» αποτελεί νέα ένδειξη ότι η εμφάνιση ήταν αισθητή (L). Δεν πρέπει για κανένα λόγο να θεωρήσουμε, ότι αυτός συλλήφθηκε από το Αγιο Πνεύμα στερούνταν το Πνεύμα μέχρι τη βάπτισή του. Ούτε ότι το χάρισμα του Πνεύματος, που δόθηκε με το βάπτισμα, επέφερε κάποια μεταβολή στη φύση του. Για αυτόν το Πνεύμα σημείωσε την αρχή της δημόσιας δράσης του ως Μεσσία, ως χρισμένου βασιλιά (p).
Η θεία χάρη, που υπήρχε από την αρχή στο Σωτήρα ως άνθρωπο, μετέδιδε σε αυτόν εσωτερικά τα πλούσια δώρα του Πνεύματος ανάλογα με την δύναμη που κάθε φορά χωρούσε η ανθρώπινη φύση (Λουκά. β 40). Η κάθοδος λοιπόν του αγίου Πνεύματος πάνω σε αυτόν δεν ήταν μετάδοση ξένης δωρεάς από τα έξω, όπως αυτή που δόθηκε στους αποστόλους κατά την Πεντηκοστή, αλλά φανέρωση στον Ιωάννη και στο λαό της συντελεσμένης ήδη εσωτερικής χρίσης και εξωτερική χρίση, δηλαδή ανάδειξη αυτού ως Μεσσία και Σωτήρα του κόσμου (δ).

Ματθ.3,17 καὶ ἰδοὺ(1) φωνὴ(2) ἐκ τῶν οὐρανῶν λέγουσα· οὗτός(3) ἐστιν ὁ υἱός μου(4) ὁ ἀγαπητός(5), ἐν ᾧ εὐδόκησα(6).
Ματθ.3,17 Ακούστηκε τότε μια φωνή από τα ουράνια που έλεγε: «Αυτός είναι ο αγαπημένος μου Υιός, αυτός είναι ο εκλεκτός μου».
(1)   Επαναλαμβάνει το δεικτικό επίρρημα, για να ελκύσει την προσοχή του αναγνώστη στο δεύτερο γεγονός της ανακήρυξης (δ).
(2)   Έγινε ή ακούστηκε (δ).
(3)   Στον Μάρκο φαίνεται ότι η φωνή ακούστηκε από μόνο τον Ιησού («Εσύ είσαι ο υιός μου…»). Ο Ματθαίος μεταβάλλει το Εσύ είσαι σε Αυτός είναι, για να κάνει φανερό, ότι η διακήρυξη υπήρξε δημόσια (a), και ακούστηκε και από τους άλλους, «ώστε σε εκείνους περισσότερο, οι οποίοι άκουγαν, να δειχτεί ότι ήταν υιός του Θεού… Δεν δηλωνόταν λοιπόν στο Χριστό ό,τι γνώριζε, αλλά για εκείνους που παρόντες άκουγαν, έγινε αυτή η φωνή» (Αυγουστίνος De cons,ev.ΙΙ 14).
(4)   Το όλο χωρίο παρουσιάζεται να συμφωνεί με το Ησαϊου μβ 1 όπως παρατίθεται από τον Ματθαίο (ιβ 18-21): Να, το παιδί μου, το οποίο διάλεξα. Ο αγαπητός μου, στον οποίο ευαρεστήθηκε η ψυχή μου. Θα βάλω το Πνεύμα μου πάνω του (a).
(5)   ἀγαπητός Ο «αγαπητός» δεν είναι προσδιορισμός του «ο υιός μου» αλλά ανεξάρτητος τίτλος = ο αγαπημένος = ο Μεσσίας (a).
(6)   εὐδόκησα «Στον οποίο αναπαύομαι, στον οποίο αρέσκομαι» (Θφ). Στον οποίο ευαρεστήθηκα. Και δείχνει εδώ την ευαρέσκεια, την οποία από την αρχή προ των αιώνων έχει ο Πατέρας στην απαράλλακτή του εικόνα. Και για αυτό μπαίνει ο αόριστος χρόνος για να δηλώσει το από την αρχή, το πριν τους αιώνες (δ). Άλλη ερμηνεία λιγότερο πιθανή: «ευδοκία είναι η αγαθή θέληση. Και αγαθή θέληση ήταν, το να σωθούν οι άνθρωποι. Τώρα είπε, ότι αυτός είναι, αυτός για τον οποίο θέλησα τα αγαθά, δηλαδή από τον οποίο θα έλθει η σωτηρία των ανθρώπων» (Ζ). «Ευαρεστήθηκε δηλαδή ο Θεός και Πατέρας να αναμορφώσει τα πάντα και τα ξαναφέρει στην κατάσταση που ήταν από την αρχή» (Κ)


ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Δ’ (4)

Στίχ. 1-11. Οι τρεις πειρασμοί του Ιησού.

Ματθ.4,1 Τότε(1) ὁ Ἰησοῦς ἀνήχθη(2) εἰς τὴν ἔρημον(3) ὑπὸ τοῦ Πνεύματος(4) πειρασθῆναι(5) ὑπὸ τοῦ διαβόλου(6),
Ματθ.4,1 Τότε ο Ιησούς οδηγήθηκε από το Πνεύμα στην έρημο για να αντιμετωπίσει τους πειρασμούς του διαβόλου.
Σύμφωνα με κοινή πείρα της ανθρωπότητας, οι καιροί κατά τους οποίους εκδηλώνονται ειδικά πνευματικά χαρίσματα ή ανώτερες εξάρσεις, συνοδεύονται από περιστάσεις ιδιαιτέρων δοκιμασιών και πειρασμών. Ο Μεσσίας δεν θα αποτελούσε εξαίρεση. Αμέσως μόλις χρίστηκε από το Πνεύμα για το έργο του, αντιμετώπισε σκληρή σύγκρουση με την μεγάλη προσωπικη δύναμη του κακού. Σε αυτήν επιχείρησε ο διάβολος να ανατρέψει τον Μεσσία στην ίδια την αρχή του δημόσιου σταδίου του ως Σωτήρα του κόσμου, όπως και η αγωνία της Γεθσημανή απέβλεπε στο να ανατρέψει αυτόν στο τέλος του.
Ο πειρασμός, στον οποίο ο Υιός του ανθρώπου θριάμβευσε, είναι το αντίστοιχο του πειρασμού, κατά τον οποίο ο πρώτος άνθρωπος έπεσε. Ως απόγονος και αντιπρόσωπος του πεσμένου ανθρωπίνου γένους, ο Μεσσίας έχει ως αποστολή του να νικήσει στη σφαίρα, όπου οι αντιπροσωπευόμενοι από αυτόν ηττήθηκαν. Και ο αγώνας δεν επιδέχεται αναβολή. Η πρώτη πηγή πληροφοριών για τους πειρασμούς αυτούς πρέπει να υπήρξε ο ίδιος ο Κύριος, όπως και αυτοί οι πλέον αυστηροί κριτικοί δέχονται. Οι μαθητές του δεν φαίνεται πιθανόν ότι διανοήθηκαν, ότι ο Κύριος ήταν δυνατόν να πειραστεί από τον διάβολο. Αλλά και αν διανοούνταν αυτό, θα φαντάζονταν τελείως διαφορετικούς πειρασμούς για αυτόν, όπως τα διάφορα συναξάρια των αγίων δείχνουν.
Και όπως ο Sanday παρατηρεί, τον καιρό που η ιστορία του πειρασμού λέχθηκε και γράφτηκε για πρώτη φορά, κανείς δεν κατείχε τον βαθμό εκείνο της βαθειάς γνώσης για τη φύση και την αποστολή του Κυρίου, η οποία θα τον έκανε ικανό να επινοήσει την αφήγηση σχετικά με τον πειρασμό. Από τα λόγια της αφήγησης αυτής φανερώνεται με σαφήνεια, ότι οι πειρασμοί ήταν τελείως εξωτερικοί και δεν ήταν αποτέλεσμα κάποιας προηγούμενης αμαρτίας, όπως συμβαίνει με πολλούς από τους δικούς μας πειρασμούς. Επίσης, ότι ο σατανάς δεν είναι απλώς κάποια γενική ονομασία για δήλωση απρόσωπων πονηρών παρωθήσεων.
Η επιστήμη δεν έχει σοβαρές ενστάσεις, για να αντιταχθεί στην ύπαρξη προσωπικών δυνάμεων του κακού. Ο συγγραφέας της προς Εβραίους επιστολής επιμένει σε τρία σημεία ως προς τους πειρασμούς του Κυρίου (β 18,δ 15). 1. Οι πειρασμοί υπήρξαν πραγματικοί. 2. Ο Ιησούς υπήρξε απολύτως νικητής και 3. Ένας από τους λόγους, για τους οποίους υποβλήθηκε σε αυτούς, υπήρξε, για να καταστούμε βέβαιοι για τη συμπάθειά του στους πειρασμούς μας. Πράγματι, αντιστεκόμενος πάντοτε μέχρι τέλους στους πειρασμούς του, γνώρισε, όσο κανείς άλλος, πόσο σκληρή μπορεί να είναι η πίεση του πειρασμού. Σε μία μόνο περίπτωση είναι ξένος με τη δική μας πείρα, στο ότι δηλαδή δεν υπέκυψε ποτέ στον πειρασμό και δεν αισθάνθηκε ποτέ την ντροπή ή τις τύψεις του αμαρτωλού.
(1)   «Τότε. Πότε; Μετά την κάθοδο του Πνεύματος (στη Βάπτιση), μετά τη φωνή που ήλθε από ψηλά» (Χ).
(2)   Ανάγω= οδηγώ σε τόπο υψηλότερο. Εδώ δηλαδή, από την όχθη του Ιορδάνη που βρισκόταν χαμηλότερα, στην έρημο (g).
(3)   Κάποιο πιο ερημικό μέρος από την έρημο που αναφέρεται στο κεφ. γ 1 (b).
«Δες πού, αφού τον πήρε το Πνεύμα, τον οδήγησε· όχι σε πόλη και αγορά, αλλά στην έρημο. Επειδή δηλαδή ήθελε να προσελκύσει τον διάβολο, όχι μόνο με την πείνα αλλά και με τον τόπο, τού δίνει αφορμή. Διότι τότε κατεξοχήν επιτίθεται ο διάβολος, όταν μας δει απομονωμένους και περιορισμένους στον εαυτό μας» (Χ).
(4)   Δηλαδή του Αγίου (b). «Εννοώντας ότι το Πνεύμα τον παρακινούσε στον αγώνα εναντίον του διαβόλου» (Σχ). Η δύναμη που τον ωθούσε στην έρημο ήταν το Άγιο Πνεύμα (S).
(5)   Το «να πειραστεί» δεν εκφράζει την πρόθεση του Ιησού, αλλά την πρόθεση του Πνεύματος (S). Όχι από αλαζονεία ή για επίδειξη της δύναμής του εναντίον κάθε πειρασμού, έριξε τον εαυτό του στη δοκιμασία αυτή, αλλά οδηγήθηκε από το Πνεύμα, ώστε μέσω της πείρας να γίνει συμπαθής και πιστός αρχιερέας, έτσι ώστε επειδή ο ίδιος υπέφερε και δοκιμάστηκε, μπορεί τώρα να βοηθήσει αυτούς που δοκιμάζονται (Εβρ. 2,18) (ο). Ο πειρασμός αυτός είναι μία περίληψη όλων των πειρασμών, τους οποίους ο διάβολος έφερε σε αυτόν από την αρχή (b).
(6)   «Διάβολος λέγεται διότι διέβαλε (=συκοφάντησε) το Θεό στον Αδάμ. Διότι είπε σε αυτόν, ότι ο Θεός μάς φθονεί. Και τώρα όμως συκοφαντεί την αρετή σε εμάς» (Θφ).

Ματθ.4,2 καὶ νηστεύσας(1) ἡμέρας τεσσαράκοντα(2) καὶ νύκτας(3) τεσσαράκοντα ὕστερον(4) ἐπείνασε(5).
Ματθ.4,2 Σαράντα μέρες και σαράντα νύχτες δεν έφαγε τίποτε ο Ιησούς· ύστερα όμως πείνασε.
(1)   «Νήστευσε για να μας διδάξει πρώτα, ότι η νηστεία είναι μεγάλο οχύρωμα σε αυτούς που αγωνίζονται εναντίον του δαίμονα» (Ζ).
(2)   «Και ο Μωϋσής και ο Ηλίας στο παρελθόν μπόρεσαν να φτάσουν σε αυτήν τη διάρκεια της νηστείας, ενισχυόμενοι από τη δύναμη του Θεού» (Χ). Αλλά οι συνθήκες στις οποίες νήστευσε ο Μωϋσής ήταν συνθήκες δόξας· ενώ του Χριστού ήταν συνθήκες ταπείνωσης και αυτό είναι το πιο αξιοθαύμαστο (b).
«Δεν ξεπέρασε όμως ο Χριστός το μήκος των ημερών της νηστείας που νήστεψε ο Μωϋσής και ο Ηλίας, για να δώσει χώρο στον πειραστή να του επιτεθεί ως άνθρωπο» (Σευήρος).
«Διότι αν νήστευε περισσότερες ημέρες, θα δινόταν η εντύπωση ότι η σάρκωση είναι φανταστική (και όχι πραγματική)» (Θφ).
(3)   «Νομίζω ότι αυτό το πρόσθεσε λόγω των νηστειών των Εβραίων, οι οποίοι νηστεύουν τις ημέρες και τρώνε τις νύχτες» (Ζ).
(4)   Το «ύστερον» αποκλείει το αίσθημα της πείνας από τις 40 ημέρες τις οποίες νήστεψε (δ).
(5)   «Πείνασε για να δείξει την αληθινή ενανθρώπηση» (Επιφάνιος) και «για να δώσει μέσω της πείνας αφορμή στο διάβολο να τον πλησιάσει και να του επιτεθεί και έτσι να τον ρίξει και να τον νικήσει» (Θφ). Με τροφή πειράστηκε ο πρώτος Αδάμ και έπεσε, με τροφή πειράζεται και ο νέος Αδάμ (F).

Ματθ.4,3 (1)καὶ προσελθὼν(2) αὐτῷ ὁ πειράζων(3) εἶπεν· εἰ υἱὸς εἶ τοῦ Θεοῦ(4), εἰπὲ ἵνα οἱ λίθοι οὗτοι(5) ἄρτοι γένωνται(6).
Ματθ.4,3 Τότε εμφανίστηκε αυτός που βάζει σε πειρασμό τους ανθρώπους και του είπε: «Αν είσαι Υιός του Θεού, πες να γίνουν αυτές οι πέτρες ψωμιά».
(1)   Οι σ. 3-10 δεν υπάρχουν στο Μάρκο. Ο Λουκάς έχει μία παράλληλη αφήγηση, αλλά οι πειρασμοί αριθμούνται με διαφορετική σειρά και οι φράσεις που περιγράφουν αυτούς είναι διαφορετικές. Οι δύο ευαγγελιστές άντλησαν, φαίνεται, από ανεξάρτητες γραπτές ή προφορικές πηγές (a).
(2)   Με αισθητή μορφή δηλαδή. Ο πειραστής καραδοκούσε τη στιγμή (b).
(3)   Όπως και στο Α΄Θεσ. γ 5 (L). Κατά γράμμα σημαίνει αυτός που έχει τη συνήθεια να αποπλανά προς την αμαρτία (ο).
(4)   Η φράση «αν είσαι γιος του Θεού» αποδεικνύει, ότι ο δαίμονας γνώριζε μέχρι κάποιου σημείου τη σχέση του Ιησού με το Θεό, και θέλει να πληροφορηθεί για αυτήν περισσότερο (F). «Επειδή δηλαδή είχε ακούσει τη φωνή που ερχόταν από τον ουρανό και έλεγε: «Αυτός είναι ο Υιός μου ο αγαπητός», άκουσε επίσης και τον Ιωάννη να μαρτυρεί τόσα πολλά για αυτόν, έπειτα τον είδε να πεινάει, βρισκόταν λοιπόν σε αμηχανία και ούτε ότι ήταν απλός άνθρωπος μπορούσε να πιστέψει εξαιτίας αυτών που ειπώθηκαν για αυτόν, ούτε πάλι να παραδεχτεί μπορούσε ότι ήταν Υιός του Θεού, επειδή τον έβλεπε να πεινάει. Για αυτό όντας σε αμηχανία, λέει λόγια αμφιβολίας» (Χ).
«Συνεχώς προσθέτει εδώ σε κάθε έναν από τους λόγους του το «Αν είσαι Υιός του Θεού», δηλαδή αν είναι αληθινή η φωνή που σε ονόμασε Υιό, γιατί δεν επιβεβαιώνεις αυτήν, με το να κάνεις αυτά που σου λέω;» (Α).
«Δεν είπε, Επειδή πεινάς, αλλά «αν είσαι Υιός του Θεού», νομίζοντας ότι θα τον ξεγελούσε με τα εγκώμια» (Χ).
«Διότι νόμιζε ότι θα τον προκαλέσει με το λόγο αυτόν, και σαν να κοροϊδεύτηκε (ο Χριστός) ότι δεν είναι υιός του Θεού και αγνοώντας το δόλο, θα μεταβάλλει τις πέτρες σε ψωμιά δείχνοντας ότι έχει δύναμη Θεού» (Ζ).
Ο σατανάς ζητά από τον υιό του Θεού να επαρκέσει στις ανάγκες του με την υπερφυσική του δύναμη. Δεν ήταν αυτό παρά το πρώτο βήμα. Γιατί στη συνέχεια να υποβληθεί σε ανάγκες σκληρότερες, από όσο ήταν η προμήθεια τροφών, δηλαδή να δεχτεί τους κόπους των οδοιποριών, να υπομείνει την κακοτροπιά των Γραμματέων και κάθετί που στενοχωρεί και βασανίζει τον συνηθισμένο άνθρωπο; Με αυτό το πρίσμα γιατί στο τέλος να πιει και το ποτήρι του θανάτου; (L).
Η άρνηση του Χριστού να καταφύγει σε θαύμα για να αποτρέψει τον από την πείνα κίνδυνο έχει το παράλληλό της στην αποφυγή του να ζητήσει υπερφυσική βοήθεια για να αποτρέψει το θάνατο πάνω στο Σταυρό. Δεν θέλησε να μεταβάλλει τις πέτρες σε ψωμιά, όπως δεν θέλησε να παρατάξει λεγεώνες αγγέλων (Ματθ. κστ 53), διότι σε καμία από τις περιπτώσεις αυτές το θέλημα του Πατέρα δεν επέτρεπε αυτό (p).
Έξυπνη και η ερμηνεία: «Και τι αμάρτημα ήταν το να κάνει τις πέτρες ψωμιά; Άκου λοιπόν, ότι το να ακούει κάποιος τον διάβολο σε κάτι, είναι αμάρτημα. Και από την άλλη δες· δεν είπε, για να γίνει η πέτρα αυτή ψωμί, αλλά οι πέτρες, θέλοντας να ρίξει το Χριστό στο περιττό. Διότι σε αυτόν που πεινά, ένας άρτος οπωσδήποτε αρκεί» (Θφ).
(5)   Αυτοί που ήταν κάτω στη γη μπροστά στα μάτια τους, τους οποίους δείχνει με το δάχτυλό του ο διάβολος (δ).
(6)   Η αφήγηση για τους πειρασμούς έχει σοβαρό στήριγμα πάνω στην αξιοπιστία των θαυμάτων. Αποτελεί ισχυρή επιβεβαίωση των θαυμάτων που αποδίδονται στον Ιησού. Και αυτό, διότι, όπως είδαμε, η πηγή της αφήγησης είναι ο ίδιος ο Κύριος. Είναι όμως απίστευτο να αφηγηθεί κάποιος μία τέτοια ιστορία για τον εαυτό του σε πρόσωπα, τα οποία γνώριζαν ότι ουδέποτε έκανε κάποιο θαύμα. Το ίδιο απίστευτο είναι, ότι θα επινοούσε κάποιος μία τέτοια ιστορία για πρόσωπο, για το οποίο ουδέποτε έγινε γνωστό ότι επιτέλεσε θαύματα (p).

Ματθ.4,4 Ὁ δὲ ἀποκριθεὶς εἶπε· γέγραπται(1), οὐκ ἐπ᾿ ἄρτῳ μόνῳ ζήσεται ἄνθρωπος(2), ἀλλ᾿ ἐπὶ παντὶ ῥήματι ἐκπορευομένῳ διὰ στόματος Θεοῦ(3).
Ματθ.4,4 Ο Ιησούς όμως του αποκρίθηκε: «Ο άνθρωπος, λέει η Γραφή, δε ζει μόνο με ψωμί, αλλά με κάθε λόγο που βγαίνει από το στόμα του Θεού».
(1)   Η παράθεση από το Δευτ. η 3 σύμφωνα με τους Ο΄(=μετάφραση των 70). Στο Δευτερονόμιο περιγράφεται, πώς οι Ισραηλίτες στις πορείες τους διαμέσου της ερήμου έμαθαν, ότι οι φυσικές τροφές δεν αρκούν πάντοτε για διατήρηση της ζωής. Οδηγήθηκαν έτσι στο να ζουν σε εξάρτηση από τον δημιουργικό λόγο του Θεού. Ο Χριστός επαναλαμβάνει την αρχή αυτή ότι ισχύει και για τον εαυτό του. Θα εμπιστευτεί το θέλημα του Θεού για τις βιοτικές του ανάγκες. Ο Θεός, εάν είναι θέλημά του, μπορεί να προμηθεύσει σε αυτόν τροφή (a).
Η όλη απάντηση του Κυρίου έχει την εξής έννοια: Η τροφή δεν θα διατηρήσει τον άνθρωπο ζωντανό, εάν δεν πει και ο Θεός να ζήσει αυτός. Εάν όμως ο Θεός πει να ζήσει ο άνθρωπος, θα ζήσει είτε έχει είτε δεν έχει τροφή (p).
«Και διδάσκει, ότι δεν πρέπει να απομακρυνόμαστε από το Θεό, ακόμη και αν δοκιμαζόμαστε από πείνα» (Θεόδωρος Ηρακλ.).
(2)   Δεν απαντά στον πειραστή σχετικά με την ονομασία Υιός του Θεού, αλλά μιλά σαν ένας από τους πολλούς, τους υποχρεωμένους να τηρούν το λόγο του Θεού (b).
(3)   «Διότι πράγματι, κάθε λόγος που βγαίνει από το στόμα του Θεού σε αυτόν που πεινάει, σαν άλλη τροφή συγκρατεί τη ζωή του και του αρκεί» (Ζ).
«Διότι και οι Εβραίοι τράφηκαν με το μάννα, που δεν ήταν άρτος, αλλά μέσω του λόγου του Θεού εκπλήρωνε κάθε ανάγκη των Εβραίων» (Θφ). «Μπορεί ο Θεός και με λόγο να θρέψει αυτόν που πεινά» (Χ).

Ματθ.4,5 Τότε(1) παραλαμβάνει(2) αὐτὸν ὁ διάβολος εἰς τὴν ἁγίαν πόλιν(3), καὶ ἵστησιν αὐτὸν ἐπὶ τὸ πτερύγιον(4) τοῦ ἱεροῦ
Ματθ.4,5 Ύστερα τον οδήγησε ο διάβολος στην άγια πόλη, την Ιερουσαλήμ και τον έστησε στο πιο ψηλό μέρος του ναού
(1)   =Μετά την αποτυχία του στον πρώτο πειρασμό (δ). Ο Λουκάς αναφέρεται κλιμακωτά στους τόπους και μιλά διαδοχικά για την έρημο, το όρος, το ναό. Αυτό μεταβάλλει τη σειρά όχι μόνο χωρίς βλάβη αλλά και ωφέλιμα, διότι αυτό αποτελεί απόδειξη ότι ο ένας ευαγγελιστής δεν αντιγράφει τον άλλον. Επιπλέον ίσως ο πειραστής επιτέθηκε στον Κύριο και με κάτι από τον τρίτο πειρασμό πριν ακόμη υποβάλλει αυτόν στον δεύτερο και εμφανίστηκε με ποικίλλες μεταμορφώσεις (b).
(2)   «Αντί να πει: αφού τον πήρε τον οδηγεί. Διότι άφησε τον εχθρό να τον οδηγεί όπου θέλει και να τον πολεμά όπως θέλει, έτσι ώστε αφού από παντού ηττηθεί, μόνος του να δραπετεύσει» (Ζ).
Υπερφυσική δύναμη παραχωρήθηκε στον πειραστή μέχρι τη στιγμή κατά την οποία ο Κύριος λέει σε αυτόν το Ύπαγε του στίχου 10. Δεν πρέπει να θαυμάσει κάποιος, λέει ο Γρηγόριος, ότι ο Χριστός επιτρέπει στον εαυτό του να μεταφερθεί από τον διάβολο, αφού παρέδωσε τον εαυτό του να σταυρωθεί από τα όργανα του διαβόλου (b).
(3)   «Αγία πόλη λέει την Ιερουσαλήμ, διότι ήταν αφιερωμένη στο Θεό και για αυτό ήταν σεβάσμια, ή επειδή είχε τον άγιο ναό» (Ζ). Έτσι και ο Ιώσηπος ονομάζει αυτήν ιερά πόλις (Αρχ. IV,4,4) και ο Φίλων: η ιερόπολις (De leg. 36). Και οι Ο΄μετέφρασαν η αγία πόλις (Ησ. μη 2,νβ 1,ξστ 20 κλπ) (L).
(4)   Άλλοι θεωρούν ότι είναι το αέτωμα των αγίων (του ναού), άλλοι ότι είναι το αέτωμα της στοάς του Σολομώντα, άλλοι το αέτωμα της βασιλικής πύλης για την οποία μετέπειτα ο Ιώσηπος (Αρχ. XV,11,5) λέει ότι είχε τέτοιο ύψος «ώστε αν κάποιος κοίταζε από τη σκεπή της, συνδυάζοντας τα δύο ύψη, ζαλιζόταν και η όρασή του δεν μπορούσε να διακρίνει το τέλος τέτοιου αμέτρητου βάθους» (g).

Ματθ.4,6 καὶ λέγει αὐτῷ· εἰ υἱὸς εἶ τοῦ Θεοῦ(1), βάλε σεαυτόν κάτω(2)· γέγραπται(3) γὰρ ὅτι τοῖς ἀγγέλοις αὐτοῦ ἐντελεῖται περὶ σοῦ(4), καὶ ἐπὶ χειρῶν(5) ἀροῦσί σε, μήποτε προσκόψῃς πρὸς λίθον(6) τὸν πόδα σου.
Ματθ.4,6 και του είπε: «Αν είσαι Υιός του Θεού, πέσε κάτω· γιατί η Γραφή λέει: Θα δώσει εντολή για σένα στους αγγέλους του και θα σε σηκώσουν στα χέρια τους, για να μη σκοντάψει σε πέτρα το πόδι σου».
(1)   «Για να τον προκαλέσει πάλι, ξανά βάζει στην αρχή το «αν είσαι Υιός του Θεού», για να δώσει την εντύπωση ότι πάλι ζητά και αυτό το θαύμα, για απόδειξη του ότι είναι αυτός υιός του Θεού» (Ζ).
Ο σατανάς ακόμη μία φορά υποβάλλει την αμφιβολία ως προς το ότι ο Χριστός είναι υιός του Θεού, από όπου φαίνεται, ότι ο δεύτερος αυτός πειρασμός είναι εν μέρει επανάληψη του πρώτου. Δεν συνδέεται όμως μόνο με τον πρώτο πειρασμό ο δεύτερος αυτός, αλλά προετοιμάζει το δρόμο και για τον τρίτο. Όπως ο τρίτος, έτσι και ο δεύτερος αποτελεί υποβολή για εύκολη επιτυχία του Χριστού στο έργο του.
Τέτοιο θαυμαστό υπερφυσικό γεγονός, όπως το να πέσει κάποιος από το πτερύγιο και να μείνει αβλαβής, θα έπειθε τους αρχιερείς και το λαό, ότι αυτός που διασώθηκε έτσι είναι ο Μεσσίας, και έτσι το μεγαλύτερο μέρος του έργου του θα εκπληρωνόταν. Βεβαίως το κείμενο δεν αναφέρει, ότι υπήρχαν και θεατές τότε. Αλλά για ποιό λόγο οδηγεί αυτόν ο σατανάς στο πτερύγιο του ναού, αν όχι και για τους θαμώνες των αυλών του;
Γκρεμοί υπήρχαν και στην έρημο και ένας από αυτούς θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για τον δεύτερο πειρασμό.
Αλλά σε κάθε περίπτωση υπάρχουν οι εξής διαφορές μεταξύ του πρώτου και του δεύτερου πειρασμού. Στον πρώτο ο Ιησούς καλούνταν να σώσει τον εαυτό του με θαύμα από κίνδυνο που ήδη υπήρχε λόγω της πείνας. Ενώ στον δεύτερο καλούνταν να δημιουργήσει στον εαυτό του κίνδυνο και να αναμείνει, ώστε ο Θεός να τον ελευθερώσει από αυτόν (p).
(2)   «Νόμιζε ότι εύκολα θα πειστεί, αν όχι για κάτι άλλο, αλλά τουλάχιστον για αυτούς που επρόκειτο να τον δουν να θαυματουργεί έτσι· διότι ήταν πολλοί τότε κάτω παρόντες» (Ζ).
(3)   «Επειδή (ο Κύριος) του μίλησε από τις Γραφές, και αυτός φέρνει μαρτυρία του προφήτη» (Χ). Η παράθεση από το Ψαλμ, 90,11-12 σύμφωνα με τους Ο΄.
«Πάει να τον παρασύρει και από τη γραφή (Ψαλμούς) του Δαβίδ, για να φανεί ότι και αυτός πείθει από την Γραφή κατά τρόπο αξιόπιστο» (Ζ). Στον ψαλμό γίνεται λόγος για την αποτελεσματική συνδρομή και βοήθεια που χορηγείται στους ευσεβείς από το Θεό (δ). Όχι λοιπόν αποκλειστικά «για τον Κύριο λέχθηκε αυτό» (Χ).
Αλλά ο σατανάς πρέπει συχνά στο παρελθόν να αισθάνθηκε τη δύναμη αυτού του λόγου από την προστασία, την οποία οι άγγελοι παρείχαν εναντίον του στους αγίους (b). Σε απάντηση στον πρώτο πειρασμό ο Κύριος διακήρυξε την εμπιστοσύνη του στο Θεό. Ο Θεός δεν θα τον άφηνε να πεθάνει από την πείνα. Ο σατανάς τώρα υποβάλλει σε αυτόν να δείξει την εμπιστοσύνη του στο Θεό με ακόμη ισχυρότερο τρόπο (p).
(4)   Παραλείπεται εδώ η φράση «για να σε διαφυλάξουν σε όλους τους δρόμους σου». Η απάτη του σατανά συνίσταται μάλλον στην κακή εφαρμογή των ψαλμικών ρητών, παρά στην αποσιώπησή τους (b).
(5)   Δηλαδή θα σε φυλάξουν με μεγάλη προσοχή (b).
(6)   Σε κάποια πέτρα από εκείνες, από τις οποίες χτίστηκε ο ναός. Ο πειραστής εφαρμόζει τον ψαλμό κατά τρόπο ειδικό (b).

Ματθ.4,7 ἔφη αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς(1)· πάλιν(2) γέγραπται(3), οὐκ ἐκπειράσεις Κύριον τὸν Θεόν σου(4).
Ματθ.4,7 Μα ο Ιησούς του είπε: «Αλλού όμως λέει η Γραφή: δεν πρέπει να βάλεις σε δοκιμασία τον Κύριο, το Θεό σου».
(1)   Ο Κύριος «αυτήν την κουβέντα μεν δεν την έλεγξε εκείνη την ώρα, παρόλο που ο σατανάς χρησιμοποίησε το ρητό με τρόπο υβριστικό και τελείως αντίθετο. Διότι κανείς δεν ζητά αυτά από τον Υιό του Θεού, αλλά είναι έργο του διαβόλου και των δαιμόνων το να ρίχνει κάποιος τον εαυτό του κάτω· ενώ του Θεού έργο είναι και αυτούς που έχουν πέσει να τους ανορθώνει. Διότι αν έπρεπε να δείξει τη δύναμή του, έπρεπε να τη δείξει όχι με το να ρίξει κάτω τον εαυτό του άσκοπα και να τον γκρεμίσει, αλλά με το να σώζει άλλους…
Αλλά ο Χριστός, μολονότι ειπώθηκαν αυτά, δεν αποκαλύπτει ακόμη τον εαυτό του, αλλά μιλά μέχρι τότε σε αυτόν ως άνθρωπος· διότι το να πει «δεν θα ζήσει μόνο με ψωμί ο άνθρωπος» και το «δεν θα δοκιμάσεις τον Κύριο το Θεό σου» δεν είναι πράξη κάποιου που αποκαλύπτει ξεκάθαρα τον εαυτό του, αλλά που τον παρουσιάζει σαν έναν από τους πολλούς» (Χ).
(2)   Πρέπει να συνδεθεί με το γέγραπται=από την άλλη (δ). Το «πάλι» αυτό λέγεται με κάποια ειρωνεία (L). Η Γραφή πρέπει να ερμηνεύεται και να συμβιβάζεται με τη Γραφή (b).
(3)   Η παράθεση από το Δευτερ. στ 16 σύμφωνα με τους Ο΄ όπου γίνεται λόγος για πειρασμό του Θεού στον γογγυσμό του λαού από απιστία, όταν τελείωσε το νερό στη Ραφιδείν (δ).
(4)   «Δοκιμάζει το Θεό αυτός που, χωρίς να υπάρχει καμία ανάγκη, ρίχνει τον εαυτό του σε ολοφάνερο κίνδυνο έχοντας θάρρος στο Θεό» (Ζ).
Ο Κύριος απαντά, ότι το να βάζει κάποιος το Θεό σε δοκιμασία δεν δηλώνει εμπιστοσύνη σε αυτόν. Θα αντιμετωπίσει και τον κίνδυνο του θανάτου, όταν ο Θεός θελήσει αυτό, όχι όμως και πιο πριν.

Ματθ.4,8 Πάλιν παραλαμβάνει αὐτὸν ὁ διάβολος εἰς ὄρος(1) ὑψηλὸν λίαν καὶ δείκνυσιν αὐτῷ(2) πάσας τὰς βασιλείας(3) τοῦ κόσμου καὶ τὴν δόξαν(4) αὐτῶν
Ματθ.4,8 Πάλι τον οδήγησε ο διάβολος σ’ ένα πολύ ψηλό βουνό και του έδειξε όλα του κόσμου τα βασίλεια και τη λαμπρότητά τους.
(1)   «Ήταν περιττό να γραφτεί και το όνομα του βουνού. Διότι ποιά ωφέλεια θα προερχόταν από αυτό;» (Ζ).
(2)   Δείχνει ή, λιγότερο πιθανή εκδοχή, «με το δάχτυλο τα μέρη της οικουμένης, στα οποία βρίσκονταν τα βασίλεια του κόσμου, λέγοντας· σε αυτό μεν το μέρος βρίσκεται το βασίλειο των Ρωμαίων, ενώ σε αυτό των Περσών, σε εκείνο πάλι των Ασσυρίων και τα άλλα ομοίως· και ότι αυτό μεν το βασίλειο έχει δόξα για αυτά τα είδη πραγμάτων, ενώ το άλλο για αυτά και το άλλο για άλλα και γενικά τα λέει όλα με λεπτομέρειες» (Ζ).
Ή, πιο σωστή ερμηνεία, «κατά τρόπο αισθητό έδειξε σε αυτόν στο βουνό όλα τα βασίλεια, τοποθετώντας τα με τη φαντασία μπροστά στα μάτια του» (Θφ) και ξετυλίγοντας από το ψηλό εκείνο μέρος πανόραμα μαγευτικό όλων των βασιλειών, που περιλάμβανε ό,τι ελκυστικό είχαν αυτά (δ).
«Κάποιοι λένε ότι ο διάβολος έδειξε στο Χριστό όλα τα βασίλεια του κόσμου και τη δόξα τους, όχι αισθητά και τοπικά, αλλά μέσα στη διάνοιά του εικονικά. Και το ισχυρίστηκαν αυτό διότι ο διάβολος τα έδειξε αυτά στιγμιαία (Λουκ. δ 5)» (Ζ).
(3)   Βασιλεία=χώρα που είναι στην εξουσία βασιλιά (g). Όλα ανεξαιρέτως τα κράτη του τότε κόσμου (δ).
(4)   Δηλαδή τα πλούτη τους, τις αφθονίες, το πλήθος και τη μεγαλοπρέπεια των πόλεων, το πλήθος των κατοίκων (g).

Ματθ.4,9 καὶ λέγει αὐτῷ· ταῦτα πάντα σοι δώσω(1), ἐὰν πεσὼν προσκυνήσῃς(2) μοι.
Ματθ.4,9 Ύστερα του είπε: «Όλα αυτά θα σου τα δώσω, αν πέσεις και με προσκυνήσεις».
(1)   Ο παρών κόσμος βρίσκεται υπό την κυριαρχία του σατανά. Δες Ιω. ιδ 30,ιστ 11,Β΄Κορ. δ 4, Εφεσ. στ 12,Α΄Ιω. ε 19. Έργο του Μεσσία ήταν να καταργήσει την οργανωμένη κυριαρχία του σατανά και να αποκαταστήσει στον κόσμο την πνευματική κυριαρχία του Θεού (S).
Ότι είναι Υιός του Θεού και ο αναμενόμενος Μεσσίας, δεν τίθεται υπό αμφισβήτηση στον τρίτο πειρασμό. Αλλά ο Μεσσίας επρόκειτο να καταργήσει τα έργα του σατανά και να αποβεί τελικά βασιλιάς του Ισραήλ και ολόκληρου του κόσμου. Για αυτό όμως απαιτούνταν μακρός και επίμοχθος αγώνας, ο οποίος θα συνεπαγόταν πολλά παθήματα στο Μεσσία και στους ακολούθους του. Γιατί λοιπόν ο Μεσσίας να μην έχει σύμμαχο αντί για εχθρό τον διάβολο; Τότε η κυριαρχία πάνω στον Ισραήλ και σε όλα τα έθνη θα μπορούσε γρήγορα να επιτευχθεί, χωρίς πόνους και θυσίες.
Με άλλα λόγια υποβλήθηκε στον Κύριο από το σατανά, με φυσικά και υπερφυσικά μέσα χαρακτήρα ανίερου και βέβηλου να αναδείξει τον εαυτό του μεγαλύτερο από τον Σολομώντα, πιο υπέροχο από αυτόν και στα πλούτη και στην έκταση του κράτους (p).
Αλλά ο Υιός είναι ο κληρονόμος όλων, και οποιαδήποτε εξουσία και αν είχε ο σατανάς, λόγω της απομάκρυνσης του ανθρώπου από το Θεό, ο Χριστός, ισχυρότερος εκείνου, έλαβε την εξουσία αυτήν από αυτόν όχι με συμφωνία αλλά με νίκη και κατάκτηση (b).
(2)   Με την έννοια της λατρείας προς ανθρώπους πολύ ανώτερους στο αξίωμα (g). Η προσκύνηση αυτή, που είναι σημάδι σύμφωνα με το Ματθ. β 2 τιμής που απονέμεται στο Θεό, και στους ανατολικούς λαούς και στους βασιλιάδες, προϋποθέτει αναγνώριση του προσκυνουμένου ως κυρίου που μπορεί να κανονίσει όπως θέλει τα σχετικά με αυτόν που τον προσκυνά. Ο διάβολος λοιπόν επιδίωκε να αποσπάσει τον Σωτήρα από το Θεό και να τον προσηλώσει στον εαυτό του (δ).

Ματθ.4,10 τότε λέγει αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· ὕπαγε(1) ὀπίσω μου, σατανᾶ(2)· γέγραπται(3) γάρ(4), Κύριον τὸν Θεόν σου προσκυνήσεις(5) καὶ αὐτῷ μόνῳ λατρεύσεις(6).
Ματθ.4,10 Ο Ιησούς όμως του απάντησε: «Φύγε από μπροστά μου, σατανά! Η Γραφή το λέει καθαρά: μόνο τον Κύριο το Θεό σου θα προσκυνάς και μόνο αυτόν θα λατρεύεις».
(1)   Υπάρχει και η γραφή: ύπαγε οπίσω μου, σατανά= φύγε από μπροστά μου και πήγαινε πίσω μου, να μη σε βλέπω (δ).
«Φύγε, σατανά, δηλαδή, αναχώρησε εχθρέ μου. Ο Λουκάς έγραψε: Ύπαγε οπίσω μου σατανά, το οποίο σημαίνει, αφανίσου. Διότι αυτός που πάει πίσω από κάποιον, δεν φαίνεται σε αυτόν» (Ζ).
«Επειδή δηλαδή η αμαρτία στρεφόταν προς τον Πατέρα πλέον, με το να λέει ότι είναι δικά του όλα όσα ανήκουν στον Πατέρα και προσπαθούσε να δειξει τον εαυτό του Θεό, σαν να ήταν δημιουργός του παντός, τότε τον μάλωσε, αλλά ούτε και τότε με σφοδρότητα, αλλά απλώς είπε Ύπαγε οπίσω μου σατανά· το οποίο ήταν διαταγή μάλλον παρά μάλωμα» (Χ).
(2)   Ονοματίζοντάς τον, τραβούσε τη μάσκα και αποκάλυπτε αυτόν (L). Προσπάθησες να ανακαλύψεις ποιος είμαι και σου λέω, ποιος είσαι εσύ. Αποκαλεί τον πειραστή σατανά, την ώρα που αυτός επιθυμούσε να εμφανιστεί σε αυτόν φιλάγαθος (b).
(3)   Η παράθεση από το Δευτερ. στ 13 σύμφωνα με τους Ο΄, οι οποίοι σε αυτό μόνο διαφέρουν από το εβραϊκό πρωτότυπο, ότι δηλαδή γράφουν «προσκυνήσεις» αντί για το «θα φοβηθείς» του εβραϊκού κειμένου και προσθέτουν το «μόνο» (δ).
(4)   Το γαρ δηλώνει, γιατί ο σατανάς ώφειλε να φύγει.
(5)   «Η πράξη της προσκύνησης είναι σαν μία πύλη και ένας δρόμος της λατρείας με έργα, και σηματοδοτεί την αρχή της δουλείας προς το Θεό» (Κ).
(6)   Προλαβαίνει εδώ την μετέπειτα διακήρυξή του, ότι είναι αδύνατον να υπηρετεί κάποιος δύο κυρίους (Ματθ. στ 24). Ο νομιμόφρων δούλος του Θεού δεν μπορεί να έλθει σε συμβιβασμό με τον εχθρό του Θεού (p).

Ματθ.4,11 Τότε ἀφίησιν(1) αὐτὸν ὁ διάβολος, καὶ ἰδοὺ ἄγγελοι(2) προσῆλθον καὶ διηκόνουν(3) αὐτῷ(4).
Ματθ.4,11 Τότε ο διάβολος άφησε τον Ιησού, και άγγελοι Θεού ήρθαν και τον υπηρετούσαν.
(1)   Η φράση «τον αφήνει» σημαίνει κάτι περισσότερο από το «απομακρύνθηκε από αυτόν» που γράφει ο Λουκάς= άφησε αυτόν μόνο και έπαυσε για κάποιο καιρό να τον ενοχλεί. Ο Λουκάς λέει σε μας ότι ο σατανάς απομακρύνθηκε άχρι καιρού (=προσωρινά). Ο πονηρός ηττήθηκε, αλλά δεν εξοντώθηκε, και η δύναμη του σκότους πρόκειται να επιτεθεί σφοδρότερα και βιαιότερα εναντίον του νέου Αδάμ για να πετύχει την τελική νίκη (p).
(2)   Οι οποίοι πιθανώς υπήρξαν μάρτυρες του αγώνα. Δες Α΄ Κορ. δ 9,Α΄Τιμ. γ 16 (b). Το θαύμα, το οποίο ο Μεσσίας αρνήθηκε να επιτελέσει χωρίς την άδεια του Θεού, συντελείται τώρα με αυτήν την άδεια (p).
(3)   Αναμφίβολα κάνοντας ό,τι τότε ήταν αναγκαίο, δηλαδή φέρνοντας τροφή (b) ή παρέχοντας σε αυτόν ενίσχυση που έκανε περιττή την τροφή. Η διακονία αυτή των αγγέλων αποτελεί κάποια πρόγευση και απαρχή της δόξας, η οποία πρόκειται να είναι δική του μετέπειτα (p).
(4)   Η σκέψη των ευαγγελιστών είναι ότι ο εδώ αγώνας μεταξύ του Ιησού και του σατανά ήταν πραγματικός και αισθητός. Δεν θα μπορούσε κάποιος να αρνηθεί αυτό, χωρίς να αποδυναμώσει τις λέξεις που χρησιμοποιούνται στην αφήγηση. Οι πειρασμοί λοιπόν για να είναι πραγματικοί, έπρεπε να προσβάλλουν συγχρόνως και το βλέμμα και τη φαντασία και την κρίση του Ιησού. Οι ευαγγελιστές δηλώνουν, ότι πρόκειται για πραγματικότητα συγκεκριμένη και ο Ιησούς αγωνίστηκε με τον σατανά, ο οποίος εμφανίστηκε σε αυτόν πιθανώς με μορφή ανθρώπινη, αφού συζήτησε μαζί του (L).

Στίχ. 12-17. Ο Κύριος αρχίζει το σωτήριο έργο του στη Γαλιλαία.

Ματθ.4,12 Ἀκούσας(1) δὲ ὁ Ἰησοῦς ὅτι Ἰωάννης παρεδόθη(2), ἀνεχώρησεν(3) εἰς τὴν Γαλιλαίαν(4).
Ματθ.4,12 Όταν έμαθε ο Ιησούς πως συνέλαβαν τον Ιωάννη, έφυγε για τη Γαλιλαία.
(1)   Σύμφωνα με την αρχή που τονίστηκε στους πειρασμούς, ο Κύριος δεν κάνει θαύματα όπου τα συνηθισμένα μέσα αρκούν. Όχι με υπερφυσική γνώση, αλλά με συνηθισμένο μέσο πληροφορίας μαθαίνει το διωγμό του Βαπτιστή.
(2)   Δηλαδή στη φυλακή (b).
(3)   «Για ποιό λόγο αναχωρεί; Πάλι για να μας διδάξει να μην ορμούμε στους πειρασμούς, αλλά να υποχωρούμε και να παραμερίζουμε σε αυτούς. Διότι δεν είναι άξιο κατηγορίας το να μη ρίχνει κάποιος τον εαυτό του σε κίνδυνο, αλλά το να μην αντισταθεί με γενναιότητα, όταν πέσει σε αυτόν» (Χ).
Και βασίλευε μεν και εκεί ο Αντίπας, αλλά ήταν λιγότερο πιθανό να ενοχληθεί από αυτόν στα μέρη της Γαλιλαίας παρά στη χώρα όπου βάπτιζε ο Ιωάννης (p). Ο Αντίπας φοβόταν έκρηξη επαναστατικού κινήματος στην ανατολική όχθη του Ιορδάνη και ο Ιησούς δεν ήθελε να βρεθεί αναμιγμένος σε αυτό (L).
(4)   Ο Μάρκος παρέχει ως χρονολογία της αναχώρησης του Κυρίου στη Γαλιλαία τη σύλληψη του Ιωάννη, ενώ ο Ματθαίος θεωρεί αυτήν ως αιτία της αναχώρησης. Η πιθανή έννοια είναι, ότι εφόσον η δράση του Βαπτιστή τερματίστηκε, υπήρχε ακόμη περισσότερο επείγων λόγος, ο Μεσσίας να αρχίσει το κήρυγμά του. Ως καταλληλότερο κέντρο λοιπόν διάλεξε τη δυτική όχθη της λίμνης, όπου ο πληθυσμός ήταν πυκνός και μικτός.

Ματθ.4,13 καὶ(1) καταλιπὼν τὴν Ναζαρὲτ(2) ἐλθὼν κατῴκησεν εἰς Καπερναοὺμ(3) τὴν παραθαλασσίαν(4) ἐν ὁρίοις Ζαβουλὼν καὶ Νεφθαλείμ(5),
Ματθ.4,13 Εγκατέλειψε όμως τη Ναζαρέτ και πήγε κι έμεινε στην Καπερναούμ, πόλη που βρίσκεται στις όχθες της λίμνης, στην περιοχή των φυλών Ζαβουλών και Νεφθαλείμ.
(1)   Ο Ματθαίος ακόμη μία φορά δείχνει ότι δεν ενδιαφέρεται για τη χρονολογία. Έτσι δεν μας λέει μετά από πόσο χρόνο από τη γέννηση σημειώθηκε η προσκύνηση των μάγων, ούτε για πόσο διήρκεσε η παραμονή στην Αίγυπτο, ούτε μετά από πόσο χρόνο από την επιστροφή στην Παλαιστίνη σημειώθηκε η εμφάνιση του Βαπτιστή και το βάπτισμα του Μεσσία. Και εδώ δεν καθορίζεται το χρονικό διάστημα που παρεμβλήθηκε ανάμεσα στους πειρασμούς και την έναρξη του κηρύγματος του Μεσσία.
(2)   Για έναν από τους λόγους για τους οποίους άφησε τη Ναζαρέτ δες και Λουκ. δ 16-30.
(3)   Αυθεντική γραφή Καφαρναούμ=Καφάρ οίκος Ναούμ ή παρακλήσεως. Ο Ιώσηπος αναφέρει αυτήν ονομάζοντάς την χωριό Κεφαρνώμην (Βίος παράγρ. 72), αναφέρει επίσης και πηγή Καφαρναούμ, από την οποία και πήρε το όνομα το χωριό (Ιουδ. Πολ. ΙΙΙ 16,8). Βρισκόταν στο βορειοδυτικό μέρος της λίμνης Γεννησαρέτ πάνω στον εμπορικό δρόμο μεταξύ της Δαμασκού και της Μεσογείου. Τώρα που έχει ερειπωθεί τελείως αυτή, φιλονικείται και η θέση της από τους νεώτερους περιηγητές (δ). Πιθανώς πρέπει να ταυτιστεί με το σημερινό Khan Minyeh ή το Tell Hum. Και το μεν δεύτερο βρίσκεται στη Β.Δ. ακτή της θάλασσας της Γαλιλαίας, ενώ το πρώτο 2,5 μίλια Ν.Δ. αυτής (S).
(4)   Η πόλη ήταν παραθαλάσσια και λέγεται αυτό, για να προετοιμαστεί η ακόλουθη προφητική παράθεση, πάντως όμως ο χαρακτηρισμός είναι εξ’ ολοκλήρου αληθινός, διότι οι βάρκες φτάνουν μέχρι τα ερείπιά της, δεδομένου άλλωστε ότι η λίμνη σύμφωνα με τον όρο που χρησιμοποιούσαν οι Εβραίοι θεωρούνταν και ως θάλασσα (L).
(5)   Η Καπερναούμ βρισκόταν μάλλον στο έδαφος Νεφθαλείμ και η περιφέρεια Ζαβουλών αναφέρεται εδώ λόγω της ακόλουθης προφητείας. Η πρόθεση όμως του Ματθαίου δεν ήταν τόσο να καθορίσει γεωγραφικά την πόλη, όσο να τονίσει αυτήν ως κέντρο δράσης του Σωτήρα. Άλλωστε κατά την εποχή αυτή τα όρια των φυλών ήταν με κακό τρόπο καθορισμένα (L).

Ματθ.4,14 ἵνα πληρωθῇ(1) τὸ ῥηθὲν διὰ Ἡσαΐου τοῦ προφήτου λέγοντος(2)·
Ματθ.4,14 Έτσι πραγματοποιήθηκε η προφητεία του Ησαΐα που λέει:
(1)   Δες α 22.
(2)   Η παράθεση από το Ησ. θ 1-2 που ανήκει στο βιβλίο του Εμμανουήλ, το κατεξοχήν μεσσιανικό, στο οποίο ο Ματθαίος επέστησε ήδη την προσοχή (α 22)(L). Η παράθεση δεν συμφωνεί ούτε με το εβραϊκό πρωτότυπο ούτε με τους Ο΄, φαίνεται όμως να πάρθηκε από κάποια ελληνική μετάφραση.
Ο Ησαΐας έχει στο νου την ερήμωση της Παλαιστίνης από τους Ασσυρίους και έχει οπτασία για την απελευθέρωση από τους καταστροφείς από έναν άρχοντα από τον οίκο Δαβίδ. Επακολουθεί λοιπόν αμέσως η μεγάλη προφητεία: Παιδί γεννήθηκε σε εμάς, κλπ. Ο Ματθαίος εννοεί πνευματική ερήμωση (θ 36) και πνευματικό λυτρωτή (α 21)(p).

Ματθ.4,15 (1) γῆ(2) Ζαβουλὼν καὶ γῆ(2) Νεφθαλείμ, ὁδὸν θαλάσσης(3), πέραν τοῦ Ἰορδάνου(4), Γαλιλαία τῶν ἐθνῶν(5),
Ματθ.4,15 Η χώρα του Ζαβουλών και η χώρα του Νεφθαλείμ, εκεί που ο δρόμος πάει για τη θάλασσα και πέρα από τον Ιορδάνη, η Γαλιλαία που την κατοικούν ειδωλολάτρες,
(1)   Σύμφωνα με τους Ο΄: Χώρα Ζαβουλών, η γη Νεφθαλείμ, και οι υπόλοιποι που κατοικούν την παραλία, και πέρα από τον Ιορδάνη Γαλιλαία των εθνών. Σύμφωνα με το εβραϊκό πρωτότυπο (μετάφραση Condamin): Στο παρελθόν ταπείνωσε τη γη Ζαβουλών και τη γη Νεφθαλείμ. Στο μέλλον θα δοξάσει την οδό της θάλασσας, την άλλη όχθη του Ιορδάνη, την περιφέρεια των εθνών (L).
(2)   Και οι δύο λέξεις είναι ονομαστικής πτώσης και όχι κλητικής, διότι είναι υποκείμενα του «είδε φως μέγα» (δ).
(3)   Ή, δρόμος που οδηγεί προς τη θάλασσα (g), αλλά η εκδοχή αυτή θα απαιτούσε ονομαστική στο κείμενο (οδός θαλάσσης)(L). Ή, είναι αιτιατικοφανές επίρρημα που ισοδυναμεί με την πρόθεση προς ή παρά=δίπλα στη θάλασσα, παραθαλάσσια. Καθαρός εβραϊκός τρόπος γραφής συνηθισμένος στους Ο΄ (Γ΄Βασ. η 48,Β΄Παραλ. στ 38)(δ). Στην ίδια σημασία καταλήγει και η ερμηνεία: «λέει «οδόν θαλάσσης» με την έννοια: αυτή που βρίσκεται προς την οδό της θάλασσας» (Θφ).
(4)   Το μέρος που βρίσκεται ανατολικά του Ιορδάνη πάνω και κάτω από τη θάλασσα της Γαλιλαίας και ανήκε μετά από αυτά στην Περαία (δ).
(5)   Κατά λέξη σημαίνει κύκλος ή έκταση των εθνών, και ονομάστηκε έτσι διότι σε αυτήν κατοικούσαν πολλοί εθνικοί και αλλόφυλοι (δες Α΄Μακ. ε 15, Γαλιλαία αλλοφύλων). Το όνομα λοιπόν αυτό, κύκλος ή έκταση, έγινε και κύριο όνομα της χώρας αυτής (Ιησ. Ν. κ 7,Γ΄Βασ. θ 11,Δ΄Βασ. ιε 29)(δ).

Ματθ.4,16 ὁ λαὸς ὁ καθήμενος(1) ἐν σκότει(2) εἶδε φῶς μέγα(3) καὶ τοῖς καθημένοις ἐν χώρᾳ καὶ σκιᾷ θανάτου(4) φῶς ἀνέτειλεν(5) αὐτοῖς.
Ματθ.4,16 οι άνθρωποι που κατοικούνε στο σκοτάδι είδαν φως δυνατό. Και για όσους μένουν στη χώρα που τη σκιάζει ο θάνατος ανέτειλε ένα φως για χάρη τους.
(1)   Είναι χειρότερο να κάθεται κάποιος κρατημένος στο σκοτάδι, παρά να περπατά σε αυτό (b). «Δεν βάδιζαν καν στο σκοτάδι, αλλά κάθονταν μέσα στο σκοτάδι. Αυτό ήταν σημάδι ότι δεν ήλπιζαν αυτοί ότι θα απαλλαχτούν. Και επειδή δεν γνώριζαν πού πρέπει να κατευθυνθούν, έτσι καθώς τους είχε κυριεύσει το σκοτάδι, είχαν καθίσει» (Χ).
(2)   «Σκοτάδι εδώ δεν ονομάζει το αισθητό, αλλά την πλάνη και την ασέβεια» (Χ).
(3)   «Για να μάθεις ότι δεν λέει ούτε φως ούτε σκοτάδι αισθητό, μιλώντας για μεν το φως, δεν το ονόμασε απλώς φως, αλλά φως μέγα, το οποίο αλλου το λέει αληθινό· και το σκοτάδι εξηγώντας, τό ονόμασε σκιά θανάτου» (Χ). «Φως μέγα ονόμασε το Χριστό… Διότι πράγματι, αυτός τους έβγαλε από την πλάνη, λάμποντας σε αυτούς σαν άλλο φως» (Ζ).
(4)   Γραμματικό σχήμα «ἕν διὰ δυοῖν (=το σχήμα κατά το οποίο μια έννοια εκφράζεται με δύο λέξεις που συνδέονται μεταξύ τους παρατακτικά με τους συνδέσμους καὶ ή τὲ - καί, ενώ έπρεπε η μία να προσδιορίζει την άλλη)»(b)- σε χώρα σκιάς θανάτου. Σκιά θανάτου είναι η πυκνότατη σκιά που περικυκλώνει το θάνατο, το πυκνότατο σκοτάδι της αμαρτίας, το οποίο όταν διαλυθεί και εξαφανιστεί, ο θάνατος χάνεται και καταστρέφεται μαζί και αυτός (δ).
(5)   «Δείχνει ότι δεν βρήκαν το φως επειδή αυτοί το ζήτησαν, αλλά ο Θεός εμφανίστηκε σε αυτούς από ψηλά. Το ίδιο το φως ανέτειλε και έλαμψε· δεν έτρεξαν αυτοί πρώτοι προς το φως» (Χ), «αλλά εκείνο φάνηκε σαν να τους καταδίωξε» (Θφ).

Ματθ.4,17 Ἀπὸ τότε(1) ἤρξατο(2) ὁ Ἰησοῦς κηρύσσειν καὶ λέγειν· μετανοεῖτε(3)· ἤγγικε γὰρ ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν(4).
Ματθ.4,17 Από τότε άρχισε κι ο Ιησούς να κηρύττει και να λέει: «Μετανοείτε γιατί έφτασε η βασιλεία του Θεού».
(1)   «Από τότε· πότε; Από τότε που μπήκε στο δεσμωτήριο ο Ιωάννης» (Χ). Σπάνια φράση του Ματθαίου που συναντιέται και στα ιστ 21 και κστ 16 (S).
(2)   Δεν αποκλείει αυτό προηγούμενη εργασία του Κυρίου στη Γαλιλαία, αλλά μόνο δηλώνει την εποχή κατά την οποία δημόσια και συστηματικά άρχισε τη διδασκαλία και τα θαύματα (δ). Για όσο δρούσε ο Ιωάννης, ο Κύριος δεν κήρυττε συστηματικά, ούτε εκδήλωσε πλήρως τη θαυματουργική του δύναμη «για να μην δημιουργηθεί με αυτόν τον τρόπο διχασμός στο πλήθος» (Χ).
(3)   «Αρχίζει και ο Χριστός» από το κήρυγμα του Ιωάννη, «για να δείξει, ότι ο Ιωάννης ήταν η αρχή του» (Ζ). «Αρχίζοντας το κήρυγμα, αυτό που κήρυττε εκείνος (ο Ιωάννης), αυτό δίδασκε και αυτός και το κήρυγμά του δεν περιείχε τίποτα ακόμη για τον εαυτό του» (Χ).
(4)   Η ελπίδα για επίγεια βασιλεία απορρίπτεται και όλοι καλούνται προς τα ουράνια (b).

Στίχ. 18-25. Οι πρώτοι μαθητές.

Ματθ.4,18 (1)Περιπατῶν δὲ παρὰ τὴν θάλασσαν τῆς Γαλιλαίας(2) εἶδε δύο ἀδελφούς, Σίμωνα(3) τὸν λεγόμενον(4) Πέτρον καὶ Ἀνδρέαν τὸν ἀδελφόν αὐτοῦ, βάλλοντας ἀμφίβληστρον εἰς τὴν θάλασσαν· ἦσαν γὰρ(5) ἁλιεῖς(6).
Ματθ.4,18 Καθώς ο Ιησούς περπατούσε στην όχθη της λίμνης της Γαλιλαίας, είδε δύο αδέρφια, το Σίμωνα, που τον έλεγαν και Πέτρο, και τον αδερφό του τον Ανδρέα, να ρίχνουν τα δίχτυα στη λίμνη, γιατί ήταν ψαράδες.
(1)   Στο τμήμα αυτό ο Ματθαίος ακολουθεί το Μάρκο με κάποιες ελαφρές μεταβολές στην αφήγηση. Ο Λουκάς (ε 1-11) παρέχει διαφορετική αφήγηση της κλήσης του Σίμωνα, του Ιακώβου και του Ιωάννη, χωρίς να αναφέρει τον Ανδρέα, εξιστορώντας τη θαυμαστή αλιεία που προηγήθηκε της κλήσης (S).
Ουδεμία όμως ουσιώδης διαφορά υπάρχει στις αφηγήσεις των ευαγγελιστών. Ο Λουκάς αφηγείται πλήρως τα περιστατικά, κατά τη διάρκεια των οποίων οποία έγινε η κλήση, ενώ οι Ματθαίος και Μάρκος περιορίζουν την αφήγησή τους στην ίδια την κλήση (ο).
(2)   Είναι η θάλασσα της Τιβεριάδος που αναφέρει ο τέταρτος ευαγγελιστής, η οποία ονομάζεται έτσι από την πόλη που βρίσκεται στις όχθες της, και ονομάζεται επίσης και λίμνη της Γεννησαρέτ, πάλι από την ομώνυμη χώρα που είναι δίπλα της. Σύμφωνα με τον Ιώσηπο είχε η λίμνη μήκος 140 σταδίων και πλάτος 40, ενώ σύμφωνα με τον Robinson μήκος 3 μιλίων και πλάτος 1,5, ενώ το νερό της είναι γλυκύτατο και πόσιμο και έχει πάρα πολλά ψάρια. Βρίσκεται επίσης 500 πόδια κάτω από την επιφάνεια της Μεσογείου (δ).
(3)   Ελληνικό όνομα που υποκατέστησε το εβραϊκό Συμεών (a).
(4)   Ή παρατατικός=ο οποίος λεγόταν Πέτρος, αφού ο Κύριος του απένειμε ήδη το όνομα Πέτρος σύμφωνα με το Ιω. α 43. Ή, ενεστώτας= ο οποίος λέγεται, χαρακτηρίζει δηλαδή το όνομα Πέτρος ως το κοινό και γνωστό σε όλους την εποχή που έγραφε ο ευαγγελιστής (δ).
(5)   Ο λόγος για τον οποίο έριχναν δίχτυ στη θάλασσα, ήταν, ότι αυτή ήταν η τέχνη τους, διότι ήταν ψαράδες. Επομένως έκαναν αυτό όχι για διασκέδαση αλλά για πορισμό των προς το ζην (δ).
(6)   Υπάρχει και η γραφή: ἁλιεῖς (χωρίς το γαρ), η οποία μαρτυρείται μόνο από τους κώδικες Σιναϊτ. Αλεξανδρ. και Εφραίμ του Σύρου.

Ματθ.4,19 καὶ λέγει αὐτοῖς· δεῦτε(1) ὀπίσω μου(2) καὶ ποιήσω ὑμᾶς ἁλιεῖς ἀνθρώπων(3).
Ματθ.4,19 «Ακολουθήστε με», τους λέει, «και θα σας κάνω ψαράδες ανθρώπων».
(1)   Παρακελευστικό επίρρημα από το δεύρ’ ίτε=ελάτε εδώ, το οποίο μπαίνει είτε απλά είτε με προστακτική ή υποτακτική (δ).
(2)   Χωρίς κάποια άλλη εξήγηση δίνει προσταγή μάλλον παρά πρόσκληση.
«Παρόλο που ο Ιωάννης λέει ότι διαφορετικά κλήθηκαν· από όπου γίνεται φανερό ότι αυτή ήταν δεύτερη πρόσκληση· πράγμα που μπορεί κανείς να το διαπιστώσει από πολλά. Διότι εκεί μεν λέει, ότι ήλθαν σε αυτόν προτού ο Ιωάννης κλειστεί στη φυλακή, ενώ εδώ, αφού κλείστηκε σε αυτήν. Και εκεί μεν ο Ανδρέας καλεί τον Πέτρο, ενώ εδώ και τους δύο ο Ιησούς. Και ο Ιωάννης μεν λέει, ότι όταν είδε ο Ιησούς τον Σίμωνα να έρχεται, λέει… εσύ θα ονομαστείς Κηφάς, το οποίο ερμηνεύεται Πέτρος. Ο Ματθαίος όμως λέει ότι ήδη είχε ονομαστεί με αυτό το όνομα. Και από τον τόπο επίσης, όπου προσκλήθηκαν, και από πολλά άλλα θα μπορούσε κανείς να διαπιστώσει αυτό και από το ότι εύκολα υπάκουσαν και από το ότι όλα τα άφησαν. Διότι ήταν ήδη προετοιμασμένοι καλά» (Χ).
«Από αυτά είναι φανερό, ότι αυτή ήταν η δεύτερη πρόσκληση. Διότι αφού τον ακολούθησαν, πριν να παραδοθεί ο Ιωάννης, γύρισαν πάλι στην πατρίδα τους και εργάζονταν την προηγούμενη τέχνη τους, επειδή είδαν ότι ο μεν Ιωάννης παραδόθηκε, ο δε Ιησούς αναχώρησε. Ο Χριστός λοιπόν, αφού υποχώρησε σε αυτούς την πρώτη φορά, έρχεται πάλι να τους κάνει δικούς του και προστάζει να τον ακολουθήσουν» (Ζ).
(3)   «Προστάζει… ώστε, αντί για τα δίχτυα που είχαν, αφού πάρουν από αυτόν το λογικό δίχτυ και αφού το ρίξουν στη θάλασσα της ζωής, να πιάσουν τους ανθρώπους αντί για τα ψάρια» (Ζ). Για τη μεταφορά δες Ιερεμία ιστ 16. Λίγο τότε κατάλαβαν την έννοια της φράσης. Στα μετέπειτα χρόνια, την ώρα που κήρυτταν το ευαγγέλιο αναμφίβολα θα θυμήθηκαν αυτήν και θα εκτίμησαν τη σημασία της και τη δύναμή της (ο).

Ματθ.4,20 οἱ δὲ εὐθέως(1) ἀφέντες τὰ δίκτυα(2) ἠκολούθησαν(3) αὐτῷ.
Ματθ.4,20 Κι αυτοί αμέσως άφησαν τα δίχτυα και τον ακολούθησαν.
(1)   Ο Ματθαίος ενδιαφέρεται να τονίσει την προθυμία, την οποία και τα δύο ζευγάρια των αδελφών έδειξαν για την πρόσκληση (p). Για αυτό επαναλαμβάνει και πιο κάτω το «ευθέως» βάζοντάς το στην αρχή με έμφαση. Αποδίδεται λοιπόν το ευθέως και στο «άφησαν» και στο «ακολούθησαν» (δ).
«Πρόσεξε και την πίστη και την υπακοή τους. Διότι αν και ήταν στη μέση της δουλειάς, (και γνωρίζετε πόσο αχόρταγο είναι το ψάρεμα), όταν τον άκουσαν να προστάζει, δεν ανέβαλαν, δεν άφησαν για αργότερα, δεν είπαν· να επιστρέψουμε στο σπίτι και να συνεννοηθούμε με τους δικούς μας, αλλά αφού όλα τα άφησαν, τον ακολουθούσαν» (Χ).
(2)   Η προθυμία των Αδρέα και Πέτρου τονίζεται περισσότερο από αυτήν των υιών Ζεβεδαίου, διότι δεν φαίνεται να είχαν κάποιον άλλον, στον οποίο να αφήσουν τα δίχτυα και το πλοίο, τα οποία αποτελούσαν την όλη περιουσία τους.
(3)   «Διότι με τα λόγια που οι ίδιοι ψαρεύτηκαν, πίστεψαν ότι με αυτά θα μπορούσαν να ψαρέψουν και άλλους» (Χ).

Ματθ.4,21 Καὶ προβὰς(1) ἐκεῖθεν εἶδεν ἄλλους δύο ἀδελφούς, Ἰάκωβον τὸν τοῦ Ζεβεδαίου καὶ Ἰωάννην τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ, ἐν τῷ πλοίῳ μετὰ Ζεβεδαίου τοῦ πατρὸς αὐτῷν(2) καταρτίζοντας(3) τὰ δίκτυα αὐτῶν, καὶ ἐκάλεσεν αὐτούς(4).
Ματθ.4,21 Προχωρώντας πιο πέρα από ’κει, είδε δύο άλλους αδερφούς, τον Ιάκωβο, γιο του Ζεβεδαίου, και τον αδερφό του τον Ιωάννη. Βρίσκονταν στο ψαροκάικο μαζί με τον πατέρα τους το Ζεβεδαίο και τακτοποιούσαν τα δίχτυα τους. Τους κάλεσε,
(1)   =Αφού προχώρησε από τον τόπο εκείνο, όπου είδε τον Σίμωνα και τον Ανδρέα (δ). Αφού βοήθησαν τους συναδέλφους στο ίδιο επάγγελμα, για να ανασύρουν τα δίχτυα σύμφωνα με τη θαυμαστή αλιεία που αφηγείται ο Λουκάς, φαίνεται ότι ο Ιάκωβος και ο Ιωάννης γύρισαν στο μέρος όπου βρισκόταν το πλοίο τους και επιδόθηκαν στη διόρθωση των διχτύων τους (ο).
(2)   Ήταν νέοι λοιπόν· ο πατέρας τους Ζεβεδαίος ήταν ακόμα σε ακμή και οι δυο τους γονείς ζούσαν (b).
(3)   «Τους βρήκε να ράβουν τα δίχτυα τους» (Χ). Το ρήμα καταρτίζω (από το άρτιος)=κάνω κάτι τέλειο και κατάλληλο για χρήση, βάζω ολοκληρωτικά σε τάξη, ή διορθώνω, ετοιμάζω (δ).
(4)   Στο πρώτο ζευγάρι υποσχέθηκε «θα σας κάνω ψαράδες ανθρώπων». «Στον Ιάκωβο και τον Ιωάννη δεν λέει τίποτα τέτοιο. Διότι η υπακοή των πρώτων, άνοιξε λοιπόν το δρόμο και σε αυτούς» (Χ).

Ματθ.4,22 οἱ δὲ εὐθέως ἀφέντες τὸ πλοῖον καὶ τὸν πατέρα αὐτῶν(1) ἠκολούθησαν αὐτῷ(2).
Ματθ.4,22 κι αυτοί άφησαν αμέσως το καΐκι και τον πατέρα τους και τον ακολούθησαν.
(1)   «Δες και αυτών την πίστη, εξαιτίας της οποίας δεν υπολόγισαν και τον πατέρα τους» (Ζ). Πάντως όμως η περιουσία τους δεν εγκαταλείφθηκε έρημη, όπως από τον Πέτρο και τον Ανδρέα.
(2)   Η θέση την οποία ο Ματθαίος δίνει στην κλήση των 4 μαθητών, δείχνει, ότι νέο στάδιο άρχισε στη δημόσια δράση του Μεσσία. Περιβάλλεται ο Μεσσίας όχι απλώς όπως ο Ιωάννης από πλήθος ακροατών που τυχαία φτιάχτηκε και διαρκώς μεταβαλλόταν, αλλά από εκλεκτό και μόνιμο αριθμό ακολούθων. Μαζί με τους μαθητές αυτούς περιόδευσε τη Γαλιλαία διδάσκοντας στις συναγωγές και θεραπεύοντας τους ασθενείς. Αυτό αποτελούσε μέρος της εκπαίδευσής τους για να αναλάβουν και να εξακολουθήσουν το έργο του (p).

Ματθ.4,23 Καὶ περιῆγεν(1) ὅλην τὴν Γαλιλαίαν ὁ Ἰησοῦς διδάσκων ἐν ταῖς συναγωγαῖς(2) αὐτῶν καὶ κηρύσσων τὸ εὐαγγέλιον(3) τῆς βασιλείας(4) καὶ θεραπεύων(5) πᾶσαν(6) νόσον(7) καὶ πᾶσαν μαλακίαν(7) ἐν τῷ λαῷ(8).
Ματθ.4,23 Ο Ιησούς περιόδευε όλη τη Γαλιλαία. Δίδασκε στις συναγωγές τους, κήρυττε το χαρμόσυνο μήνυμα για τον ερχομό της βασιλείας του Θεού, και γιάτρευε τους ανθρώπους από κάθε ασθένεια και κάθε αδυναμία.
Ο ευαγγελιστής παρέχει εδώ μία εισαγωγική περίληψη της δημόσιας δράσης του Κυρίου στη Γαλιλαία, για την οποία πιο κάτω πρόκειται να μιλήσει λεπτομερέστερα. Λέει επίσης ότι, ανόμοια με τον Πρόδρομο, ο οποίος ζητούσε ο λαός να έλθει προς αυτόν στην έρημο, ο Μεσσίας αναζητούσε το λαό και περιόδευσε ολόκληρη τη Γαλιλαία διδάσκοντας στις συναγωγές τους (p). Είναι το τμήμα αυτό ένα είδος προλόγου που αποσκοπεί να εισάγει τον αναγνώστη σε όσα πρόκειται ο ευαγγελιστής να αφηγηθεί (L).
(1)   «Με την έννοια του περιόδευε» (Ζ).
(2)   «Για να ελκύσει περισσότερους» (Ζ). «Διδάσκει ο Χριστός φανερά και με θάρρος, για να πιστέψουν, ότι αυτά που διδάσκει, δεν είναι αντίθετα με το νόμο» (Α).
(3)   =Την καλή είδηση, ότι η βασιλεία είναι κοντά. Η λέξη ευαγγέλιο κατά τους κλασικούς συγγραφείς σημαίνει την αμοιβή που δίνεται σε αυτόν που φέρνει χαρμόσυνη αγγελία. Στους μεταγενέστερους σημαίνει, όπως και εδώ, την ίδια τη χαρμόσυνη αγγελία. Το ίδιο και στους Λουκιανό και Πλούταρχο (a).
(4)   Ο Κύριος κήρυττε το ίδιο μήνυμα, όπως και ο βαπτιστής. Αλλά είναι πιθανόν, ότι, ενώ ο Ιωάννης έδινε έμφαση στην επερχόμενη κρίση και οργή, ο Ιησούς επέμενε περισσότερο στην επικείμενη απολύτρωση και χαρά.
(5)   «Επειδή επρόκειτο να εισάγει έναν υψηλό τρόπο ζωής και να πει σε αυτούς αυτά που ποτέ δεν άκουσαν, βεβαιώνει τα λεγόμενα με την παρουσίαση των θαυμάτων. Επειδή δηλαδή η κηρυττόμενη βασιλεία δεν φαινόταν, από αυτά που φαίνονταν, κάνει φανερή την αόρατη» (Χ). Και ως προς τους 4 μαθητές που ήδη τον ακολουθούσαν, το πλήθος των θεραπειών θα είχε ευεργετική επίδραση. «Όταν λοιπόν τους ψάρεψε, τότε αρχίζει να θαυματουργεί, ενώ ήταν αυτοί παρόντες, και με αυτά που κάνει επιβεβαιώνει αυτά που είπε ο Ιωάννης για αυτόν» (Χ).
(6)   Κανείς ασθενής ή νεκρός, τον οποίο ο Ιησούς συνάντησε, δεν παρέμεινε ασθενής ή νεκρός (b).
(7)   «Νόσος μεν είναι η χρόνια μεταβολή της υγείας του σώματος· ενώ μαλακία είναι είναι η αρχή της αποχαύνωσης του σώματος, που είναι προάγγελος της νόσου» (Ζ). «Μαλακία είναι η πρόσκαιρη ανωμαλία του σώματος» (Θφ). Η λέξη μαλακία συναντιέται μόνο στο Ματθαίο από τους συγγραφείς της Κ.Δ. (a).
(8)   Που υπήρχαν στο λαό της Γαλιλαίας (δ). Στο λαό δηλαδή του Ισραήλ. Η θεραπεία εθνικών ήταν σχετικά σπάνια. Δες Ματθ. η 5-13, ιε 21-28 (S).

Ματθ.4,24 καὶ ἀπῆλθεν ἡ ἀκοὴ(1) αὐτοῦ εἰς ὅλην τὴν Συρίαν(2), καὶ προσήνεγκαν(3) αὐτῷ πάντας τοὺς κακῶς ἔχοντας(4) ποικίλαις νόσοις καὶ βασάνοις(5) συνεχομένους, καὶ δαιμονιζομένους(6) καὶ σεληνιαζομένους(7) καὶ παραλυτικούς, καὶ ἐθεράπευσεν αὐτούς(8)·
Ματθ.4,24 Η φήμη του απλώθηκε σ’ όλη τη Συρία. Του έφερναν όλους όσοι έπασχαν από διάφορα νοσήματα και τους τυραννούσαν κάθε είδους ασθένειες, όπως ακόμα δαιμονισμένους και επιληπτικούς και παράλυτους, και τους γιάτρευε.
(1)   «Ακοή και ήχο (Λουκ. δ 37) λένε τη φήμη του» (Ζ) οι ευαγγελιστές. Απῆλθεν ἡ ἀκοὴ αὐτοῦ, είναι εβραϊκός τρόπος έκφρασης=διαδόθηκε η φήμη του (δ).
(2)   Συρία εδώ ίσως σημαίνει όχι τη Ρωμαϊκή επαρχία, η οποία περιλάμβανε και την Παλαιστίνη, αλλά την έκταση την βόρεια και βορειοανατολικά της Παλαιστίνης και η οποία, μη περιλαμβάνοντας τη Φοινίκη, θεωρούνταν γενικώς ως η αληθινή Συρία (S).
(3)   Και αυτοί που κατοικούσαν στη Συρία έπραξαν έτσι (b).
(4)   Το αντίθετο του: αυτοί που ήταν καλά στο σώμα, υγιείς· επομένως=τους αρρώστους (δ). Τα θαύματα του Ιησού συντελούνταν για το καλό των ανθρώπων (b).
(5)   Βάσανος=νόσος που συνοδεύεται από οδυνηρούς πόνους (b), «οι οδύνες από τις νόσους» (Ζ).
(6)   Ονομάζονται έτσι αυτοί που πάσχουν από ψυχικές ασθένειες, οι οποίες είναι αποτέλεσμα τελείως άγνωστης ψυχικής αιτίας και οργανικής αλλοίωσης του εγκεφάλου και στις οποίες, χωρίς να αποκλείονται και φυσικά αίτια αυτών των νόσων, αποκτά ο σατανάς κυριαρχία στο σώμα του ασθενή και σπρώχνει τη φύση σε αμέτρητα άτοπα και ανήθικες και βρωμερές και κακές πράξεις καταχρώμενος την εξασθενημένη και επισκιασμένη του αρρώστου συνείδηση (δ). Ότι όμως οι ασθένειες αυτές δεν ήταν απλώς φυσικές, αλλά η θεραπεία τους απαιτούσε την εκδίωξη των δαιμονίων, είναι τόσο φανερό, ώστε μόλις είναι ανάγκη να ζητά κάποιος απόδειξη για αυτό.
Τι είδους ασθένεια είναι αυτή, κατά την οποία ο άρρωστος κράζει: Τι σχέση υπάρχει ανάμεσα σε μας και σε σένα Ιησού Υιέ του Θεού; Ήλθες πριν από την ώρα να μας βασανίσεις; (Ματθ. η 29); Ποιός άκουσε ποτέ για ασθένεια, στην οποία ζητείται η άδεια να μπουν τα πνεύματα στα γουρούνια και να έρχεται ως συνέπεια ο πνιγμός τους στη λίμνη; (ο).
(7)   Δηλαδή επιληπτικούς. Συναντιέται η λέξη και στο Ματθ. ιζ 15. Μεταγενέστερη και σπάνια λέξη (a). Ονομάζονταν έτσι και ονομάζονται και σήμερα ακόμη οι επιληπτικοί λόγω της παρατήρησης ότι σε πολλούς από τους αρρώστους η προσβολή έρχεται κατά την αλλαγή της σελήνης (δ). Η νεώτερη ιατρική δεν δέχεται την επίδραση της σελήνης σε καμία ασθένεια (L).
(8)   Ο Harnack και ο καθηγητής Gardner παραδέχονται ότι θαυμαστές θεραπείες είναι στενά συνυφασμένες με την ευαγγελική αφήγηση, ώστε να μην είναι δυνατόν να αποσπαστούν από αυτήν. Γιατί οι Φαρισαίοι θα κατηγορούσαν αυτόν, ότι με τον άρχοντα των δαιμονίων βγάζει τα δαιμόνια και ο Αντίπας θα εξέφερε τη γνώμη, ότι ο Βαπτιστής αναστήθηκε, και ο Κέλσος θα διακήρυττε, ότι έφερε μεθόδους μαγείας από την Αίγυπτο, εάν δεν είχε επιτελέσει ο Ιησούς θαυμαστά έργα; Πολλοί κριτικοί στις ημέρες μας περιορίζουν τα θαύματα αυτά του Ιησού σε έργα θεραπείας, και μάλιστα σε θεραπείες, τις οποίες και οι γιατροί θα μπορούσαν σήμερα να συντελέσουν με ψυχικές μεθόδους και μάλιστα με την υποβολή.
Γεννιούνται όμως τα ερωτήματα: Οι αφηγήσεις των ευαγγελίων για θεραπείες παρέχουν κάποια ένδειξη, ότι και ο Ιησούς είχε συνείδηση, ότι η δύναμή του για επιτέλεση θαυμαστών έργων ήταν περιορισμένη μόνο σε κάποιο είδος θεραπειών; Οι μαθητές του σημείωσαν κάποιον τέτοιο περιορισμό; Οι ίδιοι οι εχθροί του χλεύασαν αυτόν ποτέ προβάλλοντας το γεγονός, ότι ενώ ο Μωϋσής και οι προφήτες ενήργησαν κάθε είδους θαύματα, αυτός δεν μπορούσε να συντελέσει παρά μόνο ορισμένες θεραπείες;
Εάν πάλι δεχτούμε προς στιγμήν, ότι οι θεραπείες του Κυρίου γίνονταν με μέσα της λεγόμενης ηθικής θεραπευτικής και ότι περιορίζονταν σε μόνους τους αρρώστους νευρικών νόσων, θα ακολουθούσε ως προς τη φήμη του εντελώς αντίθετο αποτέλεσμα από αυτό που μαρτυρούν οι ευαγγελιστές. Διότι ως συνέπεια των πρώτων του επιτυχιών θα ερχόταν σε αυτόν πλήθος ασθενών, πολλοί από τους οποίους δεν θα μπορούσαν να θεραπευτούν με φυσικές μεθόδους ή με υποβολή ή με ηθική θεραπευτική. Αυτοί θα διώχνονταν αθεράπευτοι και συνεπώς η φήμη του Ιησού αμέσως θα αμαυρωνόταν (p).
«Διότι τους έφερναν από μακριά (τους ασθενείς), και δεν θα τους είχαν φέρει, αν δεν είχαν απόλυτα πείσει τους εαυτούς τους σχετικά με αυτόν» (Χ).

Ματθ.4,25 καὶ ἠκολούθησαν αὐτῷ ὄχλοι(1) πολλοὶ ἀπὸ τῆς Γαλιλαίας καὶ Δεκαπόλεως(2) καὶ Ἱεροσολύμων καὶ Ἰουδαίας καὶ πέραν τοῦ Ἰορδάνου(3).
Ματθ.4,25 Και τον ακολούθησε πολύς κόσμος από τη Γαλιλαία, τη Δεκάπολη, τα Ιεροσόλυμα και την Ιουδαία και από την Περαία.
(1)   Ο πληθυντικός χρησιμοποιείται λόγω των διαφόρων τόπων, από όπου έρχονταν (b). Πυκνοί όμιλοι από διάφορα μέρη.
(2)   Όνομα που αποδόθηκε σε ομοσπονδία ελληνικών πόλεων, αρχικά ίσως 10 στον αριθμό, αλλά αργότερα προστέθηκαν και άλλες, οι οποίες απελευθερώθηκαν από τον ιουδαϊκό έλεγχο από τον Πομπήιο. Βρίσκονταν αυτές οι περισσότερες ανατολικά του Ιορδάνη, όπως τα Γάδαρα και τα Γέρασα, μία και στη δυτική όχθη του, δηλαδή η Σκυθόπολη (S). Σε αυτές συγκαταλέγονταν και οι πόλεις Ίππος και Πέλλη (δ). Η Σαμάρεια δεν αναφέρεται σε αυτήν την αρίθμηση (b).
(3)   Δηλαδή από την χώρα την πέρα του Ιορδάνη (b), αυτήν που ονομαζόταν αλλιώς Περαία.


ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Ε’ (5)

Η επί του Όρους ομιλία.
Στίχ. 1-12. Οι μακαρισμοί.

Ματθ.5,1 Ἰδὼν δὲ τοὺς ὄχλους(1) ἀνέβη εἰς τὸ ὄρος(2), καὶ καθίσαντος(3) αὐτοῦ προσῆλθον αὐτῷ οἱ μαθηταὶ(4) αὐτοῦ,
Ματθ.5,1 Όταν ο Ιησούς είδε τα πλήθη ανέβηκε στο όρος, κάθισε, και οι μαθητές του ήρθαν κοντά του.
(1)   O τελευταίος σ. του προηγουμένου κεφαλαίου αποτελεί το τέλος μεν της περίληψης της δημόσιας δράσης του Κυρίου στη Γαλιλαία και εισαγωγή στην επακολουθούσα επί του όρους ομιλία. Μία συνέπεια της δράσης του Κυρίου ήταν, ότι όχλοι πολλοί ακολούθησαν αυτόν από διάφορα μέρη. Οι όχλοι αυτοί αποτελούσαν ευρύ ακροατήριο για διδασκαλία. Για αυτό ο ευαγγελιστής παρέχει πλούσιο δείγμα του ποια ήταν η διδασκαλία αυτή (p).
(2)   «Ανέβηκε στο όρος το κοντινό» (Ζ). Δεν αναφέρεται το όρος. Όπως και στο ιδ 23 και ιε 29 σημαίνει κάποιο ύψωμα δίπλα στη λίμνη της Γαλιλαίας. Η συρροή ήταν τέτοια ώστε η ακτή της λίμνης δεν ήταν πλέον κατάλληλος τόπος, για να γίνει η διδασκαλία, και ο Κύριος ανέβηκε σε κάποιο οροπέδιο από αυτά που υψώνονταν πάνω από τη λίμνη. Είναι δυνατόν να ήταν αυτό τόπος, στον οποίο ο Κύριος συχνά ανέβηκε κατόπιν μαζί με τους μαθητές του, για αυτό και αυτοί μιλούν για αυτό ως τ ο όρος. Δες και Μάρκ. γ 13,στ 46,Λουκ. στ 12,Ιω. στ 3,15.
(3)   Δείγμα οικειότητας (L), αλλά αυτή ήταν και η συνηθισμένη στάση προκειμένου να εκφωνηθεί μακρός λόγος. Δες Ματθ. ιγ 2,κδ 3,κστ 55 και Λουκ. δ 20 (S).
(4)   Μαθητές εδώ δεν είναι μόνο οι 4 που κλήθηκαν (δ 18-22), ούτε μπορεί να γίνει ακόμη λόγος για τους 12, αλλά η λέξη έχει γενικότερη έννοια (L) δηλώνοντας αυτούς που ακολούθησαν από την αρχή της περιοδείας αυτής, για να διδαχτούν από αυτόν (δ).
«Είδες την πρόοδο της αρετής τους και πόσο βελτιώθηκαν όλοι μαζί; Διότι οι μεν πολλοί έβλεπαν τα θαύματα, αυτοί όμως επιθυμούσαν επί πλέον να ακούσουν κάτι το μεγάλο και υψηλό» (Χ).
Ο Ματθαίος αποσιωπά κάθε ένδειξη για το χρόνο, κατά τον οποίο εκφωνήθηκε η επί του όρους ομιλία. Αλλά είναι προφανώς εσφαλμένο να πει κάποιος, ότι τοποθετεί την ομιλία στην αρχή της δημόσιας δράσης του Κυρίου. Σχετικά με αυτό υπάρχουν δύο αποδείξεις. Πρώτον οι όχλοι, οι οποίοι δεν ήταν δυνατόν να μαζευτούν πριν ακόμη ο Κύριος δράσει για κάποιο χρόνο και πριν ακόμη η φήμη του διαδοθεί σε όλη την Συρία, Περαία, Ιουδαία κλπ. Δεύτερον η διδασκαλία στην επί του όρους ομιλία δεν είναι κάποια στοιχειώδης, αλλά αφορά σε μαθητές προοδευμένους ήδη οι οποίοι έτυχαν προηγουμένως αρκετής διδασκαλίας (p)

Ματθ.5,2 καὶ ἀνοίξας τὸ στόμα(1) αὐτοῦ ἐδίδασκεν(2) αὐτοὺς λέγων(3)·
Ματθ.5,2 Τότε εκείνος άρχισε να τους διδάσκει μ’ αυτά τα λόγια:
(1)   Η έκφραση «ανοίγω το στόμα» βρίσκεται και στους εθνικούς (μη Ιουδαίους) συγγραφείς, όπως και στην Π.Δ. (Ιώβ γ 1,Ψαλμ. οζ 2,Δαν. ι 16 κλπ) και δηλώνει το άνοιγμα του στόματος για να μιλήσει κάποιος, το οποίο είναι η εξωτερική ένδειξη της απόφασης, την οποία έχει κάποιος για να μιλήσει· ώστε καταντά εδώ στην σημασία: αποφάσισα να σας μιλήσω και επικαλούμαι την προσοχή σας (δ).
(2)   Ο ευαγγελιστής θεωρεί τη διδασκαλία όχι λιγότερο σπουδαία από τις θεραπείες. Για αυτό και στην περίληψη που προηγήθηκε, αναφέρει πρώτα τη διδασκαλία. Και εδώ λοιπόν πρώτα παρέχει λεπτομέρειες για αυτήν και έπειτα μιλά λεπτομερώς για τα θαύματα. «Διότι δεν θεράπευε σώματα μόνο, αλλά διόρθωνε και ψυχές» (Χ).
Και εδώ «μεταφέρθηκε από τη θεραπεία των σωμάτων», την οποία ανέφερε στο προηγούμενο κεφάλαιο «στη θεραπεία των ψυχών. Διότι πάντοτε έτσι έκανε, μεταβαίνοντας από εκείνην σε αυτήν, και πάλι από αυτήν σε εκείνην και παρείχε ποικίλη την ωφέλεια» (Ζ).
Δεν αποτελεί μεγάλης σπουδαιότητας ζήτημα να καθορίσουμε, εάν ο Ματθαίος και ο Λουκάς παρέχουν σε μας διαφορετικές εκθέσεις μίας και της ίδιας ομιλίας, όπως είναι η γνώμη που υποστηρίζεται από πολλούς· ή εκθέτουν δύο όμοιες μεν, αλλά διαφορετικές ομιλίες, που απευθύνθηκαν σε δύο διαφορετικά ακροατήρια σε δύο διαφορετικές περιστάσεις, το οποίο αποτελεί βάσιμη άποψη, που υποστηρίζεται ακόμη.
Το σπουδαίο είναι ότι ομιλία, σαν αυτή που αναφέρεται από τον Ματθαίο και τον Λουκά, δεν χωρά ούτε για μια στιγμή κάποια αμφιβολία, ότι εκφωνήθηκε από τον Κύριο. Το περιεχόμενό της υπερβαίνει τελείως την δύναμη οποιουδήποτε ευαγγελιστή, να επινοήσει αυτήν. Είναι επίσης εξ’ ολοκλήρου δυνατόν ο Κύριος να περιέλαβε σε κάποιο λόγο του ό,τι είχε πει σε άλλη ειδική περίπτωση ή και να επανέλαβε σε ειδική περίπτωση ό,τι είχε πει σε λόγο του παλαιότερο (p).

Ματθ.5,3 (1)μακάριοι(2) οἱ πτωχοὶ τῷ πνεύματι(3), ὅτι αὐτῶν ἐστιν(4) ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν(5).
Ματθ.5,3 «Μακάριοι όσοι νιώθουν τον εαυτό τους φτωχό μπροστά στο Θεό, γιατί δική τους είναι η βασιλεία του Θεού.
(1)   Σημειώθηκαν διάφορες γνώμες ως προς τον ακριβή αριθμό των μακαρισμών. Έχουν αριθμηθεί διαφορετικά από διαφόρους, ως 7 ή 8 ή 9 ή 10 στον αριθμό. Στον Λουκά δεν προκύπτει τέτοιο ζήτημα, διότι έχουμε εκεί 4 μακαρισμούς και 4 ουαί. Όλοι οι υπομνηματιστές συμφωνούν, ότι στους σ. 3-9 έχουμε 7 μακαρισμούς, που παρουσιάζουν περιληπτικά το ιδανικό χριστιανικού χαρακτήρα. Μετά από αυτό επακολουθεί διακήρυξη, ότι οι δεδιωγμένοι επειδή κατέχουν αυτόν τον χαρακτήρα, είναι μακάριοι. Και είναι πθανόν, ότι αποτελεί αυτή ξεχωριστό μακαρισμό. Είναι πολύ μακάριο το να κατέχει κάποιος τον ιδανικό χαρακτήρα. Αλλά είναι μακαριότερο το να διωχτεί κάποιος για τον χαρακτήρα του αυτόν. Ότι όμως αυτός αποτελεί όγδοο μακαρισμό, επειβεβαιώνεται και από το γεγονός, ότι περιλαμβάνεται αυτός στους 4 του Λουκά.
Ως προς τον στίχο 11 «μακάριοί ἐστε ὅταν ὀνειδίσωσιν ὑμᾶς καὶ διώξωσι…», επαναλαμβάνεται μεν σε αυτόν η λέξη μακάριοι, αλλά αυτά που ακολουθούν αποτελούν εφαρμογή του προηγούμενου μακαρισμού στους παρόντες μαθητές. Ομοίως δεν πρέπει να θεωρηθεί ως ξεχωριστός μακαρισμός το Χαίρετε και αγαλλιάσθε…, εφ’ όσον άλλωστε στον σ. αυτόν δεν χρησιμοποιείται η λέξη μακάριοι, και ο όλος σ. αποτελεί συμπλήρωμα του προηγούμενου σ.. Πάντως οι 8 μακαρισμοί δεν περιγράφουν 8 διαφορετικές κλάσεις ανθρώπων, αλλά 8 διαφορετικά στοιχεία υπεροχής, τα οποία πρέπει να συνδυάζονται σε ένα και το ίδιο άτομο (p).
(2)   Από το μάκος, μάκαρ=μακρός, το οποίο ηλώνει τον μεγάλο και πολύ. Το μεγάλος, όταν λεγόταν ιδίως για θεούς, δήλωνε τον ισχυρό, ο οποίος έχει κατά τρόπο φυσικό όλα τα αγαθά δικά του. Οπότε το μάκαρ κατέληξε ίσο με το ευδαίμων, ευτυχής, το οποίο οι αρχαιότατοι ποιητές πρώτα και κύρια το απέδωσαν στους θεούς τους (δ).
«Μακαριότητα εἶναι… μία περίληψη ὅλων ἐκείνων ποὺ ἐννοοῦμε σχετικὰ μὲ τὸ ἀγαθό. Ἀπ' αὐτὴ δὲν λείπει τίποτε ἀπ' ὅσα ἔχουν σχέση μὲ τὴν ἀγαθὴ ἐπιθυμία... Ἀληθινὰ δὲ μακαριστὴ ὕπαρξη εἶναι τὸ Θεῖο… Μακαριότητα εἶναι ἐκείνη ἡ καθαρὴ ζωή, τὸ ἀνεκδιήγητο καὶ ἀκατάληπτο ἀγαθό, τὸ ἀνέκφραστο κάλλος, αὐτὸ ποὺ εἶναι αυτό το ίδιο ὅλο χάρη καὶ σοφία καὶ δύναμη, τὸ ἀληθινὸ φῶς, ἡ πηγὴ κάθε ἀγαθότητας, ἡ ἀνώτερη ἐξουσία ὅλων, τὸ μόνο ποθητό, αὐτὸ ποὺ πάντα εἶναι τὸ ἴδιο, ἡ παντοτινὴ ἀγαλλίαση, ἡ αἰώνια εὐφροσύνη, γιὰ τὴν ὁποία θὰ μποροῦσε κανεὶς νὰ πεῖ πολλά, κι ὅμως νὰ μὴν ἔχει πεῖ τίποτε τὸ ἰσάξιο» (Γν).
(3)   «Δεν είπε οι φτωχοί στα χρήματα, αλλά οι φτωχοί στο πνεύμα. Διότι δεν είναι μακαριστός αυτός που είναι ταπεινός εξ’ αιτίας κάποιας περίστασης· διότι τίποτα δεν είναι άξιο μακαρισμού από αυτά που δεν τα επέλεξε ελεύθερα κάποιος. Διότι κάθε αρετή χαρακτηρίζεται από την ελεύθερη βούληση» (Ζ).
Φτωχός στο πνεύμα είναι ή, λιγότερο πιθανή ερμηνεία, «οι ταπεινοί και συντετριμμένοι στη διάνοια. Διότι πνεύμα εδώ, ονόμασε την ψυχή και την ελεύθερη βούληση» (Χ)·
Ή, πιο σωστά, φτωχοί στο πνεύμα σημαίνει τον χαρακτήρα εκείνων, οι οποίοι αισθάνονται τις μεγάλες τους ανάγκες και την από το Θεό εξάρτησή τους, ο οποίος είναι ο μόνος ικανός να εκπληρώσει ό,τι αυτοί ζητούν (p).
Η φράση «στο πνεύμα» χρησιμοποιείται, για να καταστήσει πνευματική την έννοια του φτωχός και να δώσει έμφαση μάλλον στη θρησκευτική και ηθική παρά στην κοινωνική κατάσταση αυτών που αναφέρονται εδώ. Το πνεύμα τους είναι φτωχό διότι αισθάνονται την ανάγκη της από το Θεό βοήθειας. Στην εσωτερικότερη πνευματική τους ζωή αισθάνονται, ότι έχουν ανάγκη το Θεό (a). Φτωχός και ευσεβής ταυτίζονται στο Ψαλτήρι (S).
Δες και Ησ. ξα 1. Φτωχοί σύμφωνα με τους Ψαλμούς, δεν είναι οι στερούμενοι χρημάτων, αλλά οι ευσεβείς που αισθάνονται τον εαυτό τους να καταπιέζεται στον κόσμο αυτόν, οι οποίοι συναισθανόμενοι την αδυναμία τους αναμένουν το παν από το Θεό (L).
Έτσι ή αλλιώς «φτωχό εδώ ονόμασε τον ταπεινό… Διότι ο ταπεινόφρων πάντοτε φοβάται το Θεό» (Ζ), «εννοεί αυτούς που διδάχτηκαν την επαινετή ταπεινοφροσύνη και ανέλαβαν την πτωχεία στο φρόνημα, σύμφωνα με την εξομοίωση με αυτόν (το Χριστό), που πτώχευσε για εμάς» (Β). «Την εκούσια (=θεληματική) ταπεινοφροσύνη ονομάζει ο Λόγος» (Γν), αυτούς που συναισθάνονται την πνευματική τους φτώχεια και γύμνωση και για αυτό αναζητούν και πρόθυμα τρέχουν προς τον ιατρό Σωτήρα (δ).
(4)   Ενώ στους άλλους μακαρισμούς όλα τα ρήματα είναι σε χρόνο μέλλοντα, στον πρώτο το ρήμα είναι σε ενεστώτα, διότι η βασιλεία, στην οποία θα μπουν οι φτωχοί, υφίσταται ήδη για αυτούς (L).
(5)   Η φράση έχει εδώ την ευρύτατη έννοιά της· δηλαδή, τις ευλογίες και τα προνόμια της βασιλείας αυτής πάνω στη γη και την αιώνια μακαριότητα στη μέλλουσα ζωή (ο).

Ματθ.5,4 (1)μακάριοι οἱ πενθοῦντες(2), ὅτι αὐτοὶ παρακλήθησονται(3).
Ματθ.5,4 Μακάριοι όσοι θλίβονται για τις αμαρτίες τους και το κακό που κυριαρχεί στον κόσμο, γιατί αυτοί θα παρηγορηθούν από το Θεό.
(1)   Σε κάποιους απο τους κώδικες προηγείται ο τρίτος μακαρισμός και ακολουθεί ως τρίτος ο δεύτερος. Η μεταβολή φαίνεται να προήλθε από τη σχέση του πρώτου και του τρίτου μακαρισμού σύμφωνα με τον Γρηγόριο Νύσσης «διότι φαίνεται ότι ακολουθεί το ένα το άλλο» δηλαδή η πραότητα την ταπεινοφροσύνη (δ).
(2)   Παράδοξο= «Επειδή όλοι θεωρούσαν μακάριους μεν αυτούς που βρίσκονται στη χαρά, ενώ άθλιους όσους είναι στη θλίψη, κόβει από τη ρίζα της αυτή την αντίληψη, υποδεικνύοντας το αντίθετο» (Ζ).
«Μακάριοι αυτοί που πενθούν, παρόλο βεβαίως που όλοι τους ελεεινολογούν» (Χ).
Ο,τιδήποτε εμποδίζει την πραγματοποίηση της Βασιλείας και συγκρούεται με την πλήρη κυριαρχία του Θεού στη γη, πρέπει να είναι αιτία πένθους σε καθέναν που επιθυμεί να είναι πολίτης νομιμόφρων αυτής της Βασιλείας (p). Έτσι λοιπόν συνδέονται ο πρώτος και ο δεύτερος μακαρισμός.
Ειδικότερα «πενθούντες λέει όχι αυτούς που απλώς πενθούν, αλλά αυτούς που πενθούν για τα αμαρτήματα» (Ζ), «διότι το άλλο εμποδίζεται και πάρα πολύ, το να θρηνούμε δηλαδή για κάτι από τα βιοτικά. Το οποίο ακριβώς λοιπόν και ο Παύλος δήλωνε λέγοντας, ότι «η μεν του κόσμου λύπη έχει ως αποτέλεσμα το θάνατο, ενώ η κατά Θεόν λύπη έχει ως αποτέλεσμα μετάνοια, η οποία οδηγεί σε σωτηρία και για την οποία δεν μετανιώνει αυτός που την έχει (Β Κορ. ζ 10)». Αυτούς λοιπόν, που πενθούν για τα αμαρτήματά τους, μακαρίζει εδώ και δεν ανέφερε απλώς αυτούς που λυπούνται, αλλά αυτούς που λυπούνται πάρα πολύ. Για αυτό ακριβώς δεν είπε, Αυτοί που λυπούνται, αλλά που πενθούν» (Χ).
«Είπε επίσης «που πενθούν», δηλαδή παντοτινά και όχι μία φορά» (Θφ).
«Και πώς ο Παύλος πάλι είπε «Χαίρετε εν Κυρίω πάντοτε;»… Έχει (το πένθος) αυτό συμμέτοχη τη χαρά. Διότι όπως ακριβώς όταν πέσει σφοδρή βροχή συνηθίζεται μετά να γίνεται ηρεμία, έτσι και όταν πέσουν δάκρυα, δημιουργείται γαλήνη και χαρά στην ψυχή» (Ζ).
(3)   «Πού θα παρηγορηθούν; Και εδώ και εκεί» (Χ).
«Εδώ μεν, με την ελπίδα της λύτρωσής τους» (Ζ), αλλά και με εσωτερική παρηγοριά από τον Παράκλητο, «ενώ εκεί, όχι μόνο με την άφεση αυτών, αλλά και με τη μακαριότητα» (Ζ).«Επομένως αν θέλεις να παρηγορείσαι, να πενθείς. Και μη νομίσεις ότι είναι αίνιγμα το λεγόμενο. Διότι όταν ο Θεός παρηγορεί, ακόμη και αν πέσουν πάνω σου βροχή τα λυπηρά, θα είσαι ανώτερος από όλα» (Χ)

Ματθ.5,5 μακάριοι οἱ πραεῖς(1), ὅτι αὐτοὶ κληρονομήσουσι(2) τὴν γῆν(3).
Ματθ.5,5 Μακάριοι όσοι φέρονται με πραότητα στους άλλους, γιατί αυτοί θα κληρονομήσουν τη γη της επαγγελίας.
(1)   Αυτοί που φέρονται με επιείκεια και ημερότητα προς τους πλησίον και ανέχονται με υπομονή τις ύβρεις και προσβολές των πλησίων, οι ήσυχοι, οι υπομονητικοί (δ). «Αυτοί που έχουν συγκρατημένα τα ήθη τους και είναι απαλλαγμένοι από κάθε πάθος, αυτοί ονομάζονται πράοι επειδή δεν έχουν καμία ταραχή να κατοικεί μέσα στις ψυχές τους» (Β).
«Ο μακαρισμός επιβάλλει τη μετριοφροσύνη και την πραότητα, όχι την πλήρη απάθεια… Μακάριοι, λοιπόν, όσοι δεν είναι ευερέθιστοι από τα εμπαθή σκιρτήματα της ψυχής, αλλά είναι ήρεμοι με τη λογική. Σ' αυτούς ο λογισμός, σαν άλλο χαλινάρι, ανακόπτει τις ορμές και δεν αφήνει την ψυχή να εκτρέπεται προς την αταξία» (Γν).
Το πράοι δηλώνει γλυκύτητα· είναι η στάση των πτωχών στο πνεύμα απέναντι στους άλλους· είναι αυτοί αγαθοί, επιεικείς, εύκολοι (L).
«Πράοι λέγονται όχι αυτοί που δεν οργίζονται καθόλου· διότι αυτοί είναι αναίσθητοι· αλλά αυτοί που έχουν μεν θυμό, αλλά τον συγκρατούν και οργίζονται όταν πρέπει, όπως είπε και ο Δαβίδ, οργίζεσθε και μη αμαρτάνετε» (Θφ).
(2)   «Επειδή νομίζεται ο πράος ότι χάνει όλα τα δικά του, το αντίθετο υπόσχεται, λέγοντας ότι αυτός μεν είναι που με ασφάλεια κατέχει τα αγαθά του, αυτός δηλαδή που δεν είναι θρασύς ούτε αλαζόνας· ενώ ο τέτοιος [ο θρασύς και αλαζών] θα χάσει πολλές φορές και όσα κληρονόμησε από τον πατέρα του και την ίδια την ψυχή του» (Χ).
Οι πράοι παρουσιάζονται παντού να υποχωρούν στην φορτικότητα των κατοίκων της γης· και όμως αυτοί θα πετύχουν την κατάκτηση της γης, όχι με το δικό τους χέρι, αλλά μέσω κληρονομίας, με τη βοήθεια του Πατέρα. Δες Αποκ. ε 10 (b).
(3)   «Ποιά γη; Κάποιοι μιλούν για νοητή (=πνευματική) γη. Αλλά δεν είναι αυτό· διότι πουθενά δεν βρίσκουμε στη Γραφή γη νοητή. Αλλά… ορίζει αισθητό έπαθλο… και ανέμιξε τα αισθητά με τα πνευματικά… Εξάλλου και επειδή στην Παλαιά Διαθήκη συνεχώς ο προφήτης έλεγε «οι πράοι θα κληρονομήσουν τη γη» (Ψαλμ. λστ 11), πλέκει τον λόγο με συγγενικές με αυτές λέξεις… Τα λέει όμως αυτά, όχι σταματώντας τις αμοιβές μέχρι τα παρόντα, αλλά παρέχοντας μαζί με αυτά (τα παρόντα) και εκείνα (τα μέλλοντα). Διότι και αν πει κάτι πνευματικό, δεν αφαιρεί τα της παρούσας ζωής· και αν πάλι υπόσχεται κάτι από τα της παρούσας ζωής, δεν σταματά την υπόσχεση μέχρι σε αυτήν τη ζωή» (Χ).
Σε όλους αυτούς τους μακαρισμούς οι ουράνιες ευλογίες συνυπονοούν αμοιβαία και τις επίγειες (b). Ο Ψαλμωδός (λστ 11) λέγοντας «οι πράοι θα κληρονομήσουν τη γη» εννοεί τη γη του Ισραήλ, αλλά στο λόγο του Ιησού η γη αποτελεί σύμβολο (L). Οπότε είναι σοβαρή και η εκδοχή, κατά την οποία γη εδώ είναι εκείνη, της οποίας την κληρονομία ο Θεός υποσχέθηκε στους πατέρες (Γεν. ιβ 7,ιγ 15 κλπ.)· και η υπόσχεση όμως αυτή, όπως και ο ίδιος ο Αβραάμ κατάλαβε αυτήν (Εβρ. ια 9,10) δεν αναφερόταν στην Παλαιστίνη, η οποία ήταν τύπος και αρραβώνας της αληθινής, αλλά στην επουράνια Ιερουσαλήμ, την καινούργια γη, στην οποία και μόνη αναφέρεται και η εδώ φράση του Σωτήρα (δ).
«Εμείς όμως κληρονομούμε την άνω (=ουράνια) πόλη, την επουράνια Ιερουσαλήμ, την εκκλησία των πρωτοτόκων και αυτή λέει ο Σωτήρας ότι είναι η γη, την οποία υποσχέθηκε στους πράους» (Κ).
«Διότι εκείνη η γη, η επουράνια Ιερουσαλήμ, δεν γίνεται λάφυρο αυτών που μάχονται, αλλά προβάλλεται ως κληρονομία μακρόθυμων και πράων ανδρών» (Β).

Ματθ.5,6 μακάριοι(1) οἱ πεινῶντες καὶ διψῶντες(2) τὴν δικαιοσύνην(3), ὅτι αὐτοὶ χορτασθήσονται(4).
Ματθ.5,6 Μακάριοι όσοι πεινούν και διψούν για την επικράτηση του θελήματος του Θεού, γιατί ο Θεός θα ικανοποιήσει την επιθυμία τους.
(1)   Ο τέταρτος μακαρισμός είναι πολύ λιγότερο παράδοξος στη μορφή από τους τρεις πρώτους (p).
(2)   «Πρόσεξε με πόση υπερβολή αναφέρει αυτό. Διότι δεν είπε Μακάριοι αυτοί που προσηλώνονται στη δικαιοσύνη, αλλά μακάριοι αυτοί που πεινούν και διψούν τη δικαιοσύνη, έτσι ώστε να την εξασκούμε όχι έτσι απλά, αλλά με κάθε επιθυμία» (Χ).
Είναι αξιοσημείωτο ότι μακαρίζεται η πείνα και η δίψα της δικαιοσύνης και όχι η κατοχή της. Το να πιστεύει κάποιος, ότι κατέκτησε τη δικαιοσύνη, όπως και ο Φαρισαίος της παραβολής, είναι απαίσιο. Αλλά και το να γνωρίζει κάποιος ότι στερείται αυτής, δεν είναι αρκετό. Πρέπει να αισθάνεται, ότι δεν έχει αυτήν και να κατέχεται από σφοδρή και επίμονη επιθυμία να την αποκτήσει, για να είναι μακάριος από τον Κύριο. Διότι όταν έχει τέτοια επιθυμία, τότε ασφαλώς θα καταβάλλει κάθε προσπάθεια για επίτευξή της (p).
(3)   «Ποιά δικαιοσύνη; Ή την αρετή συνολικά (γενικά), ή αυτήν με τη στενότερη έννοια, που είναι αντίθετη από την πλεονεξία» (Χ). Η πρώτη εκδοχή πιθανότερη.
Δικαιοσύνη εδώ δεν είναι ούτε η δικαιοσύνη του Θεού, της οποίας τον θρίαμβο θα εύχονταν οι μακαριζόμενοι, ούτε η δικαιοσύνη την οποία θα ήταν αυτοί διατεθειμένοι να αποδίδουν στους άλλους, αλλά η τελειότητα την οποία ο Θεός δίνει σε όλους εκείνους, οι οποίοι επιθυμούν αυτοί με όλη τους την ψυχή (L).
Αξιόλογη όμως και η εκδοχή σύμφωνα με την οποία δικαιοσύνη= το να απονέμει κανείς στον καθένα ό,τι ανήκει σε αυτόν. Αυτοί λοιπόν που πεινούν και διψούν τη δικαιοσύνη είναι όσοι σε καμιά περίπτωση δεν ανέχονται την καταπάτηση και παραβίαση του δικαίου, αλλά εξεγείρονται εναντίον κάθε αδικίας χωρίς να φοβούνται κανέναν προκειμένου να υποστηρίξουν με έργα το δίκαιο (δ).
(4)   Από δικαιοσύνη. Δες Ρωμ. ιδ 17. Αυτή ήταν και η τροφή του Ιησού (Ιω. δ 34 δες και Ματθ. γ 15)(b). Ο χορτασμός αναφέρεται στο μέλλον. Διότι ο πόθος της δικαιοσύνης και τελειότητας είναι πόθος του Θεού και η πείνα λοιπόν και δίψα της δικαιοσύνης θα χορταστεί με την κατοχή του Θεού (L). Σύμφωνα με την δεύτερη εκδοχή, θα χορτάσουν δικαιοσύνη, διότι θα δουν τέτοια άκρα δικαιοσύνη να απονέμεται στον καθένα στη βασιλεία του Θεού, ώστε το ζωηρότατο μέσα τους αίσθημα του δικαίου θα ικανοποιηθεί πληρέστατα (δ).

Ματθ.5,7 μακάριοι οἱ ἐλεήμονες(1), ὅτι αὐτοὶ ἐλεηθήσονται(2).
Ματθ.5,7 Μακάριοι όσοι δείχνουν έλεος στους άλλους, γιατί σ’ αυτούς θα δείξει ο Θεός το έλεός του.
(1)   «Εδώ μου φαίνεται ότι εννοεί όχι μόνο αυτούς που ελεούν με χρήματα, αλλά και με πράγματα. Διότι είναι ποικίλος ο τρόπος της ελεημοσύνης και πλατιά αυτή η εντολή» (Χ).
Η λέξη ελεήμων συχνά αποδίδεται στην Π.Δ. στο Θεό, συνδυασμένη μάλιστα με τη λέξη οικτίρμων, ιδιαίτερα στους ψαλμούς (πε 15,ρβ 8,ρι 4,ρια 4,ριδ 5,ρμδ 8). Στην Κ.Δ. βρίσκεται μόνο εδώ και στο Εβρ. β 17, όπου αναφέρεται στο Χριστό που έγινε ελεήμων και πιστός αρχιερέας. Είναι αξιοσημείωτο ότι ο μακαρισμός για την ελεημοσύνη ακολουθεί τον μακαρισμό για τη δικαιοσύνη. Οσοδήποτε μεγάλος και αν είναι ο ζήλος μας για τη δικαιοσύνη, δεν πρέπει να στερείται του στοιχείου του ελέους.
Εάν η δικαιοσύνη είναι ιδίωμα του Θεού, επίσης ιδίωμά του είναι και το έλεος. Και εκείνοι, οι οποίοι έχουν θέσει ενώπιόν τους τη θεία εξοχότητα ως ιδανικό, προς το οποίο τείνουν με διακαή πόθο, δεν πρέπει να λησμονούν, ότι ο Θεός είναι συγχρόνως δίκαιος και ελεήμων. Ο ψαλμωδός περιγράφοντας τον τέλειο άνθρωπο αποδίδει σε αυτόν ακριβώς τον συνδυασμό του ελέους και της δικαιοσύνης (Ψαλμ. ρια 5). Περιορίζουμε όμως το έλεος πολύ, όταν θεωρήσουμε αυτό ως συνώνυμο της συγχώρησης των πταισμάτων των άλλων σε μας (p).
Ο άνθρωπος έχει ανάγκη του θείου ελέους. Οφείλει λοιπόν να συγχωρεί και γενικώς να δείχνει συμπάθεια στις δυστυχίες και τα δεινά των άλλων. Δες Παροιμ. ιζ 5 («αυτός που σπλαγχνίζεται, θα ελεηθεί) και Ιακ. β 13 και προ παντός τον αγαθό Σαμαρείτη (L).
(2)   Θα τύχουν ελέους την ημέρα της κρίσης (S) ιδιαίτερα, αλλά και εδώ.
«Φαίνεται μεν σαν ίση ανταμοιβή, αλλά είναι πολύ μεγαλύτερη από το κατόρθωμα. Διότι αυτοί μεν ελεούν ως άνθρωποι, ελεούνται όμως από το Θεό των όλων. Δεν είναι όμως ίσο το ανθρώπινο έλεος και το θείο, αλλά όση είναι η απόσταση μεταξύ πονηρίας και αγαθότητας, τόσο διαφέρει αυτό από εκείνο» (Χ).

Ματθ.5,8 μακάριοι οἱ καθαροί τῇ καρδίᾳ(1), ὅτι αὐτοὶ τὸν Θεὸν ὄψονται(2).
Ματθ.5,8 Μακάριοι όσοι έχουν καθαρή καρδιά, γιατί αυτοί θα δουν το πρόσωπο του Θεού.
(1)   «Καθαρούς εδώ ονομάζει ή εκείνους που έχουν την συνολική αρετή και η συνείδησή τους δεν τους ελέγχει για κανένα πονηρό ή αυτούς που ζουν με αγνότητα» (Χ),
«αυτοί που με την ένωσή τους με το Θεό που γίνεται μέσω του Υιού με το Πνεύμα, έφυγαν από κάθε αγάπη για τη σάρκα, και απομάκρυναν τελείως την κοσμική ηδονή, και κατά κάποιο τρόπο αρνήθηκαν τη ίδια τους τη ζωή και την αφιέρωσαν μόνο στο να θέλουν το Πνεύμα και έζησαν για το Χριστό καθαρά και ολοτελώς» (Κ).
Υπάρχει και εδώ ο κίνδυνος να περιορίσουμε την έννοια του έκτου μακαρισμού. Συχνά θεωρήθηκε απλώς και πνευματικό αντίστοιχο και διεύρυνση της εβδόμης εντολής. Η καθαρότητα της καρδιάς με τη στενή αυτή έννοια αποτελεί αναμφιβόλως μέρος της έννοιας αυτού του μακαρισμού, αλλά δεν είναι και το σύνολό του. Ο «άνθρωπος που είναι αθώος στα χέρια και καθαρός στην καρδιά, ο οποίος δεν πήρε στα μάταια την ψυχή του και δεν ορκίστηκε με δόλο στον πλησίον του» (Ψαλμ. κγ 4) είναι ο χαρακτήρας που εννοείται εδώ.
Αυτός είναι αθώος από κάθε κακό, όχι μόνο στα έργα, αλλά και στην πρόθεση. Το μάτι του είναι απλό (Ματθ. στ 22) και δεν εισχωρεί σε αυτόν κάποια επιθυμία να προσβάλλει το Θεό ή τον πλησίον. Καθαρότητα διάνοιας και ειλικρίνεια προθέσεων είναι τα χαρακτηριστικά του (p). Καθαροί στην καρδιά είναι εκείνοι, τους οποίους δεν τύπτει η συνείδηση για κανένα αμάρτημα (Ιε).
(2)   «Αυτός που καθάρισε τελείως την καρδιά του από κάθε εμπαθή διάθεση, μέσα στη δική του ομορφιά βλέπει την εικόνα της θείας φύσης. Διότι είναι ικανή η καθαρότητα της ψυχής να καθρεπτίζει τον Θεό μέσα από τον εαυτό της» (Α).
«Διότι όπως ακριβώς ο καθρέπτης, εάν είναι καθαρός, τότε δέχεται τις αντανακλάσεις, έτσι και η καθαρή ψυχή δέχεται την όψη του Θεού» (Θφ).
«Θα δουν όμως το Θεό, όσο είναι δυνατόν στην ανθρώπινη φύση» (Ζ). «Διότι η θεότητα είναι καθαρότητα και απάθεια και αποξένωση από κάθε κακό… Όταν λοιπόν η σκέψη μέσα σου είναι ανόθευτη από κάθε κακία, ελέυθερη από πάθη και χωρισμένη από κάθε μπολυσμό, είσαι μακάριος, επειδή είσαι καθαρός και με την οξύτητα της όρασης βλέπεις το αθέατο για τους ακάθαρτους. Και επειδή έχει αφαιρεθεί από τα μάτια της ψυχής η υλική λάσπη, μέσα στον καθαρό ουρανό της καρδιάς βλέπεις καθαρά το μακάριο θέαμα» (Γν).
Σαφής γνώση του Θεού θα ακολουθήσει και τώρα σε αυτήν τη ζωή, αλλά θα ολοκληρωθεί στη μέλλουσα ζωή. Δες Α΄Ιω. γ 2,3,6 (b).

Ματθ.5,9 μακάριοι οἱ εἰρηνοποιοί(1), ὅτι αὐτοὶ υἱοὶ Θεοῦ(2) κληθήσονται(3).
Ματθ.5,9 Μακάριοι όσοι φέρνουν την ειρήνη στους ανθρώπους, γιατί αυτοί θα ονομαστούν παιδιά του Θεού.
(1)   «Εδώ σκοπό έχει όχι μόνο να εξαφανίσει τις μεταξύ τους έριδες και τα μίση, αλλά επιδιώκει και κάτι περισσότερο, να συμφιλιώνουν και τους άλλους που φιλονεικούν» (Χ).
Για να ειρηνεύει όμως κάποιος τους άλλους, πρέπει προηγουμένως να «έχει ειρηνεύσει το θέλημα της σάρκας του με το θέλημα της ψυχής του και να έχει υποτάξει το χειρότερο στο καλύτερο» (Ζ).
«Ειρηνοποιός είναι αυτός που δίνει την ειρήνη σε άλλον· δεν θα μπορούσε όμως κάποιος να δώσει σε άλλον, αυτό που δεν έχει ο ίδιος» (Γν).
Ως προς τη σχέση του έκτου και έβδομου μακαρισμού είναι αξιοσημείωτο, ότι έχουμε την ουσία τους σε στενή σύνδεση, αλλά με αντίστροφη σειρά στο Εβρ. ιβ 14. «Να επιδιώκετε την ειρήνη με όλους και τον αγιασμό, χωρίς τον οποίο κανείς δεν θα δει τον Κύριο». Η σειρά στον μακαρισμό είναι πιο φυσική. Ο αγιασμός έρχεται πρώτος για δύο λόγους. Δεν μπορεί κάποιος δηλαδή να είναι ειρηνοποιός, εάν ο βίος του δεν είναι από πριν καθαρός και τα ελατήριά του αγνά. Επιπλέον ο αγιασμός δεν πρέπει να θυσιάζεται, ακόμη και όταν πρόκειται να επιτευχθεί η ειρήνη (p).
(2)   «Διότι αυτό έγινε έργο και του Μονογενούς (Υιού), το να ενώσει δηλαδή αυτά που ήταν χωρισμένα και να συμφιλιώσει αυτά που είχαν πόλεμο μεταξύ τους» (Χ).
«Ειρηνοποιοί είναι οι μιμητές της θείας φιλανθρωπίας, αυτοί που δείχνουν στο δικό τους βίο το ιδιαίτερο γνώρισμα της θεϊκής ενέργειας» (Γν).
Ο Μεσσίας είναι ο άρχοντας της ειρήνης και το βασίλειο, το οποίο ήλθε να ιδρύσει είναι βασίλειο ειρήνης. Ο ειδικός αυτός τίτλος «υιοί Θεού» δείχνει ένα από τα μέσα, με τα οποία οι ειρηνοποιοί οφείλουν να ενεργούν· να προσπαθούν δηλαδή να ειρηνεύσουν το καθένα από τα αντιμαχόμενα μέρη προς τον Θεό, πριν αποπειραθούν να ειρηνεύσουν αυτά μεταξύ τους (p).
Ο μακαρισμός αυτός αντιτίθεται και στην περί Μεσσίου αντίληψη των Ιουδαίων, που φρονούσαν ότι με σειρά επιτυχών πολέμων θα οδηγούνταν από αυτόν στη νίκη και την κυριαρχία (ο).
(3)   Θα είναι υιοί Θεού όνομα και πράγμα (b). Θα ονομαστούν όχι από τον κόσμο, αλλά από τον ίδιο το Θεό και από τον Μονογενή Του. Ο Μεσσίας θα δώσει σε αυτούς «εξουσία να γίνουν παιδιά του Θεού» (Ιω. α 12) και ο Πατέρας θα αναγνωρίσει αυτούς ως τέτοιους, διότι προσπάθησαν να κάνουν τα χωρισμένα μέλη της οικογένειάς του ενωμένα μεταξύ τους (p).
«Για να μη νομίσουν όμως ότι παντού η ειρήνη είναι καλό, πρόσθεσε: Μακάριοι οι δεδιωγμένοι, και τα υπόλοιπα» (Χ).

Ματθ.5,10 μακάριοι οἱ δεδιωγμένοι(1) ἕνεκεν δικαιοσύνης(2), ὅτι αὐτῶν ἐστιν ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν(3).
Ματθ.5,10 Μακάριοι όσοι διώκονται για την επικράτηση του θελήματος του Θεού, γιατί σ’ αυτούς ανήκει η βασιλεία του Θεού.
(1)   Οι επτά πρώτοι μακαρισμοί εκθέτουν τα κύρια χαρακτηριστικά του ιδεώδους χριστιανικού χαρακτήρα και αυτά τα χαρακτηριστικά διαγράφουν σε ευρείες γραμμές τη συμπεριφορά του Χριστιανού απέναντι στο Θεό και τους ανθρώπους. Ο όγδοος μακαρισμός αφορά στη συμπεριφορά των ανθρώπων προς τον Χριστιανό. Η συμπεριφορά και στάση αυτή θα είναι στάση εχθρότητας. Ο αληθινός Χριστιανός είναι βέβαιο, ότι θα διωχτεί και θα επιδειχτεί σε αυτόν ψυχρότητα, περιφρόνηση και χλεύη, εάν όχι και κακομεταχείριση (p).
(2)   «Δηλαδή λόγω της αρετής, της προστασίας τους για τους άλλους, της ευσέβειας» (Χ). «Δικαιοσύνη λοιπόν τώρα ονόμασε κάθε αρετή συνολικά» (Ζ).
(3)   Οι οκτώ μακαρισμοί παρουσιάζονται να αποτελούν πλήρη παράγραφο που αρχίζει και τελειώνει με την ίδια υπόσχεση «ὅτι αὐτῶν ἐστιν ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν». Είναι σαφές, ότι η τελευταία αυτή φράση, εμπεριέχει μέσα της όλες τις ευλογίες, τις οποίες υπόσχονται οι 6 ενδιάμεσοι μακαρισμοί (a).
«Εσύ όμως, ακόμη και αν δεν ακούς ότι σε καθέναν από τους μακαρισμούς δίνεται η βασιλεία, μη λυπάσαι· διότι αν και ονομάζει με διαφορετικό τρόπο τις αμοιβές, όμως όλους τους βάζει στη βασιλεία» (Χ).
«Διότι αν και φαίνεται ότι είναι διαφορετικές οι αναφερόμενες αμοιβές λόγω της διαφοράς των ονομασιών, αλλά όμως όλες υπαινίσσονται τη βασιλεία των ουρανών. Διότι όλοι όσοι αξιωθούν αυτών των αμοιβών, θα απολαύσουν και τη βασιλεία των ουρανών» (Ζ).
«Μη νομίζεις λοιπόν ότι το έπαθλο είναι μόνο των φτωχών στο πνεύμα, αλλά και αυτών που πεινούν τη δικαιοσύνη και των πράων και όλων των άλλων γενικώς. Διότι για αυτό χρησιμοποίησε για όλους την λέξη μακάριοι» (Χ).

Ματθ.5,11 μακάριοί ἐστε(1) ὅταν ὀνειδίσωσιν(2) ὑμᾶς καὶ διώξωσι(3) καὶ εἴπωσι πᾶν πονηρὸν(4) ῥῆμα(5) καθ᾿ ὑμῶν ψευδόμενοι(6) ἕνεκεν ἐμοῦ(7).
Ματθ.5,11 Μακάριοι είστε όταν σας χλευάσουν και σας καταδιώξουν και σας κακολογήσουν με κάθε ψεύτικη κατηγορία εξαιτίας μου.
(1)   Εδώ ο Κύριος εφαρμόζει τον όγδοο μακαρισμό στους μαθητές εξηγώντας τον πληρέστερα (p). Θα είστε εσείς οι μαθητές που είστε γύρω μου (δ).
(2)   Με λόγο (b).
(3)   Με πράξη (b).
(4)   «Δηλαδή είτε αγύρτες, είτε πλάνους, είτε διαφθορείς και οτιδήποτε άλλο σας ονομάσουν» (Χ).
(5)   Αυθεντική γραφή χωρίς αυτήν την λέξη.
(6) «Για να μη νομίσεις, ότι είναι μακάριο απλώς το να δεχεται επίθεση κάποιος με πονηρά λόγια, πρόσθεσε δύο όρους, το να είναι ψευδή τα λεγόμενα και το να λέγονται αυτά εξ’ αιτίας του Χριστού. Διότι αν δεν είναι έτσι αυτά, μάλλον είναι άθλιος αυτός που ακούει κακά λόγια» (Ζ), «επειδή σκανδαλίζει πολλούς» (Θφ).
(7)   Είναι ισοδύναμο με το ένεκεν δικαιοσύνης του όγδοου μακαρισμού (p).
«Τι πιο καινοτόμο θα μπορούσε να υπάρξει από αυτές τις εντολές, όταν αυτά που για τους άλλους είναι αποφευκτέα, αυτά λέει ότι είναι ποθητά, το να πτωχεύει κάποιος, εννοώ, και να πενθεί και να διώκεται και να ακούει κακά;» (Χ).
«Αυτός όμως που έθεσε ως δόγματα πράγματα και φορτικά και αντίθετα στη μέχρι τότε συνήθεια των ανθρώπων, όμως και έπεισε και πείθει σχεδόν όλη την οικουμένη» (Ζ).

Ματθ.5,12 χαίρετε(1) καὶ ἀγαλλιᾶσθε(2), ὅτι(3) ὁ μισθὸς ὑμῶν(4) πολὺς ἐν τοῖς οὐρανοῖς(5)· οὕτω(6) γὰρ ἐδίωξαν(7) τοὺς προφήτας τοὺς πρὸ ὑμῶν(8).
Ματθ.5,12 Να αισθάνεστε χαρά και αγαλλίαση, γιατί θ’ ανταμειφθείτε με το παραπάνω στους ουρανούς. Έτσι καταδίωξαν και τους προφήτες πριν από σας».
(1)   Τα ρήματα είναι χωρίς σύνδεση για μεγαλύτερη έμφαση (δ). Η χαρά δεν είναι μόνο συναίσθημα αλλά και καθήκον του Χριστιανού. Δες Φιλιπ. δ 4. Και στις αντιξοότητες είναι η χαρά ο ύψιστος βαθμός και το ισχυρό νεύρο της υπομονής (b).
(2)   Το αγαλλιάω είναι ρήμα της ελληνιστικής από το αγάλλομαι, που συναντιέται συχνά στους Ο΄ (μετάφραση των 70)=σκιρτώ, χαίρομαι πολύ (g). Στους Ο΄ λέγεται αντί για ένα από τα πολυάριθμα εβραϊκά ρήματα, τα οποία εκφράζουν τις εξωτερικές εκδηλώσεις της χαράς (L). Υπερβολικά να χαίρεστε, ώστε και οι άλλοι να αντιλαμβάνονται τη χαρά σας (b).
(3)   Πρέπει να χαίρεστε λόγω της ανταμοιβής, την οποία θα λάβετε (b).
(4)   Η αμοιβή την οποία για τους διωγμούς αυτούς επιφυλάσσει σε σας ο Θεός (δ).
(5)   Δεν αποτελεί ένδειξη τοπογραφική, αλλά καθιερωμένο τρόπο έκφρασης της μακαριότητας κοντά στο Θεό (L).
(6)   «Πώς έτσι; Κοροϊδεύοντας δηλαδή και διώκοντας και λέγοντας κάθε πονηρό λόγο εναντίον τους ψευδόμενοι εξ’ αιτίας του Θεού» (Ζ).
(7)   «Αφού είπε ότι ο μισθός σας θα είναι πολύς, πρόσθεσε και άλλη παρηγοριά λέγοντας, Έτσι καταδίωξαν τους προφήτες τους πριν από εσάς… Μη δηλαδή νομίσετε, λέει, ότι πάσχετε αυτά διότι λέτε και νομοθετείτε κάποια αντίθετα πράγματα… Διότι οι επιβουλές και οι κίνδυνοι δεν οφείλονται στην πονηρία των λεγομένων, αλλά στην κακία των ακροατών… Και μαρτυρεί αυτό όλος ο προηγούμενος χρόνος. Διότι και τους προφήτες άλλους μεν τους λιθοβολούσαν, άλλους δε τους καταδίωκαν και τους προξενούσαν μύρια άλλα κακά, όχι βεβαίως επειδή τους κατηγορούσαν για παρανομία και αντίθεο φρόνημα» (Χ).
(8)   «‘Όταν όμως λέει τους προφήτες τους πριν από εσάς, δείχνει ότι και αυτοί έγιναν ήδη προφήτες» (Χ). «Έτσι εξισώνοντας αυτούς με τους προφήτες, ανόρθωσε το φρόνημά τους» (Ζ).

Στίχ. 13-16. Οι Χριστιανοί αλάτι και φως.

Ματθ.5,13 (1)Ὑμεῖς ἐστε τὸ ἅλας(2) τῆς γῆς(3)· ἐὰν δὲ τὸ ἅλας μωρανθῇ(4), ἐν τίνι ἁλισθήσεται(5); εἰς οὐδὲν ἰσχύει(6) ἔτι εἰ μὴ βληθῆναι ἔξω(7) καὶ(8) καταπατεῖσθαι ὑπὸ τῶν ἀνθρώπων(9).
Ματθ.5,13 Ό,τι είναι το αλάτι για την τροφή, είστε κι εσείς για τον κόσμο. Αν το αλάτι χάσει την αρμύρα του, πώς θα την ξαναποκτήσει; Δε χρησιμεύει πια σε τίποτε· το πετούν έξω στο δρόμο και το πατούν οι άνθρωποι.
(1)   Οι 4 στίχοι που ακολουθούν εδώ μπορούν να συνδεθούν ή με τα προηγούμενα, ως συνέχεια των προσόντων, τα οποία πρέπει να έχουν, όσοι θέλουν να μπουν στη βασιλεία των ουρανών, ή με τα επόμενα ως εισαγωγή στα καθήκοντα, τα οποία έχουν αυτοί. Η πρώτη σύνδεση είναι η καλύτερη = Μεγάλη αληθινά είναι η μακαριότητά σας, εάν διωχτείτε για το όνομά μου, αλλά μεγάλη είναι και η ευθύνη σας. Μπορείτε να γίνετε πρόξενοι μεγάλης ωφέλειας στους άλλους, αλλά μπορείτε να αποβείτε και αίτιοι μεγάλης ζημιάς σε αυτούς.
«Αναλαμβάνετε μεγάλα πράγματα» για αυτό «θα χρειαστείτε και μεγαλύτερη προσοχή… Διότι δεν πρέπει να σας φοβίζει το ότι θα ακούτε κακά, αλλά η υποκριτική συμμόρφωσή σας με τις απόψεις των άλλων· διότι τότε θα χάσετε τη δύναμή σας και θα καταπατηθείτε… Αν επειδή φοβηθείτε την κακολογία, προδόσετε τον ζήλο που πρέπει να έχετε, θα πάθετε πολύ χειρότερα και θα σας κακολογούν και θα σας περιφρονούν όλοι» (Χ).
(2)   Υπάρχει και η γραφή «άλα» σύμφωνα με το γάλα.
«Θα είστε το αλάτι των ανθρώπων, παίρνοντας από εμένα δύναμη λογική ώστε να τους συμμαζεύετε και να τους δένετε σφιχτά… και να τους απαλλάσσετε από τη δυσωδία των αμαρτημάτων» (Ζ).
«Διότι το αλάτι έχει αυτήν την ιδιότητα, να προξενεί πόνο και λύπη στους αποχαυνωμένους» (Χ) «με τη διδασκαλία και τους ελέγχους» (Θφ). Σύμφωνα με την εκδοχή αυτή η ιδέα που εκφράζεται εδώ σχετίζεται με τη χρήση του αλατιού ως προφυλακτικού από τη σήψη. Οι μαθητές είναι στον κόσμο το στοιχείο, το οποίο τον διατηρεί σε υγεία (a) προλαβαίνοντας σε αυτόν την ηθική σήψη.
«Με το να πει δηλαδή: Εσείς είστε το αλάτι της γης, έδειξε… ότι όλη η ανθρώπινη φύση έπαθε σήψη από τα αμαρτήματα… και το να απαλλαχτούν μεν από τη σήψη των αμαρτημάτων, είναι κατόρθωμα του Χριστού· η αποφυγή όμως της επανόδου στην κατάσταση εκείνη, ήταν έργο της φροντίδας και του επίπονου αγώνα εκείνων» (Χ).
Άλλη εκδοχή. Το αλάτι διατηρεί, αλλά προ παντός νοστιμίζει. Κάνει τα εδέσματα ευχάριστα και έτσι ευνοεί τη θρέψη. Έτσι οι μαθητές είναι για την ανθρωπότητα ό,τι και το αλάτι για τις τροφές, το άρτυμα δηλαδή που κάνει αυτά εύγεστα και νόστιμα· δηλαδή οι μαθητές είναι η αρχή της ηθικής ζωής, η οποία μέλλει να εξυψώσει την ανθρωπότητα στην τελειότητα, στην οποία ευαρεστείται ο Θεός (L).
Άλλη εκδοχή που συνδυάζει και τις δύο: Το αλάτι κάνει εύγευστες τις τροφές και προφυλάσσει αυτές από τη σήψη. Κάνει την τροφή νοστιμότερη και υγιεινότερη. Ο μαθητής, του οποίου η ζωή συμμορφώθηκε με τους μακαρισμούς, θα κάνει το ευαγγέλιο πιο ευπρόσδεκτο και ωφέλιμο. Αλλά ο ιδιοτελής και αποστάτης γίνεται κάτι περισσότερο από άχρηστος. Πολλές ουσίες, όταν σαπίσουν είναι χρήσιμες ως λίπασμα. Το αλάτι που έχασε τη δύναμή του ούτε ως λίπασμα χρησιμεύει (p).
Άλλη εκδοχή: Αλάτι της γης= εκείνα τα είδη των αλατούχων υλών, τα οποία ριχνόμενα στη γη ως λίπασμα κάνουν αυτήν γόνιμη και όχι το μαγειρικό αλάτι, το οποίο ριχνόμενο στη γη στερεί αυτήν από την γονιμοποιό της δύναμη (g).
Πιο σωστή η πρώτη ή η τρίτη εκδοχή.
(3)   «Γη εδώ ονόμασε τους ανθρώπους» (Ζ). Κατ’ επέκτασιν αυτό που περιέχει αντί για το περιεχόμενο. «Διότι δεν θα είναι, λέει, διδάσκαλοι της Παλαιστίνης, αλλά όλης της γης» (Χ).
(4)   Μωραίνεται κάποιος = γίνεται μωρός, ανόητος, άχρηστος με πνευματική σημασία· με υλική σημασία = στέρηση της ιδιαίτερης δύναμης που έχει το κάθε πράγμα· και εδώ σημαίνει, όταν το αλάτι χάσει τη στυπτική του δύναμη. Μωραίνεται το αλάτι;
Ή, κάνει αυτήν την υπόθεση ο Σωτήρας όχι ως πραγματική, αλλά ως δυνατή χάριν της συνέπειας· διότι καμία άλλη ουσία δεν υπάρχει που να στύφει το αλάτι· εάν λοιπόν αυτό χάσει την δύναμή του, χάθηκε αυτή για πάντα (δ).
Ή, το αλάτι μπορεί να μολυνθεί και αναμιχτεί με ακάθαρτες και άλλες ξένες ουσίες ώστε να γίνει άχρηστο (a). Πράγματι, είδαν κάποιοι μεγάλες ποσότητες αλατιού που κατά γράμμα πετάχτηκαν στο δρόμο και καταπατούνταν από τους ανθρώπους και τα κτήνη (Thomson, Land and Book σ. 381). Εάν το αλάτι μαζευτεί αμέσως μόλις κρυσταλλοποιηθεί με την εξάτμιση του νερού, είναι καλό και χρήσιμο, αλλά εάν εγκαταλειφθεί εκτεθειμένο στον ήλιο για πολύ, χάνει τη δύναμή του και γίνεται άγευστο (ο).
(5)   Πώς θα αποκατασταθεί σε αυτό η δύναμή του να αλατίζει; (g).
«Δηλαδή, εάν εσείς αποχαυνωθείτε ή χάσετε την ωφέλιμη ποιότητά σας, με ποιό άλλο αλάτι θα αλατιστείτε, δηλαδή θα καρυκευθείτε;» (Ζ).
«Διότι οι μεν άλλοι μύριες φορές αν πέσουν, μπορούν να τύχουν συγγνώμης, ο διδάσκαλος όμως, εάν πάθει αυτό, έχει στερηθεί κάθε απολογίας» (Χ).
(6)   «Σε τίποτα πλέον δε χρησιμεύει» (Ζ). Ισχύω σε κάτι= είμαι ωφέλιμος σε κάτι (g)· καμία δύναμη δεν έχει (δ).
(7)   Μακριά από κάθε οικιακή χρήση (b)· έξω από το σπίτι (δ).
(8)   Και κατά συνέπεια (b).
(9)   «Το οποίο σημαίνει να καταφρονείται από τους ανθρώπους» (Ζ).

Ματθ.5,14 Ὑμεῖς ἐστε τὸ φῶς(1) τοῦ κόσμου(2). οὐ δύναται πόλις(3) κρυβῆναι ἐπάνω ὄρους κειμένη(4)·
Ματθ.5,14 Εσείς είστε το φως για τον κόσμο· μια πόλη χτισμένη ψηλά στο βουνό, δεν μπορεί να κρυφτεί.
(1)   «Έπειτα τους φέρνει σε άλλο υψηλότερο παράδειγμα. Εσείς είστε το φως του κόσμου… Πρώτα αλάτι και τότε φως» (Χ).
«Φως των ανθρώπων, ώστε να φωτίζετε τα μάτια των ψυχών τους και με το φως της διδασκαλίας και το φως της γνώσεως, να τους καθοδηγείτε στο σωστό δρόμο της ευσέβειας. Δύο λοιπόν υπηρεσίες ανέλαβαν, το να αλατίζουν και το να φωτίζουν. Διότι πρέπει πρώτα κάποιος να απαλλαχτεί από τη σαπίλα και έπειτα να συνετιστεί» (Ζ).
Φως όμως του κόσμου με την κύρια και απόλυτη σημασία είναι ο Σωτήρας (Ιω. η 12) ενώ με σχετική σημασία οι μαθητές (Εφεσ. γ 9), καθώς και όλοι οι πιστοί (Εφεσ. ε 8,Φιλιπ. β 15)(δ). Είναι ηθικά φώτα, διότι μεταδίδουν στους ανθρώπους την ηθική αλήθεια όπως αυτή φανερώθηκε στο Λόγο του Θεού (ο).
«Διότι εγώ μεν άναψα το φως, το να μείνει όμως αναμμένο ας γίνει έργο της δικής σας φροντίδας» (Χ), «έτσι ώστε και στους άλλους να λάμπει η λαμπρότητα της δικής σας ζωής» (Θφ).
(2)   «Πάλι λέει του κόσμου, όχι ενός έθνους, ούτε είκοσι πόλεων, αλλά όλης της οικουμένης» (Χ). Εάν ο Χριστιανός οφείλει να ζει στον κόσμο για να σώζει αυτόν από την ηθική σήψη και κατάπτωση, πρέπει επίσης να ζει και πάνω από τον κόσμο και σε απόσταση από τον κόσμο σαν φως σε υψηλό τόπο που φωτίζει μακριά και ευρέως. Με τη ζωή του θα δείξει ποια είναι η αληθινή ζωή. Ο άνθρωπος του οποίου ο χαρακτήρας αντικατοπτρίζει τους μακαρισμούς, δεν μπορεί να μην ασκήσει εξυγιαντική και φωτιστική επιρροή (p).
(3)   Τρίτη μεταφορά, η οποία όμως δεν είναι παράλληλη με τις άλλες δύο, διότι δεν προαβάλλει κάποιο καθήκον, αλλά εκθέτει γεγονός. Είναι καθήκον των μαθητών να είναι αλάτι και φως· αλλά δεν μπορούν να αποφύγουν το να είναι σαν πόλη που βρίσκεται πάνω σε όρος (p).
«Με αυτά τα λόγια πάλι τους οδηγεί σε ακρίβεια (τελειότητα) ζωής, διδάσκοντάς τους να εχουν την αγωνία ότι θα τους βλέπουν όλοι… Διότι μη δείτε αυτό, λεεει, ότι καθόμαστε εδώ τώρα και είμαστε σε μια μικρή γωνιά· διότι τόσο ολοφάνεροι θα είστε σε όλους σαν πόλη που βρίσκεται πάνω στην κορυφή του βουνού» (Χ).
(4)   Δες και το Λόγιον του Ιησού (Πάπυρος Οξυρύγχου 7) «πόλη που έχει οικοδομηθεί σε κορυφή όρους υψηλού και είναι στηριγμένη, ούτε να πέσει μπορεί ούτε να κρυφτεί». Η εικόνα έρχεται κατά τρόπο φυσικό στη σκέψη σε χώρα όπου τα χωριά βρίσκονται συνήθως σε υψηλές κορυφές. Αυτό ισχύει περισσότερο για την Ιουδαία παρά για τη Γαλιλαία (L). Ίσως από τη θέση, από την οποία εκφωνούσε την επί τους όρους ομιλία ο Κύριος, υπήρχε απέναντι κάποια κωμόπολη, που βρισκόταν μπροστά στη θέα και των ακροατών του (ο).
«Θα είστε περίβλεπτοι, επομένως προσέχετε πώς να ζείτε άμεμπτα για να μην σκανδαλίζετε και άλλους» (Θφ).

Ματθ.5,15 οὐδὲ καίουσι λύχνον(1) καὶ τιθέασιν αὐτὸν ὑπὸ τὸν μόδιον(2), ἀλλ᾿ ἐπὶ τὴν λυχνίαν(3), καὶ λάμπει πᾶσι τοῖς ἐν τῇ οἰκίᾳ(4).
Ματθ.5,15 Οι άνθρωποι, όταν ανάψουν το λυχνάρι, δεν το βάζουν κάτω από το δοχείο με το οποίο μετρούν το σιτάρι, αλλά το τοποθετούν στο λυχνοστάτη, για να φωτίζει όλους τους ανθρώπους του σπιτιού.
(1)   Τεκμήριο από το ισχυρότερο: Εάν οι άνθρωποι δεν βάζουν ποτέ το λυχνάρι κάτω από τον κάδο, πολύ περισσότερο τα ηθικά φώτα που είναι προορισμένα να φωτίζουν όχι ένα σπίτι αλλά τον κόσμο ολόκληρο, δεν επιτρέπεται να κρύβονται (ο). Λύχνος είναι το πήλινο ή γυάλινο αγγείο που έχει μέσα του λάδι και φιτίλι (δ), το οποίο όταν ανάβει φωτίζεται το σπίτι.
(2)   Ρωμαϊκό μέτρο των υλικών, το ένα έκτο του ελληνικού μεδίμνου (δ).
(3)   Είναι νεώτερη ελληνική λέξη αντί για την παλαιότερη λυχνίον= ο λυχνοστάτης (g).
(4)   «Ούτε εγώ αφού άναψα σε σας φως θεογνωσίας, θέλω εσείς να κρύβεστε· αλλά να, σας βάζω στο λυχνοστάτη, εννοώ δηλαδή πάνω στον υψηλό τόπο τη διδασκαλίας, ώστε να φωτίζετε όλους όσους είναι στην οικουμένη» (Ζ).
Κανόνας γενικός: το λυχνάρι έχει λόγο υπάρξεως το να φωτίζει· αυτός είναι και ο προορισμός των μαθητών, εκτός και αν παραλείπουν το καθήκον τους και παύουν να είναι λυχνάρι, οπότε το φως τους δεν ωφελεί κανέναν (L).

Ματθ.5,16 οὕτω(1) λαμψάτω τὸ φῶς ὑμῶν(2) ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων(3), ὅπως(4) ἴδωσιν ὑμῶν(5) τὰ καλὰ ἔργα(6) καὶ δοξάσωσι(7) τὸν πατέρα(8) ὑμῶν τὸν ἐν τοῖς οὐρανοῖς(9).
Ματθ.5,16 Έτσι να λάμψει και το δικό σας φως μπροστά στους ανθρώπους, για να δουν τα καλά σας έργα και να δοξολογήσουν τον ουράνιο Πατέρα σας».
(1)   Όπως σε πολλά άλλα χωρία του Ματθαίου (γ 15,ε 12,στ 30,ζ 12,17 κλπ.) το «ούτως» αναφέρεται μάλλον στα προηγούμενα παρά στα επόμενα. Η έννοια είναι: Όπως ένα καλά τοποθετημένο λυχνάρι φωτίζει όλους στο σπίτι, έτσι ας λάμψει… (p).
(2)   «Η καθαρότητα του βίου και του λόγου σας». «Όταν θα εργάζεστε τα καλά, ας λάμψει το από αυτά φως σας» (Ζ). Αναμφίβολα στην ακόλουθη φράση «τα καλά σας έργα» περιλαμβάνεται και το κήρυγμα (Ιω. ι 32) αλλά ο βίος μάλλον παρά τα λόγια που κηρύττονται τονίζεται τώρα από το Χριστό (p).
«Δεν θα μπορέσουν οι κατηγορίες να συσκιάσουν τη λάμψη σας, εάν εσείς ζείτε με ακρίβεια, και έτσι, σαν να πρόκειται να επιστρέψετε όλη την οικουμένη… Να είναι πολλή η αρετή και πλούσια η φωτιά… διότι όταν είναι τόση η αρετή, είναι αδύνατον να κρυφτεί, έστω και αν μύριες φορές προσπαθεί να την κρύψει αυτός που την ασκεί. Η ζωή σας να είναι αδιάβλητη και μην τους δίνετε καμία αφορμή να σας κακολογούν και… κανείς δεν θα μπορέσει να σας επισκιάσει. Και καλά είπε το φως. Διότι τίποτα δεν κάνει τόσο επίσημο τον άνθρωπο όσο η άσκηση της αρετής, έστω και αν μύριες φορές θέλει αυτός να κρύβεται» (Χ).
(3)   Το φως πρέπει να λάμπει μπροστά στους ανθρώπους, το οποίο δεν είναι το ίδιο με το «θεαθῆναι τοῖς ἀνθρώποις (να φαίνεστε στους ανθρώπους)» (p). «Να λάμψει μπροστά στους ανθρώπους όχι λόγω ανθρωπαρέσκειας» (Ζ).
«Τι λοιπόν; Μας διατάζεις να ζούμε για επίδειξη και για να αποκτούμε τιμές; Μακριά από μας! Δεν εννοώ αυτό. Διότι δεν είπα· Προσπαθείστε να κάνετε γνωστά τα κατορθώματά σας, ούτε είπα· Δείξτε αυτά, αλλά ας λάμψει το φως σας» (Χ).
(4)   Ο τόνος του μορίου αυτού δεν αναφέρεται τόσο στο να δουν, όσο στο να δοξάσουν (b).
(5)   Όχι εσάς, αλλά τα έργα σας. Το φως, όχι το λυχνάρι (b).
(6)   «Τα έργα τα με πράξεις και λόγους» (Ζ). Η ζωή η χριστιανική είναι συχνά για τον κόσμο η καλύτερη απόδειξη υπέρ της χριστιανικής διδασκαλίας (L).
(7)   Το να πράττουμε για τη δόξα του Πατέρα, ως χορηγού κάθε αγαθού, είναι το τελειότερο ελατήριο (L).
(8)   «Δηλαδή τον Θεό, του οποίου γίνατε γιοι μέσω της πίστης» (Ζ). «Δεν είπε τον Θεό, αλλά τον Πατέρα, διότι ήθελε να ρίξει από τώρα τα σπέρματα της υψηλής καταγωγής που επρόκειτο να τους δοθεί» (Χ).
(9)   Δείχνει ο προσδιορισμός αυτός τον τόπο, στον οποίο ο Θεός με εξαίρετο τρόπο θεωρείται παρών, διότι εκεί εκπληρώνεται το θέλημά του το άγιο. Επειδή λοιπόν εκεί ο Πατέρας μένει, εκεί οφείλουν να έχουν στραμμένα τα μάτια και τα παιδιά (δ).
Το γενικό αντικείμενο του τμήματος αυτού είναι ότι το χριστιανικό ιδεώδες είναι αμέτρητα υψηλότερο από το αντίστοιχο ιουδαϊκό. Αποκλείει κάθε βαθμό αμαρτήματος, ακόμη και στη σκέψη και το συναίσθημα, ενώ το παλαιό ιδεώδες απέκλειε μόνο τις πράξεις και από αυτές εκείνες μόνο, οι οποίες απαγορεύονταν από το νόμο. Η αλήθεια αυτή αποδεικνύεται σε σχέση με το φόνο (21-26), τη μοιχεία (27-30), το διαζύγιο (31-32), τον όρκο (33-37), την εκδίκηση (38-42), την προς τους άλλους αγάπη (43-47)(p).

Στίχ. 17-48. Ο Κύριος τελειοποιεί και συμπληρώνει τον Μωσαϊκό νόμο.

Ματθ.5,17 Μὴ νομίσητε(1) ὅτι ἦλθον(2) καταλῦσαι(3) τὸν νόμον ἢ τοὺς προφήτας(4)· οὐκ ἦλθον καταλῦσαι(5), ἀλλὰ πληρῶσαι(6).
Ματθ.5,17 Μη νομίσετε πως ήρθα για να καταργήσω το νόμο ή τους προφήτες. Δεν ήρθα για να τα καταργήσω, αλλά για να τα πραγματοποιήσω.για να τα πραγματοποιήσω. Ή: για να τα συμπληρώσω.

(1)   «Για ποιό λόγο είπε αυτό; Όχι άσκοπα, ούτε μάταια, αλλά επειδή επρόκειτο να νομοθετήσει ανώτερα από τα παλαιά παραγγέλματα… και να χαράξει δρόμο ενός θείου και ουράνιου τρόπου ζωής, για να μην ταράξει το καινούργιο τις ψυχές των ακροατών… χρησιμοποιεί αυτήν την προδιόρθωση. Διότι αν και δεν εκπλήρωναν οι Ιουδαίοι το νόμο, αλλά όμως… ήθελαν τα γράμματα να μένουν ακίνητα και κανείς να μην προσθέτει παραπάνω σε αυτά, ή μάλλον όταν προστίθενταν ανέχονταν τους άρχοντες, αλλά οι προσθέσεις δεν γίνονταν προς το καλύτερο, αλλά προς το χειρότερο» (Χ).
Αξιόλογη και η εκδοχή: Η έκφραση αυτή υπονοεί, ότι ο Κύριος αντιλήφθηκε, ότι υπήρχε κίνδυνος να θεωρήσουν για αυτόν, ότι καταργεί το νόμο και ίσως μερικοί είχαν ήδη πει αυτό, (το οποίο αποτελεί απόδειξη ότι η επί του όρους ομιλία δεν εκφωνήθηκε στην αρχή της δημόσιας δράσης του Κυρίου). Οι Φαρισαίοι ασφαλώς θα έλεγαν αυτό. Διότι ο Κύριος παραθεωρούσε την προφορική παράδοση, την οποία εκείνοι θεωρούσαν ισόκυρη με το νόμο.
Επίσης ερμήνευε το νόμο κατά το πνεύμα του και όχι κατά το νεκρό γράμμα όπως εκείνοι. Περισσότερο από κάθε άλλο όμως, μιλούσε σαν κάποιος που έχει κύρος και εξουσία, ανεξάρτητη από το νόμο. Αλλά ο Κύριος δεν ήταν ένας φανατικός επαναστάτης, αλλά θείος ανορθωτής και μεταρρυθμιστής (p).
(2)   Υπονοεί ευθύς εξ’ αρχής ότι αυτός είναι ο ερχόμενος, ο Μεσσίας (p). Ο Κύριός μας λοιπόν υπήρχε πριν ακόμη έλθει στη γη (b).
(3)   =Αθετώ, ακυρώνω, κηρύττω ότι δεν ισχύει πλέον (δ).
(4)   Τον ηθικό νόμο, που δόθηκε στον Μωϋσή και την ηθική διδασκαλία των προφητών (δ).
(5)   «Δεν το ‘πε μία φορά, ότι δεν καταργώ το νόμο, αλλά και δεύτερη φορά πάλι το ανέφερε και πρόσθεσε και άλλο πιο σπουδαίο· διότι αφού είπε, μη νομίσετε ότι ήλθα να καταργήσω το νόμο, πρόσθεσε, δεν ήλθα να καταργήσω αλλά να συμπληρώσω» (Χ). Η αρνητική και η θετική μορφή της βεβαίωσης προσδίδει έμφαση στη διακήρυξη (ο).
(6)   «Αλλά πώς συμπλήρωσε το νόμο και τους προφήτες, ας το δούμε. Τους προφήτες μεν τους συμπλήρωσε, εκπληρώνοντας με πράξεις όλα όσα προφήτευσαν για αυτόν… ενώ τον νόμο τον συμπλήρωσε με ένα μεν τρόπο, με το να μην παραβεί τίποτα το νόμιμο… και με άλλο τρόπο, με το να προσθέσει σε αυτόν αυτά που του έλειπαν· το οποίο και περισσότερο αρμόζει να εννοήσουμε εδώ. Διότι ενώ ο νόμος εμπόδιζε τα τέλη των αμαρτημάτων, ο Χριστός εμπόδισε και τις αρχές.
Διότι ο φόνος μεν είναι καρπός αμαρτίας, ρίζα όμως αυτής είναι η οργή· και αν κάποιος δεν κόψει τη ρίζα, κάποτε θα καρποφορήσει. Αποδείχτηκε λοιπόν, ότι ήταν ελλιπής η εντολή του να μη φονεύουν· συμπλήρωσε λοιπόν αυτήν ο Χριστός διατάζοντας να μην οργίζονται. Αυτό λοιπόν προχωρώντας θα το βρεις και στις άλλες εντολές» (Ζ).
«Όσα δηλαδή ο νόμος σκιαγράφησε, αυτά ο Κύριος κατά τρόπο τέλειο τα ζωγράφισε. Όπως ακριβώς και ο ζωγράφος δεν καταργεί το σκιαγράφημα, αλλά μάλλον το συμπληρώνει» (Θφ). «Όπως ακριβώς δηλαδή στα σκιαγραφήματα (σκίτσα) που έχουν προσχεδιαστεί στους πίνακες, όταν έρθει η ώρα να μπουν τα κάθε είδους χρώματα, (αυτά τα χρώματα) καθόλου δεν καταστρέφουν τα σκίτσα, αλλά μάλλον τα μετατρέπουν να φαίνονται πιο λαμπρά, κατά τον ίδιο αυτόν τρόπο, λέμε ότι δεν ανατράπηκαν οι σκιές (σκιαγραφήματα) του νόμου, αλλά μάλλον συμπληρώθηκαν κατά τρόπο προοδευτικό που οδήγησε στην αλήθεια» (Κ).
«Αυτό όμως δεν εξουδετερώνει μόνο την αναίδεια των Ιουδαίων, αλλά ράβει και τα στόματα των αιρετικών εκείνων που λένε ότι η Παλαιά Διαθήκη είναι από τον διάβολο» (Χ).

Ματθ.5,18 ἀμὴν(1) γὰρ λέγω ὑμῖν(2), ἕως ἂν παρέλθῃ(3) ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ(4), ἰῶτα ἓν ἢ μία κεραία(5) οὐ μὴ παρέλθῃ ἀπὸ τοῦ νόμου(6) ἕως ἂν πάντα γένηται(7).
Ματθ.5,18 Σας βεβαιώνω πως όσο υπάρχει ο κόσμος, έως τη συντέλειά του, δε θα πάψει να ισχύει ούτε ένα γιώτα ή μία οξεία από το νόμο.
(1)   «Το αμήν είναι επίρρημα βεβαιωτικό που λέγεται αντί για το «αληθινά»»(Ζ). Χαρακτηριστικός τρόπος ομιλίας, ιδιαίτερος του Χριστού, που διατηρήθηκε πιστά από τη χριστιανική παράδοση. Εισάγει έκφραση με ειδική έμφαση και σοβαρότητα (S).
Ισοδυναμεί με το επίσημα σας βεβαιώνω (ο). Ο Ιησούς μόνος χρησιμοποιούσε τη λέξη αυτή στην αρχή των προσφωνήσεών του. Κανείς από τους αποστόλους δεν έπραξε έτσι. Στην Κ.Δ. δεν είναι, για να μιλήσουμε με ακρίβεια, όρκος, όπως μερικές φορές στους Ιουδαίους. Διότι είναι συνώνυμο με το ναι και αληθινά. Δες Λουκ. ια 51,κα 3,Ματθ. κγ 36 και Μάρκ. ιβ 43.
Πάντως όμως αποτελεί εντονότατη διαβεβαίωση που αποκλειστικά αρμόζει σε εκείνον, ο οποίος από μόνος του και από την δική του αλήθεια διαβεβαιώνει και λόγω του αξιώματος αυτού που μιλά ισοδυναμεί με όρκο, ιδιαίτερα όταν λέγεται δύο φορές, δηλαδή Αμήν αμήν (b). Εδώ για πρώτη φορά συναντιέται στον Ματθαίο, βρίσκεται όμως σε αυτόν 30 φορές, 13 στον Μάρκο και 6 στον Λουκά (p).
(2)   Η φράση λέγω υμιν, που συχνά χρησιμοποιείται από τον Κύριο και είναι χρακτηριστική σε αυτόν εγκλείει ύψιστο κύρος και δηλώνει συχνά αλήθεια που διακηρύσσεται από αυτόν, η οποία ούτε από την Π.Δ. ούτε από κάποια άλλη πηγή μπορεί σαφώς να αποδειχτεί, αλλά για πρώτη φορά λέγεται από αυτόν από τους απόκρυφους θησαυρούς της σοφίας και γνώσης έτσι ώστε η συμφωνία των ακροατών να μπορεί να βασιστεί σε μόνη τη διαβεβαίωσή του. Οι προφήτες αρκούνταν να λένε: λέει ο Κύριος, οι απόστολοι, έχει γραφτεί, αλλά ο Χριστός σε πρώτο πρόσωπο, εγώ σας λέω (b).
(3)   Το ρήμα παρέλθη αφήνει ακαθόριστο τον τρόπο του τέλους του κόσμου (b). «Η έννοια των επόμενων λόγων είναι η εξής, ότι έως ότου ο κόσμος παραμένει· διότι αυτό δηλώνει το έως ότου παρέλθει ο ουρανός και η γη, δεν θα παρέλθει απραγματοποίητο ούτε το πιο ασήμαντο παράγγελμα του νόμου» (Ζ).
(4)   Ο ουρανός και η γη, το όλο σύστημα της φύσης (b).
(5)   «Με το γιώτα και το κόμμα δήλωσε και το πιο ασήμαντο» (Ζ). Ιώτα είναι το γιώδ το μικρότατο και στοιχειοδέστατο γράμμα του εβραϊκού αλφαβήτου. Αλλά και οι Έλληνες γράφουν από κάτω το ιώτα ή και παραλείπουν το υπογεγραμμένο ιώτα εντελώς (b). Η κεραία είναι ένα σημάδι, σαν απόστροφος, το οποίο έβαζαν οι Εβραίοι πάνω σε κάποια γράμματα για διάκριση από άλλα όμοια. Και στην ελληνική γλώσσα κεραία σημαίνει τόνος (δ). Και τα δύο μοιάζουν με το ελληνικό κόμμα ή την ψιλή.
(6)   Κανένα από τα γράμματα του νόμου δεν θα καταργηθεί πριν το έργο του Θεού φθάσει στο τέρμα του (L).
(7)   Έως ότου το σύνολο του θείου σχεδίου εκπληρωθεί (p).
Ή, έως ότου όλα τα σχετικά με το νόμο πραγματοποιηθούν (a). Εκπληρώθηκαν και θα εκπληρωθούν από τον Ιησού Χριστό, όχι μόνο σε αυτόν αλλά και στους Χριστιανούς (b). Θα επληρωθούν, θα ικανοποιηθούν είτε με την εκπλήρωση από τον Σωτήρα και τους γνήσιους μαθητές του, είτε με την τιμωρία των παραβατών (δ).

Ματθ.5,19 ὃς ἐὰν οὖν λύσῃ(1) μίαν τῶν ἐντολῶν τούτων(2) τῶν ἐλαχίστων(3) καὶ διδάξῃ(4) οὕτω τοὺς ἀνθρώπους, ἐλάχιστος(5) κληθήσεται ἐν τῇ βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν(6)· ὃς δ᾿ ἂν ποιήσῃ καὶ διδάξῃ(7), οὗτος μέγας κληθήσεται ἐν τῇ βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν.
Ματθ.5,19 Όποιος, λοιπόν, καταργήσει ακόμα και μία από τις πιο μικρές εντολές αυτού του νόμου και διδάξει έτσι τους άλλους, θα θεωρηθεί ελάχιστος στη βασιλεία του Θεού. Ενώ όποιος τις τηρήσει όλες και διδάξει έτσι και τους άλλους, αυτός θα θεωρηθεί μεγάλος στη βασιλεία του Θεού.
(1)   Η αντίθετη λέξη είναι το ποιήση, το οποίο λέγεται μετά από λίγο στον σ. αυτόν (b).
(2)   «Δεν το είπε για τους παλαιούς νόμους, αλλά για αυτούς που ο ίδιος επρόκειτο να νομοθετήσει» (Χ).
(3)   Αυτοί δεν αντιτίθενται συστηματικά προς το νόμο, αλλά παραγνωρίζουν τη σπουδαιότητα των μικρότερων παραγγελμάτων (L). Τηρώντας τις μεγάλες εντολές νίκησαν το κακό στην εξωτερική του εμφάνιση ως πράξη πονηρή, δεν νίκησαν όμως την κακία και την αμαρτία και στην εσωτερική της εμφάνιση ως κακό πάθος και επιθυμία (δ).
(4)   Δεν πρόκειται λοιπόν για αθέτηση από αδυναμία ή επειδή παρασύρθηκε, αλλά για πλήρη παραγνώριση.
(5)   Όπως μεταχειριζόμαστε το λόγο του Θεού, έτσι και ο Θεός θα μας μεταχειριστεί (b). Το ελάχιστος ή σημαίνει «τελευταίος όλων, πάρα πολύ κακός, αυτός που έχει απορριφθεί, το οποίο σημαίνει ότι θα μπει στην κόλαση» (Ζ).
«Το είπε αυτό κατά τρόπο άνετο» (Σχ.π). Ή, δεν θα διωχτεί από τη βασιλεία, αλλά η θέση του σε αυτήν θα είναι λιγότερο ένδοξη (p)· θα αξιωθεί της τελευταίας βαθμίδας της μακαριότητας (δ). Έτσι ερμηνεύουν και ο L, και ο a.
(6)   Η οποία θα ακολουθήσει μετά τη μέλλουσα κρίση.
(7)   «Πρόσεξε πώς είπε, ότι πρέπει πρώτα να πράττει και μετά να διδάσκει και όχι μόνο να πράττει, αλλά και να διδάσκει» (Ζ).
«Διότι πώς θα οδηγήσω άλλον σε δρόμο, που εγώ δεν περπάτησα;» (Θφ).
«Διότι δεν πρέπει να είμαστε χρήσιμοι μόνο στους εαυτούς μας, αλλά και στους άλλους. Διότι δεν είναι ίσος ο μισθός για αυτόν που κατορθώνει κάτι για τον εαυτό του και για αυτόν που προσθέτει και άλλον μαζί του. Όπως ακριβώς δηλαδή το να διδάσκει χωρίς να πράττει καταδικάζει τον διδάσκοντα, «διότι εσύ που διδάσκεις, λέει, άλλον, τον εαυτό σου δεν τον διδάσκεις;», έτσι και το να πράττει μεν, αλλά να μην καθοδηγεί και άλλους ελαττώνει τον μισθό» (Χ).

Ματθ.5,20 λέγω γὰρ ὑμῖν ὅτι ἐὰν μὴ περισσεύσῃ(1) ἡ δικαιοσύνη(2) ὑμῶν πλεῖον τῶν γραμματέων καὶ Φαρισαίων(3), οὐ μὴ εἰσέλθητε εἰς τὴν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν.
Ματθ.5,20 Γι’ αυτό να έχετε υπόψη σας ότι, αν η ευσέβειά σας δεν ξεπεράσει την ευσέβεια των γραμματέων και των Φαρισαίων, δε θα μπείτε στη βασιλεία του Θεού.
(1)   Η δικαιοσύνη μας ουδέποτε μπορεί να περισσεύσει, ξεπερνώντας τις απαιτήσεις του νόμου. Αλλά οι γραμματείς και οι Φαρισαίοι νόμιζαν, ότι η δικαιουσύνη τους περίσσευε από τα παραγγέλματα του νόμου. Είμαστε υποχρεωμένοι να ξεπεράσουμε τη δικαιοσύνη τους (b). Το περισσεύω εδώ είναι αμετάβατο= να περισσεύει, ξεπερνώντας ένα γνωστό όριο, εδώ εννοεί αυτό των γραμματέων και Φαρισαίων (δ).
«Ποιό ήταν το παραπάνω που περισσεύει; Το να μην οργιστεί κάποιος, το να μη δει γυναίκα ακόλαστα» (Χ).
(2)   «Εδώ δικαιοσύνη λέει την αρετή συνολικά» (Χ).
(3)   Δηλαδή περισσότερο από αυτήν των γραμματέων και Φαρισαίων (b).
Ή, «δεν είπε απλώς αυτών που παραβαίνουν, αλλά αυτών που κατορθώνουν· διότι αν δεν κατόρθωναν, δεν θα έλεγε ότι έχουν δικαιοσύνη, ούτε θα σύγκρινε τη αρετή που δεν υπάρχει με αυτήν που υπάρχει» (Χ).
Αλλά «εκείνοι μεν τα τέλη των αμαρτημάτων φυλάσσουν· εσείς όμως και τις αρχές οφείλετε να φυλάσσσετε» (Ζ).
Ή, οι Φαρισαίοι ήταν διδάσκαλοι της ακριβής τήρησης ελαχίστων (L). Παρέβλεπαν τα βαρύτερα του νόμου, δίνοντας το ένα δέκατο και από τον δυόσμο ακόμη και από το άνηθο (Ματθ. κγ 23). Βρίσκονταν σε πλάνη παραγνωρίζοντας και παρερμηνεύοντας την αληθινή φύση της δικαιοσύνης. Αυτή όμως ήταν πλάνη απαίσια, που απέκλειε από τη βασιλεία (p). Τηρούσαν την τελετουργική και τη νομική, αλλά όχι και την ηθική δικαιοσύνη. Οι Φαρισαίοι επέμεναν στις παραδόσεις, ενώ οι γραμματείς ήταν προσκολλημένοι στο γράμμα του νόμου (b).
Η δεύτερη ερμηνεία πιο σοβαρή.

Ματθ.5,21 (1)Ἠκούσατε(2) ὅτι ἐῤῥέθη(3) τοῖς ἀρχαίοις(4), οὐ φονεύσεις(5)· ὃς δ᾿ ἂν φονεύσῃ, ἔνοχος ἔσται τῇ κρίσει(6).
Ματθ.5,21 Έχετε ακούσει την εντολή που δόθηκε παλιά στους προγόνους μας: “να μην κάνεις φόνο, κι όποιος κάνει φόνο πρέπει να καταδικαστεί από το τοπικό δικαστήριο”.
(1)   «Αφού απείλησε λοιπόν αυτούς που παραβαίνουν και υποσχόμενος μεγάλα έπαθλα σε αυτούς που κατορθώνουν και αφού έδειξε ότι δίκαια απαιτεί από εμάς περισσότερο από τα παλαιά μέτρα, αρχίζει τη νομοθεσία λοιπόν όχι κατά τρόπο απόλυτο αλλά με σύγκριση με τις παλαιές εντολές, θέλοντας να αποδείξει δύο πράγματα, ότι και δεν μάχεται τα προηγούμενα (την Π.Δ.) αλλά αντιθέτως νομοθετεί συμφωνόντας και πάρα πολύ με αυτά και ότι σωστά και σε πολύ κατάλληλο χρόνο προσθέτει τα δεύτερα σε εκείνα» (Χ).
(2)   Ακούσατε ότι ειπώθηκε (σ. 21,27,33,38,43) όχι ξέρετε ότι γράφτηκε. Ο Χριστός απευθύνεται σε αγράμματα πλήθη, πολλοί από τους οποίους δεν μπορούσαν ούτε να διαβάσουν ούτε να γράψουν. Συνεπώς η γνώση τους για το νόμο προερχόταν από την δημόσια διδασκαλία στις συναγωγές, όπου το γράμμα του νόμου διαβαζόταν πιστά, αλλά το πνεύμα του ή έλειπε ή συσκοτιζόταν.
(3)   Απρόσωπη μορφή λόγου, στην οποία μεγαλοπρεπώς αντιτίθεται το «εγώ όμως σας λέω» (b).
(4)   «Ειπώθηκε από τον νομοθέτη προς τους αρχαίους Εβραίους» (Ζ). «Δείχνει, ότι έγινε παλαιός ο νόμος» (Θφ).
(5)   Παρατίθεται από το Εξοδ. κ 15,Δευτερ. ε 17, ενώ τα λόγια που ακολουθούν δεν είναι άμεση παράθεση, αλλά περίληψη της διδασκαλίας του νόμου. Δες Εξόδ. κα 12 (a).
«Είναι πολύ καλό που δεν αλλάζει τη σειρά των εντολών, αλλά άρχισε από την πρώτη, από την οποία και ο νόμος άρχισε. Διότι και αυτό δείχνει τη συμφωνία (με την Π.Δ.)» (Χ).
(6)   Σημαίνει και κριτήριο δικαστών, όπως εδώ· αποτελούνταν από 7 άνδρες ανά τις πόλεις της Παλαιστίνης και αντιτίθεται η λέξη κρίση με τη λέξη συνέδριο, το οποίο είχε την έδρα του στα Ιεροσόλυμα (g).

Ματθ.5,22 Ἐγὼ δὲ λέγω ὑμῖν(1) ὅτι πᾶς ὁ ὀργιζόμενος(2) τῷ ἀδελφῷ(3) αὐτοῦ εἰκῆ(4) ἔνοχος ἔσται τῇ κρίσει(5)· ὃς δ᾿ ἂν εἴπῃ τῷ ἀδελφῷ αὐτοῦ ῥακά(6), ἔνοχος ἔσται τῷ συνεδρίῳ· ὃς δ᾿ ἂν εἴπῃ μωρέ(7), ἔνοχος ἔσται εἰς τὴν γέενναν τοῦ πυρός(8).
Ματθ.5,22 Εγώ όμως σας λέω πως ακόμα κι όποιος οργίζεται εναντίον του αδερφού του χωρίς λόγο, πρέπει να καταδικαστεί από το τοπικό δικαστήριο. Κι όποιος πει τον αδερφό του “ρακά”, δηλαδή “ανόητο”, πρέπει να καταδικαστεί από το μεγάλο συνέδριο. Κι όποιος τον πει “μωρέ”, δηλαδή “ηλίθιο”, πρέπει να καταδικαστεί στη φωτιά της κόλασης.
(1)   «Είδες εξουσία απόλυτη; Διότι ποιος από τους προφήτες μίλησε ποτέ έτσι; Ποιος από τους δίκαιους; Ποιος από τους πατριάρχες; Κανείς, αλλά λένε, αυτά λέει ο Κύριος. Αλλά δεν μιλά έτσι ο Υιός. Διότι εκείνοι ανακοίνωναν τα λόγια του Δεσπότη, ενώ αυτός τα λόγια του Πατέρα» (Χ). «Εγώ λέω· δείχνοντας το εξουσιαστικό της θεότητας» (Θφ).
(2)   Ο Χριστός δεν καταρρίπτει την παλαιά εντολή αλλά με τη δική του εξουσία προσθέτει ό,τι είναι εξίσου υποχρεωτικό με αυτήν και πρέπει να θεωρείται ότι εμπεριέχεται στο πνεύμα αυτής. «Ρίζα του φόνου είναι ο θυμός. Αυτός λοιπόν που κόβει τη ρίζα, πολύ περισσότερο θα καταστρέψει και τα κλαδιά· ή μάλλον δεν θα τα αφήσει ούτε καν να ξεφυτρώσουν από την αρχή. Δεν νομοθετούσε επομένως αυτά για να καταργήσει το νόμο, αλλά για να τον φυλάξει περισσότερο» (Χ).
(3)   Η ονομασία αυτή δείχνει το απρεπές και το άτοπο του θυμού (b). Αδελφός σύμφωνα με την επικρατούσα στους Ιουδαίους εκδοχή ήταν ο Ισραηλίτης. Αλλά στο σ. 47 ο Κύριος αν και χρησιμοποιεί τη λέξη όπως οι Ιουδαίοι, προσβλέπει σε ευρύτερο ορίζοντα. Ο σ. 47 λοιπόν οδήγησε τους Χριστιανούς να θεωρούν αδελφούς όλους τους ανθρώπους (L).
(4)   Παραλείπεται η λέξη στον βατικανό και σιναϊτικό κώδικα και σε λίγα άλλα χειρόγραφα. Εἰκῆ= παράλογα, χωρίς δίκαιη αιτία (g).
«Προσθέτοντας όμως το «εἰκῆ» δεν απέκλεισε τελείως την οργή, αλλά μόνο την άκαιρη απομάκρυνε, διότι η σε κατάλληλο χρόνο (οργή) είναι ωφέλιμη. Και οργή σε κατάλληλο χρόνο είναι αυτή που γίνεται εναντίον αυτών που ζουν αντίθετα με τις εντολές του Θεού, όταν δηλαδή όχι για εκδίκηση δική μας, αλλά για ωφέλεια αυτών που ζουν με κακό τρόπο, από αγάπη και φιλαδελφία οργιζόμαστε, με την αρμόζουσα ευπρέπεια. Διότι όργίζεσθε, λέει ο Ψαλμός, και μην αμαρτάνετε, δηλαδή να μην φταίτε με το να οργίζεστε, χρησιμοποιώντας με κακό τρόπο την οργή» (Ζ).
«Αλλά οι πολλοί κάνουν το αντίθετο, και γίνονται θηρία κάθε φορά που τυχόν αδικούνται, ενώ παραμένουν χαλαροί και μαλθακοί όταν βλέπουν να ενοχλείται άλλος» (Χ).
(5)   Ο σ. αυτός δεν δείχνει τρεις βαθμούς τιμωρίας πρόσκαιρης ή που επιβάλλεται από ανθρώπους· διότι ούτε η δικαιοδοσία του επαρχιακού δικαστηρίου και του συνεδρίου εκτεινόταν και στην τιμωρία της οργής ούτε η γέεννα, (κοιλάδα κοντά στα Ιεροσόλυμα), ήταν τόπος στον οποίο εκτελούνταν οι ποινές. Η κρίση λοιπόν και το συνέδριο καθορίζονται ως αρμόδια για την οργή και τον λόγο Ρακά, για να δηλωθεί, ότι αυτά αποτελούν τον πρώτο και δεύτερο βαθμό του φόνου και ότι επιφυλάσσεται για αυτά ο πρώτος και ο δεύτερος βαθμός της τιμωρίας στον Άδη· η γέενα όμως του πυρός επιφυλάσσεται για τον τρίτο βαθμό του φόνου, δηλαδή την ύβρη Μωρέ (b).
Η οργή, εφόσον περιορίζεται στο εσωτερικό του ανθρώπου ξεφεύγει από τη δικαιοδοσία κάθε επίγειου δικαστηρίου. Πρέπει λοιπόν η κρίση για την οποία γίνεται εδώ λόγος, να είναι πνευματικό δικαστήριο, όπου ο Θεός θα φανερώσει κάθε μυστικό της καρδιάς (ο). Ο Ιησούς μεταχειρίζεται τους δικαστικούς αυτούς όρους για να σημάνει τιμωρία όλο και πιο αυστηρή στη θεία τάξη. Εκείνος, ο οποίος οργίζεται είναι ήδη ένοχος στην πνευματική τάξη εγκλήματος εξίσου βαριού όπως εκείνο το οποίο θα δίκαζε το τοπικό δικαστήριο της κρίσεως επιβάλλοντας σε αυτό θάνατο κλπ (L).
Εφόσον ο φονιάς ήταν ένοχος στη κρίση, της ποινής που επιβάλλεται στον φονιά, ένοχος κηρύσσεται από τον Σωτήρα και ο οργιζόμενος, ως ένοχος και αυτός στην κρίση.
(6)   Λέξη αραμαϊκή= κενός, δηλαδή άνθρωπος κενός, ανόητος. Αυτή τη λέξη χρησιμοποιούσαν οι Ιουδαίοι στα χρόνια του Χριστού για να περιφρονήσουν κάποιον (g). Αλλά η ακόλουθη ύβρη μωρέ δεν είναι βέβαιο, ότι αποτελεί βαρύτερη ύβρη του ρακά (p).
Για αυτό προβλήθηκε η εκδοχή, κατά την οποία από το «όποιος όμως πει… ρακά», αρχίζει δεύτερη αντίθεση.= Επιπλέον ειπώθηκε στους αρχαίους, όποιος πει στον αδελφό του ρακά θα είναι ένοχος στο συνέδριο. Εγώ όμως σας λέω ότι οποιος πει μωρέ θα είναι ένοχος στη γέενα του πυρός (S). Εναντίον αυτής της εκδοχής αντιτίθεται ότι στο στίχο έχουμε κλίμακα ποινών, κρίση, συνέδριο, γέενα. Επιπλέον είναι αμφίβολο, εάν το συνέδριο θεωρούσε την ύβρη ρακά ως αξιόποινη (p).
Πιο σωστή λοιπόν η εκδοχή: «Είναι μέτριος υβριστικός τοπικός λόγος» (Β).
«Αυτή η λέξη ρακά, δεν είναι σπουδαία ύβρις, αλλά μάλλον δείχνει περιφρόνηση και έλλειψη εκτίμησης εκ μέρους εκείνου που τη λέει» (Χ).
«Κάποιοι λένε ότι το ρακά στη συριακή γλώσσα σημαίνει κατάπτυστος» (Θφ).
(7)   Εδώ δεν υβρίζεται πλέον από περιφρόνηση ο αδύνατος στο νου, αλλά ο νοήμων αδελφός από μίσος και κακία χαρακτηρίζεται μωρός, βλάκας (δ).
Ή, μωρός= ασεβής, διότι ο ασεβής περιφρονεί και παραμελεί αυτά που οδηγούν στη σωτηρία (g). «Αν όμως ο πιστός αδελφός είναι ανόητος, είναι ανόητη και η πίστη του» (Ζ).
(8)   Λέξη που σχηματίστηκε κατά το εβραϊκό γκε-χιννόμ= κοιλάδα του Χιννόμ (F) ή Εννόμ σύμφωνα με τους Ο΄. Ονομαζόταν έτσι μια κοιλάδα νοτιοανατολικά της Ιερουσαλήμ, η οποία ονομάστηκε και κοιλάδα θρήνου, από το θρήνο των μικρών παιδιών, τα οποία ως θυσία ρίχνονταν στους βραχίονες του ειδώλου του Μολόχ, το οποίο προηγουμένως θερμαινόταν έως ότου γινόταν πυρακτωμένο.
Τον τόπο αυτόν ο Ιωσίας τον κήρυξε βέβηλο και μολυσμένο (Δ Βασ. κγ 10) και έριχναν σε αυτόν όχι μόνο όλα τα ακάθαρτα, αλλά και τα πτώματα των ζώων, όπως και τους άταφους που υποβλήθηκαν στην εσχάτη των ποινών εκεί τους έριχναν. Και επειδή για καταστροφή των πτωμάτων, για να μη μολύνεται ο αέρας από τη σήψη του, διαρκώς εκεί χρησιμοποιούνταν φωτιές, συνέβη ώστε ο τόπος αυτός, να ονομαστεί γέενα του πυρός, και έπειτα το όνομα του τόπου αυτού μεταφέρθηκε και στον τόπο εκείνο του άδη, όπου οι ασεβείς πρόκειται να κολαστούν (g).

Ματθ.5,23 (1)Ἐὰν οὖν(2) προσφέρῃς τὸ δῶρόν σου(3) ἐπὶ τὸ θυσιαστήριον(4) κἀκεῖ μνησθῇς(5) ὅτι ὁ ἀδελφός σου ἔχει τι κατὰ σοῦ(6),
Ματθ.5,23 Γι’ αυτό, όταν προσφέρεις το δώρο σου στο ναό κι εκεί θυμηθείς πως ο αδερφός σου έχει κάτι εναντίον σου,
(1)   Στους σ. 23,24 έχουμε την πρώτη εφαρμογή των προηγουμένων, ενώ στους σ. 25,26 την δεύτερη εφαρμογή τους (a).
«Όλα όσα είπε παραπάνω και όσα λέει τώρα και όσα θα πει μετά από αυτό, είναι για την αγάπη, την οποία κατεξοχήν θεωρεί πολύ σπουδαία… Για αυτό και αποκόβωντας πρώτα τα νεύρα της διαμάχης, απομάκρυνε αυτά που καταστρέφουν την αγάπη» (Ζ).
«Ας διακοπεί, λέει, η δική μου λατρεία, για να παραμένει η δική σου αγάπη· διότι και αυτό είναι θυσία, η συμφιλίωση με τον αδελφό» (Χ).
(2)   Επειδή κάθε εναντίον του αδελφού προσβολή είναι άτοπη και αξιοτιμώρητη, για αυτό, εάν προσφέρεις το δώρο σου κλπ.
(3)   Η έννοια είναι, ότι οτιδήποτε και αν πράττετε, έστω και αν επιχειρείτε το καλύτερο και αγιότερο και αναγκαιότερο έργο, αφήστε οτιδήποτε μέχρις ότου συμφιλιωθείτε (b).
(4)   Το θυσιαστήριο των ολοκαυτωμάτων που βρισκόταν στην εσωτερική αυλή του ναού (F). Ο λαϊκός Ισραηλίτης δεν μπορούσε να βάλει το δώρο του πάνω στο θυσιαστήριο, αλλά μόνο να προσφέρει αυτό στους λευΐτες ή στους ιερείς. Αλλά αυτός που προσφέρει είναι ήδη κοντά στο θυσιαστήριο (L).
Έφερνε αυτό στην εσωτερική αυλή του ναού, αλλά στην αυλή αυτή μπορούσε να μπει μετά την εκπλήρωση ορισμένων διατυπώσεων, δηλαδή πλύσεων και αλλαγής ενδυμάτων (S).
«Δεν είπε, μετά αφού το προσφέρεις ή πριν ακόμη το προσφέρεις, αλλά ενώ το δώρο είναι μπροστά στο θυσιαστήριο και έχει αρχίσει η θυσία… στέλνει να συμφιλιωθεί με τον αδελφό… θέλοντας να δείξει ότι πολύ τιμά την αγάπη και αυτήν θεωρεί ότι είναι η μέγιστη θυσία… και για να κάνει την συμφιλίωση ανάγκη απαραίτητη» (Χ).
(5)   Στην διαξαγωγή κάποιας ιερής τελετής η ανάμνηση διαπραχθέντος αδικήματος προκαλείται φυσικότερα παρά στο θόρυβο των ανθρωπίνων υποθέσεων (b).
(6)   Έχει κάτι εναντίον σου, δηλαδή κάποια δίκαιη και εύλογη κατηγορία και μομφή (δ).
«Ο λόγος λέγεται χωρίς να γίνεται καθορισμός και προς αυτόν που αδίκησε και προς αυτόν που έπαθε κακά. Και αν μεν έπαθες κακώς, συγχώρεσε σε αυτόν την αδικία και συμφιλιώσου· εάν όμως αδίκησες, θεράπευσε την αδικία και μην παραλείψεις τίποτα από όσα οδηγούν στη συμφιλίωση» (Ζ). «Φρόντισε να συμφιλιωθεί αυτός μαζί σου» (Θφ).

Ματθ.5,24 ἄφες ἐκεῖ τὸ δῶρόν σου ἔμπροσθεν τοῦ θυσιαστηρίου(1), καὶ ὕπαγε πρῶτον(2) διαλλάγηθι τῷ ἀδελφῷ σου(3), καὶ τότε ἐλθὼν(4) πρόσφερε τὸ δῶρόν σου.
Ματθ.5,24 άφησε εκεί, μπροστά στο θυσιαστήριο του ναού, το δώρο σου και πήγαινε να συμφιλιωθείς πρώτα με τον αδερφό σου, και ύστερα έλα να προσφέρεις το δώρο σου.
(1)   «Τα είπε όλα με πολλή έμφαση για να τον φοβίσει και να τον κινητοποιήσει. Διότι αφού είπε, άφησε το δώρο σου, δεν σταμάτησε σε αυτό, αλλά πρόσθεσε, μπροστά στο θυσιαστήριο, προκαλώντας του φρίκη (ρίγος) και από τον τόπο ακόμη» (Χ).
(2)   Μπήκε αντιθετικά με το ακόλουθο «τότε έλα» (b).
(3)   Για να μπορέσεις να συμφιλιωθείς με το Θεό (b).
(4)   Δεν λέει ξαναέλα, διότι η πρώτη έλευση ήταν μάταιη και δεν υπολογίζεται (b).

Ματθ.5,25 (1)Ἴσθι εὐνοῶν(2) τῷ ἀντιδίκῳ(3) σου ταχὺ(4) ἕως ὅτου εἶ ἐν τῇ ὁδῷ(5) μετ᾿ αὐτοῦ, μήποτέ σε παραδῷ ὁ ἀντίδικος τῷ κριτῇ καὶ ὁ κριτής σε παραδῷ τῷ ὑπηρέτη(6), καὶ εἰς φυλακὴν βληθήσῃ(7)·
Ματθ.5,25 Κοίταξε να συμβιβαστείς γρήγορα με τον αντίδικό σου, όσο ακόμα βρίσκεστε στο δρόμο προς το δικαστήριο· γιατί ύστερα ο αντίδικος θα σε παραδώσει στο δικαστή, κι ο δικαστής θα σε παραδώσει στο δεσμοφύλακα, κι αυτός θα σε κλείσει στη φυλακή.
(1)   Ο Σωτήρας εκθέτει το λόγο και δείχνει την αναγκαιότητα της συμφιλίωσης με τον αδικημένο αδελφό με εικόνα έξυπνη παρμένη από την καθημερινή ζωή (δ). Το θέμα είναι το ίδιο όπως και στους σ. 23-24. Και στις δύο περιπτώσεις πρόκειται για τη συμφιλίωση, αλλά στην πρώτη περίπτωση η συμφιλίωση παρουσιάζεται να επιβάλλεται από την αγάπη, ενώ στη δεύτερη ως λόγος της συμφιλίωσης προβάλλεται η αποφυγή βαριάς δυστυχίας. Η σύγκριση υπονοείται= Όπως σπεύδει κάποιος να συμβιβαστεί με κάποιον δανειστή, έτσι συμφέρει και να συμφιλιώνεται κάποιος (L).
Ο συνεκτικός κρίκος μεταξύ των δύο περιπτώσεων είναι το «ταχύ». Η έχθρα είναι μισητή στο Θεό. Βάλτε λοιπόν τέλος σε αυτήν χωρίς αναβολή (p).
(2)   Ευνοώ=Επιθυμώ καλά για κάποιον, είμαι ευνοϊκά διατεθειμένος (g). «Να καταδέχεσαι μάλλον να αδικείσαι· αυτό σημαίνει το να ευνοείς» (Σχ.π).
(3)   Ο αντίπαλος σε δίκη και δικαστήριο (g). Εδώ εννοείται ο δανειστής με τον οποίο ήλθε κάποιος σε διαμάχη.
(4)   «Δες και εδώ πώς τον πιέζει… πρόσθεσε «γρήγορα» και δεν αρκέστηκε σε αυτό, αλλά και αυτής της ταχύτητας ζήτησε αύξηση λέγοντας, έως ότου είσαι στο δρόμο μαζί του, και με τα λόγια αυτά τον παροτρύνει και του ζητά να βιαστεί πάρα πολύ» (Χ).
(5) «Το δρόμο που φέρνει προς τον δικαστή» (Ζ).
«Πριν ακόμη φτάσεις στην πόρτα του δικαστηρίου, προτού να σταθείς μπροστά από την έδρα του δικαστή και να βρεθείς πλέον κάτω από την εξουσία του δικαστή» (Χ).
(6)   Λέγεται στην Κ.Δ. και για τους συνοδούς και ακολούθους των αρχόντων ή για τους εκτελεστές των ποινών όπως εδώ (g). Στον κλητήρα που επιβάλλει τις τιμωρίες (δ).
(7)   «Μπορείς τότε να συμφιλιωθείς έστω και πληρώνοντας χρήματα… Διότι είναι καλύτερο να ζημιωθείς παρά να δικαστείς. Διότι αν ζημιωθείς για την αγάπη κερδίζεις τρία κάλλιστα πράγματα, το να μην μπεις στη φυλακή, το να μη ζημιωθείς σε έσχατο βαθμό και το να συμφιλιωθείς με τον εχθρό· αν όμως δικαστείς θα υποστείς τρία αντίθετα κακά, το να μπεις στη φυλακή, το να ξεπληρώσεις και το τελευταίο δίλεπτο και το ότι ούτε έτσι θα συμφιλιωθείς» (Ζ). Αυτή είναι η γενική έννοια της παραβολής στους σ. 25-26.

Ματθ.5,26 ἀμὴν λέγω σοι, οὐ μὴ ἐξέλθῃς ἐκεῖθεν(1) ἕως οὗ ἀποδῷς(2) τὸν ἔσχατον κοδράντην(3).
Ματθ.5,26 Σε βεβαιώνω πως δε θα μπορέσεις να βγεις από ’κει, πριν ξεπληρώσεις και το τελευταίο δίλεπτο».
(1)   «Είναι κάποιοι που ερμηνεύουν τα λόγια με τρόπο αναγωγικό (=ότι αναφέρεται συμβολικά στη μέλλουσα ζωή), το οποίο ο Χρυσόστομος εδώ δεν το δέχτηκε» (Ζ).
«Αυτός που ευνοεί τον αντίδικο πολύ περισσότερο θα ωφελήσει τον εαυτό του, αφού θα απαλλαχτεί από δικαστήρια και δεσμωτήρια και την εκεί ταλαιπωρία» (Χ).
Οι σ. 25-26 αποτελούν σαφώς προειδοποίηση κατά του κινδύνου του να εμφανιστούμε ενώπιον του Θεού κατά την ημέρα της κρίσης χωρίς να έχουμε συμφιλιωθεί (a).
(2)   Το χωρίο πρέπει να ερμηνευτεί μεταφορικά αλλά οι μεταφορές δεν πρέπει να συμπιέζονται (p). Η φράση δείχνει, ότι πρόκειται για χρέος, το οποίο δεν εξοφλήθηκε (S), ενώ τίποτα δε λέγεται για το αν είναι ή δεν είναι δυνατή η πληρωμή του στη φυλακή (p).
(3)   «Κοδράντης είναι δύο λεπτά» (Θφ), το ένα τέταρτο του ασσαρίου, ρωμαϊκό νόμισμα.

Ματθ.5,27 Ἠκούσατε ὅτι ἐῤῥέθη τοῖς ἀρχαίοις(1), οὐ μοιχεύσεις(2).
Ματθ.5,27 Ακούσατε επίσης πως δόθηκε στους προγόνους μας η εντολή: μη μοιχεύσεις.
(1)   Αυθεντική γραφή χωρίς το τοῖς ἀρχαίοις.
(2)   «Και στο νόμο, μετά του ου φονεύσεις βρισκεται το ου μοιχεύσεις. Αφού λοιπόν ολοκλήρωσε την προηγούμενη εντολή προχωρά και στην επόμενη από εκείνην και αφού ρύθμισε το θυμό, μετριάζει και την επιθυμία» (Ζ).
Δες Εξόδ. κ 13,Δευτερ. ε 17. Παρόλο που ο Κύριος δεν προσθέτει μαζί με την εντολή και κάποια περίληψη της ερμηνείας που δινόταν από τους γραμματείς, υπονοείται αυτή. Διότι οι γραμματείς ερμήνευαν αυτήν ότι αναφερόταν μόνο στη μοιχεία με παντρεμένη γυναίκα (S).

Ματθ.5,28 Ἐγὼ δὲ λέγω ὑμῖν ὅτι πᾶς ὁ βλέπων(1) γυναῖκα(2) πρὸς τὸν ἐπιθυμῆσαι(3) αὐτὴν ἤδη(4) ἐμοίχευσεν αὐτὴν ἐν τῇ καρδίᾳ(5) αὐτοῦ(6).
Ματθ.5,28 Εγώ όμως σας λέω πως όποιος βλέπει μια γυναίκα με πονηρή επιθυμία, έχει κιόλας διαπράξει μέσα του μοιχεία μ’ αυτήν.
(1)   «Δεν είπε ότι τιμωρείται μόνο ο μοιχός, αλλά αυτό που έκανε στην περίπτωση του φονιά, αυτό κάνει και εδώ τιμωρώντας και το ακόλαστο κοίταγμα, για να μάθεις που βρίσκεται η ανωτερότητα σε σχέση με τους γραμματείς» (Χ).
(2)   «Γυναίκα λέει τώρα και την παντρεμένη με άνδρα και τη χωρισμένη και την παρθένα» (Ζ).
(3)   «Όπως ακριβώς στην προηγούμενη εντολή προσθέτωντας το «χωρίς λόγο» διαχώρισε την σε κατάλληλο καιρό οργή από την άκαιρη, έτσι λοιπόν και στην παρούσα εντολή, προσθέτοντας τη φράση «για να την επιθυμήσει» διαχώρισε το χωρίς πάθος κοίταγμα από το εμπαθές. Διότι δεν είπε αυτός που βλέπει απλώς, αλλά αυτός που βλέπει για να επιθυμήσει, δηλαδή αυτός που βλέπει περίεργα, αυτός που βλέπει με εμπάθεια ώστε να επιθυμήσει συνουσία (σεξουαλική ένωση)… Ή, αυτός που βλέπει με αυτόν τον σκοπό, για να επιθυμήσει δηλαδή… Ενώ αυτός που βλέπει περνώντας απλώς ή για κάποια άλλη ανάγκη, είναι ανένοχος» (Ζ).
«Δεν θα επιθυμήσεις, ανάβοντας το πάθος με περίεργο και πονηρό βλέμμα» (Γ).
Αυτός που βλέπει για να επιθυμήσει· δηλαδή «αυτός που κάνει έργο του το να περιεργάζεται τα λαμπρά σώματα και να κυνηγά τα όμορφα πρόσωπα και να τρέφει με τα θεάματα αυτά την ψυχή του και να καρφώνει τα βλέμματά του στα ωραία πρόσωπα… Διότι αυτός που προσπαθεί να βλέπει τα όμορφα πρόσωπα, αυτός κατεξοχήν ανάβει το καμίνι του πάθους και κάνει αιχμάλωτη την ψυχή και γρήγορα έρχεται και στην πράξη… Και απαγορεύει και το ακόλαστο βλέμμα και πριν την πράξη… Διότι αυτός που άναψε μία φορά τη φλόγα, ακόμη και όταν απουσιάζει η γυναίκα που είδε, πλάθει συνεχώς με τη φαντασία του είδωλα αισχρών πραγμάτων και από αυτά προχωρεί πολλές φορές και στην πράξη» (Χ).
«Αυτός αυτομόλησε (=πήγε με το μέρος, συμμάχησε) προς την επιθυμία και πρόδωσε τον εαυτό του στο πάθος, και αν δεν άγγιξε τη γυναίκα με το σώμα, το κανε όμως με την προαίρεση» (Ζ).
«Διότι αν και δεν την άγγιξες με το χέρι, αλλά την ψηλάφισες με τα μάτια» (Χ).
«Μοιχεύει με γυναίκα μέσα στην καρδιά εκείνος, που συμφώνησε με την πράξη, αλλά τον εμπόδισε αυτόν ή ο τόπος ή ο χρόνος ή ο φόβος των ρωμαϊκών νόμων. Ότι όμως πολλοί που δεν διέπραξαν την ασέβεια τιμωρήθηκαν ως μοιχοί εύκολα μπορούν οι πάντες να το πληροφορηθούν από τον Ολοφέρνη (=στρατηγός του Ναβουχοδονόσορα (4ος αιών π.Χ. που επιθύμησε την Ιουδίθ και αποκεφαλίστηκε από αυτήν. Η ιστορία περιγράφεται στο βιβλίο της Π.Δ. Ιουδίθ)… Ομοίως και οι δύο πρεσβύτεροι που είπαν στη Σωσάννα, να! σε επιθυμούμε, παρόλο που δεν έπραξαν αυτό, τιμωρήθηκαν ως μοιχοί» (Α).
«Δεν είναι ένοχος αυτός που επιθύμησε κατά τύχη, αλλά αυτός που από πονηρία προσέλκυσε το πάθος. Διότι το να δημιουργηθεί μεν μέσα μας κάποτε μία τέτοια ορμή αυτό το προκαλεί πολλές φορές και χωρίς να το θέλουμε η ασθένεια που έχει αναμιχτεί με τη φύση μας· το να μην παρασυρθεί όμως κάποιος σαν σε χείμαρρο από την ορμή του πάθους, αλλά κατά τρόπο ανδρείο να αντισταθεί σε αυτή τη διάθεση και να διώξει το πάθος με τους λογισμούς, αυτό είναι έργο της αρετής» (Γν).
«Δεν απαγορεύει απλώς την επιθυμία, αλλά την επιθυμία που δημιουργείται από το βλέμμα… Διότι δεν είπε απλώς όποιος επιθυμήσει. Διότι είναι δυνατόν και σε βουνό να κάθεται κάποιος και να επιθυμεί, αλλά είπε, όποιος βλέπει για να επιθυμήσει, δηλαδή αυτός που μαζεύει μέσα του την επιθυμία» (Χ).
(4)   Με αυτήν ακριβώς την ενέργεια (b).
(5)   «Αυτός ήδη γέμισε την καρδιά του με το πάθος και επομένως με την προαίρεσή του μοίχευσε» (Ζ).
«Διότι οι μεν πράξεις του σώματος από πολλά διακόπτονται, αυτός όμως που αμαρτάνει με την πρόθεση, μαζί με την ταχύτητα των σκέψεων έχει ολοκληρωμένη και την αμαρτία» (Β)
(6)   «Πρέπει να ξέρουμε ότι αυτού του είδους οι εντολές, αν και φαίνονται ότι απευθύνονται σε άνδρες, αλλά βεβαίως αφορούν και τις γυναίκες» (Ζ).
«Διότι παντού βάζει κοινούς τους νόμους» (Χ). «Και η γυναίκα που καλλωπίζεται με σκοπό να παρακινήσει τις επιθυμίες των ακολάστων σε αυτήν, ήδη έχει μοιχευτεί μέσα στην καρδιά της» (Β).
«Και εάν καλλωπίζονται για να αρέσουν σε κάποιους, έστω και αν δεν αρέσουν, όμως εκείνες κέρασαν το φαρμάκι, έστω και αν δεν πίνει κανείς» (Θφ).

Ματθ.5,29 εἰ δὲ ὁ ὀφθαλμός σου ὁ δεξιὸς(1) σκανδαλίζει(2) σε, ἔξελε αὐτὸν καὶ βάλε ἀπὸ σοῦ(3)· συμφέρει(4) γάρ σοι ἵνα ἀπόληται(5) ἓν τῶν μελῶν σου καὶ μὴ ὅλον τὸ σῶμα σου(6) βληθῇ εἰς γέενναν.
Ματθ.5,29 Κι αν κάτι τόσο σπουδαίο σαν το δεξί σου μάτι σε σκανδαλίζει, βγάλ’ το και πέταξέ το· γιατί σε συμφέρει να χάσεις ένα μέλος σου, παρά να ριχτεί όλο το σώμα σου στην κόλαση.
(1)   Το δεξί, κυρίως στην περίπτωση του χεριού είναι κατεξοχήν χρήσιμο και πολύτιμο. Για αυτό και μνημονεύεται και για το μάτι και για το πόδι. Δες Ζαχ. ια 17,Εξόδ. κθ 20 (b). «Είναι από τη φύση του καλύτερο το δεξί από το αριστερό και ξεχωριστό» (Αριστοτ. Περί πορείας των ζώων 4).
«Δεν μιλά για τα μέλη του σώματος· διότι είναι αθώα τα μέλη του σώματος· διότι από την ψυχή οδηγούνται και κινούνται όπου αυτή διατάξει· αλλά οφθαλμό δεξιό ονομάζει κατά κάποιο τρόπο τον δεξιό φίλο που τον αγαπούμε σαν το δεξί μας μάτι· ενώ χέρι δεξί ονομάζει τον δεξιό υπηρέτη που είναι χρήσιμος όπως το δεξί χέρι, και είτε άνδρες είναι είτε γυναίκες» (Ζ).
«Διότι αν μιλούσε για μέλη σωματικά, δεν θα έλεγε για ένα μάτι, ούτε για το δεξί μόνο, αλλά και για τα δύο. Διότι αυτός που σκανδαλίζεται από το δεξί είναι προφανές ότι το ίδιο θα πάθει και από το αριστερό. Για ποιο λόγο λοιπόν είπε το δεξί μάτι και πρόσθεσε και το χέρι; Για να μάθεις ότι δεν μιλά για μέλη σωματικά αλλά για αυτούς που έχουν σχέση μαζί μας. Αν δηλαδή, λέει, αγαπάς κάποιον τόσο πολύ ώστε να τον βάζεις στην ίδια μοίρα με το δεξί μάτι ή νομίσεις για κάποιον ότι είναι τόσο χρήσιμος, ώστε να τον βάζεις στην τάξη του χεριού, και αυτός βλάπτει την ψυχή σου, απόκοψέ τους και αυτούς» (Χ).
Αξιοσημείωτη και η επόμενη ερμηνεία: «Καθώς βαδίζουμε τον δρόμο που είναι χωρίς πλάνη και παρέχει ζωή, ας κόψουμε το μάτι που σκανδαλίζει όχι το αισθητό αλλά το νοητό. Για παράδειγμα, εάν ο επίσκοπος ή ο πρεσβύτερος, που είναι οφθαλμοί της εκκλησίας, ζουν με κακό τρόπο και σκανδαλίζουν το λαό, πρέπει να τους διώχνουμε. Διότι συμφέρει καλύτερα να μαζευόμαστε χωρίς αυτούς σε οίκο προσευχής, παρά μαζί με αυτούς να μπούμε σαν μαζί με τον Άννα και τον Καϊάφα στη γέενα του πυρός» (Α).
(2)   «Σε σκανδαλίζουν ώστε να σου προκαλούν εμπάθεια» (Ζ). Το ρήμα προέρχεται από τη λέξη σκάνδαλον και σκανδάληθρον, που δηλώνουν το κυρτωμένο ξύλο της παγίδας, πάνω στο οποίο μπαίνει το δόλωμα, όπως επίσης σημαίνει και την ίδια την παγίδα και την πτώση και σύλληψη σε αυτήν… και κάθε εμπόδιο. Στην αλεξανδρινή μόνο γλώσσα και σε αυτήν της Κ.Δ. σημαίνει δίνω αφορμή για πτώση και σύλληψη στην παγίδα της αμαρτίας (δ).
«Με το σκανδαλίζει εννοεί το να ερεθίζει για αμαρτία» (Σχ.π).
(3)   «Και πρόσεξε την έμφαση. Διότι δεν είπε απομακρύνσου, αλλά φανερώνοντας τον έντονο χωρισμό, λέει «βγάλε και πέταξέ το μακριά σου»» (Χ), «ώστε μη τυχόν με το να είναι κοντά σου, σου γίνει πάλι οικείος» (Ζ).
(4)   «Επειδή διέταξε με απότομο τρόπο, δείχνει και το κέρδος που προέρχεται και από τα δύο, και από τα καλά και από τα κακά» (Χ).
(5)   «Διότι αν αυτός που σε βλάπτει με τη φιλία μένει αθεράπευτος, με το να αποκοπεί έτσι και εσένα σε απαλάσσει από την ζημιά και ο ίδιος θα απαλλαχτεί από μεγαλύτερες κατηγορίες, αφού δεν θα τον βαρύνει μαζί με τα δικά του κακά και η ευθύνη της δικής σου απώλειας» (Χ).
(6)   «Αν σου δινόταν η δυνατότητα να διαλέξεις και ήταν ανάγκη ή έχοντας το μάτι σου να ριχτείς μέσα σε ένα χαντάκι και να χαθείς ή να το βγάλεις και να σώσεις το υπόλοιπο σώμα σου, δεν θα δεχόσουν άραγε το δεύτερο;» (Χ).
Η έννοια της όλης μεταφοράς= Το κακό από τον χωρισμό πάρα πολύ αγαπητού και χρήσιμου προσώπου είναι μικρότερο, το κακό όμως από τη συμβίωση μαζί του μέσα σε αμαρτία, είναι αιώνιο και ανεπανόρθωτο. Για αυτό πρέπει να προτιμούμε το πρώτο (δ).

Ματθ.5,30 καὶ εἰ ἡ δεξιά σου χεὶρ σκανδαλίζει σε, ἔκκοψον(1) αὐτὴν καὶ βάλε ἀπὸ σοῦ· συμφέρει γάρ σοι ἵνα ἀπόληται ἓν τῶν μελῶν σου καὶ μὴ ὅλον τὸ σῶμά σου βληθῇ εἰς γέενναν.
Ματθ.5,30 Κι αν κάτι τόσο σπουδαίο σαν το δεξί σου χέρι σε σκανδαλίζει, κόψε το και πέταξέ το· γιατί σε συμφέρει να χάσεις ένα μέλος σου, παρά να ριχτεί όλο το σώμα σου στην κόλαση».
(1)   «Και δεν είπε κόψε, αλλά κόψε τελείως, φανερώνοντας τον πλήρη διαχωρισμό» (Ζ).

Ματθ.5,31 Ἐῤῥέθη δε(1)· ὃς ἂν ἀπολύσῃ τὴν γυναῖκα αὐτοῦ(2), δότω αὐτῇ ἀποστάσιον(3).
Ματθ.5,31 «Δόθηκε ακόμα η εντολή: όποιος χωρίσει τη γυναίκα του, να της δώσει έγγραφο διαζυγίου.
(1)   Αξιοσημείωτη η αλλαγή της φράσης (S).
(2)   Η φράση που ακολουθεί μετά το «ερρέθη δε», αποτελεί πιθανώς περίληψη της επικρατούσας στους γραμματείς ερμηνείας, που βασιζόταν στο Δευτερ. κδ 1-3. Η διάταξη του Δευτερονομίου δεν εγκαθιδρύει διαζύγιο, αλλά διαπραγματεύεται τα σχετικά με αυτό, σύμφωνα με την ισχύουσα ήδη συνήθεια και προβαίνει σε καθορισμούς που τείνουν να περιορίσουν και να αποκλείσουν την κατάχρησή του (S).
«Υπήρχε νόμος παλαιός, αυτός που μισούσε τη γυναίκα του για οποιαδήποτε αιτία, να μην εμποδίζεται να την διώχνει και να βάζει στο σπίτι άλλη αντί για αυτήν» (Χ).
Στο Δευτερονόμιο ως λόγος διαζυγίου αναφέρεται «εάν η γυναίκα του δεν του αρέσει, επειδή βρήκε σε αυτήν άσχημο πράγμα». Επαφιόταν λοιπόν στην εκτίμηση του άνδρα να ορίσει το άσχημο. Από αυτό, διάφορες εκδοχές επικράτησαν στους ραββίνους ως προς το λόγο του διαζυγίου.
Έτσι η μεν σχολή του Σαμμαΐ, με αυστηρότερη εκδοχή ως μόνο λόγο διαζυγίου δεχόταν την πορνεία, ενώ η σχολή του Χιλλέλ ως λόγο διαζυγίου δεχόταν και το ότι η σύζυγος χαλούσε το γεύμα· τέλος ο ραββίνος Άκιβα θεωρούσε ότι επιτρέπεται ο χωρισμός και στην περίπτωση που άλλη ωραιότερη γυναίκα άρεσε σε αυτόν περισσότερο (L).
(3)   «Το οποίο σημαίνει έγγραφο απολύσεως» (Ζ)· «έγγραφο χωρισμού» (Χ). Το αποστάσιο αυτό εκδιδόταν για το συμφέρον της γυναίκας και για πρόληψη συγχύσεων και εγκλημάτων. «Έτσι ώστε μετά από αυτό, αν αυτή παντρευτεί με άλλον άνδρα να μην μπορέσει ο πρώτος να την πάρει πάλι σαν δική του γυναίκα» (Ζ).
«Διότι αν δεν διέταζε αυτό ο νόμος, αλλά επιτρεπόταν να διώξει αυτήν και να φέρει άλλη, έπειτα να φέρει πίσω την προηγούμενη, θα γινόταν πολλή σύγχυση, αφού συνεχώς όλοι θα έπαιρναν ο ένας τη γυναίκα του άλλου… Για αυτό δεν επινόησε μικρή βοήθεια το έγγραφο του χωρισμού. Έγιναν όμως αυτά και για άλλη πολύ μεγαλύτερη κακία. Διότι αν υποχρέωνε κάποιον να κρατά στο σπίτι γυναίκα που την μισούσε, θα την έσφαζε αυτός που τη μισούσε» (Χ)·
«Διότι ήταν πολύ δύσκολοι στη συμφιλίωση οι Ιουδαίοι όχι μόνο προς τις συζύγους, αλλά και προς τα παιδιά» (Ζ). Επιπλέον αν δεν είχε η γυναίκα το έγγραφο χωρισμού κανείς δεν θα τολμούσε να την παντρευτεί φοβούμενος αντεκδίκηση από τον πρώην σύζυγο (L).

Ματθ.5,32 Ἐγὼ δὲ λέγω ὑμῖν ὅτι ὃς ἂν ἀπολύσῃ(1) τὴν γυναῖκα αὐτοῦ παρεκτὸς λόγου(2) πορνείας(3), ποιεῖ αὐτὴν μοιχᾶσθαι, καὶ ὃς ἐὰν ἀπολελυμένην γαμήσει(4), μοιχᾶται(5).
Ματθ.5,32 Εγώ όμως σας λέω πως όποιος χωρίσει τη γυναίκα του για οποιονδήποτε λόγο, εκτός από πορνεία, την οδηγεί στη μοιχεία· αλλά κι όποιος παντρευτεί χωρισμένη διαπράττει μοιχεία».
(1)   «Αυτός που διώχνει τη γυναίκα του και αν ακόμη δεν πάρει άλλη, αυτή η ίδια η πράξη του τον κατέστησε υπεύθυνο εγκλήματος, αφού έκανε εκείνην μοιχαλίδα» (Χ), αφού ενώ ζει ο άνδρας της παίρνει αυτή άλλον (δ).
(2)   Το παρεκτός έχει τη σημασία του, παρά μόνο για… (δ). Και η λέξη «λόγου» με την έννοια της αιτίας= παρά μόνο για πορνεία. «Χωρίς την αιτία της πορνείας» (Ζ).
(3)   «Πορνεία εδώ ονόμασε την μοιχεία» (Ζ). Η λέξη ερμηνεύτηκε διαφορετικά, από άλλους μεν ότι σημαίνει την προ του γάμου αμαρτία ή πορνεία, από άλλους δε ότι δηλώνει την μετά το γάμο μοιχεία. Η δεύτερη εκδοχή είναι αυτή που υποστηρίζεται ευρύτερα (S).
Η πράξη των εκκλησιών στη Δύση σε αυτήν την περίπτωση, διαμορφώθηκε σύμφωνα με τη γνώμη του Αυγουστίνου, κατά την οποία «μόνο λόγω μοιχείας επιτρέπεται κάποιος να χωρίζει την μοιχαλίδα σύζυγο, αλλά εφόσον αυτή ζει δεν επιτρέπεται αυτός να πάρει άλλην. Αυτό βρίσκεται με ασάφεια στον Ματθαίο, εκτίθεται όμως από τους άλλους, όπως διαβάζουμε στο Μάρκο και τον Λουκά».
Υπέρ αυτής της εκδοχής τάσσεται σαφώς και ο Τερτυλλιανός (Adv. Marc. IV,34). Επηρεαζόμενος ίσως από την πράξη αυτή της Δυτικής εκκλησίας και ο Βάκων την φράση «παρεκτός λόγου πορνείας» την χαρακτήρισε με βεβαιότητα ως γλώσσα (φράση) που μπήκε κατόπιν στο κείμενο. Αλλά η φράση μαρτυρείται από όλους ανεξαιρέτως τους κώδικες. Για αυτό, πολλοί από τους νεώτερους ερμηνευτές, ιδιαίτερα διαμαρτυρόμενοι, αναγνωρίζουν μεν το αυθεντικό της φράσης αλλά ισχυρίζονται ότι «είναι τελείως απίθανο ο Χριστός να δίδαξε αυτό. Η αληθινή διδασκαλία του Χριστού βρίσκεται στους Μάρκο και Λουκά, κατά τους οποίους ο Κύριος κήρυξε αδιάλυτο το δεσμό του γάμου» (p).
«Η χριστιανική όμως εκκλησία με την εξουσία της να δένει και να λύνει (Ματθ. ιστ 19,ιη 18), πολύ νωρίς έκανε την εξαίρεση ανταποκρινόμενη σε επείγουσα ηθική ανάγκη» (Mc Neile). Δεν θα μπορούσαμε όμως να αποδεχτούμε τις παραπάνω επινοήσεις χωρίς να προσβάλουμε το δόγμα της θεοπνευστίας, και από την άλλη επίσης θα ήταν ελάχιστα σύμφωνο με την επιστήμη της κριτικής των κειμένων να απορρίπτουμε φράση επειδή δήθεν παρεμβλήθηκε, η οποία μαρτυρείται ισχυρότατα (L).
Την σοβαρότητα της τελευταίας αυτής παρατηρήσεως καταλαβαίνει κάποιος, να λάβει υπ’ όψιν ότι προέρχεται από καθολικό, ο οποίος αρνείται το στήριγμα το οποίο οι αναφερόμενες επινοήσεις παρέχουν στην πράξη της εκκλησίας του.
(4)   «Αυτός που παντρεύεται χωρισμένη, με το να πάρει την ξένη έγινε πάλι μοιχός. Διότι μη μου πεις αυτό, ότι δηλαδή την έδιωξε εκείνος· διότι ακόμη και αν διώχτηκε παραμένει να είναι γυναίκα αυτού που την έδιωξε» (Χ).
«Νομοθετώντας όμως αυτά έκανε σώφρονα και τη γυναίκα. Διότι ακούγοντας ότι αν χωρίσει κανείς δεν θα την παντρευτεί, θα αγαπήσει τον άνδρα της και θα τον φροντίσει. Έτσι με το να καταστήσει ενόχους μοιχείας και αυτόν που παράλογα έδιωξε τη γυναίκα του και αυτόν που παντρεύεται την χωρισμένη από άλλον, έδεσε πιο σφιχτά την ειρήνη των συζύγων και αύξησε περισσότερο το να μη μοιχεύουν» (Ζ).

Ματθ.5,33 Πάλιν ἠκούσατε ὅτι ἐῤῥέθη τοῖς ἀρχαίοις(1), οὐκ ἐπιορκήσεις(2), ἀποδώσεις(3) δὲ τῷ Κυρίῳ τοὺς ὅρκους σου(4).
Ματθ.5,33 Έχετε επίσης ακούσει την εντολή που δόθηκε παλιά στους προγόνους μας: να μη γίνεις επίορκος, αλλά να τηρήσεις τους όρκους που έδωσες στο όνομα του Κυρίου.
(1)   «Για ποιό λόγο δεν ήλθε αμέσως στην κλοπή, αλλά στην ψευδομαρτυρία, προσπερνώντας εκείνην την εντολή; Διότι αυτός μεν που κλέβει κάποτε συμβαίνει και να ορκίζεται, αυτός όμως που δεν ξέρει ούτε να ορκίζεται ούτε να ψεύδεται, πολύ περισσότερο δεν θα προτιμήσει να κλέψει. Επομένως μέσω αυτής, ανέτρεψε και εκείνη την αμαρτία· διότι το ψεύδος προέρχεται από την κλεψιά» (Χ).
Από την άλλη η τέταρτη αυτή διευκρίνιση για τους όρκους μοιάζει περισσότερο με το χωρίο περί διαζυγίου παρά με τα χωρία για το φόνο και τη μοιχεία. Στις περιπτώσεις του φόνου και της μοιχείας ο Κύριος ερμηνεύει το νόμο και δείχνει πόσο αυτός είναι ευρύτερος από όσο οι ραββίνοι υπέθεταν. Στις περιπτώσεις όμως του διαζυγίου και των όρκων ο Χριστός αντιτίθεται προς την ιουδαϊκή παράδοση.
(2)   Το τμήμα του σ. που ακολουθεί αποτελεί πιθανώς περίληψη της επικρατούσας ερμηνείας των γραμματέων χωρίων της Βίβλου όπως τα Εξόδ. κ 7,Λευϊτ. ιθ 12, Αριθμ. λ 3,Δευτερ. κγ 22-24. Επιορκία σημαίνει αθέτηση του όρκου. Και ο ιουδαϊκός νόμος απέβλεπε στο να προασπίσει την ιερότητα του όρκου εναντίον της συχνά μάταιης και αδιάκριτης χρήσης του, η οποία επικρατούσε στους Ιουδαίους (S). Για το ουκ επιορκήσεις δες Λευϊτ. ιθ 12.
(3)   Σαν κάτι που οφείλεται (δ).
(4)   Για το αποδώσεις… τους όρκους σου δες Δευτερ. κγ 21,Ψαλμ. μθ 14,Αριθμ λ 3 (a). «Δηλαδή όταν ορκίζεσαι, να λες αλήθεια» (Θφ).

Ματθ.5,34 Ἐγὼ δὲ λέγω ὑμῖν(1) μὴ ὀμόσαι ὅλως(2)· μήτε ἐν τῷ οὐρανῷ(3), ὅτι θρόνος ἐστὶ τοῦ Θεοῦ(4).
Ματθ.5,34 Εγώ όμως σας λέω να μην ορκίζεστε καθόλου· ούτε στον ουρανό, γιατί είναι ο θρόνος του Θεού·
(1)   Οι Ιουδαίοι νόμιζαν, ότι μόνο όρκοι πρέπει να τηρούνται και ότι δεν ήταν δεσμευτικές όλες οι μορφές του όρκου. Ο Χριστός λέει ότι τέτοιες διακρίσεις είναι παράνομες και ότι όλοι οι όρκοι είναι δεσμευτικοί. Επιπλέον ορίζει ότι δεν πρέπει να γίνονται όρκοι, διότι πρέπει να είναι αρκετός ο λόγος του ανθρώπου. Οι όρκοι μπήκαν σε χρήση, διότι συχνά οι άνθρωποι ψεύδονται. Αλλά είναι πλάνη να νομίζει κάποιος ότι το ψεύδος δεν είναι αμαρτία παρά μόνο όταν συνοδεύεται και από όρκο. Οι Ιουδαίοι προχωρούσαν και πέρα από αυτό νομίζοντας, ότι και η ψευδορκία δεν ήταν αμαρτία εκτός εάν ο όρκος δινόταν υπό ειδική μορφή. Δες Ματθ. κγ 16-22.
(2)   Θεωρήθηκε από επίσημους εξηγητές (Ειρηναίο, Ωριγένη, Χρυσόστομο, Ιερώνυμο και μεταγενέστερους ερμηνευτές) ότι με την εντολή του αυτή ο Κύριος απαγορεύει κάθε όρκο στους Χριστιανούς. Αλλά ο Παύλος δεν είναι δυνατόν να θεώρησε τους όρκους ως αμαρτία (Δες Α Θεσ. ε 27), και αληθεύει αυτό και για άλλους συγραφείς της Κ.Δ. (δες Εβρ. στ 13,17,Αποκ. ι 6)(S). Στη βασιλεία των ουρανών κυριαρχεί το κράτος του Θεού και όλοι λένε την αλήθεια.
Οι όρκοι λοιπόν θα αποτελούσαν ανόητη βεβήλωση.
Στον κόσμο αυτόν, εφόσον το ψεύδος εξακολουθεί να χρησιμοποιείται τόσο συχνά, γίνεται μερικές φορές αναγκαία και η χρήση του όρκου, και για αυτό και επιτρέπεται αυτή. Ο Θεός ο ίδιος είχε κατά καιρούς αναγνωρίσει την ανάγκη αυτή (Λουκ. α 73,Πράξ. β 30,Εβρ. γ 11,18,δ 3,στ 13-18,ζ 20,21) και έτσι έπραξε και ο Ιησούς, όταν απάντησε στον όρκο που επιβλήθηκε από τον αρχιερέα (Ματθ. κστ 63). Επιπλέον προσέδιδε συχνά μεγαλύτερη δύναμη στα λόγια του με το «αμην αμην λέγω υμιν» και ο Ωριγένης σημειώνει, ότι το αμήν του Χριστού ήταν όρκος (p).
Ο Χριστιανός οφείλει να θεωρεί τον όρκο ως την σπανιότατη και δικαιολογημένη εξαίρεση του αρχικού και αιώνιου κανόνα, και δικαιολογημένη τότε μόνο, όταν υπάρχει πνευματική ανάγκη της πεποίθησης των αδελφών σε κάποια αλήθεια σωτήρια. Η χρήση όμως του όρκου για σαρκικό σκοπό είναι αξιοκατάκριτη (δ).
«Παντού ο Κύριος ακολουθεί τον ίδιο σκοπό προλαβαίνοντας τα αποτελέσματα και κόβοντας την πονηρία από την πρώτη της αρχή. Όπως δηλαδή ο μεν παλαιός νόμος έλεγε ου μοιχεύεσεις, ενώ ο Κύριος λέει ούτε να επιθυμήσεις… έτσι λοιπόν και εδώ, ο μεν νόμος αρκείται στην πιστή τήρηση των όρκων, αυτός όμως διακόπτει την αφορμή της καταπάτησης των όρκων. Διότι αυτός μεν που τηρεί τους όρκους ίσως κάποτε και να σφάλλει χωρίς να το θέλει, αυτός όμως που δεν ορκίζεται έχει ξεφύγει από τον κίνδυνο της επιορκίας (μη τήρησης των όρκων)» (Β).
(3)   «Για να μη νομίσουν, ότι εμπόδισε μόνο το να ορκίζονται κατά του Θεού, εννοώ δηλαδή τη φράση «μα το Θεό», προσθέτει λοιπόν και τα άλλα είδη των όρκων, με τα οποία οι Ιουδαίοι τότε ορκίζονταν. Διότι αυτός που ορκίζεται σε αυτά, ορκίζεται πάλι στο Θεό που γεμίζει αυτά και δεσπόζει σε αυτά» (Ζ).
(4)   «Εσύ όμως πρόσεξε, σε παρακαλώ, πώς τονίζει την αξία των στοιχείων· όχι από την ιδιαίτερη φύση του καθενός, αλλά από τη σχέση τους με το Θεό, σχέση που λέγεται με συγκατάβαση. Επειδή δηλαδή ήταν πολλή η τυραννία της ειδωλολατρείας, για να μην νομιστεί ότι τα στοιχεία είναι τίμια από τον εαυτό τους, ανέφερε αυτήν την αιτία, που μετέβαινε πάλι προς τη δόξα του Θεού. Διότι δεν είπε· «Επειδή είναι καλός και μεγάλος ο ουρανός», ούτε «επειδή είναι χρήσιμη η γη» αλλά «επειδή ο μεν είναι θρόνος του Θεού, ενώ η γη υποπόδιό του» ωθώντας αυτούς από παντού προς τον Δεσπότη» (Χ).

Ματθ.5,35 μήτε ἐν τῇ γῇ, ὅτι ὑποπόδιόν ἐστι τῶν ποδῶν αὐτοῦ(1)· μήτε εἰς Ἱεροσόλυμα, ὅτι πόλις ἐστὶ τοῦ μεγάλου βασιλέως(2)·
Ματθ.5,35 ούτε στη γη, γιατί είναι το σκαμνί όπου πατούν τα πόδια του· ούτε στα Ιεροσόλυμα, γιατί είναι η πόλη του Θεού, του μεγάλου βασιλιά·
(1)   «Είναι προφητικός ο λόγος, ο ουρανός είναι θρόνος μου, ενώ η γη υποπόδιο των ποδιών μου (Ησ. ξστ 1) που δηλώνει ότι ο Θεός γεμίζει τα πάντα. Διότι λέει, δεν γεμίζω εγώ τον ουρανό και τη γη;» (Ιερεμ. κγ 24)(Ζ).
(2)   «Είναι του Δαβίδ η φράση, η πόλη του βασιλιά του μεγάλου (Ψαλμ. μζ 3)» (Ζ). Τα Ιεροσόλυμα ονομάζονται έτσι λόγω του ναού του κτισμένου σε αυτά, στα οποία έχει την έδρα του ο μεγάλος βασιλιάς των Ισραηλιτών δηλαδή ο Ιεχωβά (g).
Οι Ιουδαίοι ηθικολόγοι μερικές φορές δίδασκαν ότι μόνο οι όρκοι, στους οποίους αναφερόταν το όνομα του Θεού ή κάποιο μέρος αυτού, ήταν δεσμευτικοί· οι όρκοι όμως τους οποίους εδώ ο Χριστός παίρνει ως παράδειγμα δεν αναφέρουν το όνομα του Θεού. Αυτοί λοιπόν, εξ’ αιτίας αυτού, ήταν εκείνοι, τους οποίους πολλοί Ιουδαίοι χρησιμοποιούσαν και τους αθετούσαν χωρίς κάποια τύψη. Αυτούς τους όρκους που γίνονταν με επιπολαιότητα, ακόμη και σε περιπτώσεις κατά τις οποίες δεν επρόκειτο για ψευδορκία, ο Χριστός απαγορεύει απολύτως (p).

Ματθ.5,36 μήτε ἐν τῇ κεφαλῇ σου(1) ὀμόσῃς, ὅτι οὐ δύνασαι μίαν τρίχα(2) λευκὴν ἢ μέλαιναν(3) ποιῆσαι.
Ματθ.5,36 αλλά ούτε στο κεφάλι σου να ορκιστείς, γιατί δεν μπορείς να κάνεις ούτε μία τρίχα του άσπρη ή μαύρη.
(1)   «Να μην ορκιστείς ούτε τον πιο ασήμαντο και για αυτό και πολύ εύκολο όρκο, εννοώ δηλαδή τον όρκο στο ίδιο σου το κεφάλι» (Ζ). Βαρύτερη λοιπόν είναι η αμαρτία αυτού που ορκίζεται στη ζωή του ή στην ψυχή του (b).
(2)   «Και εδώ πάλι δεν απομακρύνει τον όρκο από το κεφάλι, επειδή θαυμάζει τον άνθρωπο (διότι τότε θα λατρευόταν και ο άνθρωπος), αλλά αναφέρει την δόξα στο Θεό και δείχνει ότι ούτε του εαυτού σου δεν είσαι κύριος και επομένως ούτε των όρκων κατά του κεφαλιού σου… Διότι αν και είναι δικό σου το κεφάλι, η κτίση του ανήκει σε άλλον και τόσο πολύ απέχεις από το να είσαι κύριός του, αφού ούτε το τελευταίο από όλα δεν μπορείς να του κάνεις» (Χ).
(3)   «Δεν είπε, δεν μπορείς να αφαιρέσεις μία τρίχα, αλλά ούτε να αλλάξεις το χρώμα της» (Χ). Σύμφωνα με αυτά θα ερμηνεύσουμε όχι: δεν μπορείς να φτιάξεις μία λευκή τρίχα ή μία μαύρη τρίχα, αλλά: δεν μπορείς να κάνεις μία τρίχα μαύρη από λευκή ή λευκή από μαύρη (δ)· δεν μπορείς να μεταβάλλεις το χρώμα μιας τρίχας.

Ματθ.5,37 ἔστω δὲ ὁ λόγος ὑμῶν ναὶ ναί, οὒ οὔ(1)· τὸ δὲ περισσὸν(2) τούτων ἐκ τοῦ πονηροῦ(3) ἐστιν.
Ματθ.5,37 Το “ναι” σας να είναι ναι και το “όχι” σας να είναι όχι· καθετί πέρα απ’ αυτά, προέρχεται από τον πονηρό».
(1)   «Ας είναι ο λόγος σας ο βεβαιωτικός, όταν μεν συμφωνείτε, ναι, όταν πάλι αρνείστε, όχι· και αυτές τις λέξεις μόνο να χρησιμοποιείτε για βεβαίωση αντί για όρκους και τίποτα παραπάνω από το ναι και το όχι» (Ζ).
«Όταν διαβεβαιώνεις για τέτοια πράγματα να συμφωνείς και για όσα δεν ισχύουν, ακόμη και αν όλοι οι άνθρωποι σε παρακαλούν, να μην πειστείς ποτέ μαζί τους να δώσεις διαβεβαίωση αντίθετη με την φύση της αλήθειας» (Β).
Υπάρχει μια λεπτή διαφορά ανάμεσα στη φράση του Ματθαίου και αυτήν του Ιακώβου αν και στην ουσία η έννοια είναι η ίδια. Θα ερμηνεύσουμε εδώ, ας είναι ο λόγος σας ναι, το οποίο να ανταποκρίνεται και στο ναι του νου σας, και όχι που να ανταποκρίνεται και στο εσωτερικό σας όχι (δ).
(2)   «Το παραπάνω και αυτό που πλεονάζει, το οποίο είναι ο όρκος» (Χ)= Ό,τι είναι περισσότερο από την απλή άρνηση και αποδοχή, η ένορκη δηλαδή βεβαίωση (δ).
(3)   Η λέξη εδώ είναι γένους ουδετέρου και σημαίνει το πονηρό αφηρημένα (b). Δεν φαίνεται πράγματι εδώ με την λέξη πονηρό να σημαίνεται ο διάβολος (Ιω. η 44), αλλά η πονηρή κατάσταση του κόσμου (L).
Σοβαρή όμως και η ερμηνεία= από τον διάβολο, τον πατέρα του ψεύδους, το οποίο είναι αιτία και αφορμή της δημιουργίας του όρκου (δ). «Και αν ο όρκος είναι από τον διάβολο, πώς ο παλαιός νόμος τον επέτρεψε;» (Ζ).
«Διότι αυτά που λέγονταν τότε ανταποκρίνονταν στην ασθένεια αυτών που δέχονταν τους νόμους» (Χ). «Διότι και ο θηλασμός στα μεν παιδιά αρμόζει, αλλά για τους άνδρες είναι ντροπή» (Θφ).

Ματθ.5,38 Ἠκούσατε ὅτι ἐῤῥέθη(1), ὀφθαλμὸν ἀντὶ ὀφθαλμοῦ(2) καὶ ὀδόντα ἀντὶ ὀδόντος(3)·
Ματθ.5,38 Έχετε επίσης ακούσει πως δόθηκε η εντολή: ν’ ανταποδίδεις οφθαλμόν αντί οφθαλμού και οδόντα αντί οδόντος.
(1)   Η πέμπτη περίπτωση της υπεροχής του χριστιανικού ιδεώδους έχει παρθεί από το νόμο της ταυτοπάθειας, ο οποίος επιβεβαιώθηκε στο Εξόδ. κα 23-25,Λευϊτ. κδ 20,Δευτερ. ιθ 18-21. Εξίσου όμως το πνεύμα της εκδίκησης απαγορευόταν και στην Π.Δ. (Λευϊτ. ιθ 18,Παροιμ. κ 22,κδ 29), όπου η εκδίκηση επιφυλασσόταν στο Θεό (Δευτερ. λβ 35,Ψαλμ. 93 1). Αλλά οι Ιουδαίοι συχνότατα θυμούνταν το γράμμα του νόμου και λίγο σκέφτονταν τους περιορισμούς που επέβαλλε ο νόμος (p).
Αναμφίβολα η εντολή αυτή της ταυτοπάθειας, σύμφωνα με τον αρχικό σκοπό της, ήταν όπως και ο νόμος που αφορούσε στο διαζύγιο περιοριστική μάλλον παρά για να επιτρέπει (S). Η πρώτη κίνηση αυτού που υβρίστηκε ή αδικήθηκε είναι να ανταποδώσει πολύ περισσότερα. Η εντολή λοιπόν αυτή περιορίζει την εκδίκηση στην ταυτοπάθεια (=παθαίνω τα ίδια). Και ενώ μας φαίνεται σκληρή, στις αρχές συντελούσε σε καταπράϋνση, διότι αυτός που επιτέθηκε άδικα μπορούσε να τύχει χειρότερης μεταχείρισης από όσο το θύμα του (L).
Επιπλέον «είναι κατεξοχήν φιλάνθρωπος αυτός ο νόμος· διότι αυτό το διέταξε, ώστε εξαιτίας του φόβου ότι θα πάθουν τα ίδια, να μη βγάζουν τα μάτια και τα δόντια ο ένας του άλλου οι τότε άνθρωποι, δείχνοντας πολύ μεγάλη λύσσα στο να πληγώνουν ο ένας τον άλλον» (Ζ).
(2)   Θα συμπληρώσουμε με το ρήμα «δώσει», το οποίο υπάρχει στους Ο΄ (δ).
(3)   Εάν ο καθένας οφείλει να θυσιάζει το δίκιο του, η εξουσία όμως δεν έχει το δικαίωμα να παραμελεί κάθετί που συντελεί στη διατήρηση της τάξης και αυτό απαιτεί την τιμωρία αυτών που κάνουν αδικίες (L).
Δεν πρέπει να υποθέσουμε ότι ο Κύριος καταδίκασε τους νόμους οι οποίοι είναι αναγκαίοι για τη διατήρηση της κοινωνίας. Καταδίκασε ο Κύριος όχι την ποινική καταδίωξη των ενόχων αρπαγής και βίας, αλλά το πνεύμα της εκδίκησης. Ο νόμος της βασιλείας των ουρανών δεν είναι φιλαυτία, αλλά αγάπη. Συνεπώς όταν οδηγούν στο δικαστήριο τους παραβάτες για να τιμωρηθούν, εκείνοι οι οποίοι αδικήθηκαν από αυτούς, δεν πρέπει να κυριεύονται από αίσθημα εκδίκησης, αλλά οφείλουν να εκπληρώνουν θλιβερό καθήκον και όχι να ικανοποιούν κάποιο αίσθημα οργής.

Ματθ.5,39 Ἐγὼ δὲ λέγω ὑμῖν μὴ ἀντιστῆναι τῷ πονηρῷ(1)· ἀλλ᾿ ὅστις(2) σε ῥαπίσει(3) ἐπὶ τὴν δεξιὰν(4) σιαγόνα, στρέψον αὐτῷ καὶ τὴν ἄλλην(5)·
Ματθ.5,39 Εγώ όμως σας λέω να μην αντιστέκεστε στον κακό άνθρωπο· αλλά αν κάποιος σε χτυπήσει στο δεξί μάγουλο, γύρισέ του και το άλλο.
(1)   «Πονηρό εδώ κάποιοι μεν λένε αυτόν που χτύπησε, ενώ ο Χρυσόστομος είπε τον διάβολο» (Ζ). Εναντίον της εκδοχής ότι πονηρός εδώ είναι ο διάβολος, προβλήθηκε ότι οφείλουμε να αντιστεκόμαστε εναντίον του διαβόλου σύμφωνα με το Ιακ. δ 7 (L).
Αλλά στην ένσταση αυτή δίνεται η απάντηση: «Τι λοιπόν; Δεν πρέπει να αντιστεκόμαστε στον πονηρό; Πρέπει μεν, αλλά όχι με αυτόν τον τρόπο» (Χ)· «όχι με το να επιτίθεσαι στον αδελφό· διότι αυτή την αντίσταση την εμπόδισε· αλλά με το να μακροθυμείς και να υπομένεις. Διότι ο θυμός δεν σβήνει με το θυμό, όπως ούτε η φωτιά με τη φωτιά» (Ζ).
Σοβαρή και η ερμηνεία, κατά την οποία το «τῷ πονηρῷ» είναι γένους ουδετέρου= το πονηρό και αμαρτωλό στοιχείο στη ζωή που γίνεται πράξη από κάποιο άτομο (a). Παντως εάν πάρουμε αυτό ως αρσενικό θα σήμαινε τον σατανά μάλλον παρά τον πονηρό άνθρωπο (p). Αντιστέκεται λοιπόν κάποιος στον πονηρό, όταν ανταποδίδει βρισιά στη βρισιά (b).
(2)   Η παρούσα πρόταση και οι ακόλουθες σχηματίζουν αντικλίμακα (από τα ισχυρότερα στα ασθενέστερα)= Πράξεις βιαιότητας (39 β), νομικές διαδικασίες (40), επίσημες αξιώσεις (41), απλές αιτήσεις (42)(S).
«Ο Χριστός και για αυτά νομοθέτησε αρχίζοντας μεν από το βαρύτερο και καταλήγοντας στο ελαφρότερο. Διότι βαρύτερο μεν από τα άλλα… είναι η ύβρις εναντίον του σαγονιού επειδή είναι πολύ ντροπιαστική· έπειτα έρχεται η αφαίρεση του χιτώνα και ελαφρότερο από αυτά είναι η αγγαρεία» (Ζ).
Ο Κύριος παρέχει εδώ 5 παραδείγματα. Όλα είναι μεταφορικά. Δεν παρέχουν κανόνες για το πώς να ενεργήσουμε, αλλά δείχνουν, ποια πρέπει να είναι η εσωτερική διάθεση. Για αυτό δεν πρέπει να θεωρήσουμε αυτούς ως κανόνες, οι οποίοι πρέπει να τηρούνται κ α τ ά γ ρ ά μ μ α (p).
(3)   «Όπως ακριβώς όταν λέει ότι αυτός που αποκαλεί τον αδελφό του ανόητο θα είναι ένοχος στη γέεννα, δεν το λέει μόνο για αυτήν την λέξη, αλλά και για κάθε κοροϊδία, έτσι λοιπόν και εδώ, δεν νομοθετεί αν μας ραπίζουν να το υποφέρουμε με γενναιότητα, αλλά και οτιδήποτε τυχόν πάσχουμε, να μην αναστατωνόμαστε. Για αυτό και εκεί επέλεξε την χειρότερη βρισιά, και εδώ το πιο ατιμωτικό θεωρούμενο χτύπημα, το χτύπημα στο σαγόνι, που είναι και το πιο υβριστικό» (Χ).
(4)   Ή, το δεξί σαγόνι αναφέρεται ως πιο ευγενές μέλος, παρόλο που πιο φυσικό είναι να χτυπηθεί από το δεξί χέρι αυτού που χτυπά το αριστερό μάγουλο αυτού που χτυπιέται (L).
Ή, εννοείται εδώ το δεξί χέρι που χτυπά με το εξωτερικό χέρι το δεξί μάγουλο και έπειτα το αριστερό μάγουλο με την παλάμη (δ). Και οι δύο εκδοχές σοβαρές.
(5)   «Διατάζει όχι μόνο να μην αμυνόμαστε, αλλά και περισσότερο να παραδίδουμε τον εαυτό μας σε αυτόν που χτυπά και να τον συγκρατούμε με την ανεξικακία και μεγαλοψυχία μας» (Ζ). Πρέπει αυτός που χαστουκίζεται να είναι διατεθειμένος να υπομείνει και άλλες ύβρεις, χωρίς να εκδικηθεί (L).
Καθόλου όμως αποκλείει και τη χρήση του λόγου προς αυτόν που φέρεται έτσι άτοπα, αλλά μάλιστα προϋποθέτει ότι αυτή ακολουθεί μαζί με την μη αντίσταση και εξηγεί τους λόγους και τα αίτια της υποχώρησης, ότι δηλαδή αυτή δεν γίνεται από φόβο, αλλά από αγάπη. Για αυτό και ο Σωτήρας τον δούλο του αρχιερέα που τον χαστούκισε από τυφλό ζήλο, αμέσως τον νουθέτησε (δ).

Ματθ.5,40 καὶ(1) τῷ θέλοντί σοι κριθῆναι(2) καὶ τὸν χιτῶνά(3) σου λαβεῖν, ἄφες αὐτῷ καὶ τὸ ἱμάτιον(3)·
Ματθ.5,40 Κι αν κάποιος θέλει να σε πάει στο δικαστήριο για να σου πάρει το πουκάμισο, άφησέ του και το πανωφόρι.
(1)   «Θέλει να δείχνουμε αυτήν την ανεξικακία όχι μόνο στα χτυπήματα, αλλά και στα χρήματα. Για αυτό πάλι αναφέρει την ίδια υπερβολή. Διότι όπως ακριβώς εκεί διατάζει να νικάμε με το να πάσχουμε, έτσι και εδώ με το να αφαιρούμαστε περισσότερα από όσα περίμενε αυτός που απαιτεί» (Χ).
(2)   «Δηλαδή εάν κάποιος σε σέρνει σε δικαστήριο και σου δημιουργεί ζητήματα» (Χ).
(3)   «Ιμάτιο λέγεται αυτό που εμείς λέμε πανωφόρι, ενώ χιτώνας είναι το εσωτερικό» (Ζ).
«Αυτό που εμείς λέμε πουκάμισο» (Θφ). Κατά τον δικό μας τρόπο ομιλίας ο χιτώνας ή το πουκάμισο είναι το τελευταίο, από το οποίο θα σκεφτόταν κάποιος να γδύσει κάποιον και να αφαιρέσει από αυτόν. Αλλά για τον φτωχό αγρότη της Παλαιστίνης ο χιτώνας ήταν λιγότερο απαραίτητος από το ιμάτιο, το οποίο μπορούσε και μόνο να φορά, χωρίς να φαίνεται ότι ήταν γυμνός» (L).
Το ιμάτιο ήταν πολυτιμότερο από τον χιτώνα (b), διότι χρησίμευε και ως σκέπασμα τη νύχτα και ως πανωφόρι που κάλυπτε το σώμα την ημέρα. Για αυτό και ο παλαιός νόμος δεν επέτρεπε στον δανειστή να έχει αυτό παρά μόνο την ημέρα. Δες Εξόδ. κβ 26,Δευτερ. κδ 13 (δ). Το τελευταίο αυτό προσδίδει πολύ μεγαλύτερη έμφαση στην προτροπή αυτή του Σωτήρα (ο). Ακόμη και το ιμάτιο, για το οποίο σε προστατεύει ο νόμος, δώσε το.

Ματθ.5,41 καὶ ὅστις σε ἀγγαρεύσει(1) μίλιον(2) ἕν, ὕπαγε μετ᾿ αὐτοῦ δύο(3)·
Ματθ.5,41 Κι αν σε πάρει κάποιος αγγαρεία για ένα μίλι, πήγαινε μαζί του δύο.
(1)   Το αγγαρεύω βγαίνει από το άγγαρος, η οποία είναι περσική λέξη που δηλώνει τους από τον Κύρο εγκαταστημένους ταχυδρόμους, οι οποίοι μετέβαιναν από την πρωτεύουσα στις επαρχίες και το αντίστροφο για εκτέλεση εντολών του βασιλιά και του κράτους· αυτοί λοιπόν είχαν το δικαίωμα να παίρνουν και με τη βία στους σταθμούς στους οποίους κατέλυαν, κάθετί που ήταν αναγκαίο σε αυτούς για την οδοιπορία αυτή, όπως ζώα, οδηγούς κλπ. Αγγαρεύω λοιπόν= αναγκάζω κάποιον με τη βία σε οποιαδήποτε εργασία ή υπηρεσία. Δες και Ματθ. κζ 32 (δ).
(2)   Πρόκειται για το λατινικό μίλι που ισούνταν με 8 στάδια ή 1478 μέτρα (L) ή γύρω στις 1600 γιάρδες (S).
(3)   «Το να σε αγγαρεύσει σημαίνει το εξής, να σε σύρει άδικα και χωρίς κανένα λόγο και να σε κακοποιεί. Αλλά να είσαι έτοιμος και για αυτό, ώστε να πάθεις και περισσότερα από όσα εκείνος θέλει να κάνει» (Χ).

Ματθ.5,42 τῷ αἰτοῦντί σε(1) δίδου(2) καὶ τὸν θέλοντα ἀπὸ σοῦ δανείσασθαι(3) μὴ ἀποστραφῇς.
Ματθ.5,42 Σ’ εκείνον που σου ζητάει κάτι, να του το δίνεις, κι αν κάποιος θέλει να του δανείσεις κάτι, μην του το αρνηθείς».
(1)   «Προστάζει να μην ξεχωρίζουμε τον άξιο από τον ανάξιο. Διότι από τη στιγμή που ζητά, έχει ανάγκη, όποιος και αν είναι. Επειδή και ο Θεός όλα τα απαραίτητα για τη ζωή σε όλους τους ανθρώπους ομοίως τα πρόσφερε, και σε αγαθούς και σε πονηρούς και σε πιστούς και σε απίστους» (Ζ).
«Ο λόγος μάς προσκαλεί στην κοινωνικότητα και φιλαλληλία και στη φυσική οικειότητα. Διότι ο άνθρωπος είναι πολιτικό (=κοινωνικό) ζώο και συναναστρέφεται με άλλους. Στην κοινή όμως πολιτεία και στην μεταξύ μας συναναστροφή είναι αναγκαίο το να προσφέρουμε εύκολα για επανόρθωση αυτού που έχει ανάγκη» (Β).
Όπως ο Αυγουστίνος απέδειξε, δεν μας παραγγέλλει να δίνουμε ό,τι μας ζητείται, αλλά σε καθέναν ο οποίος μάς ζητά. Μπορούμε να δώσουμε κάποιο σωτήριο λόγο ή να προσευχηθούμε για αυτόν. Ο Χριστός δεν συμφώνησε όταν του ζητήθηκε να παρέμβει στο μοίρασμα κληρονομιάς, αλλά προέβη σε σωτήριο έλεγχο και απειλή (Λουκ. ιβ 13-15).
(2)   Αυθεντική γραφή «δος» που συμφωνεί με το ακόλουθο «μη αποστραφείς». Για τη φράση «σε αυτόν που σου ζητά δίνε» δες Σοφ. Σειρ. δ 4,5 και κθ 2 («Μη απωθείς άνθρωπο, που θλίβεται και ο οποίος σε παρακαλεί. Και μη αποστρέψης το πρόσωπόν σου από πτωχό άνθρωπο. Μη απρστρέψης τα μάτια σου από άνθρωπον, που ευρίσκεται εις ανάγκην, και μη δίδης εις κανένα αφορμήν, να σε καταρασθή»).
(3)   «Τώρα διέταξε να δανείζουμε χωρίς τόκο» (Ζ).
«Αλλού όμως (Λουκ. στ 34) προχωράει το πράγμα ακόμη περισσότερο λέγοντας να δίνουμε σε εκείνους από τους οποίους δεν προσδοκούμε να πάρουμε πίσω» (Χ)

Ματθ.5,43 Ἠκούσατε ὅτι ἐῤῥέθη, ἀγαπήσεις(1) τὸν πλησίον σου(2) καὶ μισήσεις(3) τὸν ἐχθρόν σου.
Ματθ.5,43 Έχετε ακούσει πως δόθηκε η εντολή: “ν’ αγαπήσεις τον πλησίον σου και να μισήσεις τον εχθρό σου”.
(1)   «Δες πώς έβαλε τελευταίο το αποκορύφωμα των αγαθών. Διότι για αυτό διδάσκει όχι μόνο να δεχόμαστε τα ραπίσματα αλλά να παρέχουμε και το δεξί σαγόνι, επίσης όχι μόνο να δίνουμε μαζί με τον χιτώνα και το ιμάτιο, αλλά και να ακολουθούμε δύο μίλια όποιον μας αγγαρεύει για ένα, για να δεχτούμε το πολύ περισσότερο από αυτά με όλη την ευκολία» (Χ).
(2)   Η φράση αγαπήσεις τον πλησίον σου βρίσκεται στο Λευϊτ. ιθ 18, όπου πλησίον σημαίνει τον ομοεθνή Ισραηλίτη. Η όλη φράση αγαπήσεις τον πλησίον σου και μισήσεις τον εχθρόν σου σαφώς αναφέρεται σε κάποια επικρατούσα ερμηνεία των γραμματέων. Οι λέξεις «και μισήσεις τον εχθρόν σου» δεν συναντιούνται έτσι ξεκάθαρα στο νόμο (S).
Το πνεύμα όμως των λέξεων αυτών μπορεί να βγει από άλλες διατάξεις της Π.Δ. Έτσι το Λευϊτ. ιθ 18 μπορεί εύκολα να θεωρηθεί ότι υπονοεί, ότι η εκδίκηση των αλλοεθνών ήταν επιτρεπόμενη. Ομοίως και τα Δευτερ. κγ 3,κε 19,Β Έσδρ. θ 1,12, τα αναφερόμενα στη συμπεριφορά απέναντι στους Αμμωνίτες, Μωαβίτες, Αμαληκίτες, θα ενθάρρυναν την αντίληψη αυτή. Ο αυστηρός χωρισμός μεταξύ του Ισραήλ και όλων των ειδωλολατρικών εθνών, ο οποίος καθίστατο αναγκαίος για αποφυγή του μολυσμού της ειδωλολατρικής ανηθικότητας, επόμενο ήταν να επιβεβαιώσει την πίστη, ότι ο νομιμόφρων δούλος του Ιεχωβά ήταν υποχρεωμένος να μισεί όλους όσοι ήταν εχθροί και του Θεού και δικοί του.
Και εύκολα μπορούσε να οδηγηθεί στο φρόνημα, ότι οι δικοί του εχθροί ήταν και του Θεού εχθροί. Παρά ταύτα και αυτοί οι Ιουδαίοι μερικές φορές ξεπέρασαν το αίσθημα αυτό του μίσους προς τους εχθρούς. Δες Ιώβ λα 29,Παροιμ. ιζ 5,κδ 29,Ψαλμ. ζ 4-5,λδ 12-14. Το ζώο του εχθρού επιβαλλόταν να τύχει βοήθειας (Εξόδ. κγ 4,5) και υπήρξαν αυτοί που δίδαξαν, ότι, εάν κάποιος εχθρός και κάποιος φίλος βρίσκονταν σε ανάγκη, ο εχθρός έπρεπε να βοηθηθεί πρώτος, για να νικηθεί το κακό συναίσθημα.
Ο Κύριος διηύρυνε την έννοια του πλησίον. Και έτσι δεν ορίζει νέα εντολή σε αντίθεση με την παλαιά, αλλά το εμφανιζόμενο ως νέο παράγγελμα στην πραγματικότητα περιεχόταν στο παλαιό, αν κάποιος το κατανοούσε σωστά. Το «αγαπήσεις τον πλησίον σου ως σεαυτόν» καλύπτει τα πάντα, όταν η έννοια του πλησίον ερμηνευτεί σωστά. Διότι ένας άνθρωπος δεν παύει να είναι πλησίον ή αδελφός, επειδή έχει δυσμενείς διαθέσεις προς εμάς.
(3)   Έχει βεβαίως έννοια προστακτικής, αλλά ως παράλληλο του αγαπήσεις, πρέπει όμως να εννοήσουμε αυτό με την έννοια του επιτρέπεται να μισείς. Κανείς συνετός νομοθέτης ή ηθικολόγος δεν είναι δυνατόν να παραγγείλει το μίσος ως εντολή (L).

Ματθ.5,44 Ἐγὼ δὲ λέγω ὑμῖν, ἀγαπᾶτε τοὺς ἐχθροὺς(1) ὑμῶν, εὐλογεῖτε(2) τοὺς καταρωμένους(3) ὑμᾶς, καλῶς ποιεῖτε(2) τοῖς μισοῦσιν ὑμᾶς καὶ προσεύχεσθε(4) ὑπὲρ τῶν ἐπηρεαζόντων(5) ὑμᾶς καὶ διωκόντων(4) ὑμᾶς.
Ματθ.5,44 Εγώ όμως σας λέω: Ν’ αγαπάτε τους εχθρούς σας, να δίνετε ευχές σ’ αυτούς που σας δίνουν κατάρες, να ευεργετείτε αυτούς που σας μισούν, και να προσεύχεστε γι’ αυτούς που σας κακομεταχειρίζονται και σας καταδιώκουν.
(1)   Το εχθρούς μπορούμε να το πάρουμε ότι περιλαμβάνει όλες τις κατηγορίες αυτών που εχουν κακή διάθεση, δηλαδή τον ιδιωτικό, τον εθνικό, τον θρησκευτικό εχθρό (S).
(2)   Το μεν «αγαπώ» αναφέρεται στην εσωτερική αγαθή διάθεση προς τους εχθρούς, ενώ το να ευλογούν αυτούς που τους καταριούνται λέγεται για να εύχονται στο Θεό αγαθά υπέρ αυτών, ενώ το καλώς ποιείτε λέγεται για να δείχνουν με καλά έργα αυτή τη διάθεση (δ). Αγαπάτε, ευλογείτε, καλώς ποιείτε, προσεύχεσθε. Τέσσερεις προτάσεις, οι οποίες πρέπει να διαβαστούν με χιαστό σχήμα, αν και η τρίτη περιλαμβάνεται σχεδόν στην πρώτη ενώ η δεύτερη στην τέταρτη (b).
Η φράση «εὐλογεῖτε τοὺς καταρωμένους ὑμᾶς, καλῶς ποιεῖτε τοῖς μισοῦσιν ὑμᾶς» όπως καὶ η «τῶν ἐπηρεαζόντων ὑμᾶς» δεν μαρτυρούνται από τον σιναϊτικό κώδικα, τον βατικανό και κάποιους μικρογράμματους, και για αυτό θεωρήθηκαν ότι μπήκαν εδώ από το παράληλο χωρίο του Λουκά.
(3)   Καταριέμαι=επικαλούμαι κακά για κάποιον (g).
(4)   Διώκοντες, δηλαδή θρησκευτικοί διώκτες (S). Όταν οι εχθροί είναι διώκτες, το οποίο αναμφίβολα πρέπει να εννοηθεί για θρησκευτικό διωγμό (δες ε 10-12), εύκολα μπορεί κάποιος να νομίσει, ότι είναι επιτρεπόμενο να τους μισεί ως εχθρούς του Θεού, αφού το θέλημα του Θεού υπερασπίζεται ο διωκόμενος.
Και βεβαίως οφείλει κάποιος να εύχεται να παύσουν να διώκουν την αλήθεια, δεν δικαιολογείται όμως να εμφιλοχωρεί κάποιο προσωπικό μίσος, αλλά εφόσον ο διωκόμενος έχει συνείδηση ότι βρίσκεται σε φιλία με το Θεό, να δέεται για χάρη τους. Το παράγγελμα αυτό είναι τόσο σπουδαίο και πρέπει να το παίρνουμε τόσο ακριβώς κατά γράμμα, όσο ο Κύριος έδωσε για αυτό το παράδειγμα (Λουκ. κγ 34), μιμούμενος από τον Στέφανο (Πράξ. ζ 60) (L)
(5)   Επηρεάζω= υβρίζω, προπηλακίζω, συκοφαντώ (g). Να προσεύχεστε για τέτοια πρόσωπα· και με τις προσευχές σας φέρτε ευλογίες για εκείνους, οι οποίοι αφαιρούν από σας τις ευλογίες (b).

Ματθ.5,45 ὅπως γένησθε υἱοὶ(1) τοῦ πατρὸς ὑμῶν(2) τοῦ ἐν οὐρανοῖς(3), ὅτι(4) τὸν ἥλιον(5) αὐτοῦ(6) ἀνατέλλει ἐπὶ πονηροὺς καὶ ἀγαθοὺς(7) καὶ βρέχει(5) ἐπὶ δικαίους καὶ ἀδίκους.
Ματθ.5,45 Έτσι θα γίνετε παιδιά του ουράνιου Πατέρα σας, γιατί αυτός ανατέλλει τον ήλιο του για κακούς και καλούς και στέλνει τη βροχή σε δικαίους και αδίκους.
(1)   «Επειδή ήταν μεγάλη η εντολή και απαιτούσε γενναία ψυχή και πολύ ζήλο, βάζει και μισθό τέτοιο, όσο για κανένα από τα προηγούμενα. Διότι εδώ δεν ανέφερε τη γη, όπως στους πράους, ούτε την παρηγοριά και το έλεος, όπως στους πενθούντες και ελεήμονες, ούτε τη βασιλεία των ουρανών, αλλά αυτό που ήταν πιο φρικτό από όλα αυτά, το να γίνουν όμοιοι με το Θεό, στο βαθμό βεβαίως που είναι λογικό να γίνουν οι άνθρωποι» (Χ).
(2)   «Ο Θεός είναι πατέρας μεν των ανθρώπων, επειδή τους έπλασε… αλλά επίσης και επειδή φροντίζει και προνοεί για αυτούς· διότι είναι ιδιαίτερο γνώρισμα του πατέρα το να φροντίζει και να προνοεί για το παιδί του· υιοί του Θεού γίνονται αυτοί που εξομοιώνονται με αυτόν μέσω της αρετής, όσο είναι δυνατόν σε άνθρωπο· διότι είναι γνώρισμα του γιου να εξομοιώνεται με τον πατέρα του. Για να γίνετε, λέει, υιοί του Θεού όχι ως προς τη φύση, αλλά μέσω της ομοίωσης, με το να αγαπάτε τους εχθρούς σας» (Ζ).
Η αγάπη είναι η ουσία του Θεού· η αγάπη που επεκτείνεται προς τους εχθρούς, κάνει περισσότερο από κάθετί άλλο αυτόν που αγαπά όμοιο με το Θεό· και αφού ο γιος είναι η εικόνα του πατέρα, κάνει η αγάπη αυτή τον άνθρωπο γιο του Θεού (L).
(3)   «Διασκορπίζει πολύ παντού το όνομα των ουρανών, υψώνοντας το φρόνημά τους και από τον τόπο» (Χ).
(4)   «Έπειτα αναφέροντας την ομοιότητα λέει, ότι ανατέλλει τον ήλιο του σε πονηρούς και αγαθούς και βρέχει σε δικαίους και αδίκους. Διότι αυτός, λέει, όχι μόνο δεν μισεί, αλλά και ευργετεί αυτούς που υβρίζουν. Παρόλο που αυτό που γίνεται δεν είναι καθόλου ίσο, όχι μόνο λόγω της υπερβολής της ευεργεσίας αλλά και λόγω της υπεροχής της αξίας. Διότι εσύ μεν καταφρονείσαι από τον ομόδουλό σου, ενώ εκείνος (ο Θεός) από τον δούλο και αυτόν που ευεργετήθηκε μύριες φορές· και εσύ μεν του χαρίζεις μόνο λόγια, προσευχόμενος για αυτόν, ενώ αυτός πράγματα πολύ μεγάλα και θαυμαστά, ανάβοντας τον ήλιο και δίνοντας τις ετήσιες βροχές» (Χ).
(5)   «Με τον ήλιο και τη βροχή δήλωσε όλα τα απαραίτητα για τη ζωή. Διότι από αυτά τα δύο όλα τα προερχόμενα από τη γη γεννιούνται και τρέφονται και αυξάνονται και τελειοποιούνται» (Ζ).
(6)   Αυτός και δημιούργησε και κυβερνά τον ήλιο και έχει αυτόν αποκλειστικά στη δική του δύναμη (b).
(7)   Πονηρούς και αγαθούς-δικαίους και αδίκους, χιαστό σχήμα.

Ματθ.5,46 ἐὰν γὰρ(1) ἀγαπήσητε τοὺς ἀγαπῶντας(2) ὑμᾶς, τίνα μισθὸν ἔχετε(3); οὐχὶ καὶ οἱ τελῶναι(4) τὸ αὐτὸ ποιοῦσι;
Ματθ.5,46 Γιατί, αν αγαπήσετε μόνο όσους σας αγαπούν, ποια αμοιβή περιμένετε από το Θεό; Το ίδιο δεν κάνουν κι οι τελώνες;
(1)   «Οδηγεί σε αυτό όχι μόνο από το παράδειγμα το σχετικό με το Θεό, αλλά και από το αντίθετο=Αν μεν λοιπόν κάνεις αυτά, στέκεσαι με το μέρος του Θεού, αν όμως εγκαταλείπεις αυτά, με τους τελώνες» (Χ).
(2)   «Δεν είναι αρετή το να αγαπάς αυτόν που σε αγαπά, αλλά φυσική συνέπεια. Διότι και οι τελώνες κάνουν αυτό, στους οποίους δεν υπάρχει ούτε ίχνος αρετής» (Ζ).
(3)   Η φράση «έχουν μισθό» λέγεται για εκείνους, στους οποίους βραβείο επιφυλάσσεται από το Θεό· τους οποίους αναμένει θεία αμοιβή (g). Ποιά ανταμοιβή έχετε από το Θεό; (δ).
(4)   «Τελώνες είναι οι φορολόγοι… Αυτά τα επαγγέλματα κατηγορούνταν πάρα πολύ, ως άδικα και πλεονεκτικά και ασυμπαθή» (Ζ). Οι εισπράκτορες των φόρων, όχι οι αξιωματούχοι οι αποκαλούμενοι στους Ρωμαίους publicani (S).
Στην υπηρεσία των αξιωματούχων αυτών βρίσκονταν οι εισπράκτορες των φόρων, οι οποίοι για τη φιλαργυρία, την σκληρότητα, την δολιότητα περιφρονούνταν όχι μόνο στους Ιουδαίους αλλά και στα άλλα έθνη. Έτσι ο Αρτεμίδωρος (1,23. 4,57) τοποθετεί αυτούς μαζί με τους «κάπηλους και αυτούς που ζουν με αναίδεια και τους ληστές και με ανθρώπους που έκλεβαν στο ζύγι και εξαπατούσαν στους λογαριασμούς», ενώ στον Λουκιανό (νεκυομ. 11) αναφέρονται μαζί στη σειρά «μοιχοί, πορνοβοσκοί (=μαστρωποί, προαγωγοί, κάτοχοι πορνείου) και τελώνες και κόλακες». Στους συνοπτικούς ευαγγελιστές συχνά η ονομασία τελώνες συνδέεται με το αμαρτωλοί (Ματθ. θ 10,Μάρκ. β 15,Λουκ. ε 30,ζ 34,ιε 1) και με τη λέξη πόρνες (Ματθ. κα 31). Δες και τη φράση όπως ο εθνικός και ο τελώνης (Ματθ. ιη 17)(g).

Ματθ.5,47 καὶ ἐὰν ἀσπάσησθε(1) τοὺς αδελφούς(2) ὑμῶν μόνον, τί περισσὸν(3) ποιεῖτε; οὐχὶ καὶ οἱ τελῶναι(4) οὕτω ποιοῦσιν;
Ματθ.5,47 Κι αν χαιρετάτε μόνο τους φίλους σας, τι παραπάνω κάνετε από τους άλλους; Μήπως και οι τελώνες το ίδιο δεν κάνουν;
(1)   Ένδειξη ψυχρότητας είναι και η αποφυγή του χαιρετισμού. Το να χαιρετά λοιπόν κάποιος κάποιον εχθρό, και μάλιστα με τις τρυφερές εκδηλώσεις του ανατολικού χαιρετισμού, ισοδυναμεί με το να συγχωρεί αυτόν από καρδιάς (L). Ασπασμό λοιπόν ονομάζει εδώ τον κατά τη συνάντηση χαιρετισμό, που δείχνει την αμοιβαία των συναντωμένων αγάπη και φιλική διάθεση (δ).
(2)   Αδελφοί εδώ σε αντίθεση με τους εθνικούς ονομάζονται οι ομοεθνείς και ομογενείς, οι Ιουδαίοι όπως και στην Π.Δ. Δες Λευϊτ. κε 35,Αριθμ. κζ 3,Δευτερ. ιε 2,3 (δ)
(3)   Τέτοιο, όπως αρμόζει στους υιούς του Θεού (b). Παραπανω, εξαιρετικό, εξέχον (g).
(4)   Αυθεντική γραφή εθνικοί. Οι εθνικοί αναφέρονται διότι περιφρονούνταν και αυτοί από τους Ιουδαίους ως αμαρτωλοί και μολυσμένοι (δ). Και οι ίδιοι οι εθνικοί χαιρετούν εγκάρδια τους αδελφούς τους, δηλαδή αυτούς που ανήκουν στον ίδιο εθνικό ή θρησκευτικό όμιλο (L).

Ματθ.5,48 (1)Ἔσεσθε(2) οὖν ὑμεῖς(3) τέλειοι(4), ὥσπερ ὁ πατὴρ ὑμῶν(5) ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς τέλειός ἐστιν(6).
Ματθ.5,48 Να γίνετε, λοιπόν, κι εσείς τέλειοι, όπως τέλειος είναι και ο Πατέρας σας ο ουράνιος».
(1)   Ο σ. αυτός μπορεί να θεωρηθεί ή ως συμπέρασμα του όλου τμήματος της επι του όρους ομιλίας, που αφορά στη νέα τελειότητα, δηλαδή των σ. 17-47 (L).=Τηρώντας το νόμο όπως συμπλήρωσα αυτόν, ας γίνεστε τέλειοι·
ή, τα συμφραζόμενα φαίνεται να δείχνουν, ότι σημαίνεται εδώ ειδικά η τελειότητα στην αγάπη. Το να αποδίδει κάποιος κακό αντί καλού είναι διαβολικό· το να αποδίδει καλό αντί καλού είναι ανθρώπινο· το να αποδίδει καλό αντί κακού είναι θείο. Το να αγαπάμε όπως ο Θεός αγαπά είναι ηθική τελειότητα και προς την τελειότητα αυτή λέει σε μας ο Χριστός να αποβλέπουμε (p).
Η δεύτερη εκδοχή πιο σωστή.
(2)   Μέλλοντας χρόνος με σημασία προστακτική όπως και στις εντολές (ου φονεύσεις, ου μοιχεύσεις…). Εδώ όμως ο μέλλοντας εκφράζει την σχετικά με τους μαθητές προσδοκία του Σωτήρα = να είστε, όπως προσδοκώ και αναμένω από εσάς (δ).
(3)   Εσείς σε τιμητική αντίθεση με εκείνους (b).
(4)   Το τέλειος εδώ έχει βαθύτερη έννοια από εκείνη την οποία η ίδια λέξη έχει στην Π.Δ. Εκεί σημαίνει βίο δίκαιο, ελεύθερο από ηθικό ολίσθημα και μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τον δίκαιο άνδρα όπως ήταν ο Νώε (Γεν. στ 9) ή ο Ιώβ (Ιώβ α 1)(S). Εδώ τα συμφραζόμενα καθορίζουν την έννοια της λέξης ως τελειότητα στην αγάπη, η οποία ζητά το καλό για όλους τους ανθρώπους (a).
«Αυτοί μεν που αγαπούν όσους τους αγαπούν, είναι ατελείς στην αγάπη· αυτοί όμως που αγαπούν τους εχθρούς, αυτοί είναι τέλειοι» (Ζ). Αλλά οι στην αγάπη τέλειοι, είναι τέλειοι και σε κάθε αρετή, αφού «η αγάπη είναι πλήρωμα του νόμου».
(5)   Η ομοιότητα αυτή του ανθρώπου με το Θεό πρέπει να θεωρείται με σχετική πάντοτε έννοια. «Διότι και εμείς, αν και δεν μπορούμε να γίνουμε όμοιοι με το Θεό κατά την ουσία του, όμως αν βελτιωνόμαστε με την αρετή, μιμούμαστε το Θεό… Το ότι όλα όσα γεννήθηκαν είναι τρεπτά (=μεταβάλλονται), κανείς δεν θα το αρνιόταν, αφού οι μεν άγγελοι έκαναν παράβαση, ο δε Αδάμ παράκουσε και όλοι χρειάζονται τη χάρη του Θεού. Ένα πλάσμα όμως τρεπτό δεν θα μπορούσε να είναι όμοιο με τον άτρεπτο Θεό, όπως ακριβώς ούτε το κτίσμα με τον κτίστη» (Α).
«Και πώς θα μπορούσε να γίνει η μακαριότητα που βλέπουμε στο Θεό να επεκταθεί και στην ανθρώπινη ταπεινότητα… και να μοιάσει ο γήινος με τον ουράνιο, αφού αυτή η φυσική διαφορά δείχνει ότι είναι αδύνατη η μίμηση;… Αλλά είναι σαφής ο λόγος για αυτό. Ότι δηλαδή, το ευαγγέλιο δεν διατάζει να συγκρίνουμε τη θεία με την ανθρώπινη φύση, αλλά να μιμηθούμε στη ζωή τις αγαθές ενέργειες του Θεού όσο είναι δυνατόν. Το να αποξενωθούμε από κάθε κακία, όσο είναι δυνατόν, και να είμαστε καθαροί από τους μολυσμούς της με έργα και λόγια και με τη διάννοια, αυτό είναι πραγματική μίμηση της θείας τελειότητας» (Γν).
(6)   Ο Θεός είναι τέλειος, διότι παρέχει τις εύνοιές του εξίσου σε όλους (a), είναι τέλειος διότι είναι αγάπη.

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΣΤ’ (6)

Συνέχεια της επί του Όρους ομιλίας του Κυρίου.
Στίχ. 1-8. Η ελεημοσύνη και η προσευχή.

Ματθ.6,1 (1)Προσέχετε(2) τὴν ἐλεημοσύνην(3) ὑμῶν μὴ ποιεῖν ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων πρὸς τὸ θεαθῆναι(4) αὐτοῖς· εἰ δὲ μήγε(5), μισθὸν οὐκ ἔχετε παρὰ τῷ πατρὶ ὑμῶν τῷ ἐν τοῖς οὐρανοῖς(6).
Ματθ.6,1 Να προσέχετε την ελεημοσύνη σας, να μη γίνεται μπροστά στους ανθρώπους, με σκοπό να σας επιδοκιμάσουν. Γιατί αν γίνεται έτσι, μην περιμένετε ανταμοιβή από τον ουράνιο Πατέρα σας.
(1)   Ο πρώτος σ. είναι εισαγωγή στην τριάδα που ακολουθεί (ελεημοσύνη, προσευχή, νηστεία) και δεν πρέπει να περιοριστεί σε μόνη την ελεημοσύνη, για την οποία γίνεται λόγος στους σ. 2-4 (p). Αρχή γενική που διακηρύσσεται εδώ είναι η: Η άσκηση της αρετής δεν πρέπει να είναι πράξη επίδειξης (F).
«Εξορίζει το πάθος το πιο τυραννικό από όλα, την λύσσα και την μανία που γίνεται για την κενή δόξα σε αυτούς που κατορθώνουν κάτι. Διότι από την αρχή μεν δεν μίλησε για αυτό… Διότι δεν γεννιέται αυτόματα αυτή η ασθένεια, αλλά όταν κατορθώσουμε πολλά από τα προστάγματα. Έπρεπε λοιπόν πρώτα να φυτεύσει την αρετή, και τότε να ξεριζώσει το πάθος που επηρεάζει τον καρπό της. Και δες από πού αρχίζει· από τη νηστεία και την προσευχή και την ελεημοσύνη. Διότι σε αυτά κατεξοχήν τα κατορθώματα συνηθίζει να εισέρχεται» (Χ).
(2)   Το «προσέχετε», μπαίνοντας μπροστά δείχνει, πόσο μεγάλος είναι ο κίνδυνος. Τα ελατήρια και για τις καλύτερές μας πράξεις μπορούν να νοθευτούν και η σκέψη του να θαυμαστούμε από τους ανθρώπους είναι συχνότατη.
«Και πρόσεξε πώς άρχισε, μιλά σαν να πρόκειται για κάποιο θηρίο που δύσκολα γίνεται αντιληπτό και είναι φοβερό στο να εξαπατήσει όποιον δεν βρίσκεται σε άκρα εγρήγορση… Διότι το θηρίο τρυπώνει κρυφά και σκορπίζει χωρις θόρυβο τα πάντα και χωρίς να το καταλάβουμε όλα όσα έχουμε μέσα στο σπίτι τα πετά έξω» (Χ).
(3)   Αυθεντική και πιο σωστή γραφή: την δικαιοσύνην, η οποία αποτελεί το όλο, του οποίου τρεις διαιρέσεις ακολουθούν αμέσως, δηλαδή η ελεημοσύνη, ως καθήκον ειδικό προς τον πλησίον, η προσευχή ως καθήκον ειδικό προς τον Θεό, και η νηστεία που κατέχει την ίδια θέση αναφορικά με τον εαυτό μας. Οι τρεις αυτές σχέσεις, με το Θεό, με τον πλησίον και με τον εαυτό μας απαριθμούνται συχνά στις Γραφές (b).
Η δικαιοσύνη μας πρέπει να περισσεύει από αυτήν των γραμματέων και Φαρισαίων με την έννοια που εξηγήθηκε στο ε 21-48. Αλλά πρέπει επίσης να διαφέρει και στο είδος από αυτήν των γραμματέων και Φαρισαίων με την αποφυγή της επίδειξης. Η γραφή ελεημοσύνη, οφείλεται στο ότι οι αντίστοιχες εβραϊκές και αραμαϊκές λέξεις απέκτησαν και την έννοια της ελεημοσύνης οπότε το κάνω δικαιοσύνη σύμφωνα με τον εβραϊκό τρόπο ομιλίας μπορεί να σημαίνει και κάνω ελεημοσύνη, εφόσον τα συμφραζόμενα ζητούν μια τέτοια έννοια (a).
Υπάρχει και η γραφή δόσιν. Ο Zahn εισηγείται, ότι οι 3 γραφές είναι διαφορετικές προφορικές μεταφράσεις της ίδιας αραμαϊκής λέξης (p).
(4)   «Αφού είπε να μην κάνουν μπροστά στους ανθρώπους, πρόσθεσε, για να σας δουν» (Χ), «εννοώντας με αυτό· Προσέχτε, να μην κάνετε αυτήν για αυτόν το λόγο μπροστά στους ανθρώπους, για να σας δουν. Διότι αν δεν κάνετε αυτήν για αυτόν τον λόγο, τίποτα δεν εμποδίζει και μπροστά τους να την κάνετε. Διότι ο σκοπός της εξετάζεται, όχι ο τρόπος. Διότι είναι δυνατόν και μπροστά στους ανθρώπους να κάνει κάποιος και να μην το κάνει για επίδειξη, όταν κάποιος δηλαδή το κάνει μόνο λόγω της συμπάθειας για τον άλλον» (Ζ)·
«και είναι επίσης δυνατόν πάλι να μην το κάνει μπροστά στους ανθρώπους, και να το κάνει για να τον δουν. Για αυτό όχι απλώς την πράξη, αλλά τη διάθεση και τιμωρεί και στεφανώνει… Διότι θέλει να διαπλάσει την ψυχή και να την απαλλάξει από κάθε νόσημα» (Χ).
(5)   Αν όμως δεν κάνετε αυτό προσέχτε (δ). Ειδάλλως.
(6)   «Πάλι εξυψώνει το φρόνημά τους, θυμίζοντάς τους τον Πατέρα και τον ουρανό, για να μην τους ελέγξει μόνο με τη ζημιά [δεν έχετε μισθό], αλλά να τους κάνει να ντραπούν και με τη μνήμη αυτού που τους γέννησε» (Χ)· «κάνοντάς τους να ντραπούν διότι ενώ έχουν πατέρα ουράνιο, φρονούν γήινα και συγχρόνως παρακινώντας τους στο να ζουν αντάξια τέτοιου πατέρα» (Ζ).

Ματθ.6,2 Ὅταν οὖν ποιῇς ἐλεημοσύνην, μὴ σαλπίσῃς(1) ἔμπροσθέν σου, ὥσπερ οἱ ὑποκριταὶ(2) ποιοῦσιν ἐν ταῖς συναγωγαῖς καὶ ἐν ταῖς ῥύμαις(3), ὅπως δοξασθῶσιν ὑπὸ τῶν ἀνθρώπων· ἀμὴν(4) λέγω ὑμῖν, ἀπέχουσι(5) τὸν μισθὸν αὐτῶν.
Ματθ.6,2 Όταν κάνεις ελεημοσύνη, μην το διατυμπανίσεις, όπως κάνουν οι υποκριτές στις συναγωγές και στους δρόμους, για να τους τιμήσουν οι άνθρωποι· σας βεβαιώνω πως αυτή η τιμή είναι όλη κι όλη η ανταμοιβή τους.
(1)   «Όχι ότι είχαν σάλπιγγες εκείνοι, αλλά το λέει θέλοντας να δείξει την πολλή τους μανία με την μεταφορά αυτή, διακωμωδώντας και διαπομπεύοντας αυτούς με αυτήν» (Χ).
«Μη σαλπίσεις λέει, αντί να πει μην δημοσιεύσεις ώστε να γίνεις γνωστός στους ανθρώπους. Διότι αυτοί που σαλπίζουν, σαλπίζουν για να ακουστούν από το πλήθος» (Ζ). Το σαλπίζω λοιπόν λέγεται μεταφορικά (p)=κάνω θόρυβο για να ελκύσω την προσοχή (F).
(2)   «Όπως ακριβώς παραπάνω ανέφερε τελώνες και εθνικούς, ντροπιάζοντας με την ποιότητα των προσώπων αυτούς που έπρεπε να τους μιμηθούν, έτσι και εδώ αναφέρει τους υποκριτές… και σωστά είπε υποκριτές· διότι το μεν προσωπείο ήταν ελεημοσύνη, η διάνοιά τους όμως είχε ωμότητα και απανθρωπιά. Διότι δεν ελεούν για τους πλησίον, αλλά για να απολαύσουν αυτοί δόξα· το οποίο ήταν δείγμα έσχατης ωμότητας, ενώ ο άλλος πεθαίνει από την πείνα, αυτοί να ζητούν δόξα και να μη σταματούν τη συμφορά» (Χ).
«Υποκριτές είναι αυτοί που άλλο μεν είναι, άλλο όμως φαίνονται· και αυτοί λοιπόν φαίνονται μεν ελεήμονες, είναι όμως άλλοι» (Θφ).
Ο Κύριος έχει υπ’ όψη τους Φαρισαίους, οι οποίοι αξίωναν ότι ήταν και θεωρούνταν κοινώς υποδείγματα για καθέναν που επιθυμούσε να είναι ακριβής τηρητής του νόμου. Και δεν αναφέρει μεν αυτούς ονομαστικά, αλλά από το κεφ. κγ γίνεται φανερό, ότι αυτοί υπονοούνται και εδώ. Αλλά και χωρίς το κεφ. αυτό, δεν χωρά αμφιβολία, ότι για τους Φαρισαίους πρόκειται. Δες Ματθ. ιε 7,κβ 18 (p).
(3)   Ρύμη είναι επέκταση δρόμου σε πόλη που είναι περιφραγμένη και από τις δύο πλευρές με οικοδομήματα (g). Στο Λουκ. ιδ 21 μπαίνει σε αντίθεση με τις πλατείες. Εδώ όμως φαίνεται να σημαίνει μάλλον πλατιούς δρόμους (ο).
(4)   Ο Κύριος γνωρίζει τα μυστικά των θείων βουλών (b).
(5)   Η πρόθεση «από» στο ρήμα απέχουσι δηλώνει το τελείως, ολοτελώς (δ). Παίρνουν πλήρως την αμοιβή τους και ο Θεός δεν οφείλει σε αυτούς τίποτα (p). «Με το να επαινούνται δηλαδή, πήραν το παν από τους ανθρώπους» (Θφ).

Ματθ.6,3 σοῦ δὲ ποιοῦντος(1) ἐλεημοσύνην μὴ γνώτω ἡ ἀριστερά σου τί ποιεῖ ἡ δεξιά σου(2),
Ματθ.6,3 Εσύ, αντίθετα, όταν δίνεις ελεημοσύνη, ας μην ξέρει ούτε το αριστερό σου χέρι τι κάνει το δεξί σου,
(1)   «Αφού είπε πώς δεν πρέπει να κάνουν, δείχνει πάλι πώς πρέπει να κάνουν» (Χ).
(2)   «Πάλι εδώ δεν υπαινίσσεται χέρια, αλλά το είπε αυτό υπερβολικά. Αν είναι δυνατόν, λέει, να αγνοήσεις τον εαυτό σου, φρόντισέ το αυτό με κάθε τρόπο, ακόμη και αν είναι δυνατόν να κρυφτούν τα χέρια που διακονούν» (Χ).
Συνήθως την ελεημοσύνη τη δίνουμε με το δεξί. Χρησιμοποιεί λοιπόν ο Σωτήρας πολύ έξυπνη εικόνα, κατά την οποία μόνο το απαραίτητο της ελεημοσύνης όργανο, όπως είναι το δεξί χέρι, οφείλει να ξέρει μαζί μας ό,τι πράξαμε· ούτε το ίδιο το άλλο χέρι ας μην ξέρει τι κάνει το δεξί (δ). «Αυτός που κάνει κρυφά το καλό και δεν δημοσιεύει αυτό, αλλά ζητά να διαφύγει την προσοχή και του ίδιου του ευεργετουμένου, αυτός είναι για τον οποίο λέει ο Κύριος, να μη γνωρίζει το αριστερό σου τι κάνει το δεξί σου» (Σευήρου).
Σοβαρή και η ερμηνεία: «Με το αριστερό χέρι υπαινίχτηκε αυτούς που μας είναι πολύ κοντινοί και οικείοι. Διότι τίποτα δεν είναι πιο κοντινό και οικείο σε σένα από το χέρι σου. Ούτε αυτοί, λέει, να γνωρίζουν την ελεημοσύνη του δεξιού σου χεριού» (Ζ).
Αξιοσημείωτη και η: «το αριστερό χέρι γνωρίζει το δεξιό και καθήκον έργο, όταν μολύνεται από φιλοδοξία» (Ω).

Ματθ.6,4 ὅπως ᾖ σου ἡ ἐλεημοσύνη ἐν τῷ κρυπτῷ, καὶ ὁ πατήρ σου(1) ὁ βλέπων ἐν τῷ κρυπτῷ ἀποδώσει σοι ἐν τῷ φανερῷ(2).
Ματθ.6,4 για να ’ναι αληθινά κρυφή η ελεημοσύνη σου. Κι ο Πατέρας σου, που βλέπει τις κρυφές πράξεις, θα σε ανταμείψει φανερά».
(1)   «Ετοιμάζει σε αυτόν μεγάλο και σεμνό θέατρο και δίνει σε αυτόν άφθονα ό,τι ακριβώς επιθυμεί. Διότι, τι θες, λέει. Δες θες να έχεις κάποιους θεατές των πράξεων; Ορίστε λοιπόν, έχεις όχι αγγέλους και αρχαγγέλους αλλά το Θεό των όλων… Αν είναι ανάγκη να κάνεις επίδειξη, πρέπει να επιδεικνύεσαι στον Πατέρα προ πάντων· και μάλιστα πολύ περισσότερο όταν κύριος και του στεφανώματος και της τιμωρίας είναι ο Πατέρας» (Χ).
(2)   «Αν όμως επιθυμείς να έχεις και ανθρώπους θεατές, ούτε αυτής της επιθυμίας σε αποστερεί, αλλά στον κατάλληλο καιρό, αλλά και σου παρέχει αυτό και με μεγαλύτερη υπερβολή. Διότι τώρα μεν αν κάνεις επίδειξη, θα μπορέσεις να επιδειχτείς μόνο σε δέκα και είκοσι ή και εκατό ανθρώπους· αν όμως επιδιώκεις να κρυφτείς τώρα, τότε ο ίδιος ο Θεός θα σε ανακηρύξει, όταν θα είναι παρούσα όλη η οικουμένη… Και τώρα μεν θα σε κατηγορήσουν οι θεατές ως κενόδοξο· όταν όμως σε δουν να στεφανώνεσαι, όχι μόνο δεν θα κατηγορήσουν, αλλά και θα θαυμάσουν όλοι» (Χ).

Ματθ.6,5 Καὶ ὅταν προσεύχῃ(1), οὐκ ἔσῃ(2) ὥσπερ οἱ ὑποκριταί(3), ὅτι φιλοῦσιν ἐν ταῖς συναγωγαῖς(4) καὶ ἐν ταῖς γωνίαις τῶν πλατειῶν(5) ἑστῶτες(6) προσεύχεσθαι, ὅπως ἂν φανῶσι τοῖς ἀνθρώποις· ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι ἀπέχουσι τὸν μισθὸν αὐτῶν(7).
Ματθ.6,5 Κι όταν προσεύχεσαι, να μην είσαι σαν τους υποκριτές, που τους αρέσει να στέκονται και να προσεύχονται στις συναγωγές και στα σταυροδρόμια, για να κάνουν καλή εντύπωση στους ανθρώπους· σας βεβαιώνω πως αυτή είναι όλη κι όλη η ανταμοιβή τους.
(1)   Αυθεντική γραφή: όταν προσεύχησθε ουκ έσεσθε ως οι…
(2)   Ο μέλλοντας εδώ όπως και στο ε 48= δεν πρέπει να είσαι τέτοιος (δ).
(3)   «Πάλι και αυτούς τους ονομάζει υποκριτές και πολύ λογικά· διότι προσποιούνται ότι προσεύχονται στο Θεό αλλά κοιτάζουν γύρω τους ανθρώπους και δεν στέκονται όπως οι ικέτες αλλά όπως άνθρωποι καταγέλαστοι. Διότι αυτός που πρόκειται να ικετέψει, αφού τους αφήσει όλους, προς εκείνον μόνο βλέπει, αυτόν που είναι κύριος να δώσει το αίτημα» (Χ).
(4)   Στα χρόνια του Κυρίου δεν υπήρχε εξ’ επαγγέλματος αρχηγός στην προσευχή στις προσευχές στις τελετές των συναγωγών, αλλά το καθήκον αυτό αναλαμβανόταν από κάποιο μέλος της συναγωγής, ο οποίος στεκόταν μπροστά στο κιβώριο (=κουβούκλιο) που περιείχε τα ειλητάρια (παπύρους) του νόμου (S). Οι Φαρισαίοι λοιπόν επεδίωκαν να προΐστανται στην προσευχή στις συναγωγές.
(5)   Πλατεία με την ίδια έννοια όπως και σε μας, οπότε η φράση στις γωνίες των πλατειών= στα άκρα των πλατειών, για να μην ενοχλούνται από τα αχθοφόρα ζώα που περνούσαν από τη μέση τους (L).
Ή, πλατεία εννοείται η οδός, οπότε γωνίες των πλατειών, εκεί όπου οι δρόμοι συναντιούνται (b), τα σταυροδρόμια. Και οι δύο εκδοχές σοβαρές.
Δεν είναι ανάγκη να υποθέσουμε, ότι οι Φαρισαίοι έβγαιναν στις οδούς για να προσευχηθούν, αλλά ότι, όταν σε ώρα προσευχής βρίσκονταν σε κάποια πλατεία, επιδεικτικά εκδήλωναν την αφοσίωσή τους (p). Οι Μωαμεθανοί διατήρησαν στο σημείο αυτό, όπως και σε άλλα, την παλαιά παράδοση της Ανατολής. Όταν σημαίνει ώρα προσευχής, ο μουσουλμάνος, εφόσον βρίσκεται έξω από το σπίτι του, ζητά χαλί και παίρνει τη στάση της προσευχής στραμμένος προς την Μέκκα (L).
(6)   Μάλλον με την έννοια του δικού μας ποζάρω. Δηλώνει την επιτηδευμένη στάση, που αποσκοπεί στο να γίνουν ορατοί (L).
(7)   «Δεν είπε, ότι δεν θα πάρουν μισθό αυτοί, αλλά ότι παίρνουν, δηλαδή ότι θα πάρουν μεν, από αυτούς όμως που επιθυμούν αυτοί… Εφόσον ζητούν την από τους ανθρώπους αμοιβή, δεν θα ήταν δίκαιοι να πάρουν από το Θεό, για τον οποίο δεν έκαναν τίποτα» (Χ).

Ματθ.6,6 σὺ δὲ ὅταν προσεύχῃ(1), εἴσελθε εἰς τὸν ταμιεῖόν(2) σου, καὶ κλείσας τὴν θύραν σου πρόσευξαι τῷ πατρί σου τῷ ἐν τῷ κρυπτῷ(3), καὶ ὁ πατήρ σου ὁ βλέπων ἐν τῷ κρυπτῷ ἀποδώσει(4) σοι ἐν τῷ φανερῷ.
Ματθ.6,6 Εσύ, αντίθετα, όταν προσεύχεσαι, πήγαινε στο πιο απόμερο δωμάτιο του σπιτιού σου, κλείσε την πόρτα σου και προσευχήσου εκεί κρυφά στον Πατέρα σου· κι ο Πατέρας σου, που βλέπει τις κρυφές πράξεις, θα σε ανταμείψει φανερά.
(1)   =Όταν έχεις κατά νου να προσευχηθείς (δ) «Ομοίως και εδώ, αφού είπε πώς δεν πρέπει να κάνουμε, λέει και πώς πρέπει να κάνουμε» (Ζ).
(2)   Δηλώνει στους αρχαίους η λέξη την αποθήκη, το κελλάρι της οικίας και έπειτα το θησαυροφυλάκιο· στους Ο΄και την Κ.Δ. δηλώνει το εσωτερικότερο δωμάτιο του σπιτιού, το ιδιαίτερο δωμάτιο του ύπνου (δ).
«Τι λοιπόν; Σε εκκλησία δεν πρέπει να προσευχόμαστε; Και πάρα πολύ βέβαια, αλλά με τέτοια διάθεση… Διότι και αν ακόμη μπεις στο δωμάτιο και κλείσεις την πόρτα, αλλά το κάνεις αυτό για επίδειξη, τίποτα δεν σε ωφελούν οι πόρτες… Επομένως, και αν ακόμη κλείσεις τις πόρτες, αυτό θέλει να κατορθώσεις πριν το κλείσιμο των πορτών, το να κλείσεις δηλαδή και τις πόρτες του νου. Διότι παντού μεν είναι καλό να απαλλαχτεί κάποιος από την κενοδοξία, κατεξοχήν όμως στην προσευχή» (Χ).
Ο Κύριος δεν καταδικάζει εδώ τη δημόσια λατρεία, αλλά τις ιδιωτικές προσευχές, στις οποίες χωρίς ανάγκη δίνεται δημοσιότητα με σκοπό να επιτευχθεί φήμη για ειδική αγιότητα.
(3)   Ο Θεός και είναι και βλέπει στα κρυφά (b). «Λέει στον Πατέρα σου στα κρυφά, αντί να πει στον αόρατο» (Ζ).
«Επειδή λοιπόν αυτός είναι αόρατος, τέτοια θέλει να είναι και η προσευχή σου» (Χ).
(4)   «Δεν είπε θα σου χαρίσει, αλλά θα αποδώσει. Διότι έκανε τον εαυτό του χρεώστη σε εσένα και με αυτό σου έκανε μεγάλη τιμή» (Χ). Εδώ η έμφαση δεν είναι στο άκουσμα της προσευχής, αλλά στην αμοιβή για την αποφυγή της επίδειξης (a).

Ματθ.6,7 Προσευχόμενοι δὲ μὴ βαττολογήσητε(1) ὥσπερ οἱ ἐθνικοί(2)· δοκοῦσι(3) γὰρ ὅτι ἐν τῇ πολυλογίᾳ(4) αὐτῶν εἰσακουσθήσονται.
Ματθ.6,7 Όταν προσεύχεστε, μη φλυαρείτε όπως οι ειδωλολάτρες, που νομίζουν ότι με την πολυλογία τους θα εισακουστούν.
(1)   Βαττολογέω και σύμφωνα με αυθεντική γραφή: βατταλογέω α) τραυλίζω, και επειδή αυτοί που τραυλίζουν συνηθίζουν να επαναλαμβάνουν τους ίδιους φθόγγους, σημαίνει β) μιλώντας επαναλαμβάνω τα ίδια, λέω πολλά και μάταια λόγια, φλυαρώ, πολυλογώ. Για αυτό και εδώ εξηγείται με τη λέξη πολυλογία. Το ρήμα αυτό άλλοι μεν το ετυμολογούν από τον Βάττο, βασιλιά της Κυρήνης, ο οποίος λέγεται ότι ήταν τραυλός (Ηροδότ. 4,155), άλλοι από κάποιον Βάττο συγγραφέα μακρών και πολυλόγων ποιημάτων.
Αλλά εάν συγκρίνει κάποιος αυτό με το βατταρίζω, το οποίο έχει την ίδια έννοια, και με το βάρβαρος, θα βρει πολύ πιθανότερο, ότι η λέξη είναι του γένους των ονοματοποιημένων (g), δηλαδή ετυμολογείται από το βατ, ήχο αυτών που ψελλίζουν και τραυλίζουν (δ). Η σιναϊτική συριακή μετάφραση αποδίδει τη λέξη «μη λέτε μπαττάλάθά» δηλαδή ανωφελή, ανόητα (a).
Μη βαττολογήσετε λοιπόν σημαίνει ή μη φλυαρήσετε «βαττολογία εδώ λέει τη φλυαρία, όπως όταν ζητάμε από το Θεό αυτά που δεν ταιριάζουν, δυναστείες και δόξες και το να νικάμε τους εχθρούς και περιουσίες χρημάτων» (Χ) «και τα παρόμοια όσα ούτε την ψυχή ωφελούν, ούτε για τη συντήρηση του σώματος είναι αναγκαία» (Ζ).
Ή, εδώ κυρίως καταδικάζεται η ιδέα ότι ο Θεός για να εισακούσει τις προσευχές μας, είναι ανάγκη να ενοχληθεί και είναι δυνατόν να ενοχληθεί και ότι οι αιτήσεις, εάν επαναληφθούν πολλές φορές, είναι πιθανότερο να εισακουστούν παρά εάν απευθυνθούν μόνο μία φορά. Δες την αντίθεση ανάμεσα στη σύντομη προσευχή του Ηλία (Γ΄Βασ. ιη 36,37) και σε αυτήν των ψευδοπροφητών του Βάαλ, οι οποίοι από το πρωί μέχρι το μεσημέρι επαναλάμβαναν στερεότυπα: Ω Βάαλ άκουσέ μας. Δεν πρέπει να νομίζουμε, ότι οι προσευχές είναι μαγικές επωδοί και ότι μπορεί να επιδράσουν στο Θεό σαν κάποια μαγεία που τον εξαναγκάζει να πράξει ό,τι δεν θέλει να πράξει.
Ο Κύριος δεν καταδικάζει εδώ κάθε επανάληψη στην προσευχή, διότι και ο ίδιος χρησιμοποίησε τα ίδια λόγια πάλι και πάλι στη Γεθσημανή (Ματθ, κστ 44,Μάρκ. ιδ 39), αλλά την δεισιδαιμονική και βέβηλη επανάληψη. Επαναλαμβάνουμε τις ικεσίες μας, όχι για να εξασφαλίσουμε την προσοχή του Θεού, σαν να είναι δυνατόν να μας χορηγήσει στην τρίτη επανάληψη ό,τι αρνήθηκε να μας παράσχει στην πρώτη, αλλά μόνο και μόνο για να συγκεντρώσουμε την προσοχή μας. Ο Θεός είναι πάντοτε έτοιμος να ακούσει τις ανάγκες των παιδιών του, αλλά τα παιδιά του δεν προσέχουν πάντοτε σε ό,τι λένε, όταν αναφέρουν τις ανάγκες τους μπροστά του (p).
Αξιόλογη η ερμηνεία που συνδυάζει και τις δύο =βαττολογώ σημαίνει φλυαρώ για ασήμαντα και γελοία πράγματα και επαναλαμβάνω τα ίδια (δ).
(2)   «Εδώ γελοιοποιεί τους εθνικούς, κάνοντας σε κάθε περίπτωση τον ακροατή να ντραπεί από την μηδαμινότητα των προσώπων» (Χ). Και οι δικοί τους συγγραφείς, τούς κατηγορούσαν διότι κούραζαν τους θεούς τους (F).
(3)   «Νομίζουν μεν, αλλά όχι σωστά» (Ζ).
(4)   Οι εθνικοί «όχι μόνο ζητούν πράγματα αταίριαστα, αλλά κάνοντας και μακρές τις αιτήσεις για αυτά, νομίζουν ότι πείθουν με το να μακρολογούν» (Ζ). Ο Αυγουστίνος λέει, ότι η παραγγελία του Κυρίου μας καταφέρεται εναντίον του να λέμε πολλά, όχι εναντίον του να προσευχόμαστε πολύ (ο).

Ματθ.6,8 μὴ οὖν ὁμοιωθῆτε αὐτοῖς· οἶδε γὰρ ὁ πατὴρ ὑμῶν ὧν χρείαν ἔχετε πρὸ τοῦ ὑμᾶς αἰτῆσαι αὐτόν(1).
Ματθ.6,8 Μη γίνετε όμοιοι μ’ αυτούς· γιατί ο Πατέρας σας ξέρει από τι έχετε ανάγκη, προτού ακόμα του το ζητήσετε».
(1)   «Και αν ξέρει αυτά που χρειαζόμαστε, για ποιό λόγο πρέπει να προσευχόμαστε; Όχι για να διδάξεις αλλά για να τον λυγίσεις, για να γίνεις οικείος του με τη συνέχεια της προσευχής, για να ταπεινωθείς, για να θυμηθείς τα αμαρτήματά σου» (Χ).
«Έτσι ώστε αφού απομακρυνθούμε από τα βιοτικά να ωφεληθούμε μιλώντας σε αυτόν» (Θφ). «Η προσευχή γαληνεύει και καθαρίζει την καρδιά και κάνει αυτήν ικανότερη να δεχτεί τα θεία δώρα. Ο Θεός είναι πάντοτε έτοιμος να δώσει σε μας το φως του, αλλά δεν είμαστε και εμείς πάντοτε έτοιμοι να το δεχτούμε» (Αυγ. De Serm. Dom ΙΙ,ΙΙΙ 14).
Με την προσευχή ανοίγουμε τους αγωγούς, μέσω των οποίων ευλογίες, οι οποίες είναι πάντοτε έτοιμες, μπορούν να ξεχυθούν (p). Η προσευχή είναι αναγκαία για τον άνθρωπο, όχι για το Θεό. Ο Θεός δεν παρέχει αναγκαστικά τις δωρεές του στα παιδιά του που δεν θέλουν. Εάν τα παιδιά του επιθυμούν αυτά, θα τα ζητήσουν με προσευχή (S)

Στίχ. 9-13. Η Κυριακή προσευχή.

Ματθ.6,9 οὕτως(1) οὖν προσεύχεσθε ὑμεῖς(2)· Πάτερ(3) ἡμῶν(4) ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς(5)· ἁγιασθήτω(6) τὸ ὄνομά σου(7)·
Ματθ.6,9 Εσείς, λοιπόν, έτσι να προσεύχεστε: Πατέρα μας, που βρίσκεσαι στους ουρανούς, κάνε να σε δοξάσουν όλοι ως Θεό,
(1)   Κατά τον τρόπο αυτόν, όχι με τις λέξεις αυτές (a). Ο Κύριος παρέχει εδώ περίληψη όλων των προσευχών, η οποία δεν θέτει σε αχρηστία κάθε άλλη προσευχή, που καλύπτει όμως όλες τις επίγειες και πνευματικές ανάγκες του ανθρώπου και εκφράζει όλους τους ουράνιους πόθους της φιλόθεης ψυχής. Παρέχει επίσης υπόδειγμα και πρότυπο για όλες τις προσευχές, που δείχνει τι είδους προσευχές και με ποιο πνεύμα πρέπει να γίνονται. Η έμφαση στο τμήμα αυτό του σ. πέφτει στο ούτως (έτσι) και στο υμεις (εσείς)= Εσείς τα παιδιά του αληθινού Θεού πρέπει να προσεύχεστε έτσι (p).
(2)   Ο Λουκάς (ια 1-4) παραθέτει αυτήν με άλλα περιστατικά και με συντομευμένη μορφή, πιθανώς διότι ο θείος Διδάσκαλος επανέλαβε αυτήν δύο φορές (F). Στην προσευχή αυτή ο Μεσσίας αποδίδει σε ανθρώπινη γλώσσα τους ανέκφραστους στεναγμούς, με τους οποίους το Πνεύμα προσεύχεται για χάρη μας. Και αν ήταν αλήθεια, ότι για το καθένα από τα αιτήματα της προσευχής μπορούν να βρεθούν παράλληλα στις ιουδαϊκές προσευχές, η προσευχή ως σύνολο θα παρέμενε και πάλι απαράμιλλη. Αλλά αυτό δεν είναι αλήθεια. Πραγματικών παράλληλων του «Γενηθήτω το θέλημά σου» και του «τὸν ἄρτον ἡμῶν τὸν ἐπιούσιον δὸς ἡμῖν σήμερον» αναζητείται ακόμη η εύρεση.
Κάποια επίσης από τα παράλληλα, τα οποία παρουσιάστηκαν για τα άλλα αιτήματα είναι ίσως νεώτερα της Προσευχής και είναι δυνατόν να πάρθηκαν από αυτήν. Θα ήταν παρόλ’ αυτά εκπληκτικό, εάν όλα τα αιτήματα της Κυριακής προσευχής ήταν νέα και εάν στις προσευχές, οι οποίες χρησιμοποιούνταν από το λαό του Θεού, δεν υπήρχε τίποτα το οποίο ο Υιός του Θεού να μην μπορεί να χρησιμοποιήσει και για την οικοδομή της εκκλησίας του. Η Κυριακή προσευχή είναι ο καρπός της θρησκευτικής πείρας της ανθρωπότητας, η οποία υψώθηκε στο μεσουράνημά της στην πείρα του Υιού του ανθρώπου. Τέτοια λοιπόν προσευχή επόμενο είναι να περιέχει καινούργια και παλαιά.
Ως προς τον αριθμό των αιτημάτων της δεν επιτεύχθηκε συμφωνία, όπως και προκειμένου για τον αριθμό των μακαρισμών. Άλλοι μεν καθορίζουν αυτά σε 5, άλλοι σε 6 και άλλοι σε 7. Ο 7 είναι ελκυστικός αριθμός και επιτυγχάνεται με τον υπολογισμό του αιτήματος «καὶ μὴ εἰσενέγκῃς ἡμᾶς εἰς πειρασμόν», «ἀλλὰ ῥῦσαι ἡμᾶς ἀπὸ τοῦ πονηροῦ» ως δύο αιτημάτων. Τα 6 αιτήματα μειώνονται σε 5, εάν θεωρηθεί το αίτημα «αγιασθήτω το όνομά σου» ως έκφραση ύμνου μάλλον παρά ως αίτημα, σύμφωνα με τον ύμνο Ευλογητός ο Θεός του Ισραήλ. Αλλά η Κυριακή προσευχή άριστα θεωρείται ότι συνίσταται από δύο ίσα μέρη, το καθένα από τα οποία περιλαμβάνει 3 αιτήματα. Και όπως στις 10 εντολές το πρώτο μέρος αναφέρεται στο Θεό και το δεύτερο στον άνθρωπο, έτσι και στην Κυριακή προσευχή με τα πρώτα 3 αιτήματα ζητούμε τη δόξα του ουράνιου Πατέρα μας, ενώ με τα 3 τελευταία ζητούμε τα ωφέλιμα για μας και τους πλησίον μας.
Σε κάθε μία από τις δύο αυτές τριάδες υπάρχει πρόοδος. Στην πρώτη, ο αγιασμός του θείου ονόματος οδηγεί στην έλευση της βασιλείας του Θεού και αυτή πάλι οδηγεί στην τέλεια εκπλήρωση του θείου θελήματος. Στη δεύτερη τριάδα η επίτευξη των αγαθών ακολουθείται από την απομάκρυνση του κακού, του περασμένου, του τωρινού και του μελλοντικού. Η θαυμάσια αυτή αναλογία και ανάπτυξη δεν μπορεί να είναι τυχαία· και σε οποιαδήποτε έκταση και αν χρησιμοποιήθηκε παλαιό υλικό στην προσευχή, συντέθηκε αυτή στο πνεύμα εκείνου, ο οποίος είπε: «Να, κάνω τα πάντα καινούργια» (Αποκ. κα 5)(p).
(3)   Στην Π.Δ. ο Θεός είναι Πατέρας του ιουδαϊκού έθνους (Δευτ. λβ 6,Ησ. ξγ 16,Ιερεμ. γ 4,19,λα 9,Μαλαχ. α 6,β 10). Στα Δευτεροκανονικά βιβλία της Π.Δ. (Σοφ. Σολ. β 16,ιδ 3,Σοφ. Σειρ. κγ 1,4,να 10,Τωβ. ιγ 4) ονομάζεται και Πατέρας επί μέρους ατόμων. Είναι γεννήματά του, που δημιουργήθηκαν κατ’ εικόνα του και αντικείμενα της στοργικής φροντίδας του. Αλλά η Κ.Δ. προχωρεί πολύ πέρα από αυτό, σε πατρότητα δηλαδή η οποία δεν έγινε ακόμη καθολική, διότι μόνο «όσοι δέχτηκαν αυτόν έδωσε σε αυτούς εξουσία να γίνουν παιδιά του Θεού, όσοι πίστεψαν στο όνομά του» (Ιω. α 12).
«Λέγοντας «Πατέρα» δείχνει σε σένα ποίων αγαθών αξιώθηκες με το να γίνεις υιός Θεού» (Θφ). «Διότι αυτός που είπε Πατέρα το Θεό, με αυτήν τη μία ονομασία, ομολόγησε και άφεση αμαρτημάτων… και δικαιοσύνη και αγιασμό και απολύτρωση και υιοθεσία και κληρονομία και αδελφότητα με τον Μονογενή και του Πνεύματος τη χορηγία» (Χ).
Από αυτό γεννιέται και η υποχρέωση, «ώστε να ζούμε αντάξια ενός τέτοιου πατέρα· διότι αυτός που ζει κακά μεν, αλλά ονομάζει το Θεό πατέρα του, ψεύδεται εναντίον και του Θεού και του εαυτού του» (Ζ).
(4)   «Διδάσκει επίσης να κάνουμε την προσευχή και κοινή χάριν των αδελφών. Διότι δεν λέει ο Πατέρας μου… αλλά ο Πατέρας μας, αναπέμποντας τις προσευχές χάριν του κοινού σώματος και να μην αποβλέπει πουθενά στο δικό του συμφέρον, αλλά παντού στο του πλησίον. Από αυτό επίσης και την έχθρα καταστρέφει και την απελπισία ελαττώνει και τον φθόνο ξεριζώνει και την… αγάπη εισάγει και την ανωμαλία των ανθρωπίνων πραγμάτων εξορίζει… Διότι χάρισε σε όλους μία ευγενική καταγωγή, θεωρώντας άξιο να ονομαστεί ομοίως Πατέρας όλων» (Χ). Ανήκουμε σε μεγάλη οικογένεια και δεν πρέπει να είμαστε ιδιοτελείς στις προσευχές μας.
(5)   «Όταν λέει στους ουρανούς, δεν το λέει για να περικλείσει εκεί τον Θεό, αλλά για να απομακρύνει από τη γη τον προσευχόμενο και να τον κάνει να προσηλωθεί στους υψηλούς τόπους και στις άνω κατοικίες» (Χ).
«Με το να πει στους ουρανούς, σού έδειξε την πατρίδα σου και το σπίτι το πατρικό» (Θφ), «για να καταφρονούμε τα γήινα, σπεύδοντας να ανεβούμε με τη σκάλα των αρετών εκεί, όπου είναι ο πατέρας μας… και ο Θεός λέγεται μεν ότι είναι παντού, κατεξοχήν όμως σε τόπους άξιους, διότι αυτοί οι τόποι είναι περισσότερο δεκτικοί αυτού. Για αυτό λοιπόν λέμε ότι είναι στον ουρανό ο Θεός· διότι είναι καθαρότατος ο τόπος εκείνος, και διότι σε αυτόν βρίσκονται οι άϋλες δυνάμεις (άγγελοι) και τα πλήθη των αγίων, στους οποίους επαναπαύεται» (Ζ).
Αντιτίθεται και με την περί Θεού ιδέα των εθνικών, σύμφωνα με την οποία οι θεοί είχαν την κατοικία τους σε κορυφές γήινων βουνών, όπως ο Όλυμπος. Τη φράση πρέπει να την πάρουμε και ότι συμβολίζει την απανταχού παρουσία του Θεού και την υπερβατικότητά του πάνω από το χώρο και τον τόπο (ο).
(6)   Αγιάζω=κάνω άγιο, καθιστώ ή κηρύττω ιερό ή άγιο, καθιερώνω. Σημαίνει λοιπόν εδώ, κάνω αξιοσέβαστο ή αναγνωρίζω, με ευσέβεια λατρεύω (g).
«Το αγιασθήτω αυτό σημαίνει να δοξαστεί. Διότι την μεν δική του δόξα την έχει ολοκληρωμένη και αναλλοίωτη πάντα. Προστάζει όμως τον προσευχόμενο να θεωρεί άξιο να δοξάζεται ο Θεός και από τη δική μας ζωή… Καταξίωσέ μας, λέει, να ζούμε τόσο καθαρά, ώστε μέσω ημών να σε δοξάζουν όλοι» (Χ).
«Αυτό να κάνουμε βασικό αίτημα της προσευχής, το να μην βλασφημείται δηλαδή με τη δική μου ζωή το όνομα του Θεού, αλλά να δοξάζεται και να αγιάζεται. Μέσα από μένα λοιπόν, λέει, να αγιαστεί το όνομα της δικής σου κυριαρχίας που επικαλέστηκα» (Γν).
«Ας δοξαστεί με τη δική μας ζωή, έτσι ώστε όλοι, βλέποντάς μας, να σε δοξάσουν» (Σχ.π). Η εφαρμογή όμως περιορίζει την έννοια να είναι πιο στενή. Μάλλον με ευρύτερη έννοια πρέπει να το πάρουμε ως εξής: Κάνε (το όνομά σου) γνωστό ως άγιο και δώσε ώστε να σεβαστούμε και εμείς αυτό ως άγιο. Παρακαλάμε, ώστε ο Θεός να αποκαλύψει όλο και πιο πολύ την αγιότητα του χαρακτήρα του σε μας και να μας κάνει ικανούς να αναγνωρίσουμε την αγιότητά του και να αποδώσουμε σε αυτήν ευλαβή λατρεία και συνειδητή και ταπεινή μίμηση (p).
(7)   Το όνομα του Θεού είναι ακριβώς εκείνος ο τρόπος όρασης, με τον οποίο το απρόσιτο ον φανερώνεται σε μας και με τον οποίο, μάς επιτρέπει να έλθουμε σε σχέσεις μαζί του (L). Το όνομά του εκπροσωπεί τη φύση του, τον χαρακτήρα του, το είναι του, όσο μπορούν αυτά να γίνουν γνωστά (p).

Ματθ.6,10 ἐλθέτω(1) ἡ βασιλεία σου(2)· γενηθήτω(1) τὸ θέλημά σου(3), ὡς ἐν οὐρανῷ, καὶ ἐπὶ τῆς γῆς(4)·
Ματθ.6,10 να έρθει η βασιλεία σου· να γίνει το θέλημά σου και από τους ανθρώπους, όπως γίνεται από τις ουράνιες δυνάμεις.
(1)   «Μη μας παραξενεύει το ότι λέγονται τα λόγια αυτά σαν να προστάζουν… λόγω της συνήθειας της Γραφής που έτσι πάντα σχηματίζει τις ευχές. Το γενηθήτω δηλαδή το θέλημά σου το λέει αντί για το· είθε (=μακάρι) να γίνει. Και ελθέτω η βασιλεία σου αντί για το· είθε να έλθει» (Β),
(2)   Ή, λιγότερο πιθανή ερμηνεία: «βασιλεία εδώ λέει τη δευτέρα του παρουσία επειδή θα γίνει αυτή με πολλή δόξα» (Ζ).
Ή, η αιώνια βασιλεία του Θεού, η μέλλουσα μακαριότατη ζωή, η οποία προκαλεί την υψίστη ευχή των πιστών που ποθούν να σωθούν από την πονηρία του παρόντος βίου σε ζωή άπειρα μακάρια (δ). «Αυτή η λέξη πάλι φανερώνει παιδί με ευγνωμοσύνη, το να μην προσηλώνεται δηλαδή στα βλεπόμενα, ούτε να θεωρεί τα παρόντα σαν κάτι μεγάλο, αλλά να σπεύδει προς τον Πατέρα και να επιθυμεί τα μελλοντικά» (Χ).
Ή, πιο σωστή ερμηνεία, και οι τρεις ευχές που εκφράζονται στα τρία πρώτα αιτήματα, έχουν χαρακτήρα εσχατολογικό, αλλά δεν αποκλείει αυτός κάποιο ενδιάμεσο χρόνο, προετοιμασία πριν τη συντέλεια (L). Η βασιλεία του Θεού ιδρύθηκε από τον Κύριο και από τότε αναπτύσσεται και εξαπλώνεται. Το αίτημα αυτό ζητά ώστε η πρόοδός της να επισπευτεί με την αύξηση της γνώσης των εντολών του Θεού και της υπακοής σε αυτές. Ζητά ώστε οι αρχές της κυβέρνησης του Θεού να νικήσουν τις αρχές του κόσμου και του πονηρού, κυριαρχώντας πάνω στις καρδιές των ατόμων και των κοινωνιών (p).
«Ας έλθει σε μας η βασιλεία σου, δηλαδή είθε να βασιλευτούμε από εσένα και όχι από το διάβολο, και είθε εσύ να μας πείσεις και υποτάξεις στα δικά σου προστάγματα και όχι εκείνος» (Ζ).
«Ας μη με κατεξουσιάζει ο εχθρός και ούτε να με σύρει αιχμάλωτο με την αμαρτία· αλλά ας έλθει σε μένα η βασιλεία σου, για να φύγει από εμένα… Να διαλυθεί η εχθρική παράταξη… να σταματήσει ο πόλεμος της σάρκας κατά του πνεύματος· να μην είναι το σώμα ορμητήριο του εχθρού της ψυχής· ας κάνει την εμφάνισή της σε μένα η βασιλική δύναμη, το αγελικό χέρι» (Γν).
(3)   «Ας γίνει το θέλημά σου και πάνω στη γη από τους ανθρώπους, όπως γίνεται στον ουρανό από τους αγγέλους, για τους οποίους είπε ο Δαβίδ· «είναι λειτουργοί του, οι οποίοι κάνουν το θέλημά του» (Ψαλμ 102,21)· και θέλημα Θεού είναι οι εντολές του» (Ζ).
Ευχόμαστε «όχι ο Θεός να κάνει ό,τι θέλει, αλλά εμείς να μπορέσουμε να κάνουμε ό,τι ο Θεός θέλει… παρακαλούμε και ζητούμε, να γίνεται σε μας το θέλημα του Θεού» (Κυπριανός).
«Με τη δική σου δύναμη ας κατορθώσω αυτό το αγαθό θέλημα· ομοίως και τη δικαιοσύνη, την ευσέβεια, την αποξένωση από τα πάθη» (Γν).
Πρέπει να γνωρίσουμε το χαρακτήρα του Θεού προτού γνωρίσουμε τι θέλει. Για αυτό το αίτημα αγιασθήτω το όνομά σου προηγείται από το γενηθήτω το θέλημά σου. Δεν μπορούμε να ευχόμαστε, να γίνει το θέλημα κάποιου, όταν αγνοούμε, ποιο είναι το θέλημα αυτό. Η θέληση του Θεού δεν είναι η μόνη στο σύμπαν. Ο Θεός δημιούργησε και άλλες θελήσεις και άφησε αυτές ελεύθερες ακόμη και να αποστατούν από αυτόν.Το όνομα του Θεού δεν θα αγιαστεί γενικώς, ούτε η βασιλεία του θα έλθει πλήρως, εάν οι θελήσεις όλες δεν ενωθούν μαζί του σε ολοκληρωτική συμπάθεια (p).
(4)   «Και πάλι πρόσταξε καθένας από μας που προσευχόμαστε να λαμβάνει πρόνοια για την οικουμένη. Διότι δεν είπε, ας γίνει το θέλημά σου σε μένα ή σε μας, αλλά παντού στη γη, ώστε να καταργηθεί η πλάνη και να φυτευτεί η αλήθεια και να διωχτεί κάθε κακία και να επανέλθει η αρετή και να μην διαφέρει ως προς αυτήν καθόλου ο ουρανός από τη γη» (Χ).
«Όπως ακριβώς γίνεται το θέλημά σου στους θρόνους και τις αρχές και τις εξουσίες και τις κυριότητες (αγγελικά τάγματα) και σε όλες τις υπερκόσμιες δυνάμεις, χωρίς πουθενά η κακία να εμποδίζει την ενέργεια του αγαθού, έτσι και σε μας το αγαθό ας γίνει τέλειο, έτσι ώστε αφού απομακρυνθεί κάθε κακία, να ευοδώνεται εξ ολοκλήρου το θέλημά σου στις ψυχές μας» (Γν).
Οι λόγοι «ὡς ἐν οὐρανῷ, καὶ ἐπὶ τῆς γῆς» μπορούν να αναφερθούν στο καθένα από τα τρία πρώτα αιτήματα, όπως αγιασθητω το όνομά σου ως εν ουρανω και επί της γης, ελθέτω η βασιλεία σου ως εν ουρανώ και επί της γης και γενηθήτω το θέλημά σου ως εν ουρανώ και επί της γης (Catechismus Romanus). Αυτή η σύνδεση αποδίδει εξαιρετική έννοια (p).

Ματθ.6,11 (1)τὸν ἄρτον(2) ἡμῶν(3) τὸν ἐπιούσιον(4) δὸς ἡμῖν(5) σήμερον·
Ματθ.6,11 Δώσε μας σήμερα τον απαραίτητο για τη ζωή μας άρτο.
(1)   «Γνωρίζοντας ότι η μεν αγγελική φύση δεν χρειάζεται τροφή, η ανθρώπινη όμως χρειάζεται αυτήν, διέταξε να ζητάμε το αναγκαίο της φύσης» (Ζ).
«Και τις μεν εντολές ομοίως διατάζει να εκτελούνται και από εμάς, όπως ακριβώς και οι άγγελοι εκπληρώνουν αυτά· συγκαταβαίνει όμως και στην ασθένεια της φύσης μας. Διότι, λέει, απαιτώ τόση ακρίβεια ζωής, όχι όμως απάθεια, διότι δεν το επιτρέπει αυτό η τυραννία της φύσης· διότι χρειάζεται την αναγκαία τροφή» (Χ).
«Διότι δεν ζητά από το Θεό ο άγγελος στις προσευχές τη χορήγηση του άρτου, επειδή έχει τη φύση του ελεύθερη από τέτοιες ανάγκες» (Γν).
(2)   «Πρόσεξε πώς και στα σωματικά υπάρχει πολύ το πνευματικό. Διότι διέταξε να κάνουμε την προσευχή όχι για χρήματα, ούτε για απόλαυση, ούτε για πολυτέλεια ρούχων, ούτε για τίποτα άλλο από τα παρόμοια, αλλά μόνο για ψωμί» (Χ).
Η λέξη άρτος λέγεται γενικά για να δηλώσει κάθε αναγκαίο για τη συντήρηση της ζωής μας. «Τον άρτο δώσε, όχι απόλαυση ούτε πλούτο, ούτε τα στολισμένα με άνθη φορέματα, ούτε χρυσαφικά στολίδια… ούτε ιδιοκτησία χωραφιών… όχι κοπάδια από άλογα και βόδια… αλλά τον άρτο» (Γν).
(3)   «Άρτο «μας», είπε, αντί να πει αυτόν που γίνεται για μας» (Ζ).
(4)   «Η λέξη επιούσιος δεν αναφέρεται από κανέναν από τους Έλληνες ούτε από τους σοφούς, ούτε συνηθίζεται να χρησιμοποιείται από τους απλούς ανθρώπους, αλλά φαίνεται ότι φτιάχτηκε (ως λέξη) από τους ευαγγελιστές» (Ω). Από πού παράγεται η λέξη;
Ή, «επιούσιον ονόμασε τον κατάλληλο για την ο υ σ ί α και ύπαρξη και σύσταση του σώματος» (Ζ). Έτσι ερμηνεύουν και οι Ω, Ιε., Θφ και Γν και πολλοί από τους νεώτερους. Έτσι η ετυμολογία της λέξης είναι από το επί και ουσία=τον άρτο που παίρνουμε για την ύπαρξη, για τη ζωή μας, δηλαδή τον απαραίτητο για την ύπαρξη και ζωή μας (δ). Σπανίως όμως και μάλιστα μόνο στο φιλοσοφικό λόγο η λέξη ουσία έχει την ίδια σημασία με τη λέξη ύπαρξη και ως επί το πλείστον σημαίνει ή την φύση ή τα πλούτη, τα οικεία πράγματα (g).
Ή, επιούσιον σημαίνει «αυτόν που δίνεται για την αυριανή ημέρα» (Σχ.π) από το επιούσα (ημέρα) δεδομένου, ότι η επιούσα ημέρα δεν σημαίνει αναγκαστικά την επομένη ημέρα(=το υπόλοιπο της ημέρας που ακολουθεί), αλλά αυτήν που έρχεται, την ημέρα που ανατέλλει (δες Πλάτ.Κρίτων 44α, Αριστοφ. Εκκλησ. 105 και Λυσ. Κατά Ερατοσθ. 17 όπου επιούσα νυξ=η νύχτα που ήλθε). Αρκεί λοιπόν να υποθέσουμε ότι η προσευχή απευθύνεται το πρωί για το διάστημα της ημέρας που ακολουθεί (L).
Και εάν όμως το επιούσα=η αυριανή, καμία ασυμφωνία δεν επέρχεται με το Ματθ. στ 34 («μη λοιπόν μεριμνήσετε για την αύριο»), ενώ άριστα ανταποκρίνονται μεταξύ τους το επιούσιον και σήμερον, διότι με το αίτημα εκείνη η διάθεση της ψυχής δηλώνεται, η οποία ευλαβικά αρκείται στην τροφή που αρκεί από τη μία στη άλλη ημέρα και όταν ζητά από το Θεό τα αναγκαία δεν ξεπερνά το μέτρο που θεραπεύει την εσχάτη ανάγκη του άμεσου μέλλοντος (g).
Σχετικό και το χωρίο Εξόδου ιστ 4, όπου προκειμένου για το μάννα ορίζεται ώστε ο λαός να μαζεύει μόνο αυτό που αρκεί για τη συντήρηση μίας ημέρας (S). Αλλά και η πληροφορία του Ιερωνύμου, ότι στο ευαγγέλιο το καθ’ Εβραίους χρησιμοποιείται η λέξη μαχάρ= για την επιούσα ημέρα, επιβεβαιώνει την παραπάνω εκδοχή (p). Σύμφωνη με αυτήν και η ερμηνεία «τον επιούσιον δηλαδή τον άρτο της μίας ημέρας» (Χ).
(5)   Το «Δώσε μου» θα αποτελούσε προσευχή, η οποία εύκολα θα μπορούσε να καταλήξει σε ιδιοτέλεια· το δώσε μας, όταν αισθάνεται κάποιος αυτό αποτελεί εγγύηση κατά της φιλαυτίας. «Είναι δημόσια και κοινή σε μας η προσευχή και όταν παρακαλούμε, παρακαλούμε όχι για έναν, αλλά για όλο το λαό, επειδή όλος ο λαός είμαστε ένα» (Κυπριανός De Dom. Orat. 7)

Ματθ.6,12 καὶ(1) ἄφες ἡμῖν(2) τὰ ὀφειλήματα(3) ἡμῶν, ὡς(4) καὶ ἡμεῖς ἀφίεμεν(5) τοῖς ὀφειλέταις(6) ἡμῶν·
Ματθ.6,12 Και χάρισέ μας τα χρέη των αμαρτιών μας, όπως κι εμείς τα χαρίζουμε στους δικούς μας οφειλέτες.
(1)   Τα αιτήματα που απομένουν αναφέρονται στην αρχή, πρόοδο και τελείωση της πνευματικής μας ζωής σε αυτόν τον κόσμο· και αυτοί που απευθύνουν αυτά ομολογούν όχι μόνο την ανάγκη τους, αλλά και την ενοχή τους, τον κίνδυνό τους και τις δυσκολίες τους (b).
(2)   «Επειδή ξέρει καλά το πόσο εύκολα γλιστρά η φύση μας στην αμαρτία και προγνωρίζοντας, ότι και μετά το λουτρό της αναγέννησης (βάπτισμα) θα αμαρτήσουμε, διατάζει να παρακαλούμε για τα αμαρτήματα, τα οποία ονόμασε οφειλήματα» (Ζ).
«Ότι αυτή η προσευχή ταιριάζει σε πιστούς, και οι νόμοι της εκκλησίας το διδάσκουν και το προοίμιο της προσευχής· διότι όποιος δεν έχει μυηθεί στα μυστήρια δεν θα μπορούσε να αποκαλέσει το Θεό Πατέρα. Αν λοιπόν η προσευχή αρμόζει σε πιστούς… είναι φανερό ότι ούτε μετά το λουτρό (βάπτισμα) δεν αχρηστεύεται το κέρδος της μετανοίας» (Χ).
(3)   «Διότι είναι οφειλή και το αμάρτημα, διότι και αυτό κάνει υπεύθυνο τον άνθρωπο, όπως ακριβώς και το χρέος» (Ζ). Στα Ταργούμ η αραμαϊκή λέξη χομπά=χρέος, χρησιμοποιείται συχνά για δήλωση της αμαρτίας (S). Όλες οι παραβάσεις του καθήκοντος είναι χρέη προς το Θεό (p)· το οφείλημα δηλώνει την στον Θεό οφειλόμενη ικανοποίηση για την παράβαση οποιασδήποτε εντολής του (δ).
(4)   Το «ως» δείχνει σύγκριση, αλλά όχι και ακριβή αναλογία (L). «Δεν είναι ίσο αυτό με εκείνο· διότι εσύ μεν έχοντας ανάγκη συγχωρείς, ενώ ο Θεός μη έχοντας ανάγκη κανενός· εσύ συγχωρείς τον ομόδουλο, ενώ ο Θεός τον δούλο· εσύ όντας υπεύθυνος για αμέτρητα κακά, ενώ ο Θεός όντας αναμάρτητος» (Χ).
(5)   Αυθεντική γραφή αφήκαμεν. Παρουσιάζει την άφεση ως τετελεσμένο γεγονός. Η γραφή αφίεμεν δηλώνει αυτό που γίνεται πάντοτε, τον κανόνα τον οποίο στην πράξη πάντοτε τηρούμε (δ).
(6)   «Διδάσκει και εμάς να συγχωρούμε αυτούς που αμαρτάνουν σε μας, διότι αυτούς ονόμασε οφειλέτες» (Ζ). Συγχωρώ και τα οφειλήματα αυτού=συγχωρώ την ποινή για τα αμαρτήματα ή παρέχω συγγνώμη των αμαρτημάτων (g).
«Αυτό που κατεξοχήν πρέπει να παρατηρήσουμε, είναι το εξής, ότι σε καθένα από τα λεγόμενα [στην Κυριακή προσευχή] αφού ανέφερε ολόκληρη την αρετή, και σε αυτήν περιέλαβε και το να μη μνησικακούμε… δεν αρκέστηκε σε αυτά, αλλά θέλοντας να δείξει πόσο πολύ φροντίζει για αυτό το πράγμα, το βάζει και ιδιαιτέρως, και μετά την προσευχή δεν αναφέρει καμμία άλλη εντολή παρά μόνο αυτήν, λέγοντας το εξής, εάν συγχωρέσετε στους ανθρώπους τα παραπτώματά τους, θα τα συγχωρέσει και σε σας ο πατέρας σας ο ουράνιος» (Χ).

Ματθ.6,13 καὶ μὴ εἰσενέγκῃς(1) ἡμᾶς εἰς πειρασμόν(2), ἀλλὰ ῥῦσαι(3) ἡμᾶς ἀπὸ τοῦ πονηροῦ(4). ὅτι(5) σοῦ(6) ἐστιν ἡ βασιλεία(7) καὶ ἡ δύναμις(8) καὶ ἡ δόξα(9) εἰς τοὺς αἰῶνας(10)· ἀμήν.
Ματθ.6,13 Και μη μας αφήσεις να πέσουμε σε πειρασμό, αλλά γλίτωσέ μας από τον πονηρό. Γιατί σ’ εσένα ανήκει παντοτινά η βασιλεία, η δύναμη και η δόξα. Αμήν».
(1)   Η κατά γράμμα μετάφραση του αραμαϊκού πρωτοτύπου είναι πιθανώς «και μη ποιήσεις ημάς εισελθείν», όπου το ποιήσεις έχει την έννοια του επιτρέψεις· μην επιτρέψεις να μπούμε· δες Ματθ. κστ 41, Μάρκ. ιδ 38,Λουκ. κβ 40,46. Ο Θεός δεν πειράζει τον άνθρωπο στο κακό (Ιακ. α 13), αλλά η πρόνοιά του επιτρέπει δοκιμασίες σε όλους (Εβρ. δ 15)(S).
Η ζωή είναι γεμάτη δοκιμασίες, από τις οποίες όχι όλες είναι πειρασμοί που ωθούν να πράξουμε ό,τι ο Θεός απαγορεύει. Όλες οι δοκιμασίες όμως είναι ευκαιρίες να πράξουμε το κακό, διότι μπορούμε να αντιμετωπίσουμε αυτές με πνεύμα αποστασίας. Παρόλ’ αυτά κάθε είδος δοκιμασίας πρέπει να γίνεται δεκτό ως αναγκαίο μέσο για ενδυνάμωση των χαρακτήρων μας, διότι δεν μπορεί να υπάρξει αρετή χωρίς πειρασμούς προς το κακό (p).
«Παραχωρεί λοιπόν (ο Θεός) πολλές φορές να μας έρθουν οι πειρασμοί ή για κάθαρση των αμαρτιών μας ή για φανέρωσης της ψυχικής μας ανδρείας, όπως δίδαξε η ιστορία του Ιώβ» (Ζ).
(2)   «Και ο πειρασμός είναι δύο ειδών, ο μεν έχει ηδονή, ο άλλος οδύνη· και ο μεν πρώτος είναι εκούσιος και γεννά τα πάθη, ενώ ο άλλος ακούσιος και εξοντώνει τα πάθη. Τον μεν εκούσιο λοιπόν πρέπει να τον αποφεύγουμε· τον δε ακούσιο να τον απευχόμαστε μεν λόγω της ασθένειάς μας, όταν όμως έλθει να τον υπομένουμε γενναία, σαν καθαρτήριο» (Μάξιμος). Πειρασμός δεν είναι μόνο «κάθε αγώνας που γίνεται από επίδραση του δαίμονα, που έρχεται σε μας με οποιονδήποτε τρόπο, με τον οποίο δοκιμάζεται η ανδρεία της ψυχής μας» (Ζ), αλλά η λέξη περιλαμβάνει και τις δοκιμασίες με την έννοια που χρησιμοποιείται αυτή στα Ιακ. α 2 και Λουκ. κβ 28. Δες και Α΄ Πέτρ. δ 12.
Επειδή όμως η έκβαση κάθε δοκιμασίας είναι αμφίβολη, για αυτό είναι φυσικό να δειλιάζει κάποιος μπροστά σε αυτήν, έστω και αν γνωρίζει ότι από αυτήν μπορεί να προέλθει ως αγαθό αποτέλεσμα η στήριξη στην πίστη και αρετή. Μακάριοι βεβαίως είναι όσοι υπομένουν τις δοκιμασίες (Ματθ. ε 10), αλλά και ο Κύριος ο ίδιος αναγνώρισε ότι η σάρκα είναι ασθενής (Ματθ. κστ 41)(S).
«Εδώ μάς διδάσκει με σαφήνεια την ασημαντότητά μας και περιορίζει την έπαρσή μας, διδάσκοντας να αποφεύγουμε τους αγώνες και να μην ορμούμε σε αυτούς… Διότι αν μεν συρθούμε σε αυτούς πρέπει να σταθούμε γενναία, αν όμως δεν καλούμαστε σε αυτούς, να ησυχάζουμε και να αναμένουμε τον καιρό των αγώνων, για να δείξουμε και την έλλειψη κενοδοξίας και τη γενναιότητα» (Χ).
«Διατάζει λοιπόν να προσευχόμαστε μεν να μην μπούμε σε πειρασμό, αυτός όμως που φροντίζει τις ψυχές μας, άλλοτε μεν παραχωρεί, άλλοτε πάλι εμποδίζει, και τα δύο για το συμφέρον. Για αυτό, αν δεν έρχονται μεν οι πειρασμοί, πρέπει να τους αποφεύγουμε, όταν όμως έρχονται πρέπει να μαστε ανδρείοι, για να δείξουμε και τη μετριοφροσύνη μας και τη γενναιότητά μας» (Ζ).
(3)   Το ρήμα ρύομαι μπορεί να σημαίνει και το διαφυλάσσω, αλλά συνήθως έχει μάλλον την έννοια του απελευθερώνω από κίνδυνο πολύ απειλητικό, αν όχι και από κακό, το οποίο προσέβαλλε ήδη το θύμα του (L).
(4)   «Πονηρό εδώ αποκαλεί τον διάβολο, ορίζοντάς μας να έχουμε με αυτόν ανειρήνευτο πόλεμο και δείχνοντας ότι δεν είναι τέτοιος (πονηρός) από τη φύση του. Διότι η πονηρία δεν είναι συστατικό της φύσης αλλά αποτέλεσμα της προαίρεσης. Κατεξοχήν λοιπόν έτσι ονομάζεται εκείνος λόγω της υπερβολικής κακίας και επειδή έχει ανειρήνευτο πόλεμο με μας, παρόλο που δεν τον έχουμε αδικήσει σε τίποτα. Για αυτό δεν είπε· Σώσε μας από τους πονηρούς, αλλά από τον πονηρό, διδάσκοντάς μας να μην δυσαρεστούμαστε καθόλου με τους πλησίον μας για ό,τι κακό μας κάνουν, αλλά από αυτούς να μεταφέρουμε σε εκείνον την έχθρα, επειδή αυτός είναι αίτιος όλων των κακών» (Χ).
«Διότι δεν μας αδικούν εκείνοι, αλλά ο πονηρός» (Θφ).
Το πονηρού είναι αρσενικό ή ουδέτερο; Στην ελληνική μπορούμε να το πάρουμε είτε ως αρσενικό είτε ως ουδέτερο. Έτσι με έννοια ουδετέρου συναντιέται στα Λουκ. στ 45,Ρωμ. ιβ 9· σημαίνει όμως από την άλλη και το σατανά στα Ματθ. ιγ 19,38,Α Ιω. β 13,14,γ 12,ε 18. Εδώ το «α λ λ ά» ρυσαι…, υπονοεί, ότι το πονηρού είναι αρσενικό. Εάν γενικώς σημαινόταν το πονηρό, θα ανέμενε κάποιος αντί για το αλλά το «και». Οι γνώμες των Ελλήνων Πατέρων, οι οποίες για τέτοιο ζήτημα έχουν μεγάλη βαρύτητα, και των παλαιοτέρων λατίνων Πατέρων καθώς και οι μαρτυρίες των διαφόρων λειτουργιών, ευνοούν ισχυρά, ότι το πονηρού είναι αρσενικό (p).
(5)   Η δοξολογία δεν υπάρχει στυς κώδικες σιναϊτικό, βατικανό, τον κώδικα του Βέζα και τον κώδικα Ζ που χρονολογείται από τον Ε΄ αιώνα, καθώς και σε κάποιους από τους μικρογράμματους, ενώ σε κάποια αντίγραφα βρίσκεται το σχόλιο «το ότι σου εστί κλπ. δεν βρίσκεται σε κάποια (αντίγραφα) μέχρι το αμήν». Ομοίως δεν αναφέρουν αυτήν οι Ωριγένης, Κύριλλος Ιεροσολύμων, Γρηγόριος Νύσσης και κάποιοι άλλοι, ενώ ο Ζιγαβηνός στον θριαμβευτικό κατά Μασσαλιανών αναθεματισμό 7 λέει «το επιφώνημα που προστέθηκε στο τέλος από τους θείους φωστήρες και καθηγητές της εκκλησίας για δόξα της ομοούσιας Τριάδας, το ότι σου εστί κλπ., ούτε να το ακούσουν δεν ανέχονται (οι Μασσαλιανοί)»· από τους λατίνους δεν αναφέρουν αυτήν οι Τερτυλλιανός, Κυπριανός, Ιερώνυμος, Αυγουστίνος.
Από αυτά γεννήθηκαν εύλογες υπόνοιες, ότι είναι λειτουργική προσθήκη που έγινε από αρχαιοτάτων χρόνων και για αυτό υπάρχει και σε αυτήν την συριακή μετάφραση (δ). Επίσης είναι αξιοσημείωτο, ότι στη Διδαχή (VIII) βρίσκεται η δοξολογία με την εξής μορφή· Ότι σου εστίν η δύναμις και η δόξα εις τους αιώνας, οπότε αποσιωπείται η λέξη βασιλεία, ίσως διότι στο δεύτερο αίτημα ζητείται να έλθει η βασιλεία και συνεπώς θεωρήθηκε περιττή η αναφορά της ξανά.
Ο Klein τονίζει το γεγονός, ότι θα ήταν αντίθετο με το αίσθημα και τις ιδέες των Ιουδαίων να τελειώσει η προσευχή με τη λέξη «του πονηρού». Εφόσον λοιπόν η όλη προσευχή έχει συνταχθεί κατά το αναγνωρισμένο ιουδαϊκό σχήμα (πρώτον ύμνος του Θεού, έπειτα αιτήματα, που ακολουθούνται από δοξολογία), είναι φυσικό να υποθέσουμε ότι εξαρχής υπήρχε η πρόθεση να επακολουθεί της προσευχής και δοξολογία. Εφόσον λοιπόν η δοξολογία αυτή είναι δανεισμένη από το Α΄ Παραλ. κθ 11 ο Klein φρονεί, ότι η δοξολογία μπορεί να ανάγεται στον ίδιο τον Κύριο (S).
(6)   «Εννοείται να εκπληρωθούν αυτά που προσευχηθήκαμε, διότι εσύ είσαι βασιλιάς μας και δυνατός σε όλα και δοξασμένος πάντοτε» (Ζ). «Αφού μας προκάλεσε αγωνία με την ανάμνηση του εχθρού και αφού έκοψε από τη ρίζα της όλη τη ραθυμία μας, πάλι δίνει θάρρος και ανυψώνει τα φρονήματα, θυμίζοντας τον βασιλιά, του οποίου είμαστε υπήκοοι και δείχνοντας ότι αυτός είναι δυνατότερος από όλους» (Χ).
(7)   «Επομένως, αν είναι δική του η βασιλεία, κανείς δεν πρέπει να φοβάται, επειδή κανείς δεν υπάρχει που να του αντιστέκεται και να μοιράζεται την εξουσία μαζί του» (Χ).
(8)   «Επομένως και αν άπειρες φορές είσαι αδύνατος, θα είχες δίκιο να έχεις θάρρος, έχοντας τέτοιο βασιλιά, που μπορεί εύκολα να κατορθώνει τα πάντα ακόμη και διαμέσου σου» (Χ).
(9)   «Αλλά μπορεί να σε κάνει και ένδοξο και λαμπρό. Διότι όπως η δύναμή του είναι πολλή, έτσι και η δόξα του ανείπωτη» (Χ).
(10)   «Πάντοτε. Διότι αυτό δηλώνει η φράση εις τους αιώνας» (Ζ). Έως ότου θα υπάρχουν χρόνοι, όπου ο πληθυντικός σημαίνει τις επι μέρους εποχές, από τις οποίες συνίσταται η αιωνιότητα (g).

Στίχ. 14-15. Πως θα συγχωρηθούμε.

Ματθ.6,14 Ἐὰν γὰρ(1) ἀφῆτε τοῖς ἀνθρώποις τὰ παραπτώματα(2) αὐτῶν, ἀφήσει καὶ ὑμῖν ὁ πατὴρ ὑμῶν ὁ οὐράνιος(3)·
Ματθ.6,14 Γιατί, αν συγχωρήσετε τους ανθρώπους για τα παραπτώματά τους, θα σας συγχωρήσει κι εσάς ο ουράνιος Πατέρας σας.
(1)   Αναφέρεται στο σ. 12. Δες πόση σημασία έχει το να συγχωρεί κάποιος τον πλησίον. Από όλα τα αιτήματα, μόνο ένα, το πέμπτο, έχει ορισμένο όρο «όπως και εμείς»· ο λόγος αυτού λοιπόν μπήκε στον παρόντα σ. (b).
«Θέλοντας να δείξει, ότι περισσότερο από όλα αποστρέφεται τη μνησικακία και τη μισεί και περισσότερο από όλα αποδέχεται την αρετή την αντίθετη στην κακία αυτή, και μετά την προσευχή, πάλι θύμισε αυτό το κατόρθωμα, οδηγώντας τον ακροατή την υπακοή αυτής της εντολής και από την τιμωρία που περιμένει και από την καθορισμένη τιμή» (Χ).
(2)   Από το ρήμα παραπίπτω, βγαίνω από τον ίσιο δρόμο, πλανιέμαι· δηλώνει κάθε πλάνη, σφάλμα ή αμάρτημα (δ).
(3)   «Για αυτό ανέφερε πάλι τους ουρανούς και τον Πατέρα, ώστε και με αυτό να παρακινήσει τον ακροατή, αν πρόκειται με τέτοιο πατέρα να γίνει σαν θηρίο και παρά την κλήση του στον ουρανό να έχει φρόνημα γήινο και βιοτικό» (Χ).
«Και δες, σε παρακαλώ, υπερβολή φιλανθρωπίας! Εμάς κάνει κύριους της άφεσης των αμαρτημάτων μας» (Ζ).

Ματθ.6,15 ἐὰν δὲ μὴ(1) ἀφῆτε τοῖς ἀνθρώποις τὰ παραπτώματα αὐτῶν(2), οὐδὲ ὁ πατὴρ ὑμῶν ἀφήσει(3) τὰ παραπτώματα(4) ὑμῶν.
Ματθ.6,15 Αν όμως δε συγχωρήσετε στους ανθρώπους τα παραπτώματά τους, ούτε κι ο Πατέρας σας θα συγχωρήσει τα δικά σας παραπτώματα».
(1)   Η αρνητική αυτή πρόταση καταδεικνύει την απόλυτη ισχύ της συνθήκης αυτής του Θεού (δ).
(2)   Αυθεντική γραφή χωρίς το «τα παραπτώματα αυτών». Τα αντίγραφα, τα οποία αποσιωπούν τις λέξεις αυτές, με μεγαλοπρέπεια υπονοούν, ότι οι εναντίον μας αμαρτίες των ανθρώπων, εάν συγκριθούν με τις εναντίον του Θεού αμαρτίες μας, εκμηδενίζονται (b).
(3)   «Τίποτα δεν μισεί τόσο ο πράος Θεός, όσο την ωμότητα» (Θφ).
(4)   Παραπτώματα εδώ είναι οι απέναντι στο Θεό αμαρτίες μας (L).

Στίχ. 16-18. Η θεάρεστη νηστεία.

Ματθ.6,16 Ὅταν(1) δὲ νηστεύητε(2), μὴ γίνεσθε ὥσπερ οἱ ὑποκριταὶ(3) σκυθρωποί(4)· ἀφανίζουσι(5) γὰρ τὰ πρόσωπα αὐτῶν ὅπως φανῶσι τοῖς ἀνθρώποις(6) νηστεύοντες· ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι ἀπέχουσι τὸν μισθὸν αὐτῶν.
Ματθ.6,16 Όταν νηστεύετε, να μη γίνεστε σκυθρωποί, όπως οι υποκριτές, που παραμορφώνουν την όψη τους για να δείξουν στους ανθρώπους πως νηστεύουν. Σας βεβαιώνω πως έτσι έχουν κιόλας λάβει την ανταμοιβή τους.
(1)   Το τρίτο παράδειγμα της αντίθεσης μεταξύ της φαρισαϊκής πράξης και του χριστιανικού ιδεώδους αναφέρεται στη νηστεία. Όπως λοιπόν και στις άλλες δύο η επεξηγηματική περίπτωση εισάγεται με το «όταν» και όχι με το «εάν», έτσι και σε αυτήν την τρίτη (p). Παρεμβλήθηκε στο μεταξύ η Κυριακή προσευχή. Συνεπώς όσα λέγονται από τον σ. αυτόν πρέπει να θεωρηθούν ως συνέχεια του σ. 6. Η νηστεία ακολουθεί την προσευχή, διότι στους Ιουδαίους η νηστεία χρησιμοποιούνταν ως μέσο, για να γίνει η προσευχή αποτελεσματικότερη (L).
(2)   Και η νηστεία λοιπόν έχει μεγάλη σημασία για εμάς και δεν αποτελεί μέρος του τελετουργικού νόμου (b). Δεν δημιουργείται αντίφαση ούτε πραγματική δυσκολία από το γεγονός, ότι κατά τον χρόνο αυτόν οι μαθητές δεν νήστευαν (Ματθ. θ 14,Μάρκ. β 18). Ο Κύριός μας γνώριζε, ότι θα νήστευαν μετά το θάνατό του και παρέχει εδώ κανόνες, σύμφωνα με τους οποίους πρέπει να γίνεται η νηστεία. Επιπλέον το ακροατήριο ήδη είναι μικτό και πολλοί από αυτό ήταν γνήσιοι Ιουδαίοι κατά τη θρησκευτική τους ζωή και για αυτό είχαν ανάγκη διδασκαλίας για τον καθημερινό τους βίο.
(3)   «Υποκριτής λοιπόν είναι αυτός που παίρνει τη μορφή άλλου, όπως για παράδειγμα εάν κάποιος ενώ είναι φτωχός, βάλει το προσωπείο του άρχοντα» (Χ).
Οι Φαρισαίοι έκαναν επίδειξη νηστείας δύο φορές την εβδομάδα, Δευτέρα και Πέμπτη, εκτός των ετήσιων νηστειών, των υποχρεωτικών σε όλους. Έτσι εξηγείται στην παραβολή του Τελώνου και Φαρισαίου η καύχηση του τελευταίου. Ο Κύριος δεν κατακρίνει πουθενά τους Φαρισαίους, διότι νήστευαν, αλλά διότι νήστευαν για επίδειξη (p).
(4)   Σκυθρωπός λέγεται ο σκυθρός στην ώπα (=όψη), ο δύσθυμος, ο περίλυπος, ο στυγνός στην όψη (δ). Στην Κ.Δ. συναντιέται μόνο εδώ και στο Λουκ. κδ 17. Στους Ο΄στα Γεν. μ 7,Σοφ. Σειρ. κε 23 και Δαν. α 10 (a).
«Όταν νηστεύετε μην προσποιείστε την σκυθρωπότητα, όπως αυτοί που προσπαθούν να είναι ωχροί για να αρέσουν στους ανθρώπους» (Ζ). Μην έχετε την όψη κουρασμένη όπως αυτοί που υποφέρουν από πείνα και το ύφος το συντετριμμένο αυτών που μετανοούν (L).
(5)   «Δηλαδή χαλούν, καταστρέφουν» (Χ), «τη φυσική μορφή με την επίπλαστη ωχρότητα» (Ζ). Αφανίζουν με την παραμέληση του καθημερινού ευτρεπισμού του προσώπου με το πλύσιμό του και το άλειμμα των τριχών του κεφαλιού. Εκλεκτό οξύμωρο αφανίζουν-φανούν (b).
(6)   Μετέβαλλαν τη φυσική έκφραση του προσώπου τους προς το χειρότερο, ώστε όλοι όσοι τους γνωρίζουν να ρωτούν για την αιτία και να τους δίνουν αφορμή ανακοίνωσης του λόγου της μεταβολής και στη συνέχεια της καύχησης (δ).

Ματθ.6,17 σὺ δὲ νηστεύων ἄλειψαί σου τὴν κεφαλὴν καὶ τὸ πρόσωπόν σου νίψαι(1),
Ματθ.6,17 Εσύ, αντίθετα, όταν νηστεύεις, περιποιήσου τα μαλλιά σου και νίψε το πρόσωπό σου,
(1)   «Όπως ακριβώς όταν έλεγε να μην ξέρει το αριστερό σου τι κάνει το δεξί σου, δεν μιλούσε για χέρια, αλλά για το ότι πρέπει με ακρίβεια όλα να τα κρύβουμε… έτσι και εδώ, διατάζοντας να αλείφονται, δεν νομοθέτησε να αλειφόμαστε όλοι» (Χ)·
«διότι ούτε αυτός ο ίδιος δεν έκανε αυτό όταν νήστεψε σαράντα ημέρες· αλλά με αυτά κάτι άλλο συμβουλεύει, εννοώ δηλαδή, το να συγκαλύπτουμε την στυγνότητα της νηστείας με το να φαινόμαστε λαμπεροί και χαρούμενοι» (Ζ).
«Αλλά επειδή οι παλαιοί συνήθιζαν να αλείφονται συνεχώς, όταν ευφραίνονταν και χαίρονταν… είπε να αλειφόμαστε, όχι για να κάνουμε οπωσδήποτε αυτό, αλλά έτσι ώστε να φροντίζουμε με κάθε τρόπο και πολλή προσοχή να κρύβουμε το πράγμα αυτό» (Χ). Άλειμμα-νίψιμο όπως έκαναν όταν επρόκειτο να μεταβούν σε κάποιο χαρμόσυνο συμπόσιο (F).

Ματθ.6,18 ὅπως μὴ φανῇς τοῖς ἀνθρώποις(1) νηστεύων, ἀλλὰ τῷ πατρί σου τῷ ἐν τῷ κρυπτῷ(2), καὶ ὁ πατήρ σου ὁ βλέπων ἐν τῷ κρυπτῷ ἀποδώσει σοι ἐν τῷ φανερῷ.
Ματθ.6,18 για να μη φανεί στους ανθρώπους η νηστεία σου, αλλά στον Πατέρα σου, που βλέπει τις κρυφές πράξεις· και ο Πατέρας σου, που βλέπει τις κρυφές πράξεις, θα σου το ανταποδώσει φανερά».
(1)   Δεν συνιστά την απόλυτη μυστικότητα στη νηστεία. Διότι μπορεί να υπάρξουν, όπως και υπάρχουν δημόσιες και κοινές νηστείες. Τα μέλη άλλωστε μιας οικογένειας δεν είναι δυνατόν να αγνοούν τι κάνει ο συγγενής που μένει μαζί τους. Η παραγγελία λοιπόν του Κυρίου αναφέρεται κυρίως στα εσωτερικά ελατήρια (ο).
(2)   Λέγεται ο Θεός ο εν τω κρυπτώ, διότι υπάρχει και βλέπει και εκεί όπου άλλου το μάτι αδυνατεί να εισδύσει (δ). Είναι αόρατος και παρών και σε αυτά τα πιο απόκρυφα μέρη. Αυθεντική γραφή τω εν τω κρυφαίω… και ο βλέπων εν τω κρυφαίω. Αποτελεί ποικιλία του ύφους του μεταφραστή. Θα ήταν δύσκολο να βρούμε την αντίστοιχη αραμαϊκή λέξη (L). Πάντως και σε αυτήν τη γραφή θα υπονοήσουμε εξωτερικά τη λέξη τόπο (=εν τω κρυφαίω τόπω).

Στίχ. 19-21. Επίγειοι και ουράνιοι θησαυροί.

Ματθ.6,19 (1)Μὴ θησαυρίζετε ὑμῖν θησαυροὺς(2) ἐπὶ τῆς γῆς, ὅπου σὴς(3) καὶ βρῶσις(4) ἀφανίζει, καὶ ὅπου κλέπται(5) διαρύσσουσι καὶ κλέπτουσι(6)·
Ματθ.6,19 Μη μαζεύετε θησαυρούς πάνω στη γη, όπου τους αφανίζει ο σκόρος και η σκουριά, κι όπου οι κλέφτες κάνουν διαρρήξεις και τους κλέβουν.
Διάφορες συνδέσεις με τα παραπάνω προτάθηκαν.
Ή, «αφού έβγαλε από την ψυχή το νόσημα της κενοδοξίας, εισάγει στην κατάλληλη ώρα τον λόγο για την ακτημοσύνη. Διότι τίποτα δεν προετοιμάζει τόσο τον άνθρωπο στην αγάπη των χρημάτων, όσο ο έρωτας της κενοδοξίας. Για τη δόξα οι άνθρωποι εφευρίσκουν τα κοπάδια των δούλων, το πλήθος των ευνούχων, τα χρυσοστόλιστα άλογα και τα αργυρά τραπέζια και τα άλλα που είναι περισσότερο καταγέλαστα, όχι για να εκπληρώσουν κάποια ανάγκη, ούτε για να απολαύσουν ευχαρίστηση, αλλά για να επιδειχτούν στους πολλούς» (Χ).
Ή, ο Χριστός έκανε προσεκτικούς τους ακροατές του εναντίον της φαρισαϊκής υποκρισίας. Εφιστά τώρα την προσοχή τους σε άλλο ελάττωμα, το οποίο ήταν κοινό στους Φαρισαίους, τη φιλαργυρία (Λουκ. ιστ 14). Οι Φαρισαίοι ήταν συνήθως πλούσιοι και πρέσβευαν ότι τα πλούτη τους, ήταν αμοιβή του ζήλου τον οποίο έδειχναν στην τήρηση του νόμου. Και ο Χριστός δείχνοντας, ότι η δικαιοσύνη τους δεν ήταν αληθινή δικαιοσύνη, έρχεται τώρα να δείξει, ότι τα πλούτη τους δεν είναι αληθινά πλούτη (p).
Ή, δεν είναι αναγκαίο να αναζητήσουμε κάποια σύνδεση. Αφού ο Κύριος παρουσίασε το χριστιανικό ιδανικό ως τελειοποίηση του νόμου, ο οποίος στο εξής θα είναι ανεπαρκής, εκθέτει τώρα κάποια από τα μεγάλα αξιώματα της χριστιανικής ζωής. Η απόσπαση από τα πρόσκαιρα αγαθά για τον Θεό αποτελεί τη βάση της χριστιανικής ζωής. Η απόσπαση αυτή συνιστάται με δύο συμβουλές υπό μορφή αρνητική: Μη θησαυρίζετε (σ. 19-21). Μη μεριμνάτε (σ. 25 και εξής). Κάθε μία από αυτές διασαφηνίζεται με παραδείγματα (L). Η τελευταία εκδοχή πιο σοβαρή.
(1)   Η πρώτη περικοπή που εκτείνεται από τον σ. αυτόν μέχρι τον σ. 34 δεν έχει κάποιο παράλληλο στον Λουκά στην ομιλία του Κυρίου σε τόπο πεδινό, που αναφέρεται από αυτόν. Το παράλληλο υλικό βρίσκεται στο Λουκά σε 4 διαφορετικά μέρη (Λουκ. ιβ 33,34, ια 34-36,ιστ 13,ιβ 22-31)(p).
(2)   Εδώ εννοούνται τα πράγματα, τα οποία φυλάσσονται στο θησαυρό (δες Ματθ. β 11), τα μαζεμένα πλούτη (g).
(3)   «Το σκουλήκι των χρημάτων που γεννιέται σε πολλούς» (Ζ). Το ζωΰφιο, που τρώει και καταστρέφει τα ρούχα (g)· κοινώς ο σκόρος, η αιτία της καταστροφής που έρχεται από έξω (δ).
(4)   Η λέξη βρώσις σημαίνει αλλού τρώω κάποια τροφή και πιθανώς εδώ σημαίνει την φθορά (από μύγες και άλλα σκουλήκια) των αποθηκευμένων αγροτικών προϊόντων (S).
Ή, «βρώσις είναι η σήψη και η διαφθορά που γίνεται εσωτερικά» (Ζ)· η εσωτερική της καταστροφής αιτία, όπου δηλαδή από μόνα τους τρώγονται, σαπίζουν και καταστρέφονται τα προς τροφήν κυρίως αναγκαία, είτε από σκουλήκια και ζωΰφια που γεννιούνται σε αυτά, είτε από ζυμώσεις (δ).
Ο όλος σ. παρέχει ζωηρή εικόνα της στους κατοίκους της Ανατολής μεθόδου συσσώρευσης πλούτου σε είδη (ρούχα, προϊόντα)(S). Ο πλούτος αυτός θησαυρίζεται στο σπίτι, το οποίο έχει τοίχους από πλίνθους όχι ψημένους, από απλό πηλό, οι οποίοι μπορούν να τρυπηθούν με σκάψιμο από τους κλέφτες (p).
(5)   «Τι λοιπόν; Το χρυσάφι το αφανίζει ο σκόρος; Αν όχι ο σκόρος, αλλά οι κλέφτες» (Χ). «Ο σκόρος μεν και η σαπίλα αφανίζουν τροφές και ρούχα, ενώ οι κλέφτες το χρυσάφι και το ασήμι» (Θφ).
«Τι λοιπόν; Όλους τους έκλεψαν; Και αν όχι όλους, αλλά τους περισσότερους» (Χ). «Και αν όμως δεν κλέβονται όλοι, αλλά όμως αυτό από μόνο του, το να προσηλώνεσαι στη φροντίδα του πλούτου, πώς δεν είναι άθλιο;» (Θφ).
(6)   «Εξ αρχής δείχνει του εδώ θησαυρού την βλάβη και του εκεί την ωφέλεια και από τον τόπο και από τους καταστροφείς του» (Χ).

Ματθ.6,20 θησαυρίζετε δὲ(1) ὑμῖν θησαυροὺς ἐν οὐρανῷ(2), ὅπου οὔτε σὴς οὔτε βρῶσις ἀφανίζει, καὶ ὅπου κλέπται οὐ διορύσσουσιν οὐδὲ κλέπτουσιν·
Ματθ.6,20 Αντίθετα, να μαζεύετε θησαυρούς στον ουρανό, όπου δεν τους αφανίζουν ούτε ο σκόρος ούτε η σκουριά, κι όπου οι κλέφτες δεν κάνουν διαρρήξεις και δεν τους κλέβουν.
(1)   «Και άλλη προσθέτει σκέψη. Και πρώτον από αυτά που κατεξοχήν φοβόντουσαν, από αυτά τους προτρέπει. Διότι τι φοβάσαι, λέει; Μήπως ξοδευτούν τα χρήματά σου όταν δώσεις ελεημοσύνη; Δώσε λοιπόν ελεημοσύνη, και τότε δεν θα ξοδευτούν» (Χ).
«Αυτά λοιπόν που μοιράζονται στους φτωχούς θησαυρίζονται στον ουρανό… με το να αποταμιεύονται εκεί οι ανταποδώσεις τους και οι αμοιβές, οι οποίες με το να μαζεύονται και να θησαυρίζονται, φυλάγονται με ασφάλεια» (Ζ).
(2)   Για εκείνους λέγεται ότι έχουν θησαυρό στον ουρανό, για τους οποίους ο Θεός αποφάσισε αιώνια σωτηρία. Δες Ματθ. ιθ 21, Μαρκ. ι 21,Λουκ. ιη 22 (g). Πρόκειται για τις πνευματικές αμοιβές, που επιφυλάσσονται στους ουρανούς στους αληθινά ευσεβείς (ο). Οι Ιουδαίοι γνώριζαν καλά ότι: «Αυτός που πράττει τη δικαιοσύνη θησαυρίζει ζωή για τον εαυτό του από τον Κύριο» (Ψαλμοί Σολομώντα θ 9)(L).

Ματθ.6,21 (1)ὅπου γάρ(2) ἐστιν ὁ θησαυρὸς ὑμῶν(3), ἐκεῖ ἔσται καὶ ἡ καρδία(4) ὑμῶν.
Ματθ.6,21 Γιατί όπου είναι ο θησαυρός σας εκεί θα είναι και η καρδιά σας».
(1)   «Προσθέτει και άλλη σκέψη, πείθοντας και από αυτήν κατεξοχήν» (Ζ).
(2)   Αναφέρεται στην ιδέα που υπονοείται, ότι η καρδιά πρέπει να είναι προσκολλημένη στο Θεό (L). Ή, πρέπει να θησαυρίζετε στον ουρανό διότι… (δ).
(3)   Αυθεντική γραφή: ο θησαυρός σου, εκεί… και η καρδία σου.
(4)   Καρδία=η έδρα και το κέντρο της πνευματικής ζωής, η διάνοια, η ψυχή, ως πηγή και έδρα των σκέψεων, των επιθυμιών, των πόθων, των ορέξεων, των θελήσεων, των βουλών, των σπουδασμάτων (g).
Ειδικότερα «καρδιά εδώ ονόμασε το νου… Και δεν είναι αυτό μικρή βλάβη της ψυχής, το να προσηλώνεται ο νους της εκεί, μεριμνώντας ολοκληρωτικά για τη φύλαξη του θησαυρού και το να είναι υποδουλωμένος πλήρως σε αυτήν την τυραννία» (Ζ).
«Διότι και αν τίποτα από αυτά [που απειλούν την υπόσατση του επίγειου πλούτου] δεν γίνει, δεν θα υποστείς μικρή βλάβη, με το να είσαι προσηλωμένος στα κάτω, και να γίνεις δούλος από ελεύθερος, και να χάσεις τα ουράνια, και τίποτα από τα υψηλά να μην μπορείς να καταλάβεις, αλλά να τα βλέπεις όλα σαν χρήματα και τόκους και δανείσματα και κέρδη και ανελεύθερες συναλλαγές… Διότι αυτός θα είναι χειρότερος από κάθε ανδράποδο, και θα αποκτήσει για τον εαυτό του τη χειρότερη τυραννία και το σημαντικότερο από όλα, πρόδωσε την ευγένεια του ανθρώπου και την ελευθερία» (Χ).

Στίχ. 22-24. Ο οφθαλμός της ψυχής. Οι δυο κύριοι.

Ματθ.6,22 (1)Ὁ λύχνος τοῦ σώματός ἐστιν ὁ ὀφθαλμός(2)· ἐὰν οὖν ὁ ὀφθαλμός σου ἁπλοῦς(3) ᾖ, ὅλον τὸ σῶμά σου φωτεινόν(4) ἔσται·
Ματθ.6,22 Το λυχνάρι του σώματος είναι τα μάτια. Αν λοιπόν τα μάτια σου είναι γερά, όλο το σώμα σου θα είναι στο φως.
(1)   Η σύνδεση με τα παραπάνω: «Αφού είπε για την αγενή δουλεία του νου, ο οποίος είναι μάτι της ψυχής, θέλει να δείξει πιο φανερά, ότι αυτή η δουλεία του νου είναι καταστροφή της ψυχής. Και παίρνει παράδειγμα το μάτι του σώματος και από αυτό δίνει να καταλάβουμε τα σχετικά με εκείνον (το νου)» (Ζ).
«Αν δηλαδή δεν ξέρεις, λέει, τι τέλος πάντων είναι βλάβη του νου, κατανόησέ το αυτό από τα σωματικά· διότι αυτό ακριβώς που είναι το μάτι για το σώμα, αυτό είναι ο νους για την ψυχή… Διότι όπως ακριβώς αν τυφλωθούν τα μάτια, χάνεται το μεγαλύτερο ποσοστό της ενεργητικότητας των άλλων μελών, αφού σβήστηκε για αυτά το φως, έτσι και όταν καταστραφεί ο νους σου, η ζωή σου θα γεμίσει από μύρια δεινά. Όπως ακριβώς λοιπόν στο σώμα αυτό προσέχουμε, ώστε να έχουμε τα μάτια μας υγιή, έτσι και στην ψυχή το νου» (Χ).
Το νόημα των σ. 22,23α= «Εάν μεν το μάτι σου είναι υγιές, όλο το σώμα σου θα είναι φωτισμένο, αφού θα φωτίζεται από τον δικό του φωταγωγό· εάν όμως το μάτι σου είναι άρρωστο, όλο το σώμα σου θα είναι σκοτεινό, αφού δεν θα φωτίζεται από αυτό. Έτσι λοιπόν και το μάτι της ψυχής, ο νους, αν δουλεύει στη φροντίδα του θαμμένου θησαυρού, θα είναι άρρωστο, διότι είναι αρρώστια αυτή η φροντίδα και επομένως έχει σκοτιστεί η ψυχή» (Ζ).
(2)   Το μάτι θεωρείται ως το όργανο, μέσω του οποίου φως μπαίνει μέσα στο σώμα και υπονοείται ότι αυτό αληθεύει και πνευματικά· το μάτι της ψυχής φωτίζει το εσωτερικό της. Δες και Φίλωνος (Περί κοσμοποιΐας 53), «αυτό ακριβώς που είναι ο νους για την ψυχή, αυτό είναι το μάτι για το σώμα» (S).
«Αυτό λοιπόν λέει, ότι εάν προσηλώσεις το νου σου στη φροντίδα των χρημάτων, έσβησες το λυχνάρι, έκανες σκοτεινή την ψυχή σου» (Θφ).
(3)   Επειδή ο λόγος εδώ δεν είναι για τον αισθητό, αλλά για τον εσωτερικό οφθαλμό, το νου, για αυτό ο Σωτήρας μας μιλώντας για την ποιότητα αυτού, μεταχειρίζεται τα επίθετα απλός και πονηρός, τα οποία λέγονται με καθαρά ηθική σημασία (δ). Η μεταφορά του ματιού με ηθική έννοια ήταν συνηθισμένη στους Ιουδαίους, όπου ο αγαθός οφθαλμός σήμαινε γενναία ψυχή, ενώ ο πονηρός ψυχή γεμάτη πλεονεξία και φθόνο (Δευτ. ιε 9,Παροιμ. κζ 20). Ο τρόπος να φυλά κάποιος το μάτι υγιές είναι γενναιόδωρη ελεημοσύνη (Τωβ. δ 7)(p).
Εδώ θα αναμέναμε να λέει αγαθός οφθαλμός σε αντίθεση με το ακόλουθο πονηρός. Αλλά προτιμήθηκε η λέξη απλός για να υποδηλωθεί η έννοια της γενναιοδωρίας στη χρήση του πλούτου για ελεημοσύνη. Δες Παροιμ. ια 25 «ψυχὴ εὐλογουμένη πᾶσα ἁπλῆ», όπου το απλή σύμφωνα με τον προηγούμενο στίχο φαίνεται να σημαίνει γενναιόδωρη· και Ιακ. α 5, όπου το απλά=γενναιόδωρα και Β΄Κορ. η 2,θ 11,Ρωμ. ιβ 8 όπου απλότητα= γενναιοδωρία (a).
(4)   Λάμποντας από το φως (g)· γεμάτο φως, σαν να ήταν ολόκληρο το σώμα μάτι (b).

Ματθ.6,23 ἐὰν δὲ ὁ ὀφθαλμός σου πονηρὸς(1) ᾖ, ὅλον τὸ σῶμά σου σκοτεινὸν(2) ἔσται(3). εἰ οὖν τὸ φῶς τὸ ἐν σοὶ(4) σκότος ἐστί, τὸ σκότος πόσον(5);
Ματθ.6,23 Αν όμως τα μάτια σου είναι χαλασμένα, όλο το σώμα σου θα είναι στο σκοτάδι. Κι αν το φως που έχεις, μεταβληθεί σε σκοτάδι, σκέψου πόσο θα ’ναι το σκοτάδι!»
(1)   Εάν είναι σε κατάσταση ασθενείας, ώστε να μην παρέχει πιστή εικόνα των εξωτερικών πραγμάτων (ο).
(2)   Καλυμμένο από σκοτάδι (g).
(3)   Η μεταφορική έννοια του ημιστιχίου: Εάν το μάτι σου είναι πονηρό δηλαδή εάν είσαι φιλάργυρος και πλεονέκτης, φυλάγοντας τον πλούτο σου για τον εαυτό σου, τότε πνευματικό φως δεν μπορεί να διεισδύσει σε σένα (a).
«Αν αφού καταστρέψεις το νου σου, που έχει τη δύναμη να θεραπεύει τα πάθη, με το να καθίσεις δίπλα στο θησαυρό σου, όχι μόνο δεν ωφελήθηκες σε τίποτα αλλά προκαλείς μέγιστη ζημιά και έβλαψες όλη την ψυχή» (Χ).
(4)   Εάν εκείνο το οποίο από τη φύση είναι προορισμένο να παρέχει σε σένα φως, σκοτιστεί, το υπόλοιπο σώμα, το οποίο από τη φύση του είναι σκοτεινό, σε ποιο σκοτάδι δεν θα βυθιστεί (p).
(5)   Πόσο σκοτάδι σε όλο το σώμα (L). Η μεταφορική έννοια: «Εάν ο νους, που δόθηκε για να φωτίζει και να οδηγεί την ψυχή, είναι σκοτάδι, δηλαδή έχει σκοτιστεί πλέον» (Ζ), πόσο σκοτάδι υπάρχει σε σένα!
«Διότι όπως ακριβώς σε κόρη ματιού καθαρή, έρχεται ως υγρό βλαβερό ο έρωτας των χρημάτων και δημιουργεί πυκνό νέφος», «υπομένουν αυτοί διπλό σκοτάδι και από τη διαστροφή του νου τυφλωμένοι και από την απατηλή θολούρα των φροντίδων τυλιγμένοι. Για αυτό ούτε να διακρίνουν εύκολα δεν μπορούν» (Χ).
«Το σκοτάδι των παθών τότε πόσο θα είναι που θα σκοτίζει την ψυχή, αφού θα σκοτιστεί το φως που ανατέλλει σε αυτήν;» (Ζ). Το ηθικό σκοτάδι πρέπει να φοβούμαστε τόσο περισσότερο από τη φυσική τύφλωση, όσο ο νους ή η ψυχή έχει μεγαλύτερη αξία από το σώμα (ο).

Ματθ.6,24 (1)Οὐδεὶς δύναται δυσὶ κυρίοις(2) δουλεύειν(3)· ἢ γὰρ τὸν ἕνα μισήσει καὶ τὸν ἕτερον ἀγαπήσει, ἢ ἑνὸς ἀνθέξεται(4) καὶ τοῦ ἑτέρου καταφρονήσει(5). οὐ δύνασθε Θεῷ(6) δουλεύειν καὶ μαμωνᾷ(7).
Ματθ.6,24 Κανείς δεν μπορεί να είναι δούλος σε δύο κυρίους· γιατί ή θα μισήσει τον ένα και θα αγαπήσει τον άλλο, ή θα στηριχτεί στον ένα και θα περιφρονήσει τον άλλο. Δεν μπορείτε να είστε δούλοι και στο Θεό και στο χρήμα».
(1)   Η σύνδεση με τα παραπάνω: Δεν μπορείτε να θησαυρίσετε θησαυρούς και στη γη και στον ουρανό (S).
Ή, ο Σωτήρας προσθέτει και δεύτερο λόγο, για τον οποίο δεν πρέπει να έχουμε το νου προσηλωμένο στα γήινα· ο υποδουλωμένος σε αυτά απομακρύνεται τελείως από το Θεό (δ). «Η φιλοχρηματία και από τη δουλεία του Θεού μάς βγάζει και στον πλούτο μας υποδουλώνει» (Ζ).
(2)   «Αρχικά λέει δύο κυρίους γενικά και ανώνυμα, για να κερδίσει τη σύμφωνη ομολογία των ακροατών όσον αφορά την αλήθεια αυτού που ειπώθηκε· έπειτα τους αναφέρει και ονομαστικά» (Ζ).
Δύο κυρίους «λέγοντας εδώ, εννοεί δύο που παραγγέλουν τα αντίθετα πράγματα· διότι αν δεν συνέβαινε αυτό, δεν θα ήταν και δύο· διότι «ήταν μία, λέει, η καρδιά και η ψυχή του πλήθους αυτών που πίστεψαν (Πράξ. 4,32)» και μολονότι ήταν διαιρεμένοι σε πολλά σωματα, αλλά όμως η ομόνοια έκανε τους πολλούς ένα» (Χ).
(3)   Μάλλον με την έννοια του να είναι δούλος· ένας δούλος δεν είναι δυνατόν να αποτελεί ιδιοκτησία δύο κατόχων (S). «Πώς είναι δυνατόν ενώ είναι δούλος δύο αντίθετων κυρίων να τα έχει καλά και με τους δύο;» (Γν).
(4)   Αντέχομαι τινός= σταθερά προσκολλιέμαι σε κάποιον, φροντίζοντάς τον (g).
(5)   Ή τον ένα θα μισήσει και τον άλλο θα τον αγαπήσει, ή θα προσκολληθεί στον έναν και θα καταφρονήσει τον άλλον. Φαίνεται εκ πρώτης όψεως ότι λέει το ίδιο. Η μεταφορά όμως δικαιολογεί πλήρως τη χρήση των δύο διαζευκτικών προτάσεων. Ή θα μισήσει τον πλούτο, οπότε θα αγαπήσει το Θεό, ή θα κρατήσει στερεά τον πλούτο προσκολλώμενος σε αυτόν, οπότε θα καταφρονήσει το Θεό.
(6)   «Να, δήλωσε και ονομαστικά τους δύο κυρίους που ανέφερε» (Ζ).
(7)   «Μαμωνά λέει τον πλούτο, όχι τον διάβολο όπως λένε οι πολλοί» (Σχ.π). Λέξη συροχαλδαϊκή που συναντιέται στα Ταργουμίμ (ερμηνευτικά κείμενα των Εβραίων), αντί για λέξη εβραϊκή, την οποία οι Ο΄ μεταφράζουν πλούτος ή αργύριο. Σύμφωνα με τον Αυγουστίνο η λέξη υπήρχε και στη φοινικική γλώσσα δηλώνοντας το κέρδος (δ).
Προσωποποιείται εδώ ως ανταγωνιστής του Θεού και η πείρα δείχνει, ότι όποιος έκανε τον εαυτό του δούλο του, δεν μπορεί να δουλεύει σε κάποιον άλλον· πολύ περισσότερο δεν μπορεί να αφοσιωθεί στη δουλεία εκείνου, ο οποίος αξιώνει αποκλειστική δουλεία. Προσκόλληση στη δουλεία του χρήματος είναι «η πλεονεξία η οποία είναι ειδωλολατρεία» (Κολ. γ 5)(p).
«Ονόμασε εδώ τον μαμωνά κύριο, όχι επειδή εκ φύσεως είναι κύριος, αλλά εξαιτίας της ταλαιπωρίας αυτών που υποτάσσονται σε αυτόν. Έτσι και την κοιλιά την αποκαλεί Θεό, όχι από το αξίωμα της κυρίας, αλλά από την αθλιότητα αυτών που δουλεύουν σε αυτήν» (Χ).
«Τι λοιπόν; Ο Αβραάμ δεν ήταν πλούσιος; Ο Ιώβ και οι παρόμοιοι με αυτούς;» (Ζ).
«Μην μου πεις, σε παρακαλώ, τους πλούσιους, αλλά αυτούς που ήταν δούλοι στον πλούτο» (Χ). Αυτοί όμως «ήταν μεν πλούσιοι, αλλά δεν ήταν δούλοι του πλούτου, αλλά αυτοί κυρίευαν αυτόν και ξόδευαν αυτόν σε όσους είχαν ανάγκη» (Ζ).

Στίχ. 25-34. Ο Θεός προνοεί για τις ανάγκες μας.

Ματθ.6,25 Διὰ τοῦτο(1) λέγω ὑμῖν, μὴ μεριμνᾶτε τῇ ψυχῇ(2) ὑμῶν τί φάγητε(3) καὶ τί πίητε(4), μηδὲ τῷ σώματι(5) ὑμῶν τί ἐνδύσησθε· οὐχὶ ἡ ψυχὴ πλεῖόν(6) ἐστι τῆς τροφῆς καὶ τὸ σῶμα τοῦ ἐνδύματος(7);
Ματθ.6,25 Γι’ αυτό, λοιπόν, σας λέω: Μη μεριμνάτε για τη ζωή σας, τι θα φάτε και τι θα πιείτε ούτε για το σώμα σας, τι θα ντυθείτε. Η ζωή δεν είναι σπουδαιότερη από την τροφή; Και το σώμα δεν είναι σπουδαιότερο από το ντύσιμο;
(1)   «Για αυτό. Ποιό; Επειδή τα χρήματα σάς απομακρύνουν από το Θεό» (Θφ)· επειδή η δουλεία του πλούτου είναι ασυμβίβαστη με αυτήν του Θεού, για αυτό αποκόψτε τη ρίζα της πλεονεξίας και της φιλαργυρίας δηλαδή τη μέριμνα για το πώς θα ζήσετε (δ).
(2)   «Μη μεριμνάτε για την ψυχή σας» (Ζ). Προσεχές αντικείμενο του μεριμνώ που συντάσσεται με δοτική και αιτιατική αντικειμένου (δ).
(3)   «Όχι επειδή η ψυχή χρειάζεται τροφή· διότι είναι ασώματη· αλλά μίλησε κατά την κοινή συνήθεια. Διότι αν και δεν έχει ανάγκη τροφής, αλλά όμως δεν θα μπορούσε να μένει στο σώμα, παρά μόνο εάν τρέφεται αυτό» (Χ). Η μέριμνα γίνεται για την ψυχή ως αιτία της ζωής, αλλά η τροφή και το ποτό συντηρούν τη ζωή (δ).
(4)   Αυτό εύκολα αποσιωπήθηκε από τους αντιγραφείς ή εύκολα υπονοήθηκε από εμάς. Ο σ. 31 ζητά την ξεκάθαρη αναφορά του ρήματος πίνω περισσότερο από τον παρόντα στίχο, διότι σε αυτόν αυτοί που μεριμνούν εισάγονται ότι μιλούν οι ίδιοι, ενώ στον παρόντα στίχο ο Κύριός μας μιλά αυτοπροσώπως (b).
(5)   «Δεν είπε απλώς, μη μεριμνήσετε τι θα φάτε και τι θα ντυθείτε, αλλά «για το σώμα» και «για την ψυχή», επειδή από αυτά επρόκειτο να φέρει τις αποδείξεις, οδηγώντας το λόγο με βάση τη σύγκριση» (Χ).
(6)   Λαμβάνεται εδώ η ποσότητα αντί για την ποιότητα (δ). «Περισσότερο λέει το μεγαλύτερο» (Ζ).
(7)   «Αυτός λοιπόν που έδωσε το μεγαλύτερο πώς δεν θα δώσει το μικρότερο; Αυτός που έπλασε την τρεφομένη σάρκα πώς δεν θα δώσει την τροφή;» (Χ).

Ματθ.6,26 (1)ἐμβλέψατε(2) εἰς τὰ πετεινὰ(3) τοῦ οὐρανοῦ(4), ὅτι οὐ σπείρουσιν(5) οὐδὲ θερίζουσιν οὐδὲ συνάγουσιν εἰς ἀποθήκας(6) καὶ ὁ πατὴρ ὑμῶν(7) ὁ οὐράνιος τρέφει αὐτά· οὐχ ὑμεῖς μᾶλλον(8) διαφέρετε αὐτῶν;
Ματθ.6,26 Κοιτάξτε τα πουλιά που δε σπέρνουν ούτε θερίζουν ούτε συνάζουν αγαθά σε αποθήκες, κι όμως ο ουράνιος Πατέρας σας τα τρέφει· εσείς δεν αξίζετε πολύ περισσότερο απ’ αυτά;
(1)   «Για να μην πει κάποιος ότι, και πώς αραγε θα ζήσουμε αν δεν μεριμνούμε για τα αναγκαία, δίνει την λύση σε αυτήν την αντίθεση από το παράδειγμα των πουλιών, τα οποία ενώ δεν μεριμνούν, τα τρέφει ο Θεός» (Ζ).
Φέρνει παράδειγμα τα πουλιά του ουρανού και τα κρίνα του αγρού, για τα οποία ο άνθρωπος δε φροντίζει καθόλου, συχνά μάλιστα και καταδιώκει ή καταστρέφει αυτά, όπως για παράδειγμα τα κοράκια που αναφέρονται στο Λουκ. ιβ 24 (b).
(2)   =Παρατηρήστε με προσοχή· επιστήστε την προσοχή σας.
(3)   «Για να μην λέει κάποιος ότι ωφελούμε όταν μεριμνούμε, τους αποτρέπει και από το ανώτερο και από το κατώτερο· από μεν το ανώτερο, από την ψυχή και το σώμα· από δε το κατώτερο, από τα πτηνά» (Χ).
«Αν και μπορούσε να φέρει το παράδειγμα από ανθρώπους και να πει τον Ηλία και τον Ιωάννη και τους όμοιους με αυτούς, όσοι τίποτα τέτοιο δεν μερίμνησαν· αυτό μεν δεν το έκανε, από τα πτηνά όμως μάλλον αποστόμωσε την αντίθεση που αναφέραμε, θίγοντάς τους ώστε να ντραπούν περισσότερο και αφαιρώντας από τη μέση κάθε πρόφαση» (Ζ)
«και εδώ μιμείται παλαιό νόμο. Διότι και η Π.Δ. και προς την μέλισσα παραπέμπει και προς το μυρμήγκι και προς το τρυγόνι και προς το χελιδόνι» (Χ).
(4)   Δηλώνει το μέρος στο οποίο ζουν= αυτά που πετούν στον αέρα, στην ατμόσφαιρα (b).
(5)   «Δεν είπε, δείτε ότι πετούν τα πουλιά, το οποίο ήταν αδύνατον για τον άνθρωπο, αλλά είπε ότι τρέφονται χωρίς μέριμνα, το οποίο και από εμάς, εάν θέλουμε, είναι εύκολο να κατορθωθεί… Και δεν είπε ότι ούτε εκμεταλλεύονται κάτι, ούτε εμπορεύονται, διότι κάτι τέτοιο θα ήταν εντελώς απαράδεκτο» (Χ).
(6)   Τα πτηνά δεν είναι οκνηρά αλλά ελεύθερα από μέριμνα (S). Ο Κύριος δεν αποτρέπει από την προνοητικότητα αλλά από τη μέριμνα, η οποία περισπά και βασανίζει (p).
«Τι λοιπόν; Δεν πρέπει να σπέρνουμε; θα πει κάποιος. Δεν είπε ότι δεν πρέπει να σπέρνουμε, αλλά ότι δεν πρέπει να μεριμνούμε· ούτε ότι δεν πρέπει να εργαζόμαστε, αλλά ότι δεν πρέπει να είναι κάποιος μικρόψυχος και να σχολείται με όλη τη δύναμή του με τις φροντίδες» (Χ), λοιπόν, «αυτό λέει, όχι να μην σπέρνουμε, αλλά να μην είμαστε μικρόψυχοι» (Σχ.π).
(7)   Λέει ο Πατέρας σας, όχι Πατέρας τους (b). Λέει με έμφαση ο πατέρας σας, για να δείξει ότι εξαιτίας της στενής αυτής σχέσης, είναι αδύνατον να τους εγκαταλείψει (δ).
«Τρέφει αυτά ο Θεός, βάζοντας μέσα τους φυσική γνώση ώστε να συλλέγουν τροφές» (Θφ).
(8)   «Δεν είστε εσείς πολύ ανώτεροι από τα πουλιά; Και εάν τα κατώτερα τα τρέφει ο Θεός, πολύ περισσότερο τους ανώτερους» (Ζ). Στον σ. αυτόν το επιχείρημα είναι από το ασθενέστερο στο ισχυρότερο· στον σ. 25 από το ισχυρότερο στο ασθενέστερο (b).

Ματθ.6,27 (1)τίς δὲ ἐξ ὑμῶν μεριμνῶν(2) δύναται προσθεῖναι ἐπὶ τὴν ἡλικίαν(3) αὐτοῦ πῆχυν ἕνα(4);
Ματθ.6,27 Κι έπειτα, ποιος από σας μπορεί με το άγχος του να προσθέσει έναν πήχυ στο ανάστημά του;έναν πήχυ στο ανάστημά του. Ή: λίγο χρόνο στη ζωή του.
(1)   Στο σ. αυτό «σιωπώντας για την ψυχή, μιας και αυτή δεν αυξάνεται, μίλησε μόνο για το σώμα, από αυτό δηλώνοντας και εκείνο, ότι δεν το αυξάνει αυτό η τροφή, αλλά η πρόνοια του Θεού» (Χ).
(2)   Η χρήση του μεριμνώ παίρνει στο σ. αυτόν ιδιαίτερο χρωματισμό. Το ρήμα αυτό δεν σημαίνει μόνο ανησυχώ, αλλά και σκέφτομαι, εμβαθύνω, υπολογίζω με φροντίδα (L).
(3)   Ή, ηλικία εδώ λέγεται με τη συνηθισμένη όπως και σε μας έννοια (όπως και στο Ιω. θ 21,23. Εβρ. ια 11) και όχι για να δηλώσει το ανάστημα (όπως στο Λουκ. ιθ 3)(p). Υπάρχει και στους εθνικούς συγγραφείς στη φράση «πήχυιον επί χρόνον» παράδειγμα χρήσης της λέξης πήχυς για δήλωση σύντομου χρονικού διαστήματος (L).
Ή, πιο σωστά, ηλικία=το ανάστημα. Ο παραλληλισμός των σ. υπονοεί, ότι ο παρών σ. ανταποκρίνεται στον σ. 25β, όπως και ο σ. 26 ανταποκρίνεται στο σ. 25α. Πρέπει λοιπόν να αναφέρεται στο ένδυμα του σώματος και συνεπώς εδώ με το ηλικία σημαίνεται το ανάστημα (S).
(4)   Αυτοί που αποδέχονται την εκδοχή ηλικία=όχι το ανάστημα, αναζητούν από τα συμφραζόμενα το ακόλουθο έρεισμα υπέρ αυτής της εκδοχής: Κανείς δεν σκέφτεται να προσθέσει στο ανάστημά του έναν πήχυ, αν και κάποιοι επιχειρούν να προσθέσουν κάποια εκατοστά. Πολλοί όμως φροντίζουν να προσθέσουν όσο γίνεται μεγαλύτερο μήκος στη ζωή τους (p).
Όσοι αποδέχονται την εκδοχή ηλικία=ανάστημα, απαντούν: Η υπερβολή (πήχυν ένα) σκόπιμα μπήκε από τον Σωτήρα για να δείξει το μέγεθος της ανοησίας αυτών που μεριμνούν. Διότι ο καθένας προς τον οποίο θα γίνει η ερώτηση, θα φωνάξει· πήχυ; Αλλά ούτε ένα δάκτυλο δεν μπορεί! (δ). «Αυτό λοιπόν λέει, ότι και αν ακόμη μεριμνάς, τίποτα δεν κάνεις αν δεν θέλει ο Θεός. Γιατί λοιπόν κατά τρόπο περιττό ταλαιπωρείς τον εαυτό σου» (Θφ).

Ματθ.6,28 καὶ περὶ ἐνδύματος(1) τί μεριμνᾶτε; Καταμάθετε(2) τὰ κρῖνα(3) τοῦ ἀγροῦ(4) πῶς αὐξάνει(5)· οὐ κοπιᾷ οὐδὲ νήθει(6)·
Ματθ.6,28 Και γιατί τόσο άγχος για το ντύσιμό σας; Ας σας διδάξουν τα αγριόκρινα πώς μεγαλώνουν· δεν κοπιάζουν ούτε γνέθουν·
(1)   «Αφού είπε για την αναγκαία τροφή και αφού έδειξε ότι ούτε για αυτήν δεν πρέπει να μεριμνούμε, προχωρά λοιπόν στο ελαφρότερο· διότι δεν είναι τόσο αναγκαίο το ένδυμα, όσο η τροφή» (Χ).
(2)   Καταμάθετε=η κατανόηση όπως βγαίνει από την παρατήρηση· παρατηρήστε και καταλάβετε (δ).
(3)   «Κρίνα τώρα ονόμασε τα άνθη» (Ζ). Κρίνα του αγρού είναι τα άγρια άνθη γενικώς (S). Του αγρού, αυτά που φυτρώνουν από μόνα τους στον αγρό (δ). «Δεν μας ελέγχει μόνο από τα χωρίς λογική πτηνά, αλλά και από τα κρίνα που μαραίνονται» (Θφ).
(4)   «Για ποιο λόγο λοιπόν δεν χρησιμοποιεί και εδώ το ίδιο παράδειγμα με το παράδειγμα των ορνίθων, ούτε μας αναφέρει το παγώνι και τον κύκνο; Επειδή θέλει και από τις δύο μεριές να δείξει την υπερβολή, και από την ασημαντότητα αυτών που μετέχουν σε αυτού του είδους την ευπρέπεια, και από τη φιλοτιμία του καλλωπισμού που δόθηκε στα κρίνα. Για αυτό… (πιο κάτω)· δεν ονομάζει πλέον αυτά κρίνα, αλλά χορτάρι αγρού. Και ούτε σε αυτην την ονομασία αρκείται, αλλά πάλι προσθέτει και άλλη ευτέλεια, λέγοντας· Που σήμερα υπάρχει. Και δεν είπε αύριο δεν υπάρχει, αλλά το πολύ πάλι κατώτερο, ότι δηλαδή ρίχνεται στο φούρνο» (Χ).
(5)   Με ποιο τρόπο αυξάνουν και πως από το βλαστό βγαίνει ωραιότατο άνθος, το οποίο ο Σωτήρας χαρακτηρίζει σαν το ένδυμα του φυτού (δ). Αυθεντική γραφή αυξάνουσι… κοπιώσιν… νήθουσιν.
(6)   «Όπως ακριβώς όταν είπε ότι δεν σπέρνουν, δεν κατάργησε τον σπόρο, αλλά την φροντίδα, έτσι και όταν είπε· δεν κοπιάζουν ούτε γνέθουν, δεν αφαίρεσε την εργασία, αλλά την μέριμνα» (Χ).

Ματθ.6,29 λέγω δὲ(1) ὑμῖν ὅτι οὐδὲ Σολομὼν(2) ἐν πάσῃ τῇ δόξῃ(3) αὐτοῦ περιεβάλετο ὡς(4) ἓν(5) τούτων(6).
Ματθ.6,29 κι όμως σας βεβαιώνω πως ούτε ο Σολομών σ’ όλη του τη μεγαλοπρέπεια δεν ντυνόταν όπως ένα από αυτά.
(1)   Το «δε» είναι αντιθετικός σύνδεσμος= Και όμως, αν και αυτά καθόλου δεν κοπιάζουν (δ).
(2)   «Ανέφερε τον Σολομώντα επειδή αγαπούσε την ομορφιά και ήταν σοφός στο να επινοεί καλλωπισμούς» (Ζ).
(3)   Ή, δοξα=η ένδοξη βασιλεία· «σε όλη τη διάρκεια της βασιλείας του. Διότι δεν μπορεί κανείς να πει ότι κάποτε μεν ντυνόταν με παρόμοια, όχι όμως και στη συνέχεια, αλλά, λέει, ότι δεν καλλωπίστηκε με αυτόν τον τρόπο ούτε μία ημέρα· διότι αυτό δήλωσε λέγοντας, «σε όλη τη δόξα του»» (Χ).
Ή, η δόξα λέγεται για τη βασιλική μεγαλοπρέπεια, το λαμπρό ένδυμα κλπ. (g). Και οι δύο εκδοχές σοβαρές.
(4)   Το «ως» αναφέρεται στη θαυμάσια καλλονή του σχήματος και των χρωμάτων που παρατηρείται και στα πιο μικρά άνθη του αγρού (δ).
(5)   Ένα οποιοδήποτε, όχι δηλαδή ένα ολόκληρο στεφάνι από άνθη (b).
(6)   Η αντωνυμία χρησιμοποιείται σαν να δείχνει (b).

Ματθ.6,30 Εἰ δὲ τὸν χόρτον(1) τοῦ ἀγροῦ, σήμερον ὄντα(2) καὶ αὔριον(3) εἰς κλίβανον(4) βαλλόμενον, ὁ Θεὸς οὕτως(5) ἀμφιέννυσιν(6), οὐ πολλῷ μᾶλλον ὑμᾶς(7), ὀλιγόπιστοι(8);
Ματθ.6,30 Αν όμως ο Θεός ντύνει έτσι το αγριόχορτο, που σήμερα υπάρχει κι αύριο θα το ρίξουν στη φωτιά, δε θα φροντίσει πολύ περισσότερο για σας, ολιγόπιστοι;
(1)   Χορτάρι του αγρού είναι το γένος, στο οποίο ανήκουν τα κρίνα ως είδος· χορτάρι του αγρού είναι το άθροισμα όλων των αυτοφυών και άγριων φυτών (δ).
(2)   Το οποίο δηλαδή διαρκεί για σύντομο χρόνο (b).
(3)   Μετά από σύντομο χρονικό διάστημα που παρεμβλήθηκε (b).
«Πρόσεξε ότι αυξάνωντας την ευτέλεια των κρίνων προχωρώντας τα ονόμασε χορτάρι· και ακόμη περισσότερο λέγοντας, που σήμερα υπάρχει και αύριο ρίχνεται στο φούρνο, τα οποία και τα δύο λέχθηκαν για να αυξήσουν την ευτέλεια» (Ζ).
(4)   «Κλίβανος είναι ο φούρνος των ψωμιών» (Ζ). Δεν λέγεται ότι το χορτάρι ρίχνεται στη φωτιά όπως στο Ιω. ιε 6 (δες Α΄Κορ. γ 12) αλλά στο φούρνο. Όχι λοιπόν απλώς και μόνο για να καεί, αλλά και για κάποια χρησιμότητα (b).
(5)   «Ομοίως για να τονίσει πιο πολύ την ωραιότητα του κάλλους τους, δεν είπε απλώς, ότι τα ντύνει, αλλά ότι έτσι τα ντύνει. Διότι το «έτσι» εδώ δηλώνει αύξηση της ωραιότητας» (Ζ).
(6)   Το αμφιέννυμι είναι τύπος παλαιότερος, που αντικαταστάθηκε στην κοινή με το αμφιάζω ή αμφιέζω (L). «Και εδώ μιλώντας για την πρόνοιά του και δείχνοντας πώς και στα μικρά είναι αριστοτέχνης, λέει ότι το χορτάρι του αγρού το ντύνει» (Χ).
(7)   «Και αυτό έχει πολλή έμφαση, διότι το «εσάς» τίποτα άλλο δεν υπαινίσσεται, παρά το πολυτίμητο και πάρα πολύ αξιόλογο του γένους μας· σαν να έλεγε, εσάς, στους οποίους έδωσε ψυχή, στους οποίους διέπλασε σώμα, για τους οποίους έφτιαξε όλα τα βλεπόμενα, για τους οποίους έστειλε προφήτες και έδωσε νόμο και έκανε τόσα αμέτρητα καλά, για τους οποίους έδωσε τον μονογενή υιό του» (Χ).
«Διότι εάν ο Θεός εκείνα τόσο πολύ τα καλλώπισε, παρόλο που δεν υπήρχε καμία ανάγκη, πόσο μάλλον θα ικανοποιήσει την ανάγκη των δικών σας ρούχων;» (Θφ).
(8)   «Τους μαλώνει με αυτό. Αφού δηλαδή απέδειξε αυτό που ήθελε, τώρα τους μαλώνει ονομάζοντάς τους ολιγόπιστους, επειδή δεν πιστεύουν αδίστακτα, ότι θα τους φροντίσει ο Θεός, και για αυτό μεριμνούν» (Ζ).
«Εδώ χρησιμοποιεί την επιείκεια, κατηγορώντας τους όχι για απιστία αλλά για ολιγοπιστία» (Χ).

Ματθ.6,31 μὴ οὖν(1) μεριμνήσητε(2) λέγοντες, τί φάγωμεν ἢ τί πίωμεν ἢ τί περιβαλώμεθα;
Ματθ.6,31 Μην έχετε, λοιπόν, άγχος και μην αρχίσετε να λέτε: “τι θα φάμε;” ή: “τι θα πιούμε;” ή: “τι θα ντυθούμε;”
(1)   Βγάζει το γενικό συμπέρασμα των δύο παραδειγμάτων, τα οποία προηγουμένως ανέφερε (δ).
(2)   Ο χρόνος μέλλοντας δηλώνει την φροντίδα που μία φορά γεννιέται μέσα μας για ορισμένο πράγμα (δ). «Επαναλαμβάνει πάλι το λόγο του να μην μεριμνούμε, επειδή η μέριμνα είναι βίαιο πράγμα και δύσκολα απαλλάσσεται κανείς από αυτήν» (Ζ).

Ματθ.6,32 πάντα γὰρ ταῦτα(1) τὰ ἔθνη(2) ἐπιζητεῖ(3)· οἶδε γὰρ(4) ὁ πατὴρ(5) ὑμῶν(6) ὁ οὐράνιος ὅτι χρῄζετε(7) τούτων ἁπάντων.
Ματθ.6,32 γιατί για όλα αυτά αγωνιούν όσοι δεν εμπιστεύονται το Θεό· ο ουράνιος όμως Πατέρας σας ξέρει καλά ότι έχετε ανάγκη απ’ όλα αυτά.
(1)   Όλα αυτά και τίποτα άλλο (b). «Ουδέποτε αισθάνθηκα πόσο αληθινά είναι τα λόγια αυτά του Ιησού έως ότου διάβασα τους βεδικούς ύμνους, το ευχολόγιο και υμνολόγιο των Ινδών Αρίων… Πάρα πολλοί ύμνοι, ειδικά εκείνοι προς τον Ίντρα, περιέχουν προσευχές μόνο για υλικά αγαθά: για αγελάδες, άλογα, πράσινες βοσκές, καλές συγκομιδές» (Bruce).
(2)   Δηλαδή ο εθνικός κόσμος. Κατά την διάκρισή του από τον ιουδαϊκό (S). «Αναφέρει τους εθνικούς, ελέγχοντάς μας και δείχνοντας ότι απαιτεί από εμάς αναγκαία οφειλή… Ποιου πράγματος θα ήμασταν άξιοι… παραμένοντας στην ευτέλεια των εθνικών και μιμούμενοι την μικροψυχία τους;» (Χ).
(3)   Με επιμονή, έντονα ζητούν (δ). «Τα έθνη επιζητούν αυτά, που όλος ο κόπος τους είναι για την παρούσα ζωή, οι οποίοι δεν νοιάζονται καθόλου για τα μέλλοντα, ούτε έχουν ιδέα για τα ουράνια πράγματα» (Χ), και οι οποίοι εθνικοί δεν έχουν συνείδηση, όπως οι μαθητές του Χριστού, ότι έχουν στον ουρανό πατέρα που φροντίζει για τις ανάγκες τους (F).
(4)   Το γαρ εξηγεί γιατί δεν πρέπει να ανησυχούμε μεριμνώντας και η φράση για τους εθνικούς είναι ένα είδος παρένθεσης (L). Ή, πρώτος λόγος για τον οποίο δεν πρέπει να μεριμνούμε λέγοντας, τι θα φάμε, είναι ότι τα έθνη επιζητούν αυτά· δεύτερος λόγος είναι ότι ο πατέρας μας ξέρει…
(5)   «Δεν είπε· ξέρει ο Θεός, αλλά ξέρει ο Πατέρας, ώστε να τους οδηγήσει σε μεγαλύτερη ελπίδα. Διότι αν είναι πατέρας και πατέρας τέτοιος, δεν θα μπορέσει να παραβλέψει τους γιους αν βρίσκονται σε έσχατα κακά· από τη στιγμή βεβαίως που ούτε άνθρωποι, που είναι πατέρες, δεν το ανέχονται αυτό» (Χ). Επιχείρημα από την παγγνωσία (ξέρει), την αγαθότητα (ο Πατέρας) και την παντοδυναμία (ουράνιος) του Θεού (b).
(6)   Δικός σας, των οποίων είναι Πατέρας σε εξαιρετικό βαθμό σε σχέση με τους εθνικούς (b).
(7)   «Αυτό που λέει σημαίνει το εξής· μήπως δηλαδή αυτά είναι ασήμαντα για να τα περιφρονήσει; Και όμως ούτε τα σήμαντα περιφρόνησε, όπως δηλαδή στην περίπτωση του χόρτου· στην παρούσα περίπτωση μάλιστα είναι και αναγκαία» (Χ).
«Διότι δεν είναι περιττό το να τρώει κάποιος και να πίνει και να ντύνεται, ώστε να τα παραβλέψει· αλλά είναι χρήσιμα στο σώμα και αναγκαία στη φύση του. Επομένως, αυτό που νομίζεις ότι είναι αίτιο για σένα ώστε να μεριμνάς, αυτό περισσότερο είναι αίτιο του να μη μεριμνάς. Επειδή δηλαδή είναι αναγκαία αυτά, για αυτό κατεξοχήν πρέπει να χουμε θάρρος. Διότι ποιος πατέρας θα ανεχτεί να μη χορηγήσει στα παιδιά ούτε τα αναγκαία;» (Ζ).

Ματθ.6,33 ζητεῖτε δὲ πρῶτον(1) τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ(2) καὶ τὴν δικαιοσύνην(3) αὐτοῦ, καὶ ταῦτα πάντα προστεθήσεται(4) ὑμῖν.
Ματθ.6,33 Γι’ αυτό πρώτα απ’ όλα να επιζητείτε τη βασιλεία του Θεού και την επικράτηση του θελήματός του, κι όλα αυτά θα ακολουθήσουν.
(1)   «Αντί να πει: κυρίως και κατ’ εξοχήν» (Ζ). Εκείνος, ο οποίος ζητά αυτό πρώτο, γρήγορα θα ζητήσει αυτό και μόνο (b).
(2)   Αυθεντική γραφή: την βασιλείαν και την δικαιοσύνην αυτού. Υπάρχει και άλλη διατύπωση των λόγων αυτών του Κυρίου στον Κλήμη Αλεξανδρέα και στον Ωριγένη: «Ζητάτε τα μεγάλα και τα μικρά θα σας προστεθούν· ζητάτε τα επουράνια και τα επίγεια θα σας προστεθούν» (Ω περί ευχής ΙΙ και XIV).
(3)   Όχι τη θεία εκδίκηση και ανταπόδωση, την οποία η βασιλεία θα φέρει, όπως ερμηνεύει ο S σύμφωνα με τον McNeile, αλλά «την κατόρθωση της δικαιοσύνης, δηλαδή της συνολικής αρετής» (Ζ), την τελειότερη δικαιοσύνη, την οποία ήλθε να διδάξει ο Ιησούς (L), την αγαθότητα, την οποία ζητά ο Θεός (g).
(4)   Προστίθημι= προσθέτω σε εκείνο, το οποίο ήδη έχει κάποιος (g). Θα δοθούν τα σωματικά αιτήματα, ως παράρτημα και προσθήκη των πνευματικών (δ). «Δεν είπε, θα σας δοθεί, αλλά θα προστεθεί, για να μάθεις ότι τίποτα από αυτά που δίνονται κατά το παρόν δεν είναι μεγαλύτερο από το μέγεθος των μελλοντικών» (Χ).

Ματθ.6,34 Μὴ οὖν(1) μεριμνήσητε εἰς τὴν αὔριον(2)· ἡ γὰρ αὔριον μεριμνήσει(3) τὰ ἑαυτῆς(4)· ἀρκετὸν(5) τῇ ἡμέρᾳ ἡ κακία(6) αὐτῆς.
Ματθ.6,34 Μην αγωνιάτε, λοιπόν, για το αύριο, γιατί η αυριανή μέρα θα έχει τις δικές της φροντίδες. Φτάνουν οι έγνοιες τής κάθε μέρας».
(1)   Ο σ. παρουσιάζεται με το οὖν (=λοιπόν) ως το συμπέρασμα της όλης διδασκαλίας σχετικά με το να μη μας περισπούν περισσότερο από όσο πρέπει οι βιοτικές μέριμνες και βάζει σε μας το όριο της αναγκαίας μέριμνας (δ).
(2)   Για την επομένη ημέρα, δηλαδή για πράγματα, τα οποία κατά την επομένη ημέρα θα παρουσιαστούν (g).
«Πρόσταξε να ζητάμε τον άρτο, αλλά πρόσθεσε «τον επιούσιο», και σε αυτό πάλι πρόσθεσε το «σήμερα»· αυτό λοιπόν κάνει και εδώ. Διότι δεν είπε· Μη μεριμνήσετε, αλλά μη μεριμνήσετε για την αυριανή και έτσι και την ελευθερία μάς παρέχει και την ψυχή μας προσηλώνει στα πλέον αναγκαία» (Χ).
(3)   Προσωποποιείται η ημέρα. Δες Ψαλμ. ιη 3 (b). «Όταν βεβαίως λέει, ότι η αυριανή θα μεριμνήσει για τον εαυτό της, δεν τα λέει αυτά εννοώντας ότι η ημέρα θα μεριμνήσει… αλλά θέλοντας να δώσει περισσότερη έμφαση στο λόγο, προσωποποιεί τον καιρό, μιλώντας σε αυτούς σύμφωνα με τη συνήθεια των πολλών» (Χ).
(4)   Αυθεντική γραφή: μεριμνήσει εαυτής. Το μεριμνώ παρόλ’ αυτά συντάσσεται με αιτιατική. (Δες Α΄Κορ. ζ 32 κλπ. και στους κλασσικούς). Μεριμνήσει εαυτής= θα φροντίσει για τον εαυτό της. Μεριμνήσει το εαυτής= «δηλαδή για αυτά που σε αυτήν την ημέρα χρειάζεται ο άνθρωπος» (Ζ). Κάθε ημέρα έχει τις δικές της απαραίτητες φροντίδες, τις οποίες δεν μπορούμε να αποφύγουμε (δ).
(5)   Ο Θεός πράγματι κατανέμει τις αντιξοότητες και ευτυχίες μας δια μέσου όλων των περιόδων της ζωής μας κατά θαυμαστό τρόπο έτσι ώστε να αναμειγνύονται μεταξύ τους (b).
(6)   «Κακία εδώ ονομάζει… την ταλαιπωρία και τον πόνο και τις συμφορές… Διότι τίποτα δεν πονά τόσο την ψυχή, όσο η μέριμνα και η φροντίδα» (Χ). «Δεν εννοεί πονηρία της ημέρας, αλλά τον πόνο και τη φροντίδα μας» (Σχ.π).


ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Ζ’ (7)

Συνέχεια της επί του Όρους ομιλίας του Κυρίου.

Στίχ. 1-6. Δεν πρέπει να κατακρίνουμε.

Ματθ.7,1 Μὴ κρίνετε(1), ἵνα μὴ κριθῆτε(2)·
Ματθ.7,1 Μην κρίνετε τους συνανθρώπους σας, για να μη σας κρίνει κι εσάς ο Θεός.
Η σύνδεση με τα παραπάνω: Είναι δυνατόν εδώ πάλι ο Χριστός, όπως ίσως στο στ 19-34, να διάλεξε ελάττωμα που επικρατούσε μεταξύ των Φαρισαίων, οι οποίοι κήρυτταν τους εαυτούς του δικαίους. Αυτό λοιπόν αποτελεί έναν από τους κρίκους της συνδέσεως. Αλλά όπως παραπάνω, έτσι και στην προκειμένη περίπτωση, η καταδίκη που εκφέρεται εναντίον του ελαττώματος αυτού δεν περιορίζεται σε κάποια ιδιαίτερη τάξη μόνο. Η αγάπη του χρήματος είναι επικίνδυνη σε όλους και όχι μόνο στους Φαρισαίους.
Έτσι και το να κατακρίνουμε τον πλησίον. «Νομίζω ότι υπονοεί εδώ και τους Ιουδαίους, οι οποίοι ήταν πικροί κατήγοροι των πλησίον τους για μικρά και μηδαμινά παραπτώματα, ενώ οι ίδιοι έκαναν χωρίς καμία συναίσθηση μεγάλα αμαρτήματα· για αυτό το πράγμα ψέγοντας αυτούς προς το τέλος, έλεγε… Σεις που στραγγίζετε το κουνούπι και καταπίνετε την καμήλα (Ματθ. κγ 24). Πλην όμως ορίζει και κοινό νόμο σχετικά με αυτά» (Χ).
(1)   «Κρίση εδώ να εννοήσεις την κατάκριση. Διότι ερμηνεύοντας ο Λουκάς αυτή τη φράση, είπε· Μην καταδικάζετε, και δεν θα καταδικαστείτε» (Ζ). Μην κρίνετε χωρίς γνώση, αγάπη ή ανάγκη. Ο σκύλος όμως πρέπει να λογαριάζεται ως σκύλος και ο χοίρος ως χοίρος. Δες σ. 6 (b).
«Τι λοιπόν; Αν πορνεύει, λέει κάποιος, να μην πω ότι είναι κακό η πορνεία, ούτε να διορθώσω αυτόν που κάνει ασέλγεια; Διόρθωσέ τον μεν, αλλά όχι σαν αντίπαλος ούτε σαν εχθρός που απαιτεί εκδίκηση, αλλά σαν γιατρός, παρασκευάζοντας φάρμακα. Διότι δεν είπε· Μη σταματήσεις αυτόν που αμαρτάνει, αλλά μην κρίνεις, δηλαδή μη γίνεις πικρός δικαστής» (Χ). «Δεν λέει τώρα για αυτήν την κατάκριση, την φιλάγαθη και διορθωτική» (Ζ).
«Δεν εμποδίζει το να ελέγχουμε, αλλά το να κατακρίνουμε. Διότι ο μεν έλεγχος είναι για ωφέλεια, ενώ η κατάκριση για χλευασμό και περιφρόνηση» (Θφ). Η απαγόρευση εκτείνεται όχι μόνο στην ψευδή ή άδικη κρίση, αλλά και στην φιλοκατήγορη κρίση. Δες Ιακ. δ 12 (S). Αναφέρεται στη δυσμενή γνώμη και κρίση, που προέρχεται από εγωισμό και υπερηφάνεια και κατά συνέπεια είναι ανεπιεικής, άδικη και άσπλαχνη (δ).
(2)   Από το Θεό όπως δείχνει η αμέσως επομένη πρόταση, η οποία μόνο για το Θεό αληθεύει (δ).

Ματθ.7,2 ἐν(1) ᾧ γὰρ(2) κρίματι κρίνετε κριθήσεσθε(3), καὶ ἐν ᾧ μέτρῳ(4) μετρεῖτε μετρηθήσεται ὑμῖν(5).
Ματθ.7,2 Με το κριτήριο που κρίνετε θα κριθείτε, και με το μέτρο που μετράτε θα μετρηθείτε.
(1)   Το ότι μπαίνει μπροστά η πρόθεση «ἐν» πριν το ᾧ είναι χαρακτηριστικό της σημιτικής διαλέκτου, το οποίο αποφεύγει ο Λουκάς στο παράλληλο χωρίο (L).
(2)   Με το «γαρ» εκφέρεται ο λόγος για τον οποίο θα κατακριθούν αυτοί που κατακρίνουν (δ).
(3)   Η έννοια του ημιστιχίου:
«Με την ίδια καταδίκη που καταδικάζεις τον αδελφό, με αυτήν θα κριθείς και εσύ· δηλαδή, αν πολυεξετάζεις και κατακρίνεις το λεπτό του σφάλμα, και τα δικά σου λεπτά θα πολυεξεταστούν και θα κατακριθούν τον καιρό της φοβερής κρίσεως» (Ζ).
(4)   Αυτό το ρητό φαίνεται να αποτελεί ιουδαϊκή παροιμία. Η ιδέα του μέτρου εφαρμόζεται και με ευνοϊκή και με δυσμενή έννοια. Με ευνοϊκή έννοια βρίσκεται στα Λουκ. στ 38, Μάρκ. δ 24. Με δυσμενή εδώ. Η αρχή «μέτρον αντί μέτρου» είναι αρχή της θείας πρόνοιας και κρίσης και δεν πρέπει να συγχέεται με την αρχή της ταυτοπάθειας, η οποία αποτελεί αρχή της ανθρώπινης δικαιοσύνης (S).
(5)   Η έννοια του δευτέρου ημιστιχίου: «Με το ίδιο μέτρο ακριβείας που μετράς τη ζωή του, ότι δηλαδή τόσο ώφειλε να προσέχει, με αυτό θα μετρηθεί και σε σένα η δική σου ζωή… Όση ακρίβεια απαιτείς από αυτόν, τόση θα απαιτηθεί και από εσένα από το Θεό» (Ζ).

Ματθ.7,3 τί δὲ(1) βλέπεις τὸ κάρφος(2) τὸ ἐν τῷ ὀφθαλμῷ τοῦ ἀδελφοῦ σου, τὴν δὲ ἐν τῷ σῷ ὀφθαλμῷ δοκὸν(3) οὐ κατανοεῖς;
Ματθ.7,3 Πώς μπορείς και βλέπεις το σκουπιδάκι στο μάτι του αδερφού σου και δε νιώθεις ένα ολόκληρο δοκάρι στο δικό σου μάτι;
(1)   Αφού ο Κύριος διακήρυξε αρχή γενική με τρόπο αφηρημένο, έρχεται τώρα και συγκεκριμένα να εκθέσει τον τρόπο, με τον οποίο γίνονται τα πράγματα. Κατά φυσικό λόγο ο νους των ακροατών οδηγούνταν στους Φαρισαίους, οι οποίοι ήταν τόσο απαιτητικοί για τις μικροπαρεκτροπές του λαού, και τόσο τυφλοί για τα δικά τους ελαττώματα (L).
(2)   «Λεπτή κεραία ξύλου, ξύλο λεπτό και ξηρό» (Ησύχιος). «Με τη λέξη κάρφος έδειξε το ελάχιστο αμάρτημα» (Ζ). Πάλι χρησιμοποιείται ο ιουδαϊκός παροιμιακός λόγος (S).
(3)   «Με το δοκάρι φανέρωσε το μέγιστο αμάρτημα. Διότι είναι ξύλο μακρόστενο το δοκάρι» (Ζ). Η έννοια του όλου στίχου. «Γιατί το μεν στην ψυχή του αδελφού σου ελαφρότατο σφάλμα το βλέπεις καθαρά, ενώ το βαρύτατο στη δική σου δεν το βλέπεις; Διότι ο καθένας τα δικά του μάλλον ξέρει παρά τα του άλλου, και τα μεγαλύτερα βλέπει μάλλον παρά τα μικρότερα» (Ζ). Το δοκάρι μπήκε εδώ σύμφωνα με λαϊκή υπερβολή για να φανεί η διαφορά μεταξύ των δύο σφαλμάτων, την οποία πολύ εκφραστικά απεικονίζει (δ).

Ματθ.7,4 ἢ πῶς(1) ἐρεῖς τῷ ἀδελφῷ σου(2), ἄφες ἐκβάλω τὸ κάρφος ἀπὸ τοῦ ὀφθαλμοῦ σου(3), καὶ ἰδοὺ ἡ δοκὸς ἐν τῷ ὀφθαλμῷ σου(4);
Ματθ.7,4 Ή πώς θα πεις στον αδερφό σου “άφησέ με να σου βγάλω το σκουπιδάκι από το μάτι σου”, όταν έχεις ένα ολόκληρο δοκάρι στο δικό σου μάτι;
(1)   Δηλαδή πώς αρμόζει σε σένα να πράξεις έτσι; (b). «Πώς θα επιχειρήσεις να θεραπεύσεις αυτόν, ενώ εσύ ο ίδιος κατεξοχήν χρειάζεσαι θεραπεία;» (Ζ).
(2)   Η φιλοκατήγορη διάθεση αποτελεί παραβίαση του νόμου της αγάπης. Δηλώνει, ότι προσέχουμε πολύ τα σφάλματα των άλλων, ενώ πρέπει να προσέχουμε τα δικά μας σφάλματα και επιπλέον ότι δεν έχουμε την πρέπουσα εκτίμηση των σφαλμάτων μας. Εάν γνωρίζαμε πόσο αξιοκατάκριτοι είμαστε εμείς, δεν θα ήμασταν έτοιμοι να μεμφθούμε τους άλλους (p).
(3)   Δηλαδή επίτρεψέ μου να παρατηρήσω και να διορθώσω το σφάλμα σου (δ), το οποίο είναι μικρό σαν κάρφος.
(4)   Και να, εσύ έχεις ανάγκη μεγαλύτερης θεραπείας (δ), μιας και έχεις δοκάρι, δηλαδή σφάλμα τεράστιο στη ψυχή σου.

Ματθ.7,5 ὑποκριτά(1), ἔκβαλε πρῶτον τὴν δοκὸν(2) ἐκ τοῦ ὀφθαλμοῦ σου, καὶ τότε διαβλέψεις(3) ἐκβαλεῖν τὸ κάρφος ἐκ τοῦ ὀφθαλμοῦ τοῦ ἀδελφοῦ σου(4).
Ματθ.7,5 Υποκριτή! Βγάλε πρώτα από το μάτι σου το δοκάρι, και τότε θα δεις καθαρά και θα μπορέσεις να βγάλεις το σκουπιδάκι από το μάτι του αδερφού σου».
(1)   «Εδώ θέλει να δείξει την πολλή του οργή, την οποία έχει προς αυτούς που πράττουν τέτοια. Διότι βεβαίως, κάθε φορά που θέλει να δείξει ότι το αμάρτημα είναι μεγάλο και ότι θα είναι για αυτό μεγάλη η τιμωρία και η οργή, αρχίζει από ύβρη» (Χ).
«Ονόμασε τον τέτοιο άνθρωπο υποκριτή… διότι με την πρόφαση μεν της διόρθωσης πολυεξετάζει το ξένο σφάλμα, αλλά κάνει αυτό με σκοπό την κατάκριση» (Ζ).
«Διότι αυτού του είδους η κρίση, δε γίνεται από ενδιαφέρον, αλλά από μισανθρωπία· και προβάλλει μεν το προσωπείο της φιλανθρωπίας, αλλά εκπληρώνει έργο εσχάτης πονηρίας… Διότι βεβαίως τον εαυτό του αγαπά κανείς περισσότερο παρά τον πλησίον. Επομένως αν το κάνεις αυτό από ενδιαφέρον, για τον εαυτό σου ενδιαφέρσου πρώτα… Αν όμως αδιαφορείς για τον εαυτό σου, είναι ολοφάνερο ότι και τον αδελφό σου δεν τον κρίνεις από ενδιαφέρον, αλλά επειδή θέλεις να τον εξευτελίσεις» (Χ).
(2)   =Διόρθωσε πρώτα τα σφάλματά σου (ο). «Βλέπεις ότι δεν απαγορεύει το να κρίνει κανείς, αλλά προστάζει πρώτα να βγάζει το δοκάρι από το μάτι, και τότε να διορθώνει τα των άλλων; Διότι βεβαίως κανείς γνωρίζει καλύτερα τα δικά του παρά των άλλων και τα μεγαλύτερα περισσότερο βλέπει παρά τα μικρότερα» (Χ).
(3)   Αμέσως και καθαρά θα δεις. Όρος απαραίτητος της υγιούς και δίκαιης εκτίμησης της ηθικής κατάστασης του πλησίον είναι η δική μας αγαθότητα (δ). Όποιος διόρθωσε πρώτα τον εαυτό του και ζητά ακολούθως να διορθώσει τους άλλους, δεν είναι διεστραμμένος κριτής (b). Ο κακός ουδέποτε μπορεί να είναι δίκαιος κριτής του πλησίον· επειδή τυφλώνεται από τα δικά του αμαρτήματα δεν μπορεί να διαγνώσει την αληθινή έλλειψη του αδελφού (δ).
«Δείχνει λοιπόν ο Κύριος, ότι δεν μπορεί να δει καλά το αμάρτημα του αδελφού αυτός που κάνει μεγάλα αμαρτήματα· διότι αυτός που έχει δοκάρι στο μάτι, πώς θα μπορούσε να δει άλλον που βλάπτεται μέτρια;» (Θφ).
(4)   «Αυτό λοιπόν που πρόσταξε με αυτά που ειπώθηκαν, είναι το εξής· αυτός που είναι υπεύθυνος για μύρια κακά, να μην είναι πικρός δικαστής των σφαλμάτων των άλλων, και μάλιστα όταν αυτά είναι μικρά· δεν καταργεί τον έλεγχο ούτε τη διόρθωση, αλλά απαγορεύει το να αδιαφορεί κανείς για τα δικά του (αμαρτήματα) και να διαλαλεί τα ξένα» (Χ).

Ματθ.7,6 Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον(1) τοῖς κυσὶ(2) μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας(1) ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων(2), μήποτε καταπατήσωσιν(3) αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν καὶ στραφέντες ῥήξωσιν(3) ὑμᾶς(4).
Ματθ.7,6 Μη δώσετε τα άγια πράγματα στους σκύλους ούτε να πετάξετε τα μαργαριτάρια στους χοίρους, γιατί αλλιώς, οι χοίροι θα τα καταπατήσουν με τα πόδια τους κι οι σκύλοι θα στραφούν εναντίον σας και θα σας καταξεσκίσουν».
Σύνδεση με τα παραπάνω: Δεν πρέπει κάποιος να επικρίνει τα ελατώματα των άλλων ούτε να μέμφεται αυτούς, όταν μάλιστα είναι ένοχος. Δεν πρέπει όμως, όταν πρόκειται να ενεργήσει ως μαθητής, και να πλανιέται σε προφανείς περιπτώσεις για τις διαθέσεις του άλλου (L).
(1)   «Άγιο και μαργαριτάρια ονόμασε το μυστήριο της πίστης μας· άγιο μεν επειδή είναι θείο και μαργαριτάρια για τα θεία δόγματα που υπάρχουν σε αυτό» (Ζ). Βάζω τα μαργαριτάρια μπροστά στα γουρούνια, είναι γνωμικό του οποίου η έννοια εδώ είναι: τα αγιότατα και εξοχότατα παραγγέλματα του ευαγγελίου να τα παρέχει κάποιος αναγκαστικά σε ανίερους και διεφθαρμένους ανθρώπους και έτσι να τα βεβηλώνει (g).
Ο στίχος μπορεί να προσαρμοστεί σε πάρα πολλές εφαρμογές (a). Η λειτουργική εκφώνηση, τα άγια τοις αγίοις, ίσως από το χωρίο αυτό να προήλθε. Ήδη στη Διδαχή (κεφ. θ) το χωρίο παρατίθεται σε σχέση με τους αβάπτιστους, ώστε να μη παρέχεται σε αυτούς η θ. ευχαριστία (S).
(2)   «Με τη λέξη σκυλιά υπαινίχτηκε εδώ, αυτούς που ζουν μέσα σε αθεράπευτη ασέβεια και δεν έχουν ελπίδα μεταβολής προς το καλύτερο και με τη λέξη γουρούνια αυτούς που ζουν πάντοτε με ακόλαστη ζωή» (Χ).
«Μη βάλουμε τα μαργαριτάρια μας… μπροστά στους ανθρώπους που οι τρόποι τους είναι σαν των χοίρων» (Α).
Ή, σκυλιά και γουρούνια συμβολίζουν τους αλλοεθνείς και εθνικούς. Για τα σκυλιά δες Φιλιπ. γ 2,Αποκ. κβ 15 (a). Η πρώτη εκδοχή πιο σοβαρή.
(3)   Τα σκυλιά και τα γουρούνια είναι ζώα ακάθαρτα, κατεξοχήν στους Σημίτες, και ευερέθιστα. Εάν ρίξουμε σε αυτά κάποιο πράγμα, το οποίο εκ πρώτης όψεως θα φαινόταν φαγώσιμο, σπεύδουν προς αυτό· αλλά όταν διαψευστεί η ελπίδα τους, ποδοπατούν αυτό, απομακρύνονται από αυτό με περιφρόνηση και επιτίθενται εναντίον εκείνου που τα εξαπάτησε (L).
«Διότι ούτε το γουρούνι ξέρει τι είναι μαργαριτάρι, όπως ακριβώς ούτε οι ασεβείς, ποια είναι τα άγια» (Χ).
Δεν πρόκειται για σχήμα χιαστό, σύμφωνα με το οποίο το μεν καταπατήσουν θα αναφερόταν στα γουρούνια, ενώ το κατασπαράξουν στα σκυλιά. Ρήσσω-ρήγνυμι= θα σχίσουν με τα δόντια, θα βλάψουν όπως μπορούν (δ).
(4)   Η έννοια του στίχου. «Προστάζει να μην παραδίδουμε σε τέτοιους ανθρώπους το μυστήριο των δογμάτων της πίστης» (Ζ).
«Διότι τα άγια εμπαίζονται από εκείνους, επειδή δεν γνωρίζουν ποια είναι η αξία τους· και εκείνοι γίνονται περισσότερο αλαζόνες και οπλίζονται εναντίον μας· διότι αυτό σημαίνει το «μήπως τα καταπατήσουν και αφού στραφούν ξεσχίσουν και εσάς»» (Χ).
«Επειδή δηλαδή δεν μπορούν να καταλάβουν με τρόπο που να αρμόζει στο Θεό τα θεία δόγματα, χρησιμοποιούν αυτά με εμπάθεια· και από αυτό οπλίζονται και διακωμωδούν μεν αυτά, πέφτουν δε πάνω μας με ορμή» (Ζ).
«Μη δώσετε τα άγια στα σκυλιά… μήπως καταπατήσουν αυτά με τα πόδια τους, τους ανόητους λογισμούς και αφού στραφούν, σάς κατασπαράξουν, δημιουργώντας σχίσματα και αιρέσεις» (Α).

Στίχ. 7-11. Τα αποτελέσματα της προσευχής.

Ματθ.7,7 Αἰτεῖτε(1), καὶ δοθήσεται ὑμῖν, ζητεῖτε(2), καὶ εὑρήσετε, κρούετε(2), καὶ ἀνοιγήσεται ὑμῖν(3)·
Ματθ.7,7 Ζητάτε και θα σας δοθεί, ψάχνετε και θα βρείτε, χτυπάτε την πόρτα και θα σας ανοιχτεί.
Η σύνδεση με τα παραπάνω: Αφού δίδαξε ο Σωτήρας την επιείκεια προς τις ελλείψεις των άλλων, έρχεται τώρα να συστήσει την προσοχή στον εαυτό μας και την επίμονη επίκληση της βοήθειας της θείας χάρης, ώστε να συμπληρώσει αυτή τις δικές μας ελλείψεις. Του Χριστιανού γνώρισμα είναι το να μην περιεργάζεται τις ελλείψεις των πλησίον του, αλλά τις δικές του και να ζητά από το Θεό βοήθεια και πνευματικά αγαθά και δωρεές, με τα οποία αυτές διορθώνονται (δ).
«Επειδή… διέταξε τους μαθητές να διορθώνουν και άλλους και να διακρίνουν τους πονηρούς και τους όχι τέτοιους, τα σκυλιά και τα όχι σκυλιά, αλλά είναι πολύ αυτό που είναι κρυμμένο από τους ανθρώπους… στη συνέχεια προσθέτει και το αποκορύφωμα της ευκολίας… την συμμαχία που προέρχεται από τις επίμονες προσευχές» (Χ).
(1)   Αιτείτε, ζητείτε, κρούετε, προστακτική σε ενεστώτα.= «Δείχνει δηλαδή εδώ πώς θα κατορθωθούν αυτά και ότι αυτό θα γίνει με την προσευχή την συνεχή. Διότι είπε «να ζητάτε», εννοώντας πάντοτε, διότι δεν είπε, «ζητείστε» μία φορά» (Θφ).
Δεν πρέπει να παύουμε να προσευχόμαστε και όταν ακόμη δεν δίνεται απάντηση στις προσευχές μας. Τα τρία ρήματα προσδίδουν έμφαση στο παράγγελμα (p).
«Αυτά τα πρόσθεσε για να βεβαιώσει την υπόσχεση, έτσι ώστε, αν δεν πάρεις αμέσως, να μην απομακρυνθείς αλλά να επιμείνεις… Διότι στην περίπτωση μεν των ανθρώπων, εάν επιμείνεις να ενοχλείς με τις παρακλήσεις, τους εξοργίζεις· στην περίπτωση του Θεού όμως, περισσότερο πικραίνεις αυτόν, εάν δεν το κάνεις αυτό. Διότι δοκιμάζει την καρτερία σου και την ένταση, και σε θέλει να ζητάς με επιμονή μαζί και θερμότητα, και οπωσδήποτε θα δώσει» (Ζ).
Ζητάτε δωρεές για ικανοποίηση των αναγκών σας (b). Το αιτώ λέγεται για πνευματικά αγαθά και δωρεές, οι οποίες εξαρτώνται τελείως από τη θεία θέληση και τις οποίες δέχεται παθητικά ο άνθρωπος χωρίς καμία δική του συνεργασία (δ).
(2)   Υποδηλώνουν και τα δύο ρήματα (ζητείτε, κρούετε) και προσπάθεια προσωπική εκ μέρους του ανθρώπου που ζητά και κρούει (L). Το ζητάω λέγεται για πνευματικά αγαθά που αποκτιούνται με την ενέργεια του Θεού και τη συνεργασία του ανθρώπου (δ). Ζητάτε τα κρυμμένα, τα οποία χάσατε, και θα βρείτε επιστρέφοντας από την πλάνη σας. Χτυπάτε όσοι είστε εκτός, για να γίνετε δεκτοί μέσα (b).
«Να χτυπάτε (λέει, σε ενεστώτα διαρκείας), για να δείξει ότι και αν ακόμη δεν ανοίξει αμέσως την πόρτα, πρέπει να παραμένετε στη θέση σας» (Χ).
(3)   «Εάν επιμένουμε λέγοντας: δεν φεύγουμε, έως ότου πάρουμε, θα πάρουμε σίγουρα. Προφανώς βέβαια, εάν ζητάμε τέτοια που και σε αυτόν από τον οποίο ζητάμε να αρμόζουν, και σε εμάς που ζητάμε να συμφέρουν» (Σχ).

Ματθ.7,8 πᾶς γὰρ(1) ὁ αἰτῶν λαμβάνει(2) καὶ ὁ ζητῶν εὑρίσκει καὶ τῷ κρούοντι ἀνοιγήσεται.
Ματθ.7,8 Γιατί όποιος ζητάει λαβαίνει κι όποιος ψάχνει βρίσκει κι όποιος χτυπά του ανοίγεται.
(1)   Προσθέτει ως την αιτία της αναπόφευκτης εκπλήρωσης των αιτήσεών τους, τον κανόνα της χορηγίας των αγαθών από το Θεό προς όλους που ζητούν εξαιτίας της αγαθότητός του. Θα πάρετε αυτό που ζητάτε διότι ο Θεός ως πατέρας αγαθός δεν κάνει καμία εξαίρεση ούτε προτίμηση και κανένα από τα τέκνα του δεν στερεί από τα αγαθά του και από τις δωρεές του (δ).
(2)   «Αυτός δηλαδή που ενώ ζήτησε δεν πήρε, ή ανάξια ζήτησε, ή δεν επέμεινε, ή χλιαρά ζήτησε. Διότι πρέπει να συνδυαστούν και τα τρία» (Ζ).
«Αν επιμένεις να ζητάς, και αν ακόμη δεν πάρεις αμέσως, οπωσδήποτε θα πάρεις. Διότι για αυτό έχει κλείσει η πόρτα, για να σε προτρέψει στο να χτυπάς· για αυτό δεν σου δίνει αμέσως, για να ζητήσεις. Να επιμένεις λοιπόν να κάνεις αυτά και θα λάβεις οπωσδήποτε» (Χ).

Ματθ.7,9 ἢ(1) τίς ἐστιν ἐξ ὑμῶν ἄνθρωπος(2), ὃν ἐὰν αἰτήσῃ ὁ υἱὸς αὐτοῦ ἄρτον, μὴ(3) λίθον(4) ἐπιδώσει αὐτῷ;
Ματθ.7,9 Μα και ποιος από σας, αν του ζητήσει το παιδί του ψωμί, θα του δώσει λιθάρι;
Ματθ.7,10 καὶ ἐὰν ἰχθὺν(5) αἰτήσῃ, μὴ ὄφιν(6) ἐπιδώσει αὐτῷ;
Ματθ.7,10 Ή, αν του ζητήσει ψάρι, θα του δώσει φίδι;
(1)   Το ή διατηρεί εδώ όλη τη διαζευκτική του δύναμη= Ή, ποιος από σας φέρεται διαφορετικά προς το γιο του; (δ).
Ή, μήπως συμβαίνει διαφορετικά; Επιχείρημα από την ανθρώπινη πραγματικότητα (ο). «Αναφέρει πάλι σκέψη ανθρώπινου πράγματος και από παράδειγμα οδηγεί τον ακροατή να έχει θάρρος για αυτά που είπε» (Ζ).
(2)   Λέγεται για την αντίθεση με το Θεό που αναφέρεται παρακάτω (δ). Σοβαρή και η ερμηνεία: Δηλαδή ένας, ο οποίος δεν στερείται ανθρωπισμού (b).
(3)   Το «μη» περιττεύει, αλλά προστέθηκε, για να αποδώσει στο ρήμα που ακολουθεί τον χαρακτήρα του αδύνατου. Η απάντηση στο «μη» είναι αναγκαστικά αρνητική= μήπως θα δώσει; Όχι βεβαίως (δ).
(4)   Πέτρα, η οποία είναι άχρηστη για τροφή και μοιάζει εξωτερικά με ψωμί (b).
«Επομένως, αν δεν πάρεις, δεν παίρνεις, διότι ζητάς πέτρα· διότι αν και είσαι γιος, δεν αρκεί αυτό για να πάρεις, αλλά και αυτό ακριβώς είναι εκείνο που σε εμποδίζει να πάρεις, το ότι δηλαδή ζητάς, αν και είσαι γιος, αυτά που δεν σε συμφέρουν… Διότι και εσείς, και αν ακόμη είστε πατέρες, περιμένετε να σας ζητήσουν οι γιοι σας, και αν ζητήσουν από σας κάτι ασύμφορο, δεν τους το δίνετε, όπως ακριβώς λοιπόν εάν είναι συμφέρον, συμφωνείτε και το δίνετε» (Χ).
(5)   Ένα παιδί μπορεί ευκολότερα να κάνει χωρίς ψάρι παρά χωρίς ψωμί. Και όμως πετυχαίνει και ψάρι, όταν το ζητήσει (b).
(6)   Το φίδι, που είναι βλαβερό, μοιάζει με ψάρι (b). Ο πατέρας όχι μόνο κάτι ανώφελο (πέτρα) δεν δίνει, αλλά και πολύ περισσότερο ούτε βλαβερό, όπως το φίδι (δ). Ψωμί και ψάρι ήταν τα κύρια είδη τροφής στη Γαλιλαία (S).

Ματθ.7,11 εἰ οὗν(1) ὑμεῖς(2), πονηροὶ(3) ὄντες, οἴδατε(4) δόματα ἀγαθὰ(5) διδόναι τοῖς τέκνοις ὑμῶν, πόσῳ μᾶλλον ὁ πατὴρ ὑμῶν ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς(6) δώσει ἀγαθὰ(7) τοῖς αἰτοῦσιν(8) αὐτόν;
Ματθ.7,11 Αφού, λοιπόν, εσείς, παρ’ όλο που είστε αμαρτωλοί, ξέρετε να δίνετε στα παιδιά σας καλά πράγματα, πολύ περισσότερο ο ουράνιος Πατέρας σας θα δώσει αγαθά σ’ όσους του τα ζητούν».
(1)   Ο στίχος αυτός περιέχει το συμπέρασμα των δύο προηγουμένων (δ).
(2)   Ο Χριστός δίκαια εξαιρεί τον εαυτό του και κανέναν άλλον (b). Ο ήρεμος, αλλά και εμφαντικός τρόπος, με τον οποίο ο Χριστός χωρίζει τον εαυτό του από τους ακροατές του στην ειδική αυτή περίπτωση, προκαλεί ιδιαίτερη εντύπωση (p).
(3)   «Τους ονόμασε πονηρούς, όχι κατηγορώντας την ανθρώπινη φύση, αλλά για αντιδιαστολή με την αγαθότητα του Θεού· διότι η ανθρώπινη αγαθότητα σε σχέση με τη θεία, μοιάζει με κακία, και τόσο μεγάλη είναι η διαφορά σε αυτά τα δύο, όση του ανθρώπου με το Θεό» (Ζ).
Πονηροί· λαμπρή μαρτυρία για το δόγμα της προπατορικής αμαρτίας (b). Όλοι οι άνθρωποι όχι μόνο είναι ετερόφωτοι και έχουν ασθενές φως σε σύγκριση με το αρχικό και λαμπρότατο φως της θείας φύσης, αλλά έχουν και το σκιερό τους μέρος, διότι εξαιτίας του προπατορικού αμαρτήματος είναι εξαχρειωμένη εικόνα του Θεού (δ).
(4)   Το οίδατε αναφέρεται στο αγαθά δόματα (δ). Ξέρετε να κάνετε διάκριση μεταξύ πέτρας και ψωμιού κλπ (b).
(5)   Αβλαβή και ωφέλιμα (b). Δεν δίνετε πάντοτε ό,τι ζητιέται από εσάς, διότι συχνά τα παιδιά ζητούν και όχι καλά για αυτά, αλλά δίνετε ό,τι είναι αγαθό (p).
(6)   Στον οποίο δεν υπάρχει κάποια πονηρία (b).
(7)   Αγαθά λέει τα καλά, χρήσιμα και ωφέλιμα για αυτόν που ζητά για προκοπή πνευματική και σωτηρία (δ).
(8)   Δηλαδή στα παιδιά του· διότι όπου αρχίζει αληθινή προσευχή, εκεί υπάρχει θεία υϊότητα (b).

Στίχ. 12-14. Ο χρυσός κανόνας. Οι δυο δρόμοι.

Ματθ.7,12 Πάντα οὖν(1) ὅσα ἂν θέλητε ἵνα ποιῶσιν ὑμῖν οἱ ἄνθρωποι(2), οὕτω(3) καὶ ὑμεῖς ποιῆτε αὐτοῖς(4)· οὗτος(5) γάρ ἐστιν ὁ νόμος(6) καὶ οἱ προφῆται(7).
Ματθ.7,12 Όλα όσα θέλετε να σας κάνουν οι άλλοι άνθρωποι, αυτά να τους κάνετε κι εσείς· σ’ αυτό συνοψίζονται ο νόμος και οι προφήτες».
Η σύνδεση με τα παραπάνω: Αφού ασχολήθηκε ο Σωτήρας από το ε 17 με την εξέταση και συμπλήρωση σπουδαίων ηθικών διατάξεων και εντολών του νόμου, προβαίνει τώρα στο τέλος αυτής της ομιλίας στην ανακεφαλαίωση του καθενός θέματος και στο συμπέρασμα για το γενικό χαρακτήρα και την ουσία του νόμου (δ). Στο χρυσό κανόνα η επί του όρους ομιλία φθάνει στο κατακόρυφό της· αποτελεί αυτός το επιστέγασμα της όλης ομιλίας (p). Όσα ακολουθούν από το στίχο 13 και εξής αποτελούν τον επίλογο της ομιλίας.
(1)   Το συμπέρασμα για ό,τι ειπώθηκε από την αρχή του κεφαλαίου. Συμπεραίνει και συγχρόνως επανέρχεται στο κεφ. ε 17 (b).
(2)   «Δεν είπε, όσα θες να γίνουν σε σένα από το Θεό, αυτά να κάνεις στον πλησίον, για να μη λες· Και πώς είναι δυνατόν αυτό; Εκείνος είναι Θεός, ενώ εγώ άνθρωπος· αλλά όσα θες να γίνουν σε σένα από τον σύνδουλό σου, αυτά και εσύ να δείξεις στον πλησίον. Τι πιο ελαφρύ υπάρχει από αυτό; Τι πιο δίκαιο;» (Χ).
(3)   Τα ίδια πράγματα με τον ίδιο τρόπο (b).
(4)   «Έτσι να κάνετε αυτά σε αυτούς, όπως θέλετε εκείνους να κάνουν αυτά σε σας, το οποίο είναι το ίδιο με το «να αγαπάς τον πλησίον όπως τον εαυτό σου»» (Ζ).
«Από αυτό είναι ολοφάνερο, ότι η αρετή είναι συνδεδεμένη με τη φύση μας και από μόνοι μας γνωρίζουμε όλοι τα πρέποντα και δεν είναι δυνατόν ποτέ να επικαλεστούμε άγνοια» (Χ).
«Διότι πράγματι, ο νόμος του Θεού και οι προφήτες εκείνα λένε, τα οποία λέει και ο φυσικός νόμος» (Θφ). Η αρνητική μορφή του παραγγέλματος, αυτό που εσύ μισείς στον άλλο μην το κάνεις (Τωβίτ δ 15) φαίνεται να ήταν συνηθισμένη μεταξύ των ραββίνων. Βρίσκεται και στον Ισοκράτη, τον Φίλωνα και τους Στωικούς (p).
Αλλά η θετική μορφή οφείλεται στον Ιησού. Στη μορφή αυτή, ως καρποφόρο θετικό αξίωμα, απαλλαγμένο από περιορισμούς, είναι προφανώς απείρως ανώτερο από την παλαιά αρνητική μορφή.
(5)   Οι τελικοί λόγοι, διότι αυτός είναι ο νόμος και οι προφήτες, ανασκοπούν στο ε 17. Μακριά από το να καταργήσει το νόμο και τους προφήτες, ο Χριστός κηρύττει διδασκαλία που συνοψίζει όλη τη διδασκαλία τους που αναφέρεται στα καθήκοντα του ανθρώπου προς τον άνθρωπο. Ό,τι επιθυμούμε από τον πλησίον μας είναι η αγάπη, αληθινή, σταθερή, διακριτική αγάπη (p).
(6)   Όχι όλος ο νόμος, διότι η ανακεφαλαίωση αυτή αναφέρεται στο μισό κυριότατο του νόμου, την προς τον πλησίον αγάπη, ο όλος όμως νόμος περιλαμβάνει και τις δύο εντολές δηλαδή και την προς τον Θεόν αγάπη (δ). «Ο νόμος λέει· θα αγαπήσεις τον πλησίον σου όπως τον εαυτό σου» (Ζ).
(7)   «Οι προφήτες πάλι πολλά συμβούλεψαν τους Ιουδαίους για την φιλαδελφία» (Ζ).

Ματθ.7,13 Εἰσέλθετε(1) διὰ τῆς στενῆς πύλης(2)· ὅτι πλατεῖα ἡ πύλη(3) καὶ εὐρύχωρος ἡ ὁδὸς(4) ἡ ἀπάγουσα εἰς τὴν ἀπώλειαν, καὶ πολλοί εἰσιν οἱ εἰσερχόμενοι(5) δι᾿ αὐτῆς(6).
Ματθ.7,13 Μπείτε από τη στενή πύλη· γιατί είναι πλατιά η πύλη κι ευρύχωρη η οδός που οδηγεί στο χαμό, και πολλοί μπαίνουν απ’ αυτήν.
Ο επίλογος της επί του όρους ομιλίας περιλαμβάνει τρία ζεύγη αντιθέσεων, δηλαδή την πλατειά οδό και τη στενή, το αγαθό δέντρο και το σαπρό, την οικοδομή που θεμελιώθηκε στην πέτρα και αυτήν που στηρίχτηκε στην άμμο. Μπορούμε να συνδέσουμε την υποχρέωση που αναφέρεται από τον σ. 13 να μπούμε από τη στενή πύλη, με τον χρυσό κανόνα του σ. 12 με τη σκέψη, ότι η εφαρμογή του κανόνα αυτού είναι πράγματι δύσκολη. Επιπλέον η οδός για την οποία γίνεται εδώ λόγος είναι αυτή που οδηγεί στη βασιλεία, οπότε έτσι επανερχόμαστε και στον επίλογο στην ίδια ιδέα, με την οποία άρχισε ο Κύριος την επί του όρους ομιλία (ε 3). Η οδός στη βασιλεία των ουρανών είναι η δικαιοσύνη, η οποία περιγράφεται στους μακαρισμούς. Μπορούμε άλλωστε αυτά που λέγονται στους στίχους 13-14 να τα μετατρέψουμε και σε μακαρισμό: Μακάριοι αυτοί που ζητούν την στενή οδό της δικαιοσύνης, διότι αυτοί θα βρούν τη βασιλεία των ουρανών (p).
(1)   Κάντε αντικείμενο των σταθερών και έντονων προσπαθειών σας το να μπείτε πράγματι. Αυτό προϋποθέτει, ότι επιχειρούν να βαδίζουν στη στενή οδό. Αξιοσημείωτη η αντιθετική σχέση μεταξύ του εισέλθετε και του εισερχόμενοι στο τέλος του στίχου (b).
(2)   Η πύλη μπήκε πριν την οδό· η πύλη λοιπόν στο στίχο αυτό σημαίνει εκείνο, με το οποίο αρχίζει κάποιος κατά κάποιο τρόπο να ζητά τη σωτηρία της ψυχής του (b). Η βασιλεία των ουρανών συμβολίζεται με ακρόπολη, στην οποία όχι χωρίς δυσκολία μπαίνει κάποιος (F). Η στενή πύλη είναι το σύμβολο της δυσκολίας της εισόδου στην πνευματική κοινωνία του Σωτήρα για τους σαρκικούς ανθρώπους· πρώτη και μεγάλη δυσχέρεια για τον σωματικό άνθρωπο είναι η απόφαση να μπει στη χριστιανική πνευματική κοινωνία· στενή πύλη λέγεται το σύνολο των συνθηκών της μετάνοιας, της απάρνησης του κόσμου και των επιθυμιών του κόσμου, οι οποίες αποτελούν την πρώτη και απαραίτητη συνθήκη της προσέλευσης στο Χριστό (δ).
«Στενή (ονομάζει την πύλη) διότι προετοιμάζει αυτούς που μπαίνουν στο να πονούν και να ιδρώνουν και να θλίβονται, μέχρις ότου περάσουν από αυτήν, και επειδή δεν χωράει τους παχείς από τις αμαρτίες, λόγω της λεπτότητας που έχει η ακρίβειά της, μέχρις ότου αποβάλλουν το πάχος της αμαρτίας» (Ζ).
(3)   Ο σιναϊτικός κώδικας και κάποιοι μικρογράμματοι όπως και οι Κλήμης Αλεξανδρεύς, Ωριγένης, Ευσέβιος και Ιππόλυτος, παραλείπουν τη λέξη, γράφοντας: πλατεία και ευρύχωρος η οδός. Παρόλο που η γραφή αυτή δεν μαρτυρείται επαρκώς, είναι από την άποψη της έννοιας άριστη.= Για την απώλεια δεν υπάρχει ανάγκη πύλης, αλλά ο πλατύς δρόμος οδηγεί στην απώλεια. Παρόλ’ αυτά η λέξη αυτή έπρεπε αναπόφευκτα να προστεθεί εδώ, για να συμπληρωθεί η εικόνα σύμφωνα με τον στίχο 14 και σύμφωνα με την ανάμνηση της πύλης του Άδη (Σοφ. Σολ. ιστ 13, Ησ. λη 10) (L). Η πλατειά πύλη και η ευρύχωρη οδός είναι έμβλημα της εύκολης ζωής του κόσμου, η οποία δεν απαιτεί κάποια προσπάθεια (F).
(4)   Η εικόνα εδώ των δύο οδών βασίζεται στην Π.Δ. (δες Ιερεμ. κα 8, Δευτ. λ 19). Η έννοια των δύο οδών (της ζωής και του θανάτου) που βασίζεται στο Δευτ. λ 19 άσκησε σημαντική επίδραση και στην εξωκανονική ιουδαϊκή γραμματεία και ίσως, όπως κάποιοι από τους επιστήμονες υποθέτουν, αναμίχθηκε και σε κάποια ιουδαϊκή κατήχηση για τους προσηλύτους, πάνω στην οποία βασίστηκε και το πρώτο μέρος της Διδαχής (των Αποστόλων) όπως και κάποια άλλη από την παλαιά χριστιανική γραμματεία (S).
Οι δύο αυτοί δρόμοι πρέπει να εννοηθούν με έννοια σημιτική για διδασκαλία πρακτική (Πράξ. θ 2), όπως οι δύο δρόμοι της Διδαχής (κεφ. α-στ) και της επιστολής του Βαρνάβα (κεφ. ιη-κ). Είναι η εκλογή μεταξύ της ζωής και του θανάτου (Δευτερ. λ 19) με την τήρηση ή μη των εντολών του Θεού (L).
«Πύλη και δρόμο ονόμασε τη φιληδονία. Πύλη μεν και οδό διότι οδηγεί στην κόλαση· διότι αυτή ονομάζει εδώ απώλεια· την λέει επίσης πλατειά και ευρύχωρη διότι δεν προξενεί κανένα κόπο σε αυτούς που μπαίνουν από αυτήν» (Ζ).
(5)   Δεν υπάρχει ανάγκη να αναζητήσουν και να βρουν αυτήν, διότι αυτόματα πέφτουν στην καταστροφή (b).
(6)   Δηλαδή την οδό (b).

Ματθ.7,14 ότι(1) στενὴ ἡ πύλη καὶ τεθλιμμένη(2) ἡ ὁδὸς ἡ ἀπάγουσα εἰς τὴν ζωήν(3), καὶ ὀλίγοι(4) εἰσὶν οἱ εὑρίσκοντες(5) αὐτήν(6).
Ματθ.7,14 Είναι στενή η πύλη και γεμάτη δυσκολίες η οδός που οδηγεί στη ζωή, και λίγοι είναι εκείνοι που τη βρίσκουν».
(1)   Στα αντιοχειανά και βυζαντινά και κάποια άλλα χειρόγραφα, υπάρχει η γραφή, τι στενή…!, που αποτελεί ένα είδος θλιβερής αναφώνησης που είναι πιο εκφραστική από το «ότι», το οποίο είναι το λογικό παράλληλο του «ότι» στο στίχο 13 (L).
«Το «τι» το λέει αντί να πει «πολύ»» (Ζ). «Το «τι» είναι θαυμαστικό. Θαυμάζω δηλαδή, πω πω, πόσο είναι στενή!» (Θφ). Η γραφή «ότι» κάνει τον στίχο 14 αιτιολογία της φράσης «πολλοί οι εισερχόμενοι» του στίχου 13.
(2)   Συμπιεσμένη, σφιγμένη σαν στόμιο μεταξύ δύο βράχων ή μεταξύ βράχου και γκρεμού (L). «Η λέξη τεθλιμμένη δίνει έμφαση στη στενότητα, διότι η οδός είναι τόσο πολύ στενή, ώστε να θλίβεται, δηλαδή να έχει στενότητα χώρου και από τα δύο μέρη ο οδοιπόρος, διότι κάθε παρέκκλιση είτε προς τα δεξιά είτε προς τα αριστερά είναι επικίνδυνη, όπως συμβαίνει πάνω σε γέφυρα, όπου ο ποταμός που ρέει από κάτω υποδέχεται αυτόν που παρεκκλίνει από κάθε πλευρά» (Β).
«Δεν είναι μικρή παρηγοριά και το ότι ονόμασε αυτήν πύλη και οδό. Διότι και από τα δύο είμαστε περαστικοί και δεν είναι μόνιμα» (Ζ).
«Είναι οδός και πύλη· όπως ακριβώς λοιπόν και η άλλη, έστω και αν είναι πλατειά, έστω και αν είναι ευρύχωρη, και αυτή είναι οδός και πύλη. Από αυτά όμως τίποτα δεν είναι μόνιμο, αλλά όλα παρέρχονται, και τα λυπηρά και τα καλά της ζωής» (Χ).
(3)   Την αιώνια ζωή, τη ζωή η οποία είναι πράγματι ζωή (p). «Το ότι καταλήγουν σε αίσιο τέλος (διότι καταλήγουν στη ζωή) είναι ικανό να παρηγορήσει αυτούς που αγωνίζονται. Επομένως και το πρόσκαιρο των κόπων και το παντοτινό των στεφάνων… θα μπορούσε να αποτελέσει μέγιστη παρηγοριά για τους κόπους» (Χ).
(4)   «Εκεί μεν είναι πολλοί διότι είναι ευχάριστα και χωρίς κόπο· εδώ όμως λίγοι, λόγω της πικρίας και του μόχθου» (Ζ).
«Αλλά δεν πρέπει να προσέχουμε τους πολλούς, ούτε από αυτό να θορυβούμαστε, αλλά να μιμούμαστε τους λίγους και αφού εξοπλίζουμε τους εαυτούς μας από παντού, έτσι να βαδίζουμε αυτήν την οδό» (Χ).
(5)   Αντί για το εισερχόμενοι του προηγούμενου στίχου, σκόπιμα μπήκε το ευρίσκοντες, το οποίο δείχνει ότι η είσοδος από τη θύρα της ζωής προϋποθέτει αναζήτηση και έρευνα για να την βρει κανείς (δ).
(6)   Δηλαδή την οδό (b)

Στίχ. 15-20. Προσοχή από τους ψευδοπροφήτες.

Ματθ.7,15 Προσέχετε(1) δὲ(2) ἀπὸ τῶν ψευδοπροφητῶν(3), οἵτινες ἔρχονται πρὸς ὑμᾶς ἐν ἐνδύμασι προβάτων(4), ἔσωθεν δέ εἰσι λύκοι(5) ἅρπαγες(6).
Ματθ.7,15 Φυλαχτείτε από τους ψευδοπροφήτες, που σας έρχονται ντυμένοι σαν πρόβατα, από μέσα τους όμως είναι λύκοι αρπακτικοί.
Η σύνδεση με τα παραπάνω: Η δυσκολία να βρει κάποιος την ευθεία οδό, κατά τρόπο φυσικό φέρνει στο μέσο και την έννοια των οδηγών, οι οποίοι θα έδειχναν αυτήν (ο). Εάν πρέπει να βρούμε την ευθεία οδό, ας προσέχουμε από τους αναξιόπιστους οδηγούς (p).
«Αφού είπε για την οδό προσθέτει και για αυτούς που επιβουλεύονται στο δρόμο, για να είμαστε προσεκτικότεροι και πιο ξάγρυπνοι» (Ζ).
«Επειδή δηλαδή είπε, ότι «λίγοι είναι αυτοί που τη βρίσκουν», τους ξεχωρίζει πάλι από αυτούς που δεν την βρίσκουν μεν, αλλά όμως υποκρίνονται, προτρέποντας να μην προσέχουν μόνο αυτούς που φορούν τα προσωπεία, αλλά αυτούς που βαδίζουν αυτήν πραγματικά» (Χ).
(1)   «Να, μαζί με τους σκύλους και τα γουρούνια υπάρχει και άλλο είδος ενέδρας και σκευωρίας πολύ πιο φοβερό από εκείνο. Διότι εκείνοι μεν είναι αναγνωρισμένοι και φανεροί, ενώ αυτοί είναι κεκαλυμμένοι. Για αυτό και πρόσταξε εκείνους μεν να τους αποφεύγουμε, αυτούς δε να τους εξετάζουμε με προσοχή και ακρίβεια, διότι δεν είναι δυνατόν αυτούς να τους διαπιστώσουμε από την πρώτη επίθεση· για αυτό και έλεγε· «Προσέχετε», για να μας κάνει πιο προσεκτικούς στην αναγνώρισή τους» (Χ).
«Και ας προσέξουμε την ημερότητα του φιλάνθρωπου δεσπότη μας. Διότι δεν είπε, τιμωρήστε τους, αλλά μη βλαφτείτε από αυτούς· μην πέσετε σε αυτούς αφύλακτοι» (Σχ).
(2)   Ενώ προσπαθείτε να μπείτε, προσέχετε από εκείνους, οι οποίοι κλείνουν την οδό από εσάς (b).
(3)   Των οποίων η διδασκαλία είναι διαφορετική από αυτήν των αληθινών προφητών (b). Χριστιανοί ψευδοπροφήτες δεν εμφανίστηκαν παρά μετά το θάνατο του Κυρίου. Δες Α΄Ιω. δ 1. Η Διδαχή (κεφ. ια) γράφει πολλά για την τάξη των προφητών και μιλά και για ψευδοπροφήτες. Ιουδαίους ψευδοπροφήτες υπαινίσσονται τα Πράξ. ιγ 6 και Β΄Πέτρ. β 1. Αυτοί λοιπόν οι Ιουδαίοι ψευδοπροφήτες θα θεωρούνταν φυσικά ως πρωτότυπα και των Χριστιανών ψευδοπροφητών που θα ακολουθούσαν (S).
Με τη λέξη αυτή χαρακτήρισε άριστα ο Κύριος τους Φαρισαίους, αφού άλλωστε κατηγόρησε αυτούς για την υποκρισία και την αρπακτικότητά τους (Ματθ. κγ 25) (L).
«Ψευδοπροφήτες εδώ υπαινίσσεται… αυτούς που έχουν μεν βίο διεφθαρμένο, αλλά φορούν προσωπείο αρετής» (Σχ).
(4)   Δηλαδή με τέτοιο ένδυμα το οποίο θα φορούσαν, εάν ήταν πρόβατα (b). Παίρνουν την εξωτερική μορφή και το σχήμα του προβάτου, την απλότητα και ημερότητα του ζώου αυτού (δ).
(5)   Οι λύκοι για δήλωση των εχθρών του ποιμνίου του Θεού αναφέρονται μεταφορικά στην Π.Δ. (Ιεζ. κβ 27,Σοφον. γ 3. Δες και Ιω. ι 12 και Πράξ. κ 29).
«Αυτό που λέει σημαίνει το εξής· δεν έχουν τίποτα το ήμερο ούτε το γλυκύ· διότι το πρόβατο φτάνει μέχρι το δέρμα· για αυτό και είναι εύκολη η αναγνώριση» (Χ).
(6)   Ονομάζονται άρπαγες διότι με απληστία επιζητούν κέρδος και επιρροή (p). Σκοπός του έργου τους είναι η αρπαγή και η αισχροκέρδια και η απώλεια όσο περισσότερων προβάτων· διότι ο λύκος πνίγει τα πρόβατα όχι μόνο για να φάει, αλλά και για να χορτάσει την αιμοβόρο του και αρπαχτική διάθεση (δ).

Ματθ.7,16 ἀπὸ τῶν καρπῶν(1) αὐτῶν ἐπιγνώσεσθε(2) αὐτούς. Μήτι(3) συλλέγουσιν ἀπὸ ἀκανθῶν(4) σταφυλὴν ἢ ἀπὸ τριβόλων(4) σῦκα;
Ματθ.7,16 Θα τους καταλάβετε από τα έργα τους. Μήπως μαζεύουν από τ’ αγκάθια σταφύλια ή από τα τριβόλια σύκα;
(1)   Ο καρπός συνίσταται σε κάθετί που ο διδάσκαλος βγάζει από την καρδιά του στη γλώσσα του και στη διαγωγή του, σαν κάτι που χύνεται από την εσωτερική του ύπαρξη, όπως το γάλα, το οποίο η μητέρα δίνει από το στήθος της (b).
«Αν και νομίζουν (οι ψευδοπροφήτες) ότι διαφεύγουν την προσοχή, αλλά όμως εύκολα θα ελεγχθούν. Διότι είναι τέτοια η οδός την οποία πρόσταξα να βαδίζουν οι μαθητές μου, επίπονη και δυσπρόσιτη, ώστε να μην μπορούν οι υποκριτές να βαδίζουν σε αυτήν» (Ζ).
«Διότι αν και προφασίζονται ότι επιδεικνύουν σωστή ζωή, αλλά γρήγορα θα αλλάξουν μη θέλοντας να βαδίζουν την επίπονη οδό» (Σχ).
(2)   Γνωρίζω με ακρίβεια, με σαφήνεια (g).
(3)   «Το «μήτι» λέγεται αντί για το «άραγε» ερωτηματικά» (Ζ). Και εδώ, όπως συνήθως, δείχνει την πεποίθηση, την οποία έχει για το αντίθετο από αυτό που ρωτά (δ).
(4)   «Είδος αγκαθιού είναι και η τρίβολος» (Ζ). Αναφέρει δύο από τους χειρότερους θάμνους και δύο από τους άριστους καρπούς, για να καταδείξει το αδύνατο δημιουργίας καλού καρπού από κακή φύση (δ). Για το αγκάθι και τα τροβόλια να λέγονται μαζί δες Γεν. γ 18,Ωσηέ ι 8. Για τον όλο στίχο δες Ιακ. γ 12 (S).

Ματθ.7,17 οὕτω(1) πᾶν δένδρον(2) ἀγαθὸν(3) καρποὺς καλοὺς ποιεῖ, τὸ δὲ σαπρὸν(4) δένδρον καρποὺς πονηροὺς ποιεῖ.
Ματθ.7,17 Ένα καλό δέντρο κάνει καλούς καρπούς, ενώ το άχρηστο δέντρο κάνει άχρηστους καρπούς.
(1)   Βγάζει από τη μερική περίπτωση γενικό συμπέρασμα (L). Η πρόταση αυτή αναφέρεται στην αρνητική απάντηση που εννοείται από την ερώτηση. Δεν συλλέγουν από αγκάθια σταφύλι κλπ. Όπως δηλαδή αληθεύει το μεν, έτσι αληθεύει και το δε (δ).
(2)   Το παράδειγμα από το αγαθό και άχρηστο δέντρο βρίσκεται και στο Ιακ. γ 11,12, όπου έχουμε πιθανώς ηχώ της διδασκαλίας του Χριστού όπως μνημόνευσε αυτήν ο αδελφός του Κυρίου. Και ο ίδιος ο Χριστός φαίνεται, ότι όχι μία φορά χρησιμοποίησε το παράδειγμα αυτό (Ματθ. ιβ 33).
(3)   Κάθε δέντρο που έχει καλή φύση και καλούς χυμούς (δ).
(4)   «Σαπρό λέγεται όχι μόνο το σαπισμένο αλλά και το άχρηστο» (Ζ), ακατάλληλο για χρήση, ανωφελές (g) «κάθετί που δεν εκπληρώνει την ανάγκη του, το λέμε σαπρό» (Χ στην Ομιλ. 4 στην Α Τιμ.).

Ματθ.7,18 (1)οὐ δύναται(2) δένδρον ἀγαθὸν καρποὺς πονηροὺς ποιεῖν, οὐδὲ δένδρον σαπρὸν καρποὺς καλοὺς ποιεῖν(3).
Ματθ.7,18 Δεν μπορεί το καλό δέντρο να κάνει άχρηστους καρπούς ούτε το άχρηστο δέντρο να κάνει καλούς καρπούς.
(1)   Αξιοσημείωτη η χαρακτηριστική σημιτική μέθοδος του τρόπου παρουσίασης, πρώτα θετικά (στο σ. 17) και έπειτα αρνητικά (στο σ. 18)(S).
(2)   Όχι μόνο είναι γενικός κανόνας, αλλά και δεν μπορεί να γίνει αλλιώς (L). Κανόνας που δεν επιδέχεται εξαίρεση. «Πρόσεξε ότι δεν είπε ότι δεν θα μπορέσει, αλλά ότι όσο είναι σαπρό, δεν γεννά καλά» (Θφ).
(3)   «Ο Χριστός δεν λέει αυτό, ότι δηλαδή ο πονηρός είναι αδύνατον να μεταβληθεί, ή ο αγαθός δεν μπορεί να αλλάξει, αλλά όσο χρόνο θα συζεί με την πονηρία, δεν θα μπορέσει να παράγει καλό καρπό· διότι είναι μεν δυνατόν, ενώ είναι πονηρός να μεταβληθεί και να γίνει ενάρετος, παραμένοντας όμως στην πονηρία δεν θα παράγει καρπό καλό. Τι λοιπόν; Ο Δαβίδ δεν παρήγαγε καρπό πονηρό αν και ήταν αγαθός; Όχι παραμένοντας αγαθός, αλλά όταν μεταβλήθηκε· διότι εάν διαρκώς παρέμενε αγαθός, δεν θα ήταν δυνατόν να παράγει τέτοιο καρπό· διότι δεν θα τολμούσε να διαπράξει αυτά που διέπραξε, εάν παρέμενε στη συνήθεια της αρετής» (Χ).

Ματθ.7,19 πᾶν(1) δένδρον(2) μὴ ποιοῦν καρπὸν καλὸν ἐκκόπτεται καὶ εἰς πῦρ βάλλεται(3).
Ματθ.7,19 Κι όποιο δέντρο δεν κάνει καλούς καρπούς, το κόβουν και το ρίχνουν στη φωτιά.
(1)   Επαναλαμβάνονται εδώ ακριβώς τα λόγια του Ματθ. γ 2, που περιλαμβάνονται εκεί στο κήρυγμα του Βαπτιστή. «Θύμισε και τα λόγια του Ιωάννη… Διότι και εκείνος τα ίδια έλεγε, αναφέροντας προς αυτούς αξίνα και δέντρο που κόβεται και φωτιά άσβηστη» (Σχ).
(2)   Η αλληγορία συνεχίζεται (b).
(3)   «Επειδή δεν είπε μεν να τους τιμωρούν (τους ψευδοπροφήτες), αλλά μόνο να φυλάγονται από αυτούς, για να ενθαρρύνει εκείνους που βλάπτονταν από αυτούς και για να εκφοβίσει και να μεταβάλλει και αυτούς, τους προέβαλε την εκ μέρους του τιμωρία» (Χ). Απειλεί τους ψευδοπροφήτες με την τιμωρία που τους αναμένει, παρεκβαίνοντας ελαφρά από τη σειρά του λόγου.

Ματθ.7,20 ἄρα(1) γε ἀπὸ τῶν καρπῶν αὐτῶν(2) ἐπιγνώσεσθε αὐτούς.
Ματθ.7,20 Θα τους καταλάβετε, λοιπόν, από τους καρπούς των».
(1)   «Αυτό το «άρα» είναι αποδεικτικό, αντί να πει «οπωσδήποτε». Διότι αφού ανέφερε σειρά παραδειγμάτων και απέδειξε ότι θα αναγνωρίσουν αυτούς, προσθέτει ότι οπωσδήποτε, όπως αποδείχτηκε, θα τους καταλάβετε από τις κακές πράξεις τους» (Ζ).
(2)   Οι ψευδοπροφήτες παρά τα εξωτερικά προσχήματα ευσεβείας, νηστείας, προσευχής, ελεημοσύνης και ίσως και παρά τις διαμαρτυρίες τους για την ορθότητα της πίστης τους, θα αποκαλυφθούν, εάν όχι πάντοτε από τα κακά τους ήθη, τουλάχιστον όμως από τον κακό χαρακτήρα των προσπαθειών τους (L).

Στίχ. 21-29. Να εφαρμόζουμε τις εντολές του Θεού.

Ματθ.7,21 Οὐ πᾶς(1) ὁ λέγων(2) μοι Κύριε(3) Κύριε(4), εἰσελεύσεται εἰς τὴν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν(5), ἀλλ᾿ ὁ ποιῶν(6) τὸ θέλημα(7) τοῦ πατρός μου(8) τοῦ ἐν οὐρανοῖς (9).
Ματθ.7,21 Στη βασιλεία του Θεού δε θα μπει όποιος μου λέει “Κύριε, Κύριε”, αλλά όποιος κάνει το θέλημα του ουράνιου Πατέρα μου.
Η σύνδεση με τα παραπάνω: Οφείλουμε να προσέχουμε όχι μόνο από την αποπλάνηση που προέρχεται από άλλους (από τους ψευδοπροφήτες), αλλά πολύ περισσότερο πρέπει να προφυλαγόμαστε από την αποπλάνηση που προέρχεται από εμάς τους ίδιους· ψεύτικες ομολογίες μπορεί να είναι χειρότερες από τους ψευδοπροφήτες. «Διότι δεν θα μπει στην απόλαυση των ουρανίων αγαθών καθένας που πιστεύει σε μένα, αν δεν κάνει όσα λέω» (Ζ).
(1)   =Όχι κάθε ένας κλπ (b). Το «όχι καθένας» δεν έχει την ίδια σημασία με το κανένας όπως στο Ματθ. κδ 22, διότι η άρνηση δεν αναφέρεται στο ρήμα, αλλά στο καθένας, το οποίο περιορίζει (L).
(2)   Μπαίνει σε αντίθεση με το ακόλουθο «ο ποιων». Δες Α΄Κορ. θ 27,ιγ 1,2 (b).
(3)   Ο Ιησούς αναγνώριζε, ότι η θεία αυτή ονομασία οφειλόταν σε αυτόν (b). Κάποιες φορές χρησιμοποιήθηκε ο τίτλος αυτός ως φιλοφρονητική μορφή προσφώνησης προς τον Ιησού· αλλά εδώ ο τίτλος έχει την έννοια αυτού που έχει όλη την εξουσία από το Θεό στην έσχατη ημέρα. Δες τον επόμενο σ. (S).
(4)   Επαναλαμβάνεται δύο φορές το Κύριε, για ένδειξη του επίμονου και έντονου της επίκλησης και επομένως του μεγάλου βαθμού της μέσω του νου παραδοχής και αναγνώρισης του Σωτήρα ως Θεού (δ). Είναι δυνατόν να εξαπατούμε τους εαυτούς μας όσον αφορά στην ειλικρίνεια των εκφράσεών μας αφοσιώσεως προς το Χριστό. Μπορεί να είναι αυτές συχνές, ακόμη μάλιστα και θερμές, και όμως να μην έχουν αξία.
(5)   «Διότι δεν αρκεί μόνο η πίστη για τη σωτηρία, αν δεν συνυπάρχει και ζωή άξια της πίστης… Το να ονομάζει όμως κάποιος αυτόν Κύριο, είναι δείγμα μόνο πίστης» (Ζ).
(6)   Υπάρχει αντίθεση ανάμεσα σε αυτό το «ποιῶν» και το «εργαζόμενοι» του σ. 23 (b).
(7)   Το οποίο κηρύττω (b). «Εδώ νομίζω ότι κατηγορεί ιδίως τους Ιουδαίους, οι οποίοι στήριζαν το παν στα δόγματα, και δεν νοιάζονταν καθόλου για τον τρόπο ζωής τους… αλλά δεν έχεις καμμία πλέον ωφέλεια από αυτό, όταν δεν έχεις να επιδείξεις και τον τρόπο της ζωής και τα έργα» (Χ).
(8)   «Και πώς δεν είπε, αλλά αυτός που εκτελεί το θέλημα το δικό μου; Διότι τιμά τον Πατέρα και διότι δεν είναι άλλο το θέλημα του πατέρα από αυτό του υιού» (Ζ). Θέλει λοιπόν με αυτό να δείξει ότι σκοπός της έλευσής του στον κόσμο δεν ήταν η δική του δόξα, αλλά η του Πατέρα που δοξάζεται με την εκπλήρωση του θελήματός του (δ).
(9)   Κανείς λοιπόν που εναντιώνεται στο θέλημα του Θεού δεν θα μπει στους ουρανούς (b).

Ματθ.7,22 πολλοὶ(1) ἐροῦσί μοι(2) ἐν ἐκείνῃ τῇ ἡμέρᾳ(3)· Κύριε Κύριε, οὐ τῷ σῷ(4) ὀνόματι(5) προεφητεύσαμεν(6), καὶ τῷ σῷ ὀνόματι δαιμόνια ἐξεβάλομεν, καὶ τῷ σῷ ὀνόματι δυνάμεις(7) πολλὰς ἐποιήσαμεν(8);
Ματθ.7,22 Την ημέρα της κρίσεως πολλοί θα μου πουν: “Κύριε, Κύριε, δεν προφητέψαμε στο όνομά σου; Δε διώξαμε δαιμόνια στο όνομά σου; Δεν κάναμε τόσα θαύματα στο όνομά σου;”
(1)   «Λέει ακόμη πιο παράδοξο πράγμα, ότι δηλαδή ούτε αυτοί που κάνουν υπερφυσικά έργα και θαύματα δεν θα αξιωθούν αυτής της βασιλείας, εάν έχουν ανάξιο βίο. Διότι να και αυτοί, αν και έκαναν πολλά τέτοια, όμως θα διωχτούν, διότι δεν φρόντισαν τον τρόπο ζωής τους. Πολλοί, λέει, που ξεπέφτουν θα μου πουν αυτά και αυτά» (Ζ).
(2)   «Βλέπεις πώς εισάγει κατά τρόπο απαρατήρητο τον εαυτό του, επειδή υποδεικνύει τον εαυτό του ότι είναι κριτής; Διότι το ότι μεν θα τιμωρηθούν αυτοί που αμαρτάνουν, το φανέρωσε στα προηγούμενα· ποιος όμως είναι αυτός που τιμωρεί, το αποκαλύπτει λοιπόν εδώ. Και δεν είπε φανερά, ότι εγώ είμαι, αλλά είπε πολλοί θα μου πουν, δηλώνοντας και πάλι το ίδιο πράγμα» (Χ).
(3)   «Ημέρα εκείνη είπε αυτήν της κρίσεως, επειδή όλοι την γνωρίζουν και την προσδοκούν» (Ζ). Τεχνική εσχατολογική έκφραση που προήλθε από την προφητική γραμματεία της Π.Δ. Δες Μαλαχ. γ 17-18 (S). Η μεγάλη εκείνη ημέρα, με την οποία συγκρινόμενες όλες οι προηγούμενες ημέρες είναι μηδέν (b).
(4)   Η έμφαση και ο τόνος πέφτουν στη λέξη αυτή και στις τρεις φράσεις. Στο δικό σου (όνομα), δηλαδή αυτό του Κυρίου (b).
(5)   Η τριπλή επανάληψη της φράσης «τῷ σῷ ὀνόματι», η οποία μπαίνει μπροστά σε κάθε μία από τις 3 προτάσεις, δείχνει, ότι μπορούσαν αυτοί να βεβαιώσουν, ότι εξωτερικά απέδωσαν σεβασμό στον Ιησού ως Μεσσία (p). Η δοτική θα μπορούσε να εκληφθεί ως δοτική του οργάνου, το οποίο θα άρμοζε προκειμένου για εξορκισμούς και θαύματα που γίνονται με την επίκληση του θείου ονόματος. Αλλά πώς θα μπορούσε κάποιος να προφητεύσει διαμέσου του ονόματος του Θεού; Πρέπει λοιπόν να δεχτούμε, ότι εδώ το πρώτο ρήμα προφητεύσαμε δίνει τον τόνο και στο υπόλοιπο του στίχου και συνεπώς η έννοια της φράσης στο όνομά σου, είναι: λαμβάνοντας την ιδιότητα των απεσταλμένων του Ιησού (L).
Ή, εάν πάρουμε τη δοτική ως οργανική σημαίνει: μέσω της πίστης στο όνομά σου, με την θεωρητική παραδοχή σου ως Θεού (δ). Οι εκφράσεις της αφοσίωσης στο Χριστό μπορεί να υπήρξαν τόσο θερμές ώστε να επηρέασαν και τους άλλους στο αγαθό, να εκδίωξαν δαιμόνια και να παρήγαγαν θαυμαστά αποτελέσματα. Αλλά όλα αυτά μπορούν να είναι άχρηστα, διότι δεν έγιναν στο πνεύμα εκείνης της αγάπης, χωρίς την οποία κάθε ομολογία, που γίνεται και με τη γλώσσα ακόμη των αγγέλων δεν είναι καλύτερη από το χαλκό που βγάζει ήχο (Α΄Κορ. ιγ 1) (p).
(6)   Διακηρύξαμε με σαφήνεια τα μυστήρια της βασιλείας σου. Πρόσθεσε επίσης: Συγγράψαμε υπομνήματα και ερμηνευτικές παρατηρήσεις σε βιβλία και χωρία της Π. και της Κ.Δ., κηρύξαμε λαμπρούς λόγους κλπ. (b). Το να προφητεύει κάποιος δεν σημαίνει απλώς το να προλέγει τα μέλλοντα, αλλά και το να ερμηνεύει παλαιές προφητείες και το να κηρύττει τη διδασκαλία της Βασιλείας. Ο Παύλος στο Α΄Κορ. ιδ 1,3, εκφράζει την επιθυμία, αν είναι δυνατόν, όλοι οι πιστοί να προφήτευαν (S).
(7)   «Δυνάμεις ονόμασε τα υπερφυσικά έργα και τα θαύματα» (Ζ).
(8)   Η έννοια της ερώτησης είναι: Κύριε, δεν ήμασταν σε στενότατη με σένα σχέση, αφού γίναμε και φορείς και όργανα της δύναμής σου; Γιατί λοιπόν μας αποβάλλεις και μας καταδικάζεις; (δ). «Αλλά εκείνοι μεν θαυμάζουν διότι αν και έκαναν τέτοια θαύματα τιμωρήθηκαν. Εσύ όμως μη θαυμάζεις· διότι η χάρη προέρχεται ολόκληρη από τη δωρεά αυτού που τη δίνει. Εκείνοι όμως δεν πρόσφεραν τίποτα από τους εαυτούς τους· για αυτό και δίκαια τιμωρούνται, επειδή αποδείχτηκαν αχάριστοι και αναίσθητοι προς αυτόν που τους τίμησε έτσι, ώστε αν και ήταν ανάξιοι, να τους δώσει τη χάρη» (Χ).

Ματθ.7,23 καὶ τότε ὁμολογήσω(1) αὐτοῖς ὅτι οὐδέποτε(2) ἔγνων(3) ὑμᾶς· ἀποχωρεῖτε(4) ἀπ᾿ ἐμοῦ(5) οἱ ἐργαζόμενοι τὴν ἀνομίαν(6).
Ματθ.7,23 Και τότε θα τους πω κι εγώ: “ποτέ δε σας ήξερα· φύγετε μακριά μου, εσείς που αντιστρατεύεστε το νόμο του Θεού”».
(1)   Ομολογώ εδώ=φανερά διακηρύσσω, μιλώ ελεύθερα (g)· θα διακηρύξω καθαρά· η λέξη ίσως εκλέχτηκε, διότι πρόκειται για τη στιγμή κατά την οποία ο Ιησούς αναγνωρίζει και διακηρύσσει τους δικούς του σύμφωνα με το Ματθ. ι 32 (L). Μεγάλη εξουσία εκδηλώνεται με τον λόγο αυτόν· δες σ. 29 (b).
(2)   «Το ουδέποτε σας αναγνώρισα, το λέει εννοώντας ούτε τότε όταν θαυματουργούσατε» (Θφ). «Λέει δεν σας ξέρω από πού είστε, όχι διότι είπαν ψέμματα, αλλά διότι τη χάρη του Θεού την χρησιμοποίησαν για τα δικά τους θελήματα» (Β).
(3)   Το «σας γνώρισα» εδώ δεν δηλώνει: γνώρισα τι και ποιοι είστε, αλλά δεν αναγνώρισα εσάς ως μαθητές μου (δ).
«Τώρα μεν νομίζουν ότι είναι φίλοι μου, τότε όμως θα γνωρίσουν, ότι δεν τους έδωσα τη χάρη επειδή ήταν φίλοι… Διότι βέβαια και ο Βαλαάμ ήταν άσχετος και με την πίστη και με τον ενάρετο βίο· αλλ’ όμως ενήργησε σε αυτόν η χάρις για να ευεργετήσει άλλους… Επειδή λοιπόν τότε το κήρυγμα βρισκόταν στην αρχή του και ήταν ανάγκη να κάνει μεγάλη επίδειξη της δύναμής του, πολλοί και από τους ανάξιους έπαιρναν δώρα· αλλά όμως από τα θαύματα αυτά τίποτα δεν κέρδισαν εκείνοι, αλλά και περισσότερο τιμωρούνται» (Χ).
«Το να πάρει χάρισμα Θεού ή κάποια δωρεά και ο ανάξιος, δεν είναι καθόλου παράδοξο. Διότι ο Θεός στον καιρό της αγαθότητάς του και της μακροθυμίας του ανατέλλει τον ήλιό του σε πονηρούς και αγαθούς. Πολλές φορές λοιπόν δίνεται το χάρισμα και για ωφέλεια ή εκείνου του ίδιου που υποδέχεται το χάρισμα, μήπως τυχόν και συγκινηθεί από την αγαθότητα του Θεού και προτραπεί να ενδιαφερθεί ώστε να ευαρεστήσει το Θεό, ή και για ωφέλεια άλλων» (Β).
(4)   Ο Σωτήρας χρησιμοποίησε το ρητό του Ψαλμ. στ 9, το οποίο ο μεταφραστής του ευαγγελίου ελεύθερα μεταφράζει, χρησιμοποιώντας αντί για το απόστητε των Ο΄, το αποχωρείτε (δ).
(5)   Ακόμη μία φορά πρέπει να σημειώσουμε με ποια βασιλική βεβαιότητα μιλά ο Ιησούς για την εξουσία του ως του υπέρτατου Κριτή της ανθρωπότητας και υπονοεί ότι η αποπομπή από την παρουσία του αποτελεί τιμωρία έσχατης βαρύτητας.
(6)   Είναι αξιοσημείωτο και το τι καταδικάζει εδώ ως ανομία. Όχι πράξεις απάτης ή βίας, ή φιληδονίας, αλλά τις θρησκευτικές ομολογίες εκείνων οι οποίοι γνωρίζουν και δεν εκτελούν· οι οποίοι μπορούν να δουν, ίσως επίσης και να αισθανθούν την ωραιότητα της διδασκαλίας και του χαρακτήρα του, και μπορούν να εμπνεύσουν στους άλλους αγάπη για αυτά, την οποία όμως αυτοί δεν έχουν.

Ματθ.7,24 Πᾶς οὖν(1) ὅστις ἀκούει μου τοὺς λόγους τούτους(2) καὶ ποιεῖ αὐτούς, ὁμοιώσω(3) αὐτὸν ἀνδρὶ φρονίμῳ, ὅστις ᾠκοδόμησε τὴν οἰκίαν αὐτοῦ ἐπὶ τὴν πέτραν(4)·
Ματθ.7,24 Όποιος ακούει αυτά τα λόγια μου και τα τηρεί, αυτόν τον παρομοιάζω μ’ έναν συνετό άνθρωπο, που έχτισε το σπίτι του πάνω στο βράχο.
(1)   Επειδή από μόνα τα έργα κανονίζεται η σχέση του καθενός με το Θεό (δ), λοιπόν…
(2)   Δηλαδή τα λόγια της ομιλίας που προηγήθηκε (S). Αυτό υπαινίσσεται, ότι η επί του όρους ομιλία, αποτελεί ένα ενιαίο σύνολο και δεν απαρτίστηκε από αποσπάσματα που εκφωνήθηκαν σε διάφορες περιστάσεις και συγκεντρώθηκαν σε ένα σώμα από τον ευαγγελιστή (ο). Η ασφάλεια ή η κατάρρευση καθενός που άκουσε τα μόλις προ ολίγου λεχθέντα, εξαρτάται από την τήρηση ή μη αυτών. Η αξίωση είναι τρομερή και λέγεται, όπως και πριν, με τέτοια ήρεμη πεποίθηση σαν από διδάσκαλο ο οποίος ούτε κάποια σκιά αμφιβολίας δεν έχει για το κύρος του ή για την ύψιστη σπουδαιότητα για τους ακροατές του του μηνύματος το οποίο φέρνει (p).
(3)   Αυθεντική γραφή: ομοιωθήσεται. Ομοιώσω= θα διακηρύξω αυτόν όμοιο (δ). Θα τον παρομοιάσω. Λιγότερο πιθανή ερμηνεία: «Το να γίνει μεν κάποιος συνετός δεν γίνεται χωρίς τη βοήθεια και έμπνευση του Θεού. Για αυτό λέει· θα τον παρομοιάσω με άνδρα συνετό, αντί να πει θα συμβάλλω και θα βοηθήσω στο να μην πέσουν ούτε να καταστραφούν αυτά που χτίστηκαν από αυτόν. Όσον αφορά τον ανόητο όμως δεν θα τον παρομοιάσω πλέον εγώ, αλλά θα μοιάσει, εννοώντας κατά κάποιο τρόπο ότι ο ίδιος θα είναι αίτιος για τον εαυτό του για τη θρασύτητα και την τιμωρία» (Φώτιος).
(4)   «Πέτρα ονομάζει την ασφάλεια της διδασκαλίας του· διότι τα προστάγματά του είναι ισχυρότερα από την πέτρα και τοποθετούν τον άνθρωπο ψηλότερα από όλα τα ανθρώπινα κύματα· διότι αυτός που φυλάσσει αυτά με ακρίβεια, όχι μόνο θα διασωθεί από τους ανθρώπους που θέλουν να τον βλάψουν, αλλά και από αυτούς τους δαίμονες που τον επιβουλεύονται» (Χ).
Η μεταφορά της οικοδομής είναι ειδικά πετυχημένη. Ο άνθρωπος δεν στήνει κάποια σκηνή για λίγες ώρες ή για λίγες μέρες, με την πιθανότητα να μπορέσει να μετακινήσει αυτήν σε περίπτωση κινδύνου, αλλά χτίζει σπίτι, για να μένει σε αυτό μόνιμα με την βεβαιότητα, ότι μπορεί κάποτε να παρουσιαστεί κίνδυνος. Ο καθένας από εμάς χτίζει τον χαρακτήρα του, και ο χαρακτήρας αυτός είναι το μόνο το οποίο παίρνει κάποιος μαζί του στον άλλο κόσμο. Και η εκλογή, την οποία πρόκειται να κάνει, είναι όχι ανάμεσα στο να χτίσει ή να μην χτίσει, διότι πρέπει να χτίσει κάτι, αλλά ανάμεσα στο να χτίσει καλά ή να χτίσει κακά. Η μόνη όμως οδός του να χτίσει καλά, είναι να χτίσει πάνω στην πέτρα της διδασκαλίας και του παραδείγματος του Χριστού.

Ματθ.7,25 καὶ κατέβη ἡ βροχὴ(1) καὶ ἦλθον οἱ ποταμοὶ(2) καὶ ἔπνευσαν οἱ ἄνεμοι(3) καὶ προσέπεσον τῇ οἰκίᾳ ἐκείνῃ, καὶ οὐκ ἔπεσε(4)· τεθεμελίωτο γὰρ ἐπὶ τὴν πέτραν(5).
Ματθ.7,25 Έτσι, όταν ήρθε η βροχή και πλημμύρισαν τα ποτάμια και φύσηξαν οι άνεμοι και έπεσαν ορμητικά πάνω σ’ εκείνο το σπίτι, δεν γκρεμίστηκε, γιατί είχε θεμελιωθεί πάνω στο βράχο.
(1)   Πάνω στη στέγη του σπιτιού (b).
(2)   Στη βάση του σπιτιού (b).
(3)   Στις πλευρές του πνευματικού μας οικοδομήματος (b). «Βροχή εδώ και ποταμούς και ανέμους ονόμασε μεταφορικά τις ανθρώπινες συμφορές και δυστυχίες, όπως τις συκοφαντίες, τις επιβουλές, τα πένθη, τους θανάτους, τις απώλειες των συγγενών, τους επηρεασμούς από τους ξένους και όλα τα κακά που θα μπορούσε να πει κάποιος στη ζωή» (Χ).
(4)   «Και δες, σε παρακαλώ, αμέσως τους αποστόλους, πάνω στους οποίους ξεχύθηκαν πολλές μεν επιβουλές και ξέσπασαν μύριες κακοκαιρίες συμφορών, αλλά δεν μπόρεσαν να ανατρέψουν τον πύργο της ψυχής τους, αλλά ενώ τα σώματά τους καταστρέφονταν, στο φρόνημα έμεναν απόρθητοι και αήττητοι» (Ζ).
(5)   «Δηλαδή να στηρίζεται στην πίστη του Χριστού, ώστε να μένει ασάλευτος στις βροχές και τους ανέμους και τα χτυπήματα των ποταμών. Διότι την σταθερότητα στους πειρασμούς και σε αυτούς που προέρχονται από τους ανθρώπους και σε αυτούς που στέλνονται από επάνω, μάς την έδειξε ο Κύριος με αυτούς τους λόγους της παραβολής» (Β).

Ματθ.7,26 καὶ πᾶς ὁ ἀκούων μου τοὺς λόγους τούτους καὶ μὴ ποιῶν αὐτοὺς ὁμοιωθήσεται(1) ἀνδρὶ μωρῷ(2), ὅστις ᾠκοδόμησε τὴν οἰκίαν αὐτοῦ ἐπὶ τὴν ἄμμον(3)·
Ματθ.7,26 Κι όποιος ακούει αυτά τα λόγια μου, μα δεν τα τηρεί στην πράξη, μοιάζει μ’ έναν άμυαλο άνθρωπο, που έχτισε το σπίτι του πάνω στην άμμο.
(1)   «Δεν είπε, θα τον παρομοιώσω εγώ, αλλά θα γίνει όμοιος από μόνος του» (Θφ).
(2)   «Σωστά τον ονόμασε ανόητο· διότι τι θα μπορούσε να γίνει πιο ανόητο από κάποιον που χτίζει σπίτι στην άμμο, και υπομένει μεν τον κόπο, αλλά στερείται τον καρπό και την ανάπαυση;» (Χ).
(3)   Η οποία συχνά φαίνεται όμοια με βράχο, αλλά δεν έχει την ίδια στερεότητα (b).
«Αυτό λοιπόν θέλει τώρα να πει, ότι δηλαδή καθένας που έμαθε τις εντολές μου και δεν έχτισε πάνω σε αυτές σαν σε σταθερό θεμέλιο τις πράξεις του, δηλαδή δεν ζει όπως αυτές προτρέπουν, αλλά βαδίζει άλλο δρόμο, είναι ανόητος διότι κουράζεται μάταια· διότι σε καιρό δυσκολίας γίνεται ευάλωτος σε κάθε είδους πειρασμούς» (Ζ).

Ματθ.7,27 καὶ κατέβη ἡ βροχὴ καὶ ἦλθον οἱ ποταμοὶ καὶ ἔπνευσαν οἱ ἄνεμοι(1) καὶ προσέκοψαν(2) τῇ οἰκίᾳ ἐκείνῃ, καὶ ἔπεσε, καὶ ἦν ἡ πτῶσις αὐτῆς μεγάλη(3).
Ματθ.7,27 Έτσι, όταν ήρθε η βροχή και πλημμύρισαν τα ποτάμια και φύσηξαν οι άνεμοι κι έπεσαν πάνω σ’ εκείνο το σπίτι, αυτό γκρεμίστηκε· και η πτώση του έγινε με πάταγο μεγάλο».
(1)   Είναι σπάνιο ο άνεμος να ανατρέψει κάποιο σπίτι. Αλλά εκτός του ότι ο άνεμος είναι πολλές φορές ασυναγώνιστος συνοδός μεγάλων βροχών, γίνεται μερικές φορές αρκετά βίαιος, ώστε να ρίχνει στέγες, ακόμη και τοίχους από τούβλα όχι ψημένα, όπως συνέβη στην Ιεριχώ το 1912 (L).
(2)   Αντί για το ρήμα προσέπεσον του σ. 25. Η μόνη διαφορά, για την οποία είναι ακριβέστερο εδώ το προσκόπτω, είναι ότι παριστάνει τις χριστιανικές αυτές ιδέες ως πρόσκομμα, ως εμπόδιο στους πειρασμούς, και για αυτό ζητούν αυτοί με κάθε τρόπο την απομάκρυνσή τους από τη μέση (δ).
(3)   Ήταν πράγματι μεγάλη διότι ήταν ολοκληρωτική (b). Το μεγάλη δεν σημαίνει ότι και το οικοδόμημα ήταν μεγάλο, αλλά ότι ολόκληρο το οικοδόμημα κατέπεσε ώστε η κατάρρευση υπήρξε πλήρης.
Επιπλέον «πέφτει προκαλώντας πολλή συμφορά. Διότι ο κίνδυνος δεν είναι για τυχαία πράγματα, αλλά για την ψυχή, για την πτώση από τους ουρανούς και τα αθάνατα εκείνα αγαθά» (Χ).
«Διότι δεν έπεσε από τη δόξα, ούτε από τον πλούτο και κάποια τέτοια άλλη ανθρώπινη ευημερία, αλλά από την πίστη στο Χριστό» (Ζ).
«Με τη φράση «και ήταν η πτώση της μεγάλη», τελειώνει τα καλά αυτά παραγγέλματα με το κατάλληλο τέλος και πείθει τους πάρα πολύ απίστους να αποφεύγουν την κακία επί τη βάση των παρόντων πραγματων» (Χ), Βλέπουμε από το παρόν παράδειγμα, ότι δεν είναι αναγκαίο για κάθε λόγο να καταλήγει σε παρηγορητικό ύφος (b).

Ματθ.7,28 Καὶ ἐγένετο(1) ὅτε συνετέλεσεν(2) ὁ Ἰησοῦς τοὺς λόγους τούτους, ἐξεπλήσσοντο(3) οἱ ὄχλοι(4) ἐπὶ τῇ διδαχῇ(5) αὐτοῦ·
Ματθ.7,28 Όταν τελείωσε ο Ιησούς μ’ αυτά τα λόγια, ο κόσμος είχε εντυπωσιασθεί βαθιά από τη διδασκαλία του.
(1)   Εβραϊκός τρόπος έκφρασης. «Συνηθίζουν οι Εβραίοι στις αρχές πολλές φορές των διηγήσεων να βάζουν απλώς το «εγένετο»» (Ζ).
(2)   Αυθεντική γραφή: ετέλεσε. Συντέλεσε=τελείωσε ολοκληρωτικά, έφερε στο τέλος, ολοκλήρωσε (g).
(3)   «Επειδή ήταν ελέυθεροι από φθόνο και πονηρία» (Ζ). Ο παρατατικός δηλώνει την διάρκεια του συναισθήματος (δ).
(4)   «Όχι κάποιοι από τους άρχοντες, ούτε από τους γραμματείς, αλλά όσοι ήταν απαλλαγμένοι από κακία και είχαν αμερόληπτη γνώμη» (Χ).
(5)   Ο θαυμασμός του όχλου αιτία είχε πρώτον τη διδασκαλία του (δ).

Ματθ.7,29 ἦν γὰρ(1) διδάσκων(2) αὐτοὺς ὡς ἐξουσίαν ἔχων(3), καὶ οὐχ ὡς οἱ γραμματεῖς(4).
Ματθ.7,29 Γιατί τους δίδασκε με αυθεντία, κι όχι όπως οι γραμματείς.
(1)   «Έπειτα λέει και την αιτία της έκπληξης» (Ζ). Γιατί η διδαχή του τούς εξέπληττε; Διότι…
(2)   ἦν διδάσκων= εξακολουθούσε να διδάσκει, διαρκώς και για πολύ δίδασκε αυτούς με εξουσία (δ).
(3)   «Εκπλήσσονταν κυρίως από την εξουσία του· διότι δεν έλεγε όσα έλεγε, αναφερόμενος σε άλλον, όπως ο προφήτης Μωϋσής, αλλά παντού παρουσιαζόταν ότι αυτός είχε το κύρος από μόνος του· διότι όταν νομοθετούσε, συνεχώς πρόσθετε, εγώ όμως σας λέω. Και υπενθυμίζοντας εκείνη την ημέρα, τον εαυτό του παρουσίαζε ως δικαστή και για τις τιμωρίες και για τις τιμές.
Αν και ήταν φυσικό να θορυβηθούν από αυτό· διότι αν τον λιθοβολούσαν οι γραμματείς και κυριεύονταν από μανία βλέποντάς τον να παρουσιάζει την εξουσία του με τα έργα, πώς δεν ήταν φυσικό να σκανδαλίζονται αυτοί τώρα που φανέρωνε αυτήν μόνο με τα λόγια του, και μάλιστα όταν έλεγε αυτά στην αρχή της αποστολής του και προτού αυτοί να λάβουν πείρα της δύναμής του; Αλλά όμως δεν έπαθαν τίποτα από αυτά. Διότι όταν η ψυχή και η διάνοια έχουν αγαθή διάθεση, εύκολα πιστεύουν στα λόγια της αλήθειας» (Χ).
(4)   Στους οποίους ο λαός ήταν συνηθισμένος και οι οποίοι δεν είχαν καμία εξουσία (b). «Οι γραμματείς αυτά που δίδασκαν τα ανέφεραν στο νόμο και στους προφήτες· δηλαδή ότι ο νόμος προστάζει το τάδε και οι προφήτες λένε τα τάδε» (Ζ)· ή, αναφέρονταν σε κάποια παράδοση ή σε λόγο φημισμένο κάποιου διδασκάλου (p). Αυθεντική γραφή: οι γραμματείς αυτών.

Η ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΣΤΟ ΔΕΥΤΕΡΟ ΜΕΡΟΣ, ΣΤΗ ΔΕΥΤΕΡΗ ΑΝΑΡΤΗΣΗ

Η άγνοια του Θεού σκοτώνει την παρουσία του Θεού μέσα μας, ιδιαίτερα μάλιστα

όταν η άγνοια είναι ηθελημένη και συνειδητή. Ένα άγνωστο πρόσωπο είναι νεκρό

πρόσωπο. Τα πρόσωπα που δεν θέλουμε να γνωρίσουμε δεν υπάρχουν για μας. Δεν

μας επηρεάζουν, δεν μας αλλάζουν, δεν μας αφορούν. Τα πρόσωπα που αγνοούμε

είναι για μας νεκρά και αδιάφορα. Μπορεί να ξέρουμε για την ύπαρξή τους, αλλά,

αφού δεν μας ενδιαφέρει να τα γνωρίσουμε, δεν ζωντανεύουν αυτά τα πρόσωπα για

μας ποτέ. Έτσι γίνεται και με τον Χριστό. Μπορεί να γνωρίζουμε ότι υπάρχει. Αν

δεν ενδιαφερθούμε να γνωριστούμε μαζί Του προσωπικά, θα μείνει για μας ένα

πρόσωπο άγνωστο και στην πραγματικότητα νεκρό.

Η γνωριμία με το Χριστό επιτυγχάνεται μέσα από τη συνομιλία μαζί Του και μέσα

Από την ένωσή μας με το πανάγιο πρόσωπό Του. Η συνομιλία με το Χριστό είναι

η προσευχή και η ένωση μαζί Του, είναι τα μυστήρια της Εκκλησίας.

Η λησμοσύνη του Θεού επίσης, Τον φονεύει μέσα στην ψυχή μας και Τον εξαφανίζει

σιγά-σιγά από τη ζωή μας. Χωρίς να το καταλάβουμε πολλές φορές βάζουμε το Θεό στο περιθώριο. Γίνεται ο Χριστός ένα πρόσωπο στις υποσημειώσεις της καθημερινότητάς μας. Μία παραπομπή στα αζήτητα κεφάλαια της ζωής μας. Ένα

πρόσωπο συμπαθές, αλλά απόμακρο. Μάθαμε κάποτε λίγα πράγματα γι’ Αυτόν, αλλά

δεν επιθυμούμε να μάθουμε Αυτόν τον Ίδιο. Τον θυμόμαστε σε κάποια δυσκολία, στην αρρώστια, στον πειρασμό, στον πόνο. Τον λησμονούμε, όμως, μετά. Μπορούμε να ζούμε χωρίς Εκείνον. Ο Χριστός δεν είναι ζωντανός κάθε δευτερόλεπτο που περνάει για μας. Είναι ένα ξύλινο πρόσωπο, σαν τις ξύλινες εικόνες που Τον εικονίζουν και τις προσκυνάμε αραιά και που. Ένα ξύλινο πρόσωπο κλεισμένο σ’ ένα ξύλινο κουτί, που το βάζουμε στα πιο ψηλά ράφια μαζί με τα υπόλοιπα άχρηστα και αζήτητα. Ο Χριστός γίνεται μία μούμια του παρελθόντος, σκονισμένη, νεκρή, παλιομοδίτικη, ξεπερασμένη. Μία μούμια, που πολλές φορές μπορεί να προκαλεί φόβο και αποστροφή.

Αν όμως, γνωρίσουμε το Χριστό αληθινά, αν Τον βάλουμε στη σκέψη και στην προσευχή μας όσο γίνεται πιο συχνά, ει δυνατόν και αδιάκοπα, αν Τον αγαπήσουμε παράφορα, όπως μα ς αγαπάει κι Εκείνος, αν αφεθούμε σε μία ένωση μαζί Του, τότε θα γίνει ο θησαυρός μας! Θα ζωντανέψει μέσα μας. Θα φέρει στην ύπαρξή μας την αληθινή ζωή, γιατί ο Ίδιος είναι η Ζωή. Αν θέλουμε πραγματικά να γίνουμε κληρονόμοι της δικής Του περιουσίας και Βασιλείας, ας γίνουμε φίλοι Του, αδέλφια Του και παιδιά Του. Ας γινόμαστε ένα μ’ Εκείνον που έγινε ένα μ’ εμάς. Ας Τον ποθούμε και ας Τον ψάχνουμε, διότι τότε θα κληρονομήσουμε την αδιάσπαστη σχέση μαζί Του, που αυτή είναι η Σωτηρία, η Λύτρωση και ο Παράδεισος.

(αρχιμ. Αστερ;iου Xατζηνικολάου, Η οδός του Κυρίου, εκδ. Σωτήρ, σελ. 24-26)

Ένα καλόψυχο παλληκάρι που είχε αλιευτικό καΐκι και ψάρευε στον Πατραϊκό κόλπο και στο Ιόνιο πέλαγος, έφυγε αιφνίδια για την άλλη ζωή πριν λίγα χρόνια.

Ήταν πολύ ελεήμων. Όταν το πρωί γύριζα από το ψάρεμα, πριν πάει στο μαγαζί , πήγαινε σε φτωχογειτονιές και έδινε σε φτωχές οικογένειες ψάρια!

Καταλαβαίνει κανείς πόσο πόνεσαν όλοι στον αποχωρισμό του και ιδιαίτερα οι γονείς και τ’ αδέλφια του.

Όμως πιστοί άνθρωποι καθώς είναι, δεν κλονίστηκε η Πίστη τους στην αγάπη του Θεού. Μάλλον ενισχύθηκε όταν αξιώθηκε η καλή του μητέρα να δει σε ενύπνιο τον νέο, μέσα στο φως και την χαρά του Θεού να την διαβεβαιώνει για την αγάπη του Χριστού. Τέσσερις φορές της επανέλαβε την φράση:

- Μάνα, αν ήξερες πόσο μας αγαπά ο Θεός εμάς τους ανθρώπους!

Ποιος ξέρει τι βλέπει και τι θαυμάζει η ωραία αυτή ψυχή επάνω στους Ουρανούς…

Θα έπρεπε να μας πείθει για αυτήν την Αγάπη η Δημιουργία μέσα στην οποία εκτυλίσσεται η ζωή μας, η Πρόνοια και η Προστασία του Θεού σε εμάς, και το αποκορύφωμα της Σταυρικής Του Θυσίας… Στην εποχή μας δε, και …η υπομονή που κάνει μαζί μας!

Παρ’ όλα αυτά, για να μας βοηθήσει ακόμη περισσότερο, παραχωρεί και μηνύματα απ’ τον Ουράνιο κόσμο. Και “οι κεκοιμημένοι μαρτυρούν και επιβεβαιώνουν την ασύνορη αυτή αγάπη”!

Είθε να την νοιώσουμε όλοι μας και ν’ ανταποκριθούμε. Αμήν.

(Από το βιβλίο: «ΕΚΦΡΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΥ ΚΟΣΜΟΥ Ουράνια μηνύματα Θαυμαστά γεγονότα»

ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΒΑΡΝΑΚΟΒΑΣ ΔΩΡΙΔΑ 2009)

Όχι βέβαια για ν’ απαριθμήσω στον Θεό τις αρετές μου.

Όχι για να καυχηθώ για τα έργα μου.

Όχι για να ικανοποιήσω τη συνείδησή μου, ότι δεν παρέλειψα το "καθήκον"

της προσευχής.

Όχι για να κατακρίνω τους άλλους "αμαρτωλούς", που συνάντησα στο δρόμο μου.

Όχι για ν’ αρχίσω ή να τελειώσω "θρησκευτικά" τη μέρα μου.

Αλλά, για να ζητήσω απ’ τον Πολυεύσπλαχνο να καλύψει με το πολύ έλεός Του:

τα πολλά σφάλματά μου,

τα ατελή και ελλιπή έργα μου,

την έλλειψη αγάπης και κατανοήσεως των αδελφών μου,

τις πολλές μου αμαρτίες.

Γι’ αυτό προσεύχομαι: Για ν’ ανανεώσω τη συναίσθηση της αμαρτωλότητός μου,

αλλά και την εμπιστοσύνη μου στο έλεος του Θεού. Πάντοτε, όταν προσεύχομαι,

πρέπει να νοιώθω απ’ το ένα μέρος τον εαυτό μου κρινόμενο μπροστά στον άγιο

Θεό. Και από το άλλο να νοιώθω ότι πέφτω με εμπιστοσύνη στα χέρια του Πατέρα,

που δέχεται ξανά στη στοργική αγκαλιά Του ένα παιδί που μετανοεί.

"Κύριε δίδαξον υμάς προσεύχεσθαι" [Λουκ. ια΄1].

("Δευτερόλεπτα της ψυχής", σσ.26-27, επισκόπου Ευθ. Στύλιου, εκδ. Αποστολική Διακονία)

Τις μέρες αυτές τρέχοντας για θέματα της υγείας μου, σε γιατρούς και νοσοκομεία, από εξετάσεις σε εξετάσεις, σενάρια και ερμηνείες αποτελεσμάτων, σκέφτηκα για ακόμη μια φορά, πως μπορεί να αισθάνεται ένας άνθρωπος που μετα από κάποιο ιατρικό έλεγχο, ο γιατρός του ανακοινώνει, «δυστυχώς τα νέα δεν είναι καλά. Έχετε καρκίνο....» ή ακόμη πιο τραγικά, «σας μένουν 3 ή 6 μήνες ζωής».Πως αντέχει μια ανθρώπινη ψυχή σε τέτοια ακούσματα;
Έλεγε ο άγιος Παίσιος, «Πάντως ἄλλο εἶναι νὰ μαθαίνεις ὅτι ἀρρώστησε κάποιος καὶ ἄλλο εἶναι νὰ ἀρρωσταίνεις ὁ ἴδιος. Τότε καταλαβαίνεις τὸν ἄρρωστο. Ἄκουγα «χημειοθεραπεῖες» καὶ νόμιζα ὅτι εἶναι «χυμοθεραπεῖες», δηλαδὴ ὅτι κάνουν στοὺς καρκινοπαθεῖς θεραπεία μὲ χυμούς, μὲ φυσικὲς τροφές! Ποῦ νὰ ξέρω; Τώρα ὅμως κατάλαβα τί ταλαιπωρία εἶναι».
Προσωπικά, δεν πιστεύω οτι μπορεί κάποιος να αντέξει σε μια τέτοια ανακοίνωση και κατόπιν να αντιμετωπίσει, (όπως και το θάνατο του παιδιού του) αυτή την ασθένεια, δίχως την Χάρι του Θεού, ασχέτως εάν κάποιος πιστεύει ή δεν πιστεύει στον Θεό. Εάν  πάει ή δεν πάει στην εκκλησία. Αυτή η Χάρις είναι δωρεά ενίσχυση και παραμυθία της απρουπόθετης αγάπης του Θεού. Και κάτσε εσύ, να υπολογίζεις τις ενέργειες και την αγάπη του Θεού με μαθητικές λογικές και αναλύσεις. Ε, δεν θα καταλάβεις ποτέ τον Θεό. Αποδέξου το, σε ξεπερνάει η παραδοξότητα των δρόμων Του.
Θα συμφωνήσω απόλυτα με αυτό που έλεγε ο άγιος Παίσιος, οτι ο «καρκίνος θα γεμίσει των παράδεισο με μάρτυρες». Γιατί για μάρτυρες πρόκειται. Όχι μόνο για τον πόνο που επωμίζονται και τα μαρτύρια στα οποία υποβάλλονται ψυχικά και σωματικά, μα διότι με τον αγώνα τους προασπίζονται την αξία και ιερότητα της ζωής. Και όποιος παλεύει για την ζωή, συνειδητά ή όχι, δίνει μαρτυρία Θεού.
 Γι αυτό πολύ σωστά αναφέρει ο Σ. Ζουμπουλάκης, «δεν δέχομαι κανένα κήρυγμα περί αναστάσεως πάρα μονάχα απο  καρκινοπαθή δ΄ βαθμού».
Η ασθένεια, έλεγε η Σιμόν Βέιλ, έρχεται να μας φανερώνει οτι είμαστε ένα «τίποτα». Σαφέστατα δεν εννοεί ένα ψυχολογικό τίποτα. Αλλά ένα οντολογικό. Δηλαδή η ασθένεια μας θυμίζει την κτιστότητα και φθαρτότητα μας. Οτι έχουμε υπαρκτικά όρια.
Αισθάνομαι, οτι εκεί διαδραματίζεται όλη η σχέση μας με την ασθένεια, τον εαυτό μας και τον Θεό. Εάν η αρρώστια με διδάξει οτι είμαι ένα «τίποτα» που αξίζει πολλά. Οτι αυτό το θνητό πλάσμα, που φοβάται, ταράζεται, αμαρτάνει, πεθαίνει, το αγαπάει πολύ ο Θεός. Δεν είναι εύκολο, και μάλιστα την στιγμή που είσαι στην κόλαση και καίγεσαι από την αρρώστια και τον ψυχικό εγκλωβισμό. Ωστόσο αυτή είναι η μόνη παρηγοριά σε έναν απαρηγόρητο πόνο. Οτι ο Θεός είναι πάσχων μαζί μου και με αγαπάει πολύ. Αγωνίζομαι να προασπιστώ την ζωή που μου χαρίστηκε, απέναντι στο θάνατο που την απειλεί.
Σαφέστατα δεν αντιδρούν όλοι οι άνθρωποι σε ίδιες καταστάσεις με τον ίδιο τρόπο,    πόσο δε μάλλον όταν εκείνες είναι οριακές. Ακόμη όμως κι αυτή η ιδιορρυθμία, ο θυμός ή πολλές φορές φαινομενική σκληρότητα ή απιστία με την οποίοι πολλοί αμύνονται απέναντι στην απειλή της ασθένειας, για μένα είναι «ιερές» καταστάσεις. Διότι είναι οι τρόποι που σταυρωμένοι άνθρωποι φωνάζουν με ένα ιδιόρρυθμο τρόπο, ένα βαθύ υπαρξιακό «διψώ», πάνω από τον σταυρό τους. Αυτό, μόνο να το σέβομαι μπορώ και θέλω.
Αυτοί οι άνθρωποι, βαδίζουν στο μονοπάτι μιας ιδιότυπης «αγιότητας».Όχι την «αγιότητα» της δύναμης και ισχύς, αλλά εκείνη της αδυναμίας, της ευαισθησίας, των δακρύων, του φόβου που ξέρει να ελπίζει, του λίγου που γίνεται πολύ, της πίστης που χάνεται και βρίσκεται ως εμπιστοσύνη, του παραπόνου που μεταμορφώνεται στο «ας γίνει το θέλημα σου....». Μιας θρυμματισμένης «αγιότητας», που αγκαλιάζει όλα τα συναισθήματα και τα μεταμορφώνει. Εκεί το δάκρυ δεν είναι ντροπή ή ολιγοπιστία, το «γιατί» αμαρτία και απειλή κολάσεως. Μια «αγιότητα» που κατανοεί την αδυναμία, το κτιστό, το φθαρτό, που το αγκαλιάζει, το μεταμορφώνει και το σώζει.
Στην εποχή που ζούμε, ο «άγιος» δεν θα είναι ο νικητής, ο τροπαιούχος, ο δυνατός και κραταιός, αλλά εκείνες οι θρυμματισμένες ψυχές, οι σταυρωμένοι άνθρωποι, που ήσυχα, καρτερικά και αθόρυβα, κουβαλάνε τον σταυρό της ζωής τους. Ο άγιος στέκεται γυμνός σε ενα κόσμο που ντύνει και μασκαρεύει τις ανασφάλειες του με εξουσία και δύναμη. Ο άγιος πορεύεται μονάχα με την πίστη του, σε ενα κόσμο που θέλει ολα να τα εξηγήσει. Αυτό δεν γίνεται. Η πιο μεγάλη προσευχή, ειναι το "δεν ξέρω, δεν καταλαβαίνω, σου παραδίδομαι Κύριε..."
Λέει ο Ζουμπουλάκης, για την πολύπαθη αδελφή του Γιούλα: «Η αδερφή μου τα άξιζε όλα και δεν είχε τίποτα, ούτε υγεία, ούτε σταδιοδρομία ούτε κοινωνική αναγνώριση ούτε χρήματα ούτε τίποτε. Και όμως ήταν γεμάτη καλοσύνη για όλους. Αόργητη και αμνησίκακη. Ένα σχολείο καλοσύνης και αγάπης... Αν υπάρχει παράδεισος, είμαι απολύτως βέβαιος οτι η αδερφή μου βρίσκεται εκεί. Επιτέλους χωρίς γιατρούς και φάρμακα, μέσα στην χαρά της θέας του δεσποτικού προσώπου και τη ζεστασιά της κοινότητας των αληθινών αγίων...»

π. Χαράλαμπος Παπαδόπουλος

“Καλώς την κ. Θεώνη”,

είπε ο παπάς βλέποντάς την...
Την ήξερε καλά τη Θεώνη ο πνευματικός. Ήταν από τις περιπτώσεις που υποκλίνεσαι μπροστά τους. Άνθρωπος του Θεού, με γνήσια αγάπη απέναντί Του, με καλή και ευσεβή πολύτεκνη οικογένεια, με διάθεση ελεήμονα, τόσο που δεν υπήρχε άνθρωπος να κτυπήσει τη θύρα της και να μη βρεί μια ανοιχτή αγκαλιά, ένα πιάτο φαΐ, την παρηγοριά και τη στοργή. Γι' αυτό και παραξενεύτηκε για την περασμένη ώρα, αλλά και από τη θέα του προσώπου της φαινόταν συντετριμμένη.
“Πάτερ, δεν θα σας απασχολήσω πολύ. Δεν ξέρω κάν αν είναι κανονική εξομολόγηση αυτό που θέλω. Νιώθω όμως την καρδιά μου πολύ βαριά από κάτι που συνέβη, και αισθάνομαι την ανάγκη να σας το πώ, για να με καθοδηγήσετε. Δεν ξέρω αν είναι αμαρτία αυτό που έκανα. Δημιουργήθηκε όμως μεγάλη ένταση στην οικογένεια”.
...
“Λοιπόν, πάτερ. Πριν λίγες ημέρες βρεθήκαμε στο εξοχικό που έχουμε στην Κόρινθο. Θα έχετε υπόψη σας – έχετε έλθει άλλωστε και το έχετε δεί – ότι πολύ κοντά στο σπίτι μας εκεί, υπάρχει ένα παλιό ξωκκλήσι. Αφιερωμένο στον Άγιο Γεώργιο το μεγαλομάρτυρα – μεγάλη η χάρη Του! Κόντευε μεσημέρι, όταν φτάσαμε, κι ήμασταν όλοι μαζί. Ξέρετε την αγάπη που τρέφει όλη η οικογένεια για τον άγιο, και γι' αυτό θεώρησα υποχρέωση μου, πριν κάνω οτιδήποτε άλλο στο σπίτι, να πάω να προσκυνήσω. Τα παιδιά βέβαια ήταν πεινασμένα κι έπρεπε να μαγειρέψω. Πετάχτηκα λοιπόν στον άγιο, προσκύνησα, μα σαν είδα τη σκόνη, τις αράχνες, την εγκατάλειψη..., θέλησα λίγο να συγυρίσω. Μου φάνηκε ότι ήταν ιεροσυλία να αφήσω τον οίκο του Θεού και τον άγιο χωρίς φροντίδα. Πίστεψα ότι αυτό ήταν το θέλημα του Θεού. Πρώτα δεν πάει η αγάπη στον Θεό και έπειτα στους ανθρώπους; Άρχισα λοιπόν το συγίρισμα και το καθάρισμα. Τα παιδιά ήλθαν να με βρούνε. Φωνάζανε γιατί πείναγαν. Τους εξήγησα ότι σε λίγο θα έλθω, αλλά προηγείται ο άγιος. Προηγείται ο Θεός. Συνέχισα να καθαρίζω, άναψα τα καντήλια, έκαψα και λίγο λιβάνι να μυρίσει ουρανό, και με ικανοποίηση στην καρδιά, έφτασα στο σπίτι”.
Ο ιερέας είχε σκύψει το κεφάλι και άκουγε. Ζούσε την όλη εικόνα που περιέγραφε η Θεώνη και είχε καταλάβει το τι είχε τελικά διαδραματιστεί.
“Κι όταν γυρίσατε, θα έγινε...χαμός, απ' ότι καταλαβαίνω, κ. Θεώνη”.
“Η λέξη χαμός δεν λέει τίποτε, πάτερ. Σαν να είχε έλθει ο εξαποδώ στο σπίτι μας. Φωνές, φασαρίες, χαλασμός. Πέσανε επάνω μου όλα τα παιδιά να με... φάνε. Με κατηγορούσαν ότι τους είχα παρατήσει, ότι δεν τους νοιάζομαι, ότι δεν τους αγαπώ. Ο σύζυγός μου προσπάθησε βέβαια να πάρει το μέρος μου, να καθησυχάσει τα παιδιά – κι είναι έφηβοι, πάτερ, τα ξέρετε – αλλά και αυτός φαινόταν ότι συμμερίζεται στο βάθος τις αντιδράσεις τους. Με πήρε κι εκείνος κάποια στιγμή παράμερα και τα 'κουσα κι από εκείνον. Ο πειρασμός με συνεπήρε. Αναψοκοκκίνησα, μάλωσα μαζί του, φώναξα έντονα και στα παιδιά.
-Ντροπή σας, τους είπα. Τον άγιο πήγα να καθαρίσω. Εκείνος είναι ο προστάτης μας. Έπρεπε κι εσείς κανονικά να έλθετε να βοηθήσετε.
Τελος πάντων, πάτερ, υπήρξε μεγάλη ένταση και πέρασε αρκετή ώρα μέχρις ότου τα πράγματα ησυχάσουν. Και το φαγητό που έφτιαξα, με πόνο και πίκρα το έφτιαξα. Και με μούτρα το έφαγαν. Φύγανε όλοι αμέσως μετά, ο καθένας στον χώρο του, και έμεινα μόνη, μ' ένα τεράστιο “γιατί;” στα χείλη, με καταχνιά και μ' ασήκωτο βάρος στο στήθος...”.
“Κι ήρθατε να με βρείτε”, είπε ο παπάς.
“Πάτερ, πείτε μου. Δεν είχα δίκιο που θέλησα να ετοιμάσω πρώτα τον άγιο; Δεν προηγείται ο ναός και έπειτα όλα τα άλλα;” Η Θεώνη έσκυψε το κεφάλι και τα δάκρυα πλημμύρισαν τα μάτια της.
Ο ιερέας δεν απάντησε αμέσως. Έστρεψε το βλέμμα νοερά στον Κύριο, στην Κυρία Θεοτόκο, και επικαλέστηκε τη βοήθειά τους. Έπρεπε να προσέξει πώς θα απαντήσει. Η κ. Θεώνη ήταν μια ευαίσθητη καρδιά.
“Κυρία Θεώνη”, είπε στο τέλος αργά. “Καταλαβαίνω την αγάπη σας στον Θεό και στους αγίους μας. Και πράγματι η πρώτη και μεγάλη εντολή του Θεού είναι να αγαπάμε Εκείνον με όλη την καρδιά μας, την ψυχή μας, τη διάνοιά μας, τη δύναμή μας. Αλλά, δεν θα συμφωνήσω μαζί σας”.
Η κ. Θεώνη ανασήκωσε το κεφάλι της.
“Δεν θα συμφωνήσω, κ. Θεώνη, γιατί δεν είναι τυχαίο πώς η σπουδαιότερη αρετή για  την Εκκλησία μας, εκείνη που δίνει τον τόνο σε όλες τις άλλες, είναι η διάκριση. Τη συγκεκριμένη ώρα δηλαδή, μεσημέρι, ώρα συνεπώς φαγητού, και έχοντας μάλιστα παιδιά μαζί σας, η προτεραιότητα είναι εκείνα. Το φαγητό έπρεπε πρώτα να ετοιμάσετε, να καθίσετε να φάτε, και έπειτα να πάτε να φροντίσετε το εκκλησάκι του αγίου. Έχω την εντύπωση ότι και τον άγιο να είχαμε τώρα μαζί μας, θα συμφωνούσε μ' αυτό που σας λέω. Και ξέρετε γιατί; Διότι ο Θεός και οι άγιοι ικανοποιούνται και χαίρονται, όταν βρισκόμαστε πρώτα από όλα στη διακονία και στην υπηρεσία των συνανθρώπων μας. Και πρώτοι συνάνθρωποί μας είναι οι δικοί μας, η οικογένειά μας. Δεν θυμάσαστε, κ. Θεώνη μου, αυτό που λέει ο άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος, ότι γνωρίζουμε πώς αγαπούμε τον Θεό από το πώς αγαπούμε τον συνάνθρωπό μας; Η αγάπη μας στον συνάνθρωπο φανερώνει την αγάπη μας στον Θεό. Αν ήσασταν μόνη σας, τα πράγματα θα ήταν διαφορετικά. Μα δεν ήσασταν... Λοιπόν κ. Θεώνη, στην προκειμένη περίπτωση πέσατε... “θύμα” της αγάπης σας στον Θεό, ας το πούμε έτσι. Που θα πεί: όταν θέλουμε να εκφράσουμε την αγάπη μας σ' Εκείνον, Εκείνος μας στρέφει στον συνάνθρωπό μας”.
Η κ. Θεώνη δεν μιλόυσε. Με σκυμμένο το κεφάλι τώρα άκουγε τον ιερέα. Μέσα της έκλαιγε για την αδιακρισία της.
“Πάτερ, αμάρτησα. Καταλαβαίνω ότι πρέπει αμέσως να σπεύσω και να ζητήσω συγγνώμη από όλους τους. Τους έκανα να εξοργιστούν και να βρεθούν σε πειρασμό. Τους έκανα να αμαρτήσουν...”
“Ναι, μα όλα τα σβήνει η μετάνοια, κ. Θεώνη. Η συγγνώμη που θα πείτε, στον Κύριο και στους δικούς σας, θα είναι το σφουγγάρι που θα σβήσει την όποια αμαρτία σας. Να πάτε στην ευχή του Θεού!”
π. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΔΟΡΜΠΑΡΑΚΗΣ, …δι’εμού του αμαρτωλού…, εκδ. ακολουθείν, σελ. 85-92

ΤΟ ΧΡΥΣΟ ΝΗΜΑ ΤΗΣ ΖΩΗΣ.

Η ζωή μου είναι κομματιασμένη, είναι μοιρασμένη σε κομμάτια.

Ο χρόνος τη δένει σφιχτά στην κυριαρχία του, τα γεγονότα στις συνεχείς επιδράσεις τους, οι άνθρωποι στις αλλεπάλληλες επιρροές τους. Ο χρόνος, τα γεγονότα, οι άνθρωποι κρατούν κι από ένα κομμάτι της ζωής μου.

Η προσευχή είναι το χρυσό νήμα που συνδέει, ενοποιεί τη ζωή μου. Είναι η κολλητική ουσία της ζωής.

Η προσευχή απαλύνει την κυριαρχία του χρόνου, εξαγιάζει τις επιδράσεις των γεγονότων, δημιουργεί δεσμούς ενότητος και αγάπης με τους άλλους ανθρώπους.

Η προσευχή είναι ο χρυσός κρίκος, που ενώνει τα κομμάτια της ζωής μου με τη Ζωή, τον Κύριο.

Έτσι δικαιώνεται η πεποίθησις των πιστών, πως μόνο στο πλαίσιο της προσευχής αποκτούν νόημα και σκοπό ο χρόνος και τα γεγονότα της ζωής.

‘Αδιαλείπτως προσεύχεσθε’ [Α΄ Θεσσαλ. έ 17].

(Δευτερόλεπτα της ψυχής.  Επισκόπου Αχελώου Ευθ. Στύλιου.  Σελ. 25 Εκδ. Αποστολική Διακονία.)

Γέροντα, μου λέει ο λογισμός ότι ο διάβολος, ιδίως στις μέρες μας, έχει πολλή δύναμη.
Ο διάβολος έχει κακία και μίσος, όχι δύναμη. Η αγάπη του Θεού είναι παντοδύναμη. Ο σατανάς προσπαθεί να φανή παντοδύναμος, αλλά δεν τα καταφέρνει. Φαίνεται δυνατός, αλλά είναι τελείως αδύναμος. Πολλά καταστρεπτικά σχέδιά του χαλούν, πριν καν αρχίσουν να πραγματοποιούνται. Θα άφηνε ποτέ ένας πολύ καλός πατέρας μερικά αλητάκια να χτυπούν τα παιδιά του;
- Γέροντα, φοβάμαι τα ταγκαλάκια.
- Τι να φοβηθής; Τα ταγκαλάκια δεν έχουν καμμιά δύναμη. Ο Χριστός είναι παντοδύναμος. Ο πειρασμός είναι σάπιος. Σταυρό δεν φοράς; Τα όπλα του διαβόλου είναι αδύναμα. Ο Χριστός μας μας έχει οπλίσει με τον Σταυρό Του. Μόνον όταν αφήνουμε τα όπλα τα πνευματικά, τότε ο εχθρός έχει δύναμη. Ένα μικρό σταυρουδάκι έδειξε ένας ορθόδοξος ιερέας σε έναν μάγο και έκανε να τρέμη ο δαίμονας που είχε επικαλεσθή με τις μαγείες του.
- Γιατί φοβάται τόσο πολύ τον Σταυρό;
- Γιατί, όταν ο Χριστός δέχθηκε τους εμπτυσμούς, τα ραπίσματα και τα χτυπήματα, τότε συντρίφθηκε το βασίλειο και η εξουσία του διαβόλου. Με τι τρόπο νίκησε ο Χριστός!
“Με το καλάμι συντρίφθηκε το κράτος του διαβόλου”, λέει κάποιος Άγιος. Όταν δηλαδή Του έδωσαν το τελευταίο χτύπημα με το καλάμι στο κεφάλι, τότε συντρίφθηκε η εξουσία του διαβόλου. Δηλαδή η υπομονή είναι η πνευματική άμυνα και η ταπείνωση το μεγαλύτερο όπλο κατά του διαβόλου.
Το μεγαλύτερο βάλσαμο της σταυρικής θυσίας του Χριστού είναι που συντρίφθηκε ο διάβολος. Μετά την Σταύρωση του Χριστού, είναι πια όπως το φίδι που του έχει αφαιρεθή το δηλητήριο ή όπως το σκυλί που του έχουν αφαιρεθή τα δόντια. Αφαιρέθηκε το φαρμάκι από τον διάβολο, αφαιρέθηκαν τα δόντια από τα σκυλιά, τους δαίμονες, και είναι τώρα αφοπλισμένοι και εμείς με τον Σταυρό οπλισμένοι.
Τίποτε, τίποτε δεν μπορούν να κάνουν οι δαίμονες στο πλάσμα του Θεού, όταν δεν τους δώσουμε εμείς δικαιώματα. Μόνο φασαρία κάνουν, δεν έχουν εξουσία.
Μια φορά, όταν ήμουν στο Κελλί του Τιμίου Σταυρού, πέρασα μια πολύ όμορφη αγρυπνία!
Είχαν μαζευθή την νύχτα πολλοί δαίμονες επάνω στο ταβάνι. Στην αρχή χτυπούσαν με βαριές δυνατά και μετά θορυβούσαν, σαν να κυλούσαν κούτσουρα μεγάλα, κορμούς δένδρων.
Σταύρωνα το ταβάνι και έψαλλα “Τον Σταυρόν σου προσκυνούμεν, Δέσποτα…”. Τελείωνα, άρχιζαν τα κούτσουρα πάλι. “Τώρα, είπα, θα κάνουμε δυο χορούς! Έναν εσείς με τα κούτσουρα από πάνω και έναν εγώ από κάτω!” Άρχιζα εγώ, σταματούσαν αυτοί.
 Μια φορά έψαλλα “Τον Σταυρόν σου προσκυνούμεν…”, την άλλη “Κύριε, όπλον κατά του διαβόλου τον Σταυρόν σου ημίν δέδωκας…”. Πέρασα την πιο ευχάριστη νύχτα με ψαλμωδία και, όταν λίγο σταματούσα, συνέχιζαν αυτοί με την ψυχαγωγία! Την κάθε φορά όλο και διαφορετικό έργο θα παρουσιάσουν!…
- Όταν ψάλλατε την πρώτη φορά, δεν έφυγαν;
- Όχι. Μόλις τελείωνα εγώ, άρχιζαν εκείνοι. Ναι, έπρεπε να βγάλουμε αγρυπνία και οι δυο χοροί! Ήταν μια όμορφη αγρυπνία! Έψελνα με καημό! Πέρασα καλές μέρες!…
- Γέροντα, πώς είναι ο διάβολος;
- Ξέρεις τι “όμορφος” είναι; Άλλο πράγμα! Μόνο να τον δης!! Και πώς η αγάπη του Θεού δεν επιτρέπει να βλέπει ο άνθρωπος τον διάβολο! Ω, θα πέθαιναν οι περισσότεροι από τον φόβο τους! Σκέψου αν τον έβλεπαν πως ενεργεί, αν έβλεπαν την… “γλυκειά” του μορφή! Μερικοί πάλι θα είχαν την καλύτερη ψυχαγωγία! Ξέρεις τι ψυχαγωγία; Πώς το λένε; Σινεμά;… Για να δη κανείς όμως ένα τέτοιο έργο, πρέπει να πληρώση πολλά…, και πάλι αν θα μπορέση να το δη!
- Έχει κέρατα, ουρά;
- Ναι, όλα τα εξαρτήματα!!!
- Γέροντα, οι δαίμονες έγιναν τόσο άσχημοι, όταν έπεσαν και έγιναν από Άγγελοι δαίμονες;
- Εμ, βέβαια! Και είναι τώρα σαν να τους χτύπησε κεραυνός. Αν πέση κεραυνός και χτυπήση ένα δένδρο, δεν θα γίνη αμέσως το δένδρο ένα μαύρο κούτσουρο; Έτσι και αυτοί είναι σαν να τους χτύπησε κεραυνός. Ένα διάστημα έλεγα στο ταγκαλάκι: “Να έρχεσαι να σε βλέπω, για να μην πέσω στα χέρια σου. Τώρα και μόνον που σε βλέπω, φαίνεσαι πόσο κακός είσαι. Αν πέσω στα χέρια σου, τι κακό έχω να πάθω!”

Δικαιολογίες.
    Λέγουν μερικοί γονείς: «Προσπαθώ ν’ αποκτήσω πολλά, γιατί έχω παιδιά». Και για να αποκτήση πολλά, αναγκάζεται να μην αφήση αργία, ούτε Κυριακή πολλές φορές, και πλεονέκτης να γίνεται και το χέρι του σφικτό να είναι. Βλέπει άλλους να έχουν ανάγκη και αυτός πραγματοποιεί περιττά έξοδα και επικαλείται σαν δικαιολογία τα παιδιά.
Λέγει ο Μ. Βασίλειος (παρόμοια λέγει και ο ιερός Χρυσόστομος) σ’ εκείνους που προφασίζονται ότι δεν κάνουν ελεημοσύνη, διότι πρέπει ν’ αποκαταστήσουν τα παιδιά τους:

«Αδελφέ μου, όταν ζητούσες από τον Θεό να σου στείλη μια καλή γυναίκα, να κάνης οικογένεια, και να σου δώση και παιδιά, πρόσθετες: “δος μου γυναίκα και παιδιά για να παραβώ τους  νόμους Σου; Δος μου γυναίκα και παιδιά για να χάσω την Βασιλεία Σου;» . Έλεγες ποτέ: «δος μου παιδιά, για να μην κάνω ποτέ ελεημοσύνη στον διπλανό μου», έστω και αν εκείνος δεν έχη και εγώ έχω περίσσεια; Είπες ποτέ: «δος μου παιδιά και γυναίκα, για να μην πηγαίνω την Κυριακή στην Εκκλησία, για να δουλεύω και την Κυριακή;». Το πρόσθεσες ποτέ αυτό; Όχι. Απεναντίας έλεγες: «Θεέ μου, δος μου γυναίκα, για να με βοηθήση να είμαι καλύτερος χριστιανός από ό,τι είμαι τώρα. Δος μου γυναίκα για να μη κινδυνεύω να πέσω σε σαρκικές αμαρτίες» κ.ο.κ.. Τώρα γιατί προφασίζεσαι τις οικογενειακές ανάγκες για να αποφύγης την ελεημοσύνη;
    Κάποιοι πάλι λέγουν: «Εγώ παίρνω τριακόσιες χιλιάδες, έχω τρία ή τέσσερα παιδιά, δεν μου φθάνουν, δεν μου αρκούν να ζήσω».
    Μα, σου υπέγραψε κανείς συμβόλαιο ότι θα είναι τριακόσιες και όχι διακόσιες; Εάν, αντί τριακόσιες, ήταν διακόσιες; Να, ο άλλος παίρνει τριακόσιες πενήντα και λέγει το ίδιο. Και αν δεν ήταν 350, αλλά ήταν 330 ή 310, τι θα έκανες; Απλώς θα περιώριζες μερικές ανάγκες σου.

Ας καταλάβουμε ότι πρέπει ένα μέρος του εισοδήματός μας να το δίνουμε στους φτωχούς. Και να ξέρουμε πολύ καλά πως, ό,τι δίνουμε στα χέρια των ανθρώπων, θα το πάρουμε από τα χέρια του Θεού. Και όχι μόνον στην μέλλουσα ζωή, αλλά και στην παρούσα. Ένα δίνουμε; Εκατό στέλνει ο Θεός. Λέγει ο Κύριος ότι όποιος άφησε για Αυτόν τα πάντα, θα λάβη «εκατονταπλασίονα νυν εν τω καιρώ τούτω …και εν τω αιώνι τω ερχομένω ζωήν αιώνιον». 

Και ο Θεός είναι «πιστός» , δηλαδή αξιόπιστος , και δεν θα διαψευσθή ποτέ. Όταν ανοίγουμε το χέρι μας, ο Θεός μας πιστώνει με πολλές ευλογίες και στην παρούσα και στην μέλλουσα ζωή.

(Αρχιμ. ΕΠΙΦΑΝΙΟΥ ΘΕΟΔΩΡΟΠΟΥΛΟΥ, ΧΡΙΣΤΩ ΤΩ ΘΕΩ ΠΑΡΑΘΩΜΕΘΑ, εκδόσεις Ι. ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΥ ΚΕΧΑΡΙΤΩΜΕΝΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΤΡΟΙΖΗΝΟΣ, σελ. 68-70)


Θυμάμαι κάποιο λαϊκό παραμυθάκι, πολύ διδακτικό!

Ένας ήταν πολύ πλούσιος και στο άκρο του κτήματός του, σε μια καλυβούλα μέσα, έμενε ένας φτωχός οικογενειάρχης. Με κόπο τάβγαζε πέρα. Μεροκαματιάρης, δουλευτής· και είχε και πολλά παιδιά. Αλλ’ η χαρά βασίλευε μέσα σ’ αυτό το σπίτι.
Κάποτε αποφάσισε ο πλούσιος να βοηθήση τον φτωχό. Παίρνει, λοιπόν, ένα πουγγί γεμάτο χρυσά φλουριά και του το πηγαίνει. Κάθε βράδυ στου φτωχού το σπίτι, μετά το φαγητό, τα παιδιά τραγουδούσαν, γελούσαν και έπαιζαν. Εκείνο το βράδυ άκρα σιγή. Σιγή νεκροταφείου στο σπίτι του φτωχού.

Ο πλούσιος συνηθισμένος ν’ ακούη τις φωνές των παιδιών και τα γέλια και τα τραγούδια, παραξενεύθηκε· δεν άκουγε τίποτε. Έβαλε αυτί, περίμενε, περίμενε, περίμενε…
    Μετά από λίγο, αντί ν’ ακουσθούν τραγούδια, ακούσθηκαν φωνές, μαλώματα. Άρχισαν να γκρινιάζουν. Ο πατέρας έλεγε: «Μ’ αυτά ν’ αγοράσουμε ένα σπίτι μεγάλο, ευρύχωρο, δικό μας». Η μητέρα έλεγε: «Να τα φυλάξουμε για να παντρέψουμε τις κόρες».

Το μεγάλο απ’ τα παιδιά, που είχε μια βαρκούλα και ψάρευε, έλεγε: «Άστα να πάρω καΐκι, να βγάλω πολλά». Ο άλλος αδελφός, άλλα. Και μετά από λίγο ήλθαν στα χέρια. Οπότε λέγει ο πατέρας: «Σταθήτε … μια στιγμή και θα ησυχάσουμε».

Παίρνει το πουγγί, πηγαίνει στον πλούσιο και του λέγει: «Πάρτο, αδελφέ μου. Μούφερες τα λεφτά και έδιωξες την χαρά από το σπίτι μου. Μου αρκεί το μεροδούλι για να ζω την φαμίλια μου».

Και ξαναγύρισε ο φτωχός στο σπίτι του, και το άλλο βράδυ πάλι ακούσθηκαν οι χαρούμενες φωνές των παιδιών και τα τραγούδια.
Πολλές φορές, ο πλούτος, με τις μέριμνες και την αγωνία, παίρνει και αυτή την χαρά της ζωής, την οποία νομίζουν ότι έχουν οι πλούσιοι.

(Αρχιμ. ΕΠΙΦΑΝΙΟΥ ΘΕΟΔΩΡΟΠΟΥΛΟΥ, ΧΡΙΣΤΩ ΤΩ ΘΕΩ ΠΑΡΑΘΩΜΕΘΑ, εκδόσεις Ι. ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΥ ΚΕΧΑΡΙΤΩΜΕΝΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΤΡΟΙΖΗΝΟΣ, σελ. 43-44)

Εύρεση

Δημοφιλή Θέματα (Α-Ω)

αγάπη (606) Αγάπη Θεού (346) αγάπη σε Θεό (248) αγάπη σε Χριστό (167) άγγελοι (69) Αγγλικανισμός (1) Αγία Γραφή (231) Αγιασμός (10) Άγιο Πνεύμα (98) Άγιο Φως (1) άγιοι (179) άγιος (198) αγνότητα (42) άγχος (36) αγώνας (106) αγώνας πνευματικός (273) αδικία (6) Αθανασία (7) Αθανάσιος ο Μέγας (4) αθεΐα (127) αιρέσει (1) αιρέσεις (363) αιωνιότητα (15) ακηδία (4) ακτημοσὐνη (14) αλήθεια (117) αμαρτία (345) Αμβρόσιος άγιος (3) άμφια (1) Αμφιλόχιος της Πάτμου (4) Ανάληψη Χριστού (4) Ανάσταση (146) ανασταση νεκρών (31) ανθρώπινες σχέσεις (324) άνθρωπος (304) αντίχριστος (11) Αντώνιος, Μέγας (5) αξιώματα (15) απἀθεια (5) απελπισία (11) απιστία (21) απληστία (5) απλότητα (16) αποκάλυψη (8) απόκρυφα (17) Απολογητικά Θέματα (1) αργολογία (3) αρετή (201) Αρσένιος Όσιος (5) ασθένεια (110) άσκηση (63) αστρολογία (2) Αυγουστίνος άγιος (3) αυταπάρνηση (31) αυτεξούσιο (2) αυτογνωσία (149) αυτοθυσἰα (26) αυτοκτονία (10) αχαριστία (6) Β Παρουσία (10) Β' Παρουσία (11) βάπτιση (17) βάπτισμα (32) Βαρβάρα αγία (1) Βαρσανουφίου Οσίου (31) Βασιλεία Θεού (33) Βασίλειος ο Μέγας (32) Βελιμίροβιτς Νικόλαος Άγιος (41) βία (4) βιβλίο (31) βιοηθική (10) βίος (1) Βουδδισμός (5) γαλήνη (2) γάμος (125) Γένεση (5) Γέννηση Κυρίου (14) Γεροντικόν (195) Γερόντισσα Γαβριηλία (1) Γεώργιος Άγιος (1) γηρατειά (11) γιόγκα (4) γλώσσα (64) γνώση (26) Γνωστικισμός (3) γονείς (134) Γρηγόριος Νεοκαισαρείας άγιος (1) Γρηγόριος Νύσσης Άγιος (2) Γρηγόριος ο Θεολόγος (20) Γρηγόριος ο Παλαμάς όσιος (10) γυναίκα (37) δάκρυα (58) δάσκαλος (24) Δεύτερη Παρουσία (29) Δημήτριος Άγιος (1) Δημιουργία (62) διάβολος (235) Διάδοχος Φωτικής όσιος (13) διαίσθηση (1) διακονία (4) διάκριση (147) διάλογος (5) δικαιο (4) δικαιοσύνη (39) Διονύσιος Αρεοπαγίτης Άγιος (2) Διονύσιος Κορίνθου άγιος (1) Δογματικα Θέματα (205) Δογματική Τρεμπέλα (1) δύναμη (70) Δωρόθεος αββάς (10) εγκράτεια (19) εγωισμός (250) εικόνες (34) Ειρηναίος Λουγδούνου άγιος (4) ειρήνη (55) εκκλησία (240) Εκκλησιαστική Ιστορία (24) Εκκλησιαστική περιουσία (3) έκτρωση (5) έλεγχος (17) ελεημοσύνη (115) ελευθερία (62) Ελλάδα (19) ελπίδα (61) εμπιστοσὐνη (59) εντολές (13) Εξαήμερος (2) εξέλιξης θεωρία (16) Εξομολόγηση (168) εξωγήινοι (13) εξωσωματική γονιμοποίηση (5) Εορτή (3) επάγγελμα (17) επιείκεια (2) επιμονἠ (52) επιστήμη (108) εργασία (80) Ερμηνεία Αγίας Γραφής (185) έρωτας (19) έρωτας θείος (9) εσωστρέφεια (1) Ευαγγέλια (194) Ευαγγέλιο Ιωάννη Ερμηνεία (33) Ευαγγελισμός (2) ευγένεια (16) ευγνωμοσὐνη (42) ευλογία (5) Ευμένιος Όσιος γέροντας (7) ευσπλαχνία (34) ευτυχία (65) ευχαριστία (54) Εφραίμ Άγιος Νέας Μάκρης (1) Εφραίμ Κατουνακιώτης Όσιος (40) Εφραίμ ο Σύρος όσιος (6) εχεμύθεια (1) ζήλεια (15) ζώα (46) ζωή (38) ηθική (14) ησυχία (32) θάνατος (308) θάρρος (100) θαύμα (260) θέατρο (5) Θεία Κοινωνία (179) Θεία Λειτουργία (130) θεία Πρόνοια (14) θἐλημα (56) θέληση (38) θεογνωσία (2) Θεόδωρος Στουδίτης όσιος (36) θεολογία (29) Θεός (333) Θεοφάνεια (6) Θεοφάνους Εγκλείστου Αγίου (6) θέωση (6) θλίψεις (282) θρησκείες (43) θυμός (100) Ιάκωβος Αδελφόθεος Άγιος (1) Ιάκωβος Τσαλίκης Όσιος (15) ιατρική (13) Ιγνάτιος Θεοφόρος (9) Ιγνάτιος Μπριαντσανίνωφ Άγιος (7) ιεραποστολή (49) ιερέας (177) ιερωσύνη (17) Ινδουισμός (14) Ιουδαίοι (1) Ιουλιανός Παραβάτης (2) Ιουστίνος άγιος (3) Ιουστίνος Πόποβιτς Άγιος (64) Ιππόλυτος άγιος (1) Ισαάκ ο Σύρος (5) Ισίδωρος Πηλουσιώτης όσιος (36) Ισλάμ (11) Ιστορία Ελληνική (12) Ιστορία Παγκόσμια (16) Ιστορικότης Χριστού (1) Ιωάννης Δαμασκηνός Άγιος (1) Ιωάννης Θεολόγος (3) Ιωάννης Κροστάνδης (331) Ιωάννης Χρυσόστομος (401) Ιωσήφ Ησυχαστής Άγιος (7) Καινή Διαθήκη Ερμηνεία (139) Καινή Διαθήκη κριτικό κείμενο NestleAland (5) Κανόνες Εκκλησίας (4) καρδιά (120) Κασσιανός Όσιος (4) κατάκριση (132) καταναλωτισμός (8) Κατηχητικό (4) καύση νεκρών (1) κενοδοξία (14) κήρυγμα (53) Κίνητρα (3) Κλήμης Αλεξανδρέας (1) Κλήμης Ρώμης άγιος (1) Κλίμακα (6) κλοπή (5) Κοίμησις Θεοτόκου (26) κοινωνία (167) κόλαση (50) Κόντογλου Φώτης (4) Κοσμάς Αιτωλός Άγιος (2) Κουάκεροι (1) ΚράτοςΕκκλησία (1) Κρίσις Μέλλουσα (49) Κυπριανός άγιος (1) Κύριλλος Άγιος (1) Κωνσταντίνος Άγιος (2) Λατρεία Θεία (75) λείψανα (9) λογική (1) λογισμοί (117) λόγος Θεού (22) Λουκάς Ευαγγελιστής Άγιος (1) Λουκάς Κριμαίας Άγιος (12) λύπη (60) μαγεία (19) μακροθυμία (5) Μανιχαϊσμός (1) Μάξιμος Ομολογητής (15) Μαρία Αιγυπτία Αγία (2) Μαρκίων αιρετικός (1) μάρτυρες (24) μεγαλοσὐνη (7) Μεθοδιστές (1) μελέτη (59) μετά θάνατον (44) μετά θάνατον ζωή (102) Μεταμόρφωση (11) μετάνοια (371) Μετάσταση (1) μετάφραση (13) Μετενσάρκωση (8) μητέρα (56) Μητροπολίτης Σουρόζ Αντώνιος (3) μίσος (12) ΜΜΕ (4) μνημόσυνα (9) μοναξιά (21) μοναχισμός (114) Μορμόνοι (1) μόρφωση (20) μουσική (8) Ναός (17) ναρκωτικά (4) Νέα ΕποχήNew Age (1) Νεκτάριος άγιος (27) νέοι (27) νεοπαγανισμός (11) νηστεία (67) νήψη (2) Νικηφόρος ο Λεπρός Άγιος (3) Νικόδημος Αγιορείτης Άγιος (3) Νικόλαος Άγιος (8) Νικόλαος Καβάσιλας Άγιος (3) Νικόλαος Πλανάς Άγιος (1) νους (55) οικονομία (2) Οικουμενισμός (4) ομολογία (3) ομορφιά (17) ομοφυλοφιλία (2) όνειρα (35) οραμα (25) οράματα (33) οργή (2) ορθοδο (1) Ορθοδοξία (295) όρκος (1) πάθη (270) πάθος (38) παιδεία (24) παιδιά (138) Παΐσιος Όσιος (380) Παλαιά Διαθήκη (7) Παλαιά Διαθήκη Ερμηνεία (10) παλαιοημερολογίτες (17) Παναγία (336) Παπαδόπουλος Στυλιανός (3) παράδειγμα (38) Παράδεισος (113) Παράδοση Ιερά (9) Παρασκευή Αγία (1) Παρθένιος ο Χίος Όσιος (2) Πάσχα (23) πατήρ Νικόλαος Πουλάδας (21) πατρίδα (9) Πατρολογία (19) Παύλος Απόστολος (4) πειρασμοί (28) Πεντηκοστή (12) περιέργεια (3) Πέτρος Απόστολος (1) πίστη (546) πλησἰον (69) πλούτος (75) Πνευματικές Νουθεσίες (93) πνευματική ζωή (280) πνευματικός πατέρας (121) πνευματισμός (10) ποίηση (21) πόλεμος (29) πολιτική (25) πολιτισμός (9) Πορφύριος Όσιος (272) πραότητα (7) προθυμἰα (28) Πρόνοια (5) Πρόνοια Θεία (91) προορισμός (16) προσευχή (814) προσοχή (51) προσπἀθεια (139) προτεσταντισμός (29) προφητείες (15) ραθυμία (18) Ρωμαιοκαθολικισμός (36) Σάββας Καλύμνου Άγιος (1) Σαρακοστή (12) σεβασμός (28) Σεραφείμ του Σαρώφ Όσιος (12) Σιλουανός Άγιος (3) σιωπή (14) σοφία (54) Σπυρίδων Άγιος (2) σταθερότητα (2) Σταυρός (86) Σταυροφορίες (4) Σταύρωση (53) συγχώρηση (96) συκοφαντία (3) Συμεών Νέος Θεολόγος όσιος (88) συμπὀνια (23) συναξάρι (2) συνείδηση (27) σχίσμα (34) σώμα (49) σωτηρία (55) Σωφρόνιος του Έσσεξ Άγιος (36) τάματα (2) ταπεινοφροσύνη (271) ταπείνωση (196) Τέλος Κόσμου (4) Τερτυλλιανός (1) Τεσσαρακοστή Μεγάλη (6) τέχνη (1) τιμωρία (21) Τριάδα Αγία (35) τύχη (2) υγεία (8) υλικά αγαθά (43) υπακοή (129) Υπαπαντή (2) υπαρξιακά (73) υπερηφἀνεια (55) υποκρισία (26) υπομονή (228) φανατισμός (5) φαντασία (5) φαντάσματα (3) φιλαργυρἰα (9) φιλαυτἰα (11) φιλία (31) φιλοσοφία (23) Φλωρόφσκυ Γεώργιος (3) φόβος (56) φὀβος Θεοὐ (26) φύση (1) φως (46) Φώτιος άγιος (1) χαρά (124) Χαράλαμπος Άγιος (1) χάρις θεία (122) χαρίσματα (39) Χειρόγραφα Καινής Διαθήκης (1) Χριστιανισμός (21) χριστιανός (101) Χριστός (366) Χριστούγεννα (69) χρόνος (36) ψαλμωδία (7) ψεύδος (24) ψυχαγωγία (10) ψυχή (275) ψυχολογία (25)