Φυλλάδιο Αποστολικής Διακονίας
ΝΕΟΠΑΓΑΝΙΣΜΟΣ Η ΑΠΕΙΛΗ ΑΠΟ ΤΟ ΠΑΡΕΛΘΟΝ
Η ουσία, οι καταβολές και οι επιδιώξεις του νεοπαγανιστικού κινήματος
1. ΓΙΑΤΙ Η ΕΚΔΟΣΗ ΑΥΤΗ;
Η αναβίωση του παγανισμού αποτελεί αναμφίβολα μια δυναμική πρόκληση για την ποιμαντική της Εκκλησίας μας. Η ορμητική εισόρμηση του σύγχρονού δεισιδαίμονος, πολυπρόσωπου και πολυποίκιλου παγανιστικού κινήματος στη ζωή των ανθρώπων χρήζει ιδιαίτερης ποιμαντικής αντιμετώπισης. Πριν από κάθε άλλη ενέργεια χρειάζεται σωστή και υπεύθυνη ενημέρωση του λαού μας για το νεοφανές και επικίνδυνο αυτό κίνημα.
Το πόνημα αυτό έχει ως στόχο να ενημερώσει τον αναγνώστη για την φύση, τις καταβολές και τις επιδιώξεις του νεοπαγανιστικού κινήματος. Έρχεται να καλύψει ένα μεγάλο κενό στη συστηματική παρουσίαση του νεοπαγανισμού στην χώρα μας. Σκοπός μας είναι η ενημέρωση του λαού μας για το επικίνδυνο αυτό, παράλογο και αλλοπρόσαλλο πνευματικό και θρησκευτικό πολυπρόσωπο κίνημα, το οποίο κρύβεται τεχνηέντως κάτω από τον μανδύα του αρχαιοελληνικού πολιτισμού. Θα προσπαθήσουμε να αποδείξουμε ότι οι «αρχαιολάτρες» δεν είναι κάποιοι ελάχιστοι ρομαντικοί, οι οποίοι έχουν στραφεί προς το αρχαιοελληνικό παρελθόν και θέλουν να «επανελληνίσουν» την Ελλάδα, όπως διατυμπανίζουν, αλλά (εκούσια ή ακούσια) όργανα των κύκλων της περιβόητης Νέας Εποχής, με απώτατο σκοπό να υποδουλώσουν το λαό μας, που στέκεται σοβαρό εμπόδιο στα σχέδια της Νέας Εποχής και της Νέας Τάξης Πραγμάτων!
2. Η ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΟΥ ΝΕΟΠΑΓΑΝΙΣΜΟΥ
Η εποχή μας διατελεί δυστυχώς σε μία σπάνια πνευματική σύγχυση. Στην αυγή του 21ου αιώνα, με την τεράστια τεχνολογική πρόοδο θα περίμενε κανείς η ανθρωπότητα να βρίσκεται σε ανώτερη και υγιή πνευματική κατάσταση, απαλλαγμένη από τα λάθη και τις προκαταλήψεις του παρελθόντος. Όμως η πραγματικότητα είναι διαφορετική. Πνευματικά μορφώματα του παρελθόντος, τα οποία η ιστορία είχε απορρίψει ως επικίνδυνα για το ανθρώπινο πρόσωπο και την κοινωνία, έχουν αναδυθεί και τείνουν να πάρουν τη θέση κυρίαρχων ιδεολογιών.
Ένα σοβαρό δείγμα πνευματικού αποπροσανατολισμού του ανθρώπου τα τελευταία χρόνια είναι η εμφάνιση και ανάπτυξη του παγκόσμιου νεοπαγανιστικού κινήματος. Πρόκειται για πολυποίκιλο σύγχρονο θρησκευτικό μόρφωμα, το οποίο έχει τις ρίζες του σε αυτόχθονες πρωτόγονες θρησκείες και παραδόσεις του παρελθόντος. Εκδηλώνεται ως προσπάθεια αναβίωσης πανάρχαιων θρησκευτικών πίστεων και δρωμένων, έχοντας έντονο φυσιοκρατικό και πανθεϊστικό χαρακτήρα. Στη Δυτική Ευρώπη έχουμε αναβίωση των αρχαίων παγανιστικών θρησκειών των Ρωμαίων, των Ετρούσκων, των Κελτών, των Σαξόνων, των Τευτόνων και άλλων αρχαίων ευρωπαϊκών λαών. Στην Ανατολική Ευρώπη έχουμε αναβίωση των αρχαίων ειδωλολατρικών θρησκειών των Ρως και των άλλων αρχαίων λαών της περιοχής. Στην Αμερική έχουμε επίσης αναβίωση των παραδόσεων των προκολομβιανών κατοίκων της αμερικανικής ηπείρου. Στην Ελλάδα έχουμε προσπάθεια αναβίωσης των αρχαιοελληνικών παγανιστικών θρησκευτικών μορφωμάτων.
Το νεοπαγανιστικό κίνημα εμφανίζεται ως ένα ασύγχρονο επαναστατικό πνευματικό κίνημα με χαρακτήρα έντονης πολεμικής κατά του Μονοθεϊσμού (ιδιαίτερα κατά του Χριστιανισμού), και όλων των κυρίαρχων «πνευματικών κατεστημένων», τα οποία «καταπιέζουν», όπως ισχυρίζεται, το σύγχρονο άνθρωπο. Έχει δε σκοπό, να τον «απελευθερώσει» απ’ όλα αυτά τα δεσμά και να τον φέρει πιο κοντά στη «θεά φύση» και στις πνευματικές προγονικές του ρίζες.
Ο παγανισμός ανήκει στο μακρινό παρελθόν, όταν η θρησκευτική πίστη βρισκόταν στο έσχατο σημείο της παρακμής της, εξαιτίας της αμαρτίας και του κακού, το οποίο κυριαρχούσε στον κόσμο. Η εμφάνιση της Χριστιανικής διδασκαλίας έδειξε το παράλογο αυτής της πίστεως που τέθηκε στο περιθώριο της ιστορίας. Το φως της ορθόδοξης πίστης, διέλυσε τις σκοτεινές και παράλογες για τον άνθρωπο παγανιστικές δοξασίες. Κατήργησε τα απαράδεκτα δρώμενα, όπως είναι οι αιματηρές θυσίες προς ανύπαρκτες θεότητες και απάλλαξε τους ανθρώπους από τον φόβο, την ανασφάλεια, και τη θρησκομανία. Απάλλαξε ακόμα τον προχριστιανικό άνθρωπο από την τυραννία του παγανισμού, ο οποίος αναγκαζόταν να πράξει, εν ονόματι της νοσηρής αυτής θρησκευτικότητας, παντοειδή αίσχη που αναιρούσαν την ελευθερία του ανθρωπίνου προσώπου.
Μέχρι πριν λίγα χρόνια κανένας δε μιλούσε για τον παγανισμό παρά μόνο τα σχολικά βιβλία, ως διδασκαλία της μυθολογίας των προγόνων μας. Την τελευταία όμως δεκαετία άρχισαν να κυκλοφορούν στην χώρα μας πλήθος «αρχαιολατρικών» περιοδικών, με πολυτελή εμφάνιση και πληθώρα τίτλων βιβλίων, τα οποία, μαζί με την δήθεν προσπάθεια «αναγέννησης» του αρχαιοελληνικού πολιτισμού, προπαγανδίζουν εμφαντικά τον παγανισμό, ως «επιστροφή στην πατρώα θρησκεία, στην ευγενέστερη θρησκεία που δημιουργήθηκε ποτέ»! Δεκάδες οργανώσεις με «αρχαιολατρικό» χαρακτήρα δραστηριοποιούνται σε ολόκληρη την χώρα και εργάζονται πυρετωδώς για την αναβίωση και τη διάδοση της αρχαιοελληνικής παγανιστικής θρησκείας, σε αντίθεση με τους προγόνους μας οι οποίοι, είτε είχαν αποκηρύξει την παχυλή ειδωλολατρία με βδελυγμία, είτε στάθηκαν κριτικά απέναντί της.
ΠΑΛΑΙΟ ΚΑΙ ΝΕΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ
Αρχιμ. Βασιλείου Μπακογιάννη
Από το βιβλίο: Ο Χριστός ήταν Ορθόδοξος Εκδόσεις «ΤΕΡΤΙΟΣ» ΚΑΤΕΡΙΝΗ
Το ξεκίνημα
Την 16.2.1924 εισήχθη εις την Εκκλησία της Ελλάδος το Νέο Ημερολόγιο. Και η 16.2.1924 έγινε 1.3.1924. Μέχρι τότε ήταν εν χρήσει το Ιουλιανό Ημερολόγιο.
Η Εκκλησία της Ελλάδος δεν ενήργησε επιπόλαια στην αλλαγή του Ημερολογίου, αλλά κατόπιν πολλών συσκέψεων μετά αρμοδίων επιτρόπων και ειδικών πανεπιστημιακών καθηγητών, όπως εμπεριστατωμένα αποδεικνύει στην διδακτορική διατριβή του ο Μητροπολίτης Δημητριάδος κ.κ. Χριστόδουλος (Ιστορική και Κανονική θεώρησις του Παλαιοημερολογητικού ζητήματος κατά τε την Γένεσιν και την εξέλιξιν αυτού εν Ελλάδι, Αθήναι, 1982). Η δε απόφαση της τότε Ιεραρχίας προς αλλαγή του Ημερολογίου ήταν ομόφωνη.
Με την εισαγωγή του Ν. Ημερολογίου φανατικοί παλαιοημερολογίτες μοναχοί εξ Αγίου Όρους όρμησαν στον κόσμο και τον ξεσήκωσαν, λέγοντας του πως προδόθηκε η πίστη των πατέρων μας. Ο αγράμματος λαός φανατίσθηκε, αγρίεψε. Προκαλούσε και επεισόδια. Δεν σεβάσθηκε ούτε και τον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών κ.κ. Χρυσόστομο ! Ενώ πήγαινε να ιερουργήσει, του επετέθησαν και με μια ψαλίδα - που κούρευαν τα ... πρόβατα (!) - του έκοψαν τα γένεια ! Και θα τον σκότωναν, αν δεν μεσολαβούσε ο γιγαντόσωμος αείμνηστος Μητροπολίτης Γρεβενών κ.κ. Θεόκλητος Σφήνας, ο οποίος, και διηγήθηκε το τραγικό συμβάν στον Μητροπολίτη Φλωρίνης κ.κ. Αυγουστίνο. (Ορθόδοξος Τύπος», φ. 27.1.1995, σελ. 3) Ο αγριεμένος όχλος επληθύνετο! Ο ένας παρέσυμι τον άλλο. Ήθελαν τώρα δική τους Εκκλησία, που να ακολουθούσε το «πάτριο» ημερολόγιο. Έψαχνε για αρχηγό Επί σκοπό. Κανένας Έλληνας Επίσκοπος δεν δεχόταν να τους ακολουθήσει. Πήγαν ακόμα και στους Σέρβους, αλλά κι αυτοί αρνήθηκαν.
Η εμπάθεια γέννησε το σχίσμα.
Ενώ αρχικά σύσσωμος η τότε Ιεραρχία μας αποδέχτηκε την αλλαγή του ημερολογίου, μετά από ... ένδεκα (!) ολόκληρα χρόνια, τρεις Αρχιερείς άλλαξαν γνώμη !
Ο πρώην Φλωρίνης Χρυσόστομος.
Ο Δημητριάδος Γερμανός.
Ο Ζακύνθου Χρυσόστομος.
Κινούμενοι από ιδιοτελείς σκοπούς, κινήθηκαν κατά του τότε Αρχιεπισκόπου Χρυσοστόμου. Ο Μητροπολίτης Δημητριάδος σκόπευε να αναρριχηθεί στον Αρχιεπισκοπικό θρόνο. Ο πρ. Φλωρίνης να αναλάβει την προεδρία της Αποστολικής Διακονίας. Και ο Μητροπολίτης Ζακύνθου να μετάτεθεί στην Μητρόπολη Πειραιώς.
Την Κυριακή 26 Μαΐου 1935 οι ανωτέρω Μητροπολίτες λειτούργησαν στον παλαιό Ι. Ναό Κοιμήσεως της Θεοτόκου Κολοκυνθούς, ενώπιον του κοχλάζοντος λαού. Και διεκήρυξαν ότι:
Αναλαμβάνουν την αρχηγία του αγώνος προς επαναφορά του παλαιού Ημερολογίου. Συντόμως δε προέβησαν σε χειροτονίες τεσσάρων Επισκόπων:
Την 5.6.1935, τον Γερμανό, Επίσκοπο Κυκλάδων
Την 6.6.1935 τον Χριστόφορο, Επίσκοπο Μεγαρίδος
Την 7.6.1935 τον Ματθαίο, Επίσκοπο Βρεσθένης78
Την 7.6.1935 τον Πολύκαρπο, Επίσκοπο Διαυλείας. Και έτσι έγινε το σχίσμα.
Η αντίδραση της Επισήμου Εκκλησίας
Για την σατανική αυτή ανταρσία η Ελληνική ορθόδοξη Εκκλησία, ως ήταν φυσικό, αντέδρασε σθεναρώς. Έτσι:
α. Την 14η Ιουνίου 1935 συνήλθε το πρωτοβάθμιο Συνοδικό Δικαστήριο και καθήρεσε τους τρεις Μητροπολίτες.
Αργότερα ο Μητροπολίτης Ζακύνθου Χρυσόστομος μεταμελήθη. Ακυρώθηκε η καθαίρεση του και του υπεβλήθη, εξάμηνος αργία. Και
β. Την 3.7.1935 (δια της ύπ' αριθμ. 3/3.7.1935) καθήρεσε τους τέσσερις επισκόπους, που χειροτόνησαν οι τρεις Μητροπολίτες.
Το Νέο Ημερολόγιο είναι παπικό;
Οι ακολουθούντες το παλαιό Ημερολόγιο κατηγο¬ρούν τους νεοημερολογίτες ότι το ημερολόγιο τους είναι Παπικό. Έχουν δίκιο ;
Μέχρι τα μέσα του 16ου αιώνος Ανατολή και Δύση είχαν το ίδιο το Ιουλιανό ημερολόγιο. Κατόπιν η Δυτική Εκκλησία άλλαξε το ημερολόγιό της.
Αναλυτικότερα:
Το έτος έχει 365,242217 ηλιακές ήμερες. Το έτος στο Ιουλιανό ημερολόγιο είναι κατά τι μεγαλύτερο του πραγματικού. Ήτοι, υπερέχει κατά 0,007783 ηλιακές ημέρες. Η διαφορά αυτή ανά 400 έτη γίνεται 3,1132 ημέρες. Ο πάπας Γρηγόριος ο ΙΓ' θέλησε να διορθώσει την διαφορά αυτή. Σε συνεργασία με τον αστρονόμο Lilio απεφάσισε όπως η 4η Οκτωβρίου 1582 γίνει 15 Οκτωβρίου. Το διορθωμένο αυτό Ιουλιανό ημερολόγιο ονομάσθηκε «Γρηγοριανό». Η Ανατολή διετήρησε το Ιουλιανό ημερολόγιο, χωρίς την αλλαγή που έκανε ο πάπας. Έτσι τώρα έχομε εν χρήσει δύο ημερολόγια. Η διαφορά ανάμεσα σ' αυτά είναι καθαρά αστρονομική. Το Ιουλιανό χάνει μία ημέρα ανά 128 χρόνια, το Γρηγοριανό μία ημέρα ανά 3.320 έτη. Από άποψη αστρονομική και τα δύο ημερολόγια είναι ατελή.
Επί πλέον: Ενώ με το παπικό ημερολόγιο έχομε 97 δίσεκτα έτη ανά 400 χρόνια, με το Ιουλιανό έχομε 100 δίσεκτα χρόνια ανά 400 έτη. Άλλο το Ιουλιανό ημερολόγιο και άλλο το παπικό.
Και το σπουδαιότερο:
Η αγία πρώτη Οικουμενική Σύνοδος ορίζει πότε πρέπει να γιορτάζεται το Πάσχα:
Κατά την εαρινή ισημερία.
Την πρώτη Πανσέληνο μετά την εαρινή ισημερία.
Μετά το Νομικό (Εβραϊκό) Πάσχα.
Την πρώτη Κυριακή μετά άπ' αυτά.
Ενώ η αγία Σύνοδος ορίζει ότι το χριστιανικό Πάσχα πρέπει να γιορτάζεται μετά το Εβραϊκό Πάσχα, γιατί τότε ανέστη ο Κύριος (πρβλ. 7ο Κανόνα Αγ. Αποστόλων), ο πάπας Γρηγόριος ο ΙΓ' κατά την αλλαγή του ημερολογίου αυτό δεν το έλαβε ύπ' όψη του. Με αποτέλεσμα, οι Λατίνοι να γιορτάζουν το Πάσχα ή πριν από το Πάσχα των Εβραίων ή ταυτόχρονα! Κάτι που αντιτίθεται ρητώς με τις διατάξεις της Αγίας πρώτης Οικουμενικής Συνόδου.
Αντίστροφα, η Ελληνική Ορθόδοξη Εκκλησία κατά την αλλαγή του ημερολογίου μερίμνησε ώστε να τηρηθούν απολύτως οι διατάξεις της Πρώτης Οικουμενικής Συνόδου.
Και εξ απόψεως Εκκλησιολογικής το Νέο Ημερολό¬γιο διαφέρει από το παπικό Γρηγοριανό ημερολόγιο.
Άρα ο ισχυρισμός των παλαιοημερολογιτών ότι το Νέο Ημερολόγιο είναι Παπικό είναι αστήρικτος.
Επιτρεπόταν η αλλαγή του Ημερολογίου;
Στην Π. Διαθήκη το Πάσχα γιορταζόταν δύο φορές.
Στην Π. Διαθήκη, όσοι άγγιζαν νεκρό, θεωρούνταν «ακάθαρτοι». Και δεν μπορούσαν να γιορτάσουν την γιορτή του Πάσχα, που γινόταν την 14η του μηνός Νισσάν (Μαρτίου). Και ο Θεός έδωσε εντολή στον Μωυσή, οι ακάθαρτοι να γιορτάζουν το Πάσχα ένα μήνα αργότερα! Το ίδιο ίσχυε και για όσους ένεκα ταξειδίου δεν προλάμβαναν να το γιορτάσουν. (Αριθμ. 9: 6-12 και 12: 47-50).
Μάλιστα δε ολόκληρος ο Εβραϊκός λαός γιόρτασε το Πάσχα ένα μήνα αργότερα ! (Β' Παραλ. 30: 2-3).
Ο Χριστός ακολούθησε το Ν. Ημερολόγιο.
Οι Εβραίοι γιόρταζαν το Πάσχα ημέρα Σάββατο, όπως διέταξε ο Θεός. Και όμως ο Χριστός πρωτοτύπησε ! Γιόρτασε το Πάσχα με τους μαθητές Του ημέρα Πέμπτη. Άλλαξε την θεόσδοτη Παράδοση !...
Υπάρχει και συνέχεια. Ο Θεός καθιέρωσε δια του Μωυσέως ορισμένες γιορτές (Πάσχα, Σκηνοπηγία, Πεντηκο¬στή κ.α.). Τότε οι Εβραίοι είχαν δικό τους ημερολόγιο το «Σεληνιακό». Και γιόρταζαν τις Εορτές βάσει του ημερολο¬γίου τους. Ο Καίσαρας Ιούλιος το 50 π.Χ. περίπου με την συνεργασία του αστρονόμου Σωσιγένη διόρθωσε το Ρωμαϊκό ημερολόγιο και έκανε το «Ιουλιανό». Το Ισραήλ ήταν τότε μέλος του Ρωμαϊκού κράτους. Και δέχθηκε το νέο Ιουλιανό ημερολόγιο. Από τότε οι Εβραίοι προσάρμοσαν τις θεόσδοτες γιορτές τους σ' αυτό το ημερολόγιο. Ενώ ο Θεός τις προσάρμοσε στο Σεληνιακό ημερολόγιο, τώρα οι Εβραίοι τις προσαρμόζουν στο νέο Ιουλιανό ημερολόγιο !
Όταν ήρθε ο Χριστός, δεν επανέφερε τις γιορτές στο παλαιό Σεληνιακό ημερολόγιο. Ακολούθησε το νέο Ημερολόγιο. Σεβάσθηκε την αλλαγή, προσαρμογή αυτή ! Και γιόρτασε τις γιορτές σύμφωνα με το νέο Ημερολόγιο (Μεσοπεντηκοστή κ.α.). Το ίδιο έκαναν οι Απόστολοι. Γιόρτασαν την Πεντηκοστή βάσει του νέου Ημερολογίου!
Η αλλαγή του Ημερολογίου.
Οι άγιοι Πατέρες έχοντες ύπ' όψη τους τα ανωτέρω, μετέθεταν εορτές στην Εκκλησία. Έτσι, ενώ μέχρι τον 4ο αιώνα τα Χριστούγενα γιορταζόταν την ίδια μέρα με τα Θεοφάνεια (6 Ιανουαρίου), από τότε μετέφεραν την Εορτή των Χριστουγέννων στην 25η Δεκεμβρίου. Ενώ ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος εκοιμήθη την 14η Σεπτεμβρίου, εορτή της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού, οι άγιοι Πατέρες μετέφεραν την μνήμην του στις 13 Νοεμβρίου κ.α.
Και η Ελληνική Ορθόδοξη Εκκλησία στηριζόμενη σ' αυτά εισήγαγε το 1924 το Νέο Ημερολόγιο. Στην ουσία δεν εισήχθη ένα νέο ημερολόγιο, απλώς διορθώθη το παλαιό, Ιουλιανό ημερολόγιο. Και το άκρως σημαντικό: Η διόρθωση έγινε, ως ήδη είπαμε, σύμφωνα με την διδασκαλία της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Με άλλα λόγια, η εισαγωγή του Ν. Ημερολογίου, δεν αλλοίωσε ούτε στο ελάχιστο την παρά¬δοση μας. Τουναντίον σε μερικά σημεία ήρθε πιο κοντά ! Και να. Όταν οι άγιοι Πατέρες της Α' Οικουμενικής Συνόδου ρύθμιζαν τον εορτασμό του Πάσχα, είχαν ως εαρινή ισημερία την 21η Μαρτίου. Από τότε μέχρι σήμερα η εαρινή αυτή ισημερία, εξέπεσε στην 8η Μαρτίου. Κι' αυτήν την ισημερία, ημερομηνία ακολουθούν σήμερα οι παλαιοημερολογίτες. Οι νεοημερολογίτες, όμως, με το «πήδημα» των δεκατριών ημερών, έχουν ως ισημερία την 21η Μαρτίου. Την ισημερία που είχαν οι άγιοι Πατέρες που συγκρότησαν την Α' Οικουμενική Σύνοδο ! Άρα με το νέο ημερολόγιο ήρθαμε πιο κοντά στην Παράδοση ! (βλ. Αρχιμ. Ιωήλ Γιαννακοπούλου, Παλαιόν και Νέον Ημερολόγιον, σελ. 10-11).
Πότε γιορτάζουν τα επουράνια ;
Ισχυρίζονται οι Παλαιοημερολογίτες: «Όταν γιορτάζουν τα επουράνια, γιορτάζουν και τα επίγεια !». Πότε, λοιπόν, γιορτάζουν τα επουράνια, με τους παλαιοημερολογίτες ή τους νεοημερολογίτες;
Η τελετή της Αναστάσεως γίνεται στις 12 τα μεσάνυκτα. Και εν συνεχεία η πανηγυρική Θ. Λειτουργία, που λήγει κατά τις 2 π.μ. ξημερώνοντας Κυριακή. Στην Αμερική, όμως, η ελληνική ώρα 2 π.μ. είναι 7η απογευματινή του Μ. Σαββάτου. Άρα οι εκεί παλαιοημερολογίτες ακόμα δεν γιόρτασαν την Ανάσταση. Θα την γιορτάσουν επτά ώρες αργότερα! Λοιπόν, τα επουράνια τι θα κάνουν τώρα; Θα ξαναγιορτάσουν την Ανάσταση; Και τι θα κάνουν με τους χριστιανούς της Αυστραλίας, που θα γιορτάσουν την Ανάσταση ακόμα πιο αργά;
Στα επουράνια δεν υπάρχουν ώρες, ημέρες, εβδομάδες, μήνες και χρόνια ! Εκεί υπάρχει ένα διαρκές σήμερα ! Έκεϊ πάντοτε γιορτάζουν τα επουράνια ! Όταν και όσες φορές γιορτάζουν τα επίγεια, γιορτάζουν και τα επουράνια. Αρα και σ' αυτό σφάλλουν οι παλαιομερολογΐτες.
Η Θεόθεν (;) επιβεβαίωση
Οι παλαιοημερολογίτες προς στερέωσιν της πίστεώς τους προβάλλουν στα έντυπα τους το ακόλουθο θαύμα: (βλ. εξώφυλλο «Ημεροδείκτη 1994», Εκκλησίας Γ.Ο.Χ., Ελλάδας). Στις 14.9.1925 Εορτή του Τιμίου Σταυρού (Παλαιό ημερολόγιο) φανερώθηκε ουρανόθεν ο Τίμιος Σταυρός. Η λάμψη του επισκίασε το φως της ημέρας. Και το θαύμα αυτό είναι για τους παλαιοημερολογίτες σημείο ότι ο Θεός εξέφρασε την ευαρέσκεια Του προς το πάτριο ημερολόγιο. Μήπως έχουν δίκιο; Θαύματα γίνονται και από τον Θεό και από τον διάβολο. Επομένως, θα πρέπει να διερωτηθούν: Μήπως το θαύμα αυτό είναι εκ του διαβόλου; Οπότε είναι πλάνη. Μα είναι δυνατόν ο διάβολος να φανερώσει το σημείο του Σταυρού; Ο διάβολος είναι τέτοιος απατεώνας, τέτοιος ταχυδακτυλουργός, που και το σημείο του Σταυρού μπορεί να παρουσιάσει και Αυτόν τον Ίδιο τον Χριστό να υποκριθεί.
Έστω ότι το θαύμα ήταν εκ Θεού. Και το θαύμα έγινε στις 14.9.1925, ήτοι πριν το 1935• πριν το σχίσμα ! Τότε, που δεν υπήρχε Εκκλησία των Παλαιοημερολογιτών. Τότε που όλοι ήταν ενσωματωμένοι στην Μία Εκκλησία ! Θα εκαυχώντο δικαίως, αν το θαύμα γινόταν μετά το 1935!!!
Και η συνέχεια :
Στο Μαρκόπουλο της Κεφαλλονιάς υπάρχει ο γνωστός ναός της Κοιμήσεως της Θεοτόκου. Στον ναό αυτό, κάθε χρόνο από τις 6 μέχρι στις 15 Αυγούστου, βγαίνουν από τους τοίχους και την σκέπη του ναού ακίνδυνα φιδάκια με ένα κόκκινο σταυρό στο κεφάλι τους. Κάθε χρόνο τέτοιες ημέρες τα άλογα αυτά ζωάκια δίνουν το ραντεβού τους.
«Όταν εισήχθη το Ν. Ημερολόγιο οι πιστοί είχαν αγωνία να δουν τα φιδάκια πότε θα βγουν. Με το νέο ημερολόγιο ή με το παλαιό; Ιδιαίτερα τα μικρά παιδάκια εκείνο το βράδυ της 6.8.1924 (ν. ημερολ.) με κεράκια αναμμένα έψαχναν στους τοίχους και στο καμπαναριό μήπως τυχόν δουν τα φίδια. Και φώναξαν πανηγυρίζοντας «Να ! Τα φίδια βγήκαν ! Με το νέο ημερολόγιο...» (Αρχιμ. Δανιήλ Γούβαλη, Το θαύμα της Πίστεως, σελ. 119-120). Από τότε κάθε χρόνο τα φίδια βγαίνουν στο ναό με το νέο ημερολόγιο, φυσικά κατ' εντολή του Θεού.
«Έχουμε δύο θαύματα. «Ένα με το παλαιό ημερολόγιο και ένα με το νέο. Ποιο ημερολόγιο εγκρίνει ο Θεός;
Ο Θεός υπογράφει και τα δύο ημερολόγια. Εκείνο, όμως, που δεν υπογράφει, που καταδικάζει, είναι το σχίσμα, η διαίρεση, που προκάλεσαν οι εν Ελλάδι Παλαιοημερολογίτες.
Συμπέρασμα:
Το πότε γιορτάζονται οι γιορτές είναι θέμα δευτερεύον. Σημασία έχει να γιορτάζονται. «Κανείς δεν κολάσθηκε ούτε κατηγορήθηκε, λέει ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, επειδή γιόρτασε το Πάσχα ένα μήνα νωρίτερα ή αργότερα». Το Σάββατο έγινε για τον άνθρωπο και όχι ο άνθρωπος για το Σάββατο. «Ας μην ασχολούμαστε, λοιπόν, με χρονολογίες και ημερομηνίες (Γαλ. 4:10).
Τα τρία μεγάλα λάθη των Παλαιοημερολογιτών.
Το πρώτο:
«Έκαναν πρωτεύον ένα δευτερεύον θέμα. «Έδωσαν αξία στην... τρίχα (!) Το πότε δηλαδή γιορτάζονται οι γιορτές. (Κάτι που δεν έκανε ούτε ο Χριστός !). Και έμειναν έτσι με την τρίχα στο χέρι τους!
Το δεύτερο:
Το πρώτο λάθος τους έχει κάποιο ελαφρυντικό. «Ήθελαν έστω το «πάτριον» ημερολόγιο. Καλό και άγιο. Αυτό, όμως, τους έσπρωξε σ' ένα δεύτερο, βαρύτερο λάθος. Προέκυψε το πρόβλημα. Να αλλάξει ή όχι το ημερολόγιο. Τον λόγο τον είχε η επίσημος Ελληνική Εκκλησία. Και αυτή αποφάσισε την αλλαγή του ημερολογίου. Κάτι που δεν ήταν αντίθετο ούτε με το πνεύμα της Αγίας Γραφής ούτε με το πνεύμα της Ιεράς Παραδόσεως. Και στην απόφαση αυτή ώφειλαν ΟΛΟΙ υπακοή ! Υπακοή στην Εκκλησία. Και το έγκλημα τους: Έδειξαν απείθεια στην Εκκλησία. Κατά τον Μ. Βασίλειο όποιος αντιστέκεται σε ό,τι γίνεται από τους εκλεκτούς του Θεού είναι σαν να αντιστέκεται στις διαταγές του Θεού. (Επιστολή 227 πρβλ. Λουκ. 10:16)
Το τρίτο:
Και χειρότερο. Απεκόπησαν από την Εκκλησία ! «Έκαναν δική τους Εκκλησία ! «Έκαναν το σχίσμα ! Κατέπεσαν στο βάθος του γκρεμού και κατατσακίσθηκαν !
Την Εκκλησία, την οποία ο Θεός μας υπεσχέθη και μας εδώρησε, ούτε την «πουλάμε», ούτε την «εγκαταλείπομεν», γράφεται στα πρακτικά της Ε' Οικουμενικής Συνόδου (Μητροπολίτου Νικοπόλεως Μελετίου, αυτόθι, σελ. 345). Βάσει αυτού οι Παλαιοημερολογίτες, που αυτοδιαφημίζονται ως φύλακες των παραδόσεων και υπέρμαχοι των Οικουμενικών Συνόδων, πως δικαιολογούν την αποκοπή τους από την Μία Εκκλησία;
Ο διαμελισμός τους.
Όταν το 1924 εισήχθη το νέο Ημερολόγιο, ένας δαιμονισμένος στην Κεφαλλονιά έλεγε ωρυόμενος: «Τώρα που άλλαξε το ημερολόγιο θα πάω ατό «Άγιο Όρος ! Και κάθε σκήτη και καλύβα θα την κάνω και Πατριαρχείο !!!». Οι «ζηλωτές» του Αγ. «Όρους είναι δικό του κατασκεύασμα. Ο σατανάς εργάσθηκε και στην υπόλοιπη Ελλάδα. Χώρισε τους παλαιοημερολογίτες από την Μία Εκκλησία ! Τους χώρισε και μεταξύ τους. Τους έκανε (προς το παρόν...) έξι κομμάτια !
Τα ακόλουθα: α. Του «Αρχιεπισκόπου» Ανδρέα, β. Του «Αρχιεπισκόπου» Μαξίμου, γ. Του «Αρχιεπισκόπου» Χρυσοστόμου, δ. Του «Μητροπολίτη» Κυπριανού, ε. Του «Μητροπολίτη» Γρηγορίου και στ. Του «Μητροπολίτη» Καλλινίκου.
Και ο καθένας άπ' αυτούς έχει και τους «επισκόπους» του.
Έχουν ιερωσύνη;
«Οι δε απορραγέντες λαϊκοί γενόμενοι...» (Κανών Α' Μ. Βασιλείου). Ήτοι, όσοι κληρικοί απεκόπησαν από την Μία Εκκλησία, καθίστανται αυτόματα λαϊκοί. Και οι παλαιομερολογίτες κληρικοί απεκόπησαν από την Μία Εκκλησία˙ άρα είναι λαϊκοί. «Αν δεν πείθεσαι μ' αυτό, τότε πρέπει να σε πείσει η καθαίρεσή τους. «Όταν, δηλαδή, έκαναν το σχίσμα, η Ελληνική Ορθόδοξος Εκκλησία τους καθήρεσε ! Με άλλα λόγια, οι παλαιομερολογίτες κληρικοί και απεκόπησαν από την Μία Εκκλησία και καθαιρέθηκαν. «Έγιναν δυο φορές λαϊκοί. Και σαν λαϊκοί, «ούτε το βαπτίζειν, ούτε το χειροτονείν είχον εξουσίαν» (Κανών Α' Μεγάλου Βασιλείου), τα μυστήρια τους είναι τελείως άκυρα. Γι' αυτό πάλι τους βαπτίζομε (ενώ τους αιρετικούς τους δεχόμαστε με Χρίσμα...), πάλι τους παντρεύομε και πάλι τους χειροτονούμε. Δηλαδή, όσοι έχουν βαπτισθεί ή παντρευθεϊ σε παλαιοημερολογίτικη «Ελληνική Εκκλησία είναι σαν να μην έχουν βαπτισθεί ή παντρευθεί !
Ένα ευφυέστατο επιχείρημα.
Ο αείμνηστος αρχιμ. π. Επιφάνιος Θεοδωρόπουλος προβάλλει εδώ το ακόλουθο επιχείρημα.
Οι παλαιοημερολογίτες κατηγορούν τους νεοημερολογίτες, ότι με την θέσπιση του Ν. Ημερολογίου απεκόπησαν από την παράδοση, και άρα έγιναν σχισματικοί. Άρα (κατ' αυτούς) τα μυστήρια (των νεομερολογιτών) είναι άκυρα. Μέχρι, όμως, το 1935 οι τρεις Μητροπολίτες, που ηγήθησαν του όχλου, ήταν εντεταγμένοι με τους νεοημερολογίτες, δηλαδή τους σχισματικούς. Άρα και αυτοί οι τρεις ήταν σχισματικοί! Και συνεπώς δεν είχαν ιερωσύνη. Οι παλαιοημερολογίτες, όμως, ισχυρίζονται ότι έχουν την ιερωσύνη! Που την βρήκαν; Από τους νεοημερολογίτες; Μα αυτοί κατηγορούνται ως σχισματικοί !... Υποστηρίζουν, ότι η Σύνοδος έχει τη δύναμη να αποκαταστήσει τους σχισματικούς. Σωστά. Ποια Σύνοδος; Αυτή η Σύνοδος δεν θα είναι Σύνοδος σχισματικών; Είναι δυνατόν τέτοια Σύνοδος να αποκαταστήσει σχισματικούς; (Άρθρα, Μελέται, σελ. 184).
Παραφράζομε εδώ τα λόγια του άγ. Αυγουστίνου, (που λέει για τους άπιστους): Ω ! Παλαιοημερολογίτες ! Είστε πρόθυμοι να πιστέψετε την οποιαδήποτε ανοησία αρκεί να μην δεχθείτε την Αλήθεια ! Ίδια τραγική περίπτωση με τους αιρετικούς.
Η «απομόνωση» τους
Έχομε λ.χ. δύο Εκκλησίες, την Ορθόδοξη Εκκλησία της Ελλάδος και την Ορθόδοξη Εκκλησία της Σερβίας, που ακολουθεί το παλαιό ημερολόγιο. Τα μέλη των δύο αυτών Εκκλησιών μπορούν να λειτουργηθούν, να εξομολογηθούν και προπαντός να κοινωνήσουν των Αχράντων Μυστηρίων, σ' όποια από τις δύο Εκκλησίες θέλουν. Οι ιερείς τους μπορούν και να συλλειτουργήσουν. Και αυτό γίνεται γιατί ακριβώς ανάμεσα στις δύο αυτές Εκκλησίες, δεν υπάρχει καμμία απολύτως διαφορά, ούτε σε δογματικά ζητήματα, ούτε σε Εκκλησιολογικά.
Η επικοινωνία αυτή των δύο Εκκλησιών, ιδιαίτερα το κοινό ποτήριο, λέγεται στην εκκλησιαστική γλώσσα «Κοινωνία».
Όταν, λοιπόν, οι παλαιοημερολογίτες απεκόπησαν από την Ελληνική Ορθόδοξη Εκκλησία, επιδίωξαν να αποκτήσουν «κοινωνία» με τις Ορθόδοξες Εκκλησίες του εξωτερικού, που ακολουθούν το παλαιό ημερολόγιο. Αλλά καμμία άπ' αυτές δεν καταδέχθηκε να «κοινωνήσει» με την εν Ελλάδι Εκκλησία Παλαιοημερολογιτών ! Διετήρησαν την «κοινωνία» τους με την Ελληνική Ορθόδοξη Εκκλησία, που ακολούθησε το Ν. Ημερολόγιο ! Πήραν έτσι ένα μεγάλο μάθημα, ότι βρίσκονται σε πλάνη.
ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΑΠΟ ΤΟ ΑΝΤΙΑΙΡΕΤΙΚΟΝ ΕΓΚΟΛΠΙΟΝ www.egolpion.com
Αντιαιρετικόν Εγκόλπιον www.egolpion.com
30/6/2010
«Οσο περισσότερο γνωρίζει κανείς το Θεό τόσο περισσότερο γνωρίζει και τον εαυτό του και όσο περισσότερο γνωρίζει τον εαυτό του, τόσο περισσότερο γνωρίζει και το Θεό»
«Για την αναγκαιότητα της μελέτης του Ευαγγελίου, ο Γέροντας Ιερώνυμος έλεγε:
«Ένα σπίτι ολόκλειστο, έχει σκοτάδι. Αν ανοίξεις το παράθυρο, βλέπεις τα μεγαλύτερα αντικείμενα. Αν το ανοίξεις περισσότερο και μπει φως, διακρίνεις και τα μικρότερα πράγματα. Όταν μπει μέσα ο ήλιος, βλέπεις και τη σκόνη που αιωρείται. Το ίδιο συμβαίνει και στην ψυχή, που δέχεται το φως του Ευαγγελίου. Βλέπει και τις μικρότερες αμαρτίες»
(Διδαχές Γερόντων,π.Διονυσίου Τάτση, σελ.69)
«Όπως η ηλιακή ακτίνα εισχωρώντας μέσα στο σπίτι από κάποια τρύπα, τόσο πολύ το φωτίζει ολόκληρο, ώστε να διακρίνει κανείς και την πιο λεπτή σκόνη που αιωρείται, έτσι και ο φόβος του Θεού, εισερχόμενος στην καρδιά του ανθρώπου, της φανερώνει όλα τα αμαρτήματά της».
(Κλιμαξ, αγίου Ιωάννου Σιναϊτη, ΕΠΕ, σελ. 471-473)
«Όχι μόνο γνωρίζουμε το Θεό μέσω του Ιησού Χριστού, αλλά και τον εαυτό μας μόνο διαμέσου του Χριστού τον γνωρίζουμε. Γνωρίζουμε τη ζωή, το θάνατο μόνο μέσω του Ιησού Χριστού. Εκτός Χριστού δεν ξέρουμε ούτε τη ζωή μας ούτε το θάνατό μας, ούτε το Θεό ούτε τον εαυτό μας.
Έτσι χωρίς την Αγία Γραφή, που έχει ως επίκεντρο μονάχα τον Ιησού Χριστό, δε γνωρίζουμε τίποτα, και το μόνο που βλέπουμε είναι σκοτάδι και σύγχυση τόσο μέσα στη φύση του Θεού όσο και στη δική μας φύση»
(Πασκάλ Μπλεζ, Σκέψεις αριθμ. 729, εκδ. Καστανιώτη σελ. 328)
«…Δεν είναι καθόλου ευχάριστο να δει κανείς τον εαυτό του «φτωχό», να έρθει σε επίγνωση της τυφλότητάς του. Είναι αφόρητα μεγάλος ο πόνος να ακούσω την καταδίκη μου σε θάνατο, για το ότι βρίσκομαι σε τέτοια κατάσταση. Εν τούτοις μπροστά στα μάτια του Δημιουργού μου είμαι μακάριος, χάρη ακριβώς σ’ αυτή τη γνώση της μηδαμινότητάς μου (βλ. Ματθ. 5,3). Η πνευματική αυτή όραση συνδέεται με την «βασιλεία των ουρανών» που αποκαλύφθηκε σε μας.
Οφείλω να ιδώ το Χριστό «όπως είναι» για να παραβάλω τον εαυτό μου με Εκείνον και από αυτή τη σύγκριση να αισθανθώ την α-μορφία μου. Δεν μπορώ να γνωρίσω τον εαυτό μου, εάν δεν έχω μπροστά μου την αγία Μορφή Του.
Ισχυρή ήταν, και παραμένει ακόμη, η αποστροφή μου προς τον εαυτό μου. Αλλά από αυτή τη φρίκη γεννήθηκε σε μένα προσευχή ιδιαίτερη απογνώσεως, που με βύθισε σε θάλασσα δακρύων. Πουθενά δεν διέκρινα τότε οδούς για θεραπεία μου. Μου φαινόταν ότι η ασχήμια μου ήταν αδύνατον να μεταποιηθεί σε ομοίωση προς το κάλλος Του».
(Γέροντας Σωφρόνιος του Έσσεξ, Οψόμεθα τον Θεόν καθώς εστί σελ. 92)
Θεέ μου,
Κάνε με να βλέπω τον εαυτό μου,
όχι με τα μάτια τα δικά μου, αλλά
με τα μάτια των φίλων μου, για να τον διορθώνω.
Με τα μάτια των εχθρών μου, για να τον προστατεύω.
Με τα μάτια τα δικά Σου, τον οφθαλμόν «ως τα πάνθ’ ορά», για να τον ανυψώνω»
(Κωνσταντίνος Κούρκουλας, Στάχυα τομ.Α σελ. 202)
«Κάποιος ρώτησε κάποτε έναν Γέροντα:
Όταν ήμουν στον κόσμο, ήμουν καλύτερος. Τώρα που ήρθα στο Μοναστήρι, γιατί είμαι χειρότερος;
Κι εκείνος του απάντησε:
- Αυτό είναι αλήθεια, αδελφέ, διότι στον κόσμο έκανες σύγκριση του εαυτού σου με τους κοσμικούς, ενώ στο Μοναστήρι κάνεις σύγκριση του εαυτού σου με τους αγίους»
(Μιχαήλ Μιχαηλίδη, Αυτογνωσία μέτρο τελειότητας, σελ.64)
- μέτρον πάντων όχι ο άνθρωπος αλλά ο Θεάνθρωπος!
«…το ανθρώπινο γένος προσπαθούσε να λύσει στην ουσία ένα μόνο πρόβλημα, παμπεριεκτικό πρόβλημα: το πρόβλημα του ανθρώπου. Και από όλους τους πόνους και τα μαρτύριά του σφυρηλάτησε για τον εαυτό του μία υπέρτατη θεότητα, την οποία λάτρεψε ως υψίστη αξία και το ύψιστο κριτήριο των πάντων. Η υπέρτατη αυτή θεότητα είναι: «μέτρον πάντων άνθρωπος», δηλαδή ο άνθρωπος είναι το μέτρο όλων των όντων και πραγμάτων.
Αλλά με τον τρόπο αυτόν η αυτού θεία μεγαλειότης, ο άνθρωπος, δεν έλυσε το πρόβλημα του ανθρώπου. Διότι μετρώντας μέσω του εαυτού του τον εαυτό του, δεν κατανόησε ούτε τον εαυτό του ούτε τον κόσμο γύρω του… Στην πραγματικότητα ματαιοπονούσε: κατόπτριζε κάτοπτρο σε κάτοπτρο. Και τα πάντα συνοψίστηκαν στην συγκλονιστική κραυγή και την ανατριχιαστική εξομολόγηση: «ουδέν εμαυτώ σύνοιδα» (Α Κορ. 4,4). Τίποτα δεν γνωρίζω για τον εαυτό μου: δεν γνωρίζω ούτε τι είναι ο άνθρωπος, ούτε τι είναι ο Θεός, ούτε τι είναι ο θάνατος, ούτε τι είναι η ζωή…
… Αφ ότου ο Θεός έγινε άνθρωπος, φανερώθηκε ως Θεάνθρωπος και μέσω του σώματός Του-της Εκκλησίας- παρέμεινε ως Θεάνθρωπος στον επίγειο κόσμο, έγινε Αυτός άπαξ δια παντός η ύψιστη παναξία και το υπέρτατο κριτήριο του ανθρωπίνου γένους, Αυτός ο Μόνος Αληθινός Θεός και ο Μόνος Αληθινός Ανθρωπος, ο Μόνος Τέλειος Θεός και ο Μόνος Τέλειος Ανθρωπος. Ως τέτοιος, Αυτός είναι η μόνη ύψιστη παναξία και το μόνο έσχατο κριτήριο αυτού του ανθρώπου στην ψυχοσωματική του οντότητα και την θεανθρώπινή του δυνατότητα και καθετί είναι ανθρώπινο και του ανθρώπου.
Μόνο με τον Θεάνθρωπο είδε ο άνθρωπος για πρώτη φορά τον εαυτό του τέλειο και αιώνιο. Και γνώρισε τον εαυτό του σε όλα τις διαστάσεις του. Για αυτό λοιπόν η νέα αξιολογική και γνωσιολογική καθολική αρχή του ανθρωπίνου γένους είναι: «μέτρον πάντων ο Θεάνθρωπος».
(άγιος Ιουστίνος Πόποβιτς, Ανθρωπος και Θεάνθρωπος σελ. 145-146)
- Ο Θεός και δείχνει και κρύβει ανάλογα με το συμφέρον μας…
«Αν ήξερες τις αμαρτίες σου, θα σου ‘φευγε η καρδιά»
(Πασκάλ Μπλεζ, Σκέψεις, εκδ. Καστανιώτη σελ. 334)
«Αν ήξερα τον εαυτό μου, θα το ‘βαζα στα πόδια» (Γκαίτε)
«Πολλές φορές ο Θεός κρύβει από τα μάτια μας και τα καλά που έχουμε αποκτήσει, αλλά έρχεται ο επαινέτης, ή καλύτερα αυτός που πλανά, και με τους επαίνους του ανοίγει τα μάτια μας, και αφού ανοίξουν αυτά, εξαφανίζεται ο πλούτος από μέσα μας»
(Κλιμαξ, αγίου Ιωάννου Σιναϊτη, ΕΠΕ, σελ. 339)
- Προσευχή για αυτογνωσία
Κύριε γνώρισέ μου αυτόν τον άγνωστο.
Ξέρω το όνομά μου, την ηλικία μου, το βάρος μου, το χρώμα των μαλλιών μου, όμως τον εαυτό μου δεν τον γνωρίζω.
Αυτός σε μένα τον ίδιο, παραμένει κρυμμένος και άγνωστος.
Εσύ όμως, Χριστέ μου, που «εξετάζεις νεφρούς και καρδιές» τον γνωρίζεις.
Εσύ γνωρίζεις κάθε άνθρωπο ερχόμενο εις τον κόσμο, «εκ κοιλίας μητρός αυτού».
Εσύ κρατάς στα πλαστουργικά σου χέρια την φωτογραφία του μυστικού και αγνώστου εαυτού μου, σε όλες τις λεπτομέρειες.
Τι δεν θα έδινα να αποκτήσω αυτή τη φωτογραφία Κύριέ μου!
Να την κρατήσω μπροστά στα μάτια μου. Να δω επί τέλους ποιος είμαι.
Μια μυστική φωνή μου λέει πως δεν θα άντεχα να δω τη φωτογραφία μου αυτή.
Και αν την έβλεπα, πως δεν θα μπορούσα να αναγνωρίσω τον εαυτό μου.
Γι’ αυτό Κύριε είμαι ευχαριστημένος που Εσύ, γεμάτος αγάπη για μένα, κρατάς αποκλειστικά δική σου τη φωτογραφία του πραγματικού εαυτού μου.
Γιατί ξέρω πως Εσύ θα δουλέψεις μέσα μου για να αποκαταστήσεις την πραγματική εικόνα του εαυτού μου και να την παρουσιάσεις «μη έχουσα σπίλον ή ρυτίδα… αλλά ίνα η αγία και άμωμος» (προς Εφεσίους 5,27).
Κύριε θέλω να σου δώσω τη δυνατότητα να επεξεργασθείς μέσα μου τον εαυτό μου…
«Ω! Πόσο πλήρης τραυμάτων είναι η ψυχή μου και αγνοεί.
Διότι η αλαζονεία δεν αφήνει αυτήν να κατανοήσει τις πληγές της και να σωθεί…
Χάρισέ μου γιατρικό για να θεραπευτώ εντελώς από τις κρυφές μου πληγές»
(όσιος Εφραίμ ο Σύρος, στο Πατερικά Βιώματα, Ιωάννου Κορναράκη σελ. 11)
«(Κύριε) Το σπίτι της ψυχής μου είναι στενό, δεν σε χωρά. Μεγάλωσέ το. Είναι ερείπιο. Αναστήλωσέ το. Έχει πολλά που δεν θα σου άρεσαν. Το παραδέχομαι, το ξέρω. Ποιός όμως θα το καθαρίσει; Και σε ποιόν άλλον εκτός από εσένα να φωνάξω: «Καθάρισέ με, Κύριε, από τις κρυφές πληγές μου, απάλλαξε τον δούλο σου από τους εχθρούς»
(Αγίου Αυγουστίνου Εξομολογήσεις, εκδ. Πατάκη τομ. Β σελ 121)
«Εχεις ψυχή μου δουλειά, και μάλιστα, αν θέλεις, μεγάλη.
Εξέτασε τον εαυτό σου ποιά είσαι και πού είσαι στραμμένη,
από πού ήλθες και πού πρέπει να παρουσιαστείς,
αν η ζωή είναι αυτό που ζεις ή κάτι το καλύτερο…
Εχεις ψυχή μου, δουλειά.
Μην κουραστείς από τον κόπο».
(Γρηγορίου Θεολόγου, Επη εις εαυτόν, Γρηγοριανόν Ταμείον σελ. 154)
- Η συνείδηση ως λυχνάρι
«Στο χέρι μας λοιπόν είναι τώρα πια ή να την καταχώσουμε πάλι (τη συνείδηση) ή να την αφήσουμε να λάμπει και να φωτίζει, εάν πειθόμαστε σ’ αυτήν. Διότι, όταν η συνείδησή μας μάς λέγει να κάνουμε τούτο το πράγμα κι εμείς καταφρονούμε, και πάλι λέει κάτι κι εμείς δε το κάνουμε, αλλά συνεχίζομε να την καταπατούμε, άρα την καταχώνουμε και από το βάρος που έχει τοποθετηθεί επάνω της δεν μπορεί πλέον να μας ομιλεί καθαρά• αλλά σαν λυχνάρι που φέγγει ανάμεσα από παραπετάσματα, έτσι αρχίζει να μας δείχνει αμαυρότερα, σχεδόν σκοτεινότερα, τα πράγματα, και, όπως στη περίπτωση νερού θολωμένου από πολλά χρώματα δεν μπορεί κανείς να ξεχωρίσει το πρόσωπό του, έτσι δεν αισθανόμαστε όσα μας λέει η συνείδησή μας, ώστε να νομίζουμε ότι σχεδόν δεν έχουμε καν συνείδηση.
Κανείς όμως δεν υπάρχει που να μη την έχει, διότι, όπως είπαμε ήδη, είναι κάτι θείο και ποτέ δε χάνεται, αλλά πάντοτε μας υπενθυμίζει το οφειλόμενο• απλώς εμείς δεν την αισθανόμαστε, επειδή, όπως είπα, την καταφρονούμε και την καταπατούμε».
(αββάς Δωρόθεος, ΕΠΕ σελ. 321-323)
- Οι θλίψεις και τα χρόνια φέρνουν αυτογνωσία…
«Όπως χαρακτηριστικά γράφει ο Σέρεν Κίρκεγκορ: «Μολονότι ο άνθρωπος είναι ικανός για απίστευτα κατορθώματα και για την απόκτηση ευρύτατων γνώσεων, δεν κατανοεί τον εαυτό του. Τα βάσανα όμως οδηγούν τον άνθρωπο να κοιτάξει μέσα του. Αν το επιτύχει, τότε εκεί, μέσα του, βρίσκεται η απαρχή της αυτό-γνωσίας του και αρχίζει να μαθαίνει».
(Σκοτ Πεκ,Πέρα από το δρόμο το λιγότερο ταξιδεμένο,σελ.104)
«Πηγή πολύτιμων πληροφοριών για τον εαυτό μας αποτελούν και τα αρνητικά μας συναισθήματα (άγχος, λύπη, θυμός, μίσος, ζήλεια). Αν τα ευχάριστα συναισθήματά μας χρειάζονται για την ευεξία μας και για την δημιουργικότητά μας, τα δυσάρεστα συναισθήματα μάς ωριμάζουν.
Για να μάθουμε, όμως, πτυχές του χαρακτήρα μας μέσω των δυσάρεστων συναισθημάτων απαιτείται θάρρος και ειλικρίνεια με τον εαυτό μας. Στην εκκλησιαστική γλώσσα αυτό ονομάζεται ταπείνωση»
(π.Βασίλειος Θερμός, Ανθρωπος στον Ορίζοντα, σελ. 73-74)
«Είχα δάσκαλο τη θλίψη και με έμαθε πολλά…!
«Ο Γέροντας Ευσέβιος, στο τέλος της ζωής του, έλεγε στα περιστοιχίζοντα αυτόν πνευματικά του τέκνα:
«Για μένα τώρα η ζωή είναι μεγάλο βάρος. Αν ζήσω ακόμα, δεν πρόκειται να κάνω πλέον τίποτα άλλο, παρά μόνο να γνωρίσω καλύτερα τον εαυτό μου. Προ ετών είχα την ιδέα ότι γνώριζα τον εαυτό μου, αλλά τα πράγματα με πείθουν ότι δεν τον έχω γνωρίσει καλά»
(Διδαχές Γερόντων, π. Διονυσίου Τάτση σελ.58)
«Ελεγε ο αββάς Ματώης: «Όταν ήμουν νεώτερος, έλεγα μέσα μου, ότι δήθεν κάτι καλό κάνω. Τώρα δε όπου γέρασα, βλέπω ότι δεν έχω κανένα καλό έργο στη ζωή μου»
(Γεροντικόν, Είπε γέρων σελ. 168)
«Ο διάσημος μουσικοσυνθέτης Γκουνώ –γνωστός στους πολλούς από τη σύνθεσή του «Χαίρε Μαρία»- έλεγε κάποτε:
- Όταν ήμουν νέος συνήθιζα να λέω: «Εγώ».
Όταν πέρασαν λίγα χρόνια, έλεγα: «Εγώ και ο Μόζαρτ».
Όταν ωρίμασα ως άνδρας έλεγα: «Ο Μόζαρτ και εγώ».
Τώρα όπως όλοι ξέρετε δεν λέω παρά μονάχα: «ο Μόζαρτ».
Η πείρα της ζωής, για όποιον δεν έχει πωρωμένη καρδιά, τον κάνει ολοένα και πιο ταπεινόφρονα».
«Καθώς γερνάει κανείς γίνεται πιο συγκαταβατικός:
Δεν βλέπω κανένα σφάλμα που δεν θα μπορούσα να το έκανα και εγώ» (Γκαίτε)
«Ο ονομαστός Πέρσης ποιητής και φιλόσοφος Σααδί (1184-1263) διηγούνταν πως κάποτε, όταν ήταν νέος θερμόαιμος και τού άρεσε να δείχνεται σκληρός, έκανε παρατήρηση σε κάποιον ηλικιωμένο συγγενή του, που ήταν γνωστός για τον μαλακό και ήπιο χαρακτήρα του.
Εκείνος τότε του αποκρίθηκε:
- Παιδί μου, κάποτε είχα και εγώ δόντια, που ήταν σκληρά και σταθερά. Μου έπεσαν όμως με τον καιρό. Ενώ η γλώσσα μου, που ήταν μαλακή και ευκίνητη, όπως βλέπεις, μου έμεινε και δεν έπαθε τίποτα»
«Οι μαθητές του Πυθαγόρα συνήθιζαν κάθε βράδυ πριν κοιμηθούνε να επιθεωρούν τη δράση της ημέρας, θέτοντας στον εαυτό τους τρία ερωτήματα.
Πη παρέβην.
Τί δ’ έρεξα.
Τί δε μοι δέον ουκ ετελέσθη.
(Δηλαδή: Πού αμάρτησα. Πώς ενήργησα. Τι έπρεπε να κάνω και δεν το έκανα).
Μετά την εξέταση αυτή και αφού άλλοτε επέκριναν και άλλοτε επαινούσαν τον εαυτό τους, έκλειναν τα βλέφαρά τους σ’ έναν ύπνο γαλήνιο».
(Κωνσταντίνος Κούρκουλας, Στάχυα τομ Β σελ. 205)
«Ο άνθρωπος αποκτά το φόβο του Θεού όταν έχει τη μνήμη του θανάτου και τη μνήμη των τιμωριών, και όταν κάθε βράδυ ερευνά τον εαυτό του, πώς πέρασε την ημέρα, και το πρωί πάλι ερευνά πώς πέρασε τη νύχτα….
Διότι οφείλουμε να ερευνούμε τους εαυτούς μας όχι μόνο καθημερινά αλλά και κατά έτος και κατά μήνα και κατά εβδομάδα, και να λέμε• την πρώτη εβδομάδα βαρυνόμουν στο τάδε πάθος• πώς είμαι τώρα; Ομοίως και κάθε έτος να λέμε• πέρυσι νικιόμουν από το τάδε πάθος• τώρα πώς ευρίσκομαι; Και έτσι καθημερινά να γυμνάζουμε τους εαυτούς μας, εάν προκόψαμε λίγο ή είμαστε στην ίδια κατάσταση ή γίναμε χειρότερα»…
«οφείλει ο καθένας να καθαρίζει τον εαυτό του περιοδικά, εξετάζοντάς τον κάθε βράδυ πώς πέρασε τη μέρα και πάλι το πρωί πώς πέρασε τη νύκτα, και μετανοώντας στο Θεό για τις ενδεχόμενες αμαρτίες του.
Αληθινά δε εμείς, επειδή αμαρτάνομε πολύ και είμαστε επιλήσμονες, χρειάζεται και κάθε έξι ώρες να ερευνούμε τον εαυτό μας, πώς περάσαμε και σε τί αμαρτήσαμε, κι ο καθένας μας να λέει μέσα του• μήπως άραγε μίλησα πληγώνοντας τον αδερφό μου; άραγε μήπως τον είδα να κάνει κάτι και τον κατέκρινα και τον εξουθένωσα ή καταλάλησα σε βάρος του;
Άραγε μήπως ζήτησα κάτι από τον κελλαρίτη και δεν μου το έδωσε και γόγγυσα εναντίον του; μήπως το φαγητό δεν έγινε καλό και είπα λόγο και προσέβαλα τον μάγειρα και τον έθλιψα, ή από αηδία γόγγυξα μόνος μου; διότι και μόνος του να γογγύξει κανείς αμαρτία είναι. Λέγει πάλι• άραγε μήπως μου είπε άλλος από τους αδελφούς λόγο και δεν τον βάσταξα, αλλά εναντιώθηκα σ’ αυτόν;
Έτσι οφείλομε να ερευνούμε τους εαυτούς μας καθημερινά, πώς περάσαμε. Ομοίως οφείλει κανείς να ερευνά τον εαυτό του πώς πέρασε και τη νύκτα».
(αββάς Δωρόθεος, ΕΠΕ, σελ. 343,467-469,479)
«Σε κάθε βήμα που κάνεις να εξετάζεις, αν βαδίζεις στην οδό ή μήπως παρεξέκλινες απ’ αυτήν και βαδίζεις σε κανένα μονοπάτι έξω από αυτή».
(άγιος Ισαάκ ο Σύρος,ΕΠΕ 8Α σελ. 229)
«Όταν τελειώσει η ημέρα, ευχαριστούμε το Θεό για όσα αγαθά μας έδωσε ή για όσα επιτύχαμε και εξομολογούμαστε τις παραλείψεις μας, κάθε παράπτωμα θεληματικό ή αθέλητο ή ακόμη και εν αγνοία, με λόγια ή με έργα ή και καρδιακά, για όλα αυτά εκζητούμε το έλεος του Θεού με την προσευχή.
Γιατί η προσεκτική εξέταση και έρευνα των πράξεων του παρελθόντος μάς ωφελεί πολύ, ώστε να μην ξαναπέσουμε πάλι στα ίδια αμαρτήματα. Για αυτό προφήτης Δαβίδ λέει: «Για όσα κακά σκέπτεσθε μέσα σας, το βράδυ στο κρεβάτι σας να μετανοείτε» (Ψαλμ. 4,5)
(Μεγάλου Βασιλείου, Παιδαγωγική Ανθρωπολογία,Χαρώνη Βασιλείου αριθμ. κειμ. 403)
«Άριστος τραπεζίτης είναι εκείνος που κάθε βράδυ μετρά οπωσδήποτε το κέρδος ή τη ζημία της ημέρας.
Και δεν μπορεί να γνωρίζει με ακρίβεια το κέρδος ή τη ζημία, αν δε τα σημειώνει αυτά κάθε ώρα στο σημειωματάριό του• γιατί οι λογαριασμοί της κάθε ώρας παρουσιάζουν τον λογαριασμό της κάθε ημέρας».
(Κλίμαξ Ιωάννου Σιναϊτη, ΕΠΕ σελ. 145-147)
«Κάνε τον λογαριασμό σου… Πώς πέρασε η νύχτα ή η ημέρα. Και αν δεις κάποιο σφάλμα, φρόντισε να το διορθώσεις, με τη βοήθεια του Χριστού»
(όσιος Βαρσανούφιος)
«Να κλεισθείς στο σπίτι σου, να μελετήσεις και να ασκηθείς μαζί με τη γυναίκα σου, με τα παιδιά σου και τους άλλους που συνοικούν μαζί σου• πρώτος εσύ πες στον εαυτό σου• δε θα ασχοληθώ καθόλου ούτε με ιδιωτικά ούτε με δημόσια πράγματα έως ότου διορθώσω τη ψυχή μου».
(Ιωάννου Χρυσοστόμου, Παιδαγωγική Ανθρωπολογία,Χαρώνη Βασιλείου αριθμ. κειμ. 1369)
- Προσευχή μετά την αυτοεξέταση…
«Σε γέλασα, Λόγε, εσένα την Αλήθεια,
ενώ σού είχα τάξει αγνή την σημερινή ημέρα.
Η νύχτα δεν με υποδέχτηκε ολοφώτεινο.
Προσευχήθηκα ωστόσο και αυτό περίμενα.
Είναι όμως που κάπου σκόνταψαν τα πόδια μου,
διότι ήρθε το σκοτάδι που φθονεί τη σωτηρία.
Φανερώσου και πάλι, Χριστέ μου, και λάμψε το φως μέσα μου»
(Επη εις αυτόν.Ποίημα ΚΕ, Γρηγορίου Θεολόγου, Γρηγοριανό Ταμείο σελ. 155)
«Ο φιλόσοφος Κλεάνθης ασκούσε στις πράξεις του ο ίδιος αυτοκριτική και συχνά ακουγόταν να απευθύνει προς τον εαυτό του επιπλήξεις.
Όταν λοιπόν τον ρώτησε κάποτε ο Αρίστων ποιόν επιπλήττει, αποκρίθηκε «πρεσβύτη, πολιάς μεν έχοντι, νουν δε μη» (έναν γέροντα, ο οποίος έχει μεν άσπρα μαλλιά, όχι όμως και μυαλό»
(Κ.Δ Γεωργούλη, Ιστορία της Ελληνικής Φιλοσοφίας, σελ.362)
- Η ησυχία φέρνει την αυτογνωσία…
«αυτός δε ην υποχωρών εν ταις ερήμοις και προσευχόμενος»
(=Αυτός (ο Ιησούς) αποσυρόταν συνεχώς στις ερήμους και προσευχόταν) (Κατά Λουκάν 5,16)
«Τίποτα δεν κάνει τον άνθρωπο να αγνοεί τόσο τον εαυτό του, όσο το να είναι προσηλωμένος στα βιοτικά. Και τίποτα πάλι δεν τον κάνει να είναι τόσο πολύ προσηλωμένος στα βιοτικά, όσο το να αγνοεί τον εαυτό του, επειδή αυτά εξαρτώνται το ένα από το άλλο.
Γιατί, όπως ακριβώς αυτός που αγαπάει υπερβολικά την κοσμική δόξα και θεωρεί σπουδαία τα παρόντα πράγματα, και αν ακόμη καταβάλλει άπειρες προσπάθειες, δεν μπορεί να γνωρίσει πραγματικά τον εαυτό του, έτσι και εκείνος που περιφρονεί τα υλικά αγαθά, εύκολα θα γνωρίσει τον εαυτό του. Και όταν γνωρίσει τον εαυτό του, γρήγορα θα προχωρήσει και σε όλα τα είδη της αρετής»
(Ιωάννου Χρυσοστόμου, Παιδαγωγική Ανθρωπολογία,Χαρώνη Βασιλείου αριθμ. κειμ. 1372)
«Ο άνθρωπος που άλλο δεν αγαπάει έξω από τον εαυτό του δεν μισεί και τίποτα περισσότερο απ το να μένει μόνος με τον εαυτό του»
«Ολη η δυστυχία του ανθρώπου προέρχεται από το ότι δεν μπορεί να μείνει μια μέρα μόνος, συντροφιά με τον εαυτό του σε ένα δωμάτιο! Πόσα θα είχαν να πουν οι δυο τους!»
(Πασκάλ)
«Η μοναξιά είναι το σχολείο της αυτογνωσίας. Γιατί η αυτογνωσία είναι το κανάλι της κάθε γνώσης. Ακόμη και του Θεού. Και όπως λέει ο Λάο-Τσε: «Αν όλο τον κόσμο γνωρίσεις, γνώρισες πολλά. Αν γνωρίσεις τον εαυτό σου, τα έμαθες όλα»
(Μαρώ Βαμβουνάκη, Ο παλιάτσος και η Ανιμα,σελ.91)
«Ο μακάριος Θεόφιλος ο Αρχιεπίσκοπος πήγε κάποτε στο όρος της Νιτρίας. Και ήλθε ο αββάς του όρους σ αυτόν. Και τού λέει ο Αρχιεπίσκοπος:
«Τι το πιο πολύ βρήκες σ’ αυτόν τον δρόμο (=της ησυχαστικής ζωής), πάτερ;».
Τού αποκρίνεται ο γέροντας:
«Το να αιτιώμαι (κατηγορώ) και να μέμφομαι τον εαυτό μου πάντοτε».
Τού λέει ο Αββάς Θεόφιλος:
«Άλλος δρόμος από αυτόν δεν υπάρχει».
«Είπε πάλι, στενάζοντας, ο αββάς Ποιμήν:
«όλες οι αρετές εισήλθαν σε αυτό το σπίτι, εκτός από μία αρετή. Και, χωρίς αυτήν, είναι σε δύσκολη θέση ο άνθρωπος».
Τον ρώτησαν λοιπόν, ποιά είναι. Και είπε:
«Το να μεμφθεί ο άνθρωπος τον εαυτό του».
(Γεροντικόν, Είπε γέρων σελ. 100 & 216)
«Φεύγω για την έρημο! Πάω να βρω τον εαυτό μου…!»
«Τρεις ευσεβείς νέοι, φίλοι μεταξύ τους, ακολούθησαν τρεις διαφορετικούς δρόμους για την αγάπη του Χριστού.
Ο ένας αποφάσισε να αφιερώσει τη ζωή του στο να συμφιλιώνει μεταξύ τους τούς εχθρούς και αντιπάλους. Τον συγκινούσε βαθιά το έργο του ειρηνοποιού.
Ο άλλος, δοσμένος ολόψυχα στην αγάπη του πλησίον, πήγαινε βάλσαμο παρηγοριάς στους δυστυχισμένους.
Ο τρίτος, φλογερός εραστής της ησυχίας, πήγε στη έρημο να ζήσει ξένος και άγνωστος ανάμεσα στους ασκητές και ερημίτες.
Πέρασαν μερικά χρόνια.
Ο πρώτος αηδιασμένος από τις δολοπλοκίες, τις αντιθέσεις, τις διαμάχες των ανθρώπων, που δεν είχαν ποτέ σταματημό, πήγε να βρει το σύντροφό του να δει μήπως εκείνος είχε πιο επιτυχία στο έργο του. Αλλά κι εκείνος ήταν απογοητευμένος. Η δυστυχία και η κακομοιριά των ανθρώπων ήταν τόσο μεγάλη που δεν έφτανε να την ανακουφίσει, καθώς ήθελε.
Και οι δυο μαζί τότε ξεκίνησαν να συναντήσουν τον παλιό τους φίλο, να δουν τι κέρδος είχε εκείνος από την ξενιτεία του. Τον βρήκαν στο ερημητήριό του και αφού του διηγήθηκαν τα βάσανά τους, τον ρώτησαν τι απόκτησε ζώντας τόσα χρόνια αποτραβηγμένος από τον κόσμο.
Εκείνος αντί να τους αποκριθεί με λόγια, έκανε τούτο το παράξενο:
Πήρε ένα δοχείο, το γέμισε νερό και είπε στους φίλους του να κοιτάξουν μέσα.
- Βλέπετε τίποτα; τους ρώτησε.
- Νερό ταραγμένο.
Υστερα από λίγο, όταν το νερό είχε ηρεμήσει πια, τους είπε να κανακοιτάξουν μέσα.
- Τι βλέπετε;
- Τα πρόσωπά μας, αποκρίθηκαν εκείνοι.
- Να, λοιπόν, τι απόκτησα στην ηρεμία της ερήμου, είπε τότε ο ησυχαστής. Βλέπω κάθε μέρα και γνωρίζω καλύτερα τον εαυτό μου, τις ελλείψεις και τις αδυναμίες μου. Αγωνίζομαι να διορθωθώ και ποτέ δεν ένιωσα κόπο και απογοήτευση.
Οι άλλοι δύο συμφώνησαν πως ο ερημίτης είχε δίκιο»
(Γεροντικόν, Θεοδώρα Χαμπάκη σελ.243)
«Πάσχουμε δυστυχώς από βαριά πρεσβυωπία οι περισσότεροι. Βλέπουμε καλά μακριά και καθόλου κοντά μας. Η όρασή μας, στρεφόμενη προς τους άλλους, γίνεται, όσο τον δυνατόν πιο οξυδερκής, πιο αυστηρή, πιο αμείλικτη, ενώ για τον εαυτό μας διατηρούμε όλα τα αποθέματα των ελαφρυντικών, των δικαιολογιών και της επιείκειας»
(μοναχός Μωϋσής Αγιορείτης)
«Για αυτό οι πολλοί φωνάζουν και κρίνουν με τόση ευκολία, επειδή δεν εξετάζουν τα δικά τους αμαρτήματα προτού να εξετάσουν τα αμαρτήματα των άλλων, αλλά όλοι παραβλέπουμε τα δικά μας και ασχολούμαστε με τα αμαρτήματα των άλλων»
(Ιωάννου Χρυσοστόμου, Παιδαγωγική Ανθρωπολογία,Χαρώνη Βασιλείου αριθμ. κειμ. 1375)
«Οι πιο πολλοί είναι υποκειμενικοί με τον εαυτό τους και αντικειμενικοί με τους άλλους, τρομακτικά αντικειμενικοί μερικές φορές. Όμως σκοπός είναι να είμαστε αντικειμενικοί με τον εαυτό μας και υποκειμενικοί με τους άλλους»
(Κιρκεγκορ)
«Μη κρίνετε κατ’ όψιν, αλλά την δικαίαν κρίσιν κρίνατε»
(Ιω. 7,24)
«Εκείνοι που είναι αυστηροί και λεπτομερείς κριτές των παραπτωμάτων του πλησίον τους, διακατέχονται από αυτό το πάθος, επειδή ποτέ δεν επέδειξαν κάποια απερίσπαστη φροντίδα για τα δικά τους παραπτώματα ούτε και σκέφτηκαν ποτέ με λεπτομέρεια αυτά.
Γιατί, αν κάποιος, αφαιρώντας το περικάλυμμα της φιλαυτίας του, δει με ακρίβεια τα δικά του κακά, για κανένα άλλο πράγμα πλέον δεν θα φροντίσει στη ζωή του, σκεπτόμενος ότι ο χρόνος της ζωής του δεν του φτάνει ούτε για το πένθος των δικών του αμαρτιών, έστω και αν ζούσε εκατό χρόνια, και έβλεπε τον Ιορδάνη ποταμό ολόκληρο πλημμυρισμένο από τα δάκρυα των οφθαλμών του»
(Κλίμαξ Ιωάννου Σιναϊτη, ΕΠΕ σελ. 241)
«Ενας αδελφός είπε στον αββά Ποιμένα: «Οι λογισμοί μου με ταράζουν, σπρώχνοντάς με να παραμερίσω τις αμαρτίες μου και να προσέχω στις ελλείψεις του αδελφού μου».
Και του λέει ο γέρων για τον αββά Διόσκορο, ότι έκλαιγε μέσα στο κελλί του, ο δε μαθητής του καθόταν σε άλλο κελλί. Όταν λοιπόν πήγε στον γέροντα, τον βρήκε να κλαίει και του είπε: «Τι κλαις, πάτερ;».
Και ο γέρων του αποκρίθηκε: «Τις αμαρτίες μου κλαίω».
Τού λέει λοιπόν ο μαθητής του: «Δεν έχεις αμαρτίες, πάτερ».
Και ο γέρων τού απαντά: «Μάθε, τέκνο μου, ότι, αν αφήσω τον εαυτό μου να δει τις αμαρτίες μου, δεν αρκούν άλλοι τρεις ή τέσσερις για να τις κλάψουν»
(Γεροντικόν, Είπε Γέρων σελ. 71)
«Σκύψε πάνω από όσα έχεις διαπράξει, πάνω από το πέλαγος των δικών σου αμαρτημάτων. Αν είσαι περίεργος και πολυπράγμων, να απαιτήσεις ευθύνες από τον εαυτό σου, ευθύνες για τα λόγια σου, για τις πράξεις σου, για όσα κακά είπες και για όσα κακά έπραξες»
(Ιωάννης Χρυσόστομος, ΕΠΕ 6,58)
«Δεν υπάρχει συνείδηση ανθρώπου, που να μην κάμπτεται κάτω από το βάρος της ενοχής. Ακόμη και οι πιο αγνές συνειδήσεις νιώθουν την ανάγκη της λύτρωσης.
Είναι χαρακτηριστικό, πώς όταν ο Κύριος έριξε κατά τη διάρκεια του Μυστικού Δείπνου εκείνο, το «ένας από σας θα με παραδώσει», δεν ήταν του Ιούδα μονάχα η ένοχη συνείδηση που ταράχτηκε, αλλά και των υπόλοιπων έντεκα, οι οποίοι άρχισαν να αγωνιούν και να ρωτούν «μήπως είμαι εγώ Κύριε;». Γιατί όλοι τους, ποιος λίγο, ποιος πολύ, είχαν προδώσει κάποτε μέσα τους τον Διδάσκαλο»
(Κωνσταντίνος Κούρκουλας, Στάχυα τομ Β σελ. 206)
«Αλλά θα πει κανείς: και αν με θλίβει ο αδελφός και ερευνήσω τον εαυτό μου και βρω ότι δεν του έδωσα καμία αφορμή, πώς μπορώ να κατηγορήσω τον εαυτό μου;
Εάν ερευνήσει κανείς τον εαυτό του πραγματικά με φόβο Θεού, βρίσκει ότι πάντως έδωσε αιτία, είτε με έργο είτε με λόγο είτε με χειρονομία. Εάν όμως βλέπει ότι δεν του έδωσε τώρα καθόλου αιτία με κανέναν από αυτούς του τρόπους, προφανώς άλλοτε τον έθλιψε για το ίδιο πράγμα ή για άλλο, ή έθλιψε άλλον αδελφό και χρωστούσε να υποφέρει για αυτό ή πολλές φορές για άλλη αμαρτία.
Επομένως, αν ερευνήσει κανείς τον εαυτό του με φόβο Θεού και ψηλαφήσει τη συνείδησή του με ακρίβεια, θα βρει τον εαυτό του πάντως ένοχο»
(αββάς Δωρόθεος, ΕΠΕ σελ. 405)
- Η αυτογνωσία και η γλώσσα μας
«Εκείνος που γνωρίζει τα παραπτώματά του χαλιναγωγεί τη γλώσσα του, ενώ ο πολύλογος δεν γνώρισε ακόμη τον εαυτό του όπως πρέπει»
(Κλίμαξ Ιωάννου Σιναϊτη, ΕΠΕ σελ. 245)
«Αδελφέ μου, αν φυλάξεις τη γλώσσα σου, θα σου δοθεί από το Θεό η χάρη της κατανύξεως της καρδιάς, ώστε να βλέπεις στην ίδια την ψυχή σου, κι έτσι εισέρχεσαι στη χαρά του Πνεύματος. Αν όμως η γλώσσα σου σε νικήσει, πίστευε σε ό,τι σου λέω, ότι ποτέ δεν θα μπορέσεις να βγεις από το σκοτάδι»
(άγιος Ισαάκ ο Σύρος, ΕΠΕ 8Γ σελ. 129)
«Ο άνθρωπος αποτελείται από τρεις διαφορετικούς ανθρώπους: από εκείνον που οι ίδιοι εμείς πιστεύουμε πως είμαστε, εκείνον που οι άλλοι πιστεύουν πως είμαστε και εκείνον που πραγματικά είμαστε»
(Τζωρτζ Μπερναρντ Σω)
«Ο καθένας μας έχει τρεις χαρακτήρες.
Αυτόν που δείχνει,
αυτόν που έχει και
αυτόν που νομίζει ότι έχει»
«Το παράθυρο JOHARI, ένα παμπάλαιο μοντέλο προσωπικότητας… έχει πολλά να προσφέρει και στην ατομική θεραπεία… Προσέξτε τα 4 τεταρτημόρια: δημόσιος, τυφλός, κρυφός, ασυνείδητος
Γνωστός στο εγώ Αγνωστος στο εγώ
Γνωστός στους άλλους 1. δημόσιος 2. τυφλός
Άγνωστος στους άλλους 3. κρυφός 4. ασυνείδητος
1ο τεταρτημόριο (γνωστός σε μένα και στους άλλους) είναι ο δημόσιος εαυτός.
2ο τεταρτημόριο (άγνωστος σε μένα και γνωστός στους άλλους) είναι ο τυφλός εαυτός.
3ο τεταρτημόριο (γνωστός σε μένα και άγνωστος στους άλλους) είναι ο κρυφός εαυτός.
4ο τεταρτημόριο (άγνωστος και σε μένα και στους άλλους) είναι ο ασυνείδητος εαυτός.
…Στη θεραπεία επιχειρούμε να αλλάξουμε το μέγεθος των 4 κελιών. Προσπαθούμε να βοηθήσουμε το κελί του δημόσιου εαυτού να μεγαλώσει εις βάρος των υπόλοιπων τριών και τον κρυφό εαυτό να συρρικνωθεί… Και βέβαια, ελπίζουμε να μειώσουμε το μέγεθος του ασυνείδητου εαυτού βοηθώντας τους ασθενείς να εξερευνήσουν και να γνωρίσουν τα βαθύτερα στρώματα της ψυχής τους.
Αυτό όμως που κυρίως έχουμε στο στόχαστρο είναι το κελί νούμερο 2, ο τυφλός εαυτός… Ενας από τους στόχους της θεραπείας είναι να αυξήσει τον έλεγχο της πραγματικότητας και να βοηθήσει το άτομο να δει τον εαυτό του όπως τον βλέπουν οι άλλοι…»
(Irvin D. Yalom,Το δώρο της Ψυχοθεραπείας,εκδόσεις Αγρα σελ.146-147)
«Στη συνέχεια της ζωής, το προσωπείο ενισχύεται από τις κοινωνικές πιέσεις και σταθεροποιείται από τις επιλογές του κάθε ανθρώπου, μέχρι του σημείου ακόμη και να ματαιώνεται η πραγμάτωση του Προσώπου. Τότε ο άνθρωπος, μέσα από το προσωπείο (καλύτερα, μέσα από έναν μεγάλο αριθμό προσωπείων), δεν υποκρίνεται κάποιον άλλον, είναι κάποιος άλλος: αποξενωμένος από το σώμα του, τα γνήσια συναισθήματα και τις καρδιακές επιθυμίες του, ανίκανος να προσαρμόζεται με έναν αυθεντικό τρόπο στο περιβάλλον, να αντιμετωπίζει τις ανάγκες της ζωής, τις χαρές και τις δυσκολίες της.
Όσο περισσότερα χρόνια «φοράμε» το προσωπείο, τόσο οδυνηρότερο ή ακόμη και αδύνατο είναι να το αποσπάσουμε, να το ξεκολλήσουμε από τον αληθινό εαυτό μας. Αυτό συμβαίνει, όχι μόνο επειδή έγινε ένα με τη σάρκα μας, αλλά και επειδή μας γοητεύει ο τρόπος που μας κολακεύει.
Έτσι, είναι πραγματικά αμφίβολο ή ερευνητέο, αν θα είμαστε σε θέση να συμφιλιωθούμε κάποτε με «αυτό το ανύπαρκτο πρόσωπο που υπήρξαμε» (Τάσος Λειβαδίτης, Στέφανος), με αυτόν τον «ξένο» κάτω από το προσωπείο, που μπορεί και ποτέ του να μην αποκαλυφθεί.
Ο Rabindranath Tagore έχει πει με τη φιλοσοφική πνοή της ποίησής του: «Ο,τι είσαι δεν το βλέπεις, και ό,τι δεις είν’ η σκιά σου»
(Αγκαλιά με τον εαυτό μας, Ντέμη Σταυροπούλου σελ. 152-153)
«Την σιωπήν ηγάπων όλα τα μεγάλα πνεύματα, διότι βαθέως ησθάνοντο την αλήθειαν της λαϊκής παροιμίας: η ομιλία είναι αργυρός, η σιωπή είναι χρυσός.
Έκαστος σκεπτόμενος άνθρωπος εξ ιδίας εμπειρίας του γνωρίζει ότι ο εαυτός του δεν είναι εκείνος περί του οποίου ομιλεί, παρά ο εαυτός τον οποίον αποσιωπά. Όχι εκείνο το οποίο αποσιωπά εκουσίως, αλλά εκείνο το οποίο αποσιωπά αναγκαίως, διότι αδυνατεί να το εκφράσει.
Αι συζητήσεις μας εις τον κόσμον είναι ωσάν τα ψιλά κέρματα δια των οποίων εξαγοράζομεν τον εαυτό μας, ενώ το μέγα νόμισμα παραμένει εντός μας, μη φανερούμενον. Ημείς παρουσιαζόμεθα εις τον κόσμον δια επιφανειακών φωτογραφιών, ενώ η γνήσιά μας ψυχική προσωπογραφία παραμένει εντός μας, αφανέρωτος…
(Άγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς, Στοχασμοί περί του καλού και του κακού σελ.149-150)
«Κάποιο τραγικό ρήγμα χαίνει μέσα στις σκέψεις, στις αισθήσεις, στη ζωή. Ένα καταραμένο σχίσμα στη συνείδηση, στην καρδιά, στην ψυχή, σχίσμα το οποίο ερημώνει τον τύπο του ανθρώπου κατά Φάουστ: «Δύο ψυχές κατοικούν στο στήθος μου» (Γκαίτε, Φάουστ).
Ο άγιος Μακάριος ο Αιγύπτιος γράφει ότι η αμαρτία είναι στον άνθρωπο σαν «άλλη ψυχή μαζί με την ψυχή» (Ομιλ. 11,15. PG 34,556 C)
(άγιος Ιουστίνος Πόποβιτς, Ανθρωπος και Θεάνθρωπος σελ. 23)
«Δύο κόσμοι μέσα μας παλεύουν, που μέρα νύχτα μάς παιδεύουν»
(Βερίτης)
Όταν αποκτήσεις όλα εκείνα που επιθυμείς,
κι αρχίσει μια μέρα ο κόσμος να σε μακαρίζει,
πήγαινε στον καθρέπτη και κοίταξε τον εαυτό σου,
να δεις τι έχει να σού πει εκείνος που σε κοιτάει από τον καθρέπτη.
Γιατί δεν είναι ο πατέρας, η μητέρα ή η γυναίκα σου,
που την κρίση τους μ’ επιτυχία πρέπει να περάσεις.
Ο άνθρωπος που η απόφασή του μετράει πιο πολύ για σένα
είναι εκείνος που σε κοιτάει πίσω από τον καθρέπτη.
Μπορεί μερικοί να νομίζουν πως πέτυχες τους στόχους σου
και να σε αποκαλούν θαυμάσιο άνθρωπο,
μα ο άνθρωπος στον καθρέπτη σού λέει ποιος πραγματικά είσαι.
Αν δεν μπορείς να τον ατενίσεις ίσα στα μάτια,
μη δίνεις σημασία στη γνώμη την καλή των άλλων.
Γιατί αυτός είναι που σε γνωρίζει καλύτερα
κι αυτός σε ακολουθεί παντού νύχτα και μέρα.
Και τις εξετάσεις θα τις περάσεις με επιτυχία,
μόνο αν βαθμολογηθείς καλά από τον άνθρωπο του καθρέπτη.
Μπορεί να ξεγελάσεις όλο τον κόσμο στο διάβα της ζωής σου
κι επαίνους να σου απονέμουν όταν σε βλέπουν.
Μα η τελική σου αμοιβή θα ναι θλίψη και πόνος και δάκρυα,
αν έχεις κοροϊδέψει τον άνθρωπο πίσω από τον καθρέπτη.
(Ημεροδείκτης εκδόσεων ο Λόγος, 14-12-2002)
Στον τάφο μας θα έπρεπε να γράψουν μια επιγραφή:
Εδώ σ’ αυτό το μνήμα κείται κάποιος
που ο φόβος οι άλλοι τί θα πουν και η
ματαιοδοξία να αρέσει
τόσο του έκλεψαν ό,τι
είχε πιο δικό του
που σχεδόν δεν κείται εδώ κανείς.
(Γ. Σαράντης)
«Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένας γέρος, ένα αγόρι και ένας γάιδαρος. Πήγαιναν στην πόλη και είχαν αποφασίσει ότι το αγόρι θα ήταν καβάλα.
Καθώς προχωρούσαν οι άνθρωποι τούς κοιτούσαν και σχολίαζαν πόσο ντροπή ήταν για τον νεαρό να είναι καβάλα και ο γέρος να περπατάει. Τότε το αγόρι και ο γέρος αποφάσισαν ότι μάλλον θα είχαν δίκιο εκείνοι που τους κριτίκαραν και έτσι άλλαξαν θέσεις.
Μετά από λίγο, ενώ συνέχιζαν, κάποιοι άλλοι άνθρωποι νόμιζαν ότι ήταν κρίμα να κάνει ένα τόσο νέο αγόρι να πηγαίνει με τα πόδια. Κι έτσι αποφάσισαν να περπατάνε και να ξεκαβαλικέψουν τον γάιδαρο.
Σύντομα και ενώ περνούσαν μπροστά από κάποιους άλλους ανθρώπους κάποιοι θεώρησαν βλακεία να τούς βλέπουν να περπατούν και το γαϊδούρι να προχωράει χωρίς φορτίο. Ο γέρος και ο νεαρός αποφάσισαν ότι είχαν δίκιο και καβάλησαν και οι δύο τους το γαϊδούρι.
Παρακάτω οι άνθρωποι άρχισαν να σχολιάζουν πόσο κρίμα ήταν για το γαϊδουράκι να κουβαλάει τόσο βαρύ φορτίο. Και τότε ο γέρος και ο νεαρός αποφάσισαν να ξεκαβαλικέψουν και να κουβαλήσουν οι ίδιοι τον γάιδαρο. Καθώς περνούσαν μια γέφυρα, το γαϊδούρι τούς ξέφυγε και έπεσε μέσα στο ποτάμι και πνίγηκε…
Μήπως κι εσείς προσπαθείτε να τα έχετε καλά με όλους; Μήπως αγωνίζεστε και αγωνιάτε αν όλοι όσοι γνωρίζετε σας συμπαθούν; Μήπως έχετε την αγωνία να είστε αρεστοί σε όλο τον κόσμο;… (Άκη Αγγελάκη, Ιστορίες που θα θυμάσαι για πάντα, σελ. 211-212)
- Όσο ξέρω τον εαυτό μου τόσο ξέρω και τους άλλους
«Όπως σημειώνει ο Rattner «Από έναν άλλο άνθρωπο καταλαβαίνει κανείς μόνο τόσα, όσα γνωρίζει για τον εαυτό του. Η γνώση συνδέεται με την αυτογνωσία».
Στο βαθμό που ο θεολόγος και ο ποιμένας δε διαθέτει αυτογνωσία και «νήψη» πνευματική αφήνεται έρμαιο του ασυνηδείτου. Πολύ συχνά οι ανθρώπινες σχέσεις καθορίζονται από το ασυνείδητο. Στην ασκητική παράδοση η όλη πνευματική ζωή βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στην αυτογνωσία:
«Αυτός που γνωρίζει τον εαυτό του, έλαβε την γνώση των πάντων. Διότι το να γνωρίζει κανείς τον εαυτό του, είναι η ολοκλήρωση της γνώσης των πάντων.
(Ισαάκ ο Σύρος).
Το ερώτημα είναι πόσοι από τους χριστιανούς καθοδηγούμαστε στα χνάρια αυτής της παράδοσης, η οποία βοά: «Γνώρισε τον εαυτό σου πριν από όλα, διότι τίποτα δεν είναι δυσκολότερο από το να γνωρίσεις τον εαυτό σου, τίποτα επιπονότερο, τίποτα κοπιαστικότερο. Όταν όμως γνωρίσεις τον αυτό σου, τότε θα μπορέσεις να γνωρίσεις και το Θεό και να εξετάσεις με το λογισμό τα κτίσματα, όπως ταιριάζει». (Νείλου του Ασκητού)
(Κουφογιαννη Πανωραία, Εκπαιδεύοντας θεολόγους… σελ.175)
Ισχύει ό,τι λέει ο Jung για το φαινόμενο της προβολής γενικά. Κατά τον ελβετό ψυχίατρο: «κατανοούμε τους άλλους στο μέτρο που ζητάμε να κατανοήσουμε εμάς τους ίδιους. Ο,τι δεν κατανοούμε σε μας, δεν μπορούμε να το κατανοήσουμε στους άλλους. Έτσι η εικόνα του άλλου είναι ως επί το πλείστον υποκειμενική»
(Ιωάννου Κορναράκη, Η νεύρωση ως «Αδαμικό πλέγμα» σελ. 113)
«Τίποτα δεν μπορεί να κάνει την ψυχή τόσο ευσεβή και επιεική και ήπια, όσο η διαρκής ανάμνηση των αμαρτημάτων μας»
(Ιωάννου Χρυσοστόμου, Παιδαγωγική Ανθρωπολογία,Χαρώνη Βασιλίου αριθμ. κειμ. 1381)
- Να καθρεπτίζουμε τον εαυτό μας στους άλλους
- Γέροντα, είναι καλύτερα να βρίσκει κανείς μόνος του τα ελαττώματά του ή να του τα λένε οι άλλοι;
- Καλό είναι να ψάχνει να τα βρίσκει μόνος του, αλλά και, όταν του τα λένε, να μην αντιδρά• να το δέχεται με χαρά. Γιατί μπορεί να νομίζει ότι βλέπει τον εαυτό του, αλλά να τον βλέπει όπως θα ήθελε να είναι και όχι όπως είναι στην πραγματικότητα.
- Γέροντα, οι άλλοι τον βλέπουν καλύτερα τον εαυτό μου;
- Μόνος του κανείς μπορεί, αν θέλει, να δει καλύτερα τον εαυτό του. Δηλαδή, μπορεί να εντοπίσει καλύτερα μια αντίδρασή του, ένα σφάλμα του κ.λπ. και να βρει από ποια αίτια προήλθε, ενώ ο άλλος βγάζει συμπεράσματα από υποθέσεις που κάνει.
- Μπορεί, Γέροντα, να προσπαθεί κανείς να δει τον εαυτό του όπως είναι και να μη τον βλέπει;
-Ναι, αν μέσα στην προσπάθεια του αυτή υπάρχει υπερηφάνεια, δεν μπορεί να δει τον πραγματικό του εαυτό.
Ο άνθρωπος βλέπει καλύτερα τον εαυτό του, όταν τον καθρεφτίζει στους άλλους. Μέχρι να απαλλαγούμε από τα πάθη, πρέπει να καθρεφτίζουμε τον εαυτό μας στα κουσούρια του άλλου και να εξετάζουμε πού βρισκόμαστε εμείς. Αν δούμε λ.χ. στον άλλον ένα ελάττωμα, αμέσως να πούμε: «για να δω, μήπως το έχω κι εγώ;» και αν το έχουμε, να αγωνισθούμε να το κόψουμε.
- Και, αν Γέροντα, μου λέει ο λογισμός ότι δεν έχω αυτό το ελάττωμα, τι να λέω;
- Να λες: «Εγώ έχω άλλα μεγαλύτερα• αυτό είναι πολύ μικρό σε σχέση με τα δικά μου». Γιατί μπορεί καμιά φορά να είναι μικρότερα τα δικά σου ελαττώματα, αλλά να έχεις λιγότερα ελαφρυντικά. Αν εξετάζει κανείς έτσι τον εαυτό του, βλέπει ότι αυτός έχει μεγαλύτερα κουσούρια από τον άλλο. Ύστερα βλέπει και τις αρετές του άλλου. «Για να δω, λέει, υπάρχει σε μένα αυτή η αρετή; Όχι. Πώ πώ! πόσο μακριά είμαι από εκεί που έπρεπε να βρίσκομαι!».
Όποιος εργάζεται έτσι, από όλα βοηθιέται. αλλοιώνεται με την καλή έννοια και τελειοποιείται. Ωφελείται από τους αγίους, ωφελείται από τους αγωνιστές, ωφελείται ακόμη και από τους κοσμικούς. Γιατί, αν δει έναν κοσμικό λ.χ. να μην υπολογίζει τον εαυτό του, να θυσιάζεται, λέει: «αυτό το φιλότιμο το έχω εγώ; δεν το έχω, και είμαι και πνευματικός άνθρωπος!» οπότε προσπαθεί να τον μιμηθεί. Όλοι οι άνθρωποι έχουμε να κάνουμε πολλή δουλειά.
(Παϊσίου γέροντος Λόγοι Γ σελ.142-143)
«Ο διάσημος Γάλλος ιεροκήρυκας Μασσιγιόν (1661-1742) ζωγράφιζε θαυμάσια στις ομιλίες του τα ανθρώπινα πάθη. Κάποιος μια μέρα τον ρώτησε:
- Πάτερ, πώς συμβαίνει εσείς, ένας μοναχός, που δεν έχετε καθόλου πείρα από τις αβύσσους της ανθρώπινης κακίας, να γνωρίζετε τόσο καλά όλες τις περιπτώσεις της;
Κι ο Μασσιγιόν τού αποκρίθηκε:
- Τις βρίσκω όλες μέσα μου. Λίγο να σκάψω στην καρδιά μου, συναντώ εκεί μέσα τους σπόρους όλων των κακιών».
«Πιστός ο λόγος και πάσης αποδοχής άξιος, ότι Χριστός Ιησούς ήλθεν εις τον κόσμον αμαρτωλούς σώσαι, ων πρώτος ειμί εγώ»
(= ο λόγος που θα πω είναι αξιόπιστος και άξιος να τον δεχτούν με την ψυχή τους όλοι, ότι δηλαδή ο Ιησούς Χριστός ήλθε στον κόσμο να σώσει αμαρτωλούς, από τους οποίους πρώτος είμαι εγώ)
(Απ. Παύλος προς Τιμόθεον Α 1,15,Καινη Διαθήκη Π.Ν.Τρεμπέλα)
«έσχατον δε πάντων ωσπερεί τω εκτρώματι ώφθη καμοί. Εγώ γαρ ειμί ο ελάχιστος των αποστόλων, ος ουκ ειμί ικανός καλείσθαι απόστολος, διότι εδίωξα την εκκλησίαν του Θεού. Χάριτι δε Θεού ειμί ο ειμί…»
(=Τελευταίον δε από όλους, σαν σε έμβρυο που παράκαιρα αποβλήθηκε από την κοιλιά της μητέρας του, εμφανίστηκε (ο αναστημένος Ιησούς) και σε μένα. Διότι εγώ είμαι ο πιο μικρός από όλους του Αποστόλους, που δεν είμαι άξιος να λέγομαι Απόστολος, διότι κατεδίωξα την Εκκλησία του Θεού. Με τη χάρη του Θεού είμαι ό,τι είμαι τώρα…)
(Απ. Παύλος προς Κορινθίους Α 8,9, Καινη Διαθήκη Π.Ν.Τρεμπέλα)
«ουδέν γαρ εμαυτώ σύνοιδα, αλλ’ ουκ εν τούτω δεδικαίωμαι. Ο δε ανακρίνων με Κύριος εστίν»
(=διότι δεν μου μαρτυρεί μεν η συνείδησή μου καμμία ενοχή, αλλά δεν φτάνει αυτό για να είμαι δικαιωμένος. Ο μόνος δε αρμόδιος για να κρίνει, εάν πράγματι υπήρξα καλός… είναι ο Κύριος)
(Απ. Παύλος προς Κορινθίους Α 4, Καινη Διαθήκη Π.Ν.Τρεμπέλα)
«Εάν με συγκρίνετε με τον Μέγα Αντώνιο, είμαι ένας τενεκές. Εάν με συγκρίνετε με έναν ο οποίος ξημερώνει στα μπαρ, στα κέντρα διασκεδάσεως και ζει στην ακολασία, φαίνομαι σαν άγιος»
«- Γέροντα, έχετε μεγάλη φήμη έξω, από τον κόσμο και οι άνθρωποι έχουν καλή γνώμη για σας.
- Τώρα που ερχόσουν κάτω, πέρασες από τον σκουπιδοτενεκέ των Καρυών;
- Πέρασα, Γέροντα.
- Ε, εκεί υπάρχουν κονσερβοκούτια από καλαμάρια και καθώς πέφτει ο ήλιος πάνω τους λάμπουν δυνατά, που τα βλέπω και από δω κάτω. Κάτι παρόμοιο πάθανε και οι άνθρωποι. Βλέπουν τον ήλιο που γυαλίζει πάνω στο κονσερβοκούτι που είμαι εγώ, και νομίζουν ότι είναι χρυσάφι. Αν πάνε κοντά, θα δούνε ότι είναι ένα παλιό κονσερβοκούτι από καλαμάρια».
(Γέροντος Παϊσίου, Χαριτωμένες Διδαχές σελ. 23,22)
Εξομολόγηση του Γέροντος Φιλόθεου το 1908
(Βρέθηκε στο αρχείο του μετά την κοίμηση του)
1. Δεν αγαπώ το Θεό με όλη μου την ψύχη, την καρδιά και την διάνοια. Δεν έχω υπακοή στις εντολές του Κυρίου και δεν φυλάγω τις υποσχέσεις που έδωσα στο Βάπτισμα και στην κουρά μου ενώπιων του Θεού, των Αγγέλων , των Αγίων και των ανθρώπων.
2. Δεν προσεύχομαι και δεν μελετώ με προσοχή. Στις ιερές Ακολουθίες και αγρυπνίες, ακόμη και την ώρα της Θειας Λειτουργίας, παρίσταμαι στο Ναό χωρίς φόβο, προσοχή και ευλάβεια. Πολλές φορές έχω απρεπείς, αισχρούς, ακάθαρτους και βλάσφημους λογισμούς.
3. Δεν έχω μετάνοια αληθινή, ούτε πένθος ούτε δάκρια. Δεν εξομολογούμαι καθαρά και με συντριβή καρδιάς• ούτε έχω αίσθηση ότι η εξομολόγησή μου γίνεται ενώπιων του Παντογνώστη Θεού, που είναι πανταχού πάρων και γνωρίζει τα πάντα, και τους λογισμούς και τα βάθη της καρδιάς μου.
4. Στο μυστήριο της Θ. Κοινωνίας προσέρχομαι αναξίως, χωρίς την πρέπουσα ετοιμασία, χωρίς φόβο Θεού, πίστη και αγάπη.
5. Δεν αγαπώ τον πλησίον όπως τον εαυτό μου.
6. Δεν έχω αγάπη ούτε τον πρέποντα σεβασμό στον πνευματικό μου πατέρα και στους προεστώτες του Μοναστηριού. Δεν έχω τέλεια υπακοή και εγκοπή του θελήματός μου.
7. Είμαι υπερήφανος, αντίλογος, κενόδοξος, αθρωπάρεσκος, φίλαυτος, φλύαρος• αργολογώ, πολυλογώ, αστεΐζομαι και γελώ για ανόητα πράγματα, καταλαλώ, κατακρίνω, κατηγορώ, ψεύδομαι, συκοφαντώ, θυμώνω, οργίζομαι και μνησικακώ.
8. Δεν έχω εγκράτεια, υπομονή, πραότητα, ταπείνωση. Είμαι κοιλιόδουλος, γαστρίμαργος, λαθροφάγος, ιδιόρρυθμος, ακατάστατος.
9. Αμαρτάνω με όλες μου τις αισθήσεις (όραση, ακοή, γεύση, όσφρηση και αφή)
10. Αμαρτάνω με λόγια και έργα, με τη θέληση μου και χωρίς αυτή, με γνώση ή άγνοια, με το νου μου και τη διάνοια• είμαι αμελής και οκνηρός και για αυτό έχω πολλές φορές κακές και αισχρές επιθυμίες, άτοπους, αισχρούς ακάθαρτους, υπερήφανους λογισμούς.
Για αυτές τις αμαρτίες που εξομολογήθηκα, πάτερ, ενώπιων του Θεού και ενώπιόν σου, και για άλλες αναρίθμητες που από λήθη ή άγνοια παρέλειψα να εξομολογηθώ ζητώ από το Θεό συγχώρηση.
(Γέροντος Φιλοθέου Ζερβάκου,Διδαχές πατρικές σελ.265-266)
«Το πρώτο είδος ταπείνωσης είναι το να θεωρεί κανείς το συνάνθρωπό του πιο συνετό από τον εαυτό του και καλύτερό του σε όλα, και με ένα λόγο, όπως είπε ένας άγιος, να θεωρεί τον εαυτό του απ’ όλους πιο κάτω.
Και το δεύτερο είδος ταπείνωσης είναι το να αποδίδει στο Θεό κάθε του επιτυχία. Αυτή είναι η τελεία ταπείνωση των αγίων. Αυτή η ταπείνωση αναφύεται στην ψυχή με τρόπο φυσικό, όταν τηρεί τις εντολές και εργάζεται πάνω σε αυτές.
Γίνεται ό, τι και με τα δέντρα: Όταν είναι φορτωμένα με πολύ καρπό, ο καρπός αυτός λυγίζει προς τα κάτω τα κλαδιά τους και τα σέρνει στο έδαφος. Ενώ το κλαδί που δεν κουβαλάει καρπό, υψώνεται προς τα πάνω και ανεβαίνει στητό. Υπάρχουν μάλιστα και κάποια δέντρα τα οποία δεν κάνουν καρπό, όσο ανεβαίνουν τα κλαδιά τους προς τα πάνω. Αν όμως κάποιος πάρει και κρεμάσει μια πέτρα στο κλαδί τους και το σύρει προς τα κάτω με δύναμη, τότε κάνει καρπό. Έτσι είναι και η ψυχή. Όταν ταπεινώνεται, τότε καρποφορεί, και όσο καρπό κάνει, τόσο χαμηλώνει και ταπεινώνεται. Γιατί όσο πλησιάζουν οι άγιοι το Θεό, τόσο βλέπουν τους εαυτούς τους πιο αμαρτωλούς.
Θυμάμαι ότι κάποτε μιλούσαμε για την ταπείνωση, και κάποιος από τους άρχοντες της Γάζας, ακούγοντάς μας να λέμε αυτό το πράγμα, ότι όσο κανείς πλησιάζει το Θεό τόσο βλέπει πιο αμαρτωλό τον εαυτό του, παραξενεύτηκε και έλεγε: «Πώς γίνεται αυτό;» Δε γνώριζε και ήθελε να μάθει το λόγο. Του λέω: «Άρχοντα και πρώτε, πες μου, σε ποια θέση βάζεις τον εαυτό σου μες στην πόλη σου;» Μου λέει εκείνος «Πρώτο και καλύτερο θεωρώ τον εαυτό μου στην πόλη». Του λέω: «Αν όμως φύγεις και πας στην Καισάρεια, εκεί σε ποια θέση βάζεις τον εαυτό σου;» Λέει: «Βάζω τον εαυτό μου σε υποδεέστερη θέση από τους εκεί άρχοντες». Του λέω: «Αν φύγεις και πας στην Αντιόχεια, σε ποια θέση βάζεις τον εαυτό σου;» Μου απαντά: «Θεωρώ τον εαυτό μου δεύτερης κατηγορίας». Του λέω: «Και αν πας στην Κωνσταντινούπολη την πρωτεύουσα κοντά στο Βασιλιά, σε ποια θέση βάζεις τον εαυτό σου;». Μου λέει εκείνος: «Θεωρώ τον εαυτό μου έναν από τους φτωχούς».
Τότε του λέω: «Να λοιπόν, έτσι είναι οι άγιοι. Όσο πλησιάζουν το Θεό, τόσο πιο αμαρτωλούς βλέπουν τους εαυτούς τους. Ο Αβραάμ μάλιστα, όταν είδε τον Κύριο, αποκάλεσε τον εαυτό του χώμα και στάχτη. Και ο Ησαΐας έλεγε: «Αχ, εγώ είμαι ταλαίπωρος και βρώμικος».
Αββάς Δωρόθεος (Έργα Ασκητικά, Β΄ Διδασκαλία, Περί Ταπεινοφροσύνης, απόσπασμα, μετάφραση: Ελένη Κονδύλη).
«Οι άγιοι δεν αγίασαν
«διά ταύτα»,
αλλά «παρά ταύτα»
(έλεγε ο μακαριστός αρχιμ. Επιφάνιος Θεοδωρόπουλος (+1989)(δηλαδή παρά τις ατέλειές τους, ο Θεός τους χαρίτωσε»
(αρχ. Παύλου Μπακογιάννη,Χριστιανός ή ηθοποιός;! Σελ. 52)
- Η εξομολόγηση ενός ευσεβούς ιερέα εξομολόγου…
1. Δεν αγαπώ το Θεό.
Αν αγαπούσα πραγματικά το Θεό θα είχα συνεχώς τη σκέψη μου στραμμένη προς Αυτόν και θα ήμουν ευτυχισμένος. Κάθε σκέψη για το Θεό θα μου έδινε χαρά και αγαλλίαση. Αντίθετα, όμως πολύ συχνότερα και ευκολότερα σκέπτομαι διάφορα γήϊνα πράγματα, ενώ η απασχόληση της σκέψεως μου με το Θεό καταντάει εργασία επίμονη και ξερή.
Εάν αγαπούσα το Θεό, η συνομιλία με Αυτόν δια μέσου της προσευχής θα ήταν ή τροφή και η τρυφή μου (απόλαυση). Όμως τελείως αντίθετα, όχι μόνο δεν βρίσκω ευχαρίστηση στην προσευχή μου, αλλά χρειάζεται να αγωνίζομαι κάθε φορά για να καταβάλω προσπάθεια για να προσευχηθώ. Αγωνίζομαι κατά της απροθυμίας, νικιέμαι από την αμαρτωλότητα μου και είμαι πάντα πρόθυμος να καταπατώ με κάθε νοητή και ανόητη σκέψη και πράγμα, ακόμα και κατά την ώρα της προσευχής, γεγονότα, που όπως είναι φυσικό, μικραίνουν την προσευχή και απομακρύνουν τη σκέψη από αυτή.
Ο καιρός μου περνάει αχρησιμοποίητος ή μάλλον χρησιμοποιείται σε μάταιες απασχολήσεις, και όταν απασχολούμαι με το Θεό, όταν τοποθετώ τον εαυτό μου κάτω από την παρουσία Του, τότε κάθε ώρα μου φαίνεται σαν να είναι ολόκληρος χρόνος. Ολόκληρη την ημέρα, είναι ζήτημα αν ξεχωρίζω έστω και μιαν ώρα για να την αγάπη μου προς Αυτόν.
Ολοένα και συζητώ για τιποτένια πράγματα και γεγονότα, τα οποία μολύνουν το πνεύμα, κι αυτό μου δίνει ευχαρίστηση… Η μελέτη του νομού του Θεού και η γνώση Αυτού και της Πίστεως δεν μου κάνουν πολλή εντύπωση, ούτε ικανοποιούν την πνευματώδη πεινά της ψυχής μου…
2. Δεν αγαπώ ούτε τον πλησίον μου.
Εάν αγαπούσα το πλησίον μου θα ήταν δυνατό να σκεφτώ και να αποφασίσω να δώσω και την ζωή μου για αυτόν, εάν θα υπήρχε ανάγκη. Όχι μόνο αυτό δεν κάνω, άλλ’ ούτε και την παραμικρή θησεία είμαι διατιθέμενος να υποστώ για αυτόν.
Εάν αγαπούσα τον πλησίον μου συμφώνα με την εντολή του Ευαγγελίου, οι λύπες του θα ήταν δικές μου και οι χάρες του θα αντανακλούσαν (θα καθρεφτιζόταν) στο πρόσωπο μου, όπως και στο δικό του. Αντίθετα όμως, ευχαριστούμαι να ακούω διάφορα άσχημα πράγματα για αυτόν αντί να λυπάμαι και να πονάω.
Το κάθε τυχόν κακό που ακούω για τον πλησίον μου, όχι μόνο δεν μου φέρνει στενοχώρια, αλλά μου δίνει και είδος χαράς, ενδιαφέροντος και ελπίδας, να ακούσω περισσότερα.
Το σφάλμα ή το αμάρτημα του αδελφού μου όχι μόνο δεν το σκεπάζω με αγάπη, αλλά το διατυμπανίζω όπου μπορώ με εσωτερική ικανοποίηση.
Η ευτυχία του πλησίον μου, η τιμή του, τα αγαθά του δεν με ευφραίνουν, αλλά μου δίνουν αντίθετα το συναίσθημα της αδιαφορίας.
Τέλος όχι λίγες φορές καταλαμβάνουν την ψύχη μου περιφρόνηση και φθόνος για τον πλησίον μου.
3. Δεν έχω χριστιανική πίστη.
Ούτε στην αθανασία ούτε στο Ευαγγέλιο, γιατί αν είχα τέλεια πεισθεί και πίστευα χωρίς αμφιβολία ότι μετά τον τάφο ξανοίγεται ή αιώνια ζωή και η ανταπόδοση των όσων πράξαμε σ αυτόν τον κόσμο, θα σκεπτόμουνα συνεχώς αυτό, χωρίς διακοπή. Η ιδέα της αθανασίας θα με συνέτριβε κυριολεκτικά και θα ζούσα στην πρόσκαιρη αυτή ζωή σαν ένας ξένος και παρεπίδημος, που έχει πάντα στο νου του τη φροντίδα να αξιωθεί κάποτε να φτάσει στην γλυκεία του πατρίδα.
Αντίθετα, όμως εγώ ούτε καν σκέπτομαι για την αιωνιότητα και συμπεριφέρομαι στη ζωή μου σαν να πιστεύω ότι το τέλος της παρουσών ζωής είναι το τέρμα της ανθρώπινης υπάρξεως μου. Μέσα μου φωλιάζει υποσυνείδητα η σκέψη που συνοψίζεται στο: ποιος ξέρει και ποιος είδε τα μετά θάνατο;
Όταν μιλώ για την αθανασία, το μυαλό μου συμφωνεί μ’ εκείνη, ενώ η κάρδια μου απέχει από το να έχει πεισθεί από αυτή.
Όλη αυτή η απιστία αποδεικνύεται από τις πράξεις μου και από τη συνεχή φροντίδα να ικανοποιώ τη ζωή των αισθήσεων.
… Είμαι γεμάτος από υπερηφάνεια και φιλαυτία. Όλες μου οι ενέργειες το επιβεβαιώνουν. Βλέποντας κάτι κάλο στον εαυτό μου, επιθυμώ να το φανερώσω ή να το υπερηφανευτώ για αυτό μπροστά σε άλλους ανθρώπους, η να το θαυμάσω μόνος μου εσωτερικά.
Αν και επιδεικνύω μια εξωτερική ταπεινοφροσύνη, την αποδίδω σε αποτελεσματικότητα της δικής μου δυνάμεως, θεωρώ δε τον εαυτό μου ή ανώτερο από τους άλλους ή τουλάχιστον όχι χειρότερο τους.
Όταν ανακαλύπτω ένα σφάλμα μου προσπαθώ να το δικαιολογήσω και να το σκεπάσω λέγοντας: Τι να κάνω; Έτσι είμαι φτιαγμένος, ή δεν πειράζει, κάνεις δεν θα με παρεξηγήσει.
Θυμώνω με όσους δεν δείχνουν εκτίμηση προς το πρόσωπο μου και τους θεωρώ ότι είναι άνθρωποι που δεν μπορούν να εκτιμήσουν την αξία του άλλου.
Αγάλλομαι για τα χαρίσματα μου και όλες μου τις πτώσεις της θεωρώ εντελώς προσωπικό μου ζήτημα.
Ενώ είμαι μεμψίμοιρος, βρίσκω ευχαρίστηση στις ατυχίες των εχθρών μου.
Όταν αγωνίζομαι για κάτι καλό το κάνω με σκοπό να κερδίσω επαίνους, η να δώσω κάποια ελαστικότητα στον πνευματικό μου εαυτό, η να πάρω κάποια πρόσκαιρη παρηγοριά.
Με μια λέξη, συνεχώς κατασκευάζω ένα είδωλο του εαυτού μου προς το οποίο προσφέρω αδιάκοπες τις υπηρεσίες μου, φροντίζοντας με κάθε τρόπο για την ευχαρίστηση μου και την καλλιέργεια των παθών και των επιθυμιών μου.
Πράττοντας όλα αυτά αναγνωρίζω τον εαυτό μου να είναι γεμάτος από υπερηφάνεια, από διάφορες σαρκικές επιθυμίες, από απιστία, από έλλειψη αγάπης προς το Θεό και από κακία προς τον πλησίον μου. Ποια κατάσταση θα μπορούσε να υπάρχει πιο αμαρτωλή από αυτή;
(από το βιβλίο, Οι περιπέτειες ενός προσκυνητού, σελ. 165-174 (αποσπασματα))
- Είμαι μικρός, αδύναμος, ατελής. Ξέρω τα όριά μου…
«Η αυτογνωσία καθιστά τον άνθρωπο σοφό.
Ο Γέροντας Ιωσήφ έλεγε:
«Με την αυτογνωσία ο χριστιανός γίνεται σοφότερος από τους άλλους ανθρώπους. Παράλληλα έρχεται σε ταπείνωση και λαμβάνει χάρη από τον Κύριο»
(Διδαχές Γερόντων, Διονυσίου Τάτση σελ. 8)
«Ώστε, καθώς είπαμε, εξ’ αιτίας αγνωσίας και υπερηφανείας ταράσσεται κανείς όταν ενοχλείται από πάθος, αλλά μάλλον οφείλει να αναγνωρίζει με ταπείνωση τα όριά του και να υπομένει προσευχόμενος έως ότου δείξει σε αυτόν ο Θεός το έλεός του.
Διότι, εάν κάποιος δεν πειρασθεί και δεν δει την θλίψη των παθών, ούτε αγωνίζεται για να καθαριστεί κάποτε»
(αββάς Δωρόθεος, Εκδ. ΕΠΕ σελ. 529)
«ει γαρ δοκεί τις είναι τι μηδεν ων,
εαυτόν φρεναπατά»
(Προς Γαλάτας 6,3)
(= διότι εάν νομίζει κανείς, ότι είναι κάτι, αυτός με την ιδέα του αυτή χάνει κάθε αξία ενώπιον του Θεού, είναι μηδέν ενώπιον του Θεού. Εξαπατά λοιπόν τον αυτό του)
(Η Καινή Διαθήκη,Π.Ν Τρεμπέλα)
«Δεν είναι μικρή ευσέβεια και αρετή, το να μπορέσουμε να συνειδητοποιήσουμε την πραγματική μας αξία.
Γιατί αυτός είναι εκείνος που γνωρίζει καλύτερα τον εαυτό του, αυτός δηλαδή που πιστεύει ότι δεν είναι τίποτα»
(Ιωάννου Χρυσοστόμου, Παιδαγωγική Ανθρωπολογία αριθμ. κειμ. 1366)
«Γιατί πετάς στον ουρανό ενώ είσαι πεζός;
Γιατί κτίζεις πύργο ενώ δεν έχεις τα απαραίτητα για την ολοκλήρωσή του;
Γιατί κι εσύ μετράς το νερό με το χέρι και τον ουρανό με τη σπιθαμή και όλη την γη με την δράκα,
στοιχεία μεγάλα και μετρητά μόνον από τον ποιητή;
Γνώρισε πρώτα τον εαυτό σου,
κατανόησε όσα είναι στα χέρια σου,
ποιός είσαι, πώς πλάστηκες, και πώς κατασκευάστηκες,
για να είσαι εικόνα του Θεού και συνδεθείς με το χειρότερο».
(Γρηγόριος ο Θεολόγος, στο Γρηγοριανό Ταμείο σελ. 151)
- Ο ιερός Αυγουστίνος θαυμάζει και ελκύεται από την ταπείνωση του αγίου Αμβροσίου Μεδιολάνων
«Πάντως του υπέβαλα τις ερωτήσεις που ήθελα να συζητήσω μαζί του. Αυτός, με μεγάλη μετριοφροσύνη, δεν αποτόλμησε να σηκώσει τέτοιο βάρος. Είχε συνείδηση της ανεπάρκειάς του και δεν ντρεπόταν να την ομολογήσει.
Δεν ήταν από εκείνους τους μεγαλορρήμονες – α, πόσους τέτοιους είχα συναντήσει! – που έσπευδαν να μου δίνουν μαθήματα πάνω σε παρόμοια ζητήματα, αερολογώντας.
Ο άνθρωπος αυτός είχε καρδιά που, αν και δεν ήταν «ευθεία» απέναντί σου, ήταν τουλάχιστον προσεκτική με τον εαυτό της. Είχε επίγνωση της άγνοιάς του και δεν ήθελε να εμπλακεί άκριτα σε μια συζήτηση από όπου δεν θα μπορούσε εύκολα να βγει ούτε και να υποχωρήσει.
Αυτό με έκανε να τον συμπαθήσω περισσότερο. Η μετριοφροσύνη μιας ψυχής που ομολογεί τα όριά της είναι πολύ ωραιότερη από τις γνώσεις που ζητούσα.
Αυτή την ιδιότητα τού την αναγνώριζα κάθε φορά που οι ερωτήσεις μου ήσαν δυσκολότερες και λεπτότερες».
(Αγίου Αυγούστου, Εξομολογήσεις, εκδ. Πατάκη τομ.Α σελ.235)
«Τα προβλήματα που του θέταμε, ο Γέρων Πορφύριος τα αντιμετώπιζε με ιδιαίτερη προσοχή, με αίσθηση ευθύνης και με πολλά προσευχή.
Ήταν χαρακτηριστικό ότι τον έβλεπες σιωπώντα κατά τη διαρκεια της εξομολόγησης και αισθανόσουν ότι προσευχόταν και ζητούσε τον φωτισμό του Θεού.
Ήταν επίσης πολύ χαρακτηριστικό το ότι δεν έσπευδε να δώσει απαντήσεις, με σκοπό να κερδίσει κάποιες εντυπώσεις. Ορισμένες φορές μας έλεγε:
«Δεν έχω αυτή τη στιγμή πληροφορία, δεν μπορώ να σας πω». Και επανερχόμαστε δεύτερη ή και τρίτη φορά για το ίδιο θέμα»
(Ανθολόγιο Συμβουλών, σελ. 173-174)
«Αλλοίμονο σ’ εκείνους που φρονούν ότι είναι συνετοί και στα μάτια τα δικά τους είναι σοφοί (Ησ. 5,21)».
Δεν είναι μικρό κι αυτό το ελάττωμα, το να νομίζει δηλαδή κανείς σοφό τον εαυτό του και το να εμπιστεύεται τα πάντα στους δικούς του λογισμούς...
Και ο λόγος των παρομοίων πάλι λέγει: «Είδα άνθρωπο που θεωρεί τον εαυτό του σοφό• αλλά ο άφρονας έχει μεγαλύτερη ελπίδα απ’ αυτόν για διόρθωση και σωτηρία (Παροιμ. 26,12)».
Αυτό και ο Παύλος κατηγορεί πάλι, λέγοντας: «Μη φαντάζεστε για τον εαυτό σας ότι είστε συνετοί και φρόνιμοι (Ρωμ. 12,16)». Και πάλι: «Αν κάποιος ανάμεσά σας νομίζει ότι είναι κατά κόσμον σοφός, ας γίνει για τους ανθρώπους του κόσμου μωρός (=ανόητος), για να αναδειχτεί πραγματικά σοφός εκ μέρους του Θεού (Α Κορ. 3,18)».
Ας μην εμπιστεύεται, λέγει, κάποιος τη δική του σοφία ούτε τους δικούς του λογισμούς, αλλά, αφού καταστείλει εκείνους, ας παραδώσει την ψυχή του στη διδασκαλία του Αγίου Πνεύματος».
«Αλλά πολλοί από αυτούς που ελέγχονται εξαγριώνονται πολλές φορές, σκεπτόμενοι και λέγοντας μέσα τους• εγώ είμαι σοφός και συνετός, θα ανεχθώ τον τάδε; και δεν αντιλαμβάνονται ότι αυτή η ίδια η έκφραση είναι απόδειξη της μεγαλύτερης ανοησίας...
Γιατί κι αν ακόμη είσαι απέραντα σοφός και αντιλαμβάνεσαι αμέσως τα πρέποντα, αλλά δεν παύεις να είσαι άνθρωπος και έχεις επομένως ανάγκη συμβούλου. Μόνον ο Θεός δεν έχει καμιά ανάγκη και μόνον Αυτός δε χρειάζεται σύμβουλο»
(Ιωάννου Χρυσοστόμου, Παιδαγωγική Ανθρωπολογία,Χαρώνη Βασιλίου αριθμ. κειμ. 1387,1388)
- Εχουμε όλοι ανάγκη οδηγού, πνευματικού πατέρα…
«Τίποτα δεν οδηγεί τόσο πολύ στην έπαρση και δεν αποχωρίζει τον άνθρωπο από τους άλλους, όσο το να νομίζει ότι είναι αυτάρκης και δεν έχει ανάγκη από κανένα.
Γι’ αυτό και ο Θεός μας έφτιαξε έτσι, ώστε να έχουμε ανάγκη ο ένας από τον άλλο. Κι αν ακόμη είσαι σοφός, θα έχεις την ανάγκη κάποιου άλλου. Αν όμως νομίσεις ότι δεν έχεις ανάγκη, έγινες ο πιο ανόητος και ο πιο αδύνατος από όλους.
Γιατί ένας τέτοιος άνθρωπος και θα στερήσει τον εαυτό του από κάθε βοήθεια και στα σφάλματά του κανείς δε θα βρεθεί ούτε να τον διορθώσει ούτε να τον συγχωρήσει και το Θεό θα εξοργίσει με την αλαζονεία του και πολλά αμαρτήματα θα κάνει.
Γιατί είναι δυνατόν πολλές φορές και ο σοφός να μην έχει επίγνωση τι είναι σωστό, και αντίθετα ο πιο ανόητος να βρει και να προτείνει κάτι από τα πρέποντα και ορθά».
(Ιωάννου Χρυσοστόμου, Παιδαγωγική Ανθρωπολογία,Χαρώνη Βασιλίου αριθμ. κειμ. 1389)
«Ενας μεγάλος αναλυτής της ψυχής, ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής (580-662), λέει χαρακτηριστικά:
«Μην ταξιδεύετε μονάχοι με τον εαυτό σας… Θα χαθείτε»!
(Αγκαλιά με τον εαυτό μας, Ντέμη Σταυροπούλου σελ. 149)
«άνθρωπος χωρίς συμβουλή, είναι πλοίο ακυβέρνητο, το οποίο είναι παραδομένο στις τυχαίες κατευθύνσεις των ανέμων»
(Μέγας Βασίλειος)
Ο άνθρωπος βοηθιέται από τον άνθρωπο
- Γέροντα, πώς θα καταλάβει κανείς, αν κάτι που τού συμβαίνει στον αγώνα του είναι από τον πειρασμό ή από δική του απροσεξία;
- Θα πάει να ρωτήσει… Εγώ για ένα ατομικό μου θέμα πάντοτε θα ρωτήσω. Τη δική μου λύση, και σοφώτερη να είναι, τη θεωρώ τη μεγαλύτερη βλακεία, όταν πρόκειται για προσωπικό μου θέμα…
Οσο πνευματικός άνθρωπος και αν είναι κανείς δεν μπορεί να αναπαυθεί, γιατί ο Θεός θέλει ο άνθρωπος να βοηθιέται από τον άνθρωπο και να διορθώνεται δια του ανθρώπου. Τα οικονομάει ο καλός Θεός, για να ταπεινώνεται ο άνθρωπος…
(Γέροντος Παϊσίου, Χαριτωμένες Διδαχές σελ. 92)
- Ευαίσθητη και αναίσθητη συνείδηση
«Σαν ήμουν μικρός, έλεγε κάποτε ο όσιος Μακάριος, έβοσκα βόδια μαζί με άλλα παιδιά. Μια μέρα πήγαν να κλέψουν σύκα και πήραν και μένα κοντά. Όταν γυρίζαμε στο κοπάδι, έπεσε ένα σύκο από το καλάθι κι εγώ το σήκωσα και το έφαγα. Τώρα που άσπρισαν πια τα μαλλιά μου θυμάμαι την αμαρτία εκείνη και θρηνώ»
(Γεροντικόν, Θοδώρας Χαμπάκη, σελ. 178)
«Ο Ιερομόναχος της Οπτινα π. Πλάτων που για ορισμένο χρονικό διάστημα χρημάτισε εξομολόγος του στάρετς Αμβροσίου, είχε πολλά να πει για την «συντετριμμένην καρδίαν» του». «Πόσο με δίδασκε η εξομολόγηση του π. Αμβροσίου! Με τι μεγάλη ταπείνωση και συντριβή εξαγόρευε τις αμαρτίες του!
Και τι αμαρτίες; Τέτοιες που εμείς ούτε τις υπολογίζουμε καθόλου. Κατέλυε π.χ. την Τετάρτη ή την Παρασκευή -έτρωγε δυο τρία κομματάκια ολλανδικής ρέγγας- εξαιτίας της στομαχικής του πάθησης, και για αυτήν του την πράξη οδυρόταν. Γονάτιζε μπροστά στην εικόνα του Κυρίου και σαν κατάδικος εκλιπαρούσε το θείο έλεος. Βλέποντάς τον να θρηνεί έτσι αναλυόμουν και εγώ σε δάκρυα…»
(Ο στάρετς Αμβρόσιος Ι.Μ. Παρακλήτου,1974, σελ.212)
«Όποιος εξομολογείται και δικαιολογεί τον εαυτό του, δεν έχει ανάπαυση εσωτερική, όσο ασυνείδητος και αν είναι. Τα ελαφρυντικά που χρησιμοποιεί στην εξομολόγηση του γίνονται επιβαρυντικά για τα συνείδησή του. Ενώ, όποιος υπερβάλλει τα σφάλματά του, γιατί έχει λεπτή συνείδηση, και δέχεται και μεγάλο κανόνα από τον πνευματικό, αυτός νιώθει ανέκφραστη αγαλλίαση.
Υπάρχουν άνθρωποι που αν κλέψουν λ.χ. μια ρώγα, νιώθουν σαν να πήραν πολλά καλάθια σταφύλια και σκέφτονται συνέχεια το σφάλμα τους. Δεν κοιμούνται όλη τη νύχτα, μέχρι να το εξομολογηθούν. Και άλλοι,ενώ έχουν κλέψει ολόκληρα καλάθια σταφύλια, δικαιολογούν τον εαυτό τους και λένε πως πήραν ένα τσαμπί.
Αυτοί όμως που όχι μόνο δεν δικαιολογούν τον εαυτό τους, αλλά μεγαλοποιούν το παραμικρό σφάλμα τους και στενοχωριούνται και υποφέρουν πολύ για μια μικρή τους αταξία, ξέρετε τι θεία παρηγοριά νιώθουν; Εδώ βλέπεις την θεία δικαιοσύνη, πώς ο Καλός Θεός ανταμείβει. (π. Παΐσιος Λόγοι Γ σελ. 263)
«Κάποια γυναίκα πήγε να εξομολογηθεί και άρχισε να κατηγορεί τη νύφη της. Ο π. Επιφάνιος τη σταματούσε και με αυστηρό ύφος της έλεγε:
- Αφησε τη νύφη σου! Τα δικά σου αμαρτήματα πες μου!
Εκείνη, λες και δεν άκουγε, συνέχιζε ακάθεκτη το κατηγορητήριο. Κάποτε τελείωσε. Σηκώνεται τότε ο γέροντας και της λέει:
- Να πεις στη νύφη σου να έλθει να της διαβάσω την ευχή!
- Οπότε εκείνη με απορία ρωτά:
- Κι εμένα;
- Σε σένα θα διαβάσω όταν εξομολογηθείς τα δικά σου αμαρτήματα!
(Υποθήκες Ζωής σελ. 115)
- Πώς αντιδρώ σε επαίνους και κατηγορίες;
«Οταν, αυτοί που μας επαινούν, ή καλύτερα που μας αποπλανούν, αρχίσουν να μας επαινούν, ας φέρουμε στη μνήμη μας αμέσως το πλήθος των ανομιών μας, και θα βρούμε τον εαυτό μας να είναι ανάξιος όλων αυτών που λέγονται ή γίνονται προς τιμήν μας»
«Κανένας δεν γνωρίζει τα του ανθρώπου, παρά μόνο το πνεύμα του ανθρώπου που υπάρχει μέσα του». Ας ντραπούν λοιπόν και ας κλείσουν το στόμα τους όσοι συνηθίζουν να επαινούν τους άλλους κατά πρόσωπο…
Είναι μεγάλο πράγμα να διώξει κανείς από την ψυχή του τον έπαινο τον ανθρώπων,μεγαλύτερο όμως το ν’ απωθεί τον έπαινο των δαιμόνων.
Για να ταπεινωνόμαστε και χωρίς να το θέλουμε ο Κύριος οικονόμησε και αυτό: κανένας δεν μπορεί να βλέπει τα τραύματά του έτσι, όπως τα βλέπει ο πλησίον του. Για αυτό πρέπει να μην αποδίδουμε την θεραπεία στον εαυτό μας, αλλά στον πλησίον μας και στο Θεό»
(Κλίμαξ Ιωάννου Σιναϊτου εκδ. ΕΠΕ σελ. 349,341,393)
Η φωνή σου στο μαγνητόφωνο.
«Δοκίμασες ποτέ να ακούσεις τη φωνή σου στο μαγνητόφωνο; Όλοι οι άλλοι την αναγνωρίζουν εκτός από σένα. Μόνο όταν πεισθείς ότι είναι η φωνή σου, τότε μόνο αναγνωρίζεις τις παραφωνίες σου και την αστάθειά της. Το ίδιο συμβαίνει και αν κατορθώσεις να γνωρίσεις αντικειμενικά τον εαυτό σου».
«Να προσέχουμε τι λένε οι εχθροί μας, γιατί πρώτοι αυτοί αντιλαμβάνονται τα λάθη μας»
(Αντισθένης στο Σταλαγμοί αρχαίας σοφίας, Αγγελική Ζαχαριά σελ. 396))
« Ένας εχθρός του βασιλιά Μιθριδάτη είχε γράψει ένα βιβλίο εναντίον του, στο οποίο ανέφερε όλα τα ελαττώματά του με δηλητηριασμένη γλώσσα. Ο Μιθριδάτης προμηθεύτηκε εκείνο το βιβλίο και το διάβαζε προσεχτικά, χωρίς να εξανίσταται, αλλά απεναντίας φαινόταν να τον ενδιαφέρει όσο τίποτα άλλο στον κόσμο.
Ένας αυλικός του τόν ρώτησε τότε, χωρίς να ξέρει περί τίνος ακριβώς επρόκειτο:
- Το βιβλίο αυτό είναι τόσο σπουδαίο ώστε σού έγινε αχώριστος σύντροφος, του είπε.
- Βεβαίως, αποκρίθηκε ο βασιλιάς. Το βιβλίο αυτό είναι ο καλύτερός μου σύντροφος, γιατί μου λέει τα ελαττώματά μου, που κανείς από σας δεν μου είπε ποτέ».
«Ενώ καθόταν κάποτε μπροστά από την εκκλησία ο αββάς Ιωάννης ο Κολοβός, τον τριγύρισαν οι αδελφοί και του εξέθεταν τους λογισμούς τους. Βλέποντάς το αυτό ένας από τους γέροντες και κινημένος σε φθόνο, του λέει:
«Το κανάτι σου, Ιωάννη, είναι γεμάτο από φαρμάκι».
Του λέει ο αββάς Ιωάννης:
«Ετσι είναι, αββά. Και αυτό το είπες, βλέποντας μόνο τα έξω. Αν έβλεπες και τα μέσα, τί θα έλεγες;»
(Γεροντικόν,Είπε γέρων, Ιωάννη Κολοβού η΄ σελ. 106)
«Ένα πρώην πνευματικό του τέκνο, άστοχα φερόμενο και παρά την αντίθετη γνώμη του Γέροντα,χειροτονήθηκε. Ο π. Επιφάνιος εθλίβη βαθύτατα και του το διεμήνυσε. Η θλίψη βέβαια του γέροντα παρερμηνεύτηκε από το νέο εκείνο.
Έτσι μια μέρα ήλθε στο σπίτι του και έμπλεως θυμού, χωρίς να ελέγχει τον εαυτό του,αρχίζει να επιτιμά τον π. Επιφάνιο και να τον αποκαλεί εμπαθή, πικρόχολο,φθονερό, εγωιστή κλπ. Ο Γέροντας τον άκουε σκυφτός και αμίλητος. Και εκεί που περιμέναμε από στιγμή σε στιγμή να τον ανακόψει ως χείμαρρος και να τον συνεφέρει από την εκτροπή του, αυτός σήκωσε τα μάτια του και δακρυσμένος του είπε:
- Σε ευχαριστώ, παιδί μου,για όσα λες. Αν ανοίξεις μάλιστα την καρδιά μου, θα δεις ότι είμαι χειρότερος από ό,τι με ονομάζεις».
(Υποθήκες Ζωής σελ. 85)
- Και να γνωρίσω τον εαυτό μου και να τον αλλάξω…
«Το να μη βρίσκεις λάθη στον εαυτό σου
είναι ένα μεγάλο λάθος.
Και το να μην διορθώνεις τα λάθη
που βρίσκεις στον εαυτό σου
είναι ένα μεγαλύτερο δεύτερο λάθος»
(Κωνσταντίνος Κούρκουλας, Στάχυα τομ.Β σελ. 16)
«Δείτε και αναγνωρίστε τα πάθη σας, λένε οι ηθικιστές. Αλλά είναι αρκετό αυτό; Εάν ο άνθρωπος δεν φοβηθεί και δεν σιχαθεί τα πάθη του έτσι όπως φοβάται και σιχαίνεται κάποιες σωματικές ασθένειες, πράγματι δεν μπορεί να θεραπευτεί. Ας σκεφτεί ο καθένας μας τα πάθη ως σωματική αρρώστια. Αυτό είναι αποφασιστικής σημασίας.
Ας σκεφτούμε για παράδειγμα την φιλοδοξία ως πνευμονία, την πορνεία ως καρκίνο, τη φιλαργυρία ως φυματίωση, την εξάρτηση ως χολέρα, τη μέθη ως τύφο, τη λαιμαργία ως ερυθρά, την προκατάληψη ως ηλίαση, την αυταρέσκεια ως μούδιασμα από τέτανο.
Τότε ο άνθρωπος μπορεί να κραυγάσει όπως ο προφήτης Ησαϊας: «από τα πόδια ως το κεφάλι τίποτα δεν έχει γερό, παρά μονάχα τραύματα μώλωπες και ανοιχτές πληγές. Δεν είναι δυνατόν να μπει μαλακτικό, ούτε λάδι, ούτε επίδεσμοι» (Ησ. 1,6) ή όπως ο μετανοημένος απόστολος: «Ταλαίπωρος εγώ άνθρωπος! Ποιός θα με σώσει από το σώμα αυτού του θανάτου;» (Ρωμ. 7,24)
(Άγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς, Δεν φτάνει μόνο η πίστη σελ. 224-225)