Κάποιος αρχάριος μοναχός από τη Θηβαΐδα, χωρίς να συμβουλευτή κανένα, έκανε υπερβολικές ασκήσεις. Γρήγορα όμως κυριεύτηκε από λογισμούς υπερηφανείας, όπως συνήθως συμβαίνει.
-Έφτασες σε μεγάλα μέτρα, του ψιθύρισε ο διάβολος, που κανένας δεν μπορεί να φτάση τόσο σύντομα! Σου αξίζει να πάρης το χάρισμα των θαυμάτων, για να δοξάζεται εξ αιτίας σου ο ουράνιος Πατήρ.
Παρακαλούσε λοιπόν στην προσευχή του τον Θεό να του δώση αυτό το χάρισμα. Μια μέρα σκέφτηκε να συμβουλευτή ένα γείτονά του αναχωρητή, διακριτικό και ενάρετο. Ήταν οικονομία Θεού, για να μη χάση τους κόπους του! Του φανέρωσε τις σκέψεις του και την προσευχή που έκανε, για να τον αξιώση ο Θεός να κάνη θαύματα. Ύστερα τον παρακάλεσε να τον συμβουλέψη. Ο γέροντας τον άκουγε συλλογισμένος. Κατάλαβε ευθύς την αρρώστια, από την οποία έπασχε η ψυχή του αδελφού, αλλά σώπαινε. Εκείνος πάλι εξακολουθούσε να τον παρακαλή να του πη τη γνώμη του και να του δώση μια καλή συμβουλή. Αφού έμεινε πολλή ώρα σιωπηλός ο γέροντας, τέλος αποφάσισε να μιλήση:
-Διστάζω, παιδί μου, να σε συμβουλέψω, γιατί είμαι βέβαιος πως δεν θα μ’ ακούσης.
Ο αδελφός έδωσε υπόσχεση πως θα έκανε ό,τι του έλεγε ο γέροντας, σαν να το έλεγε ο ίδιος ο Θεός.
-Πάρε αυτά τα νομίσματα, του είπε εκείνος και του έδωσε λίγα χρήματα που είχε από το εργόχειρο του. Κατέβα στην πόλη και αγόρασε δέκα λίτρες κρέας, δέκα ψωμιά και δέκα λίτρες κρασί.
Ο αδελφός απόρησε. Τί τα ήθελε όλα αυτά ο αναχωρητής; Μα δεν μπορούσε να αρνηθή, γιατί είχε δώσει υπόσχεση να τον υπακούση. Έφυγε στενοχωρημένος. Πώς να πήγαινε, μοναχός αυτός, ν’ αγοράση κρασί και κρέας; Τί θα έλεγαν εις βάρος του οι άνθρωποι;
Με πολλή ντροπή έκανε τα παράδοξα ψώνια και τα πήγε στον αναχωρητή.
-Μου έδωσες υπόσχεση, του θύμησε εκείνος, πως θα κάνης ό,τι σου πω.
Ο νέος είχε ήδη μετανοήσει για την υπόσχεση, μα τώρα πια δεν μπορούσε να κάνη αλλιώς.
-Πάρε αυτά τα τρόφιμα στο κελλί σου, τον πρόσταξε ο γέροντας, και τρώγε κάθε μέρα ένα ψωμί, μια λίτρα κρέας, και πίνε άλλη μια λίτρα κρασί. Όταν τελειώσουν, έλα πάλι να με δης.
Απαρηγόρητος ο αδελφός γύρισε στο κελλί του….
΄Υστερα από τόση νηστεία, να καταντήση να τρώη κρέας και να πίνη κρασί; « Γιατί μου το κάνει αυτό ο γέροντας;» συλλογιζόταν. Του ερχόταν η επιθυμία να παρακούση, αλλά τον συγκρατούσε η υπόσχεση που είχε δώσει, χωρίς να τον βιάση κανείς. Όταν έφτανε η ώρα να φάη, έβρεχε το ψωμί του με τα δάκρυα του. Έλεγε τον εαυτό του άθλιο και αμαρτωλό, και θεωρούσε όλα αυτά εγκατάλειψη Θεού! Βλέποντας ο Θεός την ταπείνωση του, τον φώτισε να καταλάβη από πού του ήρθε η τιμωρία. Ύστερα από δέκα μέρες πήγε πολύ συντετριμμένος στον άγιο γέροντα. Απόρησε εκείνος, όταν τον είδε χλωμό κι αδύνατο, παρ’ όλη την καλοφαγία.
-Παιδί μου, του είπε με πολλή καλωσύνη, ευχαρίστησε τον φιλάνθρωπο Θεό, που δεν άφησε το πνεύμα της υπερηφανείας να σε κυριέψη και να σε οδηγήση στην καταστροφή. Ο διάβολος έχει αυτό το τέχνασμα πρόχειρο. Όταν δεν κατορθώση να ρίξη τον αγωνιστή σε αμέλεια και οκνηρία, τον ρίχνει σε υπερβολές για να τον παραδώση ύστερα αιχμάλωτο στην υπερηφάνεια. Και τώρα θα σου φανερώσω τί είδα, όταν πρωτοήρθες εδώ. Δύο δαίμονες με μορφή πιθήκων σε ακολουθούσαν και καθένας προσπαθούσε να σε τραβήξη με το μέρος του. Ήταν τα πνεύματα της κενοδοξίας και της υπερηφανείας. Τώρα έχουν εξαφανιστή. Αντί λοιπόν να ζητάς από τον Θεό να κάνης θαύματα, που δεν είναι τόσο σημαντικό, να Τον ευχαριστής που σε απάλλαξε από τις παγίδες του διαβόλου. Αυτό είναι το μεγαλύτερο και ωφελιμότερο θαύμα.
Ο αδελφός ευχαρίστησε τον γέροντα για τις σοφές του συμβουλές και γύρισε στο κελλί του διορθωμένος.
( Γεροντικόν )
( Χαρίσματα και Χαρισματούχοι, Ι. Μονή Παρακλήτου, τόμος Γ΄, σελ.222-225 )
Η πνευματική ...διάσπαση του ατόμου
- Γέροντα, πώς θα φύγη η μεγάλη ιδέα που έχω για τον εαυτό μου;
- Αν στραφής μέσα σου και γνωρίσης τον εαυτό σου, θα δής τόση ασχήμια, που θα σιχαθής τον εαυτό σου.
Αν ο άνθρωπος δεν γνωρίση τον εαυτό του για να ταπεινωθή φυσιολογικά, η ταπείνωση δεν μπορεί να του γίνη κατάσταση, για να παραμένη μέσα του η θεία Χάρις. Τότε είναι σε θέση ο διάβολος να του φάη όλα τα χρόνια της ζωής του - ακόμη και τα χρόνια του Μαθουσάλα να του δώση ο Θεός -, παίζοντας το παιχνίδι της κολοκυθιάς. Δηλαδή μια θα του φέρνη ο διάβολος τον λογισμό ότι κάτι είναι, μια θα φέρνη αυτός έναν ταπεινό λογισμό ότι δεν είναι τίποτε· μια ο διάβολος, μια ο άνθρωπος, μια θα κερδίζη ο ένας μια ο άλλος, και θα συνεχίζεται το ίδιο βιολί.
- Βλέπω, Γέροντα, ότι όλες οι αδελφές με έχουν ξεπεράσει στην αρετή, ακόμη και οι νεώτερες.
- Αφού δεν ταπεινώθηκες μόνη σου, ταπεινώθηκες από τους άλλους. Ξέρεις τί κάνουν, όταν θέλουν να στείλουν έναν πύραυλο στο διάστημα; Μετρούν κατεβαίνοντας από τους μεγάλους αριθμούς στους μικρούς: «δέκα, εννιά, οκτώ, επτά..., ένα, μηδέν!». Μόλις φθάσουν στο μηδέν, εκτοξεύεται. Έτσι κι εσύ, τώρα που έφθασες στο μηδέν, θα εκτοξευθής και θα πάς ψηλά. Εσύ φυσική δεν σπούδασες;
- Ναί, Γέροντα.
- Τώρα λοιπόν είναι καιρός να μάθης και την φυσική της μεταφυσικής, για να γνωρίσης πώς θα γίνη η πνευματική διάσπαση του ατόμου σου.
- Πώς θα γίνη, Γέροντα;
- Όταν ασχοληθής με το «άτομό σου» και γνωρίσης τον εαυτό σου, θα ταπεινωθής και τότε θα γίνη η πνευματική διάσπαση του ατόμου σου, θα βγή η πνευματική ενέργεια και θα πεταχτής στο ...διάστημα. Μόνον έτσι θα μπορέσης να μπής στην πνευματική τροχιά· διαφορετικά θα παραμένης στην κοσμική τροχιά.
Σε τίποτε δεν ωφελεί να ερευνήση κανείς όλον τον κόσμο, αν δεν έχη ερευνήσει τον δικό του κόσμο. Αν γνωρίση πρώτα τον εσωτερικό του κόσμο, δηλαδή τον εαυτό του, το άτομό του, εύκολα μετά γνωρίζει όχι μόνον την γη αλλά και το διάστημα. Όταν ο άνθρωπος γνωρίση το άτομό του, τότε γίνεται αυτομάτως και η διάσπαση του ατόμου του και κινείται πλέον στην πνευματική τροχιά έξω από την έλξη της γής, έξω από την έλξη του κόσμου. Ενώ ζη στην γη ως άνθρωπος, ζη δίχως να τον έλκη η αμαρτία και γενικά οι επιθυμίες του κόσμου.
- Όταν, Γέροντα, παραμένη η υπερηφάνεια, δεν έχει κάνει ο άνθρωπος σωστή αναγνώριση του εαυτού του;
- Ναί, δεν έγινε ακόμη η πνευματική διάσπαση του ατόμου του. Κατάλαβες;
- Δηλαδή, Γέροντα, πάλι στην ταπείνωση γυρίζουμε.
- Μά βέβαια! Ο άνθρωπος που έχει υπερηφάνεια δεν έχει γνωρίσει τον εαυτό του. Αν γνωρίση τον εαυτό του, θα φύγη η υπερηφάνεια. Η αναγνώριση είναι το πάν. Λείπει η αναγνώριση, γι’ αυτό λείπει η ταπείνωση. Και όταν ο άνθρωπος αναγνωρίζη ταπεινά τον εαυτό του, αναγνωρίζεται και από τους ανθρώπους.
- Κι άν, Γέροντα, υπάρχη αναγνώριση και δεν υπάρχη ταπείνωση;
- Τότε δεν θα υπάρχη καλή διάθεση, φιλότιμο.
(Αγἰου Παϊσἰου του Αγιορεἰτου Λὀγοι Ε῾. ΠΑΘΗ ΚΑΙ ΑΡΕΤΕΣ, σελ. 89-91)
Ο ΑΒΒΑΣ Μωυσής κάποτε αποφάσισε να κατοικήσει σε μια απρόσιτη σπηλιά, στην ρίζα μιας απότομης προεξοχής του βουνού. Ανέβαινε και συλλογιζόταν:
- Καλά όλα τ’ αλλά, μα που θα βρίσκω νερό σ’ αυτόν τον ξερότοπο; Το ’λεγε και το ξανάλεγε κι άρχισε να κλονίζεται. Τότε άκουσε φωνή να του λέει:
- Προχώρει αμέριμνος και άφησε αυτή την φροντίδα σε μένα. Πήρε θάρρος κι έκανε κατοικία του το σπήλαιο. Ύστερα από λίγο καιρό πήγαν να τον δούν δυο συνασκητές του από την σκήτη. Δεν του βρισκόταν παρά ένα μικρό σταμνί νερό, που το ξόδεψε να βράσει λίγες φακές για να τους φιλοξενήσει. Άρχισε τότε να στενοχωριέται και με φανερή αδημονία έμπαινε κι έβγαινε στο σπήλαιο και παρακαλούσε τον Θεό για νερό. Ξαφνικά, εκεί που δεν το περίμενε κανείς, ένα σύννεφο παρασυρμένο από τον άνεμο πήγε και στάθηκε πάνω από την σπηλιά κι έριξε τόση βροχή, όση χρειάστηκε να γεμίσει όλα του τα σταμνιά ο Μωυσής.
Οι Γέροντες, που δεν τους διέφυγε η αδημονία του, τον ρώτησαν ύστερα από το φαγητό:
- Τί είχες πάθει το πρωί και πηγαινοερχόσουν με τόση ανησυχία;
- Έκανα δικαστήριο με τον Θεό, αποκρίθηκε με άφελότητα ο ΑιΘίοπας. Του υπενθύμιζα πως είχε αναλάβει την φροντίδα μου και έπρεπε οπωσδήποτε να μου βρει νερό να πιουν οι δούλοι Του. Και να που ο αγαθός Δεσπότης αναγκάστηκε να στείλει.
(Γεροντικό, Σταλαγματιές απο την Πατερική Σοφία, Θεοδώρας Χαμπάκη, Εκδόσεις Ορθοδόξου Χριστιανικής αδελφότητας "ΑΓΙΑ ΛΥΔΙΑ", σελ.117-118)
Άθλημα
και προπόνησις
Στους γήινους αγώνες το βραβείο δεν ανήκει μόνο στον αθλητή,
αλλά και στο γυμναστή του και στο φροντιστή του
και σ’ όλους τους εκπαιδευτές του.
Όσοι τον δυναμώνουν και τον τονώνουν, φυσικά και μετέχουν στη νίκη του.
Το ίδιο και στους πολέμους.
Όχι μόνο ο άριστος, αλλά κι όσοι μεριμνούν για τον αγωνιστή,
είναι φυσικό να οικειοποιούνται κάπως τα τρόπαια της νίκης και να μετέχουν στη δόξα του.
Η ενίσχυσις αγωνιστών της πίστεως, αγίων, δεν είναι μικρό είναι πολύ σπουδαίο.
Και μας κάνει μετόχους της αμοιβής, που έχει γι’ αυτούς ετοιμάσει ο Θεός.
Ε.Π.Ε. 21,368
η χριστιανική ζωή
Αναλάβατε μεγάλο αγώνα, όπου χρειάζεται άσκηση, όχι καλλωπισμός.
Χρειάζεται να πυγμαχεί κανείς, όχι να κάνει βλακείες.
Ε.Π.Ε. 23,254
Αθλητής
τρέχουμε
Να τρέχουμε με υπομονή τον προκείμενο αγώνα. Να μη τον εγκαταλείψουμε ποτέ.
Να μη εμφανιζόμαστε χωρίς τα πνευματικά όπλα.
Το είδος αυτού του πολέμου δεν ανέχεται άοπλο στρατιώτη.
Τότε σταματάει η όλη προπαρασκευή του πολέμου αυτού, όταν κλείσει το θέατρο.
Κλείνει δε το θέατρο, όταν χωριστή η ψυχή από το σώμα.
Επομένως, όσο βρισκόμαστε εδώ, είναι ανάγκη να πυγμαχούμε,
και όταν είμαστε στο σπίτι και όταν βγαίνουμε στην αγορά.
Ε.Π.Ε. 5,240
χωρίς αγώνα στεφανώνεται;
Κανένας αγωνοθέτης, όσο κι αν έχη κάποιο αθλητή φίλο,
δεν θα θελήση να τον στεφανώσει χαριστικά.
Θα το κάνη αυτό, αφού δη και τους κόπους του αθλητή. Και φυσικά κυρίως διότι τον αγαπά.
Έτσι και ο Χριστός. Όσους αγαπά περισσότερο, αυτούς προ πάντων θέλει να προκόπτουν
και με τη δική τους προαίρεση όχι μόνο με τη δική του βοήθεια.
Ε.Π.Ε. 11,210
και στρατιώτης
Σαν αθλητής ο Παύλος παλεύει, τρέχει, πυγμαχεί.
Σαν στρατιώτης μάχεται στο τείχος, άλλοτε ως πεζικάριος, άλλοτε ναυμαχεί στη θάλασσα.
Μεταχειριζόταν κάθε είδος μάχης. Άναβε φωτιές. Και για όλους ήταν ανίκητος.
Με ένα σώμα νικούσε όλη την οικουμένη. Με μια γλώσσα τους κατατρόπωνε όλους.
Ε.Π.Ε. 20,20
μαζί με τον προπονητή του
Και στους αθλητικούς αγώνες, το βραβείο δεν ανήκει μόνο στον αθλητή,
αλλά και στο γυμναστή, και σ’ αυτόν, που τον φροντίζει,
και σ’ όλους όσοι εκπαιδεύουν τον αθλητή.
Ε.Π.Ε. 21,368
με προπονητή το γονιό
Δεν θα είναι μικρός ο μισθός τους.
Μεγάλος θα είναι, διότι μεγάλωσαν αθλητές του Χριστού.
Ακούστε καλά, γονείς, πατέρες και μητέρες!
Θα ‘χετε μισθό για την καλή ανατροφή των παιδιών.
Ε.Π.Ε. 23,506
(Χρυσοστομικό Λεξικό, αρχ. Δανιήλ Αεράκη, Τόμος Α΄, σελ. 110-112)
"Η υπομονή που δοκιμάζεται"
Έπειτα από μερικούς μήνες μπόρεσα να κάνω νέα επίσκεψη, επίσης σύντομη.
Ο Γέροντας συνερχόταν όλο και περισσότερο.
Μεταξύ άλλων μου είπε: "Πρέπει να προσέχω πολύ, γιατί αυτή η παλιαρρώστια μπορεί να μ' αφήσει κάποια στιγμή στον τόπο".
Κι αμέσως διόρθωσε: "Αν και δεν υπάρχουν παλιαρρώστιες, αφού όλες τις επιτρέπει ο Θεός"
και τελείωσε τη συνομιλία μας με τα λόγια: "Η αρρώστια με κούρασε. Τόσους μήνες κλεισμένος μέσα σ' ένα δωμάτιο.
Επιθύμησα πολύ την εξοχή και τα δένδρα. Κάνε προσευχή και για μένα".
Μου φάνηκε σαν παιδικό, σαν ελαφρό παράπονο και νοσταλγία, που δικαιολογείται ακόμη και σε αγίους.
Μετά από καιρό, πληροφορήθηκα ότι ο Γέροντας είπε σε πνευματικοπαιδί του:"Εκείνο το βράδυ που έπαθα το έμφραγμα,
δεν άντεξα το πολύ φως".
[Γ 162]
"Θα γίνει καλά με τα φάρμακα"
Όταν κάποιος άνθρωπος δεν έβλεπε βελτιώση με τις διάφορες προσευχές που έκαναν οι δικοί του
και συνέχιζε τη θεραπευτική αγωγή με πολλά φάρμακα που του έκαναν οι γιατροί,
μου έλεγε: "Αυτός, παιδί μου, πρέπει να γίνει καλά με τα φάρμακα που του δίνουν οι γιατροί,
γιατί έτσι το θέλει ο Χριστός".
[Τζ 133]
"Όταν τα φάρμακα δεν κάνουν τίποτε…"
Βλέπετε πως αρχίζουν οι γιατροί; Σου δίνουν το φάρμακο, αφού πρώτα επικαλούνται τη βοήθεια του Θεού!
Και να ξέρετε και τούτο: Όταν τα φάρμακα δεν κάνουν τίποτε, τότε δεν είναι άρρωστο το σώμα.
Αλλά η ψυχή! Και τη θεραπεία της ψυχής, θα τη βρούμε μόνο κοντά στο Χριστό!
Κατάλαβες; Την ψυχή μας, μόνο ο Χριστός τη θεραπεύει!
Πάμε, τώρα, στους γιατρούς, να σου το καυτηριάσουν.
[Κ 170π.]
(Ανθολόγιο Συμβουλών, Άγιος Πορφύριος, σελ. 107-108)
Βοήθεια στα παραστρατημένα παιδιά
Στο σπίτι είναι απαραίτητο να υπάρχη ατμόσφαιρα αγάπης και ειρήνης.
Το παιδί, αν πάρη λίγη αγάπη από το σπίτι, και να ξεφύγη κάποια στιγμή,
θα δη ότι δεν βρίσκει αλλού αγάπη, αλλά μόνον υποκρισία, και θα γυρίση πίσω.
Αν όμως θυμάται άσχημες σκηνές μέσα στο σπίτι, μαλώματα και αντιδικίες,
πώς να του κάνη καρδιά να γυρίση πίσω;
-Γέροντα, όταν το παιδί φύγη από το σπίτι, τί πρέπει να κάνουν οι γονείς;
-Να προσπαθήσουν να διατηρήσουν μια επαφή μαζί του, ώστε, όταν συνέλθη, να μπορέση να επιστρέψη στο σπίτι.
Να του μιλήσουν με το καλό, να το προβληματίσουν, για να το βοηθήσουν.
Αν λ.χ. το παιδί ξενυχτάη, να του πη η μητέρα: «Έλα εδώ, παιδάκι μου. Αν ήσουν εσύ στην θέση μου
και αργούσαν τα παιδιά σου να γυρίσουν το βράδυ στο σπίτι, θα μπορούσες να μην ανησυχής;».
Και η πιο σοβαρή πτώση των παιδιών δεν πρέπει να φέρνη σε απόγνωση τους γονείς,
γιατί στην εποχή μας η αμαρτία έγινε μόδα. Να έχουν δε πάντοτε υπ’ όψιν τους και το εξής:
Τα παιδιά της εποχής μας θα έχουν και ελαφρυντικά για τις αταξίες που κάνουν.
Το επτά - βαθμός διαγωγής της σημερινής εποχής - έχει την αξία του δέκα, του άριστα, της δικής μας εποχής.
Φυσικά οι γονείς θα προσπαθούν να βοηθούν τα παιδιά τους, αλλά να μην ανησυχούν υπερβολικά.
Τα παιδιά θα βάλουν μυαλό αργότερα. Τώρα μπορεί να μην καταλαβαίνουν το καλό, γιατί το μυαλό τους δεν ωρίμασε.
Είναι θολό και δεν έχουν την διαύγεια να διακρίνουν τον κίνδυνο που διατρέχουν
και την ανεπανόρθωτη ζημιά που μπορούν να πάθουν.
Καλό είναι οι γονείς να δείχνουν στο παιδί ότι στενοχωριούνται για τις αταξίες που κάνει,
αλλά να μην το πιέζουν και να προσεύχωνται. Η προσευχή που γίνεται με πόνο φέρνει θετικά αποτελέσματα.
Αν πάλι το παιδί κάνη κάποιο σφάλμα πολύ σοβαρό, τότε οι γονείς να επέμβουν με τρόπο.
Αν δεν είναι σοβαρό, ας το παραβλέψουν λίγο, για να μην ερεθίσουν το παιδί
και χειροτερέψουν την κατάστασή του, με αποτέλεσμα να απομακρυνθή από κοντά τους.
Μόνο να προσεύχωνται στον Χριστό και στην Παναγία να το προστατεύη.
Η προσευχή των γονέων, ιδίως της μάνας, επειδή είναι καρδιακή και έχει πόνο, πολύ εισακούεται.
Όταν ήμουν στην Σκήτη των Ιβήρων, ήρθε τυχαίως ένας νεαρός και με βρήκε.
Γύριζε στην Χαλκιδική, βρήκε μια παρέα με προσκυνητές που έρχονταν στο Αγιον Όρος
και ήρθε και αυτός μαζί τους στο Κελλί. Πά-πά, ήταν άθεος, βλάσφημος, αναιδέστατος!
Είχε μια δαιμονική εξυπνάδα και δεν πίστευε τίποτε. Τους έβριζε όλους, μικρούς-μεγάλους.
Από δώ-από κεί τον έφερα, ήρθε σε έναν λογαριασμό, τον κούρεψα κιόλας, γιατί είχε κάτι μακριά μαλλιά!...
«Κοίταξε, του λέω, ας είναι καλά η μάνα σου. Οι προσευχές της σε κουβάλησαν εδώ».
«Ναί, Πάτερ, μου λέει. Γύριζα στην Χαλκιδική και ούτε κι εγώ δεν κατάλαβα πώς ήρθα εδώ».
«Αν το μάθη η μάνα σου που ήρθες στο Αγιον Όρος, του λέω, και σε δει έτσι κουρεμένο, τί χαρά θα κάνη!».
«Που το κατάλαβες, Πάτερ; μου Λέει. Πράγματι, χαρά που θα κάνη η μάνα μου να με δη έτσι αλλαγμένο!».
Ο Θεός τον τύλιξε από δώ, τον τύλιξε από κεί και τον πήγε στον ...μάστορα!
Πόση προσευχή θα έκανε η καημένη η μάνα του!
(Λόγοι Παϊσίου, τόμος Δ΄, Οικογενειακή Ζωή, Εκδ. Ιερού Ησυχαστηρίου "Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος", σελ. 105-107)
Όλοι οι άνθρωποι έχουμε την ανάγκη της αποδοχής και της εκτίμησης από τους άλλους ανθρώπους. Πολλές φορές επιδιώκουμε το θαυμασμό τους ακόμα και την κολακεία τους. Η ανθρωπαρέσκεια όμως είναι ένα πάθος από το οποίο πρέπει να αγωνιστούμε να θεραπευθούμε. Από κάτω της κρύβει και άλλα πάθη… δεν είναι μόνη της. Φέρνει μαζί της τον εγωισμό, την υπερηφάνεια, το ναρκισσισμό και την κενοδοξία. Το να επιδιώκουμε τα όμορφα λόγια και την εκτίμηση από τους άλλους, το να θέλουμε να έχουμε μια αλαβάστρινη εικόνα προς τα έξω την οποία όλοι θα προσκυνούν, το να συγκεντρώνουμε γύρω μας ανθρώπους που μόνο μας χαϊδεύουν τα αυτιά και μας κανακεύουν, το να κάνουμε δημόσιες σχέσεις για να μη γίνουμε δυσάρεστοι σε κανέναν, το να προσαρμοζόμαστε κάθε φορά στις απαιτήσεις των άλλων για να είμαστε σε όλους αρεστοί αλλά και το χειρότερο να καλλιεργούμε μέσα μας την πεποίθηση ότι είμαστε οι καλύτεροι, ανώτεροι και αψεγάδιαστοι, όλα αυτά συνιστούν σοβαρά πνευματικά νοσήματα και μας τοποθετούν στον αντίποδα της διδασκαλίας του Χριστού ο οποίος ήδη από τη γέννηση Του μας κατέδειξε το δρόμο της ταπείνωσης ερχόμενος στη ζωή μέσα σε μια φάτνη!
Αν το ζητούμενο και το ποθούμενο μας είναι να αρέσουμε στους ανθρώπους τότε είμαστε σε λάθος δρόμο. Σερνόμαστε σιδεροδέσμιοι πίσω από τους άλλους, δούλοι των ορέξεων και των παθών τους, φυλακισμένοι στα θέλω μας και στα θέλω τους. Τί τραγωδία! Αν δεν αλλάξουμε επιδίωξη δε θα βρούμε ποτέ ησυχία και ανάπαυση μέσα μας. Θα είμαστε δούλοι της αμαρτίας! Μόνο η εν Χριστώ δουλεία συνιστά αυθεντική ελευθερία του ανθρώπου. Ο δούλος του Χριστού, ο χριστιανός, είναι αποδεσμευμένος από τα πάθη, τις αμαρτίες και τα δεσμά του κόσμου αυτού αφού με την τήρηση των εντολών του Θεού διατηρεί την εν Χριστώ ελευθερία του.
Και ακόμα καλύτερα αν μεταβούμε στο επόμενο πνευματικό στάδιο της υιοθεσίας από το Θεό , τότε θα έχουμε το μοναδικό προνόμιο να απολαύσουμε από τώρα τα δώρα της κληρονομίας μας… να έχουμε δηλαδή γεύση από τη Βασιλεία των Ουρανών! Άρα λοιπόν δεν θα πρέπει να επιδιώκουμε να είμαστε αρεστοί στους ανθρώπους που είναι όμοιοι μας, συμπάσχοντες και συνοδοιπόροι μας. Η μόνη δόξα την οποία πρέπει να επιθυμούμε είναι η δόξα του Θεού γιατί Αυτός θα μας κρίνει όλους και Αυτός θα σώσει την ψυχή μας από τον αιώνιο θάνατο! Ας έχουμε λοιπόν αυτή την πραγματικότητα στο μυαλό μας και ας αποφεύγουμε ακόμα και εμείς οι ίδιοι να πούμε για τον εαυτό μας κάτι καλό γιατί ό,τι καλό έχουμε δεν προέρχεται από εμάς αλλά από το Θεό! ‘ τί δε έχεις ο ουκ έλαβες;’ Δηλαδή ‘ ποιο χάρισμα έχεις, το οποίο δεν έλαβες από το Θέο;’ [ Α΄Κορ.δ,7](Α.Κ.Β)
…Πολλές φορές με τις προσευχές μας ζητάμε από το Θεό να μας δώσει κάτι.
Πολλοί νομίζουν ότι αυτού του είδους η προσευχή, η δέηση, είναι κατωτέρου επιπέδου, πιο κάτω από την ευγνωμοσύνη και τη δοξολογία.
Αλλά στην πραγματικότητα η ευγνωμοσύνη και η δοξολογία εκφράζουν κατώτερη σχέση με το Θεό.
Έτσι μισή όπως είναι η πίστη μας, ευκολότερα απευθύνουμε στο Θεό ύμνους δοξολογίας και ευχαριστίας, ενώ δυσκολευόμαστε να τον εμπιστευτούμε και να του ζητήσουμε κάτι με πίστη.
Άνθρωποι με χλιαρή πίστη είναι εύκολο να στραφούν στο Θεό και να τον ευχαριστήσουν για τα ωραία πράγματα που συμβαίνουν στη ζωή τους. Σε στιγμές πνευματικής έξαρσης όλοι μπορούμε να υμνούμε το Θεό.
Είναι όμως πολύ δυσκολότερο να έχεις πίστη ακέραιη στο Θεό και να του ζητάς κάτι με όλη σου την καρδιά και το νου και με απόλυτη εμπιστοσύνη στην αγάπη του.
Να μην θεωρούμε λοιπόν τη δέηση κατώτερο είδος προσευχής.
Γιατί η δυνατότητά μας να κάνουμε τέτοιου είδους προσευχή, είναι αναντίρρητη απόδειξη της ακλόνητης και πραγματικής πίστης μας.
("Ζωντανή Προσευχή", Antony Bloom, σελ. 104)
Η σταχομαζώχτρα
Καθώς ο όσιος Μακάριος ο Αιγύπτιος και η συνοδεία του θέριζαν στο χωράφι κάποιου κτηματία, είδαν μια χήρα σταχομαζώχτρα που ακολουθούσε και έκλαιε ασταμάτητα. Φώναξε τότε ο όσιος τον κύριο του χωραφιού και τον ρώτησε:
-Τί έχει αυτή η κυριούλα και διαρκώς κλαίει;
Κι εκείνος του είπε:
-Κάποιος είχε εμπιστευθή στον άνδρα της ένα μεγάλο ποσό χρημάτων. Πέθανε όμως ξαφνικά και δεν φανέρωσε πού το είχε κρύψει. Απειλεί γι’ αυτό ο κύριος του ποσού να πάρη δούλους του και την ίδια και τα παιδιά της.
Ο άγιος τότε του παραγγέλλει:
-Να της πης να έρθη να μας συναντήση, όταν σταματήσουμε για τη μεσημβρινή ανάπαυσι.
Όταν η χήρα ήρθε, της λέει ο όσιος:
-Γιατί κλαις έτσι ασταμάτητα;
-Γιατί κάποιος εμπιστεύθηκε στον άνδρα μου χρήματα. Πέθανε όμως και δεν μας είπε πού τα έχει κρύψει.
-Πάμε να μας δείξης πού έθαψες τον άνδρα σου.
Ο όσιος πήρε τους αδελφούς και την ακολούθησε. Όταν έφθασαν στον τάφο, της είπε να φύγη. Προσευχήθηκε μετά θερμά στον Θεό και φώναξε στον νεκρό:
-Πού έβαλες τα χρήματα που σου εμπιστεύθηκαν;
Κι εκείνος αποκρίθηκε:
-Μέσα στο σπίτι μου είναι κρυμμένα. Κάτω από το πόδι του κρεββατιού.
Του λέει τότε ο όσιος:
-Κοιμήσου πάλι μέχρι την ώρα της αναπαύσεως.
Έκπληκτοι οι αδελφοί, έπεσαν στα πόδια του και τον προσκύνησαν. Αυτός όμως τους είπε:
-Δεν έγινε από μένα αυτό! Εγώ δεν είμαι τίποτε. Ο Θεός έκανε το θαύμα για τη χήρα και τα ορφανά. Ο Θεός θέλει να μην αμαρτάνουμε, και ό,τι του ζητούμε μας το χαρίζει.
Έτσι η χήρα έμαθε πού βρίσκονταν τα χρήματα και γλύτωσε τον εαυτό της και τα παιδιά της από τη δουλεία.
(Γεροντικόν)
(Χαρίσματα και Χαρισματούχοι, Ι. Μονή Παρακλήτου, τόμος Β΄, σ. 112-113)
«Αυτή την εντολή έχουμε απ’ Αυτόν: όποιος αγαπά τον Θεό να αγαπά και τους αδελφούς του».
(Α΄Ιωαν. δ΄21)
«Βλέπετε πώς είναι αχώριστος η προς τον Θεό
και η προς τους ανθρώπους αγάπη; Γι’ αυτό λέγει
ο αγαπημένος μαθητής, "αν κάποιος λέγει ότι
αγαπά τον Θεό και μισεί τον αδελφό του, είναι
ψεύτης· διότι, αν τον αδελφό του, που τον είδε
δεν τον αγαπά, πώς αγαπά το Θεό που δεν τον είδε;"».
(Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, Ομιλία εις τον Ευαγγελιστήν Ιωάννην, ΕΠΕ 11, 53)