ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗΣ
ΣΥΖΗΤΗΣΗΣ ΝΟΕΜΒΡ.-ΔΕΚΕΜΒΡ.
π. Νικόλαος (ΧΩΡΙΣ ΡΑΝΤΕΒΟΥ)
Δευτέρα: 12.30-2 μ. & 7-10 μ.μ.
Τρίτη: 12.30-2 μ. & 8.40 - 10 μ.μ.
Τετάρτη: 8.40 - 10 μ.μ.
Πέμπτη: 12.30-2 μ. & 7-10 μ.μ.
Παρασκευή:12.30 -2 μ. & 7-10 μ.μ.
Σάββατο: 12.30-2.30μ. & 7-9.30 μ.μ.
Κυριακή: 8.20-9.30 βράδυ
19. Όταν είναι να προσευχηθής στην Υπεραγία Θεοτόκο, έχε πριν την ακράδαντο βεβαιότητα, ότι δεν πρόκειται να φύγης από μπροστά της χωρίς να βρής έλεος. «Ουδείς προστρέχων επί σοι κατησχυμμένος από σου εκπορεύεται», ψάλλει η Εκκλησία με πίστι στη Θεομήτορα. Το να έχουμε αυτή τη βεβαιότητα, αυτή την ανεπιφύλακτο εμπιστοσύνη, είναι σωστό και δίκαιο. Είναι άπειρο το έλεος της Μητέρας του Ελεήμονος Θεού. Το έλεος της το μαρτυρεί η Εκκλησία όλων των εποχών και όλων των τόπων. Δεν υπάρχει περίπτωσις να αδιαφορήση για μας η Παναγία.
20. Το δένδρο, όταν είναι καλά ριζωμένο στη γη, μεγαλώνει και καρποφορεί. Η ψυχή μας, όταν είναι καλά ριζωμένη στον Χριστό με την πίστι και την αγάπη, μεγαλώνει και αυτή πνευματικά και καρποφορεί τις αρετές, χάρις στις οποίες ζή και εδώ και θα ζή και στον ουρανό αιώνια. Το δένδρο, όταν ξερριζωθή από το χώμα, παύει να ζη, γιατί οι ρίζες δεν του παρέχουν πλέον τη ζωή. Έτσι συμβαίνει και με την ψυχή μας. Όταν χάνη την πίστι και την αγάπη στον Θεό και παύη να ενεργή κατά Θεόν, που είναι ο ζωοδότης της, πεθαίνει πνευματικά. Ό,τι είναι το χώμα για τα φυτά, είναι ο Θεός για την ψυχή.
21. Ο θεός μας χάρισε την ύπαρξί μας. Είναι το μεγαλύτερο δώρο που μας έκαμε η αγαθότης του. Και όταν, με την παρακοή των Πρωτοπλάστων, χάσαμε τον Παράδεισο και ανταλλάξαμε τη ζωή με τον θάνατο, δεν μας άφησε στην πτώσι μας. Μας έδωσε, για να μας επαναφέρη στη ζωή, τον Μονογενή Υιό του. Πόσο μικρά, κατ’ αναλογίαν, είναι όλα τα άλλα δωρήματα, που του ζητούμε στην προσευχή μας! Και πόσο εύκολο του είναι να μας τα παράσχη με τα πρώτα λόγια που θα του απευθύνουμε, πιστεύοντας αληθινά! Αρκεί πράγματι αυτά που του ζητούμε να είναι αναγκαία. Λοιπόν, είναι εντελώς ασυγχώρητο να αμφιβάλλη κανείς για το αν θα λάβη κάτι το θεάρεστο, όταν το ζητή στην προσευχή του. Ο Κύριος μας το είπε καθαρά: «Αιτείτε και δοθήσεται υμίν» (Ματθ. ζ’ 7).
(Η εν Χριστώ ζωή μου - Αγ. Ιωάννου της Κροστάνδης, εκδόσεις Παπαδημητρίου, σελ. 26-27)
ΤΗΝ ΑΚΟΛΟΥΘΗ ΙΣΤΟΡΙΑ μας την διηγείται ο Επίσκοπος Ελενουπόλεως Παλλάδιος.
Ο Σεραπίων ήταν Αιγύπτιος Ασκητής, τελείως ακτήμων και πολύ ελεήμων. Πολλές φορές τον είχαν δει να γυρίζει μ’ ένα σεντόνι τυλιγμένο γύρω από το γυμνό του σώμα, γιατί τα ενδύματα του τα είχε δώσει ελεημοσύνη. Έτσι του έμεινε και το όνομα Σινδόνιος. Κάποτε πουλήθηκε σαν δούλος σ’ έναν ειδωλολάτρη ηθοποιό, για είκοσι νομίσματα. Άρχισε με μεγάλη προθυμία να υπηρετεί τον κύριό του και όλη του την οικογένεια. Εργαζόταν αδιάκοπα χωρίς απαιτήσεις. Το φαγητό του αποτελούνταν μόνο από ψωμί και νερό. Ενώ τα χέρια του δούλευαν, ο νους του ήταν απασχολημένος με την προσευχή. Τα λόγια της Γραφής δεν έλειπαν ποτέ από τα χείλη του. Σκοπός του ήταν να μεταδώσει το φως του Χριστού στους κυρίους του και δεν άργησε να το επιτύχει. Τους προσείλκυσε στην πίστη, πρώτα από όλα με το παράδειγμα του χριστιανικού βίου του και ύστερα με την διδασκαλία του Ευαγγελίου, που πέφτει σαν βάλσαμο παρηγοριάς στις ταλαιπωρημένες από την κοσμική ματαιότητα ψυχές. Όταν ο μίμος -έτσι έλεγαν τότε τους ηθοποιούς-, η σύζυγος και τα παιδιά του πήραν την χάρη του Αγίου Βαπτίσματος, άφησαν το επάγγελμά τους, που δεν συμφωνούσε πια με την νέα ζωή τους, και έγιναν ενεργά μέλη της Εκκλησίας. Μια μέρα πήρε ιδιαιτέρως τον Σινδόνιο ο κύριός του και του είπε:
- Είναι καιρός, αδελφέ, να σου ανταποδώσω την ευεργεσία που μου έκανες να ελευθερώσεις και μένα και την οικογένειά μου από το σκοτάδι της ειδωλολατρίας. Πάρε κι εσύ για αντάλλαγμα την ελευθερία σου.
Τότε ο Σινδόνιος κατάλαβε πως είχε έρθει η ώρα να του αποκαλύψει την αλήθεια. Του είπε λοιπόν πως δεν ήταν δούλος και πως με την θέλησή του πουλήθηκε σ’ αυτόν, για να τον οδηγήσει στον Χριστό.
- Αφού εξεπλήρωσε ο Θεός την επιθυμία μου, ας πάω τώρα να βοηθήσω κι άλλους.
Επέστρεψε τα είκοσι νομίσματα στον κύριό του και έφυγε για άλλη χώρα. Εκεί πουλήθηκε σε οικογένεια αιρετικών. Με τον ίδιο τρόπο έφερε κι αυτήν πολύ γρήγορα στους κόλπους της Εκκλησίας. Μέχρι τέλους της ζωής του, ο Σινδόνιος υπηρετούσε σωματικά και ψυχικά τους συνανθρώπους του.
ΓΙΑΤΙ, Αββά, οι σημερινοί μοναχοί, ενώ κοπιάζουν, δεν παίρνουν από τον Θεό τα χαρίσματα που έπαιρναν οι παλαιοί Πατέρες; ρώτησε έναν Γέροντα κάποιος αδελφός.
- Τον παλαιό καιρό, παιδί μου, αποκρίθηκε ο σεβάσμιος Γέροντας, υπήρχε αγάπη μεταξύ των μοναχών και καθένας προθυμοποιούνταν να βοηθήσει τον αδελφό του να ανεβεί προς τα επάνω. Τώρα η αγάπη ψυχράνθηκε και ο ένας παρασύρει τον άλλον προς τα κάτω. Για τον λόγο αυτό δεν χορηγεί πλέον ο Θεός χαρίσματα πνευματικά.
ΤΟΝ ΠΑΛΑΙΟΤΕΡΟ καιρό - έλεγε ο Αββάς Ιωάννης σ’ έναν νέο μοναχό, που πήγε να τον συμβουλευθεί- η πνευματική απασχόληση ήταν το κύριο έργο του μοναχού και η εργασία πάρεργο. Σήμερα αντιστράφηκαν οι όροι και θεωρείται πάρεργο το έργο της ψυχής και έργο το εργόχειρο.
- Ποιό είναι το έργο της ψυχής; ρώτησε ο αδελφός.
- Εκείνο που γίνεται χάριν της θείας εντολής, εξήγησε ο Γέροντας. Μαθαίνεις, λόγου χάρη, πως είμαι άρρωστος και η συνείδησή σου σου λέει πως είναι καθήκον σου να με επισκεφθείς. Εσύ όμως κάθεσαι και σκέπτεσαι: “Αν πάω, θα μείνει πίσω το εργόχειρό μου, γιατί θα χάσω χρόνο”. Δεν έρχεσαι και παραβαίνεις την εντολή της αγάπης. Ή κάποιος σου ζητά να τον βοηθήσεις στην εργασία του. Εσύ μονολογείς: “Είναι ανάγκη τώρα ν’ αφήσω την δική μου δουλειά στην μέση, για να βοηθήσω άλλον;”. Αρνείσαι, παραβλέποντας την εντολή του Θεού, που είναι έργο της ψυχής, και προσηλώνεσαι στο εργόχειρό σου, που είναι πάρεργο.
ΠΗΓΕ μια φορά ο Όσιος Μακάριος να κάνει συντροφιά σ’ έναν άρρωστο Ερημίτη. Ρίχνοντας μια ματιά γύρω στο γυμνό κελλἀκι του, είδε πώς δεν υπήρχε πουθενά ούτε ίχνος φαγητού.
- Τί θα ήθελες να φας, αδελφέ; ρώτησε ο Όσιος.
Ο άρρωστος δίστασε να απαντήσει. Τί να ζητούσε τάχα, αφού δεν υπήρχε τίποτε σ’ εκείνη την ερημιά; Τέλος, επειδή επέμενε να τον ρωτά ο Όσιος, είπε πως είχε επιθυμήσει λίγη αλευρόσουπα. Αλλά που να βρεθεί αλεύρι; Ο Όσιος Μακάριος, για να αναπαύσει τον άρρωστο αδελφό του, κατέβηκε στην Αλεξάνδρεια, κάνοντας πενήντα μίλια με τα πόδια, για να βρει αλεύρι.
(Γεροντικό, Σταλαγματιές απο την Πατερική Σοφία, Θεοδώρας Χαμπάκη, Εκδόσεις Ορθοδόξου Χριστιανικής αδελφότητας "ΑΓΙΑ ΛΥΔΙΑ", σελιδες 11-13)
15. Ο Θεός μεταδίδει μία ακατανίκητο, ανερμήνευτο δύναμι στο ζωοποιό ξύλο του Σταυρού. Την ίδια δύναμι παρέχει και στο Μυστήριο της αναιμάκτου θυσίας, στη Θεία Ευχαριστία. «Μέγας ει, Κύριε, και θαυμαστά τα έργα σου!» Χωρίς όρια είναι η παντοδυναμία σου. Ό,τι αγγίζει η δύναμίς σου και η χάρις σου, γίνεται ζωοποιό.
16. Αν ποθής να διορθώσης κάποιον από τα πταίσματά του, μη νομίσης ότι τον διορθώνεις με τη δική σου δύναμι. Προσευχήσου στον Θεό, τον «ετάζοντα καρδίας και νεφρούς» με όλη σου την ψυχή, να φωτίσει ο Ίδιος την καρδιά εκείνου του ανθρώπου. Αν ο Κύριος δη ότι πράγματι προσεύχεσαι από τα βάθη της καρδιάς σου, θα πραγματοποιήση χωρίς άλλο τον πόθο σου. Και συ, βλέποντας να εκπληρώνεται ο πόθος σου από τη θεία χάρι, θα αναφωνήσης τότε ότι αυτή η θαυμαστή μεταβολή υπήρξε έργο όχι δικό σου, αλλά της «δεξιά του Υψίστου».
17. Μερικές φορές, στη ζωή των πιστών και ευσεβών, υπάρχουν ώρες, κατά τις οποίες φαίνεται σαν να τους έχει εγκαταλείψει ο Θεός. Ώρες που νοιώθει κανείς τη θανάσιμο παρουσία του κακού. Και τότε, ο χριστιανός, από τα βάθη της καρδιάς του, λέγει στον Θεό: «Γιατί απέστρεψες το πρόσωπό σου, Κύριε, από τον δούλο σου; Σκοτάδι παράδοξο με σκέπασε, το σκοτάδι του κακοποιού Διαβόλου. Μέσα σ’ αυτό, σκοτείνιασε όλη η ψυχή μου. Τι τυραννικό σκοτάδι για την ψυχή! Δίνει μία πρόγευσι την βασάνων και του ζόφου της Κολάσεως. Γύρισέ με, Λυτρωτή μου, στο φως των εντολών σου και αξίωσε με να βαδίσω στα ζωηφόρα ίχνη σου».
18. Αν δεν έχης την εμπειρία των ολεθρίων ενεργειών του Διαβόλου, δεν θα είσαι σε θέσι να εκτιμήσης τα χαρίσματα του ζωοποιού Πνεύματος. Ο Ιησούς Χριστός είναι η παρηγορία, η χαρά, η ζωή, η ειρήνη των καρδιών μας. Δόξα στον Πάνσοφο και Πανάγαθο Θεό, που επιτρέπει στον Πειραστή να μας βασανίζη! Αλλοιώς, δεν θα μπορούσαμε να καταλάβουμε τι σημαίνει για μας θεία χάρις και γιατί το Άγιο Πνεύμα λέγεται από τη Γραφή Παράκλητος (δηλαδή: Παρηγορητής, Στηρικτής).
(Η εν Χριστώ ζωή μου - Αγ. Ιωάννου της Κροστάνδης, εκδόσεις Παπαδημητρίου, σελ. 25-26)
13. «Εγώ είμι Κύριος ο Θεός σου, Θεός ζηλωτής» (Εξόδ. κ’ 5). «Την δόξαν μου ετέρω ου δώσω» (Ησ. μβ’ 8). Όταν ξεστρατίζω από το άγιο θέλημά του και η καρδιά μου στρέφεται προς τις ματαιότητες, ο Θεός δείχνει τη ζηλοτυπία του, τη λύπη του για το ότι δίνω τη δόξα, που του οφείλω, σε άλλα αντικείμενα. Ακούω τότε τη φωνή του μέσα μου να λέγη: Δεν δίνω τη δόξα μου σε άλλον. Θα σε παιδεύσω με τη ράβδο της αληθείας μου, για να μάθης ότι κανείς άλλος δεν μπορεί να οικειοποιηθεί τη δόξα μου. Στρέψε την καρδιά σου πάλι σ’ εμένα, που μου ανήκει. Οφείλεις εμένα να αγαπάς πάνω από το κάθε τι, να τιμάς εμένα, να είσαι αφωσιωμένος σ’ εμένα. Εγώ έπλυνα με το αίμα μου τις αμαρτίες σου και τις έκαμα λευκότερες από το χιόνι… Έδωσα στην ψυχή σου ειρήνη και χαρά. Σε αγάπησα πιο πολύ απ’ ό,τι αγαπά μία μητέρα τα παιδιά της. Εγώ είμαι που σε έσωσα από τον αιώνιο θάνατο. Ποιος λοιπόν μπορεί να σφετερισθή τη δική μου δόξα; Είμαι ο Παντοκράτωρ.
14. Η αλήθεια του Κυρίου είναι το θεμέλιο όλων όσα δημιουργήθηκαν. Ας γίνη αυτή η αλήθεια θεμέλιο και όλων των έργων μας, ιδιαίτερα δε των προσευχών μας. Ας θεμελιώσουμε με την αλήθεια του Ευαγγελίου όλες μας τις πράξεις, όλους μας τους λογισμούς, όλους μας τους πόθους.
(Η εν Χριστώ ζωή μου - Αγ. Ιωάννου της Κροστάνδης, εκδόσεις Παπαδημητρίου, σελ. 24-25)
10. Όταν βλέπουμε το σώμα μας να το τυραννή η αρρώστια, ας μη γογγύζουμε εναντίον του Θεού, αλλά ας λέμε: «Ο Κύριος έδωκεν, ο Κύριος αφείλατο. Είη το όνομα Κυρίου ευλογημένον εις τους αιώνας» (Ιωβ α’ 21). Έχουμε συνηθίσει να θεωρούμε το σώμα μας σαν μία άφθαρτο ιδιοκτησία μας. Αλλά το σώμα μας είναι κτίσμα του Θεού. Και το κάνει ό,τι θέλει.
11. Ο ιερεύς πρέπει να μοιάζη πιο πολύ στον άγγελο παρά στον άνθρωπο. Αξίωνε τους ιερείς σου, Κύριε, να θυμούνται το μεγαλείο της κλήσεώς τους, να είναι «ντυμένοι τη δικαιοσύνη» (Ψαλμ. ρλα’ 9) και να μην έχουν προσκόλλησι στα γήϊνα πράγματα που παρέρχονται, αλλά στα ουράνια αγαθά.
12. Για τον Πονηρό, υπάρχουν πολλοί δρόμοι και ποικίλοι τρόποι που του εξασφαλίζουν την είσοδο στην ανθρώπινη ψυχή και την άλωσί της. Καμμία ευκαρία δεν χάνει για να εισέλθει στον άνθρωπο και να τον κυριεύση. Αλλά και το Άγιο Πνεύμα έχει πολλούς δρόμους και ποικίλους τρόπους για να κυριεύση την ψυχή μας. Τους δρόμους της αδόλου πίστεως, της αληθινής ταπεινοφροσύνης, της αγάπης προς τον Θεό και τον πλησίον. Και άλλους ακόμη. Ανάμεσα σ’ αυτούς, είναι και οι θλίψεις αν τις υποφέρουμε καρτερικά. Αποκλείουν την είσοδο στο πονηρό πνεύμα, μαλακώνουν την καρδιά και την καθιστούν ικανή να δεχθή τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος.
(Η εν Χριστώ ζωή μου - Αγ. Ιωάννου της Κροστάνδης, εκδόσεις Παπαδημητρίου, σελ. 23-24)
«Σ’ εμένα ελάτε όλοι όσοι κοπιάζετε κι είστε βαριά φορτωμένοι, κι εγώ θα σας αναπαύσω» (Ματθαίος 11:28)
Μια θλιβερή αύξηση
Οι απόπειρες αυτοκτονίας αυξήθηκαν κατά 30% μεταξύ των εφήβων στη Νορβηγία. Τα ναρκωτικά, το αλκοόλ αλλά και το άγχος των νέων να μοιάσουν στα προβαλλόμενα πρότυπα μόδας και εξωτερικής κομψής εμφάνισης, είναι οι κύριες αιτίες που οι έφηβοι αυτοκτονούν. Κι αυτό, σε μια χώρα γαλήνια, οργανωμένη, που τα παρέχει όλα στους πολίτες της! Άρα εκείνο που κουράζει τον άνθρωπο δεν είναι η φυσική κόπωση ή ο αγώνας και το άγχος για επιβίωση, αλλά η εσωτερική απογοήτευση, η ανία, το μεγάλο πνευματικό κενό που δημιουργείται από την απουσία της παρουσίας του Θεού στη ζωή μας. Η υλική ευημερία δε διασφαλίζει και την εσωτερική ευτυχία. Γι’ αυτό τα λόγια του Χριστού για κόπωση σε ανθρώπους της Παλαιστίνης (όχι της Σκανδιναβίας!) έχουν κοινό στόχο: την εσωτερική κόπωση του ανθρώπου, που οφείλεται στην αμαρτία.
Μήπως νιώθεις κι εσύ την ίδια απογοήτευση ή ψυχική κούραση; Μην αυτοκτονήσεις, φίλε μου, έλα στο Χριστό και θα βρεις ανάπαυση.
«Μετανοήστε και σταματήστε τις παραβάσεις σας… εναντίον μου, κι ανανεώστε την καρδιά σας και φρόνημά σας. Γιατί θέλετε να πεθάνετε;…» (Ιεζεκιήλ 18:30-31 –NMB)
"Πείτε μου έναν τρόπο να πεθάνω"
Θέλω να πεθάνω. Πείτε μου έναν τρόπο που θα τα καταφέρω δίχως να πονέσω». Ο χρήστης με το ψευδώνυμο «Δυστυχισμένη Άχρηστη» δηλώνει έφηβη που ήθελε ν’ αυτοκτονήσει, γιατί οι γονείς της την αποκαλούν «γαϊδούρι». Πέρσι, μια μέρα μετά την αποκάλυψη της υπόθεσης 13χρονου που σώθηκε στο παρά πέντε χάρη στην έγκαιρη επέμβαση του Τμήματος Δίωξης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος, η «Δυστυχισμένη Άχρηστη» ήρθε να μας υπενθυμίσει ότι οι έφηβοι που ζητούν οδηγίες αυτοκτονίας στο Ίντερνετ δεν είναι σπάνιο φαινόμενο.
Έφηβοι που ζητούν οδηγίες πώς να πεθάνουν! Σ’ αυτά τα παιδιά έχουμε να πούμε πως η Βίβλος μας δίνει οδηγίες πώς να ζήσουμε την αιώνια ζωή με το Θεό. Ένα θεό που μας αγαπάει, και την αγάπη Του τη φανέρωσε στο σταυρό του Χριστού.
Φίλε μου, ναι, μπορείς να ζήσεις αιώνια ευτυχισμένος. Δέξου το Χριστό στην καρδιά σου. Διάβασε το Ευαγγέλιο. Ζήτησε ο Χριστός να σε απαλλάξει από την ενοχή της αμαρτίας. Αξίζει να ζήσεις μ’ Αυτόν και γι’ Αυτόν…
(Εκδόσεις "Ο Λόγος")
«…Όποιος πίνει από το νερό αυτό, θα ξεδιψάσει. Μα όποιος πιει από το νερό που θα του δώσω εγώ, αυτός όχι, δε θα διψάσει ποτέ…» (Ιωάννης 4:13-14)
Το Νερό της Ζωής
Ο Χριστός παρευρέθηκε σε μια γιορτή. Κόσμος πολύς. Τους κοιτούσε ο καρδιογνώστης Χριστός κι έβλεπε τη δίψα του καθενός. Δίψα για διάφορα πράγματα. Άλλος διψούσε για επίδειξη, άλλος για κοινωνική αναγνώριση, άλλος για διασκέδαση, άλλος για λίγη ευτυχία, άλλο για το ένα, άλλος για το άλλο. Αλλά ήξερε πως στην πραγματικότητα ένα πράγμα τους έλειπε, από το οποίο και είχαν τη μεγαλύτερη ανάγκη, χωρίς να το καταλαβαίνουν. Ήταν η ελευθέρωσή τους από τη σκλαβιά της αμαρτίας, ήταν το γέμισμα του κενού της ψυχής τους, ήταν το ξεδίψασμα της ψυχής τους με το Νερό της Ζωής. Και το Νερό αυτό της Ζωής μόνο ο ίδιος ο Χριστός μπορούσε να τους το δώσει, γιατί είναι ο ίδιος το Νερό της Ζωής. Στάθηκε λοιπόν μέσα στο πνευματικά διψασμένο εκείνο πλήθος και φώναξε δυνατά: «Αν διψάει κάποιος, σ’ εμένα να έρχεται και να πίνει. Όπως το λέει η Γραφή, ποτάμια ζωντανού νερού θα ξεχυθούν μέσα από εκείνον που πιστεύει σ’ εμένα» (Ιωάν. 7:37-38). Εσύ ήπιες απ’ αυτό το Νερό; Ξεδίψασες μια για πάντα.
«Περιβληθείτε την πανοπλία του Θεού για να μπορέσετε να αντιμετωπίσετε τα στρατηγήματα του διαβόλου» (Εφεσ. 6:11).
Η μάσκα
Όλοι θυμόμαστε το συγκρότημα που κέρδισε το πρώτο βραβείο στη Γιουροβίζιον του 2006. Ήταν το φινλαδικό συγκρότημα Lordi, που έμεινε στην ιστορία για τις περίεργες μάσκες που φορούσαν τα μέλη του. Μία απ’ αυτές τις μάσκες πουλήθηκε σε δημοπρασία και την αγόρασε ένας Φινλανδός για 6.701 ευρώ (κάπου 2,3 εκατομμύρια δραχμές)!
Ο κόσμος αγαπάει τις μάσκες - ιδιαίτερα τις «σατανικές», όπως έμοιαζαν αυτές του συγκροτήματος. Το περίεργο είναι ότι αρνούνται την ύπαρξη του Θεού, ενώ «τη βρίσκουν» με τους σατανάδες! Δεν μπορείς όμως να παραδέχεσαι το ένα και ν’ αρνείσαι το άλλο. Η ύπαρξη του σατανικού κόσμου συνεπάγεται και την ύπαρξη του Θεού!
Που θα στραφείς φίλε μου; Στον εχθρό της ψυχής σου ή σ’ Εκείνον που σε αγαπάει και πέθανε για να σου δώσει την αιώνια ζωή; Ο Χριστός έρχεται και σε προσεγγίζει με αγάπη, όπως το έκανε με τη θυσία Του στο σταυρό. Και δε χρειάστηκε να χρησιμοποιήσει μάσκα…
(Εκδόσεις "Ο λόγος")
Η ΟΥΣΙΑ ΤΗΣ ΠΡΟΣΕΥΧΗΣ.
Η αγάπη είναι εκείνη που μας ταυτίζει με τον αγαπημένο και μας δίνει τη δυνατότητα να κοινωνούμε ανεπιφύλακτα, όχι μόνο στα παθήματά του, αλλά και στον τρόπο με τον οποίο εκείνος αντιμετωπίζει και αυτά και εκείνον που του τα προκαλεί. Δεν μπορούμε να φανταστούμε τη Μητέρα του Θεού ή το μαθητή Του να διαμαρτύρονται γι’ αυτό που υπήρξε το «αποκεκαλυμμένο θέλημα» του Eσταυρωμένου Υιού του Θεού. «Κανείς δεν μου αφαιρεί τη ζωή. Εγώ με τη θέλησή μου την παραδίδω» (Ιωάν. 10, 18). Πέθανε θεληματικά και σύμφωνα με το δικό Του σχέδιο για τη σωτηρία του κόσμου. Αυτός ο θάνατός Του υπήρξε η σωτηρία του κόσμου και γι’ αυτό εκείνοι που πίστεψαν σ’ Αυτόν και θέλησαν να είναι ένα μαζί Του μπόρεσαν να μοιραστούν τον πόνο του θανάτου Του, μπόρεσαν να συμπάσχουν κοντά Του. Δεν μπορούσαν όμως να αρνηθούν το πάθος, δεν μπορούσαν να στραφούν ενάντια στο πλήθος που σταύρωσε το Χριστό. Γιατί η σταύρωση ήταν θέλημα του Ίδιου του Χριστού.
Συμβαίνει καμιά φορά στη ζωή να διαμαρτυρόμαστε για τα παθήματα κάποιου, να διαμαρτυρόμαστε για το θάνατό του, όταν αυτός καλά ή άσχημα δεν τον αποδέχεται ή εναντιώνεται σ’ αυτόν. Άλλοτε πάλι διαμαρτυρόμαστε όταν δεν συμφωνούμε για την πρόθεσή του να πεθάνει ή δεν δεχόμαστε τη θέση που ο ίδιος παίρνει εμπρός στο θάνατο και στον πόνο. Τότε όμως η αγάπη που έχουμε γι’ αυτόν τον άνθρωπο είναι λειψή και δημιουργεί ψυχική απόσταση. Είναι αυτή η αγάπη που έδειξε ο Απόστολος Πέτρος, όταν ο Χριστός, καθώς πορευόταν στα Ιεροσόλυμα, είπε στους μαθητές Του ότι πορευόταν προς το θάνατό Του. «Και ο Πέτρος, αφού Τον πήρε παράμερα, άρχισε με έντονο τρόπο να Τον αποτρέπει από την απόφασή Του να δεχτεί το θάνατο». Αλλά ο Χριστός απάντησε: «Φύγε από μπρος μου σατανά, γιατί δεν φρονείς εκείνα που αρέσουν στο Θεό, αλλά όσα αρέσουν στους ανθρώπους» (Μάρκ. 8,33). Μπορούμε να φανταστούμε ότι η γυναίκα του ληστή, που βρισκόταν σταυρωμένος στα αριστερά του Χριστού, θα ήταν γεμάτη από τις ίδιες αντιδράσεις και διαμαρτυρίες, που είχε ενάντια στο θάνατό του και ο άντρας της. Απ’ αυτή την άποψη υπήρχε απόλυτη κοινωνία μεταξύ τους, κοινωνούσαν όμως στην ίδια λαθεμένη συμπεριφορά.
Το να συμμετέχει κανείς στο πάθος, στο Σταυρό και στο θάνατο του Χριστού, σημαίνει να αποδέχεται, με το ίδιο πνεύμα και χωρίς καμιά επιφύλαξη, όλα αυτά τα γεγονότα. Να αποδέχεται δηλαδή, εντελώς ελεύθερα, να υποφέρει μαζί με τον «πάσχοντα Θεάνθρωπο». Να παραμένει σιωπηλός στη βαθιά σιωπή του Χριστού, η οποία διακόπηκε μόνο από λίγες αποφασιστικές λέξεις, στη σιωπή της πραγματικής κοινωνίας. Στη σιωπή η οποία γεννιέται από τη συμμετοχή στο πάθος του άλλου και όχι από οίκτο γι’ αυτόν. Στη σιωπή που μας δίνει τη δυνατότητα να ταυτιστούμε μαζί Του, σε τέτοιο βαθμό, ώστε να μην υπάρχει «Εγώ» και «Συ», αλλά να είμαστε ένα, ενωμένοι και στη ζωή και στο θάνατο.
(Ζωντανή Προσευχή. Antony Bloom, σελ. 26-27).
Η ολότητα πιο ευδιάκριτη από τα έργα
Η ολότητα είναι πάντα πια ευδιάκριτη από ένα μέρος της ολότητας. Αυτό οπωσδήποτε συμβαίνει για λόγους σημασίας και φερεγγυότητας της ολότητας.
Είναι πια οφθαλμοφανής η βελανιδιά από το βελανίδι στη βελανιδιά. Είναι πιο ευδιάκριτη η άμαξα από τον άξονα της άμαξας. Είναι πιο εμφανής ο άνθρωπος από το χέρι του ανθρώπου. Η ολότητα της φύσης είναι πιο οφθαλμοφανής από οποιοδήποτε πράγμα μέσα στη φύση.
Ο Θεός είναι πιο εμφανής από τη φύση και απ’ όλα στη φύση. Όμως όταν ο άνθρωπος κοιτάζει το βελανίδι στη βελανιδιά, το βελανίδι γίνεται γι’ αυτόν πιο οφθαλμοφανές από τη βελανιδιά. Όταν κοιτάζει τον τροχό, ο τροχός γίνεται γι’ αυτόν πιο ευδιάκριτος από την άμαξα. Όταν κοιτάζει το χέρι, το χέρι του γίνεται πιο εμφανές από τον άνθρωπο. Όταν κοιτάζει οποιοδήποτε πράγμα στη φύση, αυτό το πράγμα γίνεται γι’ αυτόν πιο οφθαλμοφανές από τη φύση. Όταν κοιτάζει τη φύση, η φύση γι’ αυτόν γίνεται πιο ευδιάκριτη από τον Θεό.
Όμως αυτό το οφθαλμοφανές της πράξης είναι στιγμιαίο, ενώ το οφθαλμοφανές της ολότητας είναι μόνιμο.
Ως εκ τούτου ο Θεός είναι το μεγαλύτερο και το μονιμότερο και το πλέον εμφανές.
Η σιωπή
Περί τριών πραγμάτων μην βιάζεσαι να μιλάς: Περί του Θεού - μέχρι να στερεώσεις την πίστη σ’ Αυτόν. Περί της αμαρτίας του άλλου - μέχρι να θυμηθείς τη δική σου και περί της επόμενης ημέρας - μέχρι την αυγή της
(Στοχασμοί περί καλού και κακού, Αγ. Νικολάου Βελιμίροβιτς, σελ. 19-20).
Παιδικές Ασκήσεις.
Αξιοθαύμαστος ήταν ο ζήλος του μικρού Αρσενίου για νηστεία. Νήστευε αυστηρά από πολύ μικρός. Ζητούσε από την μητέρα του να του μαγειρεύη αλάδωτα χόρτα. Για να αναγκάζεται μετά την θεία Λειτουργία να παραμένη νηστικός, το αντίδωρο το κρατούσε και το έτρωγε ύστερα από ώρες. Για να περιορίζη την ποσότητα, έσφιγγε πολύ την ζώνη. Κάποτε νήστευσε τόσο που από την εξάντληση έπεσε στο κρεββάτι.
Έλεγε αργότερα ο Γέροντας: «Τα χέρια μου ήταν (λεπτά) σαν τον μικρών παιδιών της Αφρικής, διότι ο οργανισμός μου στερήθηκε βασικές τροφές, όταν ήμουν μικρός. Ο λαιμός μου είχε γίνει σαν το κοτσιάνι του κερασιού. Τα παιδιά μου έλεγαν: "Θα πέσει το κεφάλι σου"».
Η ευλαβής Κονιτσιώτισσα Κέτη (Ερρικέτη) Πατέρα, μεγαλύτερή του στην ηλικία, ανέφερε σχετικά: «Τον ρώτησα κάποτε:
—Παιδί μου, έφαγες τίποτε σήμερα;
—Δεν έφαγα. Τι να φάω, αφού η μητέρα μου τα βράζει όλα τα φαγητά στην ίδια κατσαρόλα, και το κρέας και τα νηστήσιμα. Η ίδια κατσαρόλα απορροφά• δεν μπορώ να φάω.
—Παιδί μου, αφού η μάννα σου είναι τόσο καθαρή και την πλένει καλά με αλισίβα.
— Δεν μπορώ να φάω από αυτά, απαντούσε. »
Και νήστευε, νήστευε συνέχεια και αποτραβιόταν μοναχός του για να προσεύχεται».
Όταν έμαθε να διαβάζη καλά, βρήκε την Αγία Γραφή και μελετούσε κάθε ημέρα το Τετραβάγγελο. Εύρισκε επίσης βίους Αγίων και εντρυφούσε. Είχε μαζέψει ένα κουτί με βίους. Μόλις γύριζε από το σχολείο, δεν ήθελε ούτε να φάη. Πρώτα πήγαινε, άνοιγε το κουτί, έπαιρνε και διάβαζε τους βίους των Αγίων. Ο μεγαλύτερός του αδελφός τους έκρυβε, αν και ευλαβής, διότι δεν ήθελε να ασχολήται ο μικρός Αρσένιος πολύ με τα εκκλησιαστικά, για να μην παραμελή τα μαθήματα. Ο Αρσένιος δεν έλεγε τίποτε. Εύρισκε άλλους βίους Αγίων και τρεφόταν πνευματικά.
Μαρτυρεί ο αδελφός του: «Ο Αρσένιος από την δευτέρα Δημοτικού διάβαζε θρησκευτικά βιβλία, απομονωνόταν και προσευχόταν πολύ. Δεν έπαιζε πως τα άλλα παιδιά».
Ό,τι διάβαζε στα Συναξάρια προσπαθούσε να το εφαρμόση. Διάβασε πώς, όταν φοβάσαι σε έναν τόπο, πρέπει να συχνάζης εκεί για να διώξης τον φόβο . Επειδή φοβόταν όταν περνούσε από το κοιμητήριά αποφάσισε να πάη εκεί τη νύχτα, για να του φύγη ο φόβος. Ήταν τότε στην τετάρτη τάξη του Δημοτικού. «Είδα», διηγήθηκε, «από την ημέρα έναν άδειο τάφο. Μόλις νύχτωσε η καρδιά μου χτυπούσε, αλλά πήγα και μπήκα στον τάφο. Στην αρχή ήταν δύσκολο αλλά μετά συνήθισα. Κάθησα αρκετή ώρα και εξοικειώθηκα. Πήρα θάρρος και άρχισα να γυρίζω από μνήμα σε μνήμα, αλλά πρόσεχα να μη με δουν και με περάσουν για φάντασμα. Αυτό ήταν• πήγα τρία βράδυα και έμεινα μέχρι αργά στο κοιμητήρι και μου έφυγε ο φόβος».
Αισθανόταν αγάπη μεγάλη προς τον Θεό και η προσευχή του ήταν εκδήλωση αυτής της αγάπης. Στις μεγάλες γιορτές παρέμενε άγρυπνος, άναβε το καντηλάκι και προσευχόταν όρθιος όλη τη νύχτα. Ο μεγαλύτερος αδελφός του τον εμπόδιζε. Δεν τον άφηνε να σηκώνεται τις νύχτες για να διαβάζη το Ψαλτήρι. Τον έβαζε κάτω από τις κουβέρτες. Γενικά η τακτική του αδελφού του όχι μόνο δεν έκαμψε τον ζήλο του αλλά αύξησε την αγάπη του προς τον Θεό.
Πήγαινε από μικρός ατό δάσος, μάζευε βελανίδια, τα τρυπούσε με ένα καρφί, τα περνούσε σε σχοινί και έκανε κομποσχοίνια για να μέτρα τις προσευχές και τις μετάνοιες.
Η αδελφή του Χριστίνα θυμάται ότι, ενώ κάποτε οι γονείς τους ήταν στο χωράφι, άρχισε να βρέχη. Ο Αρσένιος τους σκεφτόταν που βρέχονταν. Πήρε τα δύο μικρότερα αδέλφια του, πήγαν στο εικονοστάσι, γονάτισαν, έκαναν προσευχή και η βροχή σταμάτησε.
Όταν έπεφταν κεραυνοί, συνήθιζε να λέγη: «Μέγα το όνομα της Αγίας Τριάδος».
Η έμφυτη μοναχική του κλίση εκδηλώθηκε ενωρίς. Όταν τον ρωτούσαν τι θα γίνει όταν μεγαλώση, ο Αρσένιος απαντούσε σταθερά: «Καλόγηρος», χωρίς να έχη δει μοναχούς μέχρι τότε.
Διηγήθηκε και το εξής: «Όταν ακόμη ήμουν στο σχολείο, διάβαζα τους βίους των Αγίων και επιθυμούσα από τότε να γίνω ασκητής. Έβγαινα συχνά έξω από το χωριό. Ήμουν τότε ένδεκα χρόνων. Είχα επισημάνει ένα βράχο μεγάλο. Μια μέρα ξεκίνησα για να ανεβώ, να γίνω στυλίτης. Πήρα μόνο ένα μικρό σιδεράκι μαζί μου , για να τρώω κανα χορταράκι, όπως οι παλιοί ασκητές. Περπάτησα μιάμιση ώρα μεσ’ τα βουνά και τον βρήκα. Ήταν ψηλός ο βράχος. Ανέβηκα με δυσκολία και άρχισα να προσεύχωμαι. Εξάντλησα όλες μου τις δυνάμεις και μετά άρχισα να σκέπτομαι: "Οι ερημίτες είχαν ρίζες και έτρωγαν• λίγο νεράκι, ένα χουρμά... Εσύ δεν έχεις τίποτε εδώ πάνω στον βράχο. Πώς θα ζήσεις;". Με είχε κόψει η πείνα, δεν άντεχα άλλο, οπότε λέω: "Ας πάω να φάω κανα χορταράκι". Που να κατέβω όμως! Καλά ανέβηκα, αλλά πώς κατεβαίνω τώρα. Τέλος πήρα μια κουτρουβάλα, πώς δεν σκοτώθηκα. Η Παναγία με φύλαξε και δεν τσακίστηκα στα βράχια. Σιγά-σιγά κουτσαίνοντας ξεκίνησα να γυρίσω σπίτι. Χάθηκα όμως μέσα στη νύχτα και με πολλές δυσκολίες έφθασα γύρω στα μεσάνυχτα».
(Βίος Οσίου Παϊσίου του Αγιορείτου, ιερομ. Ισαάκ, σελ. 44-48).