ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ ΝΟΕΜΒΡ.-ΔΕΚΕΜΒΡ.

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗΣ
ΣΥΖΗΤΗΣΗΣ ΝΟΕΜΒΡ.-ΔΕΚΕΜΒΡ.
π. Νικόλαος (ΧΩΡΙΣ ΡΑΝΤΕΒΟΥ)
Δευτέρα: 12.30-2 μ. & 7-10 μ.μ.
Τρίτη: 12.30-2 μ. & 8.40 - 10 μ.μ.
Τετάρτη: 8.40 - 10 μ.μ.
Πέμπτη: 12.30-2 μ. & 7-10 μ.μ.
Παρασκευή:12.30 -2 μ. & 7-10 μ.μ.
Σάββατο: 12.30-2.30μ. & 7-9.30 μ.μ.

Κυριακή: 8.20-9.30 βράδυ

 

Αυξομείωση μεγέθους γραμμάτων.
E-mail: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

επάρας τους οφθαλμούς αυτού
Λουκά στ’ 20.

Ο Ιησούς στους μακαρισμούς αποκαλύπτει την άλλη όψι της πραγματικότητος. Απευθύνεται σε όσους ζουν στο σκοτάδι αυτής της ζωής και τους καλεί να σκεφθούν τη φωτεινή όψι της ζωής, που τους περιμένει. Για τον Ιησού ἐχει μεγαλύτερη σημασία η άλλη αυτή όψις, η φωτεινή και μακάρια, παρά η τωρινή.
Τί οφείλομε στον Ιησού για την αποκάλυψι αυτή! Εμείς ζούμε την ανάποδη όψι της πραγματικότητος. Γι’ αυτό κι όλα στη ζωή μας είναι σκοτεινά, παράξενα, δυσάρεστα, άσχημα, χωρίς νόημα και σκοπό. Ο Ιησούς μας μίλησε για την ομορφιά, το φώς, την ευτυχία, τη χαρά, που χαρακτηρίζουν την άλλη όψι της πραγματικότητος. Ο Ιησούς ήταν ο μόνος, που έβλεπε και τις δύο όψεις του κεντήματος της ζωής.
Όσοι από μας έχομε κάθε λόγο να παραπονούμεθα, καθώς ζούμε κάτω απ’ την άσχημη όψι της ζωής, ας στρέφωμε την ύπαρξί μας στον Ιησού.
Μέσα απ΄ τα λόγια του μπορούμε να υποπτευώμαστε την όμορφη όψι της ζωής. Στα μάτια του μπορούμε να διακρίνωμε μερικές ανταύγειες απ’ το μεγαλείο της. Κι είναι τόσο ωραία γιατί την κεντάει ο Μεγάλος Καλλιτέχνης, το Άγιο Πνεύμα «από καταβολής κόσμου». Την ετοιμάζει για μας. Το μόνο που ξέρομε γι΄ αυτή είναι ότι βρίσκεται έξω και πέρα απ’ ό,τι η καλύτερη φαντασία μας μπορεί να συλλάβη. Το βεβαιώνει ο Απόστολος, που αρπάγηκε για λίγο στον Παράδεισο: «α οφθαλμός ουκ είδε και ους ουκ ήκουσε και επί καρδίαν ανθρώπου ουκ ανέβη, α ητοίμασεν ο Θεός τοις αγαπώσιν αυτόν» (Α' Κορ. β' 9).

(Η όντως ζωή δι΄ ελπίδος απόκειται, η δε παρούσα ζωή οιονεί σπέρμα της μελλούσης εστί... ο νυν βίος αναλογεί προς τον κόκκον, ο δε προσδοκώμενος βίος, εν τω κάλλει του στάχυος δείκνυται» (Γρηγόριος Νύσσης, L. 297).

(Επισκόπου Αχελώου Ευθυμίου Στυλίου, «Εκείνος» Ο Ιησούς Χριστός, εκδ. Γρηγόρη, σελ. 110-111 )

Η μετάδοση της κατανύξεως
Δύο ερημίτες που αγωνίζονταν μαζί, διάβαζαν μαζί και την καθημερινή τους ακολουθία. Ο ένας είχε πολλή κατάνυξη! Από τα δάκρυα που έχυνε, άφηνε συχνά το διάβασμα στη μέση.
-Μα τί σκέπτεσαι και κλαις με τόσο πόνο, όταν προσεύχεσαι; τον ρωτούσε ο άλλος με απορία.
-Νομίζω, αδελφέ μου, πως την ώρα αυτή παραστέκομαι στο βήμα του Χριστού για να δικαστώ. Και μη βρίσκοντας τί ν’ απολογηθώ για τις πολλές μου αμαρτίες, φράζει το στόμα μου από φόβο και χάνω τη συνέχεια του στίχου που διαβάζω. Αλλά εάν σ’ ενοχλώ μ’ αυτό, ας διαβάζη ο καθένας μας ξεχωριστά την ακολουθία.
-Όχι, αδελφέ μου, διαμαρτυρήθηκε ο άλλος, δεν μ’ ενοχλείς. Αντίθετα μάλιστα, με ωφελείς πολύ. Γιατί, εγώ που δεν έχω το χάρισμα της κατανύξεως και των δακρύων, βλέποντας εσένα συγκινούμαι και θλίβομαι για τη σκληρότητα μου.
(Γεροντικόν)
( Χαρίσματα και Χαρισματούχοι, Ι. Μονή Παρακλήτου, τόμος Γ΄,σελ.157)

" Εργασία ονόμαζε τη νοερή προσευχή "
Μα εκείνο που φυσικά τον έκανε να λάμπει με παιδιάστικη χαρά, ήταν να μιλάει για τη νοερή προσευχή. Με την καθαρή, λίγο αδύναμη, φωνή του και με χαριτωμένες κινήσεις του χεριού, έλεγε αργά μιά μιά τις λέξεις : " Κύριε ημών Ιησού Χριστέ, ελέησόν με". Και προσέθεσε κάποτε σε μιά τέτοια συζήτηση :
" Εμένα μου έδωσε τη χάρη Θεός ν' ασχοληθώ πολύ με αυτή την εργασία ". " Εργασία " ονόμαζε την άσκησή του την καρδιακή προσευχή. " Αυτή η εργασία είναι πολύ χρήσιμη για όλους τους πιστούς. Καθαρίζει την ψυχή και κρατάει το νου ". Στις περισσότερες συζητήσεις κάτι θα έλεγε για την ευχή. Αργότερα, όταν είχε πρόχειρα εγκαταβιώσει στο Μήλεσι του Ωρωπού (πριν ακόμη ανεγερθούν τα κτίρια του Ησυχαστηρίου), ονειρευότανε τη δημιουργία ενός χώρου κατάλληλου, που θα αφιερωνότανε στην
" εργασία " αυτή.
[Ί 239]

(Ανθολόγιο Συμβουλών, Άγιος Πορφύριος, εκδ. Ι. Μονή Μεταμορφώσεως, Μήλεσι, σελ.387-388)

 

Κεφάλαια του Ευαγρίου
Στο περίφημο έργο του ασκητού Ευαγρίου «Τα ΡΝΓ΄κεφάλαια περί προσευχής» περιγράφονται και οι εξής περιπτώσεις:
Μόλις ύψωνε ένας άγιος ερημίτης τα χέρια για να προσευχηθή, τόσο πολύ αντιδρούσε ο διάβολος, που μετασχηματιζόταν σε λιοντάρι! Στηριζόταν στα πισινά πόδια και βύθιζε τα νύχια των μπροστινών στο σώμα του ερημίτη, για να τον αναγκάση με τον φόβο και τον πόνο να σταματήση την προσευχή.
Ο αγωνιστής όμως του Χριστού, ποτέ δεν κατέβασε τα χέρια, πριν τελειώση την καθορισμένη προσευχή του.
Παρόμοιο συνέβη κάποτε και στον αββά Ιωάννη, τον λεγόμενο Κολοβό.
Ο διάβολος με τη μορφή τεραστίου φιδιού τυλίχτηκε πάνω του, δάγκωνε τις σάρκες του και ξεφυσούσε στο στόμα του, κατά τη διάρκεια μιας προσευχής του.
Παρά ταύτα, ο ανδρείος ησυχαστής δεν χωρίστηκε από τη γλυκύτατη ένωση του με τον Θεό.
Ένας άλλος πάλι, καθώς προσευχόταν, δαγκώθηκε από οχιά! Δεν κατέβασε όμως τα χέρια από τη στάση της ικεσίας, μέχρις ότου τελείωσε τη συνηθισμένη προσευχή του.
Αλλά και με τη θεία βοήθεια, το δηλητήριο της οχιάς δεν ενήργησε στον αδελφό, που αγάπησε τον Κύριο περισσότερο από τον εαυτό του.
Πολλοί δαίμονες παρουσιάστηκαν σ’ έναν ερημίτη που προσευχόταν. Τον άρπαξαν και τον πετούσαν στον αέρα σαν μπάλλα, ενώ άλλοι τον δέχονταν σε μια απλωμένη ψάθα.
Η φοβερή αυτή ταλαιπωρία διήρκεσε δύο εβδομάδες! Δεν κατόρθωσαν όμως οι δαίμονες ν’ αποσπάσουν τον νου του από τον Θεό, με τον οποίο ήταν ενωμένος με θερμή προσευχή.
Εντελώς αντίθετα με τα προηγούμενα, δύο άγιοι άγγελοι εμφανίστηκαν σ’ έναν ασκητή που βάδιζε στην έρημο προσευχόμενος. Τον έβαλαν στη μέση και προχωρούσαν μαζί του.
Ο όσιος, καίτοι είχε αγγέλους δεξιά και αριστερά του, δεν θέλησε να τους μιλήση, για να μη διακόψη τη μυστική επαφή του με τον Θεό. Προφανώς σκέφθηκε τα λόγια του αποστόλου : « Ούτε άγγελοι ούτε αρχαί ούτε δυνάμεις, δυνήσονται ημάς χωρίσαι από της αγάπης του Χριστού».
( Κεφάλαια προσευχής)
(Χαρίσματα και Χαρισματούχοι, Ι. Μονή Παρακλήτου, τόμος Γ΄, σελ.209-210)

147. Είναι υποχρεωτικά όλα τα μυστήρια της Εκκλησίας;

Άλλα είναι και αλλά όχι. Μη υποχρεωτικά ή προαιρετικά είναι η ιεροσύνη και ο γάμος. Η ιεροσύνη είναι βαρύς κλήρος τον οποίο δεν είναι υποχρεωμένοι να αναλάβουν όλοι οι άνθρωποι. Είναι φορτίο βαρύ το οποίο δύσκολα μπορούν να σηκώσουν οι ώμοι όλων των πιστών. Είναι ιδιαίτερη κλήση από το Θεό, την οποίαν ακούουν λίγοι άνθρωποι που έχουν τα ανάλογα χαρίσματα και την κλίση ν’ αναλάβουν το υψηλό εκκλησιαστικό λειτούργημα. Άλλωστε υποχρεωτική ιερωσύνη δεν θα είχε νόημα. Αν ήταν όλοι ιερείς, δεν θα υπήρχαν οι λαϊκοί. Ούτε και ο γάμος μπορεί να είναι υποχρεωτικός. Υπάρχουν άνθρωποι που δεν παντρεύονται, γιατί έχουν άλλη υψηλότερη αφοσίωση στη ζωή τους. Άλλοι πάλι από τη φύση τους δεν μπορούν να συνάψουν γάμο. Και άλλοι που για πολλούς και διάφορους λόγους δεν μπορούν ν’ αναλάβουν τη συζυγική ζωή. Το ζήτημα του γάμου παραμένει ανοικτό στην προαίρεση του ανθρώπου. Είναι ελεύθερη πράξη και όχι αναγκαστική.

Τα αλλά μυστήρια είναι υποχρεωτικά. Δεν συζητάμε βέβαια για το βάπτισμα και το χρίσμα τα οποία γεννούν και σφραγίζουν τη νέα πνευματική γέννηση του ανθρώπου, και τα οποία δεν επαναλαμβάνονται, όπως δεν επαναλαμβάνεται η φυσική γέννηση του ανθρώπου. Ο άνθρωπος δεν γεννιέται πολλές φορές. Όπως δεν επαναλαμβάνεται και η ιερωσύνη. Επανάληψη των μυστηρίων αυτών αποτελεί μεγάλο αμάρτημα, το οποίο κολάζεται αυστηρά από τους ιερούς κανόνες της Εκκλησίας. Μιλάμε για τ’ αλλά μυστήρια της μετάνοιας, της θείας ευχαριστίας και του ευχελαίου. Αυτά μπορεί να τα επαναλάβει πολλές φορές ο πιστός ανάλογα με τις σωματικές και τις πνευματικές ανάγκες του. Έτσι στη μετάνοια θα προσέλθει, όταν θέλει ν’ απαλλαγεί από το πιεστικό βάρος της ενοχής που βασανίζει την ψυχή του, όταν παραβαίνει το νόμο του Θεού. Στο μυστήριο της θείας ευχαριστίας θα προσέλθει στην ανάγκη του να γεμίσει από Θεό, να τραφεί πνευματικά και να καταπαλαίσει το διάβολο και την αμαρτία. Και τέλος θα προσέλθει στο ευχέλαιο για να λάβει ίαση των σωματικών του ασθενειών.

Δεν υπάρχει μέτρο και κανόνας που να ρυθμίζουν την προσέλευση αυτή. Ο ίδιος ο πιστός, σε συνεννόηση βέβαια με τον πνευματικό του, θα ρυθμίζει τα σημαντικά αυτά ζητήματα της πνευματικής του ζωής.

(Ανδρέου Θεοδώρου «Απαντήσεις σε ερωτήματα συμβολικά», εκδόσεις Αποστολική Διακονία, σελ. 212-213

146. Η θεία χάρη ενεργεί πάντοτε λυτρωτικά στον άνθρωπο;

Όχι, δεν ενεργεί. Εδώ πρέπει να προσέξουμε. Άλλο η δραστική ενέργεια των μυστηρίων, που χορηγεί τη χάρη «εξ ανάγκης». Όπως είδαμε, τα μυστήρια είναι δραστικά μέσα της χάριτος. Αυτό οφείλεται στη θεία σύστασή τους. Και άλλο η σωτήρια επενέργειά τους στους πιστούς. Αυτή δεν είναι πάντοτε δραστική. Δηλαδή αυτός που μετέχει σ' ένα μυστήριο δεν σημαίνει απαραίτητα ότι θα καρπωθεί τη λυτρωτική του ενέργεια. Τα μυστήρια δεν είναι μαγικές τελετές, που παρέχουν τυφλά και ασυλλόγιστα τη σωτηρία. Για να λειτουργήσει λυτρωτικά η χάρη πρέπει να συντρέξουν ορισμένες υποκειμενικές συνθήκες. Ο άνθρωπος πρέπει να θέλει τη σωστική τους επενέργεια και να είναι κατάλληλα προπαρασκευασμένος να τη δεχτεί. Σε αντίθετη περίπτωση, αν είναι υποκριτής και ηθικά ακάθαρτος, αν
προσέρχεται μηχανικά χωρίς επίγνωση και αίσθηση του πράγματος, τίποτε δεν θα ωφεληθεί. Και όχι μόνο αυτό, αλλά θα προσθέσει στο παθητικό του μια άλλη πολύ μεγάλη αμαρτία. Αντί ωφέλεια πνευματική θα τρυγήσει κατάκριση και θάνατο.

Ας πάρουμε παράδειγμα τη θεία ευχαριστία. Όλοι οι προσερχόμενοι στο ιερό μυστήριο, είτε είναι καλοί είτε κακοί, θα κοινωνήσουν οπωσδήποτε σώματος και αίματος Χριστού. Δεν θα είναι όμως ίδια τα αποτελέσματα της θείας κοινωνίας. Οι καλοί που προσέρχονται με φόβο Θεού, πίστη και αγάπη, γνωρίζουν δηλαδή τί κάνουν και παρασκευάζονται κατάλληλα για τη λήψη του Θεού, θα λάβουν τη θεία ευλογία, θα ενωθούν μυστικά με το Σωτήρα, θα προαχθούν πνευματικά και θα ενισχυθούν στον αγώνα τους εναντίον των παθών και της αμαρτίας, τα οποία υποδαυλίζουν τα πονηρά πνεύματα της αποστασίας. Αντίθετα, όσοι προσέρχονται αδιάφορα και μηχανικά, χωρίς να γνωρίζουν τί κάνουν (μη διακρίνοντες το σώμα και το αίμα του Κυρίου) και με ακάθαρτο το σώμα και την ψυχή τους, αυτοί όχι μόνο δεν ωφελούνται από τη θεία μετάληψη, αλλά αποκομίζουν καταδίκη (κοινωνούν κρίμα ή κατάκριμα). Αντί η κοινωνία να τους βγει σε καλό, τους γκρεμίζει στο θάνατο.

(Ανδρέου Θεοδώρου «Απαντήσεις σε ερωτήματα συμβολικά», εκδόσεις Αποστολική Διακονία, σελ. 211-212)

145. Είναι αναγκαία η κοινωνία των μυστηρίων;

Όπου υπάρχει η δυνατότητα κοινωνίας των μυστηρίων, αυτά είναι απαραίτητα προς σωτηρία. Υπάρχουν βεβαίως περιπτώσεις που ο άνθρωπος ποθεί και θέλει να κοινωνήσει των ιερών μυστηρίων (να εξομολογηθεί, λ.χ., και να μεταλάβει) και όμως οι συνθήκες στις οποίες ζεί και διάφοροι άλλοι παράγοντες δεν του το επιτρέπουν. Τι γίνεται στις περιπτώσεις αυτές; Μπορεί ο Θεός άμεσα να χορηγήσει τη λυτρωτική χάρη του στις ψυχές των ανθρώπων που την ποθούν; Έκτακτη περίπτωση χορηγήσεως της χάριτος του Θεού έχουμε στο ληστή επάνω στο σταυρό, ο οποίος με μια μόνη του ομολογία κέρδισε τη βασιλεία των ουρανών. Άλλωστε η χάρη του Θεού όπου θέλει πνεί». Δεν δεσμεύεται απόλυτα σε τοπικούς θεσμούς και σχήματα. Είναι εύλογο, λοιπόν, να υποθέσουμε ότι στις περιπτώσεις που πιο πάνω αναφέραμε, είναι δυνατή η παροχή της χάριτος από τον πανάγαθο Θεό. Όπως όμως είναι νοητό, βαθύτερη γνώση και αίσθηση των καταστάσεων αυτών δεν μπορούμε να έχουμε. Η Αγία Γραφή δεν ομιλεί σχετικά με σαφήνεια.

Ότι όμως τα μυστήρια είναι απαραίτητα για τη σωτηρία του ανθρώπου, είναι έξω από κάθε αμφισβήτηση. Σ’ αυτό μας προσανατολίζει η θεία των μυστηρίων σύσταση. Ο Κύριος εφοδίασε με αυτά την Εκκλησία του, για να έχουν πνευματική ζωή οι πιστοί, να αγιάζονται και να ενώνονται εσωτερικά με το Θεό. Τα μυστήρια είναι η πνευματική ρίζα της ζωής. Όποιος δεν τα χρησιμοποιεί μοιάζει σαν το κλαδί που κόπηκε από τη ρίζα του και ξηράθηκε. Ο ακοινώνητος είναι πνευματικά νεκρός. Είναι σαν την ηλεκτρική λάμπα που αποσυνδέθηκε από τη γεννήτρια του ηλεκτρικού ρεύματος. Ούτε φως έχει ούτε θερμότητα. Είναι αναίσθητος στην παγερότητα του πνευματικού θανάτου. Η από αδιαφορία μη προσέλευση στα ιερά μυστήρια είναι πολύ επικίνδυνη. Αν δεν αναστραφεί με τη μετάνοια, θα γίνει αιτία ο άνθρωπος να χάσει την ψυχή του.

(Ανδρέου Θεοδώρου «Απαντήσεις σε ερωτήματα συμβολικά», εκδόσεις Αποστολική Διακονία, σελ. 210-211)

144. Από πόσα μέρη αποτελείται κάθε εκκλησιαστικό μυστήριο;

Όπως στον άνθρωπο υπάρχουν συνενωμένα δύο διαφορετικά στοιχεία, η άυλη ψυχή και το αισθητό ή υλικό σώμα, και όπως στην Εκκλησία υπάρχει η αόρατη αυτής πλευρά συνενωμένη με την ορατή ιστορική, έτσι και στα ιερά μυστήρια για να συσταθούν αυτά και να ενεργήσουν κανονικά χρειάζονται δύο απαραίτητα στοιχεία, το αισθητό και ορατό και το υπεραισθητό και το αόρατο. Τα δύο αυτά στοιχεία παριστάνονται και με φιλοσοφικούς όρους, ως ύλη και είδος. Το αισθητό μέρος των μυστηρίων εκφράζει η τυπική τελετουργία τους, αποτελείται δε από ευχές και πράξεις, οι οποίες υποπίπτουν στην εξωτερική αίσθηση του ανθρώπου ενώ υπεραισθητό μέρος είναι η θεία χάρη η πληρούσα τα μυστήρια, η χορηγηση της οποιας είναι μυστική και αθέατη, μη υποπίπτουσα στη φυσική αντίληψη του ανθρώπου. Στην τέλεση του μυστηρίου του βαπτίσματος, λόγου χάρη, οι παριστάμενοι βλέπουν μεν τις κινήσεις και τις πράξεις του λειτουργού και ακούουν την ψαλμωδία και τις ευχές, χωρίς όμως να βλέπουν τη θεία χάρη, η οποία αγιάζει το ύδωρ και αναγεννά το βαπτιζόμενο.

Στο ζήτημα της σύνδεσης της θείας χάριτος με το αισθητό σημείο των μυστηρίων δεν υπάρχει ομοφωνία. Άλλοι πιστεύουν, ότι η αόρατη χάρη περιέχεται στο αισθητό μέρος του μυστηρίου και άλλοι, ότι το συνοδεύει. Οι διακρίσεις βέβαια αυτές είναι λεπτολόγες, χωρίς καμία ιδιαίτερη σημασία. Αυτό που μετράει είναι η, ούτως ή άλλως, πραγματική μετάδοση της θείας χάριτος, η οποία όμως δεν είναι η ίδια σε όλα τα εκκλησιαστικά μυστήρια. Έτσι διακρίνουμε χάρη δια της οποίας δικαιούται ο άνθρωπος (βάπτισμα, χρίσμα)· χάρη, δια της οποίας τρέφεται και ζωογονείται ο πιστός (ευχαριστία)· χάρη, δια της οποίας ανακτάται η χαμένη πνευματική και σωματική υγεία του ανθρώπου (μετάνοια - ευχέλαιο) και χάρη, δια της οποίας ο άνθρωπος καθίσταται ικανός ν’ αναλάβει ορισμένα καθήκοντα και να εισέλεθει σε ορισμένες σχέσεις (ιερωσύνη, γάμος). Ολ’ αυτά φυσικά απορρέουν από την πάνσοφη αγαθότητα του Θεού, ο οποίος γνωρίζει άριστα τις ανάγκες των μελών της Εκκλησίας του.

(Ανδρέου Θεοδώρου «Απαντήσεις σε ερωτήματα συμβολικά», εκδόσεις Αποστολική Διακονία, σελ. 209-210)

340. Αδελφοί μου και αδελφές μου, που προετοιμάζεστε για τη Θεία Κοινωνία. Ας φυλαχθούμε από την αδιαφορία ως προς τις αμαρτίες μας. Ας αποδιώξουμε την υπερηφάνεια της καρδιά μας, που λέγει: «Δεν χρειάζομαι καμμία συγχώρησι. Δεν είμαι ένοχος. Δεν έφταιξα πραγματικά σε τίποτε». Ή, πάλι: «Τα αμαρτήματά μου ήσαν ανθρώπινα, κάτι το φυσικό», λες και έπρεπε να είναι ο άνθρωπος ίδιος με τον Διάβολο. Πρόκειται για εωσφορική υπερηφάνεια. Ο ίδιος ο Εωσφόρος μιλά έτσι μες από την καρδιά μας. Ας συναισθανθούμε βαθειά, πολύ βαθειά τις απειράριθμές ανομίες μας. Ας νοιώσουμε συντριβή γι’ αυτές, αφού εξ αιτίας τους λυπήσαμε και προσβάλαμε τον Κύριο. Ας παραμερίσουμε κάθε δικαιολογία, αποφεύγοντας το παράδειγμα των Φαρισαίων, των υποκριτών. «ὅτι οὐ δικαιωθήσεται ἐνώπιόν σου πᾶς ζῶν» (Ψαλμ. ρμβ’ 2). Μονάχα ένας τρόπος είναι για να κινήσουμε το έλεος του Θεού: η ειλικρινής μας μετάνοια για ό,τι μας βαραίνει τη συνείδησι. Ας απομακρυνθούμε από την αδιαφορία και την ψυχρότητα. Ας αφοσιωθούμε στο θέλημα του Κυρίου με ζήλο ενεργό. Ας θερμανθούμε από τη φωτιά του Αγίου Πνεύματος. Ώ Θεέ μου, Θεέ μου! Οι ανομίες μας αληθινά ξεπέρασαν σε αριθμό τις τρίχες της κεφαλής μας, την άμμο της θαλάσσης και ακόμη δεν τις αισθανόμαστε, αδιαφορούμε γι’ αυτές. Εξακολουθούμε να τις θάλπουμε. «Ἐὰν ἀνομίας παρατηρήσης, Κύριε, Κύριε τίς ὑποστήσεται;» (Ψαλμ. ρκθ’ 3). Δός μας, Κύριε, πνεύμα συντετριμμένο και καρδιά ταπεινή, για να σου προσφέρουμε αληθινή μετάνοια. Αμήν.

(Η εν Χριστώ ζωή μου - Αγ. Ιωάννου της Κροστάνδης, εκδόσεις Παπαδημητρίου, σελ. 145-146)

339.  Η αγάπη του Κυρίου είναι απείρως πιο πολλή από την αγάπη μιάς μητέρας.  Η μητέρα μου με κυοφόρησε και, όταν ο Θεός ώρισε, με έφερε στον κόσμο.  Με γαλούχησε, με κράτησε στην αγκάλη της.  Όταν έγινα ικανός να περπατήσω, με άφησε να το κάμω και αρκετά νωρίς έπαυσε να με τρέφη από το στήθος της.  Ενώ ο Θεός δεν με αφήνει ποτέ:  «Ο τρώγων μου την σάρκα και πίνων μου το αίμα εν εμοί μένει, καγώ εν αυτώ»  (Ιω. στ’ 56).  Διαρκώς με αγκαλοφορεί:  «Ιδού επί των χειρών μου εζωγράφηκά σου τα τείχη και ενώπιόν μου ει δια παντός»  (Ησ. μθ’ 16).  «Φέρει τα πάντα τω ρήματι της δυνάμεως αυτού»  (Εβρ. α’ 3).  Είναι η δύναμίς μου, η αγαλλίασις και η χαρά μου, το φώς της διανοίας μου και της καρδιάς μου.  Διαρκώς με τρέφει με τα διάφορα προϊόντα της γής, όπως μία μητέρα ταΐζει το παιδί της.  Οι γονείς μας μας αφήνουν και εμείς αυτούς, όταν μεγαλώσουμε, καθώς είναι γραμμένο:  «Καταλείψει άνθρωπος τον πατέρα αυτού και την μητέρα και κολληθήσεται τη γυναικί αυτού»  (Ματθ. ιθ’ 5).  Αυτό έχει και κυριολεκτική και συμβολική σημασία.  Η συμβολική του σημασία είναι η προσκόλλησις στον Χριστό, η υψηλή και αγία εκείνη αγάπη, που ξεπερνά απείρως τη συζυγική αγάπη.  Ο Κύριος, από την αρχή της υπάρξεώς μας έως τη στερνή πνοή μας, δεν μας αφήνει ούτε στιγμή («ενώπιον μου ει δια παντός» [Ησ. μθ’ 16], κάθε στιγμή προνοώντας για μας όπως τα πουλιά προνοούν για τα νεογνά τους.  Είναι η ελπίδα μας και μετά τη ζωή αυτήν εδώ.  Είναι η ζωή μας αφού κλείσουμε τα φθαρτά μάτια μας.  Για μας ετοίμασε την ουράνια βασιλεία του.

(Η εν Χριστώ ζωή μου - Αγ. Ιωάννου της Κροστάνδης, εκδόσεις Παπαδημητρίου, σελ. 144-145)

katafigioti

lifecoaching