59. Ποια είναι η περί δύο καταστάσεων του Λόγου θεωρία;
Η θεωρία αυτή διατυπώθηκε πολύ νωρίς στην αρχαία Εκκλησία κυρίως από τους Απολογητές (Ιουστίνο και Τατιανό) και άλλους. Ήθελαν να εξηγήσουν τη σχέση του Λόγου προς τον Πατέρα, που είναι η πηγή και η αιτία της θεότητας.
Κατά τη θεωρία (Τατιανός) ο ποιητής του κόσμου είναι ο Πατήρ. Πριν από τη δημιουργία των κτισμάτων ο Λόγος βρισκόταν σε ιδιωματική κατάσταση, δηλαδή ήταν απλό ιδίωμα, χωρίς προσωπική υπόσταση. Ήταν λόγος ενδιάθετος. Όμως λίγο πριν από τη δημιουργία, προπηδά από τους κόλπους του Πατρός και εισέρχεται στο στάδιο της προσωπικής του καταστάσεως. Γίνεται έργο «πρωτότοκον» της βουλής του Πατρός. Δια του προσωπικού πλέον Λόγου ο Πατήρ δημιουργεί τον κόσμο. Κατά τον Τατιανό ο Λόγος δεν προέρχεται «κατ’ αποκοπήν», δεν είναι δηλαδή κομμάτι της ουσίας του Πατρός, αλλά «κατά μερισμόν», κατά μετάδοσιν, αφήνοντας ανέπαφη την ουσία του Πατρός. Έφερε και παράδειγμα: όπως από μια δάδα ανάβονται πολλά φώτα, χωρίς αυτά να μειώνουν το αρχικό φώς, έτσι και ο Λόγος προέρχεται από τον Πατέρα, χωρίς η φύση του τελευταίου να υφίσταται μείωση από την προβολή.
Περιττό να πούμε ότι τα διδάγματα αυτά είναι πολύ επικίνδυνα, δυνάμενα να οδηγήσουν στην αρειανική κακοδοξία. Οι Απολογητές φυσικά δεν προχώρησαν στο στάδιο αυτό. Έθεσαν βέβαια σε αμφιβολία την αιωνιότητα και την προσωπική υποστατική αυτοτέλεια του Λόγου, δεν προχώρησαν όμως σε άρνηση της θεότητας του.
(Ανδρέου Θεοδώρου «Απαντήσεις σε ερωτήματα συμβολικά», εκδόσεις Αποστολική Διακονία, σελ. 80-81)
26. ΚAΛΟΙ ΤΡΟΠΟΙ
Ο ΑΒΒΑΣ ΗΣΑΪΑΣ ο Αναχωρητής γράφει για τους μοναχούς τους παρακάτω κανόνες καλής συμπεριφοράς, που θα ήταν πολύ ωφέλιμο να τηρούνται απ’ όλους τους Χριστιανούς, χωρίς εξαίρεση. Η ευγένεια είναι αγγελική αρετή και το καλό φέρσιμο πρέπει να χαρακτηρίζει, πρώτα απ’ όλα, τα παιδιά του Ουρανίου Πατρός.
Αν πας για δουλειά σε ξένο σπίτι, αρχίζει ο Αββάς, και ο σπιτονοικοκύρης βρεθεί στην ανάγκη να βγει έξω και σε αφήσει μόνο, μην σηκώσεις τα μάτια σου να περιεργαστείς τα πράγματά του. Δεν επιτρέπεται ν’ ανοίξεις τίποτε, ούτε ντουλαπι ούτε δοχείο ούτε βιβλίο ακόμη. Προτού βγει έξω εκείνος, ζήτησέ του κάποιο εργόχειρο, για ν’ ασχολείσαι ώσπου να γυρίσει. Ό,τι σου αναθέσει, κάνε το με πολλή προθυμία. Αν συμβεί ν’ ακούσεις συνομιλίες έξω από το δωμάτιο, μην δίνεις προσοχή και μην αφήνεις ξένες συζητήσεις στην μνήμη σου. Προ πάντων δε, μην τις αναφέρεις σ’ εκείνον που σε φιλοξενεί, για να μην ζημιωθείτε κι οι δύο.
Αν είσαι νέος, απόφευγε τα πολυτελή ενδύματα. Μην γελάς δυνατά με ανοιχτό στόμα, έτσι που να φαίνονται τα δόντια σου. Μάθε να κλίνεις πάντοτε προς τα κάτω την κεφαλή σου με συστολή. Όταν βρίσκεσαι σε ξένο τόπο, να φοράς πάντοτε τα υποδήματά σου. Στο κελλί σου όμως ασκήσου να περπατάς ξυπολυτος, εκτός αν είσαι άρρωστος. Συνήθιζε να περπατάς με τα χέρια κολλητά στην ζώνη σου. Μην τα κουνάς πέρα-δώθε, καθώς οι κοσμικοί. Ούτε το κεφάλι σου να γυρίζεις εδώ κι εκεί. Περπατώντας κάνε κάποια πνευματική μελέτη με τον νου σου ή προσευχήσου με την καρδιά σου. Όταν υπάρχει μεγάλη ανάγκη να κατέβεις στην πόλη, έχε το βλέμμα σου κάτω διαρκώς, για να μην πολεμείσαι αργότερα στο κελλί σου από άτοπους λογισμούς. Αν τύχει να σε χαιρετήσει στον δρόμο γυναίκα, ανταπόδωσε τον χαιρετισμό νοερά, εχοντας πάντα τα μάτια χαμηλωμένα. Μην αφήσεις το βλέμμα σου να πλανηθεί, ούτε ως το φόρεμα της γυναίκας.
Αν πηγαίνεις στον δρόμο μαζί με άλλους αδελφούς, κράτησε, όσο μπορείς, σιωπή. Για να το επιτύχεις, απομακρύνσου λίγο απ’ αυτούς. Αν περπατάς με ηλικιωμένους, μην προπορεύεσαι. Μην δεχθείς να σηκώσει ο μεγαλύτερός σου στην ηλικία οποιοδήποτε πράγμα. Σήκωσέ το εσύ. Αν είστε δύο νέοι και μεταφέρετε καπου ένα αντικείμενο, ας το σηκώνετε εναλλάξ. Όποιος σηκώνει το φορτίο, ας προπορεύεται.
Όπου και αν βρεθείς, απόφευγε την παρρησία. Ας είσαι πάντοτε στολισμένος με την συστολή. Αν πας σε ξένο τόπο, μην κοιμηθείς σε σπίτι που υπάρχει κίνδυνος ν’ αμαρτήσεις. Αν σε καλέσει κανείς για φαγητό, μην δεχθείς να καθίσεις στο ίδιο τραπέζι με γυναίκα. Προτιμότερο να λυπήσεις εκείνον που σε κάλεσε, παρά να αμαρτήσεις κρυφά στην καρδιά σου.
Αν περπατάς με άλλους μαζί, κι αναμεσά σας υπάρχει κανένας άρρωστος, αφήστε να προπορεύεται εκείνος, για να ξεκουράζεται όταν θέλει. Αν σε στείλουν στην πόλη με άλλον αδελφό κι έχεις δουλειά στο σπίτι κάποιου φίλου σου, μην καθίσεις να φας, αν σε προσκαλέσουν, προτού φωνάξεις και τον άλλον αδελφό. Αν είστε περισσότεροι και ντρέπεσαι να τους φωνάξεις όλους, μην τους περιφρονήσεις και πας κρυφά για να φας. Συνεννοήσου πρώτα μαζί τους και κάνε με ταπεινοσύνη ό,τι σου πουν. Μην χωρίζεσαι από τους αδελφούς σου, αποφεύγοντας τις ευτελέστερες εργασίες. Αν βρεθείς σε ξένο τόπο με αδελφούς που μόλις έχετε γνωριστεί, δώσε τους τα πρωτεία, έστω κι αν είναι κατώτεροί σου στην τάξη. Αν πάτε σε γνωστό σου σπίτι, άφησέ τους να προπορεύονται σ’ όλα, στο νίψιμο, στο φαγητό, παντού. Μην τους δείχνεις πως για χατήρι σου φιλοξενούνται κι αυτοί. Τίμησέ τους, λέγοντας πως γι’ αυτούς ελέησαν κι εσένα.
Αν περπατάς με άλλους αδελφούς κι ανάμεσά τους είναι κάποιος με τον οποίο συνδέεσαι με πνευματική αγάπη, μην χωριστείτε από τους άλλους, για να συνομιλήσετε οι δυό σας, μήπως βρεθεί κανένας αδελφός ασθενής στην συνείδηση και κινηθεί σε φθόνο. Μην γίνεσαι ποτέ αφορμή ν’ αμαρτήσει ο αδελφός σου. Αν πας σε γνωστούς σου, μην είσαι από πριν απολύτως βέβαιος πως θα χαρούν υπερβολικά, όταν σε δούν, ώστε να ευχαριστείς τον Θεό αν τύχει και σε δεχτούν. Αν πας μαζί με άλλους σε φτωχό αδελφό, μην τον επιβαρύνετε. Προμηθευτείτε μόνοι την τροφή σας κι αρκεστείτε στην στέγη που βρήκατε.
Αν μπεις σε κελλί ξένου μοναχού, κάθισε όπου σου πει και μην πηγαίνεις σε άλλο κελλί, αν δεν σε καλεσει. Όταν ταξιδεύετε με άλλους αδελφούς, να είστε επιεικείς με τους ασθενείς. Να τους άφήνετε να ξεκουράζονται ή να τρώνε πριν από την ορισμένη ώρα. Όταν φτάσετε σε ξένο τόπο, μην αποκτήσετε παρρησία με κανένα, για να ωφεληθούν oι κοσμικοί από την συμπεριφορά σας και μάλιστα από την σιωπή σας. Η παρρησία φωλιάζει στον αδύνατο άνθρωπο που του λείπει η προσευχή και η ενθύμηση των αμαρτιών του.
Αν έχεις βάλει όρο στον εαυτό σου να τρως ορισμένη ώρα στο κελλί σου ή να μην τρως μαγειρεμένο φαγητό ή οποιονδήποτε άλλο κανόνα, πρόσεξε να μην το φανερώσεις όταν βρίσκεσαι με άλλους, για να μην χάσεις τον μισθό σου. Ο Δεσπότης Χριστός παραγγέλλει να εργαζόμαστε το καλό «εν κρυπτώ» (Ματθ. στ' 18).
ΞΕΝΟΣ μοναχός σε ξένο τόπο, έλεγε ο Όσιος Αρσένιος, ας μην ανακατεύεται στις διαφορές μεταξύ αδελφών, για να έχει ανάπαυση.
ΈΝΑΣ αρχάριος αδελφός συμβουλεύτηκε κάποιο Γέροντα:
- Αν δω κάτι άπρεπο στους αδελφούς με τους οποίους συγκατοικώ, πρέπει να μιλήσω;
- Αν εκείνοι είναι μεγαλύτεροι στην ηλικία ή και συνομήλικοί σου ακόμη, αποκρίθηκε ο Γέροντας, πιο αναπαυμένος θα είσαι όταν σιωπήσεις. Έτσι θα νιώθεις τον εαυτό σου μικρότερο και αμέριμνο.
- Τί να κάνω, Αββά, που με ταράσσουν συχνά οι λογισμοί να τους υποδείξω το άτοπο; ρώτησε πάλι ο αδελφός.
- Αν καταπονείται η ψυχή σου, υπόδειξε μια φορά το σφάλμα τους με ταπείνωση. Αν δεν σ’ ακούσουν, άφησε το ζήτημα στα χέρια του Θεού. Έτσι, παραμερίζεις και το θέλημά σου, τον συμβούλεψε ο σοφός Γέροντας.
ΜΗΝ περιφρονείς τον υπηρέτη σου, έλεγε σε κάποιον πλούσιο επισκέπτη του ένας από τους Γέροντες, γιατί δεν γνωρίζεις αν το Πνεύμα του Θεού αναπαύεται σ’ αυτόν.
ΑΝ ΤΗΝ ώρα που επιτιμάς κάποιον από τους υποτακτικούς σου, έλεγε ο Αββάς Μακάριος σ’ έναν Ηγούμενο Κοινοβίου που πήγε να τον συμβουλευτεί, παρασυρθείς από θυμό και πεις λόγια άπρεπα, ικανοποιείς το πάθος σου. Έτσι, προσπαθώντας να διορθώσεις τους άλλους, ζημιώνεις την ψυχή σου.
(Γεροντικό, Σταλαγματιές απο την Πατερική Σοφία, Θεοδώρας Χαμπάκη, Εκδόσεις Ορθοδόξου Χριστιανικής αδελφότητας "ΑΓΙΑ ΛΥΔΙΑ")
93. «Ηγαλλίααε το πνεύμα μου επί τω Θεώ τω σωτήρι μου» (Λουκ. α΄ 47).
Ότι συνέβη στην Ελισάβετ, στο κυοφορούμενο βρέφος της —τον Ιωάννη— συμβαίνει τώρα και στη Θεοτόκο «ηγαλλίασε το πνεύμα της»! Η παρουσία του Χριστού προκαλεί σκιρτήματα χαράς στην ανθρώπινη ψυχή.
Η παρουσία του Θεού στην προχριστιανική εποχή προκαλούσε δέος και τρόμο στον άνθρωπο. Και αυτός ο Θεός των Εβραίων, ο Γιαχβέ, ήταν Θεός τρομερός. Επίσης η παρουσία του ανθρώπου στα Ιερά και στους οίκους του Θεού γινόταν υστέρα από αλλεπάλληλους καθαρισμούς, με δαπανηρές θυσίες και μέσα στο ζόφο του τρόμου και της φρίκης...
Μόνο η παρουσία του Χριστού στον κόσμο άλλαξε την κατάστασι αυτή. Η έλευσις του Χριστού στον κόσμο έφερε τη χαρά και την αγαλλίαση πρώτα στην Μητέρα του, έπειτα στον μικρό κύκλο των γνωστών του και υστέρα σ’ ολόκληρο τον κόσμο. Όπως η πέτρα που πέφτει στα νερά της λίμνης και δημιουργεί ομόκεντρους κύκλους, που συνεχώς διευρύνονται έτσι και ο Χριστός. Η παρουσία του στον κόσμο αγκαλιάζει όλο και πιο πολλούς. Έτσι όλο και πιο πολλοί πηδούν και χορεύουν από χαρά και αγαλλίασι.
Δες τε τι συμβαίνει με τους πιστούς. Έξω από το ναό, είμαστε συνηθισμένοι άνθρωποι. Όταν όμως μπούμε μέσα στο ναό μεταβαλλόμαστε· γινόμαστε διαφορετικοί. Και πρώτα - πρώτα γινόμαστε δοξολογικά πλάσματα. Μέσα στο ναό δεν ομιλούμε, αλλά δοξολογούμε. Από το στόμα μας βγαίνουν ύμνοι και δοξολογίες. Αυτό μάλιστα ισχύει απόλυτα για τη θ. Λειτουργία, στην οποία, κατά την αρχαία συνήθεια, πρέπει να ψάλλουν όλοι οι πιστοί και όχι μόνο οι ιεροψάλται ή μια μικρή χορωδία, όπως άλλωστε γίνεται και σήμερα σε όλες τις άλλες ομόδοξες Εκκλησίες!
Μετά τον ύμνο και πολλές φορές μαζί με τον ύμνο μέσα στο ναό υπάρχει και ο θρησκευτικός χορός. Με χορό πανηγυρίζει ο χριστιανός την είσοδό του στην Εκκλησία. Γι αυτό, αμέσως μετά το βάπτισμα, γύρω από την ιερή κολυμβήθρα γίνεται χορός ενώ όλοι ψάλλουν τον ύμνο: «Όσοι εις Χριστόν εβαπτίσθητε, Χριστόν ενεδύσασθε»! Ο χορός είναι πάλι χαρακτηριστικό στοιχείο του χριστιανικού γάμου. Μετά την στέψι αρχίζει «ο χορός του Ησαΐα,», όπως λέει ο λαός. Οι νεόνυμφοι χορεύουν στο κέντρο του Ναού, ενώ ακούγεται ο χαρούμενος ύμνος: «Ησαΐα χόρευε η Παρθένος έσχεν εν γαστρί...»! Η χαρά αυτή για τη σωτηρία του Χριστού, τουλάχιστον μια φορά το χρόνο, στο ετήσιο πανηγύρι του προαστικού ελληνικού χωριού που ήταν μαζί και η εορτή του προστάτου Αγίου της Κοινότητος, ξεχυνόταν και έξω από το Ναό, στον ευρύχωρο αυλόγυρο του ναού. Το χορό αυτό τον άρχιζε πρώτος ο Ιερεύς του χωριού.
Η παρουσία του Χριστού έφερε τη χαρά, την αγαλλίασι και το σκίρτημα στον κόσμο, ο οποίος έκτοτε, όπως και η Θεοτόκος, «σκιρτά εν αγαλλιάσει»!
(Μητροπολίτου Αχελώου Ευθυμίου Στυλίου, Η Πρώτη, εκδ. Γρηγόρη, σελ.120 )
Ένας αμαρτωλός νέος, ο Τζίμμυ, στην πρώτη του εξομολόγηση στον π. Γερβάσιο κλαίει γονυπετής:
- Χάλασα, πάτερ μου, και τις δέκα εντολές και κάτι περισσότερο.
Και τότε ο φωτισμένος γέροντας, ο καλοκάγαθος και γεμάτος αγάπη ποιμένας, αφού έθεσε τα χέρια του στους ώμους του παραστρατημένου προβάτου του, του λέει:
- Σήκω, παιδί μου, αυτή τη στιγμή, δεν θέλω να μου πεις τι ακριβώς έκανες και λύπησες το Θεό. Αρκεί η μετάνοιά σου. Πήγαινε στο σπίτι σου, ετοιμάσου και την Κυριακή να προσέλθεις στην Εκκλησία και να λάβεις τη θεία κοινωνία. Σε μένα δε, να έρθεις μετά από μία εβδομάδα.
Κατάπληκτος ο Τζίμμι ρωτά, διότι του ήταν απίστευτο αυτό το οποίο άκουσε.
- Εγώ θα κοινωνήσω αυτή την Κυριακή, πάτερ μου;
- Ναι, εσύ, του απαντά ο πατήρ. Συγκινημένος βγαίνει από το ιερό εξομολογητήριο. Τώρα πλέον δεν είναι ο Τζίμι, αλλά το πιστό και μετανοημένο τέκνο του Θεού. Κοινωνεί την Κυριακή, όπως ακριβώς του είχε πει ο πνευματικός του πατέρας, επανέρχεται, εξομολογείται τα πάντα, λαμβάνει ένα μικρό κανόνα και γίνεται πλέον διαπρύσιος κήρυκας του Ευαγγελίου.
(Αρχιμ. Ιωάννου Κωστώφ, "Οδηγός Εξομολογητικής", Σταμάτα 2016, σ. 209)
Σε κάποια από τις ελληνικές οικογένειες ανέφεραν στον ηγούμενο του Ρωσικού πατέρα Σάββα (+1821) για έναν συγγενή τους νεαρό έμπορο ο οποίος σχετιζόταν με τους αντιπροσώπους των
σουλτανικών χαρεμιών και προμήθευε στο προσωπικό τους ποικίλα εμπορεύματα. Πέραν τούτου, όμως, ο νεαρός έμπορος δημιούργησε και άλλου είδους σχέσεις με τις φυλακισμένες, τις οποίες επισκεπτόταν καθημερινά. Οι συγγενείς του, μιλώντας για αυτόν στον πατέρα Σάββα είπαν ότι θα τιμωρηθεί αυστηρά από τους Τούρκους σε περίπτωση κατά την οποία αυτό γίνει γνωστό. Έτσι, τον παρακάλεσαν να λυτρώσει με τη μεσολάβηση του το νεαρό από τέτοιο κίνδυνο.
Ο πατήρ Σάββας με πίστη στη βοήθεια της Χάρης του Θεού και με τη συνεργία της θείας κοινωνίας, άρχισε το έργο. Μετά από μακρές και ανεπιτυχείς προτροπές προς τον φιλήδονο νέο να εγκαταλείψει τις αμαρτωλές σχέσεις με τις μουσουλμάνες, πρότεινε εν τέλει τους ευκολότερους όρους από την πλευρά του, υποσχόμενος ότι δεν θα τον ενοχλήσει πλέον για να τον αποτρέψει από την αμαρτία. Τον παρακάλεσε, λοιπόν, να μην πάει στο χαρέμι μία ημέρα και κατά τη διάρκειά της να νηστέψει· μετά να του αναγνωσθεί ή συγχωρητική ευχή, να κοινωνήσει των αχράντων Μυστηρίων και κατόπιν ας κάνει ό,τι θέλει!
Ο δυστυχής αμαρτωλός, ελκόμενος από την αμαρτία όπως ο σίδηρος από τον μαγνήτη, δυσκολεύτηκε αλλά δέχτηκε τη συμβουλή· ίσως εξαιτίας ντροπής ενώπιον του Γέροντα και των συγγενών του, περισσότερο, όμως, επειδή ο σοφός γέροντας δεν του ζητούσε παραίτηση από την αμαρτία αλλά στέρηση μόνο για μία ημέρα. Νήστεψε εκείνη την ημέρα, έλαβε τη συγχώρηση δια της ευχής και τη θεία κοινωνία, και μετά τη θεία λειτουργία γευμάτισε μαζί με τον πατέρα Σάββα και τους συγγενείς. Κατά τη διάρκεια του γεύματος και δήθεν τυχαία, ο γέροντας πρότεινε να προσπαθήσει και αυτή την ημέρα να μην πάει στο χαρέμι και να κοινωνήσει πάλι την επομένη. Επειδή δεν έβλεπε καμία αντίδραση, άρχισε εγκάρδια να τον παρακαλεί υποσχόμενος εκ νέου ότι μετά τη θεία κοινωνία θα τον αφήσει ελεύθερο να πράξει κατά την επιθυμία του. Αφού έλαβε τη συγκατάθεση, τον κοινώνησε και την άλλη ημέρα. Πρότεινε να τον ξανακοινωνήσει με τους ίδιους όρους, δηλαδή και εκείνη την ημέρα να μην πάει στο χαρέμι και τον κοινώνησε και την τρίτη ημέρα.
Τότε φάνηκε πως ενήργησε σωτηριωδώς η χάρη του Θεού, κατά τη ζώσα πίστη του γέροντα και τις προσευχές των συγγενών. Η καρδιά του νέου μαλάκωσε και άρχισε σιγά-σιγά μέσα του να αισθάνεται τη νέκρωση των φλογισμένων παθών.
Ο πατήρ Σάββας συνέχισε να τον κοινωνεί επί σαράντα ημέρες και την τελευταία φορά τού είπε:
- Τώρα πήγαινε όπου επιθυμείς, ακόμα και στο χαρέμι· δεν σε εμποδίζω!
Αλλά στην ψυχή του νεαρού είχε ήδη συντελεστεί η μεταστροφή.
- Ας κάνουν μαζί μου ό,τι θέλουν, είπε· μπορούν και να με κατακόψουν. Για τίποτα στον κόσμο δεν θα δεχτώ να πηγαίνω εκεί όπου νωρίτερα έτσι ασυγκράτητα έτρεχα!
Με αυτό τον τρόπο ο φιλεύσπλαχνος Κύριος που δεν επιθυμεί τον θάνατο του αμαρτωλού αλλά «να επιστρέψει και να ζει αυτός» έσωσε το απολωλός πρόβατό του. (Αρχιμ. Ιωάννου Κωστώφ, Οδηγός Εξομολογητικής, Σταμάτα 2016, σελ.171-173 όπου και η πηγή)
Ο μεγάλος Μεθοδιστής ιεροκήρυκας Wallace Hamilton διηγείται την ιστορία του ινδιάνου βοσκού που είχε ένα πρόβλημα με τον γείτονά του. Φαίνεται ότι ο γείτονας είχε μία αγέλη σκύλων που τριγυρνούσαν ελεύθεροι και συνεχώς έπνιγαν τα πρόβατα του βοσκού. Ο βοσκός σκέφτηκε προσεκτικά όλες τις επιλογές τις οποίες είχε. Θα μπορούσε να κάνει μήνυση στο γείτονά του, αλλά αυτό θα κόστιζε ακριβά και θα αποξένωνε το γείτονά του. Ή θα μπορούσε να κτίσει μεγαλύτερο φράχτη, ώστε να κρατά τα σκυλιά έξω, αλλά αυτό θα απαιτούσε χρόνο και χρήματα που δεν υπήρχαν, έτσι δεν θέλησε να κάνει ούτε αυτό.
Τότε ο βοσκός σκέφτηκε ένα ιδιοφυές σχέδιο που όχι μόνο θα έλυνε το πρόβλημα αλλά και θα θεράπευε μόνιμα την τραυματισμένη σχέση. Ένα απόγευμα ο βοσκός πήγε στο σπίτι του γείτονα και δώρισε στα παιδιά του τέσσερα αρνάκια.
Όταν ο γείτονας είδε πόσο πολύ τα παιδιά του αγαπούσαν τα αρνάκια, μόνος του έδεσε τους σκύλους του, ώστε τα αρνάκια να είναι ασφαλή. Τα προβλήματα του βοσκού πήραν τέλος.
(αρχιμ. Ιωάννου Κωστώφ, "Οδηγός Εξομολογητικής", εκδ. Σταμάτα 2016, σ. 207-208)
Επισκέφτηκε κάποτε το μοναστήρι ένας Κόπτης θεολόγος. Στη συζήτηση την οποία είχε με τον Γέροντα Επιφάνιο, αυτός του ευχήθηκε να τον οδηγήσει σύντομα ο Θεός στην Ορθοδοξία. Επειδή όμως οι ιεροί Κανόνες απαγορεύουν τη συμπροσευχή με αιρετικούς, ο γέροντας δεν του επέτρεψε να παρακολουθεί τις ακολουθίες από το Ναό, αλλά από το Αρχονταρίκι, το οποίο βρίσκεται δίπλα σε αυτόν. Θυμάμαι, αναφέρει αυτός που διέσωσε το περιστατικό, ότι μεταξύ άλλων είπε:
- Στη ζωή μου δεν έχω να επιδείξω τίποτα καλό, πιστεύω όμως ότι οι Ιεροί Κανόνες θα απολογηθούν υπέρ εμού στο Θεό.
Όταν ο ετερόδοξος επισκέπτης επρόκειτο να αναχωρήσει από το μοναστήρι, ο Γέροντας τον χαιρέτησε με πολλή ταπείνωση και του έβαλε μετάνοια λέγοντας:
- Παιδί μου, αν σου έδωσα την εντύπωση ότι έχω προσωπικά μαζί σου, συγχώρεσέ με. Η συμπεριφορά μου δεν είχε καμία αντιπάθεια στο πρόσωπό σου, αλλά έτσι μου επέβαλλαν Οι ιεροί Κανόνες»(Υποθήκες ζωής, σελ. 47)
Έλεγε ο πατήρ Παΐσιος: «ο θυμός χρειάζεται όταν πρόκειται να υπερασπιστούμε την πίστη μας και όχι τον εαυτό μας. Πρέπει να θυμώνουμε όταν βλέπουμε ότι πολεμείται η πίστη μας. Αν κατηγορήσουν εμένα έχω υποχρέωση να το δεχτώ. Αλλά για την Ορθοδοξία χρειάζεται θυμός...
...- Γέροντα, λέει σε ένα τροπάριο: «θυμόν κινήσαντες τον δικαιότατον»(Απόσπασμα από στιχηρό των αίνων της εορτής των Αγίων Πατέρων της Α Οικουμενικής Συνόδου). Ποιος θυμός είναι δικαιότατος;
- Όταν αδικούνται άλλοι και φωνάζει κάνεις και θυμώνει από πόνο πραγματικό, τότε είναι «δικαιότατος ο θυμός». Όταν αδικείται ο ίδιος και θυμώνει, τότε δεν είναι καθαρός ο θυμός. Όταν βλέπεις έναν να υποφέρει για ιερά πράγματα αυτός έχει θείο ζήλο. Από αυτό μπορείς να καταλάβεις και τον διά Χριστόν σαλό. Αν πάρεις λόγου χάρη μία εικόνα και την βάλεις μπροστά του ανάποδα θα τιναχτεί επάνω ο διά Χριστόν σαλός. Έτσι του κάνεις τεστ. Υπάρχει δηλαδή και δίκαιη θεία αγανάκτηση και μόνο αυτή η αγανάκτηση δικαιολογείται στον άνθρωπο» (Αρχιμ. Ιωάννου Κωστώφ, Οδηγός Εξομολογητικής, Σταμάτα 2016, σελ.64-65, όπου και η πηγή)
«Εάν έρχονταν σε αυτόν μοναχοί ή άλλοι αδελφοί, οι οποίοι σκανδαλίζονταν από ορισμένα πράγματα, ο πατήρ Κλεόπας τους προέτρεπε να στρέφονται στον εαυτό τους. Έλεγε παραβολικά:
Ένας καραβοκύρης όταν πηγαίνει με το μεγάλο καράβι του σε στενές και επικίνδυνες θάλασσες, πιστεύεις ότι κοιτάζει τα άλλα καράβια; Αυτός είναι με τα μάτια του καρφωμένα πάνω στο δικό του πηδάλιο. Ή αυτός που πηγαίνει με το αυτοκίνητό του στο δρόμο, κοιτάζει πώς οδηγεί ο διπλανός του το αυτοκίνητο του; Αυτός είναι με τα μάτια καρφωμένα στο δρόμο του, δεξιά, αριστερά, ψηλά, χαμηλά! Ο καθένας είναι με τα μάτια του στο αυτοκίνητό του.
Έτσι και εσύ. Είσαι με τα μάτια σου στο τιμόνι της ψυχής σου! Κοίταξε, λοιπόν, την ψυχή σου, για να μην πέσεις στον γκρεμό! Ο καθένας κάνει τη δουλειά του. Ο καθένας σώζεται όπως τον καθοδηγεί η ψυχή του»
(Αρχιμ. Ιωάννου Κωστώφ, "Οδηγός Εξομολογητικής", Σταμάτα 2016, σ. 219-220)
Κάποτε ρώτησαν τον Γέροντα Παΐσιο:
- Γέροντα όταν βλέπω σε κάποιον ένα πάθος, τι να κάνω; Να προσπαθώ να το βλέπω με καλό λογισμό σαν αρετή για να μην τον κατακρίνω;
Και απάντησε:
- Όχι, να το βλέπεις όπως είναι, να λες [μέσα σου] ότι ο τάδε είναι αυτό και αυτό, αλλά να του δίνεις ελαφρυντικά. Να λες ότι εγώ είμαι χειρότερος από αυτόν γιατί αυτός δεν βοηθήθηκε. Αν είχε βοηθηθεί θα έκανε θαύματα (Βίος Γέροντος Παϊσίου, Ιερομονάχου Ισαάκ, 473)