63. Έχουν καμιά σχέση με τον Άρειο οι σημερινοί Μάρτυρες του Ιεχωβά;
Έχουν σχέση γενετική. Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά κατάγονται πνευματικά από τον Αρειανισμό. Αναμασσούν τα διδάγματα του αρχαίου αιρεσιάρχη. Κόκκινο πανί στα μάτια τους είναι η περί Θεού Λόγου διδασκαλία της πίστεως. Τους πιάνει μανία όταν ακούνε για τη θεότητα του Λόγου. Όπως ο Άρειος, έτσι και αυτοί πολεμούν με λύσσα το κορυφαίο αυτό δόγμα της Εκκλησίας.
Κατ’ αυτούς ο Λόγος είναι μεν Υιός του Θεού, όχι όμως και Θεός. Τονίζουν τη θεία υιότητα του Λόγου για να πάρουν με το μέρος τους τους αδαείς και αφελείς, ότι τάχα τιμούν το αξίωμα του Λόγου, ενώ συγχρόνως αθετούν τη θεότητά του, προσβάλλοντας κατά τον πιο βάναυσο τρόπο το θεοπρεπές αξίωμά του. Βέβαια είναι σωστή η θέση οτι ο Λόγος είναι ο Υιός του Θεού. Είναι όμως ελλιπής. Η ορθή και ολοκληρωμένη πίστη είναι: Ο Λόγος είναι Υιός του Θεού και Θεός. Ο τονισμός μόνο του πρώτου σκέλους της ομολογίας σε συνδυασμό με την παρασιώπηση του δεύτερου σκέλους, δεν λέει και πολλά πράγματα. Απλούστατα, γιατί υιοί Θεού λέγονται στη Γραφή και οι δίκαιοι άνθρωποι. Κατά τί διαφέρει η υίότητα του Λόγου (του Χριστού) από την υίότητα π.χ. του Αβραάμ ή του Ιωάννη του Βαπτιστή;
Ο Λόγος δεν είναι Θεός. Από τη βάση αυτή δεν θέλουν να απομακρυνθούν οι Μάρτυρες του Ιεχωβά, εμμένοντας σ’ αυτή πεισματικά. Όπως ο Άρειος, έτσι κι αυτοί κατατάσσουν το Λόγο στη σειρά των κτισμάτων. Είναι δημιούργημα του Θεού, το πρώτο και καλύτερο. Κακώς δε λατρεύεται από τους χριστιανούς. Τώρα πώς μπορεί ένα κτίσμα, όσο λαμπρό κι αν είναι, να σώσει τον κόσμο από την αμαρτία, είναι αμήχανο και άπορο. Όχι φυσικά γι’ αυτούς, οι οποίοι απορρίπτουν την ιδέα της κολάσεως. Από τί να σωθεί — αλήθεια— ο άνθρωπος;
Μια και μιλάμε για τους Μάρτυρες του Ιεχωβά, ας πούμε λίγα λόγια και για την ιδιαίτερη ταυτότητά τους. Οι άνθρωποι αυτοί δεν είναι απλά βλάσφημοι του ονόματος και του αξιώματος του Χριστού, αλλ΄ είναι κυριολεκτικά αντίχριστοι. Μάχονται το πρόσωπο και το έργο του Κυρίου, του ιδρυτή του χριστιανισμού και της αγίας Εκκλησίας του. Για να βρείτε τί πιστεύουν, δεν έχετε παρά να αντιστρέφετε ό,τι διδάσκει η πίστη της Εκκλησίας μας, σε όλο το φάσμα των θείων δογμάτων της. Όλα τα ανατρέπουν και τα μάχονται. Είναι οι εχθροί του Χριστού και της Εκκλησίας, την καταστροφή των οποίων έχουν τάξει ως ιδιαίτερο στόχο του σκοτεινού έργου τους. Προσοχή απ’ αυτούς!
(Ανδρέου Θεοδώρου «Απαντήσεις σε ερωτήματα συμβολικά», εκδόσεις Αποστολική Διακονία, σελ. 85-86)
62. Τι δίδασκε ο Άρειος;
Ο Άρειος ήταν ο εισηγητής της αιρέσεως που φέρει όνομά του (Αρειανισμός), η οποία ήταν η σημαντικότερη αίρεση που συνεκλόνισε πέρα από κάθε άλλη την αρχαία Εκκλησία. Ήταν μαθητής του Λουκιανού Αντιόχειας και αμιγείς οπαδοί του ήταν ο Ευνόμιος και ο Αέτιος.
Ο Άρειος και οι οπαδοί του είχαν μεγάλη ιδέα για τον εαυτό τους. Επειδή ήταν μορφωμένοι (γνώριζαν διαλεκτική και φιλοσοφία), θεωρούσαν ανώτερους τους εαυτούς των και περιφρονούσαν τους «εκκλησιαστικούς», αυτούς δηλαδή που πίστευαν, χωρίς έρευνα και εμβάθυνση, τη διδασκαλία της Εκκλησίας. Ο εγωισμός και η έπαρση είναι τα κύρια χαρακτηριστικά κάθε αιρέσεως. Ο άνθρωπος που αντιμάχεται το δόγμα της Εκκλησίας του πρέπει να είναι αυτάρεσκος, εγωιστής και υπερφίαλος.
Και τον Άρειο απασχολούσε η ενότητα του χριστιανικού Θεού. Ενώ δε οι προ αυτού απολογητές και οι τροπικοί Μοναρχιανοί προσπαθούσαν να λύσουν το πρόβλημα με την υποβάθμιση του Λόγου, αμφισβητώντας είτε την αιωνιότητα είτε το προσωπικό του αξίωμα, αυτός αρνήθηκε μια και καλή τη θεότητά του κι ησύχασε.
Ο Άρειος συμμεριζόταν την περί δύο καταστάσεων του Λόγου διδασκαλία των Απολογητών και των άλλων θεολόγων της αρχαίας Εκκλησίας. Αυτό δεν ενοχλούσε τότε την Εκκλησία, η οποία ουδέποτε κατεδίκασε τα διδάγματα αυτά. Ο Άρειος κατέστη επικίνδυνος μόλις πολέμησε τη θεότητα του Λόγου. Έγραφε: «Πάντων γαρ γενομένων εξ ουκ όντων... και αυτός ο του Θεού Λόγος εξ ούκ όντων γέγονε». «Ήν ποτέ, ότε ουκ ήν· και ουκ ήν πριν γένηται, αλλ΄ αρχήν του κτίζεσθαι έσχε και αυτός». Ο Λόγος επομένως δεν είναι πλήρης και τέλειος Θεός, αλλ’ απλώς «θείος». Τις επικίνδυνες αυτές διδασκαλίες του Αρείου κατεδίκασε η Εκκλησία στην πρώτη μεγάλη Σύνοδό της στη Νίκαια της Βιθυνίας (325).
Ο Λόγος, κατά τον Άρειο, δεν είναι αληθινός Θεός. Είναι κτίσμα του Πατρός, το τελειότερο βέβαια, «όν πεποιημένον», ανεξάρτητο και ξένο της ουσίας του Πατρός. «Ίδιον ουδέν έχει του Θεού καθ’ υπόστασιν ίδιότητος, ουδέ γαρ εστιν ίσος, αλλ΄ ουδέ όμοούσιος αυτώ». «Ξένος του υιού κατ’ ουσίαν ο Πατήρ υπάρχει, ότι άναρχος υπάρχει». Ο Λόγος, ως μία των δυνάμεων του Θεού (μεταξύ των οποίων η ακρίδα και η κάμπη) είναι αυτεξούσιος, τρεπτός και αλλοιωτός. Όμως δια της σταθερής προσκολλήσεώς του στο αγαθό, έγινε στρεπτός και αναλλοίωτος. Ο Λόγος εντούτοις είναι το τελειότερο των κτισμάτων, δεν είναι όπως τα υπόλοιπα κτίσματα και γεννήματα. Ο Θεός, προβλέποντας την αρετή του, του έδωσε τιμή και δόξα. Με τη χάρη του Θεού και τις δικές του δυνάμεις κατέστη «πλήρης Θεός μονογενής, αναλλοίωτος» (ηθική θεοποίηση).
(Ανδρέου Θεοδώρου «Απαντήσεις σε ερωτήματα συμβολικά», εκδόσεις Αποστολική Διακονία, σελ. 84-85)
Ακτημοσύνη
ατομική, αλλά και εκκλησιαστική
Εκείνο το «πούλησε τα υπάρχοντα σου και μοίρασε τα στους φτωχούς
και έλα να μ’ ακολουθήσεις» (Ματθ. ιθ' 21),
που είπε ο Χριστός, καιρός να λεχτεί και προς τους προεστώτες της Εκκλησίας,
για τα κτήματα της Εκκλησίας. Δυστυχώς τώρα, λειτουργοί του Θεού, αφιερωμένοι,
ασχολούνται με τρύγους και θερισμούς, με αγοροπωλησίες και με έσοδα.
Ε.Π.Ε. 12,292
όντως πλούτος
Όποιος δεν έχει απολύτως τίποτα, ούτε σπίτι, ούτε τραπέζι, ούτε περιττό ένδυμα,
αλλ’ έχει στερηθεί όλα για την αγάπη του Θεού, χρησιμοποιεί τα κοινά σαν δικά του.
Παίρνει από όλους όσα θέλει. Και έτσι, ενώ δεν έχει τίποτα, τα ‘χει όλα.
Όποιος όμως θεωρεί μερικά δικά του, και αυτών ακόμα δεν είναι κύριος.
Κανείς δεν θα του δώσει, αφού λέει ότι έχει. Αλλά κι όσα έχει θα του τα αρπάξουν οι κλέφτες,
οι ληστές, οι συκοφάντες. Τελικά θ’ αλλάξουν κύριο τα πράγματά του.
Μόνο σ’ αυτόν δεν ανήκουν.
Ε.Π.Ε. 18,432
κορυφή
Εμείς δεν σου ζητάμε να φτάσεις στην πιο ψηλή κορφή της ακτημοσύνης,
αλλά σε συμβουλεύουμε να περιορίζεις τα περιττά και να επιδιώκεις μόνο την αυτάρκεια.
Η αυτάρκεια καθορίζεται από την ύπαρξη των αγαθών εκείνων, που είναι απαραίτητα για να ζει κανείς.
Κανένας δεν θέλει να σου αφαιρέσει αυτά. Κανένας δεν σου στερεί την καθημερινή τροφή.
Μιλάω για τροφή, όχι για τρυφή. Για ρούχα, όχι για στολίδια.
Ε.Π.Ε. 19,508
αγγελικός τρόπος
Οι απόστολοι εισήγαγαν αγγελική πολιτεία. Κι όχι απλώς εισήγαγαν, αλλά και κατόρθωσαν.
Είναι φανερό, ότι παντού η χάρις του Θεού λάμπει.
Ε.Π.Ε. 19,250
έχει παρρησία
Αυτό πάνω από όλα καθιστά τον χριστιανό θαρραλέο, η ακτημοσύνη.
Ο πλούσιος είναι δούλος, αφού βρίσκεται εκτεθειμένος σε ζημιές
και δίνει στον καθένα το δικαίωμα να τον βλάψει.
Όποιος είναι ακτήμων, δεν φοβάται τίποτα, ούτε να του πάρουν την περιουσία
ούτε να τον καταδικάσουν.
Αν η φτώχεια, η ακτημοσύνη, εμπόδιζε στην παρρησία και το θάρρος,
δεν θα στελνε ο Χριστός τους μαθητές Του με την προτροπή της ακτημοσύνης,
και μάλιστα σε έργο που απαιτεί πολύ παρρησία.
Ε.Π.Ε. 25,58
ο Χριστός και οι Άγιοι
Ούτε ρούχο είχαν να ντυθούν, με τέτοιες περιπέτειες.
Ούτε πόλη, ούτε σπίτι, ούτε κατάλυμα.
Συνέβαινε το ίδιο ακριβώς με το Χριστό, αφού «ο Υιός του ανθρώπου δεν είχε που να γείρει το κεφάλι».
Κι όχι κατάλυμα δικό τους δεν είχαν, αλλ’ ούτε τόπο να σταθούν.
Και στην έρημο που κατέφευγαν, δεν ησύχαζαν.
Ε.Π.Ε. 25,238
Αλάβαστρο
Σε όλες τις εκκλησίες ακούγεται και διαλαλείται αυτή η γυναίκα,
που άλειψε τα πόδια του Ιησού με μύρο.
Και ακούνε τη διήγηση της άρχοντες, στρατηγοί, άνδρες, γυναίκες, επίσημοι και επιφανείς.
Δεν υπάρχει μέρος της οικουμένης, που δεν ξέρουν το γεγονός.
Ε.Π.Ε. 34,232
(Χρυσοστομικό Λεξικό, αρχ. Δανιήλ Αεράκη, Τόμος Α΄, σελ. 134-136)
Την ημέρα των εγκαινίων του ναού του αγίου Ιωάννου, στον οποίο συχνά λειτουργούσε συχνά ο παπά – Νικόλας ο Πλανάς (1851 – 1932), ο συλλειτουργός του και οι επίτροποι αποφάσισαν να τον στείλουν σ’ έναν άλλο ναό, στον άγιο Γεώργιο, στο Κουκάκι.
Ενώ λοιπόν διάβαζε την ακολουθία του όρθρου, τον πλησίασαν και του είπαν:
- Πάτερ Νικόλαε, να πας να λειτουργήσης πάνω, στον άγιο Γεώργιο.
- Μετά χαράς, απάντησε ο ταπεινός λευίτης, και συνέχισε την ακολουθία του όρθρου. Δεν είχε ξημερώσει ακόμη.
Έπειτα από μία ώρα έρχεται ένας επίτροπος και του λέει:
- Πάτερ Νικόλαε, αλλάξαμε γνώμη. Θα λειτουργήσης εδώ.
- Μετά χαράς, απάντησε πάλι.
Πέρασε ακόμη μία ώρα. Έπειτα από θορυβώδεις συζητήσεις, έρχονται πάλι στον παππού:
- Πάτερ Νικόλαε, το σκεφθήκαμε καλύτερα και αποφασίσαμε να πας πάνω, στον άγιο Γεώργιο.
- Μετά χαράς, απάντησε πάλι.
Πλησίαζε η ώρα να ξημερώση. Έρχονται ακόμη μια φορά οι επίτροποι:
- Πάτερ Νικόλαε, τελευταία απόφαση: Θα λειτουργήσης εδώ.
- Να 'ναι ευλογημένο, απάντησε ταπεινά.
Οι ευλαβείς χριστιανοί, που παρακολούθησαν τις αλλεπάλληλες αποφάσεις, κόντευαν να ξεσπάσουν σε έντονες διαμαρτυρίες.
Γιατί άραγε οι επίτροποι δεν έπαιρναν μια οριστική απόφαση, αλλά ταλαιπωρούσαν έτσι τον σεβαστό γέροντα τους;
Τέλος, μόλις ο παπα – Νικόλας άρχισε να ντύνεται, έρχονται και του λένε:
- Εμπρός, πάτερ Νικόλαε, θα πας επάνω.
Κανείς δεν μπορεί να πη αν κουράστηκε ή αν πικράθηκε τότε. Δεν είπε λέξη… Πήρε σιωπηλός τον δρόμο για τον άγιο Γεώργιο.
Μόλις ντύθηκε τα ιερατικά άμφια και ετοιμάστηκε ν’ αρχίση τη θεία Λειτουργία, καταφθάνει τρέχοντας ένας αγγελιοφόρος και του λέει πως πρέπει οπωσδήποτε να επιστρέψη και να λειτουργήση στον άγιο Ιωάννη!...
Τι είχε συμβή; Είχε έρθει στην εκκλησία κάποια μεγάλη αριστοκράτισσα και απορημένη που δεν είδε τον ευλαβή ιερέα, ρώτησε τους επιτρόπους:
- Πού είναι ο παπα – Νικόλας;
- Μα… τον στείλαμε πάνω… στον άγιο Γεώργιο, να λειτουργήση εκεί.
- Τι λέτε; Τέτοια μέρα τον στείλατε στον άγιο Γεώργιο; Να πάτε να τον φέρετε πίσω αμέσως.
Και μ’ αυτά τα λόγια, άφησε στον δίσκο ένα χιλιάρικο, ποσό σημαντικό την εποχή εκείνη. Οι επίτροποι που στο βάθος εκτιμούσαν και αγαπούσαν τον παππού, και μόνον ενδοιασμούς είχαν για την εμφάνιση και την απαγγελία του, έσπευσαν να τον φέρουν πίσω.
Επέστρεψε κατηφής και κατάκοπος. Εν τούτοις έγινε στον άγιο Ιωάννη την επίσημη εκείνη ημέρα η πιο μεγαλοπρεπής λειτουργία!
(παπα – Νικόλας Πλανάς)
(Χαρίσματα και Χαρισματούχοι, Ι. Μονή Παρακλήτου, τόμος Γ΄, σ. 284-286)
Η ευχή των γονέων
Η ευχή των γονέων είναι η μεγαλύτερη κληρονομιά για τα παιδιά.
Γι’ αυτό να φροντίζουν να έχουν την ευχή των γονέων.
Δεν είδες ο Ιακώβ, μέχρι που έφθασε, για να πάρη την ευλογία του πατέρα του; Και προβιά φόρεσε!
Ειδικά η ευχή της μητέρας είναι μεγάλο πράγμα!
Κάποιος έλεγε: «Κάθε λόγος της μητέρας μου είναι και μια λίρα χρυσή».
Νά, και πριν από λίγο καιρό πόση εντύπωση μου έκανε κάποιος από το Γιοχάνεσμπουργκ!
Ήρθε στο Καλύβι το φθινόπωρο. «Γέροντα, η μάνα μου αδιαθέτησε, μου λέει, και ήρθα να την δώ».
Τρείς μήνες δεν πέρασαν, τα Χριστούγεννα ξαναήρθε. «Πώς πάλι εδώ;», τον ρωτάω.
«Έμαθα, μου λέει, πώς πάλι αδιαθέτησε η μάνα μου και ήρθα να φιλήσω το χέρι της,
γιατί είναι ηλικιωμένη και μπορεί να πεθάνη. Για μένα η μεγαλύτερη περιουσία είναι η ευχή της μάνας μου».
Εξήντα χρονών άνθρωπος ξεκίνησε από το Γιοχάνεσμπουργκ και ήρθε στην Ελλάδα, για να φιλήση το χέρι της μάνας του!
Και τώρα τέτοια ευλογία έχει, που σκέφτεται να κάνη ένα γηροκομείο μεγάλο για τους κληρικούς
και να το χαρίση στην Εκκλησία. Δηλαδή τις ευλογίες δεν έχει που να τις βάλη κατά κάποιον τρόπο.
Για μένα είναι φάρμακο μια τέτοια ψυχή. Είναι σαν να είμαι στην έρημο Σαχάρα και να βρίσκω ξαφνικά λίγο νερό.
Αυτά χάνονται σιγά-σιγά.
Ένας άλλος ήρθε μια μέρα με κλάματα στο Καλύβι. «Πάτερ, με καταράστηκε η μάνα μου.
Στο σπίτι έχουμε όλο αρρώστιες, στενοχώριες, η δουλειά μου δεν πάει καλά», μου είπε.
«Κι εσύ δεν θα ήσουν εντάξει, του λέω. Δεν μπορεί η μάνα σου άδικα να σε καταράστηκε».
«Ναί, μου λέει, ήμουν κι εγώ...». «Να πας να ζητήσης συγχώρηση από την μάνα σου», του λέω. «Θα πάω, Πάτερ, μου λέει.
Δώσε μου την ευχή σου». «Την ευχή μου την έχεις, του είπα, αλλά να πάρης και την ευχή της μάνας σου».
«Δύσκολο να μου δώση την ευχή της», μου λέει. «Να πάς, κι αν δεν σου την δώση, να της πης:
"μου είπε ένας Γέροντας πώς κι εσύ θα παραδώσης ψυχή"».
Πήγε, και η μάνα του του ευχήθηκε: «Παιδί μου, να έχης την ευλογία του Αβραάμ!».
Ήρθε μετά από λίγο καιρό στο Όρος με βυσσινάδες, με λουκούμια. Ήταν γεμάτος χαρά.
Τα παιδιά του ήταν καλά, η δουλειά του πήγαινε καλά. Συνέχεια βούρκωνε και έλεγε «δόξα τω Θεώ».
Αλλαξε όλη η ζωή του και μιλούσε όλο πνευματικά. Πόσο μάλλον όταν κανείς έχη εξ αρχής σεβασμό προς τους γονείς!
Πώς να μην έχη την ευλογία του Θεού;
(Λόγοι Παϊσίου, τόμος Δ΄, Οικογενειακή Ζωή, Εκδ. Ιερού Ησυχαστηρίου "Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος", σελ. 142-144)
"Φταίνε οι γονείς. Χρειάζεσαι πολλή προσευχή και αγάπη."
Ένας αδελφός μου έλεγε το εξής για μια οικογένεια που το μεγαλύτερο
από τα δύο κορίτσια της που είχε, το πείραζε το δαιμόνιο
και το έβαζε να κάνει πολλές ζημιές μέσα στο σπίτι,
σπάζοντας διάφορα αντικείμενα, και έξω από το σπίτι,
πετώντας πέτρες και άλλα πράγματα. Πήγε ο αδελφός μαζί με τον π.Ε.(πνευματικό παιδί του Παππούλη κι αυτός)
στο σπίτι τους, αλλά δεν μπόρεσε ο π.Ε. να φέρει αποτέλεσμα στο να τους βοηθήσει,
εκτός από τους αγιασμούς που τους έκανε και τις συμβουλές που τους έδωσε.
Έτσι, το λέει ο αδελφός στον Παππούλη και του ζητάει πώς να ενεργήσουνε για να βοηθηθούν αυτοί οι άνθρωποι.
Τότε λέει ο Παππούλης στον αδελφό.-Ξέρεις, παιδί μου, τί δυνατό που είναι αυτό το δαιμόνιο
που έχει μέσα του αυτό το παιδί; μπορεί να αναποδογυρίσει ένα φορτηγό μεγάλο, φορτωμένο με πέτρες.
Και ξέρεις τί φταίει σ' αυτή την περίπτωση; -Όχι, του λέει, ο αδελφός.
-Φταίνε οι γονείς του, γιατί δείξανε πολύ αγάπη στην μικρότερή της αδελφή και αυτό ζήλευε.
Και σε μιά αδύνατη στιγμή που τη βρήκε ο σατανάς τη νίκησε και κάνει τώρα αυτά τα πράγματα.
-Και τώρα τί πρέπει να κάνουμε, Παππούλη; τον ρώτησε και πάλι ο αδελφός.
-Ε! τώρα χρειάζεται πολλή προσευχή και να της δείξουν πάρα πολλή αγάπη για να γίνει καλά.
[Τζ 150π.]
"Τα λόγια των δαιμονιζόμενων κάποια παγίδα μπορεί να κρύβουν"
"Πρόσεχε" μου λέει μιά μέρα ο Γέροντας, "να μη δίνεις σημασία ούτε να προσέχεις
στα λόγια που λένε οι διάφοροι δαιμονιζόμενοι, γιατί κάποια παγίδα
μπορεί να έχει στήσει ο πονηρός". Και μου ανέφερε το παράδειγμα ενός Ιερέως,
ο οποίος ακολουθούσε συχνά και κατέγραφε σε μαγνητόφωνο τέτοιου είδους ομιλίες.
Όταν όμως μια φορά βρέθηκε ο εν λόγω Ιερεύς, σε ένα Μοναστήρι παλαιοημερολογητών
-συνεχίζει ο Παππούλης- του δημιούργησε ο πονηρός ένα πολύ μεγάλο πρόβλημα
με το εκκλησιαστικό ημερολόγιο, λέγοντάς του ότι εσείς που πάτε με το νέο ημερολόγιο
δε θα σωθείτε,και τα παρόμοια, και του κλόνισε την πίστη του για αρκετό καιρό,
και κατέληξε: "Πρόσεχε, παιδί μου, πρόσεχε τον πονηρό".
[Τζ 151π.]
(Ανθολόγιο Συμβουλών, Άγιος Πορφύριος, σελ.145-146)
Το παράδοξο ταξίδι
Ο κτήτωρ της Ι. Μονής Φανερωμένης Σαλαμίνος όσιος Λαυρέντιος (+1770), πριν γίνη μοναχός λεγόταν Λάμπρος, ήταν γεωργός και ζούσε στα Μέγαρα με τη σύζυγο του Βασιλική, μετέπειτα μοναχή Βασσιανή, και τα δύο παιδιά τους.
Ενώ ήταν ακόμη κοσμικός δέχθηκε όραμα από την Υπεραγία Θεοτόκο, που του παρήγγειλε να ανοικοδομήση τον ερειπωμένο ναό της στο βόρειο μέρος της Σαλαμίνος. Εκείνος όμως, σαν ταπεινός και φρόνιμος, δεν πίστεψε στο όραμα. Τότε η Παναγία εμφανίσθηκε και δεύτερη και τρίτη και τέταρτη φορά απειλώντας τον πλέον να εκτελέση την εντολή της.
Ο όσιος τότε ξεκίνησε και πλησίασε την παραλία των Μεγάρων. Αντίκρυσε όμως μεγάλη θαλασσοταραχή και πουθενά δεν φαινόταν καΐκι για να τον μεταφέρει απέναντι, στη Σαλαμίνα.
Ενώ λοιπόν καθόταν στην ακρογιαλιά συλλογισμένος και απελπισμένος, άκουσε ξαφνικά θεία φωνή:
- Ρίξε το πανωφόρι σου στη θάλασσα, ανέβα μετά πάνω του και θα φθάσης χωρίς κίνδυνο στο νησί!
Με αδίστακτη πίστι ο όσιος Λαυρέντιος άπλωσε το πανωφόρι του στη θάλασσα, ανέβηκε πάνω του και γλιστρώντας στ’ αγριεμένα κύματα έφθασε σώος και αβλαβής στη Σαλαμίνα!
(Συναξαριστής Γ΄)
("Χαρίσματα και Χαρισματούχοι", Ι. Μονή Παρακλήτου, τ. Β΄, σ. 152-153)
Άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος
Ο Άγιος Ιωάννης ήταν γιος της Σαλώμης της μυροφόρας και του Ζεβεδαίου, ο οποίος ήταν ψαράς. Ο αδελφός του, Ιάκωβος, είναι επίσης ένας από τους Αποστόλους. Ο Ιωάννης ήταν ένας από τους δώδεκα Αποστόλους. Είναι ο συγγραφέας του Δ΄ Ευαγγελίου, το οποίο και φέρει το όνομά του, τριών Καθολικών επιστολών: (Α, Β, Γ Ιωάννου) καθώς και του βιβλίου της Αποκάλυψης. Ονομάστηκε από την Εκκλησία "Θεολόγος" λόγω των υψηλών θεολογικών μηνυμάτων των έργων του και ιδιαίτερα για την διεξοδική και σε βάθος ανάπτυξη της Σάρκωσης του Θεού Λόγου. Οι υψηλές μάλιστα θεολογικές πτήσεις των έργων του, τον ταύτισαν με τον αετό, ένα από τα τέσσερα συμβολικά ζωντανά πλάσματα, που ο προφήτης Ιεζεκιήλ είδε σε όραμα (Ιεζ. 1:10) και η Εκκλησία ερμήνευσε ως προτύπωση των τεσσάρων Ευαγγελιστών (άνθρωπος-Ματθαίος, Μόσχος-Λουκάς, Λιοντάρι-Μάρκος και Αετός -Ιωάννης).
Στην αφήγηση του Ευαγγελίου αναφέρεται αρκετές φορές στον εαυτό του ως "ο μαθητής που αγαπούσε ο Ιησούς" παρά με το όνομά του. Ήταν ο νεότερος των δώδεκα Αποστόλων και μάλιστα στο στενότερο κύκλο των μαθητών του Ιησού. Η ζωή και η παρουσία του ως μαθητή του Ιησού μαρτυρείται και στα τέσσερα ευαγγέλια.
Με τον Πέτρο και τον Ιάκωβο, ήταν παρών στην ανάσταση της κόρης του Ιάειρου και στη Μεταμόρφωση του Ιησού στο όρος Θαβώρ, καθώς και στην Γεθσημανή, όπου προσευχήθηκε πριν από το πάθος του. Ο Απόστολος Ιωάννης στην πρόρρηση του πάθους του Ιησού στον Μυστικό Δείπνο θα πέσει στο στήθος του δασκάλου του. Ήταν ο μοναδικός μεταξύ των μαθητών, που δε δίστασε να παραμείνει κοντά στον αγαπημένο του Διδάσκαλο στο Γολγοθά, όπου ο Κύριος, πεθαίνοντας στο Σταυρό του εμπιστεύθηκε τη Μητέρα του, την Υπεραγία Θεοτόκο. Μερίμνησε για τη Θεοτόκο έως την Κοίμησή της. Κατόπιν πήγε με το μαθητή του, Πρόχορο, να κηρύξει το ευαγγέλιο στη Μικρά Ασία. Σύμφωνα με τον Τερτυλλιανό, κατά την περίοδο που αυτοκράτορας της Ρώμης ήταν ο Δομετιανός, στάλθηκε να μαρτυρήσει στη Ρώμη, αλλά σε όποιο μαρτύριο και αν προέβησαν (δηλητήριο ή καυτό λάδι) δεν είχε επάνω του κανένα αποτέλεσμα. Έτσι ο Δομετιανός τον εξόρισε στην Πάτμο (95 μ.Χ.), όπου δέχτηκε την Αποκάλυψη την οποία και κατέγραψε. Μετά το θάνατο του Δομετιανού, ο νέος αυτοκράτορας Νέρβας απελευθέρωσε τον Άγιο Ιωάννη, ο οποίος επέστρεψε στην Έφεσο, όπου και κοιμήθηκε ειρηνικά, έχοντας υπερβεί τα εκατό χρόνια ζωής.
Ακολουθώντας την Παράδοση, ένα θαύμα επιτελέσθηκε, όταν ο Άγιος Ιωάννης κοιμήθηκε: Όταν ο Άγιος Ιωάννης, υπερεκατονταετής πλέον, διαισθάνθηκε το τέλος, εξήλθε από την Έφεσο μαζί με τους επτά μαθητές του για να προσευχηθεί και εκεί όρισε να ανοίξουν ένα λάκκο σε σχήμα σταυρού, όπου και κατακλίθηκε. Αργότερα, όταν ο τάφος του ανοίχτηκε, το σώμα του δεν ήταν πλέον εκεί, είχε μεταστεί.
Η Μνήμη του τιμάται από την Εκκλησία στις 8 Μαΐου, στη σύναξη των 12 Αποστόλων, την 30η Ιουνίου και η μετάσταση του στις 26 Σεπτεμβρίου.
(πηγή: Ιερά, Βασιλική, Πατριαρχική και Σταυροπηγιακή Κοινοβιακή Μονή Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου και Ευαγγελιστού)
«Να υπακούτε και να υποτάσσεσθε στους
πνευματικούς πατέρες και προεστούς σας.
Διότι αυτοί αγρυπνούν για τις ψυχές σας,
επειδή θα δώσουν λόγο στο Θεό για σας».
(Εβρ. ιγ΄17)
«Μη δέχεσαι κατηγορίες κατά του πνευματικού
σου πατέρα, μήτε να διευκολύνεις εκείνον που
τον προσβάλλει, για να μην οργιστεί ο Κύριος
για τα έργα σου και σε αποκόψει από τη χώρα
της ζωής».
(Αγίου Μαξίμου του Ομολογητού, 400 Κεφάλαια περί Αγάπης, ΦΙΛΟΚΑΛΙΑ Β', 54)
Δικαιοσύνη
δεν μπορεί να είναι άδικος ο Θεός
Αν δεν υπάρχουν κρίσις και απόδοσις ευθυνών για όσα κακά διαπράξαμε, τότε δεν θα λάβουμε και τιμές για όσα υπομείναμε.
Ε.Π.Ε. 9,432
μαζί ο άγιος και ο άγριος;
Όσοι δίκαιοι και ευσεβείς αναχώρησαν από τη ζωή αυτή και πήραν μαζί τους όλη την αρετή, θα έχουν το ίδιο τέλος με τους μοιχούς, με τους πατροκτόνους, με τους φονιάδες, με τους τυμβωρύχους; Ποια λογική λέει κάτι τέτοιο;
Ε.Π.Ε. 9,436
δεν πληρώνονται όλοι εδώ
Ούτε όλους τους τιμωρεί εδώ ο Θεός, διότι κάτι τέτοιο θα σε έκανε να μη περιμένης την ανάστασι και να απελπιστής για την κρίσι. Αλλ’ ούτε πάλι όλους τους αφήνει να φύγουν ατιμώρητοι, για να μη νομίσης, ότι ο Θεός αδιαφορεί για όσα συμβαίνουν στον κόσμο. Αλλά τι κάνει ο Θεός; Και τιμωρεί και δεν τιμωρεί. Με τις τιμωρίες, που επιτρέπει σ’ αυτή τη ζωή, θέλει να δείξη, ότι από αυτούς που δεν τιμωρούνται εδώ, θα ζητήση λόγο εκεί. Με τις περιπτώσεις πάλι, που δεν τιμωρεί ο Θεός εδώ, σε προετοιμάζει να περιμένης, ότι μετά την αποδημία σου απ’ αυτή τη ζωή, υπάρχει το φοβερώτερο δικαστήριο. Αν όμως ο Θεός δεν ήταν δίκαιος και αδιαφορούσε για όσα πράττουν οι άνθρωποι, τότε ούτε θα τιμωρούσε μερικούς εδώ, ούτε άλλους θα τους ευεργετούσε.
Ε.Π.Ε. 17,574
την απαιτεί η εδώ αδικία
Αν δεν υπήρχε ανάστασις, με ποιο τρόπο θα επιβεβαιωθή η δικαιοσύνη του Θεού, εφ’ όσον σ’ αυτή τη ζωή ευημερούν τόσοι πονηροί και ασεβείς, και από την άλλη μεριά τόσοι αγαθοί και άγιοι πονούν και υποφέρουν;
Ε.Π.Ε. 13,564
θεία
Άλλοι άνθρωποι ζουν με κακία και άλλοι με αρετή. Πολλοί απ’ τους κακούς και ασεβείς έφτασαν σε βαθειά γεράματα και καλοπέρασαν στη ζωή τους. Κι αντίθετα, πολλοί ενάρετοι, υποφέρουν θλίψεις. Λοιπόν; Πότε καθένας θα πληρωθή επάξια; Σε ποια ζωή;
Ε.Π.Ε. 14,278
το ίδιο τέλος θα έχουν όλοι;
Λες: Είναι φιλάνθρωπος ο Θεός, και γι’ αυτό δεν τιμωρεί. Δηλαδή, αν κολάση τους ασεβείς, δεν θα είναι φιλάνθρωπος; Βλέπεις σε τι βλάσφημα λόγια οδηγεί ο διάβολος; Λοιπόν, ρωτάω: Οι μοναχοί, που πήγαν στα βουνά και επέδειξαν πάρα πολύ μεγάλη άσκησι, θα φύγουν από αυτό τον κόσμο αστεφάνωτοι; Αν δεν τιμω-ρούνται οι κακοί και δεν υπάρχη για κανέναν ανταπόδοσις, τότε θα πη κάποιος, ότι ούτε οι αγαθοί βραβεύονται. Ναι, λέει (απερίσκεπτα), διότι αυτό αρμόζει στον Θεό, να υπάρχη μόνο βασιλεία· να μην υπάρχη κόλασις! Δηλαδή, ο πόρνος και ο μοιχός και όποιος έκανε άπειρα κακά, θ’ απολαύση τα ίδια μ’ εκείνον που αγωνίστηκε και επέδειξε σωφροσύνη και αγιότητα; Το ίδιο τέλος περιμένει έναν Παύλο κι ένα Νέρωνα; Ή μάλλον, τον Παύλο και το διάβολο;
Ε.Π.Ε. 17,574
θα ενεργοποιηθή
Αν όλα τα ζυγίζης με τη δικαιοσύνη, θα έπρεπε από την αρχή και κατ’ ευθείαν να τιμωρηθούμε και να χαθούμε. Μάλλον δε όχι μόνο σύμφωνα με τη δικαιοσύνη. Διότι, κι αν είχαμε τιμωρηθή εδώ, πρόσκαιρα , θα φαινόταν και η φιλανθρωπία του Θεού. Όταν κάποιος βρίζη άνθρωπο, που κανένα κακό δεν του έκανε, τιμωρείται σύμφωνα με τους περί δικαίου νόμους. Ο άλλος όμως βρίζει τον Ευεργέτη του, εκείνον που όχι μόνο πριν κανένα κακό δεν του έκανε, αλλά του χάρισε άπειρα καλά, εκείνον που του έδωσε τη ζωή και είναι ο Θεός του και του έδωσε ψυχή και του χάρισε μύρια καλά και είναι έτοιμος, αν θελήση, να τον ανεβάση στον Ουρανό. Αυτόν, λοιπόν, τον Ευεργέτη του, μετά από τόσες ευεργεσίες, Τον βρίζει. Και όχι απλώς Τον βρίζει, αλλά καθημερινά Τον δυσφημεί και με το στόμα του και με τις πράξεις του. Τότε πώς μπορεί να συγχωρηθή;
Ε.Π.Ε. 18,244
η αρετή συλλήβδην
Με τη λέξι «δικαιοσύνη» εννοεί (ο Παύλος) και εδώ την όλη αρετή. Δεν πρέπει, λοιπόν, να στενοχωριέσαι που φεύγω για να στεφανωθώ με το στεφάνι που θα μου βάλη ο Χριστός στο κεφάλι μου.
Ε.Π.Ε. 23,642
ανθρώπων υπάρχει;
Καθημερινά αυξάνεται το κακό. Παντού ακούγονται θρήνοι και κλαυθμοί και δάκρυα ξεπετιούνται από τα μάτια των πενθούντων. Και εκείνοι, που τάχτηκαν ν’ απονέμουν τη δικαιοσύνη, κάνουν χειρότερη τη συμφορά και επιτείνουν την αδικία.
Ε.Π.Ε. 31,498
αμείβει όσους υποφέρουν εδώ
Όσο εντονώτερες γίνονται οι θλίψεις, τόσο αυξάνουν και οι αμοιβές, μάλλον δε και κατά πολύ περισσότερο.
Ε.Π.Ε. 31,608
απονομή κατ’ αξίαν
Το ότι υπάρχει Θεός, το βροντοφωνάζουν τα πράγματα. Αλλ’ ως Θεός, πρέπει να είναι δίκαιος. Και αφού είναι δίκαιος, αμείβει τον καθένα αξιοκρατικά. Αν δε απονέμη αξιοκρατικά ό,τι στον καθένα αξίζει, είναι απόλυτη ανάγκη να υπάρχη ύστερα από τούτον άλλος κόσμος, όπου καθένας θα πάρη άξια προς όσα έπραξε, ή θα τιμωρηθή ή θα τιμηθή για τα κατορθώματά του.
Ε.Π.Ε. 34,594
(Χρυσοστομικό Λεξικό, αρχ. Δανιήλ Αεράκη, τόμος Β, σελ. 56-59)