ΈΝΑΣ ΑΠΟ ΤΟΥΣ Γέροντες είδε μια μέρα δύο αδελφούς να μεταφέρουν ένα λείψανο.
- Τους νεκρούς βαστάζετε; τους φώναξε. Δεν πηγαίνετε καλύτερα να βαστάσετε τους ζωντανούς;
ΜΕΡΙΚΟΙ ευλαβείς νέοι ανέβηκαν στην σκήτη να επισκεφθούν έναν πνευματικό Γέροντα. Έξω από την καλύβη του βρήκαν κάτι τσομπανόπουλα, που έβοσκαν τα κοπάδια τους. Έκαναν όμως τόση φασαρία με τα παιχνίδια και τις φωνές τους, που απόρησαν οι επισκέπτες.
- Πώς ανέχεσαι αυτά τα παλιόπαιδα, Πάτερ, και δεν τα διώχνεις; ρώτησαν τον Γέροντα.
- Είναι καιρός τώρα, παιδιά μου, αποκρίθηκε ο αγαθός Γέροντας, που έχω αποφασίσει να τα μαλώσω και να τα διώξω. Κάθε φορά όμως αναβάλλω, λέγοντας στον εαυτό μου: αν τόσο μικρή ενόχληση δεν ανέχεσαι, πώς θα σηκώσεις έναν πιο μεγάλο πειρασμό; Έτσι συνηθίζω να δέχομαι ευχαρίστως τις μικροδοκιμασίες που μου στέλνει ο Κύριός μου.
ΚΑΠΟΙΟΣ ΕΡΗΜΙΤΗΣ είχε έναν νεαρό μαθητή δύστροπο κι ανυπότακτο. Με κανένα τρόπο δεν εννοούσε να ακούσει τις συμβουλές του Γέροντά του και να διορθωθεί. Ο Όσιος μακροθυμούσε, ελπίζοντας πως με τον καιρό θα φρονίμευε.
Μια μέρα ο υποτακτικός κλείδωσε το κελλαρικό που φύλαγαν τα λίγα τρόφιμά τους και κατέβηκε στην πόλη, χωρίς να πει σε κανέναν τίποτε κι έμεινε δύο εβδομάδες. Στο διάστημα αυτό ο Γέροντάς του έμεινε νηστικός, αφού δεν έβρισκε τι να φάει. Κάποτε, τέλος πάντων, τον πήρε είδηση ένας γείτονάς του και του πήγε λίγες μαγειρεμένες φακές.
- Σαν να άργησε πολύ ο υποτακτικός σου, είπε ο γείτονας.
Και ο αγαθώτατος Γέροντας, με όλη του την ανεξικακία:
- Ε, όταν ευκαιρήσει ο αδελφός, θα έρθει πάλι, αποκρίθηκε.
ΦΛΕΓΟΜΑΙ από τον πόθο να μαρτυρήσω για την αγάπη του Χριστού, είπε μια μέρα ένας αρχάριος μοναχός σ’ έναν έμπειρο Γέροντα.
- Αν την ώρα του πειρασμού σηκώσεις ευχαρίστως το βάρος του αδελφού σου, του αποκρίθηκε εκείνος, είναι σαν να ρίχτηκες στην κάμινο των τριών Παίδων.
(Γεροντικό, Σταλαγματιές απο την Πατερική Σοφία, Θεοδώρας Χαμπάκη, Εκδόσεις Ορθοδόξου Χριστιανικής αδελφότητας "ΑΓΙΑ ΛΥΔΙΑ" )
Το «φταίξιμο» και το «δίκαιο» των συζύγων
Έχω παρατηρήσει ότι μερικοί Πνευματικοί λένε στους άνδρες που έχουν προβλήματα με τις γυναίκες τους: «Κάνε υπομονή, αυτός είναι ο σταυρός σου.
Τί να κάνουμε; Θα έχης μισθό από τον Θεό».
Πάνε μετά οι γυναίκες και λένε και σ’ αυτές: «Κάνε υπομονή, για να έχης μισθό από τον Θεό».
Δηλαδή μπορεί να φταίνε και οι δύο και να λέη και στους δύο ο Πνευματικός: «Κάνε υπομονή».
Ή μπορεί να φταίη ο ένας και να του λέη ο Πνευματικός: «Κάνε υπομονή».
Οπότε αυτός που φταίει αναπαύει τον λογισμό του ότι ανέχεται τον άλλον, ενώ κάθε μέρα τον σκάζει.
Μια φορά ήρθε στο Καλύβι κάποιος και μου είπε ότι είχε προβλήματα με την γυναίκα του.
Πήγαιναν για χωρισμό. Δεν ήθελε να δη ο ένας τον άλλον. Ήταν και οι δύο δάσκαλοι, είχαν και δύο παιδάκια.
Δεν έτρωγαν ποτέ στο σπίτι. Σε άλλο εστιατόριο έτρωγε ο ένας μετά το σχολείο, σε άλλο ο άλλος, και αγόραζαν και κάτι σάντουιτς,
για να φάνε τα παιδιά. Τα καημένα, όταν οι γονείς γύριζαν στο σπίτι, πήγαιναν και έψαχναν στις τσέπες και στις τσάντες τους,
για να δούν τί τους έφεραν απ’ έξω να φάνε. Περνούσαν μεγάλο δράμα! Αυτός έκανε και τον ψάλτη.
Σε άλλη εκκλησία πήγαινε η γυναίκα του, σε άλλη έψαλλε αυτός. Τόσο πολύ! «Τί να κάνω, Πάτερ, μου λέει, σηκώνω μεγάλο σταυρό, πολύ μεγάλο.
Κάθε μέρα έχουμε φασαρίες στο σπίτι». «Πήγες στον Πνευματικό;», τον ρωτάω. «Ναί, πήγα, μου λέει, και μου είπε: "Υπομονή να κάνης, σηκώνεις μεγάλο σταυρό"».
«Για να δώ, του λέω, ποιός σηκώνει μεγάλο σταυρό. Να πάρουμε τα πράγματα από την αρχή.
Όταν παντρευτήκατε, μαλώνατε έτσι;». «Όχι, μου λέει. Οκτώ χρόνια ήμασταν πολύ αγαπημένοι.
Λάτρευα την γυναίκα μου περισσότερο από τον Θεό! Μετά εκείνη άλλαξε. Έγινε γκρινιάρα, ιδιότροπη...».
Ακούς; Την Λάτρευε περισσότερο από τον Θεό! «Έλα εδώ, του Λέω. Λάτρευες την γυναίκα σου περισσότερο από τον Θεό! Η γυναίκα σου φταίει τώρα ή εσύ,
που φθάσατε σ’ αυτήν την κατάσταση; Εξ αιτίας σου πήρε την Χάρη Του ο Θεός από την γυναίκα σου. Και τί σκέφτεσαι να κάνης τώρα;», τον ρωτάω.
«Μάλλον να χωρίσουμε», μου Λέει. «Μήπως έμπλεξες και με καμμιά άλλη;». «Ναί, έχω υπ’ όψιν μου κάποια», μου λέει.
«Βρέ, δεν καταλαβαίνεις ότι εσύ είσαι ο φταίχτης; Να ζητήσης πρώτα συγχώρεση από τον Θεό, γιατί λάτρευες την γυναίκα σου περισσότερο από Εκείνον.
Μετά να πας να ζητήσης συγχώρεση από την γυναίκα σου.
"Να με συγχωρέσης, να της πής, εγώ έγινα αιτία να δημιουργηθή αυτή η κατάσταση στο σπίτι και να ταλαιπωρούνται και τα παιδιά".
Έπειτα να πας να εξομολογηθής και να λατρεύης τον Θεό σαν Θεό και να αγαπάς την γυναίκα σου σαν γυναίκα σου, και θα δής, τα πράγματα θα πάνε καλά».
Τον τράνταξα. Αρχισε να κλαίη. Μου υποσχέθηκε πώς θα με ακούση. Ήρθε μετά από λίγο καιρό χαρούμενος.
«Σ’ ευχαριστώ, Πάτερ, μας έσωσες, μου λέει. Είμαστε μια χαρά, κι εμείς και τα παιδιά μας». Βλέπεις;
Να είναι αυτός ο φταίχτης και να νομίζη κιόλας ότι σηκώνει πολύ μεγάλο σταυρό!
Κι εσείς ποτέ να μη δικαιολογήτε τις γυναίκες που έρχονται και σάς κάνουν παράπονα για τους άνδρες.
Εγώ ούτε τους άνδρες δικαιολογώ ούτε τις γυναίκες, αλλά τους προβληματίζω.
Μου λέει, ας υποθέσουμε, η γυναίκα: «Ο άνδρας μου πίνει, γυρίζει στο σπίτι αργά το βράδυ, βρίζει...».
«Κοίταξε, της λέω, όταν γυρίζη στο σπίτι την νύχτα μεθυσμένος, να του φέρεσαι με καλωσύνη.
Αν αρχίζης εσύ και γκρινιάζης "γιατί άργησες; τί ώρα είναι αυτή που ήρθες; δεν θα αλλάξης επιτέλους;
τί κατάσταση είναι αυτή; δεν είναι μια μέρα, δεν είναι δύο, πόσο θα κάνω υπομονή;" και κατεβάζης τα μούτρα,
ο διάβολος θα του πή: "Βρέ, χαμένος είσαι που κάθεσαι μ’ αυτήν την χαζή! Δεν πας να γλεντάς με καμμιά άλλη;".
Μπορεί να έχης δίκαιο, αλλά ο διάβολος θα τον μπλέξη αλλού. Ενώ, όταν εσύ του φερθής με καλωσύνη και κάνης λίγη υπομονή και προσευχή,
χωρίς να παραπονήσαι για το τί κάνει εκείνος, θα δη λίγο λιακάδα, θα προβληματισθή και θα διορθωθή».
Έρχεται μετά ο άνδρας και μου λέει: «Η γυναίκα μου γκρινιάζει, φωνάζει». «Βρέ, σε περιμένουν τα παιδιά και η φουκαριάρα η γυναίκα σου με λαχτάρα μέχρι τα μεσάνυχτα,
του λέω, κι εσύ γυρνάς στο σπίτι μεθυσμένος και αρχίζεις να βρίζης! Είναι ντροπή!
Για να βασανίζης την οικογένεια παντρεύτηκες;».
Υπάρχουν και περιπτώσεις που μπορεί να έχη και ο ένας και ο άλλος δίκαιο.
Κάποτε έλεγα σε μια συντροφιά πόσο αγνός ήταν ο Μακρυγιάννης. Είχε και σωματική και ψυχική αγνότητα.
Οπότε πετάγεται κάποιος και μου λέει: «Όχι, να θέλουν να παρουσιάσουν τον Μακρυγιάννη και για άγιο!».
«Γιατί όχι;», τον ρωτάω. «Γιατί έδερνε την γυναίκα του», μου απαντάει. «Κοίταξε να σου πω τί συνέβαινε:
Ο Μακρυγιάννης, όταν τύχαινε να έχη κανένα τάλληρο και ερχόταν καμμιά χήρα που είχε παιδιά, της το έδινε.
Η γυναίκα του, η καημένη, γκρίνιαζε. "Μα κι εσύ παιδιά έχεις, του έλεγε, γιατί το έδωσες;".
Κι εκείνος της έδινε κανένα μπάτσο και της έλεγε. "Εσύ έχεις τον άνδρα σου που θα σε οικονομήση.
Αυτή η καημένη δεν έχει άνδρα, ποιός θα την οικονομήση;". Δηλαδή και οι δύο είχαν δίκαιο».
Ύστερα, αν ο ένας από τους δύο συζύγους ζη πνευματικά, τότε και δίκαιο να έχη, δεν έχει κατά κάποιον τρόπο δίκαιο.
Γιατί, σαν πνευματικός άνθρωπος που είναι, πρέπει να αντιμετωπίση μια αδικία πνευματικά.
Να τα αντιμετωπίζη δηλαδή όλα με την θεία δικαιοσύνη, να βλέπη τί αναπαύει τον άλλον.
Γιατί, αν μια ψυχή είναι αδύνατη και σφάλλη, έχει κατά κάποιον τρόπο ελαφρυντικά.
Ο άλλος όμως, που είναι σε καλύτερη πνευματική κατάσταση και δεν δείχνει κατανόηση, σφάλλει πολύ περισσότερο.
Όταν και οι πνευματικοί άνθρωποι αντιμετωπίζουν τα πράγματα κοσμικά, με την κοσμική, την ανθρώπινη, δικαιοσύνη, τί γίνεται μετά;
Πρέπει να πηγαίνουν συνέχεια στα κοσμικά δικαστήρια. Γι’ αυτό και βασανίζονται οι άνθρωποι.
(Λόγοι Παϊσίου, τόμος Δ΄, Οικογενειακή Ζωή, Εκδ. Ιερού Ησυχαστηρίου "Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος", σελ. 55-58)
ΑΓΙΑΣΜΕΝΟΙ ΤΟΠΟΙ
"Οι εμπειρίες του Γέροντα"
Μας έλεγε ο Γέρων ότι, οσάκις πήγε σε αγιασμένους χώρους, όπως είναι το όρος Σινά, το
Σπήλαιο της Αποκαλύψεως στη νήσο Πάτμο ή τα Ιεροσόλυμα, αισθανόταν απερίγραπτα
βιώματα. Πάντοτε τόνιζε ότι υπάρχει αγιασμός των τόπων, ότι οι τόποι αγιάζουν, ότι είναι
διαποτισμένοι από τη χάρη του Θεού.
Μας έλεγε χαρακτηριστικά ότι, όταν αγωνιζόταν σε κάποιο μέρος, προκειμένου να φτάσει σε μια
πνευματική κατάσταση με την προσευχή, χρειαζόταν λ.χ. ενός τετάρτου ή μισής ώρας αγώνα.
Αλλά όταν αυτό γινόταν σε αγιασμένο τόπο, τα πράγματα ήταν διαφορετικά. "Μπαίνω για
παράδειγμα", μας έλεγε,"μέσα σ'ένα άγιο σπήλαιο, όπως το σπήλαιο του Αγίου Νήφωνος ή
του Αγίου Νείλου στο Άγιον Όρος ή στο Σπήλαιο της Αποκαλύψεως και δεν προλαβαίνω ν'
αρχίσω να προσεύχομαι κι αμέσως ο αγιασμένος χώρος με ανεβάζει στα ύψη".
[Ί 94π.]
(Ανθολόγιο Συμβουλών, Άγιος Πορφύριος,
σελ. 66-67)
ΑΔΙΚΙΑ
"Άδικα τον απέλυσες, δεν ήταν κλέφτης"
Ο Γέρων Πορφύριος είπε σε κάποιον επισκέπτη του ότι έβλεπε πώς κάτι κακό είχε κάνει στη
ζωή του.
Εκείνος του απάντησε ότι δεν ένιωθε να τον ηή συνείδηση του σε οτιδήποτε κι ότι τριάντα
τόσα χρόνια που βρισκόταν στήν Αθήνα, όπου είχε ένα έμπορικό κατάστημα, ύπηρξε ένας
τίμιος έμπορος. Δεν θυμόταν ο άνθρωπος να είχε κάνει οποιοδήποτε κακό.
"Στο χωριό σου", τον ρωτά ο Γέρων Πορφύριος, "δεν έκανες κανένα κακό;", "Όχι", απάντησε
εκείνος. "Είμαστε πλούσια οικογένεια. Ο πατέρας μου πέθανε και μου άφησε όλη την περιουσία του.
Και για να καταλάβετε ότι είμαι καλός άνθρωπος, θα σας πω ένα παράδειγμα.
Μια φορά μας έκλεψε ο επιστάτης μας ένα μεγάλο για την εποχή εκείνη ποσό.
Κι εγώ δεν τον κατάγγειλα στην αστυνομία. Αλλά βέβαια, τον απέλυσα, διότι δεν μπορούσα ν' αφήσω έναν κλέφτη
στα κτήματά μας".
Τον ρωτά οό Γέρων Πορφύριος: "Τον είδες εσύ ο ίδιος να κλέβει το ποσό αύτό;" "Όχι",
απάντησε εκείνος, "αλλά ήμουν σίγουρος ότι αυτός το είχε κλέψει, διότι μόνο εκείνος ήξερε που είχαμε τα χρήματα".
Του λέει τότε ο Γέρων Πορφύριος "Όχι, δέν ήταν αυτός που τα έκλεψε . Κι εσύ, απολύοντάς τον, αμαύρωσες το δικό του όνομα και ολόκληρης της
οικογενείας του. Κι εκείνη η πράξη σου σ'εμποδίζει τώρα να δεχθείς το σώμα και το αίμα του Χριστού μας".
Ο πραγματικός ένοχος ήταν άλλος. Τότε, πήγε στο χωριό του και ενώπιον των συγχωριανών
του, αποκατέστησε τον επιστάτη τους, τον οποίο είχε τόσο πολύ αδικήσει, εν αγνοία του βέβαια.
Κι αμέσως μετά, πήγε και κοινώνησε.
[Ί 180]
(Ανθολόγιο Συμβουλών, Άγιος Πορφύριος, σελ. 67-68)
μεσιτεύουν
Είναι καλό να απολαμβάνουμε την προσευχή των αγίων,
αλλ’ εφ’ όσον κι εμείς είμαστε ενεργητικοί.
Και τί μου χρειάζεται, λέει, η προσευχή του άλλου, όταν εγώ είμαι ενεργητικός;
Και βέβαια δεν θέλω να έρθης σε ανάγκη, αλλά πάντοτε βρισκόμαστε σε ανάγκη,
αν το σκεφθούμε καλά... Και αν ακόμα γίνης Παύλος, θα έχης ανάγκη της προσευχής των άλλων.
Μην έχης μεγάλη ιδέα για τον εαυτό σου, διότι θα ταπεινωθής...
Αν όμως παραμένουμε αδρανείς, κανένας δεν μπορεί να μας ωφελήση.
Ε.Π.Ε. 22,366
ως ήλιοι, ακατηγόρητοι
Όπως δεν μπορεί κανείς να πή για τον ήλιο ότι είναι σκοτεινός, ούτε αυτός ακόμα ο τυφλός,
έτσι και τον πολύ καλό άνθρωπο δεν θα μπορούσε κανείς να κατηγορήση.
Για την πίστι τους βέβαια πολλές φορές οι ειδωλολάτρες θα μπορούσαν να κατηγορήσουν τους χριστιανούς.
Για την ορθή όμως ζωή τους καθόλου. Μαζί με τους άλλους κι αυτοί τους θαυμάζουν και εκπλήττονται.
Ε.Π.Ε. 23,282
όσοι έχουν πίστι και βίο
Άγιοι είναι όλοι όσοι έχουν ορθή πίστι με ζωή ενάρετη.
Έστω κι αν δεν κάνουν θαύματα και δεν βγάζουν δαιμόνια, είναι άγιοι.
Ε.Π.Ε. 23,366
άγγελοι στη γη
Όλη η κατάστασις οφείλεται στην ευταξία της ψυχής.
Πραγματικά αυτοί είναι άγιοι άγγελοι ανάμεσα στους ανθρώπους. Και μην απορής γι’ αυτά.
Διότι ο πολύς φόβος του Θεού δεν τους αφήνει να κατέλθουν στα βάθη του ύπνου
και να βουτηχτή το μυαλό τους σε άτοπα, αλλ’ έρχεται απαλός μόνο και μόνο για να ξεκουραστούν.
Ε.Π.Ε. 23,368
και μέσα στον κόσμο
Ναι είναι δυνατό, και πάρα πολύ δυνατόν (να υπάρχουν και σήμερα άγιοι).
Επειδή διηγηθήκαμε τη ζωή των παλαιών αγίων,
ας μη καταφρονούμε τους αγίους που και σήμερα είναι στην εκκλησία.
Πολλές φορές υπάρχουν κρυμμένοι. Ας μη τους καταφρονούμε, επειδή κατοικούν στα σπίτια ή κυκλοφορούν στην αγορά,
ούτε επειδή είναι προϊστάμενοι.
Ε.Π.Ε. 23,374
άνθρωποι σαν κι εμάς
Οι άγιοι, ενώ κι αυτοί ήσαν σαν κι εμάς άνθρωποι, κατώρθωσαν όσα κατώρθωσαν.
Ε.Π.Ε. 23,410
φίλοι του Θεού
«Φίλοι του Δεσπότου οι τρεις παίδες»
Ε.Π.Ε. 24,132
λεπτομέρειες με σημασία
Τί έφαγαν (οι απόστολοι) και πότε έφαγαν, πότε κάθισαν και που βάδισαν, και τί έπραξαν κάθε μέρα.
Όλα όσα έκαναν εκείνοι είναι για μας γεμάτα ωφέλεια...
Όταν κάποιος ζή πνευματικά, και το ντύσιμο και το βάδισμα και τα λόγια
και τα πράγματα κι όλα γενικά αυτού του ανθρώπου ωφελούν τους ακροατές.
Τίποτε απ’ αυτά δεν τους εμποδίζει, δεν γίνεται κώλυμα στην πορεία τους.
Ε.Π.Ε. 24,140
όλοι οι πιστοί
Ας διακονούμε τους αγίους. Κάθε πιστός είναι άγιος, αφού είναι πιστός.
Κι αν είναι λαϊκός, όμως είναι άγιος.
Ε.Π.Ε. 24,462
όχι μόνο στην έρημο (μοναχοί)
Ας μην ενδιαφερώμαστε μόνο για τους μοναχούς.
Άγιοι κι αυτοί και ως πρός την πίστι και ως πρός τη ζωή,
αλλά άγιοι και οι χριστιανοί του κόσμου ως πρός την πίστι, πολλοί δε και ως πρός το βίο.
Γιατί, δηλαδή, όταν μάθουμε ότι μοναχός είναι για το Χριστό φυλακισμένος, τον επισκεπτόμαστε,
κι έναν απλό χριστιανό δεν τον επισκεπτόμαστε;
Και αυτός είναι άγιος και αδελφός.
Ε.Π.Ε. 24,462
(Χρυσοστομικό Λεξικό, αρχ. Δανιήλ Αεράκη, Τόμος Α΄, σελ.67-70)
Από τον ορίζοντα εξαρτάται η ησυχία.
Όσο πιο στενός ο ορίζοντας, τόσο πιο μεγάλη η ανησυχία. Όσο πιο εκτενής ο ορίζοντας, τόσο πιο μικρή η ανησυχία. Εκτενέστατος ορίζοντας, απεριόριστη θεϊκή ησυχία.
Όσο πιο στενός ο ορίζοντας, τόσο πιο μεγάλη η αξία του εαυτού μας. Όσο πιο εκτενής ο ορίζοντας, τόσο πιο μικρή η αξία του εαυτού μας. Eκτενέστατος ορίζοντας, ελαχιστότατη η αξία του εαυτού μας.
Εάν ο υπερήφανος βάτραχος από το πηγάδι σταθεί δίπλα στον ωκεανό, θα χάσει αμέσως την υπερηφάνειά του.
(Στοχασμοί περί καλού και κακού, Αγ. Νικολάου Βελιμίροβιτς, σελ. 34).
Ευεργετεί και συκοφαντείται
Διηγήθηκε ο Γέροντας: «Έκανα έρανο μεταξύ των στρατιωτών και αγόρασα καντήλια και μανουάλια για κάποιο εξωκκλήσι του αγίου Ιωάννου του Προδρόμου. Εκεί κοντά είχε καταυλισμό η διλοχία μας.
»Ήρθαν χειμώνα καιρό οι μεταγωγικοί (χωρικοί, κυρίως γυναίκες και παιδιά) με τα ζώα και μας έφεραν προμήθειες. Επειδή χάλασε ο καιρός και άρχισε να χιονίζη, κάθησαν να διανυκτερεύσουν σε πρόχειρες ελάτινες σκηνές.
«Κάποιος Ανθυπολοχαγός κτηνώδης ενωχλούσε μια νέα. Εκείνη η καημένη προτίμησε να πεθάνη παρά να αμαρτήση. Έφυγε και την ακολούθησε και μια ηλικιωμένη. Βάδιζαν μέσα στα χιόνια και βρέθηκαν στο εξωκκλήσι, αλλά η πόρτα ήταν κλειστή. Έμειναν έξω, κάτω από το υπόστεγο τρέμοντας από το κρύο.
»Την ίδια νύχτα μου ήρθε ξαφνικά ένας επίμονος λογισμός να πάω στο εξωκκλήσι να ανάψω τα καντήλια. Το χιόνι είχε φθάσει τα ογδόντα εκατοστά περίπου. Πήγα και χωρίς να γνωρίζω τι προηγήθηκε, βρήκα έξω από το εξωκκλήσι τις δύο γυναίκες μελανιασμένες από το κρύο. Τις έδωσα από ένα γάντι, άνοιξα την πόρτα, μπήκαν μέσα και αφού συνήλθαν κάπως, διηγήθηκαν τα σχετικά. "Εγώ", είπε η νέα, "έκανα ό,τι μπορούσα. Από εκεί και πέρα, ας κάνη και ο Θεός τα υπόλοιπα".
»Τις συμπόνεσα τις καημένες και αυθόρμητα τις είπα: "Τελείωσαν τα βάσανά σας. Αύριο θα πάτε στα σπίτια σας", όπως και συνέβη».
Ο Ανθυπολοχαγός όταν έμαθε ότι ο Αρσένιος τις βοήθησε και σώθηκαν, ίσως για να καλύψη την ενοχή του, διέδιδε συκοφαντικά ότι ο Εζνεπίδης έβαλε στην Εκκλησία τους μεταγωγικούς με τα μουλάρια. Τον κάλεσε ο Διοικητής σε απολογία. «Τόσο ασυνείδητος είμαι, κ. Διοικητά, να βάλω τους μεταγωγικούς με τα μουλάρια μέσα στην Εκκλησία;», είπε. Όμως δεν φανέρωσε την υπόθεση του ένοχου ανθυπολοχαγού· απολογήθηκε μόνον επειδή τον κατηγόρησαν για καταφρόνηση του οίκου του Θεού.
(Βίος Οσίου Παϊσίου του Αγιορείτου, ιερομ. Ισαάκ, σελ. 70-71).
Η θαυμαστή επίσκεψις
Μια άλλη νύχτα, το έτος 1388, ο όσιος Σέργιος του Ραντονέζ στεκόταν μπροστά στην εικόνα της Υπεραγίας Θεοτόκου και προσευχόταν:
-Παναγία, Μητέρα του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, ελπίδα και προστασία των πιστών, γίνε μεσίτρια για μας τους αναξίους. Ικέτευε τον Υιό και Θεό σου να εκδηλώση την ευσπλαχνία του στον άγιο αυτό τόπο. Εσένα, τη Μητέρα του γλυκύτατου Χριστού, καλούμε σε βοήθεια οι δούλοι σου, γιατί εσύ είσαι για όλους μας καταφυγή και δύναμις.
Τελειώνοντας την προσευχή αυτή κάθησε για λίγο να πάρη μια ανάσα. Ξαφνικά λέει στον υποτακτικό του Μιχαία:
-Παιδί μου, μείνε άγρυπνος αυτή τη νύχτα.
Μόλις πρόλαβε να προφέρη τα λόγια αυτά, ακούσθηκε μια φωνή:
-Ιδού, έρχεται η Πανάχραντη!
Ο άγιος βγήκε γρήγορα από το κελλί του στον προθάλαμο, όπου τον περιέβαλε ένα φως! Αξιώθηκε να δη ολοφώτεινη τη Μητέρα του Θεού συνοδευόμενη από τον Απόστολο Πέτρο και τον Ευαγγελιστή Ιωάννη. Μη μπορώντας ν’ αντέξη την εκτυφλωτική λαμπρότητα του οράματος, ο όσιος έπεσε καταγής. Η Υπεραγία Θεοτόκος έσκυψε, τον άγγιξε με τα χέρια της και του είπε:
-Μη φοβάσαι! Ήρθα να σ’ επισκεφθώ, γιατί άκουσα τις προσευχές που κάνεις για το μοναστήρι και τους αδελφούς. Μη λυπάσαι και μην ανησυχής λοιπόν για τη μονή αυτή. Από τώρα και στο εξής θα έχη κάθε ευλογία! Δεν θα παύσω να φροντίζω για τον τόπο αυτό και τώρα που ζης, αλλά και μετά την εκδημία σου.
Η υπερκόσμια λάμψις έσβησε και ο άγιος παρέμεινε άναυδος. Μόλις συνήλθε βλέπει τον μαθητή του ακίνητο σαν νεκρό από το φόβο και την έκπληξι. Τον βοήθησε να συνέλθη. Εκείνος έπεσε στα πόδια του οσίου λέγοντας:
-Πάτερ, για χάρι του Χριστού, μίλησε μου γι’ αυτό το θαυμαστό όραμα. Με συγκλόνισε τόσο που ένιωσα την ψυχή μου να χωρίζεται από το σώμα.
-Παιδί μου, περίμενε λίγο, γιατί κι εγώ δεν μπορώ ακόμα να συνέλθω.
Έπειτα διέκοψε τη σιωπή:
-Eιδοποίησε να έρθη εδώ ο π. Ισαάκ και ο π. Συμεών.
Όταν ήρθαν οι πατέρες, τους διηγήθηκε με λεπτομέρειες τη θαυμαστή επίσκεψι της Υπεραγίας Θεοτόκου και των δύο αποστόλων. Οι καρδιές όλων πλημμύρισαν από συγκίνηση και χαρά. Έψαλλαν την παράκλησι προς την Παναγία και ο όσιος παρέμεινε όλη τη νύχτα άγρυπνος συλλογιζόμενος το όραμα και ευγνωμονώντας την Πανάχραντη.
(Όσιος Σέργιος του Ραντονέζ)
(Χαρίσματα και χαρισματούχοι, Ι.Μ. Παρακλήτου,τόμος Β΄, σελ. 65-67).
Οι περισσότεροι από μας παραπονιόμαστε συχνά για τα προβλήματα και τις ελλείψεις που έχουμε νιώθοντας έτσι σχεδόν μόνιμα στην καρδιά μας μια αίσθηση ματαίωσης, απογοήτευσης και λύπης. Η αγωνία είναι επίσης ένα γνώριμο μας συναίσθημα και το ερώτημα ‘ γιατί να συμβαίνει αυτό σε μένα’ πολύ συχνό στο στόμα μας! Έτσι το άγχος κατακλύζει τη ζωή μας, χάνουμε την όποια υπομονή μας και τα εμπόδια μας φαίνονται ανυπέρβλητα! Μα αυτό δεν είναι ζωή… είναι μαρτύριο!
Πολλές φορές θα θέλαμε να βρισκόμαστε κάπου αλλού από εκεί που είμαστε ή οι συνθήκες της ζωής μας να ήταν διαφορετικές! Αυτή η επιθυμία είναι τόσο βασανιστική! Να είσαι υποχρεωμένος να διαχειριστείς μια καθημερινότητα με την οποία δεν είσαι καθόλου συμφιλιωμένος! Ακούω συχνά τους ανθρώπους να δυσανασχετούν με τη δουλειά τους ή το σύζυγο ή τα παιδιά τους, να διαμαρτύρονται για το πόσο κουρασμένοι νιώθουν, να τα ‘ βάφουν’ μαύρα με την παραμικρή δυσκολία! Κάτι δεν πάει καλά!
Όλη αυτή η απογοήτευση υποδηλώνει ένα σαθρό υπόβαθρο! Δυστυχισμένες, κουρασμένες ψυχικά και σωματικά φιγούρες, αποκαρδιωμένες περιφέρονται χωρίς νόημα και χωρίς σκοπό και η μια μέρα διαδέχεται την άλλη και η πλάτη βαραίνει ακόμα πιο πολύ και ο βηματισμός γίνεται ακόμα πιο αργός! Όμως η κατάσταση είναι αναστρέψιμη αν το θελήσουμε! Το κλειδί βρίσκεται στην πνευματική ζωή… δηλαδή στη διαφορετική ανάγνωση και βίωση της ζωής μας!
Θα περάσουμε έτσι από το ‘γιατί αυτό Θεέ μου’ στη διαδικασία να σκεφτούμε τί είναι αυτό που προσπαθεί να μας διδάξει τώρα ο Θεός! Θα σταματήσουμε τη γκρίνια και θα αρχίσουμε τη δοξολογία για όλα τα αγαθά που έχουμε. Η ευγνωμοσύνη πλαταίνει και χαροποιεί την καρδιά μας και έτσι εξαφανίζεται η πίεση και το σκοτάδι! Θα πάψουμε να αγωνιούμε εμποδίζοντας έτσι το Θεό να παρέμβει για να μας βοηθήσει… η αγωνία υποδηλώνει έλλειψη εμπιστοσύνης! Θα βάλουμε την προσευχή στη ζωή μας που είναι διάλογος με το Θεό και έτσι θα φύγει το άγχος από την καρδιά και θα εγκατασταθεί η ειρήνη! Θα καταλάβουμε ότι τα εμπόδια και οι δυσκολίες βρίσκονται εκεί για να μας προετοιμάσουν για την ουράνια κλήση μας!
Θα συνειδητοποιήσουμε επιτέλους ότι ο μεγαλύτερος εχθρός μας και υπονομευτής της ευτυχίας μας είναι ο εγωισμός μας! Γιατί όπως λέει και ο Άγιος Πορφύριος ο ταπεινός άνθρωπος είναι ο πραγματικά ελεύθερος από όλους και από όλα! Και όταν θα χάνουμε την υπομονή μας θα σκεφτόμαστε πόση υπομονή έχει κάνει ο Θεός μαζί μας και θα δυναμώνουμε! Αλίμονο μας αν δεν αναλάβουμε με γενναιότητα και χαρά το σταυρό που στον καθένα μας αναλογεί!
Αν είμαστε από τώρα κοντά στο Χριστό θα προγευόμαστε από δω τη Βασιλεία των Ουρανών… γιατί έτσι μόνο θα είμαστε ευτυχισμένοι και ειρηνικοί … ζώντας για το Χριστό, με το Χριστό και προς το Χριστό! Αμήν! (Α.Κ.Β.)
μη πολυπραγμόνει
Ας θέσουμε χαλινάρι στις σκέψεις μας. Ας μην υπερβαίνουμε τα όρια και τα μέτρα, που έχουν δοθή για την ανθρώπινη γνώσι... Προσπάθησε, άνθρωπε, να μάθης τα ευρισκόμενα στη γη και να μη περιεργάζεσαι ούτε να καταπιάνεσαι με τον ουρανό. Και μακάρι μόνο με τον ουρανό, αλλά συ καταπιάνεσαι και με τον Κύριο του ουρανού. Τη γη δεν γνωρίζεις, απ’ την όποια γεννήθηκες, στην οποία τράφηκες, την οποία κατοικείς, την οποία πατείς, χωρίς την όποια δεν μπορείς ούτε ν’ αναπνεύσης, και καταπιάνεσαι να εξηγήσης όσα απέχουν τόσο πολύ;
Ε.Π.Ε. 22,496-498
(Χρυσοστομικό Λεξικό, αρχ. Δανιήλ Αεράκη, τόμος Β, σελ. 27
683- ΤΑ ΑΔΕΙΑ ΧΕΡΙΑ ΤΙΜΩΡΟΥΝΤΑΙ.
Είδα στ’ όνειρο, έγραφε ένας πνευματικός, ένα άνθρωπο, που παρουσιάσθηκε στο δικαστήριο του Θεού. «Βλέπεις, Θεέ μου, του λέγει, ετήρησα το Νόμο σου. Δεν έπραξα καμιά ατιμία ή ασέβεια. Κύριε, τα χέρια μου είναι αγνά.
-Αναμφιβόλως, αναμφιβόλως, του απήντησε τότε ο καλός Θεός, αλλά είναι άδεια και γι’ αυτό σε καταδικάζω.
689- ΤΟ ΚΑΛΥΤΕΡΟ.
Απ’ έξω από την εκκλησία γινόταν η συζήτησις:
-Έχω μοναδική επιθυμία να μ’ αξιώση ο Θεός να πάω κάποτε ν’ ανεβώ στο όρος Σινά και να διαβάσω από εκεί απάνω τις δέκα εντολές.
-Μπα, εγώ σου λέω καλύτερα να μείνης σπίτι σου και να προσπαθήσης να τις εκτελής.
(Θησαυρός Γνώσεων και ευσεβείας, Υακίνθου Γρατιανουπόλεως, σελ. 313-314)