Είχα μάθει από πολύ μικρός ότι οι διαφωνίες στη ζωή λύνονται με τις φωνές, τους τσακωμούς και τη σωματική βία! Ήταν μεγάλη μου ευχαρίστηση όταν κατατρόπωνα τους ‘εχθρούς’ μου γιατί φώναζα περισσότερο ή γιατί ήμουν ο πιο έξυπνος. Κι έτσι κέρδιζα το δίκιο μου! Έχανα όμως τους ανθρώπους μου, ανθρώπους που τους απογοήτευα! Και ύστερα έμενα μόνος μου και θλιμμένος. Ακόμα και μέσα στην Εκκλησία, όταν γνώρισα το Χριστό και πάλι δε θυμάμαι μια φορά στην εξομολόγηση να μην έχω αναφέρει το θυμό μου και τις συγκρούσεις με ανθρώπους που αγαπώ! Υπήρχαν όμως δύο διαφορές… ότι τα ξεσπάσματα μου ήταν πιο ήπια και πως οι σχέσεις μου με τους ανθρώπους διορθώνονταν, έστω και με μπαλώματα! Εδώ κι ένα χρόνο όμως περίπου διαπιστώνω ότι απλώς έχω διαφωνήσει μόνο δύο φορές με τους αδερφούς μου χωρίς να έρθω σε σύγκρουση! Τουλάχιστον μέσα μου είχα εναντιωθεί μόνο στις απόψεις τους και όχι στο πρόσωπο τους. Γι’αυτό και δεν επήλθε σύγκρουση! Αναλογιζόμενος τί ήταν αυτό που έχει αλλάξει διαπίστωσα μερικά πράγματα… καταρχάς αυτό που λέει η παροιμία ‘ της νύχτας τα καμώματα τα βλέπει η μέρα και γελάει’. Όταν το Φως του Χριστού είναι μέσα σου, βλέπεις με γέλιο πικρό πόσο σκοτεινό και ανόητο είναι να συγκρούεσαι… για οποιοδήποτε λόγο!
Αυτό που άλλαξε είναι η κατεύθυνση της αγάπης μου, από φιλαυτία δηλαδή έγινε φιλαδελφία! Δηλαδή δεν αγαπώ εμπαθώς τον εαυτό μου αλλά αγαπώ εν Χριστώ τους αδερφούς μου! Διαπίστωσα ότι κυρίως τσακωνόμουν με αυτούς που αγαπούσα πιο πολύ και στο τέλος μετάνιωνα πικρά είτε είχα δίκιο είτε όχι. Και τελικά πόσο σημαντικό είναι αυτό το δίκιο; Πιο σημαντικό από το Χριστό; Ε, όχι! Δε θα αφήσω κανένα δίκιο να με βγάλει από την Αγάπη του Χριστού! Αυτό το χρόνο νιώθω το Χριστό να εργάζεται μέσα μου, σε ένα ερείπιο για το οποίο ευθύνομαι αποκλειστικά εγώ. Κι Αυτός με έχει κάνει να καταλάβω βαθιά μέσα μου πως πρέπει να βλέπω τα πράγματα από το τέλος προς την αρχή! Σκοπός της ζωής μου είναι η ένωση μου με το Χριστό και η αιώνια Ζωή μαζί Του! Και όταν συμβαίνει αυτό σπλαχνίζεσαι και αγαπάς τους πάντες! Αν ο αδερφός με προσβάλλει και με μειώνει, δίκιο έχει, γιατί να τσακωθώ; Κι αν έχει άδικο, πάλι δε θα τσακωθώ… θα προσευχηθώ στον Ειρηνοποιό Χριστό να μας συμφιλιώσει! Ποτέ πια δε μιλώ όταν έχω θυμό μέσα μου. Δε μου πάει η καρδιά να πικράνω κανένα. Και πριν τους αγαπούσα αλλά είχα λογισμό ‘ πρέπει να τους μιλήσεις για το καλό τους’. Τώρα πια όμως πριν μιλήσω προσεύχομαι πολύ. Και προσευχόμενος μαλακώνει η καρδιά μου, ξεχνιέμαι και λέω ‘ Κύριε δικοί Σου είναι… Εσύ τόσο που μας αγαπάς βρες τρόπους να μας σώσεις!
Ποιος είμαι εγώ να τους μιλήσω για το καλό τους; Έχουν Εσένα, την Εκκλησία Σου και τον πνευματικό τους! Εγώ είμαι στη διάθεση του Χριστού αν θέλει να με αξιοποιήσει. Και βλέπω ότι τα πράγματα είναι πολύ καλύτερα έτσι! Κι αν βλέπω ότι δεν μπορούμε να είμαστε μαζί με κάποια αδέρφια μου χωρίς συγκρούσεις, απλά απομακρύνομαι μέχρι να μας ετοιμάσει ο Κύριος! Υπάρχουν και άνθρωποι που δεν τους έχω αγαπήσει ακόμα. Με αυτούς είναι λίγο πιο δύσκολο να μη συγκρουστώ. Όμως σκέφτομαι ότι τους αγαπάει ο Χριστός… γι’ αυτούς σταυρώθηκε! Αν κάποιος μου δώσει να φάω κρέας τη Μεγάλη Παρασκευή, θα το φάω; Όχι, για την Αγάπη του Χριστού! Γιατί λοιπόν να φάω τη σάρκα ενός ανθρώπου και να ανταποδώσω την προσβολή και την ειρωνεία ή να έρθω στα χέρια με κάποιον για τον οποίο έπαθε ο Χριστός; Νομίζω είναι χειρότερο από το να φάω κρέας τη Μεγάλη Παρασκευή!
265- ΤΙ ΕΙΝΑΙ Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ. Ο άνθρωπος είναι από δυο απόψεις προτελευταίος. Είναι σχεδόν έσχατος στην κλίμακα, που κατεβαίνει προς το Τίποτε. Κι επίσης σχεδόν έσχατος σε κείνο, που ανεβαίνει προς τον Θεό.
Δεν είμεθα παρά πηλός, αλλά αυτός ο πηλός πλάσθηκε από τα ίδια εκείνα χέρια, που δημιούργησαν το Σύμπαν.
Είμεθα σκουλήκια και τροφή των σκουληκιών, αλλά με το λογικό μας ζυγίζουμε και μετράμε τα άστρα, που λάμπουν χιλιάδες χρόνια μακρυά μας.
Κάτω από εμάς είναι τα άλογα κτήνη, αλλά πάνω μας στη μυστική κλίμακα, που υψώνεται από τη γη στον ουρανό, δεν υπάρχουν παρά οι άγγελοι (Τζοβάννι Παπίνι).
267- ΑΝΟΗΤΟΙ ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ ΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ. Ένας μύθος αναφέρει ότι σε μια συντροφιά από σκουλήκια έχει φθάσει η είδησις, ότι σε λίγο δυο πτώματα θα θάπτονταν στον τόπο τους. Το ένα κάποιου βασιλιά και το άλλο ενός ζητιάνου.
Έθαψαν τα πτώματα και το συμπόσιο άρχισε. Ενώ έτρωγαν συζητούσαν μεταξύ των, ποιο τάχα να ήταν το σώμα του βασιλιά και ποιο του ζητιάνου. Μάταια όμως. Έτρωγαν από το ένα, δοκίμαζαν από το άλλο και δεν το κατόρθωναν να τα ξεχωρίσουν. Τότε πήρε το λόγο ένας γεροσκούληκας.
-Τι ανόητοι που είναι οι άνθρωποι, ώστε να κάνουν διακρίσεις και να περιφρονή ο πλούσιος τον φτωχό, αφού, όταν πεθάνουν, ούτε τα σκουλήκια δεν κατορθώνουν να τους ξεχωρίσουν.
(Θησαυρός Γνώσεων και ευσεβείας, Υακίνθου Γρατιανουπόλεως, σελ.122-123 )
του Χριστού
Ο Χριστός, φανερώνοντας την αληθινή ανθρώπινη του φύσι, δακρύζει ήρεμα, και προς το παρόν αναβάλλει το θαύμα (του Λαζάρου)... Φανερώνει εκείνο, που ήταν, δηλαδή, την ανθρώπινη φύσι. Δακρύζει και ταράζεται προσωρινά. Διότι το πένθος γνωρίζει να αναδεικνύη τα αγαθά πάθη.
Ε.Π.Ε. 14,204
για την αμαρτία
Όταν αμαρτήσης, τότε μόνο να στενάξης βαθειά, τότε να δακρύσης και να κλάψης. Δεν εμποδίζω στην περίπτωσι αυτή το θρήνο, μάλλον και τον συνιστώ. Αλλά και τότε με μέτρο το πένθος, και αυτό το λέω, διότι υπάρχει επάνοδος με τη μετάνοια και συγχώρησις.
Ε.Π.Ε. 18α,580
νουθεσίες
Ανάγκη θρήνων, κάτι που κάνουν και οι προφήτες, όταν βρίσκωνται σε αδιέξοδα. Είναι και αυτό σπουδαίο μέσο θεραπείας, όχι μόνο να συμβουλεύουμε, αλλά και να κλαίμε.
Ε.Π.Ε. 20,334
και κραυγή του Ιησού
Τι θέλει να πη το χωρίο, ότι ο Ιησούς προσευχήθηκε με δάκρυα και κραυγή δυνατή; Το Ευαγγέλιο δεν λέει πουθενά, ότι ο Ιησούς προσευχήθηκε με δάκρυα, ούτε ότι έβγαλε δυνατή φωνή. Επομένως στην περίπτωσι που αναφέρει ο Παύλος, έχουμε συγκατάβασι. Δεν αρκέστηκε να πη ότι προσευχήθηκε, αλλ' είπε, και με δυνατή φωνή.
Ε.Π.Ε. 24,400
(Χρυσοστομικό Λεξικό, αρχ. Δανιήλ Αεράκη, τόμος Β)
217- ΚΙ Ο ΘΕΟΣ ΑΝΕΠΑΥΘΗ. Η Αγία Γραφή αναφέρει ότι ο Θεός εργάσθηκε έξη μέρες και την έβδομη αναπαύθηκε. «Και κατέπαυσε τη ημέρα τη εβδόμη από πάντων των έργων αυτού» (Γεν.22). Ο Θεός βέβαια δεν έχει ανάγκη αναπαύσεως, αλλά θέλει να μας διδάξη ότι και ο άνθρωπος έπειτα από την εργασία οφείλει να αναπαύεται.
Η ανάπαυσις για το σώμα είναι νόμος της φύσεως. Το σώμα έχει ανάγκη αναπαύσεως, όπως το ρολόι θέλει κούρδισμα, το αυτοκίνητο βενζίνη, η ατμομηχανή κάρβουνο.
230- ΠΟΛΛΟΙ ΠΡΟΕΔΡΟΙ. Σε μια Βουλή, μετά τη συζήτησι δημιουργήθηκε ένα αληθινό πανδαιμόνιο. Όλοι φώναζαν, όλοι ήθελαν να μιλήσουν κι’ ο πρόεδρος της Βουλής διαρκώς κτυπούσε τον κώδωνα χωρίς να κατορθώνη να επιβάλη την τάξι.
Σε μια στιγμή σχετικής γαλήνης σηκώνεται ένας βουλευτής και φωνάζει: «Κύριοι βουλευταί, έτσι δεν μπορούμε να προχωρήσωμε. Είμεθα εδώ 285 πρόεδροι και 1 βουλευτής που σημαίνει τον κώδωνα».
Γέλασαν όλοι κι η ηρεμία επεκράτησε στη Βουλή. Καθημερινώς όλοι θέλουν να μιλούν, να πούν τη γνώμη των κι όλοι να επιβληθούν. Έχομε παντού και πολλούς προέδρους και ελάχιστα μέλη.
(Θησαυρός Γνώσεων και ευσεβείας, Υακίνθου Γρατιανουπόλεως)
σύνδεσμος
Αυτό είναι το έργο της αγάπης. Εκείνους που ‘ναι μόνοι τους, όταν η αγάπη τους συγκολλήση και τους συνενώση με προσοχή,
τους καθιστά σταθερούς.
Ε.Π.Ε. 22,180
χωρίς αυτή κάθε αγαθό εξαφανίζεται
Οσαδήποτε κατορθώματα κι αν έχη κανείς, όλα είναι μάταια, αν δεν υπάρχη η αγάπη.
Δεν είπε ο Παύλος, πώς απλώς είναι κορυφή η αγάπη, αλλά το σπουδαιότερο είπε, πώς η αγάπη είναι σύνδεσμος.
Ε.Π.Ε. 22,240
θέλουν να μας τραβήξουν απ’ αυτήν
Όταν μυριάδες δυνάμεις κινούνται, που θέλουν να μας αποτραβήξουν απ’ την αγάπη, εμείς δε συνεχώς αντιστεκώμαστε,
δεν είναι τότε κόπος η αγάπη; Διότι οι άγιοι και τί δεν υπέφεραν ώστε να μην απομακρυνθούν απ’ την αγάπη!
Ε.Π.Ε. 22,358
το γλυκύτερο
Έτσι πρέπει ν’ αγαπά κανείς, ώστε, αν του ζητηθή, να δώση και την ψυχή του, να μη διστάση.
Και δεν λέω, να του ζητηθή αυτό, αλλά να είναι ολοπρόθυμος να το κάνη. Διότι τίποτε δεν υπάρχει γλυκύτερο απ’ την αγάπη.
Ε.Π.Ε. 22,386
συγκρατεί απ’ το κακό
Η αγάπη κάνει άμεμπτους τους ανθρώπους. Δεν υπάρχει αμάρτημα, που δεν το καταστρέφει η φωτιά, η δύναμις της αγάπης.
Είναι πιο εύκολο ν’ αντισταθή ένα φρύγανο σε μεγάλη φωτιά, παρά η φύσις της αμαρτίας στη δύναμι της αγάπης.
Αυτήν να φυτεύσουμε στις ψυχές μας, για να σταθούμε μαζί με τους αγίους.
Διότι όλοι οι άγιοι ευηρέστησαν το Θεό με την αγάπη στους άλλους.
Ε.Π.Ε. 22,240
Παύλος, μανικός της αγάπης
Ο πόθος του Παύλου ήταν πραγματικό δείγμα θερμής αγάπης, με το να επιθυμή και να τους δη και να τους ακούση και να τους μιλήση•
κάτι, που θα συνέβαλλε σε πολλά... Διότι ήταν ένας μανιώδης εραστής, ασυγκράτητος και ανυπόμονος στην αγάπη.
Ε.Π.Ε. 22,404
αμοιβαία
Όταν μάθη ο αγαπών, ότι το ξέρει αυτό ο αγαπώμενος, πολύ ενισχύεται και παρηγορείται.
Ε.Π.Ε. 22,432
όλους τους περιλαμβάνει
Αυτό είναι πράγματι γνώρισμα της αγάπης, που συμφωνεί με το θέλημα του Θεού, το ν’ αγκαλιάζη όλους.
Αν όμως τον τάδε τον αγαπάς, τον τάδε δεν τον αγαπάς, αυτή η αγάπη συμφωνεί με τις θελήσεις των ανθρώπων.
Αλλά η αγάπη των χριστιανών δεν είναι τέτοια.
Ε.Π.Ε. 22,438
και, στην πόρνη
Η πλεονεξία και η μοιχεία και ο φθόνος και οι επιθέσεις και όλα τα παρόμοια κακά μπορούν ν’ αναχαιτιστούν με την αγάπη προς τους άλλους.
Η πορνεία όμως, πώς; Εγώ, λοιπόν, είπα, ότι κι αυτό το κακό μπορεί η αγάπη να το σταματήση.
Αν κάποιος αγαπά την πόρνη, θα προσπαθήση κι αυτήν να την απομακρύνη απ’ τους άλλους άντρες,
και ο ίδιος να μη προστεθή στον κατάλογο των αμαρτανόντων με την πόρνη.
Το να πορνεύη κανείς με την πόρνη είναι γνώρισμα ανθρώπου, που μισεί.
Το ν’ απομακρύνη όμως αυτήν απ’ την απαίσια πράξι, αυτός είναι δείγμα αληθινής αγάπης.
Ε.Π.Ε. 22,440
αυτονόητη
Είναι τόσο αναγκαία η αγάπη, ώστε ούτε διδασκαλία χρειάζεται, αφού τα πολύ σπουδαία είναι φανερά σε όλους (αυτονόητα).
Ε.Π.Ε. 22,468
πάνω από όλους o Θεός
Επειδή και οι άντρες αγαπάνε τις γυναίκες περισσότερο απ’ το Θεό και οι γυναίκες προτιμούν τους άντρες περισσότερο απ’ το Θεό,
γι’ αυτό ό Θεός, και χωρίς να το καταλαβαίνουμε, μας τραβά ο δικός Του πόθος.
Μην αγαπάς τον άντρα σου πάνω απ’ το Θεό, και δεν θα αισθανθής ποτέ τη χηρεία.
Έχεις προστάτη Εκείνον, που μας αγαπά περισσότερο από όλους και είναι και Αθάνατος.
Ε.Π.Ε. 22,476
ίση πρός όλους
Δες αγάπη! Δεν αγαπούσαν (οι χριστιανοί) τον ένα μόνο κι όχι τον άλλον. Ήταν ίση η αγάπη τους πρός όλους.
Ε.Π.Ε. 23,24
(Χρυσοστομικό Λεξικό, αρχ. Δανιήλ Αεράκη, Τόμος Α΄, σελ. 46-48)
Ένας από τους υπευθύνους της θρησκευτικής εφημερίδος «Ορθόδοξος Τύπος» αναφέρει:
—Ο π. Επιφάνιος Θεοδωρόπουλος απέφευγε επιμελώς κάθε έπαινο, επίδειξι ή προβολή, μπορώ να πω μετά μανίας.
Και συνεχίζει:
—Το 1985 έγινε στην Κεχαριτωμένη η κουρά τριών δοκίμων μοναχών, ενός Εφέτου, ενός Ηλεκτρολόγου-Μηχανολόγου του Ε. Μ.Π. και ενός αποφοίτου του Ανώτερου Φροντιστηρίου της Ριζαρείου Σχολής. Θελήσαμε να γράψουμε στην εφημερίδα κάτι πάνω στο γεγονός αυτό. Φυσικό ήταν να αναφερθή και το όνομα του π. Επιφανίου. Ο «Ορθόδοξος Τύπος» κυκλοφορεί κάθε Παρασκευή, αλλά αρχίζει να τυπώνεται από την Τετάρτη. Ο εργαζόμενος στο τυπογραφείο της εφημερίδος μας Ι.Α. πήγε την Τετάρτη εκείνη να εξομολογηθή στον π. Επιφάνιο. Μαζί του είχε κι ένα φύλλο της εφημερίδος και του το έδωσε. Μόλις εκείνος το διάβασε, με παίρνει στο τηλέφωνο.
—Υποβάλλω θερμή παράκλησι να αποσύρης το φύλλο.
—Μα δεν γίνεται...
—Όλα γίνονται. Αρκεί να το θελήσης. Άρχισε να αποστέλλεται;
—Όχι ακόμη.
—Απόσυρέ το, λοιπόν, και θα πληρώσω τη ζημιά.
—Μα, π. Επιφάνιε, δεν γράφουμε τίποτε το σπουδαίο.
—Σε παρακαλώ πολύ, απόσυρέ το για να ησυχάσω.
—(Κάπως μουδιασμένα) Καλά.
—Λοιπόν, θα το κάνης;
—Εφ όσον το θέλετε τόσο πολύ, θα το κάνω.
—Σ' ευχαριστώ! Τώρα ησύχασα.
Και προσθέτει ο αφηγούμενος το περιστατικό:
—Ο π. Επιφάνιος στηλογραφεί την αρετή. Άλλοι έρχονται και σου ζητούν ευθέως ή εμμέσως να γράψης κάτι για το πρόσωπό τους κι αυτός, επειδή αναφέραμε απλώς το όνομά του, παρακαλούσε να πολτοποιήσουμε τα φύλλα! Και η πολτοποίησι του στοίχισε τότε, θυμάμαι, 25.000 δρχ!... Όταν εκοιμήθη ο μακαριστός Μητροπολίτης Ελευθερουπόλεως Αμβρόσιος, ο οποίος όχι απλώς εκτιμούσε τον Γέροντα, αλλά και τον υπεραγαπούσε, επρόκειτο να δημοσιευθή η Διαθήκη του στον «Ορθόδοξο Τύπο». Ο Γέροντας υποπτεύθηκε ότι θα περιείχε πολλούς επαίνους για το πρόσωπό του, όπως και ήταν η πραγματικότης. Φρόντισε να πληροφορηθή το περιεχόμενό της και μερίμνησε πάλι μέσω του υπευθύνου της εφημερίδος να «λογοκριθή» το κείμενο. Γι' αυτό, όταν δημοσιεύθηκε σε ορισμένα σημεία υπήρχαν αποσιωπητικά!... (Υποθήκες Ζωής, σελ. 49-50)
Η ΑΓΑΠΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ
"Ο Έρως της βοσκοπούλας και ο Έρως του Χριστού "
Κάποιο απόγευμα βρισκόμουν στα Καλλίσια με το Γέροντα, που είχε πληροφορηθεί ότι έφθασε στην Αθήνα για ομιλία αγιορείτης Ηγούμενος Μονής.
Μου είπε, πως πολύ θέλει να αναπνεύσει αγιορείτικο αέρα, εννοώντας ομιλία αγιορείτικη. Με φιλικό αυτοκίνητο κατεβήκαμε στον Άγιο Νικόλαο,
επί της οδού Ασκληπιού. Η αίθουσα ήταν ασφυκτικά γεμάτη κυρίως, από φοιτητές και φοιτήτριες. Πρώτος μίλησε ένας θεολόγος, που ανέπτυξε, αρκετά καλά, πατερικές θέσεις πάνω σε σύγχρονα προβλήματα.
Κατόπιν δόθηκε ο λόγος στον αγιορείτη Ηγούμενο, ο οποίος ανέβασε κατακόρυφα την πνευματική ατμόσφαιρα.
Όταν τελείωσε, ένας φοιτητής είχε την έμπνευση να παρακαλέσει να τους πει δυο λόγια ο π. Πορφύριος,
που τον διέκρινε να κάθεται σκυφτός σε μία γωνιά.
Πολλοί επιδοκίμασαν την πρόταση. Ο π. Πορφύριος φάνηκε θορυβημένος, είπε ότι δεν μιλά σε δημόσιες συγκεντρώσεις,
αλλά προ της "φωνής του λαού" αναγκάσθηκε να πει,
με ασθενική φωνή πού μόλις ακουγόταν: "Εγώ δεν μιλώ, μόνο παρακαλώ το Θεό να φωτίσει τον υποτακτικό του (εννοώντας τον Ηγούμενο) να τα πει καλά".
Τα παιδιά όμως δεν αρκέσθηκαν σ' αυτό• ζητούσαν να ακούσουν περισσότερα.
Τότε ο π. Πορφύριος ρώτησε: "Τι θέλετε να σας πώ;" Τα παιδιά απάντησαν: "Πώς θα μπορέσουμε να ζήσουμε σήμερα την αληθινή χριστιανική ζωή;"
Και ο π. Πορφύριος άρχισε να μιλά αργά αργά :
"Πολλοί λένε ότι η χριστιανική ζωή είναι δυσάρεστη και δύσκολη• εγώ λέω ότι είναι ευχάριστη και εύκολη,
αλλά απαιτεί δύο προϋποθέσεις: Ταπείνωση και αγάπη". Τα παιδιά- που πολλά από αυτά κρατούσαν σημειώσεις- ρώτησαν:" Πώς θα μπορέσουμε Γέροντα, ν' αποκτήσουμε ταπείνωση και αγάπη;"
Τότε ο Γέροντας απάντησε: "εν παραβολαίς", μ' εκείνη την αμίμητη αφηγηματική του χάρη:
"Θα σας πώ, παιδιά, μία ιστορία: Ήταν κάποτε μία βοσκοπούλα, που ζούσε στο βουνό και έβοσκε πρόβατα. Όλη την ημέρα κοπίαζε να βοσκήσει καλά τα πρόβατα,
να τα ποτίσει, να τα φυλάξει από τα αγρίμια και το βράδυ να τα φέρει πίσω στο μαντρί, να τ' αρμέξει και να τα τακτοποιήσει.
Και όταν προχωρούσε η νύχτα και οι γονείς της κοιμόνταν, αυτή αν και κατάκοπη, πηδούσε κρυφά το φράχτη του μαντριού και έτρεχε μέσα στο σκοτάδι, ανάμεσα από βράχια, από αγκάθια,
κι έφθανε στην αντικρινή ράχη, για να συναντήσει ένα βοσκόπουλο που αγαπούσε.
Κι όταν τον συναντούσε ήταν πολύ χαρούμενη, παρά τους κόπους και τις θυσίες της• και μάλιστα επειδή η συνάντηση με τον αγαπητικό της κόστιζε κόπους και θυσίες, ήταν πιο χαρούμενη.
Να με συμπαθάτε, που καλόγερος εγώ, σας μιλάω για αγαπητικούς, αλλά το κάνω για να με καταλάβετε καλύτερα τί θέλω να πω.
Έτσι και η ψυχή πρέπει να έχει τον αγαπητικό της το Χριστό, για να είναι ευχαριστημένη όπως και η βοσκοπούλα που ερωτεύθηκε τον βοσκόπουλο.
Και τί είναι οι ανθρώπινοι έρωτες μπροστά στο θείο έρωτα; Περαστικοί και απατηλοί• ενώ ο θείος έρωτας είναι αιώνιος και αληθινός.
Η ψυχή που είναι ερωτευμένη με τον Χριστό, είναι πάντα χαρούμενη και ευτυχισμένη οτιδήποτε κι αν τη συμβεί, όσους κόπους και θυσίες κι αν της κοστίσει ο θείος έρωτας της.
Και μάλιστα όσο πιο πολύ κοπιάζει και θυσιάζεται χάριν του αγαπημένου της Χριστού, τόσο πιο πολύ ευτυχισμένη αισθάνεται.
Η ψυχή ερωτεύεται τον Χριστό όταν γνωρίζει και εφαρμόζει τις εντολές Του.
Όταν η ψυχή ερωτευθεί τον Χριστό, αγαπάει και τους ανθρώπους, δεν μπορεί να τους μισήσει.
Στην ψυχή που είναι ερωτευμένη με τον Χριστό δεν μπορεί να μπει ο διάβολος.
Όπως τώρα σε αυτή την αίθουσα που βρισκόμαστε: Ας πούμε ότι είμαστε όλοι καλοί.
Αν, κάποια στιγμή, εμφανιστούν στην πόρτα μερικοί κακοί άνθρωποι και θελήσουν να μπουν μέσα, δεν θα μπορέσουν, γιατί η αίθουσα είναι γεμάτη από μας.
Έτσι και στην ψυχή, που όλος ο χώρος της είναι κατειλημμένος από το Χριστό,
δεν μπορεί να μπεί και να κατοικήσει ο διάβολος, όσο κι αν προσπαθήσει, διότι δεν χωράει, δεν υπάρχει κενή θέση γι' αυτόν.
Μ ' αυτόν τον τρόπο θα μπορέσουμε να ζήσουμε την αληθινή χριστιανική ζωή."
Τα παιδιά ενθουσιάστηκαν με την απλή, μα υποβλητική διδασκαλία του Γέροντα.
Μερικές ημέρες αργότερα, βρισκόμουν και πάλι κοντά στο Γέροντα, στα Καλλίσια.
Του είπα, μεταξύ άλλων, για το πόσο ευχαριστήθηκαν τα παιδιά με εκείνη τη διδασκαλία του για τη βοσκοπούλα, αλλά και όσοι άλλοι την άκουσαν από διηγήσεις τρίτων.
Ο γέροντας χάρηκε και είπε: " Έ, πού να τα πάρει η ευχή τα παιδιά, μωρέ• εγώ δεν μιλάω σε αίθουσες, σε κόσμο.
Αυτά με ανάγκασαν. Ξέρεις αυτή η βοσκοπούλα ερχόταν σε μένα και εξομολογείτο.
Έτσι γινόταν, όπως τα είπα. "Γέροντα, του είπα, ώστε είναι αληθινή αυτή η ιστορία με τη βοσκοπούλα;"
Κι ο Γέροντας : "Ναι, είναι αληθινή".
Μου έκανε εντύπωση το πόσο πετυχημένα ο Γέροντας χρησιμοποιούσε, παραβολικά, περιστατικά της καθημερινής ζωής, για να κάνει μ' αυτά, αντιληπτές τις αναγωγές του στη ζωή της αιωνιότητας.
Ο Γέροντας μιλώντας για το θείο έρωτα και για την αγάπη στον άνθρωπο, είχε τη διάκριση να αποφεύγει την αιρετική απομόνωσή τους.
Δεν μιλούσε μόνο για θείο έρωτα ή μόνο για ανθρώπινη αγάπη, γιατί στην πρώτη περίπτωση θα φθάναμε στην αποπνευματοποιημένη αποξένωση από τον άνθρωπο και τελικά από το Θεό,
και στη δεύτερη στην ουμανιστική αποξένωση από το Θεό και τελικά από τον άνθρωπο.
Ο Γέροντας πάντοτε προέβαλε την ορθόδοξη σύνθεσή τους, με τη μορφή της κάθετης και οριζόντιας, σταυρικής διάστασης, της αγάπης μέσα στο σώμα της Εκκλησίας.
Και αυτό το έκανε όχι κηρυκτικά και αφηρημένα, αλλά διαλεκτικά και συγκεκριμένα, μέσα από επίκαιρα γεγονότα της προσωπικής ζωής του καθενός .
[ Γ. 42-6 ]
( Ανθολόγιο Συμβουλών, Άγιος Πορφύριος, σελ.47-50 )
250- ΕΥΓΕΝΕΙΑ ΨΥΧΗΣ. Ένας άγιος εφημέριος έμαθε ότι ένας ενορίτης του, που του είχε κάνει μεγάλο κακό και πολλές φορές τον είχε συκοφαντήσει, βρισκόταν σε δύσκολη οικονομική θέσι. Για να του δείξη την αγάπη του χωρίς να τον θίξη, κάλεσε ένα κοινό φίλο και δίνοντάς του ένα σεβαστό ποσό του είπε: «Πήγαινε να το δώσης στο φίλο μας χωρίς όμως να πης ότι προέρχεται από μένα, γιατί δεν θέλω να τον ταπεινώσω».
256- Η ΑΠΑΝΤΗΣΙΣ. Ο ενάρετος εφημέριος του Άρς έλαβε μιαν επιστολή η οποία άρχιζε έτσι: «Κύριε εφημέριε, όταν ένας κληρικός όπως εσείς γνωρίζη τόσον πολύ ολίγον την θεολογίαν, δεν θα έπρεπε να τολμήση ποτέ να πλησιάση ένα εξομολογητήριον».
Η συνέχεια της επιστολής ήτο όλη επάνω εις τον ίδιον αυθάδη τόνον.
Ο εφημέριος του Άρς Αιδεσιμ. Βιαννέ, ο οποίος ελλείψει χρόνου σπανίως απαντούσεν εις τας πολλάς επιστολάς τας οποίας ελάμβανεν, έσπευσεν αμέσως να απαντήση: «Πόσους λόγους έχω να σας αγαπώ, πολυαγαπητέ μου και σεβαστέ μου συνάδελφε, διότι είσθε ο μόνος ο οποίος με εγνώρισε κατά βάθος. Επειδή δε είσθε τόσον καλός και τόσον φιλάδελφος ώστε να ενδιαφέρεσθε διά την ταλαίπωρον ψυχήν μου, βοηθήσατέ με λοιπόν να αποκτήσω εκείνο το οποίον τόσον διακαώς από καιρού επιθυμώ, να με απομακρύνουν από την θέσιν, όπου παρά την αμάθειάν μου, αναξίως με ετοποθέτησαν, διά να ημπορέσω τέλος να αποσυρθώ εις μιαν γωνίαν όπου να κλαίω αυτήν την ταλαίπωρον ζωήν μου».
Ο αναιδής αυτός επιστολογράφος, καταντροπιασμένος από το μέγεθος τόσης ταπεινοσύνης έσπευσε να μεταβή και να του ζητήσει συγγνώμην (Ανθ. Σαργολόλου: Ο εφημέριος του Άρς σελ.121).
(Θησαυρός Γνώσεων και Ευσεβείας, Υακίνθου Γρατιανουπόλεως, σελ. 116-118)
6. « Έχθραν θήσω ανά μέσον σου και ανά μέσον της γυναικός» (Γεν. γ’ 15).
Ο στίχος αυτός ωνομάσθηκε «Πρωτευαγγέλιον». Είναι ο πρώτος στίχος του «Ευαγγελίου» για την πεσμένη ανθρωπότητα. Ο αγαθός Πατέρας, λίγο αμέσως μετά τη φοβερή τραγωδία της Πτώσεως και για να δώση χαρά και ελπίδα στους απαρηγόρητους Πρωτοπλάστους ανασηκώνει λίγο το πέπλο της Ιστορίας και φανερώνει το γεγονός της Βηθλεέμ. Στα δακρυσμένα μάτια της Εύας παρουσιάζει με μιας την χαρούμενη μορφή της Θεοτόκου. Ο Θεός ο ίδιος «ευαγγελίζεται την Κεχαριτωμένη», αιώνες πριν από τον αρχάγγελό του! Η Θεοτόκος, μέχρι τη στιγμή εκείνη βρισκόταν κρυμμένη στο προαιώνιο και «σεσιγημένο» Σχέδιο του Θεού. Με το «πρωτευαγγέλιο» της Εδέμ η Θεοτόκος και η συμβολή της στη σωτηρία προδιαγράφεται καθαρώτατα: ο απόγονος της νέας Εύας, ο νέος Αδάμ της Χάριτος, ο Θεάνθρωπος Ιησούς θα συντρίψη οριστικά τον προαιώνιο εχθρό του ανθρώπου, το διάβολο και θα ανοίξει ξανά τον Παράδεισο για τους εξορίστους!
...Όταν μετανοούμε ειλικρινά για την πτώσι μας· όταν κλαίμε για την αμαρτωλότητά μας, τότε έρχεται ο Θεός κοντά μας και μας ψιθυρίζει διακριτικά το «πρωτευαγγέλιο» της αγάπης του· μας μιλάει για τη χαρά της σωτηρίας που πρόκειται ν’ απολαύσωμε· μας στερεώνει την ελπίδα για την μελλοντική μας αποκατάστασι, για τα ατέλειωτα και πολύτιμα δώρα της αγάπης του...
Όταν πονούμε, όταν πενθούμε, όταν θρηνούμε, ας κρατάμε ανοιχτά τα αυτιά της ψυχής μας και ας περιμένωμε. Θα έλθη Εκείνος και σκουπίζοντας τα δάκρυα από τα μάτια μας, θ’ αρχίση να μας αποκαλύπτη το «πρωτευαγγέλιο» της αγάπης του...(Μητροπολίτου Αχελώου Ευθυμίου Στυλίου, Η Πρώτη, εκδ. Γρηγόρη, σελ. 27-28 )
ΔΥΟ ΣΥΝΑΣΚΗΤΕΣ αγωνίζονταν στην έρημο της Θηβαΐδος. Μα ήταν νέοι κι άπειροι κι ο διάβολος τους έστηνε ένα σωρό παγίδες.
Ο πιο νέος κάποτε πολεμήθηκε πολύ δυνατά στην σάρκα. Έχασε γι’ αυτό την ψυχραιμία του και την υπομονή του και είπε μια μέρα αποφασιστικά στον μεγαλύτερο:
- Δεν αντέχω πια, θα γυρίσω στον κόσμο.
Εκείνος πάλι, καταστενοχωρημένος για τον πειρασμό που βρήκε τον αδελφό του, προσπαθούσε να τον συγκροτήσει.
- Δεν θα σ’ αφήσω να φύγεις από εδώ, του έλεγε, να χάσεις όλους σου τους κόπους και την αγνότητά σου.
Που να τον πείσει όμως!...
- Δεν κάθομαι, επέμενε, θα φύγω, θα τα δοκιμάσω όλα κι ύστερα βλέπουμε. Αν θέλεις, έλα μαζί μου και γυρίζουμε πάλι πίσω κι οι δύο ή μένω για πάντα στον κόσμο.
Ο μεγαλύτερος αδελφός τότε, μην ξέροντας τι να κάνει, πήγε να συμβουλευθεί έναν γείτονά τους Γέροντα.
- Πήγαινε μαζί του, του είπε εκείνος, όταν άκουσε την υπόθεση. Ο Θεός για χάρη σου ελπίζω πως δεν θα τον αφήσει να ζημιωθεί.
Έτσι, ξεκίνησαν οι δύο συνασκητές μαζί να κατεβούν στην πόλη. Καθώς όμως πλησίαζαν, εκείνος που είχε τον πειρασμό, είπε ξαφνικά στον αδελφό του:
- Ας υποθέσουμε πως έκανα την επιθυμία μου. Τί κέρδισα με τούτο; Έλα, αδελφέ, να γυρίσουμε πίσω στην ησυχία μας.
Εκείνος τον έβλεπε σαστισμένος και δεν πίστευε στα αυτιά του.
Ύστερα θυμήθηκε τα λόγια του αγίου Γέροντος:
- Θα δει ο Θεός τον κόπο σου και δεν θα τον αφήσει να βλαβεί.
Και πράγματι, ο αδελφός είχε ανακουφισθεί από τον δυνατό πολεμο, και γύρισαν ευχαριστημένοι κι οι δύο στα κελλιά τους.
ΟΥΔΕΠΟΤΕ πλάγιασα να κοιμηθώ έχοντας λύπη στην καρδιά μου για τον πλησίον μου, έλεγε ο Αββάς Αγάθων. Και όσο πάλι εξαρτιόταν από μένα, δεν άφησα άνθρωπο να κοιμηθεί στενοχωρημένος μαζί μου.
Ο ΑΒΒΑΣ ΙΣΑΑΚ επίσης συνήθιζε να λέει:
- Δεν άφησα να μπει ποτέ σ’ αυτό εδώ το κελλί λογισμός εναντίον αδελφού που με στενοχώρησε. Φρόντισα όμως να μην αφήσω και τον αδελφό μου να πάει στο κελλί του έχοντας λογισμό εναντίον μου.
(Γεροντικό, Σταλαγματιές απο την Πατερική Σοφία, Θεοδώρας Χαμπάκη, Εκδόσεις Ορθοδόξου Χριστιανικής αδελφότητας "ΑΓΙΑ ΛΥΔΙΑ", σελ. 18-19 )