88. Άνθρωπε! Η παντοδυναμία, η σοφία και το έλεος του Δημιουργού, που καλύπτουν όλη την ορατή και αόρατος κτίσι, είναι έτοιμες να φανερωθούν και στη δική σου ζωή. Αρκεί να νοιώσης τον εαυτό σου σαν τέκνο του Ουρανίου Πατρός. Αρκεί να θελήσης να ανταποκριθής στην κορυφαία εντολή της αγάπης προς τον Θεό και τον πλησίον σου. Πρόσφερε λοιπόν ολοπρόθυμα τον εαυτό σου στα καλά έργα, τα σύμφωνα με το Ευαγγέλιο.
89. Διέπραξε κάποιος μία αμαρτία; Υπεχώρησε σε κάποιο πάθος; Τιμωρείται ήδη αρκετά από την ίδια την αμαρτία που διέπραξε, από το ίδιο το πάθος που τον παρέσυρε. Τιμωρείται όμως, προ παντός με το ότι ξενώθηκε από τον Θεό και ο Θεός ξενώθηκε απ αυτόν. Είναι λοιπόν ανόητο και πολύ απάνθρωπο να τρέφουμε κακία εναντίον αυτού του ανθρώπου. Είναι το ίδιο σαν να ρίχνουμε στη φωτιά ένα σώμα που είναι ήδη καμμένο. Απέναντι σε ένα τέτοιο άνθρωπο, χρωστούμε διπλή αγάπη, θερμή προσευχή στον θεό γι’ αυτόν. Να μη τον κρίνουμε, να μην επιχαίρουμε για το κατάντημα του.
(Η εν Χριστώ ζωή μου - Αγ. Ιωάννου της Κροστάνδης, εκδόσεις Παπαδημητρίου, σελ. 53-54)
Ο θάνατος του υποκριτού
Σε μια πόλη ζούσε κάποιος με φήμη αγίου. Ολοι τον τιμούσαν και τον θαύμαζαν βλέποντας την ευσέβεια και την αρετή του. Εκείνος όμως διαρκώς παρώργιζε τονΘεό, γιατί δεν έδιωχνε τους πονηρούς και αισχρούς λογισμούς, και δεχόταν τις αμαρτωλές φαντασίες. Ετσι, ενώ εξωτερικά και φαινομενικά δεν αμάρτανε και παρουσιαζόταν στα μάτια των ανθρώπων σαν άγιος, εσωτερικά και πραγματικά ασελγούσε. Κάποτε αρρώστησε με μια σοβαρή ασθένεια και έφθασε στο θάνατο. Ολόκληρη τότε η πόλις απαρηγόρητη θρηνολογούσε και όλοι, άνδρες και γυναίκες,πενθούσαν θεωρώντας κοινή συμφορά τον θάνατο του. Ετυχε να βρίσκεται στην πόλι και ένας διορατικός γέροντας. Μόλις άκουσε τονπάνδημο οδυρμό και είδε την απερίγραπτη θλίψι της πόλεως και έμαθε την αιτία,έσπευσε κι αυτός στον ετοιμοθάνατο για να πάρη την ευλογία του. Είδε εκεί τονεπίσκοπο με όλους τους κληρικούς και τους άρχοντες της πόλεως να κρατούναναμμένες λαμπάδες και να του συμπαραστέκωνται. Άκουσε το πλήθος ναοδύρεται:-Μας εγκαταλείπει ο άγιος! Ο πατέρας μας! Ο σωτήρας μας! Άυτός που μας έσωσεμε τις προσευχές του!... Ποια ελπίδα σωτηρίας θα έχουμε τώρα; Ποια ασφάλεια θαμας απομείνη;Ο διορατικός γέροντας πλησίασε περισσότερο και με τα εσωτερικά μάτια της ψυχήςαντικρύζει θέαμα φοβερό και αξιοδάκρυτο: Είδε κάποιον να καρφώνη στην καρδιάτου δήθεν αγίου και σωτήρος μια πύρινη τρίαιανα και να ξερριζώνη με μανία τηνψυχή του. Ταυτόχρονα άκουσε και μια φωνή από τον ουρανό προς αυτόν που τουέπαιρνε την ψυχή:-Οπως ο άνθρωπος αυτός ποτέ δεν με ευχαρίστησε, έτσι κι εσύ ποτέ μη σταματήσηςνα τον βασανίζης και τιμωρής.Το επεισόδιο αυτό του διορατικού γέροντα, που διέσωσε ο όσιος Ευθύμιος ο Μέγας( 377- 473), άφησε ζωντανή μαρτυρία του πόσο σφάλλει η ανθρώπινη κρίσις και τουπόση σημασία έχει η εσωτερική καθαρότης. « Μακάριοι οι καθαροί τη καρδία, ότιαυτοί τον Θεόν όψονται».( Συναξαριστής Ά΄)
( Χαρίσματα και Χαρισματούχοι, Ι. Μονή Παρακλήτου, τόμος α΄, σελ. 67-68)
86. Κάποιο πάθος φέρει ταραχή στην καρδιά σου; Χάνεις την ειρήνη σου και ξεστομίζεις λόγια θυμού και αδικίας εναντίον του πλησίον σου; Μη μείνεις ούτε λεπτό παραπάνω σε αυτή τη φθοροποιό κατάσταση. Πέσε ευθύς στα γόνατα και εξομολογήσου την αμαρτία σου στο Άγιο Πνεύμα, λέγοντας από τα βάθη του είναι σου: «Ώ Πνεύμα Άγιο, σε λύπησα ο άθλιος με το πνεύμα της απειθείας μου, του πάθους μου». Και κατόπιν πες, με όλη σου την καρδιά και με βεβαιότητα για την πανταχού παρουσία του Αγίου Πνεύματος, την ευχή της Εκκλησίας: «Βασιλεύ ουράνιε, Παράκλητε, το πνεύμα της αληθείας, ο πανταχού παρών και τα πάντα πληρών, ο θησαυρός των αγαθών και ζωής χορηγός, ελθέ και σκήνωσον εν εμοί και καθάρισόν με από πάσης κηλίδος και σώσον, Αγαθέ, την ψυχήν μου». Τότε η ψυχή σου θα πλημμυρίσει από ταπείνωση, ειρήνη και ευλάβεια.
87. Όταν προσεύχεσαι, να προσεύχεσαι όχι μόνο με τα χείλη, αλλά και με την καρδιά σου. Και να μη χάνεις την ελπίδα σου στο θείο έλεος, όσο και αν αμάρτησες. Το έλεος του Χριστού είναι άβυσσος. Η αγάπη του ανεξάντλητος. Ο Αρχέκακος θα πασχίσει να σου παραστήσει τον Θεό τρομερό και ανελέητο. Ότι απορρίπτει δήθεν την προσευχή σου και την μετάνοιά σου. Αλλά θυμήσου τα ίδια τα λόγια του Σωτήρος, που τόσο θα σε καθησυχάσουν: «Τὸν ἐρχόμενον πρός με οὐ μὴ ἐκβάλω ἔξω». (Ιω. στ’ 37). Και: «Δεῦτε πρός με πάντες οἱ κοπιῶντες καί πεφορτισμένοι, κἀγώ ἀναπαύσω ὑμᾶς». (Ματθ. ια΄28).
(Η εν Χριστώ ζωή μου - Αγ. Ιωάννου της Κροστάνδης, εκδόσεις Παπαδημητρίου, σελ. 53)
«Πατέρα… Δεν ζητώ να τους πάρεις από τον κόσμο, μα να τους φυλάξεις από τον πονηρό» (Ιωάν. 17:15)
Η γειτονιά της αγιότητας
Ένας δισεκατομμυριούχος έχτισε μια καινούργια πόλη στη Φλόριδα των ΗΠΑ. Το όνομα της πόλης είναι «Άβε Μαρία» και οι κάτοικοί της πιστοί Καθολικοί. Στο κέντρο της πόλης υψώνεται ένας σταυρός ύψους 20μ. και γύρω του υπάρχουν 11.000 ολοκαίνουργια σπίτια, κι ένα πανεπιστήμιο, όπου εκκολάπτονται 5.000 ευσεβείς νέοι. Σ’ αυτή την πόλη δεν υπάρχουν οι «μολυσματικές» επιρροές του έξω κόσμου. Η πορνογραφία απαγορεύεται στα περίπτερα, κι επίσης η κάθε είδους αντισύλληψη δεν επιτρέπεται ούτε να πωλείται στα φαρμακεία αυτής της «άγιας πόλης». Ο ιδρυτής της θέλει έτσι να χτυπήσει το κακό –λες κι αυτές είναι όλες κι όλες οι αμαρτίες! Ίσως όλα αυτά να θυμίζουν την «Άνω Ιερουσαλήμ» της Αποκάλυψης, μόνο που ο Χριστός, όσο ζούμε ως χριστιανοί εδώ στη γη, δε μας θέλει να βγούμε από τον κόσμο, αλλά να τον επηρεάσουμε με το Πνεύμα Του μένοντας μέσα σ’ αυτόν.
Είμαστε άραγε χριστιανοί που επηρεάζουμε ή που επηρεαζόμαστε; Αν ανήκουμε στους δεύτερους καμιά «Άβε Μαρία» δεν μπορεί να μας προστατέψει.
(Χ.Ι.ΝΤ.)
«Ποτέ μου δε θα λησμονήσω τις εντολές σου, γιατί μ’ αυτές μου δίνεις τη ζωή» (Ψαλμός 119:93 –Ν.Μ.Β.*)
Νιώθουν καλά χωρίς το Θεό
«Ένα εκατομμύριο Νεοϋορκέζοι νιώθουν πολύ καλά χωρίς να πιστεύουν στο Θεό. Εσείς;» Αυτή η αφίσα έκανε πριν από καιρό την εμφάνισή της στους σταθμούς του μετρό της Νέας Υόρκης. Οκτώ αθεϊστικές οργανώσεις αγόρασαν διαφημιστικό χώρο σε 12 σταθμούς στο πλαίσιο «συντονισμένης εκστρατείας με στόχο την «ενημέρωση» εκείνων που δεν πιστεύουν σε κάποιο θεό»! Σύμφωνα με δημοσκόπηση του 2008, το 15% των 8 εκατ. Νεοϋορκέζων απάντησε ότι δεν ασπάζεται κάποιο θρήσκευμα. Ενώ οι διοργανωτές ισχυρίζονταν ότι προσφέρουν απλά μια ενημέρωση για να προβληματιστεί ο κόσμος! Το βασικό είναι ότι αμφισβητούν το στοιχείο της ζωής του ανθρώπου, που είναι ο ίδιος ο Θεός στη ζωή του. Μ’ άλλα λόγια, δεν είναι θέμα λογικών αποδείξεων αλλά πίστεως καρδιάς, που δεν έχει σχέση με μαθηματικούς υπολογισμούς κι αποδείξεις.
Τι είναι για σένα ο Θεός και ο λόγος Του; Ένα ανθρώπινο θεώρημα που πρέπει να συζητηθεί και να αποδειχτεί ή η ίδια η πνευματική σου ζωή;
(Χ.Ι.ΝΤ.)
*Νέα μετάφραση της Βίβλου
(Εκδόσεις «Ο Λόγος»)
«Ακριβώς αυτή είναι η φύσις και η δύναμις και η αξία των Μυστηρίων. Να μεταβάλλουν πράγματα, να αλλοιώνουν καταστάσεις, να μεταμορφώνουν γεγονότα, να καθιστούν τον αμαρτωλόν άγιον, τον απηγορευμένον ευλογημένον, να υψώνουν το γεώδες εις τον ουρανόν. Ναι, «πέντε λεπτά» προ του γάμου είναι αμαρτία η σαρκική συνάφεια του ζεύγους «πέντε λεπτά αργότερα» δεν είναι αμαρτία.
«Πέντε λεπτά» προ της ευλογίας του Ιερέως έχομεν επί της αγίας Τραπέζης «ψωμάκι» και «κρασάκι» «πέντε λεπτά (γράφε, εν δευτερόλεπτον) αργότερα» έχομεν αυτό τούτο το τεθεωμένον Σώμα και Αίμα του Κυρίου μας!
«Πέντε λεπτά» προ της βαπτίσεως του κατηχουμένου είναι βαρύτατη αμαρτία η μετάδοσις εις αυτόν της θείας Ευχαριστίας «πέντε λεπτά αργότερα» η μετάδοσις είναι πράξις επιβεβλημένη και αγία.
«Πέντε λεπτά» προ της χειροτονίας του εις Επίσκοπον ο «εψηφισμένος» είναι Πρεσβύτερος και δεν δύναται να τελέσει χειροτονίαν Κληρικού «πέντε λεπτά αργότερα», συνεχιζόμενης της διά την ιδικήν του χειροτονίαν τελούμενης θείας Λειτουργίας, χειροτονεί Πρεσβύτερον και Διάκονον.
Αλλά διατί να μείνωμεν εις τα θειότατα και υπερφυσικά, τουτέστιν εις τα Μυστήρια της Εκκλησίας μας; Μήπως και εις τα «καθ’ ημάς», δηλαδή τα ανθρώπινα, παρόμοια δεν ισχύουν;
«Πέντε λεπτά» προ της υπογραφής του συμβολαίου υπό του συμβολαιογράφου και των συμβαλλομένων και της σφραγίσεώς του, είναι τούτο απλούς χάρτης. «Πέντε λεπτά αργότερα» είναι δημόσιον έγγραφον δημιουργούν αναμφισβήτητους νομικάς συνεπείας (δικαιώματα και υποχρεώσεις) απροσμετρήτου ενίοτε εκτάσεως.
«Πέντε λεπτά» προ της υπογραφής της η διαθήκη ουδέν διαφέρει χάρτου περιτυλίγματος «πέντε λεπτά αργότερα» έχει την δύναμιν να καθορίσει την τύχην περιουσίας εκατοντάδων εκατομμυρίων.
«Πέντε λεπτά» προ της ορκωμοσίας του ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας είναι απλούς πολίτης, εστερημένος οιασδήποτε ειδικής εξουσίας, «πέντε λεπτά αργότερα» δύναται να απολύση την Κυβέρνησιν και να διαλύση την Βουλήν…».
... Αλλά ας ίδωμεν αν αι ανωτέρω «νεονικολαΐτικαι» θεωρίαι, ότι δηλαδή το Ευαγγέλιον μόνον τας «επί χρήμασι» σαρκικάς σχέσεις απαγορεύει, είνε δυνατόν να εύρουν στήριγμα τι εις την Καινήν Διαθήκην. Θα βεβαιωθώμεν ότι και εν τη Καινή Διαθήκη πορνεία είνε η εκτός γάμου σχέσις, αδιαφόρως αν αύτη γίνεται επί χρήμασιν ή… «εξ αγάπης»· Ερωτώμεν τους φρονούντας το αντίθετον: Πώς ερμηνεύουν τον λόγον του Κυρίου «ος αν απολύση την γυναίκα αυτού παρεκτός λόγου πορνείας, ποιεί αυτήν μοιχάσθαι» (Ματθ. ε’ 32); Βεβαίως ενταύθα η λέξις δηλοί την μοιχείαν (είπομεν ότι ενίοτε χρησιμοποιείται και με έννοιαν γενικήν και καθολικήν), αλλά το βαρύνον είνε ότι δια της λέξεως πορνεία, χαρακτηρίζεται η παράνομος σαρκική μείξις ασχέτως αν γίνεται επί χρήμασιν ή όχι. Εν εναντία περιπτώσει, αν δηλαδή η λέξις πορνεία εννοή αναγκαίως και αποκλειστικώς την επ’ αμοιβή σχέσιν και δεν αναφέρεται και εις την «εξ αγάπης» τοιαύτην, τότε θα καταλήξωμεν εις συμπέρασμα αληθώς τερατώδες. Ιδού αυτό:
Ο Κύριος επιτρέπει το διαζύγιον δι’ αθέτησιν της συζυγικής πίστεως, άλλ’ υπό ένα απαράβατον όρον: Ότι η άπιστος σύζυγος έλαβε χρήματα παρ’ εκείνου μετά του οποίου συνήψε σχέσεις. Αν δεν έλαβε χρήματα, αν έπραξεν ό,τι έπραξεν «εξ αγάπης» προς τον «φίλον» της, τότε δεν έχομεν πορνείαν. Άρα δεν εκπληρούται ο ρητός όρος του Κυρίου και το διαζύγιον αποκλείεται. Άλλαις λέξεσιν, ο αδικούμενος σύζυγος πρέπει να συνεχίζη υποχρεωτικώς την μετά της μοιχαλίδος συζυγίαν του, ανεχόμενος και αυτήν και τας απιστίας της, αφού αύται δεν έχουν ως κίνητρον τα χρήματα, αλλά μόνον την… «αγάπην»!!! Όπου δεν μεσολαβούν χρήματα, δεν υπάρχει πορνεία. Και όπου δεν υπάρχει πορνεία, δεν επιτρέπεται, κατά τους λόγους του Κυρίου, το διαζύγιον! Συμφωνείτε, αδελφοί; ‘Εκεί άγουν ευθέως και ασφαλώς αί θεωρίαι σας, ότι η πορνεία σημαίνει μόνον και αποκλειστικώς την επί χρήμασι σχέσιν…
Επίσης ερωτώμεν: Πώς ερμηνεύουν, οι τοιαύτας θεωρίας διδάσκοντες, το χωρίον του Παύλου Α’ Κορ. ε’, 1 κ.έ.; Ιδού τι λέγει ο θείος Απόστολος: «Όλως ακούεται εν υμίν πορνεία, και τοιαύτη πορνεία, ήτις ουδέ εν τοις έθνεσιν ονομάζεται, ώστε γυναικά τίνα του πατρός έχειν». Ο άνθρωπος αυτός δεν επεσκέπτετο τα πορνεία· απλώς σ υ ν έ ζ η με την μητρυιάν του. Και προφανώς ο δεσμός του ήτο «εξ αγάπης». Δεν συζή τις… επί χρήμασι! Δια τον Παύλον όμως η αθέμιτος αύτη συζυγία ήτο πορνεία! Ποία άλλη απόδειξις χρειάζεται περί του ότι πορνεία δεν χαρακτηρίζεται η επί χρήμασι μείξις, αλλά πάσα εκτός νομίμου γάμου σαρκική συνάφεια; Σαφέστατον και το εδάφιον Α’ Κορ. ζ’, 8-9:
«Λέγω δε τοις αγάμοις και ταις χήραις, καλόν αυτοίς εστίν εάν μείνωσιν ως καγώ. Ει δε ουκ εγκρατεύονται, γαμησάτωσαν (=ας έλθουν εις κοινωνίαν γάμου)· κρείσσον γαρ έστι γαμήσαι ή πυρούσθαι». Επιθυμεί ο μέγας Απόστολος την ισόβιον αγαμίαν δια πάντας τους άγαμους. Δεν αγνοεί όμως ότι η αγαμία είνε μεν ανωτέρα, άλλ’ όχι και εύκολος οδός. Δι’ αυτό και προσθέτει: «Ει δε ουκ εγκρατεύονται, γαμησάτωσαν». Ήτοι: Εάν δεν δύνανται να επιβληθούν εις τας ορμάς της σαρκός, ας έρχωνται εις κοινωνίαν γάμου. Μοναδική η διέξοδος δια του γάμου. «Μονόδρομος». Άλλη διέξοδος δεν υπάρχει. Η αγαμία λοιπόν δια τους δυναμένους να έγκρατευθοϋν ή γάμος διά τους μη δυναμένους. Ούτε διανοείται ο Παύλος την εύκολον «λύσιν» των «εξ αγάπης» σχέσεων δια τους μη εγκρατευομένους. Το δίλημμα το οποίον θέτει είνε άτεγκτον: Εγκρατεύεσαι; Μείνον άγαμος! Δεν εγκρατεύεσαι; «Παντρέψου»! Αυτά λέγει ο Παύλος ή μάλλον το Πνεύμα το Άγιον δια του Παύλου. Πάσα άλλη «λύσις» είνε «νεονικολαϊτικόν» επινόημα… Ερχόμεθα και εις το χωρίον Α’ Κορ. ζ’, 27-28: «Δέδεσαι γυναικί; Μη ζήτει λύσιν. Λέλυσαι από γυναικός; Μη ζήτει γυναίκα. Εάν δε και γήμης, ουχ ήμαρτες». Μίαν σχέσιν βλέπει ο Παύλος αναμάρτητον: Την εν τω γάμω! Εάν είσαι άγαμος, λέγει, μείνον όπως είσαι μη ζήτει γυναίκα. Απόφυγε τον γάμον και ζήσον εν παρθενία. Αλλ’ ο Παύλος δεν ίσταται ενταύθα. Γνωρίζει ότι οι χριστιανοί της εποχής εκείνης κατέχονται υπό «ενθουσιαστικών τάσεων»· γνωρίζει ακόμη ότι επίκειται η εμφάνισις αιρετικών, διδασκόντων ότι ο γάμος είνε ακάθαρτος, είνε αμαρτία, και δι’ αυτό οι πιστοί πρέπει να τον αποφεύγουν (Α’ Τιμ. δ’,3). Φοβούμενος λοιπόν μήπως παρεξηγηθούν οι λόγοι του αυτοί ως νομοθετούντες υποχρεωτικώς την ισόβιον παρθενίαν, ως κηρύσσοντες τον γάμον ακάθαρτον, προσθέτει τα όσα είδομεν ανωτέρω: «Εάν δε και γήμης (=έλθης εις γάμον), ουχ ήμαρτες». Δεν είνε αμαρτία ο γάμος. Εάν δεν θέλης να μείνης όπως είσαι, ήτοι άγαμος, αλλά θέλης να νυμφευθής, είνε τούτο δικαίωμά σου.
Ή μείνον άγαμος λοιπόν ή νυμφεύσου. Εν εκ των δύο. Ουδέ υπαινιγμός τις περί σχέσεων «εξ αγάπης» έξω του γάμου. Ο Παύλος μόνον την εν αγνότητι αγαμίαν και τον νόμιμον γάμον γνωρίζει ως καταστάσεις εκτός αμαρτίας. Χαρακτηριστική και η εν αμέσω συνεχεία φράσις του: «Και εάν γήμη η παρθένος, ουχ ήμαρτε». Μέγα και υψηλόν πράγμα η ισόβιος παρθενία. Αλλ’ όμως δεν είνε αμαρτία, λέγει ο Απόστολος, να έλθη εις γάμον ή παρθένος (εννοείται η μη αφιερωθείσα εις τον Θεόν). Τονίζομεν: Η παρθένος! Δεν λέγει απλώς «η γυνή», αλλ’ «η παρθένος», θεωρεί αυτονόητον ο Παύλος ότι είνε παρθένος η ερχόμενη εις κοινωνίαν γάμου χριστιανή γυνή (εκτός βεβαίως εάν είνε χήρα ή εάν προηγουμένως έζη μακράν του Χριστού). Πού λοιπόν οι προ του γάμου «προχωρημένοι δεσμοί»; Πού αι «εξ αγάπης» προγαμιαίαι σχέσεις; Πώς δε θα ήτο δυνατόν να μη ομιλή περί «παρθένου» γυναικός ο Παύλος, πώς θα ήτο νοητόν να μη απαιτήται παρθενία προ του γάμου εν τη Καινή Διαθήκη, η οποία καλεί ημάς εις ισάγγελον πολιτείαν, εις ουράνιον βιοτήν, όταν και εν αύτη τη Παλαιά Διαθήκη, τη και την πολυγαμίαν επιτρεπούση και τα εύκολα διαζύγια ανεχομένη, νομοθετήται αμειλίκτως η υποχρέωσις της γυναικός να ευρεθή παρθένος κατά τον γάμον της επί ποινή λιθοβολισμού της; «…Εάν δε επ’ αληθείας γένηται ο λόγος ούτος (ήτοι η κατηγορία του συζύγου) και μη ευρεθή παρθένια τη νεάνιδι, και εξάξουσι την νεάνιν επί τας θύρας του οίκου του πατρός αυτής και λιθοβολήσουσιν αυτήν εν λίθοις, και αποθανείται, ότι εποίησεν αφροσύνην εν υιοίς Ισραήλ εκπορνεύσαι τον οίκον του πατρός αυτής» (Δευτερ. κβ’, 20-21). Ακούετε, αδελφοί; Ανωτέρας και υψηλότερος ηθικάς επιταγάς είχεν η Παλαιά Διαθήκη και κατωτέρας η Καινή; Αι θυγατέρες των Εβραίων έπρεπε να ζώσιν εν παρθενία μέχρι του γάμου των και αι θυγατέρες των χριστιανών, αι γυναίκες τής Βασιλείας των Ουρανών (ούτω καλείται ο Χριστιανισμός και η Εκκλησία υπ’ Αυτού του Κυρίου), είνε ελεύθεραι να έχουν προγαμιαίας σχέσεις, αρκεί να μη λαμβάνουν δι’ αυτάς… χρήματα (!), αλλ’ απλώς να ολοκληρώνουν δι’ αυτών την «αγάπην των»;
Πού οδηγούμεθα με αύτας τας νεονικολαϊτικάς επινοήσεις; Οδηγούμεθα όχι απλώς εις «άθεσμον ηδονήν», αλλ’ εις ΑΤΥΠΟΝ ΠΟΛΥΓΑΜΙΑΝ! Διότι είνε αυτονόητον ότι αν επιτρέπονται αι «εξ αγάπης» σαρκικαί σχέσεις, δεν επιτρέπονται «εφ’ άπαξ» δια βίου. Αν δηλαδή αι χριστιανοί νέαι διαφωνήσουν βραδύτερον με το πρόσωπον το οποίον αγαπούν σήμερον και με το οποιον «ολοκληρώνουν την αγάπην των», δεν κωλύονται να το αντικαταστήσουν με άλλο. Εάν και με εκείνο διαφωνήσουν και χωρισθούν, θα αναζητήσουν την «αγάπην» τρίτου, μετέπειτα τετάρτου, πέμπτου, κ.ο.κ., μέχρις ότου «κάπου, κάποτε, με κάποιον» καταλήξουν εις γάμον. Τα όμοια βεβαίως θα πράττουν και οι χριστιανοί νέοι. Όλα δε αυτά είνε αναμάρτητα (!!!), διότι γίνονται… «εξ αγάπης» και όχι δια χρήματα! Ωραίος Χριστιανισμός! «Όμορφος κόσμος, ηθικός, αγγελικά πλασμένος»…
Ας επισφραγίσωμεν όμως το άρθρον μας με προσφυγήν εις Αυτόν Τούτον τον Κύριόν μας. Ας ακούσωμεν τι Ούτος διδάσκει περί σχέσεων εκτός γάμου. Νομοθετών το αδιάλυτον του γάμου, παρεκτός λόγου πορνείας, ακούει την αντίδρασιν – διαμαρτυρίαν των μαθητών Του: «Ει ούτως εστίν η αιτία του άνθρωπου μετά της γυναικός, ου συμφέρει γαμήσαι» (Ματθ. ιθ’ 10). Εάν το διαζύγιον είνε τόσον δύσκολον, εάν δια μίαν μόνην αιτίαν δύναται τις να διαζευχθή την γυναίκα του, τότε δεν συμφέρει να έρχεται τις εις γάμον. Προτιμότερον είνε να μένη άγαμος. Τι απαντά ο Κύριος εις αυτά; Ότι πρέπει να έρχεται τις εις γάμον δι’ αυτόν ή εκείνον τον λόγον, π.χ. ίνα συντελέση εις την διαιώνισιν του ανθρωπίνου γένους κ.τ.τ.; Ο χ ι! Η απάντησίς Του είνε κεραυνός: «Ο δε είπεν αυτοίς· ου πάντες χωρούσι τον λόγον τούτον, αλλ’ οις δέδοται· εισί γαρ ευνούχοι, οίτινες εκ κοιλίας μητρός εγεννήθησαν ούτω- και εισίν ευνούχοι, οίτινες ευνουχίσθησαν υπό των ανθρώπων, και είσιν ευνούχοι, οίτινες ευνούχισαν εαυτούς δια την βασιλείαν των ουρανών. Ο δυνάμενος χωρείν χωρείτω» (Ματθ. ιθ’ 11-12).
Δηλαδή ο Κύριος παρουσιάζει την αγαμίαν ως «βουνό». Ως πράγμα μέγα, τεράστιον, δυσχερές, δυσκατόρθωτον. Δεν είνε απλούν και εύκολον να αποφύγη τις τον γάμον, λέγει. Η οδός της αγαμίας είνε δυσχερέστατη και δι’ αυτό είνε βατή μόνον εις ολίγους, εις ελαχίστους. Η αγαμία είναι «δόμα» Θεού, είνε ειδικόν χάρισμα του Ουρανού(*). Αλλά διατί ο Κύριος ομιλεί ούτω; Ποία η δυσκολία της αγαμίας, όταν εν αύτη (τη αγαμία) υπάρχη η δυνατότης τόσον της συναισθηματικής ικανοποιήσεως, όσον και της αισθησιακής απολαύσεως; Όταν, δηλαδή, δύναται και ο εν αγαμία διατελών να συνδέεται προς μίαν γυναίκα με δεσμούς αγάπης και να ικανοποιή ελευθέρως μετ’ αυτής την σαρκικήν του επιθυμίαν; Πού το δυσκατόρθωτον της αγαμίας όταν και το συναίσθημα πληρούται με ένα «δεσμόν», άλλοτε ολιγοχρόνιον, άλλοτε μακροχρόνιον, ενίοτε δε και μόνιμον, και η ικανοποίησις της σαρκικής επιθυμίας επιτρέπεται υπό μόνην την προϋπόθεσιν ότι αύτη (η ικανοποίησις) γίνεται «εξ αγάπης» και όχι επί χρήμασι; Ποίος ή ποία δεν δύναται να εύρη και να ερωτευθή είτε μονίμως είτε -εν ανάγκη- διαδοχικώς, εν πρόσωπον και ούτω να δώση διέξοδον και εις του συναισθήματος τας απαιτήσεις και εις τής σαρκός τα «οιδήματα»;
Που έγκειται η δυσκολία της εν αγαμία «ελευθέρας συμβιώσεως» ενός ζεύγους αγαπωμένων προσώπων; Αυτού του είδους η αγαμία όχι μόνον δεν είνε δυσκολωτέρα του γάμου, αλλά και πολύ ευκολωτέρα. Έχει όλα σχεδόν τα πλεονεκτήματα του γάμου (αγάπην, στοργήν, αφοσίωσιν, σαρκικήν ηδονήν, περιποίησιν κ.τ.τ.), πλην των μειονεκτημάτων του, δηλαδή των υποχρεώσεων του και των δεσμεύσεων του. Και όμως ο Κύριος βροντοφωνεί ότι η αγαμία είνε «βουνό», είνε δυσχερέστατη, είνε δι’ ελαχίστους. Διατί αυτό; Απλούστατα, διότι ο Κύριος θεωρεί αδιανόητον την τοιαύτην αγαμίαν.
Ο Κύριος ταυτίζει την αγαμίαν προς την παρθενίαν. Δια τον Κύριον η αγαμία σημαίνει ισόβιον «μοναξιάν»,ισόβιον παρθενίαν, ισόβιον αγνότητα. Το διακηρύσσει, άλλωστε, ρητώς, σαφώς και απεριστρόφως: «Ου πάντες χωρούσι τον λόγον τούτον (της αγαμίας), αλλ’ οις δέδοται… Εισίν ευνούχοι, οίτινες ευνούχισαν εαυτούς δια την βασιλείαν των Ουρανών. Ο δυναμενος χωρείν χωρείτω». Επιλογή της αγαμίας, λέγει ο Κύριος, σημαίνει, ούτε ολίγον ούτε πολύ, απόφασιν «ευνουχισμού»! «Ο δυναμενος χωρείν», λοιπόν, ήτοι ο δυνάμενος να «ευνουχίση εαυτόν» (όχι έργω, εννοείται, αλλά διαθέσει), «χωρείτω»· ας ακολουθήση την οδόν της αγαμίας. Αγαμία και «ευνουχισμός» (επαναλαμβάνομεν: ευνουχισμός ηθικός, όχι φυσικός) είνε δύο πράγματα ταυτόσημα, δια τον Κύριον. Δι’ αυτό επισημαίνει ότι αύτη (η αγαμία) είνε δυσχερής και δυσεπίτευκτος και προσήκει εις μικρόν αριθμόν ανθρώπων. Δύο μόνον οδοί, λέγει ο Κύριος υπάρχουν: Ο γάμος, ο οποίος, παρά το αδιάλυτον και τας εντεύθεν δεσμεύσεις, είνε δια τους πολλούς, και η αγαμία, η οποία, ως απαιτούσα «ευνουχισμόν», ήτοι ισόβιον παρθενίαν, ισόβιον και συνεχή και σκληρόν αγώνα προς καθυπόταξιν τής ισχυρότατης φυσικής γενετησίου ορμής, άμα δε και ως συνεπαγόμενη ισόβιον «μοναξιάν», είνε δια τους ολίγους. Τρίτη οδός δεν υπάρχει! Αυτά ορίζει, αυτά εντέλλεται, αυτά νομοθετεί ο Κύριος, αδελφοί. Μη πειρώμεθα ημείς να «λύσωμεν» ή να διαστρέψωμεν τας εντολάς Του, ίνα μη «θησαυρίσωμεν την οργήν» Του «εν ημέρα οργής και αποκαλύψεως και δικαιοκρισίας του Θεού» (πρβλ. Ρωμ. β’ 5).
Ου μόνον δ’ ενταύθα, αλλά και αλλαχού ο Κύριος διδάσκει σαφέστατα ότι είνε αδιανόητος η σαρκική σχέσις έκτος ή άνευ νομίμου γάμου. Ας διεξέλθουν οι πιστοί νέοι, άνδρες και γυναίκες, τον διάλογον του Κυρίου μας μετά της Σαμαρείτιδος. Ότε είπε προς αυτήν ο Κύριος «Ύπαγε φώνησον τον άνδρα σου και ελθέ ενθάδε» και εκείνη απήντησεν «Ουκ έχω άνδρα», ο Κύριος απεκρίθη: «Καλώς είπας ότι άνδρα ουκ έχω, πέντε γαρ άνδρας έσχες και νυν ον έχεις ουκ έστι σου ανήρ· τούτο αληθές είρηκας» (Ιωάν. δ’, 16-18). Η Σαμαρείτις αναμφιβόλως δεν ελάμβανεν ασφαλώς χρήματα δια τας σχέσεις της με τον άνδρα εκείνον. «Εξ αγάπης» συνέζη μετ’ αυτού. Και όμως! Ο Κύριος δεν αναγνωρίζει, δεν αποδέχεται αυτήν την «συζυγίαν». Εφ’ όσον δεν είχε τελεσθή γάμος (κατά τα τότε ισχύοντα, εννοείται), θεωρεί αθέμιτον την τοιαύτην «ένωσιν». «Και νυν ον έχεις ουκ έστι σου ανήρ», λέγει. Δια τον Κύριον, δηλαδή, η Σαμαρείτις δεν ζη εν επιτρεπτή συζυγία. Μοιχική και όχι νόμιμος είνε η μετά ανδρός συνοίκησίς της. Δεν είνε ούτος «ανήρ αυτής», κατά την τάξιν την οποίαν καθώρισεν ο Θεός απ’ αρχής, θεσπίσας τον γάμον ως φυσικόν θεσμόν και δεσμόν μέχρις ου, εν τη νέα οικονομία, ανυψώση τούτον εις ιερώτατον Μυστήριον. Ούτε αυτή είνε «γυνή αυτού». Δεν είνε σύζυγοι, αλλά ζεύγος μοιχών. Η έλλειψις αμοιβής δια την σαρκικήν επαφήν, η «εξ αγάπης» συνοίκησις και σχέσις αυτών, δεν ισχύει ουδ’ επ’ ελάχιστον να μεταβάλω την κατάστασιν από αθεμίτου εις θεμιτήν. Ο λόγος του Κυρίου ηχεί ως βροντή: «Και νυν ον έχεις ούκ έστι σου ανήρ»!
Ποίαν άλλην απόδειξιν θέλομεν περί του ότι ο Κύριος δεν αναγνωρίζει σαρκικάς σχέσεις εκτός νομίμου γάμου, έστω και αν αύται γίνονται άνευ χρημάτων, άλλ’ «εξ αγάπης» και μόνον; Χαρακτηριστικόν μάλιστα είνε ότι και αυτή η Σαμαρείτις, καίτοι συζή «εξ αγάπης» μετά του προσώπου αυτού, εν τούτοις, επειδή δεν έχει τελέσει μετ’ αυτού γάμον (σημειωτέον ότι ηδύνατο αύτη να τελέση και έκτον γάμον, κατά τα τότε ισχύοντα), δεν θεωρεί την συνοίκησιν αυτήν νόμιμον και επιτρεπτήν δεν θεωρεί το πρόσωπον μεθ’ ού συζή «άνδρα της», σύζυγόν της. Δεν τρέφει αυταπάτας. Γνωρίζει τι διαπράττει. Έχει συνείδησιν ότι συνοικεί παρανόμως, εφ’ όσον δεν ετέλεσε γάμον. Δι’ αυτό και δεν τολμά να τον εμφανίση ως σύζυγόν της, καίτοι όχι δια χρήματα, αλλ’ «εξ αγάπης» έχει σχέσεις μετ’ αυτού. «Κύριε, άνδρα ουκ έχω», λέγει. Δεν έχω σύζυγον. Δεν είμαι υπανδρευμένη. Και ομιλεί ούτω ποία; Μία χριστιανή γυνή; Μία Ιουδαία; Όχι! Αλλά μία Σαμαρείτις! Δηλαδή μία γυνή η οποία πλην του Μωσαϊκού Νόμου, πλην τής «Πεντατεύχου», ουδέν άλλο βιβλίον της Παλαιάς Διαθήκης ανεγνώριζεν. Απέρριπτε Ψαλμούς, Προφήτας κ.τ.λ.. Ήρκει ο Μωσαϊκός Νόμος να της δημιουργήση συνείδησιν μοιχαλίδος, εφ’ όσον είχε σχέσεις μετά του ηγαπημένου της, χωρίς να έχη τελέσει γάμον μετ’ αυτού. Και σήμερον έρχονται «χριστιανοί» (;!) νέοι και νεανίδες να υποστηρίξουν «χωρίς περίσκεψιν, χωρίς αιδώ», ότι δεν είνε επίμεμπτοι οι άνευ γάμου, δηλαδή, αι προ του γάμου σχέσεις των, εφ’ όσον γίνονται «εξ αγάπης» και όχι επί χρήμασιν!… Όχι πλέον ο Χριστός, όχι οι Προφήται, όχι η Καινή Διαθήκη, όχι οι Κανόνες της Εκκλησίας, όχι οι άγιοι Πατέρες, αλλ’ η Σαμαρείτις Φωτεινή διαμαρτύρεται και φωνάζει προς αυτούς: «Αδελφοί μου, πάσα εκτός νομίμου γάμου σαρκική συνάφεια είνε πορνεία και μοιχεία. Αφήσατε τας σοφιστείας περί δεσμών εξ αγάπης και περί σχέσεων επί χρήμασι. Αι διακρίσεις αύται είνε εμπνεύσεις της κοιλίας σας. Μη σας πλανά ο Διάβολος. Μη απατάτε εαυτούς. Συνέλθετε και ανανήψατε!…»
Αδελφοί, προσοχή! Όλοι είμεθα αμαρτωλοί και ανάξιοι- όλοι είμεθα εναγείς και τρισάθλιοι. Όλοι αμαυρούμεν καθημερινώς «της ψυχής το ωραίον ταις των παθών ηδοναίς» και «σπιλούμεν τον της σαρκός ημών χιτώνα» και «υποπίπτομεν τη των παθών αχθηδόνι και τη ενύλω φθορά». «Τις καθαρός από ρύπου…»; Ας προσφέρωμεν όμως την αμαρτωλότητά μας εν ταπεινώσει προς τον Θεόν υπό μορφήν μετανοίας. Είνε εγκληματικόν, είνε σατανικόν, να την προσφέρωμεν εν αυταρέσκεια προς τους αδελφούς μας υπό μορφήν «υψηλής θεολογίας »! Ας καθιστώμεν τας προσωπικάς μας αδυναμίας αντικείμενον εξομολογήσεως- όχι, προς Θεού!, αντικείμενον διδασκαλίας! Μεταβάλλοντες τας πτώσεις μας εις «ι δ ε ο λ ο γ ί α ν », και πολλώ μάλλον εις… «θεολογίαν»(!), καθησυχάζομεν (;) μεν, ή μάλλον ναρκώνομεν την συνείδησίν μας, αυξάνομεν όμως μυριοπλασίως την έναντι τού Θεού ενοχήν μας.
Αδελφοί, «στώμεν καλώς· στώμεν μετά φόβου»! Όσοι ηλεήθημεν παρά Θεού να «έχωμεν την διακονίαν ταύτην», να είμεθα «θεολόγοι», Κληρικοί ή λαϊκοί, ας απορρίψωμεν μακράν ημών «τα κρυπτά της αισχύνης, μη περιπατούντες εν πανουργία, μηδέ δολούντες τον λόγον του Θεού, αλλά τη φανερώσει τής αληθείας συνιστώντες εαυτούς προς πάσαν συνείδησιν ανθρώπων ενώπιον του Θεού» (Β’ Κορ. δ’ 1-2). Μόνον ούτω δεν θα «κηρύσσωμεν εαυτούς, αλλά Χριστόν Ιησούν» (Αυτόθι,ς’ 5).
(Από το βιβλίο: ΑΡΘΡΑ-ΜΕΛΕΤΑΙ-ΕΠΙΣΤΟΛΑΙ, ΤΟΜΟΣ Α’ ΑΘΗΝΑ 1986)
ΕΦΡΑΙΜ Ο ΣΥΡΟΣ (306-373)
«Αλλοίμονο σε εκείνους που μολύνουν την αγία πίστη με αιρέσεις ή συγκαταβαίνουν στους αιρετικούς» (Εφραίμ ο Σύρος τόμος Δ, σελ. 26)
«Όπως είναι το κεφάλι προτιμότερο από όλα τα μέλη του σώματός σου, και αν κατευθυνθεί εναντίον σου πέτρα ή ρόπαλο ή ξίφος, προβάλλεις τα άλλα μέλη του σώματος, θέλοντας να αποφύγεις το χτύπημα στο κεφάλι επειδή γνωρίζεις ότι χωρίς αυτό δεν είναι δυνατό να ζήσεις σε αυτή τη ζωή, έτσι να είναι σε σένα προτιμότερη από όλα η πίστη της Αγίας και ομοουσίου Τριάδος, διότι χωρίς αυτή είναι αδύνατο να ζήσει κανείς την πραγματική ζωή» (Εφραίμ Σύρος, τόμος Γ σελ. 23)
ΚΥΡΙΛΛΟΣ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΩΝ (+387)
«Η λέξη ὅμως ἐκκλησία ἔχει πολλές χρήσεις, ὅπως π.χ. ἔχει χρησιμοποιηθεῖ στό βιβλίο τῶν Πράξεων τῶν ᾿Αποστόλων, ὅπου ὁ συγγραφέας λέγοντας ἐκκλησία ἀναφέρεται στόν ὄχλο τῶν ᾿Εφεσίων, πού ἦταν συγκεντρωμένος στό θέατρο: «᾿Αφοῦ εἶπε αὐτά, ἀπέλυσε τήν ἐκκλησία» (Πράξ. 19, 41). Κατά κυριολεξία βέβαια θά μποροῦσε κανείς πραγματικά νά ὀνομάσει «ἐκκλησία πονηρευομένων» τίς συνάξεις τῶν αἱρετικῶν, ἐννοῶ τίς συγκεντρώσεις τῶν ὀπαδῶν τοῦ Μαρκίωνα, τοῦ Μάνη, καί ὅλων τῶν ἄλλων. Γι᾿ αὐτό καί τό Σύμβολο τῆς Πίστεως, γιά νά εἶσαι σίγουρος ὅτι μιά ἀνθρώπινη συγκέντρωση εἶναι ἐκκλησία17, σοῦ παρέδωσε κι αὐτό πού ἀναφέρει τό ἴδιο ἄρθρο στή συνέχεια, δηλαδή τό «εἰς Μίαν ῾Αγίαν, Καθολικήν ᾿Εκκλησίαν», ὥστε νά ἀποφεύγεις τίς μιαρές συγκεντρώσεις τῶν αἱρετικῶν καί νά παραμένεις ἰσόβια μέλος τῆς ῾Αγίας, Καθολικῆς ᾿Εκκλησίας, στούς κόλπους τῆς ὁποίας ἀναγεννήθηκες. Κι ἄν καμιά φορά βρεθεῖς σέ ξένη πόλη, ὅποια καί ἄν εἶναι, νά μή ρωτᾶς ἁπλῶς ποῦ εἶναι ὁ Ναός -γιατί καί οἱ ἄλλοι ἀσεβεῖς αἱρετικοί τολμοῦν νά ἀποκαλοῦν τίς σπηλιές τους Ναούς- οὔτε νά ρωτᾶς ἁπλῶς ποῦ εἶναι ἡ ᾿Εκκλησία, ἀλλά νά ζητᾶς νά μάθεις «ποῦ βρίσκεται ἡ Καθολική ᾿Εκκλησία»18. Γιατί αὐτό εἶναι τό ἰδιαίτερο ὄνομα πού χαρακτηρίζει αὐτήν τήν ῾Αγία Μητέρα ὅλων μας» (Κυρίλλου Ιεροσολύμων Κατήχηση 18,26 μετάφρ. Εκδ. Ετοιμασία)
ΕΠΙΦΑΝΙΟΣ ΣΑΛΑΜΙΝΟΣ (310/320- 402)
«Όταν (μέσα στη φυλακή) είδε ο αρχιεπίσκοπος Πέτρος (ο Ορθόδοξος) ότι ο Μελήτιος (ο σχισματικός επίσκοπος) και οι οπαδοί του αντιστάθηκαν στην θέλησή του να υπάρξει φιλανθρωπία ανάμεσά τους, επειδή έδειχναν περισσότερο θεϊκό ζήλο, ο ίδιος ο Πέτρος έκανε παραπέτασμα (χώρισμα) στο μέσο της φυλακής, απλώνοντας ρούχο, κλινοσκέπασμα, δηλαδή ύφασμα και διακήρυξε μέσω διακόνου ότι, όσοι συμφωνούν με τη δική μου γνώμη ας έλθουν σε μένα και όσοι με του Μελητίου, ας πάνε με τον Μελήτιο. Και διαχωρίστηκε το μεν πλήθος, με τον Μελήτιο επίσκοποι και μοναχοί και πρεσβύτεροι και άλλα τάγματα και πολύ λίγοι με τον Πέτρο τον αρχιεπίσκοπο, επίσκοποι και άλλοι λίγοι. Και λοιπόν αυτοί προσεύχονταν μόνοι τους και οι άλλοι μόνοι τους και τις άλλες ιερουργίες επίσης ο καθένας τις τελούσε ξεχωριστά… Ούτε, μετά, στα καταναγκαστικά έργα των μεταλλείων είχαν κοινωνία μεταξύ τους, ούτε συμπροσεύχονταν» (Επιφανίου Κατά αιρέσεων 2,2,3 PG 42, 188B,189AB)
ΑΜΒΡΟΣΙΟΣ ΜΕΔΙΟΛΑΝΩΝ (373-397 επίσκοπος)
«Αρνείται τον Χριστό εκείνος, ο οποίος δεν ομολογεί όλα τα του Χριστού» (Αμβρόσιος,PL 15,1611)
ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΣ (+430)
«Στους αιρετικούς εκείνους που αποκαλούν τους εαυτούς τους Χριστιανούς, ο Χριστός είναι παρών με το όνομα μόνο, στην πραγματικότητα όμως και αληθινά δεν είναι ανάμεσά τους» (Αυγουστίνος,PL 40,233)
«Θα μπορούσε κάποιος να επιτελεί οποιοδήποτε λειτούργημα και να ενεργεί οποιοδήποτε διακόνημα, ουδέποτε όμως θα μπορούσε να τύχει της σωτηρίας, παρά μόνο εντός της καθολικής εκκλησίας. Δηλαδή εκτός της Εκκλησίας είναι δυνατόν να έχει τα πάντα πλην της σωτηρίας» (Αυγουστίνος PL 43,695)
(Η παρακάτω ιστορία αφορά δυο γεροντάκια, τον Γερο-Ιωσήφ και τον Γερο-Εφραίμ, στα οποία έκανε υπακοή ο Γέροντας Ιωσήφ ο Ησυχαστής όταν ήταν νέος. Δείγμα της ασκητικότητος και της απλότητός τους είναι το ακόλουθο περιστατικό, το οποίο αφηγείται ο Γέροντας Εφραίμ ο Φιλοθεΐτης).
Του Γερο-Εφραίμ μια φορά του έπεσε και του έσπασε το γιουβέτσι με τη μανέστρα. Πώς να το μαζέψει μες στα χώματα; Πάει και λέει στον Γέροντά του:
-Έπεσε και έσπασε το γιουβέτσι, Γέροντα.
Και ο Γερο-Ιωσήφ, με ανεξικακία και απλότητα, του απάντησε:
-Ε, να το φάμε εκεί.
Και πράγματι έκατσαν και έτρωγαν το φαγητό από κάτω.
ΑΠΕΛΠΙΣΙΑ-ΜΕΛΑΓΧΟΛΙΑ-ΣΤΕΝΟΧΩΡΙΑ
¨Οικογενειακές στενοχώριες και αγιασμός"
Για να διορθώσει σ' έναν αδελφό τα πολλά ελαττώματά του, όπως και σε όλους μας, έπαιρνε ο Γέροντας
παραδείγματα από τη φύση και τη ζωή του και του έλεγε :
"Να ξέρεις, παιδί μου, τίποτα δεν έγινε εική και ως έτυχε. Όλα έχουν το σκοπό τους.
Και τίποτα δεν γίνεται χωρίς να υπάρχει αιτία. Ούτε μία πευκοβελόνα δεν πέφτει από το πεύκο αν δεν θέλει
ο Θεός. Γι'αυτό θα πρέπει να μη στεναχωριέσαι για ό,τι σου γίνεται. Έτσι αγιαζόμαστε.
Να! εσύ στεναχωριέσαι με τα πρόσωπα του σπιτιού σου
και βασανίζεσαι πότε με τη γυναίκα σου και πότε με τα παιδιά σου. Αυτά είναι όμως που σε κάνουν και ανεβαίνεις πνευματικά ψηλά.
Αν δεν ήσαν αυτοί, εσύ δεν θα προχωρούσες καθόλου. Σου τους έχει δώσει ο Θεός για σένα.
Μα θα μου πεις -συνέχισε ο Γέροντας- είναι καλό να υποφέρουμε από τους αγαπημένους μας; Έ! έτσι το θέλει ο Θεός.
Και εσύ είσαι ευαίσθητος πολύ και από τη στεναχώρια σου, σου πονάει το στομάχι σου και η κοιλιά σου εκεί χαμηλά.
Έτσι δεν είναι;"
Ναι, μα είναι κακό Παππούλη, τον ρωτάει ο αδελφός, να είναι κανείς ευαίσθητος;
"Ναι, του απαντάει ο Γέροντας, είναι κακό να είναι κανείς πολύ ευαίσθητος σαν εσένα,
γιατί με τη στεναχώρια δημιουργείς διάφορες σωματικές αρρώστιες. Δεν ξέρεις ακόμα ότι και όλες τις ψυχικές αρρώστιες είναι δαιμόνια;"
Όχι, του λέει ο αδελφός.
"Έ! μάθε το τώρα από μένα" κατέληξε ο Γέροντας.
[Τζ 159π.]
"Θα στεναχωρηθούν αν η αγάπη τους είναι ανθρώπινη"
Με πόση χαρά μιλούσε τον τελευταίο καιρό για το Όρος.
-Τώρα πια μόνο μία ημέρα την εβδομάδα μένω εδώ (στο Μήλεσι). Τις υπόλοιπες εκεί, στο ασκητήριό μου.
Νομίζω ότι έχω συνηθίσει το κλίμα. Σε λίγο θα φύγω για τη Σκήτη της μετανοίας μου.
Με περιμένουν εκεί άλλα καλογέρια, καλά και πνευματικά. Να με αξιώσει ο Θεός εκεί να κλείσω τα μάτια μου.
-Δε θα στενοχωρηθούν, Γέροντα, οι αδελφές εδώ, που τόσο σας αγαπούν;
-Θα στεναχωρηθούν, αν η αγάπη τους είναι ανθρώπινη. Όταν η αγάπη μας είναι εν Χριστώ,
θέλουμε εκείνο που επιθυμεί το πρόσωπο που αγαπούμε. Κι εγώ έχω την πληροφορία, ότι ο
Χριστός θέλει να γυρίσω στη Μονή της Μετανοίας μου.
[Ά 100π.]
(σελ.76-77)
(Ανθολόγιο Συμβουλών, Άγιος Πορφύριος, σελ.76-77)
Αγορά
του ουρανού
Όσο βρισκόμαστε σε τούτη τη ζωή, ας αποκτήσουμε ελεημοσύνες.
Ή καλύτερα, ας αγοράσουμε τη σωτηρία μας με την ελεημοσύνη.
Όταν ντύνης φτωχό, τον ίδιο το Χριστό ντύνεις.
Ε.Π.Ε. 30,272
αγοραπωλησίες Εκκλησιαστικές
Αυτοί είναι οι θησαυροί και τα κειμήλια της Εκκλησίας.
Εκείνο το «Πούλησε τα υπάρχοντά σου και μοίρασε τα στους φτωχούς και έλα να μ’ άκολουθήσης» (Ματθ. ιθ' 21),
που είπε ο Χριστός, καιρός να λεχτή και πρός τους προεστώτες της Εκκλησίας, για τα κτήματα της Εκκλησίας.
Δεν μπορούν οι της Εκκλησίας ν’ ακολουθούν το Χριστό, αν έχουν φροντίδες για πλούτη και βιοτικά.
Δυστυχώς τώρα λειτουργοί του Θεού, αφιερωμένοι, ασχολούνται με τρύγους και θερισμούς, με αγοροπωλησίες και με έσοδα.
Ε.Π.Ε. 12,292
Άγρα
ευλογημένη για σωτηρία
Ας μου φέρουν ψυχές, ώστε την επομένη να δώ το ευλογημένο θήραμα μέσα στα δίχτυα
και να παραθέσω για σας την ημέρα εκείνη το πιο ωραίο τραπέζι, ψυχών.
Ε.Π.Ε 34,140
ψυχών
Εύχομαι με τις ευχές των αγίων, κι οι πλανεμένοι να σωθούν, αφού σείς φροντίσετε να τους βρήτε και να τους επαναφέρετε.
Ε.Π.Ε. 34,224
Άγραφη
παράδοσις
Οι απόστολοι δεν μας τα παρέδωσαν όλα με επιστολή. Πολλά τα παρέδωσαν άγραφα.
Είναι κι αυτά εξ ίσου μ’ εκείνα αξιόπιστα. Επομένως και την παράδοσι της Εκκλησίας να την θεωρούμε αξιόπιστη.
Παράδοσις είναι να μη ζητάς τίποτε πιο πολύ. Φαίνεται, ότι πολλοί ήσαν εκείνοι που διασάλευαν με δικές τους γνώμες.
Ε.Π.Ε. 23,74
Άγριος
γίνεται άγιος
Όταν δουν ανθρώπους αγρίους, να χαλιναγωγούνται απ’ το κήρυγμα και να γίνονται σεμνότατοι και πραότατοι,
οι άλλοι θα θαυμάσουν την αλήθεια της πίστεως μας.
Ε.Π.Ε 24,84
Αγρυπνία
προσευχής μοναχών
Οι μοναχοί κάνουν τις νύχτες ήμερες, περνώντας τον καιρό με ευχαριστίες και ψαλμωδίες.
Κι όχι μόνο οι άντρες, αλλά και γυναίκες ασκούν τη ζωή αυτή.
Νικάνε την ασθένεια της φύσεως, με την υπέρμετρη προθυμία.
Ε.Π.Ε. 11,238
προσευχής
Βλέπεις ψυχή, που νήφει και προσέχει; Μαζί με τις γυναίκες και τα παιδιά και τα κορίτσια υμνούν το Θεό.
Η νύχτα δεν δόθηκε για να κοιμώμαστε συνεχώς και να τεμπελιάζουμε.
Ε.Π.Ε. 16α,94
ο Χριστός διανυκτέρευε
Γιατί ο ίδιος ο Χριστός διανυκτέρευε στο όρος; Ασφαλώς για να είναι το πρότυπο μας.
Τη νύχτα κυρίως αναπνέουν τα φυτά. Τότε κυρίως και η ψυχή περισσότερο από τα δέντρα δροσίζεται.
Ε.Π.Ε. 16,102
του διαβόλου
Ας συγκρίνουμε τη νύχτα του Παύλου με τις νύχτες, όπου συμβαίνουν γλέντια, μεθύσια, ασέλγειες.
Σ’ αυτές παρατηρείται ύπνος, που δεν διαφέρει από το θάνατο. Οι αγρυπνίες τους είναι φοβερότερες απ’ τον ύπνο.
Διότι εκείνοι μεν κοιμούνται χωρίς να γίνωνται αντιληπτοί, ενώ αυτοί ξαγρυπνούν κατά τρόπο ελεεινό και άθλιο.
Ξαγρυπνούν μηχανευόμενοι πονηρίες και ραδιουργίες. Φροντίζουν για χρήματα, πώς ν’ αντιμετωπίσουν όσους τους αδικούν.
Μελετούν εχθρότητες και ανταλλάσσουν καθημερινά λόγια υβριστικά.
Μ’ αυτό τον τρόπο υποδαυλίζουν τη φωτιά της οργής, διαπράττοντας πράγματα ανυπόφορα.
Ε.Π.Ε. 16α,360
νήφοντες
Είναι δυνατόν να κοιμάται κάποιος κι όταν είναι άγρυπνος, αν δεν πράττη κάποιο αγαθό έργο.
Η νήψις επαυξάνει την επαγρύπνηση.
Ε.Π.Ε. 23,74
προσευχής
Πάντοτε βέβαια, αλλά κυρίως τότε πρέπει να θυμώμαστε το Θεό, όταν η σκέψις μας ησυχάζη.
Κατά τη διάρκεια της μέρας έρχονται στο νου κι άλλες φροντίδες και θόρυβοι και απομακρύνουν το Θεό απ’ τη σκέψι μας.
Στη διάρκεια όμως της νύχτας μπορούμε να Τον θυμόμαστε διαρκώς, τότε που η ψυχή γαληνεύει και αναπαύεται σαν σε ήρεμο λιμάνι.
Ε.Π.Ε. 24,558
Αγύρτες
εκμεταλλεύονται τα πάντα
Και τα χρήματα και τα σώματα σας και την ελευθερία σας τους τα παραδώσατε.
Διότι αυτό είναι το σπουδαιότερο από όσα παίρνουν, το ότι, δηλαδή, δεν παίρνουν μόνο την περιουσία σας,
αλλά γίνονται κύριοι και του εαυτού σας.
Ε.Π.Ε. 19,622
απατεώνες
Δεν κολακεύσαμε, κάτι που κάνουν οι απατεώνες, εκείνοι, που θέλουν να εξουσιάσουν και να επικρατήσουν.
Ε.Π.Ε. 22,382
μάντεις και μάντισσες
Να μη δίνουμε σημασία στους μάντηδες, ούτε στους μελλοντολόγους, ούτε στους αγύρτες, αλλά να προσέχουμε σ’ όσα λέει ο Θεός,
που όλα σαφώς τα γνωρίζει, που έχει πλήρη γνώσι των πάντων.
Ε.Π.Ε. 23,628
(Χρυσοστομικό Λεξικό, αρχ. Δανιήλ Αεράκη, Τόμος Α΄, σελ. 80-83)