Ο Ισίδωρος, ένας αγέρωχος άρχοντας από την Αλεξάνδρεια, αποφάσισε να μονάση σ’ ένα κοινόβιο της Αιγύπτου. Ο διακριτώτατος ηγούμενος που τον υποδέχτηκε, διέβλεψε αμέσως ότι ήταν σκληρός και υπερήφανος. Του είπε λοιπόν για να τον διορθώση:
-Αν πραγματικά αποφάσισες να σηκώσης τον ζυγό του Χριστού, εκείνο που πριν απ’ όλα σου ζητώ είναι να ασκής την υπακοή.
-Όπως το σίδερο στον σιδηρουργό, έτσι, αγιώτατε πάτερ, παραδίδομαι στην υπακοή, αποκρίθηκε εκείνος.
Ικανοποιημένος ο ηγούμενος από την απάντηση και την παρομοίωση, προχώρησε αμέσως και έδωσε στον σιδερένιο Ισίδωρο το γύμνασμα του:
-Θέλω, αδελφέ, να στέκεσαι στην πύλη της μονής και στον καθένα που θα μπαίνη ή θα βγαίνη, να βάζης μετάνοια λέγοντας: « Προσευχήσου για μένα, πάτερ, γιατί είμαι επιληπτικός».
Ο Ισίδωρος υπάκουσε στον γέροντα όπως ένας άγγελος υπακούει στον Θεό!
Συμπλήρωσε επτά χρόνια σ’ αυτή την άσκηση και έφθασε σε βαθιά ταπείνωση και κατάνυξη. Τότε ο ηγούμενος, αμείβοντας τη μακρόχρονη καρτερία του, αποφάσισε να τον συγκαταριθμίση στους αδελφούς και επιπλέον να τον χειροτονήση κληρικό! Εκείνος όμως τον ικέτευσε να τον αφήση να τελειώση τον δρόμο του με την ίδια άσκηση. Στην παράκληση του μάλιστα αυτή άφηνε κάπως να εννοηθή ότι έφθανε στο τέλος του, ότι πλησίαζε η ώρα που θα τον καλούσε ο Θεός κοντά Του. Έτσι κι έγινε! Ο ηγούμενος τον άφησε στην ίδια θέση και ύστερα από δέκα μέρες « δι’ αδοξίας ενδόξως εξεδήμησε» προς τον Κύριο. Επτά μέρες μετά την κοίμηση του παρέλαβε κοντά του και τον θυρωρό της μονής. Του είχε πει:
-Εάν βρω παρρησία στον Κύριο, σύντομα θα σ’ έχω κοντά μου, για να είμαστε κι εκεί αχώριστοι.
Έτσι ο Θεός φανέρωσε ότι ευαρεστήθηκε από τη θαυμαστή καρτερία του Ισιδώρου.
Πριν κοιμηθεί ο μεγάλος αυτός αθλητής, ρωτήθηκε από τον όσιο Ιωάννη τον Σιναΐτη, τι ένιωθε μέσα του, καθώς βρισκόταν εκεί, εμπρός στην πύλη της μονής, και έβαζε ταπεινά μετάνοια στον καθένα:
-Στην αρχή, αποκρίθηκε εκείνος, συλλογιζόμουν ότι πουλήθηκα για τις αμαρτίες μου. Γι’ αυτό με πολλή πικρία και βία και αιματηρό αγώνα έβαζα τις μετάνοιες. Όταν όμως συμπληρώθηκε ένας χρόνος, δεν ένιωθα λύπη, αλλά περίμενα από τον Θεό τον μισθό της υπομονής μου. Και όταν πέρασε άλλος ένας χρόνος, ένιωθα βαθιά συναίσθηση, πως ήμουν ανάξιος να μένω μέσα στο μοναστήρι, να βλέπω και να συναντώ τους πατέρες, να μεταλαμβάνω τα άχραντα μυστήρια και να αντικρύζω οποιονδήποτε. Ρίχνοντας λοιπόν κάτω το βλέμμα και πιο κάτω την υπόληψη του εαυτού μου ικέτευα τους αδελφούς να προσεύχονται για μένα.
( Κλίμαξ)
( Χαρίσματα και Χαρίσματα, Ι. Μονή Παρακλήτου, τόμος Γ΄, σελ.141-142)
Εγωισμός, το αναρχικό παιδί της υπερηφάνειας
- Γέροντα, άλλο πάθος είναι η υπερηφάνεια και άλλο ο εγωισμός;
- Η υπερηφάνεια, ο εγωισμός, η κενοδοξία κ.λπ., εκτός από την έπαρση που είναι εωσφορικός βαθμός, είναι το ίδιο πάθος με μικρές διαφορές και διαβαθμίσεις.
Ο εγωισμός είναι το αναρχικό παιδί της υπερηφανείας· δεν το βάζει κάτω, επιμένει. Όπως όμως τα δένδρα που δεν λυγίζουν, σπάζουν τελικά από τον αέρα, έτσικαι ο άνθρωπος που έχει εγωισμό, επειδή δεν κάμπτεται, σπάζει τελικά τα μούτρα του. Μεγάλο κακό ο εγωισμός! Ενώ και ανάπαυση δεν έχει ο εγωιστής, πάλι επιμένει! Δεν βλέπεις, ο Άρειος; Όταν η μητέρα του του είπε: «καλά, τόσοι λένε ότι σφάλλεις· δεν το καταλαβαίνεις;», «ναί, το ξέρω, της απάντησε, αλλά πώς να υποταχθώ σ’ αυτούς;». Ο εγωισμός του δεν τον άφηνε να παραδεχθή το λάθος του.
- Και δεν τον απασχολούσε, Γέροντα, που είχε παρασύρει τόσον κόσμο στην
αίρεση;
- Όχι, δεν τον απασχολούσε. «Αν παραδεχθώ ότι σφάλλω, έλεγε, θα εξευτελισθώ και στους οπαδούς μου». Και όσο καταλάβαινε ότι κάνει λάθος, άλλο τόσο ζοριζόταν να τους πείση ότι είχε δίκαιο. Φοβερό πράγμα ο εγωισμός!
- Σε τί διαφέρει, Γέροντα, ο εγωιστής από τον υπερήφανο;
- Ο εγωιστής έχει θέλημα, πείσμα, ενώ ο υπερήφανος μπορεί να μην έχη ούτε θέλημα ούτε πείσμα. Ας πούμε ένα παράδειγμα: Στην εκκλησία προσκυνάτε τις εικόνες με μια σειρά· η καθεμιά ξέρει την σειρά της. Μια αδελφή, αν έχη εγωισμό και της πάρη κάποια άλλη την σειρά, θα κατεβάση τα μούτρα και μπορεί να μην πάη ούτε να προσκυνήση. «Αφού προσκύνησε εκείνη πριν από μένα, θα πή, δεν πάω να προσκυνήσω». Ενώ, αν έχη υπερηφάνεια, πάλι θα πειραχθή, αλλά δεν θα αντιδράση έτσι· μπορεί μάλιστα να πη και στις επόμενες, δήθεν με ευγένεια: «Περάστε! πέρνα κι εσύ, πέρνα κι εσύ!».
- Τί να κάνω, Γέροντα, όταν πληγώνεται ο εγωισμός μου;
- Όταν πληγώνεται ο εγωισμός σου, μην τον περιθάλπης· άφησέ τον να πεθάνη. Αν πεθάνη ο εγωισμός σου, θα αναστηθή η ψυχή σου.
- Και πώς πεθαίνει, Γέροντα, ο εγωισμός;
- Πρέπει να θάψουμε το εγώ μας, να σαπίση και να γίνη κοπριά, για να αναπτυχθή η ταπείνωση και η αγάπη.
(Αγἰου Παϊσἰου του Αγιορεἰτου Λὀγοι Ε῾. ΠΑΘΗ ΚΑΙ ΑΡΕΤΕΣ, σελ. 66-68)
ΈΝΑΣ νέος μοναχός συμβουλευθηκε τον Αββά Νισθερώ:
- Ποιά αρετή να εξασκήσω περισσότερο, Πάτερ, για να σωθώ;
- Όποια σου ταιριάζει καλύτερα, του αποκρίθηκε ο Γέροντας.
Ο αδελφός τον κοίταξε με απορία. Τότε ο Αββάς εξήγησε:
- Η Αγία Γραφή, παιδί μου, μας πληροφορεί πως ο Αβραάμ ήταν φιλόξενος κι ο Θεός τον σκέπαζε. Ο Δαβίδ αγαπούσε την ταπεινοσύνη κι ο Θεός έδειξε σ' αυτόν την προτίμησή του. Διάλεξε λοιπόν κι εσύ την αρετή που επιθυμεί η ψυχή σου και που νιώθεις πως είσαι
κατάλληλος γι' αυτήν. Ύστερα εργάσου την με όλη σου την προθυμία και θα σωθείς.
Ο ΔΙΑΚΡΙΤΙΚΟΣ Αββάς Σισώης πάλι συμβουλεύει: Προτίμα, αδελφέ, εργασία ελαφριά και διαρκή, παρά κοπιαστική και πολύ σύντομα παρατημένη.
ΜΗΝ ΣΚΕΦΤΕΣΑΙ και μην επιχειρείς πράξεις άσκοπες, που δεν γίνονται κατά Θεόν. Όποιος βαδίζει άσκοπα, ματαιοπονεί. Όταν ο νους λησμονεί τον κατά Θεόν σκοπό, το έργο της αρετής δεν ωφελεί την ψυχή, γράφει ο Αββάς Μάρκος.
Γεροντικό, Σταλαγματιές απο την Πατερική Σοφία, Θεοδώρας Χαμπάκη, Εκδόσεις Ορθοδόξου Χριστιανικής αδελφότητας "ΑΓΙΑ ΛΥΔΙΑ", σελ. 81-82)
102. Όλα τα παρόντα πράγματα δεν είναι παρά σκιά των μελλόντων. Το παρόν φως είναι η σκιά του μέλλοντος φωτός. Η φωτιά, η σκιά του πυρός της Γεέννης, όπου θα ριχθούν οι αμετανόητοι αμαρτωλοί. Η καθαρά γήινη χαρά, η σκιά της ανείπωτης μακαριότητος του Παραδείσου. Τα μεγαλοπρεπή βασιλικά ανάκτορα, η σκιά των υπερπολυτελών «μονών», που προετοιμάσθηκαν στην άνω ζωή για όσους αγαπούν τον θεό και εφαρμόζουν τις εντολές του. Τα χρυσοϋφασμένα και αδαμαντοκόλλητα αμφιάσματα των ισχυρών της γης δεν μπορούν να συγκριθούν ούτε από μακριά με τις στολές που θα φορούν οι εκλεκτές ψυχές, έχοντας ενδυθή τον Χριστό από εδώ κάτω. «Τότε οἱ δίκαιοι ἐκλάμψουσιν ὡς ὁ ἥλιος ἐν τῇ βασιλείᾳ τοῦ πατρὸς αὐτῶν» (Ματθ. ιγ’ 43), σύμφωνα με τη βεβαία υπόσχεσι του Σωτήρος.
103. Όπως ένα βρέφος είναι αδιάφορο για ό,τι του φορέσουμε, έτσι και ο αληθινός χριστιανός, νήπιος εν Χριστώ, πρέπει να μένη αδιάφορος για την ακριβή, πολυτελή, φανταχτερή ενδυμασία. Αυτός έχει φορέσει τον ίδιο τον Χριστό, κατά το «Ὅσοι εἰς Χριστὸν ἐβαπτίσθητε, Χριστὸν ἐνεδύσασθε» (Γαλάτ. γ’ 27). Η προσκόλλησις στην εντυπωσιακή περιβολή είναι γνώρισμα των υιών του κόσμου τούτου και των ειδωλολατρών, όπως λέγει ο Κύριος: «Πάντα γὰρ ταῦτα τὰ ἔθνη ἐπιζητεῖ» (Ματθ. στ’ 32), δηλαδή το τι θα τρώνε και πως θα ντύνωνται. Το επιδεικτικό ντύσιμο είναι ένα είδος ειδωλολατρίας, που εμπνέει η κοσμική νοοτροπία.
(Η εν Χριστώ ζωή μου - Αγ. Ιωάννου της Κροστάνδης, εκδόσεις Παπαδημητρίου, σελ. 61-62)
101. Στο κάθε τι και στην κάθε στιγμή, να προσπαθής να αρέσης στον Θεό, έχοντας στον νου τη σωτηρία σου από την αμαρτία και το ότι σε υιοθέτησε ο Θεός. Όταν σηκώνεσαι από το κρεββάτι, κάνε τον Σταυρό σου και λέγε: «Εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος». Και επίσης: «Καταξίωσον, Κύριε, ἐν τῆ ημέρᾳ ταύτη ἀναμαρτήτους φυλαχθῆναι ἡμᾶς. Δίδαξόν με του ποιεῖν τὸ θέλημά σου» (από τη Δοξολογία). Όταν πλύνεσαι, λέγε: «Ραντιεῖς μὲ ὑσσώπω, καὶ καθαρισθήσομαι. πλυνεῖς μέ, καὶ ὑπὲρ χιόνα λευκανθήσομαι» (Ψαλμ. ν’ 9). Όταν φορής τα καθαρά σου εσώρρουχα, θυμήσου την καθαρότητα της καρδιάς και ζήτησέ της από τον Κύριο, λέγοντας: «Καρδίαν καθαρὰν κτίσον ἐν ἐμοί, ὁ Θεός» (Ψαλμ. ν’ 12). Όταν έφτιαξες καινούργια ενδυμασία και τη φορής, θυμήσου την πνευματική σου ανανέωσι και λέγε: «Καὶ πνεῦμα εὐθὲς ἐγκαίνισον ἐν τοῖς ἐγκάτοις μου» (Ψαλμ. ν’ 12). Αν φορής μια ενδυμασία που πάλιωσε πλέον και δεν σου αρέσει, θυμήσου με μεγαλύτερη αποστροφή τον «παλαιό» άνθρωπο, τον γεμάτο αμαρτία και πάθη, τον σαρκικό άνθρωπο. Όταν τρως το γλυκό ψωμί, αναλογίσου τον «Άρτον τον ζώντα», το Σώμα και το Αίμα του Χριστού, που κοινωνείς στην εκκλησία «Εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν καί εἰς ζωήν αἰώνιον».
Όταν πίνης νερό ή κάποιο άλλο ποτό, σκέψου το θείο νέκταρ, το Τίμιο Αίμα του Σωτήρος, που ξεδιψά την ψυχή στον αιώνα. Όταν κάθεσαι να ξεκουρασθής, συλλογίσου την αιώνια ανάπαυσι, που περιμένει όσους αγωνίσθηκαν ακοίμητα και καταπονήθηκαν στον στίβο των αρετών. Όταν πέφτης στο κρεββάτι για ύπνο, θυμήσου τον ύπνο του θανάτου, που θα έλθη, αργά ή γρήγορα, για όλους μας, ιδιαίτερα δε το σκοτάδι που περιμένει όσους δεν μετανοούν για τις αμαρτίες τους. Όταν αντικρύζης το φως της αυγής, τη νέα ημέρα, θυμίσου την ανέσπερο και λαμπρά ημέρα της βασιλείας του Χριστού, που θα την απολαμβάνουν αιώνια όσοι αγωνίσθηκαν να είναι θεάρεστοι ή μετενόησαν ειλικρινά για τις αμαρτίες τους.
Όταν πηγαίνης κάπου, σκέψου τον ίσιο δρόμο της εν Χριστώ ζωής και λέγε στον θεό: «Τὰ διαβήματά μου κατεύθυνον κατὰ τὸ λόγιόν σου, καὶ μὴ κατακυριευσάτω μου πᾶσα ἀνομία» (Ψαλμ. ριη’ 133). Όταν φτιάχνης κάτι, φτιάχνε το με τη σκέψι στον Θεό, που δημιούργησε το παν με την άπειρο σοφία, χάρι και δύναμί του, καθώς έφτιαξε και σένα, «κατ’ εικόνα και ομοίωσίν» του. Όταν αποκτάς κάτι υλικά πολύτιμο, συλλογίσου ότι ο ακένωτος Θησαυρός μας, από όπου παίρνουμε όλους τους θησαυρούς της ψυχής και η ανεξάντλητος Πηγή κάθε χαρίσματος είναι ο Θεός. Ευχαρίστησέ τον με όλη σου την ψυχή. Και έχοντας αυτόν τον Θησαυρό μέσα σου, σκόρπιζε στους φτωχούς τα υλικά αγαθά, φανερώνοντας έτσι ότι αγαπάς τον Θεό και τους αδελφούς σου. Όταν βλέπης τη λάμψι του ασημιού, μη εντυπωσιασθής απ’ αυτό, αλλά σκέψου ότι η ψυχή σου πρέπει να γίνη αγνή και καθαρή σαν το χρυσάφι, περνώντας μες από τη φωτιά των δοκιμασιών και των θλίψεων, ότι ο Κύριος θέλει να σε κάμη φωτεινότερο και από τον ήλιο, στη βασιλεία του Πατρός του. Εκεί θα λάμπης από το φως του Ηλίου της Δικαιοσύνης, του Θεού. Θα λάμπης σαν χρυσάφι πεντακάθαρο ανάμεσα στην Παναγία, τις Ασώματες Δυνάμεις και τους Αγίους, που λάμπουν από το ίδιο φως.
(Η εν Χριστώ ζωή μου - Αγ. Ιωάννου της Κροστάνδης, εκδόσεις Παπαδημητρίου, σελ. 59-61)
«Αν παραμείνετε ενωμένοι μαζί μου και τα λόγια μου μείνουν ριζωμένα μέσα σας, ό,τι κι αν θέλετε ζητήστε το και θα σας δοθεί» (Ιωάννης 15:7)
Ο Γεώργιος Μύλλερ υπήρξε ένας άνθρωπος πίστης και προσευχής. Έχτισε ορφανοτροφείο και φρόντισε για χιλιάδες ορφανά. Μια μέρα τελείωσαν όλα τα εφόδιά τους και δεν είχε μείνει ούτε ένα κομμάτι ψωμί, ούτε ένα κιλό ζάχαρη για το πρωϊνό της επόμενης μέρας για τα 3.000 ορφανά του ορφανοτροφείου. Ήταν μεσάνυχτα. Τα καταστήματα ήταν κλειστά. Το ταμείο ήταν άδειο. «Ας προσευχηθούμε», είπε ο Μύλλερ σ’ ένα φίλο του, που ήταν μαζί του. Κάθισαν, λοιπόν και προσευχήθηκαν οι δυο τους. Μόλις ξημέρωσε έφτασε στο ορφανοτροφείο ένα φορτηγό γεμάτο με τρόφιμα, αρκετά για μια εβδομάδα. Ο οδηγός παρέδωσε στο Μύλλερ ένα σημείωμα που έγραφε: «Αυτό το βράδυ δεν μπόρεσα να κλείσω μάτι. Μια φωνή μου έλεγε, σήκω και στείλε τρόφιμα στα ορφανά του Μύλλερ. Σας παρακαλώ να μείνω ανώνυμος»! Ο Θεός ακούει προσευχές!
Σ.Α.Ι.
«Αυτά σας τα είπα, ώστε μένοντας ενωμένοι μαζί μου να έχετε ειρήνη μέσα σας. Μέσα στον κόσμο θα έχετε θλίψη, αλλά να έχετε θάρρος, τον έχω νικήσει εγώ τον κόσμο» (Ιωάννης 16:33)
Η παράδοση λέει πως ένας από τους άνδρες που πρόδωσαν τον απόστολο Ιάκωβο στο βασιλιά Ηρώδη, ο οποίος στη συνέχεια τον σκότωσε (Πράξεις 12:1-4), συγκινήθηκε τόσο πολύ από τη σταθερότητα με την οποία ομολόγησε την πίστη του στο Χριστό, που αποφάσισε να γίνει χριστιανός, ενώ οδηγούσαν τον Ιάκωβο στο μαρτυρικό θάνατο. Καθώς περπατούσαν, ο προδότης ζήτησε από τον Ιάκωβο να τον συγχωρήσει. Εκείνος τον αγκάλιασε, τον φίλησε και του είπε: «Εύχομαι η ειρήνη του Θεού να είναι μαζί σου». Πέθαναν και οι δύο για τ’ όνομα του Χριστού.
«Εκείνος που απλώνει τα χέρια του προς την ειρήνη τα απλώνει προς Εσένα, που είσαι η μόνη πηγή της ειρήνης, όπου μπορούν να ησυχάσουν οι καρδιές μας»! (Απόσπασμα της προσευχής του Giovanni Papini)
Σ.Ι.
(Εκδόσεις «Ο Λόγος»)
Ο Θεός θα μας σώσει μέσα από τη συμφορά
"Βαθιά ήταν η λαχτάρα του Γέροντα να σμιλέψει την άμορφη μάζα του λίθινου εαυτού μας και να μορφώσει το Χριστό μέσα μας
κι έτσι να μας μεταμορφώσει. Όλο αυτό γινόταν με ωδίνες τοκετού εκ μέρους του και με ενίσχυση της ελπίδας μας,
ώστε ποτέ να μην απελπιστούμε και νατα παρατήσουμε.
Τόσο στην προσωπική μας ζωή, όσο και στη ζωή του τόπου μας και της ανθρωπότητος, έβλεπε σημάδια ελπίδας.
Ένα βράδυ που του είχαμε εμπιστευθεί τη θλίψη μας και τη στενοχώρια μας για τα όσα συνέβαιναν γύρω μας,
μας εκμυστηρεύθηκε: "Η εποχή μας είναι σαν την εποχή του Χριστού. Και τότε ο κόσμος είχε φθάσει σε μία αθλία κατάσταση.
Ο Θεός όμως, μας λυπήθηκε. Και τώρα δεν πρέπει ν' απελπιζόμαστε.
Βλέπω μέσα από τη συμφορά να εμφανίζεται κάποιος πολύ σπουδαίος άνθρωπος του Θεού,
ο οποίος θα συνεγείρει και θα ενώσει τον κόσμο προς το καλό".
Αμήν Γέροντα, και πότε !
[Ί 233]
"Να φυλαχθείς από το άγχος"
Ανάπηρη κοπέλα, ζήτησε την ευλογία του Γέροντα και τις συμβουλές του, για τα προβλήματα που αντιμετώπιζε,
ζώντας πάνω σε αναπηρικό καροτσάκι.Ο Γέροντας την ευλόγησε και της είπε μεταξύ άλλων: "Προ πάντων να φυλαχθείς από το άγχος.
Το άγχος είναι ασθένεια της ψυχής και δεν εξαρτάταιαπό από υλικές ελλείψεις.
Μπορεί ένας υγιής άνθρωπος να έχει πολλά εκατομμύρια στην Τράπεζα και να ζει μέσα στο άγχος.
Το άγχος καταπολεμείται με την εμπιστοσύνη στην Πρόνοιατου Θεού και τον καλόν αγώνα".
[Γ 203π.]
"Πώς να αποφύγει την κατάθλιψη"
Σε νέα χήρα, που ήταν πολύ λυπημένη, ο Γέροντας έδωσε οδηγίες να εργάζεται εντατικά, για να μπορέσει να αποφύγει την κατάθλιψη που την απειλούσε.
Με την εργασιοθεραπεία και την προσευχή, που της συνέστησε ο Γέροντας, είχε εκπληκτικά αποτελέσματα.
Η θλίψη της μεταβλήθηκε σε εσωτερική γαλήνη και χαρά, μέχρι σημείου, που να διερωτάται μήπως παραφρόνησε.
Ο Γέροντας την καθησύχασε και την διαβεβαίωνε, ότι η πνευματική χαρά της προέρχεται από τη χάρη του Χριστού, που έλαβε.
[Γ 202]
"… όλα τα προβλήματα φεύγουν"
Φίλος γιατρός, μου ζήτησε να υποβάλω γραπτή του ερώτηση στο Γέροντα, για προσωπικό του πρόβλημα.
Αντιγράφω το διάλογο, από σημείωμά μου προς ενημέρωση του γιατρού: Ερώτηση, σχετική με το πρόβλημά του.
Απάντηση Γέροντος : " Μωρέ, τί είναι αυτά τα απωθημένα που γράφει, αν έχουν σχέση με το ψυχικό του πρόβλημα;
Τί είναι αυτά τα κληρονομικά ;" - Δηλαδή, Γέροντα, απαντάτε, ότι δε συμβαίνει ούτε το πρώτο, ούτε το δεύτερο ;-"
Δε συμβαίνει τίποτα. Όλα αυτά που γράφει, είναι από τον παλαιό άνθρωπο, που έχουμε μέσα μας.
Όταν όμως αγαπήσουμε τον Χριστό μ' όλη μας την ψυχή, όταν έρθει ο θείος έρωτας μέσα μας,
τότε όλα τα προβλήματα φεύγουν και γεμίζουμε με πνευματική χαρά. Εσύ, μωρέ, τα ξέρεις αυτά, σου τα είπα τόσες φορές.
Να, είναι έτσι, " και έκανε μία χαρακτηριστική κίνηση του χεριού, που αρχικά έρπει και σιγά σιγά ανυψώνεται."
Οι ψυχίατροι και οι ψυχολόγοι μιλούνε γιααπωθημένα και κληρονομικά, γιατί δε γνωρίζουν την ανθρώπινη ψυχή,
που μόνο με το θείο έρωτα θεραπεύεται και ζει στην εν Χριστώ χαρά".
[Γ 200]
(Ανθολόγιο Συμβουλών, Άγιος Πορφύριος, σελ. 82-84)
Η αξιοποίηση της ατεκνίας
Η γυναίκα, όταν δεν έχη παιδιά, αν δεν αξιοποιήση το θέμα αυτό πνευματικά, βασανίζεται.
Τί είχα τραβήξει μια φορά με μια γυναίκα που δεν είχε παιδιά!
Ο άνδρας της είχε μεγάλη θέση στην δουλειά του. Αυτή είχε σπίτια που τα νοίκιαζε, σπίτι μεγάλο στο οποίο έμεναν, προίκα μεγάλη,
και βαριόταν να πάη στην αγορά να ψωνίση, βαριόταν να μαγειρέψη, αλλά ούτε και ήξερε να μαγειρεύη.
Τηλεφωνούσε και της έφερναν έτοιμα φαγητά. Τίποτε δεν της έλειπε, και όμως ήταν βασανισμένη, γιατί τίποτε δεν την ευχαριστούσε.
Όλη μέρα καθόταν στο σπίτι, της έφταιγε το ένα, της έφταιγε το άλλο, βαριόταν το ένα, βαριόταν το άλλο.
Την έπνιγαν μετά οι λογισμοί και αναγκαζόταν να παίρνη χάπια.
Ο άνδρας της έπαιρνε δουλειά από το γραφείο στο σπίτι, για να της κάνη παρέα, και εκείνη καθόταν πάνω από το κεφάλι του,
για να περνάη την ώρα της. Ο άνθρωπος την βαριόταν, αλλά έπρεπε ο καημένος να κάνη και την δουλειά του.
Όταν την συνάντησα, της είπα: «Μήν κάθεσαι όλη μέρα μέσα στο σπίτι και μουχλιάζεις.
Πήγαινε σε κανένα νοσοκομείο, να κάνης καμμιά επίσκεψη σε αρρώστους».
«Που να πάω, Πάτερ; μου λέει, δύσκολο μου φαίνεται».
«Τότε θα κάνης το εξής: Θα διαβάζης την Πρώτη Ώρα στην ώρα της, την Τρίτη Ώρα στην ώρα της κ.λπ. και θα κάνης και καμμιά μετάνοια».
«Δεν μπορώ», μου λέει. «Έ, τότε να ασχοληθής με τα Συναξάρια».
Της είπα να διαβάση τον βίο όλων των γυναικών που αγίασαν, με την σκέψη μήπως από κεί πάρη κάτι και βοηθηθή.
Τρόμαξα να την βάλω σε μια σειρά, για να μην καταλήξη στο τρελλοκομείο. Είχε αχρηστευθή τελείως.
Γερή μηχανή, αλλά με παγωμένα λάδια.
Με όλα αυτά θέλω να πω ότι η καρδιά της γυναίκας αχρηστεύεται, όταν η αγάπη που έχει στην φύση της δεν βρη διέξοδο.
Και βλέπεις, άλλη με πέντε-έξι ή και οκτώ παιδιά, να είναι πάμφτωχη η καημένη και να χαίρεται. Έχει και λεβεντιά και παλληκαριά.
Γιατί; Γιατί βρήκε τον στόχο της. Μου έκανε εντύπωση μια περίπτωση: Ένας γνωστός μου είχε δύο αδελφές.
Η μία παντρεύτηκε πολύ μικρή και απέκτησε πολλά παιδιά. Θυσία γινόταν. Έρραβε κιόλας και έστελνε σε φτωχούς ελεημοσύνες.
Ήρθε προ ημερών και μου είπε: «έχω και εγγονάκια τώρα!» και σκιρτούσε η καρδιά της.
Η άλλη δεν παντρεύτηκε, δεν αξιοποίησε πνευματικά και το αμέριμνο που είχε και ήταν... μην τα ρωτάς! Ένα άχρηστο πράγμα!
Βαριόταν που ζούσε. Περίμενε από την γριά μάνα της να την εξυπηρετή και είχε και παράπονα. Βλέπετε τί γίνεται;
Δεν έγινε η αλλαγή μέσα της, γιατί δεν έγινε μητέρα και ούτε αξιοποίησε την αγάπη που υπάρχει στην γυναικεία φύση, βοηθώντας όσους έχουν ανάγκη.
Γι’ αυτό λέω ότι η θυσία είναι απαραίτητη στην γυναίκα.
Ο άνδρας, και αν ακόμη δεν καλλιεργήση την αγάπη, δεν παθαίνει και μεγάλη ζημιά.
Η γυναίκα όμως, με την αγάπη που έχει, αν τυχόν δεν την διοχετεύη σωστά, είναι σαν μια μηχανή που δουλεύει,
αλλά δεν έχει υλικό να δουλέψη και τραντάζεται και τραντάζει και τους άλλους.
(Λόγοι Παϊσίου, τόμος Δ΄, Οικογενειακή Ζωή, Εκδ. Ιερού Ησυχαστηρίου "Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος", σελ. 81-82)
Καλός
Όπου υπάρχει αλυσόδεμα, όπου φυλακή, όπου θάνατος, εκεί είναι ο καλός αγώνας.
Διότι όλα αυτά γίνονται για το Χριστό.
Ε.Π.Ε. 23,638
αρχή και τέλος
Όποιος εξαντληθή στον αγώνα, σαν ακούση το τέλος του αγώνα, ανακουφίζεται λίγο,
ξέροντας ότι είναι το τέλος των κόπων και η αρχή της αναπαύσεως.
Ε.Π.Ε. 24,214
και ανάπαυσις
Ας θεωρήσουμε όλη μας τη ζωή γεμάτη αγώνες και ποτέ δεν θα αιφνιδιαστούμε στις θλίψεις μας.
Ο πυγμάχος δεν αιφνιδιάζεται, όταν στον αγώνα πάνω υποφέρη. Άλλος είναι ο καιρός της αναπαύσεως.
Πρέπει μέσω της θλίψεως να γίνουμε τέλειοι. Αν και δεν υπάρχη τώρα διωγμός και παρόμοια θλίψις.
Υπάρχουν όμως άλλες θλίψεις, πού μάς συμβαίνουν κάθε μέρα.
Ε.Π.Ε. 24,340
συστηματικός
Να βάλουμε πρόγραμμα στον εαυτό μας. Ας πούμε, σήμερα θα κατορθώσουμε αυτό.
Τον άλλο μήνα ας ασκήσουμε τον εαυτό μας στην ανεξικακία. Κατά τον άλλον σε άλλη αρετή.
Κι όταν παγιωθούμε στη μια αρετή, ας προχωρήσουμε στην άλλη, όπως γίνεται και με τα μαθήματα.
Ε.Π.Ε. 25,170
συνεχής και επίμονος
Αν ο δρυοτόμος, που θέλει να κόψη μεγάλο δέντρο, καταφέρη μια τσεκουριά και δεν πέση το άχρηστο δέντρο, σταματάει;
Δεν δίνει και δεύτερη και τρίτη και τέταρτη και πέμπτη και δέκατη, μέχρις ότου πέση το δέντρο;
Ε.Π.Ε. 30,290
άνοιξε το στάδιο
Από σήμερα άνοιξε το στάδιο .Έφτασε η ώρα του αγώνα. Οι θεατές κάθονται στις κερκίδες.
Όχι μόνο οι άνθρωποι, αλλά οι άγγελοι βλέπουν τα παλαίσματα.
Ε.Π.Ε. 30,388
έφτασε η ώρα για αγώνα
Με θάρρος ας ριχτούμε στα παλαίσματα.
Τα όπλα μας λαμπρότερα από οποιοδήποτε χρυσάφι, ισχυρότερα από οποιοδήποτε διαμάντι, καυστικώτερα και σφοδρότερα από οποιαδήποτε φωτιά,
ελαφρότερα από οποιοδήποτε αέρα.
Ε.Π.Ε. 30,390
μετά τον αγώνα το στεφάνι
Μετά τους κόπους και τους πόνους Έρχεται η νίκη. Και για τους αγώνες έχει ετοιμαστή το στεφάνι.
Ε.Π.Ε. 33,398
η παρούσα ζωή
Όλη η παρούσα ζωή είναι αγώνας και πάλη. Πρέπει να μπαίνουμε στο στάδιο αυτό της αρετής με εγκράτεια σε όλα.
«Καθένας που αγωνίζεται, εγκρατεύεται σε όλα» (Α' Κορ. θ' 25).
Δεν βλέπεις τί γίνεται στους γυμναστικούς αγώνες;
Πώς φροντίζουν πολύ για τον εαυτό τους όσοι δέχονται να παλέψουν με ανθρώπινο αντίπαλο!
Με πόση εγκράτεια εξασκούνται σωματικά!
Ε.Π.Ε. 36,88
χωρίς ανακωχή
Φωτιά είναι η σαρκική επιθυμία, φωτιά άσβεστη και διαρκής. Σκυλί λυσσασμένο.
Στη ζωή αυτή δεν έχουμε ανακωχή. Παντοτινός ο αγώνας. Ε.Π.Ε. 37,246
υπέρ της Εκκλησίας
Πολύ κόπο έχετε υπομείνει. Αναλάβατε μια τόσο μακρά και υπερπόντια αποδημία.
Πολύ ιδρώτα χύσατε, όχι βέβαια για βιωτικά πράγματα και φθαρτά, αλλά για τα συμφέροντα της Εκκλησίας,
για τα οποία θα λάβετε πολύ μεγαλύτερα απ’ τους κόπους βραβεία απ’ τον φιλάνθρωπο Θεό.
Ε.Π.Ε. 38,306
(Χρυσοστομικό Λεξικό, αρχ. Δανιήλ Αεράκη, Τόμος Α΄, σελ. 89-91)
Η ειρήνευσις δύο χωριών
Μια κόρη που λεγόταν Πιαμούν, ζούσε ασκητικά στην Αίγυπτο μαζί με τη μητέρα της. Έτρωγε μια φορά κάθε δύο μέρες και έπλεκε λινάρια.
Συνέβη κάποτε, την εποχή των πλημμυρών του Νείλου, να διαπληκτίζονται τα γύρω χωριά για τη διανομή του νερού. Όταν η διαμάχη οξύνθηκε, σημειώθηκαν ακόμη και φόνοι! Στη δύσκολη αυτή περίοδο ένα γειτονικό χωριό ξεσηκώθηκε εναντίον του χωριού που έμενε η Πιαμούν. Πλήθος χωρικών οπλισμένων με δόρατα και ρόπαλα ξεκίνησαν εναντίον των συμπατριωτών της. Άγγελος Κυρίου τότε την πληροφόρησε για την επίθεσι. Αυτή κάλεσε τους ηλικιωμένους του χωριού και αφού τους ενημέρωσε, τους συμβούλεψε:
- Να βγήτε, να συναντήσετε τους επιδρομείς και να προσπαθήσετε να λυθούν ειρηνικά οι διαφορές σας, γιατί διαφορετικά θα καταστραφούμε.
Εκείνοι όμως φοβήθηκαν και την παρακάλεσαν να πάη να τους συναντήση η ίδια:
- Εμείς δεν τολμούμε να τους συναντήσουμε, γιατί θα μας επιτεθούν. Αν όμως λυπάσαι το χωριό και το σπίτι σου, πήγαινε η ίδια και παρακάλεσε τους. Εσένα θα σε σεβαστούν.
Η ασκήτρια δεν το δέχθηκε αυτό. Αλλά ανέβηκε στο κελλί της και ολόκληρη τη νύχτα προσευχόταν στον Θεό:
- Κύριε, εσύ που κρίνεις τη γη και δεν ανέχεσαι τις αδικίες, ευδόκησε να μας λυτρώσης από τον κίνδυνο που διατρέχουμε. Η δύναμις σου ας καθηλώση ακίνητους τους επιδρομείς σε όποιο μέρος βρίσκονται.
Κατά τα ξημερώματα, ενώ οι επιτιθέμενοι βρίσκονταν τρία μίλια μακριά, καρφώθηκαν στον τόπο που ήταν και δεν μπορούσαν να σαλέψουν. Όταν αργότερα πληροφορήθηκαν ότι τους συνέβη αυτή η συμφορά με τις προσευχές της παρθένου Πιαμούν, έστειλαν μήνυμα στο χωριό ζητώντας ειρηνική διευθέτησι των διαφορών τους. Μετά απ’ αυτό ελευθερώθηκαν από τον αόρατο δεσμό που τους είχε ακινητοποιήσει.
(Λαυσαϊκή Ιστορία)
(Χαρίσματα και Χαρισματούχοι, Ι. Μονή Παρακλήτου, τόμος Β΄, σ. 115-116)