Είναι οι γάμοι μεταξύ Ορθοδόξων και ετεροδόξων. Είναι γάμοι ανάγκης και «κατ’ οικονομίαν» τελούμενοι, τους οποίους επιβάλλουν οι σύγχρονες συνθήκες ζωής και οι ειδικές σχέσεις που δημιουργούνται σε χώρες στις οποίες ορθόδοξοι συγχρωτίζονται με ετεροδόξους και τανάπαλιν. Η Εκκλησία μας, για ν’ αποστρέψει μεγαλύτερα κακά (την προσχώρηση Ορθοδόξων σε ετερόδοξες Εκκλησίες και κοινότητες, την παράνομη συμβίωση κ.λπ.) επιτρέπει την κατ’ οικονομίαν σύζευξη των μελών της με ετεροδόξους, με την προϋπόθεση το μυστήριο να τελεσθεί κατά το ορθόδοξο λειτουργικό τυπικό, τα δε παιδιά που θα γεννηθούν από το γάμο ν’ ανατραφούν ορθοδόξως. Τα ίδια φυσικά απαιτεί και η Ρωμαϊκή Εκκλησία από τα δικά της μέλη. Οι Προτεστάντες δεν πολυσκοτίζονται. Το προβληματικό όμως στις περιπτώσεις αυτές από ορθόδοξης πλευράς είναι πώς επιτρέπεται σ’ έναν ετερόδοξο, που δεν ανήκει στην Εκκλησία, να τελέσει ορθόδοξο μυστήριο. Είπαμεν, όμως, κατ’ οικονομίαν!
(Ανδρέου Θεοδώρου «Απαντήσεις σε ερωτήματα συμβολικά», εκδόσεις Αποστολική Διακονία, σελ. 281)
Το ιδεώδες είναι να μένουν άγαμοι. Όταν οι κληρικοί δεν έχουν οικογενειακές φροντίδες και περισπασμούς, όταν δεν είναι δεμένοι με γυναίκες και παιδιά, θα είναι ελεύθεροι να αφοσιωθούν ολόψυχα και απερίσπασπα στην υψηλή διακονία, στην οποία η χάρη του Αγίου Πνεύματος τους έχει αναδείξει.
Καθόσον όμως, κατά τους λόγους του Κυρίου, όλοι δεν μπορούν να σηκώσουν τον βαρύ της παρθενίας και της συνημμένης αγαμίας ζυγό, άνδρες δε φυσιολογικοί είναι πολύ δύσκολο ν’ αφήσουν ανικανοποίητες τις ορμές της φύσεως και ν’ αντέξουν οπό καθημερινό πύρωμα της σάρκας, η Ορθόδοξη Εκκλησία στην επιθυμία της να προφυλάξει τον κλήρο της από αταξίες σαρκικές και σκάνδαλα διασύροντα την περιωπή της ιερωσύνης και σκανδαλίζοντα το ποίμνιο, επιτρέπει το γάμο στους διακόνους και τους πρεσβυτέρους, απαγορεύουσα τούτον μόνο στούς αρχιερείς, οι οποίοι πρέπει να προέρχονται από τις τάξεις των παρθένων (μοναχών). Το τελευταίο αυτό φυσικά δεν σημαίνει ότι ο γάμος είναι ασυμβίβαστος προς την ιεροσύνη, αφού οι δύο πρώτοι ιερατικοί βαθμοί τελούν γάμο, εις δε την αρχαία Εκκλησία υπήρχαν και έγγαμοι αρχιερείς (ένα μυστήριο δεν μπορεί να συγκρούεται με άλλο), αλλά και για άλλους μεν λόγους σκοπιμότητας, κυρίως όμως για να μένουν απερίσπαστοι στην υψηλή διακονία τους. Άλλωστε η ηλικία προσέλευσης στην αρχιερωσύνη και η υποτιθέμενη άσκησή τους ως μοναχών, εγγυώνται κατά τεκμήριο τη σώφρονα και ενάρετη διαγωγή τους.
Γάμος μετά την ιεροσύνη και δεύτερος σε περίπτωση χηρείας δεν επιτρέπονται. Τα θέματα βέβαια αυτά καθώς και ο γάμος των αρχιερέων είναι ζητήματα που μπορούν -αν παραστεί ανάγκη- να συζητηθούν από την Εκκλησία.
Σε αντίθεση με την Ορθόδοξη Εκκλησία, η Λατινική απαγορεύει το γάμο και στους τρείς ιερατικούς βαθμούς, πράγμα βέβαια στη φιλοσοφία του ορθό, όμως στην πρακτική του άκρως επικίνδυνο, για τους λόγους που αναφέραμε πιο πάνω. Αν η αγαμία γενικά είναι δυσβάστακτος θεσμός για κάθε εποχή, σήμερα που ο κοινωνικός βίος έχει εξελιχθεί και επιταχυνθεί, η ζωή των άγαμων κληρικών σε μεγάλες ιδίως κοινωνίες γίνεται πολύ προβληματική, δεν είναι δε λίγοι οι κληρικοί της Ρωμαϊκής Εκκλησίας, οι οποίοι ζητούν από τον Πάπα άδεια να λάβουν νόμιμη σύζυγο στα πλαίσια του μυστηρίου του γάμου.
(Ανδρέου Θεοδώρου «Απαντήσεις σε ερωτήματα συμβολικά», εκδόσεις Αποστολική Διακονία, σελ. 280-281)
Περί της ουσίας του μυστηρίου δεν υπάρχουν διαφορές. Διαφορές υφίστανται ως προς το διαλυτόν ή όχι του γάμου. Η Δυτική Εκκλησία απαγορεύει τελείως τη διάλυση του γάμου. Μόνο ο θάνατος είναι ο φυσικός λύτης του συζυγικού δεσμού, οπότε ο γάμος μπορεί να επαναληφθεί και για τέταρτη φορά. Ακόμη και σε περίπτωση πορνείας η Ρωμαϊκή Εκκλησία δεν επιτρέπει το διαζύγιο, παρά τη ρητή διαβεβαίωση του Κυρίου. Το μόνο που επιτρέπει είναι ο προσωρινός χωρισμός των συζύγων από κοίτης και τραπέζης (να κοιμούνται ξεχωριστά και να μη τρώγουν στο ίδιο τραπέζι). Φυσικά ο Πάπας παρεμβαίνων μπορεί σε εξαιρετικές περιστάσεις να λύσει κάποιο γάμο.
Οι αντιλήψεις αυτές της Λατινικής Εκκλησίας δεν είναι σύμφωνες ούτε με το έθος της αρχαίας Εκκλησίας, στην οποία ήταν άγνωστος ο χωρισμός από κοίτης και τραπέζης, αλλ΄ ούτε και με τη ρητή βεβαίωση της Γραφής, ότι η λύση του γάμου είναι επιτρεπτή μόνο δια λόγους πορνείας. Οι δε λόγοι της Γραφής «ο απολελυμένην γαμήσας μοιχάται» στους οποίους στηρίζεται το έθος της Δυτικής Εκκλησίας, δεν σημαίνουν την γυναίκα που απολύθηκε ένεκα πορνείας, αλλά εκείνη που απέλυσε αυθαίρετα ο σύζυγος, ο οποίος στην περίπτωση αυτή μοιχάται. Και κάτι άλλο· αν απαγορεύεται η σύζευξη στο προσβαλέν την οικογενειακή πίστη μέλος, γιατί το αθώο μέλος να μην μπορεί να συνάψει νέο γάμο;
(Ανδρέου Θεοδώρου «Απαντήσεις σε ερωτήματα συμβολικά», εκδόσεις Αποστολική Διακονία, σελ. 279)
Ναι, υπάρχουν. Φυσικός λύτης του γάμου είναι ο θάνατος, όπως και η πορνεία. Περί της τελευταίας ο Κύριος! είναι κατηγορηματικός: « Ός αν απολύση την γυναίκα αυτού παρεκτός λόγου πορνείας και γαμήση άλλην μοιχάται». Η πορνεία διαλύει τον γάμο, γιατί καταστρέφει τα κύρια συστατικά του, την πίστη και την αγάπη. Το διαζύγιο σε τέτοιες περιπτώσεις επιτρέπεται, χωρίς όμως και να επιβάλλεται. Το απατηθέν μέλος έχει δικαίωμα να λύσει τον γάμο, όχι όμως και υποχρέωση. Αν θέλουν οι σύζυγοι, μπορούν να τον διατηρήσουν και μετά την προσβολή. Λόγω όμως των πολλών δυσχερών περιστάσεων και των προβλημάτων του συζυγικού και του κοινωνικού βίου, η λύση του γάμου επιτρέπεται και για άλλους λόγους με τους οποίους ασχολείται το Κανονικό Δίκαιο της Εκκλησίας. Και μια τελευταία λέξη. Μετά τη διάλυση του πρώτου γάμου ο ορθόδοξος μπορεί να τελέσει κατά συγκατάβαση δεύτερο και τρίτο γάμο, όχι όμως και τέταρτο. Η τετραγαμία απαγορεύεται.
(Ανδρέου Θεοδώρου «Απαντήσεις σε ερωτήματα συμβολικά», εκδόσεις Αποστολική Διακονία, σελ. 278-279)
[Σημείωση: Η σχέση αυτή με τον Πνευματικό, την οποία προβάλλει ο Όσιος, αναφέρεται πρωτίστως στο μοναχικό βίο & δεν μπορεί να μεταφερθεί αυτούσια & στους μη μοναχούς, όμως μπορούμε να πάρουμε πολλά σπουδαία διδάγματα σχετικά με την αγάπη, την υπακοή στον Πνευματικό & τη γενικότερη σχέση μαζί του, τα οποία ισχύουν για κάθε Χριστιανό, μοναχούς & λαϊκούς ανεξαιρέτως!]
«Ξέρετε πολύ καλά ότι ο Γέροντάς μας (όσιος Ιωσήφ ο Ησυχαστής) ήταν των άκρων ησυχαστής και της νοεράς προσευχής. Και όμως δεν μας παρέδωσε ως πρώτο την ησυχία ή τη νοερά προσευχή, αλλά μας παρέδωσε την υπακοή, το κοινόβιο!».
«Και τα βιβλία των Αγίων Πατέρων αν παρακολουθήσετε, θα δείτε ότι πολλοί με ευκολία, με πολλή άνεση αγίασαν, αγιάσθησαν οι ψυχές τους, δίχως να κάνουν κόπους, δίχως να κάνουν θυσίες, δίχως να κάνουν ασκητικούς αγώνες, αλλά τι; Διάλεξαν την υπακοή».
«Βεβαιώθηκα με πείρα ότι η υπακοή είναι ανώτερη από την προσευχή».
«Πολλές φορές κι εμείς, να πούμε, ως Γέροντες μπορεί να κάνουμε και ένα λάθος. Εσύ όμως που θα κάνεις υπακοή, θα σου βγει σε καλό, δεν θα σου βγει σε κακό! Ποτές η υπακοή δεν βγαίνει σε κακό, διότι είναι μίμησης Χριστού».
«Έκανες υπακοή, θα πας στον παράδεισο, δεν έκανες υπακοή, δεν πάει να κάνεις νοερά προσευχή, δεν πάει να μεταλαμβάνεις, δεν πάει να λειτουργάς, προορίζεσαι για την κόλαση…περισσότερο ο Θεός αναπαύεται στην υπακοή παρά στις άλλες αρετές. Και οι άλλες αρετές συνδράμουν· όπως ενεργεί η υπακοή δεν ενεργούν οι άλλες αρετές. Για αυτό περισσότερο επιμεληθείτε την υπακοή».
«Δεν έχεις βάλει ως ρίζα την υπακοή. Εγώ δεν κοιτάω να κάνω προσευχή, κοιτάω να κάνω υπακοή. Σου είπανε η αδελφότητα εδώ, μάζεψε τα σεντόνια. Να ‘ναι ευλογημένο. Ο Θεός μπορεί· εσύ τώρα ελαττώνεις την προσευχή σου μαζεύοντας τα σεντόνια, έστω, να πούμε, μισή ώρα. Όταν θα πας να προσευχηθείς, θα σου δώσει ο Θεός για αυτήν την αυταπάρνηση και την υπακοή την οποία έκανες, διπλή τη χάρη. Αν προσευχόσουνα, τρόπον τινά, τη νύχτα τρεις ώρες, έβρισκες χάρη, να πούμε, δέκα βαθμών. Τώρα επειδή ελαττώνεις την ώρα της προσευχής και γίνεται δυόμιση ώρες, νομίζεις ότι δεν θα απολαύσεις προσευχή; Περισσότερο θα απολαύσεις. Γιατί έβαλες το θεμέλιο της καλογερικής ζωής, του καλογερικού νομού. Ήρθαμε εδώ να κάνουμε υπακοή, όχι να κάνουμε προσευχή. Υπακοή».
«Θυμάμαι όταν ζούσε ο γέροντας Νικηφόρος, τον κατέκρινα σε κάτι. Πήγα το βράδυ να κάνω προσευχή· βλέπω «ντουβάρι», δεν μπορώ να προχωρήσω στην ευχή… Κύριε Ιησού… Κύριε Ιησού… δεν προχωράει! Κάπου έχω σφάλει, σκέπτομαι· κάπου έχω αμαρτήσει. Λοιπόν, την προηγούμενη ημέρα: πού πήγα, τι μίλησα τι έπραξα; το βρήκα, είχα κατακρίνει τον Γέροντά μου! Την άλλη μέρα ήταν Κυριακή και έπρεπε να λειτουργήσω. Τώρα τι να κάνω; Προσευχή: «Θεέ μου, συγχώρεσέ με που κατέκρινα τον Γέροντά μου· έσφαλα, ζητώ συγνώμη». Τίποτα! «Καλά, για μένα δεν υπάρχει συγχώρεση; δεν υπάρχει «Ευλόγησον»;». Τίποτα! «Μα ο Πέτρος, Κύριε, σε αρνήθηκε τρεις φορές και τον συγχώρεσες· Εγώ δεν σε αρνήθηκα· κατέκρινα τον Γέροντά μου. Ε, τώρα βάζω και εγώ μετάνοια· μετανόησα που κατέκρινα και ζητώ συγχώρεση». Τίποτα!... Ξαναπιάνω το κομποσχοίνι, δεν προχωράει η προσευχή! Άρχισα τα κλάματα· έβγαιναν τα δάκρυα ποτάμι. «Θεέ μου, Θεέ μου! δεν υπάρχει για μένα «Ευλόγησον»; Ο Θεός του ελέους και της ευσπλαχνίας είσαι, και εμένα γιατί δεν με συγχωράς …Τρεις ώρες περάσαν έτσι· έκανα όλη την ακολουθία της Κυριακής με δάκρυα. Στο τέλος βλέπω μία ειρήνη, μία γλυκύτητα, μία χαρά μέσα μου. Άρχισε να λέγεται η ευχή τότε. «Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησον με…» Α…, εντάξει· και έτσι προχώρησα στη Λειτουργία. Δεν είναι λοιπόν τόσο να κατακρίνεις έναν ξένο, όσο να κατακρίνεις τον Γέροντά σου! Αλλοίμονό σου! Κατακρίνεις τον ίδιο το Θεό, να πούμε!».
«Είπε ο Γέροντας, είπε ο Θεός. Το στόμα του Γέροντα είναι το στόμα του Χριστού».
«Αν κάνεις διάκριση [ξεχωρίζεις τι είναι καλό ή κακό] σε ό,τι σου λέει ο Γέροντας, δεν είσαι υποτακτικός, είσαι ελεγκτής του Γέροντα».
«Δεν έχεις ευλογία να πας ένα βήμα, αν δεν πάρεις ευλογία από τον Γέροντα. Όταν πάρεις ευλογία από τον Γέροντα, μη φοβάσαι τίποτα. Βάλε μετάνοια, φίλησε το χέρι του Γέροντά σου και πήγαινε και γίνε αστροναύτης πάνω στη σελήνη· μη φοβάσαι, διότι σε σκεπάζει η ευχή, η υπακοή σε σκεπάζει».
«Ξέρετε τι θα πει Γέροντας; Μόνο ο διάβολος ξέρει τι θα πει Γέροντας».
«Κάποιος από ένα μοναστήρι ήρθε στο σπίτι και λέει: «Μα ο Γέροντας αλάθητος είναι; Δεν φταίει;». «Α, άκουσε, παιδί μου», του λέω, «αν βάλεις τέτοιο θεμέλιο ότι ο Γέροντας φταίει, ποτέ δεν θα ορθοποδήσεις. Ήρθες να κάνεις υπακοή ή θες να κρίνεις τον Γέροντα, πότε λέει αλήθεια, πότε λέει ψευτιά;».
«Πολλά με δίδαξε και η υπακοή, πολλά διδάχτηκα και ως Γέροντας. Έτσι είναι. Να θυσιάσω τον εαυτό μου, μόνο να σε δω εσένα, το παιδί μου, να πας στον παράδεισο. Αυτός είναι ο δικός μου ο παράδεισος, να είσαι εσύ στον παράδεισο και εγώ ας καώ, ας καώ. Έτσι είναι. Δεν μετριέται η πατρική αγάπη. Και ως Γέροντας και ως υποτακτικός πήρα μία πείρα. Σαράντα χρόνια υποτακτικός και 10-15 χρόνια ως Γέροντας. Είδα και τη μία αγάπη και την άλλη αγάπη. Η πατρική αγάπη είναι πολύ ψηλά, πολύ ψηλά!».
«Όσο ισχύει η ευχή του Γέροντά σου, δεν ισχύει όλη η οικουμένη. Πήρες την ευχή του Γέροντά σου; Μη φοβάσαι πουθενά».
«Και εγώ στο σπίτι μας πολλά δέντρα φύτεψα αλλά σε όσα ο γέροντάς μου ήταν σύμφωνος, έπιασαν, σε άλλα, τα οποία δεν ήταν σύμφωνος ο γέροντας, δεν έπιασαν. Φύτεψα κλήματα, ο γέροντας δεν ήταν σύμφωνος, ούτε ένα δεν έπιασε. Φύτεψα δέντρα, μηλιές και αλλά· δεν ήταν σύμφωνος ο γέροντας· έπιασαν μεν, αλλά δεν ευδοκίμησαν. Τα πήρε ο Γέρο-Κλήμης απάνω και γινήκαν μεγάλα δέντρα και τρώει πολλές οκάδες, πολλά κιλά τρώει μήλα από τα δικά μου. Δεν ήταν σύμφωνος ο γέροντας όταν τα φύτεψα εγώ. Φύτεψε και μία καϊσιά. Εφτά χρόνια έβγαλε δύο λουλούδια, εφτά χρόνια! Τα είχα φέρει από τα θερμοκήπια από τη Θεσσαλονίκη. Φύτεψα και μία μουριά, ήταν σύμφωνος ο γέροντας και τρώμε τώρα ένα μήνα και περισσότερο όλο μούρα. Φύτεψα και έναν λωτό, ήταν και ο γέροντας σύμφωνος και δεν ξέρω 300, 400 λώτα κάνει κάθε χρόνο· επειδή ο γέροντας ήταν σύμφωνος. Σε όλα τα άλλα τα πράγματα τα οποία ο γέροντας δεν ήταν σύμφωνος, είτε θα τα έβγαζα και θα τα φύτευα αλλού, ή δεν θα πρόκοφταν, δεν θα έπιαναν, δηλαδή δεν θα είχαν τέλος καλό, επειδή ο γέροντας μου δεν ήταν σύμφωνος».
«Πάντως, ένα είναι: η καλογερική στηρίζεται στην υπακοή. Δοκίμασα και την υπακοή, δοκίμασα και την παρακοή. Και τα δύο τα δοκίμασα. Και είδα ότι όταν κάνει κανένας υπακοή, είναι ειρηνικός, δεν τον ελέγχει ο λογισμός πουθενά!».
«Ανάπαυσες στον γέροντά σου; Ανάπαυσες τον Θεό σου».
«Έχεις τον λογισμό σου: να τον πεις στο γέροντά σου. Και ό,τι ο Θεός φώτισει τον Γέροντα, αυτό να ακούσεις. Μην πιστεύεις τον λογισμό σου. Διότι ο διάβολος δεν βιάζεται· λίγο, λίγο, λίγο και σε πάει εκεί που θέλει αυτός».
«Πέντε χρόνια με πολεμούσε ο διάβολος να φύγω από τον γέροντά μου, τον παπα-Νικηφόρο. Ούτε ένα βήμα δεν έκανα. Έως ότου ο πόλεμος έφυγε μονάχος του».
«Η πηγή της ειρήνης, η πηγή της χάριτος, η πηγή της σωτηρίας, η πηγή του παραδείσου είναι ο γέροντας».
«Ο Γέροντας παρακολουθεί τον λογισμό του υποτακτικού του: -Έλα δω, παιδί μου. – Ναι, ευλόγησον. – Πώς με βλέπεις; - Γέροντα, άγγελο σε βλέπω. – Καλά, θα έρθει καιρός που θα με δεις άνθρωπο. Μετά από λίγο καιρό: -Πώς με βλέπεις παιδί μου; - Άνθρωπο. - Αύριο θα με δεις ως διάβολο. Ε, αύριο: -Πώς με βλέπεις; - Διάβολο. Έτσι είναι. Γιατί λίγο λίγο λίγο ο διάβολος -το 'χω πάθει, πατέρες, από πείρα το λέω- ο διάβολος προσπαθεί να σε ξεκολλήσει από τον Γέροντα, να σε ξεκολλήσει!».
«Δεν πρέπει να ανέχεσαι να κατηγορεί κανείς τον Γέροντά σου! Αυτό είναι το σωστό και πρέπον να γίνεται. Να αντιδράς, όταν ακούς να λέγουν κάτι κατά του Γέροντά σου».
«Ο υποτακτικός είναι βασιλιάς, δεν ελέγχεται».
«Ο υποτακτικός δεν έχει λογοθέσιο, δεν έχει τελώνια, διότι έχει το μητρώο του λευκό. Όταν έχεις το μητρώο σου λευκό, δεν μπορούν να σε πιάσουν οι δαίμονες· εννοώ, όταν κάνεις υπακοή».
«Αυτός ο οποίος κάνει υπακοή, αυτός βραβεύεται, αυτός αμείβεται, αυτός στεφανώνεται. Και ο πρώτος (ο εντελλόμενος) βέβαια, αλλά περισσότερο ο υποτακτικός. Διότι ο υποτακτικός είναι ίδιος ο Χριστός, μιμείται τον Χριστό»
(βιβλίο: Γέροντας Εφραίμ Κατουνακιώτης, σελ. 161-185)
ΥΠΟΜΝΗΜΑ -Στο κατά Λουκάν Ευαγγέλιο-
Ερμηνεία πατερική & θεολογική του Ευαγγελίου του Λουκά
Το ερμηνευτικό Υπόμνημα του Π.Ν. Τρεμπέλα μεταφρασμένο στη νεοελληνική γλώσσα
Μετάφραση αρχιμ. Νικόλαος Πουλάδας
Κεφάλαιο 13
Στίχ. 31-35. Απειλές του Ηρώδη. Θρήνος για την Ιερουσαλήμ.
13.35 ἰδοὺ ἀφίεται ὑμῖν(1) ὁ οἶκος ὑμῶν(2) έρημος(3). λέγω δὲ(4) ὑμῖν,
οὐ μὴ με ἴδητέ ἕως αν ἥξη ὅτε εἴπητε, Εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι κυρίου(5).
35 Γι’ αυτό ο τόπος σας θα ερημωθεί. Σας βεβαιώνω πως δε θα με δείτε πια,
ώσπου να ’ρθεί ο καιρός που θα πείτε, ευλογημένος αυτός
που έρχεται σταλμένος απ’ τον Κύριο!»
(1) Αφήνεται σε σας· έχετε αυτόν εξ’ ολοκλήρου δικό σας με την φροντίδα
να τον προστατεύετε μόνοι σας, διότι ο Θεός δεν θα διαμένει πλέον σε αυτόν
και δεν θα τον προστατεύει (p).
(2) Η πόλη Ιερουσαλήμ (p). Κανείς πλέον δεσμός δεν συνδέει αυτήν με το Θεό,
ώστε να ονομάζει αυτήν σπίτι του (L). Όμοιος με αρπακτικό πτηνό,
που πετά πάνω από το θύμα του, ο εχθρός απειλεί τους κατοίκους της Ιερουσαλήμ.
Ο Ιησούς ο οποίος προστάτευε αυτούς μέχρι τώρα κάτω από τα φτερά του,
αποσύρεται και παραμένουν τώρα ακάλυπτοι, εγκαταλελειμμένοι στο να
υπερασπίζουν μόνοι τους εαυτούς τους. Η έννοια αυτή εκφράζεται
στο πρώτο μισό του σ. 35 (g). Και ο ναός για τον οποίο καυχιόντουσαν,
περιλαμβάνεται στο σπίτι τους. Είχαν μεταβάλλει αυτόν από οίκο του Θεού
σε οίκο εμπορίου και σε σπήλαιο ληστών.
(3) Η λέξη δεν φαίνεται να είναι αυθεντική, αλλά αποτελεί γλώσσα (λέξη-κείμενο)
που μπήκε στο κείμενο από το περιθώριο του χειρογράφου.
Όταν ο Χριστός φύγει και απομακρυνθεί από ένα μέρος,
οσοδήποτε και αν είναι αυτό με επιμέλεια προετοιμασμένο και πολυσύχναστο,
μεταβάλλεται σε έρημο.
(4) Αντιθετικός σύνδεσμος=Φεύγω, αλλά μην εκλαμβάνετε την αναχώρηση
αυτή ως σύντομη απουσία. Σας διακηρύσσω ότι δεν θα με δείτε για πολύ (g).
(5) Τρεις διαφορετικές εξηγήσεις δόθηκαν στο «όταν πείτε· ευλογημένος… Κυρίου».
α) Ελάχιστα πιθανή ερμηνεία: Μετά τον εδώ διάλογο με τους Φαρισαίους
«αφού περιόδευσε την Ιουδαία… επέστρεψε πάλι στα Ιεροσόλυμα· τότε λοιπόν,
τότε κάθισε στο πουλάρι και όχλοι πολλοί και παιδιά κάτω από την εφηβεία…
βάδιζαν μπροστά του και έλεγαν τιμητικά… Ωσαννά… ευλογημένος ο ερχόμενος…
Επομένως τότε λέει ότι θα τον δουν πάλι, όταν φτάσει ο καιρός του Πάθους» (Κ).
β) Κατά την δευτέρα παρουσία, όταν «βλέποντας αυτόν να έρχεται
από τους ουρανούς με τη θεϊκή δόξα και με την συνοδεία αγγέλων,
θα αναγκαστούν να ομολογήσουν ότι αυτός είναι ο ευλογημένος που έρχεται
στο όνομα του Κυρίου, του Πατέρα του» (Ε).
γ) Για τελειώσει η απουσία μου από εσάς, θα χρειαστεί να δώσετε
τους εαυτούς σας σε μένα, με την μεταβολή των διαθέσεών σας απέναντί μου,
οπότε θα με επικαλεστείτε με φωνή μετάνοιας και ευλάβειας (g).
Αναφέρεται λοιπόν στην διαμέσου των αιώνων επιστροφή των Ισραηλιτών στον Ιησού (p).
Η τελευταία ερμηνεία είναι πιο σοβαρή.
Η μέλλουσα Κρίση
-Γέροντα, πώς εξαγνίζεται η ψυχή;
-Όταν ο άνθρωπος εργασθή τις εντολές του Θεού,
κάνη δουλειά στον εαυτό του και καθαρισθή από τα πάθη,
τότε ο νούς φωτίζεται, φθάνει σε ύψος θεωρίας,
και η ψυχή λαμπρύνεται και γίνεται όπως ήταν πριν
από την πτώση των Πρωτοπλάστων. Σε τέτοια κατάσταση
θα βρίσκεται μετά την ανάσταση των νεκρών.
Μπορεί όμως ο άνθρωπος να δη την ανάσταση της ψυχής του
πριν από την κοινή ανάσταση, αν καθαρισθή τελείως από τα πάθη.
Το σώμα του τότε θα είναι αγγελικό, άυλο,
και δεν θα νοιάζεται για τροφή υλική.
-Γέροντα, πώς θα γίνη η μέλλουσα Κρίση;
-Στην μέλΛουσα Κρίση θα αποκαλυφθή σε μια στιγμή η κατάσταση
του κάθε ανθρώπου και μόνος του καθένας θα τραβήξη για κεί που είναι.
Καθένας θα βλέπη σαν σε τηλεόραση τα δικά του χάλια
και την πνευματική κατάσταση του άλλου.
Θα καθρεφτίζη τον εαυτό του στον άλλον και θα σκύβη το κεφάλι
και θα πηγαίνη στην θέση του. Δεν θα μπορή λ.χ. να πη μια νύφη
που καθόταν μπροστά στην πεθερά της σταυροπόδι
και η πεθερά της με σπασμένο πόδι φρόντιζε το εγγονάκι:
«γιατί, Χριστέ μου, βάζεις την πεθερά μου στον Παράδεισο
κι εμένα δεν με βάζεις;», επειδή θα έρχεται μπροστά της εκείνη η σκηνή.
Θα θυμάται την πεθερά της που στεκόταν όρθια με σπασμένο πόδι
και φρόντιζε το εγγονάκι της και δεν θα έχη μούτρα να πάη στον Παράδεισο,
αλλά ούτε και θα χωράη στον Παράδεισο.
Ή οι μοναχοί θα βλέπουν τί δυσκολίες, τί δοκιμασίες είχαν οι κοσμικοί
και πώς τις αντιμετώπισαν καί, αν δεν έχουν ζήσει σωστά,
θα σκύψουν το κεφάλι και θα τραβήξουν μόνοι τους για εκεί που θα είναι.
Θα δούν εκεί οι μοναχές, που δεν ευαρέστησαν στον Θεό, ηρωίδες μάνες,
που ούτε υποσχέσεις έδωσαν, ούτε τις ευλογίες και τις ευκαιρίες
τις δικές τους είχαν, πώς αγωνίσθηκαν και σε τί κατάσταση
πνευματική έφθασαν, και εκείνες, καλόγριες,
με τί μικροπρέπειες ασχολούνταν και βασανίζονταν, και θα ντρέπωνται!
Έτσι μου λέει ο λόγισμός ότι θα γίνη η Κρίση.
Δεν θα πη δηλαδή ο Χριστός: «έλα εδώ εσύ, τί έκανες;» ή
«εσύ θα πάς στην κόλαση, εσύ στον Παράδεισο», αλλά ο καθένας
θα συγκρίνη τον εαυτό του με τον άλλον και θα τραβήξη για εκεί που θα είναι.
(Λόγοι Παϊσίου, τόμος Δ΄, Οικογενειακή Ζωή, Εκδ. Ιερού Ησυχαστηρίου "Ευαγγελιστής Ιωάννης
ο Θεολόγος", σελ.282-283)
"Ο αγώνας για τον αγιασμό πρέπει ν' αρχίσει με το κόψιμο του τσιγάρου"
Είχα φθάσει ένα πρωινό, με τη συντροφιά μου, στην αυλή του Γέροντα.
Σε κάποια απόσταση διέκρινα ένα γνωστό μου, αρκετά ζηλωτή
και αυστηρό χριστιανό. Τον πλησίασα, χάρηκε που με είδε ξαφνικά
μπροστά του, είπαμε διάφορα για το Γέροντα, οπότε κάποια στιγμή
τον ακούω να μου λέει: Έρχονται καί κάτι άνθρωποι στο Γέροντα
τελείως άσχετοι και τον ταλαιπωρούν αδίκως. Να, κοίταξε εκεί,
εκείνη την κυρία, που καπνίζει χωρίς ντροπή.
Απορώ, πώς τη δέχεται ο Γέροντας. Εγώ δαγκώθηκα.
Η κυρία ήταν της συντροφιάς μου κι ο γνωστός μου το αγνοούσε.
Προτίμησα να σιωπήσω, για να μην τον φέρω σε δύσκολη θέση.
Δε σιώπησε όμως ο Γέροντας. Όταν ήρθε η σειρά του και μπήκε,
πριν από μένα, στο κελί του, οι πρώτες λέξεις που άκουσε από το στόμα του,
ήταν: "Ξέρεις, εγώ δεν είμαι αυστηρός, όπως εσύ".
Η κυρία όταν βγήκε από το κελί του Γέροντα μας απεκάλυψε ότι της είπε,
ανακεφαλαιώνοντας τις συμβουλές του: "Ο αγώνας για τον αγιασμό σου
πρέπει ν' αρχίσει με το κόψιμο του τσιγάρου".
Ο Γέροντας βρήκε κατάλληλο φάρμακο και για τους δύο, επικρίνοντα και επικρινόμενη.
[Γ 101π.]
Βλ. και "Ιερέας" [ Ί. 293π.], [Γ 297]
(Ανθολόγιο Συμβουλών, Άγιος Πορφύριος, εκδ. Ι. Μονή Μεταμορφώσεως, Μήλεσι, σελ.230-231)
[Σημείωση: Η σχέση αυτή με τον Πνευματικό, την οποία προβάλλει ο Όσιος, αναφέρεται πρωτίστως στο μοναχικό βίο & δεν μπορεί να μεταφερθεί αυτούσια & στους μη μοναχούς, όμως μπορούμε να πάρουμε πολλά σπουδαία διδάγματα σχετικά με την αγάπη, την υπακοή στον Πνευματικό & τη γενικότερη σχέση μαζί του, τα οποία ισχύουν για κάθε Χριστιανό, μοναχούς & λαϊκούς ανεξαιρέτως!]
«Ανάλογα με τα πάθη που έχουμε μέσα μας πρέπει να φροντίσουμε να βρούμε και να διαλέξουμε τον πνευματικό πατέρα στον οποίο θα υποταχθούμε. … εάν πάλι κλίνεις προς την υπερηφάνεια, να είναι πολύ αυστηρός και σκληρός και ανυποχώρητος και όχι πράος και φιλάνθρωπος.
Ας μην ψάχνουμε να βρούμε γέροντες με χαρίσματα προγνωστικά και προορατικά, αλλά πριν από όλα ταπεινόφρονες οπωσδήποτε και κατάλληλους για τη θεραπεία των ασθενειών μας» (εκδ.ΕΠΕ,σελ.149).
«Ψυχή που δέθηκε για χάρη του Χριστού με αγάπη και εμπιστοσύνη με τον ποιμένα της, δεν απομακρύνεται από κοντά του έστω και αν χρειαστεί να χύσει το αίμα της και μάλιστα εάν τυχόν έχει ευεργετηθεί κάποτε από αυτόν ως προς τη θεραπεία των τραυμάτων της… ενώ η ψυχή που δεν έχει δεθεί έτσι με αυτόν και δεν έχει προσηλωθεί και προσκολληθεί σε αυτόν, με κάνει να απορώ, για το αν δεν συνεχίζει άσκοπα να παραμένει στη μονή· γιατί συνδέεται μαζί του με επιφανειακή υποταγή».(σ.101)
«Μετά την είσοδό μας στο στάδιο της ευσέβειας και της υποταγής, να μην κρίνουμε πλέον απολύτως για τίποτα τον καλό μας αγωνοθέτη, έστω και αν τυχόν διαπιστώσουμε σε αυτόν, σαν άνθρωπος που είναι και αυτός, κάποια μικρά πλημμελήματα· αλλιώς δεν έχουμε καμία ωφέλεια από την υποταγή όσοι κρίνουμε αυτόν» (σ.103)
«Είναι απόλυτη ανάγκη εκείνοι που θέλουν να έχουν για πάντα εμπιστοσύνη αδίστακτη στους ηγουμένους τους, να φυλάγουν μέσα στην καρδιά τους αξέχαστα και ανεξάλειπτα τα κατορθώματά τους, ώστε, όταν οι δαίμονες προσπαθούν να σπείρουν μέσα τους απιστία προς αυτούς, έχοντας αυτά στη μνήμη τους, να τους αποστομώνουν· γιατί όσο περισσότερο θαλερή είναι μέσα στην καρδιά τους η εμπιστοσύνη τους προς αυτούς, τόσο περισσότερο και το σώμα σπεύδει με προθυμία στη διακονία» (σ.83)
«Όταν ο λογισμός σε υπαγορεύει να κρίνεις ή να κατακρίνεις τον ηγούμενό σου, απομακρύνσου από αυτόν σαν από πορνεία. Μη δώσεις καθόλου ευκαιρία στο φίδι αυτό, μη δώσεις τόπο, ούτε είσοδο, ούτε αρχή. Λέγε στον δράκοντα· «Απατεώνα, δεν ανέλαβα εγώ να διορθώσω τα σφάλματά του ηγουμένου μου, αλλά αυτός τα δικά μου· δεν ορίστηκα εγώ κριτής εκείνου, αλλά αυτός δικός μου κριτής»(σ.83)
«Δεν θεωρούμαστε υπομονετικοί όταν υπομένουμε γενναία τον εξευτελισμό εκ μέρους του πνευματικού πατέρα μας, αλλά όταν περιφρονούμαστε και δεχόμαστε προσβολές από κάθε άνθρωπο· γιατί τον πνευματικό πατέρα μας τον υπομένουμε και από σεβασμό και από υποχρέωση»(σ.129)
«Ο Κύριος δίνει σοφία στους τυφλούς (Ψαλμ. 145,8) δηλαδή τους οφθαλμούς των υποτακτικών τους φωτίζει ώστε να βλέπουν τις αρετές του διδασκάλου και τους σκοτίζει ώστε να μη βλέπουν τα ελαττώματά του. Ενώ ο μισόκαλος διάβολος κάνει το αντίθετο» (σ.135)
«Μην εκπλαγείς με αυτό που πρόκειται να πω· γιατί έχω συνήγορο τον Μωϋσή· μας συμφέρει να αμαρτήσουμε προς τον Θεό, παρά προς τον πνευματικό μας πατέρα. Γιατί, όταν οργιστεί ο Θεός, μπορεί ο δάσκαλός μας να τον συμφιλιώσει με εμάς· όταν όμως αυτός εξοργιστεί με εμάς, δεν έχουμε τότε κάποιον να μεσιτεύσει σε αυτόν προς συμφιλίωσή του με εμάς»(σ.149)
«Είναι άξιοι κάθε τιμωρίας εκ μέρους του Θεού οι ασθενείς εκείνοι που και μετά τη διαπίστωση της ικανότητας του γιατρού και την ωφέλεια που είχαν από αυτόν, εγκαταλείπουν αυτόν προτού θεραπευτούν τελείως και προτιμούν άλλον στη θέση αυτού. Μη φεύγεις από τα χέρια εκείνου που σε οδήγησε στον Κύριο, και μη σεβαστείς σε όλη τη ζωή σου κανέναν άλλον, εκτός από αυτόν»(σ.125)
«Εκείνος που άλλοτε υπακούει στον πνευματικό του πατέρα, και άλλοτε δεν υπακούει σε αυτόν, μοιάζει με τον άνθρωπο εκείνο που βάζει στα μάτια του άλλοτε κολλύριο και άλλοτε ασβέστη»(σ.121)
(Κλίμαξ Ιωάννου του Σιναΐτου, εκδ.ΕΠΕ)