Το χάρισμα της προσευχής
Ο Στάρετς Σαμψών (1979) παρακινούσε τα πνευματικά του παιδιά να παρακαλούν επίμονα το Θεό για την απόκτηση του χαρίσματος της προσευχής λέγοντας: ‘‘ Δίδαξε με, Κύριε, να προσεύχομαι. Δεν ξέρω να προσεύχομαι.’’
‘‘Μερικές φορές’’, συμπλήρωνε ο στάρετς, ‘‘το μυστικό αυτό μάς αποκαλύπτεται στη θεία λειτουργία όταν κοινωνάμε.
’’Γνώρισα έναν ιερέα που δεν μπορούσε να μάθει να προσεύχεται. Κάποτε λοιπόν, την ώρα που κοινωνούσε, πήρε το Σώμα του Χριστού με το αριστερό του χέρι, το έβαλε πάνω στο δεξί και άρχισε να διαβάζει, όπως συνήθως, την ευχή: «Πιστεύω, Κύριε, και ομολογώ…». Όταν τελείωσε, και ενώ από τα μάτια του έτρεχαν δάκρυα, άρχισε να παρακαλεί θερμά: ‘ Μάθε με, Κύριε, να προσεύχομαι. Δεν έμαθα ακόμα να προσεύχομαι. Μόνο που διαβάζω τις ευχές.’
’’Αμέσως, καθώς ο ίδιος διηγήθηκε, το πρόσωπο του φωτίστηκε από ένα αόρατο φως και μέσα του άνοιξε ένας άλλος νους. Άρχισε τότε να διαβάζει για δεύτερη φορά το « Πιστεύω, Κύριε…» χωρίς να σηκώνει τα μάτια από το δεσποτικό Σώμα. Τον πλησιάζει ο διάκος και του λέει: ‘ Πάτερ, ο κόσμος περιμένει’.
’’ Το κοινωνικό είχε τελειώσει, αλλά ο ιερέας όσο κι αν προσπαθούσε, δεν μπορούσε να συνέλθει. Στεκόταν σαν να τα ’χε χαμένα, σαν στήλη άλατος. Και τούτο, γιατί κατάλαβε τί είναι η προσευχή. Ένιωσε πως αναστήθηκε. Από τότε έκλαιγε ασταμάτητα. Και ποτέ πια δεν μπόρεσε ν’ατενίσει το πανάχραντο Σώμα του Κυρίου χωρίς δάκρυα.
( Θαύματα και Αποκαλύψεις από τη Θεία Λειτουργία, Ι. Μονή Παρακλήτου, σελ.101-102)
Η υποψήφια μοναχή
Μια μοναχή διηγείται τα εξής, για τον πνευματικό παπα- Ιερώνυμο, τον προηγούμενο της Ι. Μονής Σιμωνόπετρας, που εξωμολογούσε στον ναό της θ. Αναλήψεως στην Αθήνα:
« Γνώριζα τον γέροντα από το 1934, όταν ήμουν μικρό παιδί. Δεν του είχα πει ποτέ ότι θα γίνω μοναχή, διότι δεν το είχα σκεφθή ακόμη αφ’ ενός και αφετέρου διότι είχα μεγάλο πόλεμο από το σπίτι μου. Δεν με άφηναν ούτε στην εκκλησία να πάω. Πολλές φορές πήγαινα κρυφά και στον γέροντα και στην εκκλησία. Πήγα μια φορά, που είχα παρεξηγηθή με την αδελφή μου, να εξομολογηθώ και του είπα:
-Γέροντα, σήμερα μάλωσα με την αδελφή μου.
»Τότε εκείνος με σοβαρό, αλλά και καλωσυνάτο ύφος μου λέει:
-Εσύ που θα γίνης μοναχή, κάνει να μαλώνης και να θυμώνης με την αδελφή σου, ενώ πρέπει να την προσέχης και να της μιλάς με αγάπη;
-Εγώ δεν θα γίνω μοναχή, του απήντησα. Ποτέ δεν έχω σκεφθή τέτοιο πράγμα.
-Μοναχή θα γίνης! μου επανέλαβε.
»Μια φορά με χτύπησε ο πατέρας μου με το καμουτσίκι του αλόγου που είχαμε, γιατί πήγα στην εκκλησία. Το πρωί της άλλης ημέρας πήγα να δω τον γέροντα, κρυφά βέβαια από το σπίτι μου. Είχε λειτουργία. Μόλις τελείωσε πήγα να πάρω αντίδωρο και ο γέροντας με ρώτησε:
-Πώς πήγε το ξύλο του πατέρα σου με το καμουτσίκι;
»Εγώ ντράπηκα και, επειδή ήταν κι άλλες εκεί, είπα:
-Δεν με χτύπησε ο πατέρας μου, έπεσα και χτύπησα.
»Και πάλι λέει ο γέροντας :
-Καλά, κάθησε τώρα να φας και θα τα πούμε.
»Σημειωτέον ότι ήμουν τότε και νηστική, γιατί δεν με άφησαν την προηγουμένη να φάω στο σπίτι. Ήμουν τιμωρημένη.
»Πολλές φορές είδαμε τον γέροντα κατά την θ. λειτουργία να μην πατάη στη γη! Να είναι μια σπιθαμή πάνω, μπροστά στην αγία Τράπεζα. Αν σήμερα είμαι στερεωμένη στην αγάπη του Χριστού μας, το χρεωστώ στην αγιωσύνη του».
( Ιερώνυμος Σιμωνοπετρίτης)
( Χαρίσματα και Χαρισματούχοι, Ι. Μονή Παρακλήτου, τόμος Α΄,σελ.149-151)
Ο στάρετς Βαρνάβας
Ο νεαρός Ζαχαρίας, ο μετέπειτα στάρετς, πήγε κάποτε στην λαύρα της Αγίας Τριάδος του οσίου Σέργιου. Δεν γνώριζε κανένα και κατέφυγε στον ξενώνα. Εκεί πληροφορήθηκε από συζητήσεις προσκυνητών, για κάποιον στάρετς Βαρνάβα ( ΙΘ΄αιών),που ασκήτευε στο ησυχαστήριο « Γεσθημανή». Κάθε μέρος ένα πλήθος ανθρώπων μαζευόταν γύρω του με ποικίλες ανάγκες και προβλήματα. Ο Ζαχαρίας αποφάσισε να τον συναντήση για να τον συμβουλευθή και να πάρη την ευλογία του.
Όταν έφθασε στο ησυχαστήριο είδε ένα αναρίθμητο πλήθος ανθρώπων που συνωστίζοντο θέλοντας να δουν τον γέροντα. Διεπίστωσε ότι ήταν αδύνατο να το διαπεράση και να τον συναντήση. Ξαφνικά όμως ο γέροντας Βαρνάβας βγήκε από το ησυχαστήριο και φώναξε στον κόσμο:
-Εάν υπάρχη κανένας μοναχός από την λαύρα να έρθη μπροστά.
Κανένας δεν πλησίασε, γιατί δεν υπήρχε εκεί μοναχός από την λαύρα. Ο γέροντας κατέβηκε τα σκαλοπάτια της εισόδου και είπε:
-Εμπρός. Να πλησιάση ο μοναχός από την λαύρα. Πάλι κανείς δεν φάνηκε. Προχώρησε τότε μέσα στο πυκνό πλήθος, έφθασε στον Ζαχαρία, τον πήρε από το χέρι και του είπε στοργικά:
-Έλα μαζί μου στο κελλί.
-Μα εγώ δεν είμαι μοναχός από την λαύρα, απήντησε εκείνος.
-Ναι, το ξέρω. Αλλά από τώρα θα ζήσης εδώ στην λαύρα και θα γίνης εδώ μοναχός.
-Μήπως όμως δεν με δεχθούν;
-Όχι, θα σε δεχθούν! Πήγαινε στην πύλη της λαύρας. Στέκονται εκεί τώρα τρεις προϊστάμενοι και σε περιμένουν.
Πράγματι, μετά τον γέροντα Βαρνάβα, ο Ζαχαρίας πήγε στην πύλη της λαύρας και συνήντησε τον ηγούμενο και δύο άλλους προϊσταμένους. Έτσι επιβεβαίωσε μέσα του το θέλημα του Θεού, να γίνη μοναχός της λαύρας του οσίου Σέργιου.
Αργότερα, σε μια φοβερή δοκιμασία, όταν κινδύνευε η ίδια η ζωή του, κατέφυγε πάλι στον στάρετς Βαρνάβα.
-Γέροντα, πεθαίνω! Δεν θα ζήσω για να πάρω το αγγελικό σχήμα. Μήπως, σας παρακαλώ, θα μπορούσατε εσείς να μου κάνατε την κουρά μου κρυφά;
-Όχι, είπε κοφτά ο στάρετς. Δεν πρέπει η κουρά να γίνη κρυφά. Θα γίνης μοναχός φανερά. Σου απαγορεύω όμως να πας σε γιατρούς και να χρησιμοποιήσης φάρμακα. Να υπομένης την αρρώστια σου με ευγνωμοσύνη στον Κύριο. Εγώ θα είμαι εγγυητής για σένα στον Θεό. Θα φθάσης σε βαθειά γεράματα. Θα γίνης και διάκος και ιερομόναχος και πνευματικός όλων των αδελφών της λαύρας.
Όλα αυτά πραγματοποιήθηκαν στην ζωή του μετέπειτα στάρετς Ζαχαρία.
( Στάρετς Ζαχαρίας)
(Χαρίσματα και Χαρισματούχοι, Ι. Μονή Παρακλήτου, τόμος Α΄, σελ.139-140)
" Επαναστάτησε εξαιτίας της δικής σου υπερηφάνειας "
Οι γονείς ενός αγοριού, που είχε πάθει νευρασθένεια, επισκέφθηκαν το Γέροντα, ζητώντας τη βοήθειά του για το πρόβλημά τους. Ο Γέροντας " είδε " την ψυχή του παιδιού και είπε : " Το παιδί σας έχει πολύ καλή ψυχή, καλύτερη από τη δική μου. Δεν είναι άρρωστο, τραυματίσθηκε και επαναστάτησε, εξ αιτίας της δικής σας υπερηφάνειας και των κακών φίλων, που έκανε παρέα. Θα θεραπευθεί με το δικό σας αγιασμό ".
Η μητέρα μόλις το άκουσε αυτό, άρχισε να κλαίει απελπισμένη, διότι θεώρησε τον αγιασμό της ακατόρθωτο. Τότε ο Γέροντας της είπε : " Ο αγιασμός δεν είναι ακατόρθωτο πράγμα, είναι μάλιστα εύκολος, φθάνει εσείς να αποκτήσετε ταπείνωση και αγάπη ".
[Γ 203]
(Ανθολόγιο Συμβουλών, εκδ. Ι. Μονή Μεταμορφώσεως, Μήλεσι, σελ.296)
" Συμβουλές προς κυοφορούσες μητέρες "
Έλεγε σ' έναν παιδίατρο :
-Να λες στις μητέρες να το νιώθουν πόσο πολύ τις τίμησε ο Θεός, που τις αξίωσε να γίνουν μητέρες. Από τη στιγμή που φέρουν μέσα τους το συλληφθέν έμβρυο, έχουν μία δεύτερη ζωή. Να μιλούν στο παιδί τους, να το χαϊδεύουν επάνω από την κοιλιά τους. Το έμβρυο τα αισθάνεται μυστικά αυτά.
Να προσεύχονται με πολλή αγάπη γι' αυτό. Όπως αισθάνεται το γεννημένο παιδί τους, έτσι και το έμβρυο αισθάνεται την έλλειψη της αγάπης της μάνας του, τα νεύρα της, το θυμό της, την απέχθειά της, και δημιουργούνται τραύματα στην ψυχούλα, που το συνοδεύουν σ' όλη του τη ζωή.
Τα άγια συναισθήματα της μάνας και η αγία ζωή της, αγιάζουν το παιδί της από την ώρα της συλλήψεώς του ακόμη.
Τα ίδια ισχύουν και για τον πατέρα.
[Ά 109]
(Ανθολόγιο Συμβουλών, εκδ. Ι. Μονή Μεταμορφώσεως, Μήλεσι, σελ.294-295)
46. «Ρημάτων δεήσεως, Ιωακείμ συν Άννη βοά, συ επήκουσας μόνος, ο Ποιητής και Θεός και της ατεκνίας την λύσιν, συ παρασχών» (ΜΔ).
Οι Θεοπάτορες Ιωακείμ, και Άννα έκαναν την ατεκνία τους θέμα προσευχής, κατά την παράδοσι των ευσεβών ατέκνων συζύγων της Π. Διαθήκης (πρβλ. την περίπτωσι της Άννας, μητέρας του προφήτου Σαμουήλ, Α' Βασ. Α’ 19, της Ελισάβετ, μητέρας του Βαπτιστού Ιωάννου, Λουκ. κα' 15 κλπ.). Ο Θεός άκουσε τις προσευχές τους και με θαυματουργικό τρόπο έλυσε τη στείρωσι της Άννας.
Ο Ι. Δαμασκηνός, προσπαθώντας να ερμηνεύση το θαύμα, γράφει: «Για ποιο λόγο γεννήθηκε η Μητροπάρθενη από γυναίκα στείρα; Γιατί έπρεπε, αυτό πούναι το μοναδικό καινούργιο κάτω από τον ήλιο, η βάση και το αποκορύφωμα των θαυμάτων (η εκ παρθένου δηλ. γέννηση του Ιησού) ν’ ανοίγη το δρόμο του με θαύματα και σιγά - σιγά από τα πιο ταπεινά νάρθουν τα πιο μεγάλα» (Δ, 67). Και πιο κάτω: «Το λευτέρωμα από την ακαρπία φανέρωνε ολοκάθαρα πως η στειρότητα του κόσμου σε αγαθά θα λυθή και θα γεννηθή ο κορμός της άφραστης μακαριότητος» (Δ, 117) .
Η θαυμαστή σύλληψις της Θεοτόκου από την Αγία Άννα φανερώνει, ότι η υπερνίκησις της στειρότητος —μερικές φορές— δεν είναι παρά ζήτημα πίστεως και θερμής καταφυγής στον Θεό: ότι είναι μια ευκαιρία μετανοίας, εξαγνισμού και πνευματικής εξάρσεως των συζύγων. Διότι, πρέπει να σημειωθή, ότι η απαιδία δεν είναι αποκλειστικό θέμα της συζύγου. Είναι μια κατάστασις που αναφέρεται στο ανδρόγυνο και γι’ αυτό πρέπει ν’ αντιμετωπίζεται και από τους δύο συζύγους, με την ίδια πίστι και την ίδια θερμή προσευχή.
Η εμπειρία των ορθοδόξων πιστών σε σχετικές περιπτώσεις είναι χαρακτηριστική: όπου υπάρχει θερμή πίστις, το θαύμα γίνεται. Έτσι, στα ιερά προσκυνήματα της χώρας μας συναντά κανείς πολλές μητέρες που κρατούν στην αγκαλιά τους την απόδειξι της πίστεως που «νικά την τάξι της φύσεως» — το παιδί της προσευχής και των δακρύων τους!
Όλην μου την ζωήν διακυβέρνησον, Παρθένε.
Τα τραύματα θεράπευσον της ψυχής μου, Πάναγνε.
(Μητροπολίτου Αχελώου Ευθυμίου Στυλίου, Η Πρώτη, εκδ. Γρηγόρη, σελ. 71 )
1291. ΠΩΣ ΚΑΤΑΚΤΑ Η ΠΡΑΟΤΗΣ.
Ο Φραγκίσκος Σαλέσιος, επίσκοπος Λωζάνης και γνωστός για την πραότητα του χαρακτήρος του, είχε ένα υπηρέτη που συχνά μεθούσε. Οι παρατηρήσεις του αφεντικού του δεν τον συγκινούσαν καθόλου. Κάποιο βράδυ, έπειτα από την προσευχή στο παρεκκλήσιο του αγίου επισκόπου, που γινόταν από κοινού, βγήκε κρυφά και πήγε στην ταβέρνα.
Κατά τα μεσάνυχτα γύρισε μεθυσμένος. Επειδή η πόρτα ήταν κλειστή και κανείς δεν σηκώθηκε να του ανοίξει, αναγκάστηκε να κοιμηθεί κάτω στο κατώφλι. Ο Φραγκίσκος όμως άκουσε τον θόρυβο και πήγε προς συνάντηση του. Κοιμισμένος όπως τον βρήκε, τον πήρε στο δωμάτιο του και τον έβαλε στο δικό του κρεβάτι, κι ο ίδιος αναγκάστηκε να κοιμηθεί σε άλλο δωμάτιο, αφού προηγουμένως προσευχήθηκε για την σωτηρία της ψυχής του μέθυσου υπηρέτου.
1295. Η ΑΞΙΑ ΤΗΣ ΠΡΟΣΦΟΡΑΣ.
Ένας απλός μοναχός έλεγε μια μέρα σε ένα ιερομόναχο, του οποίου είχε διαβάσει τα σοφά συγγράμματα:
- Πάτερ μου, με τα βιβλία σου θα αποκτήσεις εξάπαντος μια μεγάλη θέση στον Παράδεισο.
- Στο δικαστήριο του θεού, απάντησε εκείνος, τα συγγράμματα μου και η σκούπα σου θα έχουν την ίδια αξία. Κι αν όταν σκουπίζεις, η πρόθεσης σου είναι αγνοτέρα από την δική μου, όταν συγγράφω, τότε μάλιστα θα λάβεις μεγαλύτερη ανταμοιβή από τον Θεό και καλύτερη θέση στον Παράδεισο από μένα.
(Θησαυρός Γνώσεων και Ευσεβείας, Υακίνθου Γρατιανουπόλεως, σελ. 586)
Τη Μεγάλη Σαρακοστή κυρίως ψάλλουμε αυτή την υπέροχη προσευχή του Αγίου Εφραίμ του Σύρου, που ξεκινάει « Κύριε και Δέσποτα της ζωής μου…» και συνηθίζεται να κάνουμε και τις απαραίτητες μετάνοιες. Προς το τέλος αυτή η προσευχή λέει στον Κύριο « δώρισε μου να κοιτάω τα δικά μου σφάλματα και να μην κατακρίνω τον αδελφό μου». Φέτος όμως σαν να μας έκανε κάποιος φάρσα, στις δύσκολες στιγμές, την ουσία αυτής της προσευχής την ξεχάσαμε εντελώς! Οι περισσότεροι δικαιώσαμε τους εαυτούς μας και κατηγορήσαμε τους άλλους… και συνεχίζουμε ακάθεκτοι. Πόσο μεγάλη είναι η αρετή της αυτομεμψίας και πόσο δύσκολη, όσο και η λέξη. Προέρχεται από το ρήμα ‘μέμφομαι’ που σημαίνει κατηγορώ. Δυστυχώς όμως η συντριπτική πλειοψηφία προτιμάμε την αυτοδικαίωση! Όταν υπάρχει μια δυσκολία, ένα πρόβλημα, παίρνουμε μια θέση και χωρίς να πολυεξετάζουμε σε βάθος και πολύπλευρα αυτή τη στάση μας, δικαιώνουμε τον εαυτό μας. Από εκεί ξεκινούν όλα τα άσχημα. Αφού δεν βλέπουμε τα δικά μας λάθη, η Χάρη του Θεού απομακρύνεται με άμεση συνέπεια να κατηγορήσουμε τους άλλους. Αφού εγώ έχω δίκιο όποιος δεν συμφωνεί μαζί μου έχει άδικο. Την επιείκεια την εξαντλήσαμε όλη στον εαυτό μας.
Όταν λένε οι άθεοι για να καλύψουν τις αμαρτίες τους « ο Θεός είναι αγάπη, το λέει και το Ευαγγέλιο», έτσι κι εμείς οι χριστιανοί ψάχνουμε φράσεις από το Ευαγγέλιο και τους Πατέρες για να δικαιώσουμε τις πράξεις ή τις παραλείψεις μας. Πόσο οδυνηρό είναι αυτό… να κάνει κανείς συνένοχο του το Λόγο του Θεού, τον οποίο ερμηνεύει κατά βούληση και αποσπασματικά όπως ακριβώς κάνουν και οι αιρετικοί, τους οποίους ψέγουμε. Στους εαυτούς μας δε βρήκαμε λάθη. Στους άλλους όμως; Εκεί εξαντλούμε πολύ εύκολα και επιπόλαια όλη μας την αυστηρότητα και την ειρωνεία μας, χωρίς να μπούμε στη θέση τους, χωρίς να προσευχηθούμε γι’ αυτούς, χωρίς Αγάπη Χριστού… Αν το δηλητήριο της κατηγορίας το ρίχναμε στον εαυτό μας, το Άγιο Πνεύμα θα ερχόταν να μας παρηγορήσει και να επουλώσει τις πληγές μας και ερχόμενο θα μας απάλλασσε από το σκοτάδι της κοσμικής λογικής και θα μας ενίσχυε με το Φως της Αλήθειας. Αν βγάζουμε όμως όλη τη χολή μας στους αδερφούς, η Χάρη του Θεού μας εγκαταλείπει άμεσα και το σκοτάδι βαθαίνει…
Η πανσοφία της Εκκλησίας μάς προετοιμάζει πριν από κάθε Σαρακοστή για όλα αυτά με την παραβολή του Τελώνη και του Φαρισαίου ( Κατά Λουκά, ιη΄9-14). Ο Φαρισαίος δοξολογούσε το Θεό ή ίσως τον εαυτό του που τα έκανε όλα όπως πρέπει. Λάθη αυτός δεν είχε. Και φυσικό και επόμενο ήταν να κατηγορήσει τον Τελώνη που δεν του έμοιαζε. Αυτό όμως που δε γνώριζε ο Φαρισαίος και εμείς γνωρίζουμε αλλά ξεχνάμε, είναι πως ο Χριστός ήταν εκεί δίπλα του και τον έβλεπε και τον άκουγε. Ξεχνάμε πάνω στο πάθος της αυταρέσκειας και της φιλαρέσκειας την παρουσία του Χριστού. Και ο Χριστός φυσικά δικαίωσε τον ταπεινό Τελώνη και όχι τον υπερήφανο Φαρισαίο. Ας μην ξεχνάμε την αυτομεμψία μας λοιπόν γιατί οι εκκλησίες ξανανοίγουν αλλά για να ανοίξει η Πύλη της Βασιλείας των Ουρανών πρέπει επιτέλους να έχουμε αληθινή μετάνοια. Γιατί χωρίς μετάνοια, οι μετάνοιες είναι απλή γυμναστική!(Κ.Δ.Κ)
«Όλα είναι γυμνά και διάφανα μπροστά στα μάτια του Θεού, στον οποίο και θα δώσουμε λόγο» (Εβρ. 4:13)
Η γνωστή, σ’ όσους έχουν διαβάσει αρχαία ελληνική ιστορία, Λαΐδα η Κορινθία, όταν διέκρινε στον καθρέφτη τις πρώτες ρυτίδες ν’ αυλακώνουν το ωραίο της πρόσωπο, κυριεύτηκε από θυμό κι απογοήτευση και είπε: «Εγώ, ρυτίδες;». Και πιάνοντας τον καθρέφτη, τον πέταξε με δύναμη στο πάτωμα και τον έκανε κομμάτια. Το ίδιο έκανε και η βασίλισσα μιας φυλής αγρίων στην Αφρική, όταν κάποιος ευρωπαίος έμπορος της πρόσφερε καθρέφτη. Διακρίνοντας τα χοντρά χαρακτηριστικά του προσώπου της, που ποτέ πριν δεν είχε δει και μάλλον πίστευε πως με την ομορφιά της είχε επιβληθεί στη φυλή της, άρπαξε τον καθρέφτη και τον έκανε θρύψαλα.
Έτσι είναι και ο άνθρωπος. Μια σωστή ασχήμια, την οποία δεν μπορεί μόνος του να δει και ν’ αναγνωρίσει. Κι αυτός είναι ένας λόγος για τον οποίο ο Θεός έγραψε για μας το Λόγο Του. Για να γίνει καθρέφτης σε όλους μας, να δούμε πόσο αμαρτωλοί είμαστε και να δεχτούμε, αν θέλουμε, το δώρο Του τον Ιησού Χριστό, ο Οποίος μόνος μπορεί να μεταμορφώσει τη ζωή μας.
«Φτιάξε μου, Θεέ, μια καθαρή καρδιά, και νέο πνεύμα, σταθερό εντός μου βάλε» (Ψαλμός 51:10 – ΝΜΒ)
Η καρδιά ενός 49χρονου ψαρά από την Αίγινα αποδείχτηκε ελαττωματική, ανεπαρκής. Και οι γιατροί του έκαναν μεταμόσχευση. Αλλά και αυτή η μεταμοσχευμένη καρδιά τον πρόδωσε, όταν μετά από λίγα χρόνια προσβλήθηκε από ένα επιθετικό μικρόβιο και πήγαινε για απόρριψη. Ο γιατρός του όμως του βρήκε ένα δεύτερο μόσχευμα και έτσι πραγματοποιήθηκε για πρώτη φορά στην Ελλάδα μεταμόσχευση καρδιάς σε άτομο που είχε ήδη κάνει μια μεταμόσχευση.
Ο Θεός έρχεται κι αλλάζει την καρδιά του αρρώστου από την αμαρτία ανθρώπου και του δίνει μια γερή καρδιά που να μπορεί να αγαπάει το Θεό και τους ανθρώπους, που να μπορεί να σκέφτεται και ν’ αποφασίζει να κάνει το θέλημα του Θεού κάθε φορά. Δεν του δίνει ένα «μόσχευμα» ευάλωτο στο πρώτο μικρόβιο. Θωρακίζει τη νέα καρδιά με τη δική Του ασφάλεια και τη δύναμη να κατανικά τις επιθέσεις της αμαρτίας. Εσύ, έχεις πάρει μια τέτοια καρδιά από το Θεό;
(Χ.Ι.ΝΤ.)
(Εκδόσεις «Ο Λόγος»)
133. Πολλοί, διαβάζοντας ένα κοσμικό βιβλίο ή μία εφημερίδα, αισθάνονται ευχαρίστησι και εύκολα πιστεύουν ό,τι διαβάζουν. Διαβάζοντας όμως ένα θρησκευτικό κείμενο, νοιώθουν βάρος στην καρδιά, βασανίζονται από την αμφιβολία και την απιστία και δοκιμάζουν ένα είδος αποστροφής. Γιατί συμβαίνει αυτό; Χωρίς άλλο δεν φταίει η φύσις του αναγνώσματος, αλλά η φύσις των αναγνωστών, η κατάστασις της καρδιάς τους. Και, πίσω απ’ αυτή, ο Διάβολος, ο εχθρός της αλήθειας, ο εχθρός του Λόγου του Θεού: «Εἶτα ἔρχεται ὁ διάβολος καὶ αἴρει τὸν λόγον ἀπὸ τῆς καρδίας αὐτῶν» (Λουκ. η’ 12). Όταν διαβάζουμε κάτι αδιάφορο, δεν τον θίγουμε και εκείνος δεν μας θίγει. Αλλά όταν διαβάζουμε κάτι το χριστιανικό, καθώς αρχίζουμε να φέρουμε στον νου τη σωτηρία μας, τον ερεθίζουμε, πάμε εναντίον του. Και αυτός τότε μας επιτίθεται και προσπαθεί να μας διώξη την πίστη. Τι πρέπει λοιπόν να κάνουμε για να τον αντιμετωπίσουμε; Να δείξουμε υπομονή σ’ αυτό το διάβασμα και σ’ αυτούς τους λογισμούς. «Ἐν τῇ ὑπομονῇ ὑμῶν κτήσασθε τάς ψυχάς ὑμῶν» (Λουκ. ια’ 19), λέγει ο Κύριος.
Το ίδιο ισχύει ως προς το άσεμνο θέατρο και την εκκλησία. Πολλοί πηγαίνουν ευχάριστα σε τέτοια θέατρα, ενώ μουδιάζουν προκειμένου να πάνε στην εκκλησία. Γιατί; Στα θεάματα εκείνα, το κάθε τι ευχαριστεί τον αισθησιακό άνθρωπο. Όταν ο άνθρωπος συχνάζη εκεί, δεν προκαλεί, αλλά ικανοποιεί τον Διάβολο. Και έτσι ο Διάβολος δεν τον θίγει. Είναι ευχαριστημένος που τίποτε εκεί μέσα δεν θυμίζει τον Θεό. Στην εκκλησία όμως, όλα τον θυμίζουν. Όλα εμπνέουν πίστη και φόβο Θεού, άγια αισθήματα, ανάνηψι. Τότε λοιπόν ο Διάβολος σπεύδει να σπείρη στην καρδιά μας την αμφιβολία, τις βλάσφημες σκέψεις, την αδημονία. Κάνει τον άνθρωπο να μη βλέπη την ώρα που θα βγη έξω. Το κακό θέατρο και η εκκλησία είναι αντίθετοι κόσμοι. Το ένα είναι ναός του κόσμου, το άλλο είναι ναός του Θεού. Το ένα είναι σπίτι του Διαβόλου, το άλλο είναι σπίτι του Κυρίου.
(Η εν Χριστώ ζωή μου - Αγ. Ιωάννου της Κροστάνδης, εκδόσεις Παπαδημητρίου, σελ. 74-75)