Τώρα λοιπόν συμβουλεύω. Αργότερα όμως με την πάροδο του χρόνου θα χρησιμοποιήσω αυστηρότερα το πράγμα. Γιατί πραγματικά φοβάμαι πάρα πολύ, μήπως μ’ αυτόν τον τρόπο εισχωρήσει κάποια φοβερή αρρώστια στην εκκλησία.… αν λοιπόν συμβεί θάνατος και μερικοί πληρώσουν αυτές που θρηνούν, πιστέψτε με που το λέγω, γιατί δε θα το πω διαφορετικά, αλλά όπως μπορώ, και όποιος θέλει ας οργίζεται, θα τον απομακρύνω για πολύ χρόνο από την εκκλησία σαν τον ειδωλολάτρη. Γιατί, αν ο Παύλος ονομάζει ειδωλολάτρη τον πλεονέκτη, πολύ περισσότερο αυτόν που εισάγει στην περίπτωση του πιστού τις ειδωλολατρικές συνήθειες.
…Αν όμως δε θέλετε, εγώ δεν ανέχομαι να εισάγετε τέτοιες ολέθριες συνήθειες στην εκκλησία. «Εκείνους που αμαρτάνουν», λέγει, «να τους ελέγχεις ενώπιον όλων». Αλλά και εκείνες τις ταλαίπωρες και άθλιες γυναίκες μιλώντας σε σας τις απαγορεύουμε να έρχονται στις εκφορές των πιστών, για να μην τις αναγκάσουμε πραγματικά να θρηνούν τα δικά τους κακά και να τις μάθουμε να μη τα κάνουν αυτά σε ξένα κακά, αλλά να οδύρονται περισσότερο για τις δικές τους συμφορές. Γιατί και ο φιλόστοργος πατέρας, όταν έχει παιδί άτακτο, δε συμβουλεύει μόνο αυτό να μην πλησιάζει τους κακούς, αλλά και εκείνους φοβερίζει. Να λοιπόν συμβουλεύω και σας και εκείνες, μιλώντας σε σας, ώστε ούτε εσείς να καλείτε αυτες τις γυναίκες ούτε εκείνες να έρχονται.
Και είθε ο λόγος να επιτύχει κάτι περισσότερο και η απειλή να το κατορθώσει. Αν όμως, πράγμα που εύχομαι να μη συμβεί, με περιφρονήσετε, θ’ αναγκασθώ να πραγματοποιήσω στο μέλλον την απειλή, τιμωρώντας εσάς με τους εκκλησιαστικούς νόμους και εκείνες όπως τις ταιριάζει. Και αν κάποιος δείχνοντας αυθάδεια τα περιφρονεί αυτά, ας ακούει το Χριστό που λέγει και τώρα: αν ο αδελφός σου σφάλλει απέναντί σου, πήγαινε και έλεγξε τον όταν θα είστε οι δυό σας μόνοι. Αν όμως δε σ’ ακούσει, πάρε μαζί σου έναν ή δύο άλλους. Αν και έτσι αντιλέγει, να το πεις στην εκκλησία, αν όμως παρακούσει και τις συμβουλές της εκκλησίας, τότε πια ας είναι για σένα όπως ο ειδωλολάτρης ή ο τελώνης». Αν λοιπόν αυτόν που αμαρτάνει σε μένα, όταν δεν υπακούσει, προστάζει έτσι να τον αποστρέφομαι, εσείς να κρίνετε πώς πρέπει να συμπεριφέρομαι σ’ εκείνον που αμαρτάνει στον εαυτό του και στο Θεό. Γιατί εσείς με κατηγορείτε ότι δεν φέρομαι ήπια σε σας.
Αν κάποιος περιφρονεί τους περιορισμούς που επιβάλλω, ας τον συνετίζει πάλι ο Χριστός που λέγει: «όσα δέσετε στη γη, θα είναι δεμένα στον ουρανό και όσα λύσετε στη γη, θα είναι λυμένα στον ουρανό». Αν και βέβαια εγώ είμαι ταλαίπωρος και τιποτένιος και άξιος για περιφρόνηση, όπως και πραγματικά είμαι, όμως δεν εκδικούμαι ο ίδιος ούτε ανταποδίδω οργή, αλλά φροντίζω για τη δική σας σωτηρία. Κοκκινίστε, παρακαλώ, και ντραπείτε. Γιατί, αν κάποιος ανέχεται το φίλο όταν τον επικρίνει αυστηρότερα απ’ όσο πρέπει, εξετάζοντας το σκοπό του και επειδή το κάνει αυτό από φιλική διάθεση και όχι από αλαζονεία, πολύ περισσότερο οφείλει ν’ ανέχεται το διδάσκαλο όταν τον επιπλήττει, και μάλιστα το διδάσκαλο που ούτε ο ίδιος τα λέγει αυτά αυθεντικά ούτε σαν άρχοντας, αλλά σαν κηδεμόνας. Γιατί δεν τα λέγω αυτά θέλοντας να επιδείξω εξουσία (πώς θα τα έλεγα εγώ που εύχομαι να μην τα γνωρίσετε αυτά;), αλλ΄ επειδή στενοχωριέμαι και κόπτομαι για σας.
Συγχωρήστε με λοιπόν για τα λεγόμενα και κανείς ας μην περιφρονεί τα εκκλησιαστικά δεσμά. Γιατί δεν είναι άνθρωπος αυτός που δένει, αλλ΄ ο Χριστός που μας έδωσε αυτή την εξουσία και κάνει τους ανθρώπους άξιους μιας τόσο μεγάλης τιμής. Εμείς βέβαια θέλουμε να χρησιμοποιούμε την εξουσία στο να λύνουμε τα δεσμά ή καλύτερα ούτε την ανάγκη αυτού του πράγματος θέλουμε να έχουμε. Γιατί δε θέλουμε να υπάρχει σε μας κανένας δεμένος. Δεν είμαστε τόσο άθλιοι και ταλαίπωροι, αν και είμαστε πάρα πολύ ασήμαντοι. Αν όμως αναγκασθούμε, συγχωρήστε μας. Γιατί δε θέτουμε τα δεσμά από ευχαρίστηση ούτε επειδή θέλουμε, αλλ΄ επειδή λυπούμαστε για σας τους δεμένους. Και αν κάποιος τα περιφρονεί, θα έρθει ο καιρός της κρίσης που θα τον διδάξει. Τη συνέχεια δε θέλω να την πω για να μην πλήξω το νου σας.
Εγώ λοιπόν πρώτα εύχομαι να μην έρθω στην ανάγκη αν όμως έρθω, εκπληρώνω το καθήκον μου, θέτω τα δεσμά. Και αν κάποιος σπάσει τα δεσμά, εγώ έκαμα το χρέος μου και είμαι ανεύθυνος για τη συνέχεια, γι’ αυτό όμως θ’ απολογηθείς σ’ εκείνον που με πρόσταξε να σε δέσω. Γιατί αν, ενώ ο βασιλιάς κάθεται πρώτος, πάρει κάποιος από τους παρόντες σωματοφύλακες εντολή να δέσει κάποιον από τους στρατιωτικούς και να του θέσει τα δεσμά, και αυτός όχι μόνο τον απωθήσει αλλά και σπάσει τα δεσμά, δε θα υβρισθεί ο σωματοφύλακας, αλλά πολύ περισσότερο ο βασιλιάς που έδωσε την εντολή. Αν λοιπόν όσα γίνονται στους πιστούς ο Θεός τα θεωρεί ότι γίνονται στον εαυτό του, όταν υβρίζετε αυτούς που πήραν την εντολή να διδάσκουν, πολύ περισσότερο θα συμπεριφερθεί σαν να υβρίζεται ο ίδιος. Αλλ΄ είθε κανείς απ’ όσους βρίσκονται στην εκκλησία αυτή να μην έρθει στην ανάγκη αυτών των δεσμών. Γιατί, όπως το να μην αμαρτάνει κανείς είναι καλό, έτσι το να ανέχεται την επιτίμηση είναι χρήσιμο.
Ας ανεχόμαστε λοιπόν την επίπληξη και ας φροντίζουμε να μην αμαρτάνουμε. Αν όμως αμαρτήσουμε, ας ανεχόμαστε την επιτίμηση. Γιατί, όπως είναι καλό βέβαια να μη πληγώνεται κανείς, αλλά αν συμβεί αυτό είναι χρήσιμο να μπαίνει το φάρμακο πάνω στην πληγή, έτσι πρέπει να γίνεται και εδώ. Μακάρι όμως να μη χρειασθεί κανείς απ’ αυτά τα φάρμακα. «Για σας όμως, αν και μιλάω μ’ αυτόν τον τρόπο, είμαι πεπεισμένος ότι αξίζετε για καλύτερα πράγματα που οδηγούν στη σωτηρία». Μίλησα όμως αυστηρότερα για περισσότερη ασφάλεια. Γιατί είναι προτιμότερο να με θεωρείτε θρασύ και σκληρό και αυθάδη, παρά να μην κάνετε αυτά που αρέσουν στο Θεό. Και πιστεύω στο Θεό ότι δε θα υπάρξει σε σας ανώφελη αυτή η επιτίμηση, αλλά θ’ αλλάξετε τόσο, ώστε να χρησιμοποιείτε αυτά τα λόγια στα δικά σας εγκώμια και τους επαίνους. (ΕΠΕ 24,313-319)
Ο προϊστάμενος (κληρικός) κατ’ ανάγκη έχει πολλές αφορμές για μικροψυχίες. Όπως ακριβώς οι ιατροί αναγκάζονται να πικραίνουν πολύ τους ασθενείς, παρασκευάζοντας και φαγητά και φάρμακα, που δεν είναι μεν ευχάριστα, αλλά είναι ωφέλιμα πολύ, και όπως οι πατέρες είναι πολλές φορές ενοχλητικοί στα παιδιά, έτσι και οι διδάσκαλοι, και πολύ περισσότερο. Γιατί ο μεν ιατρός και αν ακόμη είναι μισητός από τον ασθενή, έχει όμως τους συγγενείς και φίλους του με καλές διαθέσεις απέναντί του, και πολλές φορές και τον ίδιο τον ασθενή. Και ο πατέρας δε και από τη φύσι και από τους νόμους της πολιτείας χρησιμοποιεί με πολλή ευκολία την εξουσία εναντίον του παιδιού του˙ και αν ακόμη χωρίς τη θέλησί του το τιμωρήση και το επιπλήξη, κανείς δεν θα τον εμποδίση, αλλ’ ούτε αυτό το ίδιο θα μπορέση να τον ιδή κατά πρόσωπο, στην περίπτωσι όμως του ιερέως είναι μεγάλη η δυσκολία. Κατά πρώτο λοιπόν πρέπει να ασκή την εξουσία του σε ανθρώπους που να τον θέλουν και να τον ευγνωμονούν για την εξουσία του˙ αυτό όμως δεν είναι δυνατό να συμβή γρήγορα. Γιατί αυτός που ελέγχεται και επιτιμάται, όποιος αν είναι, είναι βέβαιο ότι αφού παραμερίση την ευγνωμοσύνη, θα το φέρη βαρέως. Κατά τον ίδιο τρόπο θα ενεργήση και αυτός που συμβουλεύεται και αυτός που νουθετείται και αυτός που προτρέπεται.
Αν λοιπόν ειπώ, δαπάνησε χρήματα γι’ αυτούς που έχουν ανάγκη, είπα κάτι δυσάρεστο και ενοχλητικό. Αν ειπώ, κόψε την οργή, σβήσε το θυμό, σταμάτησε τις ανόητες επιθυμίες, περιόρισε ένα μικρό μέρος των απολαύσεων, όλα είναι ενοχλητικά και δυσάρεστα. Και αν τιμωρήσω τον αδιάφορο ή τον εκδιώξω από την εκκλησία ή τον εμποδίσω από την κοινή προσευχή, στενοχωρείται, όχι γιατί έχει εκπέσει από αυτά, αλλά για την εντροπή μπροστά στον κόσμο. Και αυτό βέβαια είναι αύξησις της ασθενείας, επειδή όταν μας εμποδίζουν τα πνευματικά, δεν στενοχωρούμασθε για τη στέρησι αυτών των αγαθών, αλλά για την εντροπή μας μπροστά σ’ εκείνους που μας βλέπουν. Δεν τρέμομε, ούτε φοβούμασθε το πράγμα. Γι’ αυτό συνέχεια ο Παύλος λέγει πολλά γι’ αυτούς. Και ο μεν Χριστός υπέταξε αυτούς με τόση ανάγκη, ώστε να ειπή˙ «Στο διδασκαλικό θρόνο του Μωυσέως εκάθισαν οι νομοδιδάσκαλοι και οι Φαρισαίοι. Όλα λοιπόν, όσα σας λέγουν να φυλάσσετε, να τα φυλάσσετε. Μη πράττετε όμως σύμφωνα με τα έργα τους». Και πάλι, όταν εθεράπευσε το λεπρό, έλεγε˙ «Πήγαινε και δείξε τον εαυτό σου στον ιερέα και πρόσφερε το δώρο, που διέταξε ο Μωυσής, για απόδειξι σε αυτούς». Και όμως εσύ λέγεις, ότι «Κάνετε αυτόν τέκνο της κολάσεως διπλάσια από σας». Γι’ αυτό είπα, λέγει, «Εκείνα που πράττουν, μη τα πράττετε». Απέκλεισε δηλαδή κάθε δικαιολογία από τον αρχόμενο.
Και ο Παύλος όταν έγραφε στον Τιμόθεο, έλεγε˙ «Όσοι πρεσβύτεροι είναι καλοί προεστοί, είναι άξιοι για διπλή τιμή». Και προς τους Εβραίους όταν έγραφε, έλεγε˙ «Πείθεσθε στους προϊσταμένους σας και υποτάσσεσθε». Και εδώ πάλι λέγει˙ «Σας παρακαλούμε όμως, αδελφοί, να αναγνωρίζετε αυτούς, που κοπιάζουν μεταξύ σας, και είναι κατά Χριστό προϊστάμενοί σας». Επειδή λοιπόν είπε, «Οικοδομείτε ο ένας σας τον άλλο», για να μη νομίσουν, ότι τους ανύψωσε αυτούς στο αξίωμα των διδασκάλων, επρόσθεσε, αλλ’ όμως προσέχετε, διότι και σας επέτρεψα να οικοδομήτε ο ένας τον άλλο, γιατί δεν είναι δυνατό ο διδάσκαλος να ειπή τα πάντα. «Εκείνους», λέγει, «που κοπιάζουν μεταξύ σας και είναι κατά Χριστό προϊστάμενοί σας και σας συμβουλεύουν». Και πώς δεν είναι παράλογο, λέγει; Αν βέβαια είναι προϊστάμενός σου άνθρωπος ως προς άνθρωπο, τα πάντα κάνεις, και του αναγνωρίζεις κάθε ευγνωμοσύνη, αυτός όμως είναι προϊστάμενός σου ως προς τον Θεό και δεν τον ευγνωμονείς; Και πώς είναι προϊστάμενος λέγει; Διότι προσεύχεται για χάρι σου, σε εξυπηρετεί στην πνευματική δωρεά που έρχεται δια του βαπτίσματος, σε επισκέπτεται, σε συμβουλεύει και σε νουθετεί, τα μεσάνυκτα, αν τον καλέσης, θα έλθη, τίποτε άλλο παρά μόνο είναι στη διάθεσι του στόματός σου και υποφέρει τις βλασφημίες σου. Ποιά ανάγκη είχε; καλώς έκαμε, ή κακώς; Εσύ έχεις και γυναίκα και ζης με απολαύσεις και προτιμάς τη ζωή του εμπόρου, ο ιερεύς όμως είναι απασχολημένος σ’ αυτό το έργο˙ δεν υπάρχει σ’ αυτόν άλλη ζωή, αλλ’ είναι απασχολημένος στην εκκλησία.
«Να τους τιμάτε», λέγει, «με το παραπάνω από αγάπη για το έργο τους. Ειρηνεύετε μεταξύ σας». Βλέπεις πώς γνωρίζει ότι υπήρχαν μικροψυχίες; Όχι απλώς, λέγει, να τους αγαπάτε, αλλά με το παραπάνω, όπως τα παιδιά τους πατέρες τους. Γιατί μέσω αυτών εγεννηθήκατε την αιώνιο γέννησι, με αυτούς επετύχατε τη βασιλεία, με τα χέρια αυτών γίνονται όλα, με αυτούς σας ανοίγονται οι πύλες του ουρανού. Κανένας ας μη στασιάζη, κανένας ας μη φιλονεική. Εκείνος που αγαπά τον Χριστό, όποιος και αν θα είναι ο ιερεύς, θα αγαπήση αυτόν, γιατί με αυτόν επέτυχε τα φρικτά μυστήρια. Ειπέ μου, εάν θελήσης να ιδής τα ανάκτορα που λάμπουν από τον πολύ χρυσό και που αστράπτουν από τη λάμψι των πολυτίμων λίθων, και εύρισκες εκείνον που έχει τα κλειδιά, ο οποίος ύστερα από παράκλησί σου αμέσως άνοιγε και σε οδηγούσε μέσα, δεν θα επροτιμούσες αυτόν περισσότερο από όλους; δεν θα τον αγαπούσες ίσα με τα μάτια σου; δεν θα τον εσυμπαθούσες; Τον ουρανό σου έχει ανοίξει αυτός και δεν τον αγαπάς και δεν τον περιποιείσαι; Εάν έχης γυναίκα, δεν αγαπάς περισσότερο από όλους εκείνον που σου την επροξένησε; Έτσι, εάν αγαπάς τον Χριστό, εάν αγαπάς τη βασιλεία των ουρανών, αναγνώρισε με ποιους απέκτησες αυτήν. Γι’ αυτό λέγει, «Για το έργο τους˙ ειρηνεύετε με αυτούς».
«Σας παρακαλούμε όμως, αδελφοί, νουθετείτε τους ατάκτους, παρηγορείτε τους δειλούς, στηρίζετε τους ασθενείς, γίνεσθε ανεκτικοί προς όλους». Εδώ απευθύνεται προς τους προϊσταμένους. «Νουθετείτε», λέγει, «τους ατάκτους». Μη τους επιπλήσσετε, λέγει, από θέσεως εξουσίας, ούτε με αυθάδεια, αλλά με σκοπό να τους νουθετήσετε. «Παρηγορείτε τους δειλούς, στηρίζετε τους ασθενείς, γίνεσθε ανεκτικοί προς όλους». Γιατί εκείνος που επιπλήσσεται αυστηρά, επειδή έχει ευρεθή σε απόγνωσι, γίνεται θρασύτερος, περιφρονώντας όλα. Γι’ αυτό πρέπει με τη νουθεσία να παρασκευάζωμε ευχάριστο το φάρμακο. Ποιοί όμως είναι οι άτακτοι; Όλοι όσοι πράττουν αντίθετα προς το θέλημα του Θεού. Γιατί υπάρχει τάξις και η τάξις αυτή της εκκλησίας πρέπει να εφαρμόζεται περισσότερο από τη στρατιωτική. Επομένως και ο υβριστής είναι άτακτος, και ο μέθυσος άτακτος και ο πλεονέκτης και όλοι που αμαρτάνουν, γιατί δεν βαδίζουν στη φάλαγγα με τάξι, αλλά άτακτα και τρέπονται προς άλλο μέρος. Αλλά υπάρχει και άλλο είδος από τα κακά, όχι μεν τέτοιο, κακία όμως και αυτό, η μικροψυχία δηλαδή. Καθόσον και αυτή καταστρέφει όμοια με την αδιαφορία. Όποιος δεν ανέχεται την ύβρι, είναι ολιγόψυχος˙ όποιος δεν αντέχει τον πειρασμό, είναι ολιγόψυχος. Αυτός είναι εκείνος που έχει σπαρή επάνω στην πέτρα. Υπάρχει και άλλο είδος, η ασθένεια. «Στηρίζετε, λέγει, τους ασθενείς». Ασθένεια όμως γίνεται ως προς την πίστι.
Αλλά πρόσεχε πως δεν αφήνει να περιφρονούνται αυτοί. Και αλλού γράφοντας έλεγε˙ «Τους ασθενείς κατά την πίστι να τους δέχεσθε». Γιατί και στα δικά μας σώματα το μέρος που ασθενεί δεν το αφήνομε να καταστροφή. «Γίνεσθε ανεκτικοί», λέγει, «προς όλους». Και προς τους ατάκτους; Και προς αυτούς και μάλιστα πάρα πολύ. Γιατί τίποτε δεν είναι ίσο με το φάρμακο αυτό της μακροθυμίας κυρίως στο διδάσκαλο, τίποτε δεν είναι τόσο κατάλληλο για τους αρχομένους. Όλους μπορεί να τους μεταστρέψη, όλους να τους κάνη να νιώσουν εντροπή και εκείνον που από όλους είναι πιο άγριος και αναίσχυντος. (EΠE 22,549-555)
Γνωρίζω ότι πολλοί με κοροϊδεύουν γι’ αυτό, αλλά δεν μετανοώ. Μόνο ας κατορθωθή κάτι περισσότερο. … Ιδού προλέγω, δεν συμβουλεύω πια, αλλά διατάσσω και παραγγέλλω, εκείνος που θέλει ας ακούη, και εκείνος που δεν θέλει ας μη υπακούη. Διότι εάν επιμένετε να κάνετε αυτά, δεν θα ανεχθώ, ούτε θα σας δεχθώ, ούτε θα αφήσω να περάσετε το κατώφλι αυτό. Διότι τί μου χρειάζεται το πλήθος των ασθενών; και τί εάν, διδάσκοντας εσάς, δεν επιτρέπω τα περιττά πράγματα; Αν και βέβαια ο Παύλος δεν επέτρεψε και το χρυσό και τα μαργαριτάρια.
Μας κοροϊδεύουν οι Έλληνες, θεωρούν ότι είναι μύθος τα ιδικά μας. Και στους άνδρες συμβουλεύω τα εξής: να πηγαίνης σε σχολείο για να διδάσκεσαι την πνευματική φιλοσοφία, απομάκρυνε εκείνη την αλαζονεία. Αυτό συμβουλεύω και στους άνδρες και στις γυναίκες και αν κάποιος ενεργή διαφορετικά, στο εξής δεν το ανέχομαι.
Οι μαθητές ήταν δώδεκα, και άκουσε τί λέγει ο Χριστός προς αυτούς: «Μήπως θέλετε και σεις να φύγετε;» Διότι εάν συνέχεια σας κολακεύωμε, πότε θα κερδίσωμε την εύνοιά σας; πότε θα σας ωφελήσομε; Αλλά υπάρχουν, λέγει, άλλες αιρέσεις και μεταπηδούν εκεί. Είναι ψυχρός αυτός ο λόγος. «Είναι ανώτερος ένας υπηρέτης που κάνει το θέλημα του κυρίου του, παρά αμέτρητοι που ενεργούν παράνομα». Διότι και συ, ειπέ μου, τί θέλεις; να έχης πολλούς υπηρέτες δραπέτες και κλέπτες, ή ένα που να διάκειται με συμπάθεια; Εμπρός λοιπόν σας συμβουλεύω και σας προτρέπω, και τον καλλωπισμό του προσώπου και τα σκεύη αυτά να τα συντρίβετε, και στους πτωχούς να δίνετε και να μη εξακολουθήτε να δείχνετε τόση μανία. Εκείνος που θέλει ας μεταπηδά στις αιρέσεις, εκείνος που θέλει ας με κατηγορή. Δέν ανέχομαι κανένα. Όταν θα πρόκειται να κριθώ μπροστά στο βήμα του Χριστού, σεις θα στέκεσθε μακριά καθώς και η δική σας χάρις, αφού σ’ εμένα θα καταλογίζη τις ευθύνες.
Αυτά τα λόγια κατέστρεψαν τα πάντα. Για να μη φύγη, λέγει, και προσέλθη σε άλλη αίρεσι, είναι ασθενής, δείξε συγκατάβασι. Μέχρι ποιό σημείο; μέχρι πότε; μία φορά, και δύο, και τρεις, όχι για πάντα. Ιδού σας προτρέπω και πάλι και σας προειδοποιώ κατά τον μακάριο Παύλο, «Ότι εάν έλθω και πάλι, δεν θα λυπηθώ κανένα». Όταν όμως θα κατορθώσετε αυτά, τότε θα γνωρίσετε πόσο είναι το κέρδος, πόση είναι η ωφέλεια. Ναι, σας παρακαλώ και σας ικετεύω, και δεν θα απέφευγα να εγγίσω τα γόνατά σας, και να καταθέσω την ικετηρία για το σκοπό αυτό. (ΕΠΕ 22,227-231)
Δώσατέ μου θάρρος και ενώπιον των εθνικών και ενώπιον των Ιουδαίων και προ πάντων ενώπιον του Θεού. Ναι, παρακαλώ, για χάρη της αγάπης, για χάρη του πόνου, με τον οποίο σας γέννησα, «παιδιά μου».
Στο εξής όμως δεν θα προσθέσω το, «για τα οποία νιώθω πόνους» ούτε θα πω το, «μέχρις ότου η κατά Χριστόν ζωή μορφωθεί μέσα σας». (Διότι πιστεύω ότι μέσα σας έχει μορφωθεί η κατά Χριστόν ζωή), αλλά θα πω άλλα προς εσάς: «Αδελφοί μου αγαπητοί και πολυπόθητοι, σεις είσθε η χαρά μου και ο στέφανός μου», διότι πιστέψτε με, ότι δεν θα είναι διαφορετικά τα λόγια που θα πω. Αν κάποιος μου τοποθετούσε τώρα στο κεφάλι μου αμέτρητα λιθοστόλιστα βασιλικά στεφάνια, δεν θα ευφραινόμουν έτσι, όπως ευφραίνομαι με τη δική σας προκοπή. Μάλλον δε, ούτε ο βασιλιάς νομίζω ότι τόσο πολύ χαίρεται, όπως εγώ για σας.
Τί λέγω; Αν, νικώντας όλα τα έθνη που τον πολεμούν, επανερχόταν και λάμβανε περισσοτέρους άλλους στεφάνους από τον κανονικό στέφανο και αλλά διαδήματα, σύμβολα της νίκης, νομίζω ότι αυτός δεν θα χαιρόταν τόσο πολύ για τα τρόπαια, όπως εγώ για τη δική σας προκοπή διότι χαίρομαι σα να έχω επάνω στο κεφάλι αμέτρητα στεφάνια.
Και δικαιολογημένα. Διότι αν με τη χάρη του Θεού αυτή η συνήθεια (η παύση των όρκων) κατορθωθεί από σας, αμέτρητους πολέμους έχετε νικήσει και πολύ φοβερώτερους από εκείνον, αφού παλαίψατε και δώσατε μάχη εναντίον πονηρών δαιμόνων, εναντίον κακοποιών, όχι με μάχαιρα, αλλά με τη γλώσσα και τη διάθεση. (ΕΠΕ 15,337-339)
Δεν θα πάνε στον Παράδεισο οι καλοί άνθρωποι αλλά αυτοί που έχουν μετανοήσει. Και ποιος είναι τελικά καλός άνθρωπος; Αυτός που κάνει καλές πράξεις; Μα μόνο αυτό κάνει; Κατά τ’ άλλα δεν έχει κανένα ψεγάδι; Μήπως καλός είναι ο ενάρετος; Μα ποιος έχει μόνο αρετές; Μόνο οι άγιοι μπορούμε να πούμε ότι είναι μόνο ενάρετοι κι αυτό γιατί ομοιάζουν στο Χριστό. Το Χριστό όμως δεν τον ενδιαφέρει αν είμαστε καλοί ή όχι. Τον ενδιαφέρει αν έχουμε μετανοήσει ή όχι. Μας το κατέδειξε αυτό όταν ήταν ακόμα πάνω στο σταυρό και έβαλε μέσα στον Παράδεισο, πρώτο, έναν όχι καλό αλλά μετανοημένο… το ληστή. Μας το δήλωσε και με την άφεση των αμαρτιών της πόρνης. Η πόρνη δεν ήταν καλή και ενάρετη… έκανε άσωτη ζωή. Όμως ήρθε σε μετάνοια και ο Κύριος τη συγχώρεσε.
Καλοί δεν μπορούμε να είμαστε πάντα. Θα γίνουμε και δυσάρεστοι και ενοχλητικοί και σκληροί και θα πέφτουμε και θα ξανασηκωνόμαστε γιατί αυτό έχει σημασία. Η καλοσύνη είναι παγίδα. Δεν αρκεί για να μας ανοίξει την πόρτα του Ουρανού. Η μετάνοια μάς την ανοίγει. Και ναι, μπορεί να έχω μετανοήσει αλλά να μην είμαι και η προσωποποίηση της καλοσύνης γιατί είμαι άνθρωπος με πάθη, αδυναμίες και ελαττώματα. Από τη στιγμή όμως που μπήκα κάτω από το πετραχήλι του πνευματικού μου και ο Κύριος με συγχώρεσε και μου άνοιξε την αγκαλιά Του και επέστρεψα στο δρόμο Του, αγωνίζομαι καθημερινά και προσεύχομαι όχι μόνο καλός να γίνω αλλά άγιος! Γιατί θέλω να μοιάσω στον Αγαπημένο μου, γιατί θέλω να ζήσω αιώνια κοντά Του! Δεν ξέρω αν θα αγιάσω ποτέ… το πιθανότερο είναι όχι με τα χάλια που έχω αλλά έχοντας αυτό τον πόθο τώρα κάνω καλές πράξεις όχι επειδή πρέπει αλλά επειδή έτσι το νιώθω και επειδή αγαπώ το Χριστό. Και έτσι ελεύθερα και αβίαστα λειτουργώντας, αισθάνομαι πως δεν ενεργώ εγώ αλλά Εκείνος μέσα από μένα!
Και δεν πειράζει αν δεν είμαι πάντα καλή, σημασία έχει να είμαι πάντα εν μετανοία. Και ας σταματήσει πια η εντύπωση στους ανθρώπους πως οι χριστιανοί είναι αψεγάδιαστοι και αναμάρτητοι. Όχι, οι χριστιανοί είναι άνθρωποι μετανοημένοι και αυτή ακριβώς η μετάνοια είναι που τους διαφοροποιεί από τους υπόλοιπους ανθρώπους που είναι ακόμα αμετανόητοι. Είναι άνθρωποι που νοιάζονται και παλεύουν για τη σωτηρία της ψυχής τους. Και είναι στενή και με πολλές θλίψεις και κόπους η οδός που οδηγεί στη Βασιλεία των Ουρανών.
Ο Κύριος όμως μας έδειξε όταν ήταν πάνω στο Σταυρό πόσο μεγάλη είναι η Αγάπη Του για μας και το Έλεος Του κι έτσι τώρα μπορώ να ελπίζω ότι μια μέρα θα μπω κι εγώ η αμαρτωλή σαν το ληστή και την πόρνη στον Παράδεισο και εύχομαι οι Πύλες του Ουρανού να ανοίξουν για όλους τους ανθρώπους γιατί αυτό θα σημαίνει ότι όλοι οι άνθρωποι πόθησαν και αγάπησαν τον Χριστό… (Α.Κ.Β)
Η ανάστασις του παιδιού
Στα περίχωρα της Λαύρας της Αγ. Τριάδος, στο Ζαγκόρσκ της Μόσχας ζούσε κάποιος που έτρεφε βαθύ σεβασμό και πίστη στον ιδρυτή της όσιο Σέργιο. Ο μοναχογιός του έπασχε από μια ανίατη αρρώστια. Με την προσδοκία της θεραπείας ήρθε να τον παρακαλέση φέρνοντας τον άρρωστο μαζί του. Όμως από την ταλαιπωρία του δρόμου το παιδί του πέθανε! Χάνοντας έτσι κάθε ελπίδα, ο πατέρας άρχισε να θρηνή και να λέη στον όσιο:
— Αλλοίμονο σε μένα! Ήρθα εδώ με τη βεβαιότητα ότι θα με βοηθούσες, αλλά το μονάκριβο παιδί μου πέθανε στον δρόμο. Καλύτερα θα ήταν να μην ερχόμουν, γιατί έτσι δεν θα κλονιζόταν η πίστις μου σε σένα.
Με δάκρυα και στεναγμούς ο ταλαίπωρος πατέρας πήγε να φέρη το φέρετρο και τα σάβανα για την κηδεία. Ο άγιος τον λυπήθηκε πολύ και έπειτα από μια θερμή προσευχή ανέστησε το παιδί! Όταν ο συντετριμμένος από την θλίψι πατέρας ήρθε κουβαλώντας τα αναγκαία για την κηδεία, ο όσιος του λέει:
— Μην κουράζεσαι και μη στενάζης άδικα. Το παιδί σου δεν πέθανε, αλλά ζη!
Ο πατέρας, που είχε διαπιστώσει τον θάνατο του γιού του, δεν μπορούσε να πιστέψη τα λόγια αυτά. Πλησιάζοντας όμως πείσθηκε για το θαύμα και έξαλλος από χαρά ευγνωμονούσε τον άγιο.
— Μην απατάσαι, του είπε εκείνος. Ίσως το πολύ κρύο να πάγωσε το παιδί και το νόμισες πεθαμένο, ενώ εδώ στο ζεστό κελλί θερμάνθηκε και συνήλθε.
Ο χωρικός δεν πίστεψε αυτή την εκδοχή. Συνέχισε να ομολογή ότι ο όσιος ανέστησε με την προσευχή του το παιδί. Εκείνος τότε τον απείλησε:
— Εάν δεν σταματήσης να διηγήσαι στους άλλους το περιστατικό αυτό, θα χάσης τον γιό σου.
Ο πατέρας επέστρεψε στο σπίτι δοξάζοντας τον Θεό και τον δούλο του Σέργιο. Διηγήθηκε αργότερα το θαύμα σ’ ένα μαθητή του οσίου και αυτός το έκανε σε όλους γνωστό.
(Όσιος Σέργιος του Ραντονέζ)
(Χαρίσματα και Χαρισματούχοι, Ι. Μονή Παρακλήτου, τ. Β΄, σ. 147-149)
1,11. «εν πάση δυνάμει δυναμούμενοι κατά το κράτος της δόξης αυτού εις πάσαν υπομονήν και μακροθυμίαν, μετά χαράς».
Αλλά αυτό είναι δύσκολο, ακατόρθωτο, αδύνατο. Ούτε δύσκολο όμως, ούτε αδύνατο είναι, γιατί για τέτοια ζωή, δίνει τις ένθεες δυνάμεις Αυτός ο Κύριος Ιησούς Χριστός. Και τις δίνει στον καθένα, ο οποίος γίνεται μέλος, γίνεται κύτταρο στο δικό του «αιωνίως» ζωντανό, Θεανθρώπινο σώμα. Ο άνθρωπος που «καθίσταται» μέλος της Eκκλησίας, όλες τις ένθεες δυνάμεις του Χριστού, τις δέχεται απ’ Αυτόν και αυτός ο άνθρωπος πλέον ζει μια νέα ζωή, μια ζωή «αξίως» του Θεού. Σαν μέλη στο Θεανθρώπινο σώμα του Χριστού, οι Χριστιανοί ζουν «ενδυναμούμενοι πάση δυνάμει Χριστού» και κατά «το κράτος της δόξης Αυτού». Οι πιστοί με τον Χριστό, αυξάνουν από δύναμη σε δύναμη, από ισχύ σε ισχύ.
Γι’ αυτό δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία, ούτε κανένας έχει δικαίωμα να πει: δεν μπορώ να ζήσω «αξίως του Θεού». Γιατί, ότι χρειάζεται για μια τέτοια ζωή, ο Θεός το δίνει πλούσια στον καθένα, ο οποίος «απομακρύνεται των σαρκικών επιθυμιών του κόσμου τούτου» και εξαγιάζει όλο τον εαυτό του με τις ευαγγελικές αρετές. (Β' Πέτρ. 1, 3-9).
Πραγματικά, ο Κύριος Ιησούς Χριστός ζει στους χριστιανούς και ανακαινουργώνει την ζωή τους τόσο, όσο ο καθένας απ’ αυτούς ξεχωριστά επιθυμεί και θέλει αυτό. Σε μεγαλύτερο, ή σε μικρότερο βαθμό, για κάθε χριστιανό ισχύει το Αποστολικό: «ζω δε ουκέτι εγώ, ζη δε εν εμοί Χριστός» (Γαλ. 2, 20).
Στην χριστοειδή ζωή, στην ζωή την «αξίως» του Θεού, συνίσταται το «αληθινό», το «άφθαρτο», το «αθάνατο», το «άξιο» του Θεού. Εδώ ακριβώς βρίσκεται η παναξία του, η δική του ένθεη μεγαλειότητα και μεγαλοπρέπεια.
Ο άνθρωπος ζει «αξίως του Θεού» και, πραγματικά τότε, παρουσιάζει την ένθεη μεγαλοπρέπεια στην γη, αν οι σκέψεις του και οι αισθήσεις του είναι «άξιες» του Θεού και τα έργα του είναι «άξια» του Θεού.
Αλλά σε τέτοιο δοξασμένο, αδιάκοπο ευαγγελικό αγώνα, ο άνθρωπος, από την πλευρά του, πρέπει αδιάκοπα να «επιδεικνύει»: «πάσαν υπομονήν και μακροθυμίαν μετά χαράς». «Υπομονή μετά χαράς»; Ναι, γιατί η χαρούμενη υπομονή, είναι ο πιο θαυμαστός άγγελος προστάτης στον ευαγγελικό δρόμο της σωτηρίας.
Και ο Φιλάνθρωπος Σωτήρας «εντέλλεται» σε όλους τους χριστιανούς: «εν τη υπομονή υμών κτήσασθε τας ψυχάς υμών» (Λκ. 21, 19). Και μια τέτοια υπομονή την δίνει στους πιστούς Αυτός και ενδυναμώνονται με «κάθε ένθεη δύναμη» και με τον τρόπο αυτό, αποκαλύπτουν την δύναμη της ένθεης δόξης του.
(Προς Κολασσαείς Επιστολή Αποστόλου Παύλου, Αγ. Ιουστίνου Πόποβιτς, σ. 27-28)
Λόγος ΜΕ΄ εις το Πάσχα (απόσπασμα), Αγ. Γρηγόριος ο Θεολόγος
[...] 24. αν είσαι Σίμων Κυρηναίος, σήκωσε το σταυρό και ακολούθησέ Τον. Αν σταυρωθείς μαζί Του ως ληστής, γνώρισε το Θεό σαν ευγνώμων δούλος. Αν κι Εκείνος λογιάσθηκε με τους ανόμους για χάρη σου και την αμαρτία σου, γίνε συ έννομος για χάρη Εκείνου. Προσκύνησε αυτόν που κρεμάσθηκε στο σταυρό για σένα, έστω κι αν κρέμεσαι κι εσύ. Κέρδισε κάτι κι απ' την κακία. Αγόρασε τη σωτηρία με το θάνατο. Μπες με τον Ιησού στον Παράδεισο, ώστε να μάθεις από τι έχεις ξεπέσει. Δες τις εκεί ομορφιές. Άσε το ληστή που γογγύζει, να πεθάνει έξω μαζί με τη βλασφημία του. Κι αν είσαι Ιωσήφ ο από Αριμαθαίας, ζήτησε το σώμα απ' το σταυρωτή. Ας γίνει δικό σου αυτό που καθάρισε τον κόσμο. Κι αν είσαι Νικόδημος, ο νυκτερινός θεοσεβής, ενταφίασέ τον με μύρα. Κι αν είσαι κάποια Μαρία ή η άλλη Μαρία ή η Σαλώμη ή η Ιωάννα, δάκρυσε πρωί-πρωί. Δες πρώτη την πέτρα σηκωμένη, ίσως δε και τους αγγέλους κι αυτόν τον ίδιο τον Ιησού. Πες κάτι, άκουσε τη φωνή. Αν ακούσεις «Μη μ' αγγίζεις», στάσου μακριά, σεβάσου το Λόγο, αλλά μη λυπηθείς. Γιατί ξέρει σε ποιους θα φανερωθεί πρώτα. Καθιέρωσε την Ανάσταση. Βοήθησε την Εύα, που 'πεσε πρώτη, και πρώτη να χαιρετήσει το Χριστό και να το ανακοινώσει στους μαθητές. Γίνε Πέτρος ή Ιωάννης. Σπεύσε στον τάφο, τρέχοντας μαζί ή προπορευόμενος, συναγωνιζόμενος τον καλό συναγωνισμό. Κι αν σε προλάβει στην ταχύτητα, νίκησε με το ζήλο σου, όχι παρασκύβοντας στο μνημείο, αλλά μπαίνοντας μέσα. Κι αν σαν Θωμάς χωρισθείς απ' τους συγκεντρωμένους μαθητές, στους οποίους εμφανίζεται ο Χριστός, όταν τον δεις, μην απιστήσεις. Κι αν απιστήσεις, πίστεψε σ' αυτούς που στο λένε. Κι αν ούτε και σ' αυτούς πιστέψεις, δείξε εμπιστοσύνη στα σημάδια των καρφιών. αν κατεβαίνει στον Άδη, κατέβα μαζί Του. Γνώρισε και τα εκεί μυστήρια του Χριστού, ποιο είναι το σχέδιο της διπλής καταβάσεως, ποιος είναι ο λόγος της: απλώς σώζει τους πάντες με την εμφάνιση του ή κι εκεί ακόμα αυτούς που τον πιστεύουν;
28. Τώρα δε είμαστε αναγκασμένοι ν' ανακεφαλαιώσουμε το λόγο ως εξής: Δημιουργηθήκαμε, για να ευεργετηθούμε. Ευεργετηθήκαμε, επειδή δημιουργηθήκαμε. Μας δόθηκε ο Παράδεισος, για να ευτυχήσουμε. Λάβαμε εντολή, για να ευδοκιμήσουμε με τη διαφύλαξή της, όχι γιατί ο Θεός αγνοούσε αυτό που θα γινόταν, αλλά γιατί νομοθετούσε το αυτεξούσιο. Απατηθήκαμε, γιατί μας φθόνησαν. Ξεπέσαμε, γιατί παραβήκαμε την εντολή. Είμαστε αναγκασμένοι σε νηστεία, γιατί δε νηστεύσαμε, καθώς εξουσιασθήκαμε απ' το δένδρο της γνώσης. Γιατί ήταν παλιά η εντολή και σύγχρονη με μας, σαν κάποια διαπαιδαγώγηση της ψυχής και σωφρονισμό απ' τις απολαύσεις. Τη λάβαμε εύλογα, για να απολαύσουμε με την τήρησή της αυτό που χάσαμε με τη μη διαφύλαξή της. Χρειασθήκαμε Θεό που σαρκώθηκε και πέθανε, για να ζήσουμε. Νεκρωθήκαμε μαζί Του, για να καθαρισθούμε. Αναστηθήκαμε μαζί Του, επειδή μαζί Του και νεκρωθήκαμε. Συνδοξασθήκαμε, επειδή συναναστηθήκαμε.
29. Είναι πολλά μεν λοιπόν τα θαύματα της τότε εποχής: Θεός που σταυρώνεται, ήλιος που σκοτίζεται και πάλι ανατέλλει (γιατί έπρεπε και τα κτίσματα να συμπάσχουν με τον Κτίστη). Καταπέτασμα που σχίζεται, αίμα και νερό που χύνεται απ' την πλευρά (το μεν αίμα, γιατί ήταν άνθρωπος, το δε νερό γιατί ήταν πάνω απ' τον άνθρωπο). Γη, που σείεται, πέτρες που σχίζονται για χάρη της πέτρας (που είναι ο Χριστός), νεκροί που ανασταίνονται, ως επιβεβαίωση της τελευταίας και κοινής αναστάσεως. Τα σημεία δε στον τάφο, τα μετά τον τάφο, ποιος θα μπορούσε επάξια να τα υμνήσει; Τίποτε δε δεν υπάρχει σαν το θαύμα της σωτηρίας μου: λίγες σταγόνες αίματος αναπλάθουν τον κόσμο όλο και γίνονται σαν χυμός γάλακτος για όλους τους ανθρώπους, που συνδέουν και συνάγουν εμάς σε μια ενότητα.
30. Αλλ' ω Πάσχα, το μέγα και ιερό, που καθαρίζεις τον κόσμο όλο! Γιατί θα σου μιλήσω σαν κάτι έμψυχο. Ω Λόγε Θεού και φως και ζωή και σοφία και δύναμη! Γιατί χαίρομαι μ' όλα σου τα ονόματα! Ω γέννημα κι ορμή και σφραγίδα του μεγάλου νου! Ω Λόγε που νοείσαι κι άνθρωπε που φαίνεσαι, ο οποίος φέρεις τα πάντα προσδεδεμένα στο λόγο της δυνάμεώς σου! Τώρα μεν ας δεχθείς το λόγο αυτό, όχι ως απαρχή, αλλ' ως συμπλήρωση ίσως της δικιάς μας καρποφορίας, ευχαριστία το ίδιο κι ικεσία, για να μην κακοπάθουμε εμείς τίποτε περισσότερο πέρα απ' τους αναγκαίους κόπους κι ιερούς πόνους για τις εντολές σου, με τους οποίους ζήσαμε μέχρι τώρα. Κι ας σταματήσεις την εναντίον μας τυραννία του σώματος (βλέπεις, Κύριε, πόσο μεγάλη είναι και πόσο μας λυγίζει), ή την κρίση σου, αν θέλαμε να καθαρισθούμε από σένα. Αν δε τερματίσουμε άξια με τον πόθο μας και γίνουμε δεκτοί στις ουράνιες σκηνές, αμέσως κι εδώ θα σου προσφέρουμε θυσίες δεκτές στο άγιό σου θυσιαστήριο. Πατέρα και Λόγε και Πνεύμα άγιο. Γιατί σε σένα αρμόζει κάθε δόξα, τιμή και εξουσία στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.
Από το «Μιλάει ο Γρηγόριος Θεολόγος» Εκδόσεις Αποστολικής Διακονίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, Αθήναι 1991.
[Μετάφραση: Πρωτοπρ. Γεώργιος Δορμπαράκης]
επιτίθεται αγριώτερα
Επειδή ήταν μεγάλη η πίστις του Παύλου, επειδή προχωρούσε το ευαγγέλιο, γι’ αυτό μένεα έπνεε ο διάβολος εναντίον του.
Ε.Π.Ε. 18α,728
τους αγίους πολεμεί
Ο άγιος, και όταν υποφέρη κάνοντας το καλό, ευχαριστεί τον Θεό. Έτσι πλήττει το διάβολο. Βέβαια καλό είναι να ελεή και να είναι ενάρετος και όταν όλα του έρχωνται κατ’ ευχήν. Αλλά πιο καλό είναι να μη παραιτήται ο χριστιανός από το καλό όταν δυστυχή. Τότε κατ’ εξοχήν είναι άνθρωπος του Θεού.
Ε.Π.Ε. 18α,732
διαβάλλει
Καλείται διάβολος, επειδή και τον Θεό στους ανθρώπους διαβάλλει, και στο Θεό εμάς διαβάλλει, αλλά διαβάλλει και τον ένα εναντίον του άλλου.
Ε.Π.Ε. 19,72
τα νοήματα (μηχανές) του
Δεν αγνοούμε το χαρακτήρα του Σατανά, δηλαδή, την ποικιλία των μεθόδων του, το δόλιο τρόπο, το κακομήχανο, το κακούργο, τη ζημιά που κάνει, ακόμα και με το πρόσχημα της ευλαβείας.
Ε.Π.Ε. 19,142
με πονηρό δόλωμα
Πονηρός όντας ο διάβολος, τους έρριξε το δόλωμα, με σκοπό να τους βλάψη σε άλλους τομείς.
Ε.Π.Ε. 19,600
μετασχηματίζεται
Υπάρχουν και άγγελοι του σκότους, οι άγγελοι του διαβόλου, που είναι σκοτεινοί και άγριοι. Και πολλούς ο διάβολος εξαπάτησε μ αυτό τον τρόπο. Μεταμφιέζεται, δηλαδή, σε άγγελο φωτός. Δεν γίνεται άγγελος φωτός.
Ε.Π.Ε. 19,616
άρχων
Λέγεται άρχοντας του αιώνος τούτου, διότι στο Διάβολο ολόκληρη η ανθρώπινη φύσις παρέδωσε τον εαυτό της, και όλοι σ’ αυτόν γίνονται εκούσια δούλοι, με τη δική τους προαίρεσι.
Ε.Π.Ε. 20,496
(Χρυσοστομικό Λεξικό, αρχ. Δανιήλ Αεράκη, τόμος Β, σελ. 33-34)
Πολλοί έχουν χωριά και κτήματα και δεν τους ενδιαφέρει, ούτε κάμνουν λόγο για τίποτε άλλο, παρά καταβάλλουν πολλή προσπάθεια πως θα γίνει το λουτρό, πως θ αυξηθούν τα εισοδήματα, πως θα κατασκευασθούν οι αυλές και τα οικοδομήματα˙ πως δε θα καλλιεργηθούν οι ψυχές, καθόλου δεν ενδιαφέρονται. Και συ μεν, αν δεις αγκάθια στο χωράφι, τα κόβεις, τα καίεις, και τα εξαφανίζεις, ώστε να απαλλάξεις τη γη από τη βλάβη απ’ αυτά, βλέποντας δε τους ίδιους τους γεωργούς, να είναι γεμάτοι από αγκάθια και μη κόβοντας αυτά, πες μου, δεν φοβάσαι και δεν τρέμεις αυτόν που πρόκειται να σου ζητήσει λόγο γι’ αυτούς; Δεν έπρεπε δηλαδή ο καθένας από τους πιστούς να οικοδομήσει εκκλησία, να λαμβάνει διδάσκαλο για να τον βοηθεί, και κυρίως αυτό, να σκέπτεται πως δηλαδή όλοι να είναι χριστιανοί; Πες μου, πώς θα είναι χριστιανός ο γεωργός, βλέποντας εσένα ν’ αδιαφορείς για τη σωτηρία σου; Δεν μπορείς να κάνεις θαύματα και να τον πείσεις; Με αυτά που έχεις να τον πείσεις, με τη φιλανθρωπία, με την προστασία, με την ημερότητα, με το καλόπιασμα και με όλα τα άλλα. Και πολλοί μεν κάμνουν αγορές και λουτρά, όχι όμως και εκκλησίες˙ και όλα βέβαια τα κάμνουν, παρά αυτό. Γι’ αυτό παρακαλώ και ικετεύω και χάρη ζητώ, μάλλον δε και νόμο ορίζω, ώστε κανένας να μη παρουσιασθεί να έχει χωριό χωρία εκκλησία. Μη μού πεις, 'υπάρχει πλησίον, υπάρχει σε γειτονικό μέρος’˙ είναι μεγάλη η δαπάνη και δεν είναι πολλά τα έσοδα. Εάν έχεις κάτι να ξοδέψεις για τους φτωχούς, να τα ξοδέψεις εκεί˙ είναι καλύτερα εκεί, παρά εδώ˙ θρέψε διδάσκαλο, θρέψε διάκονο και ιερατείο. Όπως συμπεριφέρεσαι όταν λαμβάνεις γυναίκα, ή νύφη ή δίνεις θυγατέρα, έτσι πρέπει να φέρεσαι και προς την εκκλησία˙ δώσε δωρεά σ’ αυτήν. Έτσι το χωριό όπου μένεις, θα γεμίσει από ευλογία. Διότι ποιό από τα αγαθά δεν θα υπάρχει εκεί; Πες μου, είναι λίγο να ευλογείται ο ληνός; είναι λίγο να λαμβάνει απ’ όλους τους καρπούς σου πρώτος ο Θεός μερίδιο και προσφορές από τους πρώτους καρπούς; Αυτό είναι χρήσιμο για την ειρήνη των γεωργών. Σεβαστός θα είναι πλέον και ο πρεσβύτερος και αυτό θα συμβάλει στην ασφάλεια του χωριού. Ευχές συνεχείς εκεί θα γίνονται για σένα, ύμνοι θα αναπέμπονται για σένα και συνάξεις θα γίνονται, προσφορά κάθε Κυριακή. Πόσο πιο αξιοθαύμαστο είναι το να ανεγείρεις εκκλησίες από το να ανοικοδομήσουν άλλοι λαμπρούς τάφους, για να ακούουν οι μεταγενέστεροι ότι ο τάδε ανοικοδόμησε αυτούς. Σκέψου ότι μέχρι την παρουσία του Χριστού θα έχεις το μισθό, συ, που ανήγειρες θυσιαστήριο του Θεού.
Πες μου λοιπόν, αν σε διέτασσε βασιλιάς να οικοδομήσεις οικία, για να καταλύει εκεί, δεν θα έκαμες τα πάντα; Τώρα λοιπόν, η οικοδομή της εκκλησίας είναι ανάκτορα του Χριστού. Να μη βλέπεις τη δαπάνη, αλλά να αναλογίζεσαι τον καρπό˙ καλλιεργούν εκείνοι τη γη, συ να καλλιεργείς τις ψυχές τους˙ εκείνοι σου φέρνουν τους καρπούς, συ ανύψωσε αυτούς στον ουρανό. Εκείνος που δίνει την αρχή, αυτός είναι και αίτιος για όλα τα άλλα. Άρα και συ θα είσαι αίτιος των κατηχουμένων εκεί από τα γειτονικά χωριά˙ αν και βέβαια τα μεν λουτρά κάμνουν τους γεωργούς πιο μαλθακούς, τα δε καπηλεία πιο τρυφηλούς, αλλ’ όμως κάμνετε αυτά για δόξα. Οι αγορές και οι πανηγύρεις κάμνουν πάλι αυτούς αδιάντροπους, τα δε λεγόμενα στις εκκλησίες έχουν τελείως αντίθετα αποτελέσματα. Αλήθεια πόσο σπουδαίο είναι να βλέπεις πρεσβύτερο να βαδίζει σαν τον Αβραάμ, ολόλευκο, να είναι περιζωσμένος και να σκάβει και να εργάζεται; Ποιο πράγμα είναι πιο ποθητό από εκείνον τον αγρό; Εδώ η αρετή είναι μεγαλύτερη. Δεν υπάρχει εκεί αισχρότητα, αλλ’ έχει εκδιωχθεί˙ δεν υπάρχει μέθη και τρυφή, αλλ’ έχει εξορισθεί˙ δεν υπάρχει κενοδοξία, αλλ’ έχει σβησθεί˙ εκεί διαλάμπει περισσότερο η αγάπη του Θεού εξ αιτίας της απλότητας. Πόσο σπουδαίο είναι να εξέρχεσαι και να εισέρχεσαι στον οίκο του Θεού και να γνωρίζεις ότι Αυτός οικοδόμησε αυτόν και να κατακληθείς και μετά τη σωματική ανάπαυση να παραβρεθείς και σε νυκτερινούς και σε εωθινούς ύμνους, να έχεις ομοτράπεζο τον ιερέα, συνομιλώντας να απολαμβάνεις τις ευλογίες, και να βλέπεις άλλους να έρχονται εκεί; Τούτο είναι τείχος, αυτό ασφάλεια του αγρού. Αυτός είναι ο αγρός, για τον οποίο λέγει; «Οσμή αγρού ολόκαρπου, τον οποίο ευλόγησε ο Κύριος». ”Αν και χωρίς το ναό είναι καλός ο αγρός εξ αιτίας της ησυχίας που έχει, εξ αιτίας της απραγμοσύνης που υπάρχει εκεί, όταν όμως έχει και το ναό, με τι δεν θα είναι ίσος; Διότι αγρός, που έχει εκκλησία, μοιάζει με τον παράδεισο του Θεού.
Δεν υπάρχει εκεί κραυγή, δεν υπάρχει θόρυβος, δεν υπάρχουν διάφοροι εχθροί, δεν υπάρχουν αιρέσεις˙ είναι δυνατό να τους δεις όλους φίλους, να συμμετέχουν στα ίδια δόγματα. Η ησυχία σε οδηγεί σε φιλοσοφία˙ αφού σε παραλάβει από τη φιλοσοφία αυτή ο πρεσβύτερος, Θα σε φροντίσει εύκολα. Διότι εδώ μεν, όσα και αν λέμε, η αγορά τα απορρίπτει, εκεί δε, αυτά που θα ακούσεις, θα τα στερεώσεις στη σκέψη σου, και στον αγρό θα γίνεις με εκείνον τον πρεσβύτερο άλλος άνθρωπος˙ και εκείνος θα είναι επικεφαλής εκείνων των γεωργών, και θα είναι φύλακας, και με το να παρευρίσκεται και με το να διευθετεί τις διαφορές μεταξύ τους. Πόση δε θα είναι και η δαπάνη, πες μου; κατασκεύασε κατ' αρχή μικρό οικίσκο αντί ναού˙ ο μετά από σένα θα κατασκευάσει στοά˙ ο μετά από εκείνον θα προσθέσει άλλα, και έτσι σε σένα θα αποδοθεί το όλο οικοδόμημα. Συ δίνεις λίγα και λαμβάνεις την αμοιβή του συνόλου. Λοιπόν κάμε την αρχή και θέσε θεμέλιο˙ μάλλον δε προτρέψατε ο ένας τον άλλο, δείξτε άμιλλα για το έργο αυτό. Τώρα δε, όπου χρειάζεται μεν να αποθηκεύσουν άχυρα και σιτάρι και όλα τα παρόμοια, εύκολα χτίζουν˙ όπου δε πρέπει να συγκεντρωθούν οι καρποί των ψυχών, καθόλου δεν φροντίζουν, αλλ’ αναγκάζονται να βαδίζουν αρκετά στάδια, και να αποστέλλονται σε μακρινές αποδημίες, για να εισέλθουν σε εκκλησία. Πόσο δε είναι καλό να έρχεται στην εκκλησία με πολλή ησυχία ο ιερέας, για να προσέρχεται ενώπιον του Θεού, και να προσεύχεται κάθε ημέρα για το χωριό, γι’ αυτόν που έχει εκκλησία! Πες μου, είναι μικρό πράγμα να περιλαμβάνεται και το όνομά σου πάντοτε στις άγιες αναφορές της λατρείας και κάθε ημέρα να αναπέμπονται ευχές προς το Θεό για το χωριό; πόσο αυτό ωφελεί σε σένα και στα άλλα; Συμβαίνει μερικοί από τους γείτονες να κατοικούν και να έχουν επιτρόπους. Προς μεν εσένα λοιπόν το φτωχό κανένας από εκείνους δεν θα θεωρήσει άξιο να έλθει, τον πρεσβύτερο όμως ίσως και να τον προσκαλέσει και να τον κάμει ομοτράπεζο.
Βλέπεις πόσα καλά θα προκύψουν απ’ αυτό; Πρώτα η κώμη θα είναι απαλλαγμένη από κάθε πονηρή υποψία˙ κανένας δεν θα κατηγορήσει γι’ ανθρωποκτονία, κανένας για κλοπή, κανένας δεν θα υποψιασθεί τίποτε το παρόμοιο. Έχουν ακόμη και άλλη παρηγοριά, αν επακολουθήσει μια ασθένεια, ή θάνατος. Όχι απλώς και ως έτυχε συνάπτονται φιλίες μεταξύ εκείνων που προσέρχονται εκεί και οι συναντήσεις δε θα γίνονται πολύ περισσότερο ευχάριστες από εκείνες που γίνονται κατά τις πανηγύρεις. Όχι μόνο δε οι συναντήσεις, αλλά και οι ίδιοι οι προεστώτες θα είναι περισσότερο σεβάσμιοι εξ αιτίας της παρουσίας του πρεσβύτερου. Οπωσδήποτε ακούεις ότι τα Ιεροσόλυμα τιμούνταν περισσότερο από τις άλλες πόλεις εκ μέρους των παλαιών˙ όχι όμως τυχαία, αλλ’ εξ αιτίας της ευσέβειας που επικρατούσε τότε. Γι’ αυτό, όπου τιμάται ο Θεός, κανένα πονηρό δεν υπάρχει˙ όπως πάλι, όπου δεν τιμάται ο Θεός κανένα αγαθό δεν υπάρχει. Πολλή ασφάλεια θα υπάρχει και εκ μέρους του Θεού και εκ μέρους των ανθρώπων. Ναι, παρακαλώ, να καταπιασθείτε με το θέμα αυτό, όχι σαν κάτι πάρεργο, αλλά με προθυμία. Διότι, αν κάποιος βγάλει κάτι το πολύτιμο από ανάξιο πράγμα, θα είναι σαν στόμα του Θεού, εκείνος που τόσες ψυχές ωφελεί και αναζωογονεί και αυτές που υπάρχουν τώρα, και αυτές που θα έλθουν μετά μέχρι την παρουσία του Χριστού, πόση εύνοια δεν θα απολαύσει από το Θεό; Φρούριο κατασκεύασε εναντίον του διαβόλου˙ διότι αυτό είναι η εκκλησία. Από εκεί ας ορμήσουν τα χέρια για εργασία˙ πρώτα ας ανυψωθούν αυτά σε προσευχή προς το Θεό, και μετά ας μεταβούν στην εργασία. Έτσι θα αποκτήσουν σωματική δύναμη, έτσι θα είναι πολλή η καλλιέργεια, έτσι όλα τα κακά θα είναι εκτός αυτού. Δεν είναι δυνατό να παραστήσεις με λόγο την ευχαρίστηση που θα προκύψει από αυτό, μέχρις ότου δεν γίνει αυτό πραγματικότητα.
Μη σκεφθείς αυτό, ότι δεν έχει κανένα έσοδο˙ εάν γενικά ενεργείς και σκέπτεσαι με τον τρόπο αυτό, μη κάνεις το έργο αυτό, εάν δεν νομίζεις ότι θα αποκτήσεις έσοδα μεγαλύτερα από όσα σου απέδιδε όλος ο αγρός. Αν δεν σκέπτεσαι έτσι, ούτε και να εργασθείς, εάν δεν θεωρείς το έργο αυτό ανώτερο από όλα τα αλλά. Τι είναι μεγαλύτερο από αυτό το κέρδος, το να οδηγήσεις τις ψυχές στο αλώνι του ουρανού; Αλλοίμονο! διότι δεν γνωρίζετε πόσο σπουδαίο είναι το να κερδίζετε ψυχές. Άκουε τι λέγει προς τον Πέτρο ο Χριστός˙ «Εάν με αγαπάς, ποίμανε τα πρόβατά μου». Εάν συνέβαινε να δεις βασιλικά πρόβατα ή αγέλη ίππων, να είναι εκτεθειμένα σε κινδύνους, επειδή δεν υπάρχει μάνδρα, εάν αναλάβεις ο ίδιος και μάνδρα οικοδομήσεις και στάβλο ή και ποιμένα τοποθετήσεις, με τι δεν θα σε ανταμείψει ο βασιλιάς; Τώρα συγκεντρώνεις την ποίμνη του Χριστού και τοποθετείς ποιμένα, και δεν νομίζεις ότι κάμνεις μεγάλο έργο; Τι λέγω; Εάν εκείνος που σκανδαλίζει και μόνο ένα άνθρωπο, απειλείται να πάθει τέτοια τιμωρία, εκείνος που σώζει τόσους ανθρώπους, πες μου, δεν θα σωθεί; Είναι ολοφάνερο ότι θα σωθεί. Διότι ποιά αμαρτία θα έχει στο εξής ή και αν έχει, δεν θα εξαλείψει αυτήν; Από την τιμωρία εκείνου που σκανδαλίζει, μάθε την ανταμοιβή εκείνου που σώζει. Εάν δεν ήταν σημαντικό για το Θεό η σωτηρία και μιας ψυχής, δεν θα προκαλούσε τόση οργή σ’ Αυτόν η απώλειά της. Γνωρίζοντας λοιπόν αυτά, ας καταπιασθούμε πλέον με το έργο αυτό το πνευματικό, και ας με καλέσει ο καθένας και εγώ θα βοηθήσω κατά το δυνατό. Και αν μεν είναι τρεις οι κάτοχοι του αγρού, ας ενεργήσουν με συνεισφορά, εάν δε ένας, ας πείσει και τους άλλους που είναι πλησίον του. Μόνο, παρακαλώ, προσπαθήσετε να κατορθώσετε αυτό… (ΕΠΕ 15,527-537)