ΈΝΑΣ Άγιος Ερημίτης είδε κάποτε τα πονηρά πνεύματα, σαν σμήνος από μελίσσι, να περικυκλώνουν τον άνθρωπο, για να τον παρασύρουν στο κακό. Κοντά του όμως στεκόταν ο φύλακας Άγγελος της ψυχής του και με γυμνό σπαθί έδιωχνε τα δαιμόνια.
ΞΕΚΙΝΗΣΕ μια μέρα ο Αββάς Μακάριος να πάει όσο μπορούσε πιο βαθιά στην έρημο, για προσευχή και πνευματική μελέτη. Στον δρόμο συνάντησε ένα παράξενο πλάσμα, αναιδέστατο στην όψη, φορτωμένο με σωρό μικρά και μεγάλα δοχεία, που το καθένα είχε κι από ένα φτερό. Παραξενευτηκε ο Γέροντας από την ακατανόητη εκείνη μορφή και στάθηκε να την περιεργασθεί. Ο άλλος, φανερά ενοχλημένος, του φώναξε με θυμό:
- Τί κάθεσαι και με κοιτάζεις έτσι, μοναχέ; Έχεις καμιά δουλειά στον τόπο τούτο που δεν τόλμησε άνθρωπος ως τώρα να πατήσει το πόδι του;
- Γυρεύω τον Θεό παντού, αποκρίθηκε με θάρρος ο Όσιος. Αλλά εσύ ποιός είσαι; Απόκοσμο μου φαίνεται το παρουσιαστικό σου και το φορτίο σου ακατανόητο.
Εκείνος τότε, χωρίς να το θέλει, βιάστηκε να ομολογήσει την αλήθεια, σπρωγμένος από ακατανίκητη δύναμη:
- Εγώ που βλεπεις, είμαι ο διάβολος και τούτα εδώ τα σύνεργά μου. Μ’ αυτά δελεάζω τους ανθρώπους και με ακολουθούν, κάνοντας όλα μου τα θελήματα.
Ο Αββάς Μακάριος επέμενε να τον ρωτά, μέχρις ότου ο σατανάς αναγκάστηκε να του φανερώσει όλες του τις παγίδες.
- Όποιον βρώ πρόθυμο στην μελέτη, τον αλείφω με το φτερό από το περιεχόμενο του δοχείου που εχω στο κεφάλι μου. Τον πιάνει αμέσως πονοκέφαλος κι αφήνει στην μέση την μελέτη. Εκείνον που θέλει ν’ αγρυπνήσει, παίρνω από το δοχείο που κρέμεται στα βλέφαρά μου, του βάζω λίγο στα μάτια και του φέρνω τόση νύστα που τρέχει αμέσως στο στρώμα.
Τα δοχεία που βρίσκονται στ’ αυτιά μου εχουν συνταγή κατάλληλη για παρακοή. Μ’ αυτήν κυνηγώ τους υποτακτικούς. Από το περιεχόμενο του δοχείου που κρέμεται στην μύτη μου, δίνω στους νέους, για να τους παρασύρω σε σαρκική επιθυμία. Από το δοχείο που βρίσκεται στο στόμα μου, δίνω στους εγκρατείς, για να τους προκαλέσω λαιμαργία, σε άλλους πάλι, για να τους παρασύρω στην καταλαλιά και στην αισχρολογία.
Το δοχείο που έχω στον λαιμό μου προξενεί υπερηφάνεια και υψηλοφροσύνη. Το άλλο, που βλέπεις στην κοιλιά μου, έχει μέσα αναισθησία κι ακολασία. Και τα υπόλοιπα φθόνο, φόνο, κλοπή κι όλα τ’ αλλά κακά. Μ’ αυτά βγάζω τους ανθρώπους από τον ίσιο δρόμο και τους οδηγώ όπου θέλω εγώ, μέχρις ότου τους παρασύρω στην απώλεια. Εσένα όμως δεν κατόρθωσα ούτε μια φορά να σε πλησιάσω, γιατί αδιάκοπα με πολεμάς.
Ο Αββάς Μακάριος έμεινε κατάπληκτος από την μεγάλη ποικιλία που είχαν τα διαβολικά τεχνάσματα. Έκανε το σημείο του σταυρού επάνω του και είπε:
- Ας είναι δοξασμένο το όνομα του Θεού, που σε καταργεί, διάβολε, δια μέσου των Αγίων Του. Όπως φύλαξε εμένα από τις παγίδες σου, ας προφυλάξει και όλους εκείνους που αγωνίζονται να τηρήσουν τις εντολές Του.
Καθώς έλεγε αυτά ο Όσιος, ο διάβολος εξαφανίστηκε σαν καπνός από τα μάτια του, ενώ εκείνος συνεχισε τον δρόμο του με μεγάλη συλλογή.
(Γεροντικό, Σταλαγματιές απο την Πατερική Σοφία, Θεοδώρας Χαμπάκη, Εκδόσεις Ορθοδόξου Χριστιανικής αδελφότητας "ΑΓΙΑ ΛΥΔΙΑ", σελ. 38-39 )
Η εξόφληση του χρέους.
Ο όσιος Ιωάννης ο Σαββαΐτης πήγε κάποτε να κοινοβιάση σ’ ένα μοναστήρι του Πόντου με πολύ σκληρούς και αυστηρούς πατέρες. Την πρώτη νύχτα της παραμονής του στο μοναστήρι εκείνο είδε στον ύπνο του ότι λογοδοτούσε σε κάποιους, που επέμεναν ότι χρωστούσε εκατό λίτρες χρυσού. Ξυπνώντας ερμήνευσε το όραμα και είπε στον εαυτό του:
- Καθώς βλέπεις, έχουμε να εξοφλήσουμε ένα μεγάλο χρέος!
Συμπλήρωσε λοιπόν ο όσιος τρία έτη σ’ αυτό το κοινόβιο, κάνοντας αδιάκριτη υπακοή και δεχόμενος από όλους θλίψεις και περιφρονήσεις. Τότε βλέπει πάλι στον ύπνο του κάποιον, ο οποίος του έδωσε απόδειξη ότι εξώφλησε δέκα λίτρες από το χρέος του. Όταν ξύπνησε, κατάλαβε τη σημασία του οράματος και είπε:
- Μόνο δέκα; Και πότε άραγε θα κατορθώσω να εξοφλήσω όλο το χρέος μου; Χρειάζομαι ακόμη περισσότερο κόπο και εξουθένωσι!
Άρχισε από τότε να υποκρίνεται τον τρελό, χωρίς όμως να αμελή καθόλου τα διακονήματά του. Οπότε και οι αυστηροί εκείνοι πατέρες, επειδή τον έβλεπαν σ’ αυτή την κατάσταση, του επέβαλλαν όλα τα βαρύτερα έργα της μονής.
Αφού λοιπόν υπέμεινε σ’ ένα τέτοιον αγώνα δεκατρία έτη, είδε πάλι στον ύπνο του εκείνους που είχαν έρθει στην αρχή, να του υπογράφουν την τελειωτική εξόφλησι του χρέους!
(Κλίμαξ)
(Χαρίσματα και Χαρισματούχοι, τόμος Β΄, Ι.Μ. Παρακλήτου, σελ. 42-43).
Διαβιβαστής φιλότιμος.
Το έτος 1948 στις 20 Απριλίου κλήθηκε να υπηρέτηση την Πατρίδα. Παρουσιάστηκε στην Κόρινθο, μετά δε από δύο ήμερες μετετέθη στο Κέντρο Βασικής Εκπαιδεύσεως Τριπόλεως και πήρε την ειδικότητα του διαβιβαστού. Κατόπιν πήρε μετάθεση στο Αγρίνιο. Τον ρωτούσαν:
— Τι μέσο έχεις και πήρες τόσο καλή ειδικότητα;
— Δεν έχω μέσο.
— Άστ’ αυτά.
— Έ..., τον Θεό, απαντούσε.
Και πράγματι «ην Κύριος μετ’ αυτού και ην ανήρ επιτυγχάνων».
Η αγάπη του προς τους άλλους έφθανε μέχρι θυσίας. Έκανε τις υπηρεσίες τους, εργαζόταν πολύ. Όταν κάποιος ζητούσε έξοδο, ο Αρσένιος πρόθυμα τον αντικαθιστούσε. Πολλοί εκμεταλλεύονταν την καλωσύνη του και τον θεωρούσαν κορόιδο. Ο ίδιος όμως ένιωθε χαρά από την θυσία και συγχρόνως εύρισκε ευκαιρία να μένη μόνος και να προσεύχεται. Ο Διοικητής του έλεγε: «Τι θα γίνει με αυτόν τον άνθρωπο (Αρσένιο); Δεν λέει ποτέ να ξεκουραστή».
Κάποτε είχε 39,5 πυρετό αλλά δεν ζήτησε να βγη ελεύθερος υπηρεσίας. Τελικά δεν άντεξε και έπεσε λιπόθυμος. Οι στρατιώτες τον έβαλαν στο φορείο για να τον πάνε στο Νοσοκομείο, και τον φώναζαν ειρωνικά με μοναχικά ονόματα: «Έ, Βενέδικτε, Ακάκιε». Είχαν καταλάβει ότι θα γίνει μοναχός. Η ειρωνεία όμως μετατράπηκε σιγά-σιγά σε εκτίμηση και θαυμασμό. Τους αλλοίωσαν ο τρόπος της ζωής του, η μεγάλη αγάπη και ο ακέραιος χαρακτήρας του. Δεν τον θεωρούσαν πλέον κορόιδο, αλλά θησαυρό και ευλογία για την Μονάδα.
Πάντως η ειδικότητα του ασυρματιστού τον απάλλαξε από την ένοπλη συμμετοχή στον πόλεμο, και έτσι, θεία χάριτι, διαφυλάχθηκε από το να φονεύση άνθρωπο. Προοιμίαζε δε και την μετέπειτα ιδιότητά του ως μοναχού, να στέλνη σήματα στον Θεό (να προσεύχεται).
(Βίος Οσίου Παϊσίου του Αγιορείτου, ιερομ. Ισαάκ, σελ. 65-66).
"Δάκρυα για κάτι που θα συμβεί"
Ένας σπουδαστής αντιμετώπιζε σοβαρά ψυχολογικά προβλήματα, εξ αιτίας αναπηρίας που είχε στο χέρι.
Αυτή οφειλόταν σε έκρηξη εγκαταλελειμμένης χειροβομβίδας που, όταν ήταν μικρό παιδί, την βρήκε και την περιεργαζόταν.
Η έκρηξη του είχε βλάψει και την όραση. Άκουσε για τον Γέροντα και θέλησε να τον δεί. Προσφέρθηκε να τον μεταφέρει με το αυτοκίνητό της
μια κυρία, γνωστή του Γέροντα, η οποία καθ' οδόν, για να τον ενθαρρύνει, του έλεγε ότι ο Θεός της χάρισε οκτώ παιδιά,
οκτώ χιλιάδες προβλήματα τους και οκτώ εκατομμύρια λύσεις των προβλημάτων της.
Όταν έφθασαν στα Καλλίσια, ο Γέροντας δέχθηκε με ιδιαίτερη στοργή τον ανάπηρο νέο, τον κράτησε πολλή ώρα στο κελί του και τον παρηγόρησε.
Καθώς όμως έφευγε και τον προέπεμπε, δάκρυα κυλούσαν από τα μάτια του Γέροντα.
Πολλοί επισκέπτες απόρησανμε το θέαμα. Σε λίγο καιρό ο νέος άρχισε να χάνει το φώς του, ώσπου τυφλώθηκε εντελώς.
Τον επισκεπτόμουν στον οίκο τυφλών και μου έκανε εντύπωση η μεγάλη αγάπη του στο Γέροντα και η εμφανής ενίσχυση της πίστεως του στο Χριστό,
σε σχέση με το παρελθόν. Ο Γέροντας προείδε το σταυρό του και του στήριξε την πίστη.
[ Γ 100π. ]
"Αγαπούσε και τον Χουσεΐν"
Και τον Χουσεΐν του Ιράκ αγαπούσε ο Γέρων Πορφύριος.
Μια ημέρα μου είπε : "Τον αγαπώ κι αυτό τον ταλαίπωρο και προσεύχομαι μήπως μετανοήσει και σωθεί κι αυτός".
[ Ί 134 ]
(Ανθολόγιο Συμβουλών, Άγιος Πορφύριος, σελ.57 )
Βλέπουμε τους πολιτικούς μας να διεκδικούν θέσεις και καρέκλες, να ερίζουν για το ποιος έχει περισσότερα προσόντα και είναι ο πιο άξιος και ο πιο κατάλληλος να σώσει τον τόπο! Στον εργασιακό χώρο συναντάμε συναδέλφους που είναι έτοιμοι να ‘ πατήσουν επί πτωμάτων’ προκειμένου να ανέλθουν στην ιεραρχία καθώς μόνο αυτοί το δικαιούνται! Στην οικογένεια ο μεγάλος αδερφός δεν είναι καθόλου διατεθειμένος να πάψει να είναι το επίκεντρο τώρα που γεννήθηκε ο αδερφούλης του! Αλλά και πόσες φιλίες χάλασαν εξαιτίας ενός υφέρποντος ανταγωνισμού! Όσο για τις σχέσεις των ζευγαριών ο εγωισμός τις οδηγεί σε αργό και βασανιστικό θάνατο!
Η υπερηφάνεια λένε οι Πατέρες είναι η ρίζα όλων των κακών! Όταν οι μαθητές του Χριστού αναρωτιόντουσαν ποιος είναι ο μεγαλύτερος και πιο διακεκριμένος από Εκείνον τους απάντησε πως αν κανείς θέλει να είναι πρώτος κατά την τιμή, οφείλει με την ταπείνωση του απέναντι στους άλλους να γίνει τελευταίος από όλους και υπηρέτης τους μέσω της άσκησης της αγάπης! [ Μάρκος θ,35] Αλλά και στην παραβολή του Τελώνη και του Φαρισαίου [ Λουκάς ιη’,14] ο Κύριος αυτό πάλι μας επισημαίνει! ‘ Ο υψών εαυτόν ταπεινωθήσεται, ο δε ταπεινών εαυτόν υψωθήσεται, δηλαδή ‘ Αυτός που υψώνει τον εαυτό του θα ταπεινωθεί ενώ αυτός που ταπεινώνεται θα υψωθεί! Οι ταπεινές ψυχές υψώνονται στον ουρανό ενώ οι υπερήφανες κατρακυλούν στον άδη!
Ο Χριστός πρώτος μας δίδαξε την ταπείνωση όταν άφησε τη θεϊκή του Δόξα, ενανθρώπισε, έπαθε και σταυρώθηκε για μας! Αλλά και λίγο πριν παραδοθεί στους σταυρωτές Του έπλυνε τα πόδια των μαθητών Του ακριβώς για να τους δώσει το παράδειγμα ότι κι αυτοί πρέπει να κάνουν το ίδιο και μεταξύ τους! Δηλαδή κι εμείς που θέλουμε να είμαστε αληθινοί χριστιανοί έτσι πρέπει να ενεργούμε… απλά και ταπεινά με τους συνανθρώπους μας! Και ποια δόξα τελικά έχει σημασία; Των ανθρώπων ή του Θεού; Αν είμαστε λοιπόν φιλόδοξοι ας μετουσιώσουμε την αγάπη μας για τη δόξα των ανθρώπων σε αγάπη για τη δόξα του Θεού για να απαλλαγούμε από τα πάθη της υπερηφάνειας, της αλαζονείας και του εγωισμού που ταλαιπωρούν την ψυχή μας και δυσκολεύουν τη ζωή τη δική μας και των γύρω μας και ας ζητάμε από το Θεό να μας δίνει πνεύμα σωφροσύνης και ταπεινοφροσύνης ! Μόνο έτσι θα κάνουμε ειρήνη με το Θεό, με τον εαυτό μας και τους γύρω μας!
Το να είμαστε λοιπόν υπηρέτες και όχι αφεντικά των ανθρώπων είναι τιμή και όχι ντροπή και να το επιζητούμε γιατί ο πρώτος διάκονος υπήρξε ο Χριστός μας! Και δεν είναι ο δούλος ανώτερος από τον Κύριο του! Και να μην ξεχνάμε ότι ο δρόμος για τη Βασιλεία των Ουρανών περνάει μέσα από το Χριστό που είναι η Άκρα Ταπείνωση! Μη θέλουμε λοιπόν επίγεια πρωτεία και αξιώματα και πρωτοκαθεδρίες που είναι εφήμερα αλλά την άλλη Δόξα να ζητάμε, την Ουράνια που θα μας διασφαλίσει την Αιώνια και Αληθινή Ζωή!(Α.Κ.Β.)
Αγαπημένος
μαθητής, ο Ιωαννης
Ποιό το εξαιρετικό, που προκάλεσε τη μεγάλη αγαπη;
Ο ίδιος ο Ιωαννης δεν λέει τίποτε άλλο περί αυτού, παρά μόνο ότι τον αγαπούσε ο Χριστός.
Είναι σ΄ολους φανερό, ότι τον αγαπούσε ξεχωριστά.
Αλλά πουθενά δεν φαίνεται να μιλάη για τον εαυτό του.
Ε.Π.Ε. 13,294
«Αγαπήσωμεν αλλήλους»
Πορευόμενοι πρός θεία Κοινωνία
Όταν πρόκηται να γίνη η μετάληψις και η μετάδοσις των τίμιων Δώρων, όλοι ανταλλάσσουμε ασπασμούς αγαπης και ειρήνης.
Για να καταλάβουμε, ότι ολοι είμαστε ένα σώμα. Έτσι ολοι πρεπει να σκεπτώμαστε,
ότι η Εκκλησία είναι ένα σπίτι κι εμείς μια οικογένεια.
Όπως και το βαπτισμα ένα είναι, και η τραπεζα μία είναι, και η πηγή μία,
όλος ο κόσμος ένας, και ο Πατέρας ένας.
Ε.Π.Ε. 19,486-488
ασπασμός ενότητας
Επειδή πρόκειται ν’ αγγίξουμε την ιερή τραπεζα, ακούμε το παράγγελμα ν’ αγαπηθούμε μεταξύ μας.
Και δίνουμε ο ένας στον άλλον τον άγιο ασπασμό...
Είναι απόλυτη ανάγκη να προσέλθουμε στη θεία Κοινωνία αγαπημένοι μεταξύ μας.
Ε.Π.Ε. 30,616
Αγαπητοί
του Θεού
Αφού είμαστε αγαπητοί και εκλεκτοί, ολα δικαιολογημένα τα υπομένουμε.
Ε.Π.Ε. 22.360
του Παύλου
«Σας χαιρετά ο Λουκάς ο ιατρός, ο αγαπητός».
Δεν είναι τούτο μικρό εγκώμιο, αντίθετα πολύ μεγάλο.
Ξέρεις τί είναι να είσαι αγαπητός σ’ έναν Παύλο!
Ε.Π.Ε. 22,234
(Χρυσοστομικό Λεξικό, αρχ. Δανιήλ Αεράκη, Τόμος Α΄, σελ. 57-58)
Ο σεβασμός μεταξύ των συζύγων
Ο Θεός τα ρύθμισε όλα με σοφία. Με άλλα χαρίσματα προίκισε τον άνδρα, με άλλα την γυναίκα.
Έδωσε στον άνδρα ανδρισμό, για να τα βγάζη πέρα στις δύσκολες υποθέσεις και για να υποτάσσεται σ’ αυτόν η γυναίκα.
Γιατί, αν έδινε και στην γυναίκα τον ίδιο ανδρισμό, δεν θα μπορούσε να σταθή οικογένεια.
Έλεγαν στην Ήπειρο για μΙα γυναίκα ότι ήταν φοβερή! Φορούσε ένα άσπρο πουκάμισο μέχρι κάτω και είχε πάντα μαζί της ένα γιαταγάνι!
Οι ληστές την έπαιρναν στην συντροφιά τους! Σκεφθήτε να έχουν μια γυναίκα στην σπείρα τους!
Μια φορά πήγε ώρες δρόμο με τα πόδια σε ένα μακρινό χωριό, για να πάρη ένα βλαχάκι και να το κάνη γαμπρό στην κόρη της.
Επειδή όμως εκείνο αντιδρούσε, το έκλεψε, το φορτώθηκε στην πλάτη της και το έφερε στο χωριό της!
Αυτά όμως είναι εξαιρέσεις. Αν επιστρατεύσης γυναίκες και κάνης με αυτές έναν λόχο και βάλης καμμιά δεκαριά προσκοπάκια να έρχωνται από πέρα, ού, έφυγαν όλες!
Θα νομίζουν ότι είναι ο εχθρός!
«Ο ανήρ, λέει η Γραφή, εστι κεφαλή της γυναικός».
Δηλαδή ο Θεός κανόνισε, ώστε ο άνδρας να αφεντεύη στην γυναίκα. Να αφεντεύη η γυναίκα στον άνδρα είναι ύβρις στον Θεό.
Ο Θεός έπλασε πρώτα τον Αδάμ και ο Αδάμ είπε για την γυναίκα: «Τούτο νυν οστούν εκ των οστέων μου και σάρξ εκ της σαρκός μου».
Η γυναίκα, λέει το Ευαγγέλιο, πρέπει να φοβάται τον άνδρα,, δηλαδή να τον σέβεται, και ο άνδρας να αγαπάη την γυναίκα.
Μέσα στην αγάπη είναι ο σεβασμός. Μέσα στον σεβασμό είναι η αγάπη. Αυτό το οποίο αγαπώ, το σέβομαι κιόλας.
Και αυτό το οποίο σέβομαι, το αγαπώ. Δηλαδή δεν είναι άλλο το ένα και άλλο το άλλο. Ένα πράγμα είναι και τα δύο.
Οι άνθρωποι όμως φεύγουν από αυτήν την αρμονία του Θεού και δεν καταλαβαίνουν αυτά που λέει το Ευαγγέλιο.
Έτσι ο άνδρας παίρνει στραβά αυτό που γράφει το Ευαγγέλιο και λέει στην γυναίκα: «Πρέπει να με φοβάσαι».
Μά, αν σε φοβόταν, δεν θα σε παντρευόταν! Είναι και μερικές γυναίκες που λένε: «Γιατί η γυναίκα να φοβάται τον άνδρα;
Αυτό δεν το παραδέχομαι. Τί θρησκεία είναι αυτή; Δεν υπάρχει ισότητα».
Αλλά βλέπεις τί λέει η Αγία Γραφή; «Αρχή σοφίας, φόβος Κυρίου».
Φόβος Θεού είναι ο σεβασμός προς τον Θεό, η ευλάβεια, η πνευματική συστολή.
Αυτός ο φόβος σε κάνει να αισθάνεσαι δέος. Είναι κάτι το ιερό.
Η ισότητα που ζητούν οι γυναίκες με τους άνδρες μόνον ώς ένα σημείο μπορεί να ισχύση.
Σήμερα στις γυναίκες, επειδή εργάζονται και ψηφίζουν, μπήκε ένα αρρωστημένο πνεύμα και νομίζουν ότι είναι ίσες με τους άνδρες.
Φυσικά οι ψυχές ίδιες είναι. Αλλά, όταν ο άνδρας δεν αγαπά την γυναίκα και η γυναίκα δεν σέβεται τον άνδρα,
δημιουργούνται σκηνές στην οικογένεια. Παλιά το να αντιμιλήση η γυναίκα στον άνδρα, το θεωρούσαν πολύ βαρύ.
Τώρα μπήκε ένα αλήτικο πνεύμα. Τότε τί όμορφα ήταν! Είχα γνωρίσει ένα ανδρόγυνο που ο άνδρας ήταν πολύ κοντός και η γυναίκα μια ανδρογυναίκα,
ψηλή μέχρι εκεί επάνω! Αφού εκατόν ογδόντα οκάδες σιτάρι το ξεφόρτωνε από το κάρρο μόνη της.
Μια φορά ένας εργάτης - ψηλός κι εκείνος - πήγε να την πειράξη και εκείνη τον άρπαξε και τον πέταξε πέρα σαν σπιρτόξυλο!
Αλλά να βλέπατε τί υπακοή έκανε στον άνδρα της, πώς τον σεβόταν!
Έτσι κρατιέται η οικογένεια, αλλιώς δεν γίνεται.
(Λόγοι Παϊσίου, τόμος Δ΄, Οικογενειακή Ζωή, Εκδ. Ιερού Ησυχαστηρίου "Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος", σελ. 41-43)
Λέει ο Παύλος: «Όταν συνέρχεστε στη σύναξι, μερικοί σαν να μην έρχωνται στο Κυριακό δείπνο». Η σύναξις της εκκλησίας είναι σύναξις αγάπης και αδελφότητας. Σ’ εκείνο το Μυστικό Δείπνο ήσαν όλοι μαζί συμμετέχοντες. Ε.Π.Ε. 18α,190
Η θεία Ευχαριστία της Κυριακής πρέπει να είναι κοινό δείπνο. Διότι τα δώρα του Κυρίου μας δεν μπορεί του ενός μεν να είναι, του άλλου δε να μην είναι. Είναι κοινά όλων. Ε.Π.Ε. 18α,192
Το δείπνο της θείας Λειτουργίας είναι το ίδιο με εκείνο του Μυστικού Δείπνου. Φανερώνοντας ο Παύλος, ότι μέχρι το τέλος του κόσμου το ίδιο παραμένει, λέει: «Μέχρις ότου ξανάρθη ο Κύριος». Ε.Π.Ε. 18α, 202
Τι σημαίνει «Να μετάσχουν στο Κυριακό δείπνο»; Εννοεί εκείνο το δείπνο, που παρέδωκε ο Χριστός την τελευταία νύχτα, τότε που παρευρίσκοντο όλοι οι μαθητές. Διότι σ’ αυτό το δείπνο όλοι ήσαν μαζί, και ο Δεσπότης Κύριος και οι πιστοί Του δούλοι. Το Κυριακό δείπνο είναι εκείνο, που ενώνει όλους όσοι είναι επί το αυτό συναγμένοι. Ε.Π.Ε. 27,270-272
(Χρυσοστομικό Λεξικό, αρχ. Δανιήλ Αεράκη, τόμος Β, σελ. 22-23)
446- ΤΟ ΚΑΚΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΤΩΝ ΓΟΝΕΩΝ.
Πόσο υπεύθυνη δεν είναι η θέσις των γονέων, που με την άτακτη συμπεριφορά των διαστρεβλώνουν τις συνειδήσεις των παιδιών των!
-Γιατί, παιδί μου, ρωτούσε κάποτε με περιέργεια η θεία τον ανηψιό της, γιατί θες να είσαι τόσο μεγάλος όσο ο μπαμπάς σου;
-Για να μην έχω κι εγώ να λέω προσευχές, απήντησε ο μικρός με αφέλεια.
448- ΕΠΙΚΑΙΡΟΙ ΕΠΙΚΛΗΣΕΙΣ.
Από γονείς που δικαιολογούν το χαριτωμένο τους αγοράκι γιατί δε θέλησε να πάη στην εκκλησία και στο μάθημα της Κατηχήσεως, ελευθέρωσέ μας, Κύριε!
Από γονείς που θεωρούν το παιδί τους σαν ένα μικρό θαύμα, ελευθέρωσέ μας, Κύριε!
Από γονείς που λέγουν στον καθηγητή: «Δεν πρέπει να τιμωρήσετε αυστηρά το παιδί μου» και που του δίνουν χρήματα, για ν’ αγοράζη ό,τι θέλει, ελευθέρωσέ μας, Κύριε!
Από γονείς, που πιστεύουν σ’ όλα τα λόγια του παιδιού τους, με την πρόφασι ότι ποτέ δεν είπε ψέματα, ελευθέρωσέ μας, Κύριε!
Από γονείς που λέγουν στο παιδί τους που βαριέται να σηκωθή από το κρεββάτι: «Ειδοποίησα το δάσκαλο ότι ήσουνα κρυωμένο», ελευθέρωσέ μας, Κύριε!
Από την αδυναμία τόσων γονέων, που επειδή δεν καταλαβαίνουν ούτε το καθήκον τους, ούτε το συμφέρον τους, κάνουν τα παιδιά τους οκνηρά, απειθάρχητα και ψεύτες, Κύριε, ελευθέρωσέ μας, σε παρακαλούμε!
449- ΕΥΘΥΝΗ ΤΩΝ ΓΟΝΕΩΝ.
Λίγες ώρες απόμεναν ακόμη για να εκτελεσθή ένας κατάδικος φωνιάς. Στο μεταξύ φθάνει η μητέρα του στο κελλί του για να τον αγκαλιασθή για τελευταία φορά. Ο νέος όμως την συνεκράτησε από μακριά, την προειδοποίησε να μη τον πλησιάση ούτε και να τον φιλήση.
-Μάννα, πρόσθεσε ταυτοχρόνως, αν με είχες τιμωρήσει τότε που σούφερα το πρώτο κλεμμένο αυγό, δεν θα έκανα τόσα μεγάλα εγκλήματα, και σήμερα δεν θα με περίμενε ο δήμιος στην αγχόνη.
Τι φοβερή ευθύνη απέναντι του Θεού έχουν οι γονείς και οι ανώτεροι, όταν δεν τιμωρούν τα παιδιά όταν πρέπει και όπως πρέπει!
(Θησαυρός Γνώσεων και ευσεβείας, Υακίνθου Γρατιανουπόλεως, σελ. 200-201)
442- ΔΙΑΘΗΚΗ.
Ο πατέρας πεθαίνει. Η σύζυγος, δίπλα του, σημειώνει τις τελευταίες του επιθυμίες. Αφήνω στον υιό μου Ματθαίο, το αυτοκίνητό μου.
-Και γιατί όχι στο Γιάννη; Θα του χρησίμευε στην εργασία του.
-Ας είναι, γράψτο στο Γιάννη…Οι μετοχές μου από την επιχείρησι Χ, να πάνε στον Ερρίκο.
-Θάκανες καλύτερα να τις έδινες στο Μιχάλη. Ο Ερρίκος θα τα σκορπούσε όλα σε δέκα μέρες.
-Καλά. Θέλω όμως η Σουζάννα να πάρη τα στολίδια.
-Μα, αφού η Σουζάνα δεν αγαπά τα στολίδια, δώσε τα λοιπόν στη Μαρία. Και ο πατέρας θυμώνοντας απότομα:
-Μα, δεν μου λες, γυναίκα, ποιος πεθαίνει, εσύ ή εγώ;
444- Ο,ΤΙ ΚΑΝΕΙΣ ΘΑ ΣΟΥ ΚΑΝΟΥΝ.
Ήταν φτωχή η οικογένεια όπου είχε μεγαλώσει ο Αντρέας. Ο πατέρας του μόλις κατώρθωνε να τους συντηρή. Παρ’ όλη όμως τη φτώχεια του κατώρθωσε να τον σπουδάση. Πέρασαν χρόνια. Ο πατέρας γέρασε. Ο Αντρέας χάρις στη μόρφωσί του προώδευσε στη ζωή και σε λίγα χρόνια μέσα είχε δημιουργήσει οικογένεια. Είχε και ένα χαριτωμένο παιδάκι, τον Αντωνάκη. Ο πατέρας του Αντρέα, παππούς τώρα, είχε τόσο γεράσει που δεν κατώρθωνε καν να φάη, χωρίς να λερώνη κάθε φορά το τραπέζι ή να σπάζη το πιάτο. Έτσι που ο Αντρέας αναγκάστηκε να του φτιάξη ένα ξύλινο πιάτο και να του βάζη να τρώη στη μικρή καμαρούλα που χρησιμοποιόταν για αποθήκη. Γεράματα βλέπεις!... Μια μέρα ο Αντρέας είδε τον Αντωνάκη που έπαιζε με κάτι. Τον πλησίασε και τον ρώτησε: -Τι φτιάχνεις αυτού Αντωνάκη;
-Μπαμπά, φτιάχνω ένα ξύλινο πιάτο σαν κι αυτό του παππού, για να σου δίνω να τρώς όταν θα γεράσης, απήντησε με αφέλεια το μικρό.
(Θησαυρός Γνώσεων και ευσεβείας, Υακίνθου Γρατιανουπόλεως, σελ. 198-200 )