Δύσκολα
δεν ζητάει ο Θεός
Δεν σου ζητάει ο Θεός να ανεβής το πιο ψηλό βουνό. Δεν σου ζητάει να περάσης κολυμπώντας τον ωκεανό ή να σκάψης τόσα και τόσα στρέμματα γης ή να μείνης νηστικός ή να φορέσης τρίχινο σάκκο. Τι σου ζητάει; Να ενδιαφερθής για τους άλλους, να μοιράσης μαζί τους το ψωμί σου. Σου ζητάει να σταματήσης τις αδικίες. Πες μου, υπάρχει πιο εύκολο από αυτό; Αλλά κι αν και αυτό το θεωρής δύσκολο, σκέψου, τι βραβεία σε περιμένουν, και τότε θα σου φανούν εύκολα.
Ε.Π.Ε. 11,200
δεν είναι τα όσα λέει ο Χριστός
Και πρόσεχε πώς εύκολα ζητάει. Δεν είπε, «Ήμουνα στη φυλακή και με αποφυλακίσατε», ή «Ήμουνα άρρωστος και με γιατρέψατε», αλλ’ είπε: «Με επισκεφτήκατε» και «Ήρθατε κοντά μου».
Ε.Π.Ε. 12,102
δεν είναι τα παραγγέλματά Του
Δεν ζητάει πολυτελή τραπέζια ο Θεός, αλλά μόνο στα αναγκαία να φανούμε χρήσιμοι, και μάλιστα στα αναγκαία του φτωχού. Όλα, λοιπόν, είναι εις βάρος μας, αφού δεν δείχνουμε τέτοια αγάπη. Το ζητούμενο είναι απλό, λίγο ψωμί. Ο φτωχός είναι σε άθλια κατάστασι, πένεται. Εύκολα τον συμπαθούμε, αφού και αυτός είναι άνθρωπος σαν και μας. Και ακόμα, είναι μεγάλη η αμοιβή, αφού πρόκειται για την υπόσχεσι της αιώνιας βασιλείας. Και είναι και η τιμωρία τρομερή, αφού απείλησε κόλασι. Και αυτός, που τελικά εισπράττει την αγάπη μας έχει το ύψιστο αξίωμα, αφού δίνοντας σε φτωχούς, στο Θεό δίνουμε. Και ακόμα δεν σου ζητάει να δώσης δικά σου. Από τα δικά Του ζητάει.
Ε.Π.Ε. 12,108
δεν μας στοιχίζουν
Δεν χρειάζεται δαπάνη μεγάλη. Ούτε να καταβάλουμε κόπους και να χύσουμε ιδρώτες. Αρκεί κάποιος να θελήση μόνο, και όλα θα τα πετύχη.
Ε.Π.Ε. 25,170
Δυσπιστία
και ευπιστία
Όπως ακριβώς το να πιστεύη κανείς απλώς και ως έτυχε, είναι δείγμα επιπολαιότητας, έτσι και το να εξετάζη κανείς και να έρευνα πέραν του μέτρου, πάνω από το κανονικό, είναι δείγμα χονδροειδούς διάνοιας και εγωισμού. Γι’ αυτό και ο Θωμάς είναι αξιοκατάκριτος. Δεν πίστευσε στους άλλους Αποστόλους, που του είπαν: «Είδαμε τον Κύριο». Κατηγορείται όχι τόσο διότι δεν πίστευσε σ’ αυτούς, όσο διότι θεωρούσε αδύνατο το γεγονός, δηλαδή, την ανάστασι του Χριστού από τους νεκρούς. Δεν είπε, «Δεν σας πιστεύω», αλλ’ είπε: «αν δεν βάλω το χέρι μου στο σημάδι των καρφιών, δεν θα πιστεύσω».
Ε.Π.Ε. 14,718
(Χρυσοστομικό Λεξικό, αρχ. Δανιήλ Αεράκη, τόμος Β, σελ. 91-92)
Δύναμις
Θεού
Αυτό ακριβώς είναι το αξιοθαύμαστο και μέγιστο δείγμα της δυνάμεως του Θεού, το ότι σκεύος πήλινο μπόρεσε να εκπέμψη τόσο μεγάλη λαμπρότητα και να φυλάξη τόσο μεγάλο θησαυρό. Πραγματικά τότε προ πάντων φανερώνεται η δύναμις του Θεού, όταν με ευτελή πράγματα κατορθώνη μεγάλα.
Ε.Π.Ε. 19,246
Θεού στους αποστόλους
Πώς επεκράτησαν οι απόστολοι σε όλη την οικουμένη; Πώς απέσπασαν εσάς και τους προγόνους σας, που νόμιζαν ότι φιλοσοφούν, ξερριζώνοντας μαζί και τους θεούς τους; Δεν είναι ολοφάνερο, ότι όλα αυτά τα πέτυχαν με τη συμμαχία του Θεού; Διότι δεν είναι δυνατόν τέτοια κατορθώματα να γίνουν με ανθρώπινη δύναμι. Είναι έργα θεϊκής, απερίγραπτης δυνάμεως.
Ε.Π.Ε. 19,250
του Χριστού
Οι απόστολοι έφεραν τον αγγελικό τρόπο ζωής. Και όχι απλώς τον έφεραν, αλλά και τον έζησαν, και στη δική μας χώρα και στη χώρα των βαρβάρων και στα πιο απομακρυσμένα μέρη της γης. Άρα είναι ολοφάνερο, ότι τα κατορθώματά τους οφείλονται στη δύναμι του Χριστού. Λάμπει παντού και καταυγάζει τις διάνοιες των ανθρώπων λαμπρότερα από οποιαδήποτε αστραπή.
Ε.Π.Ε. 19,250
στους αποστόλους
Όταν υπερτερήτε οι διωκόμενοι εκείνων που σας διώκουν, όταν κυνηγημένοι νικάτε αυτούς που σας κυνηγούν, όταν ως φυλακισμένοι για τον Χριστό τρέπετε σε φυγή αυτούς που σας φυλακίζουν (τότε βλέπετε το μεγάλο θαύμα). Ας μη ζητάς, λοιπόν, τα περιττά.
Ε.Π.Ε. 20,40
άμαχος στους Αποστόλους
Νίκησαν oι απόστολοι, καίτοι ήσαν ξιπόλυτοι, γύριζαν όλη την οικουμένη με ένα ρούχο. Νίκησαν, διότι είχαν σύμμαχο και βοηθό την ακαταμάχητη δύναμι του Χριστού, που είπε: «Πάνω στην πέτρα αυτή θα οικοδομήσω την Εκκλησία μου και οι δυνάμεις όλες του άδη δεν θα μπορέσουν να την γκρεμίσουν».
Ε.Π.Ε. 34,78
του Χριστού, στους αποστόλους
Το αίτιο της νίκης δεν βρίσκεται σε κείνους τους ψαράδες, στα λόγια και στα θαύματά τους, αλλά βρίσκεται στη δύναμι του Χριστού, που ενεργούσε δια των αποστόλων.
Ε.Π.Ε. 34,430
(Χρυσοστομικό Λεξικό, αρχ. Δανιήλ Αεράκη, τόμος Β, σελ. 89-90)
«Κάντε καινούρια αρχή, όπως ο αγρότης το καινούριο του χωράφι ετοιμάζει. Είναι καιρός σ’ εμένα, τον Κύριο, να στραφείτε, κι εγώ τις ευλογίες μου πλούσιες πάνω σας θα τις σκορπίσω» (Ωσηέ 10:12)
Πριν από μερικά χρόνια η είδηση ήταν εντυπωσιακή. Εκείνο τον Ιούλιο στην Αθήνα, στη βόρεια και στη δυτική Ελλάδα είχαν καταγραφεί ύψη βροχής-ρεκόρ για καλοκαιρινούς μήνες. Οι βροχοπτώσεις εκείνες, όμως ήταν τόσο ραγδαίες, που δεν επέτρεπαν στο νερό να διεισδύσει στο έδαφος, με αποτέλεσμα να χύνεται στη θάλασσα. Έτσι, παρατηρήθηκε το φαινόμενο της άφθονης βροχής, αλλά παράλληλα το νερό στους ταμιευτήρες να είναι ελάχιστο.
Μια καλή εικόνα αυτή, που δείχνει ότι πολλές φορές οι άφθονες ευλογίες του Θεού δε βρίσκουν έτοιμο το έδαφος της καρδιάς μας για να τις δεχτεί. Θέλετε ξερό από κάποια θλίψη, αφυδατωμένο από τις απογοητεύσεις της ζωής, σκληρό από την ολιγοπιστία μας, πέφτουν σ’ αυτό η χάρη του Θεού και οι συνακόλουθες ευλογίες της κι εμείς δεν μπορούμε να επωφεληθούμε απ’ αυτές. Είναι ανάγκη να καλλιεργήσουμε το χωράφι της καρδιάς μας, να το οργώσουμε και να φέρουμε «τα μέσα έξω» στο φως του Θεού, αν θέλουμε να ποτιστούμε με τις βροχές των ευλογιών Του και να κάνουμε άφθονο καρπό.
(Χ.Ι.ΝΤ.)
«….Αυτός είναι που ενοποίησε τα δύο μέρη και γκρέμισε το μεσότοιχο του φραγμού» (Εφεσίους 2:14)
Θυμάστε εκείνες τις απίστευτες εικόνες από το γκρέμισμα του Τείχους του Βερολίνου; Οι άνθρωποι πανηγύριζαν από χαρά. Όλος ο κόσμος γιόρταζε το γεγονός, γιατί το τείχος αντιπροσώπευε τη διαίρεση ανάμεσα στην Ανατολή και τη Δύση. Υπάρχει όμως ένα άλλο διαχωριστικό τείχος, που έχει υψωθεί στην καρδιά κάθε ανθρώπου, και τον χωρίζει από το Θεό. Είναι το τείχος που χτίσαμε στις καρδιές μας και αφήσαμε το Θεό και τη Χάρη Του έξω από τη ζωή μας. Όσοι κάλεσαν το Χριστό στη ζωή τους, το τείχος που μας χώριζε από το Θεό έπεσε. Τι συμβαίνει άραγε με σένα; Υπάρχει τείχος μέσα σου που σε χωρίζει με το Θεό; Αν το τείχος του χωρισμού έπεσε κι απολαμβάνεις την κοινωνία σου με το Θεό, τότε μίλησε και σε άλλους γι’ αυτήν την ελευθερία που απολαμβάνεις εσύ και κάλεσέ τους κι εκείνους στο Χριστό.
Κύριε Ιησού Χριστέ, Σωτήρα μου, Σ’ ευχαριστώ γιατί η θυσία Σου ήταν εκείνη που γκρέμισε το τείχος που με χώριζε από τον Πατέρα και τώρα χαίρομαι την ελευθερία που μου έδωσες.
(Γ.Σ.Κ.)
(Εκδόσεις «Ο Λόγος»)
334. Μην προσέχεις αν έχη πράγματι ανάγκη ή όχι όποιος απλώνει το χέρι και σου ζητεί ελεημοσύνη. Η θεία Αγάπη μας δίνει και άλλες δωρεές της, όταν έχουμε ήδη λάβει αρκετές. Συλλογίσου λοιπόν: «Ο Θεός εξακολουθεί να μου δίνη, γιατί να μην εξακολουθώ και εγώ να δίνω στον αδελφό μου; Δεν με ενδιαφέρει αν το αξίζη ή όχι. Μήπως εγώ άξιζα τόση αγάπη από τον Θεό; Ο Θεός με ελεεί όχι γιατί το αξίζω, αλλά γιατί με αγαπά. Τέτοια αγάπη ας έχω στους αδελφούς μου».
335. Βλέπε κάθε τι σ’ αυτόν τον κόσμο σαν μια σκιά που παρέρχεται. Μην προσκολλάς την καρδιά σου σε τίποτε. Μη θεωρείς τίποτε στον κόσμο σαν μεγάλο και μη στηρίζεις τις ελπίδες σου σε τίποτε το γήινο. Έχε την καρδιά σου στραμμένη στον Ένα, άφθαρτο, αόρατο και πάνσοφο Θεό. «Οὐ σκοποῦμεν τά βλεπόμενα, ἀλλά τά μή βλεπόμενα. Τά γάρ βλεπόμενα πρόσκαιρα, τά δέ μή βλεπόμενα αἰώνια» (Β’ Κορ. δ’ 18).
(Η εν Χριστώ ζωή μου - Αγ. Ιωάννου της Κροστάνδης, εκδόσεις Παπαδημητρίου, σελ. 141-142)
332. Ο Λόγος του Κυρίου είναι έργο, ζωή, ύπαρξις. Από τον «Όντα», προέρχεται η ύπαρξις. Από τη Ζωή, η ζωή. Από την Αλήθεια, η αλήθεια. Ενώ από τον Διάβολο, που έπεσε από τον ουρανό εξ αιτίας της υπερηφανείας του, που επιχειρεί τα αδύνατα και που βρίσκεται έξω από τη ζωή και την αλήθεια, προέρχεται το ψεύδος και ο θάνατος.
333. Στον λειτουργό του Υψίστου: Τέλεσες όπως έπρεπε τη θεία λατρεία; Ευχαρίστησε τον Κύριο με όλη σου την καρδιά, που ευδόκησε να δεχθή τη διακονία σου αυτή. Το να λατρεύουμε τον Θεό, είναι η μεγαλύτερη δωρεά και εύνοιά του προς εμάς τους αμαρτωλούς. Του χρωστούμε λοιπόν άπειρες ευχαριστίες που, ενώ είμαστε τόσο ανάξιοι, καταδέχεται να μας έχη συνεργούς του, όργανα της χάριτός του. Ο Απόστολος λέγει ότι είμαστε συνεργοί του Θεού (Α’ Κορ. γ’ 9), υπηρέται και οικονόμοι των Μυστηρίων του (Α’ Κορ. δ’ 1).
Αλλά, στο μεταξύ, τι κάνουν πολλοί από μας τους λειτουργούς; Τελούν τη θεία λατρεία αμελώς, πρόχειρα, βιαστικά, σκεπτόμενοι πότε να τελειώσουν και να επιστρέψουν κατόπιν στις ματαιότητες της υλικής ζωής. Τι φοβερό κατάντημα! Άθελά του φέρει κανείς στη μνήμη τι είπε ο Θεός για όσους επιτελούν τα έργα του χωρίς αφοσίωσι: «Επικατάρατος ο ποιών τα έργα κύριου αμελώς» (Ιερεμ. λα’ 10). Είπα, τι φοβερό κατάντημα! Ναι, φοβερό κατάντημα είναι το να αμελή κανείς στις υπαγορεύσεις του Αγίου Πνεύματος. Το να αμελή κανείς στο άντλημα της ειρήνης και της χαράς από την πηγή τους, που είναι το Άγιο Πνεύμα. Αλλά και στο ίδιο το σώμα μας δίνει ευλογίες αυτή η πηγή, στηρίζοντας την υγεία του, θεραπεύοντας τις ασθένειές του. Γιατί τα λόγια της θείας λατρείας, όταν προφέρωνται με πίστι, με κατάνυξι και φόβο Θεού, έχουν την αναμφίβολο και θαυμαστή ιδιότητα να ζωοποιούν, να ενισχύουν και να θεραπεύουν τον όλο άνθρωπο, σώμα και ψυχή. Αυτό το γνωρίζω εκ πείρας.
Ας λατρεύουμε λοιπόν τον Κύριο με ζώσα πίστι, με ζέουσα καρδιά. Έτσι, ο εν Τριάδι Θεός, ο Πατήρ, ο Υιός και το Πνεύμα το Άγιο, θα είναι πάντοτε μαζί μας, θα προσβλέπη στις ανάγκες μας και θα ανταποκρίνεται, από τις πρώτες ήδη λέξεις των προσευχών μας, σε ό,τι τον επικαλούμαστε.
Η προσευχή που γίνεται με πίστι, όπως η αναπνοή για το σώμα μας, είναι απολύτως αναγκαία για μας, όσο ζούμε πάνω στη γη. Ό,τι είναι η αναπνοή για το σώμα είναι η προσευχή για την ψυχή. Όταν νοιώθουμε βαθειά, με τη ζώσα πίστι, ότι ο Παντοδύναμος Θεός είναι πάντοντε μαζί μας, όταν πράγματι τον έχουμε στην καρδιά μας και διώξουμε από εκεί κάθε γήινη σκέψι, μέριμνα, αμφιβολία και προσκόλλησι, θα επιτελούμε πάντοτε αξίως το έργο του Θεού.
(Η εν Χριστώ ζωή μου - Αγ. Ιωάννου της Κροστάνδης, εκδόσεις Παπαδημητρίου, σελ. 141-142)
141. Ποιά είναι η έννοια των εκκλησιαστικών μυστηρίων;
Η λέξη μυστήριο παράγεται από το ρήμα μύειν, που σημαίνει κλείειν το όργανο της μεταδόσεως (στόμα και οφθαλμούς), ώστε οι μυούμενοι να μη βλέπουν και να μη δίδουν σε άλλους αυτό που συμβαίνει σε κάθε μύηση. Κατά τη γενική αυτή έννοια τα μυστήρια εκφράζουν κάτι το μυστικό και καλυμμένο, πράγματα που παριστούν ή συμβολίζουν μια απόκρυφη ιδέα ή διδασκαλία, όπως είναι ο σταυρός, το άλας που διδόταν στους κατηχουμένους, ή τις υπερφυσικές αλήθειες του χριστιανισμού, όπως «το της ευσεβείας μυστήριον», ο γάμος ο συμβολίζων την ένωση του Χριστού μετά της Εκκλησίας, κ.ά.. Στην εκκλησιαστική γλώσσα τα μυστήρια διαφέρουν από τα λοιπά, τόσο κατά το φράγμα που υπεμφαίνουν, όσο και κατά τον τρόπο που το φράζουν. Δεν είναι απλοί συμβολισμοί, αλλά πραγματικά μεταδίδουν την αγιάζουσα θεία χάρη. Κατά τη στενή αυτή σημασία τα μυστήρια είναι «θεοσύστατες τελετές που εμφαίνουν και συγχρόνως μεταδίδουν την αόρατη χάρη». Το βάπτισμα δηλαδή δεν συμβολίζει απλώς την αναγέννηση, αλλά είναι πραγματική αναγέννηση εκείνου που βαπτίζεται στο όνομα της παναγίας Τριάδος. Στο σημείο αυτό συμφωνούν η ορθόδοξη και η ρωμαιοκαθολική θεολογία.
(Ανδρέου Θεοδώρου «Απαντήσεις σε ερωτήματα συμβολικά», εκδόσεις Αποστολική Διακονία, σελ. 206-207)
140. Τί φρονούν περί του λόγου του Θεού οι Προτεστάντες;
Δεν υπάρχει ενιαία τοποθέτηση της προτεσταντικής θεολογίας πάνω στο θέμα αυτό. Το βέβαιο είναι ότι εκτιμούν υπέρμετρα το λόγο του Θεού ως μέσο παροχής της θείας χάριτος, τον οποίο τοποθετούν πιο πάνω από εξωτερικές τελετές, σύμφωνα με το γενικότερο εκκλησιολογικό πνεύμα τους και με την περί αόρατης και πνευματικής Εκκλησίας διδασκαλία τους. Το πνεύμα αυτό καθρεφτίζεται και στους οίκους λατρείας τους, οι οποίοι είναι περισσότερο αίθουσες διδασκαλίας παρά θυσιαστήρια. Είναι ευνόητο ότι στον κύκλο των ιδεών αυτών το κύριο αξίωμα του Χριστού είναι το προφητικό. Ως προς τον γραπτό θείο λόγο, την Αγία Γραφή, οι Προτεστάντες τόσο πολύ την εκτιμούν, ώστε φθάνουν στο σημείο να δέχονται μυστική ένωση του Αγίου Πνεύματος με το γράμμα της Γραφής, η οποία πρέπει να λατρεύεται, με τον ίδιο τρόπο με τον οποίο οι Ορθόδοξοι και οι Ρωμαιοκαθολικοί λατρεύουν το σώμα του Κυρίου στην ευχαριστία.
Ότι εδώ έχουμε ακρότητες και υπερβολές, δεν είναι δύσκολο να κατανοηθεί στην προτεσταντική αυτή εκκλησιολογική πνευματοκρατία.
(Ανδρέου Θεοδώρου «Απαντήσεις σε ερωτήματα συμβολικά», εκδόσεις Αποστολική Διακονία, σελ. 206)
139. Ο λόγος τον Θεού είναι αγωγός της θείας χάριτος;
Ναι, είναι. Σ’ αυτό συμφωνούν η Ορθόδοξη και η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία. Κοινό δίδαγμα όλων των χριστιανικών Ομολογιών είναι ότι η χάρη του Θεού, που πλούσια απέρρευσε από τη σταυρική θυσία του Κυρίου, ενεργεί μεν άμεσα στον έσω άνθρωπο, κυρίως όμως σε συνδυασμό με αισθητά σημεία ή τελετές, σύμφωνα με τη σύνθετη φύση του ανθρώπου, που αποτελείται από πνεύμα και ύλη. Η ύλη και γενικά το αισθητό δεν αποδοκιμάζεται στη χριστιανική κοσμοθεωρία ως κάτι ακάθαρτο και φύσει κακό, όπως δέχεται ο Μανιχαϊσμός, ούτε πάλι αντιτίθεται προς το πνευματικό και υπερφυσικό, ως θέλουν η διαρχία και ο Πνευματισμός, αλλά μπορεί να λειτουργήσει ως σύμβολο συγχρόνως και φορέας της πνευματικής και υπερφυσικής δυνάμεως, όπως είναι η χάρη του Θεού.
Σ’ αυτή τη διάσταση μπορεί να λειτουργήσει και ο λόγος του Θεού, γραπτός και προφορικός. Τόσο στο προπαρασκευαστικό στάδιο της δικαιώσεως, διεγείροντας τον άνθρωπο να ποθήσει τη σωτηρία, όσο και στο στάδιο του αγιασμού, βοηθώντας τον να προκόψει πνευματικά, ο λόγος του Θεού μπορεί να μεταδώσει στις ψυχές των ανθρώπων τη σώζουσα χάρη του Θεού. Διαβάζοντας τη Γραφή ή ακούοντας το κήρυγμα του λόγου του Θεού, ο άνθρωπος διεγείρεται πνευματικά, ώστε με τη βοήθεια της θείας χάριτος να καταπολεμήσει τα πάθη του και την αμαρτία, να προαχθεί πνευματικά στο στάδιο της προσωπικής του οικειώσεως της δικαιώσεως.
Δεν πρέπει όμως να νομισθεί, ότι ο λόγος του Θεού όσον αφορά την ποσότητα και την ποιότητα της παρεχόμενης δι’ αυτού χάριτος, βρίσκεται στην ίδια μοίρα και στο αυτό επίπεδο με την αντίστοιχη ενέργεια των εκκλησιαστικών μυστηρίων. Διότι τα ιερά, μυστήρια είναι δραστικά μέσα της χάριτος εξ ανάγκης, δηλαδή σε κάθε περίπτωση παρέχουν πραγματικά τη χάρη, ενώ το ίδιο δεν συμβαίνει με το λόγο του Θεού, η καρποφορία του οποίου εξαρτάται από υποκειμενικούς λόγους, από την ελευθερία και την ιδιοσυγκρασία των ανθρώπων, οι οποίοι αντιδρούν διαφορετικά στο κάλεσμα της χάριτος του Θεού.
(Ανδρέου Θεοδώρου «Απαντήσεις σε ερωτήματα συμβολικά», εκδόσεις Αποστολική Διακονία, σελ. 205-206)
εδίδασκεν εκ του πλοίου τους όχλους.
Λουκά ε΄ 3
Ο Ιησούς έκανε άμβωνα το πλοίο. Απ’ εκεί δίδαξε και διδάσκει τον κόσμο. Η Εκκλησία του Χριστού είναι η «νοητή ναύς» και ο άμβων είναι η πρώρα της. Ο Ιησούς εξακολουθεί δια μέσου των αιώνων να κηρύττη «εκ του πλοίου». Ο άμβων υπήρξεν ο οδηγός των ανθρώπων- ταξιδιωτών. Απ’ εκεί, οι ναύκληροι της Εκκλησίας ατενίζουν στο βάθος του ορίζοντος και προαναγγέλλουν για τα ερχόμενα και τον Ερχόμενο. Απ’ εκεί προμαντεύουν τις τρικυμίες της ζωής και της θύελλες της ιστορίας. Απ’ εκεί βροντά ως κεραυνός ο λόγος Κυρίου Σαβαώθ ή πνέει ως αύρα λεπτή η χάρις του Πνεύματος.
Ο Ιησούς διδάσκει τους ανθρώπους «εν πλώ» προς την Πατρίδα. Το κήρυγμα του Ιησού δεν είναι διηγήσεις κοντά στο τζάκι, αλλά οδηγίαι και σήματα προς τους ναυτιλομένους. Ο λόγος του Ιησού είναι εντολές του Κυβερνήτου προς το πλήρωμα της «νοητής νηός». Είναι ακόμη πνοή ανέμου στα πανιά του ποντοπόρου ανθρώπου, που τον βοηθεί να προχωρή προς τα εμπρός· ν’ ανοίγεται προς το πέλαγος, προς την αιωνιότητα. Ο Ιησούς ήλθε προς «τους αποδήμους της αυτού χάριτος» για να τους πάρη με το πλοίο της Εκκλησίας του και τους επαναφέρη στην Πατρίδα.
«Δια της νηός εικονίζεται η καθολική του Χριστού Εκκλησία, της οποίας, τροπίς μεν είναι η προς την αγίαν Τριάδα ορθόδοξος πίστις. Δοκοί δε και σανίδες, τα της πίστεως δόγματα και αι παραδόσεις. Ιστός, ο Σταυρός. Άρμενα, η Ελπίς και η Αγάπη. Κυβερνήτης, ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός. Πρωρείς και ναύται, οι Απόστολοι και οι των Αποστόλων διάδοχοι, και κληρικοί πάντες... Επιβάται, άπαντες οι ορθόδοξοι Χριστιανοί. Θάλασσα, ο παρών βίος. Πνεύμα γαληνόν και ζεφύρων, αι τον Αγίου Πνεύματος πνοαί τε και χάριτες. Άνεμοι, οι κατ΄ αυτής πειρασμοί»(Νικόδημος Αγιορείτης, Πηδάλιον).
(Επισκόπου Αχελώου Ευθυμίου Στυλίου, «Εκείνος» Ο Ιησούς Χριστός, εκδ. Γρηγόρη, σελ. 108)
113. «και ουκ εγίνωσκεν αυτήν έως ου έτεκε τον υιόν αυτής» (Ματθ. α΄ 25).
Η συνοίκησις της Παρθένου και του Ιωσήφ δεν άλλαξε τις σχέσεις που επέβαλε η συνεχιζομένη εγκυμοσύνη της. Ζούσαν δηλαδή σαν μνηστευμένοι και όχι σαν σύζυγοι. (Για την έννοια του εβραϊκού ιδιωτισμού «έως ού», βλέπε ΥΜ, 42). Με αλλά λόγια, το ζήτημα του γάμου και των συζυγικών σχέσεων των δύο μνηστευμένων, ύστερα από τα γεγονότα που συνέβησαν, πήρε αναβολή. Μια αναβολή που κατέληξε σε οριστική και τέλεια ματαίωσι. Διότι «πλείον γάμου ώδε» (πρβλ. Ματθ. ιβ' 41-42).
Τόσο η Παρθένος όσο και ο Ιωσήφ, ύστερα από τα αλλεπάλληλα γεγονότα και τις συνεχείς θεοφανίες, πείσθηκαν σιγά σιγά για το μέγεθος της αποστολής των. Μιας αποστολής που τους ξεπερνούσε και σαν ανθρώπους και σαν συζύγους. Όταν συνέβη στη ζωή τους το «μείζον», συμπαρέσυρε και αχρήστευσε όλα τα «ελάσσονα»! Όταν ο Θεός φανερώθηκε στη ζωή τους, όλα τα ανθρώπινα, κι αυτά ακόμα που σχετίζονται με τη συζυγική ζωή, έχασαν την λάμψι και τη σημασία τους. Όταν ήλθε στη ζωή τους ο «Έσχατος», μπήκαν κι αυτοί στα «Έσχατα», όπου «οι έχοντες γυναίκας ώς μη έχοντες είσι» (Α' Κορ. ζ' 29).
Ο Ιωσήφ και η Παρθένος συνέλαβαν σωστά το νόημα της προσωπικής παρουσίας του Θεού στην ιστορία. Είχε πια σημάνει το τέρμα της ιστορίας. Η συνέχισις της σαρκικής ζωής δεν είχε πια κανένα νόημα, ή τουλάχιστον η συνέχισις της ζωής υπό την συνήθη και γνωστή της μορφή. Εφ΄ όσον ήταν παρών ο Δημιουργός, Εκείνος θα έδινε πλέον τις νέες του εντολές για τη συνέχισι της ιστορίας γενικώς και της διαιωνίσεως της ζωής ειδικώτερα. Η Ενσάρκωσις του Θεού ανακαλούσε ή έστω ανέστειλε όλες τις μέχρι την στιγμή εκείνη εντολές. Οι άνθρωποι θα έπρεπε να περιμένουν να μιλήση το θείον Βρέφος...
Αν μετά από κάθε Θεοφανία συνεχίζεται η ιστορία, αυτό οφείλεται σε ανανέωσι της εντολής του Θεού. Μετά από κάθε παρουσία του Θεού στην ιστορία, η ζωή τερματίζεται και η ιστορία σφραγίζεται. Αν και πώς θα συνεχισθή είναι ζήτημα της κρίσεως και της θελήσεως του Θεού. Στη Β' Παρουσία του Κυρίου θα γίνη ό,τι έγινε και στην πρώτη: θα σταματήση η ιστορία με τη διαφορά ότι τότε θα σταματήση οριστικά. Διότι ό,τι θα ακολουθήση, η 8η Ημέρα, δεν θα είναι πια ιστορία, θα είναι καινή ζωή στην αιωνιότητα.
Συ ει των πιστών, Παρθένε, καύχημα, ελπίς και προστασία.
(Μητροπολίτου Αχελώου Ευθυμίου Στυλίου, Η Πρώτη, εκδ. Γρηγόρη, σελ. 139)