321. Πολλές ευκαιρίες προσφέρει η ζωή στον θυμό, χάρις στις απειράριθμες ατέλειες που έχουν οι άνθρωποι μεταξύ τους. Ο θυμός δεν δίνει λύσι στα προβλήματα. Τα χειροτερεύει, όπως η καθημερινή πείρα μαρτυρεί. Είναι λοιπόν προτιμότερο να έχουμε συμπεριφορά ειρηνική στις κοινωνικές μας σχέσεις. Ο άνθρωπος δεν είναι άγγελος. Κάθε μέρα πέφτει σε αμαρτίες, ακόμη και παρά τη θέλησί του.
«Οὐ γὰρ ὃ θέλω ποιῶ ἀγαθόν, ἀλλ᾿ ὃ οὐ θέλω κακὸν τοῦτο πράσσω» (Ρωμ. ζ’ 19). Και ο Κύριος μας εντέλλεται να είμαστε επιεικείς στα πταίσματα των άλλων: «ἄφες ἡμῖν τά ὀφειλήματα ἡμῶν ὡς καί ἡμεῖς ἀφίεμεν τοῖς ὀφειλέταις ἡμῶν» (Ματθ. ζ’ 12). Και: «Πάντα οὖν ὅσα ἂν θέλητε ἵνα ποιῶσιν ὑμῖν οἱ ἄνθρωποι, οὕτω καὶ ὑμεῖς ποιεῖτε αὐτοῖς» (Ματθ. ζ’ 12). Και ποιος από μας δεν θέλει να του συμπεριφέρωνται οι άλλοι με επιείκεια και υπομονή, όταν τους στενοχωρή με τις ανάγκες του και τις πτώσεις του; Γι’ αυτό και ο Απόστολος πάλι μας διδάσκει να είμαστε μακρόθυμοι και επιεικείς: «ἡ ἀγάπη», λέγει ο θείος Παύλος, «μακροθυμεῖ, χρηστεύεται … οὐ παροξύνεται, οὐ λογίζεται τὸ κακόν, [13.6] οὐ χαίρει ἐπὶ τῇ ἀδικία, πάντα ὑπομένει … ουδέποτε εκπίπτει» (Α’ Κορ. ιγ’ 4-8).
322. Τι πνευματικές τρικυμίες, θύελλες και καταιγίδες βρίσκουν συχνά τον καλό ποιμένα, που έργο του είναι να σώση όχι μόνο τον εαυτό του, αλλά και πολλούς άλλους! Μονάχα χάρις στο έλεος του Θεού το σκάφος της ζωής μας δεν ανατρέπεται και δεν βουλιάζει μέσα σε τόσες αντιξοότητες.
(Η εν Χριστώ ζωή μου - Αγ. Ιωάννου της Κροστάνδης, εκδόσεις Παπαδημητρίου, σελ. 137-138)
ανοίξας το στόμα
Ματθαίου ε΄2
Είναι σημαντικό γεγονός το άνοιγμα μιας Εκθέσεως, το άνοιγμα ενός Σχολείου, μιας Πηγής, που αρχίζει να ποτίζη με το κρυστάλλινο νερό της τους ανθρώπους… Κι όταν ήλθε η στιγμή ν΄ανοίξη το στόμα του ο Ιησούς, η Πηγή της Σοφίας, το γεγονός σημειώνεται.
Διότι ο Ιησούς ήλθε για να μιλήση. Για ν’ αποκαλύψη. Για να εξηγήση. Αυτό το στόμα το περίμενε αιώνες η ανθρωπότης ν’ ανοίξη. Ο Ίδιος ο Θεός, από καταβολής κόσμου, επιθυμούσε ν’ αποκτήση το στόμα αυτό. Χρησιμοποίησε προπαρασκευαστικά το στόμα των Προφητών. Όταν όμως «ήλθε το πλήρωμα του χρόνου... ελάλησεν ημίν εν υιώ». Ό,τι επομένως πιο πολύτιμο υπήρξε στην ανθρωπότητα είναι το στόμα του Ιησού.
Απ’ το στόμα του Ιησού ξεχύθηκε το ζωντανό νερό, που η πηγή του βρισκόταν στον ουρανό. Ο Ιησούς δεν άνοιγε το στόμα του παρά μόνο για να διδάξη, ν’ αποκαλύψη. Ποτέ ο Ιησούς δεν μίλησε άσκοπα, όπως και ποτέ δεν έκανε θαύματα για επίδειξι δυνάμεως. Όπως ο Ιησούς δεν ήταν θαυματοποιός έτσι και δεν ήταν ψευτοδιδάσκαλος. Ο Ιησούς άνοιγε το στόμα του, όταν υπήρχε ανάγκη «ρημάτων ζωής αιωνίου». Η σαγήνη του λόγου του δεν απλωνόταν παρά μόνο όταν ήταν η ώρα του ψαρέματος. Και δεν άνοιγε το ευλογημένο εκείνο στόμα χωρίς να γεμίζουν οι άνθρωποι τις καρδιές τους με το ατίμητο χρυσάφι των λόγων του.
«Ανέπτυξας τα χείλη σου, Δέσποτα, εκήρυξας τω κόσμω, τον άχραντον Πατέρα και το Πανάγιον Πνεύμα, το συγγενές αμφοτέρων, φυλάττων και μετά σάρκωσιν» (Πεντηκοστάριον 99).
"Θεράπευσον, Ιησού μου, ψυχής τα τραύματα"
(Επισκόπου Αχελώου Ευθυμίου Στυλίου, «Εκείνος» Ο Ιησούς Χριστός, εκδ. Γρηγόρη, σ. 107)
112. «Παρέλαβε την γυναίκα αυτού» (Mατθ. α' 24).
Ο Ιωσήφ πείθεται τελικά απόλυτα από τα όσα του είπε ο ουράνιος συνομιλητής του και σπεύδει να συμμορφωθή. Επισκέπτεται την Παρθένο στο σπίτι της και της ζητεί να τον ακολουθήση στο δικό του σπίτι, σαν νόμιμη μνηστή του. Ο κύκλος της πρώτης δοκιμασίας έκλεισε και για τους δύο τόσο ωραία όσο κανείς τους δεν το περίμενε. Η Θεοτόκος ούτε καν σκεπτόταν πώς θα μπορούσε να πείση τον Ιωσήφ για τα γεγονότα. Και ο Ιωσήφ είχε χαθή μέσα στο λαβύρινθο των συλλογισμών του. Τίποτε δεν ήθελε να δεχθή, αλλά και τίποτε δεν απέκλειε! Και από το τρικυμισμένο αυτό πέλαγος βρίσκονται τώρα και οι δύο στο ήσυχο λιμάνι του σπιτιού τους...
Ο μόνος τρόπος να ξεπερνούμε τις δυσκολίες της ζωής είναι να τις ζούμε με τον Θεό και κοντά στον Θεό. Στις περιπτώσεις αυτές ο άνθρωπος αποκτά φτερό, και πετάει πάνω απ’ τις δυσκολίες.
Ένας Άγιος —λέει το Γεροντικόν— ήθελε να περάση το ποτάμι. Είχε όμως κανόνα στη ζωή του να μη βρέξη ποτέ το σώμα του στο νερό. Όταν έφθασε στο ποτάμι, μια άγνωστη δύναμι τον πέρασε στην αντίπερα όχθη...
Σε άλλη παρόμοια περίπτωσι, ο Θεός έστειλε ένα κροκόδειλο. Ο Άγιος κάθησε πάνω στη ράχη του και διέσχυσε το ποτάμι...
Οι δυσκολίες και τα προβλήματα της ζωής μοιάζουν με τα ποτάμια των ανεκδότων. Εκείνος που πιστεύει είναι βέβαιο ότι θα βρίσκη λύσεις για να τα υπερνικά. Όποιος όμως αμφιβάλλει, θα πνίγεται «σε μια κουταλιά νερό».
(Μητροπολίτου Αχελώου Ευθυμίου Στυλίου, Η Πρώτη, εκδ. Γρηγόρη, σελ. 138)
ΕΙΔΑ κάποτε τον διάβολο έξω από το κελλί του μαθητή μου, έλεγε διορατικός Γέροντας, να παραμονεύει. Έριξα τότε μια ματιά μέσα να δω τί εκανε εκείνος. Είχε ανοιχτή μπροστά του την Αγία Γραφή κι ήταν βυθισμένος στην μελέτη. Μόλις τελείωσε το διάβασμα κι έκλεισε το βιβλίο, όρμησε μεσα ο διάβολος να τον πειράξει.
ΟΙ ΙΕΡΟΙ συγγραφείς της Παλαιάς και Καινής Διαθήκης, με την έμπνευση του Αγίου Πνεύματος, συνέγραψαν βιβλία, έλεγε κάποιος Γέροντας. Οι Πατέρες φρόντισαν να εφαρμόσουν στον βίο τους τα γραφόμενα. Η επόμενη γενιά τα αποστήθισε. Οι νεώτεροι τα αντέγραψαν και τα κλείδωσαν στις βιβλιοθήκες.
ΠΗΓΑΝ καποτε μερικοί Γέροντες να επισκεφθούν τον Όσιο Αντώνιο. Μαζί τους ήταν κι ο Αββάς Ιωσήφ. Ο Μέγας Πατήρ, για να τους δοκιμάσει, διάλεξε κάποιο γραφικό ρητό και ρώτησε έναν-έναν να πει την ερμηνεία του. Άρχισε τότε ο καθένας να το εξηγεί σύμφωνα με τις γνώσεις του.
- Δεν το βρήκες, απαντούσε σ’ όλους ο Όσιος. Έφτασε κι η σειρά του Αββά Ιωσήφ.
- Τί λες εσύ γι’ αυτό, Ιωσήφ; τον ρώτησε ο Μέγας Αντώνιος.
- Εγώ δεν γνωρίζω απ’ αυτά, αποκρίθηκε εκείνος.
- Ο Αββάς Ιωσήφ έδωσε την σωστή απαντηση, είπε τότε ο Όσιος, θαυμάζοντας την ταπεινοσύνη του.
(Γεροντικό, Σταλαγματιές απο την Πατερική Σοφία, Θεοδώρας Χαμπάκη, Εκδόσεις Ορθοδόξου
Χριστιανικής αδελφότητας "ΑΓΙΑ ΛΥΔΙΑ", σελ. 172)
ΕΙΔΑ κάποτε τον διάβολο έξω από το κελλί του μαθητή μου, έλεγε διορατικός Γέροντας, να παραμονεύει. Έριξα τότε μια ματιά μέσα να δω τί εκανε εκείνος. Είχε ανοιχτή μπροστά του την Αγία Γραφή κι ήταν βυθισμένος στην μελέτη. Μόλις τελείωσε το διάβασμα κι έκλεισε το βιβλίο, όρμησε μεσα ο διάβολος να τον πειράξει.
ΟΙ ΙΕΡΟΙ συγγράφεις της Παλαιάς και Καινής Διαθήκης, με την έμπνευση του Αγίου Πνεύματος, συνέγραψαν βιβλία, έλεγε κάποιος Γέροντας. Οι Πατέρες φρόντισαν να εφαρμόσουν στον βίο τους τα γραφόμενα. Η επόμενη γενιά τα αποστήθισε. Οι νεώτεροι τα αντέγραψαν και τα κλείδωσαν στις βιβλιοθήκες.
ΠΗΓΑΝ καποτε μερικοί Γέροντες να επισκεφθούν τον Όσιο Αντώνιο. Μαζί τους ήταν κι ο Αββάς Ιωσήφ. Ο Μέγας Πατήρ, για να τους δοκιμάσει, διάλεξε κάποιο γραφικό ρητό και ρώτησε έναν-έναν να πει την ερμηνεία του. Άρχισε τότε ο καθένας να το εξηγεί σύμφωνα με τις γνώσεις του.
- Δεν το βρήκες, απαντούσε σ’ όλους ο Όσιος. Έφτασε κι η σειρά του Αββά Ιωσήφ.
- Τί λες εσύ γι’ αυτό, Ιωσήφ; τον ρώτησε ο Μέγας Αντώνιος.
- Εγώ δεν γνωρίζω απ’ αυτά, αποκρίθηκε εκείνος.
111. «Τέξεται δε υιόν και καλέσεις το όνομα αυτού Ιησούς» (Ματθ. α' 21).
Ο Αρχάγγελος καθορίζει ακόμα και τον ρόλο του καθενός στο μυστήριο της Ενσαρκώσεως: η Παρθένος θα γεννήση και ο Ιωσήφ θα ονομάση το θείο Βρέφος, δίδοντας του το όνομα Ιησούς!
Έτσι ο Ιωσήφ συνειδητοποιεί ότι τα γεγονότα τον ξεπερνούν. Δεν είναι αυτός ο αίτιος του κυοφορούμενου βρέφους. Στην αρχή νόμισε ότι η Παρθένος τον προσέβαλε προσωπικά. Τώρα πείθεται σιγά σιγά ότι και αυτός και η Μαριάμ εκλήθηκαν να παίξουν ένα ρόλο σε γεγονότα που τους ξεπερνούν. Δεν ήταν δική τους εκλογή. Δεν τα πρακάλεσαν οι ίδιοι. Η πηγή και η αιτία των εκπληκτικών αυτών γεγονότων ήταν ο Κύριος! Αυτοί δεν ήταν παρά υπηρέτες των μεγαλείων Του Θεού!
Μακρυά απ’ τη διάστασι του Θεού ο άνθρωπος φαντάζει σαν γίγας! Ο άνθρωπος νομίζει ότι είναι Κύριος της ζωής και της τύχης του εαυτού του, των άλλων και του κόσμου ολοκλήρου. Όταν όμως πέφτη επάνω του η σκιά του Θεού, τότε ο άνθρωπος συνειδητοποιεί την πραγματική του διάστασι. Μπροστά σ’ ένα φυσικό φαινόμενο, μπροστά σ’ ένα ιστορικό γεγονός, μέσα στο μυστηριώδες σύμπαν του Θεού ο άνθρωπος εξαφανίζεται κυριολεκτικά.
Ο Ιωσήφ, μπροστά στη διαδικασία της Ενσαρκώσεως ανακαλύπτει την πραγματική του διάστασι. Συνειδητοποιεί ότι το γεγονός των γεγονότων τον ξεπερνά. Δεν προέρχονται απ’ αυτόν, δεν ρυθμίζονται απ’ αυτόν, δεν μπορεί να τα ελέγξη, να τα αλλάξη, να τα σταματήση.
Ο άνθρωπος θα ήταν αδύνατο να συνειδητοποιήση τη θέσι και τον ρόλο του στη ζωή και την ιστορία, αν δεν υπήρχαν οι επεμβάσεις του Θεού. Ό,τι καθώρισε τον άνθρωπο και τον ρόλο του ήταν η παρουσία του Θεού στα γεγονότα της Ιστορίας. Χωρίς τις θεοφανίες, ο άνθρωπος θα εξελισσόταν σ΄ένα ανθρωπόμορφο δεινόσαυρο· ό,τι τον κράτησε στις διαστάσεις του και στα δημιουργικά του πλαίσια ήταν η παρουσία της αγάπης του Θεού, που σαν φιλανθρωπία εκδηλώθηκε και εκδηλώνεται σ’ όλα τα μεγάλα γεγονότα της ιστορίας.
Αν ο σύγχρονος άνθρωπος κινδυνεύη να αφανισθή είναι γιατί έχασε την δυνατότητα συγκρίσεώς του με τη διάστασι του Θεού και γι΄ αυτό τείνει να εκφυλισθή από γιγαντισμό. Αυτό είναι ένα γεγονός — σημείον που μας λέει, ότι δεν απέχομε πολύ από μια νέα Θεοφανία, που θα σώση τον άνθρωπο από τον επερχόμενο —διαφορετικά— ολοκληρωτικό αφανισμό του...
(Μητροπολίτου Αχελώου Ευθυμίου Στυλίου, Η Πρώτη, εκδ. Γρηγόρη, σελ. 137-138)
ΠΗΓΑΙΝΟΝΤΑΣ κάποτε να επισκεφθεί μια σκήτη ο Όσιος Μακάριος, συνάντησε στον δρόμο τον διάβολο φορτωμένο μ’ ένα παράξενο φορτίο, να πηγαίνει κι εκείνος προς τα εκεί.
- Πού πας; τον ρώτησε ο Όσιος.
- Πάω να βάλω λογισμούς στους μοναχούς, αποκρίθηκε με αναίδεια εκείνος.
- Και τί είναι αυτά που κουβαλάς μαζί σου;
- Τα γεύματα που θα τους προσφέρω.
- Τόσα πολλά; απόρησε ο Όσιος.
- Βέβαια. Αν δεν ικανοποιούνται με το ένα, έχω άλλο έτοιμο κι αν δεν τους αρέσει κι αυτό, τους δίνω τρίτο. Ένα απ’ όλα θα είναι του γούστου τους.
- Έχεις πολλούς εκεί που σε ακολουθούνε; ρώτησε με φρίκη ο Αββάς.
- Όχι, αναγκάστηκε να ομολογήσει ο διάβολος. Οι περισσότεροι έχουν αγριέψει εναντίον μου. Έχω όμως κι έναν καλό φίλο.
- Πώς ονομάζεται; ρώτησε μ’ ένδιαφέρον ο Όσιος.
- Θεόπεμπτος, αποκρίθηκε ο διάβολος και τράβηξε βιαστικός τον δρόμο του.
Συλλογισμένος από όσα ακουσε ο Αββάς Μακάριος, ανέβηκε στην σκήτη. Οι αδελφοί του έκαναν θερμή υποδοχή και καθένας φιλοτιμήθηκε να τον προσκαλέσει στην καλύβα του. Ο Όσιος όμως ζήτησε τον Θεόπεμπτο και τον παρακάλεσε να τον φιλοξενήσει. Όταν έφτασαν στο κελλί του, τον ρώτησε πώς περνούσε.
- Καλά με την ευχή σου, Αββά, αποκρίθηκε εκείνος.
- Δεν σε πειράζουν οι λογισμοί;
Ο Θεόπεμπτος δίστασε λίγο. Ντρεπόταν να φανερώσει στον Όσιο πως δεχόταν ακάθαρτους λογισμούς.
- Καλά πηγαίνω, ψιθύρισε, προσπαθώντας να φανεί αδιάφορος.
- Αχ, αδελφέ μου! αναστέναξε βαθιά ο Όσιος. Εγώ, τόσα χρόνια ασκητής και γερασμένος πια, πειράζομαι από σαρκικούς λογισμούς κι ας με τιμούν οι άνθρωποι.
Ο Θεόπεμπτος πήρε θάρρος από τα λόγια του Οσίου και του φανέρωσε τον δικό του πολεμο. Εκείνος τότε τον συμβούλεψε πως ν’ αντιστέκεται στους κακούς λογισμούς κι αφού του έδωσε τον κανόνα που έπρεπε, έφυγε να γυρίσει στο κελλί του. Στον δρόμο βρήκε πάλι τον διάβολο, αλλά τώρα πολύ κατσουφιασμένο.
- Τί νέα; τον ρώτησε ο Αββάς.
- Πολύ άσχημα, αποκρίθηκε εκείνος. Όλοι οι μοναχοί μου εναντιώνονται και πιο πολύ ο παλιός μου φίλος. Γι’ αυτό κι εγώ ορκίστηκα να τους αφήσω πολύ καιρό απείραχτους, για να γίνουν αμέριμνοι οπως πρώτα.
Έφριξε ο Όσιος με την πανουργία του διαβόλου και παρακάλεσε θερμά τον Κύριο να προφυλάσσει απ’ αυτήν το ποίμνιό Του.
(Γεροντικό, Σταλαγματιές απο την Πατερική Σοφία, Θεοδώρας Χαμπάκη, Εκδόσεις Ορθοδόξου
Χριστιανικής αδελφότητας "ΑΓΙΑ ΛΥΔΙΑ", σελ. 170-171)
Δουλεία
σχετικά με την αμαρτία
Όταν παρεισέφρυσε η αμαρτία, κατέστρεψε την ελευθερία και τη φυσική της αξία, και εισήγαγε τη δουλεία.
Ε.Π.Ε. 3,252
η αμαρτία
Αυτό είναι πραγματική ελευθερία, όταν κανείς και ως δούλος διαλάμπη. Τέτοιος είναι ο Χριστιανισμός: Χαρίζεται ελευθερία στους δούλους, έστω κι αν παραμένουν δούλοι. Αυτή, αγαπητέ, η δουλεία δεν βλάπτει· εκείνη που βλάπτει είναι η φυσική, η δουλεία της αμαρτίας. Διότι, πες μου, ποιο το όφελος, όταν δεν είσαι μεν δούλος ανθρώπου, όμως υποδουλώνης τον εαυτό σου στα πάθη;
Ε.Π.Ε. 18,540
καταργήθηκε
Γι’ αυτό μας έδωσε ο Θεός χέρια και πόδια, για να μη χρειαζώμαστε υπηρέτες. Δεν χρειαζόταν να υπάρχουν δούλοι, αφού και αυτοί είναι πλάσματα του Θεού σαν τον Αδάμ. Ο δε Χριστός κατάργησε και τη δουλεία. Δεν υπάρχει, λοιπόν, ανάγκη να έχη κάποιος δούλους. Τι χρειάζονται τα κοπάδια των δούλων; Όπως οι έμποροι προβάτων και οι σωματέμποροι, έτσι και οι πλούσιοι πηγαίνουν στο λουτρό ή στην αγορά με τη συνοδεία δούλων!
Ε.Π.Ε. 18α,666
κατ’ όνομα μόνο
Να μη λυπάσαι, επειδή βρίσκεσαι σε υποδεέστερη θέσι και από τη γυναίκα και από τα παιδιά. Η δουλεία είναι μόνο κατ’ όνομα. Και η εξουσία του αφεντικού κατά το φαινόμενο, πρόσκαιρη και σύντομη.
E.Π.E. 21,270
και ελευθερία
Να δουλεύετε με προθυμία, όχι από ανάγκη. Αν δουλεύης με αυτό τον τρόπο, δεν είσαι δούλος, αν βέβαια το κάνης για το Χριστό. Διότι τέτοια δουλειά εργαζόταν και ο Παύλος, ο όντως ελεύθερος.
Ε.Π.Ε. 21,274
την γεννά η πλεονεξία
Τη δουλεία τη γέννησε η πλεονεξία, η σκληρότητα, η απληστία.
Ε.Π.Ε. 21,278
πότε είναι ελευθερία;
Μη νομίσης, πως επειδή είσαι πιστός, είσαι και ελεύθερος. Ελευθερία αυτό στην πραγματικότητα είναι, το να γίνεσαι υπηρέτης και διάκονος.
Ε.Π.Ε. 23,410-412
τα πάθη
Ποιο το όφελος να εξουσιάζη κάποιος ολόκληρα έθνη και να κυριεύεται από τα πάθη;
Ε.Π.Ε. 23,450
επαίσχυντη
Αν η φυλάκισις του Παύλου για το Χριστό δεν είναι ντροπή, αλλ’ είναι και καύχημα, πολύ περισσότερο η δουλεία δεν είναι επονείδιστη.
Ε.Π.Ε. 24,146
όχι διακρίσεις στην εκκλησία
Η Εκκλησία δεν κάνει διακρίσεις ανάμεσα σε κυρίους και υπηρέτες. Τον καθένα τον διακρίνει απ’ τα πνευματικά του κατορθώματα κι από τα αμαρτήματά του. Αν, λοιπόν, είναι το σπίτι σου εκκλησία, να μη δυσανασχετήσης που θα συγκαταλέγεται μαζί σου και ένας δούλος.
Ε.Π.Ε. 24,150
δουλέμποροι
Οι πατέρες κάνουν το αντίθετο από όσα κάνουν οι δουλέμποροι. Στέλνουν τα παιδιά τους στο σχολείο, ορίζουν παιδαγωγούς, τα απειλούν ότι θα τα τιμωρήσουν, τα φοβερίζουν. Και όταν περάσουν την πρώτη ηλικία, τότε, αφού αποκτήσουν πείρα της ζωής, τότε τους δίνουν τιμές και αξιώματα και ανέσεις και την περιουσία. Και ο Θεός ενεργεί όχι όπως οι δουλέμποροι, που στην αρχή τάζουν κι ύστερα βασανίζουν, αλλ’ όπως οι πατέρες. Μας βάζει πρώτα στα λυπηρά, μας παραδίνει σε θλίψεις, σαν να μας εμπιστεύεται σε παιδαγωγούς. Και όταν ασκηθούμε και σωφρονισθούμε, να δείξουμε υπομονή και να επιδείξουμε αγία ζωή. Και όταν εδραιωθούμε σ’ αυτά, τότε μας κάνει κληρονόμους της βασιλείας των ουρανών.
Ε.Π.Ε. 32,496
και ελευθερία
Τα ονόματα δούλος και ελεύθερος είναι απλά ονόματα, χωρίς να φανερώνουν κάτι ξεχωριστό. Η δουλεία όμως είναι καθωρισμένης· είναι αμαρτία. Η ελευθερία είναι η αρετή.
Ε.Π.Ε. 33,242
του Ισραήλ
Ο Θεός καθώρισε και το πόσα χρόνια θα βρίσκονταν οι Ιουδαίοι στα δεινά, όπως ακριβώς καθώρισε στην πρώτη δουλεία τετρακόσια χρόνια και στη δεύτερη εβδομήντα.
Ε.Π.Ε. 34,264
(Χρυσοστομικό Λεξικό, αρχ. Δανιήλ Αεράκη, τόμος Β, σελ. 82-85)
110. «Το γάρ εν αυτή γεννηθέν εκ Πνεύματος έστιν Αγίου» (Ματθ. α΄ 20).
Ο Άγγελος αποκαλύπτει τώρα και στον Ιωσήφ με τις ίδιες απλές λέξεις τον μυστικό και άγνωστο τρόπο της εγκυμοσύνης της Παρθένου: Η σύλληψις του κυοφορουμένου βρέφους έγινε με ενέργεια του Αγίου Πνεύματος.
Ο Ιωσήφ ήταν πιστός και ενάρετος άνθρωπος. Στην Αγία Γραφή είχε προσέξει παρόμοιες περιπτώσεις. Επομένως δεν δυσκολεύθηκε να καταλάβη τα γεγονότα: το όνομα του Αγγέλου, η υπόμνησίς του ότι είναι «υιός Δαβίδ», οι πληροφορίες των Ιερέων περί της Παρθένου κλπ. όλα τώρα παίρνουν ένα νόημα μέσα του και εξηγούνται ολοκάθαρα. Βρίσκεται μπροστά σε ξεχωριστό «σημείο» του θείου σχεδίου. Θα πρέπει όχι μόνο να ησύχασε, αλλά και να πλημμύρισε η ύπαρξίς του από ευγνωμοσύνη και χαρά για «όσα άκουσε και είδε» για το ότι οι Ιερείς παρέδωσαν την Παρθένο σ’ αυτόν για να είναι «φύλακας της Παρθενίας της» (Δ, 119) .
Τα γεγονότα της ζωής μας φαίνονται συνήθως ασυνάρτητα. Γι΄ αυτό και πολλοί παραπονούνται ότι δεν υπάρχει κανένα νόημα στη ζωή. Όταν όμως πιστεύης ότι ο Θεός κυβερνάη τη ζωή σου, τότε όλα τα γεγονότα ενώνονται και αποκτούν μια ιδιαίτερη αξία και σημασία. Τα μεγάλα και μικρά γεγονότα της ζωής μας αποτελούν τους οικοδομικούς λίθους, με τους όποιους ο Θεός κτίζει το οικοδόμημα της ζωής και της σωτηρίας μας.
(Μητροπολίτου Αχελώου Ευθυμίου Στυλίου, Η Πρώτη, εκδ. Γρηγόρη, σελ. 136)
134. Ποιά είναι τα έργα τα οποία οφείλει να τελεί ο αναγεννημένος πιστός;
α) Αυτά που είναι υποχρεωτικά για όλους τους πιστούς. Είναι οι εντολές του Θεού που υπάρχουν στις δύο Διαθήκες του, κυρίως στο Δεκάλογο της Π. Διαθήκης. Ο κάθε πιστός πρέπει, κατά το μέτρο των δυνάμεων και των δυνατοτήτων του, να τηρεί το νόμο του Θεού, να μη φονεύει, να μη μοιχεύει, να μην κλέβει, να αγαπά, το Θεό και τον πλησίον του κ.λπ. Η καταπάτηση των εντολών του Θεού συνεπάγεται την τιμωρία του ανθρώπου, σε ακραίες δε περιπτώσεις και αν δεν διορθωθεί εν τω μεταξύ, μπορεί ο αμαρτωλός τελικά να κατακριθεί και να χάσει την ψυχή του.
β) Τα έργα που δεν είναι υποχρεωτικά για όλους, η πλήρωση των οποίων αφήνεται στην ελεύθερη προαίρεση του ανθρώπου. Τα έργα αυτά ονομάζονται ευαγγελικές παραινέσεις (συμβουλές). Αυτές είναι συνήθως τρείς: η παρθενία, η ακτημοσύνη και ο μοναχικός βίος. Τα έργα αυτά δεν δεσμεύουν όλους τους πιστούς, αλλά μόνον ολίγους, αυτούς που θέλουν ελεύθερα να τα αναλάβουν.
Οι ευαγγελικές παραινέσεις δεν είναι καθ’ εαυτές αξιόμισθες. Είναι μεν έργα επαινετά, όχι όμως και αξιόμισθα. Η αξίωση, λόγου χάρη, ότι το να μένει κανείς άγαμος και να νηστεύει κάνει κάτι αξιόμισθο ενώπιον του Θεού είναι επικίνδυνη, γιατί υποτιμά τον γάμο σαν κάτι ακάθαρτο και διακρίνει τις τροφές σε κατακριτέες και μη, κάτι που αντιβαίνει στο γενικότερο πνεύμα του Ευάγγελου. Εντούτοις, αν οι ευαγγελικές παραινέσεις δεν είναι αξιόμισθες, είναι ωστόσο μέσα αξιόλογα να πράττει κανείς ευχερέστερα την αρετή και να διακονεί απερίσπαστα τον Κύριο· εκ του λόγου τούτου είναι προτιμητέες και για ορισμένους ανθρώπους και σε ορισμένες περιπτώσεις, αναγκαίες και επιβαλλόμενες. Οτι οι παραινέσεις δεν είναι υποχρεωτικές για όλους, δηλώνουν τα λόγια του Κυρίου προς τον πλούσιο νεανίσκο: «εί θέλεις τέλειος είναι ύπαγε πώλησόν σου τά ύπάρχοντα και δός τοις πτωχοϊς ... και δός τοίς πτωχοϊς και έξεις θησαυρόν έν ούρανώ και δεύρο άκολούθει μοι», όπου η τέλεια ακτημοσύνη και η αποστολική μαθητεία αφήνονται στην προαίρεση του νεανίσκου, όπως και το παράδειγμα του Ζακχαίου, ο οποίος έγινε δεκτός από τον Κύριο ως υιός Αβραάμ με την προαιρετική προσφορά του μισού μέρους της περιουσίας του. Ότι όμως οι περιπτώσεις των Αποστόλων και άλλων ασκητών και αγίων, οι οποίοι, εγκαταλείψαντες τα πάντα αφιερώθηκαν ολόψυχα στη διακονία του Κυρίου, είναι κάτι εντελώς διαφορετικό από τη συμπεριφορά του νεανίσκου του μη δυναμένου ν’ αποκολληθεί από τα υπάρχοντά του, είναι φανερόν.
Ενδεικτικές επίσης είναι και οι παραινέσεις του Απ. Παύλου: «Λέγω δέ τοῖς ἀγάμοις καί ταῖς χήραις καλόν αὐτοῖς, ἐάν μένωσιν ὡς κἀγώ»192. Εδώ ο Απόστολος προτείνει απλώς την αγαμία σαν κάτι που διευκολύνει την απερίσπαστη διακονία του Ευαγγελίου, δεδομένου μάλιστα ότι ο «γαμήσας μεριμνά τα του κόσμου, όσα αρέσει τη γυναικί». Από την άλλη ο αυτός Απόστολος τοποθετεί την αγαμία πιο πάνω από τον γάμο: «ὁ ἐκγαμίζων καλῶς ποιεῖ, ὁ δὲ μὴ ἐκγαμίζων κρεῖσσον ποιεῖ». Τότε μόνον είναι προτιμότερος ο γάμος όταν ο άνθρωπος δεν αντέχει την πύρωση της σάρκας: «Κρείσσον γαρ έστιν γαμήσαι ή πυρούσθαι».
Υπάρχει βέβαια και η αντίληψη, ότι η διάκριση των απλών καθηκόντων από τις ευαγγελικές παραινέσεις δεν είναι σωστή, ένεκα των εκτάκτων δώρων και δυνάμεων με τις οποίες είναι εφοδιασμένοι οι αναλαμβάνοντες τις ευαγγελικές συμβουλές, οι οποίες είναι σ’ αυτή την περίπτωση απλά καθήκοντα για τους δυναμένους. Η άποψη όμως αυτή δεν είναι σωστή. Τα μεγάλα από το Θεό δώρα δεν αρκούν πάντοτε για την ανάληψη των ευαγγελικών παραινέσεων, αλλ΄ απαιτείται παράλληλα και η ελεύθερη θέληση του ανθρώπου, πράγμα που δεν συμβαίνει πάντοτε, όπως μαρτυρεί η ιστορική πείρα. Υπάρχουν δηλαδή άνθρωποι, που αν και έλαβαν έκτακτα χαρίσματα από το Θεό, όμως δεν ανέλαβαν τις ευαγγελικές παραινέσεις, πολλές δε φορές περιήλθαν στην ηθική κατάπτωση και τη διαφθορά.
Το πράγμα βέβαια διαφέρει, αν μελετηθεί από την υποκειμενική του πλευρά. Όσο περισσότερο προχωρεί κανείς στο στάδιο της ηθικής τελειώσεως, τόσο περισσότερο συνειδητοποιεί την πνευματική του κατάσταση και εκείνο που οι πολλοί θεωρούν ως έκτακτο έργο και υψηλή αποστολή, αυτός το θεωρεί ως απλό χρέος και επιταγή, ως καθήκον το οποίον οφείλει να επιτελέσει ως «αχρείος δούλος». Αυτό όμως δεν σημαίνει κατ’ ανάγκη και την εξ αντικειμένου εξάλειψη της διακρίσεως των απλών εντολών από τις ευαγγελικές παραινέσεις.
(Ανδρέου Θεοδώρου «Απαντήσεις σε ερωτήματα συμβολικά», εκδόσεις Αποστολική Διακονία, σελ. 194-196)
133. Είναι δυνατή η πλήρωση του ευαγγελικού νόμου;
Ο ευαγγελικός νόμος εκφράζει το θέλημα του Θεού, όπως αυτό καταγράφτηκε στις δυο διαθήκες του, την Παλαιά και την Καινή. Εφόσον δε το θέλημα του Θεού είναι άγιο, έτσι και ο νόμος ο εκφράζων αυτό είναι άγιος. Ο νόμος εκφράζεται με τη μορφή εντολών, τις οποίες ο πιστός καλείται να εκτελεί. Με την τέλεση των εντολών εμπνεομένων από την πίστη και τη ζωογόνο πνοή της χάριτος, ο χριστιανός πιστοποιεί την κλήση του, εκφράζει την αυτοσυνειδησία του ως ζωντανό μέλος του σώματος του Χρίστου, προάγεται στην αρετή και την πνευματική του τελείωση και γίνεται άξιος της βασιλείας των ουρανών. Δια της πιστής τηρήσεως των εντολών του Θεού ο άνθρωπος σώζεται. Αντίθετα, αν παραλείπει την τήρηση του νόμου του Θεού ή και καταπατεί αυτόν, ως συνέπεια θα έχει την απώλεια της ψυχής του.
Είναι όμως εφικτή η πλήρης και τέλεια πλήρωση του νόμου του Θεού; Όπως και σε όλες τις άλλες καταστάσεις, το απόλυτο και τέλειο διαφεύγει τις ανθρώπινες δυνατότητες. Το τέλειο είναι μόνο για τον τέλειο Θεό, όχι για τον πεπερασμένο άνθρωπο. Αν όμως το απολύτως τέλειο ισχύει μόνο για το Θεό, για τα πλάσματα ισχύει το σχετικώς τέλειο. Ο άνθρωπος δηλαδή πράττοντας το νόμο του Θεού μπορεί να απομάξει το ευαγγελικό ιδεώδες το σύμμετρο προς τις ηθικοπνευματικές του δυνάμεις, τελώντας ελεύθερα το νόμο του Θεού και επικουρούμενος από την τελειωτική χάρη του Αγίου Πνεύματος. Όσοι ισχυρίζονται ότι στα σχετικά ανθρώπινα πλαίσια είναι αδύνατη η πλήρωση του ευαγγελικού ιδεώδους δεν έχουν δίκαιο. Αυτό θ’ αποτελούσε κατασυκοφάντηση του Αγίου Θεού που επιτάσσει στους ανθρώπους εντάλματα, τα οποία αδυνατούν να εκτελέσουν. Φυσικά η πλήρωση του νόμου του Θεού δεν είναι πάντοτε εύκολη, αδύνατη δε στις δυνάμεις του φυσικού ανθρώπου. Μόνο στο πεδίο της χάριτος μπορεί να εκπληρώσει ο πιστός τα εντάλματα του Θεού. Αυτό θα εξαρτηθεί από την ιδιοφυία και τις όποιες άλλες δυνατότητες ταυ. Άλλοι μεν, οι άγιοι, φθάνουν στην τελείωση τους, άλλοι απλώς την πλησιάζουν, ενώ άλλοι μένουν μακριά. Εν πάση όμως περιπτώσει η κατά το δυνατόν πλήρωση του νόμου του Θεού είναι για όλους εφικτή και επιτακτική.
(Ανδρέου Θεοδώρου «Απαντήσεις σε ερωτήματα συμβολικά», εκδόσεις Αποστολική Διακονία, σελ. 193-194)