606. Μεγάλη είναι η αξία του ανθρώπου ως εικόνος του Θεού. Γιατί ο άνθρωπος τοποθετήθηκε στην κτίσι ως βασιλεύες της, ως ένα είδος θεού της; Γιατί, με την πίστι, είναι ένα πνεύμα με τον Κύριο. Γιατί ο Θεός έστειλε τον Υιό του να σώση τον κόσμο και να τον απαλλάξη από τη θανάσιμο σκιά του προπατορικού αμαρτήματος; Γιατί οι άνθρωποι είναι η εικών του Θεού. Γιατί δόθηκαν στους ανθρώπους τόσες υποσχέσεις και χαρίσματα, «ἃ ὀφθαλμὸς οὐκ εἶδε καὶ οὖς οὐκ ἤκουσε… ἃ ἡτοίμασεν ὁ Θεὸς τοῖς ἀγαπῶσιν αὐτόν»; (Α’ Κορ. β’ 9). Γιατί οι άνθρωποι είναι εικών του Θεού. Ώ, τι μεγάλη ελπίδα είναι η ελπίδα των χριστιανών! Φίλοι του Θεού μου! «τὰ ἄνω φρονεῖτε, μὴ τὰ ἐπὶ τῆς γῆς» (Κολ. γ’ 2).
607. «Καὶ στραφεὶς ὁ Κύριος ἐνέβλεψε τῷ Πέτρῳ…. Και εξελθών ο Πέτρος έκλαυσε πικρώς» (Λου. κβ’ 61). Αλλά και τώρα, όταν ο Κύριος μας «εμβλέπη», κλαίμε πικρά για τις αμαρτίες μας. Ναι, τα δάκρυά μας κατά την προσευχή σημαίνουν ότι ο Κύριος έρριξε τη ματιά του πάνω μας, «ο ετάζων καρδίας και νεφρούς». Η αμαρτία μας θλίβει. Ο Χριστός στρέφει τη ματιά του σ’ εμάς. Και τότε δάκρυα τρέχουν στο πρόσωπό μας, δάκρυα που ξεπλένουν την αμαρτία μας. Δεν είναι μόνο δάκρυα λύπης, αλλά και δάκρυα χαράς αυτά. Είναι το «χαροποιό πένθος», όπως το ονομάζουν οι Πατέρες της Εκκλησίας. Κλαίμε και από ανεκλάλητο χαρά, γιατί τόσο έλεος βρήκαμε. Εύχαριστώ τον Κύριο με όλο μου το είναι, αφού τόσο εύολα με συγχωρεί «Ἀκουτιεῖς μοι ἀγαλλίασιν καὶ εὐφροσύνην, ἀγαλλιάσονται ὀστέα τεταπεινωμένα» (Ψαλμ. ν’ 10).
(Η εν Χριστώ ζωή μου - Αγ. Ιωάννου της Κροστάνδης, εκδόσεις Παπαδημητρίου, σελ. 243-244)
Να επικαλούμαστε με ευλάβεια τους Αγίους
-Γέροντα, αν είναι ευλογημένο, θα ήθελα να μου εξηγήσετε
κάτι από τον Ισαάκ.
-Από ποιόν; Από τον παπά Ισαάκ; «Από τον Αββά Ισαάκ» να λες!
Όταν μιλάμε για τον παπά Ισαάκ, λέμε «ο πατήρ Ισαάκ»,
και τους Αγίους να τους αποκαλούμε μόνο με το όνομα τους;
Δεν ταιριάζει. Δεν μπορείς να προσεύχεσαι λ.χ. στον Άγιο Γεώργιο
και να λες: «Γιώργη μου, κάνε μου αυτό». Αυτά έχει αναίδεια.
Είχα δώσει σε έναν κοσμικό ένα μικρό τεμάχιο από το ιερά Λείψανο
του Αγίου Αρσενίου και μετά αυτός έλεγε: «Αρσένιε, Αρσένιε...».
Από πού κι ως πού;
-Μήπως, Γέροντα, τα έκανε από απλότητα;
-Απλότητα είναι αυτή; Ούτε σε έναν άνθρωπο, δεν ήταν μεγαλύτερος του,
δεν θα έπρεπε να μιλήση έτσι. Και πατέρας του να ήταν,
πάλι δεν θα έπρεπε να μιλήση έτσι. Και δύο χρόνια να ήταν
μεγαλύτερος του, πάλι δεν θα ταίριαζε, αφού ήταν κληρικός.
Πόσο μάλλον τώρα που είναι Άγιος! Και τα έλεγε και σε άλλους
ούτε στοιχειώδη σεβασμό δεν είχε!
-Γέροντα, δεν υπάρχει περίπτωση να απευθύνεται κανείς έτσι σε έναν
Άγιο από πραγματική απλότητα, χωρίς να έχη αναίδεια;
-Πρέπει να έχη φθάσει σε μεγάλη πνευματική κατάσταση, για να μπορεί
να επικοινωνήσει έτσι με τους Αγίους, να έχει φθάσει στην άγια παρρησία
της μεγάλης ευλάβειας και απλότητας. Κάποιες απλές ψυχές, που είναι
σαν μικρά παιδιά, μπορούν να πουν με την απλότητα και την αθωότητα του
παιδιού στον Θεό: «Θεέ μου, πρέπει να μου τα δώσεις αυτό,
γιατί δεν μου τα δίνεις;». Θυμάστε που αναφέρω στους Αγιορείτες
Πατέρες» για έναν Πατέρα που είχε παιδική απλότητα; Όταν είχε στερέψει
το πηγάδι στο Κελλί τους, έδεσε την εικόνα του Αγίου Νικολάου
από τον χαλκά με ένα σχοινί, την κατέβασε στο ξεροπήγαδο
και είπε στον "Άγιο με πολλή απλότητα: «Άγιε Νικόλαε, να ανεβείς
μαζί με το νερό, εάν θέλης να σου ανάβω το καντήλι.
Έρχονται στο Κελί τόσοι άνθρωποι, και δεν έχουμε λίγο κρύο νερό
να τους δώσουμε». Αμέσως το νερό άρχισε σιγά σιγά να ανεβαίνει,
και η εικόνα του Αγίου Νικολάου έπλεε επάνω στο νερό.
Την πήρε την ασπάσθηκε με ευλάβεια και την πήγε στον ναό.
Όποιος όμως απευθύνεται με παρρησία στον Θεό ή στους Αγίους,
ενώ δεν έχει φθάσει σε τέτοια πνευματική κατάσταση, έχει αναίδεια
και παροργίζει τον Θεό.
-Γέροντα; Όταν αγρυπνώ στο κελλί μου την παραμονή της μνήμης ενός
Αγίου που ευλαβούμαι, τι θα με βοηθήσει να νιώσω περισσότερο τον Άγιο;
-Να διαβάσεις πρώτα το Συναξάρι του Αγίου.
Ύστερα να διαβάσεις από το Μηναίο όλα τα τροπάρια του Κανόνος του Αγίου.
Που και αυτά περιέχουν την ζωή του. Βέβαια οι Κανόνες του Μηναίου είναι
περισσότερο εγκώμια για τον Άγιο. Η πραγματική προσευχή είναι το
«Άγιε του Θεού, πρέσβευε υπέρ ημών» που λέμε πριν από κάθε τροπάριο.
Στην συνέχεια να ζητήσης την βοήθεια του Αγίου για διάφορα θέματα
και να κάνεις ό,τι μπορείς, μετάνοιες, κομποσχοίνι κλπ.,
αρκεί να προσεύχεσαι.
Όταν η ψυχή ζει τον Άγιο, ζητά με ευλάβεια και με πίστη την βοήθεια του.
Η προσευχή με ευλάβεια γίνεται φυσιολογικά, όταν στον άνθρωπο
υπάρχη ευλάβεια για τους Αγίους στους όποιους ,απευθύνεται.
Προηγείται η γνωριμία, ύστερα έρχεται η φιλία και μετά η γλυκιά
συνομιλία με σεβασμό και απλότητα.
(Λόγοι Παϊσίου, τόμος ς΄, Περί προσευχής, Εκδ. Ιερού Ησυχαστηρίου
"Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος", σελ.100-102)
Η ευωδία των ιερών Λειψάνων
-Γέροντα, η άγια κάρα του Αγίου Αρσενίου ευωδίαζε
ιδιαίτερα στην μνήμη του.
-Γιατί να μην ευωδιάζει; Να μην κεράσει ο Άγιος τον κόσμο
στην γιορτή του;
-Γιατί, Γέροντα, τα άγια Λείψανα δεν ευωδιάζουν πάντοτε;
-Είναι διάφορες περιπτώσεις. Άλλοτε μπορεί αυτός που προσκυνάει
να είναι πολύ αμαρτωλός και να ευωδιάζουν τα άγια Λείψανα,
για να βοηθηθή ο άνθρωπος, να πάρει την καλή στροφή, να μετανοήσει.
Άλλοτε μπορεί να είναι ενάρετος και να μην ευωδιάσουν,
για να μην πέση στην υπερηφάνεια. Άλλοτε σε έναν ενάρετο ευωδιάζουν
τα Λείψανα ενός Αγίου, σαν να του δίνη ο Άγιος ένα κέρασμα!
-Γέροντα, μερικοί αμφιβάλλουν για την ευωδία των ιερών Λειψάνων.
-Η λογική φταίει. Τα Λείψανα των Αγίων έχουν Χάρη Θεού.
Χειμώνα καιρό ο τόπος κοντά στην «Παναγούδα» ευωδιάζει.
Και στα Κατουνάκια που ήμουν, κοντά στον «Άγιο Βασίλειο»,
ευωδίαζε ο τόπος σε ένα σημείο. Δεν υπάρχει πια Κελλί εκεί
μόνον κάτι πέτρες. Πόσα άγια Λείψανα θα βρίσκωνται κα σ’ εκείνο το μέρος!
Και ποιός ξέρει πότε ο Θεός θα τα παρουσιάσει!
(Λόγοι Παϊσίου, τόμος ς΄, Περί προσευχής, Εκδ. Ιερού Ησυχαστηρίου
"Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος", σελ.99)
ΥΠΟΜΝΗΜΑ -Στο κατά Λουκάν Ευαγγέλιο-
Ερμηνεία πατερική & θεολογική του Ευαγγελίου του Λουκά
Το ερμηνευτικό Υπόμνημα του Π.Ν. Τρεμπέλα
μεταφρασμένο στη νεοελληνική γλώσσα
Μετάφραση αρχιμ. Νικόλαος Πουλάδας
Κεφάλαιο 15
Στίχ. 1-7. Η παραβολή του χαμένου προβάτου.
15.1 Ἦσαν(1) δὲ ἐγγίζοντες(2) αὐτῷ πάντες(3)
οἱ τελῶναι καὶ οἱ ἁμαρτωλοὶ ἀκούειν αὐτοῦ(4).
1 Όλοι οι τελώνες και οι αμαρτωλοί συνήθιζαν να
πλησιάζουν τον Ιησού και να τον ακούνε.
(1) Η ιστορική αυτή εισαγωγή μας δίνει, όπως πάντοτε
οι σύντομες σημειώσεις του Λουκά που προηγούνται των παραβολών,
το κλειδί των ακόλουθων λόγων (g).
(2) Όταν ο Κύριος ερχόταν σε κάποιο μέρος, οι τελώνες
και οι αμαρτωλοί, που έμεναν στο μέρος αυτό, έτρεχαν προς αυτόν (g).
Το Ἦσαν ἐγγίζοντες λοιπόν σημαίνει αυτό που συνήθως γινόταν
σε κάθε πόλη ή χωριό, όπου ερχόταν ο Κύριος.
(3) Όχι απλώς πολλοί, αλλά όλοι που βρίσκονταν σε κάθε μέρος (b).
(4) Να τον ακούσουν και όχι μόνο να δουν τα θαύματά του.
Αυτό λοιπόν που τους έλκυε ήταν φύσης πνευματικής, το οποίο σπάνια
συναντούσε ο Ιησούς. Εκείνοι εύρισκαν στον Ιησού,
ό,τι δεν είχαν ποτέ συναντήσει, ούτε καν υποπτεύονταν έως τότε.
Εύρισκαν την αγιότητα ελεύθερη από τη φαρισαϊκή έπαρση και συνδυασμένη
με την συμπάθεια και αγάπη. Ο Ιησούς από την άλλη ευρισκόμενος
ανάμεσα σε ανθρώπους που με διάθεση ειλικρινή και συντετριμμένη
καρδιά τον πλησίαζαν, άνοιγε σε αυτούς τους θησαυρούς της θείας χάρης (g).
Σήμερα η Εκκλησία μας, αγαπητοί αδελφοί, τελεί την ανάμνηση της καταθέσεως της τιμίας Εσθήτος της Υπεραγίας ημών Θεοτόκου και αειπαρθένου Μαρίας στις Βλαχέρνες. Πρόκειται για μία εορτή ενός γεγονότος που αναφέρεται στην Παναγία μας και αφορά ένα ένδυμά της που είναι το «επανωφόριόν» της.
Σύμφωνα με τον Συναξαριστή της ημέρας, δύο Πατρίκιοι, ο Γάλβιος και ο Κάνδιδος, επί της εποχής του Βασιλέως Λέοντος του Μεγάλου, στην πορεία τους προς τα Ιεροσόλυμα για να προσκυνήσουν τους Αγίους Τόπους, όταν έφθασαν στην Γαλατία, βρήκαν μία ευσεβεστάτη Εβραία, που είχε μέσα στην οικία της την αγία Εσθήτα, το επανωφόριον της Παναγίας. Η γυναίκα αυτή προσευχόταν μέρα και νύκτα μιμούμενη την προφήτιδα Άννα που βρισκόταν στον Ναό και αξιώθηκε να δη τον Χριστό, όταν Τον πήγε εκεί η Παναγία τεσσαράκοντα ημερών.
Οι δύο Πατρίκιοι, μετά από ένα τέχνασμα, κατόρθωσαν να λάβουν τον πολύτιμον αυτό θησαυρό και να τον φέρουν στην Κωνσταντινούπολη, τον ετοποθέτησαν στο κτήμα τους, που ονομαζόταν Βλαχέρναι, και εκεί έκτισαν Ναό των Αποστόλων Πέτρου και Μάρκου. Αργότερα ο Βασιλεύς Λέων ο Μέγας, όταν πληροφορήθηκε αυτό το γεγονός, έκτισε Ναό της Κυρίας Θεοτόκου, στον οποίο τοποθέτησε την θήκη όπου ήταν αποθησαυρισμένη η τιμία Εσθήτα, την οποία προσκυνούσαν οι Χριστιανοί και έβλεπαν διάφορα θαύματα. Ο ιερός υμνογράφος ονομάζει την αγίαν Εσθήτα «ιεράν περιβολήν, φυλακτήριον άσυλον (της Κωνσταντινουπόλεως), δώρον τίμιον, αναφαίρετον πλούτον ιαμάτων, ποταμόν πεπληρωμένον των χαρισμάτων του πνεύματος».
Με την ευκαιρία του γεγονότος της καταθέσεως της τιμίας Εσθήτος της Παναγίας, η Εκκλησία μας υπενθυμίζει το μεγάλο πρόσωπο της Παναγίας, που έγινε η χαρά της οικουμένης, γιατί ήταν εκείνο το πρόσωπο διά του οποίου εισήλθε στον κόσμο ο Χριστός που ελευθέρωσε το ανθρώπινο γένος από την αμαρτία, τον διάβολο και τον θάνατο. Όλα τα τροπάρια της Εκκλησίας, ξεκινώντας από την τιμία Εσθήτα, υμνούν το πρόσωπο της Παναγίας.
Το απολυτίκιο της εορτής αναφέρεται στην Παναγία και μεταξύ των άλλων γράφει: «Επί σοι γαρ και φύσις καινοτομείται και χρόνος», δηλαδή στην Παναγία γίνεται κανούργια και η φύση και ο χρόνος. Αυτό σημαίνει ότι η φύση και ο χρόνος, που πολλές φορές βασανίζουν τον άνθρωπο, αποκτούν άλλο νόημα, υπερβαίνονται εν Χάριτι Θεού. Στην Παναγία, με το Άγιο Πνεύμα, διατηρήθηκε η παρθενία της, έγινε μητέρα χωρίς να χάση την παρθενία της, και παραμένει ζωντανή στους αιώνας, αφού κατά την παράδοση και αυτό το σώμα της μετέστη προς τον ουρανό.
Αλλά στην σημερινή εορτή βλέπουμε ότι η Χάρη του Θεού που αγίασε το σώμα της Παναγίας πέρασε και στα ρούχα που φορούσε. Πράγματι, κατά την ορθόδοξη διδασκαλία, η θεία Χάρη διά της ψυχής διαπορθμεύεται στο σώμα και από εκεί προχέεται και στα ρούχα και γενικά στην άλογη φύση. Με αυτόν τον τρόπο δεν είμαστε ειδωλολάτρες και κτισματολάτρες, αλλά τιμούμε την ύλη που έχει την αγιοποιό ενέργεια του Θεού. Έτσι οι πιστοί, κατά τον ιερόν υμνογράφο, κατασπάζονται με πίστη την αγία Εσθήτα της Παναγίας και λαμβάνουν την Χάρη του Θεού που ενοικεί σε αυτήν.
Με την ευκαιρία της σημερινής εορτής θα πρέπη να προσευχηθούμε να μας βάλη η Παναγία μας κάτω από την αγία της Εσθήτα, το αγιασμένο επανωφόριό της, και να μας προστατεύη από κάθε κακό.
Μητροπολίτης Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου Ιερόθεος
Ο σταυρωμένος Χριστός, είναι η ύστατη αγάπη μου, η έσχατη ανάβαση του νου μου, η μεγαλύτερη τόλμη της καρδιάς μου… Άγιος Γέροντας Σωφρόνιος του Έσσεξ
Ο Σταυρός του Χριστού αποτελεί το οχυρό εκείνο, επάνω στο οποίο διαλύονται όλα τα κύματα των λογισμών. Ο Χριστός, σταυρωμένος από αγάπη προς τον κόσμο και για τις αμαρτίες του κόσμου, είναι η ύστατη αγάπη μου, η έσχατη ανάβαση του νου μου, η μεγαλύτερη τόλμη της καρδιάς μου, ο μόνος αληθινός Θεός.
Ο Θεός δεν υπόσχεται χαρά, αλλά ποτήριο. Μας καλεί να πάθουμε για το όνομά Του, γιατί έτσι θα ζήσουμε και την δόξα Του.
Ο Χριστός πέρασε τα παθήματα, γιατί τήρησε τις εντολές του Πατέρα Του και έτσι ήλθε σε σύγκρουση με τον κόσμο. Το ίδιο πρέπει να συμβαίνη και στον άνθρωπο που καλείται από τον Χριστό να ζήση την ζωή Του.
Η σωτηρία μας από κάθε άποψη βρίσκεται μόνο μπροστά. Όταν οι θλίψεις της ψυχής μου που διαρκώς αυξάνονταν, έφθασαν,φαίνεται, στο απώγειο,τότε με τη ζωντανή και βαθειά αίσθηση της καρδιάς γνώρισα την αξία της ανθρώπινης ψυχής, ότι δηλαδή είναι πολυτιμότερη από όλον τον κόσμο.
Τα παθήματα αποφέρουν τόσο μεγάλο καρπό, ώστε, αν ήμασταν λίγο πιο συνετοί, δεν θα θέλαμε «να κατεβούμε από τον σταυρό».
Σε κάποιον ιερομόναχο εμφανίσθηκε στον ύπνο του ο Κύριος προσηλωμένος πάνω στον Σταυρό και είπε: «Από τον Σταυρό δεν κατεβαίνουν, αλλά τους κατεβάζουν». Και τους λόγους αυτούς ο Κύριος τους επανέλαβε τρεις φορές. Έπειτα το όραμα έσβησε.
Θα σας έλεγα ακόμη κάτι, αλλά φοβάμαι μήπως προλάβω την πείρα της ζωής σας. Για ένα προσεύχομαι, να μη φοβηθείτε τα σύννεφα που ήλθαν.
Δόξα τω Θεώ πάντων ένεκεν!
Θα υπομείνουμε.
Τέτοια είναι η οδός μας.
Ποτέ όμως δεν πρέπει να απελπίζεσαι.
("ΑΓΩΝΑΣ ΘΕΟΓΝΩΣΙΑΣ", Αρχιμανδρίτου ΣΩΦΡΟΝΙΟΥ, Επιστολή 19, Έκδοση Ιεράς Μονής Τιμίου Προδρόμου, Έσσεξ, Αγγλίας 2004)
603. Ποιο είναι το νόημα του γεγονότος ότι ο Αβραάμ φιλοξένησε τους τρείς περαστικούς; Είναι ότι ο Θεός, ο Τριαδικός Θεός, πάντα γυρίζει στη γη και παρατηρεί τι γίνεται πάνω της. Και ότι ο Ίδιος έρχεται σ’ αυτούς που υπηρετούν το θέλημά του, στέκεται μαζί τους και συνομιλεί σαν με φίλους του. «Καὶ πρὸς αὐτὸν ἐλευσόμεθα καὶ μονὴν παρ' αὐτῷ ποιήσομεν» (Ιω. ιδ’ 23). Ενώ στέλνει τη φωτιά του στους αθέους και ασεβείς, όπως έκαμε στα Σόδομα και τη Γομόρρα.
604. Ο Κύριος είναι τόσο σπλαχνικός, ώστε ποτέ δεν περιφρονεί την προσευχή μας. Τη δέχεται χάρις στο άπειρο έλεός του και αναπληρώνει ο Ίδιος τις ελλείψεις της. Του αρκεί μόνο να έχουμε στραφή ειλικρινά προς Αυτόν, να μην τον ξεχνάμε.
605. Ο Λόγος του Θεού είναι ο Ίδιος ο Θεός. Να πιστεύης λοιπόν ακράδαντα σε ό,τι λέει ο Κύριος. Ο λόγος του Θεού είναι έργο. Κατά την προσευχή λοιπόν, τα λόγια μας πρέπει να είναι έργο και αλήθεια και όχι ψεύδος, υποκρισία και κολακεία. Ας το εφαρμόζεις αυτό σε όλη σου τη ζωή.
(Η εν Χριστώ ζωή μου - Αγ. Ιωάννου της Κροστάνδης, εκδόσεις Παπαδημητρίου, σελ. 242-243)
600. Ας προσπαθούμε να μένουν έναυλα μέσα μας τα λόγια του Σωτήρος: «ἐὰν μὴ στραφῆτε καὶ γένησθε ὡς τὰ παιδία, οὐ μὴ εἰσέλθητε εἰς τὴν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν» (Ματθ. ιη’ 3. 4), καθώς και τα λόγια του Αποστόλου: «Ως αρτιγέννητα βρέφη το λογικόν γάλα επιποθήσατε, ίνα εν αυτώ αυξηθήτε εις σωτηρίαν» (Α’ Πέτρ. β’ 2). Δηλαδή να είμαστε απλοί και καθαροί στην καρδιά.
601. Το πονηρό πνεύμα ψεύδεται εναντίον του Θεού μέσα μας. Ως προς την πανταχού παρουσία του, μας λέγει: «Που έστιν ο Θεός υμών;» (Ψαλμ. οη’ 10). Ως προς την αγάπη του: «Επιλέλησται ο Θεός, απέστρεψε το πρόσωπον αυτού» (Ψαλμ. θ’ 32). Τέλος, ως προς την ύπαρξί του: «Ουκ εστι Θεός» (ψαλμ. νβ’ 2).
602. Η ψυχή ξεδιψά στα ζωοποιά νάματα της προσευχής. Όταν προσεύχεσαι, πίστευε ακράδαντα ότι έχεις ενώπιόν σου τον εν Τριάδι Θεό, που σε ακούει με αγάπη. Ότι συ ο ελάχιστος και μηδαμινός έχεις τον Ύψιστο ευήκοο, πρόθυμο να ανταποκριθή στις ανάγκες σου. Ότι ενώπιον σου είναι ο άπειρος Θεός, «ο πανταχού παρών και τα πάντα πληρών».
(Η εν Χριστώ ζωή μου - Αγ. Ιωάννου της Κροστάνδης, εκδόσεις Παπαδημητρίου, σελ. 242)