ιστ'. ’Έλεγαν γι’ αυτόν και για τον Αββά Αμμούν, ότι, σαν πουλούσαν κάποιο αντικείμενο, μια φορά έλεγαν την τιμή του και ό,τι τους έδιναν το έπαιρναν σιωπώντας, με ήσυχη την ψυχή. Και πάλι, σαν καμμιά φορά ήθελαν να αγοράσουν κάτι, ό,τι τους ζητούσαν το έδιναν με σιωπή και έπαιρναν το αντικείμενο, χωρίς να προφέρουν λέξη.
ιζ’. Ο ίδιος Αββάς Αγάθων είπε : « Ποτέ δεν έδωσα αγάπη. Αλλά το δώσε και το πάρε αγάπη ήταν για μένα. Επειδή σκεφτόμουν, ότι το κέρδος του αδελφού μου είναι έργο καρποφορίας ».
ιη’. Ο ίδιος, όταν έβλεπε κάτι και ήθελε ο λογισμός του να το κρίνη, έλεγε μέσα του : «Αγάθων, συ μη το κάνεις αυτό ». Και έτσι ο λογισμός του ησύχαζε.
ιθ’ . Ο ίδιος είπε : « "Ένας οργίλος και νεκρό ν’ αναστήση, δεν είναι θεάρεστος ».
κ’ . Είχε κάποτε ο Αββάς Αγάθων δυο μαθητές οπού ζούσαν μόνοι τους, σαν αναχωρητές. Μια μέρα λοιπόν, ρώτησε τον ένα : « Πώς περνάς στο κελλί σου ; Και εκείνος αποκρίνεται «Νηστεύω έως το βράδι και τρώγω δυο παξιμάδια ». Του λέγει : « Καλή διατροφή, όπου δεν έχει κόπο πολύν ». Λέγει και στον άλλο : « Συ, πώς τα περνάς ; ». Και εκείνος άπαντά : « Νηστεύω δυο μέρες και δυο παξιμάδια τρώγω ». Και του λέγει ο γέρων : « Κοπιάζεις πολύ, δυο πολέμους κρατώντας. Γιατί, αν κάποιος τρώγη κάθε μέρα και δεν χορταίνη, κοπιάζει. Και είναι άλλος όπου θέλει να νηστεύη δυο μέρες και να χορταίνη. Και συ, διπλά νηστεύοντας, δεν χορταίνεις ».
κα’. "Ενας αδελφός ρώτησε τον Αββά Αγάθωνα σχετικά με τις σαρκικές αμαρτίες. Και του λέγει : « Πήγαινε, έκθεσε ενώπιον του Θεού την αδυναμία σου και θα έχης ανάπαυση ».
κβ’. ’Αρρώστησε κάποτε ο Αββάς Αγάθων και κάποιος άλλος από τους γέροντες. Ενώ δε ήταν πλαγιασμένοι στο κελλί, διάβαζε ο αδελφός από τη Γένεση. Και έρχεται στο σημείο, όπου λέγει ο Ιακώβ : « Ιωσήφ ούκ έστι, Συμεών ούκ έστι και τον Βενιαμίν λήψεσθε· και κατάξετέ μου το γήρας μετά λύπης εις Άδου ». Και αποκρίθηκε ο γέρων και είπε : « Δεν σου αρκούν οι άλλοι δέκα, Αββά Ιακώβ ; ». Λέγει ο Αββάς Αγάθων : « Πάψε, γέροντα. Αν ο θεός δικαιώνη, ποιος είναι όπου θα κατακρίνη ; ».
κγ’ . Είπε ο Αββάς Αγάθων : « Αν έχω κάποιον όπου τον αγαπώ υπερβολικά και καταλαβαίνω ότι με ρίχνει σε ελάττωμα, τον αποκόβω από μένα ».
κδ’ . Είπε πάλι : « Πρέπει ο άνθρωπος, κάθε ώρα, να έχη καλά υπ’ όψη του ότι θα τον κρίνη ο θεός ».
κε΄."Έλεγε ο Αββάς Ιωσήφ, ενώ κάποιοι αδελφοί μιλούσαν για την αγάπη : « Εμείς ξέρουμε τι είναι αγάπη ; ». Και είπε για τον Αββά Αγάθωνα ότι είχε ένα μικρό σκαλιστήρι και τον επισκέφθηκε ένας αδελφός και το επήνεσε. Και δε τον άφησε να φύγη, αν δεν έπαιρνε το μικρό σκαλιστήρι.
κστ΄. ’Έλεγε ο Αββάς Αγάθων : « Αν ήταν δυνατόν να βρω κάποιον λεπρό και να του δώσω το σώμα μου και να πάρω το δικό του, θα μου ήταν ευχάριστο. Γιατί αυτή είναι η τελεία αγάπη ».
κζ'. ’Έλεγαν πάλι γι’ αυτόν : «Πήγε κάποτε στην πόλη για να πουλήση αντικείμενα. Βρίσκει λοιπόν στην πλατεία κατάκοιτο έναν άνθρωπο ξένο, όπου δεν είχε κανέναν για να τον φροντίζη. Και έμεινε μαζί του ο γέρων, αφού νοίκιασε δωμάτιο και από το εργόχειρό του πλήρωνε το ενοίκιο και τα υπόλοιπα τα ξώδευε σε ό,τι χρειαζόταν ο άρρωστος. Και έμεινε έτσι τέσσερις μήνες, ωσότου έγιανε ο άρρωστος. Και κατόπιν ο γέρων έφυγε για το κελλί του με ειρήνη ».
κη'. ’Έλεγε ο Αββάς Δανιήλ : « Πριν έλθη ο Αββάς Αρσένιος στους πατέρες μου, αυτοί ζούσαν με τον Αββά Αγάθωνα. Αγαπούσε δε ο Αββάς Αγάθων τον Αββά Αλέξανδρο, γιατί ήταν ασκητής και καλόβολος. Κάποτε, έτυχε όλοι οι μαθητές του να πλένουν στο ποτάμι τα θρύα. Και ο Αββάς Αλέξανδρος τα έπλενε σιγά - σιγά. Οι δε υπόλοιποι μαθητές είπαν στον γέροντα : Ο αδελφός Αλέξανδρος τίποτε δεν κάνει. Και θέλοντας να τους θεραπεύση, του λέγει : Αδελφέ Αλέξανδρε, καλά να τα πλένης, γιατί είναι λινάρια. Και μόλις εκείνος το άκουσε, λυπήθηκε. "Υστερα όμως, τον παρηγόρησε ο γέρων, λέγοντας : Μη θαρρείς ότι δεν ήξερα ότι καλά έκανες τη δουλειά σου. Αλλά ό,τι σου είπα, το είπα γι’ αυτούς, για να θεραπεύσω τον λογισμό τους με τη δική σου υπακοή, αδελφέ ».
(Είπε Γέρων,Το Γεροντικόν εκδ. Αστήρ, Αθήνα 1996 σελ.35-37 )
Η ευχή που βγαίνει από την καρδιά, είναι θεϊκή ευχή.
Τώρα να σάς δώσω και εγώ μία... «κατάρα»! Ο Θεός να πλημμυρίση την καρδιά σας με την καλωσύνη Του και την πολλή Του αγάπη, μέχρι που να παλαβώσετε, για να φύγη ο νούς σάς πια από την γη και να βρίσκεται από τώρα κοντά Του στον Ουρανό. Να τρελλαθήτε από την θεία τρέλλα της αγάπης του Θεού! Να σάς κάψη ο Θεός με την αγάπη Του τις καρδιές σας! Αλλη φορά μη με αναγκάσετε για δεύτερη, γιατί πιάνει η... «κατάρα» μου (η καλή), επειδή βγαίνει από την καρδιά μου. Και τότε που ήμουν στο Σανατόριο σάς είχα λυπηθή. Οκτώ χρόνια μερικές περίμεναν: «Θα κάνουμε Μοναστήρι», έλεγαν, αλλά το Μοναστήρι δεν γινόταν. Είχαν μαραζώσει. Τότε είπα: «Μόλις βγώ από το νοσοκομείο, θα φυτρώση το Μοναστήρι σαν μανιτάρι. Σε έναν χρόνο θα είστε στο Μοναστήρι!». Και πράγματι σε έναν χρόνο μέσα έγινε το Μοναστήρι! Το είπα, εκεί πέρα, με την καρδιά μου. Είχατε καλή διάθεση, γι' αυτό δεν σάς άφησε ο Θεός, αλλιώς δεν εξηγείται!
Όταν πονέσης έναν άνθρωπο που έχει ταπείνωση και με την καρδιά του σου ζητά να ευχηθής λ.χ. για ένα πάθος που τον ταλαιπωρεί και του πής, «μή φοβάσαι, θα γίνης καλύτερος», του δίνεις τέτοια ευχή, που είναι θεϊκή ευχή. Έχει πολλή αγάπη, πόνο, και γι' αυτό πιάνει. Είναι αρεστό στον Θεό, και εκπληρώνει ο Θεός την ευχή. Δηλαδή και μόνον ο πόνος που νιώθει κανείς για κάποιον είναι σαν ευχή.
Μία φορά, όταν ήμουν στρατιώτης, με έστειλε ο Διοικητής να εκπληρώσω ένα τάμα σε ένα εξωκκλήσι του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου, γιατί τότε με τον πόλεμο μας είχε βοηθήσει ο Αγιος. Θα πήγαινα να πάρω δύο μανουάλια για το εκκλησάκι και παράλληλα θα συνόδευα και κάποιον που ήταν να περάση από Στρατοδικείο στην Ναύπακτο. Οι άλλοι είπαν στον Διοικητή: «Βρήκες άνθρωπο να τον παραδώση!». Ήταν από την Ήπειρο ο καημένος, οργανοπαίκτης, φτωχός, παντρεμένος, με παιδιά, και είχε κατηγορηθή ότι αυτοτραυματίσθηκε, για να γλυτώση τον πόλεμο. Σού λέει: «Καλύτερα να είμαι με ένα πόδι παρά να σκοτωθώ». Κατεβήκαμε στο Αγρίνιο, είχε κάποιους γνωστούς εκεί. «Να πάμε να τους δώ», μου λέει. «Να πάμε», του λέω. «Να πάμε εδώ, να πάμε εκεί», τί να κάνω, πήγαινα και εγώ μαζί του. Μεγάλη ταλαιπωρία! Και δεν ήθελε να πάω να τον παραδώσω. Τον λυπόμουν και εγώ, τον καημένο. Τον πόνεσα πάρα πολύ και του λέω: «Θα δής, εσύ θα περάσης καλύτερα από όλους! Και ο Διοικητής θα στείλη καμμιά επιστολή και θα σε βάλουν σε καμμιά υπηρεσία, θα οικονομήσης και τα παιδιά σου και θάχης εξασφαλισμένη και την ζωή σού». Τελικά, όταν φθάσαμε στην Ναύπακτο, μαθαίνουμε ότι είχε στείλει ο Διοικητής επιστολή και απαλλάχθηκε, αλλιώς είχε ντουφέκισμα. Εν καιρώ πολέμου είναι αυστηρά τα πράγματα. Τον λυπήθηκε ο Διοικητής, επειδή ήταν οικογενειάρχης, και τον έβαλαν μάγειρα στο Κέντρο Διερχομένων. Έφερε και την οικογένειά του κοντά και πέρασε την καλύτερη ζωή από όλους. Και επειδή οι στρατιώτες δεν πήγαιναν πάντοτε εκεί να φάνε, περίσσευε φαγητό, και τάιζε και τα παιδιά του. Όλοι μετά του έλεγαν: «Εσύ πέρασες καλύτερα από όλους μας». Γιατί εμείς οι άλλοι ήμασταν πάνω στα βουνά, στα χιόνια. Ήταν ευάρεστο στον Θεό αυτό που του είχα ευχηθή, γιατί το είπα με πόνο, μέσα από την καρδιά μου, και γι' αυτό το έκανε ο Θεός.
Θυμάμαι μία άλλη περίπτωση πάλι, στην Κόνιτσα, όταν ήμουν στην Ιερά Μονή Στομίου. Μετά την Πανήγυρη της Παναγίας στις 8 Σεπτεμβρίου, οι προσκυνητές τα είχαν αφήσει όλα άνω-κάτω. Εκεί που τακτοποιούσα κάτι, βλέπω, κάθησε η αδελφή μου και μία άλλη κοπέλα να συμμαζέψουν. Αυτή η καημένη είχε ακόμη δύο αδελφές - η μία μικρότερη - οι οποίες είχαν παντρευτή, και αυτή είχε μείνει ακόμα ανύπανδρη. Τί φιλότιμο είχε! Κάθησε και τα τακτοποίησαν όλα και στο τέλος μου λέει: «Αν χρειάζεται, Πάτερ, να καθήσουμε να κάνουμε και τίποτε άλλες δουλειές». «Τόσο πολύ φιλότιμο!». λέω μέσα μου. Πάω στο Εκκλησάκι και λέω με όλη την καρδιά μου: «Παναγία μου, οικονόμησε την εσύ. Εγώ δεν έχω τί να της δώσω» -καί να είχα, δεν θα το δεχόταν κιόλας. Έ, μόλις πήγε στο σπίτι της, την περίμενε ένας που ήμασταν μαζί στρατιώτες, ένα πολύ καλό παιδί, κομμάτι μάλαμα και από καλή οικογένεια. Παντρεύτηκαν, μία χαρά! Πώς την πλήρωσε η Παναγία!
(Λόγοι τόμος Α. σελ. 110-112)
Η βασκανία.
Η ζήλεια, όταν έχη κακότητα, μπορεί να κάνη ζημιά. Αυτή είναι η βασκανία, είναι μία δαιμονική ενέργεια.
- Γέροντα, την βασκανία την παραδέχεται η Εκκλησία;
- Ναί, υπάρχει και ειδική ευχή . Όταν κανείς λέη κάτι με φθόνο, τότε πιάνει το «μάτι».
- Πολλοί, Γέροντα, ζητούν «ματάκια» για τα μωρά, για να μην τα ματιάζουν. Κάνει να φορούν τέτοια;
- Όχι, δεν κάνει. Να λέτε στις μητέρες σταυρό να τα φορούν.
- Γέροντα, αν κανείς επαινέση ένα ωραίο έργο, και αυτοί που το έφτιαξαν δεχθούν τον έπαινο με υπερήφανο λογισμό και γίνη ζημιά, αυτό είναι βασκανία;
- Αυτό δεν είναι βασκανία. Σ' αυτήν την περίπτωση λειτουργούν οι πνευματικοί νόμοι. Παίρνει την Χάρη Του ο Θεός από τον άνθρωπο, και τότε γίνεται ζημιά. Βασκανία υπάρχει σε σπάνιες περιπτώσεις. Ιδίως οι άνθρωποι που έχουν ζήλεια και κακότητα -λίγοι είναι τέτοιοι - αυτοί είναι που ματιάζουν. Μία γυναίκα λ.χ. βλέπει ένα παιδάκι χαριτωμένο με την μάνα του και λέει με κακότητα: «Γιατί να μην το είχα εγώ αυτό το παιδί; Γιατί να το δώση ο Θεός σ' αυτή;». Τότε το παιδάκι εκείνο μπορεί να πάθη ζημιά, να μην κοιμάται, να κλαίη, να ταλαιπωρήται, γιατί εκείνη το είπε με μία κακότητα. Και αν αρρώσταινε και πέθαινε το παιδί, θα έννιωθε χαρά μέσα της. Αλλος βλέπει ένα μοσχαράκι, το λαχταρά, και αμέσως εκείνο ψοφάει.
Πολλές φορές όμως μπορεί να ταλαιπωρήται το παιδί και να φταίη η ίδια η μάνα. Μπορεί δηλαδή η μάνα να είδε καμμιά φορά κανένα αδύνατο παιδάκι και να είπε: «Τί είναι αυτό; Τί σκελετωμένο παιδί!». Να καμάρωνε το δικό της και να κατηγόρησε το ξένο. Και αυτό που είπε με κακία για το ξένο παιδί, πιάνει στο παιδί της. Μετά το παιδί ταλαιπωρείται εξ αιτίας της μάνας, χωρίς να φταίη. Λειώνει- λειώνει το καημένο, για να τιμωρηθή η μάνα και να καταλάβη το σφάλμα της. Τότε φυσικά το παιδί θα πάη μάρτυρας! Τα κρίματα του Θεού είναι άβυσσος.
(Λόγοι τόμος Α σελ. 108-110)
Αγάπη.
Στα μάτια του Θεού είναι πάντα εξαιρετικά ευάρεστο το ότι ένας άνθρωπος, που έχει άλλους κάτω από τις διαταγές του, προσπαθεί να βρίσκει τρόπους για να παραμυθεί, ν’ ανακουφίζει και να ξεκουράζει τους υφισταμένους του. Όχι μόνο « παρακαλών αυτούς εν τοις λόγοις» (πρ6λ. A Θεσ. 4:18) «μηδέ τη γλώσση, αλλ’ εν έργω και αληθεία» (Α΄ Ιω. 3:18).
***
Χώνεψέ το καλά, ότι είναι ανώφελη μόνη η προσευχή, αν δεν συνοδεύεται παράλληλα από πνευματικό αγώνα και αντίστοιχη προκοπή στην αρετή. Ο άγιος Μακάριος ο Αιγύπτιος λέει ότι μια τέτοια προσευχή είναι νόθα· ότι είναι, θα λέγαμε, μια κακόζηλη απομίμηση της αληθινής προσευχής. Και, φυσικά, μια τέτοια προσευχή δεν εισακούεται από τον Κύριο: «αμαρτωλών ο Θεός ουκ ακούει, αλλ’ εάν τις θεοσεβής ή και το θέλημα αυτού ποιή, τούτου ακούει» (Ίω. 9:31).
Όσο για τον πόθο σου ν’ αποτραβηχτείς στην ερημία για ησυχαστική ζωή, μην ξεχνάς τι μας λέει ο άγιος Νείλος Σόρσκυ: Η μόνωση δεν ωφελεί τον καθένα. Η αγάπη μας για το Θεό βρίσκει την πιο γνήσια έκφρασή της στην αγάπη μας για τους ανθρώπους. «Ταύτην την εντολήν έχομεν απ’ αυτού, ινα ο αγαπών τον Θεόν αγαπά και τον αδελφόν αυτού» (Α'Ιω. 4:21). Ακόμη και όταν οι άνθρωποι μας μισούν και μας περιφρονούν, εμείς πρέπει να τους ευχαριστούμε γι’ αυτό, γιατί έτσι γίνονται τα εργαλεία για την ψυχική θεραπεία και τη διόρθωσή μας. Να γιατί τόσο εμφαντικά τονίζει ο άγιος Μακάριος: Δεν υπάρχει άλλος τρόπος να σωθεί ο άνθρωπος, παρά μόνο διά του πλησίον!
Όταν είσαι σε καλή πνευματική κατάσταση και νομίζεις ότι ο Θεός σ’ έχει σκεπάσει με τη χάρη Του, προσοχή τότε! Ο εχθρός ποτέ δεν κοιμάται, και η βαθιά ταπείνωση είναι το μόνο όπλο που τον συντρίβει.
***
Έχεις τη συναίσθηση ότι σφάλλεις. Και όμως επιμένεις στην άποψή σου, δικαιώνεις τον εαυτό σου μπροστά στους άλλους, εξάπτεσαι και θυμώνεις, επειδή δεν γίνονται αποδεκτά όσα λες ή κάνεις. Καταλαβαίνεις πολύ καλά ότι ολ’ αυτά δείχνουν έλλειψη ταπεινού φρονήματος, έπαρση, υπερηφάνεια.
Αγωνίσου λοιπόν ν’ αποκτήσεις ταπείνωση. Αγωνίσου ν’ αποκτήσεις όμως και αγάπη, φιλαδελφία, φιλανθρωπία. Η αληθινή φιλανθρωπία δεν περιορίζεται ποτέ σε ελεημοσύνες, υλικές προσφορές και δώρα, όσο μεγάλα κι αν είναι αυτά. Αληθινή φιλανθρωπία σημαίνει λιώσιμο της καρδιάς από απέραντη ευσπλαχνία για όλα τα δημιουργήματα του Θεού. Και ανάβει μέσα στον άνθρωπο μια ζεστή, καθάρια φλόγα συμπάθειας και αγάπης για όλους και για όλα, καθώς και τη σταθερή απόφαση για βοήθεια και συμπαράσταση σε καθένα ξεχωριστά από το πλήθος των δυστυχισμένων ανθρώπων. Αληθινή φιλανθρωπία δηλαδή σημαίνει, όπως λέει ο αββάς Ισαάκ ο Σύρος, να καίγεται η καρδιά μας για ολόκληρη την κτίση και για τους ανθρώπους και για τα ζώα και για τα πουλιά και για τους δαίμονες και για όλα τα δημιουργήματα. Και από τη θύμηση και τη θεωρία τους να τρέχουν δάκρυα από τα μάτια και από την πολλή συμπάθεια και ευσπλαχνία να μαζεύεται και να γίνεται κουβάρι η καρδιά του φιλανθρώπου και να μην υποφέρει να δει η ν’ ακούσει πως συνέβη κάποια βλάβη η κάτι θλιβερό στην κτίση. Γι’ αυτό εύχεται κάθε ώρα με δάκρυα ακόμα και για τ’ άλογα ζώα και για τους εχθρούς της αλήθειας και για κείνους που τον βλάπτουν, για να τους φυλάξει και να τους ελεήσει ο Θεός.
Πνευματική Αφροσύνη
Για να διαφωτισθείς πάνω στο ζήτημα που σε βασανίζει, μελέτησε τα Υπομνήματα του αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου στα ιερά Ευαγγέλια . Από μένα τώρα άκουσε συνοπτικά τα εξής:
Η πίστη είναι αληθινά ένα δώρο. Ένα δώρο, που αποκτήσαμε με την ενανθρώπηση του Κυρίου. Ένα δώρο όμως, που Εκείνος δεν μας αναγκάζει ν’ αποδεχθούμε. Το γεγονός λοιπόν αυτό δεν καταργεί την ελευθερία μας - αλλά ούτε και την ευθύνη μας. Ο Θεός δεν μας ζητάει μόνο πίστη. Ζητάει και έργα. Οπωσδήποτε, προηγείται πάντα η χάρη Του, η οποία, με τη φωνή της συνειδήσεώς μας, μας καλεί στο δίκαιο και στην αρετή. Γι’ αυτό ακριβώς, επειδή στη χάρη Του οφείλουμε τα πάντα, δεν έχουμε κανένα λόγο να υπερηφανευθούμε, είτε για την πίστη μας είτε για τα έργα μας. Τί έλεγε ο απόστολος Παύλος; «Χάριτι Θεού ειμί ο ειμί» (Α' Κορ. 15:10).
Ο Θεός, χρησιμοποιώντας τη συνείδησή μας, μας καλεί στο αγαθό. Όταν όμως εμείς θεληματικά αρνούμαστε να το κάνουμε, Εκείνος σέβεται την ελευθερία μας και επιτρέπει να γίνει το θέλημά μας. Αλλά τότε, αλλοίμονο, ο νους μας σκοτίζεται, η θέλησή μας εξασθενεί, και πέφτουμε σε αναρίθμητες αμαρτίες. Παράλληλα, οι καρποί του Πνεύματος (βλ. Γαλ. 5:22-23) αφαιρούνται από μας, και χορηγούνται σ’ εκείνους που ακολουθούν τις εντολές του Κυρίου μας Ιησού. Θυμήσου τι έγινε στην παραβολή των ταλάντων (Ματθ. 25:28-29)...
Η μετάνοιά μας είναι αληθινή και γνήσια, όταν αποφασίζουμε να μην ξαναγυρίσουμε ποτέ στην αμαρτία μας. Αν δεν πάρουμε σταθερά αυτή την απόφαση, η μετάνοιά μας είναι κάτι χειρότερο από άχρηστη. Συνεχίζοντας τη διάπραξη μιας αμαρτίας — ως «κύων επιστρέψας επί το ίδιον εξέραμα και υς λουσαμένη εις κύλισμα βορβόρου» (Β Πέτρ. 2:22) —, ενώ έχουμε ήδη αναγνωρίσει ότι είναι αμαρτία, και ενώ ελεγχόμαστε εσωτερικά γι’ αυτή, φαίνεται πώς υπολογίζουμε παράλογα στην απέραντη συγχωρητικότητα του Θεού. Και η αφροσύνη μας αυτή είναι τόσο καταδικάσιμη, όσο σχεδόν και η αντί θετή της κατάσταση, η απελπισία.
(Πνευματικές Νουθεσίες, εκδ. Ιερά Μονή Παρακλήτου, σελ. 77-85)
Οι Χριστιανοί τη νηστεία των τροφών ούτε την ΥΠΕΡΤΙΜΟΥΜΕ, ούτε την ΥΠΟΤΙΜΟΥΜΕ, αλλά την ΤΙΜΟΥΜΕ!
Δεν την ΥΠΕΡ-ΤΙΜΟΥΜΕ! Δεν την βάζουμε πάνω από τη νηστεία των παθών. Πρώτα είναι η νηστεία των παθών και μετά των τροφών. Η νηστεία των τροφών είναι ένα πνευματικό "εργαλείο", ένα "μέσο" άσκησης, ενώ η νηστεία των παθών είναι σκοπός! Δυστυχώς πολλούς Χριστιανούς, τους πειράζει που δεν τήρησαν σωστά κάποια νηστεία και δεν τους πειράζει που κάνουν άλλα αμαρτήματα πολύ πιο σοβαρά. Τους πείραξε π.χ. που έπεσε γάλα στον καφέ τους, αλλά όχι που κρατάνε μούτρα ή που δεν εξομολογούνται, ή που είναι βίαιοι, υβριστές, εγωιστές κλπ. Τόσο πολύ χάνεται η ουσία! Αυτό σημαίνει τυπολατρεία! Όπως ακριβώς ο Φαρισαίος. Τέλειος νηστευτής και τέλειος κατακριτής και υπερήφανος.
Δεν την ΥΠΟ-ΤΙΜΟΥΜΕ! Το άλλο άκρο. Άλλοι, καταλύουν προκλητικά και με ανευλάβεια τη νηστεία θεωρώντας οι ίδιοι και λέγοντας ότι «Δεν βλέπει αυτά ο Θεός! Τα «εξερχόμενα» μετράνε και όχι τα «εισερχόμενα» [μόνο αυτό το χωρίο διάλεξαν αγνοώντας όλα τα άλλα περί νηστείας]» και «το Θεό τον νοιάζει η ψυχή μας, να είμαστε καλοί άνθρωποι κλπ.». Παραβλέπουν βέβαια συνειδητά, ότι ένα από τα πάθη της νηστείας των παθών, είναι και η λαιμαργία, η κοιλιοδουλεία, την οποία η νηστεία των τροφών καταπολεμά. Παραδόξως όμως, πολλοί που υποτιμούν τη νηστεία της Εκκλησίας και την καταπατούν βάναυσα, είναι έτοιμοι, με ζήλο θαυμαστό, να κάνουν αυστηρότατες «δίαιτες» για λόγους υγείας ή απλώς για εμφανισιακούς λόγους ή να είναι ένθερμοι ιδεολογικοί "vegan", χορτοφάγοι κλπ., αλλά για την αγάπη του Χριστού που θυσίασε τη ζωή Του για μας, εκεί δεν είναι διατεθειμένοι να κάνουν θυσία σε κάποια φαγητά! Για ωραίο σώμα κάνουν άσκηση. Για την αγάπη του Χριστού καμία άσκηση...
Τη Μ. Τεσσαρακοστή π.χ. που νηστεύουμε επισήμως ΟΛΟΙ οι Χριστιανοί 40 ημέρες για το Πάσχα, γι' αυτό και λέγεται Σαρακοστή, άλλωστε, και γι' αυτό από παιδιά στο σχολείο κόβαμε ένα πόδι στο τέλος κάθε βδομάδας από τη χάρτινη ζωγραφιά της κυράς-Σαρακοστής από τα 7 πόδια-εβδομάδες νηστείας, δυστυχώς μόνο στην Ορθόδοξη Ελλάδα συμβαίνει να νηστεύουν οι Έλληνες Ορθόδοξοι(!) μόνο την Καθαρά Δευτέρα και να εύχονται "ΚΑΛΗ ΣΑΡΑΚΟΣΤΉ"(!) και μετά, ΣΑΝ ΝΑ ΕΞΑΦΑΝΙΣΤΗΚΕ Η ΣΑΡΑΚΟΣΤΗ και να μετονομάστηκε σε Καθαροδευτερομεγαλοβδομάδα (!), κάνουν ένα ΑΛΜΑ ΤΕΡΑΣΤΙΟ και ξανανηστεύουν μόνο τη Μ. Εβδομάδα, καταπατώντας προκλητικά και όχι από αδυναμία, αλλά επειδή έτσι το σκέφτηκαν, όλη την άλλη νηστεία της Μ. Σαρακοστής, έτσι απλά με δική τους αυθαίρετη λογική, θεωρώντας, μάλιστα, υπερβολικούς αυτούς που τηρούν το αυτονόητο! Άλλο το να μην καταφέρνω να νηστεύω σωστά και να μετανοώ για αυτό και να παραδέχομαι την αδυναμία μου και τη λαιμαργία μου (αυτό είναι άξιο κάθε συγχώρησης), άλλο το να έχω ιατρικούς λόγους ή άλλους ειδικούς λόγους (και αυτό απολύτως άξιο συγχώρησης) και άλλο να δικαιολογώ την αδυναμία μου και να κάνω και μάθημα κιόλας και να «θεολογώ», μάλιστα, για το ότι δε χρειάζεται η νηστεία! Το ένα δείχνει ειλικρίνεια και συναίσθηση και αγαθή ψυχή, ενώ το άλλο εγωισμό, αλαζονεία.
Άρα τη νηστεία την ΤΙΜΟΥΜΕ! Διότι πρώτος την τίμησε ο Χριστός, αν και δεν είχε καμία ανάγκη να νηστέψει και όμως νήστεψε σαράντα ημέρες και την τίμησαν και οι Απόστολοι και όλοι οι άγιοι ανεξαιρέτως!
Οπότε κάθε Χριστιανός οφείλει ανάλογα με την υγεία του, την ηλικία του, τις σωματικές του δυνάμεις, τις συνθήκες της ζωής του και της οικογένειάς του και την διακριτική καθοδήγηση του πνευματικού του, να κάνει «το καλύτερο που μπορεί» στη νηστεία των τροφών. Ο καθένας ξέρει καλά μέσα στη συνείδησή του ποιο είναι αυτό το «καλύτερο», για αυτό και η νηστεία δεν μπαίνει σε γενικούς κανόνες ούτε απολυτοποιείται!
Τέλος τη νηστεία μας ούτε την διαλαλούμε και την επιδεικνύουμε και την προβάλλουμε εμμέσως ή αμέσως, χωρίς μάλιστα να ερωτηθούμε, ώστε να φανούμε στους άλλους ως ευλαβείς και να μας θαυμάσουν! Ούτε λέμε τι νηστεία κάνουμε και πώς την κάνουμε και τονίζουμε με νόημα (ακόμα και στην Εξομολόγηση δυστυχώς πολλές φορές που υποτίθεται ότι λέμε μόνο τις πτώσεις μας…) τα άλαδα ή μη άλαδα που κάναμε. Αυτό είναι υπερηφάνεια και μάλιστα ύπουλη. Αλλά την κρύβουμε επιμελώς από τα μάτια όλων.
Ούτε όμως, αν είναι αδύνατον να κρυφτεί ή αν ερωτηθούμε ή αν το καλεί η οποιαδήποτε περίσταση, διστάζουμε να την ομολογήσουμε ξεκάθαρα και χωρίς ντροπή, ταπεινά αλλά θαρραλέα, διότι την κάνουμε για το Χριστό και δεν φοβόμαστε να το ομολογήσουμε, όπως άλλωστε και κάθε άλλο χριστιανικό μας καθήκον! Καλή και ευλογημένη Σαρακοστή!
Γιά να μάς συγχωρήσει ό Θεός, ας συγχωρούμε κι εμείς τούς ανθρώπους.
Είμαστε όλοι σ' αυτή τη γή προσωρινοί, ως φιλοξενούμενοι. Ή παρατεταμένη νηστεία και ή βαττολογία στην προσευχή είναι ματαιοπονία, χωρίς τη συγχωρητικότητα και το αληθινό έλεος.
Ό Θεός είναι ό αληθινός Ιατρός οι αμαρτίες είναι ή λέπρα. Όποιον ό Θεός καθαρίζει, επίσης και τον δοξάζει.
Κάθε ελεήμονα πράξη των ανθρώπων ό Θεός με έλεος τήν ανταμείβει.
Εκείνος πού ανταποδίδει τήν αμαρτία με αμαρτία, χωρίς έλεος απόλλυται.
Το πύον δεν καθαρίζεται με πύον από μολυσμένες πληγές.
Ούτε το σκοτάδι της υπόγειας φυλακής διαλύεται με σκοτάδι.
Το αγνό βάλσαμο επουλώνει τα έλκη των πληγών και το φως διαλύει το σκοτάδι της υπόγειας φυλακής. Στους βαριά τραυματισμένους το έλεος είναι σαν βάλσαμο
Με το έλεος όλοι αγάλλονται, όπως με το φως στο σκοτάδι.
Ό τρελός λέει: «Δεν έχω ανάγκη από έλεος!».
Όταν όμως συγκλονίζεται από τη δυστυχία, τότε κραυγάζει για έλεος!
Οι άνθρωποι κολυμπούν μέσα στο έλεος του Θεού- αυτό, το έλεος του Θεού, μάς ξυπνάει στη ζωή!
Γιά να μάς συγχωρήσει ό Θεός,ας συγχωρούμε κι εμείς τούς ανθρώπους,είμαστε όλοι σ’ αύτή τη γη προσωρινοί, ως φιλοξενούμενοι.
Από το βιβλίο ο ''Ο πρόλογος της Αχρίδος''Μήνας Φεβρουάριος
(Αναστασίου αρχιεπισκόπου Αλβανίας).
Βίος. Τα στοιχεία για τη ζωή του μεγάλου πέρση προφήτη του αρχαίου κόσμου είναι λίγα και αποσπασματικά. Η προσωπικότητά του εξακολουθεί να κρύβεται σε ομίχλη. Παλαιότεροι ερευνητές τον τοποθετούν στον 7ο ή τον 6ο αι. π.Χ. νεότεροι προτιμούν την εποχή μεταξύ 140Ο και 10ΟΟ π.Χ. Το όνομα Ζωροάστρης είναι η εξελληνισμένη μορφή του αρχαιοπερσικού «Ζαρατούστρα», που σημαίνει «αυτός με τις ανοιχτόχρωμες καφέ καμήλες» ή, πιθανότερα, «εκείνος ο οποίος κατευθύνει καμήλες». Μέλος της υποφυλής Σπιτάμα, γεννήθηκε μάλλον στη Βακτριανή, στα σύνορα Αφγανισταν-Τουρκεστάν. Ο Ζωροάστρης ανήκε στο ινδοϊρανικό κύμα που έφθασε στην Περσία στα μέσα της 2ης χιλιετηρίδας π .X. Έδρασε στη μεταβατική περίοδο, από τον νομαδικό στον αγροτικό βίο. Ο ίδιος ονομάζει τον εαυτό του «Ζαουτάρ», δηλαδή «Ιερέα» εκστατικού τύπου. Σύμφωνα με την παράδοση, νυμφεύθηκε τρεις φορές και απέκτησε συνολικά τρεις γιούς και τρεις κόρες.
Στα τριάντα του χρόνια έλαβε την κλήση στο προφητικό έργο με ένα όραμα. Ακολούθησαν κι άλλα, που τον βεβαίωσαν ότι όφειλε να μεταδώσει τη θρησκευτική αποκάλυψη για τη μοναδικότητα Του Αχούρα Μάζδα. Αυστηρός κριτής του παραδοσιακού θρησκευτικού κατεστημένου, ο Ζωροάστρης προκάλεσε θερμή αφοσίωση, αλλά και βίαιη αντίδραση. Αποδοκίμασε ορισμένες αιματηρές θυσίες και παραδοσιακά τελετουργικά, ενώ αντίθετα επέμεινε στην καθαρότητα της ψυχής. Κράτησε όμως τον σεβασμό στη φωτιά, που θεωρούσε ότι εκφράζει συμβολικά τη λαμπρότητα του Αχούρα Μάζδα. Χρειάσθηκε να περάσουν δέκα χρόνια για να αποκτήσει -στο πρόσωπο του εξαδέλφου του- τον πρώτο οπαδό. Αναγκασμένος να απομακρυνθεί από τη φυλή του, βρήκε τελικά, στα 42 του χρόνια, καταφύγιο και υποστήριξη στην αυλή του βασιλιά Βιστάσπα, ο οποίος ανακήρυξε τη διδασκαλία του Ζωροάστρη επίσημη θρησκεία. Οι μαθητές του Ζωροάστρη είναι γνωστοί με διάφορα ονόματα όπως: «πτωχοί, «φίλοι», «γνώστες», «σύντροφοι στον όρκο», τα οποία προσδιορίζουν και τον χαρακτήρα τους.
Οι πηγές συμφωνούν ότι ο Ζωροάστρης πέθανε 77 ετών. Σύμφωνα με μεταγενέστερη πληροφορία, φονεύθηκε από Ιερέα της παλαιάς θρησκείας μπροστά σε ένα βωμό, σε μια επιδρομή εναντίον της πρωτεύουσας Του Βιστάσπα.
Διδασκαλία
Ο Ζωροάστρης δίδαξε σχεδόν μισό αιώνα. Από τη διδασκαλία του σώθηκαν μερικά μόνο αποσπάσματα, στους 17 ύμνους των Γκάθα, που καταγράφηκαν και εντάχθηκαν στη ζωροαστρική βίβλο «Αβέστα» και στην Ιερή περσική γραμματεία, τη γνωστή ως «Παχλαβί», που βασίζεται σε παλαιότερα κείμενα που έχουν χαθεί. Σκόρπιες πληροφορίες για τον Ζωροάστρη δίνουν επίσης έλληνες, ρωμαίοι και άραβες συγγραφείς. Βασικές γραμμές του ζωροαστρικού κηρύγματος είναι ότι ο Αχούρα Μάζδα («Σοφός Κύριος») δημιούργησε το σύμπαν, τον πνευματικό και υλικό κόσμο και είναι κύριος και φίλος όλων των ανθρώπων. Η πηγή του κακού είναι το καταστρεπτικό πνεύμα (Άνγκρα Μαϊνιού). Βίαιο και πονηρό, δημιούργησε τους δαίμονες και κυριαρχεί στον άδη, δρώντας πάντοτε αντίθετα προς τον «Σοφό Κύριο». Δεν πρόκειται όμως για ακραιφνή δυϊσμό. Όλοι οι άνθρωποι, άνδρες και γυναίκες, ανεξάρτητα από κοινωνική κατάσταση, είναι ελεύθεροι να διαλέξουν ανάμεσα στο καλό και το κακό. Με βάση αυτή την εκλογή, τις σκέψεις, τα λόγια, τις πράξεις, θα κριθούν στο επέκεινα.
Στο ζωροαστρικό σύστημα κεντρική θέση κατέχουν και οι «Αμέσα Σπέντα», οι «γενναιόδωροι» ή «σωτήριοι αθάνατοι», επίσης δημιουργήματα του Αχούρα Μάζδα, των οποίων η φύση, όπως αποκαλύπτουν τα ονόματά τους, έχει έντονα αφηρημένο και καθοδηγητικό χαρακτήρα: «Βόχου-μανα» (καλή σκέψη), Άσα Βαχίστα» (δικαιοσύνη), «Ξάθρα Βαΐρια» (επιθυμητή κυριαρχία ή βασιλεία), «Σπέντα Αρμαΐτι» (αφοσίωση, υπακοή), «Χαουρβατάτ» (υγεία) και «Αμερετάτ» (ζωή, αθανασία). Στους έξι «γενναιόδωρους αθάνατους» αντιστοιχούν οι έξι δημιουργίες: βοοειδή, φωτιά, γη, μέταλλα, νερό, φυτά. Ως έβδομη δημιουργία θεωρείται ο άνθρωπος και συναρτάται αμεσότερα με τον Αχούρα Μάζδα.
Η θρησκευτική διδασκαλία του Ζωροάστρη, με σαφή μονοθεϊστική χροιά, επιβλήθηκε αργότερα σ’ ολόκληρη την Περσία και επί αιώνες δέσποζε σ΄ αυτήν. Ο σπουδαίος αυτός θρησκευτικός ηγέτης είναι ο μόνος με ιερατική Ιδιότητα ανάμεσα στους Ιδρυτές των μεγάλων θρησκειών και η μορφή του διατηρήθηκε διαυγής χωρίς ποτέ να θεοποιηθεί. Η ζωροαστρική σύλληψη είναι βασικά αισιόδοξη και προσανατολίζεται στην αποκατάσταση της παγκόσμιας αρμονίας. Εκφράζει μια συγκεντρωτική θεώρηση του κόσμου, διατυπώνει μια άποψη παγκοσμιότητας, εισηγείται σοβαρές ηθικές αρχές. Η συμβολή του Ζωροάστρη στη σκέψη και την ανάπτυξη των λαών που επηρέασε υπήρξε σημαντική και θυμίζει λάμψη ήρεμης φωτιάς, η οποία μέχρι σήμερα παραμένει το βασικό σύμβολο της ζωροαστρικής θρησκείας.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΚΑΤ’ ΕΠΙΛΟΓΗΝ
Boyce, Μ., A History of Zoroastrianism, 2 vols, Leiden, Koln, vol.Ι 1975, vol.ΙΙ 1982.
Breuil, P. du, Zarathoustra et la transfiguration du monde, Paris 1978. Duchesne-Guillemin, J., Zoroastre, Paris 1948.
-- , La religion de l’ Iran ancien, Paris 1962.
Gnoli, Gh., Zoroaster’ s Time and Homeland, Napoli 1980.
Lommel, H., Die Yast ’s des Awesta, Gottingen, Leipzig 1927.
Widengren, G., Die Religionen Irans, Stuttgart 1965.
Zahner, R.C., The Dawn and Twilight of Zoroastrianism, London 1961, 1975.
(βιβλίο: Ίχνη από την αναζήτηση του υπερβατικού.εκδ. Ακρίτας σελ.61-64)
ε'. Έλεγαν για τον Αββά Αγάθωνα, ότι πήγαν μερικοί σ’ αυτόν, έχοντας ακουστά ότι ήταν στολισμένος με μεγάλη διάκριση. Και θέλοντας να τον δοκιμάσουν αν οργίζεται, του λέγουν : « Συ είσαι ο Αγάθων ; Ακούσαμε για σένα ότι είσαι ακόλαστος και περήφανος ». Και εκείνος τους λέγει : « Ναι, έτσι είναι ». Και του λέγουν : « Συ είσαι ο Αγάθων ο φλύαρος και φιλοκατήγορος ;». Και τους αποκρίνεται : « Εγώ είμαι». Του λέγουν πάλι : «Συ είσαι ο Αγάθων ο αιρετικός ; ». Και αποκρίθηκε : « Δεν είμαι αιρετικός ». Τον παρακάλεσαν λοιπόν, λέγοντας :« Πες μας, γιατί τόσα σου είπαμε και τα παραδέχθηκες και το τελευταίο δεν το άντεξες ; ». Τους λέγει : « Τα πρώτα τα παίρνω επάνω μου. Γιατί χρέος είναι για την ψυχή μου. Άλλα το αιρετικός είναι χωρισμός από τον θεό και δεν θέλω να χωρισθώ από τον Θεό». Και εκείνοι, ακούοντάς τον, θαύμασαν τη διάκρισή του και έφυγαν οικοδομημένοι.
στ’. Ιστόρησαν για τον Αββά Αγάθωνα, ότι έκαμε αρκετό καιρό χτίζοντας κελλί με τους μαθητές του. Και σαν αποτελείωσαν το κελλί, πήγαν, όπως ήταν επόμενο, να εγκατασταθούν εκεί. Αλλά διεπίστωσε κατά την πρώτη εβδομάδα κάτι οπού δεν τον ωφελούσε. Και λέγει στους μαθητές του : « Σηκωθήτε, να φύγουμε από εδώ ». Εκείνοι ταράχθηκαν παρά πολύ και του είπαν : « Αν είχες σκοπό να φύγουμε, γιατί να κάμουμε τόσο κόπο χτίζοντας το κελλί ; Οι άνθρωποι θα σκανδαλισθούν εξ αίτιας μας και θα πουν : Να, σηκώθηκαν και έφυγαν πάλι οι άστατοι». Βλέποντάς τους λοιπόν να λιποψυχούν, τους λέγει : « Μπορεί να σκανδαλισθούν μερικοί, άλλοι όμως θα οικοδομηθούν, λέγοντας : Μακάριοι αυτοί οι άνθρωποι, γιατί για χάρη του Θεού σηκώθηκαν και έφυγαν και όλα τα περιφρόνησαν. Λοιπόν, οποίος θέλει να έλθη, ας έλθη, εγώ πάντως φεύγω ». Τότε οι μαθητές του έπεσαν με το πρόσωπο στη γη και του ζητούσαν επίμονα να τους συγχώρηση και να τους πάρη μαζί του.
ζ'. Είπαν πάλι γι’ αυτόν ότι πολλές φορές πήγε από τόπο σε τόπο, έχοντας το σκαλιστήρι του μόνο, στο ζεμπίλι.
η'. Ρωτήθηκε ο Αββάς Αγάθων τι είναι μεγαλύτερο ; Ο σωματικός κόπος ή το να προσεχή και να φυλάη τινάς τον εσωτερικό του κόσμο ; Και είπε ο γέρων : « Ο άνθρωπος μοιάζει με δένδρο. Ο σωματικός κόπος λοιπόν είναι τα φύλλα. Η δε προσοχή μέσα μας είναι ο καρπός. Επειδή δε, σύμφωνα με τη Γραφή, " παν δένδρον μη ποιούν καρπόν καλόν εκκόπτεται και εις πυρ βάλλεται”, είναι φανερό ότι πρέπει να φροντίζουμε ολότελα για τον καρπό, ήγουν τη μέσα μας προσοχή. Αλλά χρειάζονται επίσης η σκέπη και η ομορφιά των φύλλων, όπου είναι ο σωματικός κόπος ».
Τον ρώτησαν πάλι οι αδελφοί, λέγοντας : « Ποιά αρετή είναι, πάτερ, στις μοναστικές πολιτείες, όπου απαιτεί περισσότερο κόπο ; ». Τους λέγει : « Με συμπαθάτε, αλλά νομίζω ότι δεν είναι άλλος κόπος σαν το να προσεύχεται τινάς στον θεό. Γιατί πάντα, όταν ο άνθρωπος θέλη να προσευχηθή, πασχίζουν οι εχθροί να τον ξεστρατίσουν απ’ αυτό το χρέος. Επειδή ξέρουν ότι το μεγάλο τους εμπόδιο είναι η προσευχή στον θεό. Και κάθε τρόπο ζωής αν μετέλθη ο άνθρωπος, εγκαρτερώντας, αποχτά ανάπαυση. Αλλά η προσευχή, έως τη στερνή μας πνοή, χρειάζεται αγώνα ».
ί . ΄Ηταν δε ο Αββάς Αγάθων σοφός κατά Θεόν στη διάνοια, ακούραστος στο σώμα και αυτάρκης σε όλα, ήγουν και στο εργόχειρο και στην τροφή και στον ρουχισμό.
ια΄. Ο ίδιος βάδιζε με τους μαθητές του. Και ένας απ’ αυτούς βρίσκει στον δρόμο ένα χλωρό αρακά και λέγει στον γέροντα : « Πάτερ, μου δίνεις την άδεια να το κρατήσω αυτό ; ». Τον κοίταξε λοιπόν ο γέρων απορώντας και του λέγει : « Συ το έβαλες αυτό εκεί ; ». Απαντά ο αδελφός : «όχι ». Τότε του λέγει ο γέρων : « Πώς λοιπόν θέλεις να πάρης κάτι οπού δεν το έβαλες εκεί ο ίδιος ; ».
ιβ΄. Ένας αδελφός πήγε στον Αββά Αγάθωνα και του είπε : « Άφησε με να κατοικώ μαζί σου ». Καθώς δε ερχόταν, βρήκε στον δρόμο ένα μικρό κομμάτι νίτρο. Και το έφερε. Του λέγει ο γέρων : « Που το βρήκες αυτό ; ». Λέγει ο αδελφός : « Στον δρόμο το βρήκα καθώς βάδιζα και το σήκωσα ». Του λέγει ο γέρων : «Αφού μαζί μου ήλθες να μείνης, ό,τι δεν έβαλες ο ίδιος, πώς το πήρες ; ». Και τον έστειλε να το πάη εκεί όπου το είχε βρή.
ιγ΄. Ένας αδελφός είπε στον γέροντα : « Εντολή μου δόθηκε και είναι πειρασμός οπού είναι εντολή, θέλω λοιπόν να φύγω εξ αιτίας της και φοβάμαι τον πειρασμό ». Και ο γέρων του λέγει : « Αν ήταν ο Αγάθων, θα έκανε την εντολή και θα νικούσε τον πειρασμό ».
ιδ'. Ο ίδιος Αγάθων, σαν έγινε συμβούλιο στη Σκήτη για κάποιο θέμα και διατυπώθηκε η απόφαση, πήγε υστέρα και τους λέγει : « Δεν διατυπώσατε καλά το ζήτημα ». Και εκείνοι του είπαν : « Συ ποιός είσαι και μιλάς ; ». Και τους αποκρίνεται : « Υιός ανθρώπου. Γιατί είναι γραμμένο : " Ει αληθώς άρα δικαιοσύνην λαλείτε, ευθείας κρίνατε υιοί των ανθρώπων” .
ιε'. ’Έλεγαν για τον Αββά Αγάθωνα, ότι πέρασε τρία χρόνια έχοντας ένα βότσαλο μέσα στο στόμα του ώσπου κατώρθωσε να σιωπά.
(Είπε Γέρων,Το Γεροντικόν εκδ. Αστήρ, Αθήνα 1996 σελ.33-35)
Αναστασίου, αριεπισκόπου Αλβανίας. ΓΙΟΓΚΑ ΚΑΙ ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΗΣΥΧΑΣΜΟΣ.
Έννοια του όρου Γιόγκα
Η «Γιόγκα» είναι ένα παλαιότατο φιλοσοφικο-θρησκευτικό, αλλά και πρακτικό σύστημα, το οποίο γνώρισε πολλές διακλαδώσεις και υιοθετήθηκε από αναρίθμητες ινδικές θεωρητικές σχολές και εμπειρικές ομάδες. Κάτω από τη λέξη γιόγκα έχουν στεγασθεί οι πιο ποικίλες θεωρίες και πρακτικές, από τον ακραίο ασκητισμό έως τον πιο απίθανο οργιαστικό ερωτισμό, τον ταντρισμό.
Η λέξη «γιόγκα» είναι πολυσήμαντη στο ινδικό λεξιλόγιο. Προέρχεται από τη σανσκριτική ρίζα jug, που σημαίνει ζευγνύω, συνδέω, ενώνω, υποτάσσω. Ετυμολογικά λοιπόν, γιόγκα σημαίνει ζεύξη, σύνδεση, άσκηση, κυρίως ένωση. Οι Ινδοί τη χρησιμοποίησαν ευρύτατα, για να προσδιορίσουν τον μυστικό δεσμό του ανθρώπου με την υπερβατική πραγματικότητα, αλλά και γενικότερα τις διάφορες ασκητικές τεχνικές και μεθόδους διαλογισμού. Επίσης για να καθορίσουν τον τρόπο, τον δρόμο που οδηγεί στην ένωση αυτή, στην απελευθέρωση της ανθρώπινης υπάρξεως από τα πολύμορφα δεσμά και τις ψευδαισθήσεις του παρόντος κόσμου. Ως Γιόγκα, βασικά χαρακτηρίζονται διάφορες κατευθύνσεις, που έχουν καθορισθεί μέσα στον Ινδουϊσμό, για να επιτευχθεί η λύτρωση του ανθρώπου και η ένωσή του με το Απόλυτο Εν. Η ίδια αυτή λέξη χρησιμοποιείται κάπως ειδικότερα για να προσδιορίσει τη μια από τις κλασικές ορθόδοξες σχολές, τις «ντάρσανα» του Ινδουϊσμού.
Βασικό έργο αυτής της σχολής, το οποίο όλες οι παραφυάδες της Γιόγκα τιμούν, είναι η «Γιόγκα-σούτρα» (Υοga-sutra) του Παταντζάλι (Patanjali), η οποία μάλλον πήρε την οριστική της μορφή τον 2ο αι. μ.Χ. Είναι εντυπωσιακή η συγγένεια την οποία παρουσιάζει με την εσωτερική γνώση που περιγράφεται στις Eννεάδες του Πλωτίνου (3ος αι. μ.Χ.).
Το φιλοσοφικό υπόβαθρο της σχολής Γιόγκα είναι η δυαλιστική φιλοσοφία, την οποία ανέπτυξε συστηματικότερα μια άλλη iνδουϊστική σχολή, η Σάνκυα. Συνοπτικά, η κλασική Γιόγκα αναγνωρίζει μεν έναν αιώνιο Θεό, τον Iσβάρα (Ιsvara), δεν παραδέχεται, εντούτοις, ότι αυτός επεμβαίνει στα ανθρώπινα. Οι διάφορες σχολές Γιόγκα στην Ελλάδα χρησιμοποιούν πολύ το όνομα Θεός. Είναι σαφές όμως ότι οι αντιλήψεις τους δεν μπορούν να ταυτισθούν με τη χριστιανική περί Θεού διδασκαλία.
Στάδια μεθόδου αυτοβυθισμού
Η πρακτική της Γιόγκα διδάσκεται σε μακρά σειρά μαθημάτων. Μολονότι υπάρχουν πολλές παραλλαγές που διαμορφώθηκαν στην πάροδο του χρόνου, τα συνηθέστερα στάδια των μεθόδων αυτών αυτοβυθισμού είναι οκτώ. α) Η αυτοσυγκράτηση (yama): συμμόρφωση προς ορισμένες επιταγές, όπως είναι η αποφυγή γενετησίων σχέσεων, κλοπής, φιλαργυρίας. β) Η αυτοκαλλιέργεια (niyama): επιδίωξη αταραξίας, καθαριότητας, συνέπεια στην άσκηση κ.λπ. Ύστερα από αυτά τα δύο στάδια ο ασκούμενος μυείται και παίρνει από τον δάσκαλό του («γκούρου») ένα νέο όνομα και μια τελετουργική φράση («μάντρα»), την οποία οφείλει να επαναλαμβάνει επίμονα, για να επιταχυνθεί η πορεία του προς τη λύτρωση.
γ) Ο έλεγχος του σώματος (asana): με ειδικές στάσεις του σώματος επιδιώκεται η επιβολή πάνω στις ζωτικές ενέργειες του ανθρώπινου οργανισμού. δ) Η ρύθμιση της αναπνοής (pranayama): με την εφαρμογή των ασκήσεων αυτών ο αναπνευστικός ρυθμός επιβραδύνεται, το σώμα και ο νους ηρεμούν και ολόκληρη η νοητική δύναμη του ανθρώπου προετοιμάζεται για τα τελικά στάδια της Γιόγκα.
ε) Η συγκράτηση των αισθήσεων (pratyahara): με την παρατεταμένη ενατένιση ενός αντικειμένου ο «γιόγκι», δηλαδή ο ασκούμενος στη Γιόγκα, επιδιώκει να επιβληθεί πάνω στις αισθήσεις του. στ) Η συγκέντρωση της προσοχής (dharana): η καθήλωση αυτή του νου αποβλέπει στη δημιουργία ενός μονωτικού φραγμού από τα γύρω φαινόμενα και τις εσωτερικές φαντασίες. Για να επιτευχθεί αυτό, η ινδουϊστική παράδοση έχει διαμορφώσει διάφορες τεχνικές, στις οποίες δεσπόζουν η επανάληψη της ινδουϊστικής ιερής συλλαβής «Ωμ», σιωπηλά ή με μακρόσυρτο ψαλμικό ρυθμό, η ενατένιση ιδιότυπων σχημάτων κ.ά.
Τα επόμενα δύο τελευταία στάδια οδηγούν στον τελικό σκοπό της Γιόγκα, που είναι: ζ) Ο στοχασμός, η ενατένιση και η θεωρία (dhyana). η) Ο φωτισμός, η απελευθέρωση (samadhi). Με την απόλυτη περισυλλογή ο γιόγκι πιστεύει ότι πραγματώνει την ένωσή του, τη ζεύξη με την υπερβατική πραγματικότητα. Όποιος φθάσει στο τελικό στάδιο, ξεφεύγει, κατά την ινδουϊστική άποψη, από την υπαρκτική σφαίρα και κατορθώνει να βρει τη λύτρωση.
Ενώ στις πρώτες φάσεις διατηρούνται ορισμένα στοιχεία συνειδητότητας, στην τελευταία ο γιόγκι καταλήγει σε μια κατάσταση υπερβάσεως και αυτής ακόμη της αυτοσυνειδησίας. Δεν αντιλαμβάνεται πια ούτε χρώμα, ούτε οσμή, ούτε ήχο, ούτε αφή, ούτε τον εαυτό του, ούτε κανέναν άλλο. Το πνεύμα του «ελευθερώνεται» -σύμφωνα με την έκφραση των μυημένων- από τη μνήμη και τη λήθη. Αυτό θεωρείται επίγνωση, φωτισμός. Πρόκειται , τελικά, για μια τεχνική που αποσκοπεί στη σύνδεση με το Απόλυτο.
Διάφορες σχολές Γιόγκα - Θρησκευτικός πυρήνας
Υπάρχουν ποικίλες κατευθύνσεις, κλάδοι, αποχρώσεις και εφαρμογές της Γιόγκα. Οι διάφορες σχολές δεν παρουσιάζουν τα πράγματα όλες με τον ίδιο τρόπο. Στην Ευρώπη μάλιστα και την Αμερική, δρουν και προπαγανδίζουν τη Γιόγκα αναρίθμητες ομάδες, με ιδιορρυθμίες και ιδιοκατασκευάσματα, τα οποία αποδοκιμάζουν οι γκούρου της Ινδίας. Όλα, πάντως, αυτά τα συστήματα στοχασμού, ασκήσεως και πνευματικής εμπειρίας κινούνται μέσα στις κατηγορίες σκέψεως και το θρησκευτικό κλίμα του Ινδουϊσμού. Κυρίως οδηγούν σε μια επικίνδυνη σύγχυση και σε θρησκευτικό συγκρητισμό.
Δημόσια η Γιόγκα προβάλλεται σαν «είδος γυμναστικής» και αρχικά γίνεται λόγος αποκλειστικά και μόνο για τις ασκήσεις των μυϊκών και νευροφυτικών κέντρων, για τις ασκήσεις αναπνοής και τα όμοια. Δηλαδή, από τα στάδια που αναφέραμε προηγουμένως περιορίζονται στα: (γ) έλεγχος σώματος και (δ) ρύθμιση αναπνοής, μερικές φορές δε προχωρούν και στα στάδια: (ε) συγκράτηση των αισθήσεων και (στ) συγκέντρωση προσοχής. Αρκετές ιδιωτικές σχολές προσπαθούν να αποθρησκευτικοποιήσουν κάπως τις ασκήσεις από τον ινδουϊστικό χαρακτήρα τους, ώστε να γίνονται ευκολότερα αποδεκτές. Άλλοι επιχειρούν να βεβαιώσουν ότι η Γιόγκα δεν είχε ποτέ ούτε έχει θρησκευτικό χαρακτήρα και επιμένουν ότι πρόκειται για «επιστήμη», πνευματική επίγνωση, ψυχοσωματική γυμναστική κ.τ.λ.
Όσο όμως και αν επιστρατεύονται ιδιότυποι όροι, γεγονός παραμένει ότι όσοι μυούνται στον «διαλογισμό» της Γιόγκα, καθοδηγούνται προς μια κατεύθυνση σαφώς ινδουϊστική. Με οδηγούς τις Βέδες και τα άλλα ιερά ινδικά κείμενα (Ουπανισάντ, Πουράνα, Σούτρα, Τάντρα), κυρίως δε έχοντας ένα «δάσκαλο» (γκούρου), επιδιώκουν να αφομοιώσουν και να βιώσουν τις προαναφερθείσες «κάρμα-γιόγκα», «τζνάνα-γιόγκα», «μπάκτι-γιόγκα» και τις ποικίλες παραλλαγές τους, όπως είναι η «χάθα-γιόγκα», η «ράτζα-γιόγκα» κ.λπ.
Αυτόν τον «θρησκευτικό πυρήνα» αποσιωπούν και καλύπτουν τα διάφορα καταστατικά των Κέντρων Γιόγκα στην Ελλάδα με γενικές φράσεις. Π.χ. ισχυρίζονται ότι σκοπός τους είναι «η δημιουργία ανθρώπων ολοκληρωμένων φυσικά, διανοητικά και πνευματικά, προετοιμασμένων να λειτουργήσουν υπεύθυνα και δημιουργικά μέσα στο κοινωνικό σύνολο». Τα προσφερόμενα στη δημοσιότητα κείμενα εμφανίζονται κάτω από δήθεν απλό κοινωνικό και φιλοσοφικό ένδυμα. Συχνά επίσης επικαλύπτονται με αποφθέγματα αρχαίων ελλήνων σοφών, ακόμη δε και Πατέρων της Εκκλησίας.
Αρκετές από τις ασκήσεις της Γιόγκα παρουσιάζουν αυτές καθαυτές ορισμένα θετικά αποτελέσματα πάνω σε μερικά άτομα πράγμα που, άλλωστε, συμβαίνει και με ασκήσεις άλλων συστημάτων. Εντούτοις, οι ασκήσεις αυτές, κατά κανόνα τοποθετημένες σ’ ένα πλαίσιο ινδουϊστικών αντιλήψεων, αποτελούν μέρος ενός ευρύτερου όλου, μιας γενικότερης πνευματικής πορείας. Στην πλήρη ανέλιξή τους αποσκοπούν πολύ μακρύτερα από τα όρια μιας σωματικής ευεξίας. Αυτά που προηγούνται των ασκήσεων Γιόγκα, όπως και αυτά που έπονται, σχετίζονται στενά με συστήματα «διαλογισμού» και εμπειριών, βρίσκονται φορτισμένα με ινδουϊστικές φιλοσοφικο-θρησκευτικές θεωρίες και αξιώματα, κυρίως με τη διδασκαλία περί μετενσαρκώσεως. Και όπως οι γονυκλισίες (οι «μετάνοιες» της Ορθόδοξης μοναχικής παραδόσεως) δεν είναι απλές κινήσεις του σώματος, αλλά συσχετίζονται με ένα γενικότερο πιστεύω, εκφράζουν μια συγκεκριμένη διάθεση και τάση ψυχής αποβλέποντας σε πνευματικούς σκοπούς, κατά παρόμοιο τρόπο -τηρουμένων, βεβαίως, πάντοτε των αναλογιών- οι συνθετότερες ασκήσεις της Γιόγκα έχουν συνάρτηση με ινδουϊστικές παραστάσεις και σκοπεύουν τελικά σε πνευματικές θρησκευτικές εμπειρίες.
Γιόγκα - συγγένεια με τον Γνωστικισμό
Το κύμα των διαφόρων συστημάτων Γιόγκα θυμίζει σε πολλά σημεία, εσωτερικά και εξωτερικά, το παλαιό κύμα του Γνωστικισμού, που εισέβαλε στην Εκκλησία με διάφορες ποικιλίες. Είναι αξιοπρόσεκτο ότι η Γιόγκα μιλάει για γνώση. Όλη η έμφαση δίνεται σ’ αυτήν και στην αυτοσυνειδησία. Η γνώση σώζει. Καμιά ουσιαστική σημασία δεν δίνεται στην πίστη. Χωρίς να υποστηρίζουμε ότι η Γιόγκα ταυτίζεται με τον Γνωστικισμό, αναφέρουμε συνοπτικά μερικά ενδιαφέροντα παράλληλα. Οι Γνωστικοί διέκριναν μεταξύ αγαθού Θεού και δημιουργού και κράτησαν την αντίληψη για ένα σωτήρα. Αλλά συνήθως ο σωτήρας είναι ένας από τους πρώτους ή τους επισημότερους «αιώνες». Σύμφωνα με αρκετά γνωστικά συστήματα, το θείο πρόσωπο μετενσαρκώνεται, παρουσιάζεται διαδοχικά ως Αδάμ, Μωυσής, Ηρακλής, Ιησούς. Υπενθυμίζουμε τις ινδικές αντιλήψεις για τους «αβατάρα».
Η προσοχή των Γνωστικών στράφηκε στην αποκαλυπτική διδασκαλία του Ιησού, παραθεωρώντας τον λυτρωτικό χαρακτήρα του έργου και του πάθους Του. Επίσης παραμέρισε την ηθική διάσταση της διδασκαλίας Του και έδωσε μια εικόνα ότι η σωτηρία είναι άσχετη με την πραγματικότητα αυτού του κόσμου. Η στάση του υπήρξε σαφώς ανθρωποκεντρική και εγωκεντρική. Όσοι προσλαμβάνουν τη γνώση σώζονται χωρίς άλλες απαιτήσεις. Και αυτοί, βεβαίως, δεν είναι οι πολλοί, αλλά οι εκλεκτοί. Στις ίδιες περίπου γραμμές κινούνται και τα γιογκικά συστήματα.
Εντυπωσιακή είναι η περιφρόνηση του Γνωστικισμού προς το σώμα και καθετί υλικό. Μια μεγάλη ομάδα Γνωστικών είχε υιοθετήσει αυστηρή εγκράτεια (Βασιλείδης, Μαρκίων, Μανιχαίοι), ενώ μια δεύτερη ήταν ονομαστή για την ακολασία της (Ευνομιστές, Νικολαΐτες, Ουαλεντιανοί, Οφίτες κ.ά.). Επίσης, πολλοί Γνωστικοί είχαν εντάξει στη διαδικασία για την επίτευξη της γνώσεως διάφορες γενετήσιες τελετουργίες. Και τα γιογκικά συστήματα διακρίνονται σε δύο μεγάλες κατηγορίες: τα πολύ ασκητικά και τα «ταντρικά», που έχουν έντονο οργιαστικό, σεξουαλικό στοιχείο. Τόσο στους Γνωστικούς όσο και στους Γιόγκι συναντούμε μαγικές τελετές, χρήση επωδών, φίλτρων, θαυματοποιΐα. Τέλος, όπως σήμερα οι Γιόγκι, έτσι παλαιότερα και οι Γνωστικοί, για να αποφύγουν την πολεμική της Εκκλησίας, προσπάθησαν να κινούνται μέσα σ’ αυτήν, χωρίς να επιζητούν να αποχωρισθούν επίσημα. Έμειναν ως «θίασοι», εταιρείες, σχολές. Αργότερα, βεβαίως, ορισμένοι Γνωστικοί (Μαρκίων, Ουαλεντίνος, Μάνης) ίδρυσαν δικές τους «εκκλησίες».
Βασικές διαφορές μεταξύ Γιόγκα και Ησυχασμού
Κατά καιρούς μερικοί Δυτικοί αντιμετώπισαν το ενδεχόμενο να απομονωθούν ορισμένοι κανόνες της τεχνικής της Γιόγκα, για να χρησιμοποιηθούν μέσα σ’ ένα χριστιανικό πλαίσιο. Και σε έναν ευρύ κύκλο έχει τεθεί το ερώτημα, εάν μπορεί να συνδυασθεί Γιόγκα και Χριστιανισμός. Η προσπάθεια, εντούτοις, να αποσπασθούν οι ασκήσεις από τις θεωρίες με τις οποίες βρίσκονται σε σύζευξη, φαίνεται σαν απόπειρα να διαχωρισθεί το μυϊκό σύστημα του ανθρώπου από το νευρικό. Για να ανεξαρτητοποιηθούν όμως στην πραγματικότητα οι ασκήσεις της Γιόγκα από την έντονη ινδουϊστική ατμόσφαιρα και το ινδουϊστικό της ήθος, προϋποτίθεται μια νέα, πρωτότυπη δημιουργία.
Χριστιανική εφαρμογή της Γιόγκα θα σήμαινε ένα είδος ασκήσεως, που θα διευκόλυνε τον άνθρωπο να οδηγηθεί σε μια βαθιά σιωπή. Με αυτό τον τρόπο θα απομακρυνόταν όχι μόνο από εξωτερικούς θορύβους, αλλά κυρίως από τους εσωτερικούς κραδασμούς που προκαλούν οι επιθυμίες, οι ανησυχίες, οι φαντασίες. Μια παρόμοια σιωπή, θα διευκόλυνε το ανθρώπινο πνεύμα να ακούσει τα μηνύματα του Αγίου Πνεύματος. Αλλά γι’ αυτό δεν υπάρχει λόγος να αναζητηθούν μέθοδοι, που έχουν χρησιμοποιηθεί με αποτέλεσμα να οδηγήσουν ακριβώς στο αντίθετο, δηλαδή σε μια απόλυτη αυτονομία του ανθρώπινου πνεύματος και σε μια απίθανη σύγχυση. Αν αυτός ο προβληματισμός απασχολεί τη Δύση, για μας υπάρχει ολόκληρη η ησυχαστική εμπειρία της χριστιανικής Ανατολής.
Παρόλο που μερικοί επιχείρησαν να συσχετίσουν την ησυχαστική προσευχή με τη γιόγκα, οι διαφορές παραμένουν ριζικές.
α) Η ινδουϊστική τεχνική ξεκινά από εντελώς διαφορετικές προϋποθέσεις: ακολουθεί σύνθετους στη δομή και στις συναρτήσεις δρόμους και κανόνες που συνδέονται πάντοτε με τις μεταφυσικές αντιλήψεις του Ινδουϊσμού, για να οδηγήσει αυτόματα στην επιθυμητή κατάσταση. Για τους Ορθόδοξους ησυχαστές, η προσευχή του Ιησού διατηρεί ένα σαφή χριστοκεντρικό χαρακτήρα. Συνδέεται με τον μυστηριακό μυστικισμό της Εκκλησίας και με τη θεολογία της χάριτος. Πρόκειται για δώρο της χάριτος του Θεού, όχι για επίτευγμα μιας αυτόνομης ανθρωποκεντρικής τεχνικής και σωματικής «γυμναστικής». Βεβαίως, και ο όρος «γνώση» υιοθετήθηκε από τον 4ο αιώνα στην ορολογία της ασκητικής και μυστικής θεολογίας˙ αλλά με μια εντελώς διαφορετική σημασία. Στον Ορθόδοξο μυστικισμό δεν υπάρχει απόλυτη αυτονομία του ανθρώπινου πνεύματος. Το κέντρο παραμένει πάντοτε η εν Χριστώ εμπειρία, η προσοικείωση της χάριτος του Αγίου Πνεύματος «εν τη Εκκλησία».
β) Το μυστικό βίωμα στην Ορθόδοξη Ανατολή δεν απομονώνει τον άνθρωπο από την εκκλησιαστική κοινότητα. Κέντρο της νοεράς προσευχής είναι το όνομα του σαρκωθέντος Λόγου του Θεού. Στο μέτρο που ο άνθρωπος έχει εγκεντρισθεί στο «μυστικό σώμα του Χριστού», την Εκκλησία, με το Βάπτισμα και τη Θεία Ευχαριστία, φέρνει στο βάθος της καρδιάς τον Χριστό. Η προσευχή του Ιησού δεν αντικαθιστά τη λυτρωτική χάρη των μυστηρίων, αλλά τρέφεται από αυτήν και συγχρόνως την ενισχύει.
γ) Στενά συνδεδεμένος με τον μοναχισμό, ο Ορθόδοξος ησυχασμός διατηρεί επίσης έναν προφητικό χαρακτήρα. Υψώνει τη φωνή της προσωπικής εμπειρίας εναντίον καταχρήσεων της εξουσίας, υπερασπίζεται την αλήθεια και τη δικαιοσύνη, αντιδρά αποφασιστικά στη συμβατικότητα, στη στείρα εξωστρέφεια. Οι Ορθόδοξοι μυστικοί έδειξαν ζωηρό ενδιαφέρον για τον ορθό προσανατολισμό του λαού.
δ) Ποτισμένος από τη βιβλική σκέψη, ο Ορθόδοξος ησυχασμός δεν αντιπαρέρχεται την ιστορία˙ αντίθετα, διατηρεί έντονη και πλατιά ιστορική συνείδηση. Δεν μπορεί να αγνοήσει την ιστορία ένας πνευματικός δρόμος ο οποίος στηρίζεται σε δύο αξονικά γεγονότα: ένα του παρελθόντος, τη σάρκωση του Λόγου , και ένα αναμενόμενο ,τη δευτέρα παρουσία Του. Στον Ορθόδοξο μυστικισμό δεν επιδιώκεται η φυγή, όπως γίνεται σε διάφορες τάσεις ινδουϊστικής κατευθύνσεως, οι οποίες ζητούν να βοηθήσουν τον άνθρωπο να ξεφύγει από τις ανακυκλήσεις των μεταβιώσεων. Ούτε πάλι πρόκειται, όπως θα ήθελαν οι Ουπανισάντ, για μια απορρόφηση του «άτμαν» μέσα στο απρόσωπο «Μπράχμαν», όπως το αλάτι διαλύεται μέσα στον απέραντο ωκεανό. Ουσιώδες στοιχείο της πνευματικής τελειώσεως για τη χριστιανική αντίληψη είναι η ολοκλήρωση του ανθρώπινου προσώπου, η συνεχής κίνηση, η μετοχή στο ιστορικό γίγνεσθαι, το «αδιακόπως εκτείνεσθαι», η αδιάκοπη πορεία και ανέλιξη.
ε) Ο Ορθόδοξος ησυχασμός δεν έθρεψε τάσεις απομονώσεως και κοινωνικής αδιαφορίας. Αντίθετα, με την ηθική του ιδιαιτερότητα καλλιέργησε την κοινωνική ευαισθησία και τη συνείδηση του κοινωνικού καθήκοντος, τονίζοντας ότι η τελειότητα συνίσταται στην αγάπη.
στ) Στηριγμένος επίμονα στα βιβλικά δεδομένα ο Ησυχασμός απέφυγε τον πειρασμό της πλατωνικής δυαρχίας, που έβλεπε τον άνθρωπο σαν πνεύμα αιχμαλωτισμένο στην ύλη. Διακήρυξε ότι η αποκάλυψη του Θεού δεν απευθύνεται αποκλειστικά στο πνεύμα, το αίσθημα, σε μερικές μόνο λειτουργίες του ανθρώπου, λαμβανόμενες χωριστά. Αλλά ότι ο όλος άνθρωπος, ως νους, ψυχή, σώμα, ανακαινίζεται εν Χριστώ. Και ακόμη ότι όλος ο κόσμος, «τα πάντα» πρέπει να τεθούν σε μια διαδικασία μεταμορφωτική.
Συνοπτικά, ο γιόγκι αποδύεται σ’ έναν αγώνα, στον οποίο αρχικά τον οδηγεί ένας γκούρου, αλλά στη συνέχεια προχωρεί μόνος μέσα σε μια φοβερή μοναξιά, προσπαθώντας να νεκρώσει κάθε στοιχείο του προσώπου του, διαλυόμενος μέσα στη σιωπή του απροσώπου Απολύτου. Αντίθετα ο χριστιανός, μοναχός ή και λαϊκός, διεξάγει τον αγώνα του μέσα στο φως της ελπίδας και του ελέους του Θεού, μέσα στη δοξολογική κοινωνία της Εκκλησίας, παραδινόμενος στη χάρη του Θεού και στην αγάπη του.
(Γιαννουλάτου, Αν., Όψεις Ινδουϊσμού - Βουδδισμού, Έκδ. Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, Αθήνα 1985, σσ. 77-80,166-169.)
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΚΑΤ’ ΕΠΙΛΟΓΗΝ
Dasgupta, S., Hindu Mysticism, Open Court, London 1927.
-, Yoga as Philosophy and Religion, New Delhi, επανεκδ. 1978.
Eliade, M., Le Yoga. Immortalite et liberte, Paris 1954, εκδ. επηυξ. 1968, 1977. Ελλην. μετάφρ. υπό Ε. Τσούτη: Γιόγκα. Αθανασία και Ελευθερία, Αθήνα 1980.
Losski, Vl., Theologie mystique de l’ Eglise d’ Orient, Paris, Aubier, Montaigne 1944, Βλ. και Λόσσκι, Η θέα του Θεού, μετφρ. Μ. Καλαμαρά, Ρηγόπουλος,, Θεσσαλονίκη 1973.
Meyendorff, J., St Gregory Palamas and Orthodox Spirituality, St Vladimir’s, New York 1974.
Wood, E., Yoga, Baltimore 1967.
Αρρώστιες.
I.
Όταν δεις τον Φ.Γ., δος του από μένα τις θερμότερες ευχές μου για γρήγορη ανάρρωση. Πες του επίσης ότι, παρ’ όλη τη σταθερή ελπίδα και τη δυνατή πίστη του στο Θεό, δεν θα πρέπει να περιφρονήσει και την ιατρική βοήθεια. Ο Θεός είναι ο δημιουργός όλων των ανθρώπων και όλων των πραγμάτων, «ποιητής ουρανού και γης, ορατών τε πάντων και αοράτων». Και είναι ο δημιουργός όχι μόνο των πασχόντων αλλά και των γιατρών και της ιατρικής επιστήμης και των φαρμακευτικών βοτάνων και της θεραπευτικής δυνάμεως που έχουν αυτά τα βότανα. «Τέκνον, εν αρρωστήματι σου μη παράβλεπε, αλλ’ εύξαι Κυρίω, και αυτός ιάσεται σε», λέει βέβαια ο σοφός Σειράχ (38:9). Ο ίδιος όμως προσθέτει: «Κύριος έκτισεν εκ γης φάρμακα, και ανήρ φρόνιμος ου προσοχθιεί αυτοις» (38:4). «Και ιατρώ δος τόπον, και γαρ αυτός έκτισε Κύριος, και μη αποστήτω σου, και γαρ αυτού χρεία. Έστι καιρός ότε και εν χερσί αυτού ευοδία» (38: 12-13).
Τελικά δηλαδή, όπως βεβαιώνει ό άγιος Διάδοχος Φωτίκης, τίποτε δεν εμποδίζει να καλούμε γιατρούς όταν αρρωσταίνουμε. Και τα φάρμακα προϋπήρχαν, επειδή ακριβώς έμελλε κάποτε δημιουργηθεί η ιατρική, από την πείρα του ανθρώπου. Δεν πρέπει όμως να έχουμε στους γιατρούς την ελπίδα της θεραπείας μας, αλλά στον αληθινό σωτήρα μας και γιατρό Ιησού Χριστό.
II.
Μαζί μ’ αυτό το γράμμα ο π. Χ. θα σου δώσει και μια ξύλινη ζαχαριέρα, που πελέκησα για σένα. Αν τυχόν όμως δεν σου αρέσει, μεν επεκτείνεις την απέχθεια σου και σε μένα!
Η κατάσταση της υγείας μου είναι τόσο κακή όσο και η δική σου… Έτσι.. αδυνατώ να σε συμπονέσω πολύ! Πρέπει να ξέρεις όμως ότι η αγαθή πρόνοια του Θεού δεν κλείνει μέσα της μόνο περισσότερη σοφία από τη δική μας, μα και σοφία άλλου είδους, άλλης ποιότητος. Αυτή ης σκέψη πρέπει να μας στηρίζει και τους δυό σ’ όλες τις δοκιμασίες μας. Είναι παρηγορητική όσο καμιά άλλη.
III
Ειλικρινά λυπάμαι που η γυναίκα σου υποφέρει από αϋπνίες. Υποφέρει πάντως επειδή στεναχωριέται και ανησυχεί τόσο πολύ για κάθε τι. Κι εγώ ένα διάστημα υπέφερα από την ίδια αιτία, γι’ αυτό ξέρω πόσο τσακίζει τον άνθρωπο. Τον κάνει «κουρέλι».
Η μόνη σίγουρη και αποτελεσματική θεραπεία είναι να διώξει μακριά όλους τους βασανιστικούς λογισμούς, όλες τις ανήσυχες σκέψεις, και ν’ ακουμπήσει τα πάντα στα χέρια του Θεού, με συναίσθηση και εμπιστοσύνη, κάνοντας σε κάθε περίσταση αβίαστη υπακοή στο θέλημα Του.
Τι λέμε κάθε τόσο στην Κυριακή προσευχή; «Πάτερ ημών.. γενηθήτω το θέλημα σου»! Και τι μας γράφει ο ευαγγελιστής Λουκάς πως έκαναν οι χριστιανοί σε μια δύσκολη περίσταση;
« Ησυχάσαμεν ειπόντες∙ το θέλημα του Κυρίου γινέσθω» (Πραξ. 21: 14). Ησύχασαν, αφήνοντας της έκβαση της υποθέσεως στα χέρια Του Κυρίου.
Αναγνωρίζω ότι αυτό εύκολα το λέει κανείς, δύσκολα όμως το βιώνει και το εφαρμόζει.
Γι’ αυτό, μέχρι να το κατορθώσει και η γυναίκα σου, ίσως να τη βοηθήσουν μερικά απλά πρακτικά μέσα: Ας πίνει ένα ποτήρι νερό πριν την κατάκλιση, και ας βάζει ένα κομμάτι σικαλόψωμο κοντά στο προσκεφάλι στης. Η μυρωδιά της σίκαλης είναι πολύ κατευναστική.
Ας κάνει ακόμα θερμή προσευχή στο Θεό, ζητώντας τις πρεσβείες των αγίων Επτά Παίδων των εν Εφέσω. Εκείνοι, καθώς γνωρίζεις κάθε άλλο παρά έπασχαν από αϋπνία!
IV.
Με χαρά άκουσα ότι, ενισχυμένος από την προσευχή, αντιμετώπισες με γενναιότητα τη φοβερή και επικίνδυνη αυτή εγχείρηση, και μάλιστα χωρίς να ταλαιπωρηθείς ή να πονέσεις όπως υπήρχε φόβος αρχικά.
Με ικανοποίηση ακούω, ότι όσο η υγεία σου βελτιώνεται, τόσο μεγαλώνει η πνευματική χωρητικότητα της ψυχής σου. Είναι πολύ καλό που ζητάς, και βρίσκεις, ενίσχυση και παρηγοριά στη θεία κοινωνία.
V.
Με πολλήν ευχαρίστηση πληροφορήθηκα από κάποιο συγγενή σου, το πόσο γενναία βαστάζεις το βαρύ σταυρό της σοβαρής αρρώστιας σου. Είναι αλήθεια πως ο άνθρωπος, όσο δεινοπαθεί και βασανίζεται και λιώνει σωματικά, τόσο ανακαινίζεται πνευματικά. Ο Θεός να ευλογεί εσένα και την οικογένεια σου, που συμπάσχει μαζί σου, και να σου χαρίζει ειρήνη και χαρά, για να λες πάντα μαζί με τον απόστολο Παύλο: «Χαίρω εν τοις παθήμασι μου… και αναπληρώ τα υστερήματα των θλίψεων του Χριστού εν τη σαρκί μου υπέρ του σώματος αυτού..» (Κολασσ.1:24).
VI.
Ας είναι δοξασμένο το όνομα Του Κυρίου, που δέχεσαι την αρρώστια σου τόσο ατάραχα και καρτερικά, αλλά και πόσο πειθήνια στου Θεού την παραχώρηση! Η άρση του σταυρού της ασθένειας όχι μόνο με υπομονή, αλλά και με ευγνωμοσύνη, υπολογίζεται αφάνταστα από το Θεό, που συχνά αμείβει όσους υποφέρουν με τα αιώνια και άφθαρτα δώρα Του.
Στοχάσου τούτα τα λόγια: « Ει και ο έξω ημών άνθρωπος διαφθείρεται, αλλ’ ο έσωθεν ανακαινούται ημέρα και ημέρα»(Β’ Κορ. 4:16). Και: « Εάν η επίγειος ημών οικία του σκήνους καταλυθή, οικοδομήν εκ Θεού έχομεν, οικίαν αχειροποίτηον αιώνιον εν τοις ουρανοίς» (Β’ Κορ. 5:1).
(Πνευματικές Νουθεσίες, εκδ. Ιερά Μονή Παρακλήτου, σελ.55-60)