Δεν υπάρχει λόγος να φοβόμαστε τον έπαινο. Πρέπει μόνο να φυλαγόμαστε από την ικανοποίηση και την ευχαρίστηση που μπορεί αυτός να γεννήσει μέσα μας. Ο αββάς Ισαάκ λέει ότι αυτή η ικανοποίηση, όποτε τη νιώθουμε, είναι όλη κι όλη η ανταμοιβή μας. Ας μην περιμένουμε τότε αμοιβή και από το Θεό για ό,τι καλό κάναμε. Ο έπαινος όμως είναι ακίνδυνος όταν εμείς στεκόμαστε απέναντί του αδιάφοροι και ασυγκίνητοι.
Μην ταράζεσαι, επίσης, επειδή πήρες κάποτε την απόφαση να διαβάζεις καθημερινά και σε συγκεκριμένη ώρα μια παράκληση, και τώρα, καθώς λες, σου είναι αδύνατο να πραγματοποιήσεις την απόφασή σου. Με ρωτάς λοιπόν: «Αφού είναι απολύτως αδύνατο να διαβάσω την παράκληση στην προσδιορισμένη ώρα, μπορώ να το κάνω αργότερα, την ώρα που πλέκω ή φροντίζω τα παιδιά;» Και σου απαντώ κατηγορηματικά: Όχι! Αυτό θα ήταν οπωσδήποτε λάθος. Οι υποσχέσεις μας απέναντι στο Θεό δεν είναι όπως τα χρέη που οφείλουμε σ’ ένα σκληρό δανειστή˙ ένα δανειστή που θέλει να του τα εξοφλήσουμε μέχρι και το τελευταίο ρούβλι χωρίς να νοιάζεται για οτιδήποτε άλλο. Ο Κύριος δεν μας θέλει σκλάβους, μας θέλει ελεύθερους.
Αν λοιπόν πράγματι, αν αντικειμενικά δεν μπορείς να υλοποιήσεις την απόφασή σου, δείξε ταπείνωση και αυτομεμψία γι’ αυτό, θεωρώντας τον εαυτό σου σαν ένα ταπεινό χρεωφειλέτη. Αν αποφύγεις τον πειρασμό της ταραχής και του εκνευρισμού, θα έχεις πολύ μεγαλύτερο πνευματικό κέρδος απ’ ό,τι αν ψέλλιζες, με μισή καρδιά, βιαστικά και μασημένα λόγια προσευχής, που θα τ’ ακολουθούσε η αυτοϊκανοποίηση και η υπερηφάνεια, επειδή τάχα τήρησες την υπόσχεσή σου, παρ’ όλες τις δυσκολίες.
* * *
Ο ανθρώπινος βίος υπόκειται σε ριζικές μεταβολές. Οι μεταβολές αυτές άλλοτε είναι σταδιακές και άλλοτε αστραπιαίες. Αλλ’ ακόμα κι όταν απολαμβάνουμε μακροχρόνια ευμάρεια και δόξα, δεν μπορούμε να βρούμε παρηγορία, δεν μπορούμε να βρούμε χαρά και ευτυχία, αν η καρδιά μας δεν φωτισθεί από το ισχυρό και σταθερό φως της ειρήνης. Αυτή την ειρήνη πρέπει ν’ αναζητούμε, γι’ αυτή την ειρήνη πρέπει να προσευχόμαστε. Την ειρήνη που ο Κύριός μας έδωσε στους μαθητές του και σ’ όλους εκείνους που πιστεύουν αληθινά σ’ Αυτόν: «Ειρήνην αφίημι υμίν, ειρήνην την εμήν δίδωμι υμίν˙ ου καθώς ο κόσμος δίδωσιν εγώ δίδωμι υμίν. Μη ταρασσέσθω υμών η καρδία, μηδέ δειλιάτω» (Ιω. 14:27).
Λες ότι η κόρη σου και ο γαμπρός σου προσπαθούν να σε πείσουν να μείνεις μαζί τους, αλλά εσύ δεν μπορείς να το αποφασίσεις, εκτός κι αν εγώ σου δώσω την ευλογία μου, αν σε βεβαιώσω ότι όλα θα σου έρθουν δεξιά, και τέλος, αν σου πιστοποιήσω ότι εκεί θα είσαι ευτυχισμένη!
Αλλά πώς να τα ξέρω όλ’ αυτά; Ποιός είμαι εγώ για να γνωρίζω τι θα σου συμβεί στο τάδε χωριό ή στη δείνα πόλη; Ούτε μάντης είμαι ούτε προφήτης.
Το μόνο που μπορώ να πω είναι τούτο: Πιστεύω ότι μάλλον δεν θα σ’ ωφελήσει αυτή η αλλαγή από την ησυχία του χωριού στη φασαρία της πολιτείας. Είναι βέβαια ευχαριστο να ζει κανείς μ’ εκείνους που αγαπάει. Αλλά πόσο θα κρατήσει αυτή η ευχαρίστηση;
Παρ’ όλ’ αυτά, δεν θέλω να σ’ επηρεάσω. Σ’ αυτό το ζήτημα θέλω ν’ αφήσω τη θέλησή σου ελεύθερη. Προσεύχομαι μόνο να την ταυτίσεις με τη θέληση του Θεού.
(Πνευματικές Νουθεσίες, εκδ. Ιερά Μονή Παρακλήτου, σελ.45-47)
16. Αν ποθής να διορθώσεις κάποιον από τα πταίσματά του, μη νομίσης ότι τον διορθώνεις με τη δική σου δύναμι. Προσευχήσου στον Θεό, τον «ἐτάζοντα καρδίας και νεφροὺς» με όλη σου την ψυχή, να φωτίση ο Ίδιος την καρδιά εκείνου του ανθρώπου. Αν ο Κύριος δή ότι πράγματι προσεύχεσαι από τα βάθη της καρδιάς σου, θα πραγματοποιήσει χωρίς άλλο τον πόθο σου. Και σύ, βλέποντας να εκπληρώνεται ο πόθος σου από τη θεία χάρι, θα αναφωνήσης τότε ότι αυτή η θαυμαστή μεταβολή υπήρξε έργο όχι δικό σου, αλλά της «δεξιᾶς τοῦ Ὑψίστου».
19. Όταν είναι να προσευχηθής στην Υπεραγία Θεοτόκο, έχε πριν την ακράδαντο βεβαιότητα, ότι δεν πρόκειται να φύγης από μπροστά της χωρίς να βρής έλεος. «Οὐδεὶς προστρέχων ἐπὶ σοὶ κατησχυμμένος ἀπὸ σοῦ ἐκπορεύεται», ψάλλει η Εκκλησία με πίστι στη Θεομήτορα. Το να έχουμε αυτή τη βεβαιότητα, αυτή την ανεπιφύλακτο εμπιστοσύνη, είναι σωστό και δίκαιο. Είναι άπειρο το έλεος της Μητέρας του Ελεήμονος Θεού. Το έλεός της το μαρτυρεί η Εκκλησία όλων των εποχών και όλων των τόπων. Δεν υπάρχει περίπτωσις να αδιαφορήση για μας η Παναγία.
43. Όταν κάνουμε την προσευχή μας, πρέπει να πηγάζει κάθε λέξις της κατ’ ευθείαν από την καρδιά και κάθε μια απ’ αυτές τις λέξεις να διατηρή όλη τη δύναμι του περιεχομένου της. Αν αφήσουμε να εξατμισθεί η ουσία ενός φαρμάκου, το φάρμακο αυτό παύει να είναι σωτήριο για τη σωματική μας υγεία. Έτσι και κατά την προσευχή. Αν λέμε τα λόγια της μη προσέχοντας στο ζωοποιό νόημά τους, μη νοιώθοντας την αλήθεια τους στην καρδιά μας, δεν θα αποκομίσουμε ωφέλεια από την προσευχή. Γιατί η αληθινή, η καρποφόρος προσευχή γίνεται μονάχα όταν είναι προσευχή «ἐν πνεύματι και ἀληθεία». Τα λόγια της προσευχής αντιστοιχούν στα συστατικά στοιχεία ενός φαρμάκου. Το καθένα έχει τη δική του δύναμι και όλα μαζί αποτελούν τη θεραπευτική δόσι που χρειάζεται το άρρωστο σώμα μας. Όπως οι φαρμακοποιοί φυλάνε σε κλειστό μπουκάλι ένα παρασκεύασμα ιαματικό, για να μην εξατμισθεί η δύναμίς του, έτσι και εμείς πρέπει να κάνουμε με τα λόγια της προσευχής. Να φυλάμε τη δύναμί τους στον κλειστό χώρο της καρδιάς μας, για να τα προφέρουμε με όλη τη δύναμί τους άθικτο και ακεραία.
74. Όταν προσεύχεσαι – και ιδίως διαβάζοντας από κάποιο κείμενο την προσευχή σου – μη παραλείπεις να περνάς από το νού σου τη σημασία κάθε λέξεως, να την τοποθετής στην καρδιά σου. Μη λές λοιπόν μηχανικά και ψυχρά την προσευχή σου. Υπόταξε την καρδιά σου στην προσευχή και πρόσφερε στο Θεό αυτή την υποταγμένη καρδιά σαν θυσία ευπρόσδεκτο. «Δός μοι, υἱέ, σὴν καρδίαν» (Παροιμ. Κγ΄26). Τότε η προσευχή θα σε ενώση με τον Θεό και τη βασιλεία του και θα απολαύσης τους καρπούς του Αγίου Πνεύματος, όλα τα άγια αισθήματα: δικαιοσύνη, ειρήνη, χαρά, αγάπη, πραότητα, καρτερία, κατάνυξι. Θέλεις η προσευχή σου να έχει αναπαυτικά αποτελέσματα και στο ταλαιπωρημένο σώμα σου; Προσευχήσου θερμά και θα έχης κατόπιν ύπνο ειρηνικό, ασκανδάλιστο, που θα ανανεώση τις δυνάμεις του σώματος. Να αποφεύγεις τον απεριόριστο ύπνο. Να προσεύχεσαι με ζέσι κάθε πρωί. Έτσι θα επιτύχης ηρεμία, ενεργητικότητα και καλή ανταπόκρισι στις ανάγκες της εργασίας σου καθ΄ όλη την ημέρα.
84. Πρόκειται να προσευχηθής; Ταπείνωσε την υπερηφάνεια της καρδιάς σου, διώξε από μέσα της κάθε γήινο θέλγητρο και στερεώσου στην πέτρα της πίστεως.
92. Κάποιος, που έννοιωσε ακηδία κατά την ώρα της προσευχής και το σώμα του αναζητούσε τον ύπνο, στήριξε τον εαυτό του με την εξής εσωτερική ερώτηση: «Με ποιόν συνομιλείς, ψυχή μου;» Και κατόπιν, λαμβάνοντας σοβαρά υπ΄όψιν ότι βρισκόταν μπροστά στον Κύριο, άρχισε να προσεύχεται με πολύ αίσθημα και ζέσι. Η διάνοιά του και η καρδιά του φωτίσθηκαν και ο ίδιος αισθανόταν σαν αναγεννημένος. Αυτό δείχνει τι σημαίνει να νοιώθουμε τον ζώντα Θεό ενώπιόν μας και να του μιλάμε μέσα στο αίσθημα της παρουσίας του. Αν μιλώ στους ανθρώπους που είναι μαζί μου, όχι βαρετά, για να μη τους προσβάλω, πώς τολμώ να μιλώ έτσι με τον Κύριο;
(Η εν Χριστω ζωή μου.Αγίου Ιωάννου της Κροστάνδης,εκδ. Παπαδημητρίου, Αθήνα 2016, )
λα'. Έλεγαν για τον Αββά Αρσένιο και τον Αββά Θεόδωρο της Φέρμης, ότι κανείς σαν αυτούς δεν απεχθανόταν τη δόξα των ανθρώπων. Ο μεν λοιπόν Αββάς Αρσένιος δεν συναντιόταν εύκολα με κάποιον. Ο δε Αββάς Θεόδωρος συναντιόταν μεν, αλλά ήταν σαν ξεγυμνωμένο σπαθί.
λβ’ . Ενώ έμενε κάποτε ο Αββάς Αρσένιος στα κάτω μέρη και δοκίμαζε ενόχληση εκεί, έκρινε σωστό να παρατήση το κελλί του. Και χωρίς να πάρη μαζί του τίποτε απ’ αυτό, πήγε στους μαθητές του τον Αλέξανδρο και τον Ζώϊλο, οπού ήταν από τη Φαράν. Είπε λοιπόν στον Αλέξανδρο : « Σήκω και πάρε το ποτάμι, πηγαίνοντας προς τα άνω ». Και εκείνος συμμορφώθηκε. Και στον Ζώϊλο είπε : « Έλα μαζί μου έως το ποτάμι και βρες μου πλοίο που να πηγαίνη στην Αλεξάνδρεια κάτω. 'Ύστερα, πάρε και συ την αντίθετη κατεύθυνση και πήγαινε στον αδελφό σου ». Ο Ζώϊλος ταράχθηκε σ’ αυτά τα λόγια, αλλά δεν μίλησε. Και έτσι χωρίσθηκαν μεταξύ τους. Κατέβηκε λοιπόν ο γέρων στα μέρη της Αλεξανδρείας και, εκεί, έπεσε σε αρρώστεια βαρειά. Και οι μαθητές του είπαν ο ένας στον άλλο : « Μήπως κανείς μας λύπησε τον γέροντα και γι’ αυτό χωρίσθηκε από μας ; ». Και δεν βρήκαν σε τίποτε να φταίνε ούτε ότι δεν τον υπάκουσαν σε κάτι καμμιά φορά. Ο δε γέρων, σαν έγιανε, είπε : « Θα πάω στους πατέρες μου ». Και έτσι, παίρνοντας το ποτάμι σε αντίθετη κατεύθυνση, προς τα άνω, ήλθε στην Πέτρα, οπού βρίσκονταν οι μαθητές του. Και ενώ ήταν κοντά στο ποτάμι, έρχεται μια μικρή Αιθιόπισσα και άγγιξε την προβιά οπού φορούσε. Ο γέρων τότε τη μάλωσε. Η μικρή όμως του είπε : « Αν είσαι μοναχός, πήγαινε στο βουνό ». Κατανύχθηκε μ’ αυτά τα λόγια ο γέρων και συλλογίσθηκε : « Αρσένιε, αν είσαι μοναχός, πήγαινε στο βουνό». Τότε, τον συναντούν ο Αλέξανδρος και ο Ζώϊλος. Έπεσαν στα πόδια του εκείνοι, αλλά και ο γέρων τους αγκάλιασε και έκλαψαν και οι τρεις. Είπε δε ο γέρων : « Δεν ακούσατε ότι αρρώστησα ; ». Και του είπαν : « Ναι ». Τους ρωτά τότε : « Και γιατί δεν ήλθατε να με δήτε ; ». Του λέγει ο Αββάς Αλέξανδρος : « Ο χωρισμός σου από μας δεν καλοφάνηκε και πολλοί δεν ωφελήθηκαν, λέγοντας : Αν δεν έδειχναν ανυπακοή στον γέροντα, δεν θα χωριζόταν απ’ αυτούς ». Τους λέγει : « Πάλι λοιπόν πρόκειται να λέγουν οι άνθρωποι, ότι δεν βρήκε η περιστερά που να αναπαύση τα πόδια της και γύρισε στον Νώε, στην κιβωτό ». Και έτσι θεραπεύθηκαν. Και έμεινε μαζί τους έως την τελευτή του.
λγ'. Είπε ο Αββάς Δανιήλ, ότι μας διηγήθηκε ο Αββάς Αρσένιος δήθεν για κάποιον άλλο, ενώ στην πραγματικότητα ήταν αυτός ο ίδιος. Ότι, ενώ καθόταν κάποιος γέρων στο κελλί του, άκουσε φωνή να του λέγη : « Έλα και θα σου δείξω τί κάνουν οι άνθρωποι ». Και σηκώθηκε και βγήκε. Και τον έφερε σ’ ένα τόπο και του έδειξε κάποιον Αιθίοπα, οπού έκοβε ξύλα και έκανε μεγάλο φορτίο. Προσπαθούσε δε να το σηκώση και να το φορτωθή, αλλά δεν μπορούσε. Και αντί να βγάλη ένα μέρος απ’ αυτό, πάλι έκοβε ξύλα και πρόσθετε στο φορτίο. Και αυτό το έκανε για πολλή ώρα. Και προχωρώντας λίγο, του έδειξε έναν άνθρωπο, οπού στεκόταν πλάϊ σ’ ένα πηγάδι και αντλούσε νερό από εκεί μέσα. Αλλά το άδειαζε σε μια στέρνα όλο τρύπες και έτσι το νερό ξανάπεφτε στο πηγάδι. Και του λέγει πάλι : « Έλα και θα σου δείξω ακόμη κάτι άλλο ». Και βλέπει ένα ναό και δυό ανθρώπους καθισμένους σε άλογα, οπού βαστούσαν μια σανίδα πλάγια, ο ένας δίπλα στον άλλο. Ήθελαν λοιπόν να εισέλθουν από την πύλη του ναού. Αλλά δεν μπορούσαν, γιατί κρατούσαν το ξύλο πλάγια. Δεν ταπείνωσε δε ο ένας τους τον εαυτό του, ώστε να έλθη πίσω από τον άλλο και να πάρη το ξύλο την πρεπούμενη κατεύθυνση. Έτσι, έμειναν έξω από την πύλη. « Αυτοί, λέγει, είναι όσοι τηρούν στάση υπερήφανη, νομίζοντας ότι έτσι πρέπει να κάνουν, χωρίς να ταπεινώνωνται, να διορθώνουν τον εαυτό τους και να βαδίζουν στον ταπεινό δρόμο του Χριστού. Και μένουν λοιπόν έξω από τη βασιλεία του Χριστού. Όσο για εκείνον οπού έκοβε ξύλα, είναι άνθρωπος οπού κάνει πολλές αμαρτίες. Και αντί να μετανοήση, άλλες ανομίες προσθέτει πάνω στις αμαρτίες του. Τέλος, εκείνος οπού έβγαζε νερό, άνθρωπος είναι οπού κάνει μεν καλά έργα, αλλά επειδή είχε σ’ αυτά την ανάμιξή του και το πονηρό, έτσι έχασε και τα καλά του έργα. Πρέπει λοιπόν ο καθένας μας να είναι νηφάλιος στα έργα του, ήγουν να έχη φωτεινή αντίληψη και άγρυπνο μάτι επάνω τους, ώστε να μη πάη χαμένος ο κόπος του ».
λδ’ . Ο ίδιος διηγήθηκε, ότι κάποτε ήλθαν μερικοί πατέρες από την Αλεξάνδρεια για να δουν τον Αββά Αρσένιο. Και ένας απ’ αυτούς ήταν θείος του παλαιού Αρχιεπισκόπου Αλεξανδρείας, Τιμοθέου, οπού τον ωνόμαζαν ακτήμονα, και είχε έναν από τους ανεψιούς του. Ήταν δε τότε ο γέρων αδιάθετος και δεν θέλησε να συναντηθή μαζί τους, για να μη έλθουν και άλλοι και τον παρενοχλήσουν. Βρισκόταν δε τότε στον βράχο της Τρώης. Και εκείνοι γύρισαν πίσω, λυπημένοι. Έτυχε λοιπόν να γίνη επιδρομή βαρβάρων και πήγε και έμεινε στα κάτω μέρη. Σαν το έμαθαν, πάλι ήλθαν για να τον δουν. Και, αυτή τη φορά, με χαρά τους υποδέχθηκε. Και του λέγει ο αδελφός οπού ήταν μαζί τους : « Δεν ξέρεις, Αββά, ότι ήλθαμε να σε συναντήσουμε στην Τρώη και δεν μας δέχθηκες ; ». Και του αποκρίνεται ο γέρων : « Σεις γευθήκατε ψωμί και ήπιατε νερό. Εγώ όμως, τέκνο μου, ούτε ψωμί ούτε νερό έβαλα στο στόμα μου, αλλά ούτε και κάθισα, τιμωρώντας τον εαυτό μου, έως ότου υπολόγισα ότι φθάσατε στον τόπο σας, μια και εξ αιτίας μου και σεις ταλαιπωρηθήκατε. Αλλά συγχωρήστε με, αδελφοί ». Και, παρηγορημένοι, έφυγαν.
λε’ . Ο ίδιος έλεγε : « Με φώναξε μια φορά ο Αββάς Αρσένιος και μου λέγει : Ανάπαυσε τον πατέρα σου, ώστε, όταν φύγη για τον Κύριο, να παρακαλέση για σένα και όλα να σου έλθουν καλά».
(Είπε Γέρων,Το Γεροντικόν εκδ. Αστήρ, Αθήνα 1996 σελ. 25-28)
Ο καθημερινός του κανόνας ήταν να μελετά, σχολιάζοντας για τον εαυτό του, μερικές περικοπές απο τον Απόστολο και το Ευαγγέλιο. Για να ζή μάλιστα πιο έντονα τις περικοπές αυτές πήγαινε και τις διάβαζε στα αντίστοιχα σημεία του δάσους, στα οποία είχε δώσει ονόματα απο τους Αγίους Τόπους. Έτσι λοιπόν όταν βρισκόταν στον κήπο της Βηθλεέμ, έφερνε στον νου του το θείο Βρεφος μέσα στη φάτνη και έψαλλε κι αυτός μιμούμενος τους αγγέλους: «Δόξα εν υψίστοις Θεώ και επί γής ειρήνη, εν ανθρώποις ευδοκία».
Στην όχθη του Σάρωφκα, που έμοιαζε με τον Ιορδάνη, διάβαζε για τον Ιωάννη τον βαπτιστή, για το κήρυγμά του περί μετανοίας και τη βάπτισι του Κυρίου. Την επί του όρους ομιλία τη διάβαζε πάνω σ' ένα λόφο, πλάϊ στον ποταμό Σάρωφκα. Και σ' ένα άλλο ύψωμα, στο όρος της Μεταμορφώσεως, θεωρούσε νοερά μαζί με τους Αποστόλους τη δόξα του μεταμορφωθέντος Κυρίου. Ανηφορίζοντας μέσα στο πυκνό δάσος θυμόταν τον Κύριο που ζήτησε νερό, και συγκλονισμένος απο τα άγια πάθη Του προσευχόταν με θρήνο για τη σωτηρία του.
Σ' ένα άνοιγμα του Σάρωφκα, που έμοιαζε με την παραλία της Τιβεριάδος, διάβαζε τη σχετική περικοπή για την εμφάνιση του Κυρίου στους μαθητάς μετά την Ανάστασι, τη συζήτησί τους και τη θαυμαστή αλιεία. Στο όρος των Ελαίων έβλεπε νοερά την ένδοξη Ανάληψι του Κυρίου στους ουρανούς και την ενθρόνισί Του στα δεξιά του Πατρός. Έτσι λοιπόν και η φύσις βοηθούσε τον ζηλωτή ασκητή στην πνευματική του τελείωση. Άλλωστε κι αυτό είναι ένας προορισμός της, να οδηγή δηλαδή τον άνθρωπο στον Θεό.
Αυτή την περίοδο εκτός από την Αγία Γραφή μελετούσε και ασκητικούς πατέρες, όσιο Ιωάννη της Κλίμακος, Όσιο Βαρσανούφιο, Εφραίμ και Ισαάκ τους Σύρους και άλλα. Στην αγιογραφική και πατερική μελέτη ο Όσιος έδινε ιδιαίτερη σημασία. Την ονόμαζε εφοδιασμό της ψυχής. Είχε μάλιστα εκθέσει τις σκέψεις του γύρω από το θέμα αυτό σε ένα κείμενο με τον τίτλο: «με τι πρέπει να εφοδιάσουμε την ψυχή».
Εκεί στην έρημο μελέτησε προσεκτικά όλη την Αγία Γραφή. Τώρα ζητούσε μέσα σε αυτή όχι μόνο την αλήθεια αλλά και τη θέρμη του πνεύματος. Συχνά τα μάτια του πλημμύριζαν από δάκρυα κατανύξεως, ενώ η ψυχή του ένιωθε την ειρήνη του Αγίου Πνεύματος. Αυτά ήσαν η αμοιβή του Θεού για τον κόπο του.
«Είναι πολύ ωφέλιμη, έλεγε, η μελέτη του λόγου του Θεού στην ησυχία, και μάλιστα όλης της Αγίας Γραφής με προσοχή. Για αυτό και μόνο αμείβει ο Κύριος με το χάρισμα της κατανοήσεως».
(όσιος Σεραφείμ του Σαρωφ, Ι.Μ. Παρακλήτου 2007, σελ.66-67)
(ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΣ ΛΕΙΜΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 172, ΦΙΛΟΚΑΛΙΑ ΤΟΜΟΣ 2, ΕΠΕ).
Για αυτόν τον κυρό Κοσμά τον σχολαστικό πολλά μάς είπαν πολλοί, άλλοι άλλα και πάρα πολλοί πολλά άλλα μάς διηγήθηκαν. Αυτά πού εμείς είδαμε και παρακολουθήσαμε από κοντά, αυτά σάς γράφομε για την ψυχική σας ωφέλεια.
Ήταν ο άνδρας ταπεινόφρονας, ελεήμονας, εγκρατής. Παρθένος,ήσυχος,χωρίς οργή, γεμάτος αγάπη προς τους φίλους, φιλόξενος, φιλόπτωχος. Αυτός ο θαυμάσιος άνδρας πολύ μάς ωφέλησε, όχι μόνο βλέποντάς τον και ακούγοντάς τον να διδάσκει,αλλά και γιατί είχε πάρα πολλά βιβλία για όλους πού ζούσανστην Αλεξάνδρεια και με προθυμία τα δάνειζε σε όσους τα ήθελαν. Ήταν επίσης και ακτήμονας. Μέσα σ' όλο του το σπίτι τίποτα άλλο δεν έβλεπες, παρά μόνο βιβλία, κρεββάτι και τραπέζι. Στον κάθε άνθρωπο ήταν δυνατό να μπαίνει μέσα και να τον έρωτά για την ωφέλεια τής ψυχής και να διαβάζει. Κάθε μέρα ερχόμουν σ' αυτόν και, μα την αλήθεια, ποτέ δεν μπήκα και δεν τον βρήκα η να μη διαβάζει η να μη συγγράφει εναντίον των Ιουδαίων- γιατί είχε μεγάλο ζήλο για την επιστροφή των Εβραίων στην αλήθεια. Για αυτό το λόγο και πολλές φορές με έστειλε σε κάποιους Εβραίους για να συζητήσω μ' αυτούς σε θέματα τής Γραφής, γιατί δεν έβγαινε συχνά από το σπίτι του.
Αυτόν τον κυρό Κοσμά τον σχολαστικό τον επισκέφτηκα μια μέρα και επειδή είχα πολύ θάρρος τού λέω.
Δείξε αγάπη, πόσα χρόνια έχεις πού ησυχάζεις;
Και επειδή σιωπούσε, χωρίς τίποτα να λέει, πάλι τον ερωτώ.
Για το όνομα τού Κυρίου, πες μου.
Και αυτός αφού περίμενε λίγο, μού λέει.
Έχω τριανταπέντε χρόνια.
Εγώ μόλις τον άκουσα δόξασα το Θεό.
Άλλοτε πάλι, πού τον επισκέφθηκα τον ρώτησα.
Δείξε τέλεια την αγάπη, γνωρίζοντας πώς σε ρωτώ για ψυχική ωφέλεια. Πες μου μέσα στον τόσο χρόνο τής ησυχίας και τής εγκράτειας, τι κατόρθωσες;
Αυτός αναστενάζοντας από το βάθος τής ψυχής του μού λέει.
Τι έχει κατορθώσει κάποιος άνδρας κοσμικός πού μάλιστα μένει μέσα στο σπίτι του;
Εγώ πάλι τον παρακαλούσα, λέγοντας.
Για τον Κύριο πες μου και ωφέλησε με.
Και τότε αφού εξαναγκάστηκε πολύ από μένα, μού λέει.
Συγχώρεσε με, ξέρω πώς κατόρθωσα αυτά τα τρία, να μή γελάσω, να μην ορκιστώ και να μη πω ψέματα.
"…Κάποια στιγμή αντιλήφθηκα ότι περνούσαμε έξω από τις κτιριακές εγκαταστάσεις των χιλιαστών. Αισθάνθηκα να με κατακλύζει η θλίψη και η αγανάκτηση για το ψυχοφθόρο έργο των αιρετικών αυτών οι οποίοι αντί να μετανοήσουν για τις αμαρτίες τους αγωνίζονται να κλονίσουν την πίστη στο Χριστό, ψυχών, υπέρ ων Χριστός απέθανε και ανέστη.
Ο γέροντας σιωπούσε. Κάποια στιγμή συλλογίστηκα: Τι να σκέφτεται άραγε ο γέροντας· δεν αγανακτεί βλέποντας σε αυτούς τους ανθρώπους και τα έργα τους; Αλλά αμέσως άκουσα τον Γέροντα να λέει: «Ε, και αυτοί οι ταλαίπωροι ψευδομάρτυρες του Ιεχωβά, ο Θεός να τους ελεήσει. Μερικοί χριστιανοί αγανακτούν εναντίον τους, άλλοι πάλι τσακώνονται μαζί τους και τους βρίζουν, άλλοι τους καταδιώκουν στα δικαστήρια. Όμως δεν καταπολεμείται έτσι ο χιλιασμός. Ξέρετε πώς καταπολεμείται; όταν εμείς αγιασθούμε»".
(Ανθολόγιο συμβούλων γέροντος Πορφυρίου,σελ.444)
"… Φεύγοντας από εκεί ο Σεραπίων κατευθύνθηκε στην περιοχή της Λακεδαίμονας όπου άκουσε πως ένας προύχοντας ήταν Μανιχαίος, αυτός και η οικογένειά του, αν και κατά τα άλλα ήταν ενάρετος.
Έκανε και σε αυτή την περίπτωση ότι και με τους ηθοποιούς· πουλήθηκε δούλος και σε 2 χρόνια μέσα γλίτωσε τον κύριό του και τους δικούς του από την καταραμένη αίρεση, ξαναφέρνοντάς τους στην Εκκλησία. Τότε ο αφέντης του όχι μόνο τον ελευθέρωσε αλλά και τον θεωρούσε πια αδελφό του ή μάλλον πατέρα του, δοξάζοντας τον Θεό που τον έστειλε"
(Νερό από την έρημο, Αποστολική Διακονία,σελ. 62-63)
Ο αββάς Ιωάννης και ο αιρετικός.
Ο υποτακτικός του αββά Ιωάννη του Σαββαΐτου Θεόδωρος, ήρθε στο κελί του γέροντά του μαζί με έναν αιρετικό, χτύπησαν την πόρτα και όταν τους άνοιξε έβαλαν και οι δύο μετάνοια. Έπειτα ο Θεόδωρος του ζήτησε να τους ευλογήσει
- Εσένα σε ευλογώ. Όχι όμως αυτόν, απάντησε ο αββάς
- Ευλόγησέ τον παρακάλεσε ο Θεόδωρος.
- Δεν τον ευλογώ γιατί είναι αιρετικός είπε ο αββάς που πρώτη φορά τον έβλεπε. Θα τον ευλογήσω, εάν εγκαταλείψει την αίρεση και επιστρέψει στην εκκλησία.
Ο αιρετικός απόρησε με το διορατικό χάρισμα του γέροντος και υποσχέθηκε να επιστρέψει σύντομα στην εκκλησία
(Χαρίσματα και χαρισματούχοι τόμος Α, εκδ. Ιερά Μονή Παρακλήτου, σελίδα 71)
Το χέρι που ράπισε τον Κύριο
Πλούσιος Γάλλος Κόμης προσκλήθηκε σε μία συγκέντρωση να γνωρίσει τον πολύ γνωστό δυστυχώς Ερνέστο Ρενάν που έγραψε την ιστορία του Ιησού Χριστού στην οποία ιερόσυλα βλάσφημα το Λυτρωτή.
Ο Ρενάν του έτεινε το χέρι και ο κόμης αποτράβηξε το δικό του λέγοντας:
- Δεν θέλω ποτέ να πιάσω το χέρι που ράπισε τον Κύριό μου
(Θησαυρός γνώσεων και ευσέβειας, σελ.618)
Eίπε γέροντας: «εάν εμφανιστεί ξαφνικά στην καρδιά αδελφού που ζει σε κελί κάποιος λόγος ιερός και δοθεί στον λόγο αυτόν, ενώ δεν έχει φτάσει σε ανάλογα μέτρα και ούτε έλκεται από τον Θεό σε αυτόν, στέκονται οι δαίμονες και του παρουσιάζουν το ρητό έτσι που να συμφωνεί με το θέλημα του» (Μέγα Γεροντικό τόμος Γ σελ. 251)
"Βρήκαμε επίσης μέσα στα κακά πνεύματα και εκείνα που όχι μόνο αγαπούν το ψέμα, αλλά και ωθούν τα θύματά τους στη βλασφημία. Αυτό μπορώ και εγώ να το επιβεβαιώσω. Έχω ακούσει με τα αυτιά μου ένα δαίμονα να ομολογεί ξεκάθαρα ότι είχε χρησιμοποιήσει τον Άρειο και τον Ευνόμιο, για να ενσπείρει στην εκκλησία ανίερες και αιρετικές δοξασίες.
Διαβάζουμε επίσης στο βιβλίο των Βασιλειών ότι κάποιος από αυτούς καυχιόταν για παρόμοια πράγματα και έλεγε: «θα φύγω από δω και θα γίνω πνεύμα ψεύτικης προφητείας στο στόμα όλων των ψευδοπροφητών (Γ Βασιλειών 22,22). Αυτή ακριβώς την κατηγορία των δαιμόνων είχε στο νου του και ο Απόστολος όταν επιτιμούσε εκείνους που αφήνονται να εξαπατηθούν από αυτούς τους δαίμονες και τους έλεγε: «θα προσέχουν σε πνεύματα πλάνης και σε δαιμονικές διδασκαλίες, σε ανθρώπους που ψευδολογούν με υποκρισία» (Α Τιμοθέου 4,1-2)"
(Αββά Κασσιανού τόμος Α, εκδ. Ετοιμασία σελ. 235)
(πηγή: Οικοδομώντας το ναό του Θεού..., τόμοι Α,Β,Γ).
… Γνωρίζετε ότι στο Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών υπάρχουν δεκάδες θεολόγοι, διδάκτορες της θεολογίας, και όλοι σκέφτονται διαφορετικά, όλοι μιλούν διαφορετικά. Ο Μπερντιάγιεφ έλεγε ότι η ζωή είναι πολύ ενδιαφέρουσα από τον πλούτο του περιεχομένου της όταν συναντούμε ένα άλλο πρόσωπο, ανακαλύπτουμε άλλες απόψεις, άλλες προσεγγίσεις, άλλες ιδέες, άλλες πορείες, και αυτή η διαφορά των προσεγγίσεων, των ιδεών, των θεωριών συνιστά τον πλούτο της ζωής μας. Στην Αγία Τριάδα όμως δεν ισχύει αυτό. Για τα Τρία Πρόσωπα δεν υπάρχει παρά μόνο μία θέληση, μία βασιλεία, μία δόξα. Στη Μονή επίσης, δεν ευχόμαστε ο καθένας να έχει δικές του προσωπικές σκέψεις. Αυτό δεν είναι απόδειξη πλούτου. Ο πλούτος συνίσταται στην αληθινή γνώση του Θεού Δημιουργού μας. Αν Τον γνωρίζουμε με την ίδια τη ζωή μας και μέσα στη σάρκα μας, τότε μετά τον θάνατο θα είμαστε ακόμη πιο πολύ ενωμένοι μαζί Του. Ο άγιος Αρσένιος ο Μέγας υπέφερε πάνω στη γη, διότι ο καθένας είχε τη δική του θέληση, τις δικές του ιδέες. Έλεγε ότι στον Ουρανό το πλήθος των σεσωσμένων έχουν την ιδία σκέψη, την ιδία στάση. (τόμος Α σελ.96-97)
****
…Γιατί η Εκκλησία διαχωρίστηκε σε τόσο μεγάλο αριθμό διαφορετικών ομολογιών; Στη Γενεύη, στο Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών, συμμετέχουν περίπου 200 ομολογίες. Στο οικουμενικό αυτό κίνημα υπάρχει μια εσφαλμένη αντίληψη, σύμφωνα με την οποία κάθε ομολογία φέρει ένα μέρος της αλήθειας, αλλά καμιά δεν έχει την αληθινή γνώση του Απολύτου. Όσοι μιλούν με τον τρόπο αυτό μπορεί να φαίνεται πώς έχουν δίκαιο. Αλλά το λάθος τους είναι ότι, βλέποντας τους αντιπροσώπους των διαφόρων ομολογιών, παρατηρούν την παρουσία του σκότους της πτώσεως σε όλους τους αντιπροσώπους της Εκκλησίας, και καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι κανένας δεν γνωρίζει την αλήθεια, αλλά ότι ο καθένας κατέχει ένα κομμάτι.
Πρέπει να έχουμε κατά νου ότι υπάρχει μια οδός που είναι αληθινά η πλησιέστερη προς την οδό του Ίδιου Του Θεού. Όταν είστε στην εκκλησία, ακούτε: «Καταξίωσαν, Κύριε, εν τη εσπέρα ταύτη αναμαρτήτους φυλαχθήναι ημάς...». Προσπαθήστε να δίνετε προσοχή στα λόγια αυτά. (τόμος Β σελ. 144)
****
… Συνεπώς, το ερώτημα για τη δυνατότητα της ενώσεως των Εκκλησιών το απέφυγα, λέγοντας μόνο: «Καταλαβαίνω ότι είναι βαρύ για όλους μας».
Γιατί για μας τους Ορθοδόξους είναι αδύνατον να απορρίψουμε τη θεωρία μας για την εν Χριστώ ζωή μας και την αντίληψή μας για την αποκάλυψη Του; Διότι όλοι δεν έχουμε την ιδία γνώση, στον ίδιο βαθμό. Στη Δύση δεν δόθηκε να συλλάβει το πλήρωμα της αποκαλύψεως σχετικά με την αρχή του προσώπου-υποστάσεως στο θείο Είναι και στο ανθρώπινο είναι, όπως το έχουμε εμείς στην Ορθοδοξία.
Οι άλλοι συνήθισαν να δέχονται τον Χριστό και την αποκάλυψη στο μέτρο που τους δόθηκε. Αγαπούν εκείνο που γνώρισαν. Και η τραγικότητα βρίσκεται στη διαφορά του βαθμού κατανοήσεως της αποκαλύψεως που δόθηκε εν Χριστώ και με το Άγιο Πνεύμα, που επεδήμησε στην Εκκλησία. Η αγγλικανική εκκλησία προτείνει τον δικό της τύπο ενότητος, όπως δηλαδή παρουσιάζεται η ενότητα της αγγλικανικής εκκλησίας σε όλο τον κόσμο. Μερικοί την ονόμασαν εκκλησία-γέφυρα για την ενότητα. Οι ρωμαιοκαθολικοί σκέφτονται την ενότητα μόνο ως υποταγή όλων στον επίσκοπο της Ρώμης. Στο μέτρο που το θέμα αυτό συνδέεται με το προσωπικό βίωμα του κάθε ανθρώπου, λογικά δεν μπορούμε να αποδείξουμε τίποτε. Αυτό είναι θέμα μόνο πίστεως. Και όπως λέει ο απόστολος Παύλος, «δια πίστεως περιπατούμεν, ου δια είδους».
Πατήρ Ν.: Νόμιζα ότι δεν ήταν τόσο σπουδαίες οι ερωτήσεις του, όσο η μεθοδολογία της απαντήσεώς σας. Δεν είναι δυνατόν να προσπαθούμε να απαντήσουμε σε όλες τις ερωτήσεις, αλλά πρέπει να μεταφερθούμε σε άλλο επίπεδο. Για να πάρουμε απάντηση, χρειάζεται να καταφύγουμε στο επίπεδο της προσευχής και της αποκτήσεως του Αγίου Πνεύματος. Τότε όλα γίνονται σαφή. Και εσείς τότε δείξατε την εικόνα του Γέροντα, στο σημείο όπου είναι γραμμένο: «Δέομαί Σου, ελεήμον Κύριε, όπως πάντες οι λαοί γνωρίσωσί Σε εν Πνεύματι Αγίω».
Απάντηση: Όπως παρατήρησε ο πατήρ Ν., είναι καλό για όλους μας να σταματούμε νοερά στο ότι πολλά δεν μπορούμε να τα εννοήσουμε. Επιπλέον, για ποιό λόγο οι Θεολογικές Σχολές όλων των επιπέδων δεν μπορούν να ικανοποιήσουν την ανθρωπότητα; Διότι η βασική τους επιδίωξη κατευθύνεται στο να περιορίσει την αποκάλυψη σε αντικείμενο επιστημονικής έρευνας, δηλαδή της λογικής. Εδώ όμως δεν πρόκειται για θέμα λογικής αλλά πίστεως. Με την πίστη ζούμε και με την πίστη σωζόμαστε. Διότι δεν μπορούμε να δώσουμε σε όλα απλή λογική εξήγηση. (τόμος Β σελ. 285-286)
****
…Ζώντας στον κόσμο αυτό, όπου παραμελείται η οδός της προσευχής και της ζωής σύμφωνα με τις εντολές, όπου θέλουν να αντικαταστήσουν τη λατρεία του Θεού και την εν Αυτώ ζωή με διαλόγους γι’ Αυτόν, υποβαλλόμαστε διαρκώς στην επίδραση των διαθέσεων αυτών των ανθρώπων και κινδυνεύουμε να χάσουμε την αληθινή οδό προς τη Θεογνωσία και προς τη σωτηρία, πράγμα που αποτελεί τον μοναδικό σκοπό της μοναχικής ζωής. Ο άνθρωπος δεν σώζεται με το πλήθος των επιστημονικών πληροφοριών. Με τις πληροφορίες αυτές δεν μας δίδεται η κατάσταση να «ορώμεν τον Θεόν, καθώς εστί» . Γιατί, για τους περισσότερους πολυμαθείς ο λόγος αυτός είναι αφόρητος. Ωστόσο, άλλο είναι εκείνο που βλέπουμε στα Ευαγγέλια: «Μακάριοι οι καθαροί τη καρδία, ότι αυτοί τον Θεόν όψονται». Είναι εντελώς δίκαιο για μας να συλλογισθούμε τους λόγους του Χριστού: «Πώς βλέπουν τον Θεό “οι καθαροί τη καρδία”; Πώς είναι Αυτός; Ή πώς Αυτός δεν είναι;». Ο πολυμαθής νους τείνει βεβαίως προς τη σκέψη, «πως Αυτός δεν είναι». Ο Χριστός όμως σκέφτεται διαφορετικά και εμείς προσπαθούμε να Τον ακολουθήσουμε.
Τί θέλω να πω; Οφείλουμε να επικεντρώσουμε την προσοχή μας μόνο στον αγώνα να μην αμαρτήσουμε ούτε προς τον Θεό ούτε προς τον άνθρωπο ούτε προς τα πράγματα. Και από τη ζωή αυτή, την απλή αλλά συγκεντρωμένη στην εντολή αυτή, γεννιέται η κατάσταση του ανθρώπου κατά την οποία αυτός «συνδέεται» ήδη υπαρξιακά με τον Θεό. (τόμος Β σελ. 291-292)
****
…Συνεπώς, όταν σας αφήσω, παρακαλώ να προφυλάσσεσθε από την παρεκτροπή αυτή των ακαδημαϊκών διπλωμάτων. Κάποτε συνάντησα εδώ, στον δρόμο της Μονής μας, κάποιον άνθρωπο που μου είπε ότι πήρε τον τίτλο του διδάκτορος της θεολογίας. Και εγώ του απάντησα: «Ε, λοιπόν; Στον εσκοτισμένο μας κόσμο αυτό εκτιμάται περισσότερο, παρά η αγιότητα!».
Που όμως μας οδήγησαν αυτές οι σχολές; Μας οδήγησαν στο να κατασκευάσουμε κάποια τυποποιημένα όντα, που μιλούν για πράγματα τα οποία ποτέ δεν βίωσαν. Από που λοιπόν το σκοτάδι αυτό στην Εκκλησία μας; Από που αυτά τα σχίσματα;
Σας έχω μιλήσει ήδη πολλές φορές, αλλά το Πνεύμα με ωθεί να το επαναλάβω. Πριν ακόμη φύγω από σας -και το τέλος της ζωής μου είναι βέβαια εγγύς- θα ήθελα να γλιτώσετε από την πλάνη, από την οποία πάσχει ο σύγχρονος κόσμος στο επίπεδο της θεολογίας, ώστε κανένας να μη δημιουργεί λανθασμένες θεωρίες για τον Θεό, που να διαιρούν τον χριστιανικό κόσμο. Αναλογισθείτε ότι στο Κέντρο της Γενεύης, στο Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών, υπάρχουν περισσότεροι από διακόσιους διδάκτορες θεολογίας με διαφορετικές αντιλήψεις! Από που αυτό; Ο Θεός είναι ένας.
Πώς γίνεται λοιπόν να υπάρχουν ομολογίες που να μισούν και να καταδιώκουν τις άλλες; Τώρα παρατηρείται διωγμός των Ορθοδόξων σε όλο τον κόσμο. Και πώς προκαλούμε το μίσος αυτό; Εμείς φοβόμαστε «και μύγα να προσβάλουμε». Μας μισούν όμως περισσότερο από ότι τους εγκληματίες. Και αυτό δεν είναι καθόλου φαντασία, όπως γνωρίζουμε από την πείρα μας. Αλλά «ας μη ταράσσεται η καρδιά σας˙ πιστεύετε στον Θεό, πιστεύετε στον Χριστό» και συνεχίστε τη ζωή αυτή. Αυτός είπε: «Όπως μίσησαν εμένα άδικα , έτσι θα μισήσουν και εσάς για το όνομά μου». Συνεπώς, μη χάνετε τη βασική θεωρία: της ζωής χωρίς αμαρτία!
Δεν λαμβάνω μέρος στην οικουμενική κίνηση. Η ιδέα μου όμως ήταν η εξής: να συγκεντρώνεσθε και να εξετάζετε πως είναι δυνατόν να ζήσουμε χωρίς αμαρτία. Έρχονται διακόσιοι διδάκτορες θεολογίας και ο καθένας λέει τις θεωρίες του, φανερώνοντας έτσι την άγνοια και την αμάθειά του. Ας παραθέσουμε ένα από τα λάθη: Μερικοί μελετούν όλες τις θρησκείες και στη θεωρητική αυτή γνώση της ιστορίας όλων των θρησκειών και του περιεχομένου των διδασκαλιών βλέπουν την παγκοσμιότητά τους. Ο Κύριος όμως λέει: «Εις υμών εστίν ο Πατήρ και εις ο διδάσκαλος, ο Χριστός». Και αυτός ο Διδάσκαλος Χριστός φέρει μέσα Του ολόκληρη την κτίση. Συνεπώς, θα επακολουθήσουμε τα ίχνη του Χριστού, που φέρει στη συνείδησή Του όλη την τραγωδία και πεθαίνει για την πίστη Του αυτή. (τόμος Β σελ. 309-311)
****
…Ένα από τα τραγικότερα γεγονότα της ανθρώπινης ιστορίας είναι η διαίρεση του Χριστιανισμού σε διάφορες ομολογίες. Η δική μας Εκκλησία διδάσκει την εκπόρευση του Αγίου Πνεύματος μόνο από τον Πατέρα, ενώ στη Δύση λένε «και εκ του Υιού» (Filioque), και για αιώνες μένουμε χωρισμένοι. Προσωπικά, ασπάζομαι τη διδασκαλία της Εκκλησίας μας και αφήνω τους άλλους να σκέφτονται όπως θέλουν. Η σκέψη μας όμως προχωρεί πέρα από τα όρια του κοσμικού είναι και μιλάει για το πώς ήταν ο Θεός πριν από τη δημιουργία του κόσμου˙ ότι το Πνεύμα το Άγιο εκπορεύεται από τον Πατέρα, και ότι ο Πατέρας είναι η μόνη αρχή και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος.
Στο κατά Ιωάννην Ευαγγέλιο διαβάζουμε ότι ο Κύριος μετά την ανάστασή Του ενεφύσησε στους μαθητές Του και είπε: «Λάβετε Πνεύμα Άγιον». Μπορούμε να πούμε επιπλέον ότι το Πνεύμα το Άγιο ενεργεί όχι μόνο εν Χριστώ, αλλά αφού σκηνώσει στους αγίους Του, ενεργεί και στους ανθρώπους. Δημιουργείται η εντύπωση ότι από έναν άνθρωπο, όπως ο Σεραφείμ του Σάρωφ ή ο Σιλουανός ο Αθωνίτης, εκπορεύεται ενέργεια, αγάπη του Αγίου Πνεύματος. Όσον όμως αφορά το υποστατικό του Είναι, το Πνεύμα το Άγιο εκπορεύεται μόνο από τον Πατέρα. Και αυτό πριν από τη δημιουργία του κόσμου. (τόμος Β σελ. 316)
****
… Αν υπήρχε αγάπη, όλος ο χριστιανικός κόσμος θα ήταν ένα πράγμα, κατ’ εικόνα της ενότητας της Αγίας Τριάδος. Αν ο χριστιανικός κόσμος κατατεμαχίζεται, αυτό γίνεται επειδή οι χριστιανοί δεν τηρούν τις εντολές του Κυρίου. Από τότε που άρχισαν οι παγκόσμιες κινήσεις των χριστιανών, τόσοι διάλογοι, τόσες διανοητικές προσπάθειες από κάθε πλευρά, για να πείσουν ότι η καθεμιά κατέχει το καλύτερο, δεν έφεραν κανένα αποτέλεσμα στον αιώνα μας.
(τόμος Γ σελ.91)
ΑΒΒΑΣ ΚΑΣΣΙΑΝΟΣ:...Συγκεκριμένα, θα αναφερθώ στο πρόβλημα που προκάλεσε στους μοναχούς της Αιγύπτου η αίρεση των ανθρωπομορφιτών. Το θέμα αυτό αφορά στην εικόνα του Παντοδύναμου Θεού, όπως αυτή αναφέρεται στο βιβλίο της Γένεσης. Άλλωστε αυτή η αλήθεια είναι τόσο σημαντική, ώστε η άγνοιά της θα ισοδυναμούσε με βλασφημία και σοβαρή έλλειψη, ως προς τη γνώση της πίστης μας.
Κεφάλαιο 2: Για τη συνήθεια που υπάρχει στην Αίγυπτο να ανακοινώνεται κάθε χρόνο από τον Επίσκοπο η ημερομηνία του Πάσχα.
Υπάρχει στην Αίγυπτο μια αρχαία παράδοση. Αφού περάσει η εορτή των Θεοφανείων, η οποία, κατά τα λεγάμενα των ιερέων της περιοχής αυτής, είναι η επέτειος της «κατά σάρκα» Γέννησης και ταυτόχρονα της Βάπτισης του Κυρίου - και που γι’ αυτό το λόγο η διπλή αυτή εορτή δεν εορτάζεται εκεί όπως στη Δύση, με δύο δηλαδή διαφορετικές επίσημες τελετές, αλλά με μία μόνο πανήγυρη – ο Επίσκοπος Αλεξανδρείας στέλνει επιστολές σ’ όλες τις Εκκλησίες της χώρας, στις πόλεις και στα Μοναστήρια, για να γνωστοποιήσει παντού την ημερομηνία της έναρξης της Τεσσαρακοστής, καθώς και την ημερομηνία του εορτασμού του Πάσχα.
Σύμφωνα λοιπόν με αυτό το έθιμο, έφθασαν και φέτος από την Αλεξάνδρεια οι επίσημες επιστολές του Επισκόπου Θεοφίλου. Όμως αυτή τη φορά ο Επίσκοπος δεν αρκέσθηκε μόνο στο να αναγγείλει απλά την ημερομηνία του Πάσχα, αλλά παρέθεσε σ’ αυτήν και μια ολόκληρη πραγματεία ενάντια στην παράλογη αίρεση των ανθρωπομορφιτών, την οποία τελικά αναιρούσε με πλήθος επιχειρημάτων.
Εξαιτίας αυτών των επιστολών, επικράτησε έντονη δυσαρέσκεια ανάμεσα στους περισσότερους μοναχούς, οι οποίοι ζούσαν στην επαρχία της Αιγύπτου και είχαν παρασυρθεί σ’ αυτήν την αίρεση, επειδή ήταν απλοϊκοί άνθρωποι. Έτσι λοιπόν, η πλειοψηφία των Γερόντων ξεσηκώθηκε εναντίον του Επισκόπου. Τον κήρυξαν ένοχο της πιο σοβαρής αίρεσης και αποφάσισαν ότι όλοι οι αδελφοί θα έπρεπε να θεωρούν τον Επίσκοπο Θεόφιλο ως αιρετικό και αφορισμένο. Γιατί, κατά τη γνώμη τους, αυτός αντέλεγε στην Αγία Γραφή και δεν δεχόταν ότι ο Παντοδύναμος Θεός είναι το «Αρχέτυπο» βάσει του οποίου πλάσθηκε ο άνθρωπος. Ενώ, έλεγαν, έχει ειπωθεί ξεκάθαρα ότι ο Αδάμ πλάστηκε «κατ' εικόνα Του».
Με λίγα λόγια, οι μοναχοί που ζούσαν στην έρημο της Σκήτης και ξεπερνούσαν σε γνώση και τελειότητα όλους τους μοναχούς της Αιγύπτου, απέρριψαν την επιστολή του Επισκόπου. Μεταξύ των ιερέων, μόνο ο δικός μας, ο Αββάς Παφνούτιος, αποτέλεσε εξαίρεση. Διότι κανένας από όλους τους άλλους, που ήταν προϊστάμενοι στις τρεις άλλες εκκλησίες της ερήμου, δεν θέλησε για κανένα λόγο να επιτρέψει να διαβασθεί ή να αναγγελθεί δημόσια η Επιστολή που απευθυνόταν στις διάφορες μοναχικές Συνοδίες.
Κεφάλαιο 3: Ο Αββάς Σεραπίων και η αίρεση των ανθρωπομορφιτών, στην οποία αυτός έπεσε εξαιτίας της απλοϊκότητάς του.
Ανάμεσα στα θύματα αυτής της αίρεσης βρισκόταν κι ένας ερημίτης που ονομαζόταν Σεραπίων. Όλη η ζωή αυτού του μοναχού είχε περάσει μέσα σε λιτότητα και αυστηρότητα. Η ασκητική οδός ήταν πλέον γι’ αυτόν «πεπατημένη» και χωρίς μυστικά. Αλλά η άγνοιά του σ’ αυτό το δογματικό σημείο έκανε μεγάλη ζημιά και σ’ αυτόν, αλλά και γενικά σε όλους τους ορθόδοξους χριστιανούς. Γιατί η αναμφισβήτητη αξία του και το σεβαστό της ηλικίας του ήταν αρκετά, για να θεωρείται από όλους ένα από τα πρώτα μεγάλα ονόματα των μοναχών της έρημου.
Μάταια ο άγιος ιερέας Παφνούτιος τον χιλιοπαρακάλεσε. Δεν κατάφερε, δυστυχώς, να τον επαναφέρει στον ορθό δρόμο. Γιατί αυτή η δογματική αλήθεια φαινόταν στον Αββά Σεραπίωνα πως ήταν μια καινοτομία. Οι παλιοί, έλεγε, δεν τη γνώριζαν και ούτε ποτέ την είχαν διδάξει.
Τότε έφθασε αναπάντεχα στη Σκήτη ένας διάκονος που ονομαζόταν Φωτεινός. Αυτός ο διάκονος ήταν άνθρωπος βαθιάς θεολογικής γνώσης. Ο πόθος του να γνωρίσει τους αδελφούς, που κατοικούσαν στην έρημο της Σκήτης, τον έκανε να ταξιδέψει από την Καππαδοκία ως εκεί. Ο Γέροντας Παφνούτιος τον υποδέχθηκε με εκδηλώσεις έκδηλης χαράς. Οδήγησε τον διάκονο στο κέντρο της Σύναξης της Αδελφότητας, θέλοντας να λύσει με επιτυχία το θέμα που προείπαμε, και έτσι να επικυρωθεί και από τους εκεί μοναχούς η δογματική αλήθεια, στην οποία αναφέρονταν οι Επιστολές του Επισκόπου. Ρώτησε λοιπόν ο Γέροντας Παφνούτιος τον διάκονο, πώς οι Ορθόδοξες Εκκλησίες της Ανατολής κατανοούσαν τη φράση αυτή της Γενέσεως: «Ας φτιάξουμε τον άνθρωπο σύμφωνα με την εικόνα τη δική μας και την ομοίωση»(Γεν. 1, 26). Ο διάκονος Φωτεινός εξήγησε ότι οι αρχηγοί των Εκκλησιών συμφωνούν απόλυτα στην ερμηνεία αυτού του χωρίου. Δεν στέκονται δηλαδή στην «κατά λέξιν» ερμηνεία του, αλλά κατανοούν αυτή την αλήθεια της Θείας εικόνας και ομοίωσης στο πνευματικό επίπεδο. Στη συνέχεια, ο διάκονος Φωτεινός θεμελίωσε αυτή τη δογματική θέση με πλούσια επιχειρήματα και με πλήθος από μαρτυρίες της Αγίας Γραφής και κατέληξε λέγοντας: Πώς είναι δυνατόν να δεχθούμε ότι ο άπειρος, ακατάληπτος, αόρατος και παντοδύναμος Θεός μπορεί να έχει την ίδια με τον άνθρωπο μορφή, η οποία θα Τον περιόριζε και θα Τον έβαζε στο πλαίσιο του κτιστού δημιουργήματος; Απλή και ασώματη φύση που είναι ο Θεός δεν είναι δυνατόν να είναι ορατή από το ανθρώπινο μάτι, αλλά ούτε και να είναι καταληπτή από το κτιστό, ανθρώπινο πνεύμα.
Στο τέλος η γνώση και η αλήθεια θριάμβευσε. Ο καλός μας Γέροντας Σεραπίων κλονίσθηκε, μετά από τόσα πολλά και ορθά επιχειρήματα και έτσι επανήλθε στην ορθή πίστη και στην ορθόδοξη δογματική παράδοση της Εκκλησίας.
Αυτή η αλλαγή γέμισε κι εμάς και τον Αββά Παφνούτιο με ανείπωτη χαρά. Ο Θεός δεν είχε επιτρέψει ένας άνθρωπος τόσο σεβάσμιος και ενάρετος, που η άγνοια και η απλοϊκότητά του τον είχαν οδηγήσει σε σφάλμα, να παραμείνει μέχρι τέλους έξω από το μονοπάτι της αληθινής πίστης. Σηκωθήκαμε λοιπόν για να προσφέρουμε γι’ αυτό το γεγονός κοινή ευχαριστήρια προσευχή στον Θεό. Δέστε όμως τί συνέβη. Στη μέση αυτής της προσευχής, ο Αββάς Σεραπίων ένιωσε μια τρομερή αναστάτωση. Γιατί έβλεπε να διαλύεται μέσα στην καρδιά του η ανθρώπινη μορφή, με την οποία είχε συνηθίσει να αναπαριστά μέσα του τον Θεό. Ξαφνικά ο Γέροντας αναλύθηκε σε πικρά δάκρυα και ξέσπασε σε ασυγκράτητα αναφιλητά. Πεσμένος καθώς ήταν στα γόνατα, κραύγαζε θρηνητικά: «Δυστυχία, δυστυχία μου! Μου πήραν τον Θεό μου! Δεν ξέρω πια από που να πιαστώ! Ποιόν να λατρεύσω; Σε ποιόν ν’ απευθυνθώ; Δεν ξέρω πια».
Η αναστάτωση που μας έφερε αυτό το γεγονός, προστέθηκε στην έντονη ανάμνηση που είχε μείνει στην καρδιά μας από την τελευταία συνομιλία μας με τον Αββά Ισαάκ. Και αυτά μας οδήγησαν πάλι κοντά του.
Κεφάλαιο 4: Επιστροφή στον Αββά Ισαάκ. Ερώτηση σχετικά με το σφάλμα του Αββά Σεραπίωνα.
Μόλις λοιπόν συναντήσαμε τον Γέροντα του είπαμε: Ακόμα και χωρίς να είχε συμβεί αυτό το παράδοξο γεγονός των τελευταίων ημερών, η ζωντανή ανάμνηση της συνομιλίας μας σχετικά με τη φύση της προσευχής, μας παρακινούσε να τα αφήσουμε όλα και να ξαναγυρίσουμε στην οσιότητά σας. Το σφάλμα όμως του Αββά Σεραπίωνα αύξησε περισσότερο αυτή την επιθυμία μας.
Απ’ όσα ξέρουμε οι δαίμονες, και μάλιστα οι πιο ισχυροί απ’ αυτούς, ενέπνευσαν κακόβουλα αυτές τις Ιδέες στον Αββά Σεραπίωνα. Και μας κατέχει βαθιά θλίψη όταν αναλογιζόμαστε πως χάθηκαν εντελώς, εξαιτίας αυτής της άγνοιας, οι καρποί τόσων αγώνων, που τόσο αξιοθαύμαστα αυτός υπέμενε μέσα σ’ αυτή την έρημο για πενήντα ολόκληρα χρόνια. Και το ακόμα χειρότερο είναι, ότι ο Γέροντας κινδύνευσε να χάσει και την ψυχή του.
Θα θέλαμε λοιπόν αρχικά να μάθουμε από που προήλθε ένα τόσο σοβαρό σφάλμα; Ποιά είναι η αιτία του;
Στη συνέχεια, θα σας παρακαλούσαμε να μας μιλήσετε και να μας υποδείξετε τον τρόπο, με τον οποίο μπορεί κανείς να φθάσει σ’ αυτό το υψηλό επίπεδο της προσευχής, για το οποίο μας μιλήσατε την προηγούμενη φορά, με τόση πληρότητα και σαφήνεια. Η φωτισμένη ομιλία σας τότε, μας οδήγησε σε μία τελείως διαφορετική κατανόηση του θέματος. Όμως δεν ξέρουμε πως θα μπορέσουμε να φθάσουμε στην πλήρη πραγμάτωση και στην τελείωσή της.
Κεφάλαιο 5: Η προέλευση της αίρεσης των ανθρωπομορφιτών.
ΑΒΒΑΣ ΙΣΑΑΚ: Δεν πρέπει να μας εκπλήσσει το γεγονός ότι ένας άνθρωπος πολύ απλός, ο οποίος δεν είχε ποτέ διδαχθεί ούτε είχε μελετήσει το θέμα που αφορά τη φύση και την υπόσταση του Θεού, μπόρεσε και παρέμενε αιχμαλωτισμένος στην πλάνη μέχρι σήμερα. Αυτό ασφαλώς έγινε εξαιτίας της άγνοιας και της μακροχρόνιας εμμονής του στη λαθεμένη πίστη. Στην πραγματικότητα, αυτό που έκανε ο Αββάς Σεραπίων ήταν ότι επέμενε να υποστηρίζει παλιές αιρετικές δοξασίες. Γιατί δεν πρόκειται, όπως φαντάζεσθε, για ένα πρόσφατο τέχνασμα των δαιμόνων, αλλά πρόκειται για μια παλιά ειδωλολατρική πλάνη. Η ειδωλολατρία έδινε ανθρώπινη μορφή στους δαίμονες που λάτρευε. Έτσι και σήμερα, καθώς νομίζουν μερικοί, οφείλουμε κι εμείς να αναπαραστήσουμε, κατά την ώρα της προσευχής, το ακατάληπτο και ασχημάτιστο Θείο Πρόσωπο του Αληθινού Θεού με τα χαρακτηριστικά κάποιας εικόνας. Αυτοί θεωρούν ότι είμαστε μπροστά στο κενό και ότι νιώθουμε σαν να είμαστε εμπρός στο τίποτα, όταν δεν έχουμε μια εικόνα, στην οποία να απευθυνόμαστε την ώρα της προσευχής. Νομίζουν επιπλέον ότι χρειαζόμαστε πάντα κάτι που να το έχουμε διαρκώς μέσα στη σκέψη μας και να μην το χάνουμε ποτέ από τα μάτια μας. Πάνω σ’ αυτή ακριβώς την πλάνη αναφέρεται και ο λόγος του αποστόλου Παύλου που λέει: «Και αντάλλαξαν τη λαμπρότητα του άφθαρτου Θεού με τα ομοιώματα της μορφής φθαρτού ανθρώπου» (Ρωμ. 1, 23). Ο προφήτης Ιερεμίας επίσης λέει: «Ο λαός μου εμένα, τον δυνατό Θεό του, με αντικατέστησε με είδωλα ανίσχυρα» (Ιερ. 2, 11). Έτσι ξεκίνησε για τους περισσότερους αυτή η πλάνη.
Ο λόγος για τον οποίο έπεσαν κάποιοι άλλοι στην ειδωλολατρική αυτή πλάνη, βρίσκεται στη λανθασμένη ερμηνεία του χωρίου της Αγίας Γραφής που λέει: «Ας δημιουργήσουμε τον άνθρωπο κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση» (Γεν. 1, 26). Μια ακόμα αιτία αυτής της πτώσης είναι η άγνοια και η απλοϊκότητα. Απ’ αυτή ακριβώς την απεχθή ερμηνεία γεννήθηκε η αίρεση των ανθρωπομορφιτών. Αυτή η αίρεση υποστηρίζει με εγκληματικό πείσμα ότι η άπειρη και απλή ουσία του Θεού έχει τα ίδια υλικά χαρακτηριστικά γνωρίσματα με την ανθρώπινη.
Κάθε άνθρωπος, που έχει διδαχθεί την ορθή πίστη, απορρίπτει ασφαλώς αυτό τον λανθασμένο ισχυρισμό, όπως ακριβώς θα απέρριπτε τη βλάσφημη δοξασία ενός ειδωλολάτρη. Έτσι μπορεί αυτός να φθάσει στο ύψος της καθαρής προσευχής, για την οποία τώρα μιλάμε.
Αυτή η προσευχή, κατά την έκφρασή της, δεν απευθύνεται σε έναν ορισμένο άνθρωπο ή σε κάποια ανθρωπόμορφη αναπαράσταση του Θεού. Γιατί θα ήταν έγκλημα και μόνο να πει κανείς κάτι τέτοιο. Καθαρή προσευχή σημαίνει παντελή έλλειψη κάποιας ανάμνησης, κάποιου λόγου ή μιας πράξης, όποια μορφή κι αν αυτά έχουν.
(αββα Κασσιανού τόμος Α, εκδ. Ετοιμασία, σελ. 364-369)