Ο Άγιος Πορφύριος που τόσο πολύ αγαπάμε μας διδάσκει να ποτίζουμε τα λουλούδια μας και όχι τα αγκάθια μας, να μην εστιάζουμε στα πάθη μας αλλά στην Αγάπη του Χριστού μας! Κι αυτό είναι μεγάλη αλήθεια! Το βιώνω κάθε φορά που προσπαθώ να κόψω ή να ελαττώσω κάποιο πάθος μου. Τότε γκρεμίζομαι πραγματικά και το πάθος μου γιγαντώνεται. Ίσως γιατί αυτός ο αγώνας μου όσο θεάρεστος κι αν φαίνεται κρύβει μέσα του πολλή εμπάθεια και ιδιαίτερα εγωισμό και κενοδοξία. Ενώ αν αφήνομαι στην Αγάπη του Χριστού όλα γίνονται ανεπαίσθητα από Αυτόν χωρίς εγώ να το καταλαβαίνω. Βέβαια από την άλλη πλευρά αυτό δεν αναιρεί καθόλου ότι δεν πρέπει να γνωρίζουμε τα πάθη μας. Αντιθέτως πρέπει να γίνει καθημερινή μας έμπονη και ολόθερμη προσευχή να γνωρίσουμε τα πάθη μας και μάλιστα σε βάθος και σε όλη τους την έκταση.
Όταν έχουμε την εντύπωση ότι είμαστε πνευματικά γεροί και υγιείς υπάρχει μέσα μας αυτή η απλοϊκή αντίληψη πως ‘είναι λογικό να με αγαπάει ο Θεός αφού είμαι καλός χριστιανός’. Έτσι όμως δεν υπάρχει πρόοδος. Η αντίληψη ότι είμαστε σε καλή πνευματική κατάσταση είναι ψευδής και ύπουλη και υποκινείται από το διάβολο που θέλει να μας κοιμίσει. Πρέπει πάντα να είμαστε σε εγρήγορση και να σκεφτόμαστε αυτό που έλεγε ο Απόστολος Παύλος ‘ ο δοκών εστάναι βλεπέτω μη πέση’ δηλαδή ‘ εκείνος που έχει την ιδέα ότι στέκεται καλά, ας προσέχει μήπως πέσει’ ( Α΄ Κορ. Ι΄,12) Αν συγκρινόμαστε με τους άλλους και λέμε ‘ εγώ είμαι πολύ καλύτερος από αυτόν’ ή ‘κοίτα αυτόν, πάλι έπεσε’ ή ‘ κοίτα τον άλλο… απ’ το κακό στο χειρότερο πάει’, τότε να ξέρουμε ότι η συντριβή μας είναι προ των πυλών. Κι όταν πέσουμε και χάσουμε την αυτοεκτίμηση μας και την εκτίμηση των άλλων, όταν ο διάβολος μας λέει ‘ δεν υπάρχει σωτηρία για σένα’ , τότε αν στραφούμε στο γλυκύτατο πρόσωπο του Χριστού μας, αν Του ζητήσουμε να μας συγχωρήσει, θα καταλάβουμε πως μας αγαπάει ανεξάρτητα από την ηθική μας κατάσταση.
Ο Χριστός δεν αγαπάει όπως εμείς. Ευτυχώς! Κι αυτή η αγάπη Του θα μας λιώσει. Κι αν μας αξιώσει να καταλάβουμε τα σκοτάδια μας, πόσο ελεεινοί είμαστε και πόσο άσχημα θα πράτταμε αν δεν ήταν Αυτός να μας φυλάει, τότε θα βιώσουμε πόσο μας αγαπάει και θα Του καταφιλάμε τα πόδια όπως η αμαρτωλή γυναίκα στο κατά Λουκά Ευαγγέλιο ( ζ΄,36-50). Εκεί βλέπουμε και ακούμε από τον ίδιο το Χριστό πόσο σημαντικό είναι να έχουμε επίγνωση της αμαρτωλότητας μας. Μ’ αυτήν την επίγνωση θα ευγνωμονούμε και θα αγαπάμε τον Κύριο και Σωτήρα μας με όλη μας την καρδιά και δε θα κάνουμε πλέον βήμα χωρίς Αυτόν, ούτε σκέψη, ούτε λόγο χωρίς Αυτόν. Δύο εικόνες πρέπει να έχουμε μονίμως στο μυαλό μας, ταυτόχρονα. Από τη μια το βαθύ σκότος της αμαρτίας μας και από την άλλη το Άπλετο Φως του Θεού μας. Κι έτσι θα καθαριστούμε από τα πάθη μας και από τις αμαρτίες μας. Ο Κύριος μάς το είπε ‘εκείνος που νομίζει ότι χρωστάει λίγο, λίγο αγαπά’. ( Κατά Λουκά, ζ΄,47)(Κ.Δ.Κ)
2,9 «ότι εν αυτώ κατοικεί παν το πλήρωμα της Θεότητος σωματικώς»
Όχι ο άνθρωπος, αλλά ο Θεάνθρωπος είναι η λύση όλων των ανθρώπινων προβλημάτων και η ενσάρκωση όλων των ανθρώπινων ευαγγελιών. Ευαγγελίες, οι οποίες αρχίζουν στον κόσμο αυτό, για να ανθίσουν και να διατηρηθούν αιώνια, σε «κείνο τον κόσμο».
Ο Θεός Λόγος «καθιστάμενος» άνθρωπος, το «παν» του ανθρώπου, το μετέτρεψε σε αιώνια ευαγγελία.
Ποια ανεκλάλητη ευαγγελία, το να είσαι άνθρωπος, από τότε που ο Θεός Λόγος έγινε άνθρωπος!
Ποια ανεκλάλητη ευαγγελία, το να έχεις ανθρώπινη ψυχή, από τότε που η ανθρώπινη ψυχή «κατέστη» ψυχή του Θεανθρώπου Χριστού!
Ποια θαυμαστή ευαγγελία, το να ζεις την ανθρώπινη ζωή, από τότε που ο ενσαρκωμένος Θεός Λόγος, έζησε σαν άνθρωπος στον κόσμο αυτό!
Σε Αυτόν, κάθε τι το ανθρώπινο, ο Θεός το «ευλόγησε εν πάση ευλογία πνευματική» (Εφ. 1,3) και το «παν» πλέον «άνθισε» με την ένθεη αθανασία.
Γιατί, «εν αυτώ κατοικεί παν το πλήρωμα της Θεότητος σωματικώς» (2,9). Παν το πλήρωμα της Θεϊκής αλήθειας, παν το πλήρωμα της Θεϊκής δικαιοσύνης, παν το πλήρωμα της Θεϊκής ζωής, παν το πλήρωμα της Θεϊκής αιωνιότητας, παν το πλήρωμα όλων των ένθεων τελειοτήτων! Με μια λέξη, παν το πλήρωμα της Δεύτερης Υπόστασης της Παναγίας Τριάδος. Και αυτό ζει - telesno - σωματικά. «O ην απ’ αρχής, ο ακηκόαμεν, ο εωράκαμεν τοις οφθαλμοίς ημών, ο εθεασάμεθα και αι χείρες ημών εφηλάφησαν, περί του Λόγου της ζωής» (Α΄ Ιω. 1,1).
Να, ο Άπειρος στο πεπερασμένο, ο Αιώνιος στο χρονικό, ο Θεός στον άνθρωπο!
«Αν και ενσαρκώνεται άπας ο Θεός Λόγος, είναι άπας μετά του Πατρός! εν τω σώματι περιορισμένος, δια της Θεότητος Απεριόριστος, Άπειρος, χωρίς σύνορα» (Οικουμένιος).
Κάθε τι το Θεϊκό, το οποίο επεθύμησαν οι άνθρωποι, τους δόθηκε «εν Κυρίω Ιησού Χριστώ» και μάλιστα τους δόθηκε σωματικά, εμπειρικά, πραγματικά.
Κάθε τι το αιώνιο, που επεθύμησαν να δουν οι άνθρωποι, το είδαν στο πρόσωπο του Κυρίου Ιησού Χριστού ενσαρκωμένο, «πραγματοποιημένο σωματικά».
Με Αυτόν και «εν Αυτώ», εμείς πραγματικά έχουμε, βλέπουμε και εμπειρικά γνωρίζουμε, το Θεϊκά Απεριόριστο και Αιώνιο, σε όλες του τις τελειότητες.
Γιατί στον Θεάνθρωπο Χριστό, δεν υπάρχει τίποτε το αφηρημένο: «εν Αυτώ» όλος ο Θεός είναι σωματικά παρών στον κόσμο μας, σωματικά δοσμένος και γνωστός.
Γι’ αυτό, η Θεανθρώπινη φιλοσοφία, η φιλοσοφία «κατά Χριστόν», είναι η μοναδική, η πραγματική, η ρεαλιστική και εμπειρική, η πειραματική και πραγματικά «διαβιούμενη» φιλοσοφία.
«Δια του Χριστού», κάθε τι το «ένθεο» και «αιώνιο», κατέστη «ανθρωπίνως» πραγματικό, εμπειρικό, προσιτό στον άνθρωπο και «βιούμενο» απ’ αυτόν.
Όλο το πλήρωμα της Θεότητος ζει σωματικά στο σώμα του Χριστού, την Eκκλησία. Και οι χριστιανοί ζώντας στην Εκκλησία, ζουν στο πλήρωμα της Θεϊκής ζωής και ό,τι είναι του Χριστού, το διαβιώνουν σαν δικό τους.[…]
(Προς Κολασσαείς Επιστολή Αποστόλου Παύλου, Αγ. Ιουστίνου Πόποβιτς, σ. 82-84)
Ο όσιος Βενέδικτος
Τον καιρό που ο όσιος Βενέδικτος επρόκειτο να φύγη από την πρόσκαιρη αυτή ζωή, προμήνυσε την ημέρα της τελευτής του στους μαθητές του που κατοικούσαν μαζί του, και στους άλλους που ζούσαν μακριά.
Έξι μέρες πριν από την κοίμησί του, πρόσταξε ν’ ανοιχθή το μνήμα του κι ευθύς τον έπιασε πυρετός μεγάλος, που ολοένα έκανε τις δυνάμεις της ζωής μέσα του να λιγοστεύουν. Έτσι, από ώρα σε ώρα χάνοντας τις δυνάμεις του, την έκτη μέρα είπε να τον σηκώσουν και να τον φέρουν μέσα στην εκκλησία. Εκεί στήριξε την έξοδό του από τον παρόντα κόσμο με την υποδοχή του δεσποτικού Σώματος κι Αίματος.
Μετά σήκωσε στον ουρανό τα χέρια, βλέποντας κατά την ανατολή, και μαζί με την προσευχή ανάπεμψε στους ουρανούς την αγιασμένη και καθαρώτατη ψυχή του.
Την ημέρα εκείνη, σε δύο αδελφούς, που ο ένας ησύχαζε στο κελλί του μέσα στο μοναστήρι κι ο άλλος κατοικούσε μακριά, φάνηκε το ίδιο όραμα. Είδαν δηλαδή, χωριστά ο καθένας ν’ ανοίγεται δρόμος από τη γη έως τον ουρανό, στρωμένος με βαρύτιμα υφάσματα, και σε όλο το μήκος του να καίγωνται λαμπάδες!... Και να, ένας άνθρωπος ασπροντυμένος, με φαιδρό παρουσιαστικό, τους ρωτούσε:
- Τι είναι αυτός ο εξαίσιος δρόμος;
Κι ενώ εκείνοι δεν ήξεραν τι να του απαντήσουν, τους λέει:
- Αυτός είναι ο δρόμος, απ’ όπου ο αγαπημένος του Θεού Βενέδικτος ανεβαίνει στον ουρανό!
Όπως λοιπόν οι παρόντες μαθητές είδαν, έτσι κι οι απόντες πληροφορήθηκαν την κοίμησι του οσίου.
Ενταφιάσθηκε το αγιασμένο σώμα του στην εκκλησία του Τιμίου Προδρόμου που ο ίδιος είχε χτίσει, αφού κατέστρεψε βωμό του Απόλλωνος.
(Βίος οσίου Βενεδίκτου)
("Χαρίσματα και Χαρισματούχοι", Ι. Μονή Παρακλήτου, τόμος Β΄, σ. 206-207)
Το πιστό ελάφι
Η Αγία Μαύρα έζησε τον 17ο- 18ο αιώνα. Καταγόταν από ένα χωριό της κοιλάδας Μπιστρίτα και, στα 20 της χρόνια, εγκατέλειψε τα εγκόσμια και πήγε στην Σκήτη Σιλβέστρου.
Η ζωή της ήταν ασκητική: λίγες ώρες ύπνου σε μια καρέκλα, ελάχιστο φαγητό μια φορά την ημέρα, μετά την δύσι του ηλίου, εκατοντάδες μετάνοιες, σιωπή, προσευχή, δάκρυα. Μόνο μία συντροφιά είχε, τα πουλιά του δάσους, που την αγαπούσαν και την επισκέπτονταν συχνά. Υπήρχε όμως και ένα ελάφι, που την ακολουθούσε παντού, όπου κι αν πήγαινε.
Όταν, μετά από λίγο καιρό, η Αγία Μαύρα αναζήτησε την τέλεια απομόνωσι και αποτραβήχθηκε σ’ ένα ξέφωτο, κάτω από την κορυφή ενός όρους, όπου έφτιαξε ένα στοιχειώδες κατάλυμα για να προφυλάσσεται από τα χιόνια και τις βροχές, το ελάφι την ακολούθησε κι εκεί και ήταν η μόνη της συντροφιά, μέχρι τον θάνατό της.
ΖΩΑ ΚΑΙ ΆΝΘΡΩΠΟΣ
Η ευχή βγαίνει από την αγάπη στο Χριστό
Ένας νεαρός μοναχός από το Άγιον Όρος επισκέφτηκε μιά μέρα τον Γέροντα Πορφύριο στον Ωρωπό και μεταξύ άλλων τον ρώτησε : -Γέροντα, θέλω να μου πείτε κάτι για την ευχή. Πώς πρέπει να την λέω και με ποιόν τρόπο ; Μερικοί λένε να την αναπνοή μας, άλλοι πώς πρέπει να καθόμαστε σ' ένα σκαμνί, να σκύβουμε το κεφάλι και να συμμαζεύουμε έτσι το νού μας κι άλλα πολλά. Θέλω, λοιπόν, να μου πείτε εσείς, πού έχετε πείρα, πώς να λέω την ευχή.
Εκείνος απάντησε :
-Εγώ, παιδί μου, δεν ξέρω απ' αυτά τα πράγματα. Εγώ ένα μόνο γνωρίζω και θα σου πώ ένα περιστατικό, για να το καταλάβεις.
Είχα μιά νεαρή κοπέλα, πνευματικό μου παιδί • με αγαπούσε πάρα πολύ και πάντα με άκουγε και με συμβουλευόταν. Πήγαινε και στο πανεπιστήμιο. Ήρθε, λοιπόν, μιά μέρα και μου λέει :
-Γέροντα, χτές είχα πάει στη γιορτή μιάς φίλης μου κι εκεί γνώρισα ένα νεαρό • και πολύ τον συμπάθησα και τον αγάπησα και δεν μπορώ να τον ξεχάσω κι έχω λογισμό να πάω να τον βρώ και να του το πώ ότι θέλω να προχωρήσω μαζί του σε γάμο. Γι' αυτό ήρθα εδώ, για να σας συμβουλευτώ.
Εγώ είχα τις αντιρρήσεις μου :
-Άκουσε, η κόρη μου • τώρα μην μπλέκεις σε τέτοια, γιατί θα χαραμίσεις τις σπουδές σου.
Κάνε υπομονή να τελειώσεις το πανεπιστήμιο και μετά έχεις γι' αυτά όλη τη ζωή μπροστά δική σου.
Μ' άκουσε λοιπόν κι έφυγε. Ήρθε μετά από μιά βδομάδα και μου είπε :
-Γέροντα, ξέρετε πόσο σας αγαπώ. Προσπάθησα να τον βγάλω από το νού μου και δε μπορώ. Συνεχώς αυτόν σκέφτομαι.
Την συμβούλεψα πάλι και έφυγε. Γύρισε μετά από μιά βδομάδα και μου είπε :
-Γέροντα, αυτή τη φορά δεν ήρθα να σας συμβουλευτώ. Ήρθα να σας ενημερώσω ότι σήμερα θα πάω να τον βρώ, γιατί δε μπορώ να κάνω χωρίς αυτόν. Τον έχω αγαπήσει • πάω να διαβάσω, δεν μπορώ, γιατί αυτόν σκέφτομαι • πάω να μαγειρέψω, αυτόν θυμάμαι • και γενικά, όσο αγώνα κι αν έκανα, όσο κι αν προσπάθησα, δεν μπόρεσα να τον βγάλω από το νού μου.
Βλέπεις, αυτή η κοπέλα, μιά φορά είδε το νεαρό, τον έβαλε στο νού της και στην καρδιά της και μετά έκανε μεγάλο αγώνα, για να τον βγάλει και δεν μπόρεσε να το κατορθώσει, όσο κι αν προσπάθησε. Εμείς όμως σήμερα, για ν' αγαπήσουμε το Θεό, που τόσο μας έχει ευεργετήσει, ζητάμε να βρούμε μεθόδους ! Δεν γνωρίζω εγώ αυτούς τους τρόπους με το σκαμνί, το κράτημα της αναπνοής για όλα τα άλλα. Εμένα ο τρόπος, που μου αρέσει είναι σύμφωνος με το περιστατικό, που σου ανέφερα προηγουμένως.
[Χρ. 353π.]
(Ανθολόγιο Συμβουλών, εκδ. Ι. Μονή Μεταμορφώσεως, Μήλεσι, σελ.358-359)
Η προσευχή είναι η μητέρα όλων των καλών
Επαναλάμβανε πάντοτε ότι " ο Θεός είναι το πάν " και μας τόνιζε ότι χωρίς προσευχή στο Θεό δεν γίνεται τίποτε. " Η προσευχή ", έλεγε, " είναι η μητέρα όλων των καλών, αρκεί να γίνεται πάντοτε με ταπείνωση, χωρίς καθόλου εγωισμό, με αγάπη προς το Χριστό ".
[Ί 95]
(Ανθολόγιο Συμβουλών, εκδ. Ι. Μονή Μεταμορφώσεως, Μήλεσι, σελ.357)
Τα ανίσχυρα μάγια
Μια χήρα που λεγόταν Ζωή είχε δυο γιους, τον Δημήτρη και τον Αρσένιο. Ο Αρσένιος έπαθε ένα φοβερό νόσημα. Του πρήσθηκε το πρόσωπο και είχε αφόρητους πόνους. Η χήρα υπέφερε και θρηνούσε. Τότε είπε ο Δημήτριος:
-Εάν δεν πάμε στον Όλυμπο, εκεί που ασκητεύει ο αββάς Διονύσιος, ο αδελφός μου δεν πρόκειται να θεραπευθή.
-Πηγαίνετε, αποκρίθηκε πρόθυμα η μητέρα.
Έφεραν λοιπόν τον νέο στον άγιο. Εκείνος τον δέχθηκε με πολλή αγάπη. Αφού προσευχήθηκε θερμά, τον άλειψε με άγιο έλαιο στο πρόσωπο και σε λίγες μέρες τον θεράπευσε.
Μετά την θεραπεία του ο Αρσένιος θέλησε να μείνη ένα διάστημα στο μοναστήρι. Βλέποντας εκεί την αγγελική ζωή των αδελφών, επιθύμησε να γίνη κι αυτός μοναχός. Αφού λοιπόν συμβουλεύθηκε τον αδελφό του Δημήτριο, ρασοφόρησε.
Όταν η μητέρα τους πληροφορήθηκε την απόφασι του Αρσενίου, πήγε να πεθάνη από την λύπη της. Κάποια γυναίκα τότε μπήκε στην μέση και την παρώτρυνε να καταφύγη σε μια μάγισσα. Η μάγισσα προσπάθησε να στείλη πονηρά πνεύματα στο μοναστήρι του οσίου Διονυσίου, για να εξαναγκάσουν τον Αρσένιο να φύγη από κει. Αλλά ο διάβολος δεν μπορούσε να πλησιάση το μοναστήρι. Η θεία δύναμις που κατοικούσε στον ιερό χώρο του και στην ψυχή του αγίου, τον εμπόδισε. Παρουσιάζεται λοιπόν στην μητέρα, την αρπάζει από τον λαιμό και της φωνάζει:
-Γιατί μ’ έστειλες σ’ αυτόν τον ασκητή; Δεν ξέρεις ότι εγώ δεν μπορώ να τον πλησιάσω; Τώρα θα σου δώσω την ανταμοιβή σου.
Και άρχισε να την δέρνη αλύπητα.
Εκείνη έβγαλε κραυγές τρόμου και οδύνης. Μαζεύτηκαν οι γείτονες και ρωτούσαν τί συμβαίνει. Η μητέρα, μόλις ελευθερώθηκε από τον διάβολο, αναγκάσθηκε να ομολογήση την αλήθεια. Έστειλε αμέσως και προσκάλεσε τον άγιο να προσευχηθή γι’ αυτήν και να την συγχωρήση.
Ο όσιος Διονύσιος ήρθε στο σπίτι της. Γεμάτος αγάπη, την συγχώρησε, προσευχήθηκε θερμά γι’ αυτήν και την θεράπευσε από τα δαιμονικά τραύματα.
Το θαύμα αυτό ακολούθησε και άλλο μεγαλύτερο. Η μητέρα τόσο πολύ εκτίμησε και αγάπησε το αγγελικό σχήμα, που απεφάσισε να γίνη κι αυτή μοναχή! Το ίδιο και ο μεγαλύτερος γιος της Δημήτριος.
( Ο όσιος του Ολύμπου)
( Χαρίσματα και Χαρισματούχοι, Ι. Μονή Παρακλήτου, τόμος Α΄, σελ.212-214)
Ο ουράνιος διάκονος
Ο πατήρ Αθανάσιος Χαμακιώτης (+1967), ο σεμνός λευίτης της «Νεραντζιώτισσας» Αμαρουσίου, λειτουργούσε κάποια μέρα στο παρεκκλήσι της Παναγίας. Μια γυναίκα από το εκκλησίασμα, η Ε.Μ., που στεκόταν μπροστά στο ιερό, βλέπει έναν ξανθό διάκονο με λευκή στολή να υπηρετεί τον π. Αθανάσιο μπροστά στην αγία τράπεζα. Μάλιστα στεκόταν πάντα στα δεξιά του.
Στη διάρκεια της θείας λειτουργίας δεν βγήκε καθόλου από το άγιο βήμα. Σκέφτηκε η γυναίκα πως θα ήταν νεοχειροτονημένος, και του μάθαινε ο ιερέας τη λειτουργική τάξη. Η λειτουργία τελείωσε και ο κόσμος έφυγε. Εκείνη όμως παρέμεινε για να ικανοποιήσει την περιέργεια της, να δει ποιος ήταν ο διάκονος. Ο π. Αθανάσιος κατέλυσε κι έφυγε, αλλά ο διάκονος δεν έβγαινε από το ιερό. Τότε η γυναίκα άνοιξε το παραπέτασμα. Μα δεν είδε κανέναν. Ο διάκονος είχε εξαφανιστεί. Και άλλη έξοδος δεν υπήρχε!
Όταν αργότερα διηγήθηκε στον π. Αθανάσιο το περιστατικό, εκείνος με απλότητα της είπε: ‘‘ Αυτά, παιδί μου, συμβαίνουν, αλλά μη λες πουθενά τίποτα’’.
( Θαύματα και Αποκαλύψεις από τη Θεία Λειτουργία, Ι.Μονή Παρακλήτου, σελ.95-96)
Ιερατικό συλλείτουργο
Σοφή και αγία ιερατική μορφή υπήρξε ο αρχιμανδρίτης π. Ιωήλ Γιαννακόπουλος (+ 1966). Τρία χρόνια μετά την κοίμηση του, στις 19 Οκτωβρίου 1969 (μνήμη προφήτου Ιωήλ),στο παρεκκλήσι του Ορθόδοξου Χριστιανικού Σωματείου «Τρεις Ιεράρχαι», στην Αθήνα, έγινε αγρυπνία εις μνήμην του μακαριστού π.Ιωήλ. Συλλειτουργούσαν οι αρχιμανδρίτες π.Αγαθάγγελος Μιχαηλίδης (+1991), π.Επιφάνιος Θεοδωρόπουλος (+1989) και ο π.Μελέτιος Καλαμαράς ( τώρα Μητροπολίτης Νικοπόλεως).
Προς το τέλος της θείας λειτουργίας, την ώρα του κοινωνικού, αρκετοί πιστοί, πνευματικά τέκνα του π. Ιωήλ, είδαν ένα παράξενο όραμα. Φάνηκε στη μέση της εκκλησίας, στη θέση του πολυελαίου, ένας θρόνος ολόφωτος, σαν από νεφέλη φωτεινή, πάνω στον οποίο ήταν καθισμένος ο π. Ιωήλ. Ο θρόνος κουνιόταν πάνω από τα κεφάλια του πλήθους, που παρακολουθούσε με κατάνυξη και δέος τη θεία λειτουργία. Στη συνέχεια χάθηκε, οπότε ο π. Ιωήλ, ντυμένος την ιερατική του στολή, φάνηκε ανάμεσα στους τρεις ιερουργούς φίλους του.
Το γεγονός αυτό σχολιάστηκε από το εκκλησίασμα σαν μια ένδειξη της αγιότητος του π. Ιωήλ, αλλά και σαν μια επιβεβαίωση της πίστεως της Εκκλησίας μας ότι οι κοιμηθέντες ευλαβείς ιερείς κατεβαίνουν στους ναούς μας την ώρα της θείας λειτουργίας και συνιερουργούν με τους αγαπημένους τους ζώντες ιερείς.
( Θαύματα και Αποκαλύψεις από τη Θεία Λειτουργία, Ι. Μονή Παρακλήτου, σελ. 107-108)
Το κατόρθωμα της υπακοής
Στα νότια της σκήτης των Καυσοκαλυβίων συναντάς μια κακοτράχηλη ερημική περιοχή, όπου και το σπήλαιο – κοντά στην θάλασσα- του αγγελικού ασκητικού Αγίου Νήφωνος (ΙΔ΄ αιών). Κάπου εκεί στις αρχές του περασμένου αιώνος ασκήτευε μαζί με τον υποτακτικό του ο παπα- Νεόφυτος, ο γέροντας του Χατζηγιώργη. Θα πρέπει να ήταν προχωρημένος στην αρετή, αν κρίνουμε το δένδρο από τον καρπό του. Ο π. Γεώργιος δεν λεγόταν ακόμη Χατζηγιώργης, γιατί αργότερα επισκέφθηκε τους Αγίους Τόπους και δέχθηκε το βάπτισμα του Ιορδάνου.
Για την συντήρησί τους σ’ εκείνον τον άγονο τόπο μάζεψαν σ’ ένα λάκκο, σαν σε στέρνα, λίγο νερό και έφτιαξαν ένα μικρό κήπο. Πάνω όμως από την καλύβη τους, μέσα στο άγριο και αδιαπέραστο ρουμάνι, ζούσαν αγριογούρουνα. Ένα απ’ αυτά κατέβαινε κάθε τόσο στον κήπο και σκορπούσε την καταστροφή.
Μεγάλος πειρασμός αυτό το αγριογούρουνο! Πώς να τα βγάλης πέρα μαζί του; Πολλές και διάφορες σκέψεις δημιουργήθηκαν στον παπα- Νεόφυτο. Στο τέλος είδε πως κάποιο νόημα έκρυβε και αυτή η δοκιμασία. Ο Θεός, σκέφθηκε, δίνει μ’ αυτό το αγριογούρουνο μια σπάνια ευκαιρία, να δώση εξετάσεις ο υποτακτικός μου στο μάθημα της υπακοής. Εδώ θα φανή τί γράμματα έμαθε. Πριν από το τολμηρό εγχείρημα προσευχήθηκε πολύ. Έπρεπε να δεχθή εσωτερική πληροφορία. Πράγματι, μια φωνή τον παρεκίνησε να προχωρήση. Και η κρίσιμη ώρα ήρθε.
-Γεώργιε, λέει επιτακτικά στον μαθητή του, θα παραφυλάξης την νύχτα κι όταν δης να κατεβαίνη το αγριογούρουνο στον κήπο, να μου το φέρης δεμένο με την ζώνη σου!
Ο π. Γεώργιος αμέσως συνέλαβε το μυστικό νόημα που είχε η εντολή αυτή, και απτόητος προχώρησε για την πάλη. Ήξερε πως με την ευχή του γέροντα δεν θα διέτρεχε κίνδυνο.
Στα τόσα περιστατικά που συναντούμε στους βίους των οσίων, όπου οι υποτακτικοί αναφωνώντας το « Δι’ ευχών του γέροντος μου…» τιθάσσευαν τα άγρια θηρία προστέθηκε και άλλο ένα. Το θαύμα της υπακοής δεν άργησε να γίνη. Εκείνο το βράδυ το αγριογούρουνο δεμένο, ήμερο σαν αρνάκι, ωδηγήθηκε στον γέροντα! Εκείνος το σταύρωσε και το επετίμησε ν’ απομακρυνθή οριστικά από κοντά τους. Όπως κι έγινε!
(Ιγνάτιος ο Πνευματικός)
( Χαρίσματα και Χαρισματούχοι, Ι. Μονή Παρακλήτου, τόμος Α΄, σελ. 263-264)