Άγιος Ιάκωβος (1921-1991)
(Επιμέλεια Στέλιος Κούκος)
[Μαρτυρία † Γεωργίου Παπαζάχου, καθηγητή Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών]:
[…] Είχε έρθει [ο άγιος Ιάκωβος (Τσαλίκης)] στο Γενικό Κρατικό Νοσοκομείο Αθηνών για τα προβλήματα, που είχε με την καρδιά του.
Μόλις έμαθα ότι ήταν εκεί, πήγα να τον δω. Ήταν η μέρα, που τον είχαν μετακινήσει από τη Μονάδα Εντατικής Παρακολούθησης σ’ ένα δωμάτιο με τρία κρεβάτια κι ένα ράντζο, πάνω στο οποίο είχαν βάλει τον Γέροντα Ιάκωβο.
Η πρώτη εντύπωσή μου μόλις τον είδα είναι κάτι που δεν περιγράφεται. Αν σας πω ότι ο άνθρωπος αυτός ακτινοβολούσε θα είναι λίγο.
Την ώρα που μπήκα στο δωμάτιό του, ήταν εκεί οι γιατροί, που έκαναν την καθημερινή επίσκεψη τους οι γιατροί στους θαλάμους των ασθενών.
[…]
Όταν τελείωσαν κι έφυγαν οι γιατροί, πήγα και κάθησα δίπλα στον Γέροντα Ιάκωβο, ο οποίος μόλις με είδε, μου είπε το εξής, το οποίο με έκανε να ανατριχιάσω, γιατί ήταν κάτι που δεν το είχα σκεφτεί ποτέ:
– Δεν σε ξέρω. Πρώτη φορά σε βλέπω. Αλλά βλέπω ότι πίσω σου στέκεται ο άγγελός σου.
Με συγκλόνισε κυριολεκτικά αυτό που μου είπε. Δεν το λέω για υπερηφάνεια.
Και πρόσθεσε:
– Όλοι οι άνθρωποι έχουν άγγελο. Αλλά τον δικό σου τον είδα. Πρόσεξε να μη τον διώξεις από κοντά σου.
Ανατριχιάζω ολόκληρος κάθε φορά, που το σκέφτομαι, το ίδιο όπως την ώρα εκείνη.
Κι ολοκλήρωσε ο Γέρων Ιάκωβος:
– Αυτός ο άγγελος έχει κατονομασθεί την ημέρα της βαπτίσεως σου. Από την ημέρα της βαπτίσεώς σου σε συνοδεύει και δεν πρέπει να φεύγει από κοντά σου. Είναι αυτός, ο οποίος τελικά θα πάρει την ψυχή σου στα χέρια του και θα την οδηγήσει την ημέρα της Κρίσεως. Κι όταν θα έρχονται οι δαίμονες και θα λένε «αυτός έκανε εκείνο, έκανε το άλλο, διέπραξε αυτή την αμαρτία και την άλλη», τότε ο άγγελός σου θα λέει «ναι, τα έκανε αυτά, αλλά ταυτόχρονα έκανε κι αυτό το καλό, έκανε και το άλλο καλό». Αυτός είναι ο δικηγόρος, που θα σε υποστηρίξει. Πρόσεξε, λοιπόν, να μην τον απομακρύνεις. Τον είδα να είναι κοντά σου».
[…]
(«O Όσιος Ιάκωβος (Τσαλίκης), Ένας Σύγχρονος Άγιος, Ηγούμενος της Ιεράς Μονής Οσίου Δαυίδ Του Γέροντος», Έκδοση των Πατέρων Της Ιεράς Μονής Οσίου Δαυίδ Του Γέροντος, Λίμνη Ευβοίας, 2018)
Ο γέροντας Ιάκωβος – διηγείται ο π. Λάμπρος Φωτόπουλος – ήταν άριστος Πνευματικός. Είχε την απέραντη αγάπη που σε ανάγκαζε να σκέφτεσαι ότι, αν ένας άνθρωπος, όπως ο Γέροντας, μπορή να σε αγαπήση τόσο ανιδιοτελώς και τόσο τέλεια, τότε κάπως έτσι, αλλά σε άπειρο βαθμό, πρέπει να μας αγαπάη και ο Θεός. Με αυτό τον τρόπο κάθε εξομολογούμενος είχε μπροστά του μία εικόνα του αοράτου Θεού.
Η αγάπη του, όμως, δεν οδηγούσε σε ηθική χαλάρωση και αμνήστευση των αμαρτιών μας, γιατί ο Γέροντας τηρούσε όλη την ακρίβεια των Ιερών Κανόνων, χωρίς να παύη η αγάπη του. Αυτό το έκανε κατά δύο τρόπους. Προληπτικά και κατασταλτικά. Όταν έβλεπε ότι η ψυχή του χριστιανού παρασύρεται προς κάποιο πάθος, αμέσως του έλεγε τον κίνδυνο του επιτιμίου, αν θα ακολουθούσε πτώση. Έτσι με το φόβο τον συγκρατούσε. Αν πάλι έπεφτε σε κάποιο πάθος, που είχε επιτίμιο, ο Γέροντας με όλη τη γλύκα που τον διέκρινε επέβαλε τον θεραπευτικό κανόνα: Αποχή από την θεία Κοινωνία, καθημερινή Παράκληση στην Παναγία, νηστεία κλπ. Ο τρόπος του Γέροντα ήταν τέτοιος που φιλοτιμούσε τον εξομολογούμενο να αγωνιστή, για να μην ξαναπικράνη τον Πνευματικό του. Τόσο πολύ συνέπασχε μαζί του ο Πνευματικός. Αν πάλι ο εξομολογούμενος πριν συμπληρώση τον Κανόνα του πήγαινε στο Γέροντα να εξομολογηθή, ή να του πη κάτι, ο Γέροντας τον ρωτούσε – χωρίς δήθεν να θυμάται – από πότε έχει να κοινωνήση και γιατί (!). Εφ’ όσον έβλεπε ότι υπήρξε μετάνοια, του έκοβε τον Κανόνα και του επέτρεπε άμεσα να κοινωνήση. «Να πας να κοινωνήσης και να προσέχης», του έλεγε.
Πόσο μεγάλος θεραπευτής της ψυχής ήταν ο π. Ιάκωβος το κατάλαβα ξεκάθαρα, όταν κάποτε επισκέφθηκα τον άγιο Πορφύριο τον Καυσοκαλυβίτη. Είχα εξομολογηθεί πριν μερικές μέρες στον π. Ιάκωβο. Με ρωτάει λοιπόν ξαφνικά ο γέρων Πορφύριος, χωρίς να του το έχω αναφέρει, «που εξομολογήθηκες;». Του απάντησα «στον π. Ιάκωβο». Μου λέγει με νόημα «το βλέπω, είσαι καθαρός». Τότε για πρώτη φορά κατάλαβα τι σημαίνει να εξομολογήσαι σε άγιο Πνευματικό. Σε καθαρίζει σε βάθος.
___________________
Φεύγοντας παραμονή Χριστουγέννων από την Ιερά Μονή Οσίου Δαβίδ, ο Γέροντας με συνόδευσε μέχρι το αυτοκίνητό μου και μου υπέδειξε το σημείο του δρόμου, κοντά στο Προκόπι, που έπρεπε ιδιαίτερα να προσέξω. Πράγματι στο σημείο εκείνο από το απέναντι ρεύμα κυκλοφορίας ήλθε πάνω μου ένα αυτοκίνητο. Σώθηκα, και με κατεστραμμένο κατά το μεγαλύτερο μέρος αυτοκίνητο, γύρισα στην Αθήνα χωρίς πρόβλημα, μέσα σε μια μεγάλη χαρά για την εξομολόγηση που είχα κάνει στον Γέροντα. Αισθανόμουνα για μέρες τη θεϊκή παρουσία που μου είχε μεταδώσει ο Γέροντας.
(από το βιβλίο: "Ο Γέρων Ιάκωβος (Διηγήσεις – Νουθεσίες – Μαρτυρίες)", σελ. 224, 227. Έκδοση «Ενωμένη Ρωμηοσύνη» 2016)
Στην Αθήνα – διηγείται ο π. Ιωάννης Νιργιανάκης – ζούσε μία οικογένεια Ελληνοαμερικανών, του κ. Κωνσταντίνου Βουδούρη και της κ. Δέσποινας με τέσσερα χαριτωμένα παιδιά (δύο αγόρια και δύο κορίτσια), τα οποία εξομολογούντο τακτικά με την μητέρα τους, η οποία ήταν αγία. Ο πατέρας ευρίσκετο στην Αμερική, γιατί εκεί ήταν η δουλειά του. Όταν τα παιδιά τελείωσαν εδώ τις πρώτες σπουδές τους, μετεκόμισαν στην Αμερική για να συνεχίσουν τις σπουδές τους.
Τελειώνοντας το Λύκειο η κόρη μου Νεκταρία, μας παρεκάλεσαν η αγία αυτή η οικογένεια να την στείλωμε στην Αμερική, για να κάνη σπουδές που δεν μπορούσε να κάνη εδώ. Η Νεκταρία το ήθελε αυτό κι εγώ λόγω εγωισμού ενθουσιάσθηκα, η πρεσβυτέρα όμως ήταν απόλυτα αρνητική. Δεν πήγαμε να πάρη την ευχή του αγίου Γέροντος και η Νεκταρία έφυγε για την Αμερική (στο Πογκαιλάντ, προάστιο της Νέας Υόρκης)· ενεγράφη σ’ ένα από τα μεγαλύτερα Πανεπιστήμια των Η.Π.Α, με αντικείμενο σπουδών “Κλινική Ψυχολογία”.
Επικοινωνούσαμε με το τηλέφωνο τακτικά και η Νεκταρία χωρίς πολύ ενθουσιασμό, μας ανάπαυε τον λογισμό μας ότι όλα θα πάνε καλά.
Όταν είχαν περάσει επτά μήνες, πήγα στον Γέροντα (όλους αυτούς τους μήνες δεν είχα πάει), με δέχθηκε όπως πάντοτε με μεγάλη χαρά και άρχισε να με ανακρίνη λεπτομερώς. «Τι κάνει η Νεκταρία, πάτερ Ιωάννη, τι κάνει η πρεσβυτέρα» και ρωτούσε ονομαστικά για το κάθε παιδί. Και ενώ κάθε φορά με ρωτούσε για τον Μιχάλη που περνούσε έντονα την εφηβεία, εκείνη την στιγμή με ξαναρώτησε λίγο έντονα, «η Νεκταρία τι κάνει, πάτερ Ιωάννη;». Του απαντώ:
– Γέροντα, η Νεκταρία βρίσκεται στην Αμερική.
Για πρώτη φορά μετά από τόσα χρόνια τον είδα λίγο θυμωμένο, λέγοντάς μου:
– Τι κάνει στην Αμερική;
– Γέροντα, την πήρε εκεί μία πνευματική οικογένεια για να σπουδάση.
– Δεν μου λες, πάτερ Ιωάννη: Την Νεκταρία την έστειλες μόνη της στην Ομόνοια ποτέ;
– Όχι, Γέροντα.
– Να πας αμέσως να την πάρης, γιατί η Νεκταρία θα τρελλαθή. Ακούς τι σου λέγω;
Έφυγα, κάνοντας έναν απαίσιο λογισμό: «Σήμερα ο Γέροντας δεν ήταν πνευματοφόρος».
Έρχομαι στην Αθήνα, πρώτη ερώτηση της πρεσβυτέρας, «τι σου είπε ο Γέροντας για την Νεκταρία;». Εγώ όπως πάντοτε “εξυπνάκιας”, απάντησα με απρεπή τρόπο.
– Ο Γέροντας σήμερα δεν είχε φόρμα.
– Θα δούμε, λέει η πρεσβυτέρα, ποιος θα δικαιωθή τελικά. Ο Γέροντας, απ’ ό,τι μου είπες, είναι ήδη αντίθετος.
Μετά από ένα μήνα κτυπάει το τηλέφωνο στις 12 η ώρα τα μεσάνυχτα. Ακούω την Νεκταρία που έκλαιγε γοερώς χωρίς διακοπή, να μου λέγη: «Μπαμπά, είμαι η Νεκταρία, σε παρακαλώ να έλθης να με πάρης, γιατί θα τρελλαθώ». Ήταν ακριβώς τα ίδια λόγια που μου είπε ο άγιος Γέροντας.
Η πρεσβυτέρα ξύπνησε πανικόβλητη, διότι κάτι κατάλαβε, με ρώτησε τι ακριβώς συμβαίνει, της είπα όλη την αλήθεια και με πολλά δάκρυα μου είπε: «Αύριο το πρωί να φύγης στην Αμερική να φέρης το κορίτσι, και δεν μου χρειάζονται σπουδές».
Πήγα, έφερα το κορίτσι σχεδόν πεθαμένο, και έκανε δύο χρόνια να συνέλθη. Ο παππούλης προσευχόταν συνέχεια, και με την ευλογία του αγίου Νεκταρίου, έγινε καλά και άρχισε να κοινωνικοποιήται εν Χριστώ. Επιθυμούσε να δημιουργήση οικογένεια και να αποκτήση παιδιά, τα οποία υπεραγαπούσε.
Παντρεύτηκε με έναν καλόν άνθρωπο, καθηγητή Θεολογίας, αλλά και άριστο αγιογράφο.
Η Νεκταρία μετά τον γάμο της καθυστέρησε να τεκνοποιήση, ο Γέροντας είχε πλέον κοιμηθή, και η Νεκταρία άρχισε να αγχώνεται. Της είπα λοιπόν, να πάη στον τάφο του παππούλη, να τον παρακαλέση καρδιακά κι εκείνος θα ενεργήση τα δέοντα, τώρα μάλιστα που βλέπει από κοντά τον Χριστό.
Έτσι και έγινε· πήγε στον τάφο του παππούλη και τον επόμενο μήνα έμεινε έγκυος. Έχει τώρα έξι παιδιά, του Θεού, τρία αγόρια και τρία κορίτσια πολύ χαριτωμένα.
("Ο Γέρων Ιάκωβος (Διηγήσεις – Νουθεσίες – Μαρτυρίες)”, Γ’, Μαρτυρίες, σ. 167, Έκδοση "Ενωμένη Ρωμηοσύνη" 2016)
ΥΠΟΜΝΗΜΑ -Στο κατά Λουκάν Ευαγγέλιο-
Ερμηνεία πατερική & θεολογική του Ευαγγελίου του Λουκά
Το ερμηνευτικό Υπόμνημα του Π.Ν. Τρεμπέλα
μεταφρασμένο στη νεοελληνική γλώσσα
Μετάφραση αρχιμ. Νικόλαος Πουλάδας
Κεφάλαιο 15
Στίχ. 11-32. Η παραβολή του ασώτου υιού
15.21 εἶπεν δὲ αὐτῷ ὁ υἱὸς, Πάτερ, ἥμαρτον εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ ἐνώπιόν σου,
οὐκέτι εἰμὶ ἄξιος κληθῆναι(1) υἱός σου(2).
21 Τότε ο γιος του τού είπε: “πατέρα, αμάρτησα στο Θεό και σ’ εσένα
και δεν αξίζω να λέγομαι παιδί σου”.
(1) «Αυτά που σχεδίασε να πει, αυτά λέει τώρα με όλη την καρδιά του,
ώστε από εδώ να μάθουμε ότι πρέπει και μετά την συμφιλίωση ολοκάρδια
να ομολογούμε ότι αμαρτήσαμε και να καταδικάζουμε τους εαυτούς μας» (Ζ).
Ο γιος δεν κάνει κατάχρηση της γενναιοφροσύνης και αγαθότητας του πατέρα,
ώστε να εμποδιστεί να πει ό,τι είχε πρόθεση (b). Και αυτοί που πήραν
την άφεση των αμαρτιών τους και δοκίμασαν την εσωτερική ειρήνη των
μέχρι πριν λίγο ταραγμένων καρδιών τους, πρέπει να διατηρούν την ειλικρινή
συντριβή για τον περασμένο άτακτο βίο και να εξομολογούνται και με το στόμα
ακόμη και τις αμαρτίες εκείνες, για τις οποίες έχουν λόγους να ελπίζουν
ότι συγχωρέθηκαν. Ο Δαβίδ συνέταξε τον 50ό ψαλμό της μετανοίας,
όταν ο Νάθαν είχε πει σε αυτόν: «Και ο Κύριος συγχώρεσε το αμάρτημά σου·
δεν θα πεθάνεις» (Β΄Βασ. ιβ 13). Όσο βλέπουμε το Θεό περισσότερο γρήγορο
στο να μας συγχωρέσει, τόσο περισσότερο οφείλουμε και εμείς να γινόμαστε
δυσκολότεροι στο να συγχωρούμε τους εαυτούς μας.
(2) Δεν προστίθεται παρ’ όλα αυτά και το «κάνε με σαν έναν από τους μισθωτούς σου».
Ή, διότι όταν μακριά από τον πατέρα σχεδίαζε να πει αυτό, δεν υπολόγιζε
στην αγάπη του πατέρα, αλλά τον φανταζόταν εξοργισμένο και τώρα η συγκίνηση
την οποία δοκιμάζει από την πατρική στοργή τον εμποδίζει να κάνει αυτού
του είδους την πρόταση (p). Ή, διότι ο φιλανθρωπότατος Πατέρας δεν άφησε αυτόν
να τελειώσει την πρόταση, αρκούμενος στην βαθιά συναίσθηση της αμαρτίας
που εκδηλώθηκε, για αυτό και διέκοψε αυτόν στο «υιός σου» (δ).
Η δεύτερη εκδοχή πιο πιθανή. Είναι απίθανο ότι ο γιος λησμόνησε τι είχε
αποφασίσει να πει· και ακόμη πιο απίθανο ότι άλλαξε γνώμη και απέφυγε να προσθέσει
και τη φράση: Κάνε με σαν έναν από τους μισθωτούς σου.
Πιθανότερο είναι να δεχτούμε ότι ο πατέρας διακόπτοντας τον γιο είναι σαν
να του έλεγε: Σταμάτα, γιε μου, να μιλάς πλέον για την αναξιότητά σου.
Έγινες δεκτός εγκάρδια και μολονότι δεν είσαι άξιος να ονομαστείς γιος,
θα φερθώ σε σένα σαν σε γιο αγαπητό και γνήσιο.
- Γέροντα, τι είναι η νήψη;
- Νήψη είναι η προσοχή στους λογισμούς, στις πράξεις, στις κινήσεις. Όταν την μία ημέρα προσέχεις, παρακολουθείς τον εαυτό σου και εξετάζεις την συμπεριφορά σου, την επόμενη ημέρα θα είσαι προσεκτικότερη κ.ο.κ. Όλη η βάση είναι η προσοχή. Γι’ αυτό, βλέπεις, οι Άγιοι Πατέρες πόσο πρόσεχαν! Γιατί λέγονται Νηπτικοί Πατέρες; «Νηπτικοί Πατέρες» σημαίνει προσεκτικοί Πατέρες. Πρόσεχαν τον εαυτό τους και έκαναν εσωτερική εργασία. Παρακολουθούσαν τους λογισμούς τους και βρίσκονταν σε συνεχή εγρήγορση πνευματική.
- Γέροντα, ο Αββάς Ισαάκ λέει: «Η εργασία της ημέρας πρέπει να είναι σύμφωνη, με την εργασία της νύχτας». Τι εννοεί;
- Εννοεί ότι, όπως την νύχτα προσεύχεται κανείς και ο νους του είναι στον Θεό, έτσι και την ημέρα να προσπαθεί να μην ξεχνιέται και φεύγη ο νους του από τον Θεό. Αν δεν προσέχεις μέσα στην ημέρα, μαζεύεις σαβούρα, και άντε μετά να την πετάξεις! Εύκολο είναι; Μια απροσεξία να κάνης, πόσο δυσκολεύεσαι την ώρα της προσευχής, όταν πας να συγκεντρωθείς!
Η προσοχή και η παρακολούθηση έχουν μεγάλη σημασία. Μπορεί κανείς να προσεύχεται ώρες, αλλά, αν δεν προσέχη κα δεν παρακολουθεί τον εαυτό του, δεν κάνει τίποτε. Όταν όμως η προσευχή συνοδεύεται με την παρακολούθηση, τότε χτυπάμε προς εκείνη την κατεύθυνση που μας χτυπάει περισσότερο ο εχθρός.
- Γιατί, Γέροντα, ο νους μου είναι μονίμως σκορπισμένος και δεν μπορώ να τον μαζέψω;
- Τον έχεις αφήσει αχαλίνωτο όλα τα χρόνια και τώρα δεν μπορείς να τον κυβερνήσεις.
Χρειάζεται προσοχή, διότι ο νους την μια στιγμή μπορεί να σε πάει στον Παράδεισο και την άλλη, εάν δεν προσέξεις, να σε πάει στην κόλαση. Όσο μπορείς, να προσπαθείς να συγκεντρώνεις τον νου σου σε σκέψεις καλές, άγιες, που αγιάζουν τον άνθρωπο.
(Λόγοι Παϊσίου, τόμος ς΄, Περί προσευχής, Εκδ. Ιερού Ησυχαστηρίου "Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος", σελ.179-180)
Η εργασία του νου
-Γέροντα, ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς γράφει ότι οι αρετές,
επειδή συγγενεύουν με τις αρετές του Θεού, κάνουν τον άνθρωπο
κατάλληλο να υποδεχθεί τον Θεό, αλλά δεν τον ενώνουν μαζί του.
Η προσευχή όμως πραγματοποιεί την ένωση με τον Θεό. Τι εννοεί;
-Εδώ ο Άγιος εννοεί την καθαρά προσευχή.
Γέροντα, τι είναι καθαρά προσευχή;
-Όταν υπάρχη πνευματική αρχοντιά, θυσία, συγγενεύει ο άνθρωπος με τον Θεό,
έχει επαφή μαζί του και ο νους του είναι συνέχεια στον Θεό.
Τότε, και να μην προσεύχεται, προσεύχεται. Όλη η ζωή του είναι προσευχή.
Δεν σκέφτεται τίποτε άλλο ό,τι και να κάνη, ο νους του είναι συνέχεια εκεί,
στον Θεό. Όπως ένα παιδάκι ορφανό που έχει μόνον την μάνα του και οι περιστάσεις
το έφεραν να βρεθή για ένα διάστημα μακριά της, ό,τι κι αν κάνη, όπου κι αν βρεθή,
έχει συνέχεια τον νου του στην μάνα του, έτσι και ο άνθρωπος που είναι εξόριστος
εδώ πάνω στην γη, μακριά από τον Θεό Πατέρα του, όταν φθάση σ’ αυτήν την κατάσταση,
έχει συνέχεια τον νου του στον Θεό, στον Πατέρα του. Αυτό είναι καθαρά προσευχή.
-Γέροντα, πώς καθαρίζει ο νους;
-Ο νους, για να καθαρίση, πρέπει να είναι συνέχεια στον Θεό, να ενωθεί με τον Θεό.
Για να ενωθεί με τον Θεό, χρειάζεται προσοχή, παρακολούθηση του εαυτού μας,
προσευχή αδιάλειπτη. Όταν ενωθεί ο νους με τον Θεό, τότε ο άνθρωπος δεν σκέφτεται
τίποτε άλλο εκτός από τον Θεό και είναι καθαρός ο νους, γιατί δεν μπαίνουν
παράσιτα μέσα. Έτσι, ο άνθρωπος περνά από το «κατ’ εικόνα» και γίνεται «καθ’ όμοίωσιν».
Γιατί αλλιώς είναι «κατ’ εικόνα» μόνον. Ο νους καλός είναι, αλλά, όταν τον νου
τον έχουμε σε άλλη συχνότητα...
Η μεγάλη δύναμη του νου, ο οποίος τρέχει με ταχύτητα μεγαλύτερη του φωτός,
πρέπει να αξιοποιηθεί και να κατευθυνθεί ολόκληρη προς τον Θεό, τον Δημιουργό του φωτός.
Εάν αυτή η δύναμη είναι σκορπισμένη, πώς είναι δυνατόν να έχη δύναμη ο νους;
Και, εάν δεν έχη δύναμη ο νους του ανθρώπου, τότε ο άνθρωπος μένει μόνο με το μυαλό
κάνει εργασία εγκεφαλική και από εικόνα Θεού καταντάει εγκέφαλος, μηχανή.
Σε μερικούς πάλι συμβαίνει το εξής: Επειδή δεν αξιοποιούν την δύναμη αυτήν του νου
εις τα άνω, τους την αξιοποιεί, ή μάλλον την εκμεταλλεύεται, ο εχθρός προς τα κάτω
στην αρχή στα γήινα και μετά πιο κάτω, στην αμαρτία, για να τους ρίξει στην κόλαση.
Όταν όμως κατορθώση ο νους να ανέβη ψηλά, τότε και όλα τα πράγματα τα βλέπει από ψηλά
με τα μάτια της ψυχής, με το θεϊκό μάτι, τον θειο φωτισμό.
Όλα αυτά δυστυχώς μόνον θεωρητικά τα καταλαβαίνω, και θα προσπαθήσω να αγωνιστώ
προς αυτήν την κατεύθυνση, έστω και εάν με βρή ο θάνατος εν οδοιπορία.
(Λόγοι Παϊσίου, τόμος ς΄, Περί προσευχής, Εκδ. Ιερού Ησυχαστηρίου
"Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος", σελ.177-179)
Να προσευχόμαστε καθημερινά και διαρκώς ακόμη και την ώρα που περπατάμε στο δρόμο, εργαζόμαστε ή όταν πέφτουμε στο κρεβάτι να αναπαυθούμε, μετά μία κουραστική μέρα.
Να δοξάζουμε τον Θεό για το έργο Του και να ζητάμε το έλεος Του.
Η προσευχή και η κατάνυξη αποτελούν όπλο και θωρακίζουν τον πιστό απέναντι στο κακό, που νοιώθει αδύναμο να δράσει και φεύγει άπρακτο.
Γέροντας Φιλόθεος Ζερβάκος
«Ο θυμός καθ’ εαυτόν είναι φυσικός. Όπως τα νεύρα στο σώμα. Είναι και αυτός νεύρον ψυχής και οφείλει να τον μεταχειρίζεται ο καθείς εναντίον των δαιμόνων, ανθρώπων αιρετικών, και παντός κωλύοντος από την οδόν του Θεού.
Εάν όμως θυμώνεις κατά των ομοψύχων αδελφών ή, εκτός εαυτού γενόμενος, χαλάς τα έργα των χειρών σου, γίνωσκε ότι κενοδοξίαν νοσείς και κάμνεις παράχρησιν του νεύρου της ψυχής. Απαλλάττεσαι δε διά της αγάπης προς πάντας και αληθούς ταπεινώσεως.
Διά τούτο όταν σοι έλθει θυμός, κλείσε το στόμα σου δυνατά και μη ομιλήσεις εις τον υβρίζοντα ή ατιμάζοντα ή ελέγχοντα ή πολυειδώς σε πειράζοντα άνευ λόγου.
Ο άνθρωπος είναι πλασμένος ήμερος και λογικός και επομένως ο θυμός δεν αρμόζει ουδέποτε εις την φύσιν του, ενώ, με την αγάπην πάντοτε ευδοκιμεί και υποτάσσεται. Με το καλό και με την αγάπην, μπορείς να κάμεις πολλούς να ημερέψουν και αν κανείς είναι καλοπροαίρετος, τον κάμνεις ογλήγορα να συμμορφωθεί, να γένη Άγγελος Θεού».
«Μη ζητήσεις ποτέ σου να ευρείς το δίκαιον, διότι τότε έχεις το άδικον. Αλλά μάθε να υπομένεις ανδρείως τους πειρασμούς, οιουσδήποτε και αν επιτρέψει ο Κύριος.
Χωρίς πολλές δικαιολογίες, να λέγεις «Ευλόγησον»! Και χωρίς να σφάλλεις, να μετανοείς ότι έσφαλες.
Εν επιγνώσει ψυχής και όχι απ’ έξω, δι΄έπαινον, να λέγεις πως έσφαλες και μέσα να κατακρίνεις. Μη ζητάς εις τις θλίψεις σου παράκληση από τους ανθρώπους, διά να παρακληθείς από τον Θεόν. Μη νομίζεις ανάπαυσιν οπόταν ομιλήσεις, εάν ζητήσεις να ευρείς το δίκαιον. Το δίκαιον είναι να υπομείνεις ανδρείως τον επερχόμενον πειρασμόν διά να βγης νικητής καν έπταισες ή δεν έπταισες. Ει δε και λέγεις, «μα διατί;», μάχεσαι τον Θεόν, τον αποστείλαντα λυπηρά διά την εμπαθή σου κατάσταση».
Η περίοδος μέχρι τα Χριστούγεννα είναι ιδιαίτερα ευλογημένη από το Θεό, γιατί μας οδηγεί λειτουργικά και εορταστικά προς την κυρία ημέρα, όπου η Oρθόδοξη Εκκλησία εορτάζει το γεγονός της γεννήσεως του Χριστού.
Όπως όλες οι γιορτές της Εκκλησίας μας έτσι και τα Χριστούγεννα δεν έχουν ένα χαρακτήρα μόνο αναμνηστικό, αλλά κύριος σκοπός είναι να μετάσχει ο άνθρωπος μέσα σ' αυτή τη χάρη, που δίνει ο Θεός δια των εορτών της Εκκλησίας μας.
Είναι παρατηρημένο μέσα από την πείρα των Αγίων και των Πατέρων της Εκκλησίας μας ότι αυτές οι μέρες διακρίνονται για την υπερβάλλουσα χάρη η οποία διαχέεται από τον Θεό και το Άγιο Πνεύμα στους πιστούς και είναι σταθμοί μέσα στη ζωή μας από τους οποίους μπορούμε να αντλήσουμε αυτή τη χάρη και την κοινωνία του Αγίου Πνεύματος.
Βέβαια, καθημερινά εορτάζουμε το μυστήριο της γεννήσεως του Θεού Λόγου και μετέχουμε σε όλη τη ζωή του Κυρίου με την τέλεση της Θείας Ευχαριστίας.
Η Εκκλησία μας, μας παρέδωσε κάποια πράγματα τα οποία τηρώντας τα βοηθούμαστε να προχωρήσουμε πνευματικά. Πρώτα μας ετοιμάζει με την περίοδο της νηστείας. Η νηστεία βοηθά τον άνθρωπο να ξεκολλήσει το μυαλό του από τα γήινα πράγματα, βοηθά τον νου του στην προσευχή, σπρώχνει την καρδία στην αναζήτηση της Θείας Χάριτος, κινεί την καρδία εις προσευχή και ένωση μετά του νοός, καθαρίζει το σώμα από τις ροπές προς τα πάθη και την αμαρτία. Γενικά ως μέσο, το οποίο ο ίδιος ο Χριστός μας παρέδωσε, θεωρείται από τους Πατέρες ότι είναι από τα πρώτα και βασικά όπλα στον πνευματικό αγώνα. Βέβαια, νηστεία δεν είναι μόνο των φαγητών. Είναι η νηστεία από όλες μας τις επιθυμίες, στα έξοδα, ενδύματα, εκδηλώσεις, στο τι ακούμε και στο τι βλέπουμε.
Εφόσον είναι καιρός νηστείας είναι και καιρός ελεημοσύνης. Οι πρώτοι χριστιανοί κατά τη νηστεία διέθεταν το υπόλοιπο των χρημάτων που τους περίσσευε από τα καθημερινά πράγματα για ελεημοσύνη.
Άλλο πνευματικό όπλο είναι, η εξομολόγηση. Προσερχόμαστε στο μυστήριο της Εξομολογήσεως, για να καθαρίσουμε την ψυχή μας από όλα όσα ως άνθρωποι έχουμε προσλάβει μέσα στα καθημερινά μας γεγονότα και τις περιπέτειες της καθημερινής μας ζωής. Ο Θεός δεν απαιτεί να γίνουμε αναμάρτητοι, γιατί αυτό είναι έξω από τη φύση μας. Μέσα στην αδυναμία μας βρισκόμαστε αντιμέτωποι με πάθη, αμαρτίες, αδυναμίες και τις ελλείψεις μας. Γιατί αμαρτία δεν είναι μόνο η παράβαση του νόμου του Θεού, αλλά είναι και η έλλειψη της αγάπης μας προς τον Θεό, η βίωση της στροφής της ψυχής μας προς τον Θεό. Το ότι δηλαδή καλούμεθα να αγαπήσουμε απόλυτα τον Θεό και όμως δεν μπορούμε να ανταποκριθούμε είναι η ουσία της αμαρτίας μας.
Πέραν της νηστείας, ελεημοσύνης και εξομολόγησης ένα άλλο πνευματικό όπλο είναι η προσευχή. Αυτό το διάστημα αν ο χριστιανός γεμίσει τον χρόνο του με προσευχή, κυρίως με τη μονολόγηστη της νοεράς προσευχής και την επίκληση του ονόματος του Χριστού, θα έχει συνεχή κοινωνία με τον Θεό, η οποία ετοιμάζεις την καρδία προς την κοινωνία με τη χάρη του Αγίου Πνεύματος.