«Το έλεος αυτού εις γενεάν και γενεάν τοις φοβουμένοις αυτόν» (Λουκ. α΄ 50).
Η Παρθένος από την προσωπική της εμπειρία ανάγεται τώρα στην κοινή εμπειρία όλων των ανθρώπων. Από το επί μέρους οδηγείται στο γενικό. Όπως σ’ αυτήν εκδηλώθηκε το θείον έλεος, έτσι η ευσπλαχνία του Θεού απλώνεται: και σ’ όλους τους άλλους. Η ευσπλαχνική επέμβασις του Θεού στην προσωπική της ζωή την οδηγεί στην διαπίστωση της αγάπης του Θεού για όλους. Ο ένας πιστός είναι μαρτυρία για τους υπόλοιπους. Ο ένας είναι λεπτομέρεια του συνόλου.
Η Παρθένος έμελλε να γίνη μια ακόμη ζωντανή μαρτυρία για το έλεος του Θεού που εκδηλώθηκε πλούσιο και στις γενεές της Π. Διαθήκης. Αυτή ήταν η συνισταμένη του θείου ελέους. Από την αγάπη που ο Κύριος έδειξε στο πανάγιο πρόσωπό της μπορούμε σαν σε καθρέφτη να δούμε τον πλούτο της ευσπλαχνίας με τον οποίο ο Θεός εκάλυψε όλες τις προχριστιανικές γενεές.
Αλλ’ η Θεοτόκος έγινε η μαρτυρία για το έλεος του Θεού που εκδηλώθηκε και μετά απ' αυτήν, στις χριστιανικές γενεές. Το έλεος που έδειξε ο Θεός στο πρόσωπο της θεομήτορος βλέπομε να έχη απεριόριστες προεκτάσεις μέσα στην ιστορία, από γενεά σε γενεά. Το έλεος του Θεού που άρχισε να πηγάζη με την Ενσάρκωσι αυξάνεται κλιμακωτά και πλημμυρίζει ολοένα και περισσότερους ανθρώπους, από γενεά σε γενεά κι αυτό μέχρις ότου καλύψει πάντα τα έθνη. Το πρόσωπο που συνεκέντρωσε το μεγαλύτερο έλεος του Θεού μέχρι την Ενσάρκωσι ήταν η Θεοτόκος. Και μετά την Ενσάρκωσι, το έλεος του Θεού που δόθηκε σ όλες τις γενεές είχε αφετηρία του το πρόσωπο της Θεοτόκου.
«Εποίησε κράτος εν βραχίονι αυτού» (Λουκ. α΄ 51).
Το θαυμαστό γεγονός της Ενσαρκώσεως του Θεού, στο οποίο εκλήθη η Παρθένος Μαρία να συμμετάσχη προσωπικά, ήταν μια απόδειξης και μαρτυρία για τα θαυμαστά έργα της παντοδυναμίας του Θεού που έγιναν στο παρελθόν και που θα γίνουν στο μέλλον. Το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον ενώνονται μέσα στην παντοδύναμη παρουσία του Θεού. Η ιστορία δεν είναι μια παρέλασις άσχετων γεγονότων. Η ιστορία δεν είναι «το ποτάμι του χρόνου που στο χάος κυλά». Το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον έχουν ένα κοινό συντελεστή: το παντοδύναμο χέρι του Θεού.
Η Παρθένος, ξεκινώντας απ’ το προσωπικό θαυμαστό γεγονός της παντοδυναμίας του Θεού, κάνει φιλοσοφία και θεολογία της ιστορίας. Η ιστορία —λέγει— γράφεται με το παντοδύναμο χέρι του Δημιουργού. Προσωπικά ή ομαδικά περιστατικά ή γεγονότα οφείλονται στον ισχυρό «βραχίωνα» του Κυρίου.
Πολλοί αμφιβάλλουν αν ο «βραχίων του Κυρίου» είναι και σήμερα αρκετά ισχυρός για να ελέγξει τα παρόντα «σεσαλευμένα» στοιχεία της εξελισσομένης ανθρωπότητος: πυρηνική ενέργεια, υπερπληθυσμός, μόλυνσις του φυσικού περιβάλλοντος, αλλοτρίωσις του ανθρώπου κλπ. Όσοι αμφιβάλλουν, ας ακολουθήσουν την μέθοδο της Θεοτόκου. Μια ματιά στο παρελθόν και στο παρόν — προσωπικό και ομαδικό— θα τους πείσει και για το μέλλον• θα τους δείξη ότι «ο βραχίων Κυρίου» δεν έγινε ασθενέστερος, ώστε να μη μπορή να ελέγξει και τα μελλοντικά γεγονότα. Όσοι μαζί με τη Θεοτόκο θα φιλοσοφήσουν και θα θεολογίσουν πάνω στην ιστορία και την πορεία της τελικά θα ομολογήσουν ότι η παντοδύναμη παρουσία του Θεού είναι ο πιο βασικός και θετικός παράγων που επηρεάζει, κατευθύνει και δίνει νόημα στα γεγονότα του παρελθόντος, του παρόντος και του μέλλοντος, στην ιστορία της ανθρωπότητος και του κόσμου.
(Μητροπολίτου Αχελώου Ευθυμίου Στυλίου, Η Πρώτη, εκδ. Γρηγόρη, σελ.124-125 )
Πάθη.
Οι συλλογισμοί σου πάνω στα πάθη είναι ολότελα λαθεμένοι. Ο Θεός μας έχει οπλίσει με τη λογική και την ελεύθερη βούληση. Ο νόμος Του, όταν εφαρμόζεται συνετά και αβίαστα, γίνεται η ασπίδα που μας προστατεύει από την επιβουλή του εχθρού. Εμείς οφείλουμε να διατηρούμε τα όπλα μας σε καλή κατάσταση, και να τα χρησιμοποιούμε με γενναιότητα στους δυό ακατάπαυστους πολέμους μας: τον επιθετικό πόλεμο, την προσπάθειά μας δηλαδή να κατανοήσουμε και ν’ ακολουθήσουμε το νόμο Του. και τον αμυντικό πόλεμο, την αποφασιστική άρνησή μας να υποκύψουμε σε οτιδήποτε είναι αντίθετο στο νόμο Του. Και όταν λέω νόμο, δεν εννοώ άλλο από το άγιο θέλημά Του, όπως αποκαλύπτεται μέσ’ από την Αγία Γραφή και την ιερή Παράδοση της Εκκλησίας μας.
Αλλά, αλλοίμονο, δεν προλαβαίνει καλά καλά ο άνθρωπος ν’ αθετήσει το θείο νόμο, και εισπράττει την ολέθρια πνευματική συνέπεια: Εγκαταλείπεται από τη χάρη του Θεού, και αρχίζει να λιώνει και να μαραίνεται μέσα σε μάταιες επιθυμίες, «εν γη αλλοτρία», προσπαθώντας απεγνωσμένα, όλο αυτό το διάστημα, να βρει κάτι που θα ικανοποιεί την ανάγκη του για πληρότητα, αυθεντικότητα, αλήθεια, χαρά. Και ψάχνει γι’ αυτό μέσα σε χίλιους δρόμους. Χίλιους, αλλά όλους εξίσου κακούς. Αυτές οι επιθυμίες και οι επιδιώξεις μετατοπίζουν την προσοχή του μακριά από το αληθινό συμφέρον του και σκοτίζουν το νου του. Και ο σκοτισμένος νους εύκολα οικειοποιείται τους λογισμούς που του υποβάλλουν οι δαίμονες. Έτσι, σύντομα ο άνθρωπος υποκύπτει στους εμπαθείς λογισμούς του ή μάλλον, όπως είπα, στους δαίμονες και σταματάει πια ν’ αντιστέκεται στα δολώματά τους, που τώρα τα βρίσκει πολύ ελκυστικά, πολύ γλυκά... Η γλυκύτητα της ηδονής όμως δεν θ’ αργήσει να μεταβληθεί σε κεντρί τιμωρίας.
Τα πάθη μας είναι στ’ αλήθεια οι πιο ανελέητοι τύραννοί μας. Τόσο ανελέητοι, ώστε ακόμα κι ένας ταπεινωμένος αμαρτωλός, που τα έχει παραδεχτεί με συντριβή, κι έχει αποφασίσει ν’ απελευθερωθεί από την κυριαρχία τους, ακόμα κι αυτός βασανίζεται και κατατυραννείται για πολύ καιρό, για χρόνια ή και δεκαετίες, από το σκοτεινό τούτο γένος. Γιατί τα πάθη, αν χρονίσουν μέσα μας, δυναμώνουν, θεριεύουν, ριζώνουν γερά, γίνονται ένα με την ψυχή, και πολύ δύσκολα μετά ξεριζώνονται, ακόμα κι αν το θέλουμε. Φεύγουμε για να σωθούμε, κι εκείνα μας καταδιώκουν. Μας ζώνουν και μας πολεμούν λυσσαλέα, μη θέλοντας να χάσουν τα δικαιώματα που είχαν στην ψυχή μας.
Με τρία μόνο μέσα μπορούν τότε να νικηθούν: Με τη σταθερή και ανυποχώρητη δική μας αντίσταση — αντίσταση κυριολεκτικά μέχρι θανάτου — στις επανειλημμένες επιθέσεις τους. Με τη βαθιά συντριβή και την τελωνική ταπείνωση. Με τη δακρύρροη και αδιάλειπτη εκζήτηση του ελέους του Θεού και των πρεσβειών των αγίων Του. Επιμένοντας σ’ αυτό τον αγώνα, θα φτάσουμε στο σημείο να εξαλείψουμε κι αυτήν ακόμα τη μνήμη των παθών από την καρδιά μας.
Τελειώνοντας, σου συνιστώ να μελετήσεις το βίο της οσίας Μαρίας της Αιγύπτιας (Απριλίου 1). Και ακόμη να ντυθείς με την πολεμική εξάρτυση κάθε Αγωνιστή Χριστιανού, όπως πολύ παραστατικά μας την περιγράφει ο Απόστολος Παύλος: «Το λοιπόν, αδελφοί μου,... Ενδύσασθε την πανοπλίαν του Θεού προς το δύνασθαι υμάς στήναι προς τας μεθοδείας του διαβόλου... Στήτε ούν περιζωσάμενοι την οσφύν υμών εν αληθεία, και ενδυσάμενοι τον θώρακα της δικαιοσύνης, και υποδησάμενοι τους πόδας εν ετοιμασία του ευαγγελίου της ειρήνης, επί πάσιν αναλαβόντες τον θυρεόν της πίστεως, εν ω δυνήσεσθε πάντα τα βέλη του πονηρού τα πεπυρωμένα σβέσαι, και την περικεφαλαίαν του σωτηρίου δέξασθε, και την μάχαιραν του Πνεύματος, ο έστι ρήμα Θεού, δια πάσης προσευχής και δεήσεως, προσευχόμενοι εν παντί καιρώ εν Πνεύματι» (Εφεσ. 6:10-18).
(Πνευματικές Νουθεσίες, εκδ. Ιερά Μονή Παρακλήτου, σελ.127-130 )
«Εποίησέ μοι μεγαλεία ο δυνατός» (Λουκ. α΄ 49).
Η δοξολογική προσευχή αναφέρεται συνήθως στα μεγάλα και θαυμαστά έργα της δημιουργίας, η θεώρησις των οποίων προκαλεί στον άνθρωπο τον ύμνο και την δοξολογία του Δημιουργού. Χαρακτηριστικό παράδειγμα οι δοξολογικοί ψαλμοί. Σχεδόν όλοι αναφέρονται στα μεγαλειώδη έργα της Δημιουργίας και προσφέρονται σε Εκείνον που «εποίησε τον ουρανόν και την γην, την θάλασσαν και πάντα τα εν αυτοίς» (Ψαλμ. 145, 6) και ο Οποίος «πάντα όσο ηθέλησεν εποίησεν εν τω ουρανώ και εν τη γη» (Ψαλμ. 134, 6) .
Στην περίπτωσι όμως της Παρθένου ο δοξολογικός ύμνος της αναφέρεται σε όσα εποίησε ο Θεός σε μια ύπαρξη του μικροκόσμου, δηλαδή στην Θεοτόκο. Πρόκειται βέβαια για τη σύλληψι, την κυοφορία και την μέλλουσα γέννησι του Υιού του Θεού. Τα έργα αυτά που συνδέονται με το σχέδιο της ενσαρκώσεως του Θεού είναι πιο μεγαλειώδη από εκείνα που αναφέρονται στον άψυχο μακρόκοσμο.
Τη μεγαλειώδη διαδικασία της Ενσαρκώσεως του Θεού η Παρθένος αποδίδει στην παντοδυναμία και την αγιότητα του Δημιουργού. Η παντοδυναμία του υπερνικά την τάξι της φύσεως (παρθενογέννησις) και η αγιότης του διατηρεί την αγιότητα και την ακεραιότητα της Θεοτόκου (αειπαρθενία) σε όλες τις φάσεις της εφαρμογής του θείου αυτού σχεδίου.
Ο πιστός της Π. Διαθήκης έβλεπε τα «έργα των δακτύλων» του Δημιουργού (Ψαλμ. 8, 4) στον μακρόκοσμο και δοξολογούσε τον Κύριο. Οι πιστοί της Κ. Διαθήκης αρχίζουν να βλέπουν τα μεγαλεία του Θεού στον μικρόκοσμο, τον άνθρωπο. Πρώτη επισημαίνει την αλλαγή η Θεοτόκος. Είναι η πρώτη θεολόγος και ποιήτρια της Κ. Διαθήκης. Ο πρώτος ψαλμωδός και υμνογράφος της Εκκλησίας. Η Παρθένος Μαρία ήταν ποίημα και δημιούργημα της παντοδυναμίας και της αγιότητος του Θεού. Η παναγία μορφή και η ζωή της έμελλε ν' αποτελέσουν το ωραιότερο ποίημα της ανθρωπότητος.
(Μητροπολίτου Αχελώου Ευθυμίου Στυλίου, Η Πρώτη, εκδ. Γρηγόρη, σελ.123-124 )
«Από τον νυν μακαριούσι με πάσαι αι γενεαί» (Λουκ. α΄ 48).
Η Παρθένος εδώ προφητεύει για τον εαυτό της. Αυτό που για μας σήμερα φαίνεται φυσικό, για την Θεοτόκο ήταν θέμα αποκαλύψεως. Το Άγιο Πνεύμα έσυρε το πέπλο της ιστορίας και έδειξε στην Θεοτόκο την προσωπική της τύχη. «Μακαριούσι με πάσαι αι γενεαί» του μέλλοντος. Εκείνη που έμελλε να γίνη Μητέρα του Υιού του Θεού θα γινόταν ταυτόχρονα και το πιο σημαντικό πρόσωπο όλων των γενεών. Αυτή που θα έδινε την ανθρώπινη φύσι στον Υιό και Λόγο του Θεού, έμελλε να πάρη απ Αυτόν —σαν μια αντίδοσι ιδιωμάτων— υπερχρονική τιμή και δόξα.
Όταν κανείς μπαίνει στον κόσμο του Θεού, η ύπαρξίς του διευρύνεται. Ο Άβραμ όταν συνέδεσε την τύχη του με τον Θεό έγινε Α β ρ α ά μ• από αρχηγός δηλαδή μιας οικογένειας, έγινε γενάρχης και πατριάρχης πολλών λαών: «ιδού η διαθήκη μου μετά σου, και έση πατήρ πλήθους εθνών» (Γεν. ιζ' 4 εξ.). Όποιος, μπαίνει στον κύκλο του Θεού, μπαίνει στον κύκλο της αιωνιότητος. «Το έλαττον από του κρείττονος ευλογείται» (Εβρ. ζ' 7) . Όταν το μηδέν μπαίνει κοντά στην μονάδα, χάνει την μηδαμινότητά του και αποκτά μεγάλη αξία. Εκείνη που αξιώθηκε να γίνη Νύμφη και Μητέρα του Νυμφίου Χριστού, πήρε την πρώτη θέσι κοντά στην Τριαδική Μονάδα.
Ο χριστιανός δεν είναι παρά ένα από τα πολλά μηδενικά που βρίσκονται πίσω από την Τριαδική Μονάδα. Μέσα στον πολυψήφιο αυτό αριθμό ο άνθρωπος αποκτά τρισμέγιστη αξία. Έξω όμως απ’ αυτόν παραμένει ένα άχρηστο μηδενικό...
(Μητροπολίτου Αχελώου Ευθυμίου Στυλίου, Η Πρώτη, εκδ. Γρηγόρη, σελ.122-123 )
Η ΙΕΡΑ ΑΚΟΛΟΥΘΙΑΤΟΥ ΕΣΠΕΡΙΝΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΟΡΘΡΟΥ
ΤΗΣ ΕΟΡΤΗΣ ΤΗΣ ΚΟΙΜΗΣΕΩΣ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ
ΤΟ ΑΡΧΑΙΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΚΑΙ Η ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΣΤΑ ΝΕΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ
Μετάφραση: αρχιμ. Νικόλαος Πουλάδας
Επιπροσθέτως:
Η μετάφραση των Καταβασιών του Όρθρου από τον Σεβ. Μητροπολίτη Νέας Σμύρνης κ. Συμεών
Η μετάφραση των αναγνωσμάτων της Παλαιάς Διαθήκης σε μετάφραση του Ι. Κολιτσάρα
Η μετάφραση των Αναγνωσμάτων του Όρθρου και της Θ. Λειτουργίας από την Ελληνική Βιβλική Εταιρία
ΕΝ ΤΩ ΜΕΓΑΛΩ ΕΣΠΕΡΙΝΩ
Ο ιερέας: Εὐλογητὸς ὁ Θεὸς ἡμῶν, πάντοτε, νῦν, καὶ ἀεί, καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
Ο Αναγνώστης: Δεῦτε, προσκυνήσωμεν καὶ προσπέσωμεν τῷ βασιλεῖ ἡμῶν Θεῷ.
Δεῦτε, προσκυνήσωμεν καὶ προσπέσωμεν Χριστῷ, τῷ βασιλεῖ ἡμῶν Θεῷ.
Δεῦτε, προσκυνήσωμεν καὶ προσπέσωμεν αὐτῷ Χριστῷ, τῷ βασιλεῖ καὶ Θεῷ ἡμῶν.
Ψαλμὸς 103
ΕΥΛΟΓΕΙ, ἡ ψυχή μου, τὸν Κύριον. Κύριε ὁ Θεός μου, ἐμεγαλύνθης σφόδρα, ἐξομολόγησιν καὶ μεγαλοπρέπειαν ἐνεδύσω ἀναβαλλόμενος φῶς ὡς ἱμάτιον, ἐκτείνων τὸν οὐρανὸν ὡσεὶ δέρριν· ὁ στεγάζων ἐν ὕδασι τὰ ὑπερῷα αὐτοῦ, ὁ τιθεὶς νέφη τὴν ἐπίβασιν αὐτοῦ, ὁ περιπατῶν ἐπὶ πτερύγων ἀνέμων· ὁ ποιῶν τοὺς ἀγγέλους αὐτοῦ πνεύματα καὶ τοὺς λειτουργοὺς αὐτοῦ πυρὸς φλόγα. ὁ θεμελιῶν τὴν γῆν ἐπὶ τὴν ἀσφάλειαν αὐτῆς, οὐ κλιθήσεται εἰς τὸν αἰῶνα τοῦ αἰῶνος. ἄβυσσος ὡς ἱμάτιον τὸ περιβόλαιον αὐτοῦ, ἐπὶ τῶν ὀρέων στήσονται ὕδατα· ἀπὸ ἐπιτιμήσεώς σου φεύξονται, ἀπὸ φωνῆς βροντῆς σου δειλιάσουσιν. ἀναβαίνουσιν ὄρη καὶ καταβαίνουσι πεδία εἰς τὸν τόπον ὃν ἐθεμελίωσας αὐτά· ὅριον ἔθου, ὃ οὐ παρελεύσονται, οὐδὲ ἐπιστρέψουσι καλύψαι τὴν γῆν. ὁ ἐξαποστέλλων πηγὰς ἐν φάραγξιν, ἀνὰ μέσον τῶν ὀρέων διελεύσονται ὕδατα· ποτιοῦσι πάντα τὰ θηρία τοῦ ἀγροῦ, προσδέξονται ὄναγροι εἰς δίψαν αὐτῶν· ἐπ᾿ αὐτὰ τὰ πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ κατασκηνώσει, ἐκ μέσου τῶν πετρῶν δώσουσι φωνήν. ποτίζων ὄρη ἐκ τῶν ὑπερῴων αὐτοῦ, ἀπὸ καρποῦ τῶν ἔργων σου χορτασθήσεται ἡ γῆ. ὁ ἐξανατέλλων χόρτον τοῖς κτήνεσι καὶ χλόην τῇ δουλείᾳ τῶν ἀνθρώπων τοῦ ἐξαγαγεῖν ἄρτον ἐκ τῆς γῆς· καὶ οἶνος εὐφραίνει καρδίαν ἀνθρώπου τοῦ ἱλαρῦναι πρόσωπον ἐν ἐλαίῳ, καὶ ἄρτος καρδίαν ἀνθρώπου στηρίζει. χορτασθήσονται τὰ ξύλα τοῦ πεδίου, αἱ κέδροι τοῦ Λιβάνου, ἃς ἐφύτευσας. ἐκεῖ στρουθία ἐννοσσεύσουσι, τοῦ ἐρωδιοῦ ἡ οἰκία ἡγεῖται αὐτῶν. ὄρη τὰ ὑψηλὰ ταῖς ἐλάφοις, πέτρα καταφυγὴ τοῖς λαγωοῖς. ἐποίησε σελήνην εἰς καιρούς, ὁ ἥλιος ἔγνω τὴν δύσιν αὐτοῦ. ἔθου σκότος, καὶ ἐγένετο νύξ· ἐν αὐτῇ διελεύσονται πάντα τὰ θηρία τοῦ δρυμοῦ. σκύμνοι ὠρυόμενοι τοῦ ἁρπάσαι καὶ ζητῆσαι παρὰ τῷ Θεῷ βρῶσιν αὐτοῖς. ἀνέτειλεν ὁ ἥλιος, καὶ συνήχθησαν καὶ εἰς τὰς μάνδρας αὐτῶν κοιτασθήσονται. ἐξελεύσεται ἄνθρωπος ἐπὶ τὸ ἔργον αὐτοῦ καὶ ἐπὶ τὴν ἐργασίαν αὐτοῦ ἕως ἑσπέρας. ὡς ἐμεγαλύνθη τὰ ἔργα σου, Κύριε· πάντα ἐν σοφίᾳ ἐποίησας, ἐπληρώθη ἡ γῆ τῆς κτίσεώς σου. αὕτη ἡ θάλασσα ἡ μεγάλη καὶ εὐρύχωρος, ἐκεῖ ἑρπετά, ὧν οὐκ ἔστιν ἀριθμός, ζῷα μικρὰ μετὰ μεγάλων· ἐκεῖ πλοῖα διαπορεύονται, δράκων οὗτος, ὃν ἔπλασας ἐμπαίζειν αὐτῇ. πάντα πρὸς σὲ προσδοκῶσι, δοῦναι τὴν τροφὴν αὐτῶν εἰς εὔκαιρον. δόντος σου αὐτοῖς συλλέξουσιν,
Μόνο σε ναούς που πανηγυρίζουν Ψάλλονται τα ΑΝΟΙΞΑΝΤΑΡΙΑ
Ανοίξαντός σου την χείρα, τα σύμπαντα πλησθήσονται χρηστότητας, αποστρέψαντος δε σου το πρόσωπον ταραχθήσονται. (Δόξα Σοι ο Θεός Αλληλούια)
Αντανελείς το πνεύμα αυτών και εκλείψουσι, και εις τον χουν αυτών έπιστρέψουσιν (Δόξα Σοι ο Θεός Αλληλούια)
Εξαποστελείς το πνεύμα σου και κτισθήσονται, καί ανακαινιείς το πρόσωπον της γης (Δόξα Σοι Πάτερ, Δόξα Σοι Υιέ, Δόξα Σοι το Πνεύμα το Άγιον Δόξα Σοι ο Θεός Αλληλούια)
Ήτω η δόξα Κυρίου εις τους αιώνας· ευφρανθήσεται Κύριος επί τοις έργοις αυτού (Δόξα Σοι Άγιε, Δόξα Σοι Κύριε, Δόξα Σοι Βασιλεύ Ουράνιε, Δόξα Σοι ο Θεός Αλληλούια)
Ο επιβλέπων επί την γην και ποιών αυτήν τρέμειν, ο απτόμενος των ορέων και καπνίζονται (Δόξα Σοι Άγιε, Δόξα Σοι Κύριε, Δόξα Σοι Βασιλεύ Ουράνιε, Δόξα Σοι το Πνεύμα το Άγιον, Δόξα Σοι ο Θεός Αλληλούια )
Άσω τω Κυρίω εν τη ζωή μου, ψαλώ τω Θεώ μου έως υπάρχω (Δόξα Σοι Τρισυπόστατε Θεότης, Πάτερ, Υιέ και Πνεύμα, Σε προσκυνούμεν και δοξάζομεν, Δόξα Σοι ο Θεός Αλληλούια).
Ηδυνθείη αυτώ η διαλογή μου, εγώ δε ευφρανθήσομαι επί τω Κυρίω (Δόξα Σοι Πάτερ άναρχε, Δόξα Σοι Υιέ συνάναρχε, Δόξα Σοι το Πνεύμα το Άγιον, το ομοούσιον και ομόθρονον, Τριάς Αγία Δόξα Σοι, Δόξα Σοι ο Θεός Αλληλούια).
Εκλείποιεν αμαρτωλοί από της γης και άνομοι, ώστε μη υπάρχειν αυτούς (Δόξα Σοι Πάτερ, Δόξα Σοι Υιέ, Δόξα Σοι το Πνεύμα το Άγιον, Τριάς Αγία Δόξα Σοι, Δόξα Σοι ο Θεός Αλληλούια).
Ευλόγει, η ψυχή μου, τον Κύριον ο ήλιος έγνω την δύσιν αυτού, έθου σκότος και εγένετο νυξ (Δόξα Σοι Βασιλεύ επουράνιε, Δόξα Σοι Παντοκράτωρ συν Υιώ και Πνεύματι, Δόξα σοι ο Θεός Αλληλούια)
Ως εμεγαλύνθη τα έργα Σου Κύριε, πάντα εν σοφία εποίησας (Δόξα Σοι Πάτερ αγέννητε, Δόξα Σοι Υιέ γεννητέ, Δόξα Σοι το Πνεύμα το Άγιον, το εκ του Πατρός εκπορευόμενον και εν Υιώ αναπαυόμενον, Τριάς Αγία Δόξα Σοι, Δόξα Σοι ο Θεός Αλληλούια )
Δόξα Πατρί και Υιώ και Αγίω Πνεύματι. Kαι νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων αμήν
Αλληλούια, Αλληλούια, Αλληλούια, Δόξα Σοι ο Θεός αλληλούια (δις)
Αλληλούια, Αλληλούια, Αλληλούια, Δόξα Σοι ο Θεός ημών ΔΟΞΑ ΣΟΙ.
Ο Διάκονος: Ἐν εἰρήνῃ τοῦ Κυρίου δεηθῶμεν… κτλ. Ο ιερέας την εκφώνηση: Ὅτι πρέπει σοι, πᾶσα δόξα… Έπειτα ψάλλουμε σε ήχο α΄ :
Κύριε ἐκέκραξα πρὸς σέ, εἰσάκουσόν μου, εἰσάκουσόν μου, Κύριε. Κύριε, ἐκέκραξα πρὸς σέ, εἰσάκουσόν μου πρόσχες τῇ φωνῇ τῆς δεήσεώς μου, ἐν τῷ κεκραγέναι με πρὸς σὲ εἰσάκουσόν μου, Κύριε. (ακριβώς από κάτω στο εξής η μετάφραση)
Κύριε, φώναξα δυνατά προς Εσένα, άκουσέ με καλά, άκουσέ με Κύριε. Κύριε, φώναξα δυνατά προς Εσένα, άκουσέ με. Πρόσεξε στη φωνή της δέησής μου, την ώρα που κραυγάζω προς Εσένα, άκουσέ με Κύριε.
Κατευθυνθήτω ἡ προσευχή μου, ὡς θυμίαμα ἐνώπιόν σου, ἔπαρσις τῶν χειρῶν μου θυσία ἑσπερινὴ εἰσάκουσόν μου, Κύριε.
Ας κατευθυνθεί η προσευχή μου μπροστά Σου σαν θυμίαμα. Η ανύψωση των χεριών μου (ας γίνει δεκτή) σαν εσπερινή θυσία. Άκουσέ με, Κύριε.
Στίχ. Ἐὰν ἀνομίας παρατηρήσῃς, Κύριε, Κύριε τίς ὑποστήσεται; ὅτι παρὰ σοὶ ὁ ἱλασμός ἐστιν.
Κύριε, Κύριε, εάν εξετάσεις αμαρτίες, ποιος μπορεί να σταθεί; (παίρνω όμως το θάρρος) γιατί σε σένα υπάρχει η συγχώρεση.
Ἦχος α' Αὐτόμελον
Ὢ τοῦ παραδόξου θαύματος! ἡ πηγὴ τῆς ζωῆς, ἐν μνημείῳ τίθεται, καὶ κλῖμαξ πρὸς οὐρανόν, ὁ τάφος γίνεται. Εὐφραίνου Γεθσημανῆ, τῆς Θεοτόκου τὸ ἅγιον τέμενος. Βοήσωμεν οἱ πιστοί, τὸν Γαβριὴλ κεκτημένοι ταξίαρχον, Κεχαριτωμένη χαῖρε, μετὰ σοῦ ὁ Κύριος, ὁ παρέχων τῷ κόσμῳ διὰ σοῦ τὸ μέγα ἔλεος.
Τι παράδοξο θαύμα! Η πηγή της ζωής, τοποθετείται σε μνήμα και ο τάφος γίνεται σκάλα προς τον ουρανό. Να χαίρεσαι Γεθσημανή, εσύ που είσαι της Θεοτόκου ο άγιος ναός. Ας φωνάξουμε οι πιστοί, έχοντας τον Γαβριήλ για αρχηγό μας, Εσύ που είσαι γεμάτη με χάρες χαίρε, είναι μαζί σου ο Κύριος, ο οποίος παρέχει στον κόσμο μέσα από σένα το μέγα έλεος.
Στίχ. Ἕνεκεν τοῦ ὀνόματός σου ὑπέμεινά σε, Κύριε, ὑπέμεινεν ἡ ψυχή μου εἰς τὸν λόγον σου, ἤλπισεν ἡ ψυχή μου ἐπὶ τὸν Κύριον.
Για το όνομά σου, σε περιμένω, Κύριε. Περιμένει η ψυχή μου την υπόσχεσή σου. Στήριξε η ψυχή μου την ελπίδα στον Κύριο.
Το ίδιο…
Στίχ. Ἀπὸ φυλακῆς πρωΐας μέχρι νυκτός, ἀπὸ φυλακῆς πρωΐας ἐλπισάτω Ἰσραὴλ ἐπὶ τὸν Κύριον.
Από τα χαράματα μέχρι το βράδυ, από τα χαράματα, ας ελπίζει στον Κύριο ο Ισραηλιτικός λαός
Βαβαὶ τῶν σῶν μυστηρίων ἁγνή! τοῦ Ὑψίστου θρόνος, ἀνεδείχθης Δέσποινα, καὶ γῆθεν πρὸς οὐρανόν, μετέστης σήμερον. Ἡ δόξα σου εὐπρεπής, θεοφεγγέσιν ἐκλάμπουσα χάριτι, Παρθένοι σὺν τῇ Μητρὶ τοῦ Βασιλέως πρὸς ὕψος ἐπάρθητε. Κεχαριτωμένη χαῖρε, μετὰ σοῦ ὁ Κύριος, ὁ παρέχων τῷ κόσμῳ, διὰ σοῦ τὸ μέγα ἔλεος.
Ω, τι μυστήρια συμβαίνουν σε σένα αγνή! Του Υψίστου θρόνος αναδείχτηκες Δέσποινα και από τη γη προς τον ουρανό μεταφέρθηκες σήμερα. Η δόξα σου είναι πανέμορφη, αφού λάμπει με χάρες που έχουν θεία λάμψη· Παρθένες μαζί με τη Μητέρα του Βασιλιά, ανυψωθείτε ψηλά. Εσύ που είσαι γεμάτη με χάρες χαίρε, είναι μαζί σου ο Κύριος, ο οποίος παρέχει στον κόσμο μέσα από σένα το μέγα έλεος.
Στίχ. Ὅτι παρὰ τῷ Κυρίῳ τὸ ἔλεος, καὶ πολλὴ παρ' αὐτῷ, λύτρωσις καὶ αὐτὸς λυτρώσεται τὸν Ἰσραὴλ ἐκ πασῶν τῶν ἀνομιῶν αὐτοῦ.
Διότι στον Κύριο υπάρχει το έλεος και πολλή σε αυτόν λύτρωση· και αυτός θα λυτρώσει τον Ισραήλ από όλες τις ανομίες του.
Το ίδιο….
Στίχ. Αἰνεῖτε τὸν Κύριον πάντα τὰ ἔθνη, ἐπαινέσατε αὐτόν, πάντες οἱ λαοί.
Δοξολογείτε τον Κύριο όλα τα έθνη, επαινέστε Τον όλοι οι λαοί.
Τὴν σὴν δοξάζουσι Κοίμησιν, Ἐξουσίαι θρόνοι, Ἀρχαὶ Κυριότητες, Δυνάμεις καὶ Χερουβίμ, καὶ τὰ φρικτὰ Σεραφίμ. Ἀγάλλονται γηγενεῖς ἐπὶ τῇ θείᾳ σου δόξῃ κοσμούμενοι. Προσπίπτουσι βασιλεῖς, σὺν Ἀρχαγγέλοις Ἀγγέλοις καὶ μέλπουσι· Κεχαριτωμένη χαῖρε, μετὰ σοῦ ὁ Κύριος, ὁ παρέχων τῷ κόσμῳ, διὰ σοῦ τὸ μέγα ἔλεος.
Την Κοίμησή σου την δοξάζουν οι Εξουσίες, οι θρόνοι, οι Αρχές, οι Κυριότητες, οι Δυνάμεις και τα Χερουβίμ και τα φρικτά Σεραφίμ. Χαίρονται οι άνθρωποι στη γη, επειδή τιμώνται με τη θεία σου δόξα. Πέφτουν στα πόδια σου προσκυνώντας βασιλιάδες, μαζί με Αρχαγγέλους, Αγγέλους και ψέλνουν· Εσύ που είσαι γεμάτη με χάρες χαίρε, είναι μαζί σου ο Κύριος, ο οποίος παρέχει στον κόσμο μέσα από σένα το μέγα έλεος.
Στίχ. Ὅτι ἐκραταιώθη τὸ ἔλεος αὐτοῦ ἐφ' ἡμᾶς, καὶ ἡ ἀλήθεια τοῦ Κυρίου μένει εἰς τὸν αἰῶνα.
Διότι δείχτηκε δυνατό το έλεός του σε εμάς και η αλήθεια του Κυρίου μένει αιώνια
Το ίδιο
Δόξα... Καὶ νῦν... (σε οχτώ ήχους) Ἦχος α'
Θεαρχίῳ νεύματι, πάντοθεν οἱ θεοφόροι Ἀπόστολοι, ὑπὸ νεφῶν μεταρσίως αἰρόμενοι.
Με θεϊκό νεύμα, από όλα τα μέρη οι θεοφόροι Απόστολοι, σηκώθηκαν από τα σύννεφα στον αέρα.
Ἦχος πλ. α'
Καταλαβόντες τὸ πανάχραντον, καὶ ζωαρχικόν σου σκῆνος, ἐξόχως ἠσπάζοντο.
Και όταν έφτασαν στο σώμα σου που είναι πάναγνο και αρχή της ζωής (του Χριστού), με τρόπο έξοχο το φιλούσαν.
Ἦχος β'
Αἱ δὲ ὑπέρτατοι τῶν οὐρανῶν Δυνάμεις, σὺν τῷ οἰκείῳ Δεσπότῃ παραγενόμεναι.
Οι ανώτατες επίσης Δυνάμεις των ουρανών, φτάνοντας μαζί με τον δικό τους Δεσπότη,
Ἦχος πλ. β'
Τὸ θεοδόχον καὶ ἀκραιφνέστατον σῶμα προπέμπουσι, τῷ δέει κρατούμεναι, ὑπερκοσμίως δὲ προῴχοντο, καὶ ἀοράτως ἐβόων, ταῖς ἀνωτέραις ταξιαρχίαις· ἰδοὺ ἡ παντάνασσα θεόπαις παραγέγονεν.
Το σώμα που δέχτηκε το Θεό και είναι πεντακάθαρο, το συνοδεύουν στον τάφο, κρατώντας το με δέος, και με τρόπο υπερκόσμιο προηγούνταν και αόρατα φώναζαν στις ανώτερες αγγελικές ταξιαρχίες· να, η παντοβασίλισσα κόρη του Θεού έφτασε.
Ἦχος γ'
Ἄρατε πύλας, καὶ ταύτην ὑπερκοσμίως ὑποδέξασθε, τὴν τοῦ ἀενάου φωτὸς Μητέρα.
Ανοίξτε τις πύλες και υποδεχτείτε αυτήν με τρόπο υπερκόσμιο, αυτήν που είναι του αιωνίου φωτός η Μητέρα.
Ἦχος βαρὺς
Διὰ ταύτης γὰρ ἡ παγγενὴς τῶν βροτῶν σωτηρία γέγονεν, ᾗ ἀτενίζειν οὐκ ἰσχύομεν, καὶ ταύτῃ ἄξιον γέρας ἀπονέμειν ἀδύνατον.
Διότι μέσω αυτής πραγματοποιήθηκε η σωτηρία των ανθρώπων κάθε γένους, την οποία δεν μπορούμε να ατενίζουμε και το να αποδίδουμε σε αυτήν άξια τιμή, είναι αδύνατον.
Ἦχος δ'
Ταύτης γὰρ τὸ ὑπερβάλλον, ὑπερέχει πᾶσαν ἔννοιαν.
Διότι η υπεροχή αυτής, ξεπερνά κάθε σκέψη.
Ἦχος πλ. δ'
Διὸ ἄχραντε Θεοτόκε, ἀεὶ σὺν ζωηφόρῳ Βασιλεῖ, καὶ τόκῳ ζῶσα, πρέσβευε διηνεκῶς, περιφρουρῆσαι καὶ σῶσαι, ἀπὸ πάσης προσβολῆς ἐναντίας τὴν νεολαίαν σου· τὴν γὰρ σὴν προστασίαν κεκτήμεθα.
Για αυτό αμόλυντη Θεοτόκε, επειδή ζεις πάντοτε μαζί με τον Βασιλιά που φέρνει ζωή και τον οποίο γέννησες, πρέσβευε συνεχώς, να περιφρουρήσει και να σώσει από κάθε επίθεση εχθρική την νεολαία σου· διότι τη δική σου προστασία κατέχουμε.
Ἦχος α'
Εἰς τοὺς αἰῶνας, ἀγλαοφανῶς μακαρίζοντες.
Σε μακαρίζουμε σε όλους τους αιώνες με τρόπο λαμπρό.
Εἴσοδος, Σοφία Ὀρθοί ! (Ο Χριστός) είναι Σοφία. (Σηκωθείτε) όρθιοι.
Φῶς ἱλαρὸν ἁγίας δόξης, ἀθανάτου Πατρός, οὐρανίου, ἁγίου, μάκαρος, Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλθόντες ἐπὶ τὴν ἡλίου δύσιν, ἰδόντες φῶς ἑσπερινόν, ὑμνοῦμεν Πατέρα, Υἱόν, καὶ ἅγιον Πνεῦμα Θεόν. Ἄξιόν σε ἐν πᾶσι καιροῖς, ὑμνεῖσθαι φωναῖς αἰσίαις, Υἱὲ Θεοῦ, ζωὴν ὁ διδούς, Διὸ ὁ κόσμος σὲ δοξάζει.
Ιησού Χριστέ το γλυκό φως της αγίας δόξας του αθάνατου Πατέρα, του ουρανίου, του αγίου, του μακαριστού, αφού ήλθαμε με τη δύση του ηλίου και είδαμε το φως του δειλινού, υμνούμε τον Πατέρα, τον Υιό και το Άγιο Πνεύμα, τον (τριαδικό) Θεό. Σου αξίζει σε κάθε καιρό να υμνείσαι με χαρούμενες φωνές Υιέ του Θεού. Γι’ αυτό ο κόσμος σε δοξάζει.
Ο διάκονος: Εσπέρας προκείμενον: ψάλλεται το προκείμενον της ημέρας και μετά τα εξής Αναγνώσματα
Γενέσεως τὸ Ἀνάγνωσμα (Κεφ. 28, 10-17)
Ἐξῆλθεν Ἰακὼβ ἀπὸ τοῦ φρέατος τοῦ ὅρκου καὶ ἐπορεύθη εἰς Χαρράν, καὶ ἀπήντησε τόπω, καὶ ἐκοιμήθη ἐκεῖ· ἔδυ γὰρ ὁ ἥλιος, καὶ ἔλαβεν ἀπὸ τῶν λίθων τοῦ τόπου, καὶ ἔθηκε πρὸς κεφαλῆς αὐτοῦ, καὶ ἐκοιμήθη ἐν τῷ τόπῳ ἐκείνῳ, καὶ ἐνυπνιάσθη. Καὶ ἰδοὺ κλῖμαξ ἐστηριγμένη ἐν τῇ γῇ, ἧς ἡ κεφαλὴ ἀφικνεῖτο εἰς τὸν οὐρανόν, καὶ οἱ Ἄγγελοι τοῦ Θεοῦ ἀνέβαινον καὶ κατέβαινον ἐπ' αὐτῆς. Ὁ δὲ Κύριος ἐπεστήρικτο ἐπ' αὐτῆς, καὶ εἶπεν· Ἐγὼ εἰμι ὁ Θεὸς Ἀβραὰμ τοῦ πατρός σου, καὶ ὁ Θεὸς Ἰσαάκ, μὴ φοβοῦ. Ἡ γῆ, ἐφ' ἧς σὺ καθεύδεις ἐπ' αὐτῆς, σοὶ δώσω αὐτήν, καὶ τῷ σπέρματί σου.
Καὶ ἔσται τὸ σπέρμα σου ὡσεὶ ἄμμος τῆς γῆς καὶ πλατυνθήσεται ἐπὶ Θάλασσαν, καὶ Λίβα, καὶ Βορρᾶν, καὶ ἐπὶ ἀνατολάς, καὶ ἐνευλογηθήσονται ἐν σοὶ πᾶσαι αἱ φυλαὶ τῆς γῆς, καὶ ἐν τῷ σπέρματί σου.
Καὶ ἰδοὺ ἐγὼ εἰμι μετὰ σοῦ, διαφυλάσσων σὲ ἐν τῇ ὁδῷ πάσῃ, οὗ ἐὰν πορευθῇς, καὶ ἐπιστρέψω σε εἰς τὴν γῆν ταύτην, ὅτι οὐ μὴ σε ἐγκαταλίπω, ἕως τοῦ ποιῆσαι με πάντα ὅσα ἐλάλησά σοι. Καὶ ἐξηγέρθη Ἰακὼβ ἐκ τοῦ ὕπνου αὐτοῦ καὶ εἶπεν· Ὅτι ἐστὶ Κύριος ἐν τῷ τόπῳ τούτῳ, ἐγὼ δὲ οὐκ ᾔδειν. Καὶ ἐφοβήθη, καὶ εἶπεν· Ὡς φοβερὸς ὁ τόπος οὗτος! Οὐκ ἔστι τοῦτο, ἀλλ' ἢ οἶκος Θεοῦ, καὶ αὕτη ἡ πύλη τοῦ οὐρανοῦ.
Μετάφρ. Ο Ιακώβ εν τω μεταξύ ανεχώρησεν από το Φρέαρ του Ορκου, δια να μεταβή εις την Χαρράν της Μεσοποταμίας. Εφθασεν εις κάποιον τόπον, εις την Βαιθήλ, και εκοιμήθη εκεί, διότι είχε δύσει ο ήλιος. Επήρε από τους λίθους του τόπου, έβαλεν αυτούς ως προσκεφάλαιον κάτω από την κεφαλήν του και εκοιμήθη στον τόπον εκείνον. Εκεί είδεν ένα όνειρον. Είδε μίαν κλίμακα, της οποίας η βάσις ήτο στερεωμένη εις την γην, η δε κορυφή της έφθανεν στον ουρανόν· άγγελοι δε του Θεού ανέβαινον και κατέβαινον δι' αυτής.
Ο Θεός είχε στηριχθή στο άνω μέρος της κλίμακος αυτής, και είπεν· “εγώ είμαι ο Θεός Αβραάμ, του πατρός σου, και ο Θεός του Ισαάκ. Μη φοβήσαι, διότι αυτήν την γην, επί της οποίας συ τώρα κοιμάσαι, θα δώσω εις σε και στους απογόνους σου.
Οι δε απόγονοί σου θα πληθυνθούν και θα αυξηθούν εις αριθμόν μέγαν ωσάν την άμμον της θαλάσσης, και θα επεκταθούν προς Δυσμάς, προς Νοτον, προς Βορράν και προς Ανατολάς. Ολοι δε οι λαοί της γης, θα ευλογηθούν δια μέσου ενός από τους απογόνους σου (δια του Χριστού).
Και ιδού εγώ είμαι και θα είμαι μαζή σου, θα σε προφυλάσσω και θα σε καθοδηγώ στον κάθε δρόμον σου, οπουδήποτε και αν μεταβής, και θα σε επαναφέρω εις την γην αυτήν. Δεν θα σε εγκαταλείψω και θα πραγματοποιήσω όλα, όσα σου υπεσχέθην”. Εξύπνησεν ο Ιακώβ από τον ύπνον του και γεμάτος ιερόν δέος είπεν· “ο Κυριος υπάρχει στον τόπον αυτόν και εγώ δεν το εγνώριζα”. Εφοβήθη και είπε• “πόσον φοβερός είναι ο τόπος αυτός! Αυτός βεβαίως είναι οίκος Θεού και αυτή είναι η πύλη του ουρανού!
Προφητείας, Ἰεζεκιὴλ τὸ Ἀνάγνωσμα (Κεφ. 43, 27 & 44, 1-4)
Ἔσται ἀπὸ τῆς ἡμέρας τῆς ὀγδόης καὶ ἐπέκεινα, ποιήσουσιν οἱ ἱερεῖς ἐπὶ τὸ θυσιαστήριον τὰ ὁλοκαυτώματα ὑμῶν, καὶ τὰ τοῦ σωτηρίου ὑμῶν, καὶ προσδέξομαι ὑμᾶς, λέγει Κύριος (μδ' 1). Καὶ ἐπέστρεψέ με κατὰ τὴν ὁδὸν τῆς πύλης τῶν Ἁγίων τῆς ἐξωτέρας τῆς βλεπούσης κατὰ ἀνατολάς, καὶ αὕτη ἦν κεκλεισμένη.
Καὶ εἶπε Κύριος πρὸς με· Ἡ πύλη αὕτη κεκλεισμένη ἔσται, οὐκ ἀνοιχθήσεται, καὶ οὐδεὶς οὐ μὴ διέλθῃ δι' αὐτῆς, ὅτι Κύριος ὁ Θεός, Ἰσραὴλ εἰσελεύσεται δι' αὐτῆς, καὶ ἔσται κεκλεισμένη. Διότι ὁ Ἡγούμενος οὗτος κάθηται ἐπ' αὐτὴν τοῦ φαγεῖν ἄρτον ἐνώπιον Κυρίου, κατὰ τὴν ὁδὸν τοῦ Αἰλὰμ τῆς πύλης εἰσελεύσεται, καὶ κατὰ τὴν ὁδὸν αὐτοῦ ἐξελεύσεται. Καὶ εἰσήγαγέ με κατὰ τὴν ὁδὸν τῆς πύλης τῶν Ἁγίων τῆς πρὸς Βορρᾶν, κατέναντι τοῦ οἴκου, καὶ εἶδον καὶ ἰδοὺ πλήρης δόξης ὁ οἶκος Κυρίου.
Μετάφρ. Από την ογδόην δε ημέραν και έπειτα οι ιερείς θα προσφέρουν κανονικώς πλέον επάνω στο θυσιαστήριον αυτό τα ολοκαυτώματά σας και τας θυσίας του σωτηρίου σας. Τοτε θα σας δεχθώ” λέγει ο Κυριος. Επειτα με έφερε πάλιν εις την οδόν της πύλης, που οδηγεί στους ιερούς χώρους του ναού, εις αυτήν, που βλέπει προς την εξωτερικήν ανατολικήν πύλην. Αυτή ήτο κλειστή.
Ο Κυριος μου είπε· “αυτή η πύλη θα είναι κλειστή, δεν θα ανοιχθή και κανείς δεν θα περάση δια μέσου αυτής, διότι ο Κυριος ο Θεός του Ισραήλ θα εισελθη δι' αυτής και θα μείνη και πάλιν κλεισμένη. Διότι ο Αρχων αυτός θα καθίση εις αυτήν και θα φάγη τον άρτον ενώπιον του Κυρίου. Θα εισελθη από την είσοδον της στοάς της πύλης αυτής και δια της αυτής πάλιν οδού θα εξέλθη”.
Από εκεί με έφερε προς την οδόν, που οδηγεί προς την βορείαν πύλην απέναντι του ναού, και είδον· και ιδού, ο οίκος του Κυρίου ήτο πλήρης από το μεγαλείον της δόξης του.
Παροιμιῶν τὸ Ἀνάγνωσμα (Κεφ. 9, 1-11)
Ἡ Σοφία ᾠκοδόμησεν ἑαυτῇ οἶκον καὶ ὑπήρεισε στύλους ἑπτά. Ἔσφαξε τὰ ἑαυτῆς θύματα, καὶ ἐκέρασεν εἰς κρατῆρα τὸν ἑαυτῆς οἶνον, καὶ ἡτοιμάσατο τὴν ἑαυτῆς τράπεζαν. Ἀπέστειλε τοὺς ἑαυτῆς δούλους, συγκαλοῦσα μετὰ ὑψηλοῦ κηρύγματος, ὡς ἐπὶ κρατῆρα, λέγουσα· Ὃς ἐστιν ἄφρων, ἐκκλινάτω πρὸς με, καὶ τοῖς ἐνδεέσι φρενῶν εἶπεν·
Ἔλθετε φάγετε τὸν ἐμὸν ἄρτον, καὶ πίετε οἶνον, ὃν κεκέρακα ὑμῖν, ἀπολίπετε ἀφροσύνην, καὶ ζήσεσθε, καὶ ζητήσατε φρόνησιν, ἵνα βιώσητε, καὶ κατορθώσητε σύνεσιν ἐν γνώσει, ὁ παιδεύων κακούς, λήψεται ἑαυτῷ ἀτιμίαν, ἐλέγχων δὲ τὸν ἀσεβῆ, μωμήσεται ἑαυτόν, (οἱ γὰρ ἔλεγχοι τῷ ἀσεβεῖ, μώλωπες αὐτῷ).
Μὴ ἔλεγχε κακούς, ἵνα μὴ μισήσωσί σε, ἔλεγχε σοφὸν καὶ ἀγαπήσει σε. Δίδου σοφῷ ἀφορμήν, καὶ σοφώτερος ἔσται, γνώριζε δικαίῳ, καὶ προσθήσει τοῦ δέχεσθαι.
Ἀρχὴ σοφίας, φόβος Κυρίου, καὶ βουλὴ Ἁγίων, σύνεσις· (τὸ γὰρ γνῶναι Νόμον, διανοίας ἐστὶν ἀγαθῆς) · τούτῳ γὰρ τῷ τρόπῳ πολὺν ζήσεις χρόνον, καὶ προστεθήσεταί σοι ἔτη ζωῆς.
Μετάφρ. Η σοφία οικοδόμησε δια τον εαυτόν της οίκον, τον οποίον εστήριξεν εις επτά, εις πολλούς στερεούς και ακλόνητους στύλους. Δια την πλουσίαν τράπεζαν, την οποίαν θα παρέθετε στους συνδαιτυμόνας της, έσφαξε τα σφάγιά της και εγέμισε μεγάλον οινοδοχείον με τον οίνον της και ητοίμασε την πλουσίαν τράπεζάν της. Και αφού τα πάντα ητοιμάσθησαν, έστειλε τους υπηρέτας της, προσκαλούσα με μεγαλειώδες έντονον κήρυγμα να προσέλθουν, όσοι ήθελαν, να πίουν από τον έκλεκτον οίνον του οινοδοχείου της. Και έλεγεν· “εκείνος, που δεν έχει αποκτήσει σοφίαν και σύνεσιν, ας έλθη προς εμέ”. Και εις εκείνους, οι οποίοι είναι πτωχοί από απόψεως νοητικών ικανοτήτων, είπεν·
“ελάτε να φάγετε από τους άρτους μου και να πίετε από το κρασί, το οποίον εγώ σας έχω κεράσει, Αφήσατε την ανοησίαν και απερισκεψίαν, εις την οποίαν σας προσκαλεί η αμαρτία, και ελάτε μαζή μου, δια να βασιλεύσετε με εμέ αιωνίως. Ζητήσατε και επιδιώξατε την φρόνησιν, που εγώ παρέχω, και αγωνισθήτε, δια να επιτύχετε να γίνετε εν γνώσει συνετοί. Εκείνος που θα θελήση να παιδαγωγήση τους αμετανοήτως κακούς, θα εξευτελισθή και θα υβρισθή από αυτούς. Εκείνος που θέλει να υποδείξη τα σφάλματα και να ελέγξη τον κακόν, θα επισύρη συκοφαντίας και αδίκους κατηγορίας εναντίον του.
Μη ελέγχης, λοιπόν, τους κακούς, δια να μη σε μισήσουν. Ελεγχε και υπόδειξε το ορθόν στον συνετόν και μυαλωμένον, και αυτός θα σε αγαπήση. Με τας υποδείξεις σου δίδε στον σοφόν αφορμήν διορθώσεώς του και βελτιώσεως, και θα γίνη σοφώτερος και συνετώτερος. Καμε γνωστάς στον δίκαιον τας ατελείας του και αυτός ευγνωμόνως θα δέχεται ακόμη προθυμότερον τας συμβουλάς σου.
Αρχή και θεμέλιον της αληθινής σοφίας είναι η ευλάβεια και ο φόβος του Κυρίου. Ποθος δε και θέλησις των αγίων είναι η κατά Θεόν σύνεσις. Η δε κατανόησις του θείου νόμου είναι δείγμα καλοπροαίρετου και φωτισμένης διανοίας. Με αυτόν τον τρόπον, με την ευλάβειαν και υπακοήν σου προς τον Θεόν, θα ζήσης πολύν χρόνον και θα προστεθούν εις σε εκ μέρους του Θεού πολλά χρόνια ζωής.
Ο Διάκονος: Ἐλέησον ἡμᾶς ὁ Θεὸς κατὰ τὸ μέγα ἒλεός Σου… κτλ
Ο ιερέας: Ὅτι ἐλεήμων καὶ φιλάνθρωπος Θεὸς ὑπάρχεις…
Ο Αναγνώστης:
Καταξίωσον, Κύριε, ἐν τῇ ἑσπέρᾳ ταύτῃ, ἀναμαρτήτους φυλαχθῆναι ἡμᾶς. Εὐλογητὸς εἶ, Κύριε, ὁ Θεὸς τῶν Πατέρων ἡμῶν, καὶ αἰνετὸν καὶ δεδοξασμένον τὸ ὄνομά σου εἰς τοὺς αἰῶνας. Ἀμήν. Γένοιτο, Κύριε, τὸ ἔλεός σου ἐφ' ἡμᾶς, καθάπερ ἠλπίσαμεν ἐπὶ σέ. Εὐλογητὸς εἶ, Κύριε. δίδαξόν με τὰ δικαιώματά σου. Εὐλογητὸς εἶ, Δέσποτα, συνέτισον μὲ τὰ δικαιώματά σου. Εὐλογητὸς εἶ, Ἅγιε, φώτισόν με τοῖς δικαιώμασί σου. Κύριε, τὸ ἔλεός σου εἰς τὸν αἰῶνα, τὰ ἔργα τῶν χειρῶν σου μὴ παρίδῃς. Σοὶ πρέπει αἶνος, σοὶ πρέπει ὕμνος, σοὶ δόξα πρέπει, τῷ Πατρὶ καὶ τῷ Υἱῷ καὶ τῷ Ἁγίῳ Πνεύματι, νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας των αἰώνων. Ἀμήν.
Ο Διάκονος: Πληρώσωμεν τὴν ἑσπερινὴν δέησιν ἡμῶν… κτλ.
Ο Ιερέας: Ὅτι ἀγαθὸς καὶ φιλάνθρωπος… Εἰρήνη πᾶσι. Διαβάζει την ευχή και η εκφώνηση: Εἴη τὸ κράτος τῆς βασιλείας σου εὐλογημένον…
[[[[ Έπειτα η περιφορά της Εικόνας (σε ναούς που πανηγυρίζουν) κατά την οποία ψάλλεται το εξής τροπάριο
Ἦχος β' Ἀνατολίου
Ἡ τῶν οὐρανῶν ὑψηλοτέρα ὑπάρχουσα, καὶ τῶν Χερουβὶμ ἐνδοξοτέρα, καὶ πάσης κτίσεως τιμιωτέρα, ἡ δι' ὑπερβάλλουσαν καθαρότητα, τῆς ἀϊδίου οὐσίας δοχεῖον γεγενημένη, ἐν ταῖς τοῦ Υἱοῦ χερσί, σήμερον τὴν παναγίαν παρατίθεται ψυχήν, καὶ σὺν αὐτῇ πληροῦται τὰ σύμπαντα χαρᾶς, καὶ ἡμῖν δωρεῖται τὸ μέγα ἔλεος.
Αυτή που είναι ψηλότερη από τους ουρανούς και πιο ένδοξη από τα Χερουβίμ και πιο τίμια από όλη την κτίση, αυτή που λόγω της υπερβολικής καθαρότητας έγινε δοχείο της αιώνιας ουσίας (του Θεού), στα χέρια του Υιού, σήμερα παραδίδει την πανάγια ψυχή της και μαζί με αυτήν γεμίζουν τα σύμπαντα με χαρά, και σε μας δίνεται ως δώρο το μέγα έλεος.
Ακολουθεί η ακολουθία της ΑΡΤΟΚΛΑΣΙΑΣ, αν υπάρχει, και έπειτα… ][[[
Εἰς τὸν Στίχον Ἰδιομελα Ἦχος δ'
Δεῦτε ἀνυμνήσωμεν λαοί, τὴν Παναγίαν Παρθένον ἁγνήν, ἐξ ἧς ἀρρήτως προῆλθε, σαρκωθεὶς ὁ Λόγος τοῦ Πατρός, κράζοντες καὶ λέγοντες· Εὐλογημένη σὺ ἐν γυναιξί, Μακαρία ἡ γαστήρ, ἡ χωρήσασα Χριστόν. Αὐτοῦ ταῖς ἁγίαις χερσί, τὴν ψυχὴν παραθεμένη, πρέσβευε ἄχραντε, σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.
Ελάτε να ανυμνήσουμε λαοί, την αγνή Παναγία Παρθένο, από την οποία ανέκφραστα προήλθε, παίρνοντας σάρκα, ο Λόγος του Πατέρα και να φωνάξουμε και να πούμε· Είσαι ευλογημένη εσύ ανάμεσα στις γυναίκες, είναι ευτυχής η κοιλιά που χώρεσε τον Χριστό. Σε Αυτού τα άγια χέρια παραδίδοντας την ψυχή σου, πρέσβευε αμόλυντε, να σωθούν οι ψυχές μας.
Στίχ. Ἀνάστηθι Κύριε εἰς τὴν ἀνάπαυσίν σου.
Σήκω, Κύριε, να πας στον τόπο της ανάπαυσής σου, εσύ και η κιβωτός, την οποία αγιάζει η παρουσία σου (Ψαλμ. 131,8)
Τὴν πάνσεπτόν σου Κοίμησιν, Παναγία Παρθένε ἁγνή, τῶν Ἀγγέλων τὰ πλήθη ἐν οὐρανῷ, καὶ ἀνθρώπων τὸ γένος ἐπὶ τῆς γῆς μακαρίζομεν, ὅτι Μήτηρ γέγονας τοῦ ποιητοῦ τῶν ἁπάντων Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ. Αὐτὸν ἱκετεύουσα, ὑπὲρ ἡμῶν μὴ παύσῃ δεόμεθα, τῶν εἰς σὲ μετὰ Θεόν, τὰς ἐλπίδας θεμένων, Θεοτόκε πανύμνητε, καὶ ἀπειρόγαμε.
Την πανίερη Κοίμησή σου, αγνή Παναγία Παρθένε, την μακαρίζουμε των αγγέλων τα πλήθη στον ουρανό και το γένος των ανθρώπων πάνω στη γη, διότι έγινες Μητέρα του δημιουργού των όλων, του Χριστού του Θεού μας. Σε παρακαλούμε, να μην σταματήσεις να ικετεύεις Αυτόν για χάρη μας, για εμάς που σε σένα μετά το Θεό αποθέσαμε τις ελπίδες, Θεοτόκε που αξίζεις άπειρους ύμνους και δεν έλαβες πείρα γάμου.
Στίχ. Ὤμοσε Κύριος τῷ Δαυῒδ ἀλήθειαν, καὶ οὐ μὴ ἀθετήσει αὐτήν.
Έδωσε ένορκη και αληθινή υπόσχεση ο Κύριος στον Δαβίδ και δεν θα παραβεί αυτήν (Ψαλμ. 131,11)
Δαυϊτικὴν ᾠδὴν σήμερον λαοί, ᾄσωμεν Χριστῷ τῷ Θεῷ. Ἀπενεχθήσονται φησί, τῷ Βασιλεῖ παρθένοι ὀπίσω αὐτῆς, ἀπενεχθήσονται ἐν εὐφροσύνῃ καὶ ἀγαλλιάσει. Ἡ γάρ ἐκ σπέρματος Δαυΐδ, δι' ἧς ἡμεῖς ἐθεώθημεν, ἐν ταῖς χερσὶ τοῦ ἑαυτῆς Υἱοῦ καὶ Δεσπότου, ἐνδόξως καὶ ὑπὲρ λόγον μετατίθεται, ἣν ὡς Μητέρα Θεοῦ ἀνυμνοῦντες βοῶμεν καὶ λέγομεν· Σῶσον ἡμᾶς, τοὺς ὁμολογοῦντας σε Θεοτόκε, ἀπὸ πάσης περιστάσεως, καὶ λύτρωσαι κινδύνων τὰς ψυχὰς ἡμῶν.
Του Δαβίδ τον ύμνο σήμερα λαοί, ας ψάλλουμε στο Χριστό, τον Θεό μας. Διότι λέει, «θα οδηγηθούν στο βασιλιά παρθένες ακολουθώντας πίσω από αυτήν, θα οδηγηθούν με ευφροσύνη και αγαλλίαση (Ψαλμ. 44,15)». Διότι αυτή που κατάγεται από το σπέρμα του Δαβίδ, μέσω της οποίας εμείς θεωθήκαμε, στα χέρια του δικού της Υιού και Δεσπότη μεταφέρεται με τρόπο ένδοξο και που ξεπερνά τη λογική· αυτήν, ως Μητέρα του Θεού ανυμνώντας, φωνάζουμε και λέμε· Σώσε εμάς που σε ομολογούμε, Θεοτόκε, από κάθε περίσταση και λύτρωσε από κινδύνους τις ψυχές μας
Δόξα... Καὶ νῦν... Ἦχος δ'
Ὅτε ἐξεδήμησας Θεοτόκε Παρθένε, πρὸς τὸν ἐκ σοῦ τεχθέντα ἀφράστως, παρῆν Ἰάκωβος ὁ Ἀδελφόθεος, καὶ πρῶτος, Ἱεράρχης, Πέτρος τε ἡ τιμιωτάτη κορυφαία τῶν θεολόγων ἀκρότης, καὶ σύμπας ὁ θεῖος τῶν Ἀποστόλων χορός, ἐκφαντορικαῖς θεολογίαις ὑμνολογοῦντες, τὸ θεῖον καὶ ἐξαίσιον, τῆς Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ οἰκονομίας μυστήριον, καὶ τὸ ζωαρχικόν, καὶ θεοδόχον σου σῶμα κηδεύσαντες, ἔχαιρον πανύμνητε. Ὕπερθεν δὲ αἱ πανάγιαι καὶ πρεσβύταται τῶν Ἀγγέλων Δυνάμεις, τὸ θαῦμα ἐκπληττόμεναι, κεκυφυῖαι ἀλλήλαις ἔλεγον· Ἄρατε ὑμῶν τὰς πύλας, καὶ ὑποδέξασθε τὴν τεκοῦσαν, τὸν οὐρανοῦ καὶ γῆς Ποιητήν, δοξολογίαις τε ἀνυμνήσωμεν, τὸ σεπτὸν καὶ ἅγιον σῶμα, τὸ χωρῆσαν τὸν ἡμῖν ἀθεώρητον καὶ Κύριον. Διόπερ καὶ ἡμεῖς τὴν μνήμην σου ἑορτάζοντες, ἐκβοῶμέν σοι· Πανύμνητε, Χριστιανῶν τὸ κέρας ὕψωσον, καὶ σῶσον τὰς ψυχὰς ἡμῶν.
Όταν αναχώρησες Θεοτόκε Παρθένε για αυτόν τον οποίον γέννησες ανέκφραστα, ήταν παρόντες ο Ιάκωβος ο Αδελφόθεος και πρώτος Ιεράρχης (των Ιεροσολύμων) και ο Πέτρος, η τιμιότατη κορυφαία τελειότητα των θεολόγων και όλος ο θείος όμιλος των Αποστόλων, οι οποίοι υμνώντας με αποκαλυπτικές θεολογίες το θείο και εξαίσιο μυστήριο της οικονομίας του Χριστού του Θεού και αφού κήδευσαν το σώμα σου που άρχισε τη ζωή (του Χριστού) και δέχτηκε μέσα του το Θεό, χαίρονταν, Παναγία, που είσαι άξια κάθε ύμνου. Από τους ουρανούς επίσης, οι πανάγιες και αρχηγικές Δυνάμεις των αγγέλων, εκπλήσσονταν από το θαύμα και έσκυβαν η μία προς την άλλη και έλεγαν· Ανοίξτε τις πύλες σας και υποδεχτείτε αυτήν που γέννησε τον δημιουργό του ουρανού και της γης και με δοξολογίες ας ανυμνήσουμε το ιερό και άγιο σώμα που χώρεσε τον αόρατο σε μας και Κύριο. Για αυτό ακριβώς και εμείς, γιορτάζοντας τη μνήμη σου, φωνάζουμε σε σένα· Εσύ που είσαι άξια κάθε ύμνου, ύψωσε τη δύναμη των Χριστιανών και σώσε τις ψυχές μας.
Ο ιερέας:
Νῦν ἀπολύεις τον δοῦλόν σου, Δέσποτα, κατὰ τὸ ῥῆμά σου, ἐν εἰρήνῃ, ὅτι εἶδον οἱ ὀφθαλμοί μου τὸ σωτήριόν σου, ὃ ἡτοίμασας κατὰ πρόσωπον πάντων τῶν λαῶν, φῶς εἰς ἀποκάλυψιν ἐθνῶν, καὶ δόξαν λαοῦ σου Ἰσραήλ.
Τώρα, Κύριε, μπορείς ν’ αφήσεις το δούλο σου να πεθάνει ειρηνικά, όπως του υποσχέθηκες, γιατί τα μάτια μου είδαν το σωτήρα που ετοίμασες για όλους τους λαούς, φως που θα φωτίσει τα έθνη και θα δοξάσει το λαό σου τον Ισραήλ.
Ο Αναγνώστης: Ἅγιος ὁ Θεός, Ἅγιος Ἰσχυρός, Ἅγιος Ἀθάνατος, ἐλέησον ἡμᾶς. (ἐκ γ') Δόξα... Καὶ νῦν...
Παναγία Τριάς, ἐλέησον ἡμᾶς. Κύριε, ἱλάσθητι ταῖς ἁμαρτίαις ἡμῶν, Δέσποτα, συγχώρησον τὰς ἀνομίας ἡμῖν. Ἅγιε, ἐπίσκεψαι καὶ ἴασαι τὰς ἀσθενείας ἡμῶν, ἕνεκεν τοῦ ὀνόματός σου.
Κύριε, ἐλέησον, (ἐκ γ') Δόξα... Καὶ νῦν...
Πάτερ ἡμῶν.. Ὅτι σοῦ ἐστὶν ἡ βασιλεία καὶ ἡ δύναμις καὶ ἡ δόξα….
Ἀπολυτίκιον Ἦχος α'
Ἐν τῇ Γεννήσει τὴν παρθενίαν ἐφύλαξας, ἐν τῇ Κοιμήσει τὸν κόσμον οὐ κατέλιπες Θεοτόκε. Μετέστης πρὸς τὴν ζωήν, μήτηρ ὑπάρχουσα τῆς ζωῆς, καὶ ταῖς πρεσβείαις ταῖς σαῖς λυτρουμένη, ἐκ θανάτου τὰς ψυχὰς ἡμῶν. (τρις)
Στη Γέννηση (του Χριστού) φύλαξες την παρθενία, στην Κοίμηση τον κόσμο δεν τον εγκατέλειψες Θεοτόκε. Μεταφέρθηκες προς τη ζωή, εσύ που είσαι μητέρα της ζωής και με τις πρεσβείες τις δικές σου λυτρώνεις από το θάνατο τις ψυχές μας.
Καὶ τα υπόλοιπα της Απόλυση
ΕΙΣ ΤΟΝ ΟΡΘΡΟΝ
Μετὰ τὸν Ἑξάψαλμον, Συναπτὴ μεγάλη, μεθ᾿ ἣν ἐκφώνησις· Ὅτι πρέπει σοι πᾶσα δόξα... Έπειτα ψάλλουμε:
Θεὸς Κύριος, καὶ ἐπέφανεν ἡμῖν· εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου.
Στίχ. α´. Ἐξομολογεῖσθε τῷ Κυρίῳ, ὅτι ἀγαθός, ὅτι εἰς τὸν αἰῶνα τὸ ἔλεος αὐτοῦ.
Θεὸς Κύριος, καὶ ἐπέφανεν ἡμῖν...
Στίχ. β´. Πάντα τὰ ἔθνη ἐκύκλωσάν με, καὶ τῷ ὀνόματι Κυρίου ἠμυνάμην αὐτούς.
Θεὸς Κύριος, καὶ ἐπέφανεν ἡμῖν...
Στίχ. γ´. Παρὰ Κυρίου ἐγένετο αὕτη, καί ἐστι θαυμαστὴ ἐν ὀφθαλμοῖς ἡμῶν.
Θεὸς Κύριος, καὶ ἐπέφανεν ἡμῖν...
Ἀπολυτίκιον Ἦχος α'
Ἐν τῇ Γεννήσει τὴν παρθενίαν ἐφύλαξας, ἐν τῇ Κοιμήσει τὸν κόσμον οὐ κατέλιπες Θεοτόκε. Μετέστης πρὸς τὴν ζωήν, μήτηρ ὑπάρχουσα τῆς ζωῆς, καὶ ταῖς πρεσβείαις ταῖς σαῖς λυτρουμένη, ἐκ θανάτου τὰς ψυχὰς ἡμῶν. (τρις)
Στη Γέννηση (του Χριστού) φύλαξες την παρθενία, στην Κοίμηση τον κόσμο δεν τον εγκατέλειψες Θεοτόκε. Μεταφέρθηκες προς τη ζωή, εσύ που είσαι μητέρα της ζωής και με τις πρεσβείες τις δικές σου λυτρώνεις από το θάνατο τις ψυχές μας.
Συναπτὴ μικρά, μεθ᾿ ἣν ἐκφώνησις· Ὅτι σὸν τὸ κράτος... Μετά το
Κάθισμα Ἦχος δ' Κατεπλάγη Ἰωσὴφ
Ἀναβόησον Δαυΐδ, τὶς ἡ παροῦσα Ἑορτὴ; Ἣν ἀνύμνησα φησίν, ἐν τῷ βιβλίῳ τῶν Ψαλμῶν, ὡς θυγατέρα θεόπαιδα καὶ Παρθένον, μετέστησεν αὐτήν, πρὸς τὰς ἐκεῖθεν μονάς, Χριστὸς ὁ ἐξ αὐτῆς, ἄνευ σπορᾶς γεννηθείς· καὶ διὰ τοῦτο χαίρουσι, μητέρες καὶ θυγατέρες καὶ νύμφαι Χριστοῦ, βοῶσαι· Χαῖρε, ἡ μεταστᾶσα πρὸς τὰ ἄνω βασίλεια.
Φώναξε Δαυΐδ, ποια είναι η τωρινή γιορτή; Αυτήν, απαντά ο Δαβίδ, την οποία ύμνησα στο βιβλίο των Ψαλμών, ως κόρη, παιδί του Θεού και Παρθένο, την μετέφερε στους τόπους διαμονής εκεί στον ουρανό, ο Χριστός που από αυτήν χωρίς σπέρμα γεννήθηκε· και για αυτό χαίρονται, μητέρες και κόρες και νύφες του Χριστού, οι οποίες φωνάζουν· Χαίρε, εσύ που μεταφέρθηκες στα ουράνια βασίλεια.
Δόξα... Καὶ νῦν... Τὸ ίδιο
Μετὰ τὴν β' Στιχολογίαν Κάθισμα Ἦχος α' Τὸν τάφον σου Σωτὴρ
Ὁ πάντιμος χορός, τῶν σοφῶν Ἀποστόλων, ἠθροίσθη θαυμαστῶς, τοῦ κηδεῦσαι ἐνδόξως, τὸ σῶμά σου τὸ ἄχραντον, Θεοτόκε Πανύμνητε, οἷς συνύμνησαν, καὶ τῶν Ἀγγέλων τὰ πλήθη, τὴν Μετάστασιν, τὴν σὴν σεπτῶς εὐφημοῦντες, ἣν πίστει ἑορτάζομεν.
Ο άξιος κάθε τιμής όμιλος των σοφών Αποστόλων, μαζεύτηκε με τρόπο θαυμαστό, για να κηδεύσει με δόξα το σώμα σου το αμόλυντο, Θεοτόκε, εσύ που αξίζεις κάθε ύμνο· μαζί με εκείνους ύμνησαν και τα πλήθη των Αγγέλων, δοξάζοντας με σεβάσμιο τρόπο την Μετάστασή σου, την οποία με πίστη γιορτάζουμε.
Δόξα... Καὶ νῦν... Τὸ ίδιο
Κάθισμα Ἦχος γ' Τὴν ὡραιότητα
Ἐν τῇ Γεννήσει σου, σύλληψις ἄσπορος, ἐν τῇ Κοιμήσει σου, νέκρωσις ἄφθορος, θαῦμα ἐν θαύματι διπλοῦν, συνέδραμε Θεοτόκε· πῶς γὰρ ἡ ἀπείρανδρος, βρεφοτρόφος ἁγνεύουσα; πῶς δὲ ἡ μητρόθεος, νεκροφόρος μυρίζουσα; Διὸ σὺν τῷ Ἀγγέλῳ βοῶμέν σοι· Χαῖρε ἡ Κεχαριτωμένη.
Στη Γέννηση του Χριστού η σύλληψη ήταν χωρίς σπέρμα, στην Κοίμησή σου, η νέκρωση ήταν χωρίς φθορά. Θαύμα μέσα σε θαύμα, θαύμα διπλό, συνέπεσε, Θεοτόκε. Διότι, πώς αυτή που δεν γνώρισε άνδρα τρέφει βρέφος, ενώ είναι αγνή; Πώς πάλι η Μητέρα του Θεού ενώ μεταφέρεται νεκρή, ευωδιάζει; Γι’ αυτό μαζί με τον Άγγελο φωνάζουμε σε σένα: Χαίρε εσύ που είσαι γεμάτη χάρες.
Δόξα... Καὶ νῦν... Τὸ ίδιο
Οἱ Ἀναβαθμοί, τὸ α’ Ἀντίφωνον τοῦ δ’ Ἤχου.
Ἐκ νεότητός μου πολλὰ πολεμεῖ με πάθη, ἀλλ᾿ αὐτὸς ἀντιλαβοῦ, καὶ σῶσον Σωτήρ μου. (δίς)
Από τη νεότητά μου, με πολεμούν πολλά πάθη, αλλά Εσύ ο ίδιος βοήθησε και σώσε με Σωτήρα μου.
Οἱ μισοῦντες Σιών, αἰσχύνθητε ἀπὸ τοῦ Κυρίου· ὡς χόρτος γάρ, πυρὶ ἔσεσθε ἀπεξηραμμένοι. (δίς)
Όσοι μισείτε Την Σιών, ντροπιαστείτε από τον Κύριο. Διότι θα ξεραθείτε όπως το χορτάρι στη φωτιά.
Δόξα...
Ἁγίῳ Πνεύματι πᾶσα ψυχὴ ζωοῦται, καὶ καθάρσει ὑψοῦται λαμπρύνεται, τῇ τριαδικῇ Μονάδι ἱεροκρυφίως.
Με το Άγιο Πνεύμα, ζωοποιείται κάθε ψυχή και με τον καθαρισμό της υψώνεται, φωτίζεται από την Αγία Τριάδα με ιερό μυστικό τρόπο.
Καὶ νῦν...
Ἁγίῳ Πνεύματι, ἀναβλύζει τὰ τῆς χάριτος ῥεῖθρα, ἀρδεύοντα ἅπασαν τὴν κτίσιν, πρὸς ζωογονίαν.
Με το Άγιο Πνεύμα αναβλύζουν τα νερά της χάριτος, που ποτίζουν όλη την κτίση για να την ζωογονήσουν
Προκείμενον Ἦχος δ'
Μνησθήσομαι τοῦ ὀνόματός σου ἐν πάσῃ γενεᾷ καὶ γενεᾷ.
Θα μνημονεύω το όνομά σου σε κάθε γενιά και γενιά.
Στίχ. Ἄκουσον, θύγατερ, καὶ ἴδε, καὶ κλῖνον τὸ οὖς σου, καὶ ἐπιλάθου τοῦ λαοῦ σου, καὶ τοῦ οἴκου τοῦ πατρός σου, καὶ ἐπιθυμήσει ὁ Βασιλεὺς τοῦ κάλλους σου.
Άκουσε, κόρη μου, και δες και σκύψε το αυτί σου να ακούσεις και ξέχασε το λαό σου και το σπίτι του πατέρα σου και θα επιθυμήσει ο βασιλιάς την ομορφιά σου.
Εὐαγγέλιον Ἐκ τοῦ κατὰ Λουκᾶν.
Ἐν ἐν ταῖς ἡμέραις ἐκείναις ἀναστᾶσα Μαριὰμ, ἐπορεύθη εἰς τὴν ὀρεινὴν μετὰ σπουδῆς, εἰς πόλιν ᾿Ιούδα· καὶ εἰσῆλθεν εἰς τὸν οἶκον Ζαχαρίου, καὶ ἠσπάσατο τὴν ᾿Ελισάβετ. Καὶ ἐγένετο, ὡς ἤκουσεν ἡ ᾿Ελισάβετ τὸν ἀσπασμὸν τῆς Μαρίας, ἐσκίρτησε τὸ βρέφος ἐν τῇ κοιλίᾳ αὐτῆς· καὶ ἐπλήσθη Πνεύματος ῾Αγίου ἡ ᾿Ελισάβετ, καὶ ἀνεφώνησε φωνῇ μεγάλῃ, καὶ εἶπεν· Εὐλογημένη σὺ ἐν γυναιξὶ, καὶ εὐλογημένος ὁ καρπὸς τῆς κοιλίας σου. Καὶ πόθεν μοι τοῦτο, ἵνα ἔλθῃ ἡ Μήτηρ τοῦ Κυρίου μου πρός με; Ἰδοὺ γὰρ, ὡς ἐγένετο ἡ φωνὴ τοῦ ἀσπασμοῦ σου εἰς τὰ ὦτά μου, ἐσκίρτησε τὸ βρέφος ἐν ἀγαλλιάσει ἐν τῇ κοιλίᾳ μου. Καὶ μακαρία ἡ πιστεύσασα, ὅτι ἔσται τελείωσις τοῖς λελαλημένοις αὐτῇ παρὰ Κυρίου. Καὶ εἶπε Μαριάμ· Μεγαλύνει ἡ ψυχή μου τὸν Κύριον, καὶ ἠγαλλίασε τὸ πνεῦμά μου ἐπὶ τῷ Θεῷ τῷ Σωτῆρί μου· Ὅτι ἐπέβλεψεν ἐπὶ τὴν ταπείνωσιν τῆς δούλης αὐτοῦ· ἰδοὺ γὰρ, ἀπὸ τοῦ νῦν μακαριοῦσί με πᾶσαι αἱ γενεαί· Ὅτι ἐποίησέ μοι μεγαλεῖα ὁ δυνατὸς· καὶ ἅγιον τὸ ὄνομα αὐτοῦ. ῎Εμεινε δὲ Μαριὰμ σὺν αὐτῇ ὡσεὶ μῆνας τρεῖς· καὶ ὑπέστρεψεν εἰς τὸν οἶκον αὐτῆς.
Τις ημέρες εκείνες η Μαριάμ σηκώθηκε και πήγε γρήγορα σε μια πόλη της ορεινής Ιουδαίας· μπήκε στο σπίτι του Ζαχαρία και χαιρέτησε την Ελισάβετ. Μόλις εκείνη άκουσε το χαιρετισμό της Μαρίας, το βρέφος που ήταν στα σπλάχνα της σκίρτησε. Η Ελισάβετ τότε πλημμύρισε με το Άγιο Πνεύμα και φώναξε με δυνατή φωνή: «Ευλογημένη απ’ το Θεό είσαι εσύ, περισσότερο από όλες τις γυναίκες! Ευλογημένο και το παιδί που έχεις στα σπλάχνα σου! Αλλά πώς μου έγινε αυτή η τιμή να με επισκεφθεί η μητέρα του Κυρίου μου; Μόλις έφτασε στ’ αυτιά μου η φωνή του χαιρετισμού σου, σκίρτησε από αγαλλίαση το παιδί στα σπλάχνα μου. Χαρά σ’ αυτήν που πίστεψε ότι θα εκπληρωθούν τα λόγια που της είπε ο Κύριος». Η Μαριάμ τότε είπε:«Η ψυχή μου δοξάζει τον Κύριο, και το πνεύμα μου νιώθει αγαλλίαση για το Θεό, το σωτήρα μου, γιατί έδειξε την ευμένειά του στην ταπεινή του δούλη. Από τώρα θα με καλοτυχίζουν όλες οι γενιές, γιατί ο δυνατός Θεός έκανε σ’ εμένα έργα θαυμαστά. Άγιο είναι τ’ όνομά του. Η Μαριάμ έμεινε με την Ελισάβετ περίπου τρεις μήνες και ύστερα γύρισε στο σπίτι της.
Ν’ Ψαλμός χύμα.
Ἐλέησόν με, ὁ Θεός, κατὰ τὸ μέγα ἔλεός σου καὶ κατὰ τὸ πλῆθος τῶν οἰκτιρμῶν σου ἐξάλειψον τὸ ἀνόμημά μου· ἐπὶπλεῖον πλῦνόν με ἀπὸ τῆς ἀνομίας μου καὶ ἀπὸ τῆς ἁμαρτίας μου καθάρισόν με. Ὅτι τὴν ἀνομίαν μου ἐγὼ γινώσκω,καὶ ἡ ἁμαρτία μου ἐνώπιόν μού ἐστι διαπαντός. Σοὶ μόνῳ ἥμαρτον καὶ τὸ πονηρὸν ἐνώπιόν σου ἐποίησα, ὅπως ἂνδικαιωθῇς ἐν τοῖς λόγοις σου, καὶ νικήσῃς ἐν τῷ κρίνεσθαί σε. Ἰδοὺ γὰρ ἐν ἀνομίαις συνελήφθην, καὶ ἐν ἁμαρτίαιςἐκίσσησέ με ἡ μήτηρ μου. Ἰδοὺ γὰρ ἀλήθειαν ἠγάπησας, τὰ ἄδηλα καὶ τὰ κρύφια τῆς σοφίας σου ἐδήλωσάς μοι.Ῥαντιεῖς με ὑσσώπῳ, καὶ καθαρισθήσομαι, πλυνεῖς με, καὶ ὑπὲρ χιόνα λευκανθήσομαι. Ἀκουτιεῖς μοι ἀγαλλίασιν καὶεὐφροσύνην, ἀγαλλιάσονται ὀστέα τεταπεινωμένα. Ἀπόστρεψον τὸ πρόσωπόν σου ἀπὸ τῶν ἁμαρτιῶν μου καὶ πάσαςτὰς ἀνομίας μου ἐξάλειψον. Καρδίαν καθαρὰν κτίσον ἐν ἐμοί, ὁ Θεός, καὶ πνεῦμα εὐθὲς ἐγκαίνισον ἐν τοῖς ἐγκάτοιςμου. Μὴ ἀποῤῥίψῃς με ἀπὸ τοῦ προσώπου σου καὶ τὸ πνεῦμά σου τὸ ἅγιον μὴ ἀντανέλῃς ἀπ᾿ ἐμοῦ. Ἀπόδος μοι τὴνἀγαλλίασιν τοῦ σωτηρίου σου καὶ πνεύματι ἡγεμονικῷ στήριξόν με. Διδάξω ἀνόμους τὰς ὁδούς σου, καὶ ἀσεβεῖς ἐπὶ σὲἐπιστρέψουσι. Ῥῦσαί με ἐξ αἱμάτων, ὁ Θεὸς ὁ Θεὸς τῆς σωτηρίας μου· ἀγαλλιάσεται ἡ γλῶσσά μου τὴν δικαιοσύνηνσου. Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου. Ὅτι εἰ ἠθέλησας θυσίαν, ἔδωκα ἄν·ὁλοκαυτώματα οὐκ εὐδοκήσεις. Θυσία τῷ Θεῷ πνεῦμα συντετριμμένον, καρδίαν συντετριμμένην καὶ τεταπεινωμένηνὁ Θεὸς οὐκ ἐξουδενώσει. Ἀγάθυνον, Κύριε, ἐν τῇ εὐδοκίᾳ σου τὴν Σιών, καὶ οἰκοδομηθήτω τὰ τείχη Ἱερουσαλήμ· τότεεὐδοκήσεις θυσίαν δικαιοσύνης, ἀναφορὰν καὶ ὁλοκαυτώματα· τότε ἀνοίσουσιν ἐπὶ τὸ θυσιαστήριόν σου μόσχους.
Δόξα... Ἦχος β'
Ταῖς τῶν Ἀποστόλων, πρεσβείαις Ἐλεῆμον, ἐξάλειψον τὰ πλήθη, τῶν ἐμῶν ἐγκλημάτων.
Καὶ νῦν... Ἦχος ὁ αὐτὸς
Ταῖς τῆς Θεοτόκου, πρεσβείαις Ἐλεῆμον, ἐξάλειψον τὰ πλήθη, τῶν ἐμῶν ἐγκλημάτων.
Ἐλέησόν με ὁ Θεὸς κατὰ τὸ μέγα ἔλεός σου καὶ κατὰ τὸ πλῆθος τῶν οἰκτιρμῶν σου ἐξάλειψον τὸ ἀνόμημά μου
Στιχηρὸν Ἰδιόμελον Ἦχος πλ. β' Βύζαντος
Ὅτε ἡ Μετάστασις τοῦ ἀχράντου σου σκήνους ηὐτρεπίζετο, τότε οἱ Ἀπόστολοι, περικυκλοῦντες τὴν κλίνην τρόμῳ ἑώρων σε, καὶ οἱ μὲν ἀτενίζοντες τῷ σκήνει, θάμβει συνείχοντο, ὁ δὲ Πέτρος σὺν δάκρυσιν ἐβόα σοι· Ὦ Παρθένε, ὁρῶ σε τρανῶς ἡπλωμένην ὑπτίαν, τὴν ζωὴν τῶν ἁπάντων, καὶ καταπλήττομαι, ἐν ᾗ ἐσκήνωσε τῆς μελλούσης ζωῆς ἡ ἀπόλαυσις. Ἀλλ' ὦ ἄχραντε, ἱκέτευε ἐκτενῶς τὸν Υἱόν σου καὶ Θεόν, τοῦ σῴζεσθαι τὴν πόλιν σου ἄτρωτον.
Όταν η Μετάσταση του αμόλυντου σώματός σου ετοιμαζόταν, τότε οι Απόστολοι περικυκλώνοντας το κρεβάτι με τρόμο σε έβλεπαν· και οι μεν ατενίζοντας το σώμα, κυριεύονταν από έκπληξη, ο δε Πέτρος με δάκρυα σού φώναζε· Ω Παρθένε, σε βλέπω ολοφάνερα ξαπλωμένη ανάσκελα, τη ζωή των όλων και εκπλήσσομαι, εσένα στην οποία κατασκήνωσε η απόλαυση της μέλλουσας ζωής. Αλλά αμόλυντε, ικέτευε ολόθερμα τον Υιό σου και Θεό, να σώζεται η πόλη σου άτρωτη.
Ο Διάκονος: Σῶσον, ὁ Θεός, τὸν λαόν Σου... Κύριε, ἐλέησον (ιβ´). Ο Ιερέας: Ἐλέει καὶ οἰκτιρμοῖς... Ἀμήν.
Ψάλλονται οἱ δύο Κανόνες, Ποίημα τοῦ Κυρίου Κοσμᾶ. Ὠδὴ α' Ἦχος α' Ὁ Εἱρμὸς
Πεποικιλμένη τῇ θείᾳ δόξῃ, ἡ ἱερὰ καὶ εὐκλεὴς Παρθένε μνήμη σου, πάντας συνηγάγετο, πρὸς εὐφροσύνην τοὺς πιστούς, ἐξαρχούσης Μαριάμ, μετὰ χορῶν καὶ τυμπάνων τῷ σῷ, ᾄδοντας Μονογενεῖ, ἐνδόξως ὅτι δεδόξασται.
Η ιερή και ένδοξη μνήμη σου, Παρθένε, στολισμένη με θεϊκή δόξα, συνάθροισε όλους τους πιστούς για να χαρούν πνευματικά. Και με επικαφαλής την Μαριάμ, με χορούς και τύμπανα, ψάλλουν προς τον μονογενή Υιό σου· γιατί δοξάστηκε σε υπέρτατο βαθμό.
Ἀμφεπονεῖτο ἀΰλων τάξις, οὐρανοβάμων ἐν Σιὼν τὸ θεῖον σῶμά σου, ἄφνω δὲ συρρεύσασα, τῶν Ἀποστόλων ἡ πληθύς, ἐκ περάτων Θεοτόκε, σοὶ παρέστησαν ἄρδην, μεθ' ὧν ἄχραντε, σοῦ τὴν σεπτήν, Παρθένε μνήμην δοξάζομεν.
Φρόντιζε το τάγμα των αΰλων αγγέλων, των ουρανίων, στην Ιερουσαλήμ το θείο σώμα σου και ξαφνικά, αφού συγκεντρώθηκε των αποστόλων το πλήθος από τα πέρατα της γης, Θεοτόκε, στάθηκαν δίπλα σου όλοι μαζί· μαζί με εκείνους αμόλυντε, την ιερή, Παρθένε, μνήμη σου δοξάζουμε.
Νικητικὰ μὲν βραβεῖα ἤρω, κατὰ τῆς φύσεως Ἁγνή, Θεὸν κυήσασα, ὅμως μιμουμένη δέ, τὸν ποιητήν σου καὶ Υἱόν, ὑπὲρ φύσιν ὑποκύπτεις, τοῖς τῆς φύσεως νόμοις· διὸ θνῄσκουσα, σὺν τῷ Υἱῷ ἐγείρῃ διαιωνίζουσα.
Κέρδισες, από τη μία, νικητήρια βραβεία εναντίον της φύσης Αγνή, όταν γέννησες το Θεό· όμως, μιμούμενη, από την άλλη, τον δημιουργό σου και Υιό, με τρόπο υπερφυσικό υποκύπτεις στους νόμους της φύσης· για αυτό πεθαίνοντας, μαζί με τον Υιό ανασταίνεσαι, ζώντας αιώνια.
Κανὼν δεύτερος Ποίημα Ἰωάννου τοῦ Δαμασκηνοῦ.
Ὠδὴ α' Ἦχος δ' Ὁ Εἱρμὸς
Ἀνοίξω τὸ στόμα μου, καὶ πληρωθήσεται Πνεύματος, καὶ λόγον ἐρεύξομαι τῇ Βασιλίδι Μητρί, καὶ ὀφθήσομαι, φαιδρῶς πανηγυρίζων, καὶ ᾄσω γηθόμενος, ταύτης τήν Κοίμησιν.
Θ’ ανοίξω το στόμα μου και θα γεμίσει από Άγιο Πνεύμα. Και από μέσα μου θα αναπηδήσει ύμνος προς τη μητέρα του βασιλέως Χριστού. Και θα εμφανισθώ να πανηγυρίζω με λαμπρότητα. Και θα εξυμνήσω με χαρά τα θαυμαστά γεγονότα της ζωής της.
Παρθένοι νεάνιδες, σὺν Μαριὰμ τῇ Προφήτιδι, ᾠδὴν τὴν ἐξόδιον νῦν ἀλαλάξατε· ἡ Παρθένος γάρ, καὶ μόνη Θεοτόκος, πρὸς λῆξιν οὐράνιον διαβιβάζεται.
Παρθένες νέες, μαζί με την Μαριάμ την Προφήτιδα, ψάλτε τώρα με χαρά το άσμα το νεκρικό· διότι η Παρθένος και μόνη Θεοτόκος μεταφέρεται στο ουράνιο τέρμα.
Ἀξίως ὡς ἔμψυχον, σὲ οὐρανὸν ὑπεδέξαντο, οὐράνια Πάναγνε, θεῖα σκηνώματα, καὶ παρέστηκας, φαιδρῶς ὡραϊσμένη, ὡς νύμφη πανάμωμος, τῷ Βασιλεῖ καὶ Θεῷ.
Όπως σου άξιζε, σαν έμψυχο ουρανό σε υποδέχτηκαν, Πάναγνε, οι ουράνιες θείες κατοικίες, και στάθηκες δίπλα, όμορφα στολισμένη, σαν νύφη πεντακάθαρη, στον Βασιλιά και Θεό.
Ὠδὴ γ' Ὁ Εἱρμὸς
Ἡ δημιουργική, καὶ συνεκτικὴ τῶν ἁπάντων, Θεοῦ σοφία καὶ δύναμις, ἀκλινῆ ἀκράδαντον, τὴν Ἐκκλησίαν στήριξον Χριστέ· μόνος γὰρ εἶ ἅγιος, ὁ ἐν ἁγίοις ἀναπαυόμενος.
Χριστέ, Συ που είσαι η ενυπόστατη σοφία και δύναμη του Θεού, η οποία δημιούργησε και συνέχει τα πάντα, φύλαξε την Εκκλησία σταθερή και ασάλευτη. Διότι Συ είσαι ο μόνος Άγιος, που αναπαύεται στους αγίους.
Γυναῖκά σε θνητήν, ἀλλ' ὑπερφυῶς καὶ Μητέρα, Θεοῦ εἰδότες Πανάμωμε, οἱ κλεινοὶ Ἀπόστολοι, πεφρικυίαις ἥπτοντο χερσί, δόξῃ ἀπαστράπτουσαν, ὡς θεοδόχον σκῆνος θεώμενοι.
Γνωρίζοντας, Πάναγνε, οι ένδοξοι Απόστολοι, ότι είσαι γυναίκα θνητή αλλά, κατά τρόπο υπερφυσικό, και Μητέρα Θεού, άγγιζαν με χέρια που έφριτταν εσένα, που αστράφτεις με δόξα, επειδή έβλεπαν σώμα που δέχτηκε μέσα του το Θεό.
Ὑπέφθασε χερσί, ταῖς ὑβριστικαῖς τοῦ αὐθάδους, τομὴν ἡ δίκη ἐπάξασα, τοῦ Θεοῦ φυλάξαντος, τὸ σέβας τῇ ἐμψύχῳ κιβωτῷ, δόξῃ τῆς Θεότητος, ἐν ᾗ ὁ Λόγος σάρξ ἐχρημάτισε.
Πρόλαβε η θεία δίκη και έκοψε τα χέρια τα υβριστικά του αυθάδη, αφού φύλαξε ο Θεός, λόγω της δόξας της Θεότητας, τον σεβασμό στην έμψυχη κιβωτό (την Παναγία), μέσα στην οποία ο Λόγος έγινε σάρκα.
Κανὼν δεύτερος Ὁ Εἱρμὸς
Τοὺς σοὺς ὑμνολόγους, Θεοτόκε, ἡ ζῶσα καὶ ἄφθονος πηγή, θίασον συγκροτήσαντας πνευματικόν, στερέωσον· καὶ ἐν τῇ θείᾳ δόξῃ σου, στεφάνων δόξης ἀξίωσον».
Θεοτόκε, η ζωντανή και αστείρευτη πηγή, στερέωσε αυτούς που συγκρότησαν πνευματικό χορό και σε υμνολογούν. Και, καθώς μετέχεις στη θεία δόξα, αξίωσε κι αυτούς να λάβουν στεφάνια δόξας.
Θνητῆς ἐξ ὀσφύος προαχθεῖσα, τῇ φύσει κατάλληλον Ἁγνή, τὴν ἔξοδον διήνυσας, τεκοῦσα δὲ τὴν ὄντως ζωήν, πρὸς τὴν ζωὴν μεθέστηκας, τὴν θείαν καὶ ἐνυπόστατον.
Επειδή ήλθες στον κόσμο από θνητή κοιλιά, πορεύτηκες την έξοδο από τη ζωή, την ταιριαστή με τη φύση, επειδή όμως γέννησες την όντως ζωή, μεταφέρθηκες προς τη ζωή, την θεία και ενυπόστατη.
Δῆμος θεολόγων ἐκ περάτων, ἐξ ὕψους Ἀγγέλων δὲ πληθύς, πρὸς τὴν Σιὼν ἠπείγοντο, παντοδυνάμῳ νεύματι, ἀξιοχρέως Δέσποινα, τῇ σῇ ταφῇ λειτουργήσοντες.
Πλήθος θεολόγων από τα πέρατα της γης και πλήθος αγγέλων από ψηλά, βιάζονταν να πάνε στη Σιών, με παντοδύναμο νεύμα, για να υπηρετήσουν, όπως είχαν άξιο χρέος, Δέσποινα, την ταφή σου.
Συναπτὴ μικρά, μεθ᾿ ἣν ἐκφώνησις· Σὺ γὰρ εἶ ὁ βασιλεὺς τῆς εἰρήνης...
Ἡ Ὑπακοὴ Ἦχος πλ. α'
Μακαρίζομέν σε πᾶσαι αἱ γενεαί, Θεοτόκε Παρθένε· ἐν σοὶ γὰρ ὁ ἀχώρητος Χριστὸς ὁ Θεὸς ἡμῶν, χωρηθῆναι εὐδόκησε. Μακάριοι ἐσμὲν καὶ ἡμεῖς προστασίαν σε ἔχοντες· ἡμέρας γὰρ καὶ νυκτὸς πρεσβεύεις ὑπὲρ ἡμῶν, καὶ τὰ σκῆπτρα τῆς βασιλείας, ταῖς σαῖς ἱκεσίαις κρατύνονται. Διὸ ἀνυμνοῦντες βοῶμέν σοι· Χαῖρε Κεχαριτωμένη, ὁ Κύριος μετὰ σοῦ.
Σε μακαρίζουμε όλες οι γενιές, Θεοτόκε Παρθένε· διότι μέσα σε σένα ο αχώρητος Χριστός, ο Θεός μας, ευαρεστήθηκε να χωρέσει. Μακάριοι είμαστε και εμείς που σε έχουμε προστασία· διότι μέρα και νύχτα πρεσβεύεις για μας και η βασιλική εξουσία με τις ικεσίες σου δυναμώνει. Για αυτό ανυμνώντας, φωνάζουμε σε σένα· Χαίρε, εσύ που είσαι γεμάτη χάρες, ο Κύριος είναι μαζί σου.
Κοντάκιον Ἦχος πλ. β' Αὐτόμελον
Τὴν ἐν πρεσβείαις ἀκοίμητον Θεοτόκον, καὶ προστασίαις ἀμετάθετον ἐλπίδα, τάφος καὶ νέκρωσις οὐκ ἐκράτησεν· ὡς γὰρ ζωῆς Μητέρα, πρὸς τὴν ζωὴν μετέστησεν, ὁ μήτραν οἰκήσας ἀειπάρθενον.
Την Θεοτόκο που είναι ακοίμητη στις πρεσβείες και αμετακίνητη ελπίδα στις προστασίες, ο τάφος και η νέκρωση δεν την κράτησαν· διότι ως Μητέρα της ζωής, την μετέφερε προς την ζωή, αυτός που κατοίκησε σε μήτρα παντοτινά παρθένα.
Ὁ Οἶκος
Τείχισόν μου τὰς φρένας Σωτήρ μου· τὸ γὰρ τεῖχος τοῦ κόσμου ἀνυμνῆσαι τολμῶ, τὴν ἄχραντον Μητέρα σου, ἐν πύργῳ ῥημάτων ἐνίσχυσόν με, καὶ ἐν βάρεσιν ἐννοιῶν ὀχύρωσόν με· σὺ γὰρ βοᾷς τῶν αἰτούντων πιστῶς τὰς αἰτήσεις πληροῦν. Σὺ οὖν μοι δώρησαι γλῶτταν, προφοράν, καὶ λογισμὸν ἀκαταίσχυντον· πᾶσα γὰρ δόσις ἐλλάμψεως παρὰ σοῦ καταπέμπεται φωταγωγέ, ὁ μήτραν οἰκήσας ἀειπάρθενον.
Περιτείχισε (προφύλαξε) το νου μου, Σωτήρα μου· διότι το τείχος του κόσμου τολμώ να ανυμνήσω, την αμόλυντη Μητέρα σου· με πύργο λόγων ενίσχυσέ με και με βάρη εννοιών οχύρωσέ με· διότι εσύ φωνάζεις ότι εκπληρώνεις τα αιτήματα αυτών που ζητούν με πίστη. Εσύ, λοιπόν, δώσε μου γλώσσα, διατύπωση και λογισμό που δεν θα με ντροπιάσει· διότι κάθε προσφορά φωτισμού στέλνεται από σένα, ο Οποίος μεταφέρεις το φως, Εσύ που κατοίκησες σε μήτρα παντοτινά παρθένα.
Συναξάριον
Τῇ ΙΕ' τοῦ αὐτοῦ μηνός, μνήμη τῆς πανσέπτου Μεταστάσεως τῆς ὑπερενδόξου Δεσποίνης ἡμῶν καὶ ἀειπαρθένου Μαρίας.
Στίχοι
Οὐ θαῦμα θνῄσκειν κοσμοσώτειραν Κόρην,
Τοῦ κοσμοπλάστου σαρκικῶς τεθνηκότος.
Ζῇ ἀεὶ Θεομήτωρ, κἂν δεκάτῃ θάνε πέμπτῃ.
Δεν είναι άξιο θαυμασμού το ότι πεθαίνει η Κόρη που έσωσε τον κόσμο, αφού αυτός που έπλασε τον κόσμο πέθανε σωματικά. Ζει παντοτινά η Μητέρα του Θεού, έστω και αν πέθανε την δεκάτη πέμπτη ημέρα.
Ἧς ταῖς ἁγίαις πρεσβείαις, ὁ Θεός, ἐλέησον καὶ σῶσον ἡμᾶς, ὡς ἀγαθὸς καὶ φιλάνθρωπος.
ΨΑΛΛΟΝΤΑΙ ΟΙ ΚΑΤΑΒΑΣΙΕΣ
(μετάφραση μητροπολίτου Νέας Σμύρνης κ. Συμεών)
Ὠδὴ α' Ἦχος α' Ὁ Εἱρμὸς
Πεποικιλμένη τῇ θείᾳ δόξῃ, ἡ ἱερὰ καὶ εὐκλεὴς Παρθένε μνήμη σου, πάντας συνηγάγετο, πρὸς εὐφροσύνην τοὺς πιστούς, ἐξαρχούσης Μαριάμ, μετὰ χορῶν καὶ τυμπάνων τῷ σῷ, ᾄδοντας Μονογενεῖ, ἐνδόξως ὅτι δεδόξασται.
Η ιερή και ένδοξη μνήμη σου, Παρθένε, στολισμένη με θεϊκή δόξα, συνάθροισε όλους τους πιστούς για να χαρούν πνευματικά. Και με επικαφαλής την Μαριάμ, με χορούς και τύμπανα, ψάλλουν προς τον μονογενή Υιό σου· γιατί δοξάστηκε σε υπέρτατο βαθμό.
Ὠδὴ γ' Ὁ Εἱρμὸς
Ἡ δημιουργική, καὶ συνεκτικὴ τῶν ἁπάντων, Θεοῦ σοφία καὶ δύναμις, ἀκλινῆ ἀκράδαντον, τὴν Ἐκκλησίαν στήριξον Χριστέ· μόνος γὰρ εἶ ἅγιος, ὁ ἐν ἁγίοις ἀναπαυόμενος.
Χριστέ, Συ που είσαι η ενυπόστατη σοφία και δύναμη του Θεού, η οποία δημιούργησε και συνέχει τα πάντα, φύλαξε την Εκκλησία σταθερή και ασάλευτη. Διότι Συ είσαι ο μόνος Άγιος, που αναπαύεται στους αγίους.
Ὠδὴ δ' Ὁ Εἱρμὸς
Ῥήσεις Προφητῶν καὶ αἰνίγματα, τὴν σάρκωσιν ὑπέφηναν, τὴν ἐκ Παρθένου σου Χριστέ, φέγγος ἀστραπῆς σου, εἰς φῶς ἐθνῶν ἐξελεύσεσθαι, καὶ φωνεῖ σοι ἄβυσσος, ἐν ἀγαλλιάσει, τῇ δυνάμει σου δόξα Φιλάνθρωπε.
Οι προρρήσεις των προφητών και οι προτυπώσεις υποδήλωναν, Χριστέ, την ενσάρκωσή Σου από την Παρθένο και ότι η λάμψη της θείας παρουσίας Σου θα εξέλθει σαν αστραπή για να φωτίσει τα έθνη. Και τα πλήθη των εθνικών που φωτίστηκαν Σου φωνάζουν με αγαλλίαση: Δόξα αρμόζει, Φιλάνθρωπε, στη δύναμή Σου.
Ὠδὴ ε' Ὁ Εἱρμὸς
Τὸ θεῖον καὶ ἄρρητον κάλλος, τῶν ἀρετῶν σου Χριστὲ διηγήσομαι· ἐξ ἀϊδίου γὰρ δόξης συναΐδιον, καὶ ἐνυπόστατον λάμψας ἀπαύγασμα, παρθενικῆς ἀπὸ γαστρός, τοῖς ἐν σκότει καὶ σκιᾷ, σωματωθεὶς ἀνέτειλας ἥλιος».
Χριστέ μου, θέλω να περιγράψω τη θεία και ανέκφραστη ομορφιά των αρετών Σου. Διότι, αφού έλαμψες από την αιώνια δόξα, το Πατέρα, ως απαύγασμα συναΐδιο και ενυπόστατο, ύστερα, παίρνοντας σάρκα από την κοιλιά της Παρθένου, ανέτειλες σαν ήλιος σ’ όλους εκείνους που βρίσκονταν στο σκοτάδι της αγνωσίας και στη σκιά της αμαρτίας.
Ὠδὴ ς' Ὁ Εἱρμὸς
Ἅλιον ποντογενές, κητῷον ἐντόσθιον πῦρ, τῆς τριημέρου ταφῆς σου ἦν προεικόνισμα, οὗ Ἰωνᾶς ὑποφήτης ἀναδέδεικται· σεσωσμένος γὰρ ὡς καὶ προὐπέπωτο, ἀσινής ἐβόα· Θύσω σοι μετὰ φωνῆς αἰνέσεως Κύριε.
Το θαλασσινό και εσωτερικό εκείνο πυρ του κήτους που είχε γεννηθεί στο πέλαγος ήταν ένας τύπος που προεικόνιζε την τριήμερη ταφή Σου, τύπος του οποίου προφήτης ανεδείχθη ο Ιωνάς. Διότι με το να διασωθεί αβλαβής, όπως ήταν και προτού τον καταπιεί το κήτος, φώναζε: Θα Σου προσφέρω, Κύριε, θυσίες μαζί με ύμνους ευχαριστίας.
Ὠδὴ ζ' Ὁ Εἱρμὸς
Ἰταμῷ θυμῷ τε καὶ πυρί, θεῖος ἔρως ἀντιταττόμενος, τὸ μὲν πῦρ ἐδρόσιζε, τῷ θυμῷ δὲ ἐγέλα, θεοπνεύστῳ λογικῇ, τῇ τῶν ὁσίων τριφθόγγῳ λύρᾳ ἀντιφθεγγόμενος, μουσικοῖς ὀργάνοις ἐν μέσῳ φλογός, ὁ δεδοξασμένος, τῶν Πατέρων καὶ ἡμῶν Θεὸς εὐλογητὸς εἶ».
Ο θείος έρωτας που εναντιωνόταν στο θρασύ θυμό και στη φωτιά, από τη μία δρόσιζε το πυρ κι από την άλλη περιγελούσε το θυμό. Και με τη θεόπνευστη και λογική τρίφθογγη λύρα των ευσεβών νέων αντέκρουε μες στο καμίνι τα μουσικά όργανα και έλεγε: Ο δοξασμένος Θεός των πατέρων και δικός μας είσαι ευλογημένος!
Ὠδὴ η' Ὁ Εἱρμὸς
Φλόγα δροσίζουσαν Ὁσίους, δυσσεβεῖς δὲ καταφλέγουσαν, Ἄγγελος Θεοῦ ὁ πανσθενής, ἔδειξε Παισί· ζωαρχικὴν δὲ πηγὴν εἰργάσατο τὴν Θεοτόκον, φθορὰν θανάτου, καὶ ζωὴν βλυστάνουσαν τοῖς μέλπουσι, τὸν Δημιουργὸν μόνον ὑμνοῦμεν, οἱ λελυτρωμένοι, καὶ ὑπερυψοῦμεν εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας».
Ο πανίσχυρος άγγελος του Θεού έδειξε στους τρεις Παίδες τη φλόγα να δροσίζει τους ευσεβείς και να κατακαίει τους ασεβείς. Ο ίδιος κατέστησε τη Θεοτόκο πηγή που γίνεται έτσι αιτία της ζωής, η οποία αναβλύζει τον αφανισμό του θανάτου και τη ζωή σ’ αυτούς που ψάλλουν: Οι λυτρωμένοι υμνούμε και υπερυψώνουμε τον μόνο Δημιουργό σε όλους τους αιώνες.
Ὁ διάκονος· Τὴν Θεοτόκον… μεγαλύνομεν.
Ὠδὴ θ' ἐν ἑκάστῳ τροπαρίῳ τῆς παρούσης Ὠδῆς.
Αἱ γενεαὶ πᾶσαι, μακαρίζομέν σε, τὴν μόνην Θεοτόκον.
Οι γενιές όλες, μακαρίζουμε εσένα, την μόνη Θεοτόκο.
Ὁ Εἱρμὸς
Νενίκηνται τῆς φύσεως οἱ ὅροι, ἐν σοὶ Παρθένε ἄχραντε· παρθενεύει γὰρ τόκος, καὶ ζωὴν προμνηστεύεται θάνατος. Ἡ μετὰ τὸκον Παρθένος, καὶ μετὰ θάνατον ζῶσα, σῴζοις ἀεί, Θεοτόκε, τὴν κληρονομίαν σου».
Στο πρόσωπό σου, αμόλυντε Παρθένε, νικήθηκαν οι νόμοι της φύσεως! Διότι παραμένει παρθένος αυτή που γέννησε τον Υιό, και ο θάνατος συναντά από τώρα τη ζωή! Θεοτόκε, συ που συνεχίζεις να είσαι παρθένος μετά τη γέννα και να ζεις μετά το θάνατο, σώζε πάντοτε τους χριστιανούς που αποτελούν την κληρονομιά σου.
Ἐξίσταντο Ἀγγέλων αἱ δυνάμεις, ἐν τῇ Σιὼν σκοπούμεναι, τὸν οἰκεῖον Δεσπότην, γυναικείαν ψυχὴν χειριζόμενον· τῇ γὰρ ἀχράντως τεκούσῃ, υἱοπρεπῶς προσεφώνει· Δεῦρο Σεμνή, τῷ Υἱῷ καὶ Θεῷ συνδοξάσθητι.
Έμεναν εκστατικές των Αγγέλων οι δυνάμεις, παρατηρώντας στη Σιών (Ιερουσαλήμ), τον δικό τους Δεσπότη να βαστά στα χέρια γυναικεία ψυχή· διότι σε αυτήν που αμόλυντα τον γέννησε, έλεγε με τρόπο που αρμόζει σε γιο· Έλα Σεμνή να δοξαστείς μαζί με τον Υιό και Θεό.
Συνέστειλε χορὸς τῶν Ἀποστόλων, τὸ θεοδόχον Σῶμά σου, μετὰ δέους ὁρῶντες, καὶ φωνῇ λιγυρᾷ προσφθεγγόμενοι· Εἰς οὐρανίους θαλάμους, πρὸς τὸν Υἱὸν ἐκφοιτῶσα, σῴζοις ἀεί, Θεοτόκε τὴν κληρονομίαν σου.
Περιτύλιξε ο όμιλος των Αποστόλων το σώμα σου που δέχτηκε το Θεό, βλέποντας με δέος και λέγοντας προς αυτήν με φωνή γλυκιά· αναχωρώντας για τους ουράνιους θαλάμους, προς τον Υιό, σώζε πάντοτε, Θεοτόκε, τους χριστιανούς που αποτελούν την κληρονομιά σου.
Έπειτα ακολουθεί Κανὼν δεύτερος
Ἄγγελοι τὴν Κοίμησιν τῆς Παρθένου, ὁρῶντες ἐξεπλήττοντο, πῶς ἡ Παρθένος ἀπαίρει, ἀπὸ τῆς γῆς εἰς τὰ ἄνω.
Οι άγγελοι βλέποντας την Κοίμηση της Παρθένου, εκπλήσσονταν με το πώς η Παρθένος σηκώνεται από τη γη στα ουράνια.
Ὁ Εἱρμὸς
Ἅπας γηγενής, σκιρτάτω τῷ πνεύματι, λαμπαδοχούμενος, πανηγυριζέτω δέ, ἀΰλων νόων φύσις γεραίρουσα, τὴν ἱερὰν Μετάστασιν τῆς Θεομήτορος, καὶ βοάτω· Χαίροις παμμακάριστε, Θεοτόκε ἁγνὴ ἀειπάρθενε».
Όλοι οι άνθρωποι της γης, φωτιζόμενοι άνωθεν, ας σκιρτήσουν πνευματικά από χαρά. Αλλά και οι τάξεις των αύλων πνευμάτων ας πανηγυρίζουν, τιμώντας τα ιερά και θαυμαστά γεγονότα της Θεομήτορος, και ας φωνάζουν δυνατά: Χαίρε, αγνή και αειπάρθενε Θεοτόκε, που είσαι άξια κάθε μακαρισμού.
Δεῦτε ἐν Σιών, τῷ θείῳ καὶ πίονι, ὄρει τοῦ ζῶντος Θεοῦ, ἀγαλλιασώμεθα, τὴν Θεοτόκον ἐνοπτριζόμενοι· πρὸς γὰρ τὴν λίαν κρείττονα, καὶ θειοτέραν σκηνήν, ὡς Μητέρα, ταύτην εἰς τὰ Ἅγια, τῶν Ἁγίων Χριστὸς μετατίθησι.
Ελάτε στη Σιών, το θείο και παχύ και εύφορο βουνό του ζωντανού Θεού, να χαρούμε, βλέποντας με προσοχή την Θεοτόκο· διότι ο Χριστός μεταφέρει αυτήν, ως Μητέρα του, στην πολύ καλύτερη και πιο θεία σκηνή, δηλαδή στα Άγια των Αγίων (τον ουρανό).
Δεῦτε οἱ πιστοί, τῷ τάφῳ προσέλθωμεν, τῆς Θεομήτορος, καὶ περιπτυξώμεθα, καρδίας χείλη ὄμματα μέτωπα, εἰλικρινῶς προσάπτοντες, καὶ ἀρυσώμεθα, ἰαμάτων, ἄφθονα χαρίσματα, ἐκ πηγῆς ἀενάου βλυστάνοντα.
Ελάτε, πιστοί, να πλησιάσουμε τον τάφο της Μητέρας του Θεού και να τον αγκαλιάσουμε, ακουμπώντας με ειλικρίνεια πάνω του τις καρδιές, τα χείλη, τα μάτια, τα μέτωπα και να αντλήσουμε άφθονα χαρίσματα ιαμάτων που αναβλύζουν από ανεξάντλητη πηγή.
Δέχου παρ' ἡμῶν, ᾠδὴν τὴν ἐξόδιον, Μῆτερ τοῦ ζῶντος Θεοῦ, καὶ τῇ φωτοφόρῳ σου, καὶ θείᾳ ἐπισκίασον χάριτι, τῷ Βασιλεῖ τὰ τρόπαια, τῷ φιλοχρίστῳ λαῷ, τήν εἰρήνην, ἄφεσιν τοῖς μέλπουσι, καὶ ψυχῶν σωτηρίαν βραβεύουσα.
Κάνε δεκτό από εμάς τη νεκρική ύμνο, Μητέρα του ζωντανού Θεού· και σπέπασέ μας με τη φωτεινή και θεία χάρη σου, δίνοντας ως βραβείο στον Βασιλιά τις νίκες, στο λαό που αγαπά το Χριστό την ειρήνη και σε αυτούς που σου ψέλνουν, άφεση και σωτηρία των ψυχών.
Συναπτὴ μικρά, μεθ᾿ ἣν ἐκφώνησις· Ὅτι σὲ αἰνοῦσι…
Ἐξαποστειλάριον Ἦχος γ' ἐκ τρίτου
Ἀπόστολοι ἐκ περάτων, συναθροισθέντες ἐνθάδε, Γεθσημανῇ τῷ χωρίῳ, κηδεύσατέ μου τὸ σῶμα, καὶ σὺ Υἱὲ καὶ Θεέ μου, παράλαβέ μου τὸ πνεῦμα.
Απόστολοι που συγκεντρωθήκατε από τα πέρατα της γης εδώ, στον τόπο της Γεθσημανή, κηδέψτε μου το σώμα και Εσύ Υιέ και Θεέ μου, παράλαβε το πνεύμα μου.
ΑΙΝΟΙ Ἦχος δ´.
Πᾶσα πνοὴ αἰνεσάτω τὸν Κύριον. Αἰνεῖτε τὸν Κύριον ἐκ τῶν οὐρανῶν, αἰνεῖτε αὐτὸν ἐν τοῖς ὑψίστοις. Σοὶ πρέπει ὕμνος τῷ Θεῷ.
Κάθε τι που αναπνέει ας δοξολογήσει τον Κύριο. Δοξολογείτε τον Κύριο από τους ουρανούς. Δοξολογείτε Τον από τα υψηλότατα μέρη του ορίζοντα. Σε Σένα ανήκει ύμνος, Θεέ.
Αἰνεῖτε αὐτόν, πάντες οἱ ἄγγελοι αὐτοῦ· αἰνεῖτε αὐτόν, πᾶσαι αἱ δυνάμεις αὐτοῦ. Σοὶ πρέπει ὕμνος τῷ Θεῷ.
Δοξολογείτε τον Κύριο όλοι οι άγγελοί Του· δοξολογείτε αυτόν όλες οι (αγγελικές) δυνάμεις Του. Σε Σένα ανήκει ύμνος, Θεέ.
Στίχος: Αἰνεῖτε αὐτὸν ἐπὶ ταῖς δυναστείαις αὐτοῦ, αἰνεῖτε αὐτὸν κατὰ τὸ πλῆθος τῆς μεγαλωσύνης αὐτοῦ.
Ὡς γενναῖον ἐν Μάρτυσι
Τῇ ἐνδόξῳ Κοιμήσει σου, οὐρανοὶ ἐπαγάλλονται, καὶ Ἀγγέλων γέγηθε τὰ στρατεύματα, πᾶσα ἡ γῆ δὲ εὐφραίνεται, ᾠδὴν σοι ἐξόδιον προσφωνοῦσα τῇ Μητρί, τοῦ τῶν ὅλων δεσπόζοντος, ἀπειρόγαμε, Παναγία Παρθένε, ἡ τὸ γένος τῶν ἀνθρώπων ῥυσαμένη, προγονικῆς ἀποφάσεως.
Με την ένδοξη Κοίμησή σου, τα ουράνια αγάλλονται και των Αγγέλων χαίρονται τα στρατεύματα, όλη η γη επίσης ευφραίνεται απευθύνοντας το νεκρικό ύμνο σε σένα, την Μητέρα αυτού που δεσπόζει σε όλα· εσύ που δεν έλαβες πείρα γάμου, Παναγία Παρθένε, εσύ που έσωσες το γένος των ανθρώπων από την (καταδικαστική) απόφαση του Θεού εναντίον των προγόνων μας (πρωτοπλάστων).
Στίχος: Αἰνεῖτε αὐτὸν ἐν ἤχῳ σάλπιγγος, αἰνεῖτε αὐτὸν ἐν ψαλτηρίῳ καὶ κιθάρᾳ. Το ίδιο…
Στίχος: Αἰνεῖτε αὐτὸν ἐν τυμπάνῳ καὶ χορῷ, αἰνεῖτε αὐτὸν ἐν χορδαῖς καὶ ὀργάνῳ .
Ἐκ περάτων συνέδραμον, Ἀποστόλων οἱ πρόκριτοι, θεαρχίῳ, νεύματι τοῦ κηδεῦσαί σε, καὶ ἀπὸ γῆς αἰρομένην σε, πρὸς ὕψος θεώμενοι, τὴν φωνὴν τοῦ Γαβριήλ, ἐν χαρᾷ ἀνεβόων σοι· Χαῖρε ὄχημα, τῆς Θεότητος ὅλης, χαῖρε μόνη, τὰ ἐπίγεια τοῖς ἄνω, τῷ τοκετῷ σου συνάψασα.
Από τα πέρατα της γης έτρεξαν μαζί, των Αποστόλων οι επίλεκτοι, με θεϊκό νεύμα για να σε κηδεύσουν· και βλέποντας να υψώνεσαι από τη γη στα ύψη, τα λόγια του Γαβριήλ με χαρά σού φώναζαν· Χαίρε όχημα όλης της Θεότητας, χαίρε η μόνη που ένωσες τα επίγεια με τα ουράνια με τον τοκετό σου.
Στίχος: Αἰνεῖτε αὐτὸν ἐν κυμβάλοις εὐήχοις, αἰνεῖτε αὐτὸν ἐν κυμβάλοις ἀλλαλαγμοῦ, Πᾶσα πνοὴ αἰνεσάτω τὸν Κύριον.
Τὴν ζωὴν ἡ κυήσασα, πρὸς ζωὴν μεταβέβηκας, τῇ σεπτῇ Κοιμήσει σου τὴν ἀθάνατον, δορυφορούντων Ἀγγέλων σοι, Ἀρχῶν καὶ Δυνάμεων, Ἀποστόλων Προφητῶν, καὶ ἁπάσης τῆς κτίσεως, δεχομένου τε, ἀκηράτοις παλάμαις τοῦ Υἱοῦ σου, τὴν ἀμώμητον ψυχήν σου, Παρθενομῆτορ Θεόνυμφε.
Εσύ που γέννησες τη ζωή, πήγες στη ζωή με την σεβάσμια Κοίμησή σου την αθάνατη· και σε συνόδευαν τιμητικά Άγγελοι, Αρχές και Δυνάμεις, Απόστολοι, Προφήτες και όλη η κτίση· και ο Υιός σου δεχόταν στις αμόλυντες παλάμες του, την ακηλίδωτη ψυχή σου, Παρθένα Μητέρα, νύφη του Θεού.
Δόξα... Καὶ νῦν... Ἦχος πλ. β'
Τῇ ἀθανάτῳ σου Κοιμήσει, Θεοτόκε Μήτηρ τῆς ζωῆς, νεφέλαι τοὺς Ἀποστόλους, αἰθερίους διήρπαζον, καὶ κοσμικῶς διεσπαρμένους, ὁμοχώρους παρέστησαν τῷ ἀχράντῳ σου σώματι· οἳ καὶ κηδεύσαντες σεπτῶς, τὴν φωνὴν τοῦ Γαβριήλ, μελῳδοῦντες ἀνεβόων· Χαῖρε κεχαριτωμένη, Παρθένε Μήτηρ ἀνύμφευτε, ὁ Κύριος μετὰ σοῦ. Μεθ' ὧν ὡς Υἱόν σου καὶ Θεὸν ἡμῶν, ἱκέτευε σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.
Στην αθάνατη Κοίμησή σου, Θεοτόκε, Μητέρα της ζωής, σύννεφα τους Αποστόλους τους άρπαζαν στον αέρα και ενώ ήταν διασκορπισμένοι ανά τον κόσμο, τους έφεραν μαζί στο ίδιο μέρος, δίπλα στο αμόλυντο σώμα σου· εκείνοι, αφού το κήδευσαν με σεβάσμιο τρόπο, φώναζαν μελωδικά τα λόγια του Γαβριήλ· Χαίρε, η γεμάτη με όλες τις χάρες, Παρθένε Μητέρα που δεν νυμφεύθηκες, ο Κύριος είναι μαζί σου. Μαζί με αυτούς, επειδή είναι Υιός σου και Θεός μας, ικέτευέ Τον, να σωθούν οι ψυχές μας.
Δοξολογία μεγάλη και το απολυτίκιο
Ἦχος α'
Ἐν τῇ Γεννήσει τὴν παρθενίαν ἐφύλαξας, ἐν τῇ Κοιμήσει τὸν κόσμον οὐ κατέλιπες Θεοτόκε. Μετέστης πρὸς τὴν ζωήν, μήτηρ ὑπάρχουσα τῆς ζωῆς, καὶ ταῖς πρεσβείαις ταῖς σαῖς λυτρουμένη, ἐκ θανάτου τὰς ψυχὰς ἡμῶν.
Στη Γέννηση (του Χριστού) φύλαξες την παρθενία, στην Κοίμηση τον κόσμο δεν τον εγκατέλειψες Θεοτόκε. Μεταφέρθηκες προς τη ζωή, εσύ που είσαι μητέρα της ζωής και με τις πρεσβείες τις δικές σου λυτρώνεις από το θάνατο τις ψυχές μας.
Στη Θεία Λειτουργία
Ἀντίφωνον Α': Στίχος α'. Ἀλαλάξατε τῷ Θεῷ πᾶσα ἡ γῆ.
Ταῖς πρεσβείαις τῆς Θεοτόκου...
Στίχος β'. Ἐξομολογεῖσθε αὐτῷ, αἰνεῖτε τὸ ὄνομα αὐτοῦ. Στίχος γ'. Ἐν πόλει Κυρίου τῶν δυνάμεων, ἐν πόλει Θεοῦ ἡμῶν. Στίχος δ'. Ἐγενήθη ἐν εἰρήνῃ ὁ τόπος αὐτοῦ, καὶ τὸ κατοικητήριον αὐτοῦ ἐν Σιών.
Ἀντίφωνον Β': Στίχος α'. Ἀγαπᾷ Κύριος τὰς πύλας Σιών, ὑπὲρ πάντα τὰ σκηνώματα Ἰακώβ.
Σῶσον ἡμᾶς Υἱὲ Θεοῦ, ὁ ἐν Ἁγίοις θαυμαστός, ψάλλοντάς σοι. Ἀλληλούϊα.
Στίχος β'. Δεδοξασμένα ἐλαλήθη περὶ σοῦ, ἡ πόλις τοῦ Θεοῦ. Στίχος γ'. Ὁ Θεὸς ἐθεμελίωσεν αὐτὴν εἰς τὸν αἰῶνα. Στίχος δ'. Ἡγίασε τὸ σκήνωμα αὐτοῦ ὁ Ὕψιστος. Δόξα... Καὶ νῦν... Ὁ μονογενὴς Υἱὸς καὶ Λόγος...
Ἀντίφωνον Γ': Στίχος α'. Ἑτοίμη ἡ καρδία μου, ὁ Θεός, ἑτοίμη ἡ καρδία μου.
Ἦχος α'
Ἐν τῇ Γεννήσει τὴν παρθενίαν ἐφύλαξας, ἐν τῇ Κοιμήσει τὸν κόσμον οὐ κατέλιπες Θεοτόκε. Μετέστης πρὸς τὴν ζωήν, μήτηρ ὑπάρχουσα τῆς ζωῆς, καὶ ταῖς πρεσβείαις ταῖς σαῖς λυτρουμένη, ἐκ θανάτου τὰς ψυχὰς ἡμῶν.
Στη Γέννηση (του Χριστού) φύλαξες την παρθενία, στην Κοίμηση τον κόσμο δεν τον εγκατέλειψες Θεοτόκε. Μεταφέρθηκες προς τη ζωή, εσύ που είσαι μητέρα της ζωής και με τις πρεσβείες τις δικές σου λυτρώνεις από το θάνατο τις ψυχές μας.
Εἰσοδικὸν
Δεῦτε προσκυνήσωμεν, καὶ προσπέσωμεν Χριστῷ. Σῶσον ἡμᾶς Υἱὲ Θεοῦ, ὁ ἐν ἁγίοις θαυμαστός, ψάλλοντάς σοι· Ἀλληλούϊα.
Κοντάκιον Ἦχος πλ. β' Αὐτόμελον
Τὴν ἐν πρεσβείαις ἀκοίμητον Θεοτόκον, καὶ προστασίαις ἀμετάθετον ἐλπίδα, τάφος καὶ νέκρωσις οὐκ ἐκράτησεν· ὡς γὰρ ζωῆς Μητέρα, πρὸς τὴν ζωὴν μετέστησεν, ὁ μήτραν οἰκήσας ἀειπάρθενον.
Την Θεοτόκο που είναι ακοίμητη στις πρεσβείες και αμετακίνητη ελπίδα στις προστασίες, ο τάφος και η νέκρωση δεν την κράτησε· διότι ως Μητέρα της ζωής, την μετέφερε προς την ζωή, αυτός που κατοίκησε σε μήτρα παντοτινά παρθένα.
Ἀπόστολος
Προκείμενον. Ἦχος γ' Ὠδή τῆς Θεοτόκου [Λουκ. α]
Στίχ. Μεγαλύνει ἡ ψυχή μου τὸν Κύριον καὶ ἠγαλλίασε τὸ πνεῦμά μου ἐπὶ τῷ Θεῷ τῷ σωτῆρί μου.
Στίχ. Ὅτι ἐπέβλεψεν ἐπὶ τὴν ταπείνωσιν τῆς δούλης αὐτοῦ.
Πρὸς Φιλιππησίους Ἐπιστολῆς Παύλου τὸ Ἀναγνωσμα.Κεφ. 2:5-11
Ἀδελφοί, τοῦτο φρονείσθω ἐν ὑμῖν ὃ καὶ ἐν Χριστῷ ᾿Ιησοῦ, ὃς ἐν μορφῇ Θεοῦ ὑπάρχων οὐχ ἁρπαγμὸν ἡγήσατο τὸ εἶναι ἴσα Θεῷ, ἀλλ᾿ ἑαυτὸν ἐκένωσε μορφὴν δούλου λαβών, ἐν ὁμοιώματι ἀνθρώπων γενόμενος, καὶ σχήματι εὑρεθεὶς ὡς ἄνθρωπος ἐταπείνωσεν ἑαυτὸν γενόμενος ὑπήκοος μέχρι θανάτου, θανάτου δὲ σταυροῦ. Διὸ καὶ ὁ Θεὸς αὐτὸν ὑπερύψωσε καὶ ἐχαρίσατο αὐτῷ ὄνομα τὸ ὑπὲρ πᾶν ὄνομα, ἵνα ἐν τῷ ὀνόματι ᾿Ιησοῦ πᾶν γόνυ κάμψῃ ἐπουρανίων καὶ ἐπιγείων καὶ καταχθονίων, καὶ πᾶσα γλῶσσα ἐξομολογήσηται ὅτι Κύριος ᾿Ιησοῦς Χριστὸς εἰς δόξαν Θεοῦ πατρός.
Αδελφοί, να υπάρχει μεταξύ σας το ίδιο φρόνημα που είχε κι ο Ιησούς Χριστός, ο οποίος, αν και ήταν Θεός, δε θεώρησε την ισότητά του με το Θεό αποτέλεσμα αρπαγής, αλλά τα απαρνήθηκε όλα, και πήρε μορφή δούλου· έγινε άνθρωπος· και όντας πραγματικός άνθρωπος ταπεινώθηκε θεληματικά υπακούοντας μέχρι θανάτου, και μάλιστα θανάτου σταυρικού. Γι’ αυτό και ο Θεός τον ανέβασε πολύ ψηλά και του χάρισε το όνομα που είναι πάνω απ’ όλα τα ονόματα. Έτσι, στο όνομα του Ιησού όλα τα επουράνια, τα επίγεια και τα υποχθόνια θα προσκυνήσουν, και κάθε γλώσσα θα ομολογήσει ότι Κύριος είναι ο Ιησούς Χριστός, για να δοξάζεται έτσι ο Θεός Πατέρας.
Ἀλληλούϊα [γ΄]. Ἦχος πλ. δ΄ [Ψαλμός 131].
Στίχ. Ἀνάστηθι, Κύριε, εἰς τὴν ἀνάπαυσίν σου.
Στίχ. Ὤμοσε Κύριος τῷ Δαυΐδ ἀλήθειαν καὶ οὐ μὴ ἀθετήσει αὐτήν.
Εὐαγγέλιον.
Ἐκ τοῦ κατὰ Λουκᾶν. Κεφ. 10:38-42; 11:27-28
Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, εἰσῆλθεν ὁ ᾿Ιησοῦς εἰς κώμην τινά. γυνὴ δέ τις, ὀνόματι Μάρθα, ὑπεδέξατο αὐτὸν εἰς τὸν οἶκον αὐτῆς. Καὶ τῇδε ἦν ἀδελφὴ καλουμένη Μαρία, ἣ καὶ παρακαθίσασα παρὰ τοὺς πόδας τοῦ ᾿Ιησοῦ, ἤκουε τὸν λόγον αὐτοῦ. Ἡ δὲ Μάρθα περιεσπᾶτο περὶ πολλὴν διακονίαν· ἐπιστᾶσα δὲ εἶπε· Κύριε, οὐ μέλει σοι ὅτι ἡ ἀδελφή μου μόνην με κατέλιπε διακονεῖν; εἰπὲ οὖν αὐτῇ ἵνα μοι συναντιλάβηται. Ἀποκριθεὶς δὲ εἶπεν αὐτῇ ὁ ᾿Ιησοῦς· Μάρθα, Μάρθα, μεριμνᾷς καὶ τυρβάζῃ περὶ πολλά, ἑνὸς δέ ἐστι χρεία. Μαρία δὲ τὴν ἀγαθὴν μερίδα ἐξελέξατο, ἥτις οὐκ ἀφαιρεθήσεται ἀπ᾿ αὐτῆς. ᾿Εγένετο δὲ ἐν τῷ λέγειν αὐτὸν ταῦτα, ἐπάρασά τις γυνὴ φωνὴν ἐκ τοῦ ὄχλου, εἶπεν αὐτῷ· Μακαρία ἡ κοιλία ἡ βαστάσασά σε, καὶ μαστοὶ οὓς ἐθήλασας. Αὐτὸς δὲ εἶπε· Μενοῦνγε μακάριοι οἱ ἀκούοντες τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ, καὶ φυλάσσοντες αὐτόν.
Εκείνο τον καιρό ο Ιησούς, μπήκε σ’ ένα χωριό, και τον υποδέχτηκε σπίτι της κάποια γυναίκα που την έλεγαν Μάρθα. Αυτή είχε μια αδερφή που ονομαζόταν Μαρία, κι η οποία κάθισε στα πόδια του Ιησού και άκουγε τη διδασκαλία του. Αντίθετα, η Μάρθα δούλευε ασταμάτητα για να τους περιποιηθεί. Πήγε λοιπόν στον Ιησού και του είπε: «Κύριε, δε νοιάζεσαι που η αδερφή μου με άφησε μόνη να σε περιποιούμαι; Πες της, λοιπόν, να με βοηθήσει». Ο Ιησούς της αποκρίθηκε: «Μάρθα, Μάρθα, ασχολείσαι κι αγωνιάς για πολλά πράγματα, ενώ ένα μόνο χρειάζεται. Αυτό διάλεξε η Μαρία, και δεν πρόκειται να της το αφαιρέσει κανείς».Ενώ έλεγε αυτά ο Ιησούς, κάποια γυναίκα από το πλήθος έβγαλε μια δυνατή φωνή και του είπε: «Χαρά στη μάνα που σε γέννησε και σε θήλασε!» Κι εκείνος είπε: «Πιο πολύ χαρά σ’ εκείνους που ακούν το λόγο του Θεού και τον εφαρμόζουν!»
Εἰς τό, Ἐξαιρέτως Ἦχος α'
Αἱ γενεαὶ πᾶσαι, μακαρίζομέν σε, τὴν μόνην Θεοτόκον.
Ὁ Εἱρμὸς
Νενίκηνται τῆς φύσεως οἱ ὅροι, ἐν σοὶ Παρθένε ἄχραντε· παρθενεύει γὰρ τόκος, καὶ ζωὴν προμνηστεύεται θάνατος. Ἡ μετὰ τὸκον Παρθένος, καὶ μετὰ θάνατον ζῶσα, σῴζοις ἀεί, Θεοτόκε, τὴν κληρονομίαν σου.
Στο πρόσωπό σου, αμόλυντε Παρθένε, νικήθηκαν οι νόμοι της φύσεως! Διότι παραμένει παρθένος αυτή που γέννησε τον Υιό, και ο θάνατος συναντά από τώρα τη ζωή! Θεοτόκε, συ που συνεχίζεις να είσαι παρθένος μετά τη γέννα και να ζεις μετά το θάνατο, σώζε πάντοτε τους χριστιανούς που αποτελούν την κληρονομιά σου.
Κοινωνικὸν
Ποτήριον σωτηρίου λήψομαι, καὶ τὸ ὄνομα Κυρίου ἐπικαλέσομαι. Ἀλληλούϊα.
Η ΙΕΡΑ ΑΚΟΛΟΥΘΙΑ
ΤΟΥ ΕΣΠΕΡΙΝΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΟΡΘΡΟΥ
ΤΗΣ ΕΟΡΤΗΣ
ΤΗΣ ΚΟΙΜΗΣΕΩΣ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ
ΤΟ ΑΡΧΑΙΟ ΚΕΙΜΕΝΟ
ΚΑΙ Η ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΣΤΑ ΝΕΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ
Μετάφραση: αρχιμ. Νικόλαος Πουλάδας
Επιπροσθέτως:
Η μετάφραση των Καταβασιών του Όρθρου από τον Σεβ. Μητροπολίτη Νέας Σμύρνης κ. Συμεών
Η μετάφραση των αναγνωσμάτων της Παλαιάς Διαθήκης σε μετάφραση του Ι. Κολιτσάρα
Η μετάφραση των Αναγνωσμάτων του Όρθρου και της Θ. Λειτουργίας από την Ελληνική Βιβλική Εταιρία
ΕΝ ΤΩ ΜΕΓΑΛΩ ΕΣΠΕΡΙΝΩ
Ο ιερέας: Εὐλογητὸς ὁ Θεὸς ἡμῶν, πάντοτε, νῦν, καὶ ἀεί, καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
Ο Αναγνώστης: Δεῦτε, προσκυνήσωμεν καὶ προσπέσωμεν τῷ βασιλεῖ ἡμῶν Θεῷ.
Δεῦτε, προσκυνήσωμεν καὶ προσπέσωμεν Χριστῷ, τῷ βασιλεῖ ἡμῶν Θεῷ.
Δεῦτε, προσκυνήσωμεν καὶ προσπέσωμεν αὐτῷ Χριστῷ, τῷ βασιλεῖ καὶ Θεῷ ἡμῶν.
Ψαλμὸς 103
ΕΥΛΟΓΕΙ, ἡ ψυχή μου, τὸν Κύριον. Κύριε ὁ Θεός μου, ἐμεγαλύνθης σφόδρα, ἐξομολόγησιν καὶ μεγαλοπρέπειαν ἐνεδύσω ἀναβαλλόμενος φῶς ὡς ἱμάτιον, ἐκτείνων τὸν οὐρανὸν ὡσεὶ δέρριν· ὁ στεγάζων ἐν ὕδασι τὰ ὑπερῷα αὐτοῦ, ὁ τιθεὶς νέφη τὴν ἐπίβασιν αὐτοῦ, ὁ περιπατῶν ἐπὶ πτερύγων ἀνέμων· ὁ ποιῶν τοὺς ἀγγέλους αὐτοῦ πνεύματα καὶ τοὺς λειτουργοὺς αὐτοῦ πυρὸς φλόγα. ὁ θεμελιῶν τὴν γῆν ἐπὶ τὴν ἀσφάλειαν αὐτῆς, οὐ κλιθήσεται εἰς τὸν αἰῶνα τοῦ αἰῶνος. ἄβυσσος ὡς ἱμάτιον τὸ περιβόλαιον αὐτοῦ, ἐπὶ τῶν ὀρέων στήσονται ὕδατα· ἀπὸ ἐπιτιμήσεώς σου φεύξονται, ἀπὸ φωνῆς βροντῆς σου δειλιάσουσιν. ἀναβαίνουσιν ὄρη καὶ καταβαίνουσι πεδία εἰς τὸν τόπον ὃν ἐθεμελίωσας αὐτά· ὅριον ἔθου, ὃ οὐ παρελεύσονται, οὐδὲ ἐπιστρέψουσι καλύψαι τὴν γῆν. ὁ ἐξαποστέλλων πηγὰς ἐν φάραγξιν, ἀνὰ μέσον τῶν ὀρέων διελεύσονται ὕδατα· ποτιοῦσι πάντα τὰ θηρία τοῦ ἀγροῦ, προσδέξονται ὄναγροι εἰς δίψαν αὐτῶν· ἐπ᾿ αὐτὰ τὰ πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ κατασκηνώσει, ἐκ μέσου τῶν πετρῶν δώσουσι φωνήν. ποτίζων ὄρη ἐκ τῶν ὑπερῴων αὐτοῦ, ἀπὸ καρποῦ τῶν ἔργων σου χορτασθήσεται ἡ γῆ. ὁ ἐξανατέλλων χόρτον τοῖς κτήνεσι καὶ χλόην τῇ δουλείᾳ τῶν ἀνθρώπων τοῦ ἐξαγαγεῖν ἄρτον ἐκ τῆς γῆς· καὶ οἶνος εὐφραίνει καρδίαν ἀνθρώπου τοῦ ἱλαρῦναι πρόσωπον ἐν ἐλαίῳ, καὶ ἄρτος καρδίαν ἀνθρώπου στηρίζει. χορτασθήσονται τὰ ξύλα τοῦ πεδίου, αἱ κέδροι τοῦ Λιβάνου, ἃς ἐφύτευσας. ἐκεῖ στρουθία ἐννοσσεύσουσι, τοῦ ἐρωδιοῦ ἡ οἰκία ἡγεῖται αὐτῶν. ὄρη τὰ ὑψηλὰ ταῖς ἐλάφοις, πέτρα καταφυγὴ τοῖς λαγωοῖς. ἐποίησε σελήνην εἰς καιρούς, ὁ ἥλιος ἔγνω τὴν δύσιν αὐτοῦ. ἔθου σκότος, καὶ ἐγένετο νύξ· ἐν αὐτῇ διελεύσονται πάντα τὰ θηρία τοῦ δρυμοῦ. σκύμνοι ὠρυόμενοι τοῦ ἁρπάσαι καὶ ζητῆσαι παρὰ τῷ Θεῷ βρῶσιν αὐτοῖς. ἀνέτειλεν ὁ ἥλιος, καὶ συνήχθησαν καὶ εἰς τὰς μάνδρας αὐτῶν κοιτασθήσονται. ἐξελεύσεται ἄνθρωπος ἐπὶ τὸ ἔργον αὐτοῦ καὶ ἐπὶ τὴν ἐργασίαν αὐτοῦ ἕως ἑσπέρας. ὡς ἐμεγαλύνθη τὰ ἔργα σου, Κύριε· πάντα ἐν σοφίᾳ ἐποίησας, ἐπληρώθη ἡ γῆ τῆς κτίσεώς σου. αὕτη ἡ θάλασσα ἡ μεγάλη καὶ εὐρύχωρος, ἐκεῖ ἑρπετά, ὧν οὐκ ἔστιν ἀριθμός, ζῷα μικρὰ μετὰ μεγάλων· ἐκεῖ πλοῖα διαπορεύονται, δράκων οὗτος, ὃν ἔπλασας ἐμπαίζειν αὐτῇ. πάντα πρὸς σὲ προσδοκῶσι, δοῦναι τὴν τροφὴν αὐτῶν εἰς εὔκαιρον. δόντος σου αὐτοῖς συλλέξουσιν,
Μόνο σε ναούς που πανηγυρίζουν Ψάλλονται τα ΑΝΟΙΞΑΝΤΑΡΙΑ
Ανοίξαντός σου την χείρα, τα σύμπαντα πλησθήσονται χρηστότητας, αποστρέψαντος δε σου το πρόσωπον ταραχθήσονται. (Δόξα Σοι ο Θεός Αλληλούια)
Αντανελείς το πνεύμα αυτών και εκλείψουσι, και εις τον χουν αυτών έπιστρέψουσιν (Δόξα Σοι ο Θεός Αλληλούια)
Εξαποστελείς το πνεύμα σου και κτισθήσονται, καί ανακαινιείς το πρόσωπον της γης (Δόξα Σοι Πάτερ, Δόξα Σοι Υιέ, Δόξα Σοι το Πνεύμα το Άγιον Δόξα Σοι ο Θεός Αλληλούια)
Ήτω η δόξα Κυρίου εις τους αιώνας· ευφρανθήσεται Κύριος επί τοις έργοις αυτού (Δόξα Σοι Άγιε, Δόξα Σοι Κύριε, Δόξα Σοι Βασιλεύ Ουράνιε, Δόξα Σοι ο Θεός Αλληλούια)
Ο επιβλέπων επί την γην και ποιών αυτήν τρέμειν, ο απτόμενος των ορέων και καπνίζονται (Δόξα Σοι Άγιε, Δόξα Σοι Κύριε, Δόξα Σοι Βασιλεύ Ουράνιε, Δόξα Σοι το Πνεύμα το Άγιον, Δόξα Σοι ο Θεός Αλληλούια )
Άσω τω Κυρίω εν τη ζωή μου, ψαλώ τω Θεώ μου έως υπάρχω (Δόξα Σοι Τρισυπόστατε Θεότης, Πάτερ, Υιέ και Πνεύμα, Σε προσκυνούμεν και δοξάζομεν, Δόξα Σοι ο Θεός Αλληλούια).
Ηδυνθείη αυτώ η διαλογή μου, εγώ δε ευφρανθήσομαι επί τω Κυρίω (Δόξα Σοι Πάτερ άναρχε, Δόξα Σοι Υιέ συνάναρχε, Δόξα Σοι το Πνεύμα το Άγιον, το ομοούσιον και ομόθρονον, Τριάς Αγία Δόξα Σοι, Δόξα Σοι ο Θεός Αλληλούια).
Εκλείποιεν αμαρτωλοί από της γης και άνομοι, ώστε μη υπάρχειν αυτούς (Δόξα Σοι Πάτερ, Δόξα Σοι Υιέ, Δόξα Σοι το Πνεύμα το Άγιον, Τριάς Αγία Δόξα Σοι, Δόξα Σοι ο Θεός Αλληλούια).
Ευλόγει, η ψυχή μου, τον Κύριον ο ήλιος έγνω την δύσιν αυτού, έθου σκότος και εγένετο νυξ (Δόξα Σοι Βασιλεύ επουράνιε, Δόξα Σοι Παντοκράτωρ συν Υιώ και Πνεύματι, Δόξα σοι ο Θεός Αλληλούια)
Ως εμεγαλύνθη τα έργα Σου Κύριε, πάντα εν σοφία εποίησας (Δόξα Σοι Πάτερ αγέννητε, Δόξα Σοι Υιέ γεννητέ, Δόξα Σοι το Πνεύμα το Άγιον, το εκ του Πατρός εκπορευόμενον και εν Υιώ αναπαυόμενον, Τριάς Αγία Δόξα Σοι, Δόξα Σοι ο Θεός Αλληλούια )
Δόξα Πατρί και Υιώ και Αγίω Πνεύματι. Kαι νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων αμήν
Αλληλούια, Αλληλούια, Αλληλούια, Δόξα Σοι ο Θεός αλληλούια (δις)
Αλληλούια, Αλληλούια, Αλληλούια, Δόξα Σοι ο Θεός ημών ΔΟΞΑ ΣΟΙ.
Ο Διάκονος: Ἐν εἰρήνῃ τοῦ Κυρίου δεηθῶμεν… κτλ. Ο ιερέας την εκφώνηση: Ὅτι πρέπει σοι, πᾶσα δόξα… Έπειτα ψάλλουμε σε ήχο α΄ :
Κύριε ἐκέκραξα πρὸς σέ, εἰσάκουσόν μου, εἰσάκουσόν μου, Κύριε. Κύριε, ἐκέκραξα πρὸς σέ, εἰσάκουσόν μου πρόσχες τῇ φωνῇ τῆς δεήσεώς μου, ἐν τῷ κεκραγέναι με πρὸς σὲ εἰσάκουσόν μου, Κύριε. (ακριβώς από κάτω στο εξής η μετάφραση)
Κύριε, φώναξα δυνατά προς Εσένα, άκουσέ με καλά, άκουσέ με Κύριε. Κύριε, φώναξα δυνατά προς Εσένα, άκουσέ με. Πρόσεξε στη φωνή της δέησής μου, την ώρα που κραυγάζω προς Εσένα, άκουσέ με Κύριε.
Κατευθυνθήτω ἡ προσευχή μου, ὡς θυμίαμα ἐνώπιόν σου, ἔπαρσις τῶν χειρῶν μου θυσία ἑσπερινὴ εἰσάκουσόν μου, Κύριε.
Ας κατευθυνθεί η προσευχή μου μπροστά Σου σαν θυμίαμα. Η ανύψωση των χεριών μου (ας γίνει δεκτή) σαν εσπερινή θυσία. Άκουσέ με, Κύριε.
Στίχ. Ἐὰν ἀνομίας παρατηρήσῃς, Κύριε, Κύριε τίς ὑποστήσεται; ὅτι παρὰ σοὶ ὁ ἱλασμός ἐστιν.
Κύριε, Κύριε, εάν εξετάσεις αμαρτίες, ποιος μπορεί να σταθεί; (παίρνω όμως το θάρρος) γιατί σε σένα υπάρχει η συγχώρεση.
Ἦχος α' Αὐτόμελον
Ὢ τοῦ παραδόξου θαύματος! ἡ πηγὴ τῆς ζωῆς, ἐν μνημείῳ τίθεται, καὶ κλῖμαξ πρὸς οὐρανόν, ὁ τάφος γίνεται. Εὐφραίνου Γεθσημανῆ, τῆς Θεοτόκου τὸ ἅγιον τέμενος. Βοήσωμεν οἱ πιστοί, τὸν Γαβριὴλ κεκτημένοι ταξίαρχον, Κεχαριτωμένη χαῖρε, μετὰ σοῦ ὁ Κύριος, ὁ παρέχων τῷ κόσμῳ διὰ σοῦ τὸ μέγα ἔλεος.
Τι παράδοξο θαύμα! Η πηγή της ζωής, τοποθετείται σε μνήμα και ο τάφος γίνεται σκάλα προς τον ουρανό. Να χαίρεσαι Γεθσημανή, εσύ που είσαι της Θεοτόκου ο άγιος ναός. Ας φωνάξουμε οι πιστοί, έχοντας τον Γαβριήλ για αρχηγό μας, Εσύ που είσαι γεμάτη με χάρες χαίρε, είναι μαζί σου ο Κύριος, ο οποίος παρέχει στον κόσμο μέσα από σένα το μέγα έλεος.
Στίχ. Ἕνεκεν τοῦ ὀνόματός σου ὑπέμεινά σε, Κύριε, ὑπέμεινεν ἡ ψυχή μου εἰς τὸν λόγον σου, ἤλπισεν ἡ ψυχή μου ἐπὶ τὸν Κύριον.
Για το όνομά σου, σε περιμένω, Κύριε. Περιμένει η ψυχή μου την υπόσχεσή σου. Στήριξε η ψυχή μου την ελπίδα στον Κύριο.
Το ίδιο…
Στίχ. Ἀπὸ φυλακῆς πρωΐας μέχρι νυκτός, ἀπὸ φυλακῆς πρωΐας ἐλπισάτω Ἰσραὴλ ἐπὶ τὸν Κύριον.
Από τα χαράματα μέχρι το βράδυ, από τα χαράματα, ας ελπίζει στον Κύριο ο Ισραηλιτικός λαός
Βαβαὶ τῶν σῶν μυστηρίων ἁγνή! τοῦ Ὑψίστου θρόνος, ἀνεδείχθης Δέσποινα, καὶ γῆθεν πρὸς οὐρανόν, μετέστης σήμερον. Ἡ δόξα σου εὐπρεπής, θεοφεγγέσιν ἐκλάμπουσα χάριτι, Παρθένοι σὺν τῇ Μητρὶ τοῦ Βασιλέως πρὸς ὕψος ἐπάρθητε. Κεχαριτωμένη χαῖρε, μετὰ σοῦ ὁ Κύριος, ὁ παρέχων τῷ κόσμῳ, διὰ σοῦ τὸ μέγα ἔλεος.
Ω, τι μυστήρια συμβαίνουν σε σένα αγνή! Του Υψίστου θρόνος αναδείχτηκες Δέσποινα και από τη γη προς τον ουρανό μεταφέρθηκες σήμερα. Η δόξα σου είναι πανέμορφη, αφού λάμπει με χάρες που έχουν θεία λάμψη· Παρθένες μαζί με τη Μητέρα του Βασιλιά, ανυψωθείτε ψηλά. Εσύ που είσαι γεμάτη με χάρες χαίρε, είναι μαζί σου ο Κύριος, ο οποίος παρέχει στον κόσμο μέσα από σένα το μέγα έλεος.
Στίχ. Ὅτι παρὰ τῷ Κυρίῳ τὸ ἔλεος, καὶ πολλὴ παρ' αὐτῷ, λύτρωσις καὶ αὐτὸς λυτρώσεται τὸν Ἰσραὴλ ἐκ πασῶν τῶν ἀνομιῶν αὐτοῦ.
Διότι στον Κύριο υπάρχει το έλεος και πολλή σε αυτόν λύτρωση· και αυτός θα λυτρώσει τον Ισραήλ από όλες τις ανομίες του.
Το ίδιο….
Στίχ. Αἰνεῖτε τὸν Κύριον πάντα τὰ ἔθνη, ἐπαινέσατε αὐτόν, πάντες οἱ λαοί.
Δοξολογείτε τον Κύριο όλα τα έθνη, επαινέστε Τον όλοι οι λαοί.
Τὴν σὴν δοξάζουσι Κοίμησιν, Ἐξουσίαι θρόνοι, Ἀρχαὶ Κυριότητες, Δυνάμεις καὶ Χερουβίμ, καὶ τὰ φρικτὰ Σεραφίμ. Ἀγάλλονται γηγενεῖς ἐπὶ τῇ θείᾳ σου δόξῃ κοσμούμενοι. Προσπίπτουσι βασιλεῖς, σὺν Ἀρχαγγέλοις Ἀγγέλοις καὶ μέλπουσι· Κεχαριτωμένη χαῖρε, μετὰ σοῦ ὁ Κύριος, ὁ παρέχων τῷ κόσμῳ, διὰ σοῦ τὸ μέγα ἔλεος.
Την Κοίμησή σου την δοξάζουν οι Εξουσίες, οι θρόνοι, οι Αρχές, οι Κυριότητες, οι Δυνάμεις και τα Χερουβίμ και τα φρικτά Σεραφίμ. Χαίρονται οι άνθρωποι στη γη, επειδή τιμώνται με τη θεία σου δόξα. Πέφτουν στα πόδια σου προσκυνώντας βασιλιάδες, μαζί με Αρχαγγέλους, Αγγέλους και ψέλνουν· Εσύ που είσαι γεμάτη με χάρες χαίρε, είναι μαζί σου ο Κύριος, ο οποίος παρέχει στον κόσμο μέσα από σένα το μέγα έλεος.
Στίχ. Ὅτι ἐκραταιώθη τὸ ἔλεος αὐτοῦ ἐφ' ἡμᾶς, καὶ ἡ ἀλήθεια τοῦ Κυρίου μένει εἰς τὸν αἰῶνα.
Διότι δείχτηκε δυνατό το έλεός του σε εμάς και η αλήθεια του Κυρίου μένει αιώνια
Το ίδιο…
Δόξα... Καὶ νῦν... (σε οχτώ ήχους) Ἦχος α'
Θεαρχίῳ νεύματι, πάντοθεν οἱ θεοφόροι Ἀπόστολοι, ὑπὸ νεφῶν μεταρσίως αἰρόμενοι.
Με θεϊκό νεύμα, από όλα τα μέρη οι θεοφόροι Απόστολοι, σηκώθηκαν από τα σύννεφα στον αέρα.
Ἦχος πλ. α'
Καταλαβόντες τὸ πανάχραντον, καὶ ζωαρχικόν σου σκῆνος, ἐξόχως ἠσπάζοντο.
Και όταν έφτασαν στο σώμα σου που είναι πάναγνο και αρχή της ζωής (του Χριστού), με τρόπο έξοχο το φιλούσαν.
Ἦχος β'
Αἱ δὲ ὑπέρτατοι τῶν οὐρανῶν Δυνάμεις, σὺν τῷ οἰκείῳ Δεσπότῃ παραγενόμεναι.
Οι ανώτατες επίσης Δυνάμεις των ουρανών, φτάνοντας μαζί με τον δικό τους Δεσπότη,
Ἦχος πλ. β'
Τὸ θεοδόχον καὶ ἀκραιφνέστατον σῶμα προπέμπουσι, τῷ δέει κρατούμεναι, ὑπερκοσμίως δὲ προῴχοντο, καὶ ἀοράτως ἐβόων, ταῖς ἀνωτέραις ταξιαρχίαις· ἰδοὺ ἡ παντάνασσα θεόπαις παραγέγονεν.
Το σώμα που δέχτηκε το Θεό και είναι πεντακάθαρο, το συνοδεύουν στον τάφο, κρατώντας το με δέος, και με τρόπο υπερκόσμιο προηγούνταν και αόρατα φώναζαν στις ανώτερες αγγελικές ταξιαρχίες· να, η παντοβασίλισσα κόρη του Θεού έφτασε.
Ἦχος γ'
Ἄρατε πύλας, καὶ ταύτην ὑπερκοσμίως ὑποδέξασθε, τὴν τοῦ ἀενάου φωτὸς Μητέρα.
Ανοίξτε τις πύλες και υποδεχτείτε αυτήν με τρόπο υπερκόσμιο, αυτήν που είναι του αιωνίου φωτός η Μητέρα.
Ἦχος βαρὺς
Διὰ ταύτης γὰρ ἡ παγγενὴς τῶν βροτῶν σωτηρία γέγονεν, ᾗ ἀτενίζειν οὐκ ἰσχύομεν, καὶ ταύτῃ ἄξιον γέρας ἀπονέμειν ἀδύνατον.
Διότι μέσω αυτής πραγματοποιήθηκε η σωτηρία των ανθρώπων κάθε γένους, την οποία δεν μπορούμε να ατενίζουμε και το να αποδίδουμε σε αυτήν άξια τιμή, είναι αδύνατον.
Ἦχος δ'
Ταύτης γὰρ τὸ ὑπερβάλλον, ὑπερέχει πᾶσαν ἔννοιαν.
Διότι η υπεροχή αυτής, ξεπερνά κάθε σκέψη.
Ἦχος πλ. δ'
Διὸ ἄχραντε Θεοτόκε, ἀεὶ σὺν ζωηφόρῳ Βασιλεῖ, καὶ τόκῳ ζῶσα, πρέσβευε διηνεκῶς, περιφρουρῆσαι καὶ σῶσαι, ἀπὸ πάσης προσβολῆς ἐναντίας τὴν νεολαίαν σου· τὴν γὰρ σὴν προστασίαν κεκτήμεθα.
Για αυτό αμόλυντη Θεοτόκε, επειδή ζεις πάντοτε μαζί με τον Βασιλιά που φέρνει ζωή και τον οποίο γέννησες, πρέσβευε συνεχώς, να περιφρουρήσει και να σώσει από κάθε επίθεση εχθρική την νεολαία σου· διότι τη δική σου προστασία κατέχουμε.
Ἦχος α'
Εἰς τοὺς αἰῶνας, ἀγλαοφανῶς μακαρίζοντες.
Σε μακαρίζουμε σε όλους τους αιώνες με τρόπο λαμπρό.
Εἴσοδος, Σοφία Ὀρθοί ! (Ο Χριστός) είναι Σοφία. (Σηκωθείτε) όρθιοι.
Φῶς ἱλαρὸν ἁγίας δόξης, ἀθανάτου Πατρός, οὐρανίου, ἁγίου, μάκαρος, Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλθόντες ἐπὶ τὴν ἡλίου δύσιν, ἰδόντες φῶς ἑσπερινόν, ὑμνοῦμεν Πατέρα, Υἱόν, καὶ ἅγιον Πνεῦμα Θεόν. Ἄξιόν σε ἐν πᾶσι καιροῖς, ὑμνεῖσθαι φωναῖς αἰσίαις, Υἱὲ Θεοῦ, ζωὴν ὁ διδούς, Διὸ ὁ κόσμος σὲ δοξάζει.
Ιησού Χριστέ το γλυκό φως της αγίας δόξας του αθάνατου Πατέρα, του ουρανίου, του αγίου, του μακαριστού, αφού ήλθαμε με τη δύση του ηλίου και είδαμε το φως του δειλινού, υμνούμε τον Πατέρα, τον Υιό και το Άγιο Πνεύμα, τον (τριαδικό) Θεό. Σου αξίζει σε κάθε καιρό να υμνείσαι με χαρούμενες φωνές Υιέ του Θεού. Γι’ αυτό ο κόσμος σε δοξάζει.
Ο διάκονος: Εσπέρας προκείμενον: ψάλλεται το προκείμενον της ημέρας και μετά τα εξής Αναγνώσματα
Γενέσεως τὸ Ἀνάγνωσμα (Κεφ. 28, 10-17)
Ἐξῆλθεν Ἰακὼβ ἀπὸ τοῦ φρέατος τοῦ ὅρκου καὶ ἐπορεύθη εἰς Χαρράν, καὶ ἀπήντησε τόπω, καὶ ἐκοιμήθη ἐκεῖ· ἔδυ γὰρ ὁ ἥλιος, καὶ ἔλαβεν ἀπὸ τῶν λίθων τοῦ τόπου, καὶ ἔθηκε πρὸς κεφαλῆς αὐτοῦ, καὶ ἐκοιμήθη ἐν τῷ τόπῳ ἐκείνῳ, καὶ ἐνυπνιάσθη. Καὶ ἰδοὺ κλῖμαξ ἐστηριγμένη ἐν τῇ γῇ, ἧς ἡ κεφαλὴ ἀφικνεῖτο εἰς τὸν οὐρανόν, καὶ οἱ Ἄγγελοι τοῦ Θεοῦ ἀνέβαινον καὶ κατέβαινον ἐπ' αὐτῆς. Ὁ δὲ Κύριος ἐπεστήρικτο ἐπ' αὐτῆς, καὶ εἶπεν· Ἐγὼ εἰμι ὁ Θεὸς Ἀβραὰμ τοῦ πατρός σου, καὶ ὁ Θεὸς Ἰσαάκ, μὴ φοβοῦ. Ἡ γῆ, ἐφ' ἧς σὺ καθεύδεις ἐπ' αὐτῆς, σοὶ δώσω αὐτήν, καὶ τῷ σπέρματί σου.
Καὶ ἔσται τὸ σπέρμα σου ὡσεὶ ἄμμος τῆς γῆς καὶ πλατυνθήσεται ἐπὶ Θάλασσαν, καὶ Λίβα, καὶ Βορρᾶν, καὶ ἐπὶ ἀνατολάς, καὶ ἐνευλογηθήσονται ἐν σοὶ πᾶσαι αἱ φυλαὶ τῆς γῆς, καὶ ἐν τῷ σπέρματί σου.
Καὶ ἰδοὺ ἐγὼ εἰμι μετὰ σοῦ, διαφυλάσσων σὲ ἐν τῇ ὁδῷ πάσῃ, οὗ ἐὰν πορευθῇς, καὶ ἐπιστρέψω σε εἰς τὴν γῆν ταύτην, ὅτι οὐ μὴ σε ἐγκαταλίπω, ἕως τοῦ ποιῆσαι με πάντα ὅσα ἐλάλησά σοι. Καὶ ἐξηγέρθη Ἰακὼβ ἐκ τοῦ ὕπνου αὐτοῦ καὶ εἶπεν· Ὅτι ἐστὶ Κύριος ἐν τῷ τόπῳ τούτῳ, ἐγὼ δὲ οὐκ ᾔδειν. Καὶ ἐφοβήθη, καὶ εἶπεν· Ὡς φοβερὸς ὁ τόπος οὗτος! Οὐκ ἔστι τοῦτο, ἀλλ' ἢ οἶκος Θεοῦ, καὶ αὕτη ἡ πύλη τοῦ οὐρανοῦ.
Μετάφρ. Ο Ιακώβ εν τω μεταξύ ανεχώρησεν από το Φρέαρ του Ορκου, δια να μεταβή εις την Χαρράν της Μεσοποταμίας. Εφθασεν εις κάποιον τόπον, εις την Βαιθήλ, και εκοιμήθη εκεί, διότι είχε δύσει ο ήλιος. Επήρε από τους λίθους του τόπου, έβαλεν αυτούς ως προσκεφάλαιον κάτω από την κεφαλήν του και εκοιμήθη στον τόπον εκείνον. Εκεί είδεν ένα όνειρον. Είδε μίαν κλίμακα, της οποίας η βάσις ήτο στερεωμένη εις την γην, η δε κορυφή της έφθανεν στον ουρανόν· άγγελοι δε του Θεού ανέβαινον και κατέβαινον δι' αυτής.
Ο Θεός είχε στηριχθή στο άνω μέρος της κλίμακος αυτής, και είπεν· “εγώ είμαι ο Θεός Αβραάμ, του πατρός σου, και ο Θεός του Ισαάκ. Μη φοβήσαι, διότι αυτήν την γην, επί της οποίας συ τώρα κοιμάσαι, θα δώσω εις σε και στους απογόνους σου.
Οι δε απόγονοί σου θα πληθυνθούν και θα αυξηθούν εις αριθμόν μέγαν ωσάν την άμμον της θαλάσσης, και θα επεκταθούν προς Δυσμάς, προς Νοτον, προς Βορράν και προς Ανατολάς. Ολοι δε οι λαοί της γης, θα ευλογηθούν δια μέσου ενός από τους απογόνους σου (δια του Χριστού).
Και ιδού εγώ είμαι και θα είμαι μαζή σου, θα σε προφυλάσσω και θα σε καθοδηγώ στον κάθε δρόμον σου, οπουδήποτε και αν μεταβής, και θα σε επαναφέρω εις την γην αυτήν. Δεν θα σε εγκαταλείψω και θα πραγματοποιήσω όλα, όσα σου υπεσχέθην”. Εξύπνησεν ο Ιακώβ από τον ύπνον του και γεμάτος ιερόν δέος είπεν· “ο Κυριος υπάρχει στον τόπον αυτόν και εγώ δεν το εγνώριζα”. Εφοβήθη και είπε• “πόσον φοβερός είναι ο τόπος αυτός! Αυτός βεβαίως είναι οίκος Θεού και αυτή είναι η πύλη του ουρανού!”
Προφητείας, Ἰεζεκιὴλ τὸ Ἀνάγνωσμα (Κεφ. 43, 27 & 44, 1-4)
Ἔσται ἀπὸ τῆς ἡμέρας τῆς ὀγδόης καὶ ἐπέκεινα, ποιήσουσιν οἱ ἱερεῖς ἐπὶ τὸ θυσιαστήριον τὰ ὁλοκαυτώματα ὑμῶν, καὶ τὰ τοῦ σωτηρίου ὑμῶν, καὶ προσδέξομαι ὑμᾶς, λέγει Κύριος (μδ' 1). Καὶ ἐπέστρεψέ με κατὰ τὴν ὁδὸν τῆς πύλης τῶν Ἁγίων τῆς ἐξωτέρας τῆς βλεπούσης κατὰ ἀνατολάς, καὶ αὕτη ἦν κεκλεισμένη.
Καὶ εἶπε Κύριος πρὸς με· Ἡ πύλη αὕτη κεκλεισμένη ἔσται, οὐκ ἀνοιχθήσεται, καὶ οὐδεὶς οὐ μὴ διέλθῃ δι' αὐτῆς, ὅτι Κύριος ὁ Θεός, Ἰσραὴλ εἰσελεύσεται δι' αὐτῆς, καὶ ἔσται κεκλεισμένη. Διότι ὁ Ἡγούμενος οὗτος κάθηται ἐπ' αὐτὴν τοῦ φαγεῖν ἄρτον ἐνώπιον Κυρίου, κατὰ τὴν ὁδὸν τοῦ Αἰλὰμ τῆς πύλης εἰσελεύσεται, καὶ κατὰ τὴν ὁδὸν αὐτοῦ ἐξελεύσεται. Καὶ εἰσήγαγέ με κατὰ τὴν ὁδὸν τῆς πύλης τῶν Ἁγίων τῆς πρὸς Βορρᾶν, κατέναντι τοῦ οἴκου, καὶ εἶδον καὶ ἰδοὺ πλήρης δόξης ὁ οἶκος Κυρίου.
Μετάφρ. Από την ογδόην δε ημέραν και έπειτα οι ιερείς θα προσφέρουν κανονικώς πλέον επάνω στο θυσιαστήριον αυτό τα ολοκαυτώματά σας και τας θυσίας του σωτηρίου σας. Τοτε θα σας δεχθώ” λέγει ο Κυριος. Επειτα με έφερε πάλιν εις την οδόν της πύλης, που οδηγεί στους ιερούς χώρους του ναού, εις αυτήν, που βλέπει προς την εξωτερικήν ανατολικήν πύλην. Αυτή ήτο κλειστή.
Ο Κυριος μου είπε· “αυτή η πύλη θα είναι κλειστή, δεν θα ανοιχθή και κανείς δεν θα περάση δια μέσου αυτής, διότι ο Κυριος ο Θεός του Ισραήλ θα εισελθη δι' αυτής και θα μείνη και πάλιν κλεισμένη. Διότι ο Αρχων αυτός θα καθίση εις αυτήν και θα φάγη τον άρτον ενώπιον του Κυρίου. Θα εισελθη από την είσοδον της στοάς της πύλης αυτής και δια της αυτής πάλιν οδού θα εξέλθη”.
Από εκεί με έφερε προς την οδόν, που οδηγεί προς την βορείαν πύλην απέναντι του ναού, και είδον· και ιδού, ο οίκος του Κυρίου ήτο πλήρης από το μεγαλείον της δόξης του.
Παροιμιῶν τὸ Ἀνάγνωσμα (Κεφ. 9, 1-11)
Ἡ Σοφία ᾠκοδόμησεν ἑαυτῇ οἶκον καὶ ὑπήρεισε στύλους ἑπτά. Ἔσφαξε τὰ ἑαυτῆς θύματα, καὶ ἐκέρασεν εἰς κρατῆρα τὸν ἑαυτῆς οἶνον, καὶ ἡτοιμάσατο τὴν ἑαυτῆς τράπεζαν. Ἀπέστειλε τοὺς ἑαυτῆς δούλους, συγκαλοῦσα μετὰ ὑψηλοῦ κηρύγματος, ὡς ἐπὶ κρατῆρα, λέγουσα· Ὃς ἐστιν ἄφρων, ἐκκλινάτω πρὸς με, καὶ τοῖς ἐνδεέσι φρενῶν εἶπεν·
Ἔλθετε φάγετε τὸν ἐμὸν ἄρτον, καὶ πίετε οἶνον, ὃν κεκέρακα ὑμῖν, ἀπολίπετε ἀφροσύνην, καὶ ζήσεσθε, καὶ ζητήσατε φρόνησιν, ἵνα βιώσητε, καὶ κατορθώσητε σύνεσιν ἐν γνώσει, ὁ παιδεύων κακούς, λήψεται ἑαυτῷ ἀτιμίαν, ἐλέγχων δὲ τὸν ἀσεβῆ, μωμήσεται ἑαυτόν, (οἱ γὰρ ἔλεγχοι τῷ ἀσεβεῖ, μώλωπες αὐτῷ).
Μὴ ἔλεγχε κακούς, ἵνα μὴ μισήσωσί σε, ἔλεγχε σοφὸν καὶ ἀγαπήσει σε. Δίδου σοφῷ ἀφορμήν, καὶ σοφώτερος ἔσται, γνώριζε δικαίῳ, καὶ προσθήσει τοῦ δέχεσθαι.
Ἀρχὴ σοφίας, φόβος Κυρίου, καὶ βουλὴ Ἁγίων, σύνεσις· (τὸ γὰρ γνῶναι Νόμον, διανοίας ἐστὶν ἀγαθῆς) · τούτῳ γὰρ τῷ τρόπῳ πολὺν ζήσεις χρόνον, καὶ προστεθήσεταί σοι ἔτη ζωῆς.
Μετάφρ. Η σοφία οικοδόμησε δια τον εαυτόν της οίκον, τον οποίον εστήριξεν εις επτά, εις πολλούς στερεούς και ακλόνητους στύλους. Δια την πλουσίαν τράπεζαν, την οποίαν θα παρέθετε στους συνδαιτυμόνας της, έσφαξε τα σφάγιά της και εγέμισε μεγάλον οινοδοχείον με τον οίνον της και ητοίμασε την πλουσίαν τράπεζάν της. Και αφού τα πάντα ητοιμάσθησαν, έστειλε τους υπηρέτας της, προσκαλούσα με μεγαλειώδες έντονον κήρυγμα να προσέλθουν, όσοι ήθελαν, να πίουν από τον έκλεκτον οίνον του οινοδοχείου της. Και έλεγεν· “εκείνος, που δεν έχει αποκτήσει σοφίαν και σύνεσιν, ας έλθη προς εμέ”. Και εις εκείνους, οι οποίοι είναι πτωχοί από απόψεως νοητικών ικανοτήτων, είπεν·
“ελάτε να φάγετε από τους άρτους μου και να πίετε από το κρασί, το οποίον εγώ σας έχω κεράσει, Αφήσατε την ανοησίαν και απερισκεψίαν, εις την οποίαν σας προσκαλεί η αμαρτία, και ελάτε μαζή μου, δια να βασιλεύσετε με εμέ αιωνίως. Ζητήσατε και επιδιώξατε την φρόνησιν, που εγώ παρέχω, και αγωνισθήτε, δια να επιτύχετε να γίνετε εν γνώσει συνετοί. Εκείνος που θα θελήση να παιδαγωγήση τους αμετανοήτως κακούς, θα εξευτελισθή και θα υβρισθή από αυτούς. Εκείνος που θέλει να υποδείξη τα σφάλματα και να ελέγξη τον κακόν, θα επισύρη συκοφαντίας και αδίκους κατηγορίας εναντίον του.
Μη ελέγχης, λοιπόν, τους κακούς, δια να μη σε μισήσουν. Ελεγχε και υπόδειξε το ορθόν στον συνετόν και μυαλωμένον, και αυτός θα σε αγαπήση. Με τας υποδείξεις σου δίδε στον σοφόν αφορμήν διορθώσεώς του και βελτιώσεως, και θα γίνη σοφώτερος και συνετώτερος. Καμε γνωστάς στον δίκαιον τας ατελείας του και αυτός ευγνωμόνως θα δέχεται ακόμη προθυμότερον τας συμβουλάς σου.
Αρχή και θεμέλιον της αληθινής σοφίας είναι η ευλάβεια και ο φόβος του Κυρίου. Ποθος δε και θέλησις των αγίων είναι η κατά Θεόν σύνεσις. Η δε κατανόησις του θείου νόμου είναι δείγμα καλοπροαίρετου και φωτισμένης διανοίας. Με αυτόν τον τρόπον, με την ευλάβειαν και υπακοήν σου προς τον Θεόν, θα ζήσης πολύν χρόνον και θα προστεθούν εις σε εκ μέρους του Θεού πολλά χρόνια ζωής.
Ο Διάκονος: Ἐλέησον ἡμᾶς ὁ Θεὸς κατὰ τὸ μέγα ἒλεός Σου… κτλ
Ο ιερέας: Ὅτι ἐλεήμων καὶ φιλάνθρωπος Θεὸς ὑπάρχεις…
Ο Αναγνώστης:
Καταξίωσον, Κύριε, ἐν τῇ ἑσπέρᾳ ταύτῃ, ἀναμαρτήτους φυλαχθῆναι ἡμᾶς. Εὐλογητὸς εἶ, Κύριε, ὁ Θεὸς τῶν Πατέρων ἡμῶν, καὶ αἰνετὸν καὶ δεδοξασμένον τὸ ὄνομά σου εἰς τοὺς αἰῶνας. Ἀμήν. Γένοιτο, Κύριε, τὸ ἔλεός σου ἐφ' ἡμᾶς, καθάπερ ἠλπίσαμεν ἐπὶ σέ. Εὐλογητὸς εἶ, Κύριε. δίδαξόν με τὰ δικαιώματά σου. Εὐλογητὸς εἶ, Δέσποτα, συνέτισον μὲ τὰ δικαιώματά σου. Εὐλογητὸς εἶ, Ἅγιε, φώτισόν με τοῖς δικαιώμασί σου. Κύριε, τὸ ἔλεός σου εἰς τὸν αἰῶνα, τὰ ἔργα τῶν χειρῶν σου μὴ παρίδῃς. Σοὶ πρέπει αἶνος, σοὶ πρέπει ὕμνος, σοὶ δόξα πρέπει, τῷ Πατρὶ καὶ τῷ Υἱῷ καὶ τῷ Ἁγίῳ Πνεύματι, νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας των αἰώνων. Ἀμήν.
Ο Διάκονος: Πληρώσωμεν τὴν ἑσπερινὴν δέησιν ἡμῶν… κτλ.
Ο Ιερέας: Ὅτι ἀγαθὸς καὶ φιλάνθρωπος… Εἰρήνη πᾶσι. Διαβάζει την ευχή και η εκφώνηση: Εἴη τὸ κράτος τῆς βασιλείας σου εὐλογημένον…
[[[[ Έπειτα η περιφορά της Εικόνας (σε ναούς που πανηγυρίζουν) κατά την οποία ψάλλεται το εξής τροπάριο
Ἦχος β' Ἀνατολίου
Ἡ τῶν οὐρανῶν ὑψηλοτέρα ὑπάρχουσα, καὶ τῶν Χερουβὶμ ἐνδοξοτέρα, καὶ πάσης κτίσεως τιμιωτέρα, ἡ δι' ὑπερβάλλουσαν καθαρότητα, τῆς ἀϊδίου οὐσίας δοχεῖον γεγενημένη, ἐν ταῖς τοῦ Υἱοῦ χερσί, σήμερον τὴν παναγίαν παρατίθεται ψυχήν, καὶ σὺν αὐτῇ πληροῦται τὰ σύμπαντα χαρᾶς, καὶ ἡμῖν δωρεῖται τὸ μέγα ἔλεος.
Αυτή που είναι ψηλότερη από τους ουρανούς και πιο ένδοξη από τα Χερουβίμ και πιο τίμια από όλη την κτίση, αυτή που λόγω της υπερβολικής καθαρότητας έγινε δοχείο της αιώνιας ουσίας (του Θεού), στα χέρια του Υιού, σήμερα παραδίδει την πανάγια ψυχή της και μαζί με αυτήν γεμίζουν τα σύμπαντα με χαρά, και σε μας δίνεται ως δώρο το μέγα έλεος.
Ακολουθεί η ακολουθία της ΑΡΤΟΚΛΑΣΙΑΣ, αν υπάρχει, και έπειτα… ][[[
Εἰς τὸν Στίχον Ἰδιομελα Ἦχος δ'
Δεῦτε ἀνυμνήσωμεν λαοί, τὴν Παναγίαν Παρθένον ἁγνήν, ἐξ ἧς ἀρρήτως προῆλθε, σαρκωθεὶς ὁ Λόγος τοῦ Πατρός, κράζοντες καὶ λέγοντες· Εὐλογημένη σὺ ἐν γυναιξί, Μακαρία ἡ γαστήρ, ἡ χωρήσασα Χριστόν. Αὐτοῦ ταῖς ἁγίαις χερσί, τὴν ψυχὴν παραθεμένη, πρέσβευε ἄχραντε, σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.
Ελάτε να ανυμνήσουμε λαοί, την αγνή Παναγία Παρθένο, από την οποία ανέκφραστα προήλθε, παίρνοντας σάρκα, ο Λόγος του Πατέρα και να φωνάξουμε και να πούμε· Είσαι ευλογημένη εσύ ανάμεσα στις γυναίκες, είναι ευτυχής η κοιλιά που χώρεσε τον Χριστό. Σε Αυτού τα άγια χέρια παραδίδοντας την ψυχή σου, πρέσβευε αμόλυντε, να σωθούν οι ψυχές μας.
Στίχ. Ἀνάστηθι Κύριε εἰς τὴν ἀνάπαυσίν σου.
Σήκω, Κύριε, να πας στον τόπο της ανάπαυσής σου, εσύ και η κιβωτός, την οποία αγιάζει η παρουσία σου (Ψαλμ. 131,8)
Τὴν πάνσεπτόν σου Κοίμησιν, Παναγία Παρθένε ἁγνή, τῶν Ἀγγέλων τὰ πλήθη ἐν οὐρανῷ, καὶ ἀνθρώπων τὸ γένος ἐπὶ τῆς γῆς μακαρίζομεν, ὅτι Μήτηρ γέγονας τοῦ ποιητοῦ τῶν ἁπάντων Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ. Αὐτὸν ἱκετεύουσα, ὑπὲρ ἡμῶν μὴ παύσῃ δεόμεθα, τῶν εἰς σὲ μετὰ Θεόν, τὰς ἐλπίδας θεμένων, Θεοτόκε πανύμνητε, καὶ ἀπειρόγαμε.
Την πανίερη Κοίμησή σου, αγνή Παναγία Παρθένε, την μακαρίζουμε των αγγέλων τα πλήθη στον ουρανό και το γένος των ανθρώπων πάνω στη γη, διότι έγινες Μητέρα του δημιουργού των όλων, του Χριστού του Θεού μας. Σε παρακαλούμε, να μην σταματήσεις να ικετεύεις Αυτόν για χάρη μας, για εμάς που σε σένα μετά το Θεό αποθέσαμε τις ελπίδες, Θεοτόκε που αξίζεις άπειρους ύμνους και δεν έλαβες πείρα γάμου.
Στίχ. Ὤμοσε Κύριος τῷ Δαυῒδ ἀλήθειαν, καὶ οὐ μὴ ἀθετήσει αὐτήν.
Έδωσε ένορκη και αληθινή υπόσχεση ο Κύριος στον Δαβίδ και δεν θα παραβεί αυτήν (Ψαλμ. 131,11)
Δαυϊτικὴν ᾠδὴν σήμερον λαοί, ᾄσωμεν Χριστῷ τῷ Θεῷ. Ἀπενεχθήσονται φησί, τῷ Βασιλεῖ παρθένοι ὀπίσω αὐτῆς, ἀπενεχθήσονται ἐν εὐφροσύνῃ καὶ ἀγαλλιάσει. Ἡ γάρ ἐκ σπέρματος Δαυΐδ, δι' ἧς ἡμεῖς ἐθεώθημεν, ἐν ταῖς χερσὶ τοῦ ἑαυτῆς Υἱοῦ καὶ Δεσπότου, ἐνδόξως καὶ ὑπὲρ λόγον μετατίθεται, ἣν ὡς Μητέρα Θεοῦ ἀνυμνοῦντες βοῶμεν καὶ λέγομεν· Σῶσον ἡμᾶς, τοὺς ὁμολογοῦντας σε Θεοτόκε, ἀπὸ πάσης περιστάσεως, καὶ λύτρωσαι κινδύνων τὰς ψυχὰς ἡμῶν.
Του Δαβίδ τον ύμνο σήμερα λαοί, ας ψάλλουμε στο Χριστό, τον Θεό μας. Διότι λέει, «θα οδηγηθούν στο βασιλιά παρθένες ακολουθώντας πίσω από αυτήν, θα οδηγηθούν με ευφροσύνη και αγαλλίαση (Ψαλμ. 44,15)». Διότι αυτή που κατάγεται από το σπέρμα του Δαβίδ, μέσω της οποίας εμείς θεωθήκαμε, στα χέρια του δικού της Υιού και Δεσπότη μεταφέρεται με τρόπο ένδοξο και που ξεπερνά τη λογική· αυτήν, ως Μητέρα του Θεού ανυμνώντας, φωνάζουμε και λέμε· Σώσε εμάς που σε ομολογούμε, Θεοτόκε, από κάθε περίσταση και λύτρωσε από κινδύνους τις ψυχές μας
Δόξα... Καὶ νῦν... Ἦχος δ'
Ὅτε ἐξεδήμησας Θεοτόκε Παρθένε, πρὸς τὸν ἐκ σοῦ τεχθέντα ἀφράστως, παρῆν Ἰάκωβος ὁ Ἀδελφόθεος, καὶ πρῶτος, Ἱεράρχης, Πέτρος τε ἡ τιμιωτάτη κορυφαία τῶν θεολόγων ἀκρότης, καὶ σύμπας ὁ θεῖος τῶν Ἀποστόλων χορός, ἐκφαντορικαῖς θεολογίαις ὑμνολογοῦντες, τὸ θεῖον καὶ ἐξαίσιον, τῆς Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ οἰκονομίας μυστήριον, καὶ τὸ ζωαρχικόν, καὶ θεοδόχον σου σῶμα κηδεύσαντες, ἔχαιρον πανύμνητε. Ὕπερθεν δὲ αἱ πανάγιαι καὶ πρεσβύταται τῶν Ἀγγέλων Δυνάμεις, τὸ θαῦμα ἐκπληττόμεναι, κεκυφυῖαι ἀλλήλαις ἔλεγον· Ἄρατε ὑμῶν τὰς πύλας, καὶ ὑποδέξασθε τὴν τεκοῦσαν, τὸν οὐρανοῦ καὶ γῆς Ποιητήν, δοξολογίαις τε ἀνυμνήσωμεν, τὸ σεπτὸν καὶ ἅγιον σῶμα, τὸ χωρῆσαν τὸν ἡμῖν ἀθεώρητον καὶ Κύριον. Διόπερ καὶ ἡμεῖς τὴν μνήμην σου ἑορτάζοντες, ἐκβοῶμέν σοι· Πανύμνητε, Χριστιανῶν τὸ κέρας ὕψωσον, καὶ σῶσον τὰς ψυχὰς ἡμῶν.
Όταν αναχώρησες Θεοτόκε Παρθένε για αυτόν τον οποίον γέννησες ανέκφραστα, ήταν παρόντες ο Ιάκωβος ο Αδελφόθεος και πρώτος Ιεράρχης (των Ιεροσολύμων) και ο Πέτρος, η τιμιότατη κορυφαία τελειότητα των θεολόγων και όλος ο θείος όμιλος των Αποστόλων, οι οποίοι υμνώντας με αποκαλυπτικές θεολογίες το θείο και εξαίσιο μυστήριο της οικονομίας του Χριστού του Θεού και αφού κήδευσαν το σώμα σου που άρχισε τη ζωή (του Χριστού) και δέχτηκε μέσα του το Θεό, χαίρονταν, Παναγία, που είσαι άξια κάθε ύμνου. Από τους ουρανούς επίσης, οι πανάγιες και αρχηγικές Δυνάμεις των αγγέλων, εκπλήσσονταν από το θαύμα και έσκυβαν η μία προς την άλλη και έλεγαν· Ανοίξτε τις πύλες σας και υποδεχτείτε αυτήν που γέννησε τον δημιουργό του ουρανού και της γης και με δοξολογίες ας ανυμνήσουμε το ιερό και άγιο σώμα που χώρεσε τον αόρατο σε μας και Κύριο. Για αυτό ακριβώς και εμείς, γιορτάζοντας τη μνήμη σου, φωνάζουμε σε σένα· Εσύ που είσαι άξια κάθε ύμνου, ύψωσε τη δύναμη των Χριστιανών και σώσε τις ψυχές μας.
Ο ιερέας:
Νῦν ἀπολύεις τον δοῦλόν σου, Δέσποτα, κατὰ τὸ ῥῆμά σου, ἐν εἰρήνῃ, ὅτι εἶδον οἱ ὀφθαλμοί μου τὸ σωτήριόν σου, ὃ ἡτοίμασας κατὰ πρόσωπον πάντων τῶν λαῶν, φῶς εἰς ἀποκάλυψιν ἐθνῶν, καὶ δόξαν λαοῦ σου Ἰσραήλ.
Τώρα, Κύριε, μπορείς ν’ αφήσεις το δούλο σου να πεθάνει ειρηνικά, όπως του υποσχέθηκες, γιατί τα μάτια μου είδαν το σωτήρα που ετοίμασες για όλους τους λαούς, φως που θα φωτίσει τα έθνη και θα δοξάσει το λαό σου τον Ισραήλ.
Ο Αναγνώστης: Ἅγιος ὁ Θεός, Ἅγιος Ἰσχυρός, Ἅγιος Ἀθάνατος, ἐλέησον ἡμᾶς. (ἐκ γ') Δόξα... Καὶ νῦν...
Παναγία Τριάς, ἐλέησον ἡμᾶς. Κύριε, ἱλάσθητι ταῖς ἁμαρτίαις ἡμῶν, Δέσποτα, συγχώρησον τὰς ἀνομίας ἡμῖν. Ἅγιε, ἐπίσκεψαι καὶ ἴασαι τὰς ἀσθενείας ἡμῶν, ἕνεκεν τοῦ ὀνόματός σου.
Κύριε, ἐλέησον, (ἐκ γ') Δόξα... Καὶ νῦν...
Πάτερ ἡμῶν.. Ὅτι σοῦ ἐστὶν ἡ βασιλεία καὶ ἡ δύναμις καὶ ἡ δόξα….
Ἀπολυτίκιον Ἦχος α'
Ἐν τῇ Γεννήσει τὴν παρθενίαν ἐφύλαξας, ἐν τῇ Κοιμήσει τὸν κόσμον οὐ κατέλιπες Θεοτόκε. Μετέστης πρὸς τὴν ζωήν, μήτηρ ὑπάρχουσα τῆς ζωῆς, καὶ ταῖς πρεσβείαις ταῖς σαῖς λυτρουμένη, ἐκ θανάτου τὰς ψυχὰς ἡμῶν. (τρις)
Στη Γέννηση (του Χριστού) φύλαξες την παρθενία, στην Κοίμηση τον κόσμο δεν τον εγκατέλειψες Θεοτόκε. Μεταφέρθηκες προς τη ζωή, εσύ που είσαι μητέρα της ζωής και με τις πρεσβείες τις δικές σου λυτρώνεις από το θάνατο τις ψυχές μας.
Καὶ τα υπόλοιπα της Απόλυσης
ΕΙΣ ΤΟΝ ΟΡΘΡΟΝ
Μετὰ τὸν Ἑξάψαλμον, Συναπτὴ μεγάλη, μεθ᾿ ἣν ἐκφώνησις· Ὅτι πρέπει σοι πᾶσα δόξα... Έπειτα ψάλλουμε:
Θεὸς Κύριος, καὶ ἐπέφανεν ἡμῖν· εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου.
Στίχ. α´. Ἐξομολογεῖσθε τῷ Κυρίῳ, ὅτι ἀγαθός, ὅτι εἰς τὸν αἰῶνα τὸ ἔλεος αὐτοῦ.
Θεὸς Κύριος, καὶ ἐπέφανεν ἡμῖν...
Στίχ. β´. Πάντα τὰ ἔθνη ἐκύκλωσάν με, καὶ τῷ ὀνόματι Κυρίου ἠμυνάμην αὐτούς.
Θεὸς Κύριος, καὶ ἐπέφανεν ἡμῖν...
Στίχ. γ´. Παρὰ Κυρίου ἐγένετο αὕτη, καί ἐστι θαυμαστὴ ἐν ὀφθαλμοῖς ἡμῶν.
Θεὸς Κύριος, καὶ ἐπέφανεν ἡμῖν...
Ἀπολυτίκιον Ἦχος α'
Ἐν τῇ Γεννήσει τὴν παρθενίαν ἐφύλαξας, ἐν τῇ Κοιμήσει τὸν κόσμον οὐ κατέλιπες Θεοτόκε. Μετέστης πρὸς τὴν ζωήν, μήτηρ ὑπάρχουσα τῆς ζωῆς, καὶ ταῖς πρεσβείαις ταῖς σαῖς λυτρουμένη, ἐκ θανάτου τὰς ψυχὰς ἡμῶν. (τρις)
Στη Γέννηση (του Χριστού) φύλαξες την παρθενία, στην Κοίμηση τον κόσμο δεν τον εγκατέλειψες Θεοτόκε. Μεταφέρθηκες προς τη ζωή, εσύ που είσαι μητέρα της ζωής και με τις πρεσβείες τις δικές σου λυτρώνεις από το θάνατο τις ψυχές μας.
Συναπτὴ μικρά, μεθ᾿ ἣν ἐκφώνησις· Ὅτι σὸν τὸ κράτος... Μετά το
Κάθισμα Ἦχος δ' Κατεπλάγη Ἰωσὴφ
Ἀναβόησον Δαυΐδ, τὶς ἡ παροῦσα Ἑορτὴ; Ἣν ἀνύμνησα φησίν, ἐν τῷ βιβλίῳ τῶν Ψαλμῶν, ὡς θυγατέρα θεόπαιδα καὶ Παρθένον, μετέστησεν αὐτήν, πρὸς τὰς ἐκεῖθεν μονάς, Χριστὸς ὁ ἐξ αὐτῆς, ἄνευ σπορᾶς γεννηθείς· καὶ διὰ τοῦτο χαίρουσι, μητέρες καὶ θυγατέρες καὶ νύμφαι Χριστοῦ, βοῶσαι· Χαῖρε, ἡ μεταστᾶσα πρὸς τὰ ἄνω βασίλεια.
Φώναξε Δαυΐδ, ποια είναι η τωρινή γιορτή; Αυτήν, απαντά ο Δαβίδ, την οποία ύμνησα στο βιβλίο των Ψαλμών, ως κόρη, παιδί του Θεού και Παρθένο, την μετέφερε στους τόπους διαμονής εκεί στον ουρανό, ο Χριστός που από αυτήν χωρίς σπέρμα γεννήθηκε· και για αυτό χαίρονται, μητέρες και κόρες και νύφες του Χριστού, οι οποίες φωνάζουν· Χαίρε, εσύ που μεταφέρθηκες στα ουράνια βασίλεια.
Δόξα... Καὶ νῦν... Τὸ ίδιο
Μετὰ τὴν β' Στιχολογίαν Κάθισμα Ἦχος α' Τὸν τάφον σου Σωτὴρ
Ὁ πάντιμος χορός, τῶν σοφῶν Ἀποστόλων, ἠθροίσθη θαυμαστῶς, τοῦ κηδεῦσαι ἐνδόξως, τὸ σῶμά σου τὸ ἄχραντον, Θεοτόκε Πανύμνητε, οἷς συνύμνησαν, καὶ τῶν Ἀγγέλων τὰ πλήθη, τὴν Μετάστασιν, τὴν σὴν σεπτῶς εὐφημοῦντες, ἣν πίστει ἑορτάζομεν.
Ο άξιος κάθε τιμής όμιλος των σοφών Αποστόλων, μαζεύτηκε με τρόπο θαυμαστό, για να κηδεύσει με δόξα το σώμα σου το αμόλυντο, Θεοτόκε, εσύ που αξίζεις κάθε ύμνο· μαζί με εκείνους ύμνησαν και τα πλήθη των Αγγέλων, δοξάζοντας με σεβάσμιο τρόπο την Μετάστασή σου, την οποία με πίστη γιορτάζουμε.
Δόξα... Καὶ νῦν... Τὸ ίδιο
Κάθισμα Ἦχος γ' Τὴν ὡραιότητα
Ἐν τῇ Γεννήσει σου, σύλληψις ἄσπορος, ἐν τῇ Κοιμήσει σου, νέκρωσις ἄφθορος, θαῦμα ἐν θαύματι διπλοῦν, συνέδραμε Θεοτόκε· πῶς γὰρ ἡ ἀπείρανδρος, βρεφοτρόφος ἁγνεύουσα; πῶς δὲ ἡ μητρόθεος, νεκροφόρος μυρίζουσα; Διὸ σὺν τῷ Ἀγγέλῳ βοῶμέν σοι· Χαῖρε ἡ Κεχαριτωμένη.
Στη Γέννηση του Χριστού η σύλληψη ήταν χωρίς σπέρμα, στην Κοίμησή σου, η νέκρωση ήταν χωρίς φθορά. Θαύμα μέσα σε θαύμα, θαύμα διπλό, συνέπεσε, Θεοτόκε. Διότι, πώς αυτή που δεν γνώρισε άνδρα τρέφει βρέφος, ενώ είναι αγνή; Πώς πάλι η Μητέρα του Θεού ενώ μεταφέρεται νεκρή, ευωδιάζει; Γι’ αυτό μαζί με τον Άγγελο φωνάζουμε σε σένα: Χαίρε εσύ που είσαι γεμάτη χάρες.
Δόξα... Καὶ νῦν... Τὸ ίδιο
Οἱ Ἀναβαθμοί, τὸ α’ Ἀντίφωνον τοῦ δ’ Ἤχου.
Ἐκ νεότητός μου πολλὰ πολεμεῖ με πάθη, ἀλλ᾿ αὐτὸς ἀντιλαβοῦ, καὶ σῶσον Σωτήρ μου. (δίς)
Από τη νεότητά μου, με πολεμούν πολλά πάθη, αλλά Εσύ ο ίδιος βοήθησε και σώσε με Σωτήρα μου.
Οἱ μισοῦντες Σιών, αἰσχύνθητε ἀπὸ τοῦ Κυρίου· ὡς χόρτος γάρ, πυρὶ ἔσεσθε ἀπεξηραμμένοι. (δίς)
Όσοι μισείτε Την Σιών, ντροπιαστείτε από τον Κύριο. Διότι θα ξεραθείτε όπως το χορτάρι στη φωτιά.
Δόξα...
Ἁγίῳ Πνεύματι πᾶσα ψυχὴ ζωοῦται, καὶ καθάρσει ὑψοῦται λαμπρύνεται, τῇ τριαδικῇ Μονάδι ἱεροκρυφίως.
Με το Άγιο Πνεύμα, ζωοποιείται κάθε ψυχή και με τον καθαρισμό της υψώνεται, φωτίζεται από την Αγία Τριάδα με ιερό μυστικό τρόπο.
Καὶ νῦν...
Ἁγίῳ Πνεύματι, ἀναβλύζει τὰ τῆς χάριτος ῥεῖθρα, ἀρδεύοντα ἅπασαν τὴν κτίσιν, πρὸς ζωογονίαν.
Με το Άγιο Πνεύμα αναβλύζουν τα νερά της χάριτος, που ποτίζουν όλη την κτίση για να την ζωογονήσουν
Προκείμενον Ἦχος δ'
Μνησθήσομαι τοῦ ὀνόματός σου ἐν πάσῃ γενεᾷ καὶ γενεᾷ.
Θα μνημονεύω το όνομά σου σε κάθε γενιά και γενιά.
Στίχ. Ἄκουσον, θύγατερ, καὶ ἴδε, καὶ κλῖνον τὸ οὖς σου, καὶ ἐπιλάθου τοῦ λαοῦ σου, καὶ τοῦ οἴκου τοῦ πατρός σου, καὶ ἐπιθυμήσει ὁ Βασιλεὺς τοῦ κάλλους σου.
Άκουσε, κόρη μου, και δες και σκύψε το αυτί σου να ακούσεις και ξέχασε το λαό σου και το σπίτι του πατέρα σου και θα επιθυμήσει ο βασιλιάς την ομορφιά σου.
Εὐαγγέλιον Ἐκ τοῦ κατὰ Λουκᾶν.
Ἐν ἐν ταῖς ἡμέραις ἐκείναις ἀναστᾶσα Μαριὰμ, ἐπορεύθη εἰς τὴν ὀρεινὴν μετὰ σπουδῆς, εἰς πόλιν ᾿Ιούδα· καὶ εἰσῆλθεν εἰς τὸν οἶκον Ζαχαρίου, καὶ ἠσπάσατο τὴν ᾿Ελισάβετ. Καὶ ἐγένετο, ὡς ἤκουσεν ἡ ᾿Ελισάβετ τὸν ἀσπασμὸν τῆς Μαρίας, ἐσκίρτησε τὸ βρέφος ἐν τῇ κοιλίᾳ αὐτῆς· καὶ ἐπλήσθη Πνεύματος ῾Αγίου ἡ ᾿Ελισάβετ, καὶ ἀνεφώνησε φωνῇ μεγάλῃ, καὶ εἶπεν· Εὐλογημένη σὺ ἐν γυναιξὶ, καὶ εὐλογημένος ὁ καρπὸς τῆς κοιλίας σου. Καὶ πόθεν μοι τοῦτο, ἵνα ἔλθῃ ἡ Μήτηρ τοῦ Κυρίου μου πρός με; Ἰδοὺ γὰρ, ὡς ἐγένετο ἡ φωνὴ τοῦ ἀσπασμοῦ σου εἰς τὰ ὦτά μου, ἐσκίρτησε τὸ βρέφος ἐν ἀγαλλιάσει ἐν τῇ κοιλίᾳ μου. Καὶ μακαρία ἡ πιστεύσασα, ὅτι ἔσται τελείωσις τοῖς λελαλημένοις αὐτῇ παρὰ Κυρίου. Καὶ εἶπε Μαριάμ· Μεγαλύνει ἡ ψυχή μου τὸν Κύριον, καὶ ἠγαλλίασε τὸ πνεῦμά μου ἐπὶ τῷ Θεῷ τῷ Σωτῆρί μου· Ὅτι ἐπέβλεψεν ἐπὶ τὴν ταπείνωσιν τῆς δούλης αὐτοῦ· ἰδοὺ γὰρ, ἀπὸ τοῦ νῦν μακαριοῦσί με πᾶσαι αἱ γενεαί· Ὅτι ἐποίησέ μοι μεγαλεῖα ὁ δυνατὸς· καὶ ἅγιον τὸ ὄνομα αὐτοῦ. ῎Εμεινε δὲ Μαριὰμ σὺν αὐτῇ ὡσεὶ μῆνας τρεῖς· καὶ ὑπέστρεψεν εἰς τὸν οἶκον αὐτῆς.
Τις ημέρες εκείνες η Μαριάμ σηκώθηκε και πήγε γρήγορα σε μια πόλη της ορεινής Ιουδαίας· μπήκε στο σπίτι του Ζαχαρία και χαιρέτησε την Ελισάβετ. Μόλις εκείνη άκουσε το χαιρετισμό της Μαρίας, το βρέφος που ήταν στα σπλάχνα της σκίρτησε. Η Ελισάβετ τότε πλημμύρισε με το Άγιο Πνεύμα και φώναξε με δυνατή φωνή: «Ευλογημένη απ’ το Θεό είσαι εσύ, περισσότερο από όλες τις γυναίκες! Ευλογημένο και το παιδί που έχεις στα σπλάχνα σου! Αλλά πώς μου έγινε αυτή η τιμή να με επισκεφθεί η μητέρα του Κυρίου μου; Μόλις έφτασε στ’ αυτιά μου η φωνή του χαιρετισμού σου, σκίρτησε από αγαλλίαση το παιδί στα σπλάχνα μου. Χαρά σ’ αυτήν που πίστεψε ότι θα εκπληρωθούν τα λόγια που της είπε ο Κύριος». Η Μαριάμ τότε είπε:«Η ψυχή μου δοξάζει τον Κύριο, και το πνεύμα μου νιώθει αγαλλίαση για το Θεό, το σωτήρα μου, γιατί έδειξε την ευμένειά του στην ταπεινή του δούλη. Από τώρα θα με καλοτυχίζουν όλες οι γενιές, γιατί ο δυνατός Θεός έκανε σ’ εμένα έργα θαυμαστά. Άγιο είναι τ’ όνομά του. Η Μαριάμ έμεινε με την Ελισάβετ περίπου τρεις μήνες και ύστερα γύρισε στο σπίτι της.
Ν’ Ψαλμός χύμα.
Ἐλέησόν με, ὁ Θεός, κατὰ τὸ μέγα ἔλεός σου καὶ κατὰ τὸ πλῆθος τῶν οἰκτιρμῶν σου ἐξάλειψον τὸ ἀνόμημά μου· ἐπὶπλεῖον πλῦνόν με ἀπὸ τῆς ἀνομίας μου καὶ ἀπὸ τῆς ἁμαρτίας μου καθάρισόν με. Ὅτι τὴν ἀνομίαν μου ἐγὼ γινώσκω,καὶ ἡ ἁμαρτία μου ἐνώπιόν μού ἐστι διαπαντός. Σοὶ μόνῳ ἥμαρτον καὶ τὸ πονηρὸν ἐνώπιόν σου ἐποίησα, ὅπως ἂνδικαιωθῇς ἐν τοῖς λόγοις σου, καὶ νικήσῃς ἐν τῷ κρίνεσθαί σε. Ἰδοὺ γὰρ ἐν ἀνομίαις συνελήφθην, καὶ ἐν ἁμαρτίαιςἐκίσσησέ με ἡ μήτηρ μου. Ἰδοὺ γὰρ ἀλήθειαν ἠγάπησας, τὰ ἄδηλα καὶ τὰ κρύφια τῆς σοφίας σου ἐδήλωσάς μοι.Ῥαντιεῖς με ὑσσώπῳ, καὶ καθαρισθήσομαι, πλυνεῖς με, καὶ ὑπὲρ χιόνα λευκανθήσομαι. Ἀκουτιεῖς μοι ἀγαλλίασιν καὶεὐφροσύνην, ἀγαλλιάσονται ὀστέα τεταπεινωμένα. Ἀπόστρεψον τὸ πρόσωπόν σου ἀπὸ τῶν ἁμαρτιῶν μου καὶ πάσαςτὰς ἀνομίας μου ἐξάλειψον. Καρδίαν καθαρὰν κτίσον ἐν ἐμοί, ὁ Θεός, καὶ πνεῦμα εὐθὲς ἐγκαίνισον ἐν τοῖς ἐγκάτοιςμου. Μὴ ἀποῤῥίψῃς με ἀπὸ τοῦ προσώπου σου καὶ τὸ πνεῦμά σου τὸ ἅγιον μὴ ἀντανέλῃς ἀπ᾿ ἐμοῦ. Ἀπόδος μοι τὴνἀγαλλίασιν τοῦ σωτηρίου σου καὶ πνεύματι ἡγεμονικῷ στήριξόν με. Διδάξω ἀνόμους τὰς ὁδούς σου, καὶ ἀσεβεῖς ἐπὶ σὲἐπιστρέψουσι. Ῥῦσαί με ἐξ αἱμάτων, ὁ Θεὸς ὁ Θεὸς τῆς σωτηρίας μου· ἀγαλλιάσεται ἡ γλῶσσά μου τὴν δικαιοσύνηνσου. Κύριε, τὰ χείλη μου ἀνοίξεις, καὶ τὸ στόμα μου ἀναγγελεῖ τὴν αἴνεσίν σου. Ὅτι εἰ ἠθέλησας θυσίαν, ἔδωκα ἄν·ὁλοκαυτώματα οὐκ εὐδοκήσεις. Θυσία τῷ Θεῷ πνεῦμα συντετριμμένον, καρδίαν συντετριμμένην καὶ τεταπεινωμένηνὁ Θεὸς οὐκ ἐξουδενώσει. Ἀγάθυνον, Κύριε, ἐν τῇ εὐδοκίᾳ σου τὴν Σιών, καὶ οἰκοδομηθήτω τὰ τείχη Ἱερουσαλήμ· τότεεὐδοκήσεις θυσίαν δικαιοσύνης, ἀναφορὰν καὶ ὁλοκαυτώματα· τότε ἀνοίσουσιν ἐπὶ τὸ θυσιαστήριόν σου μόσχους.
Δόξα... Ἦχος β'
Ταῖς τῶν Ἀποστόλων, πρεσβείαις Ἐλεῆμον, ἐξάλειψον τὰ πλήθη, τῶν ἐμῶν ἐγκλημάτων.
Καὶ νῦν... Ἦχος ὁ αὐτὸς
Ταῖς τῆς Θεοτόκου, πρεσβείαις Ἐλεῆμον, ἐξάλειψον τὰ πλήθη, τῶν ἐμῶν ἐγκλημάτων.
Ἐλέησόν με ὁ Θεὸς κατὰ τὸ μέγα ἔλεός σου καὶ κατὰ τὸ πλῆθος τῶν οἰκτιρμῶν σου ἐξάλειψον τὸ ἀνόμημά μου
Στιχηρὸν Ἰδιόμελον Ἦχος πλ. β' Βύζαντος
Ὅτε ἡ Μετάστασις τοῦ ἀχράντου σου σκήνους ηὐτρεπίζετο, τότε οἱ Ἀπόστολοι, περικυκλοῦντες τὴν κλίνην τρόμῳ ἑώρων σε, καὶ οἱ μὲν ἀτενίζοντες τῷ σκήνει, θάμβει συνείχοντο, ὁ δὲ Πέτρος σὺν δάκρυσιν ἐβόα σοι· Ὦ Παρθένε, ὁρῶ σε τρανῶς ἡπλωμένην ὑπτίαν, τὴν ζωὴν τῶν ἁπάντων, καὶ καταπλήττομαι, ἐν ᾗ ἐσκήνωσε τῆς μελλούσης ζωῆς ἡ ἀπόλαυσις. Ἀλλ' ὦ ἄχραντε, ἱκέτευε ἐκτενῶς τὸν Υἱόν σου καὶ Θεόν, τοῦ σῴζεσθαι τὴν πόλιν σου ἄτρωτον.
Όταν η Μετάσταση του αμόλυντου σώματός σου ετοιμαζόταν, τότε οι Απόστολοι περικυκλώνοντας το κρεβάτι με τρόμο σε έβλεπαν· και οι μεν ατενίζοντας το σώμα, κυριεύονταν από έκπληξη, ο δε Πέτρος με δάκρυα σού φώναζε· Ω Παρθένε, σε βλέπω ολοφάνερα ξαπλωμένη ανάσκελα, τη ζωή των όλων και εκπλήσσομαι, εσένα στην οποία κατασκήνωσε η απόλαυση της μέλλουσας ζωής. Αλλά αμόλυντε, ικέτευε ολόθερμα τον Υιό σου και Θεό, να σώζεται η πόλη σου άτρωτη.
Ο Διάκονος: Σῶσον, ὁ Θεός, τὸν λαόν Σου... Κύριε, ἐλέησον (ιβ´). Ο Ιερέας: Ἐλέει καὶ οἰκτιρμοῖς... Ἀμήν.
Ψάλλονται οἱ δύο Κανόνες, Ποίημα τοῦ Κυρίου Κοσμᾶ. Ὠδὴ α' Ἦχος α' Ὁ Εἱρμὸς
Πεποικιλμένη τῇ θείᾳ δόξῃ, ἡ ἱερὰ καὶ εὐκλεὴς Παρθένε μνήμη σου, πάντας συνηγάγετο, πρὸς εὐφροσύνην τοὺς πιστούς, ἐξαρχούσης Μαριάμ, μετὰ χορῶν καὶ τυμπάνων τῷ σῷ, ᾄδοντας Μονογενεῖ, ἐνδόξως ὅτι δεδόξασται.
Η ιερή και ένδοξη μνήμη σου, Παρθένε, στολισμένη με θεϊκή δόξα, συνάθροισε όλους τους πιστούς για να χαρούν πνευματικά. Και με επικαφαλής την Μαριάμ, με χορούς και τύμπανα, ψάλλουν προς τον μονογενή Υιό σου· γιατί δοξάστηκε σε υπέρτατο βαθμό.
Ἀμφεπονεῖτο ἀΰλων τάξις, οὐρανοβάμων ἐν Σιὼν τὸ θεῖον σῶμά σου, ἄφνω δὲ συρρεύσασα, τῶν Ἀποστόλων ἡ πληθύς, ἐκ περάτων Θεοτόκε, σοὶ παρέστησαν ἄρδην, μεθ' ὧν ἄχραντε, σοῦ τὴν σεπτήν, Παρθένε μνήμην δοξάζομεν.
Φρόντιζε το τάγμα των αΰλων αγγέλων, των ουρανίων, στην Ιερουσαλήμ το θείο σώμα σου και ξαφνικά, αφού συγκεντρώθηκε των αποστόλων το πλήθος από τα πέρατα της γης, Θεοτόκε, στάθηκαν δίπλα σου όλοι μαζί· μαζί με εκείνους αμόλυντε, την ιερή, Παρθένε, μνήμη σου δοξάζουμε.
Νικητικὰ μὲν βραβεῖα ἤρω, κατὰ τῆς φύσεως Ἁγνή, Θεὸν κυήσασα, ὅμως μιμουμένη δέ, τὸν ποιητήν σου καὶ Υἱόν, ὑπὲρ φύσιν ὑποκύπτεις, τοῖς τῆς φύσεως νόμοις· διὸ θνῄσκουσα, σὺν τῷ Υἱῷ ἐγείρῃ διαιωνίζουσα.
Κέρδισες, από τη μία, νικητήρια βραβεία εναντίον της φύσης Αγνή, όταν γέννησες το Θεό· όμως, μιμούμενη, από την άλλη, τον δημιουργό σου και Υιό, με τρόπο υπερφυσικό υποκύπτεις στους νόμους της φύσης· για αυτό πεθαίνοντας, μαζί με τον Υιό ανασταίνεσαι, ζώντας αιώνια.
Κανὼν δεύτερος Ποίημα Ἰωάννου τοῦ Δαμασκηνοῦ.
Ὠδὴ α' Ἦχος δ' Ὁ Εἱρμὸς
Ἀνοίξω τὸ στόμα μου, καὶ πληρωθήσεται Πνεύματος, καὶ λόγον ἐρεύξομαι τῇ Βασιλίδι Μητρί, καὶ ὀφθήσομαι, φαιδρῶς πανηγυρίζων, καὶ ᾄσω γηθόμενος, ταύτης τήν Κοίμησιν.
Θ’ ανοίξω το στόμα μου και θα γεμίσει από Άγιο Πνεύμα. Και από μέσα μου θα αναπηδήσει ύμνος προς τη μητέρα του βασιλέως Χριστού. Και θα εμφανισθώ να πανηγυρίζω με λαμπρότητα. Και θα εξυμνήσω με χαρά τα θαυμαστά γεγονότα της ζωής της.
Παρθένοι νεάνιδες, σὺν Μαριὰμ τῇ Προφήτιδι, ᾠδὴν τὴν ἐξόδιον νῦν ἀλαλάξατε· ἡ Παρθένος γάρ, καὶ μόνη Θεοτόκος, πρὸς λῆξιν οὐράνιον διαβιβάζεται.
Παρθένες νέες, μαζί με την Μαριάμ την Προφήτιδα, ψάλτε τώρα με χαρά το άσμα το νεκρικό· διότι η Παρθένος και μόνη Θεοτόκος μεταφέρεται στο ουράνιο τέρμα.
Ἀξίως ὡς ἔμψυχον, σὲ οὐρανὸν ὑπεδέξαντο, οὐράνια Πάναγνε, θεῖα σκηνώματα, καὶ παρέστηκας, φαιδρῶς ὡραϊσμένη, ὡς νύμφη πανάμωμος, τῷ Βασιλεῖ καὶ Θεῷ.
Όπως σου άξιζε, σαν έμψυχο ουρανό σε υποδέχτηκαν, Πάναγνε, οι ουράνιες θείες κατοικίες, και στάθηκες δίπλα, όμορφα στολισμένη, σαν νύφη πεντακάθαρη, στον Βασιλιά και Θεό.
Ὠδὴ γ' Ὁ Εἱρμὸς
Ἡ δημιουργική, καὶ συνεκτικὴ τῶν ἁπάντων, Θεοῦ σοφία καὶ δύναμις, ἀκλινῆ ἀκράδαντον, τὴν Ἐκκλησίαν στήριξον Χριστέ· μόνος γὰρ εἶ ἅγιος, ὁ ἐν ἁγίοις ἀναπαυόμενος.
Χριστέ, Συ που είσαι η ενυπόστατη σοφία και δύναμη του Θεού, η οποία δημιούργησε και συνέχει τα πάντα, φύλαξε την Εκκλησία σταθερή και ασάλευτη. Διότι Συ είσαι ο μόνος Άγιος, που αναπαύεται στους αγίους.
Γυναῖκά σε θνητήν, ἀλλ' ὑπερφυῶς καὶ Μητέρα, Θεοῦ εἰδότες Πανάμωμε, οἱ κλεινοὶ Ἀπόστολοι, πεφρικυίαις ἥπτοντο χερσί, δόξῃ ἀπαστράπτουσαν, ὡς θεοδόχον σκῆνος θεώμενοι.
Γνωρίζοντας, Πάναγνε, οι ένδοξοι Απόστολοι, ότι είσαι γυναίκα θνητή αλλά, κατά τρόπο υπερφυσικό, και Μητέρα Θεού, άγγιζαν με χέρια που έφριτταν εσένα, που αστράφτεις με δόξα, επειδή έβλεπαν σώμα που δέχτηκε μέσα του το Θεό.
Ὑπέφθασε χερσί, ταῖς ὑβριστικαῖς τοῦ αὐθάδους, τομὴν ἡ δίκη ἐπάξασα, τοῦ Θεοῦ φυλάξαντος, τὸ σέβας τῇ ἐμψύχῳ κιβωτῷ, δόξῃ τῆς Θεότητος, ἐν ᾗ ὁ Λόγος σάρξ ἐχρημάτισε.
Πρόλαβε η θεία δίκη και έκοψε τα χέρια τα υβριστικά του αυθάδη, αφού φύλαξε ο Θεός, λόγω της δόξας της Θεότητας, τον σεβασμό στην έμψυχη κιβωτό (την Παναγία), μέσα στην οποία ο Λόγος έγινε σάρκα.
Κανὼν δεύτερος Ὁ Εἱρμὸς
Τοὺς σοὺς ὑμνολόγους, Θεοτόκε, ἡ ζῶσα καὶ ἄφθονος πηγή, θίασον συγκροτήσαντας πνευματικόν, στερέωσον· καὶ ἐν τῇ θείᾳ δόξῃ σου, στεφάνων δόξης ἀξίωσον».
Θεοτόκε, η ζωντανή και αστείρευτη πηγή, στερέωσε αυτούς που συγκρότησαν πνευματικό χορό και σε υμνολογούν. Και, καθώς μετέχεις στη θεία δόξα, αξίωσε κι αυτούς να λάβουν στεφάνια δόξας.
Θνητῆς ἐξ ὀσφύος προαχθεῖσα, τῇ φύσει κατάλληλον Ἁγνή, τὴν ἔξοδον διήνυσας, τεκοῦσα δὲ τὴν ὄντως ζωήν, πρὸς τὴν ζωὴν μεθέστηκας, τὴν θείαν καὶ ἐνυπόστατον.
Επειδή ήλθες στον κόσμο από θνητή κοιλιά, πορεύτηκες την έξοδο από τη ζωή, την ταιριαστή με τη φύση, επειδή όμως γέννησες την όντως ζωή, μεταφέρθηκες προς τη ζωή, την θεία και ενυπόστατη.
Δῆμος θεολόγων ἐκ περάτων, ἐξ ὕψους Ἀγγέλων δὲ πληθύς, πρὸς τὴν Σιὼν ἠπείγοντο, παντοδυνάμῳ νεύματι, ἀξιοχρέως Δέσποινα, τῇ σῇ ταφῇ λειτουργήσοντες.
Πλήθος θεολόγων από τα πέρατα της γης και πλήθος αγγέλων από ψηλά, βιάζονταν να πάνε στη Σιών, με παντοδύναμο νεύμα, για να υπηρετήσουν, όπως είχαν άξιο χρέος, Δέσποινα, την ταφή σου.
Συναπτὴ μικρά, μεθ᾿ ἣν ἐκφώνησις· Σὺ γὰρ εἶ ὁ βασιλεὺς τῆς εἰρήνης...
Ἡ Ὑπακοὴ Ἦχος πλ. α'
Μακαρίζομέν σε πᾶσαι αἱ γενεαί, Θεοτόκε Παρθένε· ἐν σοὶ γὰρ ὁ ἀχώρητος Χριστὸς ὁ Θεὸς ἡμῶν, χωρηθῆναι εὐδόκησε. Μακάριοι ἐσμὲν καὶ ἡμεῖς προστασίαν σε ἔχοντες· ἡμέρας γὰρ καὶ νυκτὸς πρεσβεύεις ὑπὲρ ἡμῶν, καὶ τὰ σκῆπτρα τῆς βασιλείας, ταῖς σαῖς ἱκεσίαις κρατύνονται. Διὸ ἀνυμνοῦντες βοῶμέν σοι· Χαῖρε Κεχαριτωμένη, ὁ Κύριος μετὰ σοῦ.
Σε μακαρίζουμε όλες οι γενιές, Θεοτόκε Παρθένε· διότι μέσα σε σένα ο αχώρητος Χριστός, ο Θεός μας, ευαρεστήθηκε να χωρέσει. Μακάριοι είμαστε και εμείς που σε έχουμε προστασία· διότι μέρα και νύχτα πρεσβεύεις για μας και η βασιλική εξουσία με τις ικεσίες σου δυναμώνει. Για αυτό ανυμνώντας, φωνάζουμε σε σένα· Χαίρε, εσύ που είσαι γεμάτη χάρες, ο Κύριος είναι μαζί σου.
Κοντάκιον Ἦχος πλ. β' Αὐτόμελον
Τὴν ἐν πρεσβείαις ἀκοίμητον Θεοτόκον, καὶ προστασίαις ἀμετάθετον ἐλπίδα, τάφος καὶ νέκρωσις οὐκ ἐκράτησεν· ὡς γὰρ ζωῆς Μητέρα, πρὸς τὴν ζωὴν μετέστησεν, ὁ μήτραν οἰκήσας ἀειπάρθενον.
Την Θεοτόκο που είναι ακοίμητη στις πρεσβείες και αμετακίνητη ελπίδα στις προστασίες, ο τάφος και η νέκρωση δεν την κράτησαν· διότι ως Μητέρα της ζωής, την μετέφερε προς την ζωή, αυτός που κατοίκησε σε μήτρα παντοτινά παρθένα.
Ὁ Οἶκος
Τείχισόν μου τὰς φρένας Σωτήρ μου· τὸ γὰρ τεῖχος τοῦ κόσμου ἀνυμνῆσαι τολμῶ, τὴν ἄχραντον Μητέρα σου, ἐν πύργῳ ῥημάτων ἐνίσχυσόν με, καὶ ἐν βάρεσιν ἐννοιῶν ὀχύρωσόν με· σὺ γὰρ βοᾷς τῶν αἰτούντων πιστῶς τὰς αἰτήσεις πληροῦν. Σὺ οὖν μοι δώρησαι γλῶτταν, προφοράν, καὶ λογισμὸν ἀκαταίσχυντον· πᾶσα γὰρ δόσις ἐλλάμψεως παρὰ σοῦ καταπέμπεται φωταγωγέ, ὁ μήτραν οἰκήσας ἀειπάρθενον.
Περιτείχισε (προφύλαξε) το νου μου, Σωτήρα μου· διότι το τείχος του κόσμου τολμώ να ανυμνήσω, την αμόλυντη Μητέρα σου· με πύργο λόγων ενίσχυσέ με και με βάρη εννοιών οχύρωσέ με· διότι εσύ φωνάζεις ότι εκπληρώνεις τα αιτήματα αυτών που ζητούν με πίστη. Εσύ, λοιπόν, δώσε μου γλώσσα, διατύπωση και λογισμό που δεν θα με ντροπιάσει· διότι κάθε προσφορά φωτισμού στέλνεται από σένα, ο Οποίος μεταφέρεις το φως, Εσύ που κατοίκησες σε μήτρα παντοτινά παρθένα.
Συναξάριον
Τῇ ΙΕ' τοῦ αὐτοῦ μηνός, μνήμη τῆς πανσέπτου Μεταστάσεως τῆς ὑπερενδόξου Δεσποίνης ἡμῶν καὶ ἀειπαρθένου Μαρίας.
Στίχοι
Οὐ θαῦμα θνῄσκειν κοσμοσώτειραν Κόρην,
Τοῦ κοσμοπλάστου σαρκικῶς τεθνηκότος.
Ζῇ ἀεὶ Θεομήτωρ, κἂν δεκάτῃ θάνε πέμπτῃ.
Δεν είναι άξιο θαυμασμού το ότι πεθαίνει η Κόρη που έσωσε τον κόσμο, αφού αυτός που έπλασε τον κόσμο πέθανε σωματικά. Ζει παντοτινά η Μητέρα του Θεού, έστω και αν πέθανε την δεκάτη πέμπτη ημέρα.
Ἧς ταῖς ἁγίαις πρεσβείαις, ὁ Θεός, ἐλέησον καὶ σῶσον ἡμᾶς, ὡς ἀγαθὸς καὶ φιλάνθρωπος.
ΨΑΛΛΟΝΤΑΙ ΟΙ ΚΑΤΑΒΑΣΙΕΣ
(μετάφραση μητροπολίτου Νέας Σμύρνης κ. Συμεών)
Ὠδὴ α' Ἦχος α' Ὁ Εἱρμὸς
Πεποικιλμένη τῇ θείᾳ δόξῃ, ἡ ἱερὰ καὶ εὐκλεὴς Παρθένε μνήμη σου, πάντας συνηγάγετο, πρὸς εὐφροσύνην τοὺς πιστούς, ἐξαρχούσης Μαριάμ, μετὰ χορῶν καὶ τυμπάνων τῷ σῷ, ᾄδοντας Μονογενεῖ, ἐνδόξως ὅτι δεδόξασται.
Η ιερή και ένδοξη μνήμη σου, Παρθένε, στολισμένη με θεϊκή δόξα, συνάθροισε όλους τους πιστούς για να χαρούν πνευματικά. Και με επικαφαλής την Μαριάμ, με χορούς και τύμπανα, ψάλλουν προς τον μονογενή Υιό σου· γιατί δοξάστηκε σε υπέρτατο βαθμό.
Ὠδὴ γ' Ὁ Εἱρμὸς
Ἡ δημιουργική, καὶ συνεκτικὴ τῶν ἁπάντων, Θεοῦ σοφία καὶ δύναμις, ἀκλινῆ ἀκράδαντον, τὴν Ἐκκλησίαν στήριξον Χριστέ· μόνος γὰρ εἶ ἅγιος, ὁ ἐν ἁγίοις ἀναπαυόμενος.
Χριστέ, Συ που είσαι η ενυπόστατη σοφία και δύναμη του Θεού, η οποία δημιούργησε και συνέχει τα πάντα, φύλαξε την Εκκλησία σταθερή και ασάλευτη. Διότι Συ είσαι ο μόνος Άγιος, που αναπαύεται στους αγίους.
Ὠδὴ δ' Ὁ Εἱρμὸς
Ῥήσεις Προφητῶν καὶ αἰνίγματα, τὴν σάρκωσιν ὑπέφηναν, τὴν ἐκ Παρθένου σου Χριστέ, φέγγος ἀστραπῆς σου, εἰς φῶς ἐθνῶν ἐξελεύσεσθαι, καὶ φωνεῖ σοι ἄβυσσος, ἐν ἀγαλλιάσει, τῇ δυνάμει σου δόξα Φιλάνθρωπε.
Οι προρρήσεις των προφητών και οι προτυπώσεις υποδήλωναν, Χριστέ, την ενσάρκωσή Σου από την Παρθένο και ότι η λάμψη της θείας παρουσίας Σου θα εξέλθει σαν αστραπή για να φωτίσει τα έθνη. Και τα πλήθη των εθνικών που φωτίστηκαν Σου φωνάζουν με αγαλλίαση: Δόξα αρμόζει, Φιλάνθρωπε, στη δύναμή Σου.
Ὠδὴ ε' Ὁ Εἱρμὸς
Τὸ θεῖον καὶ ἄρρητον κάλλος, τῶν ἀρετῶν σου Χριστὲ διηγήσομαι· ἐξ ἀϊδίου γὰρ δόξης συναΐδιον, καὶ ἐνυπόστατον λάμψας ἀπαύγασμα, παρθενικῆς ἀπὸ γαστρός, τοῖς ἐν σκότει καὶ σκιᾷ, σωματωθεὶς ἀνέτειλας ἥλιος».
Χριστέ μου, θέλω να περιγράψω τη θεία και ανέκφραστη ομορφιά των αρετών Σου. Διότι, αφού έλαμψες από την αιώνια δόξα, το Πατέρα, ως απαύγασμα συναΐδιο και ενυπόστατο, ύστερα, παίρνοντας σάρκα από την κοιλιά της Παρθένου, ανέτειλες σαν ήλιος σ’ όλους εκείνους που βρίσκονταν στο σκοτάδι της αγνωσίας και στη σκιά της αμαρτίας.
Ὠδὴ ς' Ὁ Εἱρμὸς
Ἅλιον ποντογενές, κητῷον ἐντόσθιον πῦρ, τῆς τριημέρου ταφῆς σου ἦν προεικόνισμα, οὗ Ἰωνᾶς ὑποφήτης ἀναδέδεικται· σεσωσμένος γὰρ ὡς καὶ προὐπέπωτο, ἀσινής ἐβόα· Θύσω σοι μετὰ φωνῆς αἰνέσεως Κύριε.
Το θαλασσινό και εσωτερικό εκείνο πυρ του κήτους που είχε γεννηθεί στο πέλαγος ήταν ένας τύπος που προεικόνιζε την τριήμερη ταφή Σου, τύπος του οποίου προφήτης ανεδείχθη ο Ιωνάς. Διότι με το να διασωθεί αβλαβής, όπως ήταν και προτού τον καταπιεί το κήτος, φώναζε: Θα Σου προσφέρω, Κύριε, θυσίες μαζί με ύμνους ευχαριστίας.
Ὠδὴ ζ' Ὁ Εἱρμὸς
Ἰταμῷ θυμῷ τε καὶ πυρί, θεῖος ἔρως ἀντιταττόμενος, τὸ μὲν πῦρ ἐδρόσιζε, τῷ θυμῷ δὲ ἐγέλα, θεοπνεύστῳ λογικῇ, τῇ τῶν ὁσίων τριφθόγγῳ λύρᾳ ἀντιφθεγγόμενος, μουσικοῖς ὀργάνοις ἐν μέσῳ φλογός, ὁ δεδοξασμένος, τῶν Πατέρων καὶ ἡμῶν Θεὸς εὐλογητὸς εἶ».
Ο θείος έρωτας που εναντιωνόταν στο θρασύ θυμό και στη φωτιά, από τη μία δρόσιζε το πυρ κι από την άλλη περιγελούσε το θυμό. Και με τη θεόπνευστη και λογική τρίφθογγη λύρα των ευσεβών νέων αντέκρουε μες στο καμίνι τα μουσικά όργανα και έλεγε: Ο δοξασμένος Θεός των πατέρων και δικός μας είσαι ευλογημένος!
Ὠδὴ η' Ὁ Εἱρμὸς
Φλόγα δροσίζουσαν Ὁσίους, δυσσεβεῖς δὲ καταφλέγουσαν, Ἄγγελος Θεοῦ ὁ πανσθενής, ἔδειξε Παισί· ζωαρχικὴν δὲ πηγὴν εἰργάσατο τὴν Θεοτόκον, φθορὰν θανάτου, καὶ ζωὴν βλυστάνουσαν τοῖς μέλπουσι, τὸν Δημιουργὸν μόνον ὑμνοῦμεν, οἱ λελυτρωμένοι, καὶ ὑπερυψοῦμεν εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας».
Ο πανίσχυρος άγγελος του Θεού έδειξε στους τρεις Παίδες τη φλόγα να δροσίζει τους ευσεβείς και να κατακαίει τους ασεβείς. Ο ίδιος κατέστησε τη Θεοτόκο πηγή που γίνεται έτσι αιτία της ζωής, η οποία αναβλύζει τον αφανισμό του θανάτου και τη ζωή σ’ αυτούς που ψάλλουν: Οι λυτρωμένοι υμνούμε και υπερυψώνουμε τον μόνο Δημιουργό σε όλους τους αιώνες.
Ὁ διάκονος· Τὴν Θεοτόκον… μεγαλύνομεν.
Ὠδὴ θ' ἐν ἑκάστῳ τροπαρίῳ τῆς παρούσης Ὠδῆς.
Αἱ γενεαὶ πᾶσαι, μακαρίζομέν σε, τὴν μόνην Θεοτόκον.
Οι γενιές όλες, μακαρίζουμε εσένα, την μόνη Θεοτόκο.
Ὁ Εἱρμὸς
Νενίκηνται τῆς φύσεως οἱ ὅροι, ἐν σοὶ Παρθένε ἄχραντε· παρθενεύει γὰρ τόκος, καὶ ζωὴν προμνηστεύεται θάνατος. Ἡ μετὰ τὸκον Παρθένος, καὶ μετὰ θάνατον ζῶσα, σῴζοις ἀεί, Θεοτόκε, τὴν κληρονομίαν σου».
Στο πρόσωπό σου, αμόλυντε Παρθένε, νικήθηκαν οι νόμοι της φύσεως! Διότι παραμένει παρθένος αυτή που γέννησε τον Υιό, και ο θάνατος συναντά από τώρα τη ζωή! Θεοτόκε, συ που συνεχίζεις να είσαι παρθένος μετά τη γέννα και να ζεις μετά το θάνατο, σώζε πάντοτε τους χριστιανούς που αποτελούν την κληρονομιά σου.
Ἐξίσταντο Ἀγγέλων αἱ δυνάμεις, ἐν τῇ Σιὼν σκοπούμεναι, τὸν οἰκεῖον Δεσπότην, γυναικείαν ψυχὴν χειριζόμενον· τῇ γὰρ ἀχράντως τεκούσῃ, υἱοπρεπῶς προσεφώνει· Δεῦρο Σεμνή, τῷ Υἱῷ καὶ Θεῷ συνδοξάσθητι.
Έμεναν εκστατικές των Αγγέλων οι δυνάμεις, παρατηρώντας στη Σιών (Ιερουσαλήμ), τον δικό τους Δεσπότη να βαστά στα χέρια γυναικεία ψυχή· διότι σε αυτήν που αμόλυντα τον γέννησε, έλεγε με τρόπο που αρμόζει σε γιο· Έλα Σεμνή να δοξαστείς μαζί με τον Υιό και Θεό.
Συνέστειλε χορὸς τῶν Ἀποστόλων, τὸ θεοδόχον Σῶμά σου, μετὰ δέους ὁρῶντες, καὶ φωνῇ λιγυρᾷ προσφθεγγόμενοι· Εἰς οὐρανίους θαλάμους, πρὸς τὸν Υἱὸν ἐκφοιτῶσα, σῴζοις ἀεί, Θεοτόκε τὴν κληρονομίαν σου.
Περιτύλιξε ο όμιλος των Αποστόλων το σώμα σου που δέχτηκε το Θεό, βλέποντας με δέος και λέγοντας προς αυτήν με φωνή γλυκιά· αναχωρώντας για τους ουράνιους θαλάμους, προς τον Υιό, σώζε πάντοτε, Θεοτόκε, τους χριστιανούς που αποτελούν την κληρονομιά σου.
Έπειτα ακολουθεί Κανὼν δεύτερος
Ἄγγελοι τὴν Κοίμησιν τῆς Παρθένου, ὁρῶντες ἐξεπλήττοντο, πῶς ἡ Παρθένος ἀπαίρει, ἀπὸ τῆς γῆς εἰς τὰ ἄνω.
Οι άγγελοι βλέποντας την Κοίμηση της Παρθένου, εκπλήσσονταν με το πώς η Παρθένος σηκώνεται από τη γη στα ουράνια.
Ὁ Εἱρμὸς
Ἅπας γηγενής, σκιρτάτω τῷ πνεύματι, λαμπαδοχούμενος, πανηγυριζέτω δέ, ἀΰλων νόων φύσις γεραίρουσα, τὴν ἱερὰν Μετάστασιν τῆς Θεομήτορος, καὶ βοάτω· Χαίροις παμμακάριστε, Θεοτόκε ἁγνὴ ἀειπάρθενε».
Όλοι οι άνθρωποι της γης, φωτιζόμενοι άνωθεν, ας σκιρτήσουν πνευματικά από χαρά. Αλλά και οι τάξεις των αύλων πνευμάτων ας πανηγυρίζουν, τιμώντας τα ιερά και θαυμαστά γεγονότα της Θεομήτορος, και ας φωνάζουν δυνατά: Χαίρε, αγνή και αειπάρθενε Θεοτόκε, που είσαι άξια κάθε μακαρισμού.
Δεῦτε ἐν Σιών, τῷ θείῳ καὶ πίονι, ὄρει τοῦ ζῶντος Θεοῦ, ἀγαλλιασώμεθα, τὴν Θεοτόκον ἐνοπτριζόμενοι· πρὸς γὰρ τὴν λίαν κρείττονα, καὶ θειοτέραν σκηνήν, ὡς Μητέρα, ταύτην εἰς τὰ Ἅγια, τῶν Ἁγίων Χριστὸς μετατίθησι.
Ελάτε στη Σιών, το θείο και παχύ και εύφορο βουνό του ζωντανού Θεού, να χαρούμε, βλέποντας με προσοχή την Θεοτόκο· διότι ο Χριστός μεταφέρει αυτήν, ως Μητέρα του, στην πολύ καλύτερη και πιο θεία σκηνή, δηλαδή στα Άγια των Αγίων (τον ουρανό).
Δεῦτε οἱ πιστοί, τῷ τάφῳ προσέλθωμεν, τῆς Θεομήτορος, καὶ περιπτυξώμεθα, καρδίας χείλη ὄμματα μέτωπα, εἰλικρινῶς προσάπτοντες, καὶ ἀρυσώμεθα, ἰαμάτων, ἄφθονα χαρίσματα, ἐκ πηγῆς ἀενάου βλυστάνοντα.
Ελάτε, πιστοί, να πλησιάσουμε τον τάφο της Μητέρας του Θεού και να τον αγκαλιάσουμε, ακουμπώντας με ειλικρίνεια πάνω του τις καρδιές, τα χείλη, τα μάτια, τα μέτωπα και να αντλήσουμε άφθονα χαρίσματα ιαμάτων που αναβλύζουν από ανεξάντλητη πηγή.
Δέχου παρ' ἡμῶν, ᾠδὴν τὴν ἐξόδιον, Μῆτερ τοῦ ζῶντος Θεοῦ, καὶ τῇ φωτοφόρῳ σου, καὶ θείᾳ ἐπισκίασον χάριτι, τῷ Βασιλεῖ τὰ τρόπαια, τῷ φιλοχρίστῳ λαῷ, τήν εἰρήνην, ἄφεσιν τοῖς μέλπουσι, καὶ ψυχῶν σωτηρίαν βραβεύουσα.
Κάνε δεκτό από εμάς τη νεκρική ύμνο, Μητέρα του ζωντανού Θεού· και σπέπασέ μας με τη φωτεινή και θεία χάρη σου, δίνοντας ως βραβείο στον Βασιλιά τις νίκες, στο λαό που αγαπά το Χριστό την ειρήνη και σε αυτούς που σου ψέλνουν, άφεση και σωτηρία των ψυχών.
Συναπτὴ μικρά, μεθ᾿ ἣν ἐκφώνησις· Ὅτι σὲ αἰνοῦσι…
Ἐξαποστειλάριον Ἦχος γ' ἐκ τρίτου
Ἀπόστολοι ἐκ περάτων, συναθροισθέντες ἐνθάδε, Γεθσημανῇ τῷ χωρίῳ, κηδεύσατέ μου τὸ σῶμα, καὶ σὺ Υἱὲ καὶ Θεέ μου, παράλαβέ μου τὸ πνεῦμα.
Απόστολοι που συγκεντρωθήκατε από τα πέρατα της γης εδώ, στον τόπο της Γεθσημανή, κηδέψτε μου το σώμα και Εσύ Υιέ και Θεέ μου, παράλαβε το πνεύμα μου.
ΑΙΝΟΙ Ἦχος δ´.
Πᾶσα πνοὴ αἰνεσάτω τὸν Κύριον. Αἰνεῖτε τὸν Κύριον ἐκ τῶν οὐρανῶν, αἰνεῖτε αὐτὸν ἐν τοῖς ὑψίστοις. Σοὶ πρέπει ὕμνος τῷ Θεῷ.
Κάθε τι που αναπνέει ας δοξολογήσει τον Κύριο. Δοξολογείτε τον Κύριο από τους ουρανούς. Δοξολογείτε Τον από τα υψηλότατα μέρη του ορίζοντα. Σε Σένα ανήκει ύμνος, Θεέ.
Αἰνεῖτε αὐτόν, πάντες οἱ ἄγγελοι αὐτοῦ· αἰνεῖτε αὐτόν, πᾶσαι αἱ δυνάμεις αὐτοῦ. Σοὶ πρέπει ὕμνος τῷ Θεῷ.
Δοξολογείτε τον Κύριο όλοι οι άγγελοί Του· δοξολογείτε αυτόν όλες οι (αγγελικές) δυνάμεις Του. Σε Σένα ανήκει ύμνος, Θεέ.
Στίχος: Αἰνεῖτε αὐτὸν ἐπὶ ταῖς δυναστείαις αὐτοῦ, αἰνεῖτε αὐτὸν κατὰ τὸ πλῆθος τῆς μεγαλωσύνης αὐτοῦ.
Ὡς γενναῖον ἐν Μάρτυσι
Τῇ ἐνδόξῳ Κοιμήσει σου, οὐρανοὶ ἐπαγάλλονται, καὶ Ἀγγέλων γέγηθε τὰ στρατεύματα, πᾶσα ἡ γῆ δὲ εὐφραίνεται, ᾠδὴν σοι ἐξόδιον προσφωνοῦσα τῇ Μητρί, τοῦ τῶν ὅλων δεσπόζοντος, ἀπειρόγαμε, Παναγία Παρθένε, ἡ τὸ γένος τῶν ἀνθρώπων ῥυσαμένη, προγονικῆς ἀποφάσεως.
Με την ένδοξη Κοίμησή σου, τα ουράνια αγάλλονται και των Αγγέλων χαίρονται τα στρατεύματα, όλη η γη επίσης ευφραίνεται απευθύνοντας το νεκρικό ύμνο σε σένα, την Μητέρα αυτού που δεσπόζει σε όλα· εσύ που δεν έλαβες πείρα γάμου, Παναγία Παρθένε, εσύ που έσωσες το γένος των ανθρώπων από την (καταδικαστική) απόφαση του Θεού εναντίον των προγόνων μας (πρωτοπλάστων).
Στίχος: Αἰνεῖτε αὐτὸν ἐν ἤχῳ σάλπιγγος, αἰνεῖτε αὐτὸν ἐν ψαλτηρίῳ καὶ κιθάρᾳ. Το ίδιο…
Στίχος: Αἰνεῖτε αὐτὸν ἐν τυμπάνῳ καὶ χορῷ, αἰνεῖτε αὐτὸν ἐν χορδαῖς καὶ ὀργάνῳ .
Ἐκ περάτων συνέδραμον, Ἀποστόλων οἱ πρόκριτοι, θεαρχίῳ, νεύματι τοῦ κηδεῦσαί σε, καὶ ἀπὸ γῆς αἰρομένην σε, πρὸς ὕψος θεώμενοι, τὴν φωνὴν τοῦ Γαβριήλ, ἐν χαρᾷ ἀνεβόων σοι· Χαῖρε ὄχημα, τῆς Θεότητος ὅλης, χαῖρε μόνη, τὰ ἐπίγεια τοῖς ἄνω, τῷ τοκετῷ σου συνάψασα.
Από τα πέρατα της γης έτρεξαν μαζί, των Αποστόλων οι επίλεκτοι, με θεϊκό νεύμα για να σε κηδεύσουν· και βλέποντας να υψώνεσαι από τη γη στα ύψη, τα λόγια του Γαβριήλ με χαρά σού φώναζαν· Χαίρε όχημα όλης της Θεότητας, χαίρε η μόνη που ένωσες τα επίγεια με τα ουράνια με τον τοκετό σου.
Στίχος: Αἰνεῖτε αὐτὸν ἐν κυμβάλοις εὐήχοις, αἰνεῖτε αὐτὸν ἐν κυμβάλοις ἀλλαλαγμοῦ, Πᾶσα πνοὴ αἰνεσάτω τὸν Κύριον.
Τὴν ζωὴν ἡ κυήσασα, πρὸς ζωὴν μεταβέβηκας, τῇ σεπτῇ Κοιμήσει σου τὴν ἀθάνατον, δορυφορούντων Ἀγγέλων σοι, Ἀρχῶν καὶ Δυνάμεων, Ἀποστόλων Προφητῶν, καὶ ἁπάσης τῆς κτίσεως, δεχομένου τε, ἀκηράτοις παλάμαις τοῦ Υἱοῦ σου, τὴν ἀμώμητον ψυχήν σου, Παρθενομῆτορ Θεόνυμφε.
Εσύ που γέννησες τη ζωή, πήγες στη ζωή με την σεβάσμια Κοίμησή σου την αθάνατη· και σε συνόδευαν τιμητικά Άγγελοι, Αρχές και Δυνάμεις, Απόστολοι, Προφήτες και όλη η κτίση· και ο Υιός σου δεχόταν στις αμόλυντες παλάμες του, την ακηλίδωτη ψυχή σου, Παρθένα Μητέρα, νύφη του Θεού.
Δόξα... Καὶ νῦν... Ἦχος πλ. β'
Τῇ ἀθανάτῳ σου Κοιμήσει, Θεοτόκε Μήτηρ τῆς ζωῆς, νεφέλαι τοὺς Ἀποστόλους, αἰθερίους διήρπαζον, καὶ κοσμικῶς διεσπαρμένους, ὁμοχώρους παρέστησαν τῷ ἀχράντῳ σου σώματι· οἳ καὶ κηδεύσαντες σεπτῶς, τὴν φωνὴν τοῦ Γαβριήλ, μελῳδοῦντες ἀνεβόων· Χαῖρε κεχαριτωμένη, Παρθένε Μήτηρ ἀνύμφευτε, ὁ Κύριος μετὰ σοῦ. Μεθ' ὧν ὡς Υἱόν σου καὶ Θεὸν ἡμῶν, ἱκέτευε σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.
Στην αθάνατη Κοίμησή σου, Θεοτόκε, Μητέρα της ζωής, σύννεφα τους Αποστόλους τους άρπαζαν στον αέρα και ενώ ήταν διασκορπισμένοι ανά τον κόσμο, τους έφεραν μαζί στο ίδιο μέρος, δίπλα στο αμόλυντο σώμα σου· εκείνοι, αφού το κήδευσαν με σεβάσμιο τρόπο, φώναζαν μελωδικά τα λόγια του Γαβριήλ· Χαίρε, η γεμάτη με όλες τις χάρες, Παρθένε Μητέρα που δεν νυμφεύθηκες, ο Κύριος είναι μαζί σου. Μαζί με αυτούς, επειδή είναι Υιός σου και Θεός μας, ικέτευέ Τον, να σωθούν οι ψυχές μας.
Δοξολογία μεγάλη και το απολυτίκιο…
Ἦχος α'
Ἐν τῇ Γεννήσει τὴν παρθενίαν ἐφύλαξας, ἐν τῇ Κοιμήσει τὸν κόσμον οὐ κατέλιπες Θεοτόκε. Μετέστης πρὸς τὴν ζωήν, μήτηρ ὑπάρχουσα τῆς ζωῆς, καὶ ταῖς πρεσβείαις ταῖς σαῖς λυτρουμένη, ἐκ θανάτου τὰς ψυχὰς ἡμῶν.
Στη Γέννηση (του Χριστού) φύλαξες την παρθενία, στην Κοίμηση τον κόσμο δεν τον εγκατέλειψες Θεοτόκε. Μεταφέρθηκες προς τη ζωή, εσύ που είσαι μητέρα της ζωής και με τις πρεσβείες τις δικές σου λυτρώνεις από το θάνατο τις ψυχές μας.
Στη Θεία Λειτουργία
Ἀντίφωνον Α': Στίχος α'. Ἀλαλάξατε τῷ Θεῷ πᾶσα ἡ γῆ.
Ταῖς πρεσβείαις τῆς Θεοτόκου...
Στίχος β'. Ἐξομολογεῖσθε αὐτῷ, αἰνεῖτε τὸ ὄνομα αὐτοῦ. Στίχος γ'. Ἐν πόλει Κυρίου τῶν δυνάμεων, ἐν πόλει Θεοῦ ἡμῶν. Στίχος δ'. Ἐγενήθη ἐν εἰρήνῃ ὁ τόπος αὐτοῦ, καὶ τὸ κατοικητήριον αὐτοῦ ἐν Σιών.
Ἀντίφωνον Β': Στίχος α'. Ἀγαπᾷ Κύριος τὰς πύλας Σιών, ὑπὲρ πάντα τὰ σκηνώματα Ἰακώβ.
Σῶσον ἡμᾶς Υἱὲ Θεοῦ, ὁ ἐν Ἁγίοις θαυμαστός, ψάλλοντάς σοι. Ἀλληλούϊα.
Στίχος β'. Δεδοξασμένα ἐλαλήθη περὶ σοῦ, ἡ πόλις τοῦ Θεοῦ. Στίχος γ'. Ὁ Θεὸς ἐθεμελίωσεν αὐτὴν εἰς τὸν αἰῶνα. Στίχος δ'. Ἡγίασε τὸ σκήνωμα αὐτοῦ ὁ Ὕψιστος. Δόξα... Καὶ νῦν... Ὁ μονογενὴς Υἱὸς καὶ Λόγος...
Ἀντίφωνον Γ': Στίχος α'. Ἑτοίμη ἡ καρδία μου, ὁ Θεός, ἑτοίμη ἡ καρδία μου.
Ἦχος α'
Ἐν τῇ Γεννήσει τὴν παρθενίαν ἐφύλαξας, ἐν τῇ Κοιμήσει τὸν κόσμον οὐ κατέλιπες Θεοτόκε. Μετέστης πρὸς τὴν ζωήν, μήτηρ ὑπάρχουσα τῆς ζωῆς, καὶ ταῖς πρεσβείαις ταῖς σαῖς λυτρουμένη, ἐκ θανάτου τὰς ψυχὰς ἡμῶν.
Στη Γέννηση (του Χριστού) φύλαξες την παρθενία, στην Κοίμηση τον κόσμο δεν τον εγκατέλειψες Θεοτόκε. Μεταφέρθηκες προς τη ζωή, εσύ που είσαι μητέρα της ζωής και με τις πρεσβείες τις δικές σου λυτρώνεις από το θάνατο τις ψυχές μας.
Εἰσοδικὸν
Δεῦτε προσκυνήσωμεν, καὶ προσπέσωμεν Χριστῷ. Σῶσον ἡμᾶς Υἱὲ Θεοῦ, ὁ ἐν ἁγίοις θαυμαστός, ψάλλοντάς σοι· Ἀλληλούϊα.
Κοντάκιον Ἦχος πλ. β' Αὐτόμελον
Τὴν ἐν πρεσβείαις ἀκοίμητον Θεοτόκον, καὶ προστασίαις ἀμετάθετον ἐλπίδα, τάφος καὶ νέκρωσις οὐκ ἐκράτησεν· ὡς γὰρ ζωῆς Μητέρα, πρὸς τὴν ζωὴν μετέστησεν, ὁ μήτραν οἰκήσας ἀειπάρθενον.
Την Θεοτόκο που είναι ακοίμητη στις πρεσβείες και αμετακίνητη ελπίδα στις προστασίες, ο τάφος και η νέκρωση δεν την κράτησε· διότι ως Μητέρα της ζωής, την μετέφερε προς την ζωή, αυτός που κατοίκησε σε μήτρα παντοτινά παρθένα.
Ἀπόστολος
Προκείμενον. Ἦχος γ' Ὠδή τῆς Θεοτόκου [Λουκ. α]
Στίχ. Μεγαλύνει ἡ ψυχή μου τὸν Κύριον καὶ ἠγαλλίασε τὸ πνεῦμά μου ἐπὶ τῷ Θεῷ τῷ σωτῆρί μου.
Στίχ. Ὅτι ἐπέβλεψεν ἐπὶ τὴν ταπείνωσιν τῆς δούλης αὐτοῦ.
Πρὸς Φιλιππησίους Ἐπιστολῆς Παύλου τὸ Ἀναγνωσμα.Κεφ. 2:5-11
Ἀδελφοί, τοῦτο φρονείσθω ἐν ὑμῖν ὃ καὶ ἐν Χριστῷ ᾿Ιησοῦ, ὃς ἐν μορφῇ Θεοῦ ὑπάρχων οὐχ ἁρπαγμὸν ἡγήσατο τὸ εἶναι ἴσα Θεῷ, ἀλλ᾿ ἑαυτὸν ἐκένωσε μορφὴν δούλου λαβών, ἐν ὁμοιώματι ἀνθρώπων γενόμενος, καὶ σχήματι εὑρεθεὶς ὡς ἄνθρωπος ἐταπείνωσεν ἑαυτὸν γενόμενος ὑπήκοος μέχρι θανάτου, θανάτου δὲ σταυροῦ. Διὸ καὶ ὁ Θεὸς αὐτὸν ὑπερύψωσε καὶ ἐχαρίσατο αὐτῷ ὄνομα τὸ ὑπὲρ πᾶν ὄνομα, ἵνα ἐν τῷ ὀνόματι ᾿Ιησοῦ πᾶν γόνυ κάμψῃ ἐπουρανίων καὶ ἐπιγείων καὶ καταχθονίων, καὶ πᾶσα γλῶσσα ἐξομολογήσηται ὅτι Κύριος ᾿Ιησοῦς Χριστὸς εἰς δόξαν Θεοῦ πατρός.
Αδελφοί, να υπάρχει μεταξύ σας το ίδιο φρόνημα που είχε κι ο Ιησούς Χριστός, ο οποίος, αν και ήταν Θεός, δε θεώρησε την ισότητά του με το Θεό αποτέλεσμα αρπαγής, αλλά τα απαρνήθηκε όλα, και πήρε μορφή δούλου· έγινε άνθρωπος· και όντας πραγματικός άνθρωπος ταπεινώθηκε θεληματικά υπακούοντας μέχρι θανάτου, και μάλιστα θανάτου σταυρικού. Γι’ αυτό και ο Θεός τον ανέβασε πολύ ψηλά και του χάρισε το όνομα που είναι πάνω απ’ όλα τα ονόματα. Έτσι, στο όνομα του Ιησού όλα τα επουράνια, τα επίγεια και τα υποχθόνια θα προσκυνήσουν, και κάθε γλώσσα θα ομολογήσει ότι Κύριος είναι ο Ιησούς Χριστός, για να δοξάζεται έτσι ο Θεός Πατέρας.
Ἀλληλούϊα [γ΄]. Ἦχος πλ. δ΄ [Ψαλμός 131].
Στίχ. Ἀνάστηθι, Κύριε, εἰς τὴν ἀνάπαυσίν σου.
Στίχ. Ὤμοσε Κύριος τῷ Δαυΐδ ἀλήθειαν καὶ οὐ μὴ ἀθετήσει αὐτήν.
Εὐαγγέλιον.
Ἐκ τοῦ κατὰ Λουκᾶν. Κεφ. 10:38-42; 11:27-28
Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, εἰσῆλθεν ὁ ᾿Ιησοῦς εἰς κώμην τινά. γυνὴ δέ τις, ὀνόματι Μάρθα, ὑπεδέξατο αὐτὸν εἰς τὸν οἶκον αὐτῆς. Καὶ τῇδε ἦν ἀδελφὴ καλουμένη Μαρία, ἣ καὶ παρακαθίσασα παρὰ τοὺς πόδας τοῦ ᾿Ιησοῦ, ἤκουε τὸν λόγον αὐτοῦ. Ἡ δὲ Μάρθα περιεσπᾶτο περὶ πολλὴν διακονίαν· ἐπιστᾶσα δὲ εἶπε· Κύριε, οὐ μέλει σοι ὅτι ἡ ἀδελφή μου μόνην με κατέλιπε διακονεῖν; εἰπὲ οὖν αὐτῇ ἵνα μοι συναντιλάβηται. Ἀποκριθεὶς δὲ εἶπεν αὐτῇ ὁ ᾿Ιησοῦς· Μάρθα, Μάρθα, μεριμνᾷς καὶ τυρβάζῃ περὶ πολλά, ἑνὸς δέ ἐστι χρεία. Μαρία δὲ τὴν ἀγαθὴν μερίδα ἐξελέξατο, ἥτις οὐκ ἀφαιρεθήσεται ἀπ᾿ αὐτῆς. ᾿Εγένετο δὲ ἐν τῷ λέγειν αὐτὸν ταῦτα, ἐπάρασά τις γυνὴ φωνὴν ἐκ τοῦ ὄχλου, εἶπεν αὐτῷ· Μακαρία ἡ κοιλία ἡ βαστάσασά σε, καὶ μαστοὶ οὓς ἐθήλασας. Αὐτὸς δὲ εἶπε· Μενοῦνγε μακάριοι οἱ ἀκούοντες τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ, καὶ φυλάσσοντες αὐτόν.
Εκείνο τον καιρό ο Ιησούς, μπήκε σ’ ένα χωριό, και τον υποδέχτηκε σπίτι της κάποια γυναίκα που την έλεγαν Μάρθα. Αυτή είχε μια αδερφή που ονομαζόταν Μαρία, κι η οποία κάθισε στα πόδια του Ιησού και άκουγε τη διδασκαλία του. Αντίθετα, η Μάρθα δούλευε ασταμάτητα για να τους περιποιηθεί. Πήγε λοιπόν στον Ιησού και του είπε: «Κύριε, δε νοιάζεσαι που η αδερφή μου με άφησε μόνη να σε περιποιούμαι; Πες της, λοιπόν, να με βοηθήσει». Ο Ιησούς της αποκρίθηκε: «Μάρθα, Μάρθα, ασχολείσαι κι αγωνιάς για πολλά πράγματα, ενώ ένα μόνο χρειάζεται. Αυτό διάλεξε η Μαρία, και δεν πρόκειται να της το αφαιρέσει κανείς».Ενώ έλεγε αυτά ο Ιησούς, κάποια γυναίκα από το πλήθος έβγαλε μια δυνατή φωνή και του είπε: «Χαρά στη μάνα που σε γέννησε και σε θήλασε!» Κι εκείνος είπε: «Πιο πολύ χαρά σ’ εκείνους που ακούν το λόγο του Θεού και τον εφαρμόζουν!»
Εἰς τό, Ἐξαιρέτως Ἦχος α'
Αἱ γενεαὶ πᾶσαι, μακαρίζομέν σε, τὴν μόνην Θεοτόκον.
Ὁ Εἱρμὸς
Νενίκηνται τῆς φύσεως οἱ ὅροι, ἐν σοὶ Παρθένε ἄχραντε· παρθενεύει γὰρ τόκος, καὶ ζωὴν προμνηστεύεται θάνατος. Ἡ μετὰ τὸκον Παρθένος, καὶ μετὰ θάνατον ζῶσα, σῴζοις ἀεί, Θεοτόκε, τὴν κληρονομίαν σου.
Στο πρόσωπό σου, αμόλυντε Παρθένε, νικήθηκαν οι νόμοι της φύσεως! Διότι παραμένει παρθένος αυτή που γέννησε τον Υιό, και ο θάνατος συναντά από τώρα τη ζωή! Θεοτόκε, συ που συνεχίζεις να είσαι παρθένος μετά τη γέννα και να ζεις μετά το θάνατο, σώζε πάντοτε τους χριστιανούς που αποτελούν την κληρονομιά σου.
Κοινωνικὸν
Ποτήριον σωτηρίου λήψομαι, καὶ τὸ ὄνομα Κυρίου ἐπικαλέσομαι. Ἀλληλούϊα.
«Επέβλεψεν επί την ταπείνωσιν της δούλης αυτού» (Λουκ. α΄ 48).
Το πρώτο συναίσθημα, που εκφράζει η Παρθένος στην Ωδή της, αναφέρεται στην μηδαμινότητα του προσώπου της. Σχολιάζει σχετικά ο Ωριγένης: «Τις γαρ ειμί εγώ προς τοσούτον έργον; Αυτός επέβλεψεν, ουκ εγώ προσεδόκησα. Ταπεινή γάρ ήμην και απερριμμένη και νυν από γης εις ουρανόν μεταβαίνω και εις άρρητον οικονομίαν έλκομαι» (ΥΛ, 64) .
Μαζί με το μεγαλείο του Θεού αποκαλύπτεται συγχρόνως και η μηδαμινότης και η αναξιότης του ανθρώπου. Ο Δαβίδ, ατενίζοντας τον έναστρο ουρανό, ένοιωσε το μεγαλείο του Θεού, ταυτοχρόνως όμως ένοιωσε και την ανθρώπινη μηδαμινότητα (Ψαλμ. 8, 1 - 5) . Το γεγονός της θαυμαστής αλιείας κάνει τον απόστολο Πέτρο να αισθανθή τη θεότητα του Χριστού, αλλά και την προσωπική του αμαρτωλότητα. Η διπλή αυτή συναίσθησις τον έκανε να πέση στα γόνατα, μέσα στη βάρκα του, και να πη τον υπέροχο εκείνο λόγο: « Έξελθε απ εμού. ότι ανήρ αμαρτωλός είμι, Κύριε» (Λουκ. ε΄ 8) .
Όταν αποκαλύπτεται ο Θεός στον άνθρωπο, φαίνεται ότι δημιουργούνται δύο αντίθετες κινήσεις που διατηρούν την ανθρώπινη ύπαρξη στην ισορροπία και αρμονία: η μία, το θάμβος του Θεού, τον ελκύει προς τα πάνω και η άλλη, το δέος της μηδαμινότητος του, τον πιέζει προς τα κάτω. Χάρις στις δύο αυτές δυναμικές κινήσεις ζει και υπάρχει ο άνθρωπος.
Σε μια μικρή χειρουργική επέμβαση που μου έγινε στην περιοχή του προσώπου, αισθάνθηκα λιποθυμία... Ο γιατρός τότε, με μια δυναμική κίνησι πίεσε το κεφάλι μου, χαμηλώνοντάς το ανάμεσα στα γόνατά μου... Όταν, κατά κάποιον τρόπο, επεμβαίνει ο Θεός στη ζωή μας, το μέτωπό μας πρέπει να εγγίζη το χώμα. «Ώφθη Κύριος τω Άβραμ ...και έπεσεν Άβραμ επί πρόσωπον αυτού» (Γεν. ιζ' 1 - 3).
(Μητροπολίτου Αχελώου Ευθυμίου Στυλίου, Η Πρώτη, εκδ. Γρηγόρη, σελ.121-122 )
Διαβάζοντας την ‘Αποκάλυψη’ του Ιωάννη, δε στέκομαι τόσο στις προφητείες των δεινών που πρόκειται να συμβούν και στον Αντίχριστο, όσο στις υποσχέσεις του Κυρίου μας που είναι τόσο σημαντικές και παρήγορες και αληθινές φυσικά! Αυτές είναι που σκέφτομαι κάθε φορά που έρχεται απειλητικά το κύμα της θλίψης να με σκεπάσει! Μια από αυτές περιγράφεται στο β’17… ‘Στο νικητή θα δώσω αθωωτική ψήφο και όνομα καινούριο, το όνομα της υιοθεσίας, του πολίτου της αιωνίου Βασιλείας, που δε θα γνωρίζει κανείς παρά μόνο αυτός που το λαμβάνει.’ Την αγαλλίαση της καρδιάς μου όμως, αναλογιζόμενος εκείνη τη στιγμή, έρχεται να την πλήξει μια σκέψη… πώς γίνεται σ’αυτόν τον άνθρωπο και σε κάθε άνθρωπο τον οποίο ο Κύριος τον προορίζει για τη Βασιλεία Του και για τον οποίο μόνο ο Χριστός έχει το δικαίωμα να του δώσει το χαρακτηριστικό του όνομα, εγώ να τον χαρακτηρίζω και να του προσδίδω ατιμωτικά και άδικα επίθετα, όπως ‘ επιπόλαιος, προβληματικός, φιλάργυρος, ανώριμος’ ή και ακόμη χειρότερα που έχουν να κάνουν είτε με τη σωματική του διάπλαση είτε με την ψυχοπνευματική του κατάσταση!
Δεν έχουμε κατανοήσει πόσο ιερό είναι το κάθε πρόσωπο και ούτε και θυμόμαστε τί μας είπε ο Κύριος για κάθε μας λέξη άκαιρη και κυρίως κατακριτική… ότι είναι όλες γραμμένες στον ουρανό και θα δώσουμε λόγο γι’αυτές, ακόμα κι αυτές που λέγονται εν είδει αστείου! Νομίζω ότι η χειρότερη μορφή κατάκρισης είναι η εξουδένωση του άλλου ανθρώπου μέσα μας! Βασισμένοι σε κάποιες συμπεριφορές του και στους κακούς μας λογισμούς γι’αυτόν, του βάζουμε μέσα μας μια ταμπέλα η οποία τον συνοδεύει και εφ’όρου ζωής μερικές φορές. Έτσι, αν κάποιος μας μίλησε μια φορά ή και περισσότερες απότομα, γίνεται ‘ο νευρικός’, αν κάποιος μιλάει πολύ γίνεται ‘ ο ενοχλητικός’, αν κάποιος βασανίζεται από κάποιο ψυχολογικό πρόβλημα γίνεται ‘ο τρελός’. Κι έτσι του κλείνουμε τη δίοδο να μας πλησιάσει και τη δυνατότητα να μας δείξει ότι δεν είναι ΜΟΝΟ αυτό! Ακόμα κι αν κάποιος έχει ένα φοβερό πάθος, δε σημαίνει ότι είναι το πάθος του. Ο χριστιανός κυρίως είναι η μετάνοια του!
Κάθε στιγμή είναι στιγμή αλλαγής! Βλέπουμε κάποιον άνθρωπο να πίνει πολύ και λέμε ‘ να ο Κώστας ο αλκοολικός’ και του συμπεριφερόμαστε έτσι… σαν αλκοολικό! Τον αποφεύγουμε, τον λυπόμαστε, τον κατακρίνουμε και στην ουσία… τον χάνουμε. Γιατί δεν είναι απλά ‘ο Κώστας ο αλκοολικός’, είναι ο Κώστας που αγαπάει το Χριστό, που προσπαθεί να αλλάξει, που έχει καρδιά μάλαμα και ένα σωρό χαρίσματα, ο Κώστας ο αδελφός μας! Κι αν αυτός όλο το βράδυ προσευχόταν να τον βοηθήσει ο Χριστός μας και ο Κύριος του έδινε τη δύναμη να αλλάξει, εμείς το αγνοούμε. Του φερόμαστε απλά σαν αλκοολικό! Και πάνω που είναι αποφασισμένος να αλλάξει και να ξεκινήσει καινούρια ζωή, βλέπει στα μάτια μας και στη συμπεριφορά μας την ετικέτα που του έχουμε δώσει! Και αυτοσυστήνεται ‘είμαι ο αλκοολικός ο Κώστας’ και αποκαρδιώνεται… και πάλι από την αρχή!
Άλλος αδελφός έχει ένα σοβαρό ψυχολογικό πρόβλημα που τον ταλανίζει χρόνια. Σκεφτόμενος ότι έχει γύρω του εν Χριστώ αδελφούς παίρνει το θάρρος να το εξομολογηθεί στους πιο οικείους του και ξαφνικά βλέπει τα αδέλφια του να απομακρύνονται από κοντά του, κρατούν αποστάσεις ασφαλείας άλλες φορές δικαιολογημένα και άλλες αδικαιολόγητα! Όμως ξεχνάμε ότι αυτοί που εμάς μας τρομάζουν, μπορεί αύριο να είναι οι πολίτες του Ουρανού! Νομίζω δεν είναι ορθό κάποιον που μας φέρθηκε άσχημα πέρσι ή πριν ένα μήνα ή χθες να τον αντιμετωπίζουμε σύμφωνα με το πάθος του. Και κάθε του λέξη, κάθε του πράξη να την περνάμε από το κόσκινο του παγιωμένου μας κακού λογισμού!
Σε κάποιον που δεν του δίνουμε τη δυνατότητα να μας δείξει την καλή του αλλοίωση και τη διάθεση να επανορθώσει είναι σαν να τον έχουμε βαλσαμώσει μέσα μας! Κι αν δε δίνουμε εμείς ευκαιρίες στον αδερφό μας πώς θα έχουμε την ελπίδα να το κάνει ο Θεός με εμάς; Όλοι οι άνθρωποι είμαστε όμορφοι αλλά έχουμε και τα αγκάθια μας! Νομίζω ότι αξίζουν να μας έχουν, να μας μυρίζουν και να μας χαίρονται αυτοί που δε δίστασαν να αγκαλιάσουν τα αγκάθια μας και έτσι να τα αποβάλουμε! Αξίζει να απολαμβάνουν τα καλοκαίρια μας αυτοί που άντεξαν τους χειμώνες μας! Αυτοί που με ένα καλό λογισμό αγάπης έσπασαν την παλιά επιγραφή μέσα τους και μας έδωσαν ψήφο αθωωτική, γινόμενοι μιμητές Χριστού!
«Ηγαλλίασε το πνεύμα μου επί τω Θεώ τω σωτήρι μου» (Λουκ. α΄ 47).
Ότι συνέβη στην Ελισάβετ, στο κυοφορούμενο βρέφος της —τον Ιωάννη— συμβαίνει τώρα και στη Θεοτόκο «ηγαλλίασε το πνεύμα της»! Η παρουσία του Χριστού προκαλεί σκιρτήματα χαράς στην ανθρώπινη ψυχή.
Η παρουσία του Θεού στην προχριστιανική εποχή προκαλούσε δέος και τρόμο στον άνθρωπο. Και αυτός ο Θεός των Εβραίων, ο Γιαχβέ, ήταν Θεός τρομερός. Επίσης η παρουσία του ανθρώπου στα Ιερά και στους οίκους του Θεού γινόταν υστέρα από αλλεπάλληλους καθαρισμούς, με δαπανηρές θυσίες και μέσα στο ζόφο του τρόμου και της φρίκης...
Μόνο η παρουσία του Χριστού στον κόσμο άλλαξε την κατάστασι αυτή. Η έλευσις του Χριστού στον κόσμο έφερε τη χαρά και την αγαλλίαση πρώτα στην Μητέρα του, έπειτα στον μικρό κύκλο των γνωστών του και υστέρα σ’ ολόκληρο τον κόσμο. Όπως η πέτρα που πέφτει στα νερά της λίμνης και δημιουργεί ομόκεντρους κύκλους, που συνεχώς διευρύνονται έτσι και ο Χριστός. Η παρουσία του στον κόσμο αγκαλιάζει όλο και πιο πολλούς. Έτσι όλο και πιο πολλοί πηδούν και χορεύουν από χαρά και αγαλλίασι.
Δες τε τι συμβαίνει με τους πιστούς. Έξω από το ναό, είμαστε συνηθισμένοι άνθρωποι. Όταν όμως μπούμε μέσα στο ναό μεταβαλλόμαστε• γινόμαστε διαφορετικοί. Και πρώτα - πρώτα γινόμαστε δοξολογικά πλάσματα. Μέσα στο ναό δεν ομιλούμε, αλλά δοξολογούμε. Από το στόμα μας βγαίνουν ύμνοι και δοξολογίες. Αυτό μάλιστα ισχύει απόλυτα για τη θ. Λειτουργία, στην οποία, κατά την αρχαία συνήθεια, πρέπει να ψάλλουν όλοι οι πιστοί και όχι μόνο οι ιεροψάλται ή μια μικρή χορωδία, όπως άλλωστε γίνεται και σήμερα σε όλες τις άλλες ομόδοξες Εκκλησίες!
Μετά τον ύμνο και πολλές φορές μαζί με τον ύμνο μέσα στο ναό υπάρχει και ο θρησκευτικός χορός. Με χορό πανηγυρίζει ο χριστιανός την είσοδό του στην Εκκλησία. Γι αυτό, αμέσως μετά το βάπτισμα, γύρω από την ιερή κολυμβήθρα γίνεται χορός ενώ όλοι ψάλλουν τον ύμνο: «Όσοι εις Χριστόν εβαπτίσθητε, Χριστόν ενεδύσασθε»! Ο χορός είναι πάλι χαρακτηριστικό στοιχείο του χριστιανικού γάμου. Μετά την στέψι αρχίζει «ο χορός του Ησαΐα,», όπως λέει ο λαός. Οι νεόνυμφοι χορεύουν στο κέντρο του Ναού, ενώ ακούγεται ο χαρούμενος ύμνος: «Ησαΐα χόρευε η Παρθένος έσχεν εν γαστρί...»! Η χαρά αυτή για τη σωτηρία του Χριστού, τουλάχιστον μια φορά το χρόνο, στο ετήσιο πανηγύρι του προαστικού ελληνικού χωριού που ήταν μαζί και η εορτή του προστάτου Αγίου της Κοινότητος, ξεχυνόταν και έξω από το Ναό, στον ευρύχωρο αυλόγυρο του ναού. Το χορό αυτό τον άρχιζε πρώτος ο Ιερεύς του χωριού.
Η παρουσία του Χριστού έφερε τη χαρά, την αγαλλίασι και το σκίρτημα στον κόσμο, ο οποίος έκτοτε, όπως και η Θεοτόκος, «σκιρτά εν αγαλλιάσει»!
(Μητροπολίτου Αχελώου Ευθυμίου Στυλίου, Η Πρώτη, εκδ. Γρηγόρη, σελ.120-121)
«Μεγαλύνει η ψυχή μου τον Κύριον» (Λουκ. α΄ 46).
Ολόκληρη η υπαρξίς μου υμνεί και δοξολογεί τον Κύριο! Ο πρώτος αυτός στίχος της Ωδής της Θεοτόκου αποκαλύπτει την κατάστασι στην οποία βρισκόταν η Παρθένος Μαρία: Κατάστασι εξάρσεως και εμπνεύσεως που βρίσκει διέξοδο στον ύμνο. Ο Κύριος με όσα της απεκάλυψε και όσα ενήργησε στο πρόσωπό της έθεσε την ύπαρξι της σε κίνησι, σε έξαρσι και η εξαρσίς της ωδήγησε στον ύμνο. Ο Κύριος ανάβει τη φωτιά, η χύτρα της ψυχής βράζει και από το στόμα βγαίνει ο ατμός της δοξολογίας. Χωρίς τη φωτιά του Θεού δεν υπάρχει ύμνος. Για να τραγουδήσεις τα τραγούδια του Θεού χρειάζεται «ενθουσιασμός» με την αρχαία έννοια της λέξεως «ενθουσιάζω», που σημαίνει έχω μέσα μου τον Θεό.
Ο ύμνος και η δοξολογία, του Θεού φυτρώνει στα χείλη των πιστών μέσα στους ναούς. Η πίστι και η αγάπη στον Θεό θερμαίνουν την ψυχή των χριστιανών και από το στόμα τους ανεβαίνει ο ύμνος. Αν λιγοστεύουν οι εκκλησιαζόμενοι, είναι γιατί έχει λιγοστέψει η πίστη και η αγάπη στον Θεό. Και αν η σύγχρονη γενεά είναι «γενεά χωρίς τραγούδι» και από το στόμα των παιδιών δεν ακούγονται πια τραγούδια του Θεού είναι γιατί η φωτιά της αγάπης και της παρουσίας του Θεού έχει σβήσει μέσα στις καρδιές.
Με πόση νοσταλγία θυμάται κανείς το χρόνια του ’40 και τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια. Την εποχή του πολέμου και τα ελαφρά ακόμα τραγούδια είχαν μεταποιηθή σε τραγούδια του Θεού και της Παναγίας, σε τραγούδια της Νίκης! Με πόσο ενθουσιασμό τραγουδήσαμε έπειτα τους ύμνους και τα χριστιανικά τραγούδια! Κάτω απ’ τους φωτεινούς θολούς των Ναών, στις εξοχές, στους δρόμους, στις βουνοκορφές και τις ακρογιαλιές. Ατελείωτα δοξαστικά, από νεανικές υπάρξεις, γεμάτες ιερό ενθουσιασμό... Τα πιο πολλά δοξαστικά, τα ωραιότερα τραγούδια της ζωής μας τα τραγουδήσαμε τον καιρό που η παρουσία και η κλήσις του Θεού πυρπολούσαν την ψυχή μας...
(Μητροπολίτου Αχελώου Ευθυμίου Στυλίου, Η Πρώτη, εκδ. Γρηγόρη, σελ.119-120)
Το υ Α β β ά Η σ α ΐ α.
α΄. Είπε ο Αββάς Ησαΐας, ότι τίποτε δεν είναι τόσο ωφέλιμο για τον αρχάριο, όπως το να τον υβρίζουν. Καθώς το δένδρο όπου ποτίζεται κάθε μέρα, έτσι είναι ο αρχάριος όπου τον υβρίζουν και υπομένει.
β΄. Έλεγε πάλι σε αρχαρίους όπου άφηναν με υποταγή να τους κυβερνούν άγιοι πατέρες, ότι η πρώτη βαφή δεν χάνεται, όπως στην περίπτωση της πορφύρας. Και ότι, καθώς οι τρυφεροί κλάδοι εύκολα αλλάζουν κατεύθυνση και λυγίζουν, έτσι και οι αρχάριοι όπου ζουν με υποταγή.
γ΄. Έλεγε πάλι : « Ο πρεσβύτερος του Πηλουσίου, αφού έγινε αγάπη και οι αδελφοί, στη σύναξη, έτρωγαν και μιλούσαν μεταξύ τους, τους μάλωσε και τους είπε : Σωπάστε, αδελφοί. Εγώ είδα έναν αδελφό, οπού τρώγει μαζί σας και πίνει όσο και σεις, να ανεβαίνη η προσευχή του ενώπιον του Θεού σαν φωτιά ».
δ΄. Έλεγαν για τον Αββά Ησαΐα, ότι πήρε κάποτε ένα ζεμπίλι, πήγε στο αλώνι και λέγει στον κύριο του χωραφιού : « Δος μου σιτάρι ». Και τον ρωτά εκείνος : « θέρισες και συ, Αββά ; ». Του απαντά : « Όχι ». Και του λέγει ο κύριος του χωραφιού : «Πώς λοιπόν θέλεις να σου δώσω σιτάρι, αφού δεν θέρισες ; ». Του λέγει τότε ο γέρων : « Ώστε, αν τινάς δεν θερίση, δεν παίρνει μισθό ; ». Του απαντά ο γεωργός : « Όχι ». Και έτσι έφυγε ο γέρων. Οι δε αδελφοί, σαν είδαν τι έκαμε, του έβαλαν μετάνοια και τον παρακάλεσαν να τους πη γιατί το έκαμε αυτό. Και ο γέρων τους αποκρίνεται : « Αυτό το έκαμα για παράδειγμα, για να μάθετε, ότι, αν τινάς δεν εργασθή, δεν αμείβεται από τον Θεό ».
ε΄. Ο ίδιος Αββάς Ησαΐας φώναξε κάποιον από τους αδελφούς και του έπλυνε τα πόδια. Και υστέρα έρριξε μια χούφτα φακές σε χύτρα και αφού πήρε μια πρώτη βράση, την κατέβασε. Του λέγει ο αδελφός : « Δεν έβρασε καλά ακόμη, Αββά ». Και του αποκρίνεται : « Δεν σου αρκεί λοιπόν ότι είδες τόση φωτιά ; Και αυτό μεγάλη παρηγοριά είναι ».
στ΄. Έλεγε πάλι : « Αν θέλη ο Θεός να ελεήση μια ψυχή και αυτή του ξεφεύγη και δεν στέκεται, κάνοντας το δικό της θέλημα, επιτρέπει να τη βρουν ανεπιθύμητα δεινά, ώστε εξ αιτίας των θλίψεων να τον αποζητήση ».
ζ΄. Έλεγε πάλι, ότι, σαν θέλη τινάς να αποδώση κακό αντί κακού, μπορεί και με απλό νεύμα να βλάψη τη συνείδηση του αδελφού.
η΄. Ο ίδιος Αββάς Ησαΐας ρωτήθηκε, τι είναι φιλαργυρία. Και αποκρίθηκε : « Το να μη έχης εμπιστοσύνη στον Θεό, ότι φροντίζει για σένα, και να έχης χάσει τις ελπίδες για την εκπλήρωση των υποσχέσεων του και να έχης μεγάλη ιδέα για τον εαυτό σου ».
θ΄. Ρωτήθηκε πάλι, τι είναι καταλαλιά. Και αποκρίθηκε : « Το να μη γνωρίζης τη δόξα του Θεού και φθόνος προς τον πλησίον ».
ι΄. Ρωτήθηκε πάλι, τι είναι οργή. Και αποκρίθηκε: « Φιλονεικία και ψεύδος και έλλειψη θεογνωσίας ».
Του Αββά Ηλία
α΄. Είπε ο Αββάς Ηλίας : « Εγώ τρία πράγματα φοβάμαι. Όταν μέλλη η ψυχή μου να βγη από το σώμα. Όταν μέλλω να βρεθώ μπροστά στον Θεό. Και όταν μέλλη να βγάλη την απόφαση του εναντίον μου ».
β΄. Έλεγαν οι γέροντες στον Αββά Ηλία, στην Αίγυπτο, για τον Αββά Αγάθωνα, ότι καλός Αββάς είναι.
Και τους λέγει ο γέρων : « Ως προς τη γενεά του, καλός είναι ». Και του λέγουν : « Ως προς δε τους παλαιούς, τι ; ». Και τους αποκρίνεται και τους λέγει : « Σας είπα ότι ως προς τη γενεά του καλός είναι. Όσον αφορά δε τους παλαιούς, είδα σε Σκήτη άνθρωπο οπού μπορούσε να σταματήση τον ήλιο στον ουρανό, όπως έκαμε ο Ιησούς του Ναυή ». Και σαν το άκουσαν αυτό, θαμπώθηκαν και δόξασαν τον Θεό.
γ΄. Είπε ο Αββάς Ηλίας της διακονίας : « Τι δύναμη έχει η αμαρτία, όπου υπάρχει μετάνοια ; Και τι ωφελεί η αγάπη, όπου υπάρχει υπερηφάνεια; ».
δ'. Είπε ο Αββάς Ηλίας : « Μου φάνηκε ότι είδα κάποιον να βάζη κρυφά στον κόρφο του κολοκύθα με κρασί. Και για να ντροπιάσω τους δαίμονες, βέβαιος ότι ήταν πλανερή εντύπωση, είπα στον αδελφό : Σε παρακαλώ σήκωσέ το αυτό. Σηκώνει λοιπόν τον μανδύα του και αποδείχνεται ότι τίποτε δεν είχε κρυμμένο στον κόρφο του. Και αυτό το είπα, ώστε, ακόμη και αν δήτε με τα ίδια σας τα μάτια ή ακούσετε με τα ίδια σας τα αυτιά, να μη είστε βέβαιοι. Απεναντίας, να έχετε προσοχή στους διαλογισμούς και τις ενθυμήσεις και τις έννοιες, ξέροντας ότι το πονηρό πνεύμα από εκεί έρχεται για να μιάνη την ψυχή και να την κάμη να πιστεύη στα βλαβερά, απασχολώντας τον νου μακριά από τις αμαρτίες μας και από τον Θεό ».
ζ΄ . Είπε πάλι : « Οι άνθρωποι έχουν τον νου τους ή στις αμαρτίες ή στον Ιησού ή στους ανθρώπους ».
στ΄. Είπε πάλι : « Αν ο νους δεν ψάλλη με το σώμα, μάταιος ο κόπος. Γιατί, αν αγαπά τινάς τη θλίψη, ύστερα τη βλέπει να του γίνεται χαρά και ανάπαυση ».
(Είπε Γέρων,Το Γεροντικόν εκδ. Αστήρ, Αθήνα 1996 σελ.87-89 )