Ζηλοτυπία
ο άνθρωπος
Το ανθρώπινο γένος είναι πολύ ζηλιάρικο. Έπρεπε φυσικά περισσότερο να τους επηρέαζε το παράδειγμα του Κυρίου και μετά η υπενθύμισις της ανταποδόσεως. Αλλ’ επειδή πνευματικά δεν ήσαν πολύ δυνατοί, τους επηρεάζει περισσότερο το άλλο. Διότι τίποτε πιο δυνατό από τη ζήλεια δεν υπάρχει.
Ε.Π.Ε. 19,494
από σφοδρή αγάπη
Οι ψυχές είναι ζηλότυπες· καίγονται από μεγάλο έρωτα. Και δεν γεννιέται διαφορετικά ο έρωτας, παρά από φλογερή φιλία.
Ε.Π.Ε. 19,578
της γυναίκας
Κι αν ακόμα σε κατηγορή η γυναίκα, να μη δυσανασχετής. Η στάσις της φανερώνει θερμή αγάπη, όχι απόρριψι. Οι διαμαρτυρίες της είναι δείγμα φλογερής αγάπης και διαθέσεως και φόβου. Φοβάται, μήπως κάποια άλλη της έκλεψε τη συζυγική αγάπη, μήπως κάποια άλλη της αφαίρεσε το σπουδαιότερο αγαθό της (τον άντρα της).
Ε.Π.Ε. 21,224
ο Θεός
Ο Θεός είναι «ζηλιάρης». Θέλει να αγαπάται από όλους μας. Και αυτό διότι ο ίδιος πάρα πολύ μας αγαπά. Ξέρετε ασφαλώς, ότι η συνήθεια αυτή είναι γνώρισμα εκείνων που αγαπούν παράφορα· είναι υπερβολικά ζηλότυποι. Θα προτιμούσαν να χάσουν τη ζωή τους, παρά να παραμεριστούν από κάποιον αντεραστή.
Ε.Π.Ε. 22,476
Ζητιάνοι
τα πάντα μηχανεύονται
Ο φτωχός δικαιούται να ελεήται, αφού έφτασε σε τόσο μεγάλη ανάγκη. Εμείς όμως είμαστε άξιοι μυρίων τιμωριών, διότι εξαναγκάζουμε τους φτωχούς να υποφέρουν. Αν, δηλαδή, εύκολα σπλαχνιζόμασταν το φτωχό, ποτέ εκείνος δεν θα προτιμούσε να υποφέρη τα πάνδεινα. Και δεν αναφέρω απλώς, ότι αναγκάζονται να γυρίζουν γυμνοί και φοβισμένοι. Θα αναφέρω κάτι πολύ φρικώδες. Μερικοί αναγκάστηκαν να τυφλώσουν τα παιδιά τους, όσο βρίσκονταν σε μικρή ηλικία, για να συγκινήσουν τη δική μας αναισθησία! Επειδή δεν μάθατε να σπλαχνίζεστε τη φτώχεια, αλλά και ηδονίζεστε με τις συμφορές των φτωχών, εκείνοι ικανοποιούν την αρρωστημένη επιθυμία σας, ανάβοντας έτσι φοβερότερη τη φλόγα της κολάσεως και για τον εαυτό τους και για σας!
Ε.Π.Ε. 18,610-612
Ζήτησις
ψάχνεις μέχρι να το βρης
Ο άνθρωπος λαχταρά και περιμένει, μέχρις ότου βρη αυτό που ζητάει.
Ε.Π.Ε. 13,252
μεγάλων, όχι μικρών
Η Σαμαρείτιδα, μόλις κατάλαβε ότι ο συνομιλητής της, ο Χριστός, είναι προφήτης, δεν τον ρωτάει τίποτε το γήινο, ούτε για σωματική υγεία, ούτε για χρήματα, ούτε για πλούτη· αμέσως για υψηλές αλήθειες τον ρωτάει. Βλέπεις, πως έγινε πολύ ανώτερη κατά το νου;
Ε.Π.Ε. 13,270
του Θεού
Όπως ακριβώς ψάχνουμε για το χαμένο, έτσι ας αναζητούμε τον Θεό. Για να βρούμε το χαμένο τι κάνουμε; Δεν στρέφουμε το μυαλό μας συνεχώς σ’ αυτό; Δεν ρωτάμε όλους; Δεν πηγαίνουμε παντού; Δεν υποσχόμαστε χρήματα; Αν π.χ. έχουμε χάσει ένα παιδί, τι κάνουμε; Δεν περιερχόμαστε όλη τη θάλασσα και την ξηρά; Δεν θεωρούμε όλα τα αλλά δευτερεύοντα αρκεί στο να βρούμε το παιδί; Και όταν το βρούμε, τι κάνουμε; Το κρατάμε, το σφίγγουμε στην αγκαλιά μας, δεν το αφήνουμε. Πόσο μάλλον πρέπει να ενεργούμε έτσι αναζητώντας τον Θεό! Και όχι απλώς έτσι, αλλά πολύ περισσότερο.
Ε.Π.Ε. 25,126
(Χρυσοστομικό Λεξικό, αρχ. Δανιήλ Αεράκη, τόμος Β, σελ. 289-291)
Η ακηδία, η λύπη και η απόγνωση. Η γνώση του είναι. Τι είναι αμαρτία (Αρχ. Σωφρόνιος Σαχάρωφ του Έσσεξ)
Η ακηδία, η λύπη, η καταπόνηση οπωσδήποτε θα σε επισκέπτονται, όπως και κάθε άνθρωπο. Το κυριότερο θέμα είναι πώς εμείς τις αντιλαμβανόμαστε. Σου έγραψα ήδη, μου φαίνεται, ότι αν ζούμε τις καταστάσεις μας ως “ατομικές” μας μόνο, τότε η ψυχή στο τέλος όλων πτωχεύει και γίνεται άκαρπη, ενώ η ζωή χάνει το νόημά της και γίνεται αφόρητα οχληρή. Ο σκοπός μας, τον οποίο έχει θέσει μπροστά μας το Ευαγγέλιο, είναι να γίνουμε παγκόσμιες υποστάσεις, να φέρουμε μέσα μας όλο τον κόσμο, να ζήσουμε όλο το βάθος της ιστορίας του κόσμου, και επάνω απ’ όλα του Ανθρώπου. Όλη δηλαδή η ανθρωπότητα είναι αυτό το «Εγώ», και όλη η ιστορία είναι η ζωή μου. Κάθε οδύνη, κάθε χαρά, κάθε άλλο βίωμα αγάπης, δυσαρέσκειας, χαράς, λύπης, ελπίδας, απογνώσεως, κάθε εμπειρία πλούτου, φτώχιας, πείνας, κορεσμού, φόβου, εξουσίας, εκβιασμού, ταπεινώσεως, πάλης, μη αντιστάσεως… και όλων των λοιπών είναι για μας αποκάλυψη αυτού που διαδραματίζεται στον Ανθρώπινο Κόσμο. Μέσα λοιπόν από την προσωπική μας πείρα, που φαίνεται τόσο μικρή και εφήμερη, θα γνωρίσουμε το Είναι στο πλήρωμα του, όσο μας είναι εφικτό. Ακολουθώντας τον δρόμο αυτό, αντιδρώντας με τον τρόπο αυτό, ετοιμαζόμαστε για την πρόσληψη του Πνεύματος του Χριστού, ο οποίος μας φανέρωσε την εικόνα της τελειότητας των υιών του Θεού. Και όταν γινόμαστε οι ίδιοι «κατ’ εικόνα Του», νικούμε τον κόσμο, γινόμαστε υπερκόσμιοι, παγκόσμιοι και εξωκόσμιοι κατά το μέτρο της εξομοιώσεως μας προς τον Χριστό.
Δεν είμαστε σε θέση να επιζητούμε πόνο, παθήματα. Είναι φυσικό για κάθε ζωντανό ον να επιθυμεί τη χαρά, την αγάπη, το φως. Έχοντας όμως διδαχθεί από τον Θεό, δεν δειλιάζουμε μπροστά στα παθήματα, γιατί με αυτά και εμείς πλουτίζουμε με τη γνώση της αιωνιότητας, κερδίζουμε τη ζωή που αγκαλιάζει τα πάντα. Με τον ίδιο λοιπόν τρόπο ετοιμαζόμαστε και για την εμπειρία του θανάτου, για να γίνουμε ικανοί να προσλάβουμε την «κρείττονα ανάστασιν» (Εβρ. 11, 35). Βέβαια στο κέντρο όλων βρίσκεται για μας ο Χριστός, Θεός και Άνθρωπος. Χωρίς Αυτόν παραμένουμε στο σκοτάδι. Χωρίς Αυτόν είμαστε ανίκανοι να διακρίνουμε πού εμφανίζεται η «αμαρτία», δηλαδή η έκπτωση από τη Θεία Αγάπη του Πατρός. Ήδη προ πολλού πρέπει να έχουμε εγκαταλείψει την αφελή αντίληψη της αμαρτίας. Η αμαρτία είναι ρήξη της σχέσεώς μας με τον Θεό, ο οποίος είναι το απόλυτο Φως, η απόλυτη Γνώση, η απόλυτη Αγάπη. Με Αυτόν δεν μπορεί να συνδεθεί τίποτε αταίριαστο. Αν θέλουμε να είμαστε μαζί του και εν Αυτώ, πιστά τέκνα Του, τότε πρέπει και εμείς να είμαστε Άγιοι, όπως και Αυτός είναι Άγιος. Αν εμείς δεν είμαστε τέτοιοι, τότε λυπούμαστε για τον ίδιο τον εαυτό μας, στεκόμαστε στα όρια της απογνώσεως, με τον φόβο μήπως χάσουμε για πάντα την υιοθεσία και τη διαμονή στο απέραντο Φως. Εμείς όμως δεν πηγαίνουμε πέρα από το όριο αυτό. Απορρίπτουμε την πλήρη απόγνωση. Έτσι, η ζωή του Θεού, αν και όχι στο πλήρωμά της, διαφυλάσσεται μέσα μας, και εμείς με τον ένα ή τον άλλον τρόπο θα φτάσουμε στην τέλεια νίκη. Η αγάπη προς τον Χριστό είναι η πιο αξιόπιστη βεβαίωση της Αναστάσεώς μας. Και εσύ Τον αγαπάς, και δεν υπάρχει για σένα οδός ακηδίας. Τα τελευταία λόγια τα είπε κατά κάποιο τρόπο ο όσιος Σεραφείμ πριν από ενάμιση αιώνα…
(Απόσπασμα από το βιβλίο του Αρχιμ. Σωφρονίου, «Γράμματα στη Ρωσία», εκδ. Ι.Μ.Τιμίου Προδρόμου, Έσσεξ, σ. 150-152)
Φτώχεια
Δέξου όλες τις κακουχίες χωρίς μεμψιμοιρία και γογγυσμό. Να είσαι σίγουρος ότι αυτές είναι το χρέος σου, χρέος που οφείλεις να εξοφλήσεις. Εσύ ό ίδιος λες πως όσο ήσουν νέος, πλούσιος και υγιής, η καρδιά σου ήταν αναίσθητη, πωρωμένη και το κεφάλι σου κούφιο. Από τότε που γέρασες, αρρώστησες κι έχασες τα πλούτη σου, έγινες πιο καλός, πιο συνετός, ενώ έχεις αρκετούς λόγους να είσαι χαρούμενος και κανένα λόγο να είσαι απελπισμένος.
Δες λοιπόν τώρα που η φτώχεια σου δεν είναι μόνο εξωτερική. Δες που έγινες επιπλέον και «πτωχὸς τῷ πνεύματι». Και ο Κύριος μας κανένα δεν αγαπά τόσο, όσο τον ολοκληρωτικά φτωχό.
***
Η ανεξήγητη αλλά και ανεξέλεγκτη μελαγχολία που σε πιέζει, σε καταδυναστεύει και σου αφαιρεί κάθε ικμάδα χαράς, ίσως είναι μια δοκιμασία, ένα «τεστ», με το οποίο ο Θεός θέλει να εξιχνιάσει πόσο σταθερή είναι η απόφασή σου για τη μοναχική αφιέρωση και πόσο γνήσια και καθαρή η αγάπη σου σ’ Εκείνον.
Ξέρεις, δεν είναι μόνο η πνευματική ευεξία που φανερώνει την αγάπη και την αφοσίωσή μας στον Θεό. Αυτή η αγάπη αποδεικνύεται πολύ πιο ξεκάθαρα, πιο πειστικά, πιο αναμφισβήτητα, με τη σταθερή επιμονή στον πνευματικό αγώνα, όταν διανύουμε μακρόχρονα διαστήματα ακηδίας, τότε που δεν νιώθουμε και δεν βλέπουμε γύρω μας τίποτε άλλο εκτός από σκοτάδι, αγωνία, λύπη και ψυχικό άλγος.
(Όσιος Μακάριος της Όπτινα, Πνευματικές νουθεσίες, Ιερά Μονή Παρακλήτου, Ωρωπός, 1995)
Ποια είναι τα γνωρίσματα της αληθινής αγάπης προς τον Θεό;
Η αληθινή αγάπη προς τον Θεό είναι σταθερή και αταλάντευτη τόσο στην ευτυχία όσο και στη δυστυχία, τόσο στη χαρά όσο και στη θλίψη. «Τι μπορεί να μας χωρίσει από την αγάπη του Χριστού;», λέει ο απόστολος Παύλος. «Μήπως τα παθήματα, οι στενοχώριες, οι διωγμοί, η πείνα, η γύμνια, οι κίνδυνοι ή ο μαρτυρικός θάνατος;… Ούτε θάνατος ούτε ζωή ούτε άγγελοι ούτε άλλες ουράνιες δυνάμεις ούτε παρόντα ούτε μέλλοντα ούτε κάτι άλλο, είτε στον ουρανό είτε στον άδη, ούτε κανένα άλλο δημιούργημα θα μπορέσουν ποτέ να μας χωρίσουν από την αγάπη του Θεού» (Ρωμ. 8:35, 38-39). «Γιατί όταν ζούμε, ζούμε για τον Κύριο· και όταν πεθαίνουμε, πεθαίνουμε για χάρη του Κυρίου» (Ρωμ. 14:8).
Όποιος αγαπάει αληθινά τον Θεό, δεν έχει την παραμικρή σχέση με τον κόσμο της αμαρτίας. «Κανείς δεν μπορεί να είναι δούλος σε δύο κυρίους,… και στον Θεό και στο μαμωνά» (Ματθ. 6:24).
Όποιος αγαπάει αληθινά τον Θεό, αγωνίζεται μ’ όλες του τις δυνάμεις να εκτελεί το θέλημα Εκείνου και να ζει σύμφωνα με τις άγιες εντολές Του.
Όποιος αγαπάει αληθινά τον Θεό, πρόθυμα θυσιάζει γι’ Αυτόν συγγενικούς δεσμούς, επίγεια αγαθά, ακόμα και τη ζωή του. Γιατί, καθώς είπε ο Ίδιος, «όποιος αγαπάει πατέρα ή μητέρα παραπάνω από μένα, δεν είναι άξιος για μαθητής μου. Και όποιος αγαπάει γιο ή θυγατέρα παραπάνω από μένα, δεν είναι άξιος για μαθητής μου. Και όποιος δεν παίρνει το σταυρό του και δεν με ακολουθεί, δεν είναι άξιος για μαθητής μου. Όποιος προσπαθήσει να σώσει τη ζωή του, θα τη χάσει· και όποιος χάσει τη ζωή του για μένα, θα τη σώσει» (Ματθ. 10:37-39).
Όποιος αγαπάει αληθινά τον Θεό, παντοτινά Τον έχει στο νου του με άγια χαρά και ιερό πόθο, παντοτινά Τον βλέπει μπροστά του, όπως ο Δαβίδ (Ψαλμ. 15:8), παντοτινά μελετάει το νόμο Του, παντοτινά θέλει να επικοινωνεί μαζί Του με την προσευχή και τα θεία Μυστήρια.
Πώς πρέπει ν’ αγαπάμε τον Θεό;
Την απάντηση σ’ αυτό το ερώτημα τη δίνει ο ίδιος ο Θεός τόσο στην Παλαιά όσο και στην Καινή Διαθήκη: «Να αγαπήσεις τον Κύριο, τον Θεό σου, μ’ όλη σου την καρδιά και μ’ όλη σου την ψυχή και μ’ όλη σου τη δύναμη» (Δευτ. 6:5· πρβλ. Ματθ. 22;37, Μαρκ. 12:30, Λουκ. 10:27). Αυτό σημαίνει; Να αγαπάς τον Θεό μ’ όλες τις εσωτερικές σου δυνάμεις· να Τον αγαπάς τέλεια και ολοκληρωτικά· να Τον αγαπάς έμπρακτα, τηρώντας τις εντολές Του (βλ. Ιω. 14:15)· να Τον αγαπάς παντοτινά, όχι μόνο όταν σου στέλνει ευλογίες, αλλά και όταν επιτρέπει να σε βρουν συμφορές· να Τον αγαπάς πάνω και περισσότερο απ’ όλους και όλα.
Τι να κάνω για ν’ αγαπήσω τον Θεό πάνω απ’ όλους και όλα;
Ποιον αγαπάς πιο πολύ σ’ αυτόν τον κόσμο; Τη μητέρα σου ή τον πατέρα σου ή τη γυναίκα σου ή τα παιδιά σου ή έναν ευεργέτη σου. Και αυτούς, βέβαια, και όλους τους ανθρώπους πρέπει να τους αγαπάς, σύμφωνα με την εντολή του Ευαγγελίου. Σκέψου, όμως, ποιος σου έδωσε και τη μητέρα και τον πατέρα και τη γυναίκα και τα παιδιά και όλα όσα έχεις; Ο Θεός. Δεν πρέπει, λοιπόν, να Τον αγαπάς περισσότερο από κάθε άνθρωπο; Μην ξεχνάς ότι όλα τα αγαπημένα σου πρόσωπα είναι δώρα του Κυρίου. Αν, πάλι, δεν έχεις πατέρα ή μητέρα, αν δεν έχεις γυναίκα και παιδιά, αν είσαι ορφανός και μόνος, είναι ακόμα πιο εύκολο για σένα να αγαπήσεις ολόψυχα τον Θεό, τον αχώριστο και πιστό Σύντροφό σου, τον μοναδικό Προστάτη και Βοηθό σου, και να λες μαζί με τον προφήτη: «Ο πατέρας μου και η μητέρα μου μ’ αφήσανε μονάχο, μα ο Κύριος με πήρε κοντά Του (και με προστατεύει)» (Ψαλμ. 26:10).
(γέροντος Ευστρατίου Γκολοβάνσκι, “Απαντήσεις σε ερωτήματα χριστιανών”. Ιερά Μονή Παρακλήτου. Ερωτήσεις 87, 193, 194)
(απόσπασμα από το Μεγάλο Γεροντικό, τόμος α’, κεφ. β’)
Προσευχή για όσους μας ζητούν
-Γέροντα, όταν μας λένε: «Κάντε προσευχή για το παιδί μου
που δίνει εξετάσεις» ή «κάντε προσευχή για τον τάδε που θα κάνη εγχείρηση»,
χρειάζεται ύστερα να ρωτήσουμε αν πήγε καλά;
-Γιατί να ρωτήσεις αν πήγε καλά; Για να πής: «Δόξα σοι ο Θεός,
που έπιασε η προσευχή μου»; Έκανες το καθήκον σου; Προσευχήθηκες;
Δεν χρειάζεται να κάνης τίποτε άλλο.
-Γέροντα, πώς κάνετε προσευχή για τα ονόματα που σας δίνουν να προσευχηθήτε;
-Πριν από την εγχείρηση τα ονόματα που μου έδιναν τα διάβαζα όρθιος,
κάνοντας ενδιάμεσα μετάνοιες. Όταν γύρισα από το νοσοκομείο,
τα διάβαζα ξαπλωμένος, γυρτός στο πλάι. Μόλις συνήλθα λίγο,
άρχισα να τα διαβάζω πάλι όρθιος.
-Όταν, Γέροντα, μας δίνουν κάποιοι προσκυνητές ονόματα για
Παράκληση και δεν ξέρουμε τα προβλήματά τους, τι να λέμε;
-Να λέτε: «Κύριε, ελέησον τους δούλους σου, ων συ
τα προβλήματα γινώσκεις».
-Και όταν, Γέροντα, ευχόμαστε για πρόσωπα που δεν ξέρουμε αν ζουν ή πέθαναν;
-Να λέτε: «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησον τους δούλους σου».
-Καμμιά φορά, Γέροντα, ξεχνάω να κάνω προσευχή γι’ αυτούς π
ου μου λένε να προσευχηθώ για ένα συγκεκριμένο θέμα και ορισμένη ημέρα.
-Να ξεκινάς την προσευχή σου από αυτούς και να λες:
«Μνήσθητι, Κύριε, των δούλων σου εντειλαμένων ημίν τοις αναξίοις
εύχεσθαι υπέρ αυτών». Αναφέρεις τα ονόματα τους μια δύο φορές
και ύστερα να προσεύχεσαι για όλον τον κόσμο λέγοντας: «Κύριε Ιησού Χριστέ,
ελέησον τους δούλους σου».
-Άλλες φορές, Γέροντα, δεν θυμάμαι τα ονόματα των ανθρώπων που ζητούν προσευχή.
-Όταν δεν θυμάσαι τα ονόματα που σου δίνουν, να πιάνεις γενικά
τις περιπτώσεις τους αρρώστους, τα παιδιά που έχουν παραστρατήσει κ.λπ.
Να λες στην αρχή: «Βοήθησε, Θεέ μου, πρώτα αυτούς που έχουν μεγαλύτερη ανάγκη»
και ύστερα να συνεχίζεις με το «ελέησον τους δούλους σου».
-Γέροντα, γράφω τα ονόματα των ανθρώπων που ζητούν προσευχή
κατά περιπτώσεις: υπέρ υγείας, υπέρ φωτισμού κ.λπ.,
αλλά τα ονόματα συνεχώς αυξάνονται. Πόσον καιρό πρέπει να τα κρατώ
και να προσεύχομαι για τους ανθρώπους αυτούς;
-Να κάνης πρώτα προσευχή για τα νέα ονόματα και μετά να λες:
«Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησον τους δούλους σου και τον κόσμον σου άπαντα»,
για να μη φεύγη η αμαξοστοιχία με λίγους επιβάτες.
-Όταν, Γέροντα, μου ζητήσουν να κάνω προσευχή για ένα θέμα, πόσον
καιρό πρέπει να προσευχηθώ;
-Εξαρτάται από το πρόβλημα που έχει ο άλλος, αλλά και από το πόσο
τον έχεις πονέσει εσύ. [...]
-Δηλαδή, Γέροντα, ποιο θα είναι το κριτήριο ότι προσευχήθηκα,
όσο χρειαζόταν, για ένα θέμα;
-Να προσευχηθής μέχρις εκεί που δεν σου δημιουργείται άγχος.
Και όσον αφόρα την ποσότητα, εξαρτάται από τον χρόνο που διαθέτεις.
Να ξέρης όμως ότι εκείνο που μετρά δεν είναι το πόσο προσεύχεται κανείς,
αλλά το πώς προσεύχεται. [...] Όταν βέβαια υπάρχη και,
ποσότητα και ποιότητα, τότε η φιλότιμη ψυχή λαμβάνει
διπλή Χάρη και ευλογία από τον Θεό.
-Γέροντα, όταν έρχονται στο μοναστήρι άνθρωποι με πολλά προβλήματα
και μου δίνουν τα ονόματα τους για να κάνω προσευχή, τους πονώ,
αλλά μερικές φορές δεν διαθέτω χρόνο για προσευχή ανάλογο με τις ανάγκες τους,
και με πειράζει ο λογισμός.
-Σου λέει κάποιος τον πόνο του, κι εσύ τον ακούς και αναστενάζεις βαθιά.
Τότε, και να μην προλάβεις να προσευχηθής γι’ αυτόν, αυτός ο αναστεναγμός
αξίζει για ώρες προσευχής είναι μια καρδιακή προσευχή και φέρνει θετικά αποτελέσματα.
Τι διαβάζεις ονόματα που σου δίνουν και στενοχωριέσαι
που δεν έχεις χρόνο να κάνης κάτι περισσότερο.
Ένας καρδιακός αναστεναγμός που συνοδεύει το κάθε όνομα γράφεται
εκεί επάνω στον Ουρανό, ανεβαίνει κατ' ευθείαν στον θρόνο του Θεού!
(Λόγοι Παϊσίου, τόμος ς΄, Περί προσευχής, Εκδ. Ιερού Ησυχαστηρίου
"Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος", σελ.135-137)
Προσευχή για συγκεκριμένες περιπτώσεις και για όλον τον κόσμο
-Γέροντα, στενοχωριέμαι, όταν τελειώνει η Ακολουθία και εγώ
από την νύστα δεν μπόρεσα να προσευχηθώ.
-Για να διώχνεις την νύστα, να σκέφτεσαι κάτι που να σου
κινεί το πνευματικό ενδιαφέρον.
-Υπάρχει, Γέροντα, μεγαλύτερο ενδιαφέρον από τον πόνο του κόσμου;
-Ναι, αλλά αν σκέφτεσαι τον πόνο του κόσμου γενικά και αόριστα,
αυτό δεν βοηθάει. Να σκέφτεσαι συγκεκριμένες περιπτώσεις ανθρώπων
οι όποιοι έχουν μεγάλη ανάγκη, ώστε να πονάς, και έτσι να γίνεται
καρδιακή η προσευχή σου. Πιάσε μία περίπτωση για την οποία πονάς
περισσότερο και υστέρα πήγαινε και σε άλλες περιπτώσεις. [...}
Γιατί, άλλο είναι να μαθαίνει κάνεις ότι έχει εκτροχιασθεί
μια αμαξοστοιχία και άλλο να βλέπει μπροστά του εκτροχιασμένη
μια ολόκληρη αμαξοστοιχία, και να έχει κι ένα σωρό θύματα.
Όταν προσεύχεσαι για ένα συγκεκριμένο θέμα το οποίο σε πονά,
βοηθιέσαι κι εσύ ο ίδιος, βοηθάς και τον πλησίον σου.
-Γέροντα, όταν χτυπά το καμπανάκι την ώρα της Προσκομιδής,
αναφέρω γενικές περιπτώσεις, λ.χ. χήρες, ορφανά, εγκαταλελειμμένους,
και όχι ονόματα. Είναι σωστό;
-Κι εγώ το ίδιο κάνω. Να εύχεσαι όμως με πόνο. Και ο ιερέας δεν αρκεί
να βγάζει στην Προσκομιδή μερίδες και να διαβάζη τα ονόματα τυπικά,
αλλά πρέπει να παρακαλεί για τον καθέναν με πόνο, τότε θα δη θαύματα.{...}
-Είναι προτιμότερο, Γέροντα, να εύχεται κανείς για το ίδιο θέμα
πολλή ώρα η να πηγαίνη από το ένα θέμα στο άλλο, και να μπαίνη
με αυτόν τον τρόπο στον πόνο όλου του κόσμου;
-Γιατί να πιάση μόνον ένα θέμα; Να πιάνει πολλά θέματα, το ένα,
το άλλο, το άλλο, συνέχεια. Και μετά να σκέφτεται τον γενικό πόνο
του κόσμου και να προσεύχεται. Αυτό συγκινεί τον Θεό, γιατί έχει αρχοντιά.
-Γέροντα, τι να ζητάμε στην προσευχή μας για όλον τον κόσμο;
-Να ευχόμαστε για όλους «καλόν Παράδεισο».
Ο Χριστός θυσιάστηκε, για να σωθούν όλοι οι άνθρωποι, και αυτοί π
ου είναι κοντά του και αυτοί που είναι μακριά του. Να παρακαλούμε
λοιπόν να γνωρίσουν όλοι τον Θεό, για να Τον αγαπήσουν, να Τον ευαρεστήσουν
και να σωθούν να πάνε στον Παράδεισο. Κάποιος έλεγε: «Θεέ μου, εγώ έζησα
τον Παράδεισο από ’δώ από την γη. Πήγαινέ με εμένα στην κόλαση και τον αδελφό
μου βάλ’ τον στον Παράδεισο». Αλλά και στην κόλαση αν πάη ένας τέτοιος άνθρωπος,
από την μεγάλη του αγάπη, η οποία θα μεταφερθεί και στην κόλαση, νομίζω ότι
εκείνο το μικρό κομματάκι της κολάσεως θα μεταβληθεί σε Παράδεισο, διότι,
όπου υπάρχει αγάπη, εκεί είναι ο Χριστός και όπου είναι ο Χριστός εκεί Παράδεισος.
(Λόγοι Παϊσίου, τόμος ς΄, Περί προσευχής, Εκδ. Ιερού Ησυχαστηρίου
"Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος", σελ.132-134)
ΥΠΟΜΝΗΜΑ -Στο κατά Λουκάν Ευαγγέλιο-
Ερμηνεία πατερική & θεολογική του Ευαγγελίου του Λουκά
Το ερμηνευτικό Υπόμνημα του Π.Ν. Τρεμπέλα
μεταφρασμένο στη νεοελληνική γλώσσα
Μετάφραση αρχιμ. Νικόλαος Πουλάδας
Κεφάλαιο 15
Στίχ. 8-10. Η παραβολή της χαμένης δραχμής.
15.10 οὕτω, λέγω ὑμῖν, γίνεται χαρὰ ἐνώπιον τῶν ἀγγέλων(1)
τοῦ θεοῦ ἐπὶ ἑνὶ(2) ἁμαρτωλῷ μετανοοῦντι(3).
10 Σας βεβαιώνω πως το ίδιο χαίρονται οι άγγελοι του Θεού για
τη μετάνοια ενός αμαρτωλού».
(1) Δηλαδή χαίρεται ο Θεός και βλέπουν
και συγχαίρονται μαζί του οι άγγελοι (δ).
Ή, και αλλιώς· όπως εκτιμούν το πράγμα οι άγγελοι·
όπως συναισθάνονται οι άγγελοι (g)·
η αγγελική εκτίμηση του γεγονότος είναι τελείως διαφορετική
από αυτήν των Φαρισαίων (p).
Η επιστροφή και μετάνοια των αμαρτωλών είναι χαρά των αγγέλων,
οι οποίοι γίνονται πνεύματα λειτουργικά για επιστροφή
και εξυπηρέτηση της σωτηρίας τους. Η σωτηρία του κόσμου,
την οποία υποσχόταν η στην Βηθλεέμ γέννηση του Σωτήρα,
προκάλεσε την χαρά των αγγέλων, οι οποίοι ανέπεμψαν τον ύμνο:
Δόξα εν υψίστοις Θεώ.
(2) «Όχι μόνο για πολλούς, αλλά και για έναν. Αυτό λοιπόν είναι απόδειξη
ότι ο Θεός πάρα πολύ διψάει την μετάνοια κάθε αμαρτωλού» (Ζ).
Μολονότι οι άγγελοι είναι πνεύματα αγνά και καθαρά, ενώ ο αμαρτωλός
μόλυνε τον εαυτό του μέσα στον βόρβορο της αμαρτίας και έτσι
κατέστησε τον εαυτό του ευτελή, πρόστυχο, σιχαμερό,
οι άγγελοι δεν αποστρέφουν το πρόσωπό τους από αυτόν,
αλλά με την μετάνοιά του δοξάζουν μεν τον Θεό για το έλεος
που δείχτηκε στον αμαρτωλό, σπεύδουν δε να έλθουν σε επικοινωνία με αυτόν,
για να τον βοηθήσουν να συνέλθει και εντός ολίγου να εξομοιωθεί
με αυτούς και να καταστεί ίσος με αυτούς.
(3) «Αν όμως οι ουράνιες δυνάμεις για έναν από τους σωσμένους γιορτάζουν,
ακολουθώντας τα ίχνη του θείου σκοπού για τα πάντα…
με πόση ευφροσύνη θα μπορούσε κάποιος να πει ότι γεμίζουν,
όταν όλη η γη έχει σωθεί και έχει κληθεί, μέσω της πίστης στο Χριστό,
στο να γνωρίσει την αλήθεια;» (Κ). Μυριάδες μυριάδων σε κάθε εποχή
ενισχύθηκαν και παρηγορήθηκαν με τις δύο αυτές παραβολές
και συνεχώς θα προστίθενται στον αριθμό τους και άλλοι πολλοί
στο μέλλον μέχρι συντελείας των αιώνων (ο).
Ο Άγιος Νεκτάριος, ο Αγιορείτης Γέροντας Νεκτάριος και η Παναγία. Ένα σύγχρονο θαύμα στον Άθωνα.
Διήγηση του Θεοφιλεστάτου Επισκόπου Ροδοστόλου κ.κ. Χρυσοστόμου (από το βιβλίο του "Θεομητορικά και εξόδια στον Άθωνα", σελ. 12-17 - διασκευασμένο)
Τον μήνα Απρίλιο του έτους 1981, μετά από δεκαετείς εν κόσμω προσπάθειες για όσο το δυνατόν μοναχοπρεπέστερη διαβίωση, πεισθήκαμε (οι περί τον ιερομόναχο Κύριλλο) ότι τα δεδομένα και οι συναφείς συγκυρίες δεν μπορούσαν να συμβάλλουν σε αυτό που διακαώς ζητούσε η ψυχή μας. Γι΄αυτό αποφασίσαμε να αναχωρήσουμε και να έλθουμε προς οριστική εγκαταβίωση στο Άγιο Όρος, στο Περιβόλι της Παναγίας, στην ωραιότερη πατρίδα εκείνων που θέλουν να ζήσουν ως μοναχοί και να πεθάνουν οσιοπρεπώς.
Πριν καταλήξουμε οριστικά στο κελλί που βρισκόμεθα σήμερα (Αγ.Νικόλαος Μπυραζέρη) περιδιαβαίναμε και ερευνούσαμε τα οπουδήποτε έρημα κελλιά, για να δούμε πού και ποιο θα διαλέγαμε προς οριστική διαμονή.
Σε εκείνες τις προσπάθειες και τις ανά την ιερή χερσόνησο πορείες, βρεθήκαμε να περνάμε έξω από την καγκελόπορτα του Ιβηρίτικου κελλιού του Αγίου Ονουφρίου, το οποίο γειτονεύει με την Ιερά Μονή Φιλοθέου και είδαμε στον κήπο του ένα ηλικιωμένο μοναχό, κάθιδρο και εντελώς ατημέλητο, που με κινήσεις όμως που πρόδιδαν πολυχρόνια καλλιεργητική εμπειρία και μυική σιγουριά στο ανεβοκατέβασμα της μακροστύλιαρης δικέλλας, έσκαβε κατάβαθα και αναποδογύριζε τελείως το πολλά υποσχόμενο χώμα. Στις δε καταπράσινες απλωσιές της αντικρυνής πλευράς του κτήματος, δυο καλοθερμμένα μουλάρια, ξεσαμάρωτα κι αμολυτά, να καταχαίρονται τις ανοιξιάτικες γλυκοζεστασιές και ξένοιαστα να μασουλάνε τις ποικίλες χλωροτρυφεράδες.
Το παρουσιαστικό του, σε συνάρτηση με κάποιες επιφυλακτικότητες και προκαταλήψεις που κουβαλούσαμε από τον κόσμο, αυτομάτως μόρφωσε μέσα μας την γνώμη και την απόφαση να τον προσπεράσουμε όσο το δυνατό πιο βιαστικά και να συνεχίσουμε τάχα αδιάφοροι τον δρόμο.
Σταμάτησε όμως αμέσως εκείνος το σκάψιμο και το βολοκόπημα και ατενίζοντάς μας, πρότεινε να περάσουμε «μέσα, για ένα ποτήρι νερό».
Μας ξάφνιασε η πρότασις και ως δια μαγείας άλλαξε τους λογισμούς της επιφυλακτικότητας και της «συνέσεώς μας». Μας φάνηκε δε και τόσο φιλάδελφη και καλωσυνάτη η πρόσκλησίς του, ώστε καταλάβαμε ότι θα διαπράτταμε αγένεια αν αδιαφορούσαμε, προσποιούμενοι επί πλέον και τους …κωφούς. Παραμερίσαμε λοιπόν κάθε ενδοιασμό και αδίστακτα βηματίσαμε προς το κελλί του.
Προσκυνήσαμε κατά τα εθισμένα στο εκκλησάκι και ακολούθως απολαμβάναμε στο αρχονταρίκι του το «αγιορείτικο» κέρασμα και τον μεστό απλότητας και αγιωσύνης, όπως αποδείχθηκε λόγο του.
Τώρα που τον βλέπαμε από τόσο κοντά, διαπιστώναμε εντελώς διαφορετικά πράγματα από εκείνα που νομίσαμε στην αρχή και εκ του μακρόθεν. Το ύφος του πατρός Νεκταρίου - αυτό ήταν το όνομα του γέροντος - και η εκφορά του λόγου του, παρέπεμπαν σε χρόνους και γεροντάδες του Λαυσαικού και θύμιζαν σκηνικά και δεδομένα περιγραφών του Ευεργετινού….
Πώς μπορούσε να έχει τόση ηρεμία και ιλαρότητα το πρόσωπο ενός ορεσίβιου σκαφτιά και σκληροδίαιτου ξωμάχου; Και μιλούσε με τόση απλότητα και γαλήνη. Και παρουσίαζε μια εσωτερική καλλιέργεια και ευγένεια ψυχής, που καθόλου, μα καθόλου, δεν συμφωνούσε με το άξεστο και αγροίκο της κορμοστασιάς του και με το απαράδεκτο της ενδυμασίας και της υποδήσεώς του.
Μεταξύ των άλλων μας είπε: «Πατέρες, μου φαίνεστε καλλιεργημένοι και γραμματιζούμενοι. Εγώ δεν γνωρίζω γράμματα.
Γι΄αυτό θα σας διηγηθώ ένα θαύμα που έγινε σε μένα τον ανάξιο από τον Άγιο Νεκτάριο με εντολή της Παναγίας μας και εσείς σας παρακαλώ να το γράψετε στο περιοδικό που γράφουν όλα τα θαύματα του Αγίου και της Προστάτιδας του Τόπου μας.
«Κατά τον Φεβρουάριο που μας πέρασε (1981), είχα αρρωστήσει βαρειά. Ήμουν πολύ κρυωμένος και με μεγάλο πόνο στο στήθος. Και η καρδιά μου πονούσε συχνά και δυνατά, ώστε έφτασα στο σημείο να αναγκασθώ να ζητήσω βοήθεια γιατρού, πράγμα που ποτέ δεν το συνήθιζα. Έστειλα ένα εργάτη στην Μονή Φιλοθέου, απ΄αυτούς που ξυλεύουν στα εδώ ένα γύρο, και κάλεσα τον πατέρα Σάββα. Όταν ήρθε παρέα με ένα καλογέρι, είχε αρχίσει να σκοτινιάζει. Με εξέτασε προσεκτικά και μου είπε ότι έχω πνευμονικό οίδημα, πως είναι πολύ σοβαρή η κατάστασις και πως έπρεπε αμέσως να βγω έξω και ει δυνατόν μάλιστα με ελικόπτερο, για να μπω το συντομότερο σε Νοσοκομείο.Του είπα, πως από τότε που ήρθα στο Άγιο Όρος, 40 τόσα χρόνια, δεν πήγα στον κόσμο. Αφού και στις Καρυές έχω να πάω 7 χρόνια, μια και οι γείτονες και οι εργάτες που δουλεύουν στο Φιλοθεΐτικο δάσος, πρόθυμα με εξυπηρετούν σε ό,τι χρειάζομαι. Δεν μου αρέσει αυτή η ιδέα. Αλλά ας περάσει τούτη η δύσκολη νύχτα να σκεφθώ καλά και το πρωί τα ξαναλέμε του είπα.
Έφυγε και έμεινα μόνος. Έκανε πολύ κρύο. Δεν είχα κουράγιο ούτε ξύλα να πάρω από την στοίβα και να τα ρίξω στην σόμπα. Υπέφερα και είπα: Ας πάω να ανάψω τουλάχιστο τα καντήλια, να πω δυο λόγια στην Παναγία και να ξαπλώσω. Σβαρνιστός περισσότερο παρά βαδίζοντας πήγα στο ναό. Άναψα τα καντήλια, στάθηκα μπροστά στο προσκυνητάρι που είναι η εικόνα της Παναγίας και παραδίπλα του Αγίου μου Νεκταρίου και με παράπονο της είπα:
-Παναγία μου, δες πώς πονώ και πόσο υποφέρω. Δεν έχω καμμιά βοήθεια. Στην ζωή μου δεν ήμουν επιμελής, για νάχω τώρα δικαίωμα και παρρησία να σου ζητήσω εκείνα που υποσχέθηκες στους Αγιορείτες μοναχούς, στα παιδιά Σου.
Εκείνη την ώρα θορύβησαν παράξενα και χλιμίντρισαν πολύ παραπονιάρικα τα μουλάρια μου, που τα είχα κλεισμένα στο σταύλο και επί δυο μέρες ούτε τα τάισα κι ούτε τα πότισα καθόλου. Της λέω το λοιπόν:
-Τα΄κους; Κι αυτά βοήθεια, τροφή και νεράκι ζητούν από μένα. Ξέρω ότι δεν είμαι άξιος βοηθείας, δεν αξίζω περισσότερο απ΄ό,τι αυτά. Αλλά αν με κοιτάξεις με τόσο ενδιαφέρον, όσο και εγώ θα έδειχνα σ΄αυτά, θα μου ήταν αρκετό, αν ούτε κι΄αυτό το αξίζω. Ό,τι νομίζεις κάνε. Συ είσαι η Μάνα, ο γιατρός και το αφεντικό σε τούτον τον Τόπο.
Προσκύνησα, γύρισα στην κέλλα μου και ξάπλωσα στο κρεββάτι. Έκανε φαρμακερό κρύο. Πονούσα πολύ και θυμάμαι, πως όταν έβηχα, έφτυνα και αίμα. Σκεπάστηκα με την μπατανία και προσπάθησα να ζεσταθώ και να ησυχάσω.Σε λίγο όμως αισθάνθηκα κάτι περίεργο. Παρουσία ανθρώπου στα διπλανά μου, και πως κάποιος με άγγιζε και στο πλευρό. Γυρίζω, κοιτάζω και τι να δω; Τον Άγιο Νεκτάριο, όπως είναι στην εικόνα του. Μου λέει:
-Πονάς πολύ;
-Ναι Άγιέ μου. Υποφέρω.
-Η Παναγία μας, με έστειλε να σε κάνω καλά. Πού πονάς; Εδώ; με ρώτησε και πίεσε και σταύρωσε το στήθος μου. Κι΄ύστερα αφού με ευλόγησε σταυροειδώς όλον, μου είπε:
-Είσαι πλέον καλά, συνέχισε τον αγώνα σου.
-Άγιέ μου σε ευχαριστώ, πρόλαβα να πω και αυτόματα χάθηκε από μπρός μου…
Σηκώθηκα και κατάλαβα πως ήμουν ολότελα καλά. Δεν αισθανόμουν κανένα πόνο. Ευχαρίστησα την Παναγία και τον Άγιο και φρόντισα τα ζώα μου.
Το πρωί μου ξανάρθαν οι Φιλοθεΐτες, αλλά το μόνο που έκαναν ήταν να απορούν, να σταυροκοπιούνται και να υμνολογούν την προστάτισσα του Όρους μας Παναγία και τον Άγιό μου. Και από τότε και μέχρι τώρα, όπως βλέπετε, τίποτα δεν έχω. Και τον κήπο μου σκάβω και ούλες τις δουλιές του κελλιού μου κάνω. Δόξα τω Θεώ..
Πιστεύουμε πως εκείνη η συνάντηση, μας συνέβη κατά χάρη Θεού και την εκλάβαμε ως εύνοια και ευλογία της Παναγίας. Φρονούμε ότι επιβεβαιωτικώτερος τρόπος αποδείξεως της ειδικής για τους Αγιορείτας μοναχούς προνοίας της Παρθένου και Θεοτόκου Μαρίας, σύμφωνα με τις υποσχέσεις Της, δεν θα μπορούσε να υπάρξει.
…Ευθύς μετά την αναχώρησή μας και καθ΄οδόν, σχολιάζοντες το εξαίσιο γεγονός, θαυμάζαμε την εκπληκτική απλότητα του πατρός Νεκταρίου στην Θεοτόκο και την έκφραση της τελείας ταπεινώσεώς του, η οποία ετελεσφόρησε αμέσως. Γιατί, μόλις έβαλε τον εαυτό του πιο κάτω και από τα μουλάρια, τότε τον επισκέφθηκε η χάρις της Παναγίας μας και τον λύτρωσε από την δεινότητα της κατάστασής του.
…Φροντίσαμε να διασταυρώσουμε τα λεχθέντα για το θαύμα από πλευράς Φιλοθεΐτών πατέρων και δη από τον πατέρα Σάββα, που ήταν γιατρός πολύπειρος στην Θεσσαλονίκη και με λαμπρή θητεία στο Νοσοκομείο ΑΧΕΠΑ. Επιβεβαιώθηκαν όλα. Ο πατήρ Σάββας μάλιστα πρόσθεσε ότι τα «ευρήματα» τον έκαναν να είναι κάτι παραπάνω από βέβαιος, πως το επόμενο πρωί θα τον εύρισκαν πεθαμένο.
..Ο Γέροντας Νεκτάριος κοιμήθηκε εν Κυρίω το 1990.
(πηγή: βιβλίο ”Η ΠΑΝΤΩΝ ΑΝΑΣΣΑ, Μεσίτις πρός Θεόν”)
Το Μυστήριο της θείας Ευχαριστίας που μας παραδόθηκε από τον Κύριο είναι ανώτερο όλων των Μυστηρίων.
Είναι το πιο θαυμαστό από όλα τα θαύματα που επιτέλεσε η δύναμη του Θεού· είναι το ανώτερο όλων όσα η σοφία του Θεού επινόησε· είναι δε και το πολυτιμότερο από όλα τα χαρίσματα που η αγάπη του Θεού χάρισε στους ανθρώπους, γιατί αυτό υπερέχει όλων των άλλων των μυστηρίων κατά την αριθμητική υπέρβαση των όρων της φύσεως, αφού όλα τα θαύματα προέρχονται από υπέρβαση κάποιων νόμων της φύσεως.
Το μυστήριο όμως της θείας Μεταλήψεως τα υπερβαίνει όλα.
Γι’ αυτό δικαίως μπορεί να ονομασθεί και να θεωρηθεί θαύμα θαυμάτων και μυστήριο μυστηρίων.
(απόσπασμα από το βιβλίο του Αγίου Νεκταρίου Πενταπόλεως, “Περί επιμελείας ψυχής”, των εκδόσεων Άθως. Απόδοση στα νέα ελληνικά Ευανθία Χατζή, επιμέλεια κειμένου, επίμετρο Γιώργος Μπάρλας, επιμέλεια Στέλιος Κούκος)