Η ακατάβλητη δύναμη της Εκκλησίας
"Τίποτε δεν είναι ίσο με την Εκκλησία. Τα τείχη τα γκρεμίζουν οι βάρβαροι,
την Εκκλησία, ωστόσο, ούτε οι δαίμονες τη νικούν. Πόσοι και πόσοι δεν
πολέμησαν την Εκκλησία. Όλοι τους χάθηκαν, αυτή όμως εξυψώθηκε πάνω
από τους ουρανούς! Τέτοιο μέγεθος και ιδιότητα έχει η Εκκλησία:
Όταν πολεμείται, νικά· όταν υπονομεύεται, υπερτερεί· όταν εξυβρίζεται,
αποβαίνει λαμπρότερη· δέχεται τραύματα, μα δεν καταπίπτει από τις
πληγές· κλυδωνίζεται μα δεν καταποντίζεται· χειμάζεται, μα δεν ναυαγεί·
παλεύει μα δεν καταβάλλεται· πυγμαχεί, μα δεν νικάται".
(Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, Εις Ευτρόπιον B', ΕΠΕ 33, 111)
μδ΄. Είπε πάλι ότι ο Αββάς Ισίδωρος, ο πρεσβύτερος της Σκήτης, μίλησε κάποτε στους μοναχούς και τους είπε: « Αδελφοί, δεν ήλθαμε εδώ για να βρούμε κόπο ; Και τώρα, δεν είναι πλέον κόπος. Εγώ λοιπόν παίρνω την προβιά μου και πηγαίνω όπου είναι κόπος και εκεί βρίσκω ανάπαυση ».
με΄. Ένας αδελφός είπε στον Αββά Ποιμένα: « Αν δώ κάτι, εγκρίνεις να το πώ ; ». Του λέγει ο γέρων: « Είναι γραμμένο : Ός εάν αποκρίνηται λόγον πριν ακούσαι, αφροσύνη αυτώ έστι και όνειδος. Αν ρωτηθής, πές. Αλλοιώς, ας σιωπάς ».
μστ΄. Ρώτησε κάποιος αδελφός τον Αββά Ποιμένα, λέγοντας: « Μπορεί ο άνθρωπος να έχη πεποίθηση για ένα μόνο έργο του ; ». Και του είπε ο γέρων: « Ο Αββάς Ιωάννης ο Κολοβός έλεγε: Εγώ θέλω να πάρω λίγο από όλες τις αρετές ».
μζ'. Είπε πάλι ο γέρων: « Ένας αδελφός ρώτησε τον Αββά Παμβώ αν είναι καλό να επαινή τινάς τον πλησίον. Και του αποκρίθηκε: Καλύτερα είναι να σιωπά ».
μη’. Είπε πάλι ο Αββάς Ποιμήν, ότι, αν κάμη ο άνθρωπος καινούργιο ουρανό και καινούργια γη, δεν μπορεί να αμεριμνήση, ταπεινοφροσύνη και τον φόβο του Θεού, όπως την πνοή οπού βγαίνει από τη μύτη του.
ν΄. Ένας αδελφός ρώτησε τον Αββά Ποιμένα, λέγοντας: «Τί να κάμω;». Του λέγει ο γέρων: «Ο Αβραάμ, όταν εισήλθε στη γη της επαγγελίας, αγόρασε για τον εαυτό του μνήμα και με τον τάφο κληρονόμησε τη γη». Λέγει ο αδελφός: «Τί είναι τάφος;». Και του άπαντά ο γέρων: «Τόπος κλαυθμού και πένθους».
να΄. Ένας αδελφός είπε στον Αββά Ποιμένα: Αν δώσω στον αδελφό μου λίγο ψωμί ή κάτι άλλο, οι δαίμονες το μολύνουν σαν καμωμένο από την ανθρωπαρέσκεια». Του λέγει ο γέρων: «Έστω και αν γίνεται από ανθρωπαρέσκεια, εμείς όμως θα δώσουμε στον αδελφό ό,τι χρειάζεται». Του είπε δε και την εξής παραβολή: «Δυό γεωργοί κατοικούσαν στην ίδια πόλη. Έσπειρε ο ένας και έβγαλε λίγη και ακάθαρτη σοδειά. Ενώ ο άλλος από αμέλεια δεν έσπειρε και δεν έβγαλε τίποτε. Αν έπεφτε πείνα, ποιος από τους δυό θα εύρισκε να ζήση;». Αποκρίθηκε ο αδελφός: «Αυτός όπου έβγαλε λίγη και ακάθαρτη σοδειά». Του λέγει τότε ο γέρων: Έτσι λοιπόν και εμείς ας σπέρνουμε λίγα, έστω και ακάθαρτα, για να μη πεθάνουμε από την πείνα».
νβ’. Είπε πάλι ο Αββάς Ποιμήν, ότι είπε ο Αββάς Αμμωνάς: Ένας έχει όλο τον καιρό στα χέρια του την αξίνα και δεν κατορθώνει να ρίξη κάτω το δένδρο. Ένας άλλος όμως, με πείρα ξυλοκόπος, ρίχνει το δένδρο κάτω μέσα σε λίγο χρονικό διάστημα. Αυτή η αξίνα είναι η διάκριση».
νγ’. Ένας αδελφός ρώτησε τον Αββά Ποιμένα, λέγοντας: «Πώς πρέπει ο άνθρωπος να περάση τη ζωή του;». Του λέγει ο γέρων: «Ας θυμηθούμε τον Δανιήλ, όπου δεν βρέθηκε εναντίον του κατηγορία, έκτος από το ότι λειτουργούσε στον Κύριο και Θεό του».
νδ’. Είπε ο Αββάς Ποιμήν: «Το θέλημα του ανθρώπου τείχος είναι χάλκινο ανάμεσα σ΄ αυτόν και στον Θεό, καθώς και πέτρα προσκόμματος. Αν λοιπόν το εγκαταλείψη τινάς, λέγει και αυτός: Εν τω Θεώ μου υπερβήσομαι τείχος. Αν η εντολή συμπέση με το θέλημα, κοπιάζει ο άνθρωπος».
νε’. Είπε πάλι, ότι ενώ κάθονταν κάποτε κάποιοι γέροντες και έτρωγαν, τους υπηρετούσε ο Αββάς Αλώνιος. Και βλέποντάς τον, τον επήνεσαν. Εκείνος όμως καθόλου δεν μίλησε. Του λέγει λοιπόν ένας ιδιαιτέρως: «Γιατί δεν μίλησες στους γέροντες οπού σε επαινούσαν;». Και του λέγει ο Αββάς Αλώνιος: Αν τους μιλούσα, θα έδειχνα έτσι ότι δεχόμουν τον έπαινο».
νστ’. Είπε πάλι, ότι οι άνθρωποι όλα τα λέγουν και ελάχιστα πράττουν.
νζ’. Είπε ο Αββάς Ποιμήν, ότι, όπως ο καπνός διώχνει τις μέλισσες και τότε χάνεται το προϊόν της εργασίας τους, οπού είναι τόσο γλυκό, έτσι και η σωματική ανάπαυση διώχνει τον φόβο του Θεού από την ψυχή και εξουδετερώνει όλη την εργασία της.
νη’. Ένας αδελφός πήγε στον Αββά Ποιμένα μετά τις δυο εβδομάδες της Τεσσαρακοστής, του εξαγόρευσε τους λογισμούς του και, βρίσκοντας ειρήνη, του είπε: «Παρά λίγο θα συγκρατούσα τον εαυτό μου και δεν θα ερχόμουν εδώ σήμερα». Του λέγει ο γέρων: «Γιατί;». Λέγει ο αδελφός: «Είπα, μήπως, εξ αίτιας της Τεσσαρακοστής, δεν μου ανοίξετε». Του αποκρίνεται ο Αββάς Ποιμήν: Εμείς δεν μάθαμε να κλείνουμε την ξύλινη θύρα, αλλά μάλλον τη θύρα της γλώσσας».
νθ’. Είπε πάλι ο Αββάς Ποιμήν: «Πρέπει να αποφεύγουμε τα σωματικά. Όταν τινάς βρίσκεται κοντά στον σωματικό πόλεμο, μοιάζει με άνθρωπο οπού στέκεται πάνω από πολύ βαθύ λάκκο. Και όταν ο εχθρός του νομίση κατάλληλη την ώρα, εύκολα τον ρίχνει εκεί μέσα. Αν όμως είναι μακριά από τα σωματικά, μοιάζει με άνθρωπο οπού απέχει πολύ από τον λάκκο. Έτσι, όσο και αν προσπαθή ο εχθρός να τον ρίξη, ενώ τον τραβά και του ασκεί βία, ο θεός του στέλνει βοήθεια».
ξ’. Είπε πάλι: «Η πενία και η θλίψη και η στενοχωρία και η νηστεία, αυτά είναι τα μέσα του μοναχικού βίου. Γιατί είναι γραμμένο, ότι, εάν ώσιν οι τρεις ούτοι άνδρες, Νώε, Ιώβ και Δανιήλ, εγώ, λέγει Κύριος. Ο Νώε είναι εκπρόσωπος της ακτημοσύνης, ο Ιώβ του κόπου και ο Δανιήλ της διακρίσεως. Αν λοιπόν υπάρχουν αυτές οι τρεις αρετές στον άνθρωπο, ο Κύριος κατοικεί μέσα του».
ξα’. Έλεγε ο Αββάς Ιωσήφ, ότι, ενώ καθόμαστε με τον Αββά Ποιμένα, ωνόμασε Αββά τον Αγάθωνα. Και του λέμε: «Νεώτερος είναι και γιατί τον ονομάζεις Αββά;». Και είπε ο Αββάς Ποιμήν: «Το στόμα του τον αξίωσε να λέγεται Αββάς».
ξβ’. Ήλθε κάποτε ένας αδελφός στον Αββά Ποιμένα και του λέγει: «Τί να κάμω, πάτερ, όπου θλίβομαι από τη σαρκική αμαρτία; Και να, πήγα στον Αββά Ιβιστίωνα και μου λέγει: Μη την αφήσης για πολύ να σε επηρεάζη». Του λέγει ο Αββάς Ποιμήν: «Ο Αββάς Ιβιστίων έχει ανώτερη, ισάγγελη ζωή και του ξεφεύγει ότι εγώ και συ είμαστε στη σαρκική αμαρτία. Αν κυριαρχήση ο μοναχός στην πείνα και στη γλώσσα και στην ξενιτεία, έχε θάρρος, δεν πεθαίνει».
ξγ’. Είπε ο Αββάς Ποιμήν: «Μάθε το στόμα σου να λέγη ό,τι έχει η καρδιά σου».
ξδ’. Ρώτησε ένας αδελφός τον Αββά Ποιμένα, λέγοντας: Αν δώ φταίξιμο του αδελφού μου, καλά θα κάμω να το σκεπάσω;». Του λέγει ο γέρων: «Την ώρα οπού θα σκεπάσουμε το φταίξιμο του αδελφού μας, θα σκεπάση και ο θεός το δικό μας. Και την ώρα οπού θα φανερώσουμε το φταίξιμο του αδελφού, θα φανερώση και ο Θεός το δικό μας».
ξε’. Είπε πάλι ο Αββάς Ποιμήν, ότι κάποτε ρώτησε τον Αββά Παϊσιο ένας, λέγοντας: «Τί να κάμω με την ψυχή μου, οπού είναι αναίσθητη και δεν φοβάται τον Θεό;». Και του λέγει: «Πήγαινε, προσκολλήσου σε άνθρωπο οπού φοβάται τον Θεό. Και έχοντας συνάφεια μαζί του, θα διδαχθής και συ να φοβάσαι τον Θεό».
ξστ’. Είπε πάλι: Αν δυό πράγματα νικήση ο μοναχός, μπορεί να γίνη ελεύθερος από τον κόσμο». Και είπε ο αδελφός: «Ποιά είναι αυτά;». Και αποκρίθηκε: «Η σαρκική ανάπαυση και η κενοδοξία».
(Είπε Γέρων,Το Γεροντικόν εκδ. Αστήρ, Αθήνα 1996)
Τον τελευταίο καιρό πολύ με πολεμάνε πάλι οι λογισμοί. Όμως τους πολεμάω κι εγώ με διάφορους τρόπους. Αλλά κάποια στιγμή έρχεται η κόπωση και βγαίνει απ’ την καρδιά μου η προσευχή: « Κύριε, τι θα κάνω μ’ αυτούς τους μαύρους λογισμούς; Τί να κάνω με το διάβολο που μου κάθεται στο σβέρκο;» Μόλις λίγα λεπτά πέρασαν και κάποιος αδελφός μου έστειλε στο κινητό μου ένα κείμενο, απ’ τα πιο όμορφα που έχω διαβάσει και το οποίο με συγκλόνισε, επειδή ήταν μια ξεκάθαρη απάντηση από τον Κύριο! Έλεγε το κείμενο: « Το μόνο πουλί που τολμά να τσιμπήσει τον αετό είναι το κοράκι. Κάθεται στην πλάτη του και δαγκώνει το λαιμό του. Ωστόσο, ο αετός δεν αποκρίνεται ούτε επιτίθεται στον κόρακα. Δεν χάνει χρόνο ή ενέργεια μαζί του. Απλά απλώνει τα φτερά του και αρχίζει να ανεβαίνει ψηλότερα στον ουρανό. Όσο πιο ψηλά πετάει τόσο πιο δύσκολο είναι για το κοράκι να αναπνέει και έτσι πέφτει από την έλλειψη οξυγόνου. Σταμάτα να χάνεις χρόνο με κοράκια. Πήγαινε στα ύψη σου και θα εξαφανιστούν.»
Αυτό το κείμενο, νομίζω, εμπερικλείει όλη την πατερική θεολογία για το θέμα της αντιμετώπισης των λογισμών και των δύστροπων ανθρώπων! Και είναι αλήθεια, όταν είμαστε ψηλά, στον Κύριο μας και Θεό μας, τίποτα δεν μπορεί να μας αγγίξει. Αυτό λέμε και στη Θεία Λειτουργία: « άνω σχώμεν τας καρδίας», δηλαδή : « ας έχουμε ψηλά τις καρδιές μας». Ψηλά στον Ουρανό, η καρδιά μας και ο νους μας. «Με μια ματιά στον ουρανό θα άλλαζαν τα πράγματα» όπως έλεγε ο άγιος Παΐσιος. Εκεί ο διάβολος κι αν τολμήσει να σταθεί δεν μπορεί να αναπνεύσει! Το οξυγόνο του είναι τα πάθη μας και στην ουσία η απομάκρυνση μας από το Θεό! Όταν έχουμε λοιπόν νέφη κακών λογισμών – είτε πικρίας, είτε μνησικακίας, είτε ολιγοπιστίας , είτε άλλους- αυτό είναι ένδειξη ότι πετάμε χαμηλά, στο ύψος στου διαβόλου. Εμείς πλαστήκαμε για να αναζητάμε το Θεό. Αλλά κι ο Θεός μάς αναζητά και το έλεος Του μας καταδιώκει. ( Ψαλμ κβ΄)
Μα πώς θα ανεβούμε ψηλά; Ο ίδιος ο Χριστός μάς το είπε: « ο ταπεινών εαυτόν υψωθήσεται» (Λουκ. ιη΄,14) Ένας ταπεινός λογισμός μπορεί να προσελκύσει τη Χάρη του Θεού και να μας ανυψώσει στον ουράνιο Πατέρα μας. Από την υπερηφάνεια κατατροπώθηκε ο διάβολος και αυτή χρησιμοποιεί για να μας τραβήξει μαζί του. Ας μην του κάνουμε λοιπόν τη χάρη! Με την ταπείνωση ξεφεύγουμε από τα νύχια του εχθρού μας, φεύγει από μέσα μας η σκοτεινιά και έρχεται το Φως του Χριστού μας. Γι’ αυτό οι Πατέρες ονόμασαν την ταπείνωση ‘υψοποιό’ και ο Μέγας Αντώνιος μάς διδάσκει πως μόνο μ’ αυτό τον τρόπο μπορούμε ν’ αποφύγουμε τις αναρίθμητες παγίδες του διαβόλου. Μπορούμε λοιπόν εκείνη την ώρα του πολέμου να ζητήσουμε ταπεινά το έλεος του Κυρίου μας και να αφήσουμε τη Χάρη Του να μας σκεπάσει, με ελπίδα και εμπιστοσύνη σ’ Αυτόν. Μακάρι λοιπόν να διδαχθούμε απ’ αυτήν τη στάση του αετού και να του μοιάζουμε!(Κ.Δ.Κ)
Ας σκεφτούμε ότι ο Θεός μάς βλέπει να οικτίρουμε τον εαυτό μας επειδή δεν έχουμε δεύτερο ζευγάρι παπούτσια την ώρα που βλέπει έναν άλλο άνθρωπο να Τον δοξολογεί κι ας βρίσκεται πάνω σε αναπηρικό αμαξίδιο. Βλέπει ότι στενοχωριόμαστε σήμερα που θα φάμε μια απλή μακαρονάδα με τυρί την ώρα που βλέπει σε μια άλλη γωνιά του πλανήτη μικρά παιδιά να Τον ευγνωμονούν που θα φάνε επιτέλους λίγο ψωμί. Βλέπει να απελπιζόμαστε με λίγο πονόδοντο την ίδια ώρα που βλέπει κάποιον άλλο να υποφέρει στο κρεβάτι ενός νοσοκομείου μετά από επώδυνη χημειοθεραπεία να Τον ευχαριστεί που είναι ακόμα ζωντανός. Βλέπει ότι μας τσακίζουν και μας αποδυναμώνουν οι οικονομικές δυσκολίες την ώρα που βλέπει ότι αυτές έγιναν αφορμή για κάποιους άλλους να πάνε πιο κοντά Του και να γίνουν πιο δυνατοί, χαρούμενοι και αισιόδοξοι. Βλέπει να λυπόμαστε τον εαυτό μας που είμαστε μόνοι μας την ώρα που βλέπει κάποιον άλλο να νιώθει γεμάτος και χαρούμενος μέσα στη φαινομενική μοναξιά του γιατί βιώνει την παρουσία Του.
Ας σκεφτούμε ότι δεν είναι οι καταστάσεις που βιώνουμε το πρόβλημα αλλά το πώς εμείς τις αντιμετωπίζουμε… με ή χωρίς Χριστό… γιατί ο Χριστός κάνει τη διαφορά! Και ας αναλογιστούμε τί καταλάβαμε επιτέλους από τη ζωή και τα Πάθη Του; Να λιποψυχούμε στις δυσκολίες; Να σαστίζουμε στις αναποδιές; Να στενοχωριόμαστε υπερβολικά στις απογοητεύσεις μας; Να αποκαρδιωνόμαστε και να χάνουμε την ελπίδα μας εν καιρώ θλίψεων; Μήπως χωλαίνει η πίστη μας; Και γιατί συμπεριφερόμαστε σαν να είμαστε ορφανοί; Ξεχνάμε ότι έχουμε και Πατέρα και Μητέρα στον Ουρανό;
Ο Χριστός θέλει γενναίες ψυχές και είναι η Χάρη Του που αλλοιώνει και ανδρειώνει την ψυχή του ανθρώπου. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ο Απόστολος Πέτρος! Τη νύχτα που συνελήφθη ο Χριστός από τους Ρωμαίους στρατιώτες Τον αρνήθηκε τρεις φορές υποδουλωμένος στο φόβο του. Μετά όμως την Πεντηκοστή οπλίστηκε με τόσο θάρρος και αγωνιστικό φρόνημα που καμία απειλή δεν ήταν ικανή να τον σταματήσει από το κήρυγμα του Ευαγγελίου, ούτε ακόμα και η απειλή του θανάτου! Γιατί ήξερε πλέον ότι ο Αναστημένος Χριστός κατήργησε το θάνατο και ότι αυτός πια οδηγεί στην αιώνια Ζωή!
Από εμάς εξαρτάται αν θα επιτρέψουμε στο Χριστό να μπει και στη δική μας ζωή για να περάσουμε στην απέναντι όχθη… σ’ αυτή που κυριαρχεί το φως, η ελπίδα, η πίστη, η αγάπη, η ειρήνη, η ευγνωμοσύνη και η γενναιότητα ή αν θα παραμείνουμε εκεί που είμαστε διαιωνίζοντας έτσι τα αδιέξοδα μας και τα σκοτάδια μας! Θα αφήσουμε επιτέλους το Χριστό να κάνει τη διαφορά;(Α.Κ.Β)
Δικτατορία
ο όχλος
Αφεντικό μας κάναμε τον κόσμο, τη μάζα του κόσμου. Και μάλιστα αφεντικό σκληρό, πραγματικό τύραννο. Και ο μεν Θεός καθημερινά μας προειδοποιεί, μας νουθετεί, χωρίς να εισακούεται. Ο κόσμος όμως, ο ασύδοτος, ο συρφετός, δεν χρειάζεται καν να μας διατάξη. Αρκεί να μας πη τι του αρέσει (η μόδα), κι αμέσως υπακούουμε σε όλα.
Ε.Π.Ε. 18,332
Διόρθωσις
σε πράγματα της Εκκλησίας
Τι λες; πες μου. Λες, ότι διορθώνει ο άλλος τα δικά σου; Μα είναι σωστό κάτι τέτοιο; Δεν είναι ντροπή; Όχι, καθόλου. Εγώ αποβλέπω στο κοινό κέρδος όλης της Εκκλησίας. Είτε, λοιπόν, από εμένα (τον προεστώτα), είτε από άλλον γίνεται η διόρθωσις, δεν με ενδιαφέρει καθόλου. Έτσι πρέπει να σκέπτεται και να συμπεριφέρεται ο προϊστάμενος. Να επιζητή όχι τη δική του τιμή, αλλά το κοινό συμφέρον.
Ε.Π.Ε. 24,36
του άλλου
Πλησίασε αυτόν που αμαρτάνει, και πες του κάποιο μικρό εγκώμιο για τα άλλα, τα καλά, που οπωσδήποτε έχει. Ανάμιξε το εγκώμιο με τους ελέγχους.
Ε.Π.Ε. 18α,760-762
του αδελφού, πεπτωκότος
Να μεμφθής και τον εαυτό σου, να κατηγορήσης όλο το ανθρώπινο γένος, να δείξης ότι όλοι υποκείμεθα σε αμαρτίες, να ζητήσης συγγνώμη γι’αυτό που θα κάνης. Να δείξης, ότι επιχειρείς πράγματα μεγαλύτερα από τις δυνάμεις σου, αλλ’ η αγάπη σε αναγκάζει να το κάνης. Έπειτα, καθώς παρατηρείς τον άλλον, να μην έχης επιτακτικό ύφος, αλλά να του μιλάς σαν αδελφός του.
Ε.Π.Ε. 18α,760-762
Δίψα
του Θεού
Ωνόμασε δίψα (ο Ψαλμωδός) την πολλή επιθυμία, δηλώνοντας σε μας και τα δυο, και την φλόγα της αγάπης και την διάρκεια του έρωτα. Και οι άγιοι συνέχεια και καθημερινά ζούσαν με το θείο έρωτα και με την ευλάβεια. Όλο και πιο πολύ αύξαναν την αγάπη.
Ε.Π.Ε. 5,608
η ακόρεστη φιλαργυρία
Οι φιλάργυροι και πλεονέκτες ποτέ δεν ικανοποιούνται. Πάντοτε και συνεχώς κάνουν σαν διψασμένοι.
Ε.Π.Ε. 18α, 34
(Χρυσοστομικό Λεξικό, αρχ. Δανιήλ Αεράκη, τόμος Β, σελ. 64-65)
κβ΄. Ένας αδελφός ήλθε στον Αββά Ποιμένα και του λέγει: « Σπέρνω το χωράφι μου και κάνω απ’ αυτό αγάπη ». Του λέγει ο γέρων: « Καλά κάνεις ». Και έφυγε με προθυμία και αύξησε την αγάπη. Και άκουσε ο Αββάς Ανούβ τον λόγο και λέγει στον Αββά Ποιμένα: « Δεν φοβάσαι τον Θεό, έτσι μιλώντας στον αδελφό ; ». Και σιώπησε ο γέρων. Και ύστερα από δυο μέρες, φώναξε ο Αββάς Ποιμήν τον αδελφό. Και του λέγει, ενώ άκουε ο Αββάς Ανούβ: « Τί μου είπες προχθές ; Γιατί είχα αλλού τον νου μου ». Του λέγει ο αδελφός: « Είπα ότι σπέρνω το χωράφι μου και κάνω απ’ αυτό αγάπη ». Και του είπε ο Αββάς Ποιμήν: «Νόμιζα ότι για τον αδελφό σου τον λαϊκό μίλησες. Αν όμως συ είσαι όπου κάνεις αυτό το έργο, δεν ταιριάζει σε μοναχό ». Και εκείνος, ακούοντας, λυπήθηκε και είπε : « Άλλο έργο κανένα δεν ξέρω και δεν μπορώ να μη σπέρνω το χωράφι μου ». Όταν λοιπόν έφυγε εκείνος, έβαλε μετάνοια στον Αββά Ποιμένα ο Αββάς Ανούβ, λέγοντας: « Συγχώρησε με ». Και του αποκρίνεται: « Και εγώ από την αρχή ήξερα ότι δεν είναι έργο μοναχού. Αλλά σύμφωνα με τον λογισμό του του μίλησα και του έδωσα προθυμία στην προκοπή της αγάπης. Τώρα όμως έφυγε λυπημένος και πάλι το ίδιο θα κάνη ».
κγ΄. Είπε ο Αββάς Ποιμήν: « Αν αμαρτήση τινάς και αρνηθή ότι αμάρτησε, μη τον ελέγξης. Γιατί, αλλοιώς, του βγάζεις την προθυμία. Αν όμως του πής: Αδελφέ, μή πέσης σε αθυμία, αλλά φυλάξου από εδώ και πέρα, διεγείρεις την ψυχή του σε μετάνοια ».
κδ'. Είπε πάλι: «Καλή είναι η πείρα. Γιατί αυτή κάνει τον άνθρωπο πιο δοκιμασμένο ».
κε΄. Είπε πάλι: « Άνθρωπος όπου διδάσκει, αλλά δεν κάνει όσα διδάσκει, μοιάζει με βρύση, όπου όλους τους ποτίζει και τους πλένει, αλλά τον εαυτό της δεν μπορεί να τον καθαρίση ».
κστ'. Περνώντας κάποτε ο Αββάς Ποιμήν στην Αίγυπτο, είδε μια γυναίκα να κάθεται σε μνήμα και να κλαίη πικρά. Και λέγει: « Όλες οι χαρές του κόσμου τούτου και αν έλθουν, δεν θα βγάλουν την ψυχή της από το πένθος. Έτσι και ο μοναχός. Πρέπει πάντοτε να έχη μέσα του το πένθος ».
κζ . Είπε πάλι : « Είναι άνθρωπος οπού φαίνεται να σιωπά και όμως η καρδιά του κατακρίνει άλλους. Αυτός πάντα μιλά. Και είναι άλλος οπού από το πρωί έως το βράδι μιλά και όμως κρατά σιωπή. Ήγουν, εκτός από ωφέλεια, τίποτε δεν λέγει».
κη΄. Ένας αδελφός ήλθε στον Αββά Ποιμένα και του λέγει: « Αββά, πολλούς λογισμούς έχω και κινδυνεύω απ’ αυτούς ». Και τον βγάζει ο γέρων στο ύπαιθρο. Και του λέγει: « Άπλωσε τον κόρφο σου και κράτησε τους ανέμους ». Και εκείνος είπε: « Δεν μπορώ να το κάμω αυτό». Και του λέγει ο γέρων: « Αν αυτό δεν μπορής να το κάμης, ούτε και τους λογισμούς σου μπορείς να εμποδίσης να έλθουν. Αλλά έχεις χρέος να τους αντισταθής ».
κθ΄. Είπε ο Αββάς Ποιμήν: « Ζουν τρεις μαζί και ο ένας ησυχάζει καλά και ο άλλος είναι άρρωστος και ευχαριστεί, ο δε τρίτος υπηρετεί με καθαρό λογισμό. Όλοι τους το ίδιο έργο κάνουν».
λ΄. Είπε πάλι: « Είναι γραμμένο: Όν τρόπον επιποθεί η έλαφος επί τας πηγάς των υδάτων, ούτως επιποθεί η ψυχή μου προς σε, ο Θεός. Τα ελάφια στην έρημο πολλά καταπίνουν ερπετά. Και καθώς κατακαίονται από το φαρμάκι, επιθυμούν να έλθουν στα νερά. Πίνοντας δε, βρίσκουν ανακούφιση από το φαρμάκι των ερπετών. Έτσι και οι μοναχοί. Ζώντας στην έρημο, καίονται από το φαρμάκι των πονηρών δαιμόνων και επιποθούν το Σάββατο και την Κυριακή, για να έλθουν στις πηγές των υδάτων, ήγουν στο σώμα και στο αίμα του Κυρίου, και να καθαρισθούν από την πίκρα του πονηρού ».
λα΄. Ρώτησε ο Αββάς Ιωσήφ τον Αββά Ποιμένα, πώς πρέπει να νηστεύη τινάς. Και του λέγει ο Αββάς Ποιμήν: « Εγώ προτιμώ αυτόν όπου τρώγει κάθε μέρα, να τρώγη λίγο, ώστε να μη χορταίνη ». Του λέγει ο Αββάς Ιωσήφ: « Όταν ήσουν νεώτερος, δεν νήστευσες επί δυο μέρες, Αββά ; ». Και είπε ο γέρων: « Βέβαια και επί τρεις και επί τέσσερις και επί μια εβδομάδα. Και όλα αυτά τα δοκίμασαν οι πατέρες, σαν δυνατοί οπού ήταν. Και βρήκαν ότι καλό είναι να τρώγη τινάς κάθε μέρα, αλλά λίγο. Και μας παρέδωσαν τη βασιλική οδό, γιατί είναι ελαφρή ».
λβ΄. Έλεγαν για τον Αββά Ποιμένα, ότι, σαν επρόκειτο να έλθη σε σύναξη, καθόταν μόνος του, εξετάζοντας τους λογισμούς του, κάπου μια ώρα. Και κατόπιν έβγαινε.
λγ΄. Ένας αδελφός ρώτησε τον Αββά Ποιμένα, λέγοντας: « Μου άφησαν κληρονομιά. Τι να την κάμω ; ». Του λέγει ο γέρων: « Έλα μετά τρεις μέρες για να σου πώ ». Ήλθε δε καθώς του ώρισε. Και είπε ο γέρων: « Τί να σου πώ, αδελφέ ; Αν σου πώ, δός τα στην εκκλησία, εκεί φτιάχνουν ψωμί. Αν σου πώ, δός τα σε συγγενή σου, δεν θα έχης αμοιβή. Και αν σου πώ, δός τα στους φτωχούς, μένεις αμέριμνος. Ό,τι λοιπόν θέλεις, κάμε. Εμένα δεν μου πέφτει λόγος ».
λδ΄. Τον ρώτησε άλλος αδελφός, λέγοντας: « Τι σημαίνει το να αποδώσης κακό αντί κακού ; ». Του λέγει ο γέρων: « Αυτό το πάθος τέσσερις έχει τρόπους. Πρώτα, από την καρδιά. Δεύτερον, από την όψη. Τρίτον, από τη γλώσσα. Τέταρτον, το να μη κάμης κακό αντί κακού. Αν μπορής να καθαρίσης την καρδιά σου, δεν έρχεται στην όψη. Αν όμως έλθη στην όψη, φυλάξου να μη μιλήσης. Αν δε και μιλήσης, γρήγορα απόκλεισε το να κάμης κακό αντί κακού ».
λε΄. Είπε ο Αββάς Ποιμήν: « Το να επιτηρή τινάς τον εαυτό του και να τον προσέχη και η διάκριση, αυτές οι τρεις αρετές είναι οδηγοί της ψυχής ».
λστ'. Είπε πάλι: « Το να εμπιστευθής τον εαυτό σου στον Θεό, το να μη έχης μεγάλη ιδέα για λόγου σου και το να αφήνης πίσω σου το δικό σου θέλημα, αυτά είναι τα μέσα της ψυχικής προκοπής ».
λζ΄. Είπε πάλι: « Κάθε κόπο όπου θα σου συμβή, τον νικάς με το να σιωπάς ».
λη΄. Είπε πάλι: « Βδέλυγμα είναι στον Κύριο κάθε σωματική άνεση ».
λθ'. Είπε πάλι: « Το πένθος διπλό είναι. Εργάζεται και φυλάει».
μ΄. Είπε πάλι: « Αν σου έλθη λογισμός για τις αναγκαίες του σώματος χρείες και συμμορφωθής μια φορά και πάλι έλθη και συμμορφωθής για δεύτερη φορά, την τρίτη φορά οπού θα έλθη, μη του δώσης σημασία. Γιατί περιττός είναι».
(Είπε Γέρων,Το Γεροντικόν εκδ. Αστήρ, Αθήνα 1996)
99. «Διεσκόρπισεν υπερηφάνους διανοία καρδίας αυτών» (Λουκ. α΄ 51).
Η Παρθένος τώρα αναφέρεται σε συγκεκριμένα περιστατικά της ιστορίας που φανερώνουν την παντοδύναμη επέμβαση του Δημιουργού. Πρόκειται για τις περιπτώσεις που ο Θεός επεμβαίνει και ματαιώνει τα υπεροπτικά σχέδια και διαλύει τα ματαιόδοξα έργα των ανθρώπων.
Από την αρχαιότητα ακόμη η υπερηφάνεια, «το υπερφρονείν παρ’ ο δει φρονείν» (Ρωμ. ιβ' 3) εθεωρείτο το μεγαλύτερο αμάρτημα του ανθρώπου. Ήταν η «ύβρις» προς τον Θεό. Ο μικρός, θνητός και φθαρτός άνθρωπος να υψώνει το ανάστημα του μπροστά στον παντοδύναμο και αιώνιο Θεό. Οι αρχαίοι Έλληνες, τόσο οι φιλόσοφοι όσο και οι τραγωδοί, μας κληροδότησαν μοναδικά κείμενα πάνω στο θέμα, αυτό: «Ζευς μεγάλης γλώσσης κόμπους (—κομπορυμοσύνες) υπερεχθαίρει (=μισεί θανάσιμα)» (Σοφ. Αντιγόνη, 127). Και ο Πύργος της Βαβέλ (Γεν. ια' 1-9) θα παραμείνη χαρακτηριστικό δείγμα της αλαζονικής διαστροφής του ανθρώπου, αλλά και μαρτυρία της αμέσου επεμβάσεως του Θεού.
Ο επηρμένος και υπερήφανος νους είναι ότι χρειάζεται για να οδηγήσει τον άνθρωπο σε λανθασμένη κατεύθυνση, σε ύβρη και ασέβεια προς τον Θεό. Γι αυτό και η αντίθεσις του Θεού είναι άμεση: «Θεός υπερηφάνοις αντιτάσσεται» (Παρ. γ' 34) . Η επέμβασις του Θεού στις περιπτώσεις αυτές δεν πρέπει να θεωρείται αρνητικά (σαν τιμωρία) , αλλά θετικά (σαν φιλανθρωπία) . Διότι στην πραγματικότητα εμποδίζει τον άνθρωπο να προχωρήση σε κάτι που θα του προκαλέση μεγαλύτερες συμφορές... Έτσι η επέμβασις του Θεού αποδεικνύεται κι εδώ φιλάνθρωπη και ευεργετική.
100. «Καθείλε δυνάστας από θρόνων και ύψωσε ταπεινούς» (Λουκ. α΄ 52).
Οι καταχρασταί της εξουσίας είναι οι δεύτεροι που δέχονται την άμεση επέμβαση του Θεού. Όσοι αποκτούν δύναμη και τη χρησιμοποιούν για την καταπίεση και τη καταδυνάστευση των λαών· οι ισχυροί γενικά, που εξασφαλίζουν πολιτική, στρατιωτική, κοινωνική και θρησκευτική δύναμη όσοι αναρριχόνται στους θρόνους της ζωής και γίνονται αυθέντες και διαχειρισταί της ελευθερίας των άλλων· αυτοί που συνήθως είναι υπερήφανοι και αλαζόνες — όλοι αυτοί προκαλούν την άμεση επέμβαση του Θεού. Διότι η ζωή, η τιμή και η ελευθερία των ανθρώπων είναι αγαθά που δόθηκαν απ’ τον ίδιο τον Δημιουργό. Και Εκείνος δεν επιτρέπει να καταπατούνται οι αναφαίρετες αυτές δωρεές του προς τα δημιουργήματά του. «Ουκ αφήσει την ράβδον των αμαρτωλών επί τον κλήρον των δικαίων» (Ψαλμ. 124,3) .
Η εξουσία, όταν δεν προέρχεται εκ του Θεού, γίνεται «σύντριμμα και ταλαιπωρία» γι’ αυτούς που την κατακτούν, «πατώντας επί των πτωμάτων» των άλλων· Ο θρόνος στον οποίο αναρριχάται κάποιος, ανατρέποντας τον φυσικό του κάτοχο αποδεικνύεται τελικά ασταθής για τον επιβήτορα. Θρόνος ή θέση που κατακτήθηκε με αδικίες, συναλλαγές και εγκλήματα δεν πρόκειται ποτέ να στεριώσει.
Η Παρθένος Μαρία έμελλε να γίνει όργανο αποκαταστάσεως της δικαιοσύνης του Θεού. Ο θεάνθρωπος Υιός της θα ανέτρεπε το «κατεστημένο» της εποχής του, τους ισχυρούς της μέρας, τους Γραμματείς και Φαρισαίους, τους «δοκούντας άρχειν» (Μαρκ. ι΄ 42) και θα ανύψωνε τους «πτωχούς τω πνεύματι» (Ματθ. ε' 3), τους τελώνες και αμαρτωλούς, τους ψαράδες της Γαλιλαίας, την Παρθένο της Ναζαρέτ.
Ο χριστιανός δεν πρέπει ποτέ να καταφεύγη στη συναλλαγή για να αποκτήσει μια θέση, για ν’ αποκτήσει δύναμη και εξουσία. Έστω και αν έχει καλές διαθέσεις για την μετέπειτα καλή διαχείριση της εξουσίας. Επίσης, εκείνος που πιστεύει στον Χριστό δεν πρέπει ποτέ να γίνη «κατεστημένο» καταδυναστεύσεως κατατυραννήσεως των άλλων· «δεσπότης και αυθέντης» των υφισταμένων. Αντίθετα, ο χριστιανός πρέπει να γίνεται όργανο στα χέρια του Θεού, για την αποκατάσταση της ελευθερίας, της δικαιοσύνης και της ισότητος μεταξύ των ανθρώπων της εποχής του.
(Μητροπολίτου Αχελώου Ευθυμίου Στυλίου, Η Πρώτη, εκδ. Γρηγόρη, σελ.125-126 )
ΈΝΑΣ αρχάριος μοναχός ρώτησε κάποιο Γέροντα πώς σε μερικούς ανθρώπους έχει δοθεί το χάρισμα να βλέπουν αποκαλύψεις και να μαθαίνουν ουράνια μυστήρια.
- Μην μακαρίζεις μόνο αυτούς, παιδί μου, αποκρίθηκε ο σοφός Γέροντας, μα πιο πολύ εκείνους που βλέπουν διαρκώς τις αμαρτίες τους, ανακαλύπτουν τις αδυναμίες τους και γνωρίζουν καλά τον εαυτό τους.
- Πριν λίγες ημέρες, Αββά, είπε πάλι ο αδελφός, είδα ένα μοναχό να βγάζει δαιμόνιο από κάποιον άρρωστο και τον θαύμασα.
- Εγώ δεν επιθύμησα ποτέ, αποκρίθηκε ο Γέροντας, να διώχνω δαιμόνια και να γιατρεύω αρρώστιες. Παρακαλώ μόνο τον Θεό να μην γίνω ο ίδιος περίγελως του σατανά κι αγωνίζομαι να καθαρίσω το μυαλό μου από πονηρές σκέψεις. Αν το κατορθώσω, τότε θα είμαι άξιος θαυμασμού. Όποιος πετύχει να καθαρίσει την ψυχή του από αμαρτίες κι αγαπά τον Θεό και τον πλησίον του, θα κληρονομήσει την αιώνιο ζωή μαζί με τους θαυματουργούς Πατέρες.
ΈΝΑΣ ΕΥΛΑΒΗΣ Χριστιανός άφησε τον κόσμο, πήρε τον μικρό του γιό και πήγε στην έρημο. Πέρασαν χρόνια. Ο πατέρας, που είχε προοδεύσει πολύ στην αρετή, έφερε με την προσευχή του στα λογικά του κάποιο δαιμονισμένο. Τότε ο γιός πήγε σ’ έναν μεγάλο Γέροντα και του παραπονέθηκε:
- Ο πατέρας μου, Αββά, πρόκοψε πιο πολύ από μένα και διώχνει δαιμόνια.
- Δεν είναι μόνο αυτό σημάδι προκοπής, αποκρίθηκε ο Γέροντας. Δεν είναι του ανθρώπου, αλλά του Θεού η δύναμη που κάνει θαύματα, καθώς κι η πίστη του αρρώστου ή των συγγενών του. Πολλοί που δεν το κατάλαβαν αυτό, έπεσαν σε υπερηφάνεια και ζημιώθηκε η ψυχή τους. Η πιο μεγάλη προκοπή για τον άνθρωπο είναι η ταπεινοσύνη της καρδιάς. Όποιος αξιωθεί να την αποκτήσει, δεν έχει φόβο να παρασυρθεί ποτέ από το κακό και την αμαρτία.
(Γεροντικό, Σταλαγματιές απο την Πατερική Σοφία, Θεοδώρας Χαμπάκη, Εκδόσεις Ορθοδόξου Χριστιανικής αδελφότητας "ΑΓΙΑ ΛΥΔΙΑ", σελ. 161)
ΈΝΑΣ αρχάριος μοναχός ρώτησε κάποιο Γέροντα πώς σε μερικούς ανθρώπους έχει δοθεί το χάρισμα να βλέπουν αποκαλύψεις και να μαθαίνουν ουράνια μυστήρια.
- Μην μακαρίζεις μόνο αυτούς, παιδί μου, αποκρίθηκε ο σοφός Γέροντας, μα πιο πολύ εκείνους που βλέπουν διαρκώς τις αμαρτίες τους, ανακαλύπτουν τις αδυναμίες τους και γνωρίζουν καλά τον εαυτό τους.
- Πριν λίγες ημέρες, Αββά, είπε πάλι ο αδελφός, είδα ένα μοναχό να βγάζει δαιμόνιο από κάποιον άρρωστο και τον θαύμασα.
- Εγώ δεν επιθύμησα ποτέ, αποκρίθηκε ο Γέροντας, να διώχνω δαιμόνια και να γιατρεύω αρρώστιες. Παρακαλώ μόνο τον Θεό να μην γίνω ο ίδιος περίγελως του σατανά κι αγωνίζομαι να καθαρίσω το μυαλό μου από πονηρές σκέψεις. Αν το κατορθώσω, τότε θα είμαι άξιος θαυμασμού. Όποιος πετύχει να καθαρίσει την ψυχή του από αμαρτίες κι αγαπά τον Θεό και τον πλησίον του, θα κληρονομήσει την αιώνιο ζωή μαζί με τους θαυματουργούς Πατέρες.
ΈΝΑΣ ΕΥΛΑΒΗΣ Χριστιανός άφησε τον κόσμο, πήρε τον μικρό του γιό και πήγε στην έρημο. Πέρασαν χρόνια. Ο πατέρας, που είχε προοδεύσει πολύ στην αρετή, έφερε με την προσευχή του στα λογικά του κάποιο δαιμονισμένο. Τότε ο γιός πήγε σ’ έναν μεγάλο Γέροντα και του παραπονέθηκε:
- Ο πατέρας μου, Αββά, πρόκοψε πιο πολύ από μένα και διώχνει δαιμόνια.
- Δεν είναι μόνο αυτό σημάδι προκοπής, αποκρίθηκε ο Γέροντας. Δεν είναι του ανθρώπου, αλλά του Θεού η δύναμη που κάνει θαύματα, καθώς κι η πίστη του αρρώστου ή των συγγενών του. Πολλοί που δεν το κατάλαβαν αυτό, έπεσαν σε υπερηφάνεια και ζημιώθηκε η ψυχή τους. Η πιο μεγάλη προκοπή για τον άνθρωπο είναι η ταπεινοσύνη της καρδιάς. Όποιος αξιωθεί να την αποκτήσει, δεν έχει φόβο να παρασυρθεί ποτέ από το κακό και την αμαρτία.
Από μικρό παιδί μου έλειψε η αγάπη! Και όσο την ποθούσα τόσο πιο πολύ μου έλειπε. Μέσα από την απουσία της όμως την αγάπησα τόσο πολύ και είχα καταλάβει ότι αυτή είναι το ύψιστο αγαθό για τους ανθρώπους. Είχα πειστεί ότι κανείς δεν με αγαπούσε, ούτε καν ο Χριστός. Όμως σκέφτηκα ‘ ωραία, ας τους αγαπάω εγώ λοιπόν… και πρώτα απ’ όλα ας αγαπήσω τον εαυτό μου’. Έψαχνα για την αγάπη και μέσα μου και μέσα από τα βιβλία. Η βιβλιοθήκη μου τότε είχε μόνο βιβλία που μιλούσαν για την αγάπη… ψυχολόγων, συμπεριφοριστών και όλων των θρησκειών. Προσπάθησα να κάνω όλα αυτά που λέγανε, δηλαδή να μην έχω ενοχές, ότι εγώ είμαι το κλειδί της ευτυχίας μου, να μην αυτομαστιγώνομαι, κι όλα αυτά τα ‘εσύ είσαι…’. Πήρα λίγο τα πάνω μου αλλά ύστερα βυθίστηκα στη μελαγχολία και την απόγνωση. Μάλλον η αγάπη δεν υπήρχε…
Ένα βιβλίο μόνο δεν είχα ανοίξει! Μια φωνή μέσα μου μού έλεγε ‘ άστο για το τέλος αυτό’. Κι όταν έφτασε το τέλος κάθε ελπίδας μου και κάθε εμπιστοσύνης στον εαυτό μου πήγα στο Χριστό. Πήγα και εξομολογήθηκα στον πνευματικό μου πρώτη φορά σε ηλικία 40 χρονών. Όταν μου διάβαζε τη συγχωρητική ευχή κατάλαβα για πρώτη φορά τί ήταν η Αγάπη, ποιος είναι η Αγάπη… ο Χριστός μου, αυτός που με αγκάλιασε, με συγχώρησε και μου έδωσε τη Χάρη Του. Τώρα πια ήξερα! Και Του είπα ‘ Δεν είμαι εγώ… Εσύ είσαι’. Το πρώτο πράγμα που έκανα όταν πήγα σπίτι ήταν να ανοίξω αυτό το τελευταίο κλειστό βιβλίο της βιβλιοθήκης μου, την Καινή Διαθήκη. Πρώτα διάβασα το κατά Ιωάννην και ο Χριστός ήταν μαζί μου και μου εξηγούσε ό,τι έπρεπε να ξέρω. ‘Μεγαλύτερη αγάπη από αυτήν δεν υπάρχει, να δώσει κάποιος τη ζωή του για χάρη των φίλων του.’( Ιω. ιε΄,13) Η καρδιά μου πλημμύρισε από την Αγάπη Του! Ήθελα κι εγώ να δώσω τη ζωή μου γι’ Αυτόν που είναι ο Κύριος μου και Θεός μου, ο Παντοκράτωρ που έγινε φίλος με εμένα που νόμιζα ότι δεν είχα καμία αξία. Τότε κατάλαβα ότι αγάπη σημαίνει θυσία! Και ότι αυτός που αγαπάει τον εαυτό του είναι αυτός που δίνει τον εαυτό του.
Έτσι κι εγώ έδωσα τον εαυτό μου στο Χριστό, ολόκληρο, όπως είναι με τα πολλά χάλια του και τα λίγα καλά. Του είπα ‘πάρε τα όλα και φτιάξε τα’. Και ο Κύριος από τότε με έχει στα χέρια Του και νιώθω ότι με ανακαινίζει στο μυαλό, στην καρδιά, στην ψυχή, στη γλώσσα μου… σε όλα! Με έμαθε να εμπιστεύομαι τον εαυτό μου σ’ Αυτόν και στους Πατέρες της Εκκλησίας μας και στον πνευματικό μου και σε όποιον αγαπάει αληθινά το Χριστό. Δεν με αγαπάει αυτός που μου λέει καλά λόγια του τύπου ‘ μην αυτομαστιγώνεσαι – οι άλλοι φταίνε- είσαι πολύ σπουδαίος κλπ’. Δεν με αγαπάνε οι καλοί άνθρωποι που με βοηθάνε στα δύσκολα, δεν με αγαπάνε οι συγγενείς μου. Με αγαπάνε αυτοί που αγαπούν ορθά το Χριστό! Ας είναι και στην άλλη άκρη του κόσμου κι ας μην έχουμε μιλήσει ποτέ! Αν αγαπάνε το Χριστό, αγαπάνε κι εμένα.
Πού λοιπόν θα εμπιστευθούμε τον αγαπημένο μας εαυτό; Στη ‘σοφία’ αυτού του κόσμου με την ψεύτικη αγάπη του ή στην εσταυρωμένη Αγάπη;(Κ.Δ.Κ)
245. Όταν βλέπουμε ένα ωραίο ανθρώπινο πλάσμα, ας υψώνουμε ευθύς τον νου στην υπέρτατη Ωραιότητα, τον Ποιητή κάθε επιγείου και ουρανίου ωραιότητος, δηλαδή στον Θεό. Ας τον δοξάζουμε, που έβγαλε μες από τον πηλό τόση ωραιότητα. Ας θαυμάσουμε στον άνθρωπο την ωραιότητα της θείας εικόνος. Ας συλλογισθούμε την καλλονή των Αγίων του μέσα στη βασιλεία των ουρανών και ότι και εμείς θα είμαστε εκεί μια παρομοία ωραιότης, αν αξιωθούμε είσοδο εκεί. Αυτή την ομορφιά να σκέπτεσαι και να μην παρασύρεσαι από την χοϊκή αγάπη, το σαρκικό φρόνημα. Οι σαρκικές επιθυμίες είναι γλυκιές, αλλά αμαρτωλές, εξαχρειωτικές, βδελυκτές από τον Θεό. Μην πέφτεις σ’ αυτές, αλλά να ελκύεσαι μόνον από τον Θεό, που δημιούργησε κάθε ωραιότητα. Λέγε, με τον Προφητάνακτα: «Ἐμοί δέ τό προσκολλᾶσθαι τῷ Θεῷ ἀγαθόν ἐστι» (ψαλμ. οβ’ 28), στον Θεό μόνο και όχι στη σαρκική ωραιότητα, που έρχεται και παρέρχεται.
246. Στην προσευχή και σε κάθε έργο της ζωής σου, μην παραδίνεσαι στην αμφιβολία, στον σκεπτικισμό και στις διαβολικές φαντασιώσεις. Ας είναι ο πνευματικός σου οφθαλμός φωτεινός, ώστε και όλο το σώμα της προσευχής σου, των έργων σου και της ζωής σου να είναι φωτεινό.
(Η εν Χριστώ ζωή μου - Αγ. Ιωάννου της Κροστάνδης, εκδόσεις Παπαδημητρίου, σελ. 110)