239. Εξέταζε τον εαυτό σου συχνότερα. Κατά που είναι στραμμένα τα μάτια της ψυχής σου; Είναι στραμμένα προς τον Θεό και τη μέλλουσα ζωή; Ή είναι στραμμένα προς τον κόσμο και προς τα γήινα αγαθά; Ώ, ας ήσαν πάντοτε στραμμένα στον Θεό. Αλλά μονάχα σε ώρα ανάγκης και συμφοράς στρέφουμε τα μάτια μας προς τον Κύριο. Ενώ, όταν καλοπερνάμε, τα έχουμε στραμμένα προς τον κόσμο και τις μάταιες χαρές του. Αλλά θα ρωτήση κανείς: και τι το όφελος αν έχω στραμμένα τα μάτια της ψυχής μου προς τον Θεό; Το όφελος θα είναι μια βαθειά ειρήνη στην καρδιά σου, άπλετο και γλυκό φως στη διάνοιά σου, άγιος ζήλος στη θέλησί σου, νίκες κατεπάνω στους δαίμονες. «Οἱ ὀφθαλμοί μου διαπαντὸς πρὸς τὸν Κύριον», λέγει ο Δαβίδ και εξηγεί γιατί: «ὅτι αὐτὸς ἐκσπάσει ἐκ παγίδος τοὺς πόδας μου» (Ψαλμ. κε’ 15). «ὅτι λαλήσει εἰρήνην ἐπὶ τὸν λαὸν αὐτοῦ καὶ ἐπὶ τοὺς ὁσίους αὐτοῦ καὶ ἐπὶ τοὺς ἐπιστρέφοντας καρδίαν ἐπ᾿ αὐτόν» (Ψαλμ. πδ’ 9).
240. Κάθε ψευδής σκέψις φέρει μέσα της την απόδειξι του ψεύδους της. Είναι το θανάσιμο αποτέλεσμα της στην καρδιά. «Το φρόνημα της σαρκός, θάνατος» (Ρωμ. η’ 6). Αλλά και κάθε αληθινή σκέψις περιέχει την απόδειξι της αληθείας της. Είναι το ζωοποιό αποτέλεσμα της στην καρδιά. «Το δε φρόνημα του πνεύματος, ζωή και ειρήνη», συνεχίζει ο Απόστολος.
(Η εν Χριστώ ζωή μου - Αγ. Ιωάννου της Κροστάνδης, εκδόσεις Παπαδημητρίου, σελ. 107-108)
Πνεύμα Κυρίου έχρισέ με
Λουκά δ' 18
Συνέπεια της πληρώσεως του Ιησού δια του Αγίου Πνεύματος είναι ότι έγινε Χριστός, δηλαδή χρισμένος. «Τω αγίω Πνεύματι χρισθείς προσηγορεύθη Χριστός» (Παύλος Σαμοσατεύς, L. 1100).
Στην Π. Διαθήκη εχρίονταν με λάδι οι Προφήται, οι Βασιλείς και οι Ιερείς. Εγίνονταν έτσι χριστοί Κυρίου. Ο Ιησούς εχρίσθη υπό του Αγίου Πνεύματος, έγινε Χριστός Κυρίου και πήρε το τριπλό αξίωμα: το Προφητικό, το Βασιλικό και το Αρχιερατικό. Το ότι ο Ιησούς εχρίσθη στο τριπλό αυτό αξίωμα έγινε φανερό από τη δράσι, που αμέσως ανέλαβε. Δράσι διδακτική (το κήρυγμα), εξουσιαστική (τα θαύματα) και αρχιερατική (η θυσία του εαυτού του). Για το έργο αυτό του Ιησού μίλησε ο Ησαΐας (Ησ. ξα' 1-2). Και το χωρίο αυτό ο Ιησούς το εφήρμοσε στον εαυτό του.
Ο Ιησούς δεν άρχισε το έργο του αυτόκλητος. Περίμενε τη χρίσι του Αγίου Πνεύματος, που θα ήταν μαζή και ανάθεσις του υψηλού τριπλού αξιώματος. Το ερώτημα επομένως των αρχιερέων «εν ποία εξουσία ταύτα ποιείς;» (Μαρ. ια' 28) είχε τη θέσι του. Διότι κάποια εξουσία έπρεπε να έχη Εκείνος, που τελούσε τα έργα του «Χριστού», για τα οποία προφήτευσεν ο Ησαΐας. Δεν γνώριζαν όμως οι δυστυχείς ούτε ρώτησαν να μάθουν και ν’ αποδεχθούν την τριπλή εξουσία, που το Άγιο Πνεύμα χάρισε στον Ιησού, τον Χριστόν Κυρίου.
« Εχρίσθη υπό Πατρός τω Πνεύματι, αγαλλιάσεως θεουργικώ ελαίω ο Υιός και βροτός εχρημάτισε και της μιας θεότητος το Τρισυπόστατον εδίδαξε» (Παρακλητική, 179).
εις την έρημον
Ματθαίου δ' 1
Ο Ιησούς ξεκίνησε από την Έρημο. Έμεινε εκεί σαράντα μέρες και σαράντα νύχτες. Και εκεί έδωσε την πρώτη και μεγάλη μάχη του. Ο Ιησούς, ο Αρχηγός της ζωής και Αρχιστράτηγος της σωτηρίας του ανθρώπου που συναντήθηκε στην έρημο — σώμα με σώμα — με τον «κοσμοκράτορα του αιώνος τούτου», τον Διάβολο.
Η συνάντησις αυτή έγινε στην έρημο, διότι «η έρημος εθεωρείτο τύπος και εικόνα του κόσμου, που αρνήθηκε τον Θεό και υποτάχθηκε στο Σατανά. Σ' αυτό τον «έρημο» κόσμο ήλθε ο Ιησούς να μεταφέρη την καινούργια ζωή» (30, 7 -13). Το βασικόν έγκλημα του Διαβόλου ήταν η ερήμωσις της ζωής και της ψυχής των ανθρώπων. Σαν καυστικός λίβας έκαψε και έπνιξε μέσα στην καυτή άμμο της αμαρτίας και του θανάτου την ανθρώπινη ύπαρξι. Ο Διάβολος υπήρξεν ο αίτιος της πνευματικής στειρώσεως και αγονίας της ανθρωπότητος.
Η πρώτη μάχη του Ιησού έγινε στην έρημο, γι’ αυτό ακριβώς: για να κτυπηθή ο εχθρός μέσα στο στρατόπεδό του, στην καρδιά του. «Ο Θεός δεν οδηγεί στην έρημο το λαό του, τον Υιόν του και αργότερα τους αναχωρητάς και τους ερημίτας για ν’ αποφύγουν τον κόσμο, αλλά, αντίθετα, για να τον πλήξουν στην καρδιά και να διακηρύξουν εκεί, στον πιο σκληρό τόπο τη νίκη και τα δικαιώματα του Θεού» (Gr. Palamas, ενθ΄ ανωτ.). Ο Ιησούς ήλθε «ινα λύση τα έργα του διαβόλου» (Α' Ιωαν. γ' 8). Ήλθε «εν γη ερήμω και αβάτω και ανύδρω» (Ψαλμ. 62, 1) και έκαμε την «έρημον εις έλη υδάτων και την διψώσαν γην εν υδραγωγοίς» (Ησ. μα΄ 18). Ο Διάβολος — χωρίς να το θέλη — έγινε αιτία, ώστε «η στείρα και ου τίκτουσα» ανθρωπότης να γεμίση από παιδιά της βασιλείας του Θεού. Η Εκκλησία του Χριστού έγινε η μητέρα «η στείρα η τίκτουσα επτά» δηλ. πλήθος παιδιών. Γι’ αυτό και «πολλά τα τέκνα της ερήμου μάλλον η της εχούσης τον άνδρα» (Ησ. νδ' 1) .
«Επεδήμησεν ο υιός του Θεού Χριστός, ίνα δη τα κράτη των τυραννούντων ανατρέψας δαιμόνων εξέληται της πικράς τας ψυχάς δουλείας» (Μεθόδιος Ολύμπου, L. 330).
(Επισκόπου Αχελώου Ευθυμίου Στυλίου, «Εκείνος» Ο Ιησούς Χριστός, εκδ. Γρηγόρη, σελ. 99-100)
97. «Το έλεος αυτού εις γενεάν και γενεάν τοις φοβουμένοις αυτόν» (Λουκ. α΄ 50).
Η Παρθένος από την προσωπική της εμπειρία ανάγεται τώρα στην κοινή εμπειρία όλων των ανθρώπων. Από το επί μέρους οδηγείται στο γενικό. Όπως σ’ αυτήν εκδηλώθηκε το θείον έλεος, έτσι η ευσπλαχνία του Θεού απλώνεται και σ’ όλους τους άλλους. Η ευσπλαχνική επέμβασις του Θεού στην προσωπική της ζωή την οδηγεί στην διαπίστωση της αγάπης του Θεού για όλους. Ο ένας πιστός είναι μαρτυρία για τους υπόλοιπους. Ο ένας είναι λεπτομέρεια του συνόλου.
Η Παρθένος έμελλε να γίνη μια ακόμη ζωντανή μαρτυρία για το έλεος του Θεού που εκδηλώθηκε πλούσιο και στις γενεές της Π. Διαθήκης. Αυτή ήταν η συνισταμένη του θείου ελέους. Από την αγάπη που ο Κύριος έδειξε στο πανάγιο πρόσωπό της μπορούμε σαν σε καθρέφτη να δούμε τον πλούτο της ευσπλαχνίας με τον οποίο ο Θεός εκάλυψε όλες τις προχριστιανικές γενεές.
Αλλ’ η Θεοτόκος έγινε η μαρτυρία για το έλεος του Θεού που εκδηλώθηκε και μετά απ' αυτήν, στις χριστιανικές γενεές. Το έλεος που έδειξε ο Θεός στο πρόσωπο της θεομήτορος βλέπομε να έχη απεριόριστες προεκτάσεις μέσα στην ιστορία, από γενεά σε γενεά. Το έλεος του Θεού που άρχισε να πηγάζη με την Ενσάρκωσι αυξάνεται κλιμακωτά και πλημμυρίζει ολοένα και περισσότερους ανθρώπους, από γενεά σε γενεά κι αυτό μέχρις ότου καλύψει πάντα τα έθνη. Το πρόσωπο που συνεκέντρωσε το μεγαλύτερο έλεος του Θεού μέχρι την Ενσάρκωσι ήταν η Θεοτόκος. Και μετά την Ενσάρκωσι, το έλεος του Θεού που δόθηκε σ όλες τις γενεές είχε αφετηρία του το πρόσωπο της Θεοτόκου.
98. «Εποίησε κράτος εν βραχίονι αυτού» (Λουκ. α΄ 51).
Το θαυμαστό γεγονός της Ενσαρκώσεως του Θεού, στο οποίο εκλήθη η Παρθένος Μαρία να συμμετάσχη προσωπικά, ήταν μια απόδειξiς και μαρτυρία για τα θαυμαστά έργα της παντοδυναμίας του Θεού που έγιναν στο παρελθόν και που θα γίνουν στο μέλλον. Το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον ενώνονται μέσα στην παντοδύναμη παρουσία του Θεού. Η ιστορία δεν είναι μια παρέλασις άσχετων γεγονότων. Η ιστορία δεν είναι «το ποτάμι του χρόνου που στο χάος κυλά». Το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον έχουν ένα κοινό συντελεστή: το παντοδύναμο χέρι του Θεού.
Η Παρθένος, ξεκινώντας απ’ το προσωπικό θαυμαστό γεγονός της παντοδυναμίας του Θεού, κάνει φιλοσοφία και θεολογία της ιστορίας. Η ιστορία —λέγει— γράφεται με το παντοδύναμο χέρι του Δημιουργού. Προσωπικά ή ομαδικά περιστατικά ή γεγονότα οφείλονται στον ισχυρό «βραχίωνα» του Κυρίου.
Πολλοί αμφιβάλλουν αν ο «βραχίων του Κυρίου» είναι και σήμερα αρκετά ισχυρός για να ελέγξει τα παρόντα «σεσαλευμένα» στοιχεία της εξελισσομένης ανθρωπότητος: πυρηνική ενέργεια, υπερπληθυσμός, μόλυνσις του φυσικού περιβάλλοντος, αλλοτρίωσις του ανθρώπου κλπ. Όσοι αμφιβάλλουν, ας ακολουθήσουν την μέθοδο της Θεοτόκου. Μια ματιά στο παρελθόν και στο παρόν — προσωπικό και ομαδικό— θα τους πείσει και για το μέλλον· θα τους δείξη ότι «ο βραχίων Κυρίου» δεν έγινε ασθενέστερος, ώστε να μη μπορή να ελέγξει και τα μελλοντικά γεγονότα. Όσοι μαζί με τη Θεοτόκο θα φιλοσοφήσουν και θα θεολογίσουν πάνω στην ιστορία και την πορεία της τελικά θα ομολογήσουν ότι η παντοδύναμη παρουσία του Θεού είναι ο πιο βασικός και θετικός παράγων που επηρεάζει, κατευθύνει και δίνει νόημα στα γεγονότα του παρελθόντος, του παρόντος και του μέλλοντος, στην ιστορία της ανθρωπότητος και του κόσμου.
(Μητροπολίτου Αχελώου Ευθυμίου Στυλίου, Η Πρώτη, εκδ. Γρηγόρη, σελ. 124-125)
ΌΤΑΝ πλησίαζε η ενάτη ώρα, θύμιζε πάντοτε στον Όσιο Σισώη ο μαθητής του να σηκωθεί να φάει το λίγο ψωμάκι του.
- Δεν φάγαμε παιδί μου; ρωτούσε ο Γέροντας.
- Όχι ακόμη, Αββά.
- Έ, τότε ας φάμε.
Δεν αισθανόταν την ανάγκη της υλικής τροφής, γιατί τρεφόταν με πνευματική η καθαρή ψυχή του.
ΠΗΓΕ κάποτε με τους αδελφούς ο Αββάς Μακάριος να μαζέψει φοινικόφυλλα για το εργόχειρό του. Όταν νύχτωσε, τον προσκάλεσαν να φάει μαζί τους. Εκείνος για να μην τους λυπήσει έφαγε. Το άλλο βράδυ τον φώναξαν πάλι για φαί.
- Φάτε εσείς, παιδιά μου, τους είπε ο Όσιος, που εχετε ακόμη ανάγκη από υλική τροφή. Εγώ δεν επιθυμώ τέτοια τροφή σήμερα.
ΑΝ ΑΞΙΩΘΗΚΕΣ να λάβεις κάποιο χάρισμα πνευματικό, συμβουλεύει κάποιος Πατήρ, μην υψηλοφρονείς γι’ αυτό. Τίποτε καλό δεν έχεις, που να μην προέρχεται από τον Θεό. Αν λοιπόν δεν πολιτεύεσαι σύμφωνα με το θέλημά Του, θ’ άφαιρέσει από σένα το δικό Του χάρισμα και θα το δώσει σ’ άλλον, πιο ταπεινό και αγαθό.
ΛΕΝΕ για κάποιο Γέροντα πως επτά ολόκληρα χρόνια προσευχόταν να του δώσει ο Θεός κάποιο πνευματικό χάρισμα. Όταν επιτέλους το έλαβε» πήγε να το πει σ’ έναν γείτονά του διακριτικό Πατέρα.
- Μεγάλος κόπος! έκανε εκείνος, κουνώντας το κεφάλι του. Πήγαινε να κάνεις αλλά επτά χρόνια προσευχή να σου το άφαιρεσει ο Θεός, γιατί δεν σε συμφέρει.
Ο Γέροντας υπάκουσε και προσευχήθηκε, ώσπου του πήρε πάλι ο Θεός το χάρισμα που τόσο επίμονα ζητούσε.
ΈΝΑΣ Ερημίτης δέχτηκε μια μέρα την επίσκεψη κάποιου συνασκητή του. Όταν έφτασε η ώρα του φαγητού, είπε στον υποτακτικό του να ετοιμάσει λίγη φακή και να βρεξει τα παξιμάδια για να φιλοξενήσουν τον επισκέπτη. Ο νέος έκανε όπως του είπαν. Οι Γέροντες όμως, απορροφημένοι από την πνευματική συζήτηση που είχαν αρχίσει, έμειναν στην θέση τους ως την άλλη μέρα το μεσημέρι, χωρίς να νιώσουν πείνα ή νύστα ή κάποια κούραση. Τότε είπε πάλι ο Ερημίτης στον υποτακτικό του:
- Μαγείρεψε, παιδί μου, λίγη φακή, να φάει ο ξένος μας.
- Από χθες, Αββά, είναι όλα έτοιμα στην τράπεζα, αποκρίθηκε ο νέος.
Έτσι καθίσανε πια όλοι μαζί να φανε.
(Γεροντικό, Σταλαγματιές απο την Πατερική Σοφία, Θεοδώρας Χαμπάκη, Εκδόσεις Ορθοδόξου Χριστιανικής αδελφότητας "ΑΓΙΑ ΛΥΔΙΑ", σελ. 158-159)
«Ποία αληθώς γλυκύτης εν τω Ιησού Χριστώ!Ποία αγνότης ηθών!Ποία χάρις συγκινούσα εις την διδασκαλίαν του!Ποίον υπέροχον ύφος εις τα παραγγέλματά του!Ποίον βάθος σοφίας εις τους λόγους του;Ποία λεπτότης και ποία ακρίβεια εις τας πλήρεις πνεύματος αποκρίσεις του!
Να είπωμεν ότι η ιστορία του Ευαγγελίου επινοήθηκε;Φίλε μου, δεν επινοούν κατ’ αυτόν τον τρόπον.Θα ήτο περισσότερο ακατανόητο το να συμφωνήσουν πολλοί άνθρωποι για να κατασκευάσουν το βιβλίο αυτό, παρά το να υπήρξε πραγματικά ένας, ο οποίος να παρέσχε δια του βίου του το αντικείμενο της συγγραφής των βιβλίων τούτων.Ποτέ συγγραφείς Ιουδαίοι δεν θα ήταν δυνατόν να επινοήσουν την ηθική αυτή·και το Ευαγγέλιο έχει χαρακτήρες αλήθειας τόσο μεγάλους και τόσο εμφανείς και τόσο αμίμητους, ώστε ο επινοητής τους θα εξέπληττε περισσότερο από τον ήρωα, ο οποίος επετέλεσε τα εν τω Ευαγγελίω αναφερόμενα» (Ρουσσώ Αιμίλιος 4)
Να διαβάζεις, όσο πιο πολύ μπορείς.
Και να μαθαίνεις, όσα πιο πολλά μπορείς.
Ο ύπνος να σε βρίσκει να κρατάς το βιβλίο.
Και όταν το πρόσωπο σου γείρει,
να ακουμπάει επάνω σε ιερή σελίδα…
Προσεύχεσαι; Μιλάς στον Νυμφίο.
Μελετάς; Σου μιλάει Εκείνος.
(άγιος Ιερώνυμος)
(διηγείται ο άγιος Ιερώνυμος). Τώρα τελευταία είδα στην βασιλική του αγίου Πέτρου μια από τις πιο ευγενείς κυρίες της Ρώμης – δεν λέγω το όνομα της, για να μη νομίσεις πως θέλω να την γελοιοποιήσω. Μπροστά επήγαιναν μερικοί ευνούχοι. Και αυτή από πίσω μοίραζε με τα ίδια της τα χέρια – γιατί αυτό θεωρείται «πιο θρησκευτικό»- μερικά ψιλονομίσματα στους φτωχούς! Και να ξαφνικά – εύκολα το καταλαβαίνει κανείς, γιατί είναι τόσο συνηθισμένο- μια γριούλα φορτωμένη χρόνια και ξεροκόμματα μπαίνει πάλι στην σειρά να πάρει και άλλη δεκαρούλα! Μα όταν ήλθε η σειρά της, αντί για δεκάρα, της κοπάνησε μια καρπαζιά! Και η ένοχη, για το… μεγάλο αυτό κρίμα, πλημμύρισε στο αίμα!... (Αγίου Ιερωνύνου, Περί παρθενίας,εκδ. Ι.Μ. Νικοπόλεως, σελ.100)
Εγώ λοιπόν, παρ’ ότι ο φόβος της γέενας με έκαμε και κλείστηκα σε τέτοια κάτεργα (στην έρημο ως ασκητής), και είχα τώρα παρέα μου τους σκορπιούς και τα αγρίμια, εγώ, με τον λογισμό μου έτρεχα και ευρισκόμουν ανάμεσα σε κοπέλες που χόρευαν!
Η όψη μου είχε γίνει κατακίτρινη από την πολλή νηστεία. Και όμως! Ο νους μου πυρακτωνόταν από τις επιθυμίες που φούντωναν στο παγωμένο σώμα μου! Και παρ’ όλο που – χωρίς ακόμη να έχω πεθάνει εγώ – η σάρκα μου ήταν σχεδόν ψόφια, η φλόγα των σαρκικών επιθυμιών τριζοβολούσε μέσα μου!
Είναι φυσικό, ότι στην κατάσταση αυτή έχασα κάθε ελπίδα, ότι κάτι θα μπορούσε να με βοηθήσει! Έτσι, πρόστρεξα και έπεσα στα πόδια του Ιησού. Τα πότισα με τα δάκρυα μου. Τα εσφόγγισα με τα μαλλιά μου. Και προσπάθησα να δαμάσω την ατίθαση σάρκα μου με την πλήρη αποφυγή τροφής για εβδομάδες.
Δεν εντρέπομαι τόσο για την δυστυχία μου, όσο θρηνώ και κλαίω, γιατί δεν είμαι πια εκείνο που ήμουν λίγο παλαιότερα. Θυμάμαι, ότι τότε συχνά, όταν άρχιζα να προσεύχωμαι, άρχιζα ενωρίς το πρωί και τελείωνα νύχτα! Και δεν σταματούσα να χτυπώ το στήθος μου, μέχρι να ξυπνήσει ο Κύριος και να ξαναγίνει γαλήνη (Λουκ. 8,24). Και είχα αρχίσει, να φοβούμαι το κελλί μου, που ήξερε τους ρυπαρούς λογισμούς μου, να τα βάζω με τον εαυτό μου και να τρέχω, αδυσώπητος εναντίον του εαυτού μου, μόνος μου βαθιά μέσα στην έρημο. Και όπου έβλεπα βαθιά κοιλάδα, άγριο βουνό, απότομο βράχο, έκανα το μέρος εκείνο τόπο της προσευχής μου, εργαστήριο για επεξεργασία του αθλίου μου σώματος.
Και μάρτυς μου ο Θεός, μετά τα τόσα δάκρυα, μετά από τόση ανάταση των οφθαλμών μου στον ουρανό, άρχισα πια να βλέπω τον εαυτό μου ανάμεσα σε στρατιές αγγέλων! Και γεμάτος χαρά και ευφροσύνη έψαλλα: «Εις οσμήν μύρων Σου, οπίσω Σου, δραμούμαι» ( Άσμα 1,3).(Αγίου Ιερωνύνου,Περί παρθενίας,εκδ. Ι.Μ. Νικοπόλεως, σελ.29-30)
Ξεκίνησα να πάω στην Ιερουσαλήμ, μου φαινόταν ότι θα μου ήταν αδύνατο να στερηθώ την τεράστια εκείνη βιβλιοθήκη μου, που με τόσο κόπο και τόση φροντίδα είχα δημιουργήσει στην Ρώμη. Ήμουν δε τόσο ταλαίπωρος και ανόητος, που νήστευα προκειμένου να διαβάσω τον Τούλλιο ( Κικέρωνα)!
Νύχτες ολόκληρες τις περνούσα άγρυπνος και έκλαιγα με δάκρυα που έβγαιναν από μέσα από τα σπλάγχνα μου, όταν θυμόμουν τις αμαρτίες μου. Και μετά; Άρπαζα στα χέρια μου τον Πλαύτο (λατίνος κωμικός)! Και όταν «ερχόμενος εις εαυτόν», συνερχόμουν και άρχιζα να διαβάζω κάποιον προφήτη, ο ακαλλιέργητος λόγος του με έκανε να φρίττω! Και, μια και δεν έβλεπα το φως με τα στραβά μου, φανταζόμουν ότι το λάθος ήταν του ήλιου, και όχι των ματιών μου!...
Ενώ λοιπόν όφις ο αρχαίος κάπως έτσι έπαιζε με εμένα, ακριβώς στη μέση της Σαρακοστής, με έπιασε ένας γερός πυρετός, που κυριολεκτικά «εισέβαλε» (=έκαμε εισβολή) στο εξαντλημένο μου σώμα και - πράγμα τόσο απίστευτο, που να μην τολμάει κανείς ούτε να το ειπεί! – κατέφαγε τόσο πολύ τα ταλαίπωρα μέλη μου, που μόλις και διατηρούσα τα κόκκαλα! (Στο μεταξύ οι άλλοι ετοίμαζαν την κηδεία μου)! Ενώ λοιπόν οι άλλοι είχαν αρχίσει να ετοιμάζουν την κηδεία μου και στο ολοκληρωτικά πια παγωμένο μου σώμα μόλις γινόταν αισθητή, σε κάποια άκρη μόνο από το στήθος μου, η ζωτική θέρμη της ψυχής, να, ξαφνικά αρπάγηκα εν πνεύματι και μεταφέρθηκα στο βήμα του Κριτή!Και εκεί, μέσα στο τόσο φως, μέσα στην όση λάμψη εκείνων που έστεκαν τριγύρω του, εγώ έπεσα κάτω, μη τολμώντας να στρέψω το βλέμμα μου προς τα άνω. Και άκουσα την ερώτηση:
-Τί ιδιότητα έχεις; Απάντησα:
-Χριστιανός είμαι.
Αλλά Εκείνος, που καθόταν στον Θρόνο, είπε:
-Ψεύδεσαι. Κικερωνιανός είσαι. Όχι Χριστιανός. Όπου ο θησαυρός σου, εκεί είναι και η καρδιά σου.
Έμεινα άναυδος! Μα ανάμεσα στους ραβδισμούς της συνείδησης μου, (γιατί διάταξε να μου τις βρέξουν!), άρχισε να με βασανίζει πιο πολύ ακόμη από το πυρ εκείνο της κολάσεως ο στίχος : « εν δε τω άδη τις εξομολογήσεται σοι» ( Ψαλμ.6,6). Και τον έλεγα μέσα μου συνεχώς.Και μετά άρχισα να φωνάζω και λέγω με λυγμούς: «Ελέησον με, ο Θεός, ελέησον με» (Ψαλμ.56,2). Τα λόγια αυτά αντηχούσαν μετά από κάθε μου ξυλιά!Τελικά, εκείνοι που έστεκαν γύρω από τον Θρόνο, έπεσαν στα γόνατα του Καθήμενου και Τον παρακαλούσαν, να συγχωρήσει ένα άμυαλο παιδί και να του δώσει καιρό μετανοίας, να διορθώσει το λάθος του. Και Του έλεγαν:
-Αν ξαναδιαβάσει ποτέ στο μέλλον βιβλίο «εθνικό» (= με περιεχόμενο παγανιστικό), θα εκτίσει την ποινή του «μετά»!
Εγώ, στριμωγμένος σε μια κατάσταση τόσο πικρή, θα ήθελα να υποσχεθώ ακόμη σοβαρότερα πράγματα! Και άρχισα να ορκίζωμαι και να λέγω ομνύοντας στο όνομα Του:
-Κύριε, αν στο μέλλον πιάσω ποτέ στα χέρια μου βιβλία κοσμικά, αν τα ξαναδιαβάσω, να Σε αρνήθηκα!
Στα λόγια αυτά του όρκου μου, με άφησαν και ξαναγύρισα στον επάνω κόσμο. Και ανοίγω τα μάτια μου (τόσο πνιγμένα στα δάκρυα και τόσο πονεμένα που έπειθαν ακόμη και τους απίστους!) Και τους είδα όλους κατάπληκτους!
Δεν επρόκειτο για ύπνο! Ούτε για κάποιο κούφιο όνειρο, από εκείνα που μας δημιουργούν αυταπάτες.
Μάρτυς μου το Βήμα, μπροστά στο οποίο βρέθηκα!Μάρτυς μου η Κρίση, που φοβήθηκα!Είθε ποτέ πια, να μη μου συμβή, να μου απευθύνουν τέτοια ερώτηση.Η πλάτη μου ήταν πρησμένη από το ξύλο. Και αισθανόμουν από τις πληγές τον πόνο, και αφού συνήλθα!Από τότε, μελετώ τα βιβλία του Θεού πολύ περισσότερο, απ’ ό,τι διάβαζα πριν τα βιβλία των θνητών ανθρώπων.
(Αγίου Ιερωνύμου,Περί παρθενίας.εκδ.Ι.Μ. Νικοπόλεως,σελ.93-96)
Αλήθεια
και παραμύθια
Όποιος θέλει να πει ψέματα και να συρράψει δολιότητες,
σκέψου τί επιχειρεί, τι μηχανορραφίες χρειάζεται,
τί λόγια προσποιείται, τί δεινότητα.
Όποιος όμως λέει την αλήθεια, δεν χρειάζεται κόπο, μήτε δυσκολία,
μήτε υποκρισία, μήτε τεχνάσματα, μήτε άλλο παρόμοιο,
διότι η αλήθεια ακτινοβολεί μόνη της.
Διότι, όπως ακριβώς τα άσχημα σώματα έχουν ανάγκη
από εξωτερικούς τεχνητούς στολισμούς, για να καλύπτουν τη φυσική ασχήμια,
ενώ τα όμορφα εκ φύσεως, λάμπουν μόνα τους,
έτσι βλέπουμε κι ανάμεσα στο ψέμα και την αλήθεια,
ανάμεσα στην κακία και την αρετή.
Ε.Π.Ε. 2,16-18
όχι σκιά
Γιατί τρέχεις πίσω απ’ τη σκιά και δεν αγκαλιάζεις την αλήθεια;
Ε.Π.Ε. 8α,278
Ισχυρή
Τίποτε δεν λάμπει πιο πολύ απ’ την αλήθεια ούτε είναι ισχυρότερο της.
Η αλήθεια παρουσιάζεται γυμνή σε όλους εκείνους,
που θέλουν να δουν την ωραιότητά της.
Δεν θέλει να κρυφτεί ούτε φοβάται τον κίνδυνο, ούτε τρέμει τις συκοφαντίες,
ούτε επιθυμεί τη δόξα των πολλών, ούτε υπακούει στα ανθρώπινα.
Είναι υπεράνω όλων. Δέχεται μύριες πολεμικές, κι όμως παραμένει ακαταγώνιστος.
Ε.Π.Ε. 13,186
σκιάζεται απ’ τα πάθη
Γιατί τρέχεις πίσω από τη σκιά και δεν αγκαλιάζεις την αλήθεια;
Ε.Π.Ε. 16β,106
Σε ανθρώπους καθαρού βίου
Η βρώμικη ζωή στέκει εμπόδιο για τα υψηλά δόγματα,
διότι δεν αφήνει να λειτουργεί η διορατική δύναμις της διανοίας.
Όποιος επιδιώκει την αλήθεια, οφείλει να καθαριστεί προηγουμένως από τα πάθη.
Ε.Π.Ε. 18,222
και παραμύθια
Αν πιστεύεις στην αλήθεια, τί εισάγεις άλλα,
σαν να μην αρκεί η αληθινή πίστης για τη σωτηρία σου;
Ε.Π.Ε. 24,62
αληθοφάνεια (απάτη)
Κανένα έργο καλό δεν έχει να δείξει ο διάβολος, ούτε μικρό ούτε μεγάλο.
Όμως με λόγια σπουδαία που φώναξε με το στόμα της μαντευομένης
και με τις μάταιες ελπίδες του, θέλησε να εξαπατήσει.
Ε.Π.Ε. 31,118
φως που δεν σβήνει
Η δύναμις της αλήθειας δεν έχει ανάγκη καμιάς βοήθειας.
Κι αν ακόμα μυριάδες προσπαθούν να την σβήσουν, δεν εξαφανίζεται.
Ε.Π.Ε. 34,424
τίποτε ισχυρότερο
«Της αλήθειας ισχυρότερον ούδέν»
Ε.Π.Ε. 34,434
(Χρυσοστομικό Λεξικό, αρχ. Δανιήλ Αεράκη, Τόμος Α΄, σελ. 138-139)